, ὧν ὁ τελευταῖος “ καὶ ποικίλως πως καὶ σαφῶς ᾐνιγμένος ” . ΓΓΘ τὰ περὶ τῶν μέτρων ταῦτα ἡμέτερά
ρϞγʹ , ὧν τελευταῖος “ καὶ ποικίλως πως καὶ σοφῶς ᾐνιγμένος ” . μετὰ τοῦτο δὲ καθ ' ὑπερβολὴν στίχοι
5667420 σοφως
καὶ μαθεῖν οὐ δεῖται , ἀλλὰ καταδύεται καὶ ἀναδύεται πάνυ σοφῶς καὶ ὡς ἤδη χρόνου πεπαιδευμένη τοῦτο . ἀετὸς δέ
τε ἐσθίει ῥᾳδίως . τὰ δὲ μικρὰ ἰχθύδια διαθηρῶσι πάνυ σοφῶς . παρὰ τὴν ὄχθην τοῦ ποταμοῦ ἔρχονται καὶ τὴν
5596726 σεβω
“ ἄνεχε , πάρεχε , φῶς φέρω , φλέγω , σέβω ” . ἄνεχε , πάρεχε : μετὰ λαμπάδων ἔρχεται
ἔνθα κερδανεῖ . ἐχθρὸς μὲν ἁνήρ , ἀλλὰ τὴν δίκην σέβω . ὀλόμαν ὀλόμαν ἀποχηρωθείς λεπτοσπαθήτων χλανιδίων ἐρειπίοις θάλπουσα καὶ
5593062 Ἡρακλεις
ἀλλ ' ἐν αὐτοῖς τοῖς ἄστροις ἐποιούμην τὴν ἀποδημίαν . Ἡράκλεις , μακρόν τινα τὸν ὄνειρον λέγεις , εἴ γε
βίῳ . ὑμεῖς οὖν προσέχετε καὶ μὴ παρακούετε . Ὦ Ἡράκλεις , ὡς εἰς μεγάλην τινὰ ἐπιθυμίαν ἐμβέβληκας ἡμᾶς ,
5562646 Κινησια
ἐπὶ ξείνῃ Κεκροπίᾳ φθίμενον . Ὤιχευ ἔτ ' ἀσκίπων , Κινησία , Ἑρμόλα υἱέ , ἐκτίσων Ἀίδῃ χρεῖος ὀφειλόμενον γήρᾳ
δεινὸν μὲν γὰρ ἔχονθ ' ὑὸς ῥύγχος , ὦ φίλε Κινησία . ἐγὼ δὲ βαρβίτους , τριχόρδους , πηκτίδας ,
5525032 γελᾳ
ὅταν γὰρ πρὸς ταῦτα ἔχῃ μὲν μηδὲν ὅτι λέγῃ , γελᾷ δέ , αὑτοῦ καταγελάσεται καὶ ὑπὸ τῶν παρόντων αὐτὸς
, οὐδὲν οἶδεν , ὡς ἔοικεν , ἐφ ' ᾧ γελᾷ οὐδ ' ὅτι πράττει : κάλλιστα γὰρ δὴ τοῦτο
5496806 ἀποφθερει
ἄπελθε . ἐπιλήθει ] ἐπιλήθῃ . ἐδιδάχθης ] ἐδιδάσκου . ἀποφθερεῖ ] ἀποφθερῇ . ἀπὸ γὰρ ὀλοῦμαι ] ὑπὸ τῶν
, ὦ πόνηρ ' . Ἰαιβοῖ . Οὐκ ἐς κόρακας ἀποφθερεῖ βύρσης κάκιστον ὄζον ; Καὶ τοῦτό γ ' ἐπίτηδές
5492501 Εὐριπιδη
τοῦτο εἰρηκέναι : ἄνευ δὲ μητρὸς , ὦ κάθαρμ ' Εὐριπίδη : ἰδίοισιν ὑμεναίοισι : τοῖς οὐ νενομισμένοις . ἢ
γὰρ ἂν ἀπέλθοιμ ' . Ἀλλὰ κόψω τὴν θύραν . Εὐριπίδη , Εὐριπίδιον , ὑπάκουσον , εἴπερ πώποτ ' ἀνθρώπων
5446740 ἀνθρωπε
τὸν καρπόν . τί γὰρ πλέον θέλεις εὖ ποιήσας , ἄνθρωπε ; οὐκ ἀρκεῖ τοῦτο , ὅτι κατὰ φύσιν τὴν
ρωτᾶν ἅπαντας ἐν μέρει , Τί γὰρ σύ , ὦ ἄνθρωπε , δέδοικας τὴν πενίαν οὕτως πάνυ , τὸν δὲ
5402580 μαθε
πρὶν οὐ μάθεν στενάζει . Τὸ καλὸν φύσει μαθοῦσα , μάθε καὶ πόθεν τὸ κρεῖσσον . Τὸ ῥόδον πάλιν προλάμπει
ὦν ἐπιμνησθέντα ὀργῇ λέγειν πρὸς τὸν Πρηξάσπεα : Σύ νυν μάθε [ αὐτὸς ] εἰ λέγουσι Πέρσαι ἀληθέα εἴτε αὐτοὶ
5316871 ματαιᾳ
, δρᾶν παρεσκευασμένος , θεοὺς ἀτίζων , κἀπογυμνάζων στόμα χαρᾷ ματαίᾳ θνητὸς ὢν εἰς οὐρανὸν πέμπει γεγωνὰ Ζηνὶ κυμαίνοντ '
Θησέα ἱστορεῖ Θ . ἐν τοῖς πρώτοις καιροῖς . Γλώσσῃ ματαίᾳ ζημία προστρίβεται : Αἰσχύλου : τὸ μὲν ἀπόφθεγμα Βίαντος
5306274 αἱματοπωτην
: Ἀλλ ' ὁπόταν μάρψῃ βυρσαίετος ἀγκυλοχήλης γαμφηλῇσι δράκοντα κοάλεμον αἱματοπώτην , δὴ τότε Παφλαγόνων μὲν ἀπόλλυται ἡ σκοροδάλμη ,
τοῦ ἠλέματος καὶ τοῦ κοεῖν , ὅ ἐστι νοεῖν . αἱματοπώτην : καὶ τοῦτο οἰκείως ἐπὶ τοῦ δράκοντος . αἱματοπωτεῖ
5285073 ἀποσφαλεις
πλανᾷ . πρὸς μὲν οὖν τὸ πλάνῃ οὕτω λέγε , ἀποσφαλεὶς φρενῶν ἐν πλάνῃ , τουτέστιν ἐκπεσὼν καὶ πλανηθεὶς τοῦ
πολλοὺς τῶν ἐν αὐταῖς ὄντων διαφθαρῆναι . ὁ δὲ Δημήτριος ἀποσφαλεὶς τῆς ἐλπίδος οὐδ ' ὣς ἔληγεν , ἀλλὰ προσεκαρτέρει
5267219 θεω
, ὦ Σώκρατες , πυκνότερα ἐπάγειν . Τέλος γὰρ ἤδη θέω . ” ἀνάγκην “ δ ' οὖν ἔτι βούλομαι
τὸ εἴξασιν ἀπὸ τοῦ εἴκασιν , τὸ ἐνήνοθεν ἀπὸ τοῦ θέω , κατὰ μετάθεσιν ἔθω ἐνέθω εἶτα ἐνήνοθα . Τέτυπα
5250215 κακοδαιμον
[ . ] οὐχ ? ? ? ὁρᾶιϲ με , κακόδαιμον , πάλαι ; ἀπροϲδόκητον [ ] . οὐχ ὑγιαίνει
, ὃν χρῆν φράζειν ἀνθρωπείως ; Ἀλλ ' , ὦ κακόδαιμον , ἀνάγκη μεγάλων γνωμῶν καὶ διανοιῶν ἴσα καὶ τὰ
5191743 δυσερως
Μοῖσαι φίλαι , ἄρχετ ' ἀοιδᾶς ζάτεις ' : ἆ δύσερώς τις ἄγαν καὶ ἀμήχανος ἐσσί . βούτας μὲν ἐλέγευ
γὰρ οἶμαι οὐδαμῶς . Ἀλλ ' οὗτος ἐναντίως τοῖς ἄλλοις δύσερώς ἐστι , καὶ ἀμφότερα βούλεται , τό τε ἀργύριον
5185695 ὠγαθε
' ἔσομαι τοιοῦτος γενέσθαι οἷοίπερ καὶ ἐκεῖνοι . Οὔκ , ὠγαθέ , ἀλλά σε λέληθεν οἷον τοῦτ ' ἔστιν ,
βιωσόμεθα ἀγνοοῦντες ὃ σὺ φῂς εἰδέναι . ἀλλ ' , ὠγαθέ , προθυμοῦ καὶ ἡμῖν ἐνδείξασθαιοὔτοι κακῶς σοι κείσεται ὅτι
5181967 χαιρω
γῆν . παρὰ τὸ ΛΑ ἐπιτατικόν . ὡς ἀπὸ τοῦ χαίρω χάρεια καὶ ἀνθῶ ἄνθεια καὶ κρατῶ κράτεια , οὕτως
εἶναι χωρὶς δακρύων . φιλαγαθὴς ] φιλογέλως . γήθω τὸ χαίρω . . δακρυχέων ] κινητικὸς δακρύων . ἃ ]
5145774 φρονεις
” καὶ Καλλίας Πεδήταις : Τί δὴ σὺ σεμνὴ καὶ φρονεῖς οὕτω μέγα ; Ἔξεστι γάρ μοι : Σωκράτης γὰρ
ἐξ ἑτοίμου τὰ τῶν τεχνῶν κάλλιστα ἀποδιδόντων γνώμῃ . Ἀρχαϊκὰ φρονεῖς : ἤτοι εὐήθη . Ἀβυδηνὸν ἐπιφόρημα : τὸ ἀηδές
5140796 Νη
Ὅτι τοι ἡμῖν ἐδόκει οἶκος ἀνδρὸς εἶναι ὅπερ κτῆσις . Νὴ Δί ' , ἔφη ὁ Κριτόβουλος , ὅ τι
Σώκρατες , ὅσα μήτε κενὸς μήτε ἄγαν πλήρης διημερεύειν . Νὴ τὴν Ἥραν , ἔφην ἐγώ , ὦ Ἰσχόμαχε ,
5139475 πεπονθας
παρούσης πημονῆς ἀπαλλαγῶ ] τούτου τοῦ δεσμοῦ ἐλευθερωθῶ . . πέπονθας ἀεικὲς πῆμα ] ὁ χορὸς ἀκούσας τῶν τοῦ Προμηθέως
. Ἀριστοφάνης Ἱππεῦσιν : ὅπερ γὰρ οἱ τὰς ἐγχέλεις θηρώμενοι πέπονθας . καὶ δευτέραις Νεφέλαις : τὰς εἰκοῦς τῶν ἐγχέλεων
5138773 αντ
. ] ! ! ! [ ] δόμ [ ] αντ [ ] μου [ ] ! ! ω ?
! νο ? [ [ ] ε [ [ ] αντ [ . . . . . . [ ]
5122076 οἰμοι
ἡδόμεσθ ' ἀγῶνι δυστυχεῖ δόμοις δισσῶν ἀδελφῶν μόρον ἀκούοντες σέθεν οἴμοι τὸ πᾶν δῆτ ' ἐσφάλημεν ἐλπίδων ται μέγα τείσασθε
τοῦ ἀπό τινος ἐσθίειν , ὡς Ἕρμιππος ἐν Στρατιώταις : οἴμοι τάλας , δάκνει , δάκνει , ἀπεσθίει μου τὴν
5082014 νημερτης
γεγονὸς βλέπων . λῶστον παρὰ τὸ λῶ τὸ θέλω . νημερτὴς ἀπὸ τοῦ νη στερητικοῦ μορίου καὶ τοῦ ἁμαρτάνω ὁ
ἀμφιβεβήκῃ , τῆμος ἄρ ' ἐξ ἁλὸς εἶσι γέρων ἅλιος νημερτὴς πνοιῇ ὕπο ζεφύροιο , μελαίνῃ φρικὶ καλυφθείς , ἐκ
5068957 νοεοντι
ὅπως τελέεσθαι ἔμελλεν ἠνώγει : μηδ ' εἴ τι θεοὶ νοέοντι πονηρόν , αἰδόμενός με κρύπτε : καὶ ὣς οὐκ
Ὀδυσσεύς : “ γινώσκω , φρονέω : τά γε δὴ νοέοντι κελεύεις . ἀλλ ' ἔρχευ προπάροιθεν , ἐγὼ δ
5064744 σιω
εἰς ἐκεῖνο τείνει ὅτι εὐημέρουν τότε οἱ Λάκωνες . ναὶ σιώ : Τοὺς Διοσκόρους λέγει . Λακωνικῶς δὲ φθέγγεται ,
ἄγχοις . Μάλα γ ' , οἰῶ , ναὶ τὼ σιώ : γυμνάδδομαι γὰρ καὶ ποτὶ πυγὰν ἅλλομαι . Ὡς
5063986 Μα
Τί δαί ; Τὸ πολὺ τάριχος οὐκ εἴρηκά πω . Μὰ Δί ' οὐδὲ τὸν τυρόν γε τὸν χλωρόν ,
σοὶ ὂν ὅ τι ἂν βούλῃ περὶ ἐμοῦ λέγειν ; Μὰ Δί ' οὐχ ὥς ποτε ἐγὼ Ἀσπασίας ἤκουσα :
5056441 ξενε
παύσαιτό τις ἑκάστοτε διεξιών . Εὖ γε , ὦ Λακεδαιμόνιε ξένε , λέγεις . τὴν ἀνδρείαν δέ , φέρε ,
εἰρήνης . Φαίνεται μέν πως ὁ λόγος οὗτος , ὦ ξένε , ὀρθῶς εἰρῆσθαι , θαυμάζω γε μὴν εἰ τά
5050496 δηθ
. σκαιότατον ] ἀπαίδευτον , ἀπαιδευτότατον . , ματαιότατον . δῆθ ' ] ἀργόν , ἀληθῶς . ἀπὸ . .
φέρων , εἰ μὴ καθαιρήσει τις , ἀποπαρδήσομαι ; Μὴ δῆθ ' , ἱκετεύω , πλήν γ ' ὅταν μέλλω
5044483 γενναιε
ἐτῶν οὖσα τέξεται „ ; μὴ μέντοι νομίσῃς , ὦ γενναῖε , τὸ ” εἰπεῖν ” οὐχὶ τῷ στόματι ,
ἕκαστον βραβευόμενον ἐπαινετῶς ἐξορθοῦσθαι πέφυκεν . Ἔπειτ ' , ὦ γενναῖε , μὴ νομίσῃς ἀλυσιτελὲς ἐπίκαιρον εἶναι τυραννίδα . οὐδὲ
5042630 Ἀριστοτελες
τοῦ μὴ αὐτοῦ . ἀλλὰ πῶς τὸ ἀγαθόν , ὦ Ἀριστότελες , τὸ αὐτὸ ἔσται καὶ ὡσαύτως ἐν τῷ ἀύλῳ
καὶ πρὸς τὸν Ἀριστοτέλην εἰκότως , ὡς ἔοικας , ὦ Ἀριστότελες , φίλος καὶ ὁμιλητὴς ὑπάρξας τοῦ Πλάτωνος , ἐπίτηδες
5027954 Εὐ
† πολλὴν γὰρ ἀβλάβειαν ἡ σιγὴ φέρει . } † Εὖ ἔχειν σπούδαζε μὴ τῷ σχήματι : τὸ σῶμα μᾶλλον
ὄφρ ' ἐῢ εἴδω . . . . α : Εὖ εἰδῶ : τὸ εἰδῶ Τυραννίων μὲν βαρύνει , Ἀρίσταρχος
5020018 ἀκουεις
γέρων ὤν . ὦ Ζεῦ πολυτίμητ ' , ἆρ ' ἀκούεις ἅ με λέγει ὁ πανοῦργος υἱός ; ἀτράφαξυν ἕψους
, χρυσὸν , ὁ δὲ ἄργυρος τὸν ἄργυρον . Οὐκ ἀκούεις τὸν ἀρχαιότατον λέγοντα : Ὁ σπείρων σῖτον , σῖτον
5019857 γελασαι
: οὗ γὰρ τὸ μέγιστον ἔργον ἐστὶ παιδιά , ἁδρὸν γελάσαι , σκῶψαί τιν ' , ἐκπιεῖν πολύν , οὐχ
ὁ Δημόκριτος , εἰ ταῦτα εἶδε ; κατ ' ἀξίαν γελάσαι ἂν ἐπὶ τῷ ἀνδρί ; καίτοι πόθεν εἶχεν ἐκεῖνος
4978587 ἐοικα
ἄμβροτος , οὐκέτι θνητὸς πωλεῦμαι μετὰ πᾶσι τετιμένος , ὥσπερ ἔοικα , ταινίαις τε περίστεπτος στέφεσίν τε θαλείοις : τοῖσιν
τὸ σχῆμα , καὶ σκέψαι μ ' ὅτῳ μάλιστ ' ἔοικα τὴν βάδισιν τῶν πλουσίων . ὅτῳ ; δοθιῆνι σκόροδον
4977675 ταλαν
τοὺς κάδους ξυλλαμβάνειν ; μὴ σκῶπτέ μ ' , ὦ τάλαν , ἀλλ ' ἕπου δεῦρ ' ὡς ἐμέ .
μέλεος , ὦ τάλας ἐγὼ τάλας , ἀπὸ δὲ συγγόνων τάλαν ' ἄνομα πάθεα φῶτά τε λιτομένα , πολυδάκρυτον Ἀίδα
4973165 δεδαηκε
τῶν ἰδίων μισθῶν φαγέοις ἀνυβρίστως . εἰ δέ τις οὐ δεδάηκε τέχνης , σκάπτοιτο δικέλληι . ἔστι βίωι πᾶν ἔργον
ἠδ ' Ἀφροδίτην : τὴν οὔ τις μετὰ τοῖσιν ἑλισσομένην δεδάηκε θνητὸς ἀνήρ : σὺ δ ' ἄκουε λόγου στόλον
4971897 φοβουμαι
Ἄργου γηγενοῦς : † ἄλευ ' , ἆ δᾶ : φοβοῦμαι , τὸν μυριωπὸν εἰσορῶσα βούταν . ὁ δὲ πορεύεται
τοῦ ἐμοῦ τάφου παρακαθημένην τὴν ἐμὴν ὁμόκοιτον γυναῖκα καὶ σύζυγον φοβοῦμαι μή τι κακὸν αὐτῇ ἐπιγέγονε . τὰς χοὰς δέ
4967862 Οἰμοι
πρόφασις καλῶς εὑρημένη : τὸν γὰρ γέροντα διαβαλοῦμαι τήμερον . Οἴμοι . τί [ δήποτ ' ] ἐστί ; μῶν
ἐλύσσα . Τὸν δὲ νεβρὸς ἐξ ὕλης ἰδὼν ἔφησεν : Οἴμοι τῷ ταλαιπώρῳ : τί γὰρ μεμηνὼς οὕτως οὐχὶ ποιήσει
4962997 σκαιως
ἐκ τῆς γῆς ἀναδιδῶται τὰ σπέρματα . σκαιεμβατεῖν : τὸ σκαιῶς καὶ ἀρρύθμως ἐμβαίνειν ὀρχούμενον , τὸ ἐν τῇ συνηθείᾳ
μὴ δύνασθαι σωφρονεῖν , ἀλλὰ πολλὰ δυσχερῆ πράττειν ἀναγκάζεσθαι τοὺς σκαιῶς αὐτῷ καὶ ἀμέτρως χρωμένους : ὑπὸ δὲ ᾠδῆς σφαλλομένους
4958008 μακαριε
. Πῶς γὰρ οὔ ; Οὐδέποτ ' ἄρα , ὦ μακάριε Θρασύμαχε , λυσιτελέστερον ἀδικία δικαιοσύνης . Ταῦτα δή σοι
, ἐπεὶ δοκεῖ γέ σοι ὡς ἐγὼ λέγω . Ὦ μακάριε , ῥητορικῶς γάρ με ἐπιχειρεῖς ἐλέγχειν , ὥσπερ οἱ
4957562 ὁτιη
' ἐν οἴνῳ συμπόται σοφώτατοι . Ὀρθῶς γ ' , ὁτιὴ νήφοντες οὐχ ὑγιαίνομεν . Ἢν τοὺς Ἀθηναίους ἐγὼ πείσω
ὁμίχλη κατέχει πάντων ἀγαθῶν ἀνάμεστος . Ἆρ ' οἶσθ ' ὁτιὴ πρὸς ἄνδρας ἐστί σοι μάχη , οἳ τὰ ξίφη
4956689 ἀχθομαι
μήποτ ' ὤφελον λιπεῖν τὴν Σκῦρον : οὕτω τοῖς παροῦσιν ἄχθομαι . Οὐκ εἶ κακὸς σύ , πρὸς κακῶν δ
νῦν δ ' ἴσον ἀπέχομεν εὐπορίας καὶ κολακείας καὶ οὐκ ἄχθομαι τῷ μὴ πλουτεῖν , ἀλλὰ φιλοτιμοῦμαι τῷ μὴ δουλεύειν
4929341 Ἑρμη
τῶν σῶν δορυφόρων . Τί οὖν οὐκ ἀπαλλαττόμεθα , ὦ Ἑρμῆ , τὴν ταχίστην ; οὐ γὰρ ἄν τι ἡμεῖς
. τὸ πλῆρες δὲ Ἑρμᾶ . Ἑρμ ' ἐμπολαῖε ] Ἑρμῆ ἐμπορικέ . ὡς εὐτυχῶς πωλήσας τὰς ἑαυτοῦ θυγατέρας εὔχεται
4922341 μελανοπτερυγων
τί μετεωρίζομαι ἐν τούτοις τοῖς φάσμασι : γράφεται νύξ : μελανοπτερύγων : ἐπειδὴ ἐν νυκτὶ προσπελάζουσι . καὶ Ἡσίοδος περὶ
ἐν πρώτῳ μαγειρικῆς διδασκαλίας . Ἀριστοφάνης δ ' ἐν Τελμησσεῦσι μελανοπτερύγων , ἔφη , κορακίνων . ὑποκοριστικῶς δὲ ὠνόμασεν αὐτοὺς
4920593 γελω
προσγραφομένου δὲ τοῦ ι , μὴ συνεκφωνουμένου δέ , οἷον γελῶ , γελᾷς , γελᾷ . οἱ μέντοιγε Αἰολεῖς ?
καὶ ἡ δευτέρα τὸ α ὡς τὸ ἀκροῶ ἀκροάσω , γελῶ γελάσω : τέως δὲ ὡς ἐπὶ τὸ πλεῖστον τῷ
4919183 οἰδας
ὁ Χαιρέας εἶπεν ” ὦ πάντων ἀνθρώπων ἀφυέστατε , οὐκ οἶδας πῶς μεθοδεύεται γυνὴ παρακλήσεσιν , ἐπαίνοις , ἐπαγγελίαις ,
τὸ τῆς Λήθης ὕδωρ πεπώκασι καὶ τῶν ἀλγεινῶν ἐξελάθοντο : οἶδας γὰρ καὶ νεκροῖς ἐπιτοξάζεσθαι καὶ ψυχὰς ἐξ ᾅδου τοῖς
4915603 ἑταιρε
κτανέτην ἰσονόμους τ ' Ἀθήνας ἐποιησάτην . Ἀδμήτου λόγον ὦ ἑταῖρε μαθὼν τοὺς ἀγαθοὺς φίλει , τῶν δειλῶν δ '
κυκλεῖς ἄνω καὶ κάτω ; καλῶς γε ποιῶν , ὦ ἑταῖρε , τὸ σὸν δὴ τοῦτο , καὶ τἀληθῆ λέγων
4915208 κλυω
ἒ ἕ , ἒ ἕ , ὄτοβον ἁρμάτων ἀμφὶ πόλιν κλύω : ὦ πότνι ' Ἥρα . ἔλακον ἀξόνων βριθομένων
! ! ! ! ! ! ] Φοῖβε , τίνα κλύω τὸν α ? [ ὁ θυηπόλος [ ! !
4902187 θαυμαστικον
. . καὶ μάλιστα κατὰ τοὺς ἀνάπλους τοῦ Νείλου , θαυμαστικὸν ὄντα τῶν τοπικῶν ἰδιωμάτων ἅμα καὶ οὐκ ἀπαίδευτον .
τῷ τέλει τῶν στίχων κορωνίς . ὅσα δὴ δέδηγμαι : θαυμαστικὸν τὸ “ ὅσα ” , ἀντὶ τοῦ πολλά .
4897174 ἐτητυμως
Ϙγʹ , ὧν τελευταῖος : ἥξω διαιρεῖν τοῦτο πρᾶγμ ' ἐτητύμως . ἐπὶ ταῖς ἀποθέσεσι παράγραφος , ἐπὶ δὲ τῶι
ἔργον ἄτρυτον λῆμα ἄφιμος ἵππος γνώσῃ δὲ τέχνην τὴν ἐμὴν ἐτητύμως ἀψευδόμαντιν οὖσαν τὸν πλησσόμενον ἐμβριθῆ νοῦν ? – ˘
4878629 ναι
ἄνθρωποι τὸ φλόγας ἐκπέμπον πῦρ . ὁ δέ φησιν , ναὶ , ἀφ ' οὗ γε πολλὰς ἐκμαθήσονται τέχνας .
ἀνόητοι καὶ ἄδικοι . ταῦτα . . . ἀνθεῖ ] ναὶ ἐφευρίσκεις καινὰς γνώμας . ταῦτα ] αἱ εὑρεσιλόγιαι ,
4871868 θεσπιζειν
τοῖς μὴ νομίζουσι κατὰ τὸν τότε χρόνον ἔμμετρα τὴν Πυθίαν θεσπίζειν : εἶτα τοῦτο βουλόμενος ἀποδεῖξαι , παντάπασιν ὀλίγων χρησμῶν
μάντιν ἀντειπεῖν κακῶς . Καὶ μὴν λέγεις , ψευδῆ με θεσπίζειν λέγων . Τὸ μαντικὸν γὰρ πᾶν φιλάργυρον γένος .
4848008 ἀπυστος
νῦν δέ μιν ἀκλειῶς Ἅρπυιαι ἀνηρέψαντο : οἴχετ ' ἄϊστος ἄπυστος , ἐμοὶ δ ' ὀδύνας τε γόους τε κάλλιπεν
ἔπλετο μῦθος : ταχὺς , ἄλοχος . . . . ἄπυστος : ἀνήκουστος : ἀπὸ τοῦ πεύθω πέπευσμαι πέπευσται πευστός
4846713 νηπιε
Πυθίαν εἰπεῖν , Λυδὲ γένος , πολλῶν βασιλεῦ , μέγα νήπιε Κροῖσε , μὴ βούλου πολύευκτον ἰὰν κατὰ δώματ '
ὁ Ἡσίοδος ὡς πρὸς τὸν ἀδελφὸν λέγων ” ἐργάζευ , νήπιε Πέρση “ πᾶσι παραινεῖ . οὕτω καὶ ὁ Ἰσοκράτης
4842851 κρυψω
πολὺν ἠχήσει τὸν Ἴακχον : τῷ δὲ ἀπειθοῦντι καὶ παρακούσαντι κρύψω τὸ πῦρ καὶ κλείσω λόγων ἀνάκτορα . κοινὸν μὲν
αἵματος χαμαὶ πεσών ; ἐπείγετ ' εἶα , δμωίδες : κρύψω δέ νιν ξεστοῖσι θαλάμοις , ἔνθ ' ἐμῷ κεῖται
4836993 δητ
δοίδυκα καὶ κιβώτιον . Λίθινον ; Μὰ Δί ' οὐ δῆτ ' , οὐχὶ τό γε κιβώτιον . Σὺ δὲ
θεῶν μέγας , ἄξειν νιν ὑπτίασμα κειμένου πατρός . τί δῆτ ' ἐγὼ κάτοικτος ὧδ ' ἀναστένω ; ἐπεὶ τὸ
4831860 ταλας
οἷς ἐποχοῦνται οἱ ναῦται . . τοιαῦτα μηχανήματ ' ἐξευρὼν τάλας ] προειπὼν καὶ ἀπαριθμησάμενος ὅσα καλὰ καὶ ἀγαθὰ μηχανήματα
. πρὸς αὐτὸν ἀπέτεινε τὸν λόγον : οἵων πραγμάτων ὁ τάλας ἐπιθυμήσας : οἴχῃ καὶ διέφθαρσαι ἀπὸ τοῦ τρίποδος δεξάμενος
4831774 δαιμονιε
τὸν βίον , ἀμελοῦντι πάνυ ἄν τις οἰκείως ἐπείποι : δαιμόνιε , φθίσει σε τὸ σὸν μένος . Τοῦ δὲ
οἶμαι , τύχῃ τινὶ βέβληται . στῆσον τοίνυν , ὦ δαιμόνιε , τὴν βλάβην καὶ μὴ ἐπίτρεπε βαδίζειν : ὡς
4830381 θρους
ἁπλᾶ μὲν ὄντα περισπῶνται , οἷον βοῦς νοῦς πλοῦς χροῦς θροῦς θυγατριδοῦς ἀδελφιδοῦς χαλκοῦς χρυσοῦς πλακοῦς Σιμοῦς , χωρὶς τοῦ
χροῦς , χοῦς , νοῦς , πλοῦς , φλοῦς , θροῦς , χαλκοῦς , Σιμοῦς , ἀργυροῦς , σεσημειωμένου τοῦ
4829372 μανθανω
ἂν ἢ μόνῳ ἐκείνῳ ποιῇ τις ἢ ἄριστα ; Οὐ μανθάνω , ἔφη . Ἀλλ ' ὧδε : ἔσθ '
μανθάνειν σημαίνει καὶ τὸ νοεῖν , ὥσπερ εἰώθαμεν λέγειν ὅτι μανθάνω τὰ λεγόμενα ἀντὶ τοῦ νοῶ , σημαίνει δὲ τὸ
4825438 λαλος
: τότ ' ὄρη λαλεῦσι φωναῖς , φιλέρημος δὲ νάπαισιν λάλος ἀνταμείβετ ' ἀχώ : πιθαναὶ δ ' ἐργατίδες σιμοπρόσωποι
συμ - φέρει εἰ καὶ ἡ γαμηθεῖσα λοίδορός τις καὶ λάλος καὶ μοιχάς , φυλάσσεσθαι δὲ δεῖ οἰκοδομεῖν . τὰ
4805636 μαινεται
τοῦ κρέσσονος : ἐκ τῶν γνωμῶν τοῦ Δημοκράτους . Ἄμυρις μαίνεται : ἐπὶ τοῦ φρενήρους . οὗτος θεωρὸς ὑπὸ Συβαριτῶν
οὔτε εὐσεβὲς νεανίσκον ἄθλιον ἀνελεῖν , πιστεύσαντας μανίας λόγοις . μαίνεται γὰρ ὑπὸ λύπης . ” Ταῦτα εἰπόντος τοῦ Κλεινίου
4805455 βοᾳς
' οὐ τοῖς πράγμασι καὶ τοῖς πολιτεύμασιν γιγνωσκομένους . καὶ βοᾷς ῥητὰ καὶ ἄρρητ ' ὀνομάζων , ὥσπερ ἐξ ἁμάξης
καὶ ὁμόγραφα ἔχει τοῖς ὁριστικοῖς τὰ ὑποτακτικά , οἷον βοῶ βοᾷς βοᾷ , χρυσῶ χρυσοῖς χρυσοῖ , ἐὰν βοῶ ἐὰν
4797449 ὑβριζεις
ἀντὶ γλώττης ὅσα καὶ χειρὶ χρῆσθαι διέγνωκας καὶ ὥσπερ ἀλλοτρίαν ὑβρίζεις καὶ ἐπικλύζεις τοσούτοις κακοῖς . λαλεῖν μοι ἔργον ἐστὶ
ξύνει τῷ Διὶ καὶ συμβασιλεύεις αὐτῷ , καὶ διὰ τοῦτο ὑβρίζεις ἀδεῶς : πλὴν ἀλλ ' ὄψομαί σε μετ '
4797184 φενακισας
. μῶν ἀξιοῖς : Ἄρα ἄξιον κρίνεις . . . φενακίσας : Ἀπατήσας . ἀπαλλαγῆναι : Ἐλευθερωθῆναι . . ἀζήμιος
κυνίδιον , ἠνέσχεσθε ἄν ; Γ φήνας : συκοφαντήσας , φενακίσας . ἡ δὲ Σέριφος νῆσός ἐστιν εὐτελεστάτη πρὸς τῇ
4796036 δολομητα
οἱονεὶ περιυβρίζουσάν τε καὶ παίζουσαν : τί πτώσσεις καὶ κρύπτῃ δολομῆτα , καὶ τὰ ἑξῆς . Μυθεῖσθαι : λέγειν .
τὸν δ ' αὖτις ἀμείβετο καρτερὸς Αἴας : Ὦ Ὀδυσεῦ δολομῆτα καὶ ἀργαλεώτατε πάντων , οὔ νύ ς ' ἐκεῖς
4794800 ὡρασι
τινος λαβὼν ὀφείλεθ ' ὅσα δεδωκὼς ἦν πάλαι . Μὴ ὥρασι * μετὰ τῶν κακῶν ἵκοιθ ' ὁ τοὺς θέρμους
. ὅτι Ποσειδῶνος εὕρημα οἱ ἐρέβινθοι . ΘΕΡΜΟΙ . μὴ ὥρασι μετὰ τῶν κακῶν ἵκοιθ ' ὁ τοὺς θέρμους φαγών
4790770 ἐειπον
οἴνου πινέμεν αἰεὶ μέμνεο πευκεδανῆς ἕνεκ ' ἀσπίδος , ὥσπερ ἔειπον . Καὶ πολυειδέα πῖνε μετ ' ἀκρήτου Βρομίοιο μορφὴν
φορέουσι πάντας ἐπ ' ἀνθρώπους , πολλοί τέ μιν ἐσθλὸν ἔειπον . ” τὴν δ ' ἀπαμειβόμενος προσέφη πολύμητις Ὀδυσσεύς
4787856 τευς
καὶ ὑπὸ σποδῷ ἀκάματον πῦρ : καιόμενος δ ' ὑπὸ τεῦς καὶ τὰν ψυχὰν ἀνεχοίμαν καὶ τὸν ἕν ' ὀφθαλμόν
, ὥς τυ φάγωντι . καὶ πόκ ' ἐγὼν παρὰ τεῦς τι μαθὼν καλὸν ἢ καὶ ἀκούσας μέμναμ ' ,
4785765 Συ
περὶ τῆς ὁδοῦ ἐπεθύμει δὲ ὥσπερ καὶ ὁ πατήρ . Σὺ δ ' αὐτῷ λέγεις , Νίκην σοι φαίνουσι θεοὶ
πάσχουσιν , οἱ μὲν ἐπιπηδήσαντες , αἱ δὲ κατανωτισάμεναι ; Σὺ δέ με ἀξιοῖς συγκατακλινῆναι καὶ ταῦτα γυμνήν ; Καίτοιγε
4784844 ἐπιορκησειν
με ἀποστερήσειν , πρὸς δὲ τούτοις εἰς ὅρκον καταφυγὼν ῥᾳδίως ἐπιορκήσειν , ὅπερ καὶ ἄλλοις πεποίηκεν . δεινὴ γὰρ ἡ
, συνάγει τὸ τινὰ ἢ πῄ , ὀμόσας λέγων τὶς ἐπιορκήσειν , ἐπιώρκησεν , ὥστε καὶ εὐώρκησεν . Παρὰ πόσα
4781786 ἐπισταμαι
ἀρχὴν Σκαμανδρίῳ τῷ παιδὶ κατέλιπεν . ταῦτα δὲ ἔχοντα οὕτως ἐπίσταμαι σαφῶς ὅτι οὐδεὶς ἀποδέξεται , φήσουσι δὲ ψευδῆ πάντες
ἐκ φιλανθρωπίας κτήσασθαι δόξαν , καὶ οὕτως ἐγώ σε καλῶς ἐπίσταμαι ὥστε καὶ ὑπεσχόμην αὐτοῖς τὰ βελτίω , καὶ νῦν
4780587 ἠσθ
; πόσα τοι ἔτε ' ἐστί , φέριστε ; πηλίκος ἦσθ ' , ὅθ ' ὁ Μῆδος ἀφίκετο ; εἷς
Ἀγαμέμνων ἄναξ ; ἦλθες εἰς Ἄργος μεθ ' ἡμῶν κἀμὸς ἦσθ ' ἀεί ποτε . ὧδ ' ἔχει : καὶ
4777425 γερον
δὲ Πρίαμον φάτο μῦθον : υἱὸς μὲν δή τοι λέλυται γέρον ὡς ἐκέλευες , κεῖται δ ' ἐν λεχέεσς '
' ἐστέρησε Φοῖβος . ὦ κακὰ παθὼν ἰδών τε δυστυχὲς γέρον , τίν ' αἰῶν ' ἐς τὸ λοιπὸν ἕξεις
4765706 παππα
; παιδίον Κράτεια . [ τίς ] καλεῖ με ; πάππα ⌊ χαῖρε πολλὰ φίλτατε [ ] ⌊ ἔχω ⌋
τάλαινα ? τῆς ἐμῆς ἐγὼ τύχης : ὡς οἰκτρά , πάππα φίλτατε , πεπόνθαμεν . τέθνηκε . ὑφ ' οὗ
4764601 ἰητρος
θοῦται σὺν τῇ ἔσωθεν διορθώσει . Ἔπειτα δὲ ἐς ταῦτα ἰητρὸς οὐδεὶς ἄλλος ἐστὶ τοιοῦτος , εἰ ἐθέλοι καὶ μελετᾷν
ἐπὶ σάλου πορευομένοισιν . Τίς γὰρ ὦ πρὸς Διὸς ἠδελφισμένος ἰητρὸς ἰητρεύειν πεισθείη ἀτεραμνίῃ ; ὥστ ' ἐν ἀρχῇ ἀνακρίνοντα
4764448 ἠκους
] ναί , φησι , πάππα , βούλομαι [ ] ἤκους ⌊ ' : ἃ ⌋ δ ? ' ἤκουσα
Κασσάνδραν βίαι . κοὐ δείν ' Ἀχαιῶν ἔπαθεν οὐδ ' ἤκους ' ὕπο . καὶ μὴν ἔπερσάν γ ' Ἴλιον
4761752 ἀλεγω
δέ μ ' ἐπιγράψας ταρσὸν ποδὸς εὔχεαι αὔτως . οὐκ ἀλέγω , ὡς εἴ με γυνὴ βάλοι ἢ πάϊς ἄφρων
, . ἀλέγω : τὸ φροντίζω ἡ φροντίς . καὶ ἀλέγω μετὰ τοῦ ἐπιτατικοῦ α καὶ οὐκ ἀλέγω , τὸ
4760677 φαγεμεν
, ” ἐπὶ δὲ τοῦ αὕτως “ οὕτως μίν φασιν φαγέμεν καὶ πιέμεν αὕτως . ” αὐλός ἐπὶ μὲν τοῦ
καὶ καρτερεῖμεν , τοῖς δ ' Ἀθηναίοις λέγειν καὶ μικρὰ φαγέμεν , τοὶ δὲ Θηβαῖοι μέγα . περὶ πρώτους ὕπνους
4754920 ἀλητην
τὸ χαίρειν : ἦ ἀλύεις , ὅτι Ἶρον ἐνίκησας τὸν ἀλήτην ; γίνεται δὲ τὸ μὲν πρῶτον παρὰ τὸ λύω
καὶ μεταμώνια βάζεις . ἦ ἀλύεις ὅτι Ἶρον ἐνίκησας τὸν ἀλήτην ; μή τίς τοι τάχα Ἴρου ἀμείνων ἄλλος ἀναστῇ
4752324 προσδιατριβων
τίν ' , οἱ δ ' Ἕλληνες ἑλληνίζομεν . τί προσδιατρίβων συλλαβαῖς καὶ γράμμασιν τὴν εὐτραπελίαν εἰς ἀηδίαν ἄγεις ;
τιν ' : οἱ δ ' Ἕλληνες ἑλληνίζομεν . Τί προσδιατρίβων συλλαβαῖς καὶ γράμμασιν τὴν εὐτραπελίαν εἰς ἀηδίαν ἄγεις ;
4751559 γνωσομαι
] ἐὰν δυνατόν μοι ποιῆσαι ὃ ζητεῖς . εἴσομαι ] γνώσομαι . εἴσομαι ] γνωρίσω . εἴσομαι ] εἰ κοῦφον
κατάλυσις ἥδε καθάπερ σχημάτων . Πῶς ἆρα τοὺς Μελανθίους τῷ γνώσομαι ; οὓς ἂν μάλιστα λευκοπρώκτους εἰσίδῃς . Τί δὴ
4750425 νοω
ἐν τῷ σώματι καὶ ταπεινώσῃς αὐτὴν καὶ εἴπῃς , οὐδὲν νοῶ , οὐδὲν δύναμαι : φοβοῦμαι τὴν θάλασσαν , εἰς
εἰς τὸ ω κίρνανται , οἷον ποιέω ποιῶ , νοέω νοῶ : εἰ γὰρ ἐγένετο ἀπὸ τῆς κοινῆς γενικῆς ἡ
4746371 τοὐπος
ὅσον τάχος ; οὔ , πρίν γ ' ἂν εἴπηι τοὔπος ἑρμηνεὺς τόδε , εἴτ ' ἔνδον εἴτ ' οὐκ
Πριάμου γὰρ ᾑρήκασιν Ἀργεῖοι πόλιν . πῶς φῄς ; πέφευγε τοὔπος ἐξ ἀπιστίας . Τροίαν Ἀχαιῶν οὖσαν : ἦ τορῶς
4743504 βροτος
ἄλλον λαὸν ἀνώγῃ . οὐ γάρ μοι ζώειν γε δοκεῖ βροτὸς οὐδὲ βιῶναι ἀνθρώποιο βίον ταλασίφρονος , ὅστις ἀπ '
ἀκρόεις , καὶ πλεονασμῷ τοῦ ι , ἀκριόεις , ὡς βροτὸς βροτόεις . Ὀμιχεῖν . τὸ οὐρεῖν . παρὰ τὴν
4742278 δητα
παρὸν κολυμβᾶν ὡς ἔχετ ' εἰς τὸν Τάρταρον . Τί δῆτα λέξεις τἀπίλοιπ ' ἤνπερ πύθῃ ; ὀπταὶ κίχλαι δ
δὲ πολὺ μᾶλλον ἐνίους ἐστὶν ἐξολωλεκώς . Καὶ τίνα δέδρακε δῆτα τοῦτ ' ; Ἐμὲ τουτονί . Ἦ τῶν πονηρῶν
4733456 γεροντιον
ἱστορίαν ὅτι πρῶτοί τε καὶ αὐτόχθονες οἱ Ἀθηναῖοι . ΓΘ γερόντιον : αἰνίττεται ὅτι πρωτογόνοι οἱ Ἀθηναῖοι . ὑπόκωφον δὲ
καὶ φονεύειν γύναια μεμηνότα καὶ θηλυμίτρην ἄρχοντα καὶ μεθύον σμικρὸν γερόντιον καὶ ἡμίτραγον στρατιώτην ἄλλον καὶ γυμνήτας ὀρχηστάς , πάντας
4730471 κλυουσα
τι περιπίτνει κρύος . ἔτευξα τύμβῳ μέλος θυιὰς αἱματοσταγεῖς νεκροὺς κλύουσα δυσμόρως θανόντας : ἦ δύσορνις ἅδε ξυναυλία δορός .
, γύναι , ἥτις , τυράννων ἑστίαν ἠικισμένη , χαίρεις κλύουσα κοὐ φοβῆι τὰ τοιάδε ; ἔχω τι κἀγὼ τοῖσι
4729313 ὑβριστικον
, μίαν μὲν , ὅτι ἐχρήσατο τῷ ὑβριστὸν ἀντὶ τοῦ ὑβριστικόν , ὅμοιον ὂν τῷ τύπῳ τοῖς τοιοῖσδε τῶν ὑπερθετικῶν
θεν καὶ ἐλέγετο περὶ αὐτοῦ ᾀδόμενόν τι ἔπος παραγωγὸν καὶ ὑβριστικόν : Πρόσθε Πλάτων , ὄπιθεν [ δὲ ] Πύρρων
4729059 υμων
] ο θς Ιωσηφ : μνησθεις [ ] [ ] υμων ? βοησω : ο Ρουβην ? [ ] [
τἀδελφῶι νέμεις ] ! ! ! θεις γὰρ πατήρ ] υμων ἢ κυρίων πάντας τρόπους ] ων βουν [ !
4728911 πεπονθα
. διότι . ἐχρῆν : Ἀντὶ τοῦ χρή . . πέπονθα : Ἔπαθα . . ἔπαθον . . δεινὰ :
προτέρων φρενῶν ἀπολειφθεὶς καὶ μανείς : † ἄλλως : τί πέπονθα ἀπολειφθεὶς τῶν πρὸ τῆς μανίας φρενῶν : † ἄλλως
4716768 βοᾳ
καὶ ἰσθμὸν ἔχουσαεἶτα θαυμαστικῶς : ὅσον γὰρ ἐκεῖνος ὁ ἰσθμὸς βοᾷ τοῖς κύμασι ῥησσόμενος . ἰσθμὸς δὲ καλεῖται ὁ ἐξ
τῆς τῶν χρεῶν φροντίδος καὶ μὴ δυνάμενος ὑπνώττειν ταῦτα σχετλιάζων βοᾷ . ἡ εἴσθεσις τοῦ δράματος ἄρχεται ἐκ συστηματικῆς περιόδου
4714381 ταττω
τάδε : τοὺς μὲν νεωτέρους ἐς τὸν κίνδυνον τῆς μάχης τάττω , τοὺς δὲ πρεσβυτέρους ἐς τὰς φυλακὰς τῶν χωρίων
Ἔγωγ ' , ἔφη ὁ Ἀρίστιππος : καὶ οὐδαμῶς γε τάττω ἐμαυτὸν εἰς τὴν τῶν ἄρχειν βουλομένων τάξιν . καὶ
4713203 ἐνενοησα
ὀνόματα ἀπομνημονεύσω . Ἀληθῆ λέγεις , ἀλλ ' ἐγὼ οὐκ ἐνενόησα ὅτι τὸ μνημονικὸν ἔχεις : ὥστ ' ἐννοῶ ὅτι
δοκῶ γέ μοι οὐ κακῶς μαντεύεσθαι , ὃ καὶ νυνδὴ ἐνενόησα , ὅτι οἱ πάνυ παλαιοὶ ἄνθρωποι οἱ τιθέμενοι τὰ
4712708 Ποσειδον
ἀναφανεῖν σεαυτόν . Ἐρωτικόν τι τὸ πρᾶγμά ἐστιν , ὦ Πόσειδον , ὥστε μὴ ἔλεγχε : ἠράσθης δὲ καὶ αὐτὸς
καὶ προσέτ ' ἀπεψησάμην . Ἀνδρεῖά γ ' , ὦ Πόσειδον . Οἶμαι νὴ Δία . Σὺ δ ' οὐκ
4705570 Ξεινε
ταῦτα ἔλεγε , Ξέρξης δὲ ἡσθεὶς τοῖσι εἰρημένοισι εἶπε : Ξεῖνε Λυδέ , ἐγὼ ἐπείτε ἐξῆλθον τὴν Περσίδα χώρην ,
τόσην δ ' ἀνενείκατο φωνὴν θηλυτέροις ἐπέεσσιν ἀπειλείουσα Λεάνδρῳ : Ξεῖνε , τί μαργαίνεις ; τί με , δύσμορε ,
4704596 σαφα
γιγνώσκων αὐλώπιδί τε τρυφαλείῃ , ἵππους τ ' εἰσορόων : σάφα δ ' οὐκ οἶδ ' εἰ θεός ἐστιν .
ἔθελε κατὰ συναλοιφήν . . . . οὐδέ τί πω σάφα ἴδμεν ὅπως ἔσται τάδε ἔργα , ἢ εὖ ἦε
4702754 ἀκαμπης
προέφερον , ἀνακόπτοντα αὐτοὺς τοῦ ἐγχειρήματος . σιδηρόφρων γὰρ καὶ ἀκαμπὴς καὶ σκληρὸς θυμὸς αὐτῶν ἔπνει ἀναπτόμενος τῇ ἀνδρείᾳ ,
. καὶ ὁ φλοιὸς τῆς μὲν ἄρρενος παχύτερος καὶ περιαιρεθεὶς ἀκαμπὴς διὰ τὴν σκληρότητα , τῆς δὲ θηλείας λεπτότερος καὶ
4696904 φιλω
ὅπως παρῇ τὰ προσόντα , ἐπιγένηται δὲ τὰ ἀπόντα τῷ φίλω ἀγαθά . τινὲς μὲν τοὺς τοιούτους λέγουσιν εἶναι φίλους
ἀεὶ γὰρ ἐγὼ καὶ ὁ σὸς πατὴρ ἑταίρω τε καὶ φίλω ἦμεν , καὶ πρότερον ἐκεῖνος ἐτελεύτησε , πρίν τι
4694446 γηρων
τοῦ γ εἰς κ , † οἷον † ὁ μὴ γηρῶν . ἢ παρὰ τὸ κηραίνω : ὤφειλεν εἶναι ἀκήραντος
στερητικοῦ α ἀγήρατος καὶ ἀκήρατος , ὁ ἄφθαρτος καὶ μὴ γηρῶν , . , . * . Ἀκηχέδαται : λυποῦνται

Back