πόλει . Περὶ μὲν οὖν τῆς ὅλης κατηγορίας μετρίως μοι ἐλπίζω προειρῆσθαι : περὶ δὲ αὐτῶν τῶν νόμων οἳ κεῖνται
. οὐ θέλω γὰρ ὑμᾶς ἄρτι ἐν παρόδῳ ἰδεῖν , ἐλπίζω γὰρ χρόνον τινὰ ἐπιμεῖναι πρὸς ὑμᾶς , ἐὰν ὁ
, ἐν τῷ παρόντι λόγῳ δηλώσας , μέγα τι τοῦτο ἐλπίζω εἰς ἅπασαν τὴν τέχνην συγγεγραφέναι . καίτοι φήσει τις
Χριστὸς Ἰησοῦς ἐν ὑμῖν ; εἰ μήτι ἀδόκιμοί ἐστε . ἐλπίζω δὲ ὅτι γνώσεσθε ὅτι ἡμεῖς οὐκ ἐσμὲν ἀδόκιμοι .
7443352 ἀποκτενω
ποιήσομεν . Καὶ εἶπεν αὐτοῖς ὁ υἱὸς Φαραώ : ἐγὼ ἀποκτενῶ τὸν πατέρα μου τῇ νυκτὶ ταύτῃ , διότι ὁ
τοῦ θεοῦ ἐξῆλθον καὶ ἥκω : οὐδὲ γὰρ ἀπ ' ἐμαυτοῦ ἐλήλυθα , ἀλλ ' ἐκεῖνός με ἀπέστειλεν . διὰ
ἡ ἀντιστρέφουσα τῇ προαποδεδομένῃ , ἧς ἡ ἀρχὴ “ ὡς ἀποκτενῶ κέκραχθε ” , τέλος δὲ τῆς πρώτης “ οὐ
ἡ μαρτυρία ἀληθής ἐστιν . ἐγώ εἰμι ὁ μαρτυρῶν περὶ ἐμαυτοῦ καὶ μαρτυρεῖ περὶ ἐμοῦ ὁ πέμψας με πατήρ .
7216701 ὑπομενω
, ἀλλ ' εἰς ἐγνωσμένον ἀποστέλλεις με θάνατον : πλὴν ὑπομενῶ καὶ τοῦτο τὸ ἔργον καὶ πειράσομαι φανεὶς ψυχὴν οὐ
τοῦ κυρίου . Οὐ καλὸν τὸ καύχημα ὑμῶν . οὐκ οἴδατε ὅτι μικρὰ ζύμη ὅλον τὸ φύραμα ζυμοῖ ; ἐκκαθάρατε
γινώσκεις παροῦσαν ] ἐμοί ἀντλήσω ] καρτερήσω † ἀνατλήσω , ὑπομενῶ Διὸς φρόνημα ] † ἤγουν ὁ Ζεὺς περιφραστικῶς λωφήσῃ
καὶ ὑμεῖς ἦτε . καὶ ὅπου [ ἐγὼ ] ὑπάγω οἴδατε τὴν ὁδόν . Λέγει αὐτῷ Θωμᾶς , Κύριε ,
7143024 θαρρω
ὅτι οὐκ ἐξηνέχθη ; οὐ γὰρ ἐγὼ αὐχῶ , ἤτοι θαρρῶ : πῶς ἂν ἔρημον τάφον : οὐκ ἂν ,
λαός μου , ἐξ αὐτῆς , ἵνα μὴ συγκοινωνήσητε ταῖς ἁμαρτίαις αὐτῆς , καὶ ἐκ τῶν πληγῶν αὐτῆς ἵνα μὴ
σε τοιοῦτον λόγον : τὸ σχῆμα ἀποσιώπησις . οἴομαι ] θαρρῶ , νομίζω . , ὑπολαμβάνω . μέντοι ] ἀργόν
κατὰ πρόσκλισιν . Χεῖρας ταχέως μηδενὶ ἐπιτίθει , μηδὲ κοινώνει ἁμαρτίαις ἀλλοτρίαις : σεαυτὸν ἁγνὸν τήρει . Μηκέτι ὑδροπότει ,
7096971 παραιτουμαι
λόγον πύθηι , κατά με γᾶς ζῶντα πόρευσον : οὐ παραιτοῦμαι . τί τοῖσδ ' ἀπειλεῖς βάρβαρός τε βαρβάρου γνώμην
οἶδα ἄνθρωπον ἐν Χριστῷ πρὸ ἐτῶν δεκατεσσάρωνεἴτε ἐν σώματι οὐκ οἶδα , εἴτε ἐκτὸς τοῦ σώματος οὐκ οἶδα , ὁ
καὶ Πλάτωνα δίκη μετελθεῖν τοῦ λόγου καὶ τῆς ἐπιτιμήσεως . παραιτοῦμαι δ ' εὐμενῆ καὶ ἵλεων εἶναι τοῖς λεγομένοις ,
, καὶ ἐν τούτῳ χαίρω : ἀλλὰ καὶ χαρήσομαι , οἶδα γὰρ ὅτι τοῦτό μοι ἀποβήσεται εἰς σωτηρίαν διὰ τῆς
7038245 ἀποδεχομαι
ἀπεικὸς διανοεῖσθαι τὸν παῖδα , οὐ μὴ ἐγὼ τὸν τοιοῦτον ἀποδέχομαι λογισμόν . ὁρίζομαι γὰρ ἄνδρα μὲν ἄριστον τὸν οὐ
ἐν τῷ νόμῳ Μωϋσέως καὶ τοῖς προφήταις καὶ ψαλμοῖς περὶ ἐμοῦ . τότε διήνοιξεν αὐτῶν τὸν νοῦν τοῦ συνιέναι τὰς
διισχυρίσασθαι , οὔτ ' εἰ ὅτι μάλιστα ἔστι , σωφροσύνην ἀποδέχομαι αὐτὸ εἶναι , πρὶν ἂν ἐπισκέψωμαι εἴτε τι ἂν
κύριος εἶπεν , Θάρσει , ὡς γὰρ διεμαρτύρω τὰ περὶ ἐμοῦ εἰς Ἰερουσαλὴμ οὕτω σε δεῖ καὶ εἰς Ῥώμην μαρτυρῆσαι
7032937 ἐπαινω
ἄλλο , τὸ ἔργον εἰς καρτερίαν τε καὶ ἅμα στρατηγίαν ἐπαινῶ Ἀλεξάνδρου . Ξυνηνέχθη δέ τι καὶ τοιόνδε τῇ στρατιᾷ
ἡ ἄμπελος , ὑμεῖς τὰ κλήματα . ὁ μένων ἐν ἐμοὶ κἀγὼ ἐν αὐτῷ οὗτος φέρει καρπὸν πολύν , ὅτι
πτερὰ καὶ ἐρεθίζειν . Οὐ μόνον δὲ πρὸς τὰς πλησμονὰς ἐπαινῶ τοὺς ἐμέτους , ἀλλά μοι δοκεῖ , εἰ τολμήσειέ
. [ καὶ ] λέγει αὐτῇ ὁ Ἰησοῦς , Τί ἐμοὶ καὶ σοί , γύναι ; οὔπω ἥκει ἡ ὥρα
6926584 τιθεμαι
κυρῶ καὶ βεβαιῶ , ἐξ οὗ καὶ ὁ νομοθέτης . τίθεμαι τῷ δόγματι ἀντὶ τοῦ προσέχω τὸν νοῦν τῷ δόγματι
ἁμαρτία , διὰ τοῦ ἀγαθοῦ μοι κατεργαζομένη θάνατον : ἵνα γένηται καθ ' ὑπερβολὴν ἁμαρτωλὸς ἡ ἁμαρτία διὰ τῆς ἐντολῆς
τὰ χρήματά μου , εἰς ἐνέχυρον ὑποτίθημι . , ἐνέχυρον τίθεμαι , εἰς τὰς χεῖρας ἐκείνων δίδωμι ἐνέχυρα , ἐνέχυρα
οὐ μὴ παρέλθῃ ἡ γενεὰ αὕτη ἕως ἂν πάντα ταῦτα γένηται . ὁ οὐρανὸς καὶ ἡ γῆ παρελεύσεται , οἱ
6910620 ἐοικα
ἄμβροτος , οὐκέτι θνητὸς πωλεῦμαι μετὰ πᾶσι τετιμένος , ὥσπερ ἔοικα , ταινίαις τε περίστεπτος στέφεσίν τε θαλείοις : τοῖσιν
Ἰησοῦς , Καὶ ἑώρακας αὐτὸν καὶ ὁ λαλῶν μετὰ σοῦ ἐκεῖνός ἐστιν . ὁ δὲ ἔφη , Πιστεύω , κύριε
τὸ σχῆμα , καὶ σκέψαι μ ' ὅτῳ μάλιστ ' ἔοικα τὴν βάδισιν τῶν πλουσίων . ὅτῳ ; δοθιῆνι σκόροδον
. ὁ δὲ ἀπεκρίθη αὐτοῖς , Ὁ ποιήσας με ὑγιῆ ἐκεῖνός μοι εἶπεν , Ἆρον τὸν κράβαττόν σου καὶ περιπάτει
6905715 δυνηθω
πορευθῶ ἐν αὐτοῖς καὶ δουλεύσω αὐτοῖς , ἵνα ἐργασάμενος αὐτὰ δυνηθῶ σωθῆναι . Ἄκουε , φησί , καὶ τῶν ἀγαθῶν
' αὐτούς . οὐ πεινάσουσιν ἔτι οὐδὲ διψήσουσιν ἔτι , οὐδὲ μὴ πέσῃ ἐπ ' αὐτοὺς ὁ ἥλιος οὐδὲ πᾶν
τὸ συνειδὸς ἐλλαμβανόμενον ὀρθοῖς ὄμμασιν οὐκ ἐάσει προσβλέπειν , κἂν δυνηθῶ λανθάνειν : λήσομαι δ ' οὐδαμῶς : εἰσὶ γὰρ
πλήθους τῶν πιστευσάντων ἦν καρδία καὶ ψυχὴ μία , καὶ οὐδὲ εἷς τι τῶν ὑπαρχόντων αὐτῷ ἔλεγεν ἴδιον εἶναι ,
6881595 κρινω
ἀληθεύειν . οὕτως οὖν καὶ ἐνταῦθα τὸ νομίζω ἀντὶ τοῦ κρίνω καὶ πιστεύω . ἄλλως : ὅτι τὸ νομίζω καὶ
οὐ τηρεῖ : καὶ ὁ λόγος ὃν ἀκούετε οὐκ ἔστιν ἐμὸς ἀλλὰ τοῦ πέμψαντός με πατρός . Ταῦτα λελάληκα ὑμῖν
, ὅ ἐστι δοκιμασίαν , ἥν , φησίν , ἐγὼ κρίνω Τιμάρχῳ . Ἄλλως . τοῦτό φησιν , ὅτι ὁ
. λέγει οὖν αὐτοῖς ὁ Ἰησοῦς , Ὁ καιρὸς ὁ ἐμὸς οὔπω πάρεστιν , ὁ δὲ καιρὸς ὁ ὑμέτερος πάντοτέ
6874094 αἰτιωμαι
Πλάτων : ταῦτα οὖν τῆς εὑρέσεως καὶ διακρίσεως τοῦ ἀληθοῦς αἰτιῶμαι , φησὶ , τοὺς θεούς : ἐγὼ γὰρ οὐδεμίαν
, ἀλλ ' Ὁ ποιήσας αὐτὰ ζήσεται ἐν αὐτοῖς . Χριστὸς ἡμᾶς ἐξηγόρασεν ἐκ τῆς κατάρας τοῦ νόμου γενόμενος ὑπὲρ
ἐπὶ τῷ λυμήνασθαι πρὸς τὴν αἴτησιν ταύτην ἀπήντησας , μάτην αἰτιῶμαι τὸν φόνον : εὐποιῆσαι γὰρ αὐτὸς οὐκ ἀνελεῖν τοῦτον
δόξης τοῦ μυστηρίου τούτου ἐν τοῖς ἔθνεσιν , ὅ ἐστιν Χριστὸς ἐν ὑμῖν , ἡ ἐλπὶς τῆς δόξης : ὃν
6859513 ὑβριζεις
ἀντὶ γλώττης ὅσα καὶ χειρὶ χρῆσθαι διέγνωκας καὶ ὥσπερ ἀλλοτρίαν ὑβρίζεις καὶ ἐπικλύζεις τοσούτοις κακοῖς . λαλεῖν μοι ἔργον ἐστὶ
καιρὸς ὁ ὑμέτερος πάντοτέ ἐστιν ἕτοιμος . οὐ δύναται ὁ κόσμος μισεῖν ὑμᾶς , ἐμὲ δὲ μισεῖ , ὅτι ἐγὼ
ξύνει τῷ Διὶ καὶ συμβασιλεύεις αὐτῷ , καὶ διὰ τοῦτο ὑβρίζεις ἀδεῶς : πλὴν ἀλλ ' ὄψομαί σε μετ '
τὸν κόσμον . ἐν τῷ κόσμῳ ἦν , καὶ ὁ κόσμος δι ' αὐτοῦ ἐγένετο , καὶ ὁ κόσμος αὐτὸν
6856792 νικησεις
Μὴ λυποῦ , ἔφη , τὴν γὰρ ἄλλην χιλιετηρίδα σὺ νικήσεις . Σχολαστικὸς συνεκάθητο ἡγεμόνι δεξιοπήρῳ . εἰς ἐώραν οὖν
, διαμαρτυρόμενος ἐνώπιον τοῦ θεοῦ μὴ λογομαχεῖν , ἐπ ' οὐδὲν χρήσιμον , ἐπὶ κατα - στροφῇ τῶν ἀκουόντων .
λαβὴν ] ὡς ἐπὶ παλαιστοῦ . Γ κατεργάσῃ γάρ : νικήσεις , περιέσῃ αὐτοῦ σῶμα ἔχων ἰσχυρὸν καὶ στερρότατον ,
μίαν ἐπὶ τῆς ὁδοῦ ἦλθεν ἐπ ' αὐτήν , καὶ οὐδὲν εὗρεν ἐν αὐτῇ εἰ μὴ φύλλα μόνον , καὶ
6810210 ἐλεω
καὶ χρηματιστικῶν , αὐτός τε ἄχθομαι ὑμᾶς τε τοὺς ἑταίρους ἐλεῶ , ὅτι οἴεσθε τὶ ποιεῖν οὐδὲν ποιοῦντες . καὶ
; καὶ ἐὰν βασιλεία ἐφ ' ἑαυτὴν μερισθῇ , οὐ δύναται σταθῆναι ἡ βασιλεία ἐκείνη : καὶ ἐὰν οἰκία ἐφ
„ εἶπεν „ οἱ κοινωνοῦντες ἐμοὶ ταυτησὶ τῆς στέγης , ἐλεῶ ὑμᾶς , ὡς ὑφ ' αὑτῶν ἀπόλλυσθε , οὔπω
, Ταῦτα τὰ ῥήματα οὐκ ἔστιν δαιμονιζομένου : μὴ δαιμόνιον δύναται τυφλῶν ὀφθαλμοὺς ἀνοῖξαι ; Ἐγένετο τότε τὰ ἐγκαίνια ἐν
6801942 συμβουλευω
οὐδεὶς ὑμᾶς ἀναγκάζει παρὰ τὴν ὑμετέραν γνώμην ψηφίζεσθαι . ὥστε συμβουλεύω μὴ τούτων ἀποψηφισαμένους ὑμῶν αὐτῶν καταψηφίσασθαι . μηδ '
τὴν ἰσότητα τοῖς δούλοις παρέχεσθε , εἰδότες ὅτι καὶ ὑμεῖς ἔχετε κύριον ἐν οὐρανῷ . Τῇ προσευχῇ προσκαρτερεῖτε , γρηγοροῦντες
μὴ μακρὰ λίαν λέγων ἐνοχλῶ , τὰ κεφάλαι ' ὧν συμβουλεύω φράσας ἄπειμι . παρασκευάζεσθαι μὲν πρὸς τοὺς ὑπάρχοντας ἐχθροὺς
τὴν πίστιν ὑμῶν ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ καὶ τὴν ἀγάπην ἣν ἔχετε εἰς πάντας τοὺς ἁγίους διὰ τὴν ἐλπίδα τὴν ἀποκειμένην
6788016 ἐμελλες
ἄδικον συνεκρότεις . ἢ οὕτως : [ εὐτυχῶν ] οὐκ ἔμελλες ἕξειν τοὺς ὑπὲρ σοῦ φίλους , εἰ συμβαίη σε
παρῃτημένον . καὶ ἕτερος εἶπεν , Γυναῖκα ἔγημα καὶ διὰ τοῦτο οὐ δύναμαι ἐλθεῖν . καὶ παραγενόμενος ὁ δοῦλος ἀπήγγειλεν
σῶν ἥκειν αὐτὸν γραμμάτων . καὶ οὐκ ἄρα παρόντας ἡμᾶς ἔμελλες τιμήσειν μόνον , ἀλλ ' ἤδη καὶ ἀπόντας .
τὴν γυναῖκα , ἀλλὰ γυνὴ διὰ τὸν ἄνδρα . διὰ τοῦτο ὀφείλει ἡ γυνὴ ἐξουσίαν ἔχειν ἐπὶ τῆς κεφαλῆς διὰ
6737696 Ἱπποκρατες
μοι ἐφαίνετο ἐν τῇ γνώμῃ . Τί φὴς , ὦ Ἱππόκρατες , ἐν τῇ γνώμῃ σοι ἐφαίνετο ; τί οὖν
ἐμοὶ βοηθός , [ καὶ ] οὐ φοβηθήσομαι : τί ποιήσει μοι ἄνθρωπος ; Μνημονεύετε τῶν ἡγουμένων ὑμῶν , οἵτινες
, ὁ δὲ τὸ διηνεκὲς οἰστρομανίην ἔχει τῆς ἀσελγείης . Ἱππόκρατες , μὴ γελάσω τὸν κλαίοντα δι ' ἔρωτα ,
εἶπεν , Μὴ κωλύετε αὐτόν , οὐδεὶς γάρ ἐστιν ὃς ποιήσει δύναμιν ἐπὶ τῷ ὀνόματί μου καὶ δυνήσεται ταχὺ κακολογῆσαί
6717914 νικᾳς
βούλομαι κωδωνίσας πέμψαι ς ' ἀγωνιούμενον , ἵνα καὶ σὺ νικᾷς τοὺς σοφιστάς , ὦ φίλε . ὁ δὲ τοὺς
. Πίστει Ἑνὼχ μετετέθη τοῦ μὴ ἰδεῖν θάνατον , καὶ οὐχ ηὑρίσκετο διότι μετέθηκεν αὐτὸν ὁ θεός : πρὸ γὰρ
? ? ? ? ? νῦν ? ? ? γ νικᾷς . ἀγωνίζου ἕως ? ? ? θανάτου ? ?
καὶ ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ , ὃς ἐν μορφῇ θεοῦ ὑπάρχων οὐχ ἁρπαγμὸν ἡγήσατο τὸ εἶναι ἴσα θεῷ , ἀλλὰ ἑαυτὸν
6695383 μακαριζω
Μεγάλῃ πόλει σέ τε ἀπολαβούσῃ καὶ προσλαβούσῃ τὴν νύμφην , μακαρίζω δὲ καὶ τὸν οὐκ ἀπόντος σου τὴν Μεγάλην ὀψόμενον
τῇ ἁμαρτίᾳ ὑμῶν ἀποθανεῖσθε : ὅπου ἐγὼ ὑπάγω ὑμεῖς οὐ δύνασθε ἐλθεῖν . ἔλεγον οὖν οἱ Ἰουδαῖοι , Μήτι ἀποκτενεῖ
θηρία κατὰ τοῦτον τὸν καιρὸν ἐξιέναι . οὕτως Νίκανδρος . μακαρίζω , φησί , διὰ τὸ ἐκεῖνον μὲν φιλεῖσθαι ὑπὸ
ἐὰν δὲ ἄλλῳ ἀποκαλυφθῇ καθημένῳ , ὁ πρῶτος σιγάτω . δύνασθε γὰρ καθ ' ἕνα πάντες προφητεύειν , ἵνα πάντες
6681923 σπευδεις
γένωμαι . τί γάρ με διαφθεῖραι γλίχῃ , τί δὲ σπεύδεις ἀπολέσαι με ἐς ἑστίασιν καὶ θοίνην παρακαλῶν ; πρῶτον
ἐστιν . ἀπὸ δὲ τῶν ἡμερῶν Ἰωάννου τοῦ βαπτιστοῦ ἕως ἄρτι ἡ βασιλεία τῶν οὐρανῶν βιάζεται , καὶ βιασταὶ ἁρπάζουσιν
μεταχειρίσεως λέγων : εἰ μὲν οὖν ἠγνόεις παρ ' ἣν σπεύδεις , ἔδει καὶ διδάσκειν τυχόν : εἰ δὲ τὴν
εὐηγγελισάμεθα ὑμῖν , ἀνάθεμα ἔστω . ὡς προειρήκαμεν , καὶ ἄρτι πάλιν λέγω , εἴ τις ὑμᾶς εὐαγγελίζεται παρ '
6672812 πεποιθα
. ἢν δ ' ἀνσπάσωμαί γ ' ὃν μετέρχομαι βόλον πέποιθα δ ' : ἢ χρὴ μηκέθ ' ἡγεῖσθαι θεούς
ὑμῶν λαλεῖν καὶ κρίνειν : ἀλλ ' ὁ πέμψας με ἀληθής ἐστιν , κἀγὼ ἃ ἤκουσα παρ ' αὐτοῦ ταῦτα
ἀποτύχοιμι μισθοῦ . τοῦτο γὰρ ὑπονοεῖν δίδωσιν ἀπὸ τοῦ εἰπεῖν πέποιθα . ὃς τὴν ἐμὴν ἐπιθυμῶν χάριν , τοῦτο τὸ
ἀναστήσω αὐτὸν τῇ ἐσχάτῃ ἡμέρᾳ : ἡ γὰρ σάρξ μου ἀληθής ἐστιν βρῶσις , καὶ τὸ αἷμά μου ἀληθής ἐστιν
6670330 παυσω
κλίνην , ἐγὼ γὰρ ὑμᾶς τῶν ἐπὶ τῇ κόρῃ δακρύων παύσω . „ καὶ ἅμα ἤρετο , ὅ τι ὄνομα
ὑψωθῆναι δεῖ τὸν υἱὸν τοῦ ἀνθρώπου , ἵνα πᾶς ὁ πιστεύων ἐν αὐτῷ ἔχῃ ζωὴν αἰώνιον . Οὕτως γὰρ ἠγάπησεν
δ ' ἐμὴ ἐμόν . ἐγὼ οὖν τὸ μὲν ἐμὸν παύσω ἐξ ἅπαντος , ἐπ ' ἐμοὶ γάρ ἐστιν :
πατρός μου , ἵνα πᾶς ὁ θεωρῶν τὸν υἱὸν καὶ πιστεύων εἰς αὐτὸν ἔχῃ ζωὴν αἰώνιον , καὶ ἀναστήσω αὐτὸν
6668013 Φαιδιμε
] τουτονὶ μὲν οὖν ὁρῶ ] ν χαῖρε πολλά , Φαίδιμε ] ! γ ' ἀκούϲαϲ ὅτι πάρει : εὐθύϲ
ἀναθεματίζειν καὶ ὀμνύναι ὅτι Οὐκ οἶδα τὸν ἄνθρωπον τοῦτον ὃν λέγετε . καὶ εὐθὺς ἐκ δευτέρου ἀλέκτωρ ἐφώνησεν . καὶ
ὥϲ φηϲι παῦϲαι , μηθὲν εἴπηιϲ , πρὸϲ θεῶν , Φαίδιμε . τί δ ' ἐϲτί ; μεταμελήϲει [ ϲοι
. καὶ αὐτὸς ἐπηρώτα αὐτούς , Ὑμεῖς δὲ τίνα με λέγετε εἶναι ; ἀποκριθεὶς ὁ Πέτρος λέγει αὐτῷ , Σὺ
6662908 ἀφιγμαι
ὦ Λύκει ' Ἄπολλον , ἄγχιστος γὰρ εἶ , ἱκέτις ἀφῖγμαι τοῖσδε σὺν κατεύγμασιν , ὅπως λύσιν τιν ' ἡμὶν
, ὁ πιστεύων εἰς ἐμὲ τὰ ἔργα ἃ ἐγὼ ποιῶ κἀκεῖνος ποιήσει , καὶ μείζονα τούτων ποιήσει , ὅτι ἐγὼ
τε συντέμνειν λόγους . Ἐγὼ δὲ καινῇ ξυμφορᾷ πεπληγμένος ἱκέτης ἀφῖγμαι πρὸς σέ . Τοῦ χρείαν ἔχων ; Μέλλουσί μ
κατάλυμα ὅπου τὸ πάσχα μετὰ τῶν μαθητῶν μου φάγω ; κἀκεῖνος ὑμῖν δείξει ἀνάγαιον μέγα ἐστρωμένον : ἐκεῖ ἑτοιμάσατε .
6657144 ὀκνω
εἰ δὲ ὕποπτος ἢ ἄπιστος ἐχθροῦ πᾶσα συμβουλή , οὐκ ὀκνῶ καὶ παρακαλεῖν σε μὴ τοὺς φιλοὺς τίνυσθαι τῆς ἐμῆς
λαμβάνοντες καὶ τὴν δόξαν τὴν παρὰ τοῦ μόνου θεοῦ οὐ ζητεῖτε ; μὴ δοκεῖτε ὅτι ἐγὼ κατηγορήσω ὑμῶν πρὸς τὸν
: οὐ γὰρ εὐσεβές . κόπτειν δὲ μέλλων τὴν θύραν ὀκνῶ πάλαι : οὐκ οἶδα γὰρ τὸν ἀδελφὸν εἰ νῦν
καὶ οὐδεὶς ἐξ ὑμῶν ποιεῖ τὸν νόμον . τί με ζητεῖτε ἀποκτεῖναι ; ἀπεκρίθη ὁ ὄχλος , Δαιμόνιον ἔχεις :
6652294 προλεγω
ἐπιμείνῃς , μετανοήσεις : κατὰ σαυτοῦ τὴν ψῆφον οἴσεις . προλέγω σοι , Καλλιρόην ἀπολέσεις . οὐκ ἐμὲ βασιλεὺς ἀλλὰ
τοῖς κατοικοῦσιν ἐπὶ τῆς γῆς ποιῆσαι εἰκόνα τῷ θηρίῳ ὃς ἔχει τὴν πληγὴν τῆς μαχαίρης καὶ ἔζησεν . καὶ ἐδόθη
τ ' ἀγρίων ναίοιμι τρόπων . τὸ δ ' ἐρᾶν προλέγω τοῖσι νέοισιν μή ποτε φεύγειν , χρῆσθαι δ '
ἀναστάσει τῇ πρώτῃ : ἐπὶ τούτων ὁ δεύτερος θάνατος οὐκ ἔχει ἐξουσίαν , ἀλλ ' ἔσονται ἱερεῖς τοῦ θεοῦ καὶ
6649269 στεργω
σπερμάτων σωτηρίαν . τῶν δ ' εὐσεβούντων ἐκφορωτέρα πέλοις . στέργω γάρ , ἀνδρὸς φιτυποίμενος δίκην , τὸ τῶν δικαίων
] , πάντοτε ἀγωνιζόμενος ὑπὲρ ὑμῶν ἐν ταῖς προσευχαῖς , ἵνα σταθῆτε τέλειοι καὶ πεπληροφορημένοι ἐν παντὶ θελήματι τοῦ θεοῦ
ἑτέρας ἐστὶ χρείας . Φιλῶ τὸν δεῖνα , ὑπερφιλῶ , στέργω , ὑπερστέργω , ἀγαπῶ , ὑπεραγαπῶ , ἄγαμαι ,
ἐστιν ὁ πλάνος καὶ ὁ ἀντίχριστος . βλέπετε ἑαυτούς , ἵνα μὴ ἀπολέσητε ἃ εἰργάσασθε ἀλλὰ μισθὸν πλήρη ἀπολάβητε .
6643681 σπουδηι
πρὸς Ἡρακλέα λέγων : ἔα , τί χρῆμα ; δέρκομαι σπουδῆι τινα δεῦρ ' ἐγκονοῦντα καὶ μάλ ' εὐτόλμωι φρενί
Ἰησοῦ . Καὶ ταύτῃ τῇ πεποιθήσει ἐβουλόμην πρότερον πρὸς ὑμᾶς ἐλθεῖν , ἵνα δευτέραν χάριν σχῆτε , καὶ δι '
νενομίσθαι , καθ ' ἣν ἡμέραν Ἴων ὁ Ξούθου ἐβοήθησε σπουδῆι πολλῆι πολεμουμένοις Ἀθηναίοις ὑπὸ Εὐμόλπου τοῦ Ποσει - δῶνος
ἐπιθυμίαις ποικίλαις , πάντοτε μανθάνοντα καὶ μηδέποτε εἰς ἐπίγνωσιν ἀληθείας ἐλθεῖν δυνάμενα . ὃν τρόπον δὲ Ἰάννης καὶ Ἰαμβρῆς ἀντέστησαν
6634738 Δρομων
πραότητι : τ [ δεῖ ] ϲυμπονεῖν [ ] ὁ Δρόμων : δε [ τὴν ] μὲν φυλακὴν ὁρῶ γὰρ
, ἐν μέσῳ ἐκκλησίας ὑμνήσω σε : καὶ πάλιν , Ἐγὼ ἔσομαι πεποιθὼς ἐπ ' αὐτῷ : καὶ πάλιν ,
ἀθλία ἔστρεφον . ἤδη δὲ περὶ δείλην ὀψίαν ἧκέ μοι Δρόμων τὸ γραμμάτιον τουτὶ παρ ' αὐτοῦ κομίζων . ἀνάγνωθι
πέμψασιν ἡμᾶς : τί λέγεις περὶ σεαυτοῦ ; ἔφη , Ἐγὼ φωνὴ βοῶντος ἐν τῇ ἐρήμῳ , Εὐθύνατε τὴν ὁδὸν
6615240 σαυτῳ
τοῖς ἔργοις ἂν μάλιστα διάγοις ἀφ ' ὧν δύνασαι πορίσαι σαυτῷ βίον . τοῦ κε κορεσσάμενος : ὅταν , φησίν
ὅσοι δὲ ἔλαβον αὐτόν , ἔδωκεν αὐτοῖς ἐξουσίαν τέκνα θεοῦ γενέσθαι , τοῖς πιστεύουσιν εἰς τὸ ὄνομα αὐτοῦ , οἳ
πολλῶν ὧν εἶχεν ἔχοντος : ᾧ καὶ τῶν σαυτοῦ διδοὺς σαυτῷ τοῦτ ' ἂν ἐποίεις : δεῖ γὰρ ἐν ταῖς
ἔσπευδεν γὰρ εἰ δυνατὸν εἴη αὐτῷ τὴν ἡμέραν τῆς πεντηκοστῆς γενέσθαι εἰς Ἱεροσόλυμα . Ἀπὸ δὲ τῆς Μιλήτου πέμψας εἰς
6613184 δεομαι
δὲ ταῦτα ἀκούσας ἀφῆκεν αὐτήν . κἀγώ , βασιλεῦ , δέομαί σου τῶν ποδῶν , μὴ εἰκῆ με ἀποκτείνῃς :
ψῆφον λευκὴν καὶ ἐπὶ τὴν ψῆφον ὄνομα καινὸν γεγραμμένον ὃ οὐδεὶς οἶδεν εἰ μὴ ὁ λαμβάνων . Καὶ τῷ ἀγγέλῳ
καὶ ἵδρωκα τὰ ἄκρα καὶ ἡ καρδία μου ἀνέστραπται . δέομαί σου , δέξαι με πρὸς σεαυτὴν ἡμέρας ὀλίγας ,
τοῦτον οἴδαμεν πόθεν ἐστίν : ὁ δὲ Χριστὸς ὅταν ἔρχηται οὐδεὶς γινώσκει πόθεν ἐστίν . ἔκραξεν οὖν ἐν τῷ ἱερῷ
6596181 εὐτυχως
καὶ νῦν καθεκάστην ἐπιδιδόντων καὶ πρὸς ἕω καὶ πρὸς δυσμὰς εὐτυχῶς χωρούντων εὐδοκίᾳ Θεοῦ καὶ χάριτι , ὡς ἐκ τῶν
τὸν πατέρα : καὶ τὴν ψυχήν μου τίθημι ὑπὲρ τῶν προβάτων . καὶ ἄλλα πρόβατα ἔχω ἃ οὐκ ἔστιν ἐκ
πόλιν οἰκήσετε ; οἱ δὲ ὦ μακάριοι , μέλλοντες ἀποθνῄσκειν εὐτυχῶς πρὸ τοῦ πειραθῆναι δεσμῶν , πρὸ τοῦ δουλείαν λῃστρικὴν
ὁ μὴ εἰσερχόμενος διὰ τῆς θύρας εἰς τὴν αὐλὴν τῶν προβάτων ἀλλὰ ἀναβαίνων ἀλλαχόθεν ἐκεῖνος κλέπτης ἐστὶν καὶ λῃστής :
6589561 οἰσω
, καὶ ἐν ῥήμασιν ἑτερόκλιτα , ἔσθω ἔφαγον , φέρω οἴσω . Εἰ αἱ σύνθετοι τῶν λέξεων διηνεκὲς ἔχουσι τὸ
' ἢ εἰσὶν ὡς ἄγγελοι τοῦ θεοῦ . Καὶ πάλιν εἶπον : κύριε , ἔστιν ἐν τῷ κόσμῳ ἐκείνῳ γνωρίσαι
οὗ φέρεται ἡ ναῦς . οἴω , τὸ φέρω , οἴσω * * * . . . , : ὀρρωδῶ
τότε ἀνοίσωσιν ἐπὶ τὸ θυσιαστήριόν σου μόσχους . Καὶ πάλιν εἶπον : κύριε , καὶ ἀπὸ τότε τί μέλλει γενέσθαι
6588743 πιστευω
αὐτὸν τῷ μεταλαβεῖν ; Ναί : ἀλλ ' ἐγὼ σοὶ πιστεύω , σὺ ἐμοὶ οὐ πιστεύεις . Πρῶτον μὲν οὐδὲ
Λάβετε , τοῦτό ἐστιν τὸ σῶμά μου . καὶ λαβὼν ποτήριον εὐχαριστήσας ἔδωκεν αὐτοῖς , καὶ ἔπιον ἐξ αὐτοῦ πάντες
οὕτως οὖν καὶ ἐνταῦθα τὸ νομίζω ἀντὶ τοῦ κρίνω καὶ πιστεύω . τὸ δὲ ὑμᾶς πολλὴν ἔμφασιν ἔχει , ὡς
, ὑπὲρ ἡμῶν ἐστιν . Ὃς γὰρ ἂν ποτίσῃ ὑμᾶς ποτήριον ὕδατος ἐν ὀνόματι ὅτι Χριστοῦ ἐστε , ἀμὴν λέγω
6586149 σαυτου
, ἡ Ἀθηνᾶ ἢ ὁ Ζεύς , ἐμέμνησο ἂν καὶ σαυτοῦ καὶ τοῦ τεχνίτου καὶ εἴ τινα αἴσθησιν εἶχες ,
καὶ ἡ γυνὴ ἀπέθανεν . ἡ γυνὴ οὖν ἐν τῇ ἀναστάσει τίνος αὐτῶν γίνεται γυνή ; οἱ γὰρ ἑπτὰ ἔσχον
τοῖς ἔργοις ἐψεύσω , τὴν δ ' ἄλλην ἐπιφάνειαν τῆς σαυτοῦ φύσεως καὶ τὴν τῆς ψυχῆς ἀνδρείαν ἐν τοῖς ἀγῶσι
γραφὰς μηδὲ τὴν δύναμιν τοῦ θεοῦ : ἐν γὰρ τῇ ἀναστάσει οὔτε γαμοῦσιν οὔτε γαμίζονται , ἀλλ ' ὡς ἄγγελοι
6585237 περιμεινον
ὁ ἀπόδημος ὑγιαίνων ι μὴ ἀποδῷς ἄρτι ἃ ὀφείλεις . περίμεινον α * * β ἀπαλλαγήσῃ τῆς φίλης σου ἄρτι
, πρὸς τοὺς ἀρχιερεῖς εἶπεν , Τί θέλετέ μοι δοῦναι κἀγὼ ὑμῖν παραδώσω αὐτόν ; οἱ δὲ ἔστησαν αὐτῷ τριάκοντα
μετὰ ὀλίγον α εὐτυχήσεις ἱλαρῶς β μὴ συναλλάξῃς ἄρτι . περίμεινον γ οὐκ ἀποδημήσεις ταχέως : ἐπέχει γάρ δ προκόψεις
, ἵνα γνῶτε καὶ γινώσκητε ὅτι ἐν ἐμοὶ ὁ πατὴρ κἀγὼ ἐν τῷ πατρί . Ἐζήτουν [ οὖν ] πάλιν
6575745 ἀγαθηι
εἰς ἀγαθόν . εἰσὶν δ ' οἳ βουλῆι τ ' ἀγαθῆι καὶ δαίμονι δειλῶι μοχθίζουσι , τέλος δ ' ἔργμασιν
κόσμου ἐπιζητοῦσιν : ὑμῶν δὲ ὁ πατὴρ οἶδεν ὅτι χρῄζετε τούτων . πλὴν ζητεῖτε τὴν βασιλείαν αὐτοῦ , καὶ ταῦτα
ἡ δὲ τύχη νῦν ἐν εὐόπτωι κοίτηι , τουτέστιν ἐν ἀγαθῆι καταστάσει πρὸς τὸ ἰδεῖν τὰ νῦν γεγονότα καὶ ἑτέρων
προσδαπανήσῃς ἐγὼ ἐν τῷ ἐπανέρχεσθαί με ἀποδώσω σοι . τίς τούτων τῶν τριῶν πλησίον δοκεῖ σοι γεγονέναι τοῦ ἐμπεσόντος εἰς
6571243 μαντευομαι
, διότι παῖς ὢν Ἡρακλέους οὐκ ἀπέκρυψε τὸν πατέρα . μαντεύομαι δὲ καὶ οἷς χρήσεται πρὸς σέ : καλὸς μὲν
ψεύδει , ἵνα κριθῶσιν πάντες οἱ μὴ πιστεύσαντες τῇ ἀληθείᾳ ἀλλὰ εὐδοκήσαντες τῇ ἀδικίᾳ . Ἡμεῖς δὲ ὀφείλομεν εὐχαριστεῖν τῷ
ἐπακούσωμεν αὐτῶν πρῶτον ἃ τῷ καταφρονεῖν ἡμῶν προσπαίζοντας αὐτοὺς λέγειν μαντεύομαι . Ποῖα δή ; Ταῦτα τάχ ' ἂν ἐρεσχηλοῦντες
δόξαν , οὓς καὶ ἐκάλεσεν ἡμᾶς οὐ μόνον ἐξ Ἰουδαίων ἀλλὰ καὶ ἐξ ἐθνῶν ; ὡς καὶ ἐν τῷ Ὡσηὲ
6545680 ἡκω
παράγραφος καὶ ἐπὶ τῶι τέλει κορωνὶς εἰσιόντος τοῦ χοροῦ . ἥκω ] ἦλθον . σεβίζων ] τιμῶν . Κλυταιμήστρα ]
ἔχω περὶ ὑμῶν λαλεῖν καὶ κρίνειν : ἀλλ ' ὁ πέμψας με ἀληθής ἐστιν , κἀγὼ ἃ ἤκουσα παρ '
: Ὅμηρος : ἐπὶ ξυροῦ ἵσταται ἀκμῆς : παρὰ τὸ ἥκω γίνεται ῥηματικὸν ὄνομα ἠκή , ὃ σημαίνει τὴν ὀξύτητα
περὶ ἐμοῦ ὅτι ὁ πατήρ με ἀπέσταλκεν : καὶ ὁ πέμψας με πατὴρ ἐκεῖνος μεμαρτύρηκεν περὶ ἐμοῦ . οὔτε φωνὴν
6533793 ἐδακρυσα
ἔχειν , καὶ πολλὰ ταῦτα τὰ οὐκ ἐμά , καὶ ἐδάκρυσα ὡς δὴ μετακεκινημένου μοι τοῦ βίου καὶ τῆς τέως
τῇ παρουσίᾳ αὐτοῦ . ἐὰν εἰδῆτε ὅτι δίκαιός ἐστιν , γινώσκετε ὅτι καὶ πᾶς ὁ ποιῶν τὴν δικαιοσύνην ἐξ αὐτοῦ
” ] . διὰ τὴν θερμασίαν . ἀπεδάκρυσα : ⌈ ἐδάκρυσα , φησίν , ὅτι παρὰ τὸ ἔθος ἐποίησα ,
ὅτι πολλοὶ ψευδοπροφῆται ἐξεληλύθασιν εἰς τὸν κόσμον . ἐν τούτῳ γινώσκετε τὸ πνεῦμα τοῦ θεοῦ : πᾶν πνεῦμα ὃ ὁμολογεῖ
6531910 σεαυτου
λεχθήσεται δὲ καὶ ἕτερα . ἐρεῖς τι καὶ εἰς τὴν σεαυτοῦ πατρίδα ὡς χρονίως μὲν ἐπανελθὼν ἐπ ' αὐτήν ,
ὁ Ἰησοῦς : νεύει οὖν τούτῳ Σίμων Πέτρος πυθέσθαι τίς ἂν εἴη περὶ οὗ λέγει . ἀναπεσὼν οὖν ἐκεῖνος οὕτως
ἂν γὰρ ἅπαξ χρόνου καὶ διατριβῆς τύχῃς , ῥᾷον κρατήσεις σεαυτοῦ . Θάνατος καὶ φυγὴ καὶ πάντα τὰ δεινὰ φαινόμενα
κύριος τῷ κυρίῳ μου , Κάθου ἐκ δεξιῶν μου ἕως ἂν θῶ τοὺς ἐχθρούς σου ὑποκάτω τῶν ποδῶν σου ;
6501921 σιγησω
, λύπην τῇ ψυχῇ μου φέρω : ἐὰν δὲ μὴ σιγήσω , ἤτοι ἐὰν λαλήσω καὶ εἴπω τὰ λυποῦντά με
ἐν τῇ ἐσχάτῃ ἡμέρᾳ : ὅτι ἐγὼ ἐξ ἐμαυτοῦ οὐκ ἐλάλησα , ἀλλ ' ὁ πέμψας με πατὴρ αὐτός μοι
πρὸς ἑτέρους λέγῃ τὰ λυποῦντα αὐτόν . εἰ δὲ μὴ σιγήσω , ἤτοι ἐὰν λαλήσω καὶ εἴπω τὰ λυποῦντά με
οὐδέν . τί με ἐρωτᾷς ; ἐρώτησον τοὺς ἀκηκοότας τί ἐλάλησα αὐτοῖς : ἴδε οὗτοι οἴδασιν ἃ εἶπον ἐγώ .
6494211 Συ
περὶ τῆς ὁδοῦ ἐπεθύμει δὲ ὥσπερ καὶ ὁ πατήρ . Σὺ δ ' αὐτῷ λέγεις , Νίκην σοι φαίνουσι θεοὶ
κατελήμφθην ὑπὸ Χριστοῦ [ Ἰησοῦ ] . ἀδελφοί , ἐγὼ ἐμαυτὸν οὐ λογίζομαι κατειληφέναι : ἓν δέ , τὰ μὲν
πάσχουσιν , οἱ μὲν ἐπιπηδήσαντες , αἱ δὲ κατανωτισάμεναι ; Σὺ δέ με ἀξιοῖς συγκατακλινῆναι καὶ ταῦτα γυμνήν ; Καίτοιγε
πάντων ὧν ἐγκαλοῦμαι ὑπὸ Ἰουδαίων , βασιλεῦ Ἀγρίππα , ἥγημαι ἐμαυτὸν μακάριον ἐπὶ σοῦ μέλλων σήμερον ἀπολογεῖσθαι , μάλιστα γνώστην
6490178 ἐλεξας
κοσμοῦσα , μὴ οὐ πείσηις σοφούς . Κύπριν δ ' ἔλεξας ἐλθεῖν ἐμῶι ξὺν παιδὶ Μενέλεω δόμους . οὐκ ἂν
λέγει , Ἴδε ὁ ἀμνὸς τοῦ θεοῦ ὁ αἴρων τὴν ἁμαρτίαν τοῦ κόσμου . οὗτός ἐστιν ὑπὲρ οὗ ἐγὼ εἶπον
Οὐδεὶς ἐρεῖ ποθ ' ὡς ὑπόβλητον λόγον , Αἴας , ἔλεξας , ἀλλὰ τῆς σαυτοῦ φρενός . Παῦσαί γε μέντοι
σοι ἄνωθεν : διὰ τοῦτο ὁ παραδούς μέ σοι μείζονα ἁμαρτίαν ἔχει . ἐκ τούτου ὁ Πιλᾶτος ἐζήτει ἀπολῦσαι αὐτόν
6486753 ἀξιω
Καὶ γὰρ ταύτην τὸν ἑαυτῇ πρόσφορον τρόπον τῆς θρησκείας ἐκλέγεσθαι ἀξιῶ , ἄυλον μὲν τὴν ἀύλως συμμιγνυμένην καὶ ταῖς ἀσωμάτοις
ζῶντας καὶ τὰ μέλη ὑμῶν ὅπλα δικαιοσύνης τῷ θεῷ : ἁμαρτία γὰρ ὑμῶν οὐ κυριεύσει , οὐ γάρ ἐστε ὑπὸ
μὲν καὶ αὐτός , ὦ Πρωταγόρα τε καὶ Σώκρατες , ἀξιῶ ὑμᾶς συγχωρεῖν καὶ ἀλλήλοις περὶ τῶν λόγων ἀμφισβητεῖν μέν
οἴδατε ὅτι ἐκεῖνος ἐφανερώθη ἵνα τὰς ἁμαρτίας ἄρῃ , καὶ ἁμαρτία ἐν αὐτῷ οὐκ ἔστιν . πᾶς ὁ ἐν αὐτῷ
6484795 ἐπιθυμω
λόγον ἐρεῖς : ὅτι διὰ τοῦτο τοίνυν καὶ αὐτὸς ἀποθανεῖν ἐπιθυμῶ , ἵνα μὴ ἔργον γένωμαι πατρός : ἐν ᾧ
λόγου καὶ ὀνομάτων καὶ νόμου τοῦ καθ ' ὑμᾶς , ὄψεσθε αὐτοί : κριτὴς ἐγὼ τούτων οὐ βούλομαι εἶναι .
Ἡ ΛΥσις κατὰ συνδρομὴν , ὅτι διὰ τοῦτο μάλιστα θανάτου ἐπιθυμῶ , ὅτι ἀπάτῃ ζημιωθεὶς μετὰ τὴν πεῖραν ἔγνων τὴν
. καὶ λέγει αὐτῷ , Ἀμὴν ἀμὴν λέγω ὑμῖν , ὄψεσθε τὸν οὐρανὸν ἀνεῳγότα καὶ τοὺς ἀγγέλους τοῦ θεοῦ ἀναβαίνοντας
6481662 φιλτατη
τήνδε [ τὴν ] ψυχὴν [ ] ἅπαξ σοί , φιλτάτη τεκοῦσα , παρεθέμην [ ] μολών ? [ :
ἀληθής ἐστιν , κἀγὼ ἃ ἤκουσα παρ ' αὐτοῦ ταῦτα λαλῶ εἰς τὸν κόσμον . οὐκ ἔγνωσαν ὅτι τὸν πατέρα
ὧν ἕνεκα ἤθλουν , καὶ φημὶ πρὸς αὐτήν , Ὦ φιλτάτη , δεῖξόν μοι μαγγανεύουσαν ἢ μεταμορφουμένην τὴν δέσποιναν :
δέξασθέ με , ἵνα κἀγὼ μικρόν τι καυχήσωμαι . ὃ λαλῶ οὐ κατὰ κύριον λαλῶ , ἀλλ ' ὡς ἐν
6480040 ἐμαυτον
μὴ λύσω τῶν κατηγορημένων , οὐχ ὑμᾶς , ἀλλ ' ἐμαυτὸν αἰτιάσομαι . Ἐπειδὴ γὰρ οἱ πρεσβύτεροι ταῖς ἡλικίαις ὑπὲρ
ὀνόματί μου δῷ ὑμῖν . ταῦτα ἐντέλλομαι ὑμῖν , ἵνα ἀγαπᾶτε ἀλλήλους . Εἰ ὁ κόσμος ὑμᾶς μισεῖ , γινώσκετε
ἐκ γῆς . διαφυγὼν δ ' ἐγὼ φόνον καθῆκ ' ἐμαυτὸν εἰς ἅλ ' ἄγκυραν πάρα : ἤδη δὲ κάμνονθ
οἱ πατέρες αὐτῶν . Ἀλλὰ ὑμῖν λέγω τοῖς ἀκούουσιν , ἀγαπᾶτε τοὺς ἐχθροὺς ὑμῶν , καλῶς ποιεῖτε τοῖς μισοῦσιν ὑμᾶς
6474624 ἐμαυτῳ
γὰρ ξυνῆν μὲν ἡλικιώταις ἡδόμενος ἡδομένοις ἐμοί , συνῆν δὲ ἐμαυτῷ , ὁπότε ἡσυχίας ἐπιθυμήσαιμι , διῆγον δ ' ἐν
, εἰπὲ ἡμῖν παρρησίᾳ . ἀπεκρίθη αὐτοῖς ὁ Ἰησοῦς , Εἶπον ὑμῖν καὶ οὐ πιστεύετε : τὰ ἔργα ἃ ἐγὼ
ἑώρων τοὺς μὲν ἄλλους παρασκευαζομένους ὅπως θύσωσι καὶ εὐωχήσωνται , ἐμαυτῷ δὲ οὐ πάνυ ἑορτάσιμα ὄντα . καὶ δὴ προσελθὼν
καταβαίνων ἐκ τοῦ οὐρανοῦ καὶ ζωὴν διδοὺς τῷ κόσμῳ . Εἶπον οὖν πρὸς αὐτόν , Κύριε , πάντοτε δὸς ἡμῖν
6456153 κατασταθησῃ
δ ἕξεις ἐλπίδα πίστεως καλήν ε ἐπιτεύξῃ τῆς ἐπικλήσεως Ϛ κατασταθήσῃ κληρικός ζ οὐ συμφέρει σοι στρατηγῆσαι η ὄψει θάνατον
ἐφ ' ὑμᾶς , ὅτι ἃ παραγγέλλομεν [ καὶ ] ποιεῖτε καὶ ποιήσετε . Ὁ δὲ κύριος κατευθύναι ὑμῶν τὰς
τῆς συκοφαντίας διὰ φίλου α ἐπιτεύξῃ τῆς ἐπικλήσεως β οὐ κατασταθήσῃ κληρικός γ στρατηγήσεις καὶ κινδυνεύσεις δ οὐχ ἕξεις θάνατον
ὄχλον , κράζοντες καὶ λέγοντες , Ἄνδρες , τί ταῦτα ποιεῖτε ; καὶ ἡμεῖς ὁμοιοπαθεῖς ἐσμεν ὑμῖν ἄνθρωποι , εὐαγγελιζόμενοι
6452635 κατεγνωκας
: ἀλλὰ θαρρῶν συμβούλευε ὅ τι ἔχεις ἀγαθόν : ἢ κατέγνωκας ἡμῶν , ὦ Σώκρατες , ἱκανῶς πλουτεῖν καὶ οὐδὲν
με , καὶ καθὼς εἶπον τοῖς Ἰουδαίοις ὅτι Ὅπου ἐγὼ ὑπάγω ὑμεῖς οὐ δύνασθε ἐλθεῖν , καὶ ὑμῖν λέγω ἄρτι
καὶ τοσαύτην , ἄνθρωπε , μετὰ τοὺς πόνους Ἀθηναίων ἀμαθίαν κατέγνωκας , ἵνα τολμήσας οὕτως ἀνήκεστα πείσῃς εἰς εὐεργεσίαν μεταβληθῆναι
ὑπάγω : ὑμεῖς δὲ οὐκ οἴδατε πόθεν ἔρχομαι ἢ ποῦ ὑπάγω . ὑμεῖς κατὰ τὴν σάρκα κρίνετε , ἐγὼ οὐ
6452295 παρειμι
εἰ δ ' ἐγὼ [ ] ι τι προσέχεσθεμ [ πάρειμι τοῦτον πά [ ] α [ ! ] ἐγώ
, τὴν εἴσοδον ἡμῶν τὴν πρὸς ὑμᾶς ὅτι οὐ κενὴ γέγονεν , ἀλλὰ προπαθόντες καὶ ὑβρισθέντες καθὼς οἴδατε ἐν Φιλίπποις
οὐδ ' ἀνάγκῃ πρὸς σὲ παρεγενόμην , ἀλλ ' αὐθαίρετος πάρειμι . ἀνάσχου δέ μου μικρὸν ἀκοῦσαι . ἀνήρ τις
Ἀδὰμ οὐκ ἠπατήθη , ἡ δὲ γυνὴ ἐξαπατηθεῖσα ἐν παραβάσει γέγονεν . σωθήσεται δὲ διὰ τῆς τεκνογονίας , ἐὰν μείνωσιν
6450006 στρατηγησεις
ἐπιτεύξῃ τῆς ἐπικλήσεως ταχέως θ κατασταθήσῃ κληρικὸς βραδέως ι οὐ στρατηγήσεις ποτέ . μὴ ἔλπιζε α ἐκτρώσει καὶ κινδυνεύσει β
ὅτι αἷμα ἁγίων καὶ προφητῶν ἐξέχεαν , καὶ αἷμα αὐτοῖς δέδωκας πιεῖν : ἄξιοί εἰσιν . καὶ ἤκουσα τοῦ θυσιαστηρίου
ἡγεό - μενος τῆς Ἑλλάδος οὐ προφαίνεις , ὡς δὲ στρατηγήσεις αὐτῆς γλίχεαι . Ὅσον μέν νυν παντὸς τοῦ Ἑλλήνων
καθὼς ἔδωκας αὐτῷ ἐξουσίαν πάσης σαρκός , ἵνα πᾶν ὃ δέδωκας αὐτῷ δώσῃ αὐτοῖς ζωὴν αἰώνιον . αὕτη δέ ἐστιν
6448124 ἀφιημι
, εὐτυχὴς δ ' ἴσως ” . Γ λείπω ] ἀφίημι . Γ Ἑλλάνιε Ζεῦ : Ἑλλάνιος Ζεὺς ἀπὸ τοῦ
ἐσθίει ὁ διδάσκαλος ὑμῶν ; ὁ δὲ ἀκούσας εἶπεν , Οὐ χρείαν ἔχουσιν οἱ ἰσχύοντες ἰατροῦ ἀλλ ' οἱ κακῶς
διασύρειν τὸ τῆς ἀριστείας κατόρθωμα , σιωπῶ τὰ λοιπὰ , ἀφίημι τοῦτον μόνον ὡς ἀληθῶς τῆς ἐλευθερίας προστάτην : τί
; καὶ ἀκούσας ὁ Ἰησοῦς λέγει αὐτοῖς [ ὅτι ] Οὐ χρείαν ἔχουσιν οἱ ἰσχύοντες ἰατροῦ ἀλλ ' οἱ κακῶς
6424568 δυνησῃ
' ἀποψήσει Γ : διὰ ποίου μέρους τὸν πρωκτὸν ἀπομάξασθαι δυνήσῃ ; Γ διὰ τῆς θαλαμιᾶς Γ : διὰ τῆς
αἰῶνα . Παιδία , ἐσχάτη ὥρα ἐστίν , καὶ καθὼς ἠκούσατε ὅτι ἀντίχριστος ἔρχεται , καὶ νῦν ἀντίχριστοι πολλοὶ γεγόνασιν
φιλόσοφος οὐκ ἔστιν . μεγάλην σοφίαν νόμιζε δι ' ἧς δυνήσῃ φέρειν ἀγνοούντων ἀπαιδευσίαν . αἰσχρὸν ἡγοῦ λόγον ἔχων διὰ
κυρίου . ἰδοὺ μακαρίζομεν τοὺς ὑπομείναντας : τὴν ὑπομονὴν Ἰὼβ ἠκούσατε , καὶ τὸ τέλος κυρίου εἴδετε , ὅτι πολύσπλαγχνός
6421632 ἀγαμαι
, ἔφη , ὦ Σώκρατες , ἄλλα τέ σου πολλὰ ἄγαμαι καὶ ὅτι νῦν ἅμα χαριζόμενος Καλλίᾳ καὶ παιδεύεις αὐτὸν
, καθὼς σὺ ἐν ἀληθείᾳ περιπατεῖς . μειζοτέραν τούτων οὐκ ἔχω χαράν , ἵνα ἀκούω τὰ ἐμὰ τέκνα ἐν τῇ
ἀλείφεσθαι τὸ σῶμά μοι πρίω μύρον ἴρινον καὶ ῥόδινον , ἄγαμαι Ξανθία καὶ τοῖς ποσὶν χωρὶς πρίω μοι βάκχαριν .
ὅτι λέγεις ὅτι Πλούσιός εἰμι καὶ πεπλούτηκα καὶ οὐδὲν χρείαν ἔχω , καὶ οὐκ οἶδας ὅτι σὺ εἶ ὁ ταλαίπωρος
6419740 ἐξεστ
σύ : πῶς γάρ ; ᾗ γε μηδὲ πρὸς θεοὺς ἔξεστ ' ἀκλαύτῳ τῆσδ ' ἀποστῆναι στέγης : ἄλλ '
ἐν μέσῳ ὑμῶν , ὡς ἐὰν τροφὸς θάλπῃ τὰ ἑαυτῆς τέκνα : οὕτως ὁμειρόμενοι ὑμῶν εὐδοκοῦμεν μεταδοῦναι ὑμῖν οὐ μόνον
† ἀπωλόμην παλίμπους τύχη ἐν γῆς φίλης ὄχθοισι κρυφθῆναι καλόν ἔξεστ ' ἐρωτᾶν πότνιά ς ' ἢ σιγὴν ἔχω ;
ἐμέ : πλὴν ἐφ ' ἑαυτὰς κλαίετε καὶ ἐπὶ τὰ τέκνα ὑμῶν , ὅτι ἰδοὺ ἔρχονται ἡμέραι ἐν αἷς ἐροῦσιν
6417354 σεαυτῳ
τοῦ τοιοῦδε πέρι ; Τίνος δή ; Τοῦ ὑπολαμβάνειν παρὰ σεαυτῷ τὸν μὲν ἀμείνω ἄνδρα , τὸν δὲ χείρω :
ἀποκριθεὶς ὁ Ἰησοῦς εἶπεν αὐτοῖς , Πορευθέντες ἀπαγγείλατε Ἰωάννῃ ἃ ἀκούετε καὶ βλέπετε : τυφλοὶ ἀναβλέπουσιν καὶ χωλοὶ περιπατοῦσιν ,
Ὁ δὲ [ ἕτερος ] ἀπεφήνατο : Καθὼς οὐ βούλει σεαυτῷ τὰ κακὰ παρεῖναι , μέτοχος δὲ τῶν ἀγαθῶν ὑπάρχειν
ἐξ αὐτῶν , Δαιμόνιον ἔχει καὶ μαίνεται : τί αὐτοῦ ἀκούετε ; ἄλλοι ἔλεγον , Ταῦτα τὰ ῥήματα οὐκ ἔστιν
6415104 προσγραφησεται
ἄρτι ὃ ἐνθυμῇ θ πωλήσεις πλὴν ἐπὶ βλάβῃ ι οὐ προσγραφήσεται τὰ σά . μὴ φοβοῦ α ἀλάθητος ἔσται σου
καὶ τὴν φωνὴν αὐτοῦ ἀκούεις , ἀλλ ' οὐκ οἶδας πόθεν ἔρχεται καὶ ποῦ ὑπάγει : οὕτως ἐστὶν πᾶς ὁ
ὁ ἀπόδημος πα εἰ κερδανῶ ἀπὸ τοῦ πράγματος πβ εἰ προσγραφήσεται τὰ ἐμά πγ εἰ εὑρήσω πωλῆσαι πδ εἰ δυνήσομαι
καὶ αἱ ἀδελφαὶ αὐτοῦ οὐχὶ πᾶσαι πρὸς ἡμᾶς εἰσιν ; πόθεν οὖν τούτῳ ταῦτα πάντα ; καὶ ἐσκανδαλίζοντο ἐν αὐτῷ
6414730 αἰσθανομαι
θέλειν ἰέναι αὐτοῖς ἀνταγωνιουμένους : οὕς , ἔφη , ἐγὼ αἰσθάνομαι ἀρξάμενος ἀπὸ τῶν ἡμετέρων φίλων τούτων ἡγουμένους δεῖν τὸν
' οὔτε αἰθίοψ ἢ διάφορα πρόσωπα : ἀλλὰ πάντες ἀναστήσονται μιᾶς εἰδέας καὶ μιᾶς ἡλικίας : πᾶσα φύσις ἀνθρωπίνη ἀσώματοι
ὄψεαι πίτνοντα . ἰὼ ἰώ : τί κεκίνηται , τίνος αἰσθάνομαι θείου ; κοῦραι , λεύσσετ ' ἀθρήσατε : δαίμων
ἔργου ἐπιθυμεῖ . δεῖ οὖν τὸν ἐπίσκοπον ἀνεπίλημπτον εἶναι , μιᾶς γυναικὸς ἄνδρα , νηφάλιον , σώφρονα , κόσμιον ,
6411173 ἀγαπω
πάντα ὁμοίῳ σοι . Ἀλλ ' ἐγὼ τὰ χαμόθεν οὐκ ἀγαπῶ , ἀλλὰ τὸν ἄνωθεν ἐπιζητῶ χαρακτῆρα , κἀκεῖθεν ἐσπούδακα
σεαυτοῦ μαρτυρεῖς : ἡ μαρτυρία σου οὐκ ἔστιν ἀληθής . ἀπεκρίθη Ἰησοῦς καὶ εἶπεν αὐτοῖς , Κἂν ἐγὼ μαρτυρῶ περὶ
Φιλῶ τὸν δεῖνα , ὑπερφιλῶ , στέργω , ὑπερστέργω , ἀγαπῶ , ὑπεραγαπῶ , ἄγαμαι , οἰκείως ἔχω πρὸς αὐτόν
δεδουλεύκαμεν πώποτε : πῶς σὺ λέγεις ὅτι Ἐλεύθεροι γενήσεσθε ; ἀπεκρίθη αὐτοῖς ὁ Ἰησοῦς , Ἀμὴν ἀμὴν λέγω ὑμῖν ὅτι
6409237 παυσομαι
τὸν Δία ἐκλῦσαι ] ἐλευθερῶσαι οὐδαμῆ ] οὐδαμῶς λήξω ] παύσομαι ποτέ ] ἐπαινῶν προθυμίας ] τῆς ὑπὲρ ἐμοῦ ἐλλείπεις
τις ὑμᾶς καταδουλοῖ , εἴ τις κατεσθίει , εἴ τις λαμβάνει , εἴ τις ἐπαίρεται , εἴ τις εἰς πρόσωπον
τῆς ἐκείνου φύσεως δεῖγμα γεγενῆσθαι , τοῦτο οὐ πρὶν εἰπεῖν παύσομαι . Φιλοσοφίαν τοίνυν , ὦ βασιλεῦ , ἅπαντες μὲν
ἐμά ἐστιν : διὰ τοῦτο εἶπον ὅτι ἐκ τοῦ ἐμοῦ λαμβάνει καὶ ἀναγγελεῖ ὑμῖν . Μικρὸν καὶ οὐκέτι θεωρεῖτέ με
6403504 γαμησεις
γ λήψῃ ὀψώνιον καλὸν νῦν δ ἀπολήψῃ τὴν παρακαταθήκην ε γαμήσεις τὴν φίλην , νῦν δὲ οὔ Ϛ θὲς παραβόλιον
διακονίαν τῆς καταλλαγῆς , ὡς ὅτι θεὸς ἦν ἐν Χριστῷ κόσμον καταλλάσσων ἑαυτῷ , μὴ λογιζόμενος αὐτοῖς τὰ παραπτώματα αὐτῶν
: διαβληθήσῃ γάρ α οὐκ ἀπολήψῃ τὴν παρακαταθήκην β οὐ γαμήσεις τὴν φίλην : πεπόρνευκε γάρ γ μὴ θῇς παραβόλιον
ὅτι Οὗτός ἐστιν ἀληθῶς ὁ προφήτης ὁ ἐρχόμενος εἰς τὸν κόσμον . Ἰησοῦς οὖν γνοὺς ὅτι μέλλουσιν ἔρχεσθαι καὶ ἁρπάζειν
6402624 μετανοησεις
Ϛ οὐ κοινωνεῖς ἄρτι τῷ πράγματι ζ ἐὰν στρατεύσῃ , μετανοήσεις η μετὰ φόβου ἐρώτησον καὶ ἀκούεις ἀλήθειαν θ ἐὰν
αὐτοῦ ἁμαρτάνοντα ἁμαρτίαν μὴ πρὸς θάνατον , αἰτήσει , καὶ δώσει αὐτῷ ζωήν , τοῖς ἁμαρτάνουσιν μὴ πρὸς θάνατον .
ἀπολαύσεις τῆς ἡδονῆς , καὶ καθ ' ὃν ἀπολαύσας ὕστερον μετανοήσεις καὶ αὐτὸς σεαυτῷ λοιδορήσῃ : καὶ τούτοις ἀντίθες ὅπως
ἔχων λιβανωτὸν χρυσοῦν , καὶ ἐδόθη αὐτῷ θυμιάματα πολλὰ ἵνα δώσει ταῖς προσευχαῖς τῶν ἁγίων πάντων ἐπὶ τὸ θυσιαστήριον τὸ
6398519 οἰομαι
υἱῷ γὰρ ἀγαπητῷ τι πράττων πρὸς χάριν ἔρανον ἐμαυτῷ τοῦτον οἴομαι φέρειν . ὅστις δ ' ἐρυθριᾷ τηλικοῦτος ὢν ἔτι
μου τετήρηκα καὶ μένω αὐτοῦ ἐν τῇ ἀγάπῃ . Ταῦτα λελάληκα ὑμῖν ἵνα ἡ χαρὰ ἡ ἐμὴ ἐν ὑμῖν ᾖ
καὶ εἰ μή τι αὐτῶν ἀληθές ἐστιν , ὥσπερ οὐκ οἴομαι , οὐ πρὸς τὰς ὑμετέρας ἀγγελίας καταπλαγεῖσα καὶ ἑλομένη
τῆς διδαχῆς αὐτοῦ . ἀπεκρίθη αὐτῷ Ἰησοῦς , Ἐγὼ παρρησίᾳ λελάληκα τῷ κόσμῳ : ἐγὼ πάντοτε ἐδίδαξα ἐν συναγωγῇ καὶ
6394926 παρεξω
ἀναβλέψω , εἰ δὲ ἐπιμείνω τῇ ἀρρωστίᾳ , ἵνα μηδὲν παρέξω αὐτῷ . νῦν οὖν αὐτὸς φάσκει , ὅτι ἐθεραπεύθην
ἐμοῦ , καὶ οἶδα ὅτι ἀληθής ἐστιν ἡ μαρτυρία ἣν μαρτυρεῖ περὶ ἐμοῦ . ὑμεῖς ἀπεστάλκατε πρὸς Ἰωάννην , καὶ
θαυμάσομαι , θρύψω καὶ θρύψομαι , ἀκούσω καὶ ἀκούσομαι , παρέξω καὶ παρασχήσομαι , ὡς παρ ' Ἀριστείδῃ , ἑνὸς
ἀληθής ἐστιν . ἐγώ εἰμι ὁ μαρτυρῶν περὶ ἐμαυτοῦ καὶ μαρτυρεῖ περὶ ἐμοῦ ὁ πέμψας με πατήρ . ἔλεγον οὖν
6382877 κερδανεις
η οὐ προσγραφήσεται ἄρτι τὰ σά . μὴ ἀγωνία θ κερδανεῖς ἀπὸ τοῦ πράγματος ὀλίγον ι ζῇ ὁ ἀπόδημος καὶ
εἰ ἐγὼ χάριτι μετέχω , τί βλασφημοῦμαι ὑπὲρ οὗ ἐγὼ εὐχαριστῶ ; εἴτε οὖν ἐσθίετε εἴτε πίνετε εἴτε τι ποιεῖτε
ἀποκατασταθήσῃ εἰς τὸν τόπον σου ταχέως ζ συναλλάξεις ἑτέρῳ καὶ κερδανεῖς πολύ η οὐχ ἕξεις ὠφέλειαν ἀπὸ τοῦ φίλου σου
οὐκ ἐσμὲν ἄξιοι . Καὶ τότε λέγει ἡ ψυχή : εὐχαριστῶ σοι , Κύριε , ὅτι αὐτῶν τῶν βασάνων ἀλλότριός
6382075 ἱκετευω
κεν κεχολώσεται ὅν κεν ἵκωμαι , ” ἐπὶ δὲ τοῦ ἱκετεύω “ μή μιν ἐγὼ μὲν ἵκωμαι ἰών , ὁ
καὶ μετανόησον . ἐὰν οὖν μὴ γρηγορήσῃς , ἥξω ὡς κλέπτης , καὶ οὐ μὴ γνῷς ποίαν ὥραν ἥξω ἐπὶ
δοῦσι τίνα λόγον ἐρῶ , Λάχης ; γενοῦ γάρ , ἱκετεύω [ ς ' ] ἐγώ ? ? οἴμοι ,
γράφεσθαι , αὐτοὶ γὰρ ἀκριβῶς οἴδατε ὅτι ἡμέρα κυρίου ὡς κλέπτης ἐν νυκτὶ οὕτως ἔρχεται . ὅταν λέγωσιν , Εἰρήνη
6377802 εὑρηκα
' ἔδει : νῦν δ ' οὐκ ἔχεις : κενὸν εὕρηκα τὸ φάρμακον πρὸς τὸ κενόν : οἰήθητι δ '
εὐάρεστον τῷ θεῷ . ὁ δὲ θεός μου πληρώσει πᾶσαν χρείαν ὑμῶν κατὰ τὸ πλοῦτος αὐτοῦ ἐν δόξῃ ἐν Χριστῷ
ἄλλα τὰ ὁμο - γενῆ τούτοις ἁπλῶς ὑπὸ οὐδενὸς νενοημένα εὕρηκα . πάντα δὲ τὰ λεχθέντα , ὅσοις οὐκ ἐντέτευχα
. ὁ δὲ [ Ἰησοῦς ] εἶπεν αὐτοῖς , Οὐ χρείαν ἔχουσιν ἀπελθεῖν : δότε αὐτοῖς ὑμεῖς φαγεῖν . οἱ
6374595 ἐμαυτου
μάλα : ἐγὼ δὲ τὸν ἐπιχώριον ὀμοῦμαί σοι ἐν τῷ ἐμαυτοῦ λόγῳ . Ἴστω τοίνυν ὁ Ζεὺς ὁ Φίλιος ,
κόσμον ἀλλ ' ἵνα σώσω τὸν κόσμον . ὁ ἀθετῶν ἐμὲ καὶ μὴ λαμβάνων τὰ ῥήματά μου ἔχει τὸν κρίνοντα
τῆς ἐκείνων σοφίας ᾤμην προσήκειν ἐμοί , μέμνημαί τε τῶν ἐμαυτοῦ διδασκάλων καὶ περίειμι διδάσκων , ἃ ἐκείνων ἤκουσα ,
ὁ Πέτρος εἶπεν αὐτῷ , Κύριε , ποσάκις ἁμαρτήσει εἰς ἐμὲ ὁ ἀδελφός μου καὶ ἀφήσω αὐτῷ ; ἕως ἑπτάκις
6369418 πεποιησαι
πεπλημμέληται , τίνος ἕνεκεν κατ ' ἐμοῦ τὴν τοιαύτην εἰςαγγελίαν πεποίησαι ; ἐδυσχέραινον , ὁμολογῶ , τὸν υἱὸν ἀκούων παρ
οὖν ἐπιχορηγῶν ὑμῖν τὸ πνεῦμα καὶ ἐνεργῶν δυνάμεις ἐν ὑμῖν ἐξ ἔργων νόμου ἢ ἐξ ἀκοῆς πίστεως ; καθὼς Ἀβραὰμ
τὸ ψυχικὸν τουτὶ πνεῦμα τὸν ἅπαντά σου τείνειν σκοπὸν προὔργου πεποίησαι , οὕτω μηδὲ τῶν ἄλλων σε καρραθυμεῖν θέμις .
αὐτοὺς τοῦτο θέλοντας , ὅτι οὐρανοὶ ἦσαν ἔκπαλαι καὶ γῆ ἐξ ὕδατος καὶ δι ' ὕδατος συνεστῶσα τῷ τοῦ θεοῦ
6368477 πορευσομαι
δυσανασχετοῦσα λατρείαν φύγω . δός μοι τὴν προῖκά μου καὶ πορεύσομαι „ . πρὸς ταῦτα τοῦ Ξάνθου μεμψαμένου τὸν Αἴσωπον
μαθητοῦ , ἀμὴν λέγω ὑμῖν , οὐ μὴ ἀπολέσῃ τὸν μισθὸν αὐτοῦ . Καὶ ἐγένετο ὅτε ἐτέλεσεν ὁ Ἰησοῦς διατάσσων
] δόξης . πρότερον . δόμων ] τῶν . ἤγουν πορεύσομαι . ἤγουν τοῦ Ξέρξου . τῷ Δαρείῳ . καὶ
ἀδίκους . ἐὰν γὰρ ἀγαπήσητε τοὺς ἀγαπῶντας ὑμᾶς , τίνα μισθὸν ἔχετε ; οὐχὶ καὶ οἱ τελῶναι τὸ αὐτὸ ποιοῦσιν
6368021 φρονω
τεύξῃ τάχα . Φῂς τάδ ' οὖν ; Ἃ μὴ φρονῶ γὰρ οὐ φιλῶ λέγειν μάτην . Ἄπαγέ νύν μ
γὰρ Οὐ μοιχεύσεις , Οὐ φονεύσεις , Οὐ κλέψεις , Οὐκ ἐπιθυμήσεις , καὶ εἴ τις ἑτέρα ἐντολή , ἐν
ταῖς ἐλπίσι : ἄλλως : τὰ δὲ ἄλλα , ἃ φρονῶ , ἀρκέσει τοῖς ἔνδον διηγήσασθαι φίλοις , ὁποῖά ἐστι
αὐτὴν ἐγάμησεν : ἔλεγεν γὰρ ὁ Ἰωάννης τῷ Ἡρῴδῃ ὅτι Οὐκ ἔξεστίν σοι ἔχειν τὴν γυναῖκα τοῦ ἀδελφοῦ σου .
6364488 μακαριε
. Πῶς γὰρ οὔ ; Οὐδέποτ ' ἄρα , ὦ μακάριε Θρασύμαχε , λυσιτελέστερον ἀδικία δικαιοσύνης . Ταῦτα δή σοι
ὧν δέδωκάς μοι , ὅτι σοί εἰσιν , καὶ τὰ ἐμὰ πάντα σά ἐστιν καὶ τὰ σὰ ἐμά , καὶ
, ἐπεὶ δοκεῖ γέ σοι ὡς ἐγὼ λέγω . Ὦ μακάριε , ῥητορικῶς γάρ με ἐπιχειρεῖς ἐλέγχειν , ὥσπερ οἱ
Ἐγώ εἰμι ὁ ποιμὴν ὁ καλός , καὶ γινώσκω τὰ ἐμὰ καὶ γινώσκουσί με τὰ ἐμά , καθὼς γινώσκει με
6364112 ἠμελησας
Ἄνανδρε καὶ δειλέ , πόσον ἐβράδυνας ἐρῶν χρόνον ; πόσον ἠμέλησας ; ἀπὸ τῶν ἐμαυτῆς κακῶν ἃ πέπονθας οἶδα .
ἀποκριθήσεται αὐτοῖς λέγων , Ἀμὴν λέγω ὑμῖν , ἐφ ' ὅσον οὐκ ἐποιήσατε ἑνὶ τούτων τῶν ἐλαχίστων , οὐδὲ ἐμοὶ
δόντος παραδείγματα καθ ' ἃ δέοι ἀποκρίνεσθαι , τούτου μὲν ἠμέλησας , λέγεις δέ μοι ὅτι ἀρετή ἐστιν οἷόν τ
λαλῶ , ὅτι ὁ νόμος κυριεύει τοῦ ἀνθρώπου ἐφ ' ὅσον χρόνον ζῇ ; ἡ γὰρ ὕπανδρος γυνὴ τῷ ζῶντι
6362747 ἐγωγε
δὴ ταῦτ ' ἐστιν ; ἔφη ἐκείνη . Οἶμαι μὲν ἔγωγε , ἔφην , οὐ τὰ ἐλαχίστου ἄξια , εἰ
ἠκούσατε : τί πάλιν θέλετε ἀκούειν ; μὴ καὶ ὑμεῖς θέλετε αὐτοῦ μαθηταὶ γενέσθαι ; καὶ ἐλοιδόρησαν αὐτὸν καὶ εἶπον
“ καὶ πάλιν : ” διαμεμήρικας τὸν ἐρώμενον ; οὐκ ἔγωγε . πότερον οὐκ ἐπεθύμησας αὐτὸν διαμηρίσαι ; καὶ μάλα
οἵους θέλω εὕρω ὑμᾶς , κἀγὼ εὑρεθῶ ὑμῖν οἷον οὐ θέλετε , μή πως ἔρις , ζῆλος , θυμοί ,
6354037 ἀφῃρησαι
ἀμείβεσθαι ; πόσων δι ' ἑνὸς ῥήματος ἀμοιβῶν τὴν πόλιν ἀφῄρησαι , ὑπὲρ τροφῶν , ὑπὲρ μυστηρίων , ὑπὲρ τῆς
ἀνδρὸς μοιχαλὶς χρηματίσει ἐὰν γένηται ἀνδρὶ ἑτέρῳ : ἐὰν δὲ ἀποθάνῃ ὁ ἀνήρ , ἐλευθέρα ἐστὶν ἀπὸ τοῦ νόμου ,
τὸν νόμον εἰς τοὺς νόμους καὶ μὴ θεῖναι , πᾶσαν ἀφῄρησαι σαυτοῦ τὴν συγγνώμην : τοῖς γὰρ ἄκουσιν ἁμαρτοῦσι μέτεστι
ἐὰν μὴ ὁ κόκκος τοῦ σίτου πεσὼν εἰς τὴν γῆν ἀποθάνῃ , αὐτὸς μόνος μένει : ἐὰν δὲ ἀποθάνῃ ,
6349285 ἐλεειν
ἐμὴν συμφοράν , ἣν οὐκ ἀπεικὸς εἶναι καὶ τοὺς ἐχθροὺς ἐλεεῖν ὑπελάμβανον , ἔπειτα δὲ εἰς τὸ τοῦ προσώπου σου
, ἀλλὰ ἀφορμὴν διδόντες ὑμῖν καυχήματος ὑπὲρ ἡμῶν , ἵνα ἔχητε πρὸς τοὺς ἐν προσώπῳ καυχωμένους καὶ μὴ ἐν καρδίᾳ
: τίς γὰρ μεθ ' ἡμᾶς ὑποδέξεται ξένον , τίς ἐλεεῖν δυστυχοῦντας ἀνέξεται , πρόδηλον ἔχων ἐκ τῆς εὐσεβείας τὸν
ἐμοῦ : καὶ οὐ θέλετε ἐλθεῖν πρός με ἵνα ζωὴν ἔχητε . Δόξαν παρὰ ἀνθρώπων οὐ λαμβάνω , ἀλλὰ ἔγνωκα
6336606 προσδοκω
ἡμῶν ἀκούσωσι κἀγὼ δύνωμαι ἀπομνημονεῦσαι ἅ σοι σύνοιδα , πάνυ προσδοκῶ ἐπιδείξειν τοῖς δικασταῖς τῆς μὲν σωτηρίας τῇ πόλει τοὺς
Κηφᾷ ἔμπροσθεν πάντων , Εἰ σὺ Ἰουδαῖος ὑπάρχων ἐθνικῶς καὶ οὐχὶ Ἰουδαϊκῶς ζῇς , πῶς τὰ ἔθνη ἀναγκάζεις Ἰουδαΐζειν ;
ἀσπίδος . καὶ ἡ ὁρμή . οἴομαι : νομίζω . προσδοκῶ . πέπεισμαι . ὀλοόν : ὀλέθριον . δεινόν .
ἐφείσατο , ἀλλὰ ὑπὲρ ἡμῶν πάντων παρέδωκεν αὐτόν , πῶς οὐχὶ καὶ σὺν αὐτῷ τὰ πάντα ἡμῖν χαρίσεται ; τίς
6333156 ἀπορω
ἐπεχείρουν μιμεῖσθαι , ἅτε ἐπιθυμῶν αὐτῆς . Πῶς γὰρ οὐκ ἀπορῶ , ἔφη , καὶ ἐγὼ καὶ οἱ ἄλλοι ἅπαντες
ἐξ ἀνθρώπων ; οἱ δὲ συνελογίσαντο πρὸς ἑαυτοὺς λέγοντες ὅτι Ἐὰν εἴπωμεν , Ἐξ οὐρανοῦ , ἐρεῖ , Διὰ τί
, προῄρησαι λέγειν ; Πάνυ γε : νῦν μέντοι σχεδὸν ἀπορῶ , καὶ δέομαί γε , ὦ Σώκρατες , αὐτόν
φῶς ἐστιν καὶ σκοτία ἐν αὐτῷ οὐκ ἔστιν οὐδεμία . Ἐὰν εἴπωμεν ὅτι κοινωνίαν ἔχομεν μετ ' αὐτοῦ καὶ ἐν
6319852 δεσποτα
, ἀφύην , ἑψητόν . Ναστὸς τὸ μέγεθος τηλικοῦτος , δέσποτα , λευκός : τὸ πάχος γὰρ ὑπερέκυπτε τοῦ κανοῦ
, ἐκέλευσεν ὁ χιλίαρχος εἰσάγεσθαι αὐτὸν εἰς τὴν παρεμβολήν , εἴπας μάστιξιν ἀνετάζεσθαι αὐτὸν ἵνα ἐπιγνῷ δι ' ἣν αἰτίαν
. Ἡράκλεις καὶ κέντρ ' ἔχουσιν . οὐχ ὁρᾶις ὦ δέσποτα ; οἷς γ ' ἀπώλεσαν Φίλιππον ἐν δίκηι τὸν
: οὐδενὸς γὰρ ὑμῶν θρὶξ ἀπὸ τῆς κεφαλῆς ἀπολεῖται . εἴπας δὲ ταῦτα καὶ λαβὼν ἄρτον εὐχαρίστησεν τῷ θεῷ ἐνώπιον
6311523 πασχω
ὁρᾷ οὐδὲ μετέρχεται αὐτῶν τὰς ἀσεβείας καὶ ἀσυνεσίας : † πάσχω δηλονότι : μοῦσαν οὐράνιόν φησι τὴν μεγάλην καὶ περίβλεπτον
ὅτι ἐμὲ πρῶτον ὑμῶν μεμίσηκεν . εἰ ἐκ τοῦ κόσμου ἦτε , ὁ κόσμος ἂν τὸ ἴδιον ἐφίλει : ὅτι
' : ὦ τάλαιν ' ἐμὴ πατρίς , ὡς δεινὰ πάσχω . τί δέ με καὶ τεκεῖν ἐχρῆν ἄχθος τ
ἢ ὑπακοῆς εἰς δικαιοσύνην ; χάρις δὲ τῷ θεῷ ὅτι ἦτε δοῦλοι τῆς ἁμαρτίας ὑπηκούσατε δὲ ἐκ καρδίας εἰς ὃν
6306114 θεουϲ
! ] ϲη ? ? ! ! [ νὴ τοὺϲ θεοὺϲ [ ! ! ! εινλλ ! ! ! !
ἡμεῖς οὐκ ἠδυνήθημεν ἐκβαλεῖν αὐτό ; καὶ εἶπεν αὐτοῖς , Τοῦτο τὸ γένος ἐν οὐδενὶ δύναται ἐξελθεῖν εἰ μὴ ἐν
[ ὅδ ' ἀπολεϲα [ φιλωτι ϲυν [ νὴ τοὺϲ θεοὺϲ [ οὐ γὰρ λέγων [ οἷϲ ἂν μαθον [
τοῦ χοϊκοῦ , φορέσομεν καὶ τὴν εἰκόνα τοῦ ἐπουρανίου . Τοῦτο δέ φημι , ἀδελφοί , ὅτι σὰρξ καὶ αἷμα
6302797 κἀμε
νικήσαντα δέ , εἰ μὲν ἐχθρὸς εἶ τῆς πατρίδος , κἀμὲ ἡγεῖσθαι πολέμιον , ἃ ἔδοξα συνοίσειν αὐτῇ , βουληθέντα
οἴδαμεν ὅτι Μωϋσεῖ λελάληκεν ὁ θεός , τοῦτον δὲ οὐκ οἴδαμεν πόθεν ἐστίν . ἀπεκρίθη ὁ ἄνθρωπος καὶ εἶπεν αὐτοῖς
Παναίτιος : ὅς ῥ ' ἐτέλεσσε καὶ ψυχὴν θνητήν , κἀμὲ νόθον † τελέσαι . Θεωρίαν ἀπάξειν . θεωρίαν ἀπάξειν
καὶ ὅτι τυφλὸς ἐγεννήθη : πῶς δὲ νῦν βλέπει οὐκ οἴδαμεν , ἢ τίς ἤνοιξεν αὐτοῦ τοὺς ὀφθαλμοὺς ἡμεῖς οὐκ
6294593 ἐοικας
ὑπ ' ἀνθρώπων ἀπιστοῦμαι χρηστότητος . Θαυμάζειν διὰ τῆς ἐπιστολῆς ἔοικας τὴν παρὰ πολύ μου μεταβολὴν τοῦ βίου , ὅτι
. Καὶ διεφημίσθη ὁ λόγος οὗτος παρὰ Ἰουδαίοις μέχρι τῆς σήμερον [ ἡμέρας ] . Οἱ δὲ ἕνδεκα μαθηταὶ ἐπορεύθησαν
μὴ ῥιγοῦν τοῦ ἀμπεχόνης εὐπορεῖν ; Φέρε τοίνυν , ἐπειδὴ ἔοικας ἀγνοεῖν , διδάξομαί σε θρηνεῖν ἀληθέστερον , καὶ δὴ
. καὶ προσελθὼν τῷ πρώτῳ εἶπεν , Τέκνον , ὕπαγε σήμερον ἐργάζου ἐν τῷ ἀμπελῶνι . ὁ δὲ ἀποκριθεὶς εἶπεν
6291864 ἀποδιδωμι
τὸ χρέος . ὥσπερ ἀποτίω ⌈ καὶ [ τὸ ] ἀποδίδωμι ⌈ τὸ τὸ ⌈ ὀφειλόμενον [ κεχρεωστημένον ] ⌈
ὄχλου οὖν ἀκούσαντες τῶν λόγων τούτων ἔλεγον , Οὗτός ἐστιν ἀληθῶς ὁ προφήτης : ἄλλοι ἔλεγον , Οὗτός ἐστιν ὁ
μεμένηκε . διὸ θρεπτήρια οὔσῃ μοι πατρίδι πρὸς μητρὸς ταῦτα ἀποδίδωμι αὐτῇ Ἐπειδὴ κατὰ δαίμονα καὶ τὴν τοῦ κρατίστου Κασσίου
, Ἐὰν ὑμεῖς μείνητε ἐν τῷ λόγῳ τῷ ἐμῷ , ἀληθῶς μαθηταί μού ἐστε , καὶ γνώσεσθε τὴν ἀλήθειαν ,
6289089 κλυεις
ἠξίουν δούλους φονεύειν φασγάνοις ἐλευθέροις . τύχην τοιαύτην σῶν κασιγνήτων κλύεις . ἐγὼ μὲν οὖν οὐκ οἶδ ' ὅτῳ σκοπεῖν
Διδάσκαλε , δέομαί σου ἐπιβλέψαι ἐπὶ τὸν υἱόν μου , ὅτι μονογενής μοί ἐστιν , καὶ ἰδοὺ πνεῦμα λαμβάνει αὐτόν
ἀθυμίας : καὶ παραλύεταί μου τὰ μέλη ἐλαύνομαι ] διώκομαι κλύεις ] † ἤγουν ἤκουσας πραχθέντ ' ] ἃ ἐπράχθη
ὑμῖν ἐτήρησα καὶ τηρήσω . ἔστιν ἀλήθεια Χριστοῦ ἐν ἐμοὶ ὅτι ἡ καύχησις αὕτη οὐ φραγήσεται εἰς ἐμὲ ἐν τοῖς
6289063 διδως
ἑταίρων ὕστερον θοινάσομαι . καλόν γε τὸ γέρας τῶι ξένωι δίδως , Κύκλωψ . οὗτος , τί δρᾶις ; τὸν
φυλάττοντες κρίσιν καὶ ποιοῦντες δικαιοσύνην ἐν παντὶ καιρῷ . καὶ μακάριός ἐστιν ὁ οἶκος ὅπου κεῖται ἡ διάθεσις αὕτη ,
ἢ κέγχρον ἢ ἄλητον ἢ χόνδρον : τούτων ὁκόσα μὲν δίδως ἐς διαχώρησιν , λεπτὰ διδόναι καὶ διεφθότερα , καὶ
ἀκούουσιν , καὶ νεκροὶ ἐγείρονται καὶ πτωχοὶ εὐαγγελίζονται : καὶ μακάριός ἐστιν ὃς ἐὰν μὴ σκανδαλισθῇ ἐν ἐμοί . Τούτων
6285835 χαρησῃ
β οὐ γενήσῃ τελείως βιοπράγος γ ἀγοράσεις ὃ ἐνθυμῇ καὶ χαρήσῃ δ βραδέως εὑρήσεις πωλῆσαι , καλῶς δέ ε οὐ
ὁ Ἰησοῦς , Πάντες ὑμεῖς σκανδαλισθήσεσθε ἐν ἐμοὶ ἐν τῇ νυκτὶ ταύτῃ , γέγραπται γάρ , Πατάξω τὸν ποιμένα ,
. ἄλλο τι πρᾶττε γ εὑρήσεις τὸ ἀπολόμενον ταχέως καὶ χαρήσῃ δ ἀγορανομήσεις καὶ ὠφεληθήσῃ πολύ ε κληρονομήσεις τὸν φίλον
. Ὅτε δὲ ἤμελλεν προαγαγεῖν αὐτὸν ὁ Ἡρῴδης , τῇ νυκτὶ ἐκείνῃ ἦν ὁ Πέτρος κοιμώμενος μεταξὺ δύο στρατιωτῶν δεδεμένος
6282862 τυχω
τόνδε τὸν λόγον σὲ θεωρῆσαι καὶ ἰδεῖν , ἵνα συγγνώμης τύχω μηδὲν ὅμοιον ἔχων εἰπεῖν . τῷ γὰρ ἂν εἰκάσειέ
οὖν αὐτοῖς [ ὁ ] Ἰησοῦς καὶ εἶπεν , Ἡ ἐμὴ διδαχὴ οὐκ ἔστιν ἐμὴ ἀλλὰ τοῦ πέμψαντός με :
τὴν θεσπιωιδὸν Θεονόην χρήιζων ἰδεῖν , σὺ προξένησον , ὡς τύχω μαντευμάτων ὅπηι νεὼς στείλαιμ ' ἂν οὔριον πτερὸν ἐς
μὴ παραδοθῶ τοῖς Ἰουδαίοις : νῦν δὲ ἡ βασιλεία ἡ ἐμὴ οὐκ ἔστιν ἐντεῦθεν . εἶπεν οὖν αὐτῷ ὁ Πιλᾶτος
6278141 νεμεσιν
ἐποιήσαντο μάρτυρας , οὔτε τὸ δίκαιον αὐτὸ καὶ τὴν ἀνθρωπίνην νέμεσιν ἐντραπέντες , οὔτε τὸ τοῦ κινδύνου μέγεθος εἰ μὴ
ἐξέστραπται ὁ τοιοῦτος καὶ ἁμαρτάνει , ὢν αὐτοκατάκριτος . Ὅταν πέμψω Ἀρτεμᾶν πρὸς σὲ ἢ Τυχικόν , σπούδασον ἐλθεῖν πρός
οὔτε “ θεῶν ὄπιν εἰδότες ” οὔτ ' “ ἀνθρώπων νέμεσιν ” ἀναιροῦσι τὴν φιλόσοφον , ἄγος τοῦτο μέγιστον καὶ
. ἀμὴν ἀμὴν λέγω ὑμῖν , ὁ λαμβάνων ἄν τινα πέμψω ἐμὲ λαμβάνει , ὁ δὲ ἐμὲ λαμβάνων λαμβάνει τὸν
6278101 ἐδεομην
πρῶτος αὐτὸς ἦρχον περὶ τοῦ κάλλους λέγειν , προοιμίων ἂν ἐδεόμην συχνῶν , ἐπεὶ δ ' ἐπὶ πολλοῖς ἔρχομαι τοῖς
ἡμέρᾳ εἴκοσι τρεῖς χιλιάδες . μηδὲ ἐκπειράζωμεν τὸν κύριον , καθώς τινες αὐτῶν ἐξεπείρασαν , καὶ ὑπὸ τῶν ὄφεων ἀπώλλυντο
ἐμαυτὸν ἐπαφεῖναι : ὡς δ ' οἱ παρόντες κατέσχον , ἐδεόμην ἐπισχεῖν τε τὴν ναῦν καί τινα ἁλέσθαι κατὰ τῆς
κολάζεται μετὰ τῶν δαιμόνων εἰς τὸν ᾅδην , ὅτι , καθώς φησι τὸ Εὐαγγέλιον , πᾶς γὰρ ὁ ποιῶν τὴν
6272871 ἐγνωκα
πάλαι τοῦτον ἀμφιγνοῶν ἠπίστουν ὅμως . ἐπεὶ δὲ σαφῶς αὐτὸν ἔγνωκα , δεινόν μοι δοκεῖ , μᾶλλον δὲ ἀσεβές ,
Εἰπὸν ἡμῖν πότε ταῦτα ἔσται , καὶ τί τὸ σημεῖον ὅταν μέλλῃ ταῦτα συντελεῖσθαι πάντα . ὁ δὲ Ἰησοῦς ἤρξατο
ἐφ ' αὑτὰς τὴν σελήνην κατάγειν , νῦν δὲ ἐπιμελῶς ἔγνωκα . καὶ τὸν Ἀριστοτέλην ἐνίοτε ἐμακάριζον , ὅστις Σταγειρίτης
ἄρα ἔφθασεν ἐφ ' ὑμᾶς ἡ βασιλεία τοῦ θεοῦ . ὅταν ὁ ἰσχυρὸς καθωπλισμένος φυλάσσῃ τὴν ἑαυτοῦ αὐλήν , ἐν
6270600 ἀποληψῃ
ὅπου ὑπάγεις Ϛ λήψῃ ὀφώνιον , ἄρτι δὲ οὔ ζ ἀπολήψῃ τὴν παρακαταθήκην η ἐὰν γήμῃς τὴν φίλην , βλαβήσῃ
θεοῦ , ἀμὴν λέγω ὑμῖν ὅτι ὃς ἂν εἴπῃ τῷ ὄρει τούτῳ , Ἄρθητι καὶ βλήθητι εἰς τὴν θάλασσαν ,
θ ζῇ ὁ ἀπόδημος καὶ ἔρχεται ι τὸ ἀργύριον βραδὺ ἀπολήψῃ α οὐκ ἀγοράζεις ἄρτι χωρίον β παραμένει ὁ πάλληξ
ἀποστείλῃ ἔξω τῆς χώρας . Ἦν δὲ ἐκεῖ πρὸς τῷ ὄρει ἀγέλη χοίρων μεγάλη βοσκομένη : καὶ παρεκάλεσαν αὐτὸν λέγοντες
6263861 πωληθησῃ
σοι συναλλάξαι β ὠφεληθήσῃ ἀπὸ τοῦ φίλου σου ὀλίγον γ πωληθήσῃ καὶ μεταμεληθήσῃ μηδὲν ὠφελῶν δ οὐ μενεῖς ὅπου ὑπάγεις
τοῦ θεοῦ . ἀμὴν λέγω ὑμῖν , ὃς ἂν μὴ δέξηται τὴν βασιλείαν τοῦ θεοῦ ὡς παιδίον , οὐ μὴ
πολύ η οὐχ ἕξεις ὠφέλειαν ἀπὸ τοῦ φίλου σου θ πωληθήσῃ καὶ οὐκ ἐλευθερωθήσῃ ι μενεῖς ὅπου ὑπάγεις α μὴ
εἰρήνη ὑμῶν πρὸς ὑμᾶς ἐπιστραφήτω . καὶ ὃς ἂν μὴ δέξηται ὑμᾶς μηδὲ ἀκούσῃ τοὺς λόγους ὑμῶν , ἐξερχόμενοι ἔξω
6260628 ἀπειμι
' οὖν , ἔφη , ἐπίστω , ὅτι νῦν τε ἄπειμι ὡς ἂν δύνωμαι τάχιστα ἐκ τῆς σῆς χώρας ,
ὑμῶν οἰκοδομῆς . φοβοῦμαι γὰρ μή πως ἐλθὼν οὐχ οἵους θέλω εὕρω ὑμᾶς , κἀγὼ εὑρεθῶ ὑμῖν οἷον οὐ θέλετε
” Συνέθεντο ταῦτα , καὶ ὁ μὲν Χαιρέας πέμψας “ ἄπειμι ” φησὶν “ εἰς ἀγρόν : ” ὁ δὲ
, μή πως ἄλλοις κηρύξας αὐτὸς ἀδόκιμος γένωμαι . Οὐ θέλω γὰρ ὑμᾶς ἀγνοεῖν , ἀδελφοί , ὅτι οἱ πατέρες
6250083 ὁμολογω
' εἴρηκεν ὁ Κύνουλκος , ἀλλ ' ἐρωτικὸς μὲν εἶναι ὁμολογῶ , ἐρωτομανὴς δὲ οὔ . τίς δ ' ἔστ
ἐν μέσῳ ὑμῶν εἰμι ὡς ὁ διακονῶν . ὑμεῖς δέ ἐστε οἱ διαμεμενηκότες μετ ' ἐμοῦ ἐν τοῖς πειρασμοῖς μου
δείξῃ τις ἢ φωνήν τι ἢ ψυχὴν ἔχον , ἀδικεῖν ὁμολογῶ καὶ παραβαίνειν τὸν νόμον . Πῶς ἐπινεφεῖ τὸ πρῶτον
γάρ ἐστιν ὑμῶν ὁ διδάσκαλος , πάντες δὲ ὑμεῖς ἀδελφοί ἐστε . καὶ πατέρα μὴ καλέσητε ὑμῖν ἐπὶ τῆς γῆς
6250083 ἐμην
λέγοντος . οὐ σχηματίζειν βούλομ ' : οὐ κατὰ τὴν ἐμὴν προαίρεσιν , φησίν , ἡ ὄρχησις γίνεται , ἀλλ
θεὸς ἐν αὐτῷ μένει . ἐν τούτῳ τετελείωται ἡ ἀγάπη μεθ ' ἡμῶν , ἵνα παρρησίαν ἔχωμεν ἐν τῇ ἡμέρᾳ
οὐκ αἰδῇ λέων ὢν ὁ τῶν ζῴων βασιλεὺς ἐπὶ τὴν ἐμὴν καλύβην ἰών , καὶ γυναικὸς δεόμενος ἵνα τραφῇς ,
γενήματος τῆς ἀμπέλου ἕως τῆς ἡμέρας ἐκείνης ὅταν αὐτὸ πίνω μεθ ' ὑμῶν καινὸν ἐν τῇ βασιλείᾳ τοῦ πατρός μου
6240201 κελευεις
, ἔλεγε τάδε : Βασιλεῦ , ἐπειδὴ ἀληθείῃ διαχρήσασθαι πάντως κελεύεις ταῦτα λέγοντα τὰ μὴ ψευδόμενός τις ὕστερον ὑπὸ σέο
οὐρανοῖς , ὅπου κλέπτης οὐκ ἐγγίζει οὐδὲ σὴς διαφθείρει : ὅπου γάρ ἐστιν ὁ θησαυρὸς ὑμῶν , ἐκεῖ καὶ ἡ
αὐτὸς ὑπέσχετο καὶ κατένευσε : τύνη δ ' οἰωνοῖσι τανυπτερύγεσσι κελεύεις πείθεσθαι , τῶν οὔ τι μετατρέπομ ' οὐδ '
ζητήσετέ με , καὶ ἐν τῇ ἁμαρτίᾳ ὑμῶν ἀποθανεῖσθε : ὅπου ἐγὼ ὑπάγω ὑμεῖς οὐ δύνασθε ἐλθεῖν . ἔλεγον οὖν
6236536 ἐπισταμαι
ἀρχὴν Σκαμανδρίῳ τῷ παιδὶ κατέλιπεν . ταῦτα δὲ ἔχοντα οὕτως ἐπίσταμαι σαφῶς ὅτι οὐδεὶς ἀποδέξεται , φήσουσι δὲ ψευδῆ πάντες
κατασκευάσει τὴν ὁδόν σου ἔμπροσθέν σου . λέγω ὑμῖν , μείζων ἐν γεννητοῖς γυναικῶν Ἰωάννου οὐδείς ἐστιν : ὁ δὲ
ἐκ φιλανθρωπίας κτήσασθαι δόξαν , καὶ οὕτως ἐγώ σε καλῶς ἐπίσταμαι ὥστε καὶ ὑπεσχόμην αὐτοῖς τὰ βελτίω , καὶ νῦν
καὶ φιλονεικία ἐν αὐτοῖς , τὸ τίς αὐτῶν δοκεῖ εἶναι μείζων . ὁ δὲ εἶπεν αὐτοῖς , Οἱ βασιλεῖς τῶν

Back