εὖ τὰ δ ' ἔρ . . . οἷς λέγει αἴσχρ ' ἐστὶν αὐτοῦ , τὸ σοφὸν οὐκ αἰνῶ τόδε
οὐχὶ συγκλήισεις στόμα καὶ μὴ μεθήσεις αὖθις αἰσχίστους λόγους ; αἴσχρ ' , ἀλλ ' ἀμείνω τῶν καλῶν τάδ '
6762409 μωρα
ὁ δέ φησι νοῦν αὐτῇ ἐντίθημι . ἀναμνησθεῖσα δὲ ἡ μωρὰ ὅτι καθ ' ἑκάστην ἡ μήτηρ αὐτῆς νοῦν αὐτὴν
Λουκιανὸς τάδ ' ἔγραψα παλαιά τε μωρά τε εἰδώς , μωρὰ γὰρ ἀνθρώποις καὶ τὰ δοκοῦντα σοφά . οὐδὲν ἐν
6488102 πονηρα
δ ' εὐσεβὲς τῆς δυσσεβείας ἀνθελοῦ : πολλοῖσι γὰρ κέρδη πονηρὰ ζημίαν ἠμείψατο . παραινέσαι σοι βούλομαι : τῶν γὰρ
σεμνὴ καὶ πομπική , συνθέσεως τετυχηκυῖα τῆς πρὸς ἡδονήν . πονηρὰ δὲ ἡ πολλὴ τῆς τῶν φωνηέντων φυλακὴ συγκρούσεως καὶ
6485877 ἡδεα
: διὰ τοῦτο καὶ αὐτὰ ἡδέα γίνεται : φύσει δὲ ἡδέα φησὶν ἃ ποιεῖ πρᾶξιν τῆς τοιᾶσδε φύσεως . πρᾶξιν
μάλιστ ' ἂν δηλώσειεν ὅτι ἐπιφανέστατα ὧν ἴσμεν τὰ μὲν ἡδέα καλὰ νομίζουσι , τὰ δὲ ξυμφέροντα δίκαια . καίτοι
6420138 αἰσχρα
τοῖς ἀκούουσι γνώριμα , ἀκίνδυνα δὲ τῷ μαρτυροῦντι καὶ μὴ αἰσχρά , ταῦτα γέγραφα . Ἐὰν μὲν οὖν ἐθελήσῃ ὁ
, εἰ μὲν εἴη καλά , ἐθαύμασαν , εἰ δὲ αἰσχρά , ἐχλεύασαν καὶ τῆς ὑποκρίσεως ἐμίσησαν . λέγωμεν οὖν
6148186 μελοντων
Πηνελόπεια , θάρσει : μή τοι ταῦτα μετὰ φρεσὶ σῇσι μελόντων . οὐκ ἔσθ ' οὗτος ἀνὴρ οὐδ ' ἔσσεται
ἁλώω αὐτοῦ ἐνὶ Τροίῃ : σοὶ δ ' ἐνθάδε πάντα μελόντων : μεμνῆσθαι πατρὸς καὶ μητέρος ἐν μεγάροισιν ὡς νῦν
6124887 ματαια
ἂν γένῃ μάτην φρονῶν . ἡ συκάμινος συκαμίνῳ ῥύπτεται . μάταια τἄλλα παρὰ Κρότωνά γ ' ἄστεα . βαρύς ,
μὴ εὑρεθῶμεν καὶ ψευδόμενοι καὶ ἀδολεσχοῦντες καὶ παρέλκοντά τινα καὶ μάταια λέγοντες . ποῖα δὲ ταῦτα ὑπάρχει , ἤδη μεμαθήκαμεν
6101515 γενναια
ὅσον μοι θυμὸς ἡδονὴν φέρει . Αὕτη γὰρ ἡ λόγοισι γενναία γυνὴ φωνοῦσα τοιάδ ' ἐξονειδίζει κακά : Ὦ δύσθεον
ἀγροῦ μ ' ὁ δεσπότης . προχύτης ταμιεῖον ἀρετῆς ἐστι γενναία γυνή . ἦσαν ἄνθρωποι δὲ πέντε καὶ γυναῖκες τέτταρες
6088611 σοφα
καὶ Ἰνδοὺς καὶ Αἰγυπτίους καὶ τὰ παρ ' ἑκάστοις ἐπαιδεύθη σοφά . εἶτα ἐπανῆλθε καὶ τοῖς ἀδελφοῖς συνῆν Ἡροδότωι καὶ
μαινομένοις συμπεριφέρεται : καὶ δοκήμασιν σοφά : τὰ τῷ δοκεῖν σοφά . λέγει δὲ περὶ Ἀγαμέμνονος διὰ τὸ ταύτης ἐληλυθέναι
6050175 ποιησασι
συνέγνων ? : [ οὐ πᾶσιν Ἀλεξανδρεῦσι ] ἀλλὰ τοῖς ποιήσασι [ ταῦτα ] δεῖ ἐπεξέρχεσθαι [ ] . [
Σκύθαι ἦρχον . Ὑστέρῳ μέντοι χρόνῳ μετεμέλησέ τέ σφι ταῦτα ποιήσασι καὶ ἀπέστησαν ἀπὸ Δαρείου : ἀποστάντες δὲ ὀπίσω κατεστράφησαν
5980421 οὐθετερα
τῆς ΖΚ μεῖζον δύναται τῷ ἀπὸ συμμέτρου ἑαυτῇ , καὶ οὐθετέρα τῶν ΖΘ , ΖΚ σύμμετρός ἐστι τῇ ἐκκειμένῃ ῥητῇ
δύναται τῷ ἀπὸ ἀσυμμέτρου ἑαυτῇ [ μήκει ] , καὶ οὐθετέρα τῶν ΘΖ , ΖΚ σύμμετρός ἐστι τῇ ΖΗ μήκει
5978944 τερπνα
γράφεται μέγα τέρπεται . Κρέα : ὑπάρχουσι , λείπει . τερπνά : ἡδέα . εὐάντητος : ἐπιθυμητὴ , εὐσυνάντητος ,
τόρευσον ἔαρος κύπελλον ἤδη : τὰ πρῶτ ' ἡμῖν τὰ τερπνά ῥόδα φέρουσαν ὥρην . ἀργύρεον δ ' ἁπλώσας ποτὸν
5964034 δειλα
θεῶν μακάρων , ἀλλ ' ἀνδρῶν τε βίη καὶ κέρδεα δειλὰ καὶ ὕβρις πολλῶν ἐξ ἀγαθῶν ἐς κακότητ ' ἔβαλεν
καὶ δὴ κατάχαρμα μὲν ἐχθροῖς , τοῖς δὲ φίλοισι πόνος δειλὰ παθὼν γενόμην . Κύρν ' , οἱ πρόσθ '
5945325 κλαιουσιν
ἴσμεν , αἱ δὲ μηδὲν προσήκουσαι οὕτως σφόδρα κόπτονται καὶ κλαίουσιν , ” ἡ μήτηρ ἔφη : „ μὴ θαύμαζε
τὰ αἰανῆ καὶ σκοτεινὰ καὶ θλίψιν καὶ ἀχλὺν ἐμποιοῦντα τοῖς κλαίουσιν . ἰστέον δὲ ὅτι μακαρίτης ὁ τεθνεὼς , μακάριος
5909569 λυπηρα
ὁ Φειδιππίδης τῷ Στρεψιάδῃ , ὅσα μέλλει ποιῆσαι εἰς αὐτὸν λυπηρά : διὰ τοῦτο γὰρ καὶ τὸ “ ἀχθέσῃ ”
μάτην αἰνουμένης τὸ μὲν πρόσωπον ἡδύ , τἀν δόμοισι δὲ λυπηρά : τίς γὰρ μακάριος , τίς εὐτυχής , ὅστις
5904036 χρηστοισι
. Τὰ ἐν πονηροῖσι σημείοισι κουφίζοντα , καὶ τὰ ἐν χρηστοῖσι μὴ ἐνδιδόντα , δύσκολα . Οἱ ἐφιδροῦντες καὶ μάλιστα
ἀδελφοῦ φόνῳ . Χρηστοῖσι κυσὶ συμφορὰ τὰ δεσποτῶν μᾶλλον ἢ χρηστοῖσι δούλοισιν , ὦ Εὐριπίδη , κακῶς πιτνῶντα καὶ φρενῶν
5901961 διαιτηματα
καὶ τὰς διαίτας , ἔτι τε τὰ ἔθνη καὶ τὰ διαιτήματα , ὡς εἴρηται . συμπεπλεγμένων δὲ ὄντων τῶν χυμῶν
χρόνον τὰς παραινέσιας ποιέεσθαι τοῖσιν ἀνθρώποισι τοιάσδε : τὰ μὲν διαιτήματα μὴ μεταβάλλειν , ὅτι γε οὐκ αἴτιά ἐστι τῆς
5897708 φαυλα
δὲ φυόμενα μὲν ἀναυξῆ δὲ καὶ ἄκαρπα καὶ τὸ ὅλον φαῦλα . περὶ ὧν ἴσως λεκτέον ἐφ ' ὅσον ἔχομεν
ἅπαξ τοῦ ἐνιαυτοῦ ἅμα τοῖς κήτεσι . μαντεύεται δὲ πάντα φαῦλα : καὶ γὰρ ἐπιτηροῦσιν οἱ ἁλιεῖς νύκτα , καθ
5856655 βλαβερα
τε περικόπτοντας καὶ μετατι - θέντας εἰς ὠφέλειαν τὰ δοκοῦντα βλαβερά , μάλιστα μὲν τῶν θείων ἀγαθῶν ἑαυτοὺς ἀξίους παρέχεσθαι
περὶ χρήσεως ἀφροδισίων ἐπιτηρεῖν , εἴτε ἀβλαβῆ αὐτοῖς ἐστιν εἴτε βλαβερά , πολλοὺς γὰρ ἱστορήσαμεν μεγάλως βλαπτομένους ἐπὶ τῇ τῶν
5839379 εὐτυχηματα
' ἀναλγησίαν ἀλλὰ διὰ μεγαλοψυχίαν : τοὐναντίον δὲ τὰ μεγάλα εὐτυχήματα προσγενόμενα τῷ ἀγαθῷ μακαριώτερον , φησί , ποιήσει τὸν
, ἀλλὰ διακένους ὄντας . οὐ ῥᾴδιον φέρειν ἐμμελῶς τὰ εὐτυχήματα οἷον οὔτε πλοῦτον οὔτ ' ἄλλο τι , ὅτι
5816245 εὐφημια
πέπυσμαι , ἀκήκοα , ἔμαθον , ἴδον . . 〚 εὐφημία ῎στω : Εἴσθεσις περιόδου ἀμοιβαίας στίχων λϚʹ . ὧν
. ἤκουσάς που , ὦ παῖ Ἀρίστωνος , καὶ Εὐριπίδου εὐφημία γὰρ παρὰ σπονδαῖσι κάλλιστον . πατρόθεν αὐτὸν καλέσας ὁ
5788247 ἡσσω
ἑαυτῶν προνοητέον , ἵνα ὡς ὅτι ἄριστα διακείμενοι τῷ σώματι ἥσσω φέρωσι τὴν ἐκ τῶν ἀφροδισίων βλάβην , περιπάτοις τε
Ὦ μιαρὸν ἦθος καὶ γυναικὸς ὕστερον . Οὔ τἂν ἕλοις ἥσσω γε τῶν αἰσχρῶν ἐμέ . Ὁ γοῦν λόγος σοι
5771976 ἀλγεινα
ἐπῆλθε : καὶ λεγόμενα ταῦτα λυπηρά εἰσι , καὶ σιωπώμενα ἀλγεινά . . ἐπεὶ τάχιστ ' ἤρξαντο : Ἐπεί ,
δυστυχία ἐπῆλθε : καὶ λεγόμενα ταῦτα λυπηρά εἰσι καὶ σιωπώμενα ἀλγεινά . . ἀλγεινὰ ] λυπηρά . . ἄλγος ]
5769684 πολυτροφα
προειρημένοις καὶ πολυτροφώτερα . λέγεται δέ τινα καὶ ἄγρια ὄστρεα πολύτροφα καὶ βρομώδη καὶ εὐτελῆ τὴν γεῦσιν . Ἀριστοτέλης δὲ
λαλεῖν πόρε Φερσεφόνεια . δεῖπνά μοι ἔννεπε , Μοῦσα , πολύτροφα καὶ μάλα πολλά , ἃ Ξενοκλῆς ῥήτωρ ἐν Ἀθήναις
5760330 μισητα
ἐκεῖ * οὐτιδανοῦ : μικροῦ τοῦ μικροῦ * ἀπεχθέα : μισητά ἐχθρά * βρύγματα : δήγματα * ἔασιν : ὑπάρχουσιν
] φόνου ἀνοσίου διὰ τὴν συγγένειαν . . ἐχθρά ] μισητά . . αἰσχρά ] γρ . ἐχθρά . .
5749122 ἐπαινετα
θειότερόν τι καὶ βέλτιον μακαρίζει . ἐπεὶ τοίνυν τὰ μὲν ἐπαινετὰ διά τι τέλος ἀγαθὸν ἐπαινοῦνται , ἡ δὲ εὐδαιμονία
ἐπί τι τῶν ἀπρεπῶν , ἀλλ ' εἶναι τὰ τέλη ἐπαινετὰ καὶ ἁρμόδια , πρὸς ἃ αἱ ὀρέξεις ἐκτείνονται ,
5743440 εὐλογια
εὐποτμία , εὐθηνία , εὐετηρία , εὐαισθησία , εὐβουλία , εὐλογία , εὐμαθία , εὐφωνία , εὐστοχία , εὐστομία ,
καὶ μέγεθος τῶν καλῶν ἐπίδοσις . τρίτη δ ' ἐστὶν εὐλογία , ἧς ἄνευ βεβαιώσασθαι τὰς προτέρας χάριτας οὐκ ἔστι
5689587 οἰκτρα
πῶς ἐν ἄντρωι παῖδα σὸν λιπεῖν ἔτλης ; πῶς ; οἰκτρὰ πολλὰ στόματος ἐκβαλοῦς ' ἔπη . φεῦ : τλήμων
. ὁ δὲ χαμηλὰ πνέων : ὁ δὲ ταπεινὰ καὶ οἰκτρὰ πνέων , τουτέστιν ὁ εὐτελὴς καὶ πένης ἀφώνως ἠχεῖ
5655696 ἀνανδρια
γενναῖα . ἀγελιδόν : ἠθροισμένως . ἡνωμένως . ἀγεννία : ἀνανδρία , δειλία . ἀγέραστος : ἄτιμος . ἀγέλαιος δὲ
ἢ τελευτῆσαι καλῶς . ἀκολουθεῖ δὲ τῇ δειλίᾳ μαλακία : ἀνανδρία : ἀπόνοια : φιλοψυχία [ : ὕπεστι δέ τις
5655380 κερδεων
ὡς πάρος ἐσθλοῖς αἰνεῖσθαι σπεύδοντι , νενίκηνται δ ' ὑπὸ κερδέων . πᾶς δ ' ὑπὸ κόλπου χεῖρας ἔχων πόθεν
ἀναιδεῖ ἐλπίδι γυῖα , προμαθείας δ ' ἀπόκεινται ῥοαί . κερδέων δὲ χˈρὴ μέτρον θηρευέμεν : ἀπˈροσίκτων δ ' ἐρώτων
5641042 αἰσχη
καὶ ἀκούω ταῦτα ὕψιστα καὶ μέγιστα τῶν κακῶν ὅλων , αἴσχη τε καὶ ὀνείδη καὶ ἀτιμίας ὄντα τοῖς Πέρσαις καὶ
κακά . αἰαῖ , κακῶν ὕψιστα δὴ κλύω τάδε , αἴσχη τε Πέρσαις καὶ λιγέα κωκύματα . ἀτὰρ φράσον μοι
5616175 δευσοποια
ἂν μὴ προθεραπεύσας βάπτῃ , ἔκπλυτα καὶ ἐξίτηλα καὶ οὐ δευσοποιά . τοιοῦτο δὲ κατὰ δύναμιν ἐργάζεσθαι ἡγεῖσθαι χρὴ καὶ
ἂν μὴ προθεραπεύσας βάπτῃ , ἔκπλυτα καὶ ἐξίτηλα καὶ οὐ δευσοποιά . τοιοῦτο δὲ κατὰ δύναμιν ἐργάζεσθαι ἡγεῖσθαι χρὴ καὶ
5613319 ἐσθλου
μὴ τοίνυν τὴν μείζω καρτερίαν ἀσκήσαντες τῆς ἐλάττονος ἀμελήσητε . ἐσθλοῦ γὰρ ἀνδρός , ἡ τραγῳδία φησίν , ἅπαντα φέρειν
ἐμπνεῦσαι δεξιά , ὡς νῦν γε μάλιστα πλησιστίου τε καὶ ἐσθλοῦ ἑταίρου ἀνέμου δεόμεθα , ἵνα , εἰ ἄξιοι φαινοίμεθα
5609842 ἱκανομαι
' ἐθέλῃσθα . * ) [ ἡ διπλῆ ὅτι τὸ ἱκάνομαι ] ἀντὶ τοῦ ἱκάνω : ἡ δὲ λέξις ἀντὶ
ὑπέρβιον ὕβριν ἔχοντες . τοὔνεκα νῦν τὰ σὰ γούναθ ' ἱκάνομαι , αἴ κ ' ἐθέλῃσθα κείνου λυγρὸν ὄλεθρον ἐνισπεῖν
5600757 τοιουτοισιν
σιναρὸν σκέλος . Δι ' οὖν τὴν χρῆσιν ἧσσον τοῖσι τοιούτοισιν ἐκθηλύνονται αἱ σάρκες , ἢ οἷσιν ὀλίγον πρόσθεν εἴρηται
πολλοὶ μὲν γὰρ λέουσι τῶν ἀνδρῶν εἴξασι καὶ Κενταύροις καὶ τοιούτοισιν ἑτέροις , πάμπολλοι δὲ Σατύροις καὶ τοῖς ἀσθενέσι καὶ
5598083 ἁρμοδια
ἐσκεπασμένοις . ἐναίσιμα : καλὰ , δίκαια , ἐπαινετὰ , ἁρμόδια . Ἔνθ ' : τότε . ὑψικόλωνον : ὑψηλὴν
καὶ ἐπὶ πολὺ προσαγομένοις τῇ πληγῇ . Καταπλάσματα δὲ αὐτοῖς ἁρμόδια : βολβοί , πολύγονον , πράσα , πίτυρα ,
5589206 πρασσε
γὰρ τὰ ὑπὸ σοῦ λεγόμενα καὶ πραττόμενα ἑτέροις ἀναθήσεται . πράσσε τὰ μὴ λυποῦντά σε , ἐπὶ δὲ τοῖς συμβαίνουσι
γὰρ τὰ ὑπὸ σοῦ λεγόμενα καὶ πραττόμενα ἑτέροις ἀναθήσεται . πράσσε τὰ μὴ λυποῦντά σε , ἐπὶ δὲ τοῖς συμβαίνουσι
5584637 ἐπιπλησσεο
τοῦδε † ἐπέξιθι : καὶ μετέπειτα δειλὰ μὲν † ῥέξας ἐπιπλήσσεο , χρηστὰ δὲ τέρπου . καὶ τούτους τοὺς στίχους
; τί μοι δέον οὐκ ἐτελέσθη ; αἰσχρὰ μὲν ἐκπρήξας ἐπιπλήσσεο , ἐσθλὰ δὲ τέρπου . ἀλλὰ καὶ οἴκῳ ἔστι
5553866 ἀνοητα
. τοὺς γὰρ τὰ συμφέροντα διδάσκοντας σοφοὺς οἱ δεινοὶ ὡς ἀνόητα φάσκοντας ἐκφαυλίζουσιν , ὡς ὁ τοῦ Ὁμήρου Πάρις ἐξ
δὲ ἀδύνατον συμφόρησιν σωμάτων ζωὴν ἐργάζεσθαι καὶ νοῦν γεννᾶν τὰ ἀνόητα . Καὶ δὴ καὶ οὐχ ὁπωσοῦν κραθέντα ταῦτα φήσουσι
5537416 θυμοϲ
καὶ ὕϲϲωπον καὶ ἡ θύμβρα καὶ ὁ ϲκάνδιξ καὶ ὁ θύμοϲ ἐπιτήδεια καὶ ῥαφανὶϲ ὀλίγη καὶ τάριχοϲ παλαιὸν μετ '
ἑφθοῦ , ἐφ ' ὧν μᾶλλον πνευμάτωϲιϲ ἐνοχλεῖ . καὶ θύμοϲ δὲ λεῖοϲ ϲὺν ἑφθῷ μέλιτι ἀναλαμβάνεται καὶ κυκλάμινοϲ λεῖα
5531443 χαιρετω
ἄγων αὐτήν . Ὅμηρος μέν νυν καὶ τὰ Κύπρια ἔπεα χαιρέτω . Εἰρομένου δέ μεο τοὺς ἱρέας εἰ μάταιον λόγον
δὶς τόσα κτᾶσθαι κακά ; οὐ δῆτ ' ἔγωγε : χαιρέτω βουλεύματα . καίτοι τί πάσχω ; βούλομαι γέλωτ '
5531416 ὀλβια
γυνὴ δὲ μήτηρ ἥδε τῶν κείνου τέκνων . Ἀλλ ' ὀλβία τε καὶ ξὺν ὀλβίοις ἀεὶ γένοιτ ' , ἐκείνου
πλησίον κακοῦ . χαίρουσα καὶ σὺ στεῖχε , παρθέν ' ὀλβία : μακρὰν δὲ λείπεις ῥαιδίως ὁμιλίαν . λύω δὲ
5529702 Ἁπαντα
παλαιῶν . Ἄπαγ ' ἐς κόρακας : ἀρὰ Βοιώτειος . Ἅπαντα τοῖς καλοῖσιν ἀνδράσι πρέπει : δήλη . Ἀπόλογος Ἀλκίνου
ἐχθρὰν οὖσαν ταῖς ἐμπούσαις καὶ τοῖς δαίμοσιν ἢ φάσμασιν . Ἅπαντα δέ σοι ἔθνη λέξω , ὅσα τὴν Ὑρκανίαν ἢ
5526939 δυστυχων
κείμενον . Μακάριόν ἐστιν υἱὸν εὔτακτον τρέφειν . Μηδέποτε σαυτὸν δυστυχῶν ἀπελπίσῃς . Μὴ ' μβαινε δυστυχοῦντι : κοινὴ γὰρ
αἱ δὲ τιμαὶ ἀθάνατοι : εὐτυχῶν μὲν μέτριος ἴσθι , δυστυχῶν δὲ φρόνιμος : φίλοις εὐτυχοῦσι καὶ ἀτυχοῦσι ὁ αὐτὸς
5526815 διδωι
τις ἀνδρὶ θυμωθεὶς φίλωι ἐς ἓν συνελθὼν ὄμματ ' ὄμμασιν διδῶι , ἐφ ' οἷσιν ἥκει , ταῦτα χρὴ μόνον
χρὴ γὰρ οὕτω τῶν ὁμαιμόνων κακὰ συνεκκομίζειν , δύναμιν ἢν διδῶι θεός , θνήισκοντα καὶ κτείνοντα τοὺς ἐναντίους . τοῦ
5519182 φλαυρα
διὰ δὲ τὰς ὑποκειμένας αὐτοῖς ἢ πονηρὰς ἢ ἀγαθὰς ἢ φλαῦρα ἢ ἀγαθὰ δοκεῖ . ὑμεῖς δὲ ταῦτα ἴστε φανερώτερον
. Τῇσιν ἐπιφόροισι κεφαλαλγικὰ , καρώδεα μετὰ βάρεος γινόμενα , φλαῦρα , ἴσως δὲ ταύτῃσι καὶ σπασμῶδές τι παθεῖν ὀφείλει
5515686 κομψα
τίς ὄρεα βαθύκομα τάδ ' ἐπέσυτο βροτῶν ; ῥήματά τε κομψὰ καὶ παίγνι ' ἐπιδεικνύναι πάντ ' ἀπ ' ἀκροφυσίων
ἢ ὅτι ἐγὼ ἔχω πολλὰς κριθὰς καὶ χόρτον ἢ ὅτι κομψὰ περιτραχήλια ; εἰ οὖν ταῦτά σου λέγοντος εἶπον ὅτι
5514371 παθεα
καὶ τοῦτο ἐξ Ἀνδρομέδας . ἀπὸ κοινοῦ λάβωμεν πέπονθα ἄνομα πάθεα . καὶ ταῦτα ἐξ Ἀνδρομέδας . δεομένη τοῦ βαρβάρου
τῷ λόγῳ ταύταν τὰν αἴσθασίν φαντι εἶμεν . ὁκόσα δὲ πάθεα τῶν σωμάτων ὀνυμαίνεται , ποτὶ τὰν ἁφὰν κλῄζεται ,
5514188 ἐσθιε
καὶ ἀφετῆρος τῆς μολόχης ὡρμημένος . οὐ μόνον οὖν μὴ ἔσθιε μηδὲ ἀφάνιζε τὰς τοιαύτας παρατηρήσεις , ἀλλὰ καὶ αὖξε
νῷν . Τί δὲ δὴ ' γώ ; Τὴν Σίβυλλαν ἔσθιε . Οὔτοι μὰ τὴν Γῆν ταῦτα κατέδεσθον μόνω ,
5506856 ἀλαστα
ἀνθρώποις λαθεῖν δυνάμενον . καὶ δαίμων τις καλεῖται ἐπεξιὼν τοὺς ἄλαστα εἰργασμένους καὶ αὐτὸς ὁ πράξας τι τοιοῦτον , μάλιστα
ἐς Κρότωνα , ἐνθάδε εἰρηνεῖς . οἱ δὲ Αἰακέος παῖδες ἄλαστα κακὰ ἔρδουσι καὶ Μιλησίους οὐκ ἐπιλείπουσι αἰσυμνῆται . δεινὸς
5504227 μενοινᾳς
. σοὶ δ ' ὁδὸς οὐκέτι δηρὸν ἀπέσσεται ἣν σὺ μενοινᾷς : τοῖος γάρ τοι ἑταῖρος ἐγὼ πατρώϊός εἰμι ,
. Ἵλαοι : γράφεται ἵλαο . ἵλαθι : συγχώρησον . μενοινᾷς : προθυμεῖς . Ἄμμες : ἡμεῖς . Τριετῇσι :
5502530 Ναννακου
τοῦ γραμματιστέωκαὶ τοιηκὰς ἠ πικρή τὸν μισθὸν αἰτεῖ κἢν τὰ Ναννάκου κλαύσω οὐκ ἂν ταχέως λήξειε : τήν γε μὴν
ἱκέτευεν . Ἡρώδης δὲ ὁ ἰαμβοποιὸς φησὶν : Ἵνα τὰ Ναννάκου κλαύσῃ . Τὰ τρία τῶν εἰς τὸν θάνατον :
5501760 ἡσσων
] . [ ἀργοῦντι θυμῶι ] ῥαιδίως φέρεις τάδε , ἥσσων δὲ δούλου Φρυξὶν ] ἐμφανὴς ἔσηι . [ ]
μετανάστας : ἠματίῃ γενέθλῃ δ ' ὀλοώτατος ἔπλετο πάντων , ἥσσων δ ' ἑσπέριος γεγαὼς ἀδρανέστερα ῥέζει . Ἀφρογενὴς δὲ
5501587 μεμηλε
, ἀνδρὶ δὲ Ὧι λαοί τ ' ἐπιτετράφαται καὶ τόσσα μέμηλε , καὶ ᾧ πᾶσαν μὲν γῆν , πᾶσαν δὲ
. . . ἡ δ ' ἑτέρη χειμῶνι καὶ Αἰγοκερῆι μέμηλε : τέτρασι γὰρ μοίρῃσι βροτῶν διαμείβεται αἰὼν ἃς κεῖναι
5496508 λελειπται
εἶπεν , ὅτι νῦν τὰ μὲν ἄλλα σχεδὸν ἀποβεβλήκαμεν , λέλειπται δ ' ἡμῖν ἥ τ ' ἀρετὴ καὶ τὰ
δέρριν ἠμφιεσμένη ἐκ τῶν ἀγρῶν ἥκουσιν ἐβλαστηκότες . οὐ γὰρ λέλειπται τῶν ἐμῶν οὐδ ' ἔγκαφος . ὡς οἴχεται μὲν
5484916 σχετλια
προστιθέασι τὸ κακόν . οὐκ ἀρετᾷ κακὰ ἔργα καὶ : σχέτλια ἔργα . * πλούτῳ δ ' ἀρετή : μηδεὶς
ἄρουρα . οἷς δ ' ὕβρις τε μέμηλε κακὴ καὶ σχέτλια ἔργα , τοῖς δὲ δίκην Κρονίδης τεκμαίρεται εὐρύοπα Ζεύς
5474983 ἐσθλην
ἀφύσσων : πλήσας * οἴνης : μετά . περὶ ἀλκιβίου ἐσθλὴν δ ' ἀλκιβίου : ἀντὶ τοῦ θεραπευτικήν . ἀλκίβιος
, πάμπαν θ ' ἡλικίῃσι νέαις ἢ πάγχυ γεραιαῖς . ἐσθλὴν δ ' αὖ φιλότητα γάμου πίστιν τε γυναικῶν ἀχράντοιο
5471572 εὐχυμα
δέ ἐστιν ὁ τῆς πτισάνης χυλός : ἐδέσματα δὲ αὐτοῖς εὔχυμά τε καὶ δύσφθαρτα δοτέον , φεύγειν δὲ τὰ λεπτύνοντα
ἰστέον καὶ τοῦτο ἔδεσμα τῶν ἐμπλαττομένων ὑπάρχον . ὥσπερ γὰρ εὔχυμά τε καὶ τρόφιμα πάντα ἐστὶ τὰ τοιαῦτα τῶν ἐδεσμάτων
5468881 πονει
τοι αὐτὴ μὲν οὐδέν , ἡνίκ ' ἂν λέγῃ , πονεῖ , ὅταν δ ' ἁμάρτῃ , πολλὰ προσβάλλει κακά
[ ] τὴν [ ] μέλιτταν , ὡϲ [ οὐδὲν πονεῖ ] ἔξωθεν , ἀλλ ' [ ἐϲ ] ταὐτὸ
5460573 ἀλγεα
ἐνὶ μεγάροις Φυλάκοιο δεσμῷ ἐν ἀργαλέῳ δέδετο , κρατέρ ' ἄλγεα πάσχων εἵνεκα Νηλῆος κούρης ἄτης τε βαρείης , τήν
Τρῶας καὶ ἐϋκνήμιδας Ἀχαιοὺς τοιῇδ ' ἀμφὶ γυναικὶ πολὺν χρόνον ἄλγεα πάσχειν , ὥσπερ τὸ αὐτὸ ποιοῦν εἰκόνα τε Ἑλένης
5457001 ποριζει
μᾶλλον ψεκτός , ὁ δὲ ἀργυρίου χάριν ἢ ὅσα ἀργύριον πορίζει , ἀσχημονέστερος καὶ κάκιστος τῶν ἀλαζονευομένων . πάντες γὰρ
σοι , εἰδὼς ὅτι καὶ τῷ κυνὶ ἡ οὐρὰ ἄρτον πορίζει , τὸ δὲ στόμα πληγάς . ἐπὶ σωφροσύνῃ μεγαλοφρόνει
5455134 εὐπεπτοϲ
ἢ λίμναιϲ οὐδ ' ἡδὺϲ ὁμοίωϲ οὔτε εὔχυμοϲ οὔτ ' εὔπεπτοϲ . εἰ δὲ καὶ μοχθηρὸν τὸ ὕδωρ εἴη ,
ἢ τοῖϲι ἄλλοιϲι . τροφὴ ἀνὰ πᾶϲαν ἡμέρην κούφη , εὔπεπτοϲ , τὰ πολλὰ ϲιτώδηϲ : ἔϲτω δὲ καὶ ἡδεῖα
5455037 δεδοιχ
νενικήκαμεν , ἂν δ ' ἅ τινες κελεύουσι προαχθῆτε , δέδοιχ ' ὅπως μή τι καὶ παράλογον εἰπεῖν ἁρμόσῃ .
μόνον , ἀλλὰ μὴ μαθεῖν τῆς ὠφελείας τὴν φύσιν : δέδοιχ ' ὅπως : ἐπειδὴ μεσότης ἐστὶ καὶ ὑπερβολὴ καὶ
5454324 Θαρσει
. Καὶ μὴν ἴση νῷν ἐστιν ἡ ' ξαμαρτία . Θάρσει : σὺ μὲν ζῇς , ἡ δ ' ἐμὴ
Φῆ μέγα κωκύουσα : πάις δέ μιν ἀντίον ηὔδα : Θάρσει , μῆτερ ἐμεῖο , κακὴν δ ' ἀποπέμπεο φήμην
5447128 τερπεο
ἐν μεγάροισιν ἀάσπετα κωκύουσαν εἵνεκα Τυνδαρίδος πολυκηδέος , ᾗ παριαύων τέρπεο καγχαλόων , ἐπεὶ ἦ πολὺ φερτέρη ἐστὶ τῆς σέο
μ ' ἀνείρεαι ἠδὲ μεταλλᾷς , σιγῇ νῦν ξυνίει καὶ τέρπεο πῖνέ τε οἶνον , ἥμενος . αἵδε δὲ νύκτες
5445672 πανουργα
. Σύροι πρὸς Φοίνικας : ἑκάτερα τὰ ἔθνη διαβέβληται ὡς πανοῦργα , ἢ ὅτι ἑκάστοτε δι ' ἔχθρας ἀλλήλοις ὄντα
διετέλουν . Ἄπνους : νεκρά . Αἰόλα : ποικίλα , πανοῦργα . παραβλήδην : ἐξηπλωμένως , ὁμοιωματικῶς , ἀπὸ τοῦ
5442541 ἀλγη
σκληροτροφήσομεν , ἢ γυμνητεύσομεν , ἢ δυσκολοκοιτήσομεν , εὐθὺς ἡμῖν ἄλγη καὶ νόσοι , καὶ ὅσα ἡ Πανδώρα τῶν τεχνῶν
ἐστι θανάτου : πάντα δ ' ὅσα ἐν σπλάγχνοις ἐνίσταται ἄλγη παύει , βῆχά τε καὶ πνιγμόν , λύγγα καὶ
5435470 ῥεζουσιν
δὲ ὥσπερ τὸ ἀψοφέως , οἷον : ἀψεγέως μέσσῃσιν ἐνὶ ῥέζουσιν ἀγυαῖς . Ἀπολλώνιος , . , . . .
καὶ οὐ τῶν κρεῶν δαίσαιντο . Πραίσιοι δὲ καὶ ἱερὰ ῥέζουσιν ὑῒ , καὶ αὕτη προτελὴς αὐτοῖς ἡ θυσία νενόμισται
5430449 φιληματα
ὦ βούτα , συγκάτθανε δῶρα τὰ Μοισᾶν , παρθενικᾶν ἐρόεντα φιλήματα , χείλεα παίδων , καὶ στυγνοὶ περὶ σῶμα τεὸν
κόρον , καὶ οὐδέν ἐστιν , ἐὰν ἐξέλῃς αὐτοῦ τὰ φιλήματα : φίλημα δὲ καὶ ἀόριστόν ἐστι καὶ ἀκόρεστον καὶ
5423237 δυστηνα
γυμνουμένων , ὡς τῆς τε ἐσθῆτος τὰ ἔνδοθεν φαίνεσθαι ῥάκια δύστηνα ὄντα καὶ τῶν ἐμβατῶν τὴν ὑπόδεσιν ἀμορφοτάτην καὶ οὐχὶ
τοὺς ἐσχάτους ἀσπασμοὺς δυνηθείς . ἔρημα δὲ καὶ ὀρφανὰ τὰ δύστηνα ταυτὶ παιδία καταλείπεται κίνδυνον οὐ τὸν ἐλάχιστον ὑπὲρ τῆς
5421986 πενια
πρὸς εὐδαιμονίαν , οὔτε ποτὲ αὐτῆς ἀφαιρουμένη , ἀλλὰ κἂν πενία , κἂν νόσος , κἂν ἀδοξία , κἂν βάσανοι
οὔτε , οὔτε ἐλευθερία οὔτε δουλεία , οὔτε πλοῦτος ἢ πενία | ἀγαθὰ ἢ κακά , ἀλλὰ ἡ μὲν τούτων
5420292 παντοτ
, πίστευσον , οὐ φανήσομαι : σὲ δ ' ἐξελέγξω πάντοτ ' ἠδικηκότα : Ἐτεοκλέης σκῆπτρα συγγόνῳ φέρειν [ ]
. Λυπεῖ με δοῦλος δεσπότου μεῖζον φρονῶν . Λύπη παροῦσα πάντοτ ' ἐστὶν ἡ γυνή . Λόγον παρ ' ἐχθροῦ
5419146 ξυμβολα
γὰρ οὐδὲ τὰ χαροπὰ φαῦλά ἐστιν , οὐδὲ φαύλων κυνῶν ξύμβολα , εἰ καὶ ταῦτα τύχοι καθαρὰ καὶ γοργὰ ἰδεῖν
λίθους ; | οὐκ ἀποθέμενος καὶ ἀποδυσάμενος ταῦτα ‖ τὰ ξύμβολα [ γυμνὸν ] ἡμῖν ἐπιδείξεις | σεαυτὸν ὁποῖος [
5416372 εἰργασται
ἐπιχωρίων εἶναί τις , τί σοι φαῦλον ἢ τί χρηστὸν εἴργασται , λέξον , ὡς τῶν μὲν λύσις παρ '
πῶς καίοι εἴ τις θεῶν νῶϊ αἰειγενετάων . ” ἔοργεν εἴργασται . ἐοῖο τοῦ ἑαυτοῦ : “ πατρὸς ἐοῖο φίλοιο
5411486 φαυλοισι
. δερκομένῳ τίνες ἐσθλά , τίνες κακὰ τεκμαίρουσιν , Ἠέλιος φαυλοῖσι βεβλαμμένος , Ἀφρογενής τε Ζηνὸς ἐπεσσυμένου ἢ καὶ παρεόντος
. δερκομένῳ τίνες ἐσθλά , τίνες κακὰ τεκμαίρουσιν , Ἠέλιος φαυλοῖσι βεβλαμμένος , Ἀφρογενής τε Ζηνὸς ἐπεσσυμένου ἢ καὶ παρεόντος
5409893 τἀγαθα
μὴ ἀντέχεν μηδὲ κρατέν . καὶ διὰ τοῦτο συμβαίνει φεύγεν τἀγαθὰ τὼς ἀνθρώπως διὰ λύπαν , ἀποβάλλεν δ ' αὐτὰ
καὶ τἆλλα καὶ τὰ ἡδέα πράττειν , ἀλλ ' οὐ τἀγαθὰ τῶν ἡδέων . Πάνυ γε . Ἆρ ' οὖν
5408673 λησομαι
ὀρθοῖς ὄμμασιν οὐκ ἐάσει προσβλέπειν , κἂν δυνηθῶ λανθάνειν : λήσομαι δ ' οὐδαμῶς : εἰσὶ γὰρ ἐξετασταὶ μυρίοι τῶν
[ μηρῶν μεταξύ , [ ] ! τομηι [ ] λήσομαι : ἐσθλὴν γὰρ ἄλλην οἶδα τοιούτου ⌋ φυτοῦ ἴησιν
5406818 βλακεια
γάρ ἐστιν ὁ μαλθακευόμενος ἐν ὑποκρίσει τὸ σῶμα : καὶ βλακεία ἡ μεθ ' ὑπεροψίας ὁμιλία . συντεταγμένως : Σπουδαίως
στοχαζόμενον τῆς σωματικῆς εὐμετρίας . ἐπιτεινομένη γὰρ καθαρειότης θρύψις καὶ βλακεία εὑρίσκεται , ἐπιτεινομένη δὲ λιτότης ἀκαθαρσία καὶ ῥύπος γίνεται
5406578 κἀγαθα
τι παρέλιπον ἐγὼ πρὸς ὀλίγον ὕδωρ ἀναγκαζόμενος λέγειν . Πολλὰ κἀγαθὰ γένοιτο , ὦ ἄνδρες δικασταί , πρῶτον μὲν ὑμῖν
μὲν οὐδεπώποτε οὐδενὶ γέγονας αἴτιος , πολλοῖς δὲ καὶ πολλὰ κἀγαθὰ προυξένησας . ὃ μὲν οὖν ἵππευε σὺν τῷ βασιλεῖ
5406316 θαυμαζε
ἡμῶν τῷ δέρματι , παντάπασιν ἀσθενὲς ὑπάρχει . μὴ τοίνυν θαύμαζε , εἰ κάλαμοι ξηροὶ καὶ τρίχες εὐέκκαυτα μέν ἐστιν
καὶ ὅταν σου μᾶλλον γάλλοις καὶ κιναιδολόγοις μεταδιδῶσι , μὴ θαύμαζε : τιμᾷ γὰρ ἕκαστος τὸν πλησίον ἑαυτοῦ καὶ οὐ
5406089 Σιμωνιδη
' αὐτῶν εὐφραίνεται , οὐδὲ τοῦτο οὕτως ἔχει , ὦ Σιμωνίδη , ἀλλ ' ὥσπερ οἱ ἀθληταὶ οὐχ ὅταν ἰδιωτῶν
ἐγώ , εἰ οὖν τις αὐτὸν ἤρετο : “ Ὦ Σιμωνίδη , ἡ τίσιν οὖν τί ἀποδιδοῦσα ὀφειλόμενον καὶ προσῆκον
5404205 ῥιγουν
ϲικυωνίῳ ἢ γλευκίνῳ πρὸ μὲν τῶν παροξυϲμῶν , ὥϲτε μὴ ῥιγοῦν , παυομένων δὲ ὥϲτε μὴ ἐκ τῶν ἔξωθεν προϲπιπτόντων
ὁτὲ δ ' ἐκώλυσεν ἐξελθεῖν , ὥστε μὴ πεπαῦσθαι τὸ ῥιγοῦν ἀλλὰ τὰ μὲν περικεκαῦσθαι , τὰ δὲ κατεψῦχθαι καθάπερ
5400675 πενεσθαι
κρατεῖν ? [ ] ὡς Κλέων ; τίς δὲ οὐ πένεσθαι | μᾶλλον ὡς Ἀριστείδης ἢ πλουτεῖν ὡς Καλλίας |
διασαφεῖ , τοῦ δὲ ἐπιφερομένου ἀναίρεσιν , βούλομαι πλουτεῖν ἢ πένεσθαι , βούλομαι φιλολογεῖν ἢ σχολάζειν . ποιεῖται καὶ μετὰ
5397156 ἐσθλα
πολλὰ μὲν ἄλλα Νύμφαι κἠμὲ δίδαξαν ἀν ' ὤρεα βουκολέοντα ἐσθλά , τά που καὶ Ζηνὸς ἐπὶ θρόνον ἄγαγε φάμα
τόφρα μὲν οὖν εἰσίν , καί σφιν πάρα δειλὰ καὶ ἐσθλά , πρὶν δὲ πάγεν τε βροτοὶ καὶ ἐπεὶ λύθεν
5397038 μετρια
προσφέρεσθαι , διδάσκοντες ὡς ἡ μὲν τάξις καὶ συμ - μετρία καλὰ καὶ σύμφορα , ἡ δ ' ἀταξία καὶ
τε γὰρ ὕδατος ὥσπερ εἴπομεν ἐξομοιοῦται τὴν χρόαν ἑαυτῇ , μετρία μὲν οὖσα ἐλάττονος , ἡ δὲ μεγίστη παντός ,
5389963 μιαρα
Ἔτι γὰρ γρύζεις ; Ἔτι γὰρ γρύζεις ; Λαβὲ τὴ μιαρά . Λαβὲ τὴ μιαρά . Λάλο καὶ κατάρατο γύναικο
ὕπερθε μήποτ ' αἴρεσθαι βροτούς : ἀπατήσαντος τὴν ξένην : μιαρά : τοῦ σώματος : μάτην εἶπας τοῦτο : γράφεται
5379986 μισουμενα
μοιχοὶ κόλακες διαβεβλημένα καλεῖ τὰ διὰ τὴν φαυλότητα τοῦ τρόπου μισούμενα , ὧν αἱ πράξεις αὐταὶ κατηγοροῦσιν . ἀπορήσειε δ
δύσκολος : ἀλλὰ λέγομεν , ὅτι διαβεβλημένα ἐνταῦθα λέγει τὰ μισούμενα : οὐ γὰρ ἐν ψιλῇ μόνον διαβολῇ ὑπάρχει τὰ
5375534 προκακα
δῆτ ' ἀγαθῶν ἑτάρων ὑπορίνεις , ἄλαστ ' ἄλαστα στυγνὰ πρόκακα λέγων . βοᾷ βοᾷ μοι μελέων ἔντοσθεν ἦτορ .
λέγων ἐμοὶ πρόκακα , ἤτοι τὰ προγεγονότα κακά . ἢ πρόκακα ἀντὶ τοῦ ἁπλῶς κακὰ , μηδέν τι τῆς πρό
5371324 ξυνα
ᾠδῆς . ξυναὶ θηροσύναι τε λίνων ξυναί τε ποδάγραι : ξυνὰ δέ τ ' ἀνθρώποισι ποδωκέα πάντα γένεθλα ἵπποις ἠδὲ
τῶν ἐναντίων . ἀλκὴ ] δύναμις καὶ βοήθεια . θ ξυνὰ ] κοινωφελῆ καὶ ὑμῖν καὶ ἡμῖν νομίζω λέγειν .
5371238 κτεινοντα
' ἂν ταῦτ ' ; εἶτα τὸν μὲν οὐ θανεῖν κτείνοντα χρῆν τἄμ ' , ἐμὲ δὲ πρὸς κείνου παθεῖν
πρὸς τῶνδε καὶ ξυνειδότα ἔχθραν πατρώιαν , πάντα κινῆσαι πέτρον κτείνοντα κἀκβάλλοντα καὶ τεχνώμενον ; τοιαῦτα δρῶντι τἄμ ' ἐγίγνετ
5365491 ὑγιεινα
πράγματος κανὼν καὶ μέτρον ὁ κατὰ φύσιν διακείμενος , οἷον ὑγιεινὰ σιτία καὶ ποτὰ τὰ τῷ κατὰ φύσιν διακειμένῳ ἁρμόζοντα
τὰ ἐναντία τῶν πραγμάτων θεωρεῖν , ὡς καὶ ἰατροῦ τὰ ὑγιεινὰ καὶ νοσώδη . Βούλεται οὖν διὰ τῶν νῦν λεγομένων
5363063 διακροκα
θ ὕδατι ὀμβρίῳ ἀναλάμβανε καὶ ποίει κολλούρια . καὶ τὰ διάκροκα δὲ προϲαγορευόμενα πρὸϲ ἀρχὰϲ ὀφθαλμιῶν εἰϲιν ἐπιτήδεια . ἐφ
Ἐπιχρίϲματα ὀφθαλμῶν ρ Περὶ ξηροκολλυρίων ρα Περὶ ὑγροκολλυρίων ρβ Κολλύρια διάκροκα καὶ διὰ χυλῶν διάφορα ργ Περὶ μονοημέρων κολλυρίων Γαληνοῦ
5360252 κολαζεται
, λαμβάνει τι ὧν δεῖται , ὅταν δὲ ἀμελῇ , κολάζεται . ἀνθρώπους δ ' ἔστι πιθανωτέρους ποιεῖν καὶ λόγῳ
δωρεὰν , εἰ γὰρ , φησὶν , ὁ λιπὼν τάξιν κολάζεται , δῆλον ὅτι ὁ ἀριστεύσας τιμηθήσεται . Ἐὰν μὲν
5357290 δυσγενειᾳ
δουλείαν ἐπίσης ἐλευθερίᾳ ἀδιάφορον πρὸς ἡδονῆς μέτρον , καὶ εὐγένειαν δυσγενείᾳ , καὶ δόξαν ἀδοξίᾳ . καὶ τῷ μὲν ἄφρονι
τὸ προσδοκώμενον ἐξαμαυρώσῃ κλέος , τοῦ γένους τὴν λαμπρότητα θολώσας δυσγενείᾳ . ὡς οὖν ἐπέγνω κύουσαν ὅσον οὐδέπω ταύτην ,
5356661 ἐπαθες
γὰρ περισσὸν οὐδέν : ἀντὶ τοῦ παράλογον παράδοξον : οὐδὲν ἔπαθες περισσὸν ὧν πάσχομεν πάντες . τοῦτο πρὸς παραμυθίαν ,
, μειράκιον , σωφροσύνης ἐρῶν ἄδικα μὲν ὑπὸ τῆς μητρυιᾶς ἔπαθες , ἀδικώτερα δὲ ὑπὸ τοῦ πατρός , ὥστε ὠδύρατο
5354415 ἀλυει
γὰρ εἴ τις ἄχθεται , πλανᾶται ἢ ἀδυνατεῖ πάντως καὶ ἀλύει . οἱ γοῦν ἀλύοντες ἄχθονται μὲν ἐν τῷ ὀδυνᾶσθαι
, καὶ πνεύματος ἐμπίπλαται , καὶ ἀκούει οὐδὲν , καὶ ἀλύει , καὶ ῥιπτάζει αὐτὸς ἑωυτὸν ὑπὸ τῆς ὀδύνης :
5351555 ἀστεια
τομάς . ὁ μὲν οὖν ἀστεῖος ἐλάλει τῇ διανοίᾳ τὰ ἀστεῖα ὄντως , ὁ δὲ φαῦλος ἑρμηνεύει ἔστιν ὅτε παγκάλως
, ὅπως ἄν τις ἐθέλῃ , τοῦτο διέξιμεν πάλιν . ἀστεῖα μὲν οὖν λέγειν ἐκ τούτου τοῦ τόπου ἔστιν ,
5340665 θεραπευεται
εἰς τὰ σφαιρώματα : τινὲς δὲ καλοῦσιν αὐτὸ μελανθράκην . θεραπεύεται δὲ διὰ ψιλοῦ καταπλάσματος καὶ φαρμάκου . Βουβών ἐστι
ταῖς ἄλλαις πολυτελείαις , ἃς πλοῦτος χορηγεῖ , σεμνοποιεῖται καὶ θεραπεύεται , οὐ πρὸς ἐλευθέρων μόνον ἀλλὰ καὶ εὐπατριδῶν καὶ
5340577 ἐπιπονος
ἐπιστήμῃ χορηγήσει , φύσις δεξιά , μάθησις ἀκριβής , ἄσκησις ἐπίπονος , ἅπερ καὶ τὸν Παιανιέα τοιοῦτον ἀπειργάσατο . πῶς
ἡ κατὰ τὰς ὁμοίας , ἡ δὲ κατὰ τὴν ἀνδρείαν ἐπίπονος : πλὴν κατὰ τοσοῦτον ἡδεῖα , ὅσον ἡ ἀναφορὰ
5330560 σεμνοτατα
καρτερίᾳ , τῷ τῶν καλῶν ἔρωτι , τῇ πρὸς τὰ σεμνότατα ὁρμῇ : ταῦτα γάρ ἐστιν ὁ τῆς ψυχῆς ἀκήρατος
καὶ φαύλης ἐκείνης ἦλθεν ὑμετέρα καὶ σοφὴ καὶ μεγάλη καὶ σεμνότατα φέρουσα τῷ κεκτημένῳ . τί γὰρ εὐτυχέστερον ἢ τὴν
5326151 φαυλοτατα
. . ὥστε πολὺ μεῖον γιγνώσκεται τὰ Ἀλεξάνδρου ἢ τὰ φαυλότατα τῶν πάλαι ἔργων . . : ἄλλοι μὲν δὴ
ἐπεοικότες , ὥστε πολὺ μεῖον γιγνώσκεται τὰ Ἀλεξάνδρου ἢ τὰ φαυλότατα τῶν πάλαι ἔργων : ὁπότε καὶ ἡ τῶν μυρίων

Back