κόρον οὐκ ἔχειν διαβολῆς : φύσει γὰρ ἅπασαι ῥᾳδίως ἄρχονται λοιδορεῖν καὶ λοιδοροῦσαι πέρας οὐκ ἴσασιν . οὐ μὴν τὰς
καὶ κολούειν φαμέν . βοᾶν ] ἀντιφθέγγεσθαι , ἀντιλέγειν . λοιδορεῖν ] ἤγουν καὶ λοιδορεῖν καὶ λοιδορεῖσθαι . οὑτοιΐ :
7413614 λοιδορεισθαι
, χείρων ἐστὶν ἑτέρου καὶ δεῖ τοῦτο προφέρειν αὐτῷ καὶ λοιδορεῖσθαι : βαφεὺς δὲ ἢ σκυτοτόμος ἢ τέκτων ἐάν ,
πῶς ὁ τιμοκρατικὸς γίνεται ἀνήρ . ὑμνεῖν . μέμφεσθαι , λοιδορεῖσθαι , κατ ' εὐφημισμόν : σημαίνει δὲ καὶ ὀδύρεσθαι
7370962 ψεγειν
. οἶσθα γάρ , ὡς οἱ τὴν ῥώμην οὐ τολμῶντες ψέγειν ἐκεῖνο πειρῶνται δάκνειν , ἀλλὰ σύ γε αὐτοὺς ἀφώνους
τοῖς οὖσι . τοῦ αὐτοῦ τοίνυν ἂν εἴη τὸ μηδὲ ψέγειν ἃ δίκαιον ἐπαινεῖν , ἵνα μή σε τὸ πρᾶγμα
7351888 μεμφεσθαι
εὐπρεπῶς ᾤετο παρῃτῆσθαι τὸν γάμον : Δάφνις δὲ οὐκ εἶχε μέμφεσθαι τὰ λελεγμένα . Λειπόμενος δὲ πολὺ τῶν αἰτουμένων τὸ
, οὐ δοκεῖ σοι ἄλογον εἶναι ἀγαθὸν φάσκοντα πεποιηκέναι τινὰ μέμφεσθαι τούτῳ ὅτι ὑφ ' ἑαυτοῦ ἀγαθὸς γεγονώς τε καὶ
7182328 κολακευειν
μαλακοκόλαξ , ὥς φησι Κλέαρχος : πρὸς γὰρ τῷ οὕτω κολακεύειν καὶ τὸ σχῆμα τῶν κολακευομένων ἐπακολουθῶν ἀποπλάττεται παραγκωνίζων καὶ
; οὔτε γὰρ τὸ φιλεῖν ἡδονῆς ἀτυχές , οὔτε τὸ κολακεύειν λύπης ἄμοιρον , ἀλλ ' ἑκάτερον ἐν ἑκατέρῳ φύρεται
6922673 ἐπιορκειν
δὲ καὶ οὐκ ἐπ ' ἀγαθῷ κλέπτειν , ἁρπάζειν , ἐπιορκεῖν , ψεύδεσθαι ἢ ὅλως ἄδικόν τι πράττειν . ἐν
. . . Κλεάνθης ἔφη τὸν ὀμνύοντα ἤτοι εὐορκεῖν ἢ ἐπιορκεῖν , καθ ' ὃν ὄμνυσι χρόνον . ἐὰν μὲν
6779000 μαρτυρειν
, ἀνάγκην τοῦ μαρτυρῆσαι προστιθέντες : ἔδει δὲ αὐτὸν ἢ μαρτυρεῖν , ἢ ἐξομόσασθαι ὡς οὐκ εἰδείη ἢ μὴ παρείη
καὶ τὰ μὲν ἀπειλοῦντες αὐτοῖς , τὰ δὲ πείθοντες μὴ μαρτυρεῖν . ἀλλ ' ὅμως ἐὰν ὑμεῖς βούλησθε τὰ δίκαια
6698783 φθονειν
ἡμᾶς προστάτας σκεψάμενοι ἐπέδωκαν ὑμῖν ἑαυτοὺς , Λακεδαιμονίοις δὲ τὸ φθονεῖν παρεσκεύασαν : εἶτα ἔπαγε , ὅτι ἡμεῖς μὲν οὖν
οὖν ἐλεύθερος ἔσῃ οὔτε αὐτάρκης οὔτε ἀπαθής : ἀνάγκη γὰρ φθονεῖν , ζηλοτυπεῖν , ὑφορᾶσθαι τοὺς ἀφελέσθαι ἐκεῖνα δυναμένους ,
6690155 βλασφημειν
μάλιστα πρέπειν ἱεροῖς , ἄδειαν δ ' εἶναι τοῖς ἐθέλουσι βλασφημεῖν ; καὶ θύοντας μὲν οὕτω κοσμίους εἶναι , οἷς
μέχρι τοσούτου μαθεῖν περὶ ἁπάντων τούτων , μέχρι τοῦ μὴ βλασφημεῖν περὶ αὐτά , εὐφημεῖν δὲ ἀεὶ θύοντάς τε καὶ
6673515 κακολογειν
: λοιδορία , κακολογία . Καὶ Κυδάζειν τὸ λοιδορεῖν καὶ κακολογεῖν . Ἡ δὲ πρώτη συλλαβὴ βραχέως ἐκφέρεται . Καὶ
, διαβάλλειν , βλασφημεῖν , θανάτου τιμᾶσθαι , εἰσαγγέλλειν , κακολογεῖν τοὺς ἐπιτίμους αὐτὸς ὀφείλων τῷ δημοσίῳ : τούτου γὰρ
6638599 ἐπαινειν
ὃς ὁ Φίλιππος , ἐνταῦθα τὸν Ὅμηρον οὐκ ἂν ἔχοις ἐπαινεῖν . τὰ γὰρ τοῦ Ἀλκίνου βασίλεια , ἀνδρὸς Ἕλληνος
μεταβάλλοντι τὰ πράγματα χρόνῳ καὶ τὸ τοὺς τὰ κράτιστα προαιρουμένους ἐπαινεῖν καὶ τὸ τὰ μέλλοντα ἐκ τῶν γεγονότων εἰκάζειν καὶ
6573642 γελοιαζειν
σκῶμμα , τωθασμός . ῥήματα δὲ παίζειν , γελᾶν , γελοιάζειν , κομψεύεσθαι , χαριεντίζεσθαι , στωμύλλεσθαι , σκώπτειν ,
ἀπὸ πάσης εὐθυμίας καὶ πληρώσεως τὸ καυχᾶσθαι καὶ σκώπτειν καὶ γελοιάζειν , ἀπὸ δὲ τῆς ἀλλοι - ούσης τὴν γνώμην
6523468 συκοφαντειν
ἡγεῖσθε , οὐδὲν ἧττον καὶ τοὺς περὶ τούτων λόγους ποιουμένους συκοφαντεῖν νομίζετε . ὅθεν οὖν ἠνάγκασμαι κατηγορεῖν αὐτῶν , περὶ
ἐπιτροπῆς οὐχ ἓν τίμημα συνθείς , ὥσπερ ἂν εἴ τις συκοφαντεῖν ἐπιχειρῶν , ἀλλ ' ἕκαστον ἐγγράψας καὶ πόθεν λαβὼν
6502407 ῥᾳθυμειν
ὀβολὸν ἐμπεπολήκαμεν . εἶτα ὁ Πλούτων εὖ οἶδα ὅτι ἐμὲ ῥᾳθυμεῖν ἐν τούτοις ὑπολήψεται , καὶ ταῦτα παρ ' ἄλλῳ
ἢ περὶ καιροῦ μανθάνοις . διόπερ σοι τὴν ὡς ἐδόκουν ῥᾳθυμεῖν ἀπολογίαν ἀφίημι , κἂν ἐγκαλῇ τις , λύε .
6470809 ἐπιτιμαν
, ὦ ἄνδρες Ἀθηναῖοι , χαλεπώτερον ἢ τοῖς αὐτοῖς ἔθεσιν ἐπιτιμᾶν τε καὶ χρῆσθαι τοὺς δημηγοροῦντας . τὸ γὰρ στασιάζειν
ἔφησε νουθεσίας ἕνεκ ' αὐτοὺς λέγεσθαι : τεθνεῶσι δ ' ἐπιτιμᾶν τίς ὁ καιρός ; ὅπου γὰρ εἰ καὶ ζῶντας
6457832 διαβαλλειν
τε καὶ χαριουμένους ἑτέρωσε πεμψάσης : οἷς ἐλυσιτέλει μὴ τἀμὰ διαβάλλειν : ὁ δὲ αὑτὸν μὲν ἔνδον οὐδενὸς ἐπαινοῦντος ἐπῄνει
. Γ περὶ σαυτοῦ ] περὶ τοῦ Δήμου . Γ διαβάλλειν ] ἤγουν διαβολῇ χρῆσθαι . Γ πεποιηκότα ] καὶ
6457570 ὀνειδιζειν
καὶ οἱ προστάντες αὐτῶν ἐγιγνώσκοντο , καλῶς εἶχε ταῦτ ' ὀνειδίζειν : εἰ δ ' ἔσθ ' ἕτερα ἀμείνω καὶ
, ὦ Σώκρατες , Σιμωνίδην ἄλλο ἢ τοῦτο , καὶ ὀνειδίζειν τῷ Πιττακῷ ὅτι τὰ ὀνόματα οὐκ ἠπίστατο ὀρθῶς διαιρεῖν
6451570 αἰσχυνεσθαι
ἕτερος φιλόσοφος ἐν τοῖς Ἱστορικοῖς Ὑπομνήμασιν αὐτοὺς λέγει τοὺς Ῥωμαίους αἰσχύνεσθαι καὶ καταγελᾶν ἑαυτῶν ἐπ ' ἀνδράποδα τοιαῦτα δεηθέντας ὅπλων
καὶ προτρέπει δημηγορεῖν . Ἅμα δὲ καὶ τοὺς νεωτέρους διδάσκει αἰσχύνεσθαι τοὺς πρεσβυτέρους , καὶ πάνθ ' ὑστέρους πράττειν ,
6430896 εὐλογειν
διὰ τὰς εἰρημένας αἰτίας . τὸ δέ γε εὔχεσθαι καὶ εὐλογεῖν οὐκ ἔστι τοῦ τυχόντος , ἀλλ ' ἀνθρώπου τὴν
: βίαιον δὲ τὸ καλλιλογία καὶ εὐστομία : ἐπαινεῖν , εὐλογεῖν , εὐφημεῖν , ἐγκωμιάζειν , καλῶς λέγειν , εὐστομεῖν
6391232 μισειν
; Ἀνόνητα δὴ πονῶν οὐκ οἴει ἀναγκασθήσεται τελευτῶν αὑτόν τε μισεῖν καὶ τὴν τοιαύτην πρᾶξιν ; Πῶς δ ' οὔ
, ἔτι δὲ δήπου χαρὰ καὶ τὸ φιλεῖν τε καὶ μισεῖν καὶ ἕτερά που πλεῖστα μετὰ σώματός εἰσιν : ἅμα
6383437 σπουδαζειν
σωτη - ρίας , ἀλλ ' οὐχὶ τοῦ κοινῇ συμφέροντος σπουδάζειν : τοῦτο οὖν παντάπασιν ἀναιρήσει τὸ δοκεῖν ὑπὲρ ἑαυτοῦ
φλεγμονήν . λουτροῖς μὲν πρὶν κενῶσαι τὸ πλῆθος οὐ δεῖ σπουδάζειν κεχρῆσθαι . μετὰ δὲ τὴν τοῦ ὅλου πρόνοιαν καὶ
6361939 πειθειν
ξένε , καὶ μόνιμον : ἔοικε μὴν οὐ ῥᾴδιον εἶναι πείθειν . Εἶεν : τὸ μὲν τοῦ Σιδωνίου μυθολόγημα ῥᾴδιον
αἰσχρόν , ἵνα οἶμαι μὴ πράγματ ' ἔχωσιν λόγῳ πειρώμενοι πείθειν τοὺς νέους , ἅτε ἀδύνατοι λέγειν : τῆς δὲ
6313808 φιλοσοφειν
κυσὶ τοῖς στιβεύουσι καὶ μεταθέουσιν . Αὐτῶν μέντοι τούτων ἄμεινον φιλοσοφεῖν οἴεσθαι χρὴ τοὺς μήτε ταῖς αἰσθήσεσιν , ὡς ἔτυχε
ποταμῶν χωροῦσι παγαί ; “ ἤθελέ τις παρ ' αὐτῷ φιλοσοφεῖν : ὁ δέ οἱ σαπέρδην δοὺς ἐκέλευσεν ἀκολουθεῖν .
6299906 δικαιοπραγειν
. καὶ τὸ μὲν ἀδικεῖν καθ ' αὑτὸ καὶ τὸ δικαιοπραγεῖν καθ ' αὑτὸ ἑκούσια , τὰ δὲ κατὰ συμβεβηκός
εἰ δὲ εὑρίσκεις παρὰ πολλοῖς ἀνθρώποις τὸ εὖ φρονεῖν καὶ δικαιοπραγεῖν , δῆλον ὅτι οὐ φύσει πρόσεστιν ἡμῖν τὸ φαῦλον
6297640 πανουργως
ἄλλως δεικνύειν , οὐ κατά τινα ἁπλοῦν τρόπον , ἀλλὰ πανούργως . ἰδεῖν δὲ ψηφοπαικτοῦντά τινα , παραλογισθέντα καὶ ἐξαπατηθέντα
Γ κομψευριπικῶς : πανούργως ὡς ὁ Εὐριπίδης . κομψευριπικῶς ] πανούργως . Γ κομψευριπιδικῶς : ἀντὶ τοῦ εὐριπιδικῶς , δεινῶς
6294266 ἐγκαλειν
ἦρχον . εἰ δὲ τοῖς μὲν ἐκείνων κρατήσασι μηδ ' ἐγκαλεῖν ἀξιοῦτε μηδέν , ἐμὲ δ ' ἐνοχλεῖτε , πῶς
Χαιρεστράτου τοῦ ⌈ ἑαυτοῦ ⌉ θείου προήχθης οὐ δίκαια ποιῶν ἐγκαλεῖν ἐμοί , τηνικαῦτα δὲ τῷ μὲν δίκην ἔρημον ἀπεγράψατο
6290411 κλεπτειν
, μὴ ἄρα τοιοῦτοί τινες εἶεν . ἀλλὰ καὶ τὸ κλέπτειν παρ ' ἡμῖν μὲν ἄδικον καὶ παράνομόν ἐστιν :
τῶν δ ' ἐν ἀμφοτέραις ὄγδοον , περὶ τοῦ μὴ κλέπτειν . ὃς ἂν ἄγῃ ἢ φέρῃ τὰ ἑτέρου ,
6250501 ἐπιπληττειν
πρὸς Ἀπολλώνιον . : ὁ δ ' Αἰσχύλος καλῶς ἔοικεν ἐπιπλήττειν τοῖς νομίζουσι τὸν θάνατον εἶναι κακόν , λέγων ὧδε
καὶ βιαζόμενον ἑαυτῶι τὸ ἀγρίδιον πωλῆσαι , μέχρι μέν τινος ἐπιπλήττειν , τῆς δ ' ἐπιθυμίας ἐπίτασιν λαμβανούσης , φῆσαι
6244840 ἀτυχειν
Ἄπολλον , ἀλλὰ σκαιὸν οὐ μετρίως λέγεις , μετὰ μαρτύρων ἀτυχεῖν , παρὸν λεληθέναι . δυσπαρακολούθητόν τι πρᾶγμ ' ἐστὶν
ζῆν , οὐ βούλεται . . . τὸ δ ' ἀτυχεῖν ἢ τὸ μὴ θεὸς δίδωσιν , οὐ τρόπου δ
6235717 σκωπτειν
ὡς αὐτὸς φησὶν Εἰρήνῃ . ἐκωμῳδεῖτο δ ' ἐπὶ τῷ σκώπτειν μὲν Εὐριπίδην , μιμεῖσθαι δ ' αὐτόν . Κρατῖνος
μέση κωμωιδία ἀφῆκε τὰς τοιαύτας ὑποθέσεις , ἐπὶ δὲ τὸ σκώπτειν ἱστορίας ῥηθείσας ποιηταῖς ἦλθον . ἀνεύθυνον γὰρ τὸ τοιοῦτον
6231591 ψευδως
Ἐρύθειαν νῆσον εὐδαίμονα . πρὸς ὃν Ἀρτεμίδωρος ἀντιλέγων καὶ ταῦτα ψευδῶς λέγεσθαί φησιν ὑπ ' αὐτοῦ , καθάπερ καὶ τὸ
τῇ παρατάσει οὐ πληρούμενον δοκεῖν εἶναι μέγα . Τὸ γὰρ ψευδῶς μέγα τοῦτό ἐστιν , ὅταν τῷ μὴ ἔχειν τὸ
6225176 νουθετειν
γὰρ τόν γε διδάσκαλον οὐκ εἰς τὰ θέατρα βαδίζειν κἀκεῖ νουθετεῖν : ταῦτα μὲν γὰρ ταῖς ἡδοναῖς καὶ ταῖς ψυχαγωγίαις
πόδα ] τὸν αὑτοῦ . . παραινεῖν ] συμβουλεύειν . νουθετεῖν ] διδάσκειν . . ταῦθ ' ἅπαντα ] ἃ
6185624 κολακειαν
προσομιλεῖν τοῖς ἀνθρώποις . καλῶ δὲ αὐτοῦ ἐγὼ τὸ κεφάλαιον κολακείαν . ταύτης μοι δοκεῖ τῆς ἐπιτηδεύσεως πολλὰ μὲν καὶ
ἢ ὁ ὀψοποιὸς , λιμῷ ἂν ἀποθανεῖν τὸν ἰατρόν . κολακείαν μὲν οὖν αὐτὸ καλῶ καὶ αἰσχρόν φημι εἶναι τὸ
6176526 ἀπαταν
' ἑαυτοῦ Βελλεροφόντης . Κερκωπίζειν : ἀντὶ τοῦ δουλεύεσθαι καὶ ἀπατᾶν : μετενήνεκται δὲ ἀπὸ τῶν Κερκώπων . Κατὰ βοὸς
τὰς ἐνοπλίους ὀρχήσεις , δι ' ὧν ποιοῦντας μεγάλους ψόφους ἀπατᾶν τὸν Κρόνον . φασὶ δ ' αὐτοὺς τὸν Δία
6079482 ὑπεροραν
χάριν ἀποστερεῖς ; δεῖ γὰρ οὐ σωφρονίσαι μὲν πονηρίαν , ὑπερορᾶν δὲ χρηστότητος , οὐδὲ πράττειν ἐξ ἡμισείας τὸ δίκαιον
δ ' ὑπερηφάνου τὸ διὰ κουφότητα ταύτης ἐκπνευματούμενον ὑπὸ κτήσεως ὑπερορᾶν ἑτέρους . καὶ λογίζεσθαι διότι ζῷα μὲν [ οὐκ
6072910 κατηγορειν
τὴν ἀντίληψιν : ἀλλ ' ἔξεστίν μοι , φησὶ , κατηγορεῖν , ὅτε καὶ βούλομαι . Ἡ Λύσις μεταληπτική :
: καὶ γὰρ τὸ κατάφασιν αὐτὴν εἶναι καὶ τοῦ ἀνθρώπου κατηγορεῖν τὸ οὐ δίκαιον . Καὶ ταῦτα μὲν περὶ τούτων
6058221 ἀπερισκεπτως
πολυπειρότατος . ἔπειτα , ὅτι τῶν ἄλλων φαύλως πως καὶ ἀπερισκέπτως ὡς ἐπὶ τὸ πολὺ ποιουμένων τὰς αἱρέσεις τῶν ἐπιστησομένων
λυμαίνεσθαι , κρατούμενα δὲ ὑπ ' οὐδενός . καίτοι τὸν ἀπερισκέπτως τῇ τοῦ τάχους ἐπιθυμίᾳ χρώμενον πολλὴν ἐφέλκεσθαι καὶ τὴν
6050348 τἀλλοτρια
λεπυχάνῳ . Εὐριπίδου τἄρ ' ἐστὶν οὐ κακῶς ἔχον , τἀλλότρια δειπνεῖν τὸν καλῶς εὐδαίμονα . ἵνα μὴ τὸ παλαιὸν
φίλε , τοῖς πολλοῖς γε αὐτῶν ἐνευρήσεις , ὅταν δέῃ τἀλλότρια ἀναλίσκειν , τὰς τοῦ κηφῆνος συγγενεῖς ἐνούσας ἐπιθυμίας .
6049981 ἁμαρτανειν
. ἔλεγον τὰ ἁμαρτήματα συγγνώμης τυγχάνειν : οὐ γὰρ ἑκόντα ἁμαρτάνειν , ἀλλά τινι πάθει κατηναγκασμένον . καὶ μὴ μισήσειν
ἀκούσας ἐκέλευσε τὸν χρησμὸν διεξενεγκεῖν τοῖς Πέρσαις , ὡς ἐξευλαβηθεῖεν ἁμαρτάνειν . Οἱ δὲ δι ' ὑποψίας γίνονται , ὡς
6047742 διαβαλλων
παμμίαρον καὶ κάκιστον ἀνθρώπων ἀποφανεῖ , ἐλέγχων , ἐγκαλῶν , διαβάλλων , πᾶσιν οἷς ἔξεστι κατατρέχων , οὐ μέντοι μὰ
Ἰνδικῆς . Πρὸς δὲ τὴν ἀπόφασιν ταύτην ὁ Ἵππαρχος ἀντιλέγει διαβάλλων τὰς πίστεις : οὔτε γὰρ Πατροκλέα πιστὸν εἶναι ,
6042712 χαριζεσθαι
Χάριτες γυμναί : ὅτι δεῖ τὴν δωρεὰν ἀφειδῶς ἢ ἀκενοδόξως χαρίζεσθαι . Αἴολος ἀνὴρ εἰς βόθρον ἐμπεσεῖται : ἤτοι ὁ
ὢν ἐρωτικός φησί που : εἴη καὶ ἐρᾶν καὶ ἔρωτι χαρίζεσθαι κατὰ καιρόν . καὶ Τίμων δὲ ἐν τοῖς Σίλλοις
6039588 φλυαρειν
χρησαμένους ἀρετῇ , ἥδεσθαί τε συνόντας , ἐς ἀλλήλους τε φλυαρεῖν [ ] , καὶ σκώπτειν τοιαῦθ ' οἷα γέλωτα
Πύγελα λέγοντας τοὺς Ἀμαζῶνας μεταξὺ Ἐφέσου καὶ Μαγνησίας καὶ Πριήνης φλυαρεῖν φησὶν ὁ Δημήτριος : τὸ γὰρ ” τηλόθεν „
6035603 συμβουλευειν
ὅπως καὶ αὐτὸν καὶ τὴν στρατιὰν αὐτοῦ τῇ πόλει δέξησθε συμβουλεύειν . ἐγὼ δὲ ὡς μὲν οὐδὲν ὀνήσει Δολοβέλλαν ,
εἰς τὸ πλῆθος τὸ ὑμέτερον ἔλεγχον ἔδοσαν , ἀναβάντας ἐνταυθοῖ συμβουλεύειν ὑμῖν ἃ γιγνώσκουσι περὶ ἐμοῦ . Δεῦρο Ἄνυτε ,
6029050 ἀπειθειν
τῶν οἰκείων , μᾶλλον εἵλετο πειθόμενός τι παθεῖν ἢ δοκῶν ἀπειθεῖν κουφοτέραν κρίνων τὴν παρὰ τῶν πολεμίων πληγὴν ἧς ἔμελλε
φεύγοιμεν τὴν λυγρὰν ἔριν τῇ ἀγαθῇ ἔριδι , οὐ φιλονεικοῦντες ἀπειθεῖν τῷ θεῷ , ἀλλὰ φιλονεικοῦντες ὅτι μάλιστα αὐτῷ πείθεσθαι
6028372 ἀξιοις
παρῄνει καὶ τὴν γῆν διένεμε , καὶ δωρεὰς αἰτεῖν τοῖς ἀξίοις ἐπέτρεπε καὶ τῶν οὐκ ἀξίων ἐνίοις ἐδίδου παρὰ γνώμην
τοῖς αἰτοῦσι τροφῶν καὶ τὰς ἑστιάσεις παρέχομεν καὶ οὐ τοῖς ἀξίοις . ιγʹ . ἴσως ἂν κτλ . κοινῇ εἰ
6023102 λυσιτελες
τινι κρείττονι χείρονα , ὅπου γε μὴν τῷ πλουσίῳ τοῦτο λυσιτελές ἐστιν , τὸ τρέφειν τὸν παράσιτον , ᾧ γε
' ἡμῶν . χρήσιμον μὲν οὖν ἐστι τὸ ἐκ περιουσίας λυσιτελές : ἀναγκαῖον δὲ δὲ ὅπερ ἐξ ἀνάγκης αἱρούμεθα :
6000752 ψευδομενον
ἕτερος δὲ ἀπορεῖν , οὐδέτερος ἂν τόν γε ἕτερον ἐξελέγξειε ψευδόμενον : ἐπεὶ κἂν περὶ τοὺς λόγους τὸ ἴσον γένοιτο
δικαστῶν κατεγνώσθη θάνατος , οἴεται αὐτὸν ἐλέγχεσθαι περὶ τοῦ δαιμονίου ψευδόμενον , ἐννοησάτω πρῶτον μὲν ὅτι οὕτως ἤδη τότε πόρρω
5998823 φαυλον
νῦν . ἔστω δ ' οὖν τὸ γένος ἡμῶν μὴ φαῦλον , εἴ σοι φίλον , σπουδῆς δέ τινος ἄξιον
καὶ δι ' ἑαυτὰ ζητοῦνται , φευκτὸν δέ ἐστι καὶ φαῦλον : τοῦ γὰρ φι - λεῖν τοὺς παῖδας ,
5989410 ἀκροασθαι
θαλάττῃ . ταῦτα μὲν δὴ καὶ τῶν Λεβάδειαν οἰκούντων ξυγχωρῶ ἀκροᾶσθαι , περὶ δὲ τοῦ βιβλίου τούτου γνώμη ἀποπεφάνθω μοι
προσήκοντα , τὰ καθήκοντα : συνήθη δὲ τὸ ἐξ ἴσου ἀκροᾶσθαι καὶ μηδὲν παρὰ τὸ δίκαιόν τινι χαρίζεσθαι . .
5980315 καταφρονειν
, τοὺς ἀετοὺς μὴ νεοττεύειν . ὁ μῦθος δηλοῖ μηδενὸς καταφρονεῖν λογιζομένους , ὅτι οὐδείς ἐστιν , ὃς προπηλακισθεὶς ἑαυτόν
Ἔνεστι κἂν μύρμηκι χολή : ὅτι οὐδὲ τῶν μικρῶν δεῖ καταφρονεῖν . Ἔνεισιν ἐν δειλοῖσιν ἀνδρεῖοι λόγοι . Ἐγκαθιζόμενοι τρίποδι
5964923 εὐηθες
οὕτως ἀγαπῴην εἴ μοι ἀρετὴν εἴποις . Ἀλλὰ τοῦτό γε εὔηθες , ὦ Σώκρατες . Πῶς λέγεις ; Ὅτι σχῆμά
ὄντας φυλάττειν τὰ τῆς μητροπόλεως ἔθη , ἐπεὶ ἄλλως γε εὔηθες εἶναι τὸ τοὺς βέλτιον συνεστῶτας καὶ πολιτευομένους τῶν χειρόνων
5964786 ἀδικειν
ἐστιν , ὅτι ἡ δικαιοπραγία με - σότης ἐστὶ τοῦ ἀδικεῖν καὶ ἀδικεῖσθαι : τὸ μὲν γὰρ πλέον ἐστί ,
μὲν ἀγνοῶν ἔκρινεν . εἰπὼν ὅτι πολλαχῶς τὸ ποιεῖν καὶ ἀδικεῖν λέγεται νῦν διαιρεῖ καὶ ὃν τότε κατὰ συμβέβηκος ἔλαττον
5962425 παιζειν
φιλημάτων . . . . . . ἀγεννῶς οὐκ ἐῶ παίζειν . τίθημι κοττάβεια σφῷν ἐγὼ τασδί τε τὰς κρηπῖδας
Ἄρτι . πρὸ ὀλίγου χρόνου πεποιημένος . Ἀρτιάζειν , τὸ παίζειν ἄρτια ἢ περιττὰ καρύοις ἢ ἀστραγάλοις τοιούτοις . Πλάτων
5946067 ἐλεειν
ἐμὴν συμφοράν , ἣν οὐκ ἀπεικὸς εἶναι καὶ τοὺς ἐχθροὺς ἐλεεῖν ὑπελάμβανον , ἔπειτα δὲ εἰς τὸ τοῦ προσώπου σου
: τίς γὰρ μεθ ' ἡμᾶς ὑποδέξεται ξένον , τίς ἐλεεῖν δυστυχοῦντας ἀνέξεται , πρόδηλον ἔχων ἐκ τῆς εὐσεβείας τὸν
5944735 παραινειν
καλῶν τούτων ἐγίγνωσκον , οὔτ ' ἂν τοὺς νομοθέτας τἀναντία παραινεῖν εἰ μὴ λυσιτελεῖν ὑπελάμβα - νον . ἐπεὶ δὲ
, τὸ μηδετέροις οἰκείως ἔχουσι τὰ ὑμέτερ ' αὐτῶν πράττειν παραινεῖν ὑμῖν : οὗ λυσιτελέστερον οὐδέν ἐστι τῇ πόλει ,
5935913 σωφρονειν
παθεῖν , ὥσπερ ἐστὶν προσῆκον φάσκοντάς γε μηδένων ἀπολείπεσθαι τῷ σωφρονεῖν , φυλάξησθε . Οὐχὶ τὸν αὐτὸν εἶναι καιρὸν ὑπείληφ
εἰσι μᾶλλον καὶ ἀνδρεῖοι , ἔστι δὲ καὶ δικαιοπραγεῖν καὶ σωφρονεῖν μᾶλλον καὶ ἧττον . εἰ δὲ ταῖς ἡδοναῖς ,
5929229 ἐξαπαταν
ὅτι τῶν ἐνθάδε παριόντων οἱ μὲν ἃ βούλεσθε λέγοντες ῥᾳδίως ἐξαπατᾶν δύνανται : τὸ γὰρ πρὸς χάριν ῥηθὲν ἐπισκοτεῖ τῷ
τοῦτο ἐδόκει διαπράξασθαι , ὅτι ἐπεὶ πόλεμος προερρήθη καὶ τὸ ἐξαπατᾶν ὅσιόν τε καὶ δίκαιον ἐξ ἐκείνου ἐγένετο , παῖδα
5923105 παραιτησασθαι
φθόνος οὐχ ἕπεται . διὰ γοῦν τὴν ὑπερβάλλουσαν ἀλαζονείαν ἐκείνους παραιτήσασθαι τὴν ἐπιγραφήν . καὶ παροιμία παρὰ τοῖς κωμικοῖς ἐγένετο
ἡμῖν τὰς ἀφορμάς . διὸ καὶ τὸν φιλόσοφον Πορφύριον ὑπολαμβάνω παραιτήσασθαι τὴν ἐξήγησιν τοῦδε τοῦ θεωρήματος . εἰ δὲ δεῖ
5917705 ἐξαμαρτανειν
τρέσηις ἡμᾶς , Κρέον , ὥστ ' ἐς τυράννους ἄνδρας ἐξαμαρτάνειν . σὺ γὰρ τί μ ' ἠδίκηκας ; ἐξέδου
τὸ παρελθόν . τὸ οὖν αἴτιον τοῦ νῦν μὲν μὴ ἐξαμαρτάνειν , τότε δέ , αὐτοὶ ἤδη ἱκανοί ἐστε γιγνώσκειν
5911041 θαρραλεον
, ἅ ἐστι μὲν ἀμφότερα τοῦ ἀνδρείου , καὶ τὸ θαρραλέον καὶ τὸ ἄφοβον , ἀλλὰ μᾶλλον εἰδοποιεῖται ὁ ἀνδρεῖος
παθημάτων προσδόκημα τὸ μὲν πρὸ τῶν ἡδέων ἐλπιζόμενον ἡδὺ καὶ θαρραλέον , τὸ δὲ πρὸ τῶν λυπηρῶν φοβερὸν καὶ ἀλγεινόν
5903163 δοξω
ἐμμανής , ὅμως διὰ τὴν ἀλήθειαν ἔξω μανίας καὶ βακχευμάτων δόξω εἶναι , ἐπειδὴ τὸ τὴν ἀλήθειαν λέγειν οὐκ ἔστι
δή . θαυμάσητε δὲ μηδὲν ἐὰν ὑμῖν ἄνωθέν ποθεν ἐπιχειρεῖν δόξω : σχολῆς γὰρ ἀπολαύομεν καὶ οὐδὲν ἡμᾶς ἐστὶ τὸ
5894849 ἐγκωμιαζειν
' οἷς ἐγκωμιάζειν δεῖ , καθὼς παραστήσομεν : τοίνυν οὐδὲ ἐγκωμιάζειν δυνήσονται . ἐγκωμιαστέον γάρ φασιν ἀπὸ γένους τε καὶ
, εἰ τῶν νυμφίων ἑκάστου τῆς ἀξίας ἀπολειπόμενος ἑνὶ πάντας ἐγκωμιάζειν λόγῳ πειρῶμαι : ἐγὼ δὲ ταύτην ἐμαυτῷ μηχανὴν ἀπολογίας
5889698 τολμηρον
τέλει κορωνίς . 〛 θερμὸν ἔργον : Παράδοξον , ἢ τολμηρὸν , ἢ εὐκίνητον . Πενία παραβάλλουσα μάχεται πρὸς Χρεμύλον
ἀλόγων ζῴων , ὥσπερ ὅταν λέοντα λέγωμεν φύσει ἀνδρεῖον , τολμηρὸν ὄντα , καὶ ἄλκιμον καὶ τῶν φοβούντων καταφρονητικόν ,
5888632 αἰσχιστον
ἢ μή , κοινωνοὶ γένεσθε τῆς γνώμης . Φαίνεταί μοι αἴσχιστον εἶναι καὶ ἀλλότριον ἀνδρὸς ἐλευθέρου τὸ ψεύδεσθαι εἰς τὸ
κολάζειν ᾧ βιάζεσθαι παρῇ . Ἄφερπέ νυν : κἀμοὶ γὰρ αἴσχιστον κλύειν ἀνδρὸς ματαίου φλαῦρ ' ἔπη μυθουμένου . Ἔσται
5884606 φορτικον
μὲν εὐσχημοσύνη καὶ κόσμος , αἰσχρὸν δὲ ἀταξία καὶ τὸ φορτικόν . διὰ τοῦτο γὰρ καὶ ἐξ ἀρχῆς συνέταττον οἱ
μὲν εὐσχημοσύνη καὶ κόσμος , αἰσχρὸν δὲ ἀταξία καὶ τὸ φορτικόν . διὰ τοῦτο γὰρ καὶ ἐξ ἀρχῆς συνέταττον οἱ
5875842 ἀδοξον
ἀκούοιμι αἰσχρῶν λόγων . κἀντεῦθεν ἐπεδείκνυε τό τε ἐπικίνδυνον καὶ ἄδοξον τῆς συμβάσεως . ὅμοιον δὲ καὶ τὸ Καίσωνος .
πάνθ ' ὁρᾷ σοφοὶ σοφοὺς σῴζουσιν , ἢν ὦσιν σοφοί ἄδοξον , ἄκραν γλῶσσαν ἠκονημένον ἁγνὸν εἰς σηκὸν θεοῦ ×
5871180 κρινω
ἀληθεύειν . οὕτως οὖν καὶ ἐνταῦθα τὸ νομίζω ἀντὶ τοῦ κρίνω καὶ πιστεύω . ἄλλως : ὅτι τὸ νομίζω καὶ
, ὅ ἐστι δοκιμασίαν , ἥν , φησίν , ἐγὼ κρίνω Τιμάρχῳ . Ἄλλως . τοῦτό φησιν , ὅτι ὁ
5861619 αἰσχρον
τούτων οἶδ ' ὅτι πολὺ βελτίονες οἰόμεθα εἶναι : οὐκ αἰσχρὸν οὖν εἰ μήδ ' ἐπιχειρήσομεν συνόντες ὠφελεῖν τι ἢ
τῶν αὑτοῦ κτημάτων κάλλιστον καὶ ἱερώτατον . οὐ γὰρ οὕτως αἰσχρὸν εἶναι [ τὸ βασιλεύειν ] οὐδὲ ἐπικίνδυνον χρημάτων ἀπορεῖν
5859340 ἐπαχθες
ἀπεδήμησα δὲ χρόνον , ἀπεδήμησα περιποιῶν ὑμῖν , εἰ καὶ ἐπαχθὲς εἰπεῖν , εὔκλειάν τε καὶ ὄνομα καὶ εὔνοιαν καὶ
τοῦ προοιμίου . ἡμεῖς . . . ὅντινα ] τὸ ἐπαχθὲς βουλόμενος φεύγειν καὶ ἑαυτὸν ἐγκατέμιξε τῷ ἐγκλήματι ἡμεῖς εἰπὼν
5852210 πλουτειν
τοὺς μὲν ὑπερβάλλοντας πρὸς ταῦτα , ἤτοι τοὺς ὑπερβολικῶς ζητοῦντας πλουτεῖν καὶ νικᾶν καὶ δοξάζεσθαι καὶ παρὰ τὸν ὀρθὸν λόγον
τὸ πιστεύεσθαι τοῖς πιστευομένοις ἀγαθόν ἐστι καὶ τοιοῦτον οἷον τὸ πλουτεῖν καὶ τὸ ὑγιαίνειν καὶ τὸ τιμᾶσθαι τοῖς τιμωμένοις καὶ
5851292 ἀσυμφορον
πείρᾳ . ἔστι γὰρ ἀπάτη νικᾶν μέν , εἶναι δὲ ἀσύμφορον . ὅθεν τὴν ἀπὸ τῶν πραγμάτων ἀπόδειξιν εἰς συμμαχίαν
καὶ δανείζεσθαι καὶ εὔχεσθαι καὶ αἰτεῖσθαι ἀμοιβὰς καὶ χάριτας , ἀσύμφορον δὲ καὶ οὐκ ἐπ ' ἀγαθῷ κλέπτειν , ἁρπάζειν
5844470 κολαζειν
πολιτῶν : βαστακτέον τάδε : γράφεται βίᾳ : οὐ προσήκομεν κολάζειν : οὐχ ὑποταττόμεθα οἷον ἐν τῇ τῶν Φωκέων γῇ
τιμωρεῖσθαι τοῦ τιμωρεῖν διαφέρει . τιμωρεῖσθαι μὲν γάρ ἐστι τὸ κολάζειν , τιμωρεῖν δὲ τὸ βοηθεῖν τοῖς ἀδικουμένοις . τίθησι
5842579 δοξειν
. φημὶ δέ σε ἐγὼ πολεμικὸν μὲν οὐδέποτε ἔσεσθαι , δόξειν δὲ τοῖς ἀνοήτοις , οὐδὲ ἡγήσεσθαι οὐδέποτε , ὅπου
λέγων ὅτι πολλῷ θρασυτέρους πεποίηκε τοὺς βαρβάρους ἐάσας ἀτιμωρήτους : δόξειν γὰρ αὐτοὺς τε - τευχέναι συγγνώμης οὐ δι '
5832429 ἀγεννες
Τοῦτο ἄρα δρῦς καὶ μαινὰς ἐγένετο , ἄγειν εἰκαζόντων τὸ ἀγεννὲς τοῦ τῶν κηλουμένων τρόπου ἀψύχοις σώμασιν . Ἄλλος ἦν
καὶ μάλιστα τῶν ἐν αὐταῖς μελῶν τὸ ἐπικεκλασμένον σφόδρα ὡς ἀγεννὲς καὶ γυναικεῖον καὶ φιλοσοφίᾳ ἥκιστα πρέπον , προσελθὼν ἠρώτα
5821238 ἀποτρεπειν
* * τὸν ἰητρὸν τὸν ϲκίρρον ἰῆϲθαι . χρὴ ὦν ἀποτρέπειν γιγνομένουϲ καὶ λύειν ἄρτι ἀρχομένουϲ : ἐνίϲταϲθαι δὲ τῇϲι
, πῶς οὐκ ἀδικεῖ , εἰ , παρὸν ἐξαμαρτάνειν μέλλοντας ἀποτρέπειν , τοῦτο μὲν οὐκ ἐποίει , νῦν δὲ λέγειν
5820839 δανειζειν
ἁλιεύειν καὶ κυνηγεῖν καὶ ἱστουργεῖν , ἐπιβλαβὲς δὲ πιστεύεσθαι , δανείζειν καὶ κιχρᾶν , ἀποδημεῖν , ὁδοῦ ἐνάρχεσθαι , οὐ
καὶ τελείου πρὸς ἀρετήν ; Ναί : μόνῳ γοῦν τὸ δανείζειν πρέποι ἂν τῷ σοφῷ : ἐπεὶ γὰρ ἴδιον αὐτοῦ
5811890 εὐνουν
οἰκουρὸν ἔσεσθαι τὴν γυναῖκα σημαίνει καὶ τῷ θεράπαιναν ὠνήσασθαι βουλομένῳ εὔνουν ἔσεσθαι τὴν θεράπαιναν προαγορεύει . ἀποδημεῖν δὲ κωλύει ἀποκλεισμοῦ
περὶ τῶν κατὰ μέρος ἀπολογησάμενος , ἅπασαν ἔσχε τὴν βουλὴν εὔνουν . οἱ δὲ περὶ τὸν Κριτίαν φοβούμενοι τὸν ἄνδρα
5810704 περιεργον
, ἢ τῶν δακτυλίων τὸ πλῆθος ἢ τῆς κόμης τὸ περίεργον ἢ τῆς διαίτης τὸ ἀκόλαστον : ὥστε κατὰ μικρὸν
μὲν ὡς ἐπωφελῆ καὶ χρειώδη , οὐκ αὐτουργεῖς δὲ ὡς περίεργον καὶ ματαίαν . οὕτως ἐκλελησμένη εἶ τοῦ φρονήματος οὗ
5801704 εὐνως
, συνῆμμαι , φιλικῶς ἔχω , εὔνους εἰμὶ αὐτῷ , εὔνως ἔχω πρὸς αὐτόν , ἐσπούδακα περὶ αὐτόν , χρῶμαι
ἀδόκιμον καὶ νόθον . εὐνοϊκῶς : δόκιμον . τὸ δὲ εὔνως φεύγειν χρή . ἐλαφρὸν παραινεῖν τῷ κακῶς πεπραγότι :
5796122 συγκολλητης
, εὔγλωττος , τολμηρός , ἴτης , βδελυρός , ψευδῶν συγκολλητής , εὑρησιεπής , περίτριμμα δικῶν , κύρβις , κρόταλον
. βδελυρός ] μισητός . ψευδῶν συγκολλητής ] ψευδολόγος . συγκολλητής ] ἐφευρετής . εὑρησιεπής ] ἐπῶν ἐφευρετὴς ψευδῶν .
5795712 ἐπιχειρων
οὖν ὑμῖν οὐκ ἀνεκτὸς ὁ δίχα τῶν ὑμετέρων συμβόλων ἄρχειν ἐπιχειρῶν , οὕτως οὐδὲ τῷ θεῷ προσφιλὴς ὁ δίχα τοῦ
ἧττον λύει , καὶ συνάπτει τοὺς ἐπιλόγους ἀπὸ τοῦ αἰσχροῦ ἐπιχειρῶν , ἀπὸ τῆς τῶν προγόνων κρίσεως , ἀπὸ τῆς
5789453 ἀπατησαι
. καὶ αὐτὸς δὲ ὁ χρυσὸς δαμασίφρων , ἐπεὶ ἱκανὸς ἀπατῆσαι . ἐνυπνίῳ δ ' ᾇ τάχιστα πείθεσθαι : τοῦ
τυραννοῦντα τὴν καθ ' ἑαυτὸν ἐλαύνειν , τὸ τοὺς δορυφόρους ἀπατῆσαι , τὸ σῶσαι τοὺς νόμους , τὸ δοῦλον ἐλεύθερον
5786513 μοχθηρως
ὃς ἐξαπατᾶ ? ? τὸν ἴδιον [ υἱόν ] , μοχθηρῶς ? [ - ] [ ] ? δὲ φίλοις
' ὑμῖν τὰ ἀκροατήρια κηρύττοντα πάνθ ' ἅπερ ἐν νυκτὶ μοχθηρῶς πραγματεύεται καὶ τέρποντα τοὺς ἀκροατὰς αἰσχρῶν λόγων ἐκφωνήμασιν .
5782679 ἀκαιρως
ἀναγκάζομαι ; ὦ κάλλος δικαίως ὑβρισμένον , τί γὰρ ἡμῖν ἀκαίρως παραμένεις ; Ἀλλὰ τί ταῦτα θρηνῶ καὶ οὐχ εὑρίσκω
ἀπαντήσῃ τόπος , μηδένα ἐλάσαι τὸν ἵππον αὐτοῦ ἢ τοξεῦσαι ἀκαίρως , ἀλλ ' , εἰ καὶ κινηθῇ κυνήγιν ,
5779925 ἐπιεικες
ἐπιβωσόμεθα ἀντὶ τοῦ ἐπιβοησόμεθα . ἐπιεικέα ἐγχωροῦντα , πρέποντα . ἐπιεικές ἐπεοικός , προσῆκον , ἐγχωροῦν . ἐπιειμένε ἐπημφιεσμένε .
ἀκριβῶς εἰδὼς ὅτι , εἰ καὶ πρὸς τοὺς ἄλλους μὴ ἐπιεικές ἐστιν ταῖς διαίταις ἰσχυρίζεσθαι , πρός γε τοῦτον ἁπάντων
5778647 ῥητορευειν
, ὧν ἐκαρποφόρησεν ἡ ψυχὴ καλῶν , ἐπιδεικνυμένους ἄντικρυς οὕτω ῥητορεύειν , τὰ εἰς τὸν τελεσφόρον θεὸν ἐγκώμια λέγοντας :
. Εὐγενὴς εὐγενῆ δέχου καὶ ποίει φίλον σώφρων σεσωφρονηκότα , ῥητορεύειν εἰδὼς ῥητορεύειν εἰδότα , φιλούμενος ὑπὸ πάντων ἀγαπώμενον ὑπὸ
5772250 φιλοτιμον
παντός . Εὐφημήσας δὲ τοῦτον ἕτερον ἠρώτα πρὸς τίνα δεῖ φιλότιμον εἶναι ; Ἐκεῖνος δὲ ἔφη : Πρὸς τοὺς φιλικῶς
καταγνῶναι οὔτε τοῦ πατρὸς τοῦ ἡμετέρου : πολὺ γὰρ αὐτὸν φιλότιμον ἴστε μᾶλλον ὄντα ἢ κακόν τι ἢ αἰσχρὸν ἐπιτηδεύοντα
5765046 διαλεγεσθαι
αὐτοῦ . καὶ παρόντος μὲν τοῦ Ὑψικρέοντος μὴ τολμᾶν αὐτὴν διαλέγεσθαι τῷ ξένῳ , μετὰ δὲ χρόνον , ὡς ὁ
ὑπισχνεῖται . μετὰ δὲ ταῦτα καὶ τῷ βασιλεῖ θαρροῦσιν ἤδη διαλέγεσθαι περὶ τοῦ τὸν λεὼν ἱερουργήσοντα ἐκπέμψαι τῶν ὅρων :
5760714 σφοδρ
κἂν ἑκατὸν ἔτη βιῷς ἀεί ὄψει παρόντα , κἂν ἐνιαυτοὺς σφόδρ ' ὀλίγους , σεμνότερα τούτων ἕτερα δ ' οὐκ
μεγάλοι ] βολβοί . οἵδε ] ἄλλοι οὗτοι . οἱ σφόδρ ' ἐγκεκυφότες : τοιαῦτα γὰρ τῶν ἄγαν φροντιζόντων καὶ
5759557 φενακιζεσθαι
ὑποστρέφεσθαι , διαδύεσθαι , παράγειν , πλάττειν , παραλογίζεσθαι , φενακίζεσθαι , σοφίζεσθαι , τεχνάζειν , γοητεύειν , δολοῦν ,
ἔνδοθεν ἢ Θεαρίων : ὑμεῖς οὖν αὐτῷ μὴ ξυγχωρεῖν μηδὲ φενακίζεσθαι λογαρίοις ὀλίγοις κεκομψευμένοις , ἃ μηδὲν προσήκοντα ὑποσπάσας καὶ
5755697 γελαν
. . Βοᾶν : ἰστέον , ὅτι τὸ βοᾶν καὶ γελᾶν ἀπαρέμφατα οὐκ ἔχουσιν τὸ ι προσγεγραμμένον , πρῶτον μὲν
βόθροις , παίειν σχίζαις καὶ κατακρημνίζειν : φθειρομένους δὲ αὐτοὺς γελᾶν διὰ τὴν ἀπὸ τῶν τέκνων ἀδικίαν καὶ δόξαν τοῦ
5747188 ἀδικον
τὸν βίον , καὶ τὸν ἐν τούτοις ψευσάμενον ἢ πόρον ἄδικον ἐπιτελοῦντα θανάτωι περιπίπτειν ἦν ἀναγκαῖον . λέγεται δὲ τοῦτον
ἢ ὁ υἱός . ἐκεῖνον ] τὸν ἥττονα , τὸν ἄδικον . εἶφ ' ] δήλωσον . ἀρτίως ] πρὸ
5745934 βασανιζειν
δεινὸν οὐδ ' ὁτιοῦν πέπονθεν τὸν ἄνθρωπον οὐκ ἐκδόντος ἐμοῦ βασανίζειν , ἀλλὰ καὶ τὸ πρᾶγμ ' αὔτ ' εἰ
Κύπριδος [ ἀφροδισίων ] , καὶ Πλάτων ἐν Συμποσίῳ . βασανίζειν . δοκιμάζειν , διακρίνειν . μετενήνεκται δὲ ἀπὸ τῆς
5742106 Καλλικλεις
λέγε μοι , ἐάν τίς σε ταῦτα ἐξετάζῃ , ὦ Καλλίκλεις , τί ἐρεῖς ; τίνα φήσεις βελτίω πεποιηκέναι ἄνθρωπον
λέγεις , ὦ Σώκρατες . Οὐ μόνον γε , ὦ Καλλίκλεις , ἀλλὰ καὶ περὶ τῶν αὐτῶν . Νὴ τοὺς
5740055 δημηγορειν
ὅντινα αἰτίαν ἔχουσιν Ἀθηναῖοι βελτίους γεγονέναι , ἐπειδὴ ἐκεῖνος ἤρξατο δημηγορεῖν , ἐν τῷ πρόσθεν χρόνῳ χείρους ὄντες ; ἐγὼ
Θεόμνηστον εἰσήγγελλε τὰ ὅπλα ἀποβεβληκότα , οὐκ ἐξὸν αὐτῷ , δημηγορεῖν : ἐν ἐκείνῳ γὰρ τῷ ἀγῶνι τὸν πατέρα μ
5733032 μισω
ἀλλ ' ἔγωγε τοῦ τὰ δέοντ ' ἔχειν τὰ περιττὰ μισῶ : τοῖς ὑπερβάλλουσι γὰρ τέρψις μὲν οὐκ ἔνεστι ,
ἡγούμενον γυναῖκα τὴν μὲν θάπτειν , τὴν δὲ γαμεῖν , μισῶ τε καὶ βάρβαρος εἶναί μοι δοκεῖ καὶ θηρίον καὶ
5730901 ἐξαπατασθαι
τοὺς ἐμούς , ὅτι μήτε νέοι οὕτως εἰσὶν ὥστε εὐκόλως ἐξαπατᾶσθαι μήτε οὕτως ἄγαν πολύσαρκοι ὥστε καὶ μισθὸν προσφέρειν τοῦ
, ὧν βουλευόμεθα , ῥητέον , ὥστε δι ' αὐτῶν ἐξαπατᾶσθαι τοὺς πολεμίους , καὶ τὰς ἐν τῷ καιρῷ τῶν
5729773 δυσχεραινειν
ὠφελειῶν μετεδίδου μὲν ὡς ὑπηκόοις , οὐ μὴν ἄνευ τοῦ δυσχεραίνειν . ταῦτ ' οὖν ποιῶν καὶ τοὺς θεοὺς ἐφιστὰς
ὃ καὶ προσηκόντως μὲν ἀσμενίζειν ἐπὶ τοῖς κατὰ φύσιν , δυσχεραίνειν δὲ ἐπὶ τοῖς παρὰ φύσιν . Τήν τε γὰρ
5728999 ἐπιχειρειν
Καὶ γάρ , ὠγαθέ , τό γε πᾶν ἀπὸ παντὸς ἐπιχειρεῖν ἀποχωρίζειν ἄλλως τε οὐκ ἐμμελὲς καὶ δὴ καὶ παντάπασιν
πλεῖστος καὶ ἰσχυρότατος εἰς τὸ ποιεῖν παράδοξα λέγειν , τὸ ἐπιχειρεῖν ἀπὸ τοῦ κατὰ φύσιν καὶ κατὰ νόμον , ὅπερ
5726266 εὐτραπελον
οἷον τὸ ἐπὶ διαχύσει τῶν ἀκροατῶν χωρίς τινος ὕβρεως : εὐτράπελον δὲ τὸ μετὰ σεμνότητος χαριέντως λεγόμενον : γεφυρισμὸς δὲ
ἀνασεσυρμένην καλοῦσι δὲ τὸν μὲν σκωπτικὸν ἐπίχαριν , τὸν δὲ εὐτράπελον ἐπιδέξιον , τὸν δ ' ἀνασεσυρμένον ἄπλαστον καὶ ἁπλοῦν
5725281 καπηλευειν
, πρόειπε δ ' αὐτοῖσι κιθαρίζειν τε καὶ ψάλλειν καὶ καπηλεύειν παιδεύειν τοὺς παῖδας : καὶ ταχέως σφέας , ὦ
νέον φαίνεσθαι οὔτε μετὰ δείλην ὀψίαν καλόν , οὐδὲ γυναῖκα καπηλεύειν ἢ ἄλλο τι ποιεῖν τῶν κατὰ τὴν ἀγοράν .

Back