] εἰμι μόνον , νόσοις ? λέγω ] ? καὶ Τύχηι πολλάκις καὶ τοὺς ἐπὶ ] τῆς οἰκείας ἑστίας ἠρεμοῦντας
βίαι καὶ σοφίαι καὶ τοῖς ἄλλοις . εἰ οὖν τῆι Τύχηι καὶ τῶι θεῶι τὴν αἰτίαν ἀναθετέον , [ ἢ
5244290 ἠρεμουντας
καὶ Τύχηι πολλάκις καὶ τοὺς ἐπὶ ] τῆς οἰκείας ἑστίας ἠρεμοῦντας ἀναιρούσηι ? · ἀλλὰ ναυτιλίαι μ ' ἐκδέχονται καὶ
ἐξῄει διὰ μέσου τοῦ στρατοπέδου πάντας εἰδὼς ἐν ταῖς σκηναῖς ἠρεμοῦντας , καὶ δρῶν ἔτι τἀδίκημα καταφανὴς ὑπὲρ τοῦ μὴ
4940885 ναυτιλιαι
ἐπὶ ] τῆς οἰκείας ἑστίας ἠρεμοῦντας ἀναιρούσηι ? · ἀλλὰ ναυτιλίαι μ ' ἐκδέχονται καὶ ἐκ πολέμων πόλεμοι καὶ οὐδὲ
] τῆς οἰκείας ἑστίας ἠρεμοῦντας ἀναιρούσηι [ ] : ἀλλὰ ναυτιλίαι μ ' ἐκδέχονται καὶ ἐκ πολέμων πόλεμοι καὶ οὐδὲ
4707734 ἐπηνεγκατο
ἱκανῶς ὑμᾶς μεμαθηκέναι νομίζω : ὅτι δὲ ἡ ἐμὴ μήτηρ ἐπηνέγκατο , ῥᾳδίως ἐγὼ δείξω . πρῶτον μὲν γὰρ Πολυαράτου
μὲν ἐμὴ μήτηρ οὐκ ἐπηνέγκατο προῖκα , ἡ δὲ τούτων ἐπηνέγκατο , ἐνθυμεῖσθε ὅτι περιφανῶς ψεύδεται . πρῶτον μὲν γὰρ
4351816 αὐδωμενος
ἅπαντες . Εἶθ ' ὁ Μοσχίων ὁ παραμασήτης ἐν βροτοῖς αὐδώμενος . Ἄνθρωπος εἶναί μοι Κυρηναῖος δοκεῖς : κἀκεῖ γὰρ
καλεῖ : εἶθ ' ὁ Μοσχίων ὁ παραμασήτης ἐν βροτοῖς αὐδώμενος . ἐν δὲ τῷ Παγκρατιαστῇ Ἄλεξις τρεχεδείπνους καταλέγων φησίν
4275563 δουλευω
μὴ ὄντα ἀπὸ τῶν διὰ τοῦ ευω , διὰ τὸ δουλεύω , δουλεῖα : λατρεύω , λατρεῖα . Εἰς α
: ” παῖς ἠπειρώτης ἀπὸ Βαβυλῶνος πατρὶ νησιώτῃ γράφει : δουλεύω βασιλεῖ δῶρον ἐκ σατράπου δοθείς , οὔτε δὲ ἵππον
4267804 ἀναβαινω
τῆς μὲν τοῦ σώματος ῥώμης , ὅτι ἐπὶ τοὺς ἵππους ἀναβαίνω , τῆς δ ' ἐν τῇ τέχνῃ εὐπορίας ,
ἡμέρας δὲ γενομένης , ἔτυχε γάρ μοι παρὼν ἵππος , ἀναβαίνω τε εὐθὺς καὶ ὃν οὐδ ' ἂν εἷς ᾠήθη
4251048 ἐνομισας
εὐτυχήσας , τοσαύτην δὲ φέρων ἐκ γένους φιλοτιμίαν ἀμφότερα μικρὸν ἐνόμισας μέρος εἰς εὔκλειαν ἄνευ πράξεων ἀγαθῶν . Πόθεν οὖν
που , ἤγουν οὐδαμῶς σπουδὴν ποιεῖς : ἤγουν ἀληθὲς τοῦτο ἐνόμισας , ὅτι σε παίζων Ἡρακλέα ἐσκεύασα ; 〛 ἆρα
4239677 ζηλω
καὶ τοῖς ἀνδράσι τὸν πώγωνα προσέθηκεν . ἐκείνους οὖν ἐγὼ ζηλῶ τοὺς παλαιοὺς καὶ ἐκείνους μιμεῖσθαι βούλομαι , τοὺς δὲ
ΟΥ δίφθογγον ἢ τὸ Ε ἐν δισυλλάβῳ : καλῶ χαλῶ ζηλῶ δηλῶ αὐλῶ πολῶ πωλῶ ἀπειλῶ βουκολῶ ἀμελῶ ὠφελῶ .
4196009 προσφωνησαι
τῷ γένει . Ἐπιβατήριον ὁ βουλόμενος λέγειν δῆλός ἐστι βουλόμενος προσφωνῆσαι ἢ τὴν ἑαυτοῦ πατρίδα ἐξ ἀποδημίας ἥκων , ἢ
. προσελθοῦσαν δὲ ταῖς πύλαις κεκλειμέναις νυκτὸς τῆι Ταυρικῆι διαλέκτωι προσφωνῆσαι τοῖς φρουροῖς . τῶν δὲ στρατιωτῶν ἀνοιξάντων προθύμως ὡς
4183136 Οὐχ
. ” Οὐδὲ τοῖς ἥρωσιν , ὡς ἔοικας . “ Οὐχ ὅσοι γε θεῶν παῖδες ἦσαν . ” Ἀλλ '
δύναμιν αὐτῶν , ποταπή ἐστιν . ἀποκριθεῖσά μοι λέγει : Οὐχ ὅτι σὺ ἐκ πάντων ἀξιώτερος εἶ ἵνα σοι ἀποκαλυφθῇ
4182993 οὐχι
τοὺς πάντας ξυμμάχους : μόνοι γὰρ οἱ πρέσβεις παρῆσαν καὶ οὐχὶ ἅπαν τὸ πλῆθος τῶν συμμάχων οἱ μέν : ἤγουν
ἀνεπιστήμων ἐστίν : οἱ ἐπιστήμονες ἄρα ἀνεπιστήμονες . πάλιν , οὐχὶ οἱ ἀμαθεῖς διδάσκονται ; ναί . οἱ διδασκόμενοι οὐ
4156637 ἐντραφεις
. ταύταις καὶ ταῖς παραπλησίαις τομαῖς καὶ διαστολαῖς τῶν πραγμάτων ἐντραφεὶς καὶ ἐνασκηθεὶς ὁ ἀστεῖος ἆρ ' οὐκ εἰκότως εὔχεσθαι
, ἢ ἕτερα ἐπὶ τοῦτον λέγοντα : εἰ δὲ φιλοσόφοις ἐντραφεὶς μαθήμασι , φιλοσόφους ἀνερευνοῦντα λογισμοὺς , καὶ φιλοσόφων ἐκδιηγούμενον
4131354 φιλαρετους
ἀναγκαῖον ἐνόμισα καὶ τούτων ἐκθέσθαι τινὰ καὶ μάλιστα διὰ τοὺς φιλαρέτους ἕνεκα τοῦ σῶσαι ἄνθρωπον καὶ δυνηθῆναι νικῆσαι πάθος :
ἤδη , ὅτι τὰ μὲν γνήσια τῶν ἀγαθῶν , ἃ φιλαρέτους τρέφει ψυχάς , ἐπὶ θεὸν ἀναφέρεται μόνον ὡς αἴτιον
4118822 εἰμι
γάρ με δόξαι πτωχὸν εἶναι τήμερον , εἶναι μὲν ὅσπερ εἰμί , φαίνεσθαι δὲ μή : τοὺς μὲν θεατὰς εἰδέναι
οὖν οὐκ ἐρεῖ παρῆλθον τόδε , νῦν δὲ ἐν ἄλλῳ εἰμί ; Εἰ δὲ καὶ ἐφορᾷ τὰ ἀνθρώπων , πῶς
4108478 ὑβριζονται
Διόνυσος δὲ καὶ Δημήτηρ , ὅτι αὐτοῖς οἱ καρποὶ οὐχ ὑβρίζονται , Ποσειδῶν δὲ ναυμαχιῶν μὲν καθαρευούσης τῆς θαλάττης αὐτῷ
τὴν Ἑλλάδα , εἰ παρὰ τοῖς συμμάχοις ὑπὸ τῶν πρέσβεων ὑβρίζονται . ἀλλ ' ὑπὲρ αὑτοῦ κλαήσει τοῦ τὰ τοιαῦτα
4103881 ἀνατρεφει
τροφὴ , ἀνατρέφουσα : καὶ γὰρ δικαιοσύνη εἰς τὰς πόλεις ἀνατρέφει τοὺς ἀνθρώπους . Τί ἐστι μετάληψις ; λέξις ἐκ
παῖδας ἐν Ἐλευθεραῖς τῆς Βοιωτίας , οὓς ἐκκειμένους εὑρὼν βουκόλος ἀνατρέφει , καὶ τὸν μὲν καλεῖ Ζῆθον τὸν δὲ Ἀμφίονα
4097021 δυστυχης
περὶ τῆς Σικελίας , ἔσθ ' οὕτω τις ἄφρων ἢ δυστυχὴς ὅτῳ ταῦτα ἤδη ἀφικέσθαι παρέστη , ὥστε τὴν πόλιν
τράγον Πανὸς ἱερὸν κατέθυσέ τε καὶ σκευάσας ποικίλως ταύτην ὁ δυστυχὴς ἄρα τὴν δαῖτα ἄσατο , Αἰγυπτίων τε λεὼν πάμπολυν
4093795 ἀγαπω
πάντα ὁμοίῳ σοι . Ἀλλ ' ἐγὼ τὰ χαμόθεν οὐκ ἀγαπῶ , ἀλλὰ τὸν ἄνωθεν ἐπιζητῶ χαρακτῆρα , κἀκεῖθεν ἐσπούδακα
Φιλῶ τὸν δεῖνα , ὑπερφιλῶ , στέργω , ὑπερστέργω , ἀγαπῶ , ὑπεραγαπῶ , ἄγαμαι , οἰκείως ἔχω πρὸς αὐτόν
4088867 σος
λαὸς ἅλις ὃς κεῖται νεκρός . τοσαῦτ ' ἔλεξε . σὸς δὲ Πολυνείκης γόνος ἐκ τάξεων ὤρουσε κἀπήινει λόγους .
δειροτομῆσαι . καί κεν Τηλέμαχος τάδε γ ' εἴποι , σὸς φίλος υἱός , ὡς ἐγὼ οὔ τι ἑκὼν ἐς
4046622 Φιλοσοφιας
τρόπους οὓς μέλλω λέγειν ὥς φησιν Ἀριστοκλῆς ἐν τοῖς Περὶ Φιλοσοφίας δέκα βιβλίοις . χρὴ εἰδέναι ὅτι φθείρονται οἱ ἄνθρωποι
πολὺν ὑπὲρ αὑτοῦ λόγον τοῖς ἀρίστοις τῶν Ἑλλήνων καταλιπών . Φιλοσοφίας δὲ εἶδος οὐχ ἓν ἀποτεμόμενος , ἀλλὰ πολλὰς ἐς
4040659 ἐδεδοικεις
δι ' Ἀρχελάου παρεκάλεις . ἢ πόρρω μὲν ὄντα με ἐδεδοίκεις , ἀγχοῦ δὲ γενόμενον ἐπὶ δίκην ἐληλυθέναι νομίζεις ;
αὐτὸς ἐμηχανησάμην . Εἶτα , ὦ τολμηρότατε πάντων , οὐκ ἐδεδοίκεις μὴ καὶ σύ που τῆς θαλάττης καταπεσὼν Μενίππειόν τι
4016023 ὁμολογω
' εἴρηκεν ὁ Κύνουλκος , ἀλλ ' ἐρωτικὸς μὲν εἶναι ὁμολογῶ , ἐρωτομανὴς δὲ οὔ . τίς δ ' ἔστ
δείξῃ τις ἢ φωνήν τι ἢ ψυχὴν ἔχον , ἀδικεῖν ὁμολογῶ καὶ παραβαίνειν τὸν νόμον . Πῶς ἐπινεφεῖ τὸ πρῶτον
4004599 Παρνε
! ! ! ! ! ! ! ! ] [ Πάρνε ] , πρός [ σε ] χρήσομαι [ ]
[ ] ἀκούοντα : [ ⚓˘⚓ – – ] , Πάρνε ? ? ? ? ? , ς ? '
3940170 σεβοντας
προειρημένων νοημάτων λαβεῖν , ἐξαιρέτως δὲ ἐπὶ τοῦ τοὺς μὲν σέβοντας τιμῶ , τοὺς δὲ βλασφημοῦντας με σφάλλω : τοῦτο
ὡς ἐναντίους τοῖς ἀθέοις ἔθετο : ἐνταῦθα δὲ ὅρα τὸ σέβοντας , νῦν μὲν λεχθὲν ἐνεργητικῶς , παρὰ δὲ τοῖς
3937802 ὀνειδιζεις
ἐμοὶ μέν , ὅτι τοὺς πολεμίους κακῶς ἐποίησα , δειλίαν ὀνειδίζεις : σὺ δὲ ὅτι φανερῶς ἐμόχθεις καὶ μάτην ,
πατὴρ ἐφῆκεν ἐλλοῖς ἰχθύσιν διαφθοράν . Τοιοῦτος ὢν τοιῷδ ' ὀνειδίζεις σποράν ; ὃς ἐκ πατρὸς μέν εἰμι Τελαμῶνος γεγώς
3935460 δυσγενειᾳ
δουλείαν ἐπίσης ἐλευθερίᾳ ἀδιάφορον πρὸς ἡδονῆς μέτρον , καὶ εὐγένειαν δυσγενείᾳ , καὶ δόξαν ἀδοξίᾳ . καὶ τῷ μὲν ἄφρονι
τὸ προσδοκώμενον ἐξαμαυρώσῃ κλέος , τοῦ γένους τὴν λαμπρότητα θολώσας δυσγενείᾳ . ὡς οὖν ἐπέγνω κύουσαν ὅσον οὐδέπω ταύτην ,
3929938 τετολμηκα
συγγνώμην ἔχειν , εἰ καὶ νεώτερος ὢν λέγειν ἐπὶ δικαστηρίου τετόλμηκα : διὰ γὰρ τοὺς ἀδικοῦντας ἀναγκάζομαι παρὰ τὸν ἐμαυτοῦ
, εἰςβαλόντων Λακεδαιμονίων εἰπὲ τὴν τῶν πολεμίων ὕβριν , ἀφελέσθαι τετόλμηκα τῆς χώρας καὶ τέτμηκα τοὺς ἀγροὺς , ἵνα μὴ
3914112 περαινομενος
ποτὲ δὲ τέσσαρσιν , ἐνίοτε δὲ καὶ πλείοσι τούτων λέξεσι περαινόμενος , οἷόν τι λέγω ἐὰν εἴπω : ζῆθι αὐτοκράτορ
τοῦ τόπου ἐν ᾧ ἀσελγαίνων ἡλίσκετο , τὰ τῆς καταδρομῆς περαινόμενος ἐπὶ τὸ κοινότερον ἀνατρέχει , οὕτω καὶ ἐπὶ τοῦ
3901501 περιειργασμαι
τὴν βασιλείαν τοῦ τεθεικότος αὐτοῖς θεοῦ τὸν νόμου , καθὼς περιείργασμαι . Τὸν γὰρ πάντων ἐπόπτην καὶ κτίστην θεὸν οὗτοι
ἐν τοῖς ἄνω ἐναλλάξας , ὡς ἔφην . τὸ δὲ περιείργασμαι , περιττῶς καὶ οὐκ ἀναγκαίως παρῄνεσά τε ἐγὼ καὶ
3894819 βρεχομενη
κωλύεται μὴ ἐν καιρῷ κινούμενα καὶ ἡ γῆ δυσδιάτηκτος ἡ βρεχομένη : ὃ δὲ ἐν : ἀρχῇ μέγα καὶ διατενὲς
τροφὴν θερμαίνεσθαι τὸ σῶμα ὑγραινόμενον : ὥσπερ γὰρ ἡ ἄσβεστος βρεχομένη ἐλέγχει τὴν ἐν αὐτῇ θερμασίαν πάλιν ψυχρὰ φαινομένη ,
3892068 παρθενωι
ἔστω κτύπος : φῶς γὰρ τόδ ' ἥκει μακάριον τῆι παρθένωι . ἐπήινες ' , ἀλλὰ στεῖχε δωμάτων ἔσω :
μὴ σφαλῶμεν : ἀσθενὴς πατήρ : κλήρους τέ μοι φύλασσε παρθένωι χερί , οὓς ἔλαβον οἰωνίσματ ' ὀρνίθων μαθὼν θάκοισιν
3872896 ἀτολμος
ὁρισμός . . ἔχει τέλος ] ἔχει πλήρωμα . . ἄτολμος ] δειλὸς , ἀπρόθυμος . . δειλὸς οὐ τολμῶ
ἑαυτοῦ δύναμιν , τῶν προσόντων καλῶν ἀποσφαλῆναι πεποίηκεν ἡ ψυχὴ ἄτολμος οὖσα καὶ τῆς χειρὸς αὐτὸν εἰς τοὐπίσω ἕλκουσα ,
3857888 φιλελλην
' ὤκνησεν ἐγκαλέσαι Περσεῖ , ὅτι πολλοῖς ἔθνεσι κεχαρισμένος καὶ φιλέλλην καὶ σωφρόνως ἀντὶ μέθης καὶ τρυφῆς ἄρχει : καὶ
πρόγονος περὶ τούτων κῆρυξ . “ οὗτός ἐστιν ὁ ἐπικαλούμενος φιλέλλην , υἱὸς μὲν Ἀμύντου , πατὴρ δὲ Περδίκκου ,
3831411 ἐμη
Ἑλληνικοῖς γάμοις τὴν προτέραν ἁμαρτίαν καλύψαι . τουτέστιν : ἡ ἐμὴ μέχρι γήρως συμβίωσις ἀδοξίαν σοι προσετρίβετο . οἷον :
Λήδαι Θεστιάδι τρεῖς παρθένοι , Φοίβη Κλυταιμήστρα τ ' , ἐμὴ ξυνάορος , Ἑλένη τε : ταύτης οἱ τὰ πρῶτ
3817692 περιορων
ὅς , “ σίλλος , ὦ δέσποτα , γεγένημαι σὲ περιορῶν . σὺ δὲ ποῦ χθὲς ἐδείπνεις ; μῶν παρὰ
, ὥς φησιν ὁ Θουκυδίδης : ὁ γὰρ δυνάμενος παῦσαι περιορῶν δὲ τἀληθέστερον αὐτὸ δρᾷ . πῶς οὖν δυνατόν ἐστι
3814667 κενουσιν
τὴν γαστέρα δ ' ὑπάγειν ἐκ διαλειμμάτων συμφέρει τοῖς μετρίως κενοῦσιν , ὁποῖόν ἐστιν ἡ πικρὰ φάρμακον : συγχωρήσας γάρ
, μηδὲν ὑφορώμενος ἢ στρόφον ἢ ὑπερκάθαρσιν . πάνυ ἀλύπως κενοῦσιν οὐ μόνον φλέγμα , ἀλλὰ καὶ μελαγχολικὸν χυμόν :
3810823 δακρυουσης
τεθνηκότα τὸν πατέρα : καὶ ἐπὶ τῆς γυναικὸς τῆς νύκτωρ δακρυούσης καὶ κρινομένης μοιχείας : δεῖ γὰρ πρῶτον φανῆναι τὸν
ὑπὸ Λυσίου ; Ὢ τῆς ἀγριότητος , τὸ μηδὲ ἐπικλασθῆναι δακρυούσης : λίθος , οὐκ ἄνθρωπός ἐστι . πλὴν ἀλλ
3798638 μεμαθηκοτας
κεκτημένους : οὐδ ' ἐπιθυμεῖν χρημάτων , τοῖς ὀλίγοις ἀρκεῖσθαι μεμαθηκότας : εἶτα ἡ δύναμις . ἀλλὰ γὰρ οὐδὲ πένησιν
ἡμῖν πρύτανιν καὶ τῶν καλλίστων ἠθῶν πληροῦντα τοὺς σέβειν αὐτὸν μεμαθηκότας . σέβας δὲ ὅρκου μόνον ἂν εἴη ἡ τήρησις
3795330 ἐκπινει
τοσόνδε κρατῆρ ' ἐν δόμοις κακῶν ὅδε πλήσας ἀραίων αὐτὸς ἐκπίνει μολών . θαυμάζομέν σου γλῶσσαν , ὡς θρασύστομος ,
: δεινά . πάντα μοι γέρων Κρόνοϲ [ παιδί ' ἐκπίνει τε καὶ κατεϲθίει , ἐμοὶ δὲ τούτων προϲδίδωϲιν οὐδὲ
3751017 οὐ
. ὁ δὲ στρατηγός , γνώμῃ γὰρ ἅπαντα ἔπρασσε καὶ οὐ λίαν τῇ ὀργῇ ξυνεχώρει , οὐκ ἐς τόδε ὠμότητος
γὰρ καὶ ἐν τῇ θεωρίᾳ ὅτι ἡ ἀφαίρεσις τῶν ὁμοιομερῶν οὐ ποιεῖ κολοβὸν τὸ καταλειφθὲν , καὶ τὴν αἰτίαν προστεθείκαμεν
3743327 τερπων
Κλωθώ , καλύψω Καλυψώ : καὶ εἰς ων : τέρπω τερπών , χέω χεών καὶ χιών . οὕτως οὖν καὶ
Κλωθώ , καλύψω Καλυψώ : καὶ εἰς ων : τέρπω τερπών , χέω χεών καὶ χιών . οὕτως οὖν καὶ
3737768 ἐλευθεροστομεις
] κακοπαθείαις αἷς σύνει . ἐπιχαλᾷς ] ἐνδίδως . . ἐλευθεροστομεῖς ] σοβαρῶς καὶ ὑπεροπτικῶς φθέγγει . ἐκ μεταφορᾶς τῶν
, κακοπαθείαις αἷς σύνει ἐπιχαλᾷς ] ἐνδίδως ἄγαν ] λίαν ἐλευθεροστομεῖς ] σοβαρῶς καὶ ὑπεροπτικῶς φθέγγῃ Τὸ ἐλευθεροστομεῖς ἐκ μεταφορᾶς
3730619 ἀρτιως
φέρω : κεῖται γὰρ παρὰ τοῖς ποσὶ τῆς Ὑγιείας , ἀρτίως γε θείσης Τύχης ταύτης , ἐπειδὴ τάχιστα ἀνεῴχθη τὸ
, καὶ τὴν μαρτυρίαν ἀνάγνωθι . Ὁ μὲν τοίνυν ἐπιδακρύσας ἀρτίως ἐνταυθοῖ Δημοσθένης μνησθεὶς Κερσοβλέπτου , φαίνεται τῆς συμμαχίας ἐκκλῄων
3728794 συκοφαντει
ὃν τρόπον οὗτος καταισχύνει τὴν πόλιν , οὐχ ὃν τρόπον συκοφαντεῖ αὐτόν . πάρεστι γὰρ κατηγορήσων , οὐκ ἀπολογησόμενος .
σοί . Μητροφάνης μὲν ὄνομα τῷ ἄρχοντι , Σευῆρος δὲ συκοφαντεῖ , δεινὰ δὲ ἔπασχεν Ἀλέξανδρος καὶ δι ' ἐκείνου
3713623 ξυμφορων
δημηγορίᾳ : καὶ οὐκ ἴσμεν ὅπως τῶνδε τριῶν τῶν μεγίστων ξυμφορῶν ἀπήλλακται : ἤτοι κακιῶν . καὶ γὰρ αἱ τῆς
καὶ μεγάλῃ δυνάμει σφαλέντων ἡμῶν ταχέως οἱ ἐναντίοι ἐπιχειρήσουσι διὰ ξυμφορῶν : διὰ συμφορῶν ἡ σύμβασις ἐγένετο τοῖς Λακεδαιμονίοις πρὸς
3703610 ἐγενομην
γὰρ εἶς βελτίων . ταῦτά μοι , ἐν Ῥόδῳ ἐπεὶ ἐγενόμην , πρὸς Λακύδην τὸν ξένον ὡμιλήθη . Σὺ μέν
ἕνεκα χάριν ἔχειν τῆι Τύχηι : πρῶτον μὲν ὅτι ἄνθρωπος ἐγενόμην καὶ οὐ θηρίον , εἶτα ὅτι ἀνὴρ καὶ οὐ
3703248 κληθησομαι
κέκλημαι : . . . Ἑλλήνων οἰκήματα : ἀντὶ τοῦ κληθήσομαι : δούλα λιποῦς ' Ἀσίαν : καταλιποῦσα τὴν Ἀσίαν
τῶν Ἑλλήνων : ἐγὼ δ ' ἐν ξένῃ γῇ δούλη κληθήσομαι λιποῦσα τὴν Ἀσίαν δούλην , θεράπαιναν , τῆς Εὐρώπης
3698549 κοὐ
χειν [ [ ἄλλοϲ ἄλλωι ] γὰρ [ γέγηθε ] κοὔ τι ταυτ [ [ ! ! ! ! !
βελτίων τ ' ἐϲ πάντ [ ] ' ἀνήρ . κοὔ ] τι πολλὰ δεῖ λέγειν ? ? ? [
3697120 θηγουσα
δὲ φάρμακον τεύχουσα κἀμοῦ μισθὸν ἐνθήσει ποτῷ : ἐπεύχεται , θήγουσα φωτὶ φάσγανον , ἐμῆς ἀγωγῆς ἀντιτείσεσθαι φόνον . τί
τοίνυν καὶ πρὸς ὀξύτητα διανοίας παρελήφθη ὑπὸ τοῦ Πλάτωνος , θήγουσα τὴν ψυχὴν καὶ πρὸς ἐπίσκεψιν τῶν ὄντων ἀκρίβειαν παρεχομένη
3695675 κοὐκ
ἐξήσκησαν ᾗ νομίζεται . Ἐπεὶ δὲ παντὸς εἶχε δρῶντος ἡδονὴν κοὐκ ἦν ἔτ ' ἀργὸν οὐδὲν ὧν ἐφίετο , κτύπησε
παῖς : ἀσπιδηφόρου : καλύπτεις ἐν ἀφανείᾳ : κρύπτεις : κοὐκ ἄν γε λέξαιμ ' ἐπ ' ἀγαθοῖσι : πρὸς
3695151 σους
μέρει τῆς παρατάξεως ἔξεστί σοι τὰς πέλτας , τουτέστιν τοὺς σοὺς ὑπηκόους , στῆσαι : ἀλλὰ μηνίων : μηνίων τινές
, [ εἰ ? ] τοὺς [ ] ? μὲν σοὺς προγόνους ὁ ] δῆμος οὐδὲ μεθυσθέντι ? ] ᾤετο
3675333 ἐραστας
εὖγε , ” εἶπεν , “ ὅτι τοὺς τοῦ σώματος ἐραστὰς ἐπὶ τὸ τῆς ψυχῆς κάλλος μετάγεις . ” Θαυμάζοντός
εὐθὺς ἐξ ἀρχῆς ἄμισθον , ἀξύμβολον εἰσεδεξάμην , οἶσθα ὅσους ἐραστὰς παραπεμψαμένη , Θεοκλέα τὸν πρυτανεύοντα νῦν καὶ Πασίωνα τὸν
3651240 ὑπαιτιοις
ἐπ ' εὐγενείᾳ τὸ τῶν προγόνων ἀξίωμα | καθαιρεῖν ἔργοις ὑπαιτίοις τολμᾶν ὄνειδος αἴσχιστον : οἷς ἅπασιν ἔνοχος ὤν ,
τούτοις τό τε εὐλογεῖν τοὺς ἀγαθοὺς καὶ τὸ καταρᾶσθαι τοῖς ὑπαιτίοις ἀνέθηκεν οὐχὶ τοῖς αὐτοῖς , καίτοι γε ἀμφοτέρων ἐχόντων
3647839 σοφοις
ἤτοι πολλὰ νοήματα ὀξέα ἔνδον τῆς διανοίας φωνοῦντα πλουσίοις τοῖς σοφοῖς καὶ συνετοῖς ἀνθρώποις : εἰς δὲ τοὺς καὶ χυδαίους
δώρων καὶ χάριτος ἱκανῶς πειρᾶται διδάσκειν ὅτι ἀναγκαῖόν ἐστι τοῖς σοφοῖς μανθάνειν γράμματα . . π . εὐσεβ . .
3646859 ἐπιφθονος
ἄλλως : ἐμοὶ λόγος , φησὶ , λεπτὸς μὲν , ἐπίφθονος δὲ , τουτέστι : φθονηθησόμενος μὲν , δυνάμενος δὲ
λευκοῦ ζεύγους , ἐξυπτιάζων , περίβλεπτος ἅπασι τοῖς ὁρῶσι καὶ ἐπίφθονος . καὶ προέθεον πολλοὶ καὶ παρίππευον καὶ εἵποντο πλείους
3640492 τρισευδαιμων
] ὑπάρχει ὁ Σωκράτης , λίαν μακαριστός . ἐστίν , τρισευδαίμων . τοῦ διεντερεύματος ] τοῦ διανοήματος . , τοῦ
: ὢ τὰς ἐναντίας ἐγὼ προσηγορίας ἐπὶ σοὶ κτησάμενος : τρισευδαίμων διὰ σὲ πρότερον , νυνὶ δὲ τρισάθλιος . ποῦ
3631609 οἰομαι
υἱῷ γὰρ ἀγαπητῷ τι πράττων πρὸς χάριν ἔρανον ἐμαυτῷ τοῦτον οἴομαι φέρειν . ὅστις δ ' ἐρυθριᾷ τηλικοῦτος ὢν ἔτι
καὶ εἰ μή τι αὐτῶν ἀληθές ἐστιν , ὥσπερ οὐκ οἴομαι , οὐ πρὸς τὰς ὑμετέρας ἀγγελίας καταπλαγεῖσα καὶ ἑλομένη
3629591 ποιηματ
σὲ ? χρήσομαι [ ] πάσηι [ ⚓ – ] ποιήματ ? [ ] ? ? ' οὐ μάτην [
ἐφισταμένου δὲ λόγου καὶ παντάπασι . καὶ τοὺς θρήνους μέντοι ποιήματ ' εἶναι συμβέβηκε καὶ τοῖς ὅλοις οὐδὲν ἰατρεύειν τῆς
3627879 θαυμαζω
ἐπιτελέσαντες ? [ τὰ ἱερὰ ] εἶδον , ἔλασσον σφᾶς θαυμάζω μὴ γινώσκειν [ ] , ὅσοι δὲ παρὰ τοῦ
ἄνδρας , προέμενοι ἀπολέσθαι αὐτοὺς ἀποπλέοντες ᾤχοντο . οὐ μέντοι θαυμάζω γε τὸ Κριτίαν † παρανενομηκέναι † : ὅτε γὰρ
3626863 διαφθειροντας
παταγώδης καὶ ὑπόμωρος . Βιβλίον τοὐμὸν μέθυ : πρὸς τοὺς διαφθείροντάς τινα ἔργα : ἢ ἐπὶ τῶν φιλολόγων . Βλίτυρι
τραχὺν καὶ σκληρόν . Βιβλίον τοὐμὸν μέθυ : πρὸς τοὺς διαφθείροντάς τινα ἔργα : ἢ ἐπὶ τῶν φιλολόγων . Βίοι
3626829 ἐγενου
παιδός , ὅτι σὺ ἀμφότερα καὶ πατὴρ αὐτῷ καὶ μήτηρ ἐγένου , οὔτ ' ἄνδρ ' ἕτερον ἀντὶ Φαλάριδος ,
τοῖς ἐμοῖς χρήμασιν εἰς παλαίστρας ἐφοίτας . ἐκ τῶν ἡμετέρων ἐγένου πολεμικός . ζήτει τοίνυν καιρὸν ἀμοιβῶν , ἵνα μοι
3622617 ἡδ
' ξομῇ τὸ μὴ εἰδέναι ; Δέδρακα τοὔργον , εἴπερ ἥδ ' ὁμορροθεῖ , καὶ ξυμμετίσχω καὶ φέρω τῆς αἰτίας
, ὠσὶν δ ' ἐνίει ποθέουσιν : ἀμφοῖν γὰρ φιλίας ἥδ ' ἀρχή : τῇδε καθέξεις αὐτόν , προσβάλλων ἀκοαῖς
3621312 καλω
τεκτόνων τέχναι καὶ χεῖρες ἕτεραι καὶ ἅμαξαι καὶ δοκοὶ καὶ κάλω , ἀλλ ' οὐδεὶς ἦν λογισμὸς ὁ πείσων πλειόνων
περὶ τοῦ δεῖν ἀπάγξασθαι λέγων μία μὲν γάρ ἐστιν ἀπὸ κάλω καὶ θρανίου . ἐπιθράνους δ ' ἐκάλουν τὰ ξύλα
3619610 νομιζω
τῶν Κίρωνος χρημάτων , νῦν ἤδη τοῦτο ἐπιδείξω . Καὶ νομίζω μὲν ἁπλῶς καὶ ὑμῖν ἤδη εἶναι φανερὸν ὅτι οὐκ
οὔτε γὰρ ἔστιν μήτε γένοιτο τοῦτο , οὔτ ' ἐγὼ νομίζω . ἀλλ ' εἴ τῴ τις ἄρ ' ἢ
3617191 πιπρασκοντας
ἐς τὰ πωλητήρια περιιὼν ἀποκηρύσσειν ἔλεγεν ὅσου δύναιντο πάντα τοὺς πιπράσκοντας ὀλιγίστου , διά τε δίκας ἀμφίβολα ἢ ἐπίφοβα ἔτι
γὰρ ἐκάλουν οἱ παλαιοὶ τοὺς ἐπὶ μισθῷ λόγους γράφοντας καὶ πιπράσκοντας αὐτοὺς εἰς δικαστήρια , ῥήτορας δὲ τοὺς δι '
3617184 ἠιδειν
ὡς παῖς ὁ νέος ἐκλίποι φάος . κοὐδεὶς τάδ ' ἤιδειν . ἐν χεροῖν ἔχοντι δὲ σπονδὰς μετ ' ἄλλων
τινὸς ἀναγγείλαντος αὐτῶι τεθνάναι τὸν υἱὸν εὖ μάλα καθεστηκότως εἶπεν ἤιδειν θνητὸν γεννήσας καὶ ὡς τοῦτο λαβὼν Εὐριπίδης τὸ νόημα
3615951 ἑωρακα
μὲν πολὺ κάλλιστος ὁ ἐμὸς πατήρ , Μήδων μέντοι ὅσων ἑώρακα ἐγὼ καὶ ἐν ταῖς ὁδοῖς καὶ ἐπὶ ταῖς θύραις
ἐφώδευσα ἕως τῆς ἀκατασκευάστου . κἀκεῖ ἐθεασάμην ἔργον φοβερόν : ἑώρακα οὔτε οὐρανὸν ἐπάνω , οὔτε γῆν τεθέαμαι τεθεμελιωμένην ,
3612476 κακοδαιμων
ταῖς μυίαις ποιεῖν βοῦν τοῖς ἀκλήτοις προκατακόπτειν πανταχοῦ . Οἴμοι κακοδαίμων , τὸν τράχηλον ὡς ἔχω . Σφαῖραν λαβών τῷ
πάνυ ἀνεκτόν . τάδε μέντοι ἐκ τοῦ κακο σύνθετα . κακοδαίμων , κακοῦργος , κακολόγος κακήγορος , κακοπράγμων ὡς Ὑπερείδης
3602688 εὐπρεπεσιν
μιᾶς , ἀκολασίας , φύντα : ἣν ἔνιοι τῶν εἰωθότων εὐπρεπέσιν ὀνόμασι τὰ αἰσχρὰ ἐπικοσμεῖν ἔρωτα ὀνομάζουσι τἀληθὲς ὁμολογεῖν ἐρυθριῶντες
δεῖ σε καθεύδειν αὐτῆς παρ ' ἐμοί . ” τοῖς εὐπρεπέσιν δ ' ἀκολουθοῦντες καὶ μειρακίοις οἱ φαυλότεροι τοιάδ '
3596510 ἀπιστος
ηὐξημένον . Ὁ μὲν λόγος θαυμαστὸς , ὁ δὲ λέγων ἄπιστος : ἐπὶ τῶν ἐπαγγελλομένων μείζω ἢ δύνανται . Ὁ
ἢ πλῆθός τι τοιαύταις ψυχαῖς κεχρημένον , οὐδεὶς οὕτως ἦν ἄπιστος , ὡς μὴ πιστεύειν τὸ τῆς ψυχῆς αὐτοῖς πάντη
3595993 μυθων
καὶ τοῦ Σωκράτους ἐπιδεῖξαι τοῦτο αὐτὸν ἀξιώσαντος , ἀπό τινων μύθων ἐπικεχείρηκε τοῦτο δεῖξαι μηδὲν ὄντων πρὸς τὸ πρᾶγμα ,
, κατὰ τὴν αὐτὴν ἡλικίαν γεγονότες , ἀπέστησαν τῶν παλαιῶν μύθων . ἡμεῖς δὲ τὴν ἐναντίαν τούτοις κρίσιν ἔχοντες ,
3592666 ἁθ
κατὰ πάντα δαῆναι ἤθεα : νῦν δ ' ἤδη νηῦς ἅθ ' ἑκὰς διέχω . Τίς δ ' ἀρετὴ πίνοντ
. οὐ μνημονεύει δὲ ἡ ψυχὴ ἀπολυθεῖσα τοῦ σώματος , ἅθ ' ἑστῶσαν τὴν γνῶσιν καὶ μὴ παραρρέουσαν ἔχουσα ,
3592050 γινομαι
ἀτόμους διαλύομαι , ὕδωρ γίνομαι , [ καὶ ] ἀὴρ γίνομαι , πῦρ γίνομαι : εἶτα μετ ' ὀλίγον οὔτε
πεπίστευκ ' : ἐμβλέπων γὰρ αὐτόθι τοῖς ἰχθυοπώλαις λίθινος εὐθὺς γίνομαι : ὥστ ' ἐξ ἀνάγκης ἔστ ' ἀποστραφέντι μοι
3584174 σοις
φίλταθ ' Ἕκτορ . . . μαστὸν ἤδη πολλάκις νόθοισι σοῖς ] Τοῦτο παρ ' ἱστορίαν φασὶν εἰρῆσθαι : μὴ
ἠγωνίσμεθα . τίν ' ; ὡς ἀπαντᾶι δάκρυά μοι τοῖς σοῖς λόγοις . Φοίβωι ξυνῆψ ' ἄκουσα δύστηνον γάμον .
3580685 ἁμαρτανοντας
: λόγων ἀπορρήτων ἐκφορὰν μὴ ποιοῦ : μὴ μόνον τοὺς ἁμαρτάνοντας , ἀλλὰ καὶ τοὺς μέλλοντας κόλαζε . Οὗτος πρῶτος
, ὥσπερ καὶ ἔστι καλόν , τὸ μὴ περιμένειν ποτὲ ἁμαρτάνοντας ἀμύνεσθαι , πολλῷ μᾶλλον οἰήθητι δεῖν μὴ προεξανίστασθαι τῶν
3577678 ἀγαπησεως
παρὰ φύσιν ἐστίν , ὑπακουσόμεθα : τοῦτο γὰρ φιλίας καὶ ἀγαπήσεως σημεῖόν ἐστι . Μεγάλα γὰρ καὶ σὺ καὶ ἀνεπίληστα
τὰ τοιαῦτα φέρομεν ; πότερον ὅτι καὶ διὰ τῆς τούτων ἀγαπήσεως ἡ φύσις μηνύει τοὺς τῆς ὥρας ἔχοντας τὴν ἐπιθυμίαν
3575517 σε
ῥοπάλοις αὐτὸν παίοντα ἔφη : „ ἀλλ ' ἔγωγε οὐκέτι σε εὐδαιμονίζω : ὁρῶ γάρ , ὡς οὐκ ἄνευ κακῶν
οἵ ς ' ὠτειλὴν αἷμ ' ἀπολιχμήσονται ἀκηδέες : οὐδέ σε μήτηρ ἐνθεμένη λεχέεσσι γοήσεται , ἀλλὰ Σκάμανδρος οἴσει δινήεις
3564486 οὐδαμως
ἐκφέρουσιν ὑμᾶς εἰς βάραθρα καὶ κρημνούς . ἴστε δ ' οὐδαμῶς πρὶν πεσεῖν ὅτι πείσεσθαι μέλλετε . ὁ δὲ τρίβων
: τὰ γοῦν ὁριστικὰ καὶ ἀπαρέμφατα : τὰ δὲ ὑποτακτικὰ οὐδαμῶς : σολοικισμὸς γὰρ τὸ ἐὰν θεριῶ καὶ ἐὰν κομιῶ
3561916 ἀβουλον
τὸν κλέπτην . Ἐντεῦθεν ἡμᾶς τοῦτ ' ἔοικε γινώσκειν , ἄβουλον εὐχὴν τοῖς θεοῖσι μὴ πέμπειν , ἐκ τῆς πρὸς
ἀβουλίας ἀρχὴν ἐξαλείφειν οἴεται τέλει χείρονι , παιδοκτονίᾳ προπετεῖ τὴν ἄβουλον παιδοποιΐαν ἀρνουμένη . εἰ δὲ βούλει , τὸν Ἀγαμέμνονα
3537369 παλαι
προστάτῃ κατ ' ἐκείνους τοὺς χρόνους ὄντι καὶ τοῖς Ἀθηναίοις πάλαι πεπαιδευμένοις ἥκειν ἐπὶ τὴν μάχην . οὐ γὰρ ἐνῆν
θαυμάζω γὰρ εἰ μόνος τῶν ἁπάντων ἀγνώσσεις ὡς ἐγὼ μὲν πάλαι βασιλεὺς ὢν πέπαυμαι τοῖς παισὶ διανείμας τὴν ἀρχήν ,
3534869 ἀδικηθεντας
ἀτυχημάτων ὅσων ὁ πόλεμος αὐτοῖς αἴτιος ὑπῆρξεν ὁ πρὸς τοὺς ἀδικηθέντας ὑπ ' αὐτῶν μισθοφόρους . ἀποστερήσαντες γὰρ τοὺς ὀφειλομένους
, ἣ τὸν μὲν ἀδικήσαντα εὐδαιμονέστατον ποιεῖ , τοὺς δὲ ἀδικηθέντας καὶ ἀδικῆσαι οὐκ ἂν ἐθέλοντας ἀθλιωτάτους . ἔστιν δὲ
3532320 ἐπιδεικνυῃ
τ ' ἐνίων αὐτόπτας ἐστὶ καταστῆσαι , ἀλλ ' ἐὰν ἐπιδεικνύῃ τίς τι τούτων , ἱκανὸν νομίζετ ' ἔλεγχον ἔχειν
εἴπῃ μητρὸς ὄνομα , γνήσιοί εἰσιν , ἀλλ ' ἐὰν ἐπιδεικνύῃ ὡς ἀληθῆ λέγει , τοὺς συγγενεῖς παρεχόμενος τοὺς εἰδότας
3527503 ἀκυροις
ὁ μὴ τῷ πλάνῳ συνενεχθεὶς μηδὲ τὸ κῦρος ἐπιφημίσας τοῖς ἀκύροις ; πᾶς ὁ τοιοῦτος ἐμοὶ προσίτω „ . μιᾶς
χείροσι νόμοις ἀκινήτοις χρωμένη πόλις κρείσσων ἐστὶν ἢ καλῶς ἔχουσιν ἀκύροις , ἀμαθία τε μετὰ σωφροσύνης ὠφελιμώτερον ἢ δεξιότης μετὰ
3525404 ἀπατωσα
τῶν γραφῶν καὶ μυρίων ἄλλων , ἡ αἴσθησίς ἐστιν ἡ ἀπατῶσα . Διὸ καὶ μεμφόμεθα πάντες ἐπὶ τῶν τοιούτων οὐ
καὶ ἀνελεύθερος , σχήμασι καὶ χρώμασι καὶ λειότητι καὶ ἐσθῆτι ἀπατῶσα , ὥστε ποιεῖν ἀλλότριον κάλλος ἐφελκομένη τοῦ οἰκείου διὰ
3523723 Ἀποκρινεται
τε καὶ αἰδοῦς ὄντι μεστῷ , πολλὴν δυσχέρειαν εἶχεν . Ἀποκρίνεται γοῦν , ἠρέμα διωσάμενος τὸν ἄνθρωπον , ὅτι Καῖσαρ
τῷ εἶξαι τῷ καλῷ καὶ πρὸς τὰ αἰσχρὰ ἀντιβλέψαι . Ἀποκρίνεται ὁ Ἀθηναῖος ξένος , ὅτι καὶ πόλεως τὸ καλούμενον
3519441 παραινουντας
ὅθεν παροιμία ἐπὶ τῶν παραινουμένων καὶ μὴ σωφρονούντων πρὸς τοὺς παραινοῦντας τό : ἐχῖνον λεαίνεις . μῆτις : βουλὴ ,
πολιτῶν ἀξιοῦντας καὶ βοηθεῖν τοῖς μὴ δυναμένοις διαλῦσαι τὰ χρέα παραινοῦντας ἔφη δεῖν ἐξετάζειν , τί ποτε τὸ πεποιηκὸς ἦν
3509965 πονηρος
μᾶλλον πέφυκε τἀνθρώπῳ . Ὁ δ ' αὖ οὐ πάνυ πονηρὸς καθέστηκεν ἀπὸ τῆς τῶν χρωμάτων τεκμαιρομένων ἡμῶν οἰκειότητος .
ἔλυσε τοὺς νόμους : εἰ δ ' ἐκβαλεῖν ἀπάτην ἣν πονηρὸς ἄνθρωπος ἐνέθηκέ σοι , μένει μὲν Ἱεροκλῆς ἐν τῷ
3508374 Κᾀγω
ἐς ἐμὲ προσιόντα καὶ φησὶ , χαῖρε , ξένε . Κᾀγὼ , πολλά γε καὶ σὺ , Δημόκριτε , ἀνδρῶν
: καὶ γὰρ ἡμεῖς ὅ τι δυναίμεθα συνεργοῖμεν ἄν . Κᾀγὼ , τὸ μὲν κατ ' ἀλήθειαν , ἔφην ,
3505979 ἀποφανειν
ἐπήλπιζον χάριν ἐκ τοῦ δήμου λαβόντες ἐς τὰς αὐτὰς ἀρχὰς ἀποφανεῖν αὐτίκα καὶ οὐκ ἀρχόντων ἀλλαγήν , ἀλλὰ μόνης ἔσεσθαι
δύναμιν ἀποδεικνύμενος διατετέλεκας . καὶ ὅτε μὲν ἡγοῦ τὴν βουλὴν ἀποφανεῖν τοὺς ἔχοντας τὸ χρυ - σίον , πολεμικὸς ὢν
3497494 προηγαγες
ταῦτα διαπυνθανόμενος . Θέντες οὖν ἕκαστα τῶν σῶν ᾗπερ αὐτὰ προήγαγες , ἀποκρινούμεθά σοι πρὸς αὐτὰ συμμέτρως . Ἐπέστησας γὰρ
φιλοῦσαν : εἶτά με τυμβωρύχων χερσὶ παρέδωκας καὶ ἐκ τάφου προήγαγες εἰς θάλασσαν καὶ τῶν κυμάτων τοὺς πειρατὰς φοβερωτέρους ἐπέστησας
3493243 φιλτατη
τήνδε [ τὴν ] ψυχὴν [ ] ἅπαξ σοί , φιλτάτη τεκοῦσα , παρεθέμην [ ] μολών ? [ :
ὧν ἕνεκα ἤθλουν , καὶ φημὶ πρὸς αὐτήν , Ὦ φιλτάτη , δεῖξόν μοι μαγγανεύουσαν ἢ μεταμορφουμένην τὴν δέσποιναν :
3485640 χρηστος
ζῆν ἔρχετ ' ἀποθανούμενος . Δούλῳ γὰρ οἶμαι πατρίδος ἐστερημένῳ χρηστὸς γενόμενός ἐστι δεσπότης πατρίς . Εἴ τίς φησι τοὺς
τέκνον : ἐφίημι γάρ . Ὁ Τιμοκλῆς οὗτος ἔστι μὲν χρηστὸς ἀνὴρ καὶ φιλόθεος καὶ τοὺς λόγους πάνυ ἠκρίβωκε τοὺς
3485468 λανθανει
ἰδόντες τῶν Αἰγυπτίων οἱ ἐν τέλει καὶ τῆς εὐμορφίας ἀγάμενοι λανθάνει γὰρ τοὺς ἐν ἐξοχαῖς οὐδένμηνύουσι τῷ βασιλεῖ . μεταπεμψάμενος
καὶ τὸ τοὺς εὐεργέτας βλάπτειν τοῦ τὸν τυχόντα ἀδικεῖν οὐδένα λανθάνει . καὶ τοίνυν καὶ τοὺς Ἐφεσίους , εἴ τις
3483724 ἐμους
' Εὐμάθει τούτῳ , μεταπεμψάμενος τοὺς οἰκείους καὶ φίλους τοὺς ἐμοὺς Εὐμάθης ἐνεφάνισε τὰ χρήματα , ἃ ἦν μοι παρ
ὅτι δεῦρο ἀνιὼν οὐχὶ τὼ ὀφθαλμὼ τοῦ ἀετοῦ ἐνεθέμην τοὺς ἐμοὺς ἐξελών : ὡς νῦν γε ἡμιτελὴς ἀφῖγμαι καὶ οὐ
3481185 τἀληθες
εἶδος τὸ τῆς κώπης ἀναδεδεγμένῳ . καὶ μὴν τῷ γε τἀληθὲς σκοπουμένῳ ἔτι φανεῖται ἄχρι τοκετῶν τὸ ἔμβρυον : ἦν
ἡδονῆς ὄργανα καὶ μουσικὴ τοὔνομα τῇ τέχνῃ , λόγος δὲ τἀληθὲς εὑρίσκει . τοῦτό σοι πρακτέον , τοῦτό σοι ῥητέον
3467799 εὐνους
ἀπὸ γνώμης ἐστὶ τοῦ πατρός : ὅτι εἰδὼς ὅπως εἰμὶ εὔνους αὐτῷ ἐγὼ , ἐκήρυξε τῷ λυτρωσαμένῳ δώσειν : τὴν
γ ' : ἐπειδήπερ γὰρ ἦλθες , ὦ μέλε , εὔνους , πτερώσω ς ' ὥσπερ ὄρνιν ὀρφανόν . Σοὶ
3463651 πειθους
ἀντιστρέφει : εἴ τι μὲν γὰρ ῥητορική , τοῦτο καὶ πειθοῦς δημιουργός , οὐ μὴν εἴ τι πειθοῦς δημιουργός ,
δοκεῖ Ἀριστοτέλους ὁ ὅρος . Ὁ μὲν γὰρ λέγων αὐτὴν πειθοῦς δημιουργὸν ἀτελῆ ποιεῖ τὴν ῥητορικήν : ἐν ἑτέροις γάρ
3455890 Οὐ
τὰς μαρτυρίας αὐτῶν ἀνάγνωθι καὶ τὰ ψηφίσματα τὰ Δημοσθένους . Οὐ τοίνυν μόνον ταῦτα ἔγραψεν , ἀλλὰ καὶ μετὰ ταῦτα
. Μάγας , κακόδαιμον , γράμματ ' οὐκ ἐπίσταται . Οὐ τοὺς ἀώρους εἶπά σοι , μαστιγία , πόδας πρίασθαι
3454906 συκοφαντα
ἦν , ἀλλ ' ἐφ ' οἷς ἐπέδωκα , ὦ συκοφάντα : καὶ ταῦτα μὲν ἀπὸ τῆς τῶν ἀρχαίων παρασκευῆς
τοῦτο τῆς εἰςαγγελίας τὸ γνώρισμα : ἀπολωλότων Θηβαίων , ὦ συκοφάντα , κατηγορεῖς : καὶ γραφὴν ἐπάγεις Θήβας οὐκ ἔτι
3454530 πλουτησας
, ὅτι πονηρὸς ὁ Δημοσθένης , προσέθηκεν , ὅτι καὶ πλουτήσας τὴν αὐτὴν ἔσχε γνώμην , καὶ οὐ διήλλαξεν ἡ
λέγειν . ἐντεῦθεν γὰρ παρῆλθεν : Κοννίδας μέτοικος ἐν Σελινοῦντι πλουτήσας ἐκ πορνοβοσκίας παρὰ μὲν τὸν ἄλλον χρόνον ! εν

Back