” καὶ Καλλίας Πεδήταις : Τί δὴ σὺ σεμνὴ καὶ φρονεῖς οὕτω μέγα ; Ἔξεστι γάρ μοι : Σωκράτης γὰρ
ἐξ ἑτοίμου τὰ τῶν τεχνῶν κάλλιστα ἀποδιδόντων γνώμῃ . Ἀρχαϊκὰ φρονεῖς : ἤτοι εὐήθη . Ἀβυδηνὸν ἐπιφόρημα : τὸ ἀηδές
7674523 ἀγανακτω
, καὶ πάλιν ταῦτα ἀγανακτῶ καὶ τούτοις ἀγανακτῶ καὶ τούτοις ἀγανακτῶ . . ἄγλιθες : ἐξ ὧν σύγκειται . .
Θεσμοφόρῳ τρέφων διὰ παντὸς τοῦ βίου ; ταῦτα καὶ αὐτὸς ἀγανακτῶ , πρὸς ἐνίων μὲν ἀτίμως λακτιζόμενος καὶ λαφυσσόμενος καὶ
7460769 ἐπαθες
γὰρ περισσὸν οὐδέν : ἀντὶ τοῦ παράλογον παράδοξον : οὐδὲν ἔπαθες περισσὸν ὧν πάσχομεν πάντες . τοῦτο πρὸς παραμυθίαν ,
, μειράκιον , σωφροσύνης ἐρῶν ἄδικα μὲν ὑπὸ τῆς μητρυιᾶς ἔπαθες , ἀδικώτερα δὲ ὑπὸ τοῦ πατρός , ὥστε ὠδύρατο
7458280 νηπιε
Πυθίαν εἰπεῖν , Λυδὲ γένος , πολλῶν βασιλεῦ , μέγα νήπιε Κροῖσε , μὴ βούλου πολύευκτον ἰὰν κατὰ δώματ '
ὁ Ἡσίοδος ὡς πρὸς τὸν ἀδελφὸν λέγων ” ἐργάζευ , νήπιε Πέρση “ πᾶσι παραινεῖ . οὕτω καὶ ὁ Ἰσοκράτης
7418258 πεπονθας
παρούσης πημονῆς ἀπαλλαγῶ ] τούτου τοῦ δεσμοῦ ἐλευθερωθῶ . . πέπονθας ἀεικὲς πῆμα ] ὁ χορὸς ἀκούσας τῶν τοῦ Προμηθέως
. Ἀριστοφάνης Ἱππεῦσιν : ὅπερ γὰρ οἱ τὰς ἐγχέλεις θηρώμενοι πέπονθας . καὶ δευτέραις Νεφέλαις : τὰς εἰκοῦς τῶν ἐγχέλεων
7393752 γελᾳς
τοιαύτη σοφία τῶν νῦν ἀνθρώπων . Κἀγὼ εἶπον : Τί γελᾷς , ὦ Κλεινία , ἐπὶ σπουδαίοις οὕτω πράγμασιν καὶ
. Βοῇς : δεῖ γινώσκειν , ὅτι τὸ βοᾷς καὶ γελᾷς οἱ Δωριεῖς βοῇς καὶ γελῇς λέγουσιν . καὶ μηδεὶς
7389725 ἀπολοιμην
Τί δ ' ἐστὶν ὅτι δέδοικας ἐλθεῖν αὐτόσε ; Κάκιον ἀπολοίμην ἂν ἢ σύ . Πῶς ; Ὅπως ; Δοκῶν
μὴ κατάξω τὴν κεφαλήν σου , Σωφρόνη , κάκιστ ' ἀπολοίμην . νουθετήσεις καὶ σύ με ; προπετῶς ἀπάγω τὴν
7327295 κακοδαιμον
[ . ] οὐχ ? ? ? ὁρᾶιϲ με , κακόδαιμον , πάλαι ; ἀπροϲδόκητον [ ] . οὐχ ὑγιαίνει
, ὃν χρῆν φράζειν ἀνθρωπείως ; Ἀλλ ' , ὦ κακόδαιμον , ἀνάγκη μεγάλων γνωμῶν καὶ διανοιῶν ἴσα καὶ τὰ
7286302 δηθ
. σκαιότατον ] ἀπαίδευτον , ἀπαιδευτότατον . , ματαιότατον . δῆθ ' ] ἀργόν , ἀληθῶς . ἀπὸ . .
φέρων , εἰ μὴ καθαιρήσει τις , ἀποπαρδήσομαι ; Μὴ δῆθ ' , ἱκετεύω , πλήν γ ' ὅταν μέλλω
7278328 Καλλιστ
ἐπὶ τὰς ἀμείκτους πορευοίμεθ ' ἂν ἐν τῷ μέρει . Κάλλιστ ' εἶπες . Ἐγὼ δὴ πειράσομαι μεταβαλὼν σημαίνειν ἡμῖν
Πῶς λέγεις ; Αὐτὴν τὴν διέξοδον ἀπόκρισίν σοι ποιήσομαι . Κάλλιστ ' εἶπες . Ἔστι τοίνυν πάντα ἡμῖν ὁπόσα δημιουργοῦμεν
7276829 συμβουλευεις
συμβουλίη ἡ ἐς ἡμέας τείνουσα . Τοῦ μὲν γὰρ πεπειρημένος συμβουλεύεις , τοῦ δὲ ἄπειρος ἐών : τὸ μὲν γὰρ
ἧττον δὲ ἀντιθέσεως . ἀλλὰ λέξει τις : μισθοφορεῖν ἡμῖν συμβουλεύεις ; τοῦτο δ ' ἦν Ἀθηναίοις εὐδοξοῦσιν ἐπαχθές τε
7266266 δρασω
τὸ ῥέω , οὗ μέλλων νάσω , νάμα , ὡς δράσω δράμα . Ναρόν . παρὰ τὸ αὐτὸ ῥῆμα ,
βλέποντα κοὐκ ἀφῆκας εἰς Ἅιδου μολεῖν ; Οἴμοι , τί δράσω ; πῶς ἀπιστήσω λόγοις τοῖς τοῦδ ' ὃς εὔνους
7259577 σιγᾳς
, ἐγὼ δὲ πρὸς ἑκάτερον οὐκ ὀκνῶ καὶ ἀθυμεῖν ὅτε σιγᾷς καὶ γεγραφέναι μὲν πολλάκις , εἶναι δὲ ἐν ταῖς
οὐδαμῶς . τί δέ : ὅταν σιγᾷς , οὐ πάντα σιγᾷς ; ναί . οὐκοῦν καὶ τὰ λέγοντα σιγᾷς :
7240053 Κλεινια
τοιούτου κινδύνου διαφυγὴν εὑρήσει ; πάντως οὐ ῥᾴδιον , ὦ Κλεινία . καὶ γὰρ οὖν πρὸς μὲν ἄλλα οὐκ ὀλίγα
τείχη . γάμων δ ' ἦν ἔμπροσθεν ταῦτα , ὦ Κλεινία , νῦν δ ' ἔπειπερ λόγῳ γίγνεται , καὶ
7232678 κεκραγας
ἄνω τοὺς πόδας ἔχων . Γ λέλακας : ἀντὶ τοῦ κέκραγας . ἀτὰρ τί τὰ ῥάκι ' : οὕτως αὐτὸν
βάλλεις γοῦν ἡμᾶς ταῖς βώλοις καὶ ταῖς ἀχράσι καὶ μέγα κέκραγας ἰδὼν ἄνθρωπον ὡς διώκων λύκον , καὶ ἀργαλέος εἶ
7202519 εἰρηκας
πέμψαι μοι τὸν λόγον , ὥστ ' οὐδ ' ὅτι εἴρηκας ἔγραψας , ἀλλὰ πρὸς μὲν Ὀλύμπιον εἰρωνευόμενος ἔφης ἐμέσαι
ὁ σὸς πατὴρ σέβεται . Δία πατρῷον ] λέγειν , εἴρηκας . , εἶπες . ὡς ] λίαν . ,
7170889 μεμηνας
οὗ δηλοῖ τὸν πόλεμον μαινομένη . μέμηνας ] ἐμάνης . μέμηνας ] ὀργίζῃ . μέμηνας ] μαίνῃ . γράφεται καὶ
, ὡς οὐκ οἶσθα ποῦ ποτ ' εἶ λόγων : μέμηνας ἤδη , καὶ πρὶν ἐξεστὼς φρενῶν . στείχωμεν ἡμεῖς
7168320 ἀδικεις
. ] τὸ λαλεῖν σε ἐν ὕπνῳ τὸ ” Φίλων ἀδικεῖς “ , τοῦτο ἐστὶ τὸ κακόν , ὅτι ἀεὶ
τῶν νόμων γε μὴ πρότερον εἶναι θέλειν : σὺ τοίνυν ἀδικεῖς τοὺς νόμους ἀγαπῶν τὸν μιαιφόνον . ὁ δέ φησιν
7150343 Λυκινε
ἑλλέβορος ἱκανὸς ποιῆσαι ζωρότερος ποθείς ; Ἀλλὰ πάντως , ὦ Λυκῖνε , καὶ αὐτὸς εὔξῃ τι ἤδη ποτέ , ὡς
ἄνθρακές σοι ὁ θησαυρὸς ἔσται ; Πῶς λέγεις , ὦ Λυκῖνε ; Ὅτι , ὦ ἄριστε , ἄδηλον ὁπόσον χρόνον
7139701 δρᾳς
χειρουργοὺς τῶν πράξεων ; τὸ σῶμα ; εὐθὺς ὅρα τί δρᾷς : διαπηδᾷς τὴν τάξιν τῶν ἀρχομένων , ἀπὸ τοῦ
τούτῳ μὴ κάλει . Ὦ γλυκύτατον Μυρρινίδιον , τί ταῦτα δρᾷς ; Κατάβηθι δεῦρο . Μὰ Δί ' ἐγὼ μὲν
7137651 ποιεις
ὑπὸ γραὸς τρεφόμενον πλουσίας , Ὁ δεῖνα , παράδοξόν γε ποιεῖς πρᾶγμ ' ὅτι ἡ γραῦς ποιεῖ ς ' ἐν
τὰ δέοντα ποιεῖς , ἀλλ ' οὖν οὐκ εἰδώς γε ποιεῖς „ , ὡς ἱστορεῖ Χαμαιλέων ἐν τῷ περὶ Αἰσχύλου
7118328 παραινεις
ἐκποδών , τὸν οὐκ ὄντα μᾶλλον ἢ μηδένα . Κέρδη παραινεῖς , εἴ τι κέρδος ἐν κακοῖς : βράχιστα γὰρ
βλέπουσιν ἡδονάς . Εἶεν , τῷ παιδὶ μὲν οὕτως ἀνόνητα παραινεῖς καὶ φέροντα βλάβην , τῇ θρεψαμένῃ δὲ πῶς ;
7115572 σιωπα
γὰρ δικαία γλῶσς ' ἔχει κράτος μέγα ὦ παῖ , σιώπα : πόλλ ' ἔχει σιγὴ καλά τί ταῦτα πολλῶν
ἔχωδιαρρήξας τὸ ἱμάτιον αὐτοῦ εἶπε : Λάβε καὶ ἐργάζου καὶ σιώπα . Δύσκολόν τις ἠρώτα : Ποῦ μένεις ; ὁ
7099053 ἐκτρεφω
ἡμῶν ἐστιν ἐν ἑκάστῳ θεός . ὑπεδεξάμην , ἔτικτον , ἐκτρέφω , φιλῶ . Κορινθίῳ πίστευε καὶ μὴ χρῶ φίλῳ
, παράδειγμα ἓν κείσθω τόδε : ἐδεξάμην , ἔτικτον , ἐκτρέφω , φίλε . οὕτως γὰρ λελυμένον ἀναγκάσει καὶ τὸν
7089879 ὠγαθε
' ἔσομαι τοιοῦτος γενέσθαι οἷοίπερ καὶ ἐκεῖνοι . Οὔκ , ὠγαθέ , ἀλλά σε λέληθεν οἷον τοῦτ ' ἔστιν ,
βιωσόμεθα ἀγνοοῦντες ὃ σὺ φῂς εἰδέναι . ἀλλ ' , ὠγαθέ , προθυμοῦ καὶ ἡμῖν ἐνδείξασθαιοὔτοι κακῶς σοι κείσεται ὅτι
7084986 γενναιε
ἐτῶν οὖσα τέξεται „ ; μὴ μέντοι νομίσῃς , ὦ γενναῖε , τὸ ” εἰπεῖν ” οὐχὶ τῷ στόματι ,
ἕκαστον βραβευόμενον ἐπαινετῶς ἐξορθοῦσθαι πέφυκεν . Ἔπειτ ' , ὦ γενναῖε , μὴ νομίσῃς ἀλυσιτελὲς ἐπίκαιρον εἶναι τυραννίδα . οὐδὲ
7078880 εἰπας
ζήσονται τῷ θεῷ . Διατί , φημί , κύριε , εἶπας περὶ τῶν τηρούντων τὰς ἐντολὰς αὐτοῦ : Ζήσονται τῷ
χοαὶ ἐπὶ τῶν νεκρῶν : οἷον : εἰς τί τοῦτο εἶπας : ἐνέχυρον τῆς σωτηρίας ἡμῖν : λείπει τὸ ἕνεκεν
7046804 πραττω
. , . * . Ἀδρανής : δραίνω , τὸ πράττω , δρανῶ ἔδρανον δρανής , καὶ μετὰ τοῦ στερητικοῦ
γάρ , ὥστε ὁρᾶν ἐξέσται αὐτῇ ὅ τι ἂν ἐγὼ πράττω . Ὥρα ἄν , ἔφη , συσκευάζεσθαι ὑμῖν εἴη
7046509 μαντευομαι
, διότι παῖς ὢν Ἡρακλέους οὐκ ἀπέκρυψε τὸν πατέρα . μαντεύομαι δὲ καὶ οἷς χρήσεται πρὸς σέ : καλὸς μὲν
ἐπακούσωμεν αὐτῶν πρῶτον ἃ τῷ καταφρονεῖν ἡμῶν προσπαίζοντας αὐτοὺς λέγειν μαντεύομαι . Ποῖα δή ; Ταῦτα τάχ ' ἂν ἐρεσχηλοῦντες
7036231 ἐφης
Ἀχιλλεῦ ἐκ Διὸς ἠείδης τὸν ἐμὸν μόρον , ἦ τοι ἔφης γε : ἀλλά τις ἀρτιεπὴς καὶ ἐπίκλοπος ἔπλεο μύθων
, Ἀθηναίοισι νόμος κυάμοισι τὰς ἀρχὰς αἱρέεσθαι . Καλῶς πάντα ἔφης καὶ ἱεροπρεπῶς . ἀλλὰ ἀπόδυθι , καὶ γυμνὸν γάρ
7031506 ξεν
? ! [ Λυκουργ [ γυνὴ δ [ οὐκ ἐν ξεν ? [ πρὸς δ ' ἀ [ ἥκιστα [
ον πᾱ [ ˘˘˘˘ – – – ] ων : ξεν [ – ˘˘˘ – – ] έμμεν ἁλίῳ ?
7020937 πραττεις
. καὶ μὴν εἰ μὲν ἅπαντ ' ἠξίους , ὅσα πράττεις τῇ πόλει , σαυτῷ πιστεύειν , οὐκ ἂν ὁμοίως
σοι λέγειν , ὅτι οὐδὲν γνώμῃ , ἀλλὰ τύχῃ πάντα πράττεις . καὶ ὁ Ἀριστόδημος , Οὔτοι , ἔφη ,
7010425 ἀνθρωπε
τὸν καρπόν . τί γὰρ πλέον θέλεις εὖ ποιήσας , ἄνθρωπε ; οὐκ ἀρκεῖ τοῦτο , ὅτι κατὰ φύσιν τὴν
ρωτᾶν ἅπαντας ἐν μέρει , Τί γὰρ σύ , ὦ ἄνθρωπε , δέδοικας τὴν πενίαν οὕτως πάνυ , τὸν δὲ
7005541 ἐνοχλεις
αὐτὸς μὲν οὖν σὺ ] κόπτε : τί μ ' ἐνοχλεῖς , τάλαν ; [ λάβ ] ' : ἀποτρέχω
ταῦτα συγγράφοντι παραστὰς εἴποι : Τί , ὧ πονηρὲ , ἐνοχλεῖς σεαυτῷ ταῦτα συγγράφων καὶ ἃ μὴ οἶσθα διηγούμενος ;
6999201 ἐπιλησμων
ἐγὼ ἐγγυῶμαι μὴ ἐπιλήσεσθαι , οὐχ ὅτι παίζει καί φησιν ἐπιλήσμων εἶναι . ἐμοὶ μὲν οὖν δοκεῖ ἐπιεικέστερα Σωκράτης λέγειν
οὖν ἄσχολος λέγειν . Πορνοκόπος καὶ πορνότριψ . Λίθαργος καὶ ἐπιλήσμων . Οἰκοδόμημα , οὐχὶ οἰκοδομή . Ὄναρ ἰδὼν ἢ
6991264 τολμησον
: καὶ νῦν πημάτων ἅδην ἔχω . τὰ δυνατά νυν τόλμησον , ἄνδρα σὸν κτανεῖν . αἰδούμεθ ' εὐνὰς τὰς
Ἴθ ' , ἡμέρας τοι μόχθος οὐχ ὅλης μιᾶς , τόλμησον , ἐμβαλοῦ μ ' ὅπῃ θέλεις ἄγων , εἰς
6977506 πρασσω
τοῦ δ ' ὄνθου φθάνοντος αὐτὴν εἶπεν “ ἦ κακῶς πράσσω : ἔμπροσθεν ἤδη τἀξόπισθέ μου βαίνει . ” [
καλῷ καὶ κακῷ , ἤγουν πράσσω τὸ εὐτυχῶ , καὶ πράσσω τὸ δυστυχῶ . διὸ καὶ εἶπεν εὖ πρασσόντων ἔσαναν
6977064 ἀχθομαι
μήποτ ' ὤφελον λιπεῖν τὴν Σκῦρον : οὕτω τοῖς παροῦσιν ἄχθομαι . Οὐκ εἶ κακὸς σύ , πρὸς κακῶν δ
νῦν δ ' ἴσον ἀπέχομεν εὐπορίας καὶ κολακείας καὶ οὐκ ἄχθομαι τῷ μὴ πλουτεῖν , ἀλλὰ φιλοτιμοῦμαι τῷ μὴ δουλεύειν
6976944 ἐποιησας
' αὐτῇ . Οὐκοῦν ἐπεὶ λίθου τοῦτό γε ὡς ἀληθῶς ἐποίησας οὔτε παρακολουθήσας οὔτε τὸν Σμυρναῖον ἐκεῖνον ἐρόμενος , ὅστις
καὶ ἀπὸ τοῦ ἰδίου σώματος : σὺ γὰρ ἐξ ἀρχῆς ἐποίησας αὐτὸν ἐλεεῖν ψυχὰς πάντων ἀνθρώπων . τότε κύριος πρὸς
6976147 σπευδεις
γένωμαι . τί γάρ με διαφθεῖραι γλίχῃ , τί δὲ σπεύδεις ἀπολέσαι με ἐς ἑστίασιν καὶ θοίνην παρακαλῶν ; πρῶτον
μεταχειρίσεως λέγων : εἰ μὲν οὖν ἠγνόεις παρ ' ἣν σπεύδεις , ἔδει καὶ διδάσκειν τυχόν : εἰ δὲ τὴν
6962142 ψευδομαι
μετὰ ταῦτά φασιν ἀφανῆ γεγονέναι . καὶ ὅτι ταῦτα οὐ ψεύδομαι , ἡ Μελίτη συνομολογήσει καὶ θεράπαιναι δύο , μεθ
τοῦτο καὶ . . ἀπὸ βαρυτόνου . τὸ φείδω ψεύδω ψεύδομαι , ἐρείδω ἐρείδομαι παραλήγουσι διφθόγγῳ . Τὰ εἰς ΔΩ
6955090 Ἀθηναιε
' ἠγανάκτει καὶ παραθεασάμενος ὧδ ' ἔλεγεν . ὦ ξένε Ἀθηναῖε , λόγος μὲν ἤδη περὶ σοῦ πολὺς ἐν ἡμετέρῳ
; Ταῦτα τάχ ' ἂν ἐρεσχηλοῦντες εἴποιεν : Ὦ ξένε Ἀθηναῖε καὶ Λακεδαιμόνιε καὶ Κνώσιε , ἀληθῆ λέγετε . ἡμῶν
6954225 λαλεις
σιγὴν ἔχω ; γύναι , τί μοι τραχεῖα κοὐκ εἰθισμένως λαλεῖς ; ἄπολις ἄοικος , πατρίδος ἐστερημένος , πτωχὸς πλανήτης
. Οὐκὶ μὴ λαλῆσι σύ . Κατάρατο , τολμᾷς ἀποτανουμένη λαλεῖς ; Ὦ παρθέν ' , οἰκτίρω σε κρεμαμένην ὁρῶν
6950517 φρονω
τεύξῃ τάχα . Φῂς τάδ ' οὖν ; Ἃ μὴ φρονῶ γὰρ οὐ φιλῶ λέγειν μάτην . Ἄπαγέ νύν μ
ταῖς ἐλπίσι : ἄλλως : τὰ δὲ ἄλλα , ἃ φρονῶ , ἀρκέσει τοῖς ἔνδον διηγήσασθαι φίλοις , ὁποῖά ἐστι
6926827 θαυμαζεις
ἤ τισιν ἄλλαις οὕτω ληρώδεσιν ὑποθέσεσι φυσικὰς ἐνεργείας ἐπιτρέπειν . θαυμάζεις μὲν γὰρ τὴν φύσιν , ὡς τεχνικήν τε ἅμα
. εἰ δ ' , ὥς φασί τινες , ἡδονὴν θαυμάζεις καὶ τούτων ἀντέχῃ ὧν μὴ προσήκει τοὺς φρονίμους ἀνθρώπους
6921226 μακαριε
. Πῶς γὰρ οὔ ; Οὐδέποτ ' ἄρα , ὦ μακάριε Θρασύμαχε , λυσιτελέστερον ἀδικία δικαιοσύνης . Ταῦτα δή σοι
, ἐπεὶ δοκεῖ γέ σοι ὡς ἐγὼ λέγω . Ὦ μακάριε , ῥητορικῶς γάρ με ἐπιχειρεῖς ἐλέγχειν , ὥσπερ οἱ
6920597 φιλτατη
τήνδε [ τὴν ] ψυχὴν [ ] ἅπαξ σοί , φιλτάτη τεκοῦσα , παρεθέμην [ ] μολών ? [ :
ὧν ἕνεκα ἤθλουν , καὶ φημὶ πρὸς αὐτήν , Ὦ φιλτάτη , δεῖξόν μοι μαγγανεύουσαν ἢ μεταμορφουμένην τὴν δέσποιναν :
6918480 παππα
; παιδίον Κράτεια . [ τίς ] καλεῖ με ; πάππα ⌊ χαῖρε πολλὰ φίλτατε [ ] ⌊ ἔχω ⌋
τάλαινα ? τῆς ἐμῆς ἐγὼ τύχης : ὡς οἰκτρά , πάππα φίλτατε , πεπόνθαμεν . τέθνηκε . ὑφ ' οὗ
6915988 αἰδεομαι
θεοῦ , ὃν Ψαμάθεια τίκτ ' ἐπὶ ῥ̄ηγμῖνι πόντου . αἰδέομαι μέγα εἰπεῖν ἐν δίκᾳ τε μὴ κεκινδυνευμένον , πῶς
βίης ἀμειλίχου οὐ καθηψάμην μιάνας καὶ καταισχύνας κλέος , οὐδὲν αἰδέομαι : πλέον γὰρ ὧδε νικήσειν δοκέω πάντας ἀνθρώπους .
6899177 Συ
περὶ τῆς ὁδοῦ ἐπεθύμει δὲ ὥσπερ καὶ ὁ πατήρ . Σὺ δ ' αὐτῷ λέγεις , Νίκην σοι φαίνουσι θεοὶ
πάσχουσιν , οἱ μὲν ἐπιπηδήσαντες , αἱ δὲ κατανωτισάμεναι ; Σὺ δέ με ἀξιοῖς συγκατακλινῆναι καὶ ταῦτα γυμνήν ; Καίτοιγε
6898590 Ὑβριστης
. Τὸ δὲ χρῶμα τί λέγεις , ὦ Σώκρατες ; Ὑβριστής γ ' εἶ , ὦ Μένων : ἀνδρὶ πρεσβύτῃ
. Τὸ δὲ χρῶμα τί λέγεις , ὦ Σώκρατες ; Ὑβριστής γ ' εἶ , ὦ Μένων : ἀνδρὶ πρεσβύτηι
6890415 ἀποκρινῃ
αἴτιον ; Οἶμαι ἔγωγε . Περὶ ὧν ἄρα ἄκων τἀναντία ἀποκρίνῃ , δῆλον ὅτι περὶ τούτων οὐκ οἶσθα . Εἰκός
, ὅτι οὐκ ἐπινεύεις μόνον καὶ ἀνανεύεις , ἀλλὰ καὶ ἀποκρίνῃ πάνυ καλῶς . Σοὶ γάρ , ἔφη , χαρίζομαι
6882843 Ὠγαθε
μέντοι οὐδὲν λέγω . Τί δή , ὦ Σώκρατες ; Ὠγαθέ , ἐννενόηκά τι σμῆνος σοφίας . Ποῖον δὴ τοῦτο
τίνος σοι φῶμεν μάλιστ ' εἰρῆσθαι τοῦτον τὸν λόγον ; Ὠγαθέ , καὶ αὐτὸς ἐμαυτοῦ νυνδὴ κατεγέλασα . ἀποβλέψας γὰρ
6881049 μαινομαι
δίμετρον Ἀνακρεόντειον , οἷόν ἐστι τὸ , καὶ μαίνομαι κοὐ μαίνομαι . ἐφ ' ἑκάστῳ συστήματι παράγραφος : ἐπὶ δὲ
βραχέος εἰς τὸ α μακρόν . . 〚 μᾶλλον ἢ μαίνομαι . οἱ μὲν , φασὶν , ἐκτείνουσιν : οἱ
6880051 μανθανω
ἂν ἢ μόνῳ ἐκείνῳ ποιῇ τις ἢ ἄριστα ; Οὐ μανθάνω , ἔφη . Ἀλλ ' ὧδε : ἔσθ '
μανθάνειν σημαίνει καὶ τὸ νοεῖν , ὥσπερ εἰώθαμεν λέγειν ὅτι μανθάνω τὰ λεγόμενα ἀντὶ τοῦ νοῶ , σημαίνει δὲ τὸ
6870769 ἐοικα
ἄμβροτος , οὐκέτι θνητὸς πωλεῦμαι μετὰ πᾶσι τετιμένος , ὥσπερ ἔοικα , ταινίαις τε περίστεπτος στέφεσίν τε θαλείοις : τοῖσιν
τὸ σχῆμα , καὶ σκέψαι μ ' ὅτῳ μάλιστ ' ἔοικα τὴν βάδισιν τῶν πλουσίων . ὅτῳ ; δοθιῆνι σκόροδον
6864850 ἐληλυθας
τοῦ ὄνου σύμβολον διασῴζειν καὶ σύρειν : σὺ δέ μοι ἐλήλυθας ἐξ ἐκείνου τοῦ καλοῦ καὶ χρησίμου ζῴου ἐς πίθηκον
πῶς τί ποτ ' ἐφλυάρησα τὰ ἐπελθόντα μοι ; φθονῶν ἐλήλυθας , τεταπεινωμένος , ὅτι σοι ἐξ οἴκου φέρεται οὐδέν
6863711 ἐτολμησας
Θεμιστοκλέους - ⌋ βίου ἐπιλαμβάνεσθαι ⌊ - ⌋ ⌊ ⌋ ἐτόλμησας ⌊ σκέψαι ⌋ ⌊ ὦ Σώκρατες , τὰ ⌋
ἐπεθύμεις , ἀλλὰ τοῦ δοκεῖν ἐπιθυμεῖν τῶν λόγων . οὔκουν ἐτόλμησας οἰκέτην τῇδε καταλιπεῖν ἡμέραν μίαν . ἀλλ ' ἐγὼ
6862414 γνωσομαι
] ἐὰν δυνατόν μοι ποιῆσαι ὃ ζητεῖς . εἴσομαι ] γνώσομαι . εἴσομαι ] γνωρίσω . εἴσομαι ] εἰ κοῦφον
κατάλυσις ἥδε καθάπερ σχημάτων . Πῶς ἆρα τοὺς Μελανθίους τῷ γνώσομαι ; οὓς ἂν μάλιστα λευκοπρώκτους εἰσίδῃς . Τί δὴ
6862308 Γετα
νυνὶ γάρἀλλὰ ποῦ θεοὺς οὕτω δικαίους ἐστὶν εὑρεῖν , ὦ Γέτα ; Λακωνικὴ κλείς ἐστιν ὡς ἔοικέ μοι περιοιστέα .
τι ληρεῖς . πέπλεγμαι ] πράγματι [ ] ἔφθαρμαι , Γέτα . [ ! ] μὴ καταρῶ , πρὸς τῶν
6859218 ἐννοω
ἔγωγε . Σκέψαι δὴ ὃ ἐγὼ ὑποπτεύω περὶ αὐτοῦ . ἐννοῶ γὰρ ὅτι πολλὰ οἱ Ἕλληνες ὀνόματα ἄλλως τε καὶ
Λακεδαίμονι , οἵα δὲ ἐν τῇ φυγῇ : τὰς παννυχίδας ἐννοῶ , τὰς συνθήκας ἐννοῶ . Ἔτι λέγοντος τοῦ Αἰγιαλέως
6858886 πρασσει
θεῶν τε πνεῦμ ' ἔρως θ ' ὑμνῳδίας ὅστις δὲ πράσσει πολλὰ μὴ πράσσειν παρόν , μῶρος , παρὸν ζῆν
ἀπαιδεύτου ἔργον τὸ ἄλλοις ἐγκαλεῖν , ἐφ ' οἷς αὐτὸς πράσσει κακῶς : ἠργμένου παιδεύεσθαι τὸ ἑαυτῷ : πεπαιδευμένου τὸ
6858864 ἐπιστασαι
ποῦ ἐπορεύθησάν σου αἱ σάρκες ἀφανεῖς γενόμεναι , οὕτως οὐκ ἐπίστασαι οὐδὲ πόθεν ἐγένοντο ἢ πόθεν ἦλθον . ἀλλὰ ἐρεῖς
λόγου οὐδὲν ἧττον ἐρήσομαι πόθεν μαθὼν αὖ τὰ συμφέροντ ' ἐπίστασαι , καὶ ὅστις ἐστὶν ὁ διδάσκαλος , καὶ πάντ
6852105 τρεχε
κυβερνήτην κακόν . τύχην ἔχεις , ἄνθρωπε , μὴ μάτην τρέχε . εἰ δ ' οὐκ ἔχεις , κάθευδε ,
, ἄνδρες φίλοι : ἄρτους ἐπιλελήσμεθ ' ἀρκοῦντας πρίασθαι . τρέχε δή , παῖ . καὶ τοῦτο ἔλεγεν αὐτὸς γελῶν
6851039 Ἀληθη
εὑρόντες ἐπειθόμεθ ' ἄν , ἄμουσον δέ , ἠπιστοῦμεν ; Ἀληθῆ . Νῦν δέ γ ' , οἶμαι , εἴ
οἶμαι οὕτω καλῶς ὡς δρεπάνῳ τῷ ἐπὶ τούτῳ ἐργασθέντι . Ἀληθῆ . Ἆρ ' οὖν οὐ τοῦτο τούτου ἔργον θήσομεν
6837310 Θαρσει
. Καὶ μὴν ἴση νῷν ἐστιν ἡ ' ξαμαρτία . Θάρσει : σὺ μὲν ζῇς , ἡ δ ' ἐμὴ
Φῆ μέγα κωκύουσα : πάις δέ μιν ἀντίον ηὔδα : Θάρσει , μῆτερ ἐμεῖο , κακὴν δ ' ἀποπέμπεο φήμην
6835310 Ἑρμογενες
. ἐκ τούτου εἶπέ τις : Σὸν ἔργον , ὦ Ἑρμόγενες , λέγειν τε τοὺς φίλους οἵτινές εἰσι καὶ ἐπιδεικνύναι
' ἄλλου ὁτουοῦν . Ἴσως μέντοι τὶ λέγεις , ὦ Ἑρμόγενες : σκεψώμεθα δέ . ὃ ἂν φῂς καλῇ τις
6831784 Οἰμοι
πρόφασις καλῶς εὑρημένη : τὸν γὰρ γέροντα διαβαλοῦμαι τήμερον . Οἴμοι . τί [ δήποτ ' ] ἐστί ; μῶν
ἐλύσσα . Τὸν δὲ νεβρὸς ἐξ ὕλης ἰδὼν ἔφησεν : Οἴμοι τῷ ταλαιπώρῳ : τί γὰρ μεμηνὼς οὕτως οὐχὶ ποιήσει
6831374 ἐοικας
ὑπ ' ἀνθρώπων ἀπιστοῦμαι χρηστότητος . Θαυμάζειν διὰ τῆς ἐπιστολῆς ἔοικας τὴν παρὰ πολύ μου μεταβολὴν τοῦ βίου , ὅτι
μὴ ῥιγοῦν τοῦ ἀμπεχόνης εὐπορεῖν ; Φέρε τοίνυν , ἐπειδὴ ἔοικας ἀγνοεῖν , διδάξομαί σε θρηνεῖν ἀληθέστερον , καὶ δὴ
6831221 Ἀληθεστατα
, οὔτ ' ἔπειτα γενήσεται οὔτε γενηθήσεται οὔτε ἔσται . Ἀληθέστατα . Ἔστιν οὖν οὐσίας ὅπως ἄν τι μετάσχοι ἄλλως
ὃς ἂν τὰ ὀνόματα εἰδῇ εἴσεται καὶ τὰ πράγματα . Ἀληθέστατα λέγεις . Ἔχε δή , ἴδωμεν τίς ποτ '
6827802 σαυτην
φύσεως τὸν ἔρωτα . μὴ οὖν , φησὶ , διεργάσῃ σαυτὴν , ἀλλὰ συγγίνωσκε τῷ πάθει , βιαζομένη παρὰ τοῦ
θεός . πότε οὖν , ὦ ψυχή , μάλιστα νεκροφορεῖν σαυτὴν ὑπολήψῃ ; ἆρά γε οὐχ ὅταν τελειωθῇς καὶ βραβείων
6821555 ὑβριζεις
ἀντὶ γλώττης ὅσα καὶ χειρὶ χρῆσθαι διέγνωκας καὶ ὥσπερ ἀλλοτρίαν ὑβρίζεις καὶ ἐπικλύζεις τοσούτοις κακοῖς . λαλεῖν μοι ἔργον ἐστὶ
ξύνει τῷ Διὶ καὶ συμβασιλεύεις αὐτῷ , καὶ διὰ τοῦτο ὑβρίζεις ἀδεῶς : πλὴν ἀλλ ' ὄψομαί σε μετ '
6821027 τολμηρε
ἐκ τῆς καρδίας ὁ Ἔρως ἀντεφθέγγετο : “ Ναί , τολμηρέ , κατ ' ἐμοῦ στρατεύῃ καὶ ἀντιπαρατάττῃ ; ἵπταμαι
συστρεφόμεναι , πρὸς ἀλλήλας φερόμεναι . τολμῶν ] λέγειν , τολμηρέ , τολμηρῶς λέγων , ὁ ἐπιχειρῶν τολματίας ὤν .
6820129 ταλαιπωρε
ταῦτα διείρηκεν , ὡς εἴπομεν . τί οὖν , ὦ ταλαίπωρε ] οἰκτείρει τὸν ἐχθρόν , ὑπεύθυνον ποιῶν τῷ ἐγκλήματι
μάθῃ ποῦ τὴν προκοπὴν ζητῇ ; ἐκεῖ ζήτησον αὐτήν , ταλαίπωρε , ὅπου σου τὸ ἔργον . ποῦ δέ σου
6819822 ἐλεξας
κοσμοῦσα , μὴ οὐ πείσηις σοφούς . Κύπριν δ ' ἔλεξας ἐλθεῖν ἐμῶι ξὺν παιδὶ Μενέλεω δόμους . οὐκ ἂν
Οὐδεὶς ἐρεῖ ποθ ' ὡς ὑπόβλητον λόγον , Αἴας , ἔλεξας , ἀλλὰ τῆς σαυτοῦ φρενός . Παῦσαί γε μέντοι
6815688 φης
οὐ γάρ ἐστι ταῦτα αἰσχρὰ οὐδ ' ἐλευθέροις , ὡς φής , ὕποπτα , καλὰ δὲ καὶ οἷα ὅπλα εἶναι
δ ' ἐν τῷ τῆς νουθεσίας ὀνόματι πάντα ταῦτα εἶναι φής , καὶ ἀποτυμπανίσας τὸν ἄνθρωπον εἰς ταὐτό μοι δοκεῖς
6806284 σαυτης
ἢ ἐννοίᾳ ἢ πράξει : ἀντὶ τοῦ : κατὰ τὴν σαυτῆς καρδίαν καὶ τὸν λογισμόν . προσλήψῃ σχήσεις : τέκνοις
αὐτὴν συνείς : “ Ἀλλὰ σύ γε οὐδενὸς μετέχεις τῶν σαυτῆς , ἀλλ ' ἔοικας τοῖς ἐν γραφαῖς ἐσθίουσιν .
6803970 πασχω
ὁρᾷ οὐδὲ μετέρχεται αὐτῶν τὰς ἀσεβείας καὶ ἀσυνεσίας : † πάσχω δηλονότι : μοῦσαν οὐράνιόν φησι τὴν μεγάλην καὶ περίβλεπτον
' : ὦ τάλαιν ' ἐμὴ πατρίς , ὡς δεινὰ πάσχω . τί δέ με καὶ τεκεῖν ἐχρῆν ἄχθος τ
6798304 χαλεπαινεις
καὶ δὴ καὶ νῦν εὖ οἶδ ' ὅτι οὐκ ἐμοὶ χαλεπαίνεις , γιγνώσκεις γὰρ τοὺς αἰτίους , ἀλλὰ ἐκείνοις .
ἔχει ἀκολουθῆσαι ἢ τῷ φαινομένῳ ; οὐδενί . τί οὖν χαλεπαίνεις αὐτῇ , ὅτι πεπλάνηται ἡ ταλαίπωρος περὶ τῶν μεγίστων
6791729 εἰπες
, τῆς προρρηθείσης ὑφαντικῆς αὐτῷ φέροντες τὸ παράδειγμα . Καλῶς εἶπες , καὶ ποιῶμεν ἃ λέγεις . Οὐκοῦν ἀπό γε
; Ὁμολογῶ . Ἀλλὰ μὲν δὴ τούς γε πονηροὺς αὐτὸς εἶπες ὅτι καὶ σμικρὰ καὶ μεγάλα κέρδη φιλοῦσιν . Εἶπον
6791581 ἀκουεις
γέρων ὤν . ὦ Ζεῦ πολυτίμητ ' , ἆρ ' ἀκούεις ἅ με λέγει ὁ πανοῦργος υἱός ; ἀτράφαξυν ἕψους
, χρυσὸν , ὁ δὲ ἄργυρος τὸν ἄργυρον . Οὐκ ἀκούεις τὸν ἀρχαιότατον λέγοντα : Ὁ σπείρων σῖτον , σῖτον
6791177 Δαρειε
πάτερ ] ὦ . ἄκακε ] πρᾶε . Δαρειᾶν ] Δαρεῖε . πάτερ ] ὦ . ἐπῳδὸς κώλων ηʹ .
πάτερ ] ὦ . ἄκακε ] πρᾶε . Δαρειᾶν ] Δαρεῖε . οἴ ] φεῦ . ἀντιστροφὴ κώλων ηʹ .
6788323 σοφως
καὶ μαθεῖν οὐ δεῖται , ἀλλὰ καταδύεται καὶ ἀναδύεται πάνυ σοφῶς καὶ ὡς ἤδη χρόνου πεπαιδευμένη τοῦτο . ἀετὸς δέ
τε ἐσθίει ῥᾳδίως . τὰ δὲ μικρὰ ἰχθύδια διαθηρῶσι πάνυ σοφῶς . παρὰ τὴν ὄχθην τοῦ ποταμοῦ ἔρχονται καὶ τὴν
6785667 κυρω
ἀκουῶ 〚 〛 , ὥσπερ σύρω † σαρῶ καὶ κύρω κυρῶ , καὶ πλεονασμῷ τοῦ ρ ἀκροῶ . εἴρηται δὲ
Οἰνέως κόρην , δάμαρτά θ ' Ἡρακλέους , εἰ μὴ κυρῶ λεύσσων μάταια , δεσπότιν τε τὴν ἐμήν . Τοῦτ
6780777 τιθεσαι
καὶ ταῦτα ποιήσεις ἄν ; οὐ κιθαρίζων δὲ συγχωρεῖς καὶ τίθεσαι κιθαρίζειν ; ναί . οὐ κιθαρίζων ἄρα κιθαρίζεις .
σοι φαίνονται λέγειν , ἐπειδὴ μόνας οὐσίας εἶναι τὰς ἀτόμους τίθεσαι : οἱ δὲ μᾶλλον μὲν καθ ' ὑπερβολὴν δυσεπινόητον
6778990 Μενιππε
ἀλλὰ τὴν δίψαν πεφοβημένος . Οὐδὲ τὸν ἐλλέβορον , ὦ Μένιππε , ἀναίνομαι πιεῖν , γένοιτό μοι μόνον . Θάρρει
Ὀδυσσέα ἢ Ὀρφέα . Ὡς δὴ τί τοῦτο , ὦ Μένιππε ; οὐ γὰρ συνίημι τὴν αἰτίαν οὔτε τοῦ σχήματος
6773685 νοοι
Δία οὐκ ἔγωγε . Τί οὖν ἄρτι ἤρου ὅτι μοι νοοῖ τὸ ῥῆμα ; Τί ἄλλο γε , ἦν δ
. ὡς δὲ ἤρετο Ἀλέξανδρος δι ' ἑρμηνέων ὅ τι νοοῖ αὐτοῖς τὸ ἔργον , τοὺς δὲ ὑποκρίνασθαι ὧδε :
6773512 ἀγανακτεις
μοι λέγεις , ὦ Φιλοσοφία , τίνα ἠδίκησαι , ἀλλὰ ἀγανακτεῖς μόνον . Καὶ μὴν ἄκουε , ὦ Ζεῦ ,
ὑπέργηρων ἐρέσθαι βούλομαι . τί δακρύεις τηλικοῦτος ἀποθανών ; τί ἀγανακτεῖς , ὦ βέλτιστε , καὶ ταῦτα γέρων ἀφιγμένος ;
6772309 ἐπραξα
. ἀναπείσει ] ὅτι δίκαια ⌈ ἔπραξεν . / [ ἔπραξα . ] ἀποροῦσιν ἐνταῦθα , πῶς οὕτω δέον εἰπεῖν
φίλτατε , διετέθην καὶ οἷα μὲν εἶπον , οἷα δὲ ἔπραξα πρὸς τοὺς οὐ σωφρονοῦντας , τούς τε ἄλλους ἅπαντας
6768060 ἀπερχομαι
] ὅλους ἐποίει δηλονότι ἀγορητάς . ἄνειμι ] ἀνέρχομαι , ἀπέρχομαι , ἀπελεύσομαι , μετελεύσομαι , ἀνελεύσομαι . ἐντεῦθεν ]
γὰρ ἄν με ἔπεμπον πάλιν πρὸς ὑμᾶς . νῦν δὲ ἀπέρχομαι πρὸς μὲν Λακεδαιμονίους ὑφ ' ὑμῶν διαβεβλημένος , Σεύθῃ
6760229 φευγεις
βαλλέτω ὡς ἐθέλει : πάλιν Ἄρτεμις ἄμμιν ἀρήγει . οὐ φεύγεις τὸν Ἔρωτα , τὸν οὐ φύγε παρθένος ἄλλη .
δὴ σοί , ὦ Εὐθύφρων , τίς ἡ δίκη ; φεύγεις αὐτὴν ἢ διώκεις ; Διώκω . Τίνα ; Ὃν
6759073 ἀγαπᾳς
καὶ ἀληθῶς ἐρωτιῶν : πάντων γάρ σου κατήκουσα . οὐκ ἀγαπᾷς ὅτι σοι καὶ λαλῶ καὶ μεγάλην εὐτυχίαν δοκεῖς τὸν
πάτερ , ἵνα τι πλέον παρρησιάζωμαι τοῦ συνήθους , ὅσον ἀγαπᾷς τε καὶ περιέπεις , τοσοῦτον οὐ δεῖ τὸν σεσωκότα
6754452 φληναφων
τοὺς ὀδόντας ὑπὸ τῆς ἡδονῆς . Τί ταῦτα ληρεῖς , φληναφῶν ἄνω κάτω Λύκειον , Ἀκαδήμειαν , Ὠιδείου πύλας ,
τοὺς ὀδόντας ὑπὸ τῆς ἡδονῆς . τί ταῦτα ληρεῖς , φληναφῶν ἄνω κάτω Λύκειον , Ἀκαδήμειαν , Ὠιδείου πύλας ,
6752893 χαιρεις
δοῦναι χάριν ἐμοί . ἀλλὰ δός , ἑταίρων φίλτατε , χαίρεις γὰρ ἀκούων τοῦτο μᾶλλον ἢ τὸ τῆς ἀρχῆς ὄνομα
ἄνδρα τύραννον . Ἀλλ ' εὐπαράγωγος εἶ , θωπευόμενός τε χαίρεις κἀξαπατώμενος , πρὸς τόν τε λέγοντ ' ἀεὶ κέχηνας
6749282 ὑπομενω
, ἀλλ ' εἰς ἐγνωσμένον ἀποστέλλεις με θάνατον : πλὴν ὑπομενῶ καὶ τοῦτο τὸ ἔργον καὶ πειράσομαι φανεὶς ψυχὴν οὐ
γινώσκεις παροῦσαν ] ἐμοί ἀντλήσω ] καρτερήσω † ἀνατλήσω , ὑπομενῶ Διὸς φρόνημα ] † ἤγουν ὁ Ζεὺς περιφραστικῶς λωφήσῃ
6746492 συνηκας
' ὑπερηφάνως . οὐκ ἔστιν ἰχθυηρὸν ὑπὸ σοῦ μεταλαβεῖν . συνῆκας ἡμῶν εἰς τὰ λάχανα τὴν πόλιν . περὶ τῶν
. Καὶ ἐν τοῖς ἔμπροσθεν εἶπον , σὺ δὲ οὐ συνῆκας . ἡ φύσις τοῦ νοεροῦ αὐτοῦ λόγου φύσις ἐστὶ
6743130 ἀλγω
. ἐπειδὰν αἴσθωμαι συκοφάντην ἄνθρωπον ἐπιεικεῖ προσπεσόντα καθάπερ χειμάρρουν , ἀλγῶ τὴν ψυχὴν καί που δακρύω καὶ συμπράττειν ὅ τι
βοώσας παραπλέων τὰς ἡδονάς πλατὺν γέλωτα καταχέω τῶν δογμάτων . ἀλγῶ δὲ καὶ τῆς οὐχ ὁρωμένης ἐρῶ . δραχμῆς μὲν
6742554 φωνεις
, σάφ ' ἴσθι , λευσίμους ἀράς . σὺ ταῦτα φωνεῖς νερτέρᾳ προσήμενος κώπῃ , κρατούντων τῶν ἐπὶ ζυγῷ δορός
. Τίν ' αὖ σὺ τήνδε πρὸς θυρῶνος ἐξόδοις ἐλθοῦσα φωνεῖς , ὦ κασιγνήτη , φάτιν , κοὐδ ' ἐν
6740367 ἠρου
οὐ μή μοι πρόϲει } ] τί ; τοῦτ ' ἤρου με καὶ ] κωϲ ? με προϲβλέπειν ? ;
ὦ Σώκρατες ; ἤδη γὰρ ἔγωγε , ὅπερ νυνδὴ σὺ ἤρου , καὶ Φιλολάου ἤκουσα , ὅτε παρ ' ἡμῖν
6739545 ἑστηκας
ἐκείνοις τε καὶ ἡμῖν , ἐξ ἴσου δὲ ἀμφοτέροις ἐκποδὼν ἕστηκας , μᾶλλον δὲ βοηθεῖς μὲν οὐδετέροις , τῇ δὲ
μὴ πολυπραγμόνει . „ ὁ γὰρ τόπος ἐν ᾧ σὺ ἕστηκας „ φησί ” γῆ ἁγία ἐστί ” . ποῖος
6739119 Ποι
κατὰ παρεμβολὴν κεῖται διὰ μέσου . Ποί τινος ] . Ποί τινος ἀντὶ ἔργων ] * Τί βούλεται τὸ ποί
χάρις μέχρι τοῦ ὀπιζομένα κατὰ παρεμβολὴν κεῖται διὰ μέσου . Ποί τινος ] . Ποί τινος ἀντὶ ἔργων ] *

Back