Δίκη γὰρ καὶ διὰ σκότου βλέπει . τόν θ ' ὑμνοποιὸν δόναχ [ ' , ὃν ἐκφύει Μέλας ] ποταμὸς | ||
: κακὸν γὰρ ἄνδρα χρὴ κακῶς πάσχειν ἀεί . τὸν ὑμνοποιὸν δόναχ [ ' , ὃν ἐκφύει Μέλας ] ποταμὸς |
δὲ αἴτιον , ἔτι μὲν ζῶντες οἱ παῖδες πολλὰ μὲν εὐφραίνουσι τοὺς τεκόντας , πολλὰ δέ που καὶ ἀνιῶσι τὰ | ||
δὲ καὶ αἱ θεραπεῖαι αἱ ἀπὸ τῶν μέγιστον φρονουσῶν γυναικῶν εὐφραίνουσι μάλιστα , αἱ δ ' ὑπὸ δούλων παροῦσαι μὲν |
ἔξωθεν καὶ ἀκροωμένους , ἐπεὶ πρός γε τοῦτον αὐτὸν τὸν κατάπτυστον βραχὺς καὶ σαφὴς ἐξήρκει μοι λόγος : εἰ μὲν | ||
Λήμνιον ] λείπει ἔργον . λόγωι ] ἐν διηγήματι . κατάπτυστον ] μισητόν . ἤικασεν δέ τις ] εἰκονίσειέ τις |
πράξασθαι , τά τε φανερὰ δι ' αὑτοῦ ποιεῖσθαι , παράγων ἄνδρα πρεσβύτερον θεραπείαις καὶ κολακείαις , ἕως ἅπαντα τὰ | ||
κέρας ἐς φάλαγγα , ἄλλην καὶ ἄλλην τῶν ὁπλιτῶν τάξιν παράγων , τῇ μὲν ὡς ἐπὶ τὸ ὄρος , ἐν |
χωρὶς οὔτις εὐδαίμων ἔφυ . ἄνδρα δὲ τὸν Κυθέρηθεν ὃν ἐθρέψαντο τιθῆναι Βάκχου καὶ λωτοῦ πιστότατον ταμίην Μοῦσαι παιδευθέντα Φιλόξενον | ||
στυγνῶν ἀντιάσαντι κυνῶν . ἄνδρα δὲ τὸν Κυθέρηθεν , ὃν ἐθρέψαντο τιθῆναι Βάκχου καὶ λωτοῦ πιστότατον ταμίην Μοῦσαι παίδευσάν τε |
οἱ φιλομαθοῦντες , ἧς χωρὶς οὐδὲν σεμνὸν ἐξευρίσκεται κατὰ τὸν κωμικόν . τούτου δ ' ἕνεκεν καὶ ἐπὶ ἐννέα νύκτας | ||
ἐφηβεῦσαι Ἀθήνησι : γενέσθαι δ ' αὐτῷ συνέφηβον Μένανδρον τὸν κωμικόν : Σάμιος δ ' ἦν καὶ Κρεώφυλος , ὅν |
τραγικῶν ποιητῶν τῶν μετὰ ταῦτα ἐπεισαγόντων ποιήσειεν ἐν τραγῳδίᾳ τὸν Θερσίτην ὑπὸ τῶν Ἑλλήνων στεφανούμενον , οὐδεὶς ἂν ὑμῶν ὑπομείνειεν | ||
: τὰ δὲ τῶν ὑμετέρων λόγων ἐπιτηδεύματα κατὰ τὸν ἀμετροεπῆ Θερσίτην γίνεται . πῶς πεισθήσομαι τῷ λέγοντι μύδρον τὸν ἥλιον |
ἀντὶ τοῦ ἀποφράττεις ἀπολαβών τινα οἰκοδομήματι Δημοσθένης ἐν τῷ πρὸς Καλλικλέα . Ἀποκηρύττοντες : ἀντὶ τοῦ πιπράσκοντες Δημοσθένης κατ ' | ||
κύριον : Αἰσχίνης . Χλῆδος : Δημοσθένης ἐν τῷ πρὸς Καλλικλέα περὶ χωρίου βλάβης “ ἔπειτα δὲ τὸν χλῆδον ἐκβαλὼν |
μένω μετ ' αὐτοῦ . “ καὶ εἰσελθοῦσα εἰς τὸν κοιτῶνα ἐπένθει . Τοῦ δὲ πότου προκόπτοντος ζητήματα πρὸς ἀλλήλους | ||
. ἀπὸ δὲ τοῦ πότου αὐτὸν μὲν ἀπαλλάττεσθαι ἐθέλειν ἐπὶ κοιτῶνα εἰσὶν οἳ ἀνέγραψαν : Μήδιον δὲ αὐτῷ ἐντυχόντα , |
ἐρῶντος τόλμαν ἀφέλῃς οἴχεται , εἰς τοὺς ἰαλέμους τε τοῦτον ἔγγραφε . Ἄσιτος ἑπτὰ μῆνας , ὕδατος στράγγ ' ἔχων | ||
μὴ δοῦναι μισθὸν οὕτω καὶ δίκαιον καὶ σοὶ κεχαρισμένον . ἔγγραφε δὴ τὸν ἄνδρα τοῖς φίλοις , ἐπεὶ καὶ ἡμεῖς |
ἦσαν κεχωρισμένοι : ἡ δὲ Ἄρτεμις τηνικαῦτα οὐ παρῆν . παραστησαμένη δὲ τὸν υἱὸν τὸν τοξότην ἡ Ἀφροδίτη εἶπε : | ||
πράττων , ἣ τοὺς ἐξ ἑαυτῆς γεγενημένους ὑμᾶς ἱκετεύει , παραστησαμένη τὰ ὑμέτερα τέκνα καὶ γυναῖκας , τιμωρήσασθαι τὸν προδότην |
ἐστίν ; Ἆρ ' ἀγγέλλεται χρηστόν τι ; Τοῦτο γὰρ ποθοῦς ' ἐγὼ πάλαι ἔνδον κάθημαι περιμένουσα τουτονί . Ταχέως | ||
μολπαῖς , ἐγώ σοι παραβάλλομαι θρήνους , ἄπτερος ὄρνις , ποθοῦς ' Ἑλλάνων ἀγόρους , ποθοῦς ' Ἄρτεμιν λοχίαν , |
καὶ ὁ ἔχων αὐτὴν εὐτράπελος , ἡ δ ' ὑπερβολὴ βωμολοχία , ὑπερβαλλόντως τινὸς χρωμένου τῷ γελοίῳ καὶ οὔτε ὡς | ||
ἡ εὐτραπελία καὶ ἐπιδεξιότης , ἧς παρ ' ἑκάτερα ἡ βωμολοχία καὶ ἡ σκληρότης καὶ ἡ ἀγριότης ἐστίν : ἄμφω |
ἐστιν ἐργαζόμενον . : Ταπεινὸν καὶ εὐτελῆ καὶ ἄσημον , πτωχόν , χειροτέχνην . μήποτ ' ὦ Μοῖραι : Ὁ | ||
ὑπομονή , μάταια ἀγαπῶντες , διώκοντες ἀνταπόδομα , οὐκ ἐλεοῦντες πτωχόν , οὑ πονοῦντες ἐπὶ καταπονουμένῳ , οὑ γινώσκοντες τὸν |
ἄν σοι προσέταξα Χαιρέαν ἀποκτεῖναι , σοῦ δὲ ποιήσαντος οὐ μέμφομαι : τὸ γὰρ ἀδίκημα φιλοδέσποτον . τοῦτο μόνον ἀμελῶς | ||
καὶ μνήμης οὐ μέμφομαι ἔγωγε , ἄλλων δὲ πολλῶν ἕνεκα μέμφομαι . ἔλεγε γὰρ ἡ ἐπιστολὴ κατασκευασθῆναι Ἡφαιστίωνι ἡρῷον ἐν |
] ἐπεὶ τὸν ψωμὸν [ [ ] ερεῦσι ? τὴν γενὴν ? [ α ? [ επε ? ? [ | ||
εἰλή , ὠνῶ ὠνή . Καλλίμαχος : „ τὴν δὲ γενὴν οὐκ οἶδα „ . Φιλόξενος Ῥηματικῷ . . . |
δέ : οὐ ποιεῖ χρυσὸν οὐδὲ ἄργυρον , ἀλλὰ καὶ ἀτιμάζει καὶ λῆρον ἡγεῖται . διὰ τοῦτο οὖν αὐτὸ καὶ | ||
ἐπεὶ αὐτοὶ ἀφανίσωσιν αὐτόν . ἤγουν ἐπειδή ἐστιν ὑπέρφρων καὶ ἀτιμάζει τοὺς θεούς , ὁμοίως τῷ πάρος λελεγμένῳ ἐλπίζομεν ὅτι |
εἰς σακκοπήραν αὐτὸν ἐπιθήσουσί που ἐφ ' ὑποζύγιον . τοὺς στρωματεῖς ἔλυον . σπουδάζω τὴν ἐπωμίδα πτύξας διπλῆν ἄνωθεν ἐνεκομβωσάμην | ||
τὸν Τήιον ἰατρὸν Ἀντιπάρῳ συσσιτεῖν ψιλοτάπιδα ἔχοντι κρικωτὴν καθάπερ τοὺς στρωματεῖς εὐτελῆ , ἐφ ' ἧς κατακεῖσθαι , κάδους δὲ |
δὲ σκυτεύς . οὗτος δὲ τοὐναντίον συνεπεράνατο , τὸ τὸν Σίμωνα ἀγαθὸν ὄντα σκυτέα μοχθηρὸν εἶναι . ἡ δὲ ἀγωγὴ | ||
Μάρωνα γραμματίζοντος τοῦ πατρὸς αὐτῶι , τὸν Μάρωνα ἐποίησεν οὖτος Σίμωνα ὀ χρηστός : ὤστ ' ἔγωγ ' εἶπα ἄνουν |
† ἃν ἔχει θυσίαν † Κύκλωψ Αἰτναῖος ξενικῶν κρεῶν κεχαρμένος βορᾶι . † νηλὴς ὦ τλᾶμον ὅστις δωμάτων † ἐφεστίους | ||
φασι τὰ κρέα τοὺς ξένους φορεῖν . τί φήις ; βορᾶι χαίρουσιν ἀνθρωποκτόνωι ; οὐδεὶς μολὼν δεῦρ ' ὅστις οὐ |
τε καὶ σύ , ὑπ ' ἀγροικίας ῥῆμά τι εἰπεῖν ἀπαίδευτον εἰς τοὺς ταῦτα γεγραφότας τε καὶ διδάσκοντας ὡς ῥητορικὴν | ||
εἶπε καταχρηστικῶς . φλαῦρον ] φλύαρον , κακόν . , ἀπαίδευτον , ἀνόητον . , αἰσχρόν , ἄσχημον , ἀπρεπές |
τις γραμματεὺς οὗτος : τῶν πάνυ σπανίων ὄνομα κύριον . κωμῳδεῖ δὲ αὐτὸν ὡς φιλόδικον . Φαεινὸς δέ : φανὸς | ||
δὲ ὡς φιλοδίκους καὶ πρὸς τὸ καταδικάζειν ἑτοίμους τοὺς Ἀθηναίους κωμῳδεῖ . Γ ψήφῳ δακεῖν ] καταδικάζειν . Γ ψήφῳ |
ἐστιν , ὅταν ἡ ψυχὴ τὸ μὲν ἄλογον πάθος ἀπομαθεῖν μελετᾷ , τὴν δ ' εὔλογον εὐπάθειαν ἑκουσίως πάσχῃ : | ||
τε μαθητὰς τοὺς ὡραίους , οὓς ἀναβαίνειν ἐπὶ τοὺς ἵππους μελετᾷ Φείδων καὶ καταβαίνειν . οἶσθ ' οὓς φράζω ; |
ἠμφίεστο , ἀπῄει πρὸς τὴν θυγατέρα τοῦ βασιλέως , οὐ πτωχῷ , φησίν , ἐναλίγκιος οὐδὲ ἱκέτου ἐν σχήματι κατεπτηχότος | ||
ὄπισθε μένοντες . ὁ δ ' ἐς πόλιν ἦγεν ἄνακτα πτωχῷ λευγαλέῳ ἐναλίγκιον ἠδὲ γέροντι , σκηπτόμενον : τὰ δὲ |
διάφορα σημαινόμενα , ὡς ἡ κύων φωνὴ εἰς χερσαῖον θαλάττιον ἀστρῷον φιλόσοφον , ἢ ὡς εἶδος εἰς ἄτομα , ὡς | ||
οὐ κύνας ἀλλὰ κύνα θὴρ χρύσεος τρέμει , οὐ γηΐνους ἀστρῷον τοὺς καρχάρους . ἤγουν ἀστέρα κύνα . Ῥωχμόν : |
τῆς ὅλης Σικελίας ἐγκεχαραγμένον μεγάλως , ὃν βασιλεὺς ὁ Περσῶν θαυμάζει καὶ φιλεῖ , πέμπει δὲ αὐτῷ κατ ' ἔτος | ||
Ἐρεχθέως πολιτῶν , τουτέστι τῶν Ἀθηναίων : οἱονεὶ πᾶσα πόλις θαυμάζει τὰς Ἀθήνας καὶ τὰς ἀνδραγαθίας τῆς πόλεως . Ἄπολλον |
καὶ ἐπιθετικά , ὡς λύκος , τὰ δὲ φρόνιμα καὶ κακοῦργα , ὡς ἀλώπηξ , τὰ δὲ συνανθρωπευόμενα καὶ ἀσπαστικά | ||
: οἱ δὲ συστέλλουσι . 〛 κόβαλα : Ἀντὶ τοῦ κακοῦργα καὶ ἀνελεύθερα . καὶ μὴν ἀτεχνῶς γε : Ἀντὶ |
καὶ Κλεῖτον τὸν σοφὸν καὶ Φιλώταν τὸν καλὸν καὶ τὸν γέροντα Παρμενίωνα καὶ τὸν διδάσκαλον Καλλισθένην καὶ Ἀριστοτέλην ἐμέλλησε καὶ | ||
Ἵνα σβέσωμεν τὸ πῦρ . ὦ τύμβε : Ὡς πρὸς γέροντα εἶπεν . ἀντὶ τοῦ ὦ ταφῆναι ἄξιε . [ |
ὃς εἰς ἐλευθερίαν οὐ προσδοκήσαντα αὐτὸν ἐξείλετο . καὶ τί θαυμάζομεν , εἰ τὸν ὑπηγμένον κράτει πάθους ἀλόγου προτρέπει μὴ | ||
' Ἀριστοφάνει , . τί δῆτ ' ἐκεῖνον τὸν Θαλῆν θαυμάζομεν ; ἡνίκα δὲ βαρύνεται , διὰ τοῦ τος κλίνεται |
[ ' , ὃν ἐκφύει Μέλας ] ποταμὸς ἀηδόν ' εὐπνόων αὐλῶν σοφήν . ἄναρθρος Ὦ γαῖα ⌊ πατρίς ⌋ | ||
Συνεπιμαρτυρεῖ δὲ καὶ τὸ ἐκ τῶν λεπτοτέρων καὶ εὐείλων καὶ εὐπνόων εὐωδεστέρους γίνεσθαι καὶ ἐκ τῶν πρεσβυτέρων ἢ νεωτέρων : |
τὸν ἀδικοῦντα λέγειν ὅτι οὐ βούλεται ἄδικος εἶναι ἢ τὸν ἀκόλαστον ὅτι οὐ βούλεται ἀκολασταίνειν : εἰ γὰρ καὶ βουλόμενος | ||
κυβευταὶ συνίασι . καὶ ὁ σκιροφόρος , ὃ σημαίνει τὸν ἀκόλαστον καὶ κυβευτήν , ἀπὸ τῶν ἐν Σκίρῳ διατριβόντων . |
ὄρος ἀρσενικῶς * ἡ δὲ πόλις θηλυκῶς * ὡς Εὐφορίων βουκολέων αἰπῆς . Τυφρηστός πόλις τῆς Τραχῖνος ὀνομασθεῖσα ἀπὸ τῆς | ||
κ ' ἄυπνος ἀνὴρ δοιοὺς ἐξήρατο μισθούς , τὸν μὲν βουκολέων , τὸν δ ' ἄργυφα μῆλα νομεύων : ἐγγὺς |
ἐγώ , ὥσπερ ἐν τῇ τεκτονικῇ ; καὶ γὰρ ἐκεῖ τέκτονα μὲν ἂν πρίαιο πέντε ἢ ἓξ μνῶν , ἄκρον | ||
οἷον ὁ ζωγράφος , φαμέν , ζωγραφήσει ἡμῖν σκυτοτόμον , τέκτονα , τοὺς ἄλλους δημιουργούς , περὶ οὐδενὸς τούτων ἐπαΐων |
τῷ Ἑρμῇ πιστεύσαι τις λέγοντι . Ἐρατοσθένη δὲ τὸν μὲν Εὐήμερον Βεργαῖον καλεῖν , Πυθέᾳ δὲ πιστεύειν , καὶ ταῦτα | ||
καὶ Αἰσχύλος ἐν τῆι Αἴτνηι παραδιδόασιν ἡ ἱστορία κατὰ τὸν Εὐήμερον ποικίλλεται . . . . . . . . |
δόξει , ἀναίσθητός ἐστι καὶ ἀνόητος : ὑπὸ γὰρ δεισιδαιμονίας βλασφημοῦσι : πάντα γὰρ ὅσα ἔστιν , ὦ Ἀσκληπιέ , | ||
, ῥᾳδίως δὲ ἀφαιρεῖσθαι : καὶ διὰ τοῦτο ὡς ἄπιστον βλασφημοῦσι καὶ φθονεράν . ἐγὼ δὲ οὐ διδόναι φημὶ τὴν |
τι καὶ αἰσχρόν : ἀντὶ τοῦ , ἐπιβαίνω αὐτόν . ὀχῶ μὲν ἐνεργητικῶς τὸ ἀφροδισιάζω καὶ ὀχεύω τὸ αὐτὸ , | ||
Σταμνίου , αὐτὸς βαδίζω καὶ πονῶ , τοῦτον δ ' ὀχῶ , ἵνα μὴ ταλαιπωροῖτο μηδ ' ἄχθος φέροι ; |
γνῷς οἷος ὢν ἐμὲ νουθετεῖς , τῆς παροιμίας σοι λεγούσης αἰπολεῖν . Σκόπει δὴ καὶ ἑτέραν ἀπολογίαν ἀνδρὸς σοφοῦ , | ||
εἶτα λιπογνώμονα . ποιμένες αἰπόλοι , ποίμνια αἰπόλια , ποιμαίνειν αἰπολεῖν , ποιμνῖται κύνες , αἰπολικοὶ κύνες . ἱπποφορβοί ἱπποφορβία |
εὖγε , ” εἶπεν , “ ὅτι τοὺς τοῦ σώματος ἐραστὰς ἐπὶ τὸ τῆς ψυχῆς κάλλος μετάγεις . ” Θαυμάζοντός | ||
εὐθὺς ἐξ ἀρχῆς ἄμισθον , ἀξύμβολον εἰσεδεξάμην , οἶσθα ὅσους ἐραστὰς παραπεμψαμένη , Θεοκλέα τὸν πρυτανεύοντα νῦν καὶ Πασίωνα τὸν |
ἐκεῖνον ἐφ ' ἡμᾶς καλέσωμεν . τῆνόν πως ἐνταῦθα τὸν αἰπόλον : λείπει τὸ σκόπει , ἵν ' ᾖ : | ||
' ἄν τις τὸν ἐπικωμάζοντα Βάττον εἶναι : τοῦτον γὰρ αἰπόλον ὄντα δι ' ἑτέρου ποιεῖ προσδιαλεγόμενον Κορύδωνι καὶ τὸν |
ἐστί σοι λόγων ἀθλητὴς καὶ ποιῶν σε μετὰ τῆς ἀδελφῆς εὔπαιδα κεκλῆσθαι . Καὶ τὰ δοκηθέντα ἐτελέσθη : μεταθέντα γὰρ | ||
τε μή ] ἀντὶ τοῦ “ παντὶ τρόπῳ ” ἀττικῶς εὔπαιδα ] ἢ τὸν ἔχοντα καλοὺς παῖδας ἢ τὸν καλὸν |
Διὸς φρόνημα λωφήσῃ χόλου . οὔκουν , Προμηθεῦ , τοῦτο γιγνώσκεις , ὅτι ὀργῆς νοσούσης εἰσὶν ἰατροὶ λόγοι ; ἐάν | ||
„ τί οὖν ” ἔφη ” ἀγαπᾷς , ὃν μὴ γιγνώσκεις „ ; ξυνῆκεν ὁ γεωργός , ὅτι ὁ Παλαμήδης |
γ ' οὖν σε οἱ πλεῖστοι τῶν πολιτῶν τὸν τοῦδε ἐρώμενον : ἐγὼ δέ σοι διαφυλάξω τοὔνομα καθαρὸν καὶ ἀνύβριστον | ||
Ἔρωτι ποιούμενοι τὴν τῶν στεφάνων ἀνάθεσιν τοῦ μὲν Ἔρωτος τὸν ἐρώμενον ἄγαλμα , τούτου δὲ ναὸν ὄντα τὴν οἴκησιν στεφανοῦσι |
δῶκεν δέ μοι εὖχος Ἀθήνη . τὸν δὴ μήκιστον καὶ κάρτιστον κτάνον ἄνδρα : πολλὸς γάρ τις ἔκειτο παρήορος ἔνθα | ||
μιχθεῖς ' ἐν φιλότητι πολυχρύσου Ἀφροδίτης Καλλιρόη τέκε παῖδα βροτῶν κάρτιστον ἁπάντων , Γηρυονέα , τὸν κτεῖνε βίη Ἡρακληείη βοῶν |
οὐ μὰ τοὺς κάτω κούρους , οὐκ ἦν ἐς ἄνδρας μάχλος οὐδὲ δημώδης . Πολυκράτης δὲ τὴν γενὴν Ἀθηναῖος , | ||
τὸ γόνος , οἱονεὶ λαγόνης ὁ λίαν πολύγονος . ] μάχλος δέ , [ ἀφ ' οὗ καὶ ἡ κατὰ |
δὲ ποιηταὶ Αἰσχύλος , Σοφοκλῆς , Εὐριπίδης , Ἀρίων , Θέσπις , Φρύνιχος , Ἴων , Ἀχαιὸς καὶ ἕτεροι νέοι | ||
τραγῳδίᾳ πρότερον μὲν μόνος ὁ χορὸς διεδραμάτιζεν , ὕστερον δὲ Θέσπις ἕνα ὑποκριτὴν ἐξεῦρεν ὑπὲρ τοῦ διαναπαύεσθαι τὸν χορὸν καὶ |
. . ὥσπερ παρὰ τὸν δείσω μέλλοντα γίνεται δεινὸς καὶ κλείσω κλεινός , οὕτως καὶ παρὰ τὸν θήσω μέλλοντα τὸν | ||
παρὰ Βοιωτοῖς κτλ . . , : κλεινός : κλείω κλείσω κλεινός . . , : κλωστήρ : παρὰ τὸ |
ἐκφέρεται , οἷον ἄδω ᾄσω , πείθω πείσω , ἀνύτω ἀνύσω , ἀκούω ἀκούσω , τούτου χάριν καὶ ὅταν ἡ | ||
καὶ νοουμένη . ἀνὴρ , παρὰ τὸ ἀνῶ ὅ ἐστιν ἀνύσω : ἀγασάμενοι , παρὰ τὸ ἀγάζω τὸ θαυμάζω : |
„ χρῆσόν μοι σύ , φησί , τὰς χύτρας ἐν αἷσιν ἧψες τοὺς κυάμους . „ καὶ ταῦτά τε εἴρητο | ||
ἔπειτα χρῆσόν μοι σύ , φησί , τὰς χύτρας ἐν αἷσιν ἧψες τοὺς κυάμους . καὶ ταῦτά τε εἴρητο καὶ |
ἡ χροιὴ ἰκτερώδης , καὶ ἄλλοτε ἄλλῃ τοῦ σώματος ἕλκεα ἐκφύει , καὶ πυρετὸς λαμβάνει ἄλλοτε καὶ ἄλλοτε , καὶ | ||
αὐτόν . . ἄτης ] βλάβης . . ἐκκαρπίζεται ] ἐκφύει . . ἢ γὰρ ξυνεισβὰς ] τὰ ἀπὸ τῆς |
οὐκ ἂν μεθεῖτο οὐδὲ ὀκνήσειεν οὐδὲ τὸν Ἀριστοτέλους προσποιούμενον εἶναι προφήτην , εἰ μισθὸν πράττοιτο τῆς προφητείας , ἀλλὰ καθέξει | ||
θεοφιλεῖ μυηθεὶς τὰ μεγάλα μυστήρια ὅμως αὖθις Ἱερεμίαν τὸν | προφήτην ἰδὼν καὶ γνούς , ὅτι οὐ μόνον μύστης ἐστὶν |
ἢ Ἀριστοφάνης ἐν Πόλεσι : πουλυπόδειον σηπιδάριον , κάραβον , ἀστακόν , ὄστρειον , χήμας , λεπάδας , σωλῆνας , | ||
ἐν βʹ Ὁμοίων παραπλήσιά φησιν εἶναι τῶν μαλακοστράκων κάραβον , ἀστακόν , νύμφην , ἄρκτον , καρκίνον , πάγουρον . |
δὲ τὴν . . . νιν ] αὐτήν στυγεῖς ] μισεῖς παρόντων ] τῷ Προμηθεῖ τέχνη ] ἡ σή ἔμπας | ||
θυμόν . ἔχθιστον ] ἐχθρότατον . οὐ στυγεῖς ] οὐ μισεῖς . . ἔχθιστον ] ἀπὸ τοῦ ἔχω τοῦ κρατῶ |
, ὅπερ ἐκάλεσε Μαρικᾶν , ἐν ᾧ ⌈ διακωμῳδεῖ [ διασύρει ] τὸν Ὑπέρβολον ⌈ καὶ κατακωμῳδεῖ αὐτόν . ⌈ | ||
ἔγνω τῶν ὀδυρμῶν . τοιγαροῦν πυνθάνεται τὴν αἰτίαν αὐτοῦ καὶ διασύρει τὰ δάκρυα καὶ κόρης ὀδυρομένης οὐδὲν ἀπεοικέναι φησίν . |
ἁμαρτημάτων , εἰς ἕτερα δὲ εἰσέρχονται : τὸν δὲ τελείως ἐγκρατῆ δεῖ πάντα φεύγειν τὰ ἁμαρτήματα καὶ τὰ μείζω καὶ | ||
ἀκρατῆ τῷ ἀκολάστῳ εἰς ταὐτὸν τίθεμεν καὶ τῷ σώφρονι τὸν ἐγκρατῆ καὶ περὶ τὰ αὐτὰ λέγομεν αὐτοὺς εἶναι , τὸν |
οὖν τὴν τυραννίδα ἕξεις γευσάμενος τοῦ ξύλου . Τολμήσει γὰρ Κυνίσκος ἐπανατείνασθαί μοι τὸ βάκτρον ; οὐκ ἐγώ σε πρῴην | ||
ἐπιτήδεια : λαβόντες δὲ πορεύεσθε εἰς Χερρόνησον , ἐκεῖ δὲ Κυνίσκος ὑμῖν μισθοδοτήσει . ἐπακούσαντες δέ τινες τῶν στρατιωτῶν ταῦτα |
Λακύδῃ τῷ περιπατητικῷ κτῆμα ἦν χηνός τι χρῆμα θαυμάσιον . ἐφίλει γοῦν τὸν τροφέα ἰσχυρῶς , καὶ βαδίζοντι μὲν συνεβάδιζε | ||
. . . ἄη : ὥσπερ παρὰ τὸ φιλῶ γίνεται ἐφίλει καὶ κατὰ Αἰολεῖς ἄη : μῆνα δὲ πάντ ' |
ἐστερημένος τάφου . . ὃν ] ὅντινα . στυγεῖ ] μισεῖ . . ἤδη τὰ τοῦδε ] τὰ περὶ τῆς | ||
τὸν βίον οὗτος κατέστρεψε , τὰς ἀστικὰς ἡ προειρημένη γυνὴ μισεῖ διατριβὰς καὶ τὴν οἰκίαν , ἐν ᾗ τὸν ἄνδρα |
ἐξέρπει ὥσπερ τὰ φαλάγγια πολλά . Θεόφραστος δέ φησι τὸν πολύποδα τοῖς πετρωδέσι μάλιστα μόνοις συνεξομοιοῦσθαι , τοῦτο ποιοῦντα φόβῳ | ||
ταριχευομένη . Ὄνοι οἱ ὑπὸ τὰς ὑδρίας συναγόμενοι ζωΰφιά εἰσι πολύποδα διαφορητικῆς καὶ ξηραντικῆς ὄντα δυνάμεως . ταῦτα λειούμενα καὶ |
. Καὶ ὁ Σωκράτης φησὶν ὡς ἀληθῶς χρυσοῦν εἶναι τὸν Φαῖδρον , εἰ οἴεται λέγειν Σωκράτη ὅτι Λυσίας τοῦ παντὸς | ||
ἵνα δύνηται καὶ ὁρίζεσθαι . Ταῦτα εἰπὼν , ἐρωτᾷ τὸν Φαῖδρον εἰ τοῦτο ἔστιν ἡ ῥητορική . Ὃ δέ φησιν |
' ἐκ Γαίσωνος , ὅταν Μίλητον ἵκηαι , κεστρέα τὸν κέφαλον καὶ τὸν θεόπαιδα λάβρακα . εἰσὶ γὰρ ἐνθάδ ' | ||
ἀποθανοῦσιν αὐτῶν . ὀπηδεῖ : ἐπακολουθεῖ . Κεστρέα : τὸν κέφαλον . Φέρβειν : ἔχειν , φυλάσσειν . πρηΰτατον : |
καὶ σοφιζομένους μετ ' Ἀθηναίων θεοὺς , καὶ τὴν κρίσιν ζωγράφον καινότερον νεανιεύμασιν ἀπωθούμενον ; καὶ τὰ τοιαῦτα : καίτοι | ||
καὶ μὴ ἑαυτοὺς παιδεύοντας ἀναισθήτους ἔφασκεν εἶναι . οὔτε γὰρ ζωγράφον εὐχόμενον τοῖς θεοῖς δοῦναι αὑτῷ γραμμὴν καὶ εὔχροιαν , |
ὡς αὐτὸς φησὶν Εἰρήνῃ . ἐκωμῳδεῖτο δ ' ἐπὶ τῷ σκώπτειν μὲν Εὐριπίδην , μιμεῖσθαι δ ' αὐτόν . Κρατῖνος | ||
μέση κωμωιδία ἀφῆκε τὰς τοιαύτας ὑποθέσεις , ἐπὶ δὲ τὸ σκώπτειν ἱστορίας ῥηθείσας ποιηταῖς ἦλθον . ἀνεύθυνον γὰρ τὸ τοιοῦτον |
ἐμὴν συμφοράν , ἣν οὐκ ἀπεικὸς εἶναι καὶ τοὺς ἐχθροὺς ἐλεεῖν ὑπελάμβανον , ἔπειτα δὲ εἰς τὸ τοῦ προσώπου σου | ||
: τίς γὰρ μεθ ' ἡμᾶς ὑποδέξεται ξένον , τίς ἐλεεῖν δυστυχοῦντας ἀνέξεται , πρόδηλον ἔχων ἐκ τῆς εὐσεβείας τὸν |
Ἑρμῆς τοὺς διδύμους ἑαυτοῦ παῖδας ἐπὶ τὸν δεινότατον ἆθλον , Ἐχίονα καὶ Εὔρυτον , τῷ τῆς ἀκμῆς ὑπεραίροντας θερμῷ . | ||
χρυσόραπις διδύμους υἱοὺς ἐπ ' ἄτˈρυτον πόνον , τὸν μὲν Ἐχίονα , κεχˈλάδοντας ἥβᾳ , τὸν δ ' Ἔρυτον . |
ἢ οὕτως : ἐκ τῆς Πελλήνης δὲ τὰ Θεοξένια νικῶντες χλανίσιν ἐπιτηδειοτάταις κοσμηθέντες , ἀπὸ κοινοῦ τὸ ἀνεχώρησαν . λέγεται | ||
θαλάμῳ μαλακῶς κατακείμενον . ἐν δὲ κύκλῳ νιν παρθενικαὶ τρυφεραὶ χλανίσιν μαλακαῖς κατάθρυπτοι τὸν πόδ ' ἀμαρακίνοισι μύροις τρίψουσι τὸν |
οὐ μόνον ἀντεῖπεν , ἀλλὰ καὶ μετέπεισε τὸν προδιεφθαρμένον . ἐδίδαξε γὰρ αὐτὸν συμφέρειν ζῆν τὸν Εὐμενῆ μᾶλλον ἢ τὸν | ||
ἐπὶ τῆς γῆς καὶ πάντα δόλον ἐπὶ τῆς ξηρᾶς . ἐδίδαξε γὰρ τὰ μυστήρια καὶ ἀπεκάλυψε τῷ αἰῶνι τὰ ἐν |
, ταπεινόν . εὐφιλόπαιδα ] τοὺς τῶν ἄλλων παῖδας καλῶς φιλοῦντα . γεραροῖς ] τοῖς γέρουσι . ἐπίχαρτον ] εὐφροσύνης | ||
' ἐκείνου τοῖς ἐκείνου γενόμενον φιλοίην ; ἔνι δὲ καὶ φιλοῦντα μὴ ἐπιστέλλειν , ὥσπερ αὖ καὶ μὴ φιλεῖν ἐπι |
μάλιστα πείθομαι καὶ ἄλλως γενέσθαι δίκαιον καὶ πρὸς τὸ θεῖον εὐσεβῆ . τοῦτο μὲν γὰρ Σέλευκός ἐστιν ὁ Μιλησίοις τὸν | ||
Γερμανικὸν ἢ τὸν Σκυθικόν , ἀλλὰ τὸν φιλάνθρωπον καὶ τὸν εὐσεβῆ καὶ τὸν σωτῆρα . ταύτης ἀνθεκτέον σοι τῆς ἀρετῆς |
ὧδε λέγων : Τὰ δὲ πολλὰ κατὰ λόγον τοῖς ἀνθρώποις εὐτυχοῦντα ἀσφαλέστερα [ παρὰ δόξαν ] καὶ κακοπραγίαν : εἰώθασι | ||
πατρῴα γῆ θεοί τ ' ἐγχώριοι , δέξασθέ μ ' εὐτυχοῦντα ταῖσδε ταῖς ὁδοῖς , σύ τ ' , ὦ |
λεόντειον ἐβρυχῶντο φονῶντες . ὃ δὲ φλυαρεῖ καὶ μάτην ἡμῶν λῆρον καταχεῖ τοῦ χάους ἀρχαιότερον καὶ Κρονίων ἀπόζοντα . ὃ | ||
ἐφεξῆς ὅ τι φέρων τις μὴ φέρει , ἐγέλων νομίζων λῆρον , οὐκ ἂν γενόμενον οὐδέποτέ γ ' οἶμαι πρᾶγμα |
. Μετὰ τὴν κατὰ τῶν Περσῶν νίκην Ἀθηναῖοι νόμον ἔθεντο ἀλεκτρυόνας ἀγωνίζεσθαι δημοσίᾳ ἐν τῷ θεάτρῳ μιᾶς ἡμέρας τοῦ ἔτους | ||
ἀποκείρομεν , τὰς δὲ κεφαλὰς σκέπομεν . [ τοὺς δὲ ἀλεκτρυόνας ὁρῶμεν οὐδενὸς τοιούτου προσδεομένους , ὧν ἄνθρωποι ] σισύρας |
λεγομένων στρουθοκαμήλων ὁλοσχερῶς ἐμφόρησον αὐτόν τόν ] τοῦτον πολυπλέκτοισι ] πολυπλόκοις πιέξας ] Δωρικῶς πιέξας ] πιέσας , δεσμώσας νέκταρι | ||
δράκοντά θ ' , ὃς πάγχρυσον ἀμπέχων δέρος σπείραις ἔσωιζε πολυπλόκοις ἄυπνος ὤν , κτείνας ' ἀνέσχον σοι φάος σωτήριον |
αὐτὸν εἰς τὴν ἀντίφασιν , ὁ δέ γε Σωκράτης καὶ πταίοντας τοὺς προσδιαλεγομένους ἐπανορθοῖ καὶ τέλος τίθεται οὐ τὴν νίκην | ||
πάντων περὶ σοῦ λήθη . Ἴδιον ἀνθρώπου φιλεῖν καὶ τοὺς πταίοντας . τοῦτο δὲ γίνεται , ἐὰν συμπροσπίπτῃ σοι , |
οὖν ἐς τὴν γῆν αὐτῶν τῇ παρασκευῇ ταύτῃ οἱ στρατηγοὶ Κλεομήδης τε ὁ Λυκομήδους καὶ Τεισίας ὁ Τεισιμάχου , πρὶν | ||
τῷ σῷ πύκτῃ , Ἔξοχος ἀθανάτων ὄνος ἄγριος , οὐ Κλεομήδης , ὃν θυσίαις τιμᾶθ ' ὡς οὐκ ἔτι θνητὸν |
Ὥσπερ κυλιστὸς στέφανος αἰωρούμενος . Ἀριστογείτονα τὸν ῥήτορ ' εἶδον λάρκον ἠμφιεσμένον τῶν ἀνθρακηρῶν . Ἀπόλαβε . τοῦτο δ ' | ||
εἴ σοι : ἐπιτρέπουσιν αὐτῷ λέγειν μόνον ἵνα ἀφῇ τὸν λάρκον . ὅτι τῷ τρόπῳ σοὐστὶ φίλος : ἀντὶ τοῦ |
οὕτως καλοῦσιν : οἷον : ἀργύφεον πλῆτο σπέος , καὶ ἄργυφα μῆλα . οὕτως Ἐπαφρόδιτος , . , . * | ||
ἐξήρατο μισθούς , τὸν μὲν βουκολέων , τὸν δ ' ἄργυφα μῆλα νομεύων : ἐγγὺς γὰρ νυκτός τε καὶ ἤματός |
. διὰ τοῦτό φησιν ὁ ποιητὴς τὸν Ἀχιλλέα μὴ θελῆσαι γηράσαντα ἀποθανεῖν οἴκοι , καὶ τὸν Ἕκτορα μόνον στῆναι πρὸ | ||
ὁ νεώτατος . καὶ νέον μὲν ὄντα μὴ γῆμαι , γηράσαντα δ ' ἑταίραι συνεῖναι ἧι ὄνομα ἦν Λαγίσκη . |
ἂν τοιοῦτον πρᾶξαι . Ὅτι δὲ ἀληθῆ λέγω , αὐτὸν Ἀριστοφάνην μαρτυροῦντα παρέξομαι . Κάλει μοι Ἀριστοφάνην Ὀλύνθιον , καὶ | ||
συγκρούοντας ἔρρυθμον ἦχόν τινα ἀποτελεῖν τοῖς ὀρχουμένοις , καθάπερ καὶ Ἀριστοφάνην ἐν Βατράχοις φάναι . Ἀρτέμων δ ' ἐν τῷ |
ἴδοις ἂν τὸν μὲν γεωργικὸν μακαρίζοντα τοὺς ἀστικούς , ὡς συνόντας βίῳ χαρίεντι καὶ ἀνθηρῷ : τοὺς δὲ ἀπὸ τῶν | ||
μάλιστα πάντων ἀνθρώπων , ἔπειτα διαλεγόμενος προετρέπετο πάντων μάλιστα τοὺς συνόντας πρὸς ἐγκράτειαν . ἀεὶ μὲν οὖν περὶ τῶν πρὸς |
, τὸ δὲ τοῦ μειλιχίου σύκινον , τὰ δὲ σύκα μείλιχα καλεῖσθαι : ὠφελιμώτερα δὲ πάντων τῶν ξυλίνων καρπῶν ἀνθρώποις | ||
ἐέρσην , τοῦ δ ' ἔπε ' ἐκ στόματος ῥεῖ μείλιχα : οἱ δέ τε λαοὶ πάντες ἐς αὐτὸν ὁρῶσι |
κατ ' ἀρετὴν τῷ φιλαρέτῳ . ἐπεὶ γὰρ ὁ φιλάρετος φιλοτοιοῦτος πρὸς τὰς ἀρετὰς καὶ τὰς πράξεις κατ ' αὐτὰς | ||
καὶ τὸ ὄνομα οὕτως ἂν ἔχοι , καὶ λέγοιτο ἂν φιλοτοιοῦτος εἰκότως καὶ ὁ ὡς δεῖ καὶ ὁ μὴ ὡς |
ἀοιδίμους ἐν βραχεῖ τίθησι ; τὸν γείτονα γοῦν μοι τὸν ὁμότεχνον οἶσθα τὸν Σίμωνα , οὐ πρὸ πολλοῦ δειπνήσαντα παρ | ||
, ἣν οὐ πάντως φυλάττειν ἀναγκαῖον , διὰ τὸ μηδένα ὁμότεχνον τὰ τοιαῦτα ὁρίζειν : ὡς ἐμὲ γοῦν εἰδέναι οὐδέπω |
ἔχει ἐνίοτε μείζω καὶ πιθανωτέραν ὄχλῳ . τοὺς τὸν ἴδιον δαπανῶντας ἀλογίστως βίον τὸ καλῶς ἀκούειν ταχὺ ποιεῖ πᾶσιν κακῶς | ||
καὶ πολλῷ τυρῷ καὶ ἐλαίῳ τοῦτον ἄλειφε : χαίρει γὰρ δαπανῶντας ὁρῶν , ἐστὶν δ ' ἀκόλαστος . ΚΟΡΔΥΛΟΣ . |
οὐδὲ κλῶνα μυρσίνης ἔλαβε , πυρὰ δὲ χέρσος ἀγλαϊσμάτων . μέθηι δὲ βρεχθεὶς τῆς ἐμῆς μητρὸς πόσις ὁ κλεινός , | ||
ἤμην λάθραι πειρῶν καὶ κλεπτομένην ἀπόλαυσιν ἁρπάζων καὶ νυκτὶ καὶ μέθηι καὶ θεράποντι ? καὶ τιθηνῶι κοινούμενος τὸ πάθος · |
τίθησι δυστυχῆ θεός † οὐ κεῖνος ἐξέστησε : τὰς γὰρ ἐμφύτους ὀρθῶς παγείσας φρένας οὐδεὶς ἐπαίρει καιρὸς ἐξαμαρτάνειν πολλοῖς γὰρ | ||
ὁ ποιητὴς εἰπών : οὐκ οἶνος ἐξέστησε : τὰς γὰρ ἐμφύτους ὀρθῶς παγείσας . . . . . φρένας οὐδεὶς |
, θείᾳ μανίᾳ ξύναυλος ὃν ἐξεπέμψω πρὶν δή ποτε θουρίῳ κρατοῦντ ' ἐν Ἄρει : νῦν δ ' αὖ φρενὸς | ||
' , οὐκ ἐπίστανται γαμεῖν : τὰ τῆς γυναικὸς γὰρ κρατοῦντ ' ἐν δώμασιν δουλοῖ τὸν ἄνδρα , κοὐκέτ ' |
κατὰ ἀνάμνησιν ἀναστενάζει , τὸν ἐπὶ κακῷ τοῖς Τρῳσὶν [ ὑμέναιον ] ἐπιτελεσθέντα . ὅτι δὲ οὕτως ἔχει , ἐπιφέρει | ||
εὐθὺς αὐτὸ τοῦτο ἐπισημαίνοιο , ὅτι οἱ μὲν ἄλλοι τὸν ὑμέναιον ᾄδουσιν , ἡμεῖς δὲ ἀντὶ τοῦ ὑμεναίου τὸν λόγον |
δὲ οὐκ ἔλεγε γυμνάσια , ὁ διὰ ταῦτα πολλὰ λοιδωρήσας Ἡρόδικον . αʹ . Φύσιες νούσων ἰητροί . Πεπληρωμένου τετάρτου | ||
: ὑμεῖς οὖν , ὦ γραμματικοί , κατὰ τὸν Βαβυλώνιον Ἡρόδικον , μηδὲν τῶν τοιούτων ἱστοροῦντες , φεύγετ ' , |
, τὸν μὲν βουκολέων , τὸν δ ' ἄργυφα μῆλα νομεύων : ἐγγὺς γὰρ νυκτός τε καὶ ἤματός εἰσι κέλευθοι | ||
ἀοιδᾶς . Δάφνις ἐγὼν ὅδε τῆνος ὁ τὰς βόας ὧδε νομεύων , Δάφνις ὁ τὼς ταύρως καὶ πόρτιας ὧδε ποτίσδων |
γημαμένη ᾧ υἷϊ : ὁ δ ' ὃν πατέρ ' ἐξεναρίξας γῆμεν : ἄφαρ δ ' ἀνάπυστα θεοὶ θέσαν ἀνθρώποισιν | ||
φησιν Ὅμηρος ἐν Ὀδυσσείᾳ ὁ δ ' ὃν πατέρ ' ἐξεναρίξας γῆμε μητέρα , ἔσχεν ἐξ αὐτῆς Ἐτεοκλέα καὶ Πολυνείκην |
μέθης . Σαπφώ τε ἡ καλὴ πολλαχοῦ Λάριχον τὸν ἀδελφὸν ἐπαινεῖ ὡς οἰνοχοοῦντα ἐν τῷ πρυτανείῳ τοῖς Μυτιληναίοις . καὶ | ||
κοινὸν τόδ ' ἄχος , καὶ πόλις ἄλλως ἄλλοτ ' ἐπαινεῖ τὰ δίκαια . ἡμεῖς δ ' ἅμα τῷδ ' |
, ἑορτάς , πανηγύρεις , μουσικοὺς ἀγῶνας , ἱπποδρομίας , κώμους , παννυχίδας μετ ' αὐλῶν καὶ κιθάρας , τέρψεις | ||
ἐκ παντὸς παυσάμενος καμάτου . Λέσβιος Ἀλκαῖος δὲ πόσους ἀνεδέξατο κώμους Σαπφοῦς φορμίζων ἱμερόεντα πόθον , γιγνώσκεις : ὁ δ |
δὲ κήυκα . Κανάκη δὲ ἐγέννησεν ἐκ Ποσειδῶνος Ὁπλέα καὶ Νιρέα καὶ Ἐπωπέα καὶ Ἀλωέα καὶ Τρίοπα . Ἀλωεὺς μὲν | ||
τοῦ ἐναντίου τὸν κακὸν ἐπὶ τοῦ ἀσθενοῦς : τὸν δὲ Νιρέα εἰδὼς ἀσθενῆ , ὅμως φησὶ περὶ αὐτοῦ : „ |
] ὡς ἐπὶ μουσικῆς . περιέρρει ] κατημέληται . ὥσπερ Κοννᾶς : ὁ Κοννᾶς αὐλητὴς ἦν καὶ μέθυσος , ὃς | ||
' ἁρμονιῶν διαχασκουσῶν : ἀλλὰ γέρων ὢν περιέρρει , ὥσπερ Κοννᾶς , στέφανον μὲν ἔχων αὗον , δίψῃ δ ' |
τούτου παισὶ καὶ θεοῖς πᾶσι καὶ Μούσαις , ἀπέλυσε τοὺς ἑστιωμένους . αʹ . Τί ἐστιν ἡ φύσις βʹ . | ||
ὄψου , ἔφη , ὡς ἔοικας , ποιεῖς τοὺς ἄνδρας ἑστιωμένους . ἀληθῆ , ἦν δ ' ἐγώ , λέγεις |
αὐλοῖς τὸ ἐπίταγμα : ἡ γάρ μοι τέχνη ἐστὶν ἀνθρώποις αὐλεῖν . Δωρίων μὲν οὖν θεοῖς αὐλεῖν ἐδεδοίκει , ἐγὼ | ||
ἢ τὴν Μήδων καὶ Ἀράβων στολὴν λάβωσιν , ὥσπερ οὐδὲ αὐλεῖν ἱκανοὶ ἔσονται τὰ τῶν αὐλητῶν ἐνδεδυκότες . οὐδὲ γὰρ |
τοῦ πότου παύσειε , τοῦ λίαν πότου ; ἐγᾦδα . συντρίψω γὰρ αὐτοῦ τοὺς χόας , καὶ τοὺς καδίσκους συγκεραυνώσω | ||
φαῦλον ὑποκριτὴν ἴσως τῶν τοιούτων καὶ τηλικούτων , μὴ καὶ συντρίψω που πεσὼν τὸν ἥρωα ὃν ὑποκρίνομαι . Φαίη τοιγαροῦν |
λαπάρην , ἐν ᾗ τὸ πῦον ἔνεστι : καὶ ὁ κίθαρος συγκεκαμμένος ἐστὶ , καὶ λυσιγυῖα γίνεται , καὶ ἱδρὼς | ||
αἴθωνι λογισμῷ . ἄρθρων μηλείων ἐπὶ γῆν δωρήματα βάλλειν . κίθαρος . Ἀριστοτέλης ἐν τῷ περὶ ζῴων ἢ περὶ ἰχθύων |
τὴν περὶ τῶν ἰδεῶν πρῶτος ἐπιχειρήσας ὁρίζεσθαι : πάντα δὲ ἐγείρων λόγον καὶ περὶ πάντων ζητῶν ἔφθη τελευτήσας . Ἄλλοι | ||
τε αὐτὴν καὶ ἐρεθίζων , καὶ οἷον ἐξ ὕπνου βαθέως ἐγείρων . Αἱ δὲ ἐπὶ τοῖς κωλικοῖς πάθεσιν ἢ τοῖς |
: λοιδορία , κακολογία . Καὶ Κυδάζειν τὸ λοιδορεῖν καὶ κακολογεῖν . Ἡ δὲ πρώτη συλλαβὴ βραχέως ἐκφέρεται . Καὶ | ||
, διαβάλλειν , βλασφημεῖν , θανάτου τιμᾶσθαι , εἰσαγγέλλειν , κακολογεῖν τοὺς ἐπιτίμους αὐτὸς ὀφείλων τῷ δημοσίῳ : τούτου γὰρ |
ἔχει μακάρων υἱοῦ Ἀρίστωνος , τόν τις καὶ τηλόθι ναίων τιμᾷ ἀνὴρ ἀγαθὸς θεῖον ἰδόντα βίον . . . , | ||
παρὸ εἰς τὸν θεόν . μᾶλλον ] + ἤγουν ἣν τιμᾷ πλέον τοῦ Ἄρεος . μᾶλλον ] πλέον . Ξ |