ἀναγκάζομαι ; ὦ κάλλος δικαίως ὑβρισμένον , τί γὰρ ἡμῖν ἀκαίρως παραμένεις ; Ἀλλὰ τί ταῦτα θρηνῶ καὶ οὐχ εὑρίσκω
ἀπαντήσῃ τόπος , μηδένα ἐλάσαι τὸν ἵππον αὐτοῦ ἢ τοξεῦσαι ἀκαίρως , ἀλλ ' , εἰ καὶ κινηθῇ κυνήγιν ,
6768429 λυπειν
. φασὶ δὲ αὐτὸν μὴ δάκνειν , ἢ καὶ δάκνοντα λυπεῖν . μέμνηται δὲ αὐτοῦ καὶ Δημοσθένης [ . ,
ἐγὼ παρῄνουν , σὺ δ ' εὐθὺς ἐνδείκνυσο τοῖς δυναμένοις λυπεῖν , ὅτι οὐκ ἐπιτρέψεις . οἱ δ ' οὐχ
6667651 τἀλλοτρια
λεπυχάνῳ . Εὐριπίδου τἄρ ' ἐστὶν οὐ κακῶς ἔχον , τἀλλότρια δειπνεῖν τὸν καλῶς εὐδαίμονα . ἵνα μὴ τὸ παλαιὸν
φίλε , τοῖς πολλοῖς γε αὐτῶν ἐνευρήσεις , ὅταν δέῃ τἀλλότρια ἀναλίσκειν , τὰς τοῦ κηφῆνος συγγενεῖς ἐνούσας ἐπιθυμίας .
6657973 σωφρονιζειν
δὲ ποιητικὴ καὶ περὶ διάνοιαν καταγινομένη δύναται συνωφελεῖν τε καὶ σωφρονίζειν . Ἀλλ ' ὁ μὲν πρὸς τὰ ἐγκεχειρημένα λόγος
συνέγραψας , καλλίστοις τε ἅμα καὶ ὠφελιμωτάτοις συγγράμμασιν καὶ δυναμένοις σωφρονίζειν τοὺς ἐντυγχάνοντας , ἱκανὰ παραθεμένου καὶ πολλῷ τούτων πλείονα
6655638 ἀποτρεπειν
* * τὸν ἰητρὸν τὸν ϲκίρρον ἰῆϲθαι . χρὴ ὦν ἀποτρέπειν γιγνομένουϲ καὶ λύειν ἄρτι ἀρχομένουϲ : ἐνίϲταϲθαι δὲ τῇϲι
, πῶς οὐκ ἀδικεῖ , εἰ , παρὸν ἐξαμαρτάνειν μέλλοντας ἀποτρέπειν , τοῦτο μὲν οὐκ ἐποίει , νῦν δὲ λέγειν
6592135 ἀνοητως
ὑπὸ σοῦ τιμωρίας τεύξεσθαι ; εἶτ ' οὐκ αἰσχύνῃ οὕτως ἀνοήτως διακείμενος , ὥστε οὐκ ἐξ ὧν εὖ πεποίηκας τὴν
συκοφαντουμένων . Δικτύῳ ἄνεμον θηρᾷς : ἐπὶ τῶν μάτην καὶ ἀνοήτως τι ποιούντων . Δίκης δικαιότερος : ἐπὶ τῶν σφόδρα
6539203 κοσμιως
εἶτα τὸν ἐπὶ τῆς Ἑλλάδος ἐν πλείονι ἀδείᾳ καὶ συγγνώμῃ κοσμίως βεβιωκότα , τοῦτον ἐπὶ τῆς Ῥώμης παρ ' αὐτὸν
δίδωσι μέν , δίδωσι δὲ τῆς εὐνῆς ἐπιβάς , οὐδὲ κοσμίως ἀποδιδοὺς ἐν ὑπονοίαις δυσχεραίνειν παρῆκεν , ἀλλ ' ἀνεῖλε
6527683 εὐκαιρως
ῥεόντων ἰχώρων δριμέων ἄγαν καὶ δακνωδεστάτων : μεγάλως ἀρρήγουσι πλὴν εὐκαίρως προσφερόμενα . ἀκαίρως γὰρ οὐδὲν ὀνίνησιν : ἀλλὰ καὶ
μὴ μιγνύουσαν χεῖρας κατὰ τὴν ὥραν ἐκείνην , ἀλλ ' εὐκαίρως ἱσταμένην καὶ ὀφείλουσαν τοὺς ὡς εἰκὸς προστρέχοντας ἐκ τῶν
6485721 παυειν
σφυγμῶν ὡς ἀψευδεῖ γνωρίσματι προσέχειν σε χρὴ τὸν νοῦν καὶ παύειν αὐτίκα , μεταβάλλοντος ἢ κατὰ μέγεθος ἢ κατ '
ἐπ ' εὐθείας μετὰ ἀσφαλείας βαδίζοντες . ἐπειδὴ τοίνυν ὁ παύειν τοὺς ἀδικοῦντας δεινός , μὴ παύων δὲ τῇ τῶν
6375112 κολακευειν
μαλακοκόλαξ , ὥς φησι Κλέαρχος : πρὸς γὰρ τῷ οὕτω κολακεύειν καὶ τὸ σχῆμα τῶν κολακευομένων ἐπακολουθῶν ἀποπλάττεται παραγκωνίζων καὶ
; οὔτε γὰρ τὸ φιλεῖν ἡδονῆς ἀτυχές , οὔτε τὸ κολακεύειν λύπης ἄμοιρον , ἀλλ ' ἑκάτερον ἐν ἑκατέρῳ φύρεται
6365828 σπουδαζειν
σωτη - ρίας , ἀλλ ' οὐχὶ τοῦ κοινῇ συμφέροντος σπουδάζειν : τοῦτο οὖν παντάπασιν ἀναιρήσει τὸ δοκεῖν ὑπὲρ ἑαυτοῦ
φλεγμονήν . λουτροῖς μὲν πρὶν κενῶσαι τὸ πλῆθος οὐ δεῖ σπουδάζειν κεχρῆσθαι . μετὰ δὲ τὴν τοῦ ὅλου πρόνοιαν καὶ
6314657 προτρεπειν
ἐκαρτέρουν τὰς ἀλγηδόνας , ἀπὸ τούτων ἤλπισα Κίμωνα τὸν υἱὸν προτρέπειν εἰς ἀρετήν . Οἱ μὲν οὖν πλεῖστοι τῶν κρινομένων
φλέβα τέμνειν τὴν ἐν ἀγκῶνι , ἔπειτα καὶ τὰ δυνάμενα προτρέπειν τὰ καταμήνια ποτίζειν , καὶ πεσσοῖς τοῖς πραοτέροις χρῆσθαι
6299186 ἀνυποστολως
ἐρῶ , λέξω . . , εἴπω . ἐλευθέρως ] ἀνυποστόλως , πεπαρρησιασμένως . , ἁπλῶς , ἀφόβως , μετὰ
περιφανῶς , γνωρίμως , σαφῶς , πεφασμένως , ἀπαρακαλύπτως , ἀνυποστόλως , πολυθρυλήτως τεθρυλημένως : σκληρὸν γὰρ τὸ ἐληλεγμένως ,
6291096 προχειρως
τοῖς μὲν δεσπό - ταις πολλὴ φροντὶς ἔσται τοῦ μὴ προχείρως τινὰς ἐλευθεροῦν , ὡς τὰ μέγιστα τῶν ἐν ἀνθρώποις
ἢ διαποροῦσιν . Σκοπῶμεν δὲ οὑτωσί . πᾶσα ἀπιστία μὴ προχείρως καὶ κατά τινα δόξαν ἄκριτον ἐγγινομένη τισὶν ἀλλὰ μετά
6290271 ἐλεειν
ἐμὴν συμφοράν , ἣν οὐκ ἀπεικὸς εἶναι καὶ τοὺς ἐχθροὺς ἐλεεῖν ὑπελάμβανον , ἔπειτα δὲ εἰς τὸ τοῦ προσώπου σου
: τίς γὰρ μεθ ' ἡμᾶς ὑποδέξεται ξένον , τίς ἐλεεῖν δυστυχοῦντας ἀνέξεται , πρόδηλον ἔχων ἐκ τῆς εὐσεβείας τὸν
6275119 σκωπτειν
ὡς αὐτὸς φησὶν Εἰρήνῃ . ἐκωμῳδεῖτο δ ' ἐπὶ τῷ σκώπτειν μὲν Εὐριπίδην , μιμεῖσθαι δ ' αὐτόν . Κρατῖνος
μέση κωμωιδία ἀφῆκε τὰς τοιαύτας ὑποθέσεις , ἐπὶ δὲ τὸ σκώπτειν ἱστορίας ῥηθείσας ποιηταῖς ἦλθον . ἀνεύθυνον γὰρ τὸ τοιοῦτον
6273077 ἀφορητον
νομίζοντες , οἱ δὲ νεωτέρων ἀδικημάτων οὐκ ἔχοντες παραδείγματα , ἀφόρητον ἡγοῦνται τὴν συμφοράν , τῷ μὴ τῶν ὁμοίων εὐπορεῖν
καὶ τὰ κτήνη καὶ τοὺς ὄρνιθας κτείνει . ἄφερτον ] ἀφόρητον . Ἰδαία ] ἡ ἐν Ἴδηι γινόμενον . ἡμέτερον
6261952 νοσουντας
νοσοῦντας μὲν οὐκ ἐξῆγεν οὐ συγγνωσόμεθα , ὅτι δὲ καὶ νοσοῦντας ἐξῆγεν οὐ θαυμασόμεθα ; ὅστις οὕτω καμνόντων ἡγεῖτο ,
γὰρ εἰς γῆν καὶ παρεῖται τὸ σῶμα καὶ ἐμιμεῖτο τοὺς νοσοῦντας τὴν ἐκ θεῶν καλουμένην νόσον : ἦν δὲ τῶν
6259282 ἐπταικοτας
Μηλίοις τύχης ἐκοινώνησαν ; ὥστε δύο δήμους πρὸς Ἀττικὴν ὀργὴν ἐπταικότας οὐδὲ τοὺς κηδεύσαντας ἔχειν τὰ τῶν τετελευτηκότων σώματα .
γὰρ τοὺς Ἱμεραίους ἐγίνωσκε παρὰ τὴν αὐτὴν αἰτίαν τοῖς ὅλοις ἐπταικότας . οὐ μὴν ἀλλὰ τῶν βαρβάρων φευγόντων εἰς τὴν
6246024 πεττειν
? ? [ θέρμαινέ θ ' ἡμῖν καὶ θύη ] πέττειν ? ? ? ? τινὰ [ κέλευ ' ,
στόμαχον , ὥστε καὶ θερμαινομένοις αὐτοῖς ἐκεῖνον συνθερμαίνεσθαι , καὶ πέττειν τὴν προσε - νεγκαμένην τροφὴν , καὶ ταχέως ἀποπέμπειν
6217308 ἀγρυπνειν
δὲ καὶ τοὺς συντελεστὰς ἀνεπηρεάστους . Τὸ συμμέτρως διαιτᾶσθαι καὶ ἀγρυπνεῖν καὶ ἐν ταῖς νυξὶ βουλεύεσθαι τὰ περὶ τῶν ἀναγκαίων
ἱεροὺς αὐτῆς νομισθῆναι πρός τε τὰς θήρας ἔχοντας ἐπιτηδείως καὶ ἀγρυπνεῖν ἐν ταῖς νυξὶ καὶ ὑλακτεῖν πεφυκότας . κυνηγίᾳ δ
6215717 λαλειν
μοι . Ὁμηρικῶϲ γὰρ διανοεῖ μ ' ἀπολλύναι ; οὕτω λαλεῖν εἴωθα . μὴ τοίνυν λάλει οὕτω παρ ' ἔμοιγ
εἶτα ἑξῆς τὸ διήγημα . ἐμὲ γοῦν ἀναστήσασα δευρὶ προάγεται λαλεῖν ἀπ ' ἀρχῆς πάντα τὸν ἐμαυτοῦ βίον . Διήγησιν
6197367 ὀλοφυρεσθαι
. ὥστε ἄξιον τοῖς ζῶσι τούτους ποθεῖν καὶ σφᾶς αὐτοὺς ὀλοφύρεσθαι καὶ τοὺς προσήκοντας αὐτῶν ἐλεεῖν τοῦ ἐπιλοίπου βίου .
πέπεισμαι . ὀλοόν : ὀλέθριον . δεινόν . σκληρόν . ὀλοφύρεσθαι : θρηνεῖν . ἢ θέλειν . ὁμοκλῆσαι : ἀπειλῆσαι
6178526 νουθετουντας
αὐτούς . κολάζειν δὲ ἐν δίκῃ δούλους δεῖ καὶ μὴ νουθετοῦντας ὡς ἐλευθέρους θρύπτεσθαι ποιεῖν , τὴν δὲ οἰκέτου πρόσρησιν
οὐδὲ τοῖς εὖ ποιοῦσι , πρὸς δὲ τοὺς ἐπιπλήττοντας καὶ νουθετοῦντας ὑμᾶς οὕτω θιατίθεσθε δυσκόλως , ὥσπερ πρὸς τοὺς κακόν
6175273 προπετως
τοῦτο μὲν οὖν ἀποδιοπομπώμεθα , ἀντ ' αὐτοῦ δὲ λέγωμεν προπετῶς . Πηχῶν , πήχως : δεινῶς ἑκάτερον ἀνάττικον ,
καὶ δυεῖν μεσοπυργίων ἐρριμμένων τῶν μὲν Περδίκκου στρατιωτῶν τινες μεθυσθέντες προπετῶς νυκτὸς προσέβαλλον τοῖς τῆς ἀκροπόλεως τείχεσιν : οἱ δὲ
6163545 εὐλαβεισθαι
οὖν ἄν σοι συμβουλεύσαιμι , εἰ ἐθέλεις ἐμοὶ πείθεσθαι , εὐλαβεῖσθαι : ὡς ἴσως μὲν καὶ ἐν ἄλλῃ πόλει ῥᾷόν
ὡς οὐ δεῖ πράξαντας ἡμαρτηκέναι φάσκειν , ἀλλὰ πρὶν πράττειν εὐλαβεῖσθαι : ἔπειθ ' ὡς εἰ καὶ ἐξήμαρτεν ἢ ἠτύχησεν
6162444 ἀδοξιαν
ἦν ἀδικοῦντος . οὕτως ἔξεστί σοι τῆς οἰκίας ἀφανίσαι τὴν ἀδοξίαν ποιήσαντι τὰ τρίτα τοῖς πρώτοις παραπλήσια . τούτων γὰρ
; δῆλον ὅτι οὐ περὶ πάντα : οὔτε γὰρ περὶ ἀδοξίαν ἢ πενίαν ἢ νόσον ἢ ἀφιλίαν ἀδεὴς ὁ ἀνδρεῖος
6161124 ὑβριζειν
ἐνέχοιο μείζοσιν . ἐγὼ δὲ τοῦτο οὐ ποιήσω φιλίαν ἰσχυρὰν ὑβρίζειν οὐκ ἀξιῶν συκοφαντίᾳ . ἀλλ ' ὅταν τι γένηται
οὐκέτ ' ὄντας αἰκίζειν νεκρούς ; τί τὴν ἄναυδον γαῖαν ὑβρίζειν πλέον ; ἐπὰν γὰρ ἡ κρίνουσα καὶ θἠδίονα καὶ
6149573 ἰατρευειν
ὃ καὶ τὰ ἀνδράποδά φασι πολλάκις παροργισθέντα χρῆσθαι , κἄπειτα ἰατρεύειν αὐτὰ πρὸς τοῦτο ὁρμῶντα , καὶ γὰρ οὐδὲ ταχεῖαν
καὶ οἱ σφόδρα δυνατοὶ τῶν ἀσθενεστέρων ἐνδεεῖς γίνονται . νεκρὸν ἰατρεύειν καὶ γέροντα νουθετεῖν ταὐτόν ἐστι [ . . .
6144699 προσιεσο
. οὐκ ἔστιν ἐλεύθερον εἶναι κρατούμενον ὑπὸ παθῶν . ὕπνον προσίεσο διὰ τὸ ἀναγκαῖον . μὴ ταχέως τοὺς φίλους κτῶ
ευχευσ ? ? ? [ . . δαπάνην ἄκαιρον μηδαμῶς προσίεσο , γαστρὸς δὲ πειρῶ πᾶσαν ἡνίαν κρατεῖν : μόνη
6134344 εὐλαβως
πάτρης . ταύτῃ δὲ τῇ παρρησίᾳ καταπληξαμένου τοῦ Ἐπαμεινώνδου τοὺς εὐλαβῶς ἔχοντας , ἕτερος οἱωνὸς ἐφάνη δυσχερέστερος τοῦ προτέρου .
ἐστι μουσικός , χαριέστερον δὲ οὐδὲν μουσικῆς . διηνεκῆ . εὐλαβῶς ἐνεργοῦσι . σεβασμία . * ταῦτά ἐστι τὰ ὀνόματα
6124925 παυσαι
, δυναμένους μὲν παῦσαι , περιο - ρῶντας δὲ τοῦ παῦσαι τὴν ἐξουσίαν τῶν πονηρῶν . . ΠΟΛΛΑΚΙ . Αἰολικόν
, οὓς ἐπιπέμπεις , ἐκ κίστῃ που κατασήμηναι , καὶ παῦσαι φαρμακοπωλῶν : ὥσπερ που καὶ Θεόπομπος ἐν Ἀλθαίᾳ τὴν
6110179 ὀργιζεσθαι
τι καὶ ὑπώπτευον ἤδη ὡς οὐ σφόδρα καθεστηκότος πατρὸς ἀδίκως ὀργίζεσθαι καὶ ἐγκλήματα ψευδῆ καθ ' υἱοῦ συντιθέναι : καὶ
' οὐχ ἱστάνειν . ὀξυθυμεῖσθαι , οὐχὶ ὀξυθυμεῖν λέγουσι τὸ ὀργίζεσθαι ἀκραχόλως . ὁρκίζειν καὶ ὁρκοῦν : ἑκατέρως . ὁρκωτάς
6084849 κοπους
ὅσα τε ἀμβλωτήριά ἐστι , καὶ μέθας καὶ ἀπεψίας καὶ κόπους καὶ ψύχους ὑπερβολὴν καὶ καύματος . λουτροῖς δ '
καὶ τοῖς ἄρθροις , ὡς δηλοῖ καὶ ἡ μετὰ τοὺς κόπους ὀδύνη , διὰ ταύτην τὴν αἰτίαν κέχρηται τῇ ἀλοιφῇ
6064066 ταραττειν
φιλαπεχθημόνως . Ὑποκρούειν , ὑποσκελίζειν , ἐμποδίζειν , ἐπιστομίζειν , ταράττειν , καταθορυβεῖν , ἐκκρούειν , ἐνοχλεῖν , διακόπτειν ,
σύμπασαν τὴν ἀντίθεσιν ἑτέρως ἔχειν οὐδὲ ἀπὸ βασιλέως τοῦ προσώπου ταράττειν , ὡς ἂν ὑπολάβοι τις . τάχα γὰρ ἄν
6062922 μεμφεσθαι
εὐπρεπῶς ᾤετο παρῃτῆσθαι τὸν γάμον : Δάφνις δὲ οὐκ εἶχε μέμφεσθαι τὰ λελεγμένα . Λειπόμενος δὲ πολὺ τῶν αἰτουμένων τὸ
, οὐ δοκεῖ σοι ἄλογον εἶναι ἀγαθὸν φάσκοντα πεποιηκέναι τινὰ μέμφεσθαι τούτῳ ὅτι ὑφ ' ἑαυτοῦ ἀγαθὸς γεγονώς τε καὶ
6048247 ἀπατᾳ
πολλάκις δὲ τὸ λευκὸν χρῶμα τοῦ παραφερομένου ἐν τῷ χύματι ἀπατᾷ τοὺς ἰδιώτας , ὡς ὑπόστασιν χρηστὴν νομίζεσθαι μὴ οὖσαν
ἐπῳδαῖς τισιν , εἶτα τοὺς ἀπλάστοις καὶ ἀκακωτάτοις ἤθεσι κεχρημένους ἀπατᾷ τε καὶ ἀγκιστρεύεται , μέχρις ἂν τὰς μεγίστας προσλάβωσι
6025626 ἀπατασθαι
π εἰς φ , ἐλεφέρω . κυρίως τὸ ταῖς ἐλπίσιν ἀπατᾶσθαι . οὕτως Ἡρωδιανός . λέγει δὲ δύνασθαι τὸ ἐλεφαίρω
ἄλλους ἀνθρώπους ὑπάρχει καὶ πλείστου ἄξιον ἐν τοῖς καιριωτάτοις μὴ ἀπατᾶσθαι . ἢ πρὸς Διός , εἰ μέν τις χρυσίον
6009479 ματαιως
. τέφραν τὴν ἐκ τῶν κεκαυμένων ξύλων κόνιν . οὐ ματαίως δὲ τὸ “ λεπτὴν ” προσέθηκε πρὸς ταύτην ,
Αὔτως : παρὰ τῷ ποιητῇ σημαίνει τὸ ὁμοίως καὶ τὸ ματαίως . τὸ ὁμοίως μὲν ὣς δ ' αὔτως Μενέλαος
5992723 πασχοντας
τοῦ μέρους ᾧ ἐμπέφυκε τὸ ἀποστημα , ῥᾷον κατακλίνεσθαι τοὺς πάσχοντας ἢ ἐπὶ τοῦ ἀντικειμένου . ὥσπερ τινὸς ἐκκρεμαμένου καὶ
αὐτοῦ Λαομέδοντος ἀποθανόντος : ὕστερον δὲ πολεμουμένους καὶ τοσαῦτα κακὰ πάσχοντας μὴ θέλειν ἐκδοῦναι μήτε ζῶντος Ἀλεξάνδρου μήτε ἀποθανόντος ,
5987304 καρτερειν
ὑπὸ τῶν πολλῶν εὐδαίμονος , οἱ δὲ ἡμέτεροι παῖδες ἀδυνατήσουσι καρτερεῖν πολὺ καλλίονος ἕνεκα νίκης , ἣν ἡμεῖς καλλίστην ἐκ
ἐξεῖναι ποιεῖν , ὅ τι ἂν οἱ νόμοι κωλύωσι . καρτερεῖν δὲ τὰ δεινὰ καὶ μὴ ἐκπλήττεσθαι ταῖς συμφοραῖς .
5984833 ἰασθαι
Λέγωμεν οὖν ἤδη , πῶς χρὴ καὶ τὸ ψυχρὸν εἶδος ἰᾶσθαι τῆς ποδάγρας . ὅτι μὲν οὖν ἡ διὰ ψυχρὸν
ἀλυπία δ ' ὅρμος βίου . Λύπην γὰρ εὔνους οἶδεν ἰᾶσθαι λόγος . Λιμὸς μέγιστον ἄλγος ἀνθρώποις ἔφυ . Λιμῷ
5984459 ἀφροδισιοις
, ἐπεὶ πάντες χαίρουσί πως καὶ ὄψοις καὶ οἴνοις καὶ ἀφροδισίοις , ἀλλ ' ὁ ἀκόλαστος οὐχ ὡς δεῖ .
εὐθυλογίαν καὶ ὀρθοβουλίαν , ταχύτεροι δὲ εἰς ὀργὴν καὶ ἐν ἀφροδισίοις ἔργοις ἐπτοημένοι . Κοῖλοι πάνυ ὀφθαλμοὶ οὐκ ἐπαινετοί :
5969639 ἀγανακτειν
, τὸ μὲν ὑπομεμειγμένον τῆς λύπης γαργαλίζει τε καὶ ἠρέμα ἀγανακτεῖν ποιεῖ , τὸ δ ' αὖ τῆς ἡδονῆς πολὺ
τερήσας τοῦτο ἔφη μεμαθηκέναι , φέρειν ὀργὴν πατέρων καὶ μὴ ἀγανακτεῖν . ̈ . . Ῥοδίου δέ τινος καλοῦ καὶ
5961559 πραϋναι
σώματι , ἀλλὰ καὶ τῶν ἀρχαίων πολλάκις ἐγκαταλιπόντας καὶ τὸ πραῧναι χάριν ἀρκοῦσαν τιθεμένους , καὶ ταῖς παντελέσι θεραπείαις τήν
, τοὺς ὄντας βεβαιώσασθαι : πολεμίους κακῶσαι , ἡμερῶσαι , πραῧναι , καταπλῆξαι , φοβῆσαι , ταράξαι , διαταράξαι ,
5960253 ἀδικουμενους
οὗ ξύμμαχοι ἐγενόμεθα , Ἀθηναῖοί φασιν ἐν οὐδενὶ ὑμᾶς προέσθαι ἀδικουμένους οὔτε νῦν περιόψεσθαι , βοηθήσειν δὲ κατὰ δύναμιν .
' ὑπ ' ἀλλήλων , ὅμως ὑπὲρ ὧν τοὺς ἄλλους ἀδικουμένους ἑωρῶμεν , πολεμεῖν ᾠόμεθα δεῖν . καίτοι πάνθ '
5959668 βλασφημειν
μάλιστα πρέπειν ἱεροῖς , ἄδειαν δ ' εἶναι τοῖς ἐθέλουσι βλασφημεῖν ; καὶ θύοντας μὲν οὕτω κοσμίους εἶναι , οἷς
μέχρι τοσούτου μαθεῖν περὶ ἁπάντων τούτων , μέχρι τοῦ μὴ βλασφημεῖν περὶ αὐτά , εὐφημεῖν δὲ ἀεὶ θύοντάς τε καὶ
5952442 παραπεμπεσθαι
ἄρθρον προσνέμειν καὶ τῷ ὑπακουομένῳ κτήματι . . Ἔστι δὲ παραπέμπεσθαι τὴν τοιαύτην πιθανότητα . πρῶτον εἰ ἑκατέρῳ μορίῳ πρόσεστιν
, τὸ τοὺς πονηροὺς ἁλισκομένους παρ ' ὑμῶν ἀθῴους μὴ παραπέμπεσθαι . Νόμος τὸν βιασάμενον κόρην διδόναι χιλίας : τοῦ
5944904 ἑτοιμως
ῥηθεῖσι γίνηται καὶ ἡ τοῦ πνεύματος ἀδράνειά τε καὶ διαφόρησις ἑτοίμως διαγινώσκεται . Ἀλλ ' ὁ μὲν περὶ πνεύματος λόγος
οὐκ ἂν ἀσμενίσειε , τὰ μετὰ πόνων τοῖς ἄλλοις εἰργασμένα ἑτοίμως λαμβάνων ; ἀλλ ' ὥσπερ τοῖς ζωγραφεῖν βουλομένοις οὐδὲν
5938390 εὐφραινειν
μὲν τοῖς ἔργοις τῶν ἄλλων , αὐτὸν δὲ μὴ σπεύδειν εὐφραίνειν οἷς ἔχει . ὑμῖν μὲν οὖν ἴσως τοῖς θεωμένοις
οὖν οἴει σύμφωνα ταῦτα ποιεῖν οἷς περὶ ζῶσαν ἔπραττες , εὐφραίνειν γὰρ δὴ καὶ νῦν ὥσπερ καὶ τότε : δοκεῖς
5935761 σαυτῳ
τοῖς ἔργοις ἂν μάλιστα διάγοις ἀφ ' ὧν δύνασαι πορίσαι σαυτῷ βίον . τοῦ κε κορεσσάμενος : ὅταν , φησίν
πολλῶν ὧν εἶχεν ἔχοντος : ᾧ καὶ τῶν σαυτοῦ διδοὺς σαυτῷ τοῦτ ' ἂν ἐποίεις : δεῖ γὰρ ἐν ταῖς
5931079 συκοφαντειν
ἡγεῖσθε , οὐδὲν ἧττον καὶ τοὺς περὶ τούτων λόγους ποιουμένους συκοφαντεῖν νομίζετε . ὅθεν οὖν ἠνάγκασμαι κατηγορεῖν αὐτῶν , περὶ
ἐπιτροπῆς οὐχ ἓν τίμημα συνθείς , ὥσπερ ἂν εἴ τις συκοφαντεῖν ἐπιχειρῶν , ἀλλ ' ἕκαστον ἐγγράψας καὶ πόθεν λαβὼν
5928123 καμνειν
καὶ ἀπορίᾳ συγκατακλείσας τριβώνιον περιβαλῶ , μετὰ δὲ πονεῖν καὶ κάμνειν καταναγκάσω χαμαὶ καθεύδοντα καὶ ὕδωρ πίνοντα καὶ ὧν ἔτυχεν
καλῶς αὐτῇ ἐκέχρητο . κβʹ . Τὰς ἀφορμὰς ὁκόθεν ἤρξαντο κάμνειν , σκεπτέον εἴτε κεφαλῆς ὀδύνη εἴτε ὠτὸς εἴτε πλευροῦ
5920898 ἐπιορκειν
δὲ καὶ οὐκ ἐπ ' ἀγαθῷ κλέπτειν , ἁρπάζειν , ἐπιορκεῖν , ψεύδεσθαι ἢ ὅλως ἄδικόν τι πράττειν . ἐν
. . . Κλεάνθης ἔφη τὸν ὀμνύοντα ἤτοι εὐορκεῖν ἢ ἐπιορκεῖν , καθ ' ὃν ὄμνυσι χρόνον . ἐὰν μὲν
5918583 ἀκουοντας
ἠθικὰ καὶ ἀφελῆ τὰ τῶν ὅρκων . καὶ εἰ τοὺς ἀκούοντας δὲ ὁρκίζοι ἢ τὸν ἀντίδικον , ὡσαύτως : οὐ
ἃ πολιτείαν ὑπάρχειν ἑκατέροις παρ ' ἑκατέροις . καθόλου δὲ ἀκούοντας τὴν Ἀριστοτέλους ἐξήγησιν περὶ τῆς ἀποικίας θαυμάζειν τὴν ἰταμότητα
5915992 ἀλγειν
ποδαλγής . τάχα δ ' ἂν τοῖς ἰατρικοῖς προσήκοι τὸ ἀλγεῖν , ἀλγεινόν ἐπαλγές , ὀδυνᾶσθαι ὀδυνηρόν ἐπώδυνον , ἀφ
τόπῳ , πῶ δὲ τὴν ἐκ τόπου . πονεῖν καὶ ἀλγεῖν διαφέρει . πονεῖν μὲν γάρ ἐστι τὸ ἐνεργεῖν ,
5912601 παραινων
παραβαίνειν μείζονα κωλύσωσιν : ὁ δὲ Ἡσίοδος νίπτεσθαι τὰς χεῖρας παραινῶν πρὸ τοῦ σπένδειν ἐνδείκνυται τὸν περὶ τοῦτο μὴ πεισόμενον
ἐν Ἅιδου γενέσθαι τὴν Δήμητρος μνηστευσόμενον κόρην , ἐπειδὴ πολλὰ παραινῶν οὐκ ἠδυνήθη ταύτης αὐτὸν τῆς πείρας ἀποσχέσθαι καταπεῖσαι ,
5911391 ἀτυχειν
Ἄπολλον , ἀλλὰ σκαιὸν οὐ μετρίως λέγεις , μετὰ μαρτύρων ἀτυχεῖν , παρὸν λεληθέναι . δυσπαρακολούθητόν τι πρᾶγμ ' ἐστὶν
ζῆν , οὐ βούλεται . . . τὸ δ ' ἀτυχεῖν ἢ τὸ μὴ θεὸς δίδωσιν , οὐ τρόπου δ
5904702 ἀμετρως
γὰρ ἐπαχθῆ καὶ χαλεπά , ἔμαθες γὰρ ἀπὸ τυραννικῶν τραπεζῶν ἀμέτρως ἐμφορεῖσθαι καὶ γαστρὶ προβάτων , ἀλλὰ μὴ ψυχῆς ἀρετῇ
ἄρχοντας . ἐφίσταντο γὰρ ἄρχοντες τοῖς συσσιτίοις , ἵνα μὴ ἀμέτρως διαιτώμενοι περὶ τὸν πόλεμον ἀργότεροι γίγνωνται . ἀκήρυκτον .
5891856 νουθετων
αὐτῶν οὐ τὸ νουθετεῖν , ἀλλ ' ἅπερ ἂν ἄλλον νουθετῶν εἴποι τις , φαίνεσθαι ταῦτα αὐτὸν δρῶντα διὰ βίου
τὴν αὐτὴν γνώμην , ὅς γε πολλάκις περὶ τούτων αὐτὸς νουθετῶν με διδάσκεις . ἀλλ ' εἰ καὶ σὺ μή
5888501 διακεισθαι
κατὰ δύναμιν φυσικὴν ἢ ἀδυναμίαν λέγονται . οὐ γὰρ τῷ διακεῖσθαί πως ἕκαστον τῶν τοιούτων λέγεται , ἀλλὰ τῷ δύναμιν
πῶς αἱ δυνάμεις ; Ἢ καὶ ὁ φύσει πυκτικὸς τῷ διακεῖσθαί πως ἔχει τοῦτο , καὶ ὁ ἀδύνατος πρός τι
5870956 ὀκνει
ἰδών , ἡμᾶς δὲ οὐκ εἰδὼς ὅ τι πράττομεν , ὀκνεῖ περί τε ἡμῶν καὶ περὶ αὑτοῦ : ἐπειδὰν δὲ
] ἕνεκα . Ἀπολοφυρομένη λέγει τοῦτο ἐν τῶι εἰσιέναι : ὀκνεῖ γὰρ εἰσελθεῖν ὥς τι δεινὸν ὁρῶσα . Διὰ τί
5857453 ἀγνωμονως
: καὶ τὰ ἐπιρρήματα ἀχαρίστως , ἀναισθήτως , ἀδίκως , ἀγνωμόνως , ἐπιλησμόνως . τὸ δὲ δίκαιον εἶναι περὶ τοὺς
οἵους δεῖ καὶ τῆι πόλει καὶ τοῖς φίλοις , ἐνδεχόμενον ἀγνωμόνως χρῆσθαι τούτοις , οὓς ἐπηνόρθωσαν , οὐδ ' ἀγνώμονας
5848338 χρηστην
οἱ ἀρχαῖοι Ἀττικοὶ τὴν ἐκ τῶν τριχῶν περιθετὴν κόμην , χρηστὴν οὐ μόνον γυναιξίν , ἀλλὰ καὶ γυναικιζομένοις ἀνδράσιν ,
παρ ' ὑμῶν τῇ πόλει συμβαίνοντος μηδενὸς , εἶτα τὴν χρηστὴν ἔριν καὶ μάχην ἀφεὶς παρ ' ἡμῶν ἐξαιτεῖσθαι τοῦτον
5843305 νουθετησαι
. ἡ δὲ ἦν πλημμελοῦντά τι περὶ τοὺς ἄρτους ἐκεῖνον νουθετῆσαι . ἐγὼ δὲ εἶχον μὲν ἄν τι καὶ περὶ
βίον . ἔγνω οὖν τὰς ἄλλας ἀλώπεκας τοῦτ ' αὐτὸ νουθετῆσαι , ὡς ἂν τῷ κοινῷ πάθει τὸ ἴδιον συγκαλύψειεν
5842342 δυνησεσθαι
μεγέθει τῆς πόλεως νομίζησθε καὶ τῷ πολλὰ τῶν ὄντων ἀπολαβεῖν δυνήσεσθαι : πῶς οὐχὶ διὰ ταῦτα ἐπιμελοῦς καὶ περιεσκεμμένης γνώμης
κατὰ τὴν Ἑλλάδα . ἤλπιζεν οὖν τούτου προσγενομένου τοῖς Ἀθηναίοις δυνήσεσθαι τὴν πόλιν ἀντιποιήσασθαι τῆς κατὰ θάλατταν ἡγεμονίας : τριήρεις
5840974 ψεγειν
. οἶσθα γάρ , ὡς οἱ τὴν ῥώμην οὐ τολμῶντες ψέγειν ἐκεῖνο πειρῶνται δάκνειν , ἀλλὰ σύ γε αὐτοὺς ἀφώνους
τοῖς οὖσι . τοῦ αὐτοῦ τοίνυν ἂν εἴη τὸ μηδὲ ψέγειν ἃ δίκαιον ἐπαινεῖν , ἵνα μή σε τὸ πρᾶγμα
5839940 πανουργως
ἄλλως δεικνύειν , οὐ κατά τινα ἁπλοῦν τρόπον , ἀλλὰ πανούργως . ἰδεῖν δὲ ψηφοπαικτοῦντά τινα , παραλογισθέντα καὶ ἐξαπατηθέντα
Γ κομψευριπικῶς : πανούργως ὡς ὁ Εὐριπίδης . κομψευριπικῶς ] πανούργως . Γ κομψευριπιδικῶς : ἀντὶ τοῦ εὐριπιδικῶς , δεινῶς
5832308 δυσχεραινοντας
. Ἀχαιὸς δ ' ἐν Αἴθωνι σατυρικῷ τοὺς σατύρους ποιεῖ δυσχεραίνοντας ἐπὶ τῷ ὑδαρῆ πίνειν καὶ λέγοντας : μῶν Ἁχελῷος
Αὐτὸ τοίνυν τὸ πλῆθος τῶν ἐπιδείξεων , ἐπειδή τινας ᾐσθόμην δυσχεραίνοντας , ᾤμην δέ γε αὐτοῖς ὁ ἠλίθιος χαρίζεσθαι τῇ
5831856 θαρραλεον
, ἅ ἐστι μὲν ἀμφότερα τοῦ ἀνδρείου , καὶ τὸ θαρραλέον καὶ τὸ ἄφοβον , ἀλλὰ μᾶλλον εἰδοποιεῖται ὁ ἀνδρεῖος
παθημάτων προσδόκημα τὸ μὲν πρὸ τῶν ἡδέων ἐλπιζόμενον ἡδὺ καὶ θαρραλέον , τὸ δὲ πρὸ τῶν λυπηρῶν φοβερὸν καὶ ἀλγεινόν
5831396 λανθανειν
τὴν ἐν τῷ πάσχειν συναίσθησιν καὶ τὸ παρακολουθεῖν καὶ μὴ λανθάνειν ἑαυτὸ ἀλλοιούμενον καὶ τρεπόμενον , ὡς ἐπὶ τῆς λογικῆς
, ἦ δ ' ὅς . Πῇ δ ' ἀδικοῦντα λανθάνειν καὶ μὴ διδόναι δίκην λυσιτελεῖν ; ἢ οὐχὶ ὁ
5823679 ἀναιδως
ἑαυτὸν ἀκριβῶς ὁρᾶν , ἀλλ ' , ἐάν τις αὐτὸν ἀναιδῶς ἐγχειρῇ θεάσασθαι , τὴν ὄψιν ἀφαιρεῖται . καὶ τοὺς
. κυνηγεττεῖν : διὰ δυοῖν ττ λέγουσιν . κυνοφθαλμίζεται : ἀναιδῶς καὶ ἰταμῶς ὁρᾷ , τρόπον ματρύλλου . κέρκῳ σαίνειν
5805015 ἐξαπατησαι
φλυαρεῖν ἢ παρ ' ἃ νομίζω βέλτιστα προέσθαι τισὶν ὑμᾶς ἐξαπατῆσαι . Ἀξιόπιστον δὲ καὶ ὅ τι ἂν ἄλλος εἴποι
οὐ δικαίως τῶν Νικοστράτου ἐφίενται , ἀλλὰ βούλονται μὲν ὑμᾶς ἐξαπατῆσαι , τουτουσὶ δὲ συγγενεῖς ὄντας ἐκείνου , ἃ οἱ
5800860 ὠφελησαι
νομοθέτῃμηδεὶς τοῦτ ' εὖ φρονῶν ὑπονοήσειεν , ἀλλὰ πραγμάτων ψυχὴν ὠφελῆσαι δυναμέ - νων διὰ συμβόλων ἀνάπτυξις . τὰ δ
εὔχεσθαι μὲν ταῦτα τὰ ἁπλῶς ἀγαθὰ καὶ αὐτοὺς ἀγαθῦναι καὶ ὠφελῆσαι καὶ μὴ χείρους ποιῆσαι , αἱρέσεως δὲ προκει -
5799704 ἀνηκεστα
φαρμάκου τὴν νόσον , ὡς τά γε πολλὰ τῶν τοιούτων ἀνήκεστα ἐγένετο συνηθείᾳ καὶ χρόνῳ , πάνυ ῥᾳδίως ἂν ἐξαιρεθέντα
καὶ ὠμότητα ἐξέχῃ λέγειν πόθῳ τοῦ τὸν ἀδικήσαντα πολλὰ καὶ ἀνήκεστα ποιῆσαι κακά , ὡς ἤδη τινὲς ἀδικηθέντες ὑπό τινων
5795253 λοιδορεισθαι
, χείρων ἐστὶν ἑτέρου καὶ δεῖ τοῦτο προφέρειν αὐτῷ καὶ λοιδορεῖσθαι : βαφεὺς δὲ ἢ σκυτοτόμος ἢ τέκτων ἐάν ,
πῶς ὁ τιμοκρατικὸς γίνεται ἀνήρ . ὑμνεῖν . μέμφεσθαι , λοιδορεῖσθαι , κατ ' εὐφημισμόν : σημαίνει δὲ καὶ ὀδύρεσθαι
5782679 λοιδορειν
κόρον οὐκ ἔχειν διαβολῆς : φύσει γὰρ ἅπασαι ῥᾳδίως ἄρχονται λοιδορεῖν καὶ λοιδοροῦσαι πέρας οὐκ ἴσασιν . οὐ μὴν τὰς
καὶ κολούειν φαμέν . βοᾶν ] ἀντιφθέγγεσθαι , ἀντιλέγειν . λοιδορεῖν ] ἤγουν καὶ λοιδορεῖν καὶ λοιδορεῖσθαι . οὑτοιΐ :
5779102 σφαλλειν
νομίζοντες τὸ μὴ ὑπερπίνειν ἧττον ἂν καὶ σώματα καὶ γνώμας σφάλλειν : νῦν δὲ τὸ μὲν μὴ εἰσφέρεσθαι ἔτι αὖ
πλείστους δὴ βλάψασαν καταφρόνησιν κεχωρήκατε , ἣ ἐκ τοῦ πολλοὺς σφάλλειν τὸ ἐναντίον ὄνομα ἀφροσύνη μετωνόμασται . τὰ μὲν οὖν
5775804 ἡδεσθαι
ἡ ἡδονή . καὶ γὰρ οὐδεὶς ἂν ἕλοιτο νοῦν ἔχων ἥδεσθαι διὰ βίου τὴν τῶν παιδίων ἡδονὴν διανοούμενος καὶ χαίρων
μηδ ' ὅλως ἥδεσθαι ψεκτόν ἐστι , τὸ δὲ ὑπερβολικῶς ἥδεσθαι καὶ πίνειν καὶ ἐσθίειν καὶ πλουτεῖν περιττόν ἐστι καὶ
5775576 διαβαλλειν
τε καὶ χαριουμένους ἑτέρωσε πεμψάσης : οἷς ἐλυσιτέλει μὴ τἀμὰ διαβάλλειν : ὁ δὲ αὑτὸν μὲν ἔνδον οὐδενὸς ἐπαινοῦντος ἐπῄνει
. Γ περὶ σαυτοῦ ] περὶ τοῦ Δήμου . Γ διαβάλλειν ] ἤγουν διαβολῇ χρῆσθαι . Γ πεποιηκότα ] καὶ
5768850 πεπονθοτας
, οἷον ἀπαιτοῦσιν αἱ συμφοραί . μὴ βιαζόμενος τοὺς κακῶς πεπονθότας , ἀλλ ' ὑπερχόμενος ἀξίου σώζεσθαι . γενέσθω σοι
γνώμῃ ὠμότατος , μὴ ἐλεῶν τοὺς πολλὰς καὶ μεγίστας συμφορὰς πεπονθότας , μάλιστα δὲ ὁ τῶν Ἀθηναίων δῆμος πεφυκὼς πρὸς
5766414 λυπει
Μαραθῶνι τρόπαιον ἐγείρας , καὶ Ἀριστείδης ὁ δίκαιος ἐξωστρακίζετο . λυπεῖ δέ με οὐχ ἥκιστα πρὸς τοῖς ἄλλοις καὶ ἡ
ἐπὶ τὸ βέλτιον [ ἢ ] μεταφέρηται , διὰ ξενοπάθειαν λυπεῖ τὸν ὄγκον : οὐκ ἐπιγινώσκεται γὰρ τὸ μὴ προμελετηθέν
5762157 ἐλευθερως
δ ' ἁπλῶς , ἀκάκως , ἀπλάστως , ἐκφανῶς , ἐλευθέρως , εὐθυρρημόνως , εὐήθως . τάττοιτο δ ' ἂν
ἐστὶν ἐντιμότερος . ἐλευθέρως δὲ . . . : [ ἐλευθέρως ] φησὶν πολιτευόμεθα [ ] [ ἔν τε τοῖς
5754361 ἐᾳς
γίγνει μετὰ τῶν βαρβάρων καὶ τοὺς μὲν ἐκ τοῦ ἄστεος ἐᾷς προσελαύνειν , αὐτὸς δὲ ἀπὸ τοῦ Σιγείου προσβαλὼν ἐν
, οὐδ ' ἐνθυμηθῆναι περὶ τῶν πονηρῶν λημμάτων τὸ νῦν ἐᾷς , πρόσαγε μέντοι ταῖς διαβολαῖς , ὦ βασιλεῦ ,
5751819 χρηστας
γυναικῶν , φθείροντας δὲ καὶ τὰς ἐπὶ τέκνων σπορᾷ γνησίων χρηστὰς ἐλπίδας : ὁ γὰρ τὰς ἐν ἀλόγοις ζῴοις ἑτερογενῶν
οὖν : ὑγείας μέρος μέγιστον , φησίν , ὀσμὰς ἐγκεφάλῳ χρηστὰς ποιεῖν . καὶ ὁ ἀνδρειότατος δὲ καὶ πολεμικὸς Ἀλκαῖος
5739279 συνετως
Ἀρίστων Κεῖος , Εὐφρόνιος Παιανιεύς . “ Οὕτω μέντοι αὐτῷ συνετῶς τὰ πάντα πράττοντι τά τε περὶ παιδείαν καὶ πάντας
τὸ νομίζει γίγνεσθαι . τορῶς . τομῶς , ἐντρεχῶς , συνετῶς . ἀναβάλλεσθαι . ἀντὶ τοῦ προοιμιάζεσθαι . τῶν γὰρ
5739199 λεπτυνειν
πράως : δύναται δὲ καθαρὸν καὶ εὔχρουν ἀποτελεῖν τὸ σῶμα λεπτύνειν τε τὰς τρίχας καὶ ἀλφοὺς καὶ λέπρας σμήχειν :
μεταβάλλουσι καὶ θερμὸν χυμὸν , ὁμοίως δὲ καὶ τὸν φλεγματώδη λεπτύνειν διά τε τροφῆς καὶ φαρμάκων . οὕτω γὰρ πραττόντων
5738574 ἀδοξειν
εἰπὲ γάρ μοι τί μάλιστ ' ἂν εὔξαιο ; οὐκ ἀδοξεῖν ἐκεῖνον καὶ κακῶς ἀκούειν καὶ μῖσος ἔχειν ἐν τῷ
καὶ παρὰ τὰς κοινὰς συνθήκας μὴ καταδουλοῦσθαι τοὺς Ἕλληνας : ἀδοξεῖν γὰρ ἀπεφήνατο τὴν Σπάρτην τοῖς μὲν Πέρσαις ἐκδότους πεποιημένην
5729107 ἀνωφελει
ταῖς νήσοις : οἱ Σκιωναῖοι σφῶν : τῶν Ἀθηναίων . ἀνωφελεῖ : λείπει , ἐν θαλάττῃ ὕστερον : ἤγουν μετὰ
καὶ διανοίγων . θ ματαίᾳ ] ψευδεῖ . ματαίᾳ ] ἀνωφελεῖ . θ ματαίᾳ ] ἀνωφελεῖ , ψευδεῖ : οὐ
5726764 ἀναγκαζοντος
δίκαια βοηθεῖν μοι , καὶ κελεύητε αὐτούς , μᾶλλον δὲ ἀναγκάζοντος ἐμοῦ συναναγκάζητε , ἤτοι μαρτυρεῖν ἢ ἐξόμνυσθαι , καὶ
ἐκεῖ τῶν παππῴων μοι οὔτ ' αὐτὸς ἠξίουν ἀπολαβεῖν οὔτε ἀναγκάζοντος ἐδεξάμην . Ἀριστοφάνει δὲ καὶ τὸ δοθὲν ἐκεῖνο τὸ
5726597 ἀηδως
καὶ περιδέραια ταῖς μὲν ἐν μετρίῳ τῷ κάλλει γυναιξὶν οὐκ ἀηδῶς προσανθοῦσι καὶ νὴ Δί ' ὥρας τι ἐς αὐτὰς
θεῶν εὐμενῶν ἐκεῖνος , ὃς οὔτε ἔφυγε τὴν χάριν οὔτε ἀηδῶς ἔδωκε . νῦν δ ' ἤδη καὶ πρὸς Εὐθάλιον
5723742 ἐπαινουμενους
ἀπότομον καὶ τὴν τῆς ἀληθείας ἀκρίβειαν : θεωρεῖσθαι γοῦν τοὺς ἐπαινουμένους ἐν τῷ κρίνειν πολλάκις ἢ δι ' ἀπάτην ἢ
ἐν νόμῳ τοῖς ἐπαίνοις ὂν ἐκ τῶν πατρίδων ἐπικοσμεῖν τοὺς ἐπαινουμένους . Ἰσοκράτης δὲ παρεμπόρευμα τῆς Ἑλένης φέρων ἐνέθηκε τὸν
5721539 μισειν
; Ἀνόνητα δὴ πονῶν οὐκ οἴει ἀναγκασθήσεται τελευτῶν αὑτόν τε μισεῖν καὶ τὴν τοιαύτην πρᾶξιν ; Πῶς δ ' οὔ
, ἔτι δὲ δήπου χαρὰ καὶ τὸ φιλεῖν τε καὶ μισεῖν καὶ ἕτερά που πλεῖστα μετὰ σώματός εἰσιν : ἅμα
5719048 πλανᾳ
; Τῷ κυβερνήτῃ . Οὐκ ἄρα περὶ ἃ μὴ οἶσθα πλανᾷ , ἄνπερ εἰδῇς ὅτι οὐκ οἶσθα ; Οὐκ ἔοικα
ῥα Διωνύσου ἀριθμοπότας ἐπέκοπτε . τὸ δὲ καὶ τὰς ὄψεις πλανᾷ , ὡς ἔδειξεν Ἀνάχαρσις δι ' ὧν ἔδειξεν ὅτι
5716324 ἐπαγγελλομενους
πλέον λυπεῖ τοὺς πολεμίους . Οὐ δεῖ ὁπλίζειν τοὺς συμμαχεῖν ἐπαγγελλομένους διὰ τὸ ἄδηλον τῆς γνώμης αὐτῶν . Μετὰ νίκην
ὁ μῦθος [ δηλοῖ ] πρὸς ἀνθρώπους τοὺς χρηστὰ μὲν ἐπαγγελλομένους , δι ' ἔργων δὲ φαύλοις χρωμένους . ἀλώπηξ
5710150 διαστρεφεσθαι
' ὑπερβολὴν δειλῶν . ῥικνοῦσθαι : τὸ διέλκεσθαι καὶ παντοδαπῶς διαστρέφεσθαι κατ ' εἶδος : λέγεται δὲ καὶ [ ῥικνοῦσθαι
ἢ παρ ' ἀτροφίαν ἢ παρὰ καχεξίαν ἢ παρὰ τὸ διαστρέφεσθαι τὸν σχηματισμὸν ἢ διὰ παρασπασμόν . Διοκλῆς ἀγόνους τοὺς
5710118 μισεισθαι
τῶν οἰκείων καὶ ὧν εἰκὸς ἦν ἀπολαύειν τῆς προνοίας , μισεῖσθαι . ἀλλ ' ὥσπερ πολλῷ δεινότερον ὑπὸ τοῦ πατρὸς
εἰπεῖν ἔχοι . περιῆν γὰρ τοῖς μὲν ἐξ ὧν περιειργάζοντο μισεῖσθαι , ἡμῖν δ ' ἐξ ὧν ἐπηγγελλόμεθα . τίνος
5699456 μωριαν
παύειν ἐπιχειρεῖ βιαίως μόχθον ] πόνον μάταιον ὁρῶ εὐηθίαν ] μωρίαν . ἐπίθετον δὲ ταύτης τὸ κουφόνουν † τὸ εὐηθίαν
εἰ δοκῶ νῦν μῶρα δρῶσα τυγχάνειν , σχεδόν τι μώρῳ μωρίαν ὀφλισκάνω . Δηλοῖ τὸ γέννημ ' ὠμὸν ἐξ ὠμοῦ
5685028 ἐπιτιμαν
, ὦ ἄνδρες Ἀθηναῖοι , χαλεπώτερον ἢ τοῖς αὐτοῖς ἔθεσιν ἐπιτιμᾶν τε καὶ χρῆσθαι τοὺς δημηγοροῦντας . τὸ γὰρ στασιάζειν
ἔφησε νουθεσίας ἕνεκ ' αὐτοὺς λέγεσθαι : τεθνεῶσι δ ' ἐπιτιμᾶν τίς ὁ καιρός ; ὅπου γὰρ εἰ καὶ ζῶντας
5684160 λαλουντας
πυκτεύοντας οὐδὲ παλαίοντας , ἀλλ ' ὠνουμένους καὶ βαδίζοντας καὶ λαλοῦντας καὶ μαχομένους : ποτὲ μὲν τούτοις ἅπασι προσέχων εὖ
μετὰ κεκρυμμένων ξιφιδίων , ἐσδεχθέντας τε διὰ τὴν ἀξίωσιν καὶ λαλοῦντας ὁτιδὴ μηκῦναι τὴν ὁμιλίαν ἐν περιπάτῳ καὶ κτεῖναι περισπάσαντας
5677844 φοβεισθαι
αὐτὰς τοὺς ἵππους οἱ στρατιῶται συνάγοντες συνήθεις ἐποίουν τοῦ μὴ φοβεῖσθαι τὴν ἀγριότητα τῶν θηρίων . τὸ παραπλήσιον δὲ πολλοῖς
παρὰ τὸ α στερητικὸν καὶ τὸ τρεῖν τὸ σημαῖνον τὸ φοβεῖσθαι , οἱονεὶ ὁ ἐστερημένος τοῦ φοβεῖσθαι . Πρόσκειται μὴ

Back