τάδε : τοὺς μὲν νεωτέρους ἐς τὸν κίνδυνον τῆς μάχης τάττω , τοὺς δὲ πρεσβυτέρους ἐς τὰς φυλακὰς τῶν χωρίων
Ἔγωγ ' , ἔφη ὁ Ἀρίστιππος : καὶ οὐδαμῶς γε τάττω ἐμαυτὸν εἰς τὴν τῶν ἄρχειν βουλομένων τάξιν . καὶ
6142234 ἐπισταμαι
ἀρχὴν Σκαμανδρίῳ τῷ παιδὶ κατέλιπεν . ταῦτα δὲ ἔχοντα οὕτως ἐπίσταμαι σαφῶς ὅτι οὐδεὶς ἀποδέξεται , φήσουσι δὲ ψευδῆ πάντες
ἐκ φιλανθρωπίας κτήσασθαι δόξαν , καὶ οὕτως ἐγώ σε καλῶς ἐπίσταμαι ὥστε καὶ ὑπεσχόμην αὐτοῖς τὰ βελτίω , καὶ νῦν
5721715 κεκραγα
ξυνιστάμενον ] γινόμενον . Γ εὐθέως ] παρευθύς . Γ κέκραγα ] βοῶ . Γ ξυνιστάμενον ] ὃ κατὰ τῆς
λέληθεν οὐδὲν ἐν τῇ πόλει ξυνιστάμενον , ἀλλ ' εὐθέως κέκραγα . Ὅπερ γὰρ οἱ τὰς ἐγχέλεις θηρώμενοι πέπονθας .
5706375 ἠρξαμην
πάσας τὰς ὁράσεις ἃς εἶδον κατὰ τοὺς ὕπνους , καὶ ἠρξάμην λαλεῖν τοὺς λόγους τῆς δικαιοσύνης , ἐλέγχων τοὺς ἐγρηγόρους
' ἀνοιστέος λόγος ἐπ ' ὄνομα τοὐμὸν κεῖς ' ὅθενπερ ἠρξάμην . καλοῦσι Μελανίππην , Χίρωνος δέ με ἔτικτε θυγάτηρ
5703558 ὑβριζεις
ἀντὶ γλώττης ὅσα καὶ χειρὶ χρῆσθαι διέγνωκας καὶ ὥσπερ ἀλλοτρίαν ὑβρίζεις καὶ ἐπικλύζεις τοσούτοις κακοῖς . λαλεῖν μοι ἔργον ἐστὶ
ξύνει τῷ Διὶ καὶ συμβασιλεύεις αὐτῷ , καὶ διὰ τοῦτο ὑβρίζεις ἀδεῶς : πλὴν ἀλλ ' ὄψομαί σε μετ '
5702052 πεπονθα
. διότι . ἐχρῆν : Ἀντὶ τοῦ χρή . . πέπονθα : Ἔπαθα . . ἔπαθον . . δεινὰ :
προτέρων φρενῶν ἀπολειφθεὶς καὶ μανείς : † ἄλλως : τί πέπονθα ἀπολειφθεὶς τῶν πρὸ τῆς μανίας φρενῶν : † ἄλλως
5698352 θεουϲ
! ] ϲη ? ? ! ! [ νὴ τοὺϲ θεοὺϲ [ ! ! ! εινλλ ! ! ! !
[ ὅδ ' ἀπολεϲα [ φιλωτι ϲυν [ νὴ τοὺϲ θεοὺϲ [ οὐ γὰρ λέγων [ οἷϲ ἂν μαθον [
5665582 ποει
ουτε ? [ ] ! ουϲ ϲαυτῶι ? ? ? πόει [ κατὰ ] χώραν λαβέ ] ον ἐπιτίθει ?
ἅπαντα μᾶλλον ” , εὐθὺς εἰπεῖν ἂν δοκῶ , “ πόει με πλὴν ἄνθρωπον : ἀδίκως εὐτυχεῖ κακῶς τε πράττει
5656043 ἑταιρε
κτανέτην ἰσονόμους τ ' Ἀθήνας ἐποιησάτην . Ἀδμήτου λόγον ὦ ἑταῖρε μαθὼν τοὺς ἀγαθοὺς φίλει , τῶν δειλῶν δ '
κυκλεῖς ἄνω καὶ κάτω ; καλῶς γε ποιῶν , ὦ ἑταῖρε , τὸ σὸν δὴ τοῦτο , καὶ τἀληθῆ λέγων
5635765 ὠπται
θῆλυς ἐπιτρέχει μορφή , δι ' ἣν καὶ ὁ βίος ὦπται τοιοῦτος , ἐν δὲ γυναιξὶν ἀνδρεῖον εἶδος , ᾧ
καὶ ἕνα νεφρὸν καὶ δύο ἥπατα , ἀκάρδιον δὲ οὐδὲν ὦπται οὐδὲ δικάρδιον . τῶν δὲ ἐναίμων ἤδη ὦπταί τινα
5630038 Παραδοξον
. ἐπὶ τῷ τέλει κορωνίς . 〛 θερμὸν ἔργον : Παράδοξον , ἢ τολμηρὸν , ἢ εὐκίνητον . Πενία παραβάλλουσα
. Ὑπερήδιστα , εἰ καί σοι παράδοξον τοῦτο δόξει . Παράδοξον , εἰ γέρων τε καὶ ἀσθενὴς ἄτεκνός τε προσέτι
5619324 φρονεις
” καὶ Καλλίας Πεδήταις : Τί δὴ σὺ σεμνὴ καὶ φρονεῖς οὕτω μέγα ; Ἔξεστι γάρ μοι : Σωκράτης γὰρ
ἐξ ἑτοίμου τὰ τῶν τεχνῶν κάλλιστα ἀποδιδόντων γνώμῃ . Ἀρχαϊκὰ φρονεῖς : ἤτοι εὐήθη . Ἀβυδηνὸν ἐπιφόρημα : τὸ ἀηδές
5612619 μακαριε
. Πῶς γὰρ οὔ ; Οὐδέποτ ' ἄρα , ὦ μακάριε Θρασύμαχε , λυσιτελέστερον ἀδικία δικαιοσύνης . Ταῦτα δή σοι
, ἐπεὶ δοκεῖ γέ σοι ὡς ἐγὼ λέγω . Ὦ μακάριε , ῥητορικῶς γάρ με ἐπιχειρεῖς ἐλέγχειν , ὥσπερ οἱ
5605733 Ἀπειμι
μοι ὁδὸς καὶ εἰ πάσαις ταῖς ἡμέραις αὐτοῦ προσμενῶ . Ἄπειμι μέν , ἔφην , εἰς Λάρισσαν , ἔοικα δὲ
εἰ πόλιν τήνδ ' ἐξέσως ' οὔ μοι μέλει . Ἄπειμι τοίνυν : καὶ σύ , παῖ , κόμιζέ με
5580950 πεισομαι
Γυμνοὺς μὴ ἐνοχλεῖν ξυμβουλεύοντα ἃ μὴ πείσεις . ” ” πείσομαι „ ἔφη „ καὶ ὁμολογείσθω ὁ μισθός . ”
μνῆμα τῆς Διὸς κόρης . ἀλλ ' ὦ τέκνον σοι πείσομαι : λέγεις γὰρ εὖ . ὡς εὐτυχοῦσά γ '
5574052 ἐρω
τεταμένοι εἰσὶν οἱ ὑμένες , ἀντέχοντες αὐτό . Νῦν δὲ ἐρῶ τὴν διάγνωσιν , ἣν ἔφην ἀποφανέειν ὀλίγῳ πρότερον ,
νεώτερος λέγω , ἀλλ ' εἰ φρονούντων τοὺς λόγους ἀνδρῶν ἐρῶ . Οὐχ αἱ τρίχες ποιοῦσιν αἱ λευκαὶ φρονεῖν ,
5528722 επρ
[ ὑπ [ τ [ ακ [ ] ! ! επρ ? ? ? [ ] λέγω ? τρ !
. [ ! [ ! ! [ στεν ? [ επρ ? [ αβλ ? [ θ ! ! [
5523520 εἰρηκας
πέμψαι μοι τὸν λόγον , ὥστ ' οὐδ ' ὅτι εἴρηκας ἔγραψας , ἀλλὰ πρὸς μὲν Ὀλύμπιον εἰρωνευόμενος ἔφης ἐμέσαι
ὁ σὸς πατὴρ σέβεται . Δία πατρῷον ] λέγειν , εἴρηκας . , εἶπες . ὡς ] λίαν . ,
5519206 κατεγνωκας
: ἀλλὰ θαρρῶν συμβούλευε ὅ τι ἔχεις ἀγαθόν : ἢ κατέγνωκας ἡμῶν , ὦ Σώκρατες , ἱκανῶς πλουτεῖν καὶ οὐδὲν
καὶ τοσαύτην , ἄνθρωπε , μετὰ τοὺς πόνους Ἀθηναίων ἀμαθίαν κατέγνωκας , ἵνα τολμήσας οὕτως ἀνήκεστα πείσῃς εἰς εὐεργεσίαν μεταβληθῆναι
5512326 ϲαφωϲ
δὲ ἱκανῶϲ : ἐϲτὶ δὲ ἐδώδιμοϲ ὁ καρπὸϲ καὶ θερμαίνει ϲαφῶϲ μετὰ τοῦ κεφαλαλγὴϲ ὑπάρχειν . εἰ δὲ φρυχθείη ,
ϲωμάτων προϲπίπτει τῇ γλώϲϲῃ καὶ κινεῖ τὴν αἴϲθηϲιν , ὥϲτε ϲαφῶϲ ἐξ αὐτῆϲ καὶ τὰϲ ἐν ταῖϲ κράϲεϲιν αὐτῶν εὑρίϲκειν
5491651 μαθε
πρὶν οὐ μάθεν στενάζει . Τὸ καλὸν φύσει μαθοῦσα , μάθε καὶ πόθεν τὸ κρεῖσσον . Τὸ ῥόδον πάλιν προλάμπει
ὦν ἐπιμνησθέντα ὀργῇ λέγειν πρὸς τὸν Πρηξάσπεα : Σύ νυν μάθε [ αὐτὸς ] εἰ λέγουσι Πέρσαι ἀληθέα εἴτε αὐτοὶ
5490305 λεληθ
ἀγαθὴν ἐπαοιδήν . οἶδα μὲν ἀρχαῖόν τι δρῶν , κοὐχὶ λέληθ ' ἐμαυτόν . . . . ἀφ ' οὗ
παρθέν ' Ἠλέκτρα , πέλας , μὴ κατθανών σε σύγγονος λέληθ ' ὅδε : οὐ γάρ μ ' ἀρέσκει τῶι
5487903 ἐγελασας
γάρ ἐστιν ὃς βροτῶν ἔχει κράτη . ἀλλὰ τί μεταξὺ ἐγέλασας , ὦ ἀλεκτρυών ; Ὅτι ὑπ ' ἀγνοίας ,
τοῖς Παναθηναίοις τὸ ἔλαιον τὸ ἐκ τῆς μορίας . τί ἐγέλασας , ὦ Ἀνάχαρσι ; ἢ διότι μικρά σοι εἶναι
5487494 χαιρεις
δοῦναι χάριν ἐμοί . ἀλλὰ δός , ἑταίρων φίλτατε , χαίρεις γὰρ ἀκούων τοῦτο μᾶλλον ἢ τὸ τῆς ἀρχῆς ὄνομα
ἄνδρα τύραννον . Ἀλλ ' εὐπαράγωγος εἶ , θωπευόμενός τε χαίρεις κἀξαπατώμενος , πρὸς τόν τε λέγοντ ' ἀεὶ κέχηνας
5473485 πεπονθας
παρούσης πημονῆς ἀπαλλαγῶ ] τούτου τοῦ δεσμοῦ ἐλευθερωθῶ . . πέπονθας ἀεικὲς πῆμα ] ὁ χορὸς ἀκούσας τῶν τοῦ Προμηθέως
. Ἀριστοφάνης Ἱππεῦσιν : ὅπερ γὰρ οἱ τὰς ἐγχέλεις θηρώμενοι πέπονθας . καὶ δευτέραις Νεφέλαις : τὰς εἰκοῦς τῶν ἐγχέλεων
5459184 ἐκειν
πρυτάνεις γὰρ οὑτοιὶ μεσημβρινοί . Οὐκ ἠγόρευον ; τοῦτ ' ἐκεῖν ' οὑγὼ ' λεγον : εἰς τὴν προεδρίαν πᾶς
καὶ μηδὲ δι ' ἓν τῶν ἄλλων , δι ' ἐκεῖν ' ὑπομεῖναι τοὺς λόγους ἀμφοτέρων , ἵν ' ἐὰν
5449608 ὁμωϲ
ἀνίατον , ὥϲ που καὶ Ἱπποκράτηϲ ἀπεφήνατο : παρηγορεῖν δὲ ὅμωϲ αὐτὰϲ ἐγκαθίϲμαϲι μὲν τοῖϲ διὰ τήλεωϲ καὶ μαλάχηϲ καὶ
καὶ γὰρ καὶ γεώδειϲ ἀμφότεροι καὶ θερμοί . διαφέρουϲι δὲ ὅμωϲ ἀλλήλων οὐκ ἀϲαφεῖ διαφορᾷ ἐν τῷ λελεπτύνθαι μὲν καὶ
5444360 φιλτατη
τήνδε [ τὴν ] ψυχὴν [ ] ἅπαξ σοί , φιλτάτη τεκοῦσα , παρεθέμην [ ] μολών ? [ :
ὧν ἕνεκα ἤθλουν , καὶ φημὶ πρὸς αὐτήν , Ὦ φιλτάτη , δεῖξόν μοι μαγγανεύουσαν ἢ μεταμορφουμένην τὴν δέσποιναν :
5439091 καὐτος
εἴ πως ἐκκομίσαις τὸ τοῦ Λύκου . πάρεστι τουτί , καὐτὸς ἅναξ οὑτοσί . ὦ δέσποθ ' ἥρως , ὡς
. ] τὸ δὲ ὅμοιον ἐν Ἰλιάδι ” ἔπειτα δὲ καὐτὸς οἰήσεαι „ . . . . . κέν ἀντὶ
5429605 οἰομαι
υἱῷ γὰρ ἀγαπητῷ τι πράττων πρὸς χάριν ἔρανον ἐμαυτῷ τοῦτον οἴομαι φέρειν . ὅστις δ ' ἐρυθριᾷ τηλικοῦτος ὢν ἔτι
καὶ εἰ μή τι αὐτῶν ἀληθές ἐστιν , ὥσπερ οὐκ οἴομαι , οὐ πρὸς τὰς ὑμετέρας ἀγγελίας καταπλαγεῖσα καὶ ἑλομένη
5429230 ὀργισθῃς
λῃστείας καὶ δουλείας με ἀπαλλάξας . δέομαί σου , μηδὲν ὀργισθῇς : εἰμὶ γὰρ τῇ ψυχῇ μετὰ σοῦ διὰ τὸν
ὁ λόγος μου , μὴ ἀποκνήσῃς ἀκούειν καὶ διὰ τοῦτο ὀργισθῇς , * ἀλλὰ συγγνωμόνει * ἤτοι μακρόθυμος ἔσο πολυλογοῦντί
5423793 ἐοικα
ἄμβροτος , οὐκέτι θνητὸς πωλεῦμαι μετὰ πᾶσι τετιμένος , ὥσπερ ἔοικα , ταινίαις τε περίστεπτος στέφεσίν τε θαλείοις : τοῖσιν
τὸ σχῆμα , καὶ σκέψαι μ ' ὅτῳ μάλιστ ' ἔοικα τὴν βάδισιν τῶν πλουσίων . ὅτῳ ; δοθιῆνι σκόροδον
5419109 ἐπελαθου
, εἴπερ οἶσθα Θουκυδίδην , εἰ μὴ καὶ τούτου γε ἐπελάθου τοῦ φίλου . τί οὖν αἰτοῦμεν ; καὶ σκόπει
τοὺς παράνομα δεομένους . Ἐκείνων δέ , ὦ παῖ , ἐπελάθου ἅ ποτε ἐγὼ καὶ σὺ ἐλογιζόμεθα ὡς ἱκανὸν εἴη
5416250 φρονω
τεύξῃ τάχα . Φῂς τάδ ' οὖν ; Ἃ μὴ φρονῶ γὰρ οὐ φιλῶ λέγειν μάτην . Ἄπαγέ νύν μ
ταῖς ἐλπίσι : ἄλλως : τὰ δὲ ἄλλα , ἃ φρονῶ , ἀρκέσει τοῖς ἔνδον διηγήσασθαι φίλοις , ὁποῖά ἐστι
5409323 ἀπορω
ἐπεχείρουν μιμεῖσθαι , ἅτε ἐπιθυμῶν αὐτῆς . Πῶς γὰρ οὐκ ἀπορῶ , ἔφη , καὶ ἐγὼ καὶ οἱ ἄλλοι ἅπαντες
, προῄρησαι λέγειν ; Πάνυ γε : νῦν μέντοι σχεδὸν ἀπορῶ , καὶ δέομαί γε , ὦ Σώκρατες , αὐτόν
5409161 προσαγορευεις
. ὢ τῶν ἀνομοίων ῥημάτων : λυμεῶνά μοι τὸν αὐτὸν προσαγορεύεις καὶ φίλον , αὐτόχειρα καὶ πάλιν ἔνσπονδον : καὶ
; Ταύτῃ ἔγωγε . Τούτων δέ γε τὴν ἐπιστήμην ἀνδρείαν προσαγορεύεις ; Κομιδῇ γε . Ἔτι δὴ τὸ τρίτον σκεψώμεθα
5402034 ἀχθομαι
μήποτ ' ὤφελον λιπεῖν τὴν Σκῦρον : οὕτω τοῖς παροῦσιν ἄχθομαι . Οὐκ εἶ κακὸς σύ , πρὸς κακῶν δ
νῦν δ ' ἴσον ἀπέχομεν εὐπορίας καὶ κολακείας καὶ οὐκ ἄχθομαι τῷ μὴ πλουτεῖν , ἀλλὰ φιλοτιμοῦμαι τῷ μὴ δουλεύειν
5400779 καινουργειν
, οἷον ἐν τοῖς βακχείοις πάθεσί φασι τὰς μαινάδας ἀλλόκοτα καινουργεῖν . οἳ μὲν τῶν βουλευτῶν τοὺς περὶ τῶν ὁμήρων
' ὁμοίως περίβλεπτος ὤνἕωλα γὰρ ἦν ἅπαντα καὶ οὐδὲν ἔτι καινουργεῖν ἐδύνατο ἐφ ' ὅτῳ ἐκπλήξει τοὺς ἐντυγχάνοντας καὶ θαυμάζειν
5400693 πασχω
ὁρᾷ οὐδὲ μετέρχεται αὐτῶν τὰς ἀσεβείας καὶ ἀσυνεσίας : † πάσχω δηλονότι : μοῦσαν οὐράνιόν φησι τὴν μεγάλην καὶ περίβλεπτον
' : ὦ τάλαιν ' ἐμὴ πατρίς , ὡς δεινὰ πάσχω . τί δέ με καὶ τεκεῖν ἐχρῆν ἄχθος τ
5394003 μανθανω
ἂν ἢ μόνῳ ἐκείνῳ ποιῇ τις ἢ ἄριστα ; Οὐ μανθάνω , ἔφη . Ἀλλ ' ὧδε : ἔσθ '
μανθάνειν σημαίνει καὶ τὸ νοεῖν , ὥσπερ εἰώθαμεν λέγειν ὅτι μανθάνω τὰ λεγόμενα ἀντὶ τοῦ νοῶ , σημαίνει δὲ τὸ
5389269 χαιρω
γῆν . παρὰ τὸ ΛΑ ἐπιτατικόν . ὡς ἀπὸ τοῦ χαίρω χάρεια καὶ ἀνθῶ ἄνθεια καὶ κρατῶ κράτεια , οὕτως
εἶναι χωρὶς δακρύων . φιλαγαθὴς ] φιλογέλως . γήθω τὸ χαίρω . . δακρυχέων ] κινητικὸς δακρύων . ἃ ]
5386656 μελαγχολᾳς
μεθέστηχ ' : Μετεβλήθη . εἶχε : Ἐκέκτητο . . μελαγχολᾷς : Μαίνῃ . . τὸ βλέμμ ' αὐτοῦ :
τοῦ ῥήματος , τὸ ποῖον δὴ λέγω , ὦ μοχθηρὲ μελαγχολᾷς , εἶπες δ ' ἂν οὑτωσί πως , ὦ
5386107 προφερω
ἐπὶ τὰ ἔσχατα : ἵνα μὴ τὸν Ὅμηρον αὖθίς σοι προφέρω , λευκώλενον τὴν Ἥραν λέγοντα , καὶ ῥοδόπηχυν τὴν
Προφέρω λόγους ἀντὶ τοῦ ἔμπροσθεν καὶ εἰς μέσον φέρω . προφέρω δὲ τῶν πολλῶν , ἀντὶ τοῦ κρείττων εἰμί ,
5373381 ταραττομαι
ἐν τῷ ναῷ καὶ θρηνῶν ταῦτά φησιν . θρέομαι ] ταράττομαι , φοβοῦμαι διὰ τὰς μεγάλας θλίψεις . θρέομαι ]
' ἀπροϲδοκήτωϲ εἰϲ κλύδωνα πραγμάτων ἐμπεϲὼν ] ἠγωνίακα καὶ πάλαι ταράττομαι μή ποθ ] ' ἡ τύχη λάβηι μου τὴν
5369916 φιλω
ὅπως παρῇ τὰ προσόντα , ἐπιγένηται δὲ τὰ ἀπόντα τῷ φίλω ἀγαθά . τινὲς μὲν τοὺς τοιούτους λέγουσιν εἶναι φίλους
ἀεὶ γὰρ ἐγὼ καὶ ὁ σὸς πατὴρ ἑταίρω τε καὶ φίλω ἦμεν , καὶ πρότερον ἐκεῖνος ἐτελεύτησε , πρίν τι
5369075 Λυκινε
ἑλλέβορος ἱκανὸς ποιῆσαι ζωρότερος ποθείς ; Ἀλλὰ πάντως , ὦ Λυκῖνε , καὶ αὐτὸς εὔξῃ τι ἤδη ποτέ , ὡς
ἄνθρακές σοι ὁ θησαυρὸς ἔσται ; Πῶς λέγεις , ὦ Λυκῖνε ; Ὅτι , ὦ ἄριστε , ἄδηλον ὁπόσον χρόνον
5360684 ἡσυχασθηναι
δ ' ἔτι καὶ τοιοῦτον εἴδωλον , ὅπερ οὐκ ἄξιον ἡσυχασθῆναι . τὰ ἀνθρώπων πράγματα κλίμακι πέφυκεν ἐξομοιοῦσθαι διὰ τὴν
καὶ τὸ περὶ τὴν τελευτὴν τῆς γυναικὸς οὐκ ἄξιον ἔργον ἡσυχασθῆναι . τοιαύτην γὰρ ἀποβαλὼν κοινωνὸν τοῦ σύμπαντος βίου ,
5352190 ποιησω
ὅ τι ἂν ἅπαντες οὗτοι γνῶσι πράττειν με δεῖν , ποιήσω . καὶ πρὸς μὲν σὲ ταῦθ ' ἱκανά :
διὰ πλατείας . . . οὐράνιον . . παιδιάν βάψας ποιήσω μέλαν . ἀκούεις ὡς στένει ; Ἀστυάναξ γέγονα .
5343066 σεβω
“ ἄνεχε , πάρεχε , φῶς φέρω , φλέγω , σέβω ” . ἄνεχε , πάρεχε : μετὰ λαμπάδων ἔρχεται
ἔνθα κερδανεῖ . ἐχθρὸς μὲν ἁνήρ , ἀλλὰ τὴν δίκην σέβω . ὀλόμαν ὀλόμαν ἀποχηρωθείς λεπτοσπαθήτων χλανιδίων ἐρειπίοις θάλπουσα καὶ
5337189 εἰἑν
θεοὺς ἔχων τις ἂν φίλους ἀρίστην μαντικὴν ἔχοι δόμοις . εἶἑν : τὰ μὲν δὴ δεῦρ ' ἀεὶ καλῶς ἔχει
νέλθοι . σὺ πρότερος , Μοσχίων , πρόσελθέ μου . εἶἑν : ὦ πάτερ ] , τί ποιεῖς ταῦτα ;
5336047 κακοδαιμον
[ . ] οὐχ ? ? ? ὁρᾶιϲ με , κακόδαιμον , πάλαι ; ἀπροϲδόκητον [ ] . οὐχ ὑγιαίνει
, ὃν χρῆν φράζειν ἀνθρωπείως ; Ἀλλ ' , ὦ κακόδαιμον , ἀνάγκη μεγάλων γνωμῶν καὶ διανοιῶν ἴσα καὶ τὰ
5334540 γελᾳς
τοιαύτη σοφία τῶν νῦν ἀνθρώπων . Κἀγὼ εἶπον : Τί γελᾷς , ὦ Κλεινία , ἐπὶ σπουδαίοις οὕτω πράγμασιν καὶ
. Βοῇς : δεῖ γινώσκειν , ὅτι τὸ βοᾷς καὶ γελᾷς οἱ Δωριεῖς βοῇς καὶ γελῇς λέγουσιν . καὶ μηδεὶς
5323181 μηχανησομαι
τί τοι ἐξ αὐτῆς γένηται βλάβος : ἀρχὴν γὰρ ἐγὼ μηχανήσομαι οὕτω ὥστε μηδὲ μαθεῖν μιν ὀφθεῖσαν ὑπὸ σέο .
δοκησάτω ] τοῦτο . . κατασκαφὰς ] ὀρύγματα . . μηχανήσομαι ] ἐκ μηχανῆς ποιήσω . . κόλπῳ φέρουσα ]
5320288 ἐγωγ
εἰς τὴν πολιτείαν οὐ παραδεξόμεθα ἅτε τυραννίδος ὑμνητάς . Οἶμαι ἔγωγ ' , ἔφη , συγγιγνώσκουσιν ὅσοιπέρ γε αὐτῶν κομψοί
τῶν φίλων τῶν Πανταινέτου καὶ τῶν νόμων . οὐ γὰρ ἔγωγ ' ἐπεδήμουν , οὐδ ' αὐτὸς ἐγκαλεῖ . Βούλομαι
5317491 ἀντιβολω
εἰς ὑμᾶς , ὦ ἄνδρες δικασταί . καὶ δέομαι καὶ ἀντιβολῶ καὶ ἱκετεύω , μὴ ὑπερίδητέ με καὶ τὰς θυγατέρας
τοῦ δέους γὰρ τῶν ὅπλων εἰλιγγιῶ . Ἀλλ ' , ἀντιβολῶ ς ' , ἀπένεγκέ μου τὴν μορμόνα . Ἰδού
5311364 σκεψαι
, ἀγαθόν . Οὐ φαίνεται . Ἔτι τοίνυν καὶ ὧδε σκέψαι . ὅστις καλῶς πράττει , οὐχὶ καὶ εὖ πράττει
, ὑπερηφανεύεσθαι . . . κλέπτειν ] κατ ' εἰρωνείαν σκέψαι ] πρόσεξον τοὺς ῥήτορας ] διασύρει τοὺς ῥήτορας .
5301859 μαινομαι
δίμετρον Ἀνακρεόντειον , οἷόν ἐστι τὸ , καὶ μαίνομαι κοὐ μαίνομαι . ἐφ ' ἑκάστῳ συστήματι παράγραφος : ἐπὶ δὲ
βραχέος εἰς τὸ α μακρόν . . 〚 μᾶλλον ἢ μαίνομαι . οἱ μὲν , φασὶν , ἐκτείνουσιν : οἱ
5301840 ἡμαρτησθαι
τῶν γενομένων καὶ οὗτος ἐλεγχθήσεσθαι ἔμελλε , πιστεύων αὑτῷ μηδὲν ἡμαρτῆσθαι ἀλλ ' ἀγωνιεῖσθαι εὖ μετὰ τοῦ δικαίου . ὡς
ἀδικήσεται ; οὐκοῦν ἢ ταῦτα πάντα τοσαῦτα τὸ πλῆθος ὄντα ἡμαρτῆσθαι δεῖ τούτου ἑνὸς ὀρθῶς ἔχοντος αὐτῶν , ἢ τάδ
5301203 Κλεινια
τοιούτου κινδύνου διαφυγὴν εὑρήσει ; πάντως οὐ ῥᾴδιον , ὦ Κλεινία . καὶ γὰρ οὖν πρὸς μὲν ἄλλα οὐκ ὀλίγα
τείχη . γάμων δ ' ἦν ἔμπροσθεν ταῦτα , ὦ Κλεινία , νῦν δ ' ἔπειπερ λόγῳ γίγνεται , καὶ
5298999 γιγνωσκω
ξυμβάλλω ἐμπόροις , οὐδὲ τὴν δραχμὴν ὅ τι ἐστί , γιγνώσκω , ἀλλὰ βοῦν σίτου καὶ οἴνου τράγον καὶ τοιαῦτα
κατακεκομμένα , τὰ δὲ κατακεκαυμένα . εἰ οὖν ἐγὼ μὴ γιγνώσκω μήτε τὰ ὅσια μήτε τὰ δίκαια , ὑμεῖς δὲ
5290524 φης
οὐ γάρ ἐστι ταῦτα αἰσχρὰ οὐδ ' ἐλευθέροις , ὡς φής , ὕποπτα , καλὰ δὲ καὶ οἷα ὅπλα εἶναι
δ ' ἐν τῷ τῆς νουθεσίας ὀνόματι πάντα ταῦτα εἶναι φής , καὶ ἀποτυμπανίσας τὸν ἄνθρωπον εἰς ταὐτό μοι δοκεῖς
5283527 ἐμαυτῳ
γὰρ ξυνῆν μὲν ἡλικιώταις ἡδόμενος ἡδομένοις ἐμοί , συνῆν δὲ ἐμαυτῷ , ὁπότε ἡσυχίας ἐπιθυμήσαιμι , διῆγον δ ' ἐν
ἑώρων τοὺς μὲν ἄλλους παρασκευαζομένους ὅπως θύσωσι καὶ εὐωχήσωνται , ἐμαυτῷ δὲ οὐ πάνυ ἑορτάσιμα ὄντα . καὶ δὴ προσελθὼν
5282006 τιθεσο
καὶ τρέμοντα , νικώσης τε καὶ νικωμένης ἐκ μέρους ταῦτα τίθεσο τῆς δυνάμεως ταῦτα . τῶν μὲν βαρέων φυσικῷ τῷ
τις ἀνάγκη ταῦθ ' ἕρδειν : τῶν μοι πρόσθε χάριν τίθεσο . Οὐδένα θησαυρὸν παισὶν καταθήσει ἄμεινον : αἰτοῦσιν δ
5274858 ἀνθρωποιϲ
δὲ καὶ χωρὶϲ ὑλαγμοῦ πᾶϲιν ὁμοίωϲ , καὶ θηρίοιϲ καὶ ἀνθρώποιϲ ϲυνήθεϲί τε καὶ ἀγνώϲτοιϲ , καὶ δακὼν παραχρῆμα μὲν
. χαρακτὴρ οὐδεὶϲ ἔπεϲτιν ἐπὶ τοῦ προϲώπου τῆϲ διανοίαϲ τοῖϲ ἀνθρώποιϲ . . . . . . , , ̈
5273718 πραττω
. , . * . Ἀδρανής : δραίνω , τὸ πράττω , δρανῶ ἔδρανον δρανής , καὶ μετὰ τοῦ στερητικοῦ
γάρ , ὥστε ὁρᾶν ἐξέσται αὐτῇ ὅ τι ἂν ἐγὼ πράττω . Ὥρα ἄν , ἔφη , συσκευάζεσθαι ὑμῖν εἴη
5271808 παθω
στρατόπεδα γινόμενα , νῦν ἀναδεικνύω ναύαρχον , ἂν ἐγώ τι πάθω , τὸν διαδεξόμενον Κλέαρχον , ἄνδρα πεῖραν δεδωκότα τῶν
ἐνεστῶτος γίνεται , ὃς τὸ παθεῖν δηλοῖ , ὅθεν τὸ πάθω , ἐξ οὗ τὸ παθήσω ὡς τυχήσω , οὗ
5265745 ἁγω
ἤτε κλεπίαν [ ] | ἀτῶντι . | οὐκ ἐτὸς ἁγὼ μέτρα χέω [ Λίνον ] οὐκ ἐξίκει [ :
αὐτῆς θέλω τόνδ ' , ἐκβαλοῦσα λέκτρα τἀκείνης βίαι : ἁγὼ τὸ πρῶτον οὐχ ἑκοῦς ' ἐδεξάμην , νῦν δ
5258451 δυσμαθης
, ἄπελθε . ἄγροικος ] ἀπαίδευτος , ἀνόητος . . δυσμαθής ] ἀργός , δυσκίνητος , δυσκόλως ⌈ μανθάνειν .
παραλείψεις , ὡς ἐγᾦμαι . Τὸ ποῖον ; Εὐμαθὴς ἢ δυσμαθής . ἢ προσδοκᾷς ποτέ τινά τι ἱκανῶς ἂν στέρξαι
5256253 φοβουμαι
Ἄργου γηγενοῦς : † ἄλευ ' , ἆ δᾶ : φοβοῦμαι , τὸν μυριωπὸν εἰσορῶσα βούταν . ὁ δὲ πορεύεται
τοῦ ἐμοῦ τάφου παρακαθημένην τὴν ἐμὴν ὁμόκοιτον γυναῖκα καὶ σύζυγον φοβοῦμαι μή τι κακὸν αὐτῇ ἐπιγέγονε . τὰς χοὰς δέ
5248007 ἀγαπω
πάντα ὁμοίῳ σοι . Ἀλλ ' ἐγὼ τὰ χαμόθεν οὐκ ἀγαπῶ , ἀλλὰ τὸν ἄνωθεν ἐπιζητῶ χαρακτῆρα , κἀκεῖθεν ἐσπούδακα
Φιλῶ τὸν δεῖνα , ὑπερφιλῶ , στέργω , ὑπερστέργω , ἀγαπῶ , ὑπεραγαπῶ , ἄγαμαι , οἰκείως ἔχω πρὸς αὐτόν
5243177 ἀνιαρον
καὶ συνεξετάζεσθαί σοι ἕτοιμος ἐπὶ τῆς δίκης . Ἀλλὰ ἐκεῖνο ἀνιαρόν , ὦ Πολύστρατε , ὅτι μὴ ἐκείνης παρούσης ποιήσομαι
αἰσχυνόμενοι θυλήμασι κρύπτετε πολλοῖς ; Νὴ τὴν Δήμητρ ' , ἀνιαρόν γ ' ἦν τὸ κακῶς ᾄδοντος ἀκούειν : βουλοίμην
5242070 πεπαυμαι
μόνος τῶν ἁπάντων ἀγνώσσεις ὡς ἐγὼ μὲν πάλαι βασιλεὺς ὢν πέπαυμαι τοῖς παισὶ διανείμας τὴν ἀρχήν , ὁ δὲ Ζεὺς
ἡρμοσμένως . ἀρμοῖ : νεωστί . καὶ Αἰσχύλος : ἀρμοῖ πέπαυμαι τοὺς ἐμοὺς θρηνῶν πόνους . τὸ ὡς δὲ βαθεῖαι
5237191 ὠγαθε
' ἔσομαι τοιοῦτος γενέσθαι οἷοίπερ καὶ ἐκεῖνοι . Οὔκ , ὠγαθέ , ἀλλά σε λέληθεν οἷον τοῦτ ' ἔστιν ,
βιωσόμεθα ἀγνοοῦντες ὃ σὺ φῂς εἰδέναι . ἀλλ ' , ὠγαθέ , προθυμοῦ καὶ ἡμῖν ἐνδείξασθαιοὔτοι κακῶς σοι κείσεται ὅτι
5234335 ἐοικας
ὑπ ' ἀνθρώπων ἀπιστοῦμαι χρηστότητος . Θαυμάζειν διὰ τῆς ἐπιστολῆς ἔοικας τὴν παρὰ πολύ μου μεταβολὴν τοῦ βίου , ὅτι
μὴ ῥιγοῦν τοῦ ἀμπεχόνης εὐπορεῖν ; Φέρε τοίνυν , ἐπειδὴ ἔοικας ἀγνοεῖν , διδάξομαί σε θρηνεῖν ἀληθέστερον , καὶ δὴ
5233797 νυμφιωι
, ὥσπερ οὖν ἀφιστάμενος παριοῦσιν ἐς θάλαμον νύμφηι τε καὶ νυμφίωι . λέγει Δ . πολύγονα εἶναι ὗν καὶ κύνα
ποινάτορ ' , εἶχεν ἐν δόμοις Αἴγισθος οὐδ ' ἥρμοζε νυμφίωι τινί . ἐπεὶ δὲ καὶ τοῦτ ' ἦν φόβου
5233702 Εὐθυδημε
κελεύεις ; Ὅτι , ἦν δ ' ἐγώ , ὦ Εὐθύδημε , τὰ σοφὰ ταῦτα καὶ τὰ εὖ ἔχοντα οὐ
λέγει . Νὴ Δία , ἔφη ὁ Κτήσιππος , ὦ Εὐθύδημε : ἀλλὰ τὰ ὄντα μὲν τρόπον τινὰ λέγει ,
5230039 ὀρθωϲ
ἐπί τινων νοϲημάτων ἀπαραίτητον πολλάκιϲ ἔχει τὴν ἀγωνίαν : διόπερ ὀρθῶϲ Ἱπποκράτηϲ ὀξὺν ἀπεφήνατο τὸν καιρόν . ἐκείνουϲ μὲν γὰρ
, ἀλλὰ ϲυντόμου χάριν διδαϲκαλίαϲ : τοὐναντίον γὰρ ἐκείνοιϲ μὲν ὀρθῶϲ τε καὶ ἀνελλιπῶϲ ἅπαντα πεφιλοπόνηται , οἱ δὲ νεώτεροι
5220769 φρασω
Σμικρίνη . λέγεις δὲ τί ; ἁδελφόςὦ Ζεῦ , πῶς φράσω ; σχεδόν τι σου τέθνηκεν . ὁ λαλῶν ἀρτίως
συντυχίαν πόθ ' ἥξει ] ἐλεύσεται , ἵνα αὐτῷ ἀπαλλαγὴν φράσω † πάντ ' ἐκκάλυψον : αἱ συστηματικαὶ αὗται περίοδοι
5218586 ὀλιγ
[ . ] ειν φθονων [ . ἀγαθοὶ ] ? ὀλίγ [ . ] ψε . [ Ἀντωνεῖνος : κύριε
προσλαβὼν ἐξουσίαν καὶ τοὺς φρονεῖν δοκοῦντας ἀνοήτους ποιεῖ . Κρεῖττον ὀλίγ ' ἐστὶ χρήματ ' ἀνυπόπτως ἔχειν , ἢ πολλὰ
5215323 φιλονεικειν
ἰατρὸν ἰατρῷ ἢ γραμματιστὴν γραμματιστῇ , μήτοι πρὸς τὸν φίλον φιλονεικεῖν , ἀλλὰ μᾶλλον πρὸς τὸν Ἡσίοδον : μηδὲ ἐκεῖνον
φύσει γὰρ δύσερις πᾶσα γυνή , καὶ τὸ πρᾶγμα πείσει φιλονεικεῖν ἀμφοτέρας , τὴν μὲν πάλαι συνοικήσασαν Ἀχιλλεῖ , τὴν
5211440 ἐγωγε
δὴ ταῦτ ' ἐστιν ; ἔφη ἐκείνη . Οἶμαι μὲν ἔγωγε , ἔφην , οὐ τὰ ἐλαχίστου ἄξια , εἰ
“ καὶ πάλιν : ” διαμεμήρικας τὸν ἐρώμενον ; οὐκ ἔγωγε . πότερον οὐκ ἐπεθύμησας αὐτὸν διαμηρίσαι ; καὶ μάλα
5208319 φιλο
ἑαυτῆς γαμέτην προτιμήσασα τοῦ βίου : τὰ δὲ ζῷα ὑπερβολὴν φιλο - στοργίας οὐ παραλέλοιπεν . ὁ γοῦν Ἠριγόνης κύων
] υ τοῦτο γε πυνθανομενο [ ] τησέ ? με φιλο [ τῶι ] τρόπωι ἐναντι ? [ ] τα
5203173 σαυτον
. λέγομεν γοῦν ὅτι ἔβλαψα ἐγὼ ἐμαυτόν , καὶ σύ σαυτόν , κἀκεῖνος ἑαυτόν . οὐ λέγομεν δὲ ὅτι ἔβλαψα
τὸ ῥῆμα τοῦτ ' εἶναί τι μεμεριμνημένον τὸ “ γνῶθι σαυτόν ” . ἐμμένειν τούτωι μ ' ἔα ὅσα τ
5195262 στεργω
σπερμάτων σωτηρίαν . τῶν δ ' εὐσεβούντων ἐκφορωτέρα πέλοις . στέργω γάρ , ἀνδρὸς φιτυποίμενος δίκην , τὸ τῶν δικαίων
ἑτέρας ἐστὶ χρείας . Φιλῶ τὸν δεῖνα , ὑπερφιλῶ , στέργω , ὑπερστέργω , ἀγαπῶ , ὑπεραγαπῶ , ἄγαμαι ,
5194395 ἐπιγελασας
ἀλλὰ ἄλλον δεῖ περιμένειν εὐεργέτην . Καὶ ὁ Κέβης ἠρέμα ἐπιγελάσας , Ἴττω Ζεύς , ἔφη , τῇ αὑτοῦ φωνῇ
ἡμῖν ἔληξε τὰ παλαίσματα , λέγω πρὸς τὴν Παλαίστραν ἅμα ἐπιγελάσας , Ὦ διδάσκαλε , ὁρᾷς μὲν ὅπως εὐχερῶς καὶ
5189614 Πανυ
ἐπιστήμη , καὶ δὴ καὶ ἀνεπιστημοσύνης ἡ αὐτὴ αὕτη ; Πάνυ γε . Ἰδὲ δὴ ὡς ἄτοπον ἐπιχειροῦμεν , ὦ
Τὰ τῶν πολλῶν ἄρα νόμιμα τὰ τῶν κρειττόνων ἐστίν . Πάνυ γε . Οὐκοῦν τὰ τῶν βελτιόνων ; οἱ γὰρ
5181528 μανθανε
καὶ φαντασίαις . Τίς δὲ ἡ τοῦ πυρὸς κλοπὴ , μάνθανε . Πρὶν μὲν ἡ τοῦ πυρὸς χρῆσις ἄγνωστος ἦν
δεινόν ἐστιν ἀνθρώποις κακόν . Ὑπὲρ εὐσεβείας καὶ λάλει καὶ μάνθανε . Ὕπνος θανάτου γὰρ προμελέτησις τυγχάνει . Ὕπνος δὲ
5164522 δρασω
τὸ ῥέω , οὗ μέλλων νάσω , νάμα , ὡς δράσω δράμα . Ναρόν . παρὰ τὸ αὐτὸ ῥῆμα ,
βλέποντα κοὐκ ἀφῆκας εἰς Ἅιδου μολεῖν ; Οἴμοι , τί δράσω ; πῶς ἀπιστήσω λόγοις τοῖς τοῦδ ' ὃς εὔνους
5162982 ποιουμαι
δίκαιον ἀποδιδόναι τοῖς συνιεῖσιν αὐτοῦ τῆς διανοίας . τί τούτου ποιοῦμαι τεκμήριον ; μόνος σπουδάσας περὶ αὐτὴν ἐξ ἁπάντων ἀδελφῶν
ἐνθένδε ἀκόντων Ἀθηναίων ἐμὲ ἀπιέναι : ὡς ἐγὼ περὶ πολλοῦ ποιοῦμαι πείσας σε ταῦτα πράττειν , ἀλλὰ μὴ ἄκοντος .
5160550 ἐμιν
κά τοί γ ' ἔθ ' ωὑτὸς εἶμεν ; οὐκ ἐμίν γα κά . οὐδὲ μὰν οὐδ ' αἰ ποτὶ
. . ἀποθανεῖν μὴ εἴη , τεθνάκειν δ ' οὐκ ἐμίν γα διαφέρει . . . . . [ .
5160397 γνωμικον
] τοῖς τοιαῦτα ἀγαθά σοι παρέχουσιν πεπεμμένου ] ἐζυμωμένου ] γνωμικόν . ἀσκωλίαζ ' ] πήδα τῷ ἀσκῷ : ἢ
ἀδυνάτῳ σοφίσματι ] ψευδεῖ ἀπάτῃ ἣν περὶ Διὸς λέγεις . γνωμικόν αὐθαδία ] ἡ ἀλαζονία φρονοῦντι μὴ καλῶς ] ἤγουν
5160319 προδω
παρακολουθήσειν ψυχήν τε καὶ σῶμα αἰκιζομένας , ὅταν ἐγκαταλίπω καὶ προδῶ τοὺς σώσαντάς με ἀπολωλότα ὑφ ' ὑμῶν καὶ μετὰ
ἢ πρὸς ἀνθρώπους δίκαιον ὑπολήψεταί με , ἐὰν ἐγκαταλίπω καὶ προδῶ τοὺς ὀρφανούς , οἷς τοσαύτας ὀφείλω χάριτας ; ἀλλ
5159482 ἐντρεπομαι
: γεννῶ . Ὠλένες : αἱ χεῖρες . Αἰδοῦμαι : ἐντρέπομαι . Αἰζηός : νέος . Αἱμύλος : ἀπατηλός .
, κλαίω , ὁμολογῶ σοφιστεύω , ὑπισχνοῦμαι , νομίζω , ἐντρέπομαι , ἐνατενίζω , εὐλαβοῦμαι . : περιπλέκομαι , ἐπιλαμβάνομαι
5155271 φανεισθαι
ἔφην , ἐνθέου τινὸς ἐπιπνοίας , εἰ μέλλουσιν μὴ ταπεινοὶ φανεῖσθαι καὶ φαύλης φροντίδος . Οἶδά τοι , ἔφη ,
τοὺς θηρατάς , καὶ ὑποθαρρεῖ πως , καὶ οἴεται μηκέτι φανεῖσθαι περισπούδαστον , τῆς οὐρᾶς μὴ βλεπομένης : ἐκείνην γὰρ
5154018 ἡγησῃ
οὐκ ἐπὶ σοί . ταῦτα ἂν ἀφῇς καὶ παρὰ μηδὲν ἡγήσῃ , τίνι ἔτι χαλεπαίνεις ; μέχρι δ ' ἂν
ὅτι σὺ εἴθισαι τρέχειν ἀνὰ τὰ ὄρη , μήτι δρόμῳ ἡγήσῃ , ἀλλ ' ὡς ἂν δύνηταί σοι ὁ στρατὸς
5153155 ἀπολοιμην
Τί δ ' ἐστὶν ὅτι δέδοικας ἐλθεῖν αὐτόσε ; Κάκιον ἀπολοίμην ἂν ἢ σύ . Πῶς ; Ὅπως ; Δοκῶν
μὴ κατάξω τὴν κεφαλήν σου , Σωφρόνη , κάκιστ ' ἀπολοίμην . νουθετήσεις καὶ σύ με ; προπετῶς ἀπάγω τὴν
5149463 συμφημι
συγκατατίθεμαι , συμμαρτυρῶ , πείθομαι , ὁμογνωμονῶ , ὁμοδοξῶ , σύμφημι , συνέπομαι , συνδοκῶ , ἐπινεύω , συνεπαινῶ ,
βασιλεύει Βαβυλωνίων . εἰ δέ τῳ δοκεῖ μῦθος τοῦτο , σύμφημι πειρώμενος ἐς ἰσχὺν κατεγνωκέναι αὐτόν : Ἀχαιμένη γε μὴν
5148495 κυρω
ἀκουῶ 〚 〛 , ὥσπερ σύρω † σαρῶ καὶ κύρω κυρῶ , καὶ πλεονασμῷ τοῦ ρ ἀκροῶ . εἴρηται δὲ
Οἰνέως κόρην , δάμαρτά θ ' Ἡρακλέους , εἰ μὴ κυρῶ λεύσσων μάταια , δεσπότιν τε τὴν ἐμήν . Τοῦτ
5142495 ἐμαθες
πρόνοιαν . καὶ οὐκ ἠρώτησας παρ ' ὧν ἂν τἀληθὲς ἔμαθες : ὁ δὲ ἄνθρωπος οὗτος , εἰ καὶ μὴ
λάχανα πλύνων Διογένης ἔσκωψε καί φησιν , “ εἰ ταῦτα ἔμαθες προσφέρεσθαι , οὐκ ἂν τυράννων αὐλὰς ἐθεράπευες . ”
5142358 Εὐριπιδη
τοῦτο εἰρηκέναι : ἄνευ δὲ μητρὸς , ὦ κάθαρμ ' Εὐριπίδη : ἰδίοισιν ὑμεναίοισι : τοῖς οὐ νενομισμένοις . ἢ
γὰρ ἂν ἀπέλθοιμ ' . Ἀλλὰ κόψω τὴν θύραν . Εὐριπίδη , Εὐριπίδιον , ὑπάκουσον , εἴπερ πώποτ ' ἀνθρώπων
5141247 ἀνεξομαι
κἂν τῶν ἐπὶ ταῖς δυνάμεσι παραβαίνῃ τοὺς νόμους , οὐκ ἀνέξομαι ἀμελεῖσθαι . ταῦτα σὲ μὲν ἔλεγεν ἀπειλεῖν , τὸν
γενέσθαι δήμιον κατ ' ἐμοῦ τὸν κατήγορον : οὐ γὰρ ἀνέξομαι ζῇν ἔτι , περὶ τὰς θεὰς ἐξαμαρτήσας καὶ τὰ

Back