εἶπεν , ὅτι νῦν τὰ μὲν ἄλλα σχεδὸν ἀποβεβλήκαμεν , λέλειπται δ ' ἡμῖν ἥ τ ' ἀρετὴ καὶ τὰ | ||
δέρριν ἠμφιεσμένη ἐκ τῶν ἀγρῶν ἥκουσιν ἐβλαστηκότες . οὐ γὰρ λέλειπται τῶν ἐμῶν οὐδ ' ἔγκαφος . ὡς οἴχεται μὲν |
! ! ! ! ! ! ] Αβαδιος ἐπὶ χθονὶ παμβασιλῆος ἔπλετο δωρσιεω ? ? ? ! ! ! ! | ||
? ? ? ὔμμι ? ? γενέθλῃ . ἐν χθονὶ παμβασιλῆος ? ? ? ? ? ? ? ? ? |
ἡγεμόνες : / κεῖθεν † διαστήεντος ἀπορνύμενοι ποταμοῖο / θεῶν βουλῆι Σμύρνην εἵλομεν Αἰολίδα . . . . Π : | ||
ἔναγχος ἀφικόμενος δημοσίαι ἐκ Κέω λέγων τ ' ἐν τῆι βουλῆι πάνυ ηὐδοκίμησεν καὶ ἰδίαι ἐπιδείξεις ποιούμενος καὶ τοῖς νέοις |
' ἐθέλῃσθα . * ) [ ἡ διπλῆ ὅτι τὸ ἱκάνομαι ] ἀντὶ τοῦ ἱκάνω : ἡ δὲ λέξις ἀντὶ | ||
ὑπέρβιον ὕβριν ἔχοντες . τοὔνεκα νῦν τὰ σὰ γούναθ ' ἱκάνομαι , αἴ κ ' ἐθέλῃσθα κείνου λυγρὸν ὄλεθρον ἐνισπεῖν |
, ἄγχι δέ τοι νύξ αὖλιν ἄγει , κοίτου δὲ λιλαίεαι ἔργον ἀνύσσας , τῆμος δὴ ποταμοῖο πολυρραγέος κατὰ δίνας | ||
καὶ κῆρ ' ἀίδηλον δώσω , ἐπεί νύ μοι ἄντα λιλαίεαι ἰσοφαρίζειν : καί κεν ἀναπνεύσουσιν ὅσοι σέθεν εἵνεκα λυγρῷ |
καὶ ἐν τῇ χρήσει οὕτως ἔχει : ἀτὰρ καὶ ὑπὸ γήραος καὶ ὑπὸ ὀδυνημάτων ξυνδοτική ἐστιν . Αἱ δὲ δὴ | ||
κακῶι σύμφορος ἀνδρὶ φέρειν . Ὤ μοι ἐγὼν ἥβης καὶ γήραος οὐλομένοιο , τοῦ μὲν ἐπερχομένου , τῆς δ ' |
λέγειν : τέως δ ' ἔδοξε καὶ αὖθις ἐνίκα τὰ χερείονα . Ἐξάγειν οὖν τὰς δυνάμεις ἐγένετο . Οἱ δέ | ||
: οὐδέ τι δαιτὸς ἐσθλῆς ἔσσεται ἦδος , ἐπεὶ τὰ χερείονα νικᾷ . μητρὶ δ ' ἐγὼ παράφημι καὶ αὐτῇ |
ἄλλοθεν ἄλλος , οὐδὲ φυλάσσονται σεμνὰ Δίκης θέμεθλα , ἣ σιγῶσα σύνοιδε τὰ γιγνόμενα πρό τ ' ἐόντα , τῶι | ||
. Ἐνάτῃ , πολλὰ παρέλεγε , καὶ πάλιν ἱδρύνθη : σιγῶσα . Τεσσαρεσκαιδεκάτῃ , πνεῦμα ἀραιὸν , μέγα , διὰ |
, ἴδριες οὐδέν : ἁ δέ οἱ φίλα δάμαρ τάλαιναν δυστάλαινα καρδίαν πάγκλαυτος αἰὲν ὤλλυτο : νῦν δ ' Ἄρης | ||
τε καὶ μαθεῖν , τέθνηκε θεῖον Ἰοκάστης κάρα . Ὦ δυστάλαινα , πρὸς τίνος ποτ ' αἰτίας ; Αὐτὴ πρὸς |
: ψυχὴ δ ' , ἠΰτ ' ὄνειρος , ἀποπταμένη πεπότηται . Ὑποτίθεται γὰρ τὰς ψυχὰς τοῖς εἰδώλοις τοῖς ἐν | ||
ἔτ ' ἐς φάος , οὕνεκ ' ἄιστος ψυχή οἱ πεπότηται ἐς ἠέρα , σῶμα δ ' ἄνευθε πῦρ ὀλοὸν |
πέπρωται Εὐβοίας ἄκρον ἱκέσθαι καὶ ἱερὰν χώραν κτίζειν , καὶ ἵξομαι καὶ κτίσω , εἴτε λέγοις , εἴτε μή , | ||
ἐπείγομαι : οὐ γὰρ ἄτιμοι ἱκεσίου Ζηνὸς κοῦραι Λιταί : ἵξομαι ἤδη ὁπλοτέροις βασιλεῦσι καὶ ἡμιθέοις ἐνάριθμος . Καὶ τότε |
ἀσφαλέως ἀγορεύων αἶψά τι καὶ μέγα νεῖκος ἐπισταμένως κατέπαυσε : τούνεκα γὰρ βασιλῆες ἐχέφρονες , οὕνεκα λαοῖς βλαπτομένοις ἀγορῆφι μετάτροπα | ||
τεκούσης ἄρτι πεσών , λύτρον δὲ βοῶν πόρες Ἀπόλλωνι : τούνεκα μουσοπόλον σε νέοι κλείουσιν ἀοιδοί , ἀγρονόμοι δὲ θεὸν |
μεγάρῳ κατελείπομεν ἡμεῖς ἄκλαυτον καὶ ἄθαπτον , ἐπεὶ πόνος ἄλλος ἔπειγε . τὸν μὲν ἐγὼ δάκρυσα ἰδὼν ἐλέησά τε θυμῷ | ||
' εἴ τι βούλει τῶν λελειμένων φαγεῖν , ἔπειγ ' ἔπειγε , μή ποθ ' ὡς λύκος χανὼν καὶ τῶνδ |
? [ ] χορτίον αὐλᾶς : ταῦτα ] τύ , Βαῦκι τάλαινα ? [ ] χεισα γόημ [ ] ταῦτά | ||
ηπιαστ ! ! ! [ ] ματρὸς ? ἄκουσας , Βαῦκι ? ? ? φίλα : λαθαε ! ! ! |
Ἀλεύας , πατὴρ Ἀργοῦς τοῦ Παντόπτου . . . . ἀλεωρή : ἡ φυλακὴ καὶ ἡ φυγή . ἡ μὲν | ||
τῶν κακῶν . ἢ ἀντὶ τοῦ δεσπόζουσα καὶ συμφέρουσα . ἀλεωρή : ἡ φυγὴ τοῦ κακοῦ ἤτοι τῆς ἀτεκνίας . |
: φθονερὰ δ ' ἆλλος ἀνὴρ βλέπων γνώμαν κενεὰν σκότῳ κυλίνδει χαμαὶ πετοῖσαν . ἐμοὶ δ ' ὁποίαν ἀρετάν ἔδωκε | ||
Βορέας μὲν γὰρ ἀπὸ τῆς ἄρκτου πνέων μετέωρος μέγα κῦμα κυλίνδει : τὴν γὰρ ἀπὸ τοῦ μεταρσίου φορὰν ἐπὶ τὸ |
ναι μέγαν ἢ τὸν πολύκοινον Ἅιδαν κεῖνος ἁνὴρ , ὃς στυγερῶν ἔδειξεν ὅπλων Ἕλλασιν κοινὸν Ἄρη . Ὢ πόνοι πρόγονοι | ||
θεῶν , ὅτε σὸς γόνος ἔκφυγεν Ἅιδαν , ὃς λεχέων στυγερῶν χάριν ὤλεσε πέργαμα Τροίας : αἱματόεντα δὲ θεᾶι παρὰ |
δώσω πιεῖν : ἀμυγδαλῆ μὲν παιζέτω παρ ' ἀμυγδαλῆν . Δεινὰ δεινὰ κοὐκ ἀνασχετὰ ἐν τῇ πόλει πράττουσιν οἱ νεώτεροι | ||
τὰς Νίκας ἔοικεν οὕτως ῥηθέν , ἀλλὰ συμμάχους μεταποιοῦντι . Δεινὰ δὲ καὶ τὰ Δημάδεια , καίτοι ἴδιον καὶ ἄτοπον |
προσέειπεν : “ Οὕτω νῦν Κυθέρεια τόδε χρέος ὡς ἀγορεύεις ἔρξον ἄφαρ : καὶ μή τι χαλέπτεο μηδ ' ἐρίδαινε | ||
κραδίῃ μενεαίνει , Τρῶας ὑπ ' Ἀργείοισιν ὀιζυρῶς ἀπολέσσαι , ἔρξον ἄφαρ , μηδ ' ἄμμι πολὺν χρόνον ἄλγεα τεῦχε |
ποτὶ κλόνον αἱματόεντα ἐχθρὸς ἐὼν ὡς εἴ τε φίλα φρονέων ἐρεείνεις εἰπέμεναι γενεήν , ἥν περ μάλα πολλοὶ ἴσασιν ; | ||
φέρτεροί εἰσιν . ἵπποι δ ' οἷδε γεραιὲ νεήλυδες οὓς ἐρεείνεις Θρηΐκιοι : τὸν δέ σφιν ἄνακτ ' ἀγαθὸς Διομήδης |
. οὐ μὲν γάρ τοι ἐγὼ κακὸν ὀσσομένη τόδ ' ἱκάνω : ἡ διπλῆ ὅτι ἀπὸ τῶν ὄσσων προορωμένη , | ||
κτεῖνας ἀμυνόμενον περὶ πάτρης Ἕκτορα : τοῦ νῦν εἵνεχ ' ἱκάνω νῆας Ἀχαιῶν λυσόμενος παρὰ σεῖο , φέρω δ ' |
ἄγων αὐτήν . Ὅμηρος μέν νυν καὶ τὰ Κύπρια ἔπεα χαιρέτω . Εἰρομένου δέ μεο τοὺς ἱρέας εἰ μάταιον λόγον | ||
δὶς τόσα κτᾶσθαι κακά ; οὐ δῆτ ' ἔγωγε : χαιρέτω βουλεύματα . καίτοι τί πάσχω ; βούλομαι γέλωτ ' |
ἐνὶ Κρήτῃ τρέφετο μέγας , οὐδ ' ἄρα τίς νιν ἠείδει μακάρων : ὃ δ ' ἀέξετο πᾶσι μέλεσσι . | ||
καὶ κόλπον ἅπαντα εὐρείης πεύθοντο Προποντίδος : οὐ μὲν ἐπιπρό ἠείδει καταλέξαι ἐελδομένοισι δαῆναι . Ἠοῖ δ ' εἰσανέβαν μέγα |
, ὅπως παρεόντας ἴδοντο . τοῖσιν δ ' Αἰσονίδης τετιημένος ἔκφατο μῦθον : “ Ὦ φίλοι , Αἰήταο ἀπηνέος ἄμμι | ||
πορφυρέαις ἑλίκεσσιν ἐναίσιμον ἀίσσουσαν : αἶψα δ ' ἀπηλεγέως νόον ἔκφατο Λητοΐδαο : “ Ὑμῖν μὲν δὴ μοῖρα θεῶν χρειώ |
ἤγουν βεβλαμμένοι . σαρκὶ παλαιᾶι ] ἤτοι τῶι γήραι . ἀρωγῆς ] βοηθείας . μίμνομεν ] μένομεν ἐνταῦθα . ἰσχὺν | ||
] τῶν ναυτικῶν φθαρέντων οἱ ἐν Ψυτταλείᾳ εὐάλωτοι γεγένηνται . ἀρωγῆς ] τῆς ἀπολομένης . οὐδέ τις γέρων ] ὅ |
ἵετε δάκρυ καναχὲς ὀλόμενον ὀλομένῳ δεσπότᾳ , πρὸς ἔρυμα τόδε κεδνῶν κακῶν τ ' ἀπότροπον , ἄγος ἀπεύχετον , κεχυμένων | ||
ἐν ἀνθρώποισιν , ἀλλ ' αὐτὴ κρατεῖ . ὦ μοῖρα κεδνῶν καὶ κακῶν κυνηγέτι ἡ τὰ θνητῶν καὶ τὰ θεῖα |
, καὶ σκευασία μὴ μί ' ᾖ τῆς μουσικῆς . χαίροις , Ὑψιπύλη φίλη . τοὺς ἐμοὺς πλέκω κορύμβους . | ||
βροτοβάμων : τῇ σύριγγι , ὦ Πάν , τὴν ψυχὴν χαίροις . βροτοβάμονα δὲ εἴρηκε τὸν Πᾶνα ὡς πετροβάτην ἀπὸ |
τῷ τύμβῳ ἑωυτόν . Κροῖσος δὲ ἐπὶ δύο ἔτεα ἐν πένθεϊ μεγάλῳ κατῆστο τοῦ παιδὸς ἐστερημένος : μετὰ δὲ ἡ | ||
οὕνεκ ' ἔοικε γυναικὶ πολυστόνῳ ἥ τ ' ἐπὶ λυγρῷ πένθεϊ μυρομένη μάλα μυρία δάκρυα χεύει : καὶ τὸ μὲν |
δὴ κεῖνο Δολιονίῃσι γυναιξίν ἀνδράσι τ ' ἐκ Διὸς ἦμαρ ἐπήλυθεν : οὐδὲ † γὰρ αὐτῶν † ἔτλη τις πάσσασθαι | ||
πάντων περιώσιον αἰνὰ παθοῦσα : οὐ γάρ μοι τόσσον περ ἐπήλυθεν ἄλλό τι πῆμα , οὔτε κασιγνήτων οὔτ ' εὐρυχόρου |
μέν , ὦ Μνήσιππε , γενναῖα τῶν ἀνδρῶν ἐκείνων ἃ κατέλεξας . τὸ γὰρ δύο ὄντας οὕτω μέγα τόλμημα τολμῆσαι | ||
. νῦν δ ' , ἐπεὶ ἤδη σήματ ' ἀριφραδέα κατέλεξας εὐνῆς ἡμετέρης , τὴν οὐ βροτὸς ἄλλος ὀπώπει , |
' αὐταῖς ὑπακούσω . δῆλον ὅτ ' ἐν τᾷ γᾷ κἠγών τις φαίνομαι ἦμεν . Οὕτω τοι Πολύφαμος ἐποίμαινεν τὸν | ||
, ἁδὺ δὲ χἀ σῦριγξ χὠ βουκόλος , ἁδὺ δὲ κἠγών . ἔστι δέ μοι παρ ' ὕδωρ ψυχρὸν στιβάς |
δεχωρι ? [ ! ! ] ! [ ! ] οισιν ? [ [ ] ! [ [ ] ινα | ||
ἔδωκε ] , καὶ Ἱππόλυτός μ [ ] [ ] οισιν ὑποδρήσσω [ ] παρακοιτ [ ] [ – ˘˘ |
καὶ ἐν τῷ σύ γε , μὴ σύ γ ' ἄνευθεν ἐμεῖο λιλαίεσθαι , καὶ μέν τοί γε : οὐ | ||
ἐν μέσσῃ γὰρ ἔκειτο πυρῇ , τοὶ δ ' ἄλλοι ἄνευθεν ἐσχατιῇ καίοντ ' ἐπιμὶξ ἵπποι τε καὶ ἄνδρες . |
εἰς ἀγορήν τ ' ἐκάλεσσε καὶ ἔκφατο πατρὸς ἐφετμήν : Κέκλυτέ μευ , φίλα τέκνα μενεπτολέμων Ἀργείων , πατρὸς ἐφημοσύνην | ||
μοχθίζοντες , εἰ μή σφιν Μήδεια λιαζομένοις ἀγόρευσεν : “ Κέκλυτέ μευ , μούνη γὰρ ὀίομαι ὔμμι δαμάσσειν ἄνδρα τὸν |
δ ' αὐχένος ἶνας ἄντικρυς ἀίξας : τὸν δ ' ἀργαλέη κίχε Μοῖρα . Ἄλλος δ ' ἄλλῳ τεῦχε φόνον | ||
μιν θηρήτορες ἄνδρες ἀμφὶ θύρῃ λοχόωντες ὑπὸ βροχίδεσσιν ἄγωνται : ἀργαλέη γενύεσσι καὶ ἀντία δηρίσασθαι θηρσί τ ' ἀρειοτέροισι καὶ |
δ ' ἀταλάφρονας ἔκβαλεν ὕπνου νηπιάχους τῶν οὔ πω ἐπίστατο κήδεα θυμός . Ἄλλοι δ ' ἀμφ ' ἄλλοισιν ἀπέπνεον | ||
! ! ] ! ! [ κεῖνον οτις ! [ κήδεα μοιμ [ τρύομαι : εχ [ νείσομαι : εφ |
δὲ σπείρειν ξανθῇ Δημήτερι μίσγων : καί τοι λοιγὸν ἅπαντα τεῆς ἀπάτερθεν ἀρούρης , αὐχμούς τ ' ἐξελάσει σταχύων γλάγος | ||
' ἀνέρι φαρμακόοντα . πρὸς δ ' ἔτι τοῖς Δίκτυννα τεῆς ἐχθήρατο κλῶνας Ἥρη τ ' Ἰμβρασίη μούνη στέφος οὐχ |
' ἀνὰ γαῖαν ἔμιμνον . Ἐυπτολέμοισι δ ' Ἀχαιοῖς υἱὸς Λαέρταο πύκα φρονέων φάτο μῦθον : Ὦ νύ μοι Ἀργείων | ||
ἕδραι ἀγρομένων : πολλοὶ δ ' ἄρα θηήσαντο ἰδόντες υἱὸν Λαέρταο δαΐφρονα . τῷ δ ' ἄρ ' Ἀθήνη θεσπεσίην |
ἐπ ' ἄλλοτ ' ἄλλον ὥτε μέλισσα θύνει λόγον . ἔλπομαι δ ' Ἐφυραίων ὄπ ' ἀμφὶ Πηνεϊὸν γλυκεῖαν προχεόντων | ||
γάρ : ἐπεὶ οὐδ ' ἐμὲ νήϊδά γ ' οὕτως ἔλπομαι ἐν Σαλαμῖνι γενέσθαι τε τραφέμεν τε . εἰ μὴ |
χαίρετ ' : ἐγὼ δ ' ὔμμιν καὶ ἐς ὕστερον ἅδιον ᾀσῶ . πλῆρές τοι μέλιτος τὸ καλὸν στόμα , | ||
χιμάρω δὲ καλὸν κρέας , ἔστε κ ' ἀμέλξῃς . ἅδιον , ὦ ποιμήν , τὸ τεὸν μέλος ἢ τὸ |
ὡς δὴ τοῦ δημιουργοῦ ἰδέαν οὖσαν τὸ ἀγαθόν , ὅστις πέφανται ἡμῖν ἀγαθὸς μετουσίᾳ τοῦ πρώτου τε καὶ μόνου . | ||
κρατερὰς ὑσμίνας . αἰδομένων δ ' ἀνδρῶν πλέονες σόοι ἠὲ πέφανται : φευγόντων δ ' οὔτ ' ἂρ κλέος ὄρνυται |
τῶν μεγάλων καὶ φοβερῶν πραγμάτων αἱ γυναῖκες . νόστοιο τέλος θυμηδές : θυμῆρες . δειλὴ Ἀλκιμέδη : ἐπίπονε . ὁ | ||
εἰς τὴν πόλιν ἀκριβῶς τὰ καθ ' ἡμᾶς μάθωσιν . θυμηδές : θυμῆρες , ἀγαπητόν . ἡμετέρη μέν νυν : |
† , ὅτ ' οὐκ ἄφρων ὢν μάντεων πεισθεὶς λόγοις ὄλωλεν ὡς ὄλωλε τοῖσιν εἰδόσιν . φεῦ φεῦ . τί | ||
τῷ τί δέ : εἶτα : οὐχὶ τὰ μεγάλα Περσῶν ὄλωλεν ; ἵνα λείπῃ πράγματα τὸ τί δέ : ὅπερ |
ἑξῆς : ἡ δὲ ἐπειρύσασα παρειὰς κύσε ποτισχομένη , καὶ ἀντομένη ἀγανοῖς μύθοις ἀμείβετο μειδιόωσα . ποτισχομένη : περιλαβοῦσα . | ||
φάτο , φώνησέν τε . , : ἡ δέ μοι ἀντομένη . , ἔπεα πτερόεντα προσηύδα , ἔπεα πτερόεντ ' |
ἀντομένην Ἥρην ἕθεν εἰσορόωσα , καί μιν ἔπειτ ' ἀγανοῖσι προσέννεπεν ἥγ ' ἐπέεσσιν : “ Πότνα θεά , οὔ | ||
δὲ θεῶν καὶ νεῖκος ἰδὼν καὶ παῖδα καλέσσας τοῖον ὑφεδρήσσοντα προσέννεπεν Ἑρμάωνα : εἴ τινά που Ξάνθοιο παρ ' Ἰδαίοιο |
μετέπειτα , πέντε Ζεὺς φαέθων , πυμάτας δ ' ἓξ ἔλλαχε Φαίνων . κατὰ δὲ Πτολεμαῖον : Ἄρης ἕξ , | ||
πάρα δῶρον ὀπηδεῖ ἀντ ' ἀρετῆς : ἀρετὴ γὰρ ἀκήρατον ἔλλαχε τιμήν . Κιμμέριον δέ κέ τοι ἀνὰ Βόσπορον ἰθὺς |
τῆς ἐμοῦ γενικῆς ἑνικῶς παρελαμβάνετο ἡ ἐμός , καὶ ἔτι νῶιν νωίτερος δυϊκῶς κατὰ τὸν κτήτορα , καὶ ἔτι πληθυντικῶς | ||
πείσειας ἄν τιν ' οἵτινες τετραζύγων ὄχων ἀνάσσους ' ὥστε νῶιν δοῦναι δίφρους ; πείσαιμ ' ἄν : ἀλλὰ τίνα |
Μήδεια καθίσσατο . πολλὰ δ ' ἰοῦσιν / Ἀλκίνοος Μινύαις ξεινήια , πολλὰ δ ' ὄπασσεν / Ἀρήτη ] Τίμαιος | ||
πυλάων ἐξέμολεν . μετέπειτα δ ' ἐυτροχάλοισιν ἀμάξαις ἀκτὴν εἰσανέβαν ξεινήια πολλὰ φέρουσαι , μῦθον ὅτ ' ἤδη πάντα διηνεκέως |
ἣ . . . πλεῖστον ] ἤγουν εἰς ἣν πολλὰ ἐμόγησα . φορτικῶν ] δυσκόλων καὶ βασκάνων . οὐκ ἄξιος | ||
. ἦ τάχα Κύπρις ἔχει Χαρίτων μίαν ὁπλοτεράων . παπταίνων ἐμόγησα , κόρον δ ' οὐχ εὗρον ὀπωπῆς . αὐτίκα |
* ὁμώσεται : ὁμοιοῦται ὁμοιωθήσεται * παυροτέρη : μικροτέρα * θοώτερος : ταχύτερος * ἵξεται : ἐπέρχεται * αἶσα : | ||
μὲν ὑπέρτερος , ἅψεα δ ' αὖτε μηκεδανός , πάντεσσι θοώτερος ὦκα λύκοισι : τὸν μέροπες κίρκον τε καὶ ἅρπαγα |
θεῆς σύνοδόνδε κιούσης βαιὸν ἂν ἐκ πολλοῦ δοίης τό τοι ἔσσετ ' ἄμεινον . Περὶ δὲ ἀγορασμοῦ σκέπτου οὕτως . | ||
' ἁλὸς στεινωπόν , ἐπεὶ φάος οὔ νύ τι τόσσον ἔσσετ ' ἐν εὐχωλῇσιν ὅσον τ ' ἐνὶ κάρτεϊ χειρῶν |
: καί ῥα Θέτιν προσέειπεν ἔτ ' ἀχνυμένην Ἀχιλῆος : Ἴσχεο νῦν περὶ παιδὸς ἀπειρέσιον γοόωσα . Οὐ γὰρ ὅ | ||
ῥ ' ὅ γε μειλιχίοισι μέγ ' ἀχνύμενον προσέειπεν : Ἴσχεο λευγαλέοιο πόνου καὶ πένθεος αἰνοῦ , ὦ τέκος : |
. εὗρον δὲ ψυχὴν Πηληϊάδεω Ἀχιλῆος καὶ Πατροκλῆος καὶ ἀμύμονος Ἀντιλόχοιο Αἴαντός θ ' , ὃς ἄριστος ἔην εἶδός τε | ||
δ ' ἐπὶ ψυχὴ Πηληϊάδεω Ἀχιλῆος καὶ Πατροκλῆος καὶ ἀμύμονος Ἀντιλόχοιο Αἴαντός θ ' , ὃς ἄριστος ἔην εἶδός τε |
ὅσον ἰσοφαρίζεις ἠνορέην , ἔμπης δὲ θοοῖς ἐδάμησαν ὀιστοῖς ἄμφω Λητοΐδαο , καὶ ἴφθιμοί περ ἐόντες . ” Ὧς ἔφατ | ||
' ἐπὶ βάξιν ἔθεντο ὡς ἄρ ' Ἀπόλλωνος τάδε δάκρυα Λητοΐδαο ἐμφέρεται δίναις , ἅ τε μυρία χεῦε πάροιθεν , |
τοῦδ ' ἔτι θνητοῖς πάθος ἐξεύροις ἢ τέκνα θανόντ ' ἐσιδέσθαι ; φέρω φέρω , τάλαινα μᾶτερ , ἐκ πυρᾶς | ||
Ὠκεανοῖο , ὃς δή τοι καλὸς μὲν ἀρίζηλός τ ' ἐσιδέσθαι ἀντέλλει , μήλοισι δ ' ἐν ἄσπετον ἧκεν ὀιζύν |
καὶ χάλαζαν ἢ κρύϲταλλον ἢ πάγοϲ . ἥδε ἐϲτὶ ἡ ξυνὴ θανάτου καὶ τοῦ πάθεοϲ αἰτίη . ἀτὰρ οὐδὲ ἴϲχει | ||
Θεραπεία τῶν κατὰ τὴν φάρυγγα λοιμικῶν παθῶν . Πῆ μὲν ξυνὴ καὶ τῶνδε πρὸϲ τἆλλα πάθεα τὰ ἐν τοῖϲι παριϲθμίοιϲι |
: ἄν ποτε . Μάκαρ : Σεβῆρε , Ἀντωνῖνε . σκηπτοῦχε : βασιλεῦ , ὁ τὰ σκῆπτρα κρατῶν , ὁ | ||
φρεσὶ μυρίον ἄλγος μνησάμενος σφοῦ παιδὸς ἐύφρονος Ἀντιλόχοιο : Ἀργείων σκηπτοῦχε , μέγα κρατέων Ἀγάμεμνον , νῦν μὲν ἀποσχώμεσθα δυσηχέος |
μακρηγορεῖν . ἴστε γάρ με καὶ οἷς ἐκεῖνος ἔπρατ - τεν οὐκ ἀρεσκόμενον , καὶ προκινδυνεύσαντα ὑμῶν ἐν οἷς πολλάκις | ||
τείνουσα [ ] ἐμὴν καὶ τὸ συλ [ ? ] τεν τοῖς λόγοις [ ] κωλυουσ ? [ . . |
θητεύουσιν ἀνθρώποις : ὦ δώματ ' Ἀδμήτεια , ἐν οἷς ἔτλην ἐγώ θῆσσαν τράπεζαν αἰνέσαι θεός περ ὤν , καὶ | ||
μ ' ἀλλάων ἁλιάων ἀνδρὶ δάμασσεν Αἰακίδῃ Πηλῆϊ , καὶ ἔτλην ἀνέρος εὐνὴν πολλὰ μάλ ' οὐκ ἐθέλουσα . ὃ |
δέμας αἰσχύνουσα , καί ῥ ' ὀλοφυδνὸν ἄυσε μέγ ' ἀχνυμένη κέαρ ἔνδον : Ὤ μοι ἐγὼ δύστηνος , ἐπεὶ | ||
ἀέθλια πάντα τελέσθη ὅσς ' ἐπὶ παιδὶ θανόντι μέγ ' ἀχνυμένη κατέθηκα . Ἀλλ ' ἴτω ὅς τ ' ἐσάωσε |
ἐούσαις : τοίη Πενθεσίλεια μόλεν ποτὶ Τρώιον ἄστυ ἔξοχος ἐν πάσῃσιν Ἀμαζόσιν . Ἀμφὶ δὲ Τρῶες πάντοθεν ἐσσύμενοι μέγ ' | ||
, ἀνοίης μὲν γέμοντα , κενεὸν δὲ πρηγμάτων ὀρθῶν , πάσῃσιν ἐπιβουλῇσι νηπιάζοντα , καὶ μηδεμιῆς ἕνεκεν ὠφελείης ἀλγέοντα τοὺς |
ἐμὰ στήσεσθαι Ἀχαιοὺς λισσομένους : χρειὼ γὰρ ἱκάνεται οὐκέτ ' ἀνεκτός . ἀλλ ' ἴθι νῦν Πάτροκλε Διῒ φίλε Νέστορ | ||
τὸ ἀποθνῄσκειν πάρισον . εἰ μέτριος εἴη μέχρι δεῦρο , ἀνεκτός , ἀλλ ' οὐκ ἀνήσει . πάλιν γοῦν ἐν |
εὐρυπρώκτων σὺν γένει : ἡμῖν δὲ Μουσῶν καὶ βίου σαόφρονος μέλοι φρέαρ τε , τοῦτο γινώσκους ' , ὅτι ἥδ | ||
ἄτερ χρυσῆς Ἀφροδίτης ; τεθναίην , ὅτε μοι μηκέτι ταῦτα μέλοι , κρυπταδίη φιλότης καὶ μείλιχα δῶρα καὶ εὐνή , |
' ἐκτὸς ἔβην : ἔφθην αἰνήσας πρὶν σοῦ κατὰ πάντα δαῆναι ἤθεα : νῦν δ ' ἤδη νηῦς ἅθ ' | ||
κεν αὐτοῦ πάντες ἀπὸ ζωῆς ἐλίασθεν νώνυμνοι καὶ ἄφαντοι ἐπιχθονίοισι δαῆναι ἡρώων οἱ ἄριστοι ἀνηνύστῳ ἐπ ' ἀέθλῳ , ἀλλά |
κ ' ἐθέλῃσθα . Οὔθατα γὰρ μήλων ὅτε κεν μινύθοντα ἴδηαι , πῶς ἔρξεις , φίλε τέκνον , ἐπὴν ἐρίφοισι | ||
βοὴν ἀγαθὸν Μενέλαον : σκέπτεο νῦν Μενέλαε διοτρεφὲς αἴ κεν ἴδηαι ζωὸν ἔτ ' Ἀντίλοχον μεγαθύμου Νέστορος υἱόν , ὄτρυνον |
ὅταν βαδίζωμεν , οἰόμενοι βέλτιον εἶναι , καὶ τὸ ἐναντίον ἕσταμεν ὅταν ἑστῶμεν , τοῦ αὐτοῦ ἕνεκα , τοῦ ἀγαθοῦ | ||
ὑπέρ τ ' ἐμαυτῆς τοῦ θεοῦ θ ' ἵν ' ἕσταμεν . τί δ ' ἐστὶ Φοίβωι σοί τε κοινὸν |
. τὸ δὲ ἑξῆς : ἐπὶ δὲ τοῦ παρόντος ἡ φιλοκέρδεια ἐφίησι καὶ ἐνδίδωσι λέγειν τὸ τοῦ Ἀριστοδήμου ῥῆμα ἐγγὺς | ||
τοιοῦτοι , θυμός , ἔρως , ὕβρις , ἀμαθία , φιλοκέρδεια , δειλία , καὶ ἔτι τοιάδε , πλοῦτος , |
Ψάφωνι καὶ ἦν αὐτοῖς θεὸς ὑπὸ ὀρνίθων χειροτονούμενος . Ψευδῶν πλέ ' ἀτράφαξις : ἀντὶ τοῦ , πλήρης ψευσμάτων . | ||
Βηρυτὸν ἔσομαι : οὕτω καὶ παῖδες καὶ ἄνδρες καὶ γέροντες πλέ - ουσί τε καὶ πεζεύουσι καὶ πέτονται δόξης τινός |
τοῦ πολέμου . , , , : ἀφρήτωρ ἀθέμιστοςὃς πολέμου ἔραται . λεξάσθων παρὰ τάφρον : ἡ διπλῆ ὅτι ἀντὶ | ||
' αὔτως σοφίην ὁ σοφώτατος οὐκ ἀποφεύγει , ἀλλ ' ἔραται , θυμὸν δ ' οὐ δύναται τελέσαι . Ὦ |
ὃς ὀυκϊ δ ' ἀστερ ' ὀυδιζωνεδίζητο , οὐ πὰρ μάγοισι πῦρ ἱερὸν ἀνέστησεν , ὥσπερ νόμος , ῥάβδοισι τοῦ | ||
ἀνευρὼν Ἀσσυρίηθεν χρυσοῦ τιμήεντος ἀρείονα δεῦρο κόμισσε , μυρία κεῖθι μάγοισι πορὼν πολυΐδμοσι δῶρα . Εἰ δ ' ἄγε δέχνυσο |
ἕλκος ἀκέσσεται . οἷσι δ ' ἀνάσσει , αὐτὸς ὁ πανδαμάτωρ βουληφόρος ἐστὶ βροτοῖσιν . αὐτὸς καὶ ποθέοντι τότε χραίσμησε | ||
' ἡ μεγάλη Μοῖρα κομίζει γνώμη τε φίλων , χὠ πανδαμάτωρ δαίμων ὃς ταῦτ ' ἐπέκρανεν . Χωρῶμεν δὴ πάντες |
[ ] ! ! ! ! ! [ [ ] ερος ? ἵνα ? [ [ ] ν σπιλα [ | ||
εγο ? ? [ [ ] παν [ [ ] ερος : [ [ ] ! πο ? [ [ |
καὶ οὗτος δὴ ὃν ᾤετο πιστόν οἱ εἶναι ταχὺ αὐτὸν ηὗρε Κύρῳ φιλαίτερον ἢ ἑαυτῷ : παρὰ δὲ βασιλέως πολλοὶ | ||
φρενῶν Πέρσας : πικρὰν δὲ παῖς ἐμὸς τιμωρίαν κλεινῶν Ἀθηνῶν ηὗρε , κοὐκ ἀπήρκεσαν οὓς πρόσθε Μαραθὼν βαρβάρων ἀπώλεσεν : |
θεὸς εἴτε βροτῶν ἦν ὁ ταῦτα πράσσων . Ὦ πασᾶν κείνα πλέον ἁμέρα ἐλθοῦς ' ἐχθίστα δή μοι : ὦ | ||
ῥέζων ποκὰ πᾶσι θεοῖς μόνας λάθετ ' ἠπιοδώρου Κύπριδος : κείνα δὲ Τυνδαρέου κόραις χολωσαμένα διγάμους τε καὶ τριγάμους τίθησι |
ἐπὶ προμολῇσιν ἄειδον . οὐ μὲν ἐν Ἀλκινόοιο γάμον μενέαινε τελέσσαι ἥρως Αἰσονίδης , μεγάροις δ ' ἐνὶ πατρὸς ἑοῖο | ||
ἐλέγχεα πάντα φυγοῦσαν , πρὶν τάδε λωβήεντα καὶ οὐκ ὀνομαστὰ τελέσσαι . ” Ἦ , καὶ φωριαμὸν μετεκίαθεν ᾗ ἔνι |
ἐπὶ δὲ τοῦ μισεῖσθαι “ νῦν δ ' ἐμὲ μὲν στυγέει : ” ἀφ ' οὗ καὶ τὴν στυγερὴν μισητήν | ||
Στυγὸς ὕδατος αἰπὰ ῥέεθρα . νῦν δ ' ἐμὲ μὲν στυγέει , Θέτιδος δ ' ἐξήνυσε βουλάς , ἥ οἱ |
τοῦ μετὰ τῶν ἀνέμων μολίσκειν , οἷον ἀνεμοφόρητα : “ ἀνεμώλια γάρ μοι ὀπήδει . ” ἀνεμορμύρεσκεν . τῶν πεποιημένων | ||
ἐγὼ τάδε τόξα φαεινῷ ἐν πυρὶ θείην χερσὶ διακλάσσας : ἀνεμώλια γάρ μοι ὀπηδεῖ , τὸ μετὰ τοῦτο διαλυμήνασθαι πάσας |
διὰ τῆς οι διφθόγγου γραφὴν ἐφύλαξεν . Τὰ διὰ τοῦ οια παρώνυμα διὰ τῆς αι διφθόγγου γράφονται : σεληναῖα : | ||
τοῦ ποῖα γέγονεν ἀποβολῇ τοῦ ι . Τὰ διὰ τοῦ οια δισύλλαβα βαρύτονά τε καὶ ὀξύτονα διὰ τῆς οι διφθόγγου |
] μαχα ? ? ? ? [ ὦ φίλτατ [ ποεῖϲ δικ ! ! [ οὐθὲν τοιοῦτ [ ! ! | ||
πάλιν ϲτέλλει διδοὺϲ τὰϲ ϲυμβολὰϲ εἰ μή τι κακὸν ἡμᾶϲ ποεῖϲ ; λῆροϲ : κελεύϲω τοῦτον ἐπὶ δεῖπνον πάλιν τὸν |
ἐπισταδόν : ἐφεστηκυῖαι . τήν γε : τὴν μητέρα . παρηγορέων : παραμυθούμενος . ὧδε λίην : πάνυ τετηρημένως . | ||
ἄλλοτε καὶ διπλῆν ἐς πόσιν ὀρνύμενοι : ἠοῦς μὲν κεράσαιο παρηγορέων κακοῦ ὁρμήν ὅσσοις ἀλγεινὸς λάμπεται ἠέλιος : νυκτὶ δ |
πρόσοψίς μ ' ἀλλὰ τἄργ ' ἀικίζεται . δεινὸν δὲ λεύσσεις ὀμμάτων ξηραῖς κόραις . τὸ σῶμα φροῦδον , τὸ | ||
' ἀβελτερώτατοι κεχηνότες μαμμάκυθοι , μελιτίδαι καθῆντο . Τάδε μὲν λεύσσεις , φαίδιμ ' Ἀχιλλεῦ : σὺ δὲ τί , |
καὶ πλεονασμῷ τοῦ θ ἄκυθος . ἢ παρὰ τὸ † κωκυτός καὶ ἄκυτος , ὡς λύω λυτός καὶ ἄλυτος καὶ | ||
Ὠκυτός : ὀξυτός : φορυτός : ἀρυτός : Βηρυτός : κωκυτός : κορδυτός : ὠρυτός : Κολλυτός : τὸ ἄλοιτος |
ὃς δέ κ ' ἀνὴρ οἴνοιο κορεσσάμενος καὶ ἐδωδῆς ἀνδράσι δυσμενέεσσι πανημέριος πολεμίζῃ , θαρσαλέον νύ τοι ἦτορ ἐνὶ φρεσίν | ||
νοήμασιν οἶκον ἔχητον ἀνὴρ ἠδὲ γυνή : πόλλ ' ἄλγεα δυσμενέεσσι , χάρματα δ ' εὐμενέτησι : μάλιστα δέ τ |
ὡς ἐπαφητά . δεσμῷ Ἔρωτος ἀγητοῦ , ὃς ἐκ νόου ἔκθορε πρῶτος ἑσσάμενος πυρὶ πῦρ συνδέσμιον , ὄφρα κεράσσῃ πηγαίους | ||
δὲ τῶνδ ' ἑδράνων πάλιν ἔκτοπος αὖθις ἄφορμος ἐμᾶς χθονὸς ἔκθορε , μή τι πέρα χρέος ἐμᾷ πόλει προσάψῃς . |
τὰ μαντεύματα ἐμμέτρως . Τὰ δ ' ἔπη τάδε : Τίπτε ποθεῖτε μαθεῖν νούσου τέλος ἠδὲ καὶ ἀρχήν ; Ἀμφοτέρους | ||
. ἦκα δὲ μυρομένη , λιγέως ἀνενείκατο μῦθον : “ Τίπτε με δειλαίην τόδ ' ἔχει ἄχος ; εἴθ ' |
ἀμοίρατον [ ] ἐς χρόνον ἔλθοις , ὁ κλυτὸς ἐν μερόπεσσι καὶ ἐν χθονὶ παμβασιλῆος . ἔμπλεος εἰς πλόον ἦλθον | ||
, μεγάλη , μεγαλώνυμε Δηοῖ , σεμνοτάτη δώτειρ ' ἀγαθῶν μερόπεσσι ἅπασι εὐσεβέσιν μεγάλας χάριτας καὶ πλοῦτον ἔδωκας , καὶ |
, ποία ταῦτα ἦν ἐλευθερία , ἧς οὐδ ' ἐλπὶς ὑπεφαίνετο ἔτι ; τί δὲ οἱ τοῦ δήμου προστάται Καισήτιος | ||
σωτηρίας ἐλπὶς τὴν πόλιν ἀπελελοίπει , μία δέ τις ἡμῖν ὑπεφαίνετο τὴν ἐμὴν ἀπαιτοῦσα γονήν , παρεχώρησα τῆς παιδός , |
φάος πῦρ αἰθέρα κόσμους . Λαιῇς ἐν λαγόσιν Ἑκάτης ἀρετῆς πέλε πηγή , ἔνδον ὅλη μίμνουσα τὸ παρθένον οὐ προϊεῖσα | ||
σθένος Ἰδομενῆος , ὤρνυτ ' , ἐπεί οἱ θυμὸς ἴδρις πέλε παντὸς ἀέθλου . Τῷ δ ' οὔ τις κατέναντα |
ὄφρα φονῆα σεῖο κασιγνήτοιο καὶ υἱέος ἡμετέροιο νεκροῦ ἑκὰς σεύωμεν ἀεικέος ἠὲ καὶ αὐτοὶ ἀμφ ' αὐτῷ στονόεσσαν ἀναπλήσωμεν ὀιζύν | ||
. Ὃ δ ' ἐνθέμενος φρεσὶ κάρτος λώβης οὐκ ἀλέγιζεν ἀεικέος , ἀλλ ' ἐνὶ θυμῷ ἔτλη καὶ πληγῇσι καὶ |
: ἀκήματα φάρμακα πάσσων , καὶ ἐπὶ δ ' ἕλκεϊ λυγρῷ φάρμακ ' ἀκήματ ' ἔπασσεν . παρὰ τὸ ἀκῶ | ||
καὶ ἄλαλον , ἦτορ δὲ ἄλκιμον καὶ ἀνδρεῖον , ἐν λυγρῷ νείκει κατέχει λήθη καὶ θάνατος , τουτέστι καὶ ἕτερός |
ἡμῖν αἶψ ' ἐβάλοντο λυγρῷ ἐπὶ πένθεϊ πένθος , Αἴαντος φθιμένοιο πολυσθενέος τ ' Ἀχιλῆος ἄλλων τ ' Ἀργείων ἠδ | ||
, τέταται δὲ νέκυς ῥίγιστος ἰδέσθαι . τοῦ μέν τις φθιμένοιο καὶ ἐν χθονὶ πεπταμένοιο εἰσέτι δειμαίνει πελάσαι δυσδερκέϊ νεκρῷ |
Ἀλλ ' ἀπ ' Ἀχαιῶν ἔρρε καὶ ἐν φθιμένοισιν ἐπεσβολίας ἀγόρευε . Ὣς ἔφατ ' Αἰακίδαο θρασύφρονος ἄτρομος υἱός . | ||
μῦθον ἄκουσεν , ἀγχοῦ δ ' ἱστάμενος ἔπεα πτερόεντ ' ἀγόρευε : “ Τηλέμαχός τοι , ξεῖνε , διδοῖ τάδε |
φίλος , ὦ πόσι μοι , σὺ μὲν φθίμενος ἀλαίνεις ἄθαπτος ἄνυδρος , ἐμὲ δὲ πόντιον σκάφος ἀίσσον πτεροῖσι πορεύσει | ||
με σπαρτοπόλιος ὠμόγραυς Ταναγρικὴ γυνή φίλη πειθοῖ ἄγγαρος ἀγυιεῖς ἀδιάφθορον ἄθαπτος αἰτιώτατος ἀκουστής ἀκρατεύεσθαι ἀλάβαστον ἀναπετῶ ἀνάριστον ἀνατρέχω ἀπέλιπε , |
δούλιον ἦμαρ . Ἀλλά μοι οὔτε πάτρης θυμηδέος οὔτε τοκήων μέμβλεται οἰχομένων , ὁπόσον σέο δῃωθέντος , οὕνεκά μοι δειλῇ | ||
ξανθοί . Πόρσυνε : δός . Φιλοτήσια . Ἀφροδίτης . μέμβλεται : μέλεται . Πεφορυγμένος : πεπληρωμένος . ἰοῦ : |
ἄλλον : ὢ πόποι ἦ δὴ μυρί ' Ὀδυσσεὺς ἐσθλὰ ἔοργε βουλάς τ ' ἐξάρχων ἀγαθὰς πόλεμόν τε κορύσσων : | ||
οὐκέτ ' ἀνεκτῶς Ἕκτωρ Πριαμίδης , καὶ δὴ κακὰ πολλὰ ἔοργε . Τὴν δ ' αὖτε προσέειπε θεὰ γλαυκῶπις Ἀθήνη |
σῴζοιτε Κλεώνυμον , ὃς τάδε καλὰ εἵσαθ ' ὑπαὶ πιτύων ὔμμι , θεαί , ξόανα . Ἷκτο μὲν ἐς Δωδῶνα | ||
Χαίρετε , Λυγκῆος γενεὴ τηλεκλειτοῖο : νῦν δὴ Ζεὺς κράτος ὔμμι διδοῖ μακάρεσσιν ἀνάσσων Κύκνον τ ' ἐξεναρεῖν καὶ ἀπὸ |
τῶν ἐχθρῶν ἔξαινε τὰς σάρκας καὶ οὕτως διέφθειρεν . Ἐπὶ Χαριξένης : οἱ μὲν αὐτὴν ἐπὶ μωρίᾳ διαβεβλῆσθαί φασι , | ||
μέγιστον σπερματίαν ὠνούμενον . Οὐκ ἰδίᾳ τάδ ' οὐκετόνθοι τἀπὶ Χαριξένης . Οἱ δ ' ἀλυσκάζουσιν ἐπὶ ταῖς κλινίσιν . |
ἄμβροτον αὐδήν : ἤδη γάρ οἱ Κῆρες ἀμείλιχοι ἀμφεποτῶντο . Τοὔνεκ ' ἄρ ' οὐκ ἀλέγιζε θεοῦ , μέγα δ | ||
αἰθὴρ τέφρῃ ὑπεκρύφθη καὶ λιγνύι : τείρετο δὲ χθών . Τοὔνεκ ' ἐγὼ δείδοικα Διὸς μένος ἤματι τῷδε . Ἀλλ |
ἐρεύξιεϲ , ὀξυρεγμίη . ἐπὶ δὲ τοῖϲι καρδιώϲϲουϲι καὶ αἴϲθηϲιϲ ὀξυτέρη , ὡϲ ἰδεῖν καὶ ἀκοῦϲαι μᾶλλον ἢ πρόϲθεν , | ||
ἀποτυχὼν ἀπώλεσε καὶ θυγατέρα . Δου . γυνὴ πολλὰ ἀνδρὸς ὀξυτέρη πρὸς κακοφραδμοσύνην . , Δου . κόσμος ὀλιγομυθίη γυναικί |
ἀμφὶ σάκος πεπόνηται ἀπειρεσίῳ τ ' ἐνὶ κύκλῳ ζῷα πέριξ ἤσκηται ἐοικότα κινυμένοισι , θαῦμα καὶ ἀθανάτοισι : βροτῶν δ | ||
ὁμοῖοι : ἅρμα δέ οἱ χρυσῷ τε καὶ ἀργύρῳ εὖ ἤσκηται : τεύχεα δὲ χρύσεια πελώρια θαῦμα ἰδέσθαι ἤλυθ ' |
γινόμενος διορίζει τὸν μὲν ἔνθεν , τὸν δὲ ἔνθεν : ἀπόλωλε : παρὰ τὰ Ἡσιόδου [ . ] λευκοῖσιν φαρέεσσι | ||
τοι αὔτως οὔατ ' ἀκουέμεν ἐστί , νόος δ ' ἀπόλωλε καὶ αἰδώς . οὐκ ἀΐεις ἅ τέ φησι θεὰ |