ἐπειδὴ κακὴ μέν ἐστιν ἡ ψυχὴ συμπεφυρμένη τῷ σώματι καὶ ὁμοπαθὴς γινομένη αὐτῷ καὶ πάντα συνδοξάζουσα , εἴη ἂν ἀγαθὴ | ||
ὃ τὼ παῖδε τοῦ Ἄκτορος ἡνιόχουν , σύμπνους μᾶλλον καὶ ὁμοπαθὴς ἡ Ῥωμαίων ἀρχή . οὐ γὰρ ὁ μὲν κεντεῖ |
. Ἀκάνθης λευκῆς ἡ μὲν ῥίζα ξηραντικὴ καὶ μετρίως ἐστὶ στύφουσα , τὸ δὲ σπέρμα λεπτομεροῦς τε καὶ θερμῆς ἐστι | ||
θλίψιν δὲ διὰ τῆς | ῥόας : ἀπηνὴς γὰρ καὶ στύφουσα . τινὲς δὲ σάκκον τρίχινον τῇ ὑστέρᾳ προσβάλλουσιν , |
αἰτίας γινομένην . καὶ γὰρ ξηρότης ἢ θερμότης προηγησαμένη καὶ παχύνουσα τοὺς χυμοὺς σκληρότερον τὸν ὄγκον ἐργάζονται καὶ ψῦξις ὡσαύτως | ||
. ἔστω δὲ καὶ ἡ δίαιτα τῶν αἱμορραγούντων στύφουσα καὶ παχύνουσα , οἵα ἐστὶ χόνδρος καὶ ἄλευρον καθαρὸν ἑφθὸν καὶ |
ὑπάρχουσα , οὐ μὴν μέχρι γε παντός : καὶ γὰρ βαθυτάτη ἐστὶ πάνυ μεγάλην ἔχουσα τὴν διάμετρον , καὶ ὁ | ||
ἡ μέθοδός ἐστι τῶν τοιούτων λόγων . μεγίστη δὲ καὶ βαθυτάτη ἐν τούτοις τοῖς λόγοις μέθοδος , τὸ ἑτέρας αἰτίας |
: ὧρα , ἄορος : γέα , εὔγεος , καὶ εὔγεως Ἀττικῶς . Καθόλου πᾶν ῥῆμα ἐν κινήσει τινὶ , | ||
Ἑλικὼν ὀρῶν τῶν ἐν τῇ Ἑλλάδι ἐν τοῖς μάλιστά ἐστιν εὔγεως καὶ δένδρων ἡμέρων ἀνάπλεως : καὶ οἱ τῆς ἀνδράχνου |
γὰρ ἀργὸς ψυχροτέρα καὶ παχύτερον ἔχει τὸν ἀέρα διὰ τὸ ὑλώδης εἶναι καὶ μήτε τὸν ἥλιον ὁμοίως διϊκνεῖσθαι μήτε τὰ | ||
πᾶσα ὀρεινὴ τοιαύτας ἐπιτηδειότητας ἔχει πολλὰς εὔυδρός τε οὖσα καὶ ὑλώδης καὶ ἀποτόμοις φά - ραγξι καὶ κρημνοῖς διειλημμένη πολλαχόθεν |
πέλαγος οὕτως ἐστὶ ταπεινὸν , ὥστε μήτε πλεῖον δυεῖν ὀργυιῶν ἀναμετρεῖσθαι , καὶ χλωρὸν πάντοθεν , οὐ τῇ φύσει τῶν | ||
γεωμετρία . τοῦτ ' οὖν τί ἐστι χρήσιμον ; γῆν ἀναμετρεῖσθαι . πότερα τὴν κληρουχικήν ; οὔκ , ἀλλὰ τὴν |
' ἐστὼ τὰν ὕλαν καὶ τὸ κινούμενον , τὰν δὲ μορφὼ τὰν τέχναν καὶ ποθ ' ἃν κινέεται ὑπὸ τῶ | ||
τὰς ἀρχάς , τάν τε ἐστὼ τῶν πραγμάτων καὶ τὰν μορφὼ καὶ τὸ ἐξ αὑτῶ κινατικὸν καὶ πρᾶτον τᾷ δυνάμει |
τοῖς ἑξῆς : μὴ ἔστω ἡ Σελήνη συνάπτουσα τῷ Κρόνῳ στηρίζοντι μήτε τετράγωνος . λέγει γὰρ ὅτι ἐὰν καὶ τριγωνίζῃ | ||
ἢ τυφλοὶ τίκτονται . καὶ ἐὰν ἡ Σελήνη ἀστέρι κακοποιῷ στηρίζοντι συνάψῃ , ὀλιγοχρόνια τὰ τικτόμενα ποιεῖ . Ἰστέον δὲ |
ἀραιὸς καὶ σομφός . νγʹ . Στόμαχός ἐστι νευρώδης καὶ ἀρτηριώδης ἐργαλεῖον ὀρέξεως καὶ καταπόσεως ἢ καὶ πόρος ὑγρᾶς καὶ | ||
δὲ τοῦ ἥπατος ὁ σπλὴν κεῖται , φλεβώδης ὢν καὶ ἀρτηριώδης καὶ ἀνισόπλατος : ἀραιός ἐστι : σομφός : ἔστι |
δορκάς , βούβαλος , τραγέλαφος , πύγαργος , ὄρυξ , καμηλοπάρδαλις . ἀεὶ γὰρ τῆς ἀριθμητικῆς θεωρίας περιεχόμενος , ἣν | ||
, πάνθηρες ἑκκαίδεκα , λυγκία τέσσαρα , ἄρκηλοι τρεῖς , καμηλοπάρδαλις μία , ῥινόκερως Αἰθιοπικὸς εἷς . Ἑξῆς ἐπὶ τετρακύκλου |
τὰ τούτοις παραπλήσια . Μετὰ δὲ ταῦτα ἐμπλάστροις χρῆσθαι ταῖς δυναμέναις μεταβάλλειν τὸ πύον , ὡς ἐπὶ τῶν ἡπατικῶν προείρηται | ||
πρὸς παιδοποιίαν ἐπενόησεν αὐτήν . ἔνθεν οὔτε ταῖς μήπω συλλαμβάνειν δυναμέναις , οἷον ταῖς νηπίαις , παρέσχε τὴν κάθαρσιν οὔτε |
. ὅτι ἀφωρισμένον ἤδη τὸ προαιρετόν ἐστιν , ὃ καὶ προκέκριται , καὶ ἐν προαιρέσει ἤδη τὸ προκεκρίσθαι διὰ τῆς | ||
δὴ τοῦδε καταφαίνεται ὡς εὐλόγως καὶ ἡ τῶν ἱερῶν ἐθνῶν προκέκριται φωνὴ πρὸ τῶν ἄλλων ἀνθρώπων : οὐδὲ γὰρ πάντως |
εἰς τὴν Κῴαν θάλασσαν πρὸς τῆς Λακαίνης , εἰπούσης ὅτι περιμάχητος ἔσται . χρόνῳ δὲ Λεβεδίων τινῶν αὐτόθι γρῖπον ὠνησαμένων | ||
τὰ περὶ τὴν ἐκφορὰν βασιλικῶς ἐφιλοκάλησεν . Κλεοπάτρα μὲν οὖν περιμάχητος γενομένη παρὰ τοῖς ἐπιφανεστάτοις ἡγεμόσι πρὸ τοῦ συντελεσθῆναι τὸν |
ἡ δὲ τοιάδε , μήτε χρημάτων πλῆθος ἐν τιμῇ σέβειν ἀνάνδρων , ἤτοι ἀνδρῶν ἐκεῖσε μὴ παρόντων , μήτε τοῖς | ||
ποιεῖσθαί τινα ὃς τὸν ὑπερμαχοῦντα οὐκ ἔχειτοῦτο γάρ ἐστι τὸ ἀνάνδρων , μήτε τοῖς ἀχρημάτοις ἤτοι τοῖς πένησι λάμπειν φῶς |
ὑπάρχειν μήτε ἀθρόον μήτε ἐγκεκραμένον τοῖς σώμασιν , ὥσπερ τὰ λεπτομερέστερα σώματα παχυτέροις , καθάπερ τὸν ἀέρα ἐπιδεικνύουσιν οἱ κενὸν | ||
ὁμοῦ τξʹ . Διεῖλον δέ τινες καὶ εἰς ἔτι τούτων λεπτομερέστερα τμήματα τὰς οἰκοδεσποτείας , τόπους καὶ μοίρας ὀνομάσαντες : |
τρυφὴν ἐς τὸν πρέποντα καιρὸν ἀναθέσθαι . ταῦτ ' ἐγὼ προστάσσω καὶ ὁ νόμος , καὶ τοῖς μὲν εὐπειθῶς ἔχουσιν | ||
ἴσασιν ὅπως γράφουσιν . † ἀπὸ τοῦ ἐπιτέλλω , τὸ προστάσσω , γίνεται ἡ ἐπιστολὴ πλεονασμῷ τοῦ σ , ἤγουν |
ἐπὶ τὴν ἐπιστολήν : ” Ἐπίκουρος Μενοικεῖ χαίρειν . “ Μήτε νέος τις ὢν μελλέτω φιλοσοφεῖν , μήτε γέρων ὑπάρχων | ||
καὶ τὸν φρονήσεως βίον ἰδόντες χωρίς . Πῶς εἶπες ; Μήτε ἐν τῷ τῆς ἡδονῆς ἐνέστω φρόνησις μήτ ' ἐν |
, βαρύς , φορτικός , ἐπαχθής , κομπαστής κομπώδης , περισπούδαστος περίσπουδος ὑπέρσπουδος κατεσπουδασμένος , ἐπισκυθρωπάζων , πεπλασμένος καταπεπλασμένος , | ||
αὐτῷ καὶ ἱππασία καὶ ὁπλομαχία συνήθη γυμνάσματα . Ἦν δὲ περισπούδαστος ἅπασιν Ἐφεσίοις , ἅμα καὶ τοῖς τὴν ἄλλην Ἀσίαν |
ὁ Ἴστρος οὐ γόνιμος , ὁ δὲ Νεῖλος γόνιμος . Ἥδιστον θέαμα ὁ Νεῖλος , ἀλλ ' οὐ τολμῶ παραπεμψάμενος | ||
δενδροτρόφα , καὶ λειμῶνες ἀνθοῦντες , καὶ νάματα ῥέοντα . Ἥδιστον ἦν θέαμα ὁ Ἀχιλλεύς , οὐ διὰ τὴν ξάνθην |
οὐδενὸς τῶν ἐλλογίμων ἀρετῇ λειπόμενον . Ἔστι δὲ ἡ ἐπιφάνεια τεφρώδης τῶν πεδίων : ἡ δὲ ὀρεινὴ καὶ πετρώδης , | ||
. * περιστιγές : καὶ ἔχον γραμμάς αἰθαλέη δὲ ἤγουν τεφρώδης . ὁ δὲ νοῦς οὕτως , μέλαινα δὲ καὶ |
σαλπῶν . ὠφέλιμος : χρήσιμος . ἔπλετο : ὑπάρχει . θήραις : ἄγραις . Ἔξοχα : πλέον . Πτοιαλέον : | ||
τὰς ὑπάντρους , καὶ εἰκότως : ταῖς γὰρ ὀρείοις ἔτι θήραις ἐπιθαρρεῖν ἀδύνατός ἐστι . πῦρ δὲ ὀρρωδεῖ . ὅστις |
- θρωπον . Ἡ δὲ πόλις ξηρὰ πᾶσα , οὐκ εὔυδρος , κακῶς ἐρρυμοτομημένη διὰ τὴν ἀρχαιότητα . Αἱ μὲν | ||
ὁ τόπος οὗτος ἐμφερὴς τῷ Ἄμμωνι , φοινικοτρόφος τε καὶ εὔυδρος , ὑπέρκειται δὲ τῆς Κυρηναίας πρὸς μεσημβρίαν : μέχρι |
χώρας ταύτης τὰ μὲν ἄλλα εὐδαίμονα χωρία , ἡ δὲ προσάρκτιος ὀρεινὴ καὶ τραχεῖα καὶ ψυχρά , Καδουσίων κατοικία τῶν | ||
πᾶσα ὀρεινὴ καὶ ψυχρὰ καὶ νιφόβολός ἐστιν , ἡ δὲ προσάρκτιος καὶ μᾶλλον , ὥστε καὶ τῶν ἀμπέλων σπάνιν εἶναι |
χρὴ εἰδέναι , ὅτι ὁ ἄνθρωπος τῇ πρώτῃ τῶν ἡμερέων θερμότατός ἐστιν αὐτὸς ἑωυτοῦ , τῇ δὲ ὑστάτῃ ψυχρότατος : | ||
κιρρὸς θερμό - τερος τοῦ μέλανος : ὁ δὲ ξανθὸς θερμότατός ἐστιν ἄκρως , εἶθ ' ὁ κιρρός , εἶθ |
συνεστρέφοντο . Ἀφώριστο δὲ αὐτῷ τριώβολον τῆς ἡμέρας . Λυδῶν καρύκας : παροιμία : Μήτε μοι Λυδῶν καρύκας , μήτε | ||
τοῦ ἡδυπαθεῖς . καὶ τὸ περιφερόμενον ” μήτε μοι Λυδῶν καρύκας “ μήτε μαστίγων ψόφους , ” τρυφηλοὺς αὐτοὺς παριστάνει |
Δηὼ λέγεται ἡ Δήμητρα παρὰ τὸ δαίω τὸ μερίζω ἡ μεμερισμένη πᾶσιν , ἀνεῖναι δὲ ἀντὶ τοῦ ἀναδοῦναι , αὐξῆσαι | ||
ὁ καυλὸς ἐντέμνεται καὶ ἑκατέρωθεν ὁ ὀπός : τῶν δὲ μεμερισμένη τῶν μὲν ἐν ταῖς ῥίζαις τῶν δὲ ἐν μὲν |
ὁ βίος αὐτῷ διὰ σωφροσύνην ἐπῃνεῖτο καὶ τὰ ἐν ταῖς στρατιωτικαῖς πράξεσιν ἦν εὐκλεής , ἀλλ ' ὅσον εὐγενείας χάριν | ||
καὶ Φιδηναίοις βοηθεῖν παρῄνουν : ἐν ἡγεμονίαις μὲν βουλόμενοι γενέσθαι στρατιωτικαῖς καὶ πραγμάτων ἐφάψασθαι μεγάλων , μάλιστα δ ' οἱ |
ἔην , οὐκ ἔσται ὁμοῦ πᾶν , ἔστι δὲ μοῦνον οὐλοφυές . ” λέγων οὖν πῦρ καὶ γῆν τὸ μὲν | ||
ἔην , οὐκ ἔσται ὁμοῦ πᾶν , ἔστι δὲ μοῦνον οὐλοφυές . ” λέγων οὖν πῦρ καὶ γῆν τὸ μὲν |
δὲ νήσου τὸ μέγεθος ὅσον πεντακοσίων σταδίων καὶ πεντήκοντα : εὔκαρπος δὲ πᾶσα , οἴνῳ δὲ καὶ ἀρίστη , καθάπερ | ||
πολυτελεῖς , αἱ δὲ πόλεις ἀτείχιστοι δι ' εἰρήνην : εὔκαρπος ἡ πολλὴ πλὴν ἐλαίου , χρῶνται δὲ σησαμίνῳ . |
τὰς αὐξήσεις ἀφαιρεῖν μέν τι ταύτης , προστιθέναι δὲ τῆς διαφορητικῆς : ὅταν δ ' εἰς τὴν οἰκείαν ἀκμὴν ὁ | ||
τῶν ἀσθενῶν τῶν ἔξωθεν ἐπιτιθεμένων : ἔχει γάρ τι βραχὺ διαφορητικῆς τε καὶ θερμῆς δυνάμεως , ἧς πλείστης τὸ μέλι |
εἰσιοῦσαν καὶ εἰσλάμπουσαν : οἷον σκοτεινὸν νέφος ἡλίου βολαὶ φωτίσασαι λάμπειν ποιοῦσι χρυσοειδῆ ὄψιν διδοῦσαι , οὕτω τοι καὶ ψυχὴ | ||
σῶμα καὶ τὸ πῦρ : αὕτη δέ ἐστι τὸ δύνασθαι λάμπειν τε καὶ φωτίζειν τὸν παρακείμενον ἀέρα ἢ τὸ σῶμα |
, ὅ ἐστιν εὐαρμόστως , συμπληρῶ , καὶ ἐξ αὐτοῦ ἀπαρτία , . , , . . α . * | ||
: ὁ κατὰ ἔπιπλα . ἔστιν ἀπαρτῶ συμπληρῶ , καὶ ἀπαρτία . . . . ἄπαστος : ὁ ἄγευστος ἡ |
ἀπὸ τοῦ Ζ ἐπὶ τὸ Γ ἀγομένη παράλληλος ἔσται τῇ ἀσυμπτώτῳ , ἐφ ' ἧς ἐστι τὸ σημεῖον . ἔστωσαν | ||
διὰ τῶν περάτων τῶν ὑπεροχῶν ἀγομένη εὐθεῖα παράλληλος ἔσται τῇ ἀσυμπτώτῳ , ἐφ ' ἧς ἐστι τὸ σημεῖον , καὶ |
τῶν Περσῶν : καὶ ἔδοξεν αὐτῷ ὀχυρὸν τὸ χωρίον : ὑπερύψηλόν τε γὰρ ἦν καὶ ἀπότομον πάντῃ καὶ τριπλῷ τείχει | ||
, ἀλλὰ πιστεύοντες γὰρ τοῦ χωρίου τῇ ὀχυρότητι , ὅτι ὑπερύψηλόν τε ἦν καὶ πάντῃ ἀκριβῶς τετειχισμένον , οὐδὲν ξυμβατικὸν |
χρησμοὶ καλοῦσιν : Ἰοθὸρ μέν , ὅταν τῦφος εὐημερῇ : μεταληφθεὶς γάρ ἐστι περισσός , περιττὸν δὲ ἀψευδεῖ βίῳ τῦφος | ||
ἀφικόμενος δὲ οὐχ ὑψαυχενήσει , φυσώμενος ταῖς τυχηραῖς εὐπραγίαις : μεταληφθεὶς γὰρ ὁ Σύρος ἐστὶ μετέωρος . νυνὶ δὲ τοῦ |
κριτική ἐστιν ὀξέος καὶ βαρέος φθόγγου : ἡ δὲ ὄσφρησις κριτικὴ εὐωδῶν καὶ δυσωδῶν ὀσμῶν καὶ τῶν μεταξύ , ἐκ | ||
καὶ μόνῃ τῇ λογικῇ ψυχῇ πρόσεστι δύναμις ὢν ἐπιστατικὴ καὶ κριτικὴ τῶν ἀλόγων αὐτῆς μερῶν ἢ δυνάμεων : ὥστε οὐδὲ |
. ἤρεσκε γὰρ αὐτῷ διαφερόντως ἥ τε πόλις καὶ χώρα πάμφορός τε οὖσα καὶ θέσεως ἐπικαίρου λαχοῦσα ἐν καλῷ τε | ||
καὶ ποιοῦντες τὴν θερινὴν ὥραν εὔκρατον . ἥ τε χώρα πάμφορός ἐστι καὶ διάφορος κατὰ τὴν ἀρετήν , οὐ μέντοι |
ἐκεῖνα ; οὐδαμῶς . ἄλλο γάρ ἐστι χρῆσις καὶ ἄλλο παρακολούθησις . ἐκείνων χρείαν εἶχεν ὁ θεὸς χρωμένων ταῖς φαντασίαις | ||
ἐστὶ πρὸ τῆς παρακολουθήσεως τἀγαθόν : εἰ δ ' ἡ παρακολούθησις ποιεῖ , οὐκ ἂν εἴη πρὸ ταύτης τὸ ἀγαθόν |
πάλιν ἀπίωσι μὴ ἔχοντες ὅπῃ καταβαίνωσιν . Παρὰ δὲ τὰ ᾠκοδομημένα ἔνθεν καὶ ἔνθεν φυλασσόντων ἐκ τῶν ὑπαρχόντων ἀνθρώπων , | ||
μὲν καὶ ἀποτόμου τὰ πλέονα , καὶ ἐπὶ τῶν κρημνῶν ᾠκοδομημένα ἐστὶ τείχη σφίσιν : ἀνελθόντι δὲ ὁμαλής ἐστιν ὁ |
ἰατὰ δ ' ἐστὶ βροτοῖς : τὰ προσπίπτοντα μετὰ ἐλευθερίας ἰατά ἐστι καὶ ἐὰν ἀτυχία ὑπάρχῃ . ἠλευθερωμένοι οὖν καὶ | ||
ἐάν τις ἀδικῶν τινα κερδαίνειν ποιῇ , τούτων ὁπόσα μὲν ἰατά , ὡς οὐσῶν ἐν ψυχῇ νόσων , ἰᾶσθαι : |
συμβαίνει : τὸ δ ' αἴτιον εἰκάζουσιν ὅτι τοῖς μὲν παλίνσκιόν ἐστι τὸ χωρίον ὥστ ' ἐνδρόσους ὄντας μὴ διαστέλλειν | ||
. τὸ δ ' αἴτιον εἰκάζουσιν , ὅτι τοῖς μὲν παλίνσκιόν ἐστι τὸ χωρίον , ὥστ ' ἐνδρόσους ὄντας μὴ |
ἡ γῆ διόλου κυκλοτερής , ἀλλὰ κατά τι μέρος , ὀξυτέρα δὲ πρὸς ἑκατέραν ὁδόν , δυτικήν τε καὶ ἀνατολικήν | ||
δύναται ὁ δυνάμενος δέξασθαι τὴν ἐπεισροὴν τῆς νοητῆς λαμπηδόνος : ὀξυτέρα μὲν γάρ ἐστιν εἰς τὸ καθικνεῖσθαι , ἀβλαβὴς δὲ |
: ἀδίκους . μηκέτι μᾶλλον γενέσθαι : χείρους δηλονότι . σωφρονισταὶ ὄντες τῆς γνώμης . . . : ὠφελοῦντες καὶ | ||
ὑπερβατόν . ʃ μήτε , ὃ χαλεπὸν ἤδη , ὡς σωφρονισταὶ ἀποτρέπειν πειρᾶσθε . χαλεπὸν δὲ ἤδη τὸ ἀποτρέψαι ἡμᾶς |
καὶ ἐπὶ μιᾶς . ἰσοσθενής : ἰσοδύναμος . κευθμῶνας : ἀφεγγεῖς τόπους . καββαλών : καταβαλών . καθειργνύς : κατακλείσας | ||
πατρῷον οἶκον ; καὶ οὐδὲ αἱ νύκτες αὐτῷ σκοτειναὶ καὶ ἀφεγγεῖς τοῖς ἀνθρώποις , ἀλλὰ καὶ αὗται φωτὸς πλήρεις καὶ |
δὲ γλίϲχρα , καθάπερ μαλάχη . τιϲὶ δὲ ἄμφω ϲυμβέβηκε παχυχύμοιϲ τε εἶναι καὶ γλίϲχροιϲ , ὥϲπερ τῇ ϲαρκὶ τῶν | ||
καὶ ψώραϲ ἁρμόζει . Μιχθέντων ἰχώρων λεπτῶν καὶ δριμέων ἑτέροιϲ παχυχύμοιϲ οἱ λειχῆνεϲ γίνονται ῥᾳδίωϲ εἰϲ ψώραν καὶ λέπραν μεθιϲτάμενοι |
νῦν δὲ περί τε διαδοχῆς νεώς ἐστιν ὁ λόγος καὶ ἐπιτριηραρχήματος πέντε μηνῶν καὶ ἓξ ἡμερῶν ἀνηλωμένου , καὶ περὶ | ||
Κτησιάρχου εἰρήκασιν . Ἐπιβάτης : Δημοσθένης ἐν τῷ περὶ τοῦ ἐπιτριηραρχήματος . οὕτως ἐκάλουν τῶν ἐν ταῖς τριήρεσι στρατευομένων τοὺς |
κλῆμα βότρυος ἔχον : ὀφροκόρινθος ὄνομα τόπου : ὀφρυόεσσα , ὀρεινὴ , ἔνδοξος . ὀχμάζει λαμβάνει : κατὰ δὲ τὸ | ||
μετὰ δὲ ταῦτα τῶν βαρβάρων ἀντιφθεγξαμένων συνήχησε μὲν ἡ σύνεγγυς ὀρεινὴ πᾶσα , τὸ δὲ μέγεθος τῆς βοῆς ὑπερῆρε τὴν |
. Ἐνύπνιον : διὰ τὸ ἐν ὕπνῳ καὶ μόνον . Ἑσπέρα : ὁ τῆς ἑῴας , ἤγουν τῆς πρωΐας , | ||
: μικρὰ δ ' ἀκούσαθ ' ὅμως αὐτὰ τἀναγκαιότατα . Ἑσπέρα μὲν γὰρ ἦν , ἧκε δ ' ἀγγέλλων τις |
. Ταυτὶ μὲν παρὰ πολὺ ὁ ἡμέτερος ἄμεινον καὶ εὐφωνότερον τραχύνεται . εὖ γε , ὦ Τιμόκλεις , ἐπίχει τῶν | ||
πορείᾳ ὑποψοφέων : μεταφορικῶς . ἠρέμα ἕρπει προσπταίων , τουτέστι τραχύνεται τῇ φολίδι ἡ γαστήρ , καὶ παρασύρων προστρίβεται τῇ |
ἀλλήλοις , καί ἐστιν ἴσον τὸ πλῆθος τῷ πλήθει , ὁσαπλασίων ἄρα ἐστὶν ὁ ΛΚ ἄξων τοῦ ΕΚ ἄξονος , | ||
γωνία τῆς ὑπὸ ΒΗΓ . διὰ τὰ αὐτὰ δὴ καὶ ὁσαπλασίων ἐστὶν ἡ ΝΕ περιφέρεια τῆς ΕΖ , τοσαυταπλασίων ἐστὶ |
τύλους ἐμπαγέντας ἐν ἄρθροις ἄκρως λύει . ἔστι δὲ ἡ συσταθμία τοῦ βοηθήματος ἥδε . ῥέου Ποντικοῦ . . . | ||
ἤτοι ἐνδεῶς συστείλῃ ἢ πλημμελῶς ὑπερεκπέσῃ : φυσικὴ δέ τις συσταθμία καὶ μετριότης καὶ ὅλωσις ἐν τῇδε μάλιστα ὑπῆρχε . |
δὴ καὶ ὁσαπλασίων ἐστὶν ἡ ΝΕ περιφέρεια τῆς ΕΖ , τοσαυταπλασίων ἐστὶ καὶ ἡ ὑπὸ ΝΘΕ γωνία τῆς ὑπὸ ΕΘΖ | ||
ὁσαπλασίων ἄρα ἐστὶν ἡ ΛΒ περιφέρεια τῆς ΒΓ περιφερείας , τοσαυταπλασίων ἐστὶ καὶ ὁ ΗΒΛ τομεὺς τοῦ ΗΒΓ τομέως . |
ἀρτιφύτοισιν : νεωστὶ αὐξανομένοις , ἄρτι φυομένοις , τοῖς ἀρτίως φύτοισιν . ἀΐσσουσιν : ὁρμῶσιν , ἀνορμῶσιν . Ἀναΐσσουσιν : | ||
ἀρτιφύτοισιν : νεωστὶ αὐξανομένοις , ἄρτι φυομένοις , τοῖς ἀρτίως φύτοισιν . ἀΐσσουσιν : ὁρμῶσιν , ἀνορμῶσιν . Ἀναΐσσουσιν : |
αἰδοῖ σώζομεν αὐτῆς τὴν παρουσίαν , καὶ πάρεστιν ἡμῖν ἰδεῖν ἡδίστη καὶ πολύτιμος καὶ ἀλοίδορος . ἤγουν νομίζομεν ἔτι συνεῖναι | ||
, ὃ γὰρ ἀπῆλθε φύσει , τοῦτο μένει τέχνῃ , ἡδίστη δὲ ἡ τῶν ἀπολλυμένων ἀνάκτησις , ὥστ ' , |
βρομώδειϲ καὶ πνεύματοϲ δυϲωδία ὕπνοι μετέωροι καὶ ἀηδεῖϲ ἐμπνευματώϲειϲ ϲτρόφοι εἰλεοί : πληθωρικάϲ τε καὶ ἀρθριτικὰϲ καὶ ποδαγρικὰϲ καὶ ἰϲχιαδικὰϲ | ||
, νοσέουσι δὲ οὔ : ἀναμένοντος κάτω τοῦ φλέγματος , εἰλεοί . Τὰ πάθη χρόνια , ἄλλοις δι ' ὑπερώης |
ἔοικε , τοῖς κακοῖσι φευκτέον . ἅπασι κοινὸν ῥῦμα δαιμόνων ἕδρα . ταῦτ ' οὐ δοκήσει τοῖς Μυκηναίοις ἴσως . | ||
καὶ ψοφέει : ἢ ἐκ τοῦ κόλαξ , κόλος . ἕδρα δὲ παρὰ τὸ ἑδραῖον καὶ ἰσχυρὸν ἢ παρὰ τὸ |
ἡ πεδιὰς καὶ ὅσα κατεβλήθη σπέρματα , ἐπάρατος δὲ ἡ βαθύγειος τῆς ὀρεινῆς καὶ ὅσα γένη δένδρων ἡμέρων : ἐπάρατοι | ||
ἡλίου ἐκκαίονται , ὡς μὴ δύνασθαι ῥιζῶσαι . Καὶ ἡ βαθύγειος δὲ γῆ , καὶ ἡ στερεὰ καὶ ἡ βαρεῖα |
καὶ γυμνασίων καὶ στοῶν καὶ χρημάτων εἶναί τι ὄφελος τοῖς στασιάζουσιν ; οὐ ταῦτά ἐστι τὰ ποιοῦντα πόλιν καλήν , | ||
εἶναί τινα σωματικὴν εὐμορφίαν περὶ τῆς εὐμόρφου καὶ καλῆς γυναικὸς στασιάζουσιν , τοῦ μὲν Αἰθίοπος τὴν σιμοτάτην καὶ μελαντάτην προκρίνοντος |
, ὅπερ οὐκ ἐδόκει εὖ ἔχειν . Εἰ δὲ καὶ γεννητικὴ ἡ οὐσία δυνάμεως καὶ μετ ' αὐτὴν ἐνεργείας , | ||
ἡ δυὰς ὥσπερ τι ἐκμαγεῖον οὖσα τῶν μετ ' αὐτὴν γεννητικὴ ἀριθμῶν γίνεται , ᾧ ἂν προσαχθῆ , δύο τε |
γυναικὸς χάριν : μήτε σὺ τόνδ ' ἀγαθός περ ἐὼν ἀποαίρεο κουρεῦ , μήτε σὺ Πηλείδη . Ὅτι δὲ ἦν | ||
. . . μήτε σὺ τόνδ ' ἀγαθός περ ἐὼν ἀποαίρεο κουρήν : ὅτι ἀρχαικῶς τὸν δ ' ἀφαιροῦ , |
ὕδατος πηγὴν . . . . μήτ ' οἴνινον ὄξος συμμίξῃς , ἀλλ ' αὐτὸ μόνον κατάχευον ἔλαιον αὐχμηρόν τε | ||
, μήθ ' ὕδατος πηγὴν ἱερὴν μήτ ' οἴνινον ὄξος συμμίξῃς , ἀλλ ' αὐτὸ μόνον κατάχευον ἔλαιον αὐχμηρόν τε |
. . . . . . . . . οὐ προσφυὲς τὸ ἔντερον , ὀλιγάκις ἐνοχλοῦται ὑπὸ πνευμάτων ἢ σκυβάλων | ||
Φαίδρου : ἐπειδὴ δὲ γλίσχρον εἶναι δοκεῖ , τό γε προσφυὲς μᾶλλον πᾶσι τοῖς λεγομένοις τὸ ἀπὸ τῆς ἱστορίας λάβωμεν |
εἶναι δοκεῖ ὁ κουφότατος καὶ πλακώδης , εὔθρυπτός τε καὶ ἐμπόρφυρος , ἀφρώδης , ἔτι δὲ δηκτικός , οἷόν ἐστιν | ||
μετὰ ποσῆς πυρώσεως ἀρωματιζούσης , οἰνίζουσαν : ἡ δ ' ἐμπόρφυρος καὶ παχεῖα ἡ γιζηρὰ καλουμένη , ῥοδίζουσα τῇ ὀσμῇ |
, ἢ τῷ ἰσχίῳ ἐμπύημα ᾖ , ἡ ἐν κύστει ὦσις εἴργεται , κἄπειτα τὸ βάρος τε καὶ ὁ ὄγκος | ||
ἀλωήν ) , ἅλως καλεῖται . ἐὰν δὲ ἀπὸ ἀστέρων ὦσις τοῦ φωτὸς γένηται ἐπὶ τὰ κάτω , καλοῦνται ῥυμοὶ |
μάλιστα τῷ ξυλικῷ . ἔσται δὲ ὁ χειμὼν ἀρχόμενος μὲν κατάψυχρος , λήγων δὲ ἀνεμώδης . τὸ ἔαρ ἔνυδρον καὶ | ||
καὶ δένδρα καταπεσεῖν : μεσάζων δὲ εὔκρατος , καὶ λήγων κατάψυχρος . τὸ ἔαρ ὕπομβρον , τὸ θέρος ἔαρι ὅμοιον |
τὸν καρπὸν ἐκ τοῦ στελέχους , οὐκ ἐκ τῶν ἀκρεμόνων εὐβλαστής τις οὖσα καὶ εὔτονος ὡς ἔοικε πρὸς καρποτοκίαν : | ||
τὸν καρπὸν ἐκ τοῦ στελέχους , οὐκ ἐκ τῶν ἀκρεμόνων εὐβλαστής τις οὖσα καὶ εὔτονος ὡς ἔοικε πρὸς καρποτοκίαν : |
ἐπιληψίαν ἰᾶται παραδόξως καὶ ὑπὲρ λόγον . Κυνοπόταμος ὁ καὶ κάστωρ λεγόμενος γνωστός ἐστι . Τούτου οἱ ὄρχεις , τὸ | ||
μηδὲ πνεύμονας ἔχειν ταῦτα . ἀμφίβια δὲ ἵππος ποτάμιος ἐνυδρὶς κάστωρ κροκόδειλος . φολιδωτὰ δὲ σαῦρος σαλαμάνδρα χελώνη κροκόδειλος ὄφις |
ἐπὶ τὴν ΕΔ : καὶ ἡ ΖΔ ἄρα τῷ τοῦ ΒΓΖ τριγώνου ἐπιπέδῳ ἐστὶ πρὸς ὀρθάς . ὥστε καὶ πρὸς | ||
γωνίᾳ , καὶ πάντα πᾶσιν : ὥστε καὶ ἡ ὑπὸ ΒΓΖ ἴση τῇ ὑπὸ ΖΓΕ . ἐπεὶ οὖν ὅλη ἡ |
τὸ σῶμα , ἢ διὰ τὸ πλείονα χρόνον ὑγρὸν διαμένειν ἐκχεόμενον . ὑδατοτρεφέων ὕδατι τρεφομένων . ὑδρηλοί μαλακοί , κάθυγροι | ||
ἐγγὺς ἐγένετο τῶν πυλῶν , ἄλλον τε ὄχλον ὁρᾷ παντοδαπὸν ἐκχεόμενον ἐκ τῆς πόλεως καὶ δὴ καὶ τὴν ἀδελφὴν προστρέχουσαν |
ἐστι : τὸ ἄρα ὑπὸ ΑΘΔ μεῖζόν ἐστι τοῦ ὑπὸ ΑΚΖ . ἀλλὰ τῷ μὲν ὑπὸ ΑΘΔ ἴσον ἐστὶ τὸ | ||
τετραγώνου πλευρὰ τοῦ εἰς τὸν μέγιστον κύκλον ἐγγραφομένου : ἡ ΑΚΖ ἄρα μείζων ἐστὶ τῆς , ὑφ ' ἣν ὑποτείνει |
χρόνοι τῆς φυτείας καθ ' ἑκάτερον : τὴν μὲν γὰρ ἔπομβρον καὶ ψυχρὰν ὀλίγον πρὸ ἰσημερίας δεῖ , τότε γὰρ | ||
, ψύχη καὶ ἄνεμοι ἔσονται . τὸ ἔαρ νότιον καὶ ἔπομβρον . τὸ δὲ θέρος εὔκρατον , καὶ μᾶλλον χειμερινόν |
νύκτα , ὁπηνίκα διαπορθμεύωσι , τουτὶ δεδιότες τὸ ζῷον . Ἕλκος γὰρ πέλει τῆς ἀληθείας φθόνος : ἀπὸ γνώμης . | ||
ἢν μὴ ἑκὼν οὕτω ποιέηται τὴν ἄφεσιν τῆς φύσης . Ἕλκος πέλιον καὶ ξηρὸν ἢ χλωρὸν γινόμενον , θανάσιμον . |
, τὸ δ ' ὕψος τετταράκοντα καὶ πέντε πηχῶν . διελθόντι δ ' αὐτὸν εἶναι λίθινον περίστυλον τετράγωνον , ἑκάστης | ||
, τὸ δ ' ὕψος τετταράκοντα καὶ πέντε πηχῶν : διελθόντι δ ' αὐτὸν εἶναι λίθινον περίστυλον τετράγωνον , ἑκάστης |
φυτευόμενα μὲν οὖν κατὰ φύσιν ἀγαθὰ γίνεσθαι παρὰ φύσιν δὲ ἄκαρπα . ταῦτα μὲν οὖν ὥσπερ κοινὰ πάντων . Τῶν | ||
ἐλαίας μὲν συνεκφέρουσιν , δάφνας δὲ οὐδαμῶς . τὰ δὲ ἄκαρπα χείρω χωρὶς τῶν ἐχόντων ἐξ αὐτῶν ἢ δι ' |
τίκτει . Δεδοίκασιν ἔλαφοι σχοῖνον περικειμένην , τινὰ ἔχουσαν πτερὰ ἠρτημένα , τὴν τῶν πτερῶν κίνησιν φανταζόμεναι . καταφρονοῦσι δὲ | ||
. τοῦ πατριάρχου τὸ βιβλίον ἀπ ' ὀρθώσεως : πάντα ἠρτημένα τὰ εἰρημένα κακὰ γέγονεν . εἰς μέγιστα κτλ . |
κοὐκ ἂν προδοῦναί μ ' . ἀλλὰ μήτε μοι χοὰς μήθ ' αἷμ ' ἐάσητ ' εἰς ἐμὸν στάξαι τάφον | ||
πόλεως , ἧς ἐγὼ οὔτ ' ἂν τοὔνομα εἴποιμι , μήθ ' αἱ συμφοραὶ παραπλήσιοι γένοιντο αὐτῆς μηδενὶ τῶν Ἑλλήνων |
ποικιλία , πρὸς ὑγίειαν , οὐ πρὸς ἡδονὴν γέγονεν . ἄπλετοι γὰρ τούτων αἱ δυνάμεις , καὶ καθ ' αὑτὰς | ||
βαθυτάτη : ἅλες τε ἐπὶ τῷ στόματι αὐτοῦ αὐτόματοι πήγνυνται ἄπλετοι : κήτεά τε μεγάλα ἀνάκανθα , τὰ ἀντακαίους καλέουσι |
γὰρ ἄνθρωπος λέγεται μέν , ἄνθρωπος δὲ οὔ , καὶ λιθίνη ναῦς , ναῦς δὲ οὔ , καὶ κίβδηλος χρυσός | ||
: ᾠκοδόμητο δὲ πλίνθοις κεραμεαῖς : κρηπὶς δ ' ὑπῆν λιθίνη τὸ ὕψος εἴκοσι ποδῶν . ταύτην βασιλεὺς Περσῶν ὅτε |
πρὸς αὐτοὺς ὁμοιότητα , κατοχή τε συνίσταται εὐθὺς τελεία καὶ πλήρωσις τῆς κρείττονος οὐσίας καὶ δυνάμεως . Οὐχ ὅτι τὸ | ||
που λύσις καὶ λύπη ; Ναί . Ἐδωδὴ δέ , πλήρωσις γιγνομένη πάλιν , ἡδονή ; Ναί . Δίψος δ |
Ἀφροδίτη , ὁ τοῦτο φορῶν ἐπίχαρις ἔσται καὶ παρὰ ἀνθρώποις ἐξάκουστος καὶ ἐπὶ πάσης δίκης νίκην ἕξει . τὸ δ | ||
αἱ εἴσοδοι τῆς θυμέλης φράττων : ἀποκλείων , ἵνα μὴ ἐξάκουστος ὁ φθόγγος γένηται ἐχυρούς : ἀσφαλεῖς διέφθειρεν : ἐξηγόρασεν |
μονομερὴς καὶ ποικίλη καὶ δυσκατάληπτος , ἡ δ ' ἐξίχνευσις πολυμερὴς καὶ ποικίλη : ἐὰν μὲν οὖν τὸ διάστημα ἀκριβῶς | ||
ἐγκάρδιον . ὥστε ἐπεὶ καὶ ὁ κόσμος ὑπὸ φύσεως διοικεῖται πολυμερὴς καθεστώς , εἴη ἄν τι ἐν αὐτῷ τὸ κυριεῦον |
ὁ Λεύκιππος λῆρον ἡγούμενος ἀρχὰς εἶναί φησι τὰ ἄπειρα καὶ ἀεικίνητα καὶ ἐλάχιστα : καὶ τὰ μὲν λεπτομερῆ ἄνω χωρήσαντα | ||
ὑπάρχουσι τὰ δὲ ἐν κινήσει , καὶ ὅτι τὰ μὲν ἀεικίνητα τὰ δὲ ποτὲ κινούμενα , καὶ ὅτι τὰ μὲν |
σχήματος τῆς μορφῆς πάντοτε μένειν . ἀλλὰ καὶ τὴν φωνὴν ἀναλλοίωτος ἦν : διὸ καὶ θηραθῆναι Κράντορα ὑπ ' αὐτοῦ | ||
αὐτὴ πανταχοῦ τῶν θεῶν ὅλη ἡ οὐσία ἀδιαίρετός τε καὶ ἀναλλοίωτος , ἣν σέβει πάντα ὁμοίως τὰ ὑποδεέστερα τῇ κατὰ |
λευκὴν γῆν καὶ ὑπότεφρον παραληπτέον καὶ τῇ Σαμίᾳ ἐμφερῆ : πλακώδης δ ' ἐστὶ καὶ λεπτή , τοῖς δὲ σχήμασι | ||
εἴδη , τό τε προειρημένον καὶ ὁ καλούμενος ἀστήρ , πλακώδης ὢν καὶ πυκνὸς ὡς ἀκόνη . δύναμιν δ ' |
τὸ πυρῶδες : τὰ μὲν γὰρ τῶν Αἰθιόπων σώματά εἰσιν ἀραιότερα διὰ τὸ ἀναχαλᾶσθαι ὑπὸ τοῦ ἡλίου , τὰ δ | ||
ἱδρῶτος κατὰ τὸν καιρὸν τοῦ καύματος ἐπὶ τὰ κουφότερα καὶ ἀραιότερα καταρρεῖν . . , . : Ἔφορος ὁ ἱστοριογράφος |
. ϲυνηθεϲτέρη δὲ ϲτομάχῳ ἐϲτὶν ἡ ῥῆξιϲ : εἰ ὦν ἀπορραγῇ κοτε , αἱμορραγίαι οὐ κάρτα μεγάλαι , ὁκοῖαι ἀπὸ | ||
τετίμηκε τὸν ἄνθρωπον : καὶ γὰρ ἵνα τὴν ἀρχὴν μὴ ἀπορραγῇ ἀπὸ τοῦ ὅλου ἐπ ' αὐτῷ ἐποίησε , καὶ |
ὑπολειφθέντες Πελοποννησίων καὶ οὐκ ἐξαναστάντες Ἀρκάδες διέσῳζον αὐτὴν μοῦνοι . Ἀπρίεω δὲ [ ὧδε ] καταραιρημένου ἐβασίλευσε Ἄμασις , νομοῦ | ||
Ἀμάσιος σῆμα ἑκαστέρω μέν ἐστι τοῦ μεγάρου ἢ τὸ τοῦ Ἀπρίεω καὶ τῶν τούτου προπατόρων , ἔστι μέντοι καὶ τοῦτο |
ἐκ δὲ τούτου πέμψας Κῦρος ἀγγέλους εἰς Λακεδαίμονα ἠξίου , οἷόσπερ αὐτὸς Λακεδαιμονίοις ἦν ἐν τῷ πρὸς Ἀθηναίους πολέμῳ , | ||
τὸν ὑμένα θεάσασθαι καὶ πρὸ τῆς ἀνατομῆς ἔστι λευκὸν μὲν οἷόσπερ καὶ φαίνεται , τελευτῶντα δ ' οἷπερ καὶ τῶν |
. ἐπιϲκέπτεϲθαι δὲ χρή , μὴ διά τινα χυμὸν ἑτέρωθεν ἐπιρρέοντα τὸ ϲύμπτωμα γίνεται : τοῖϲ μὲν γὰρ φλεγματώδεϲιν ὀξυρεγμίαι | ||
εἶεν ψυχρὸς , μᾶλλον φλεγματώδη εἶναι τὸν ἐν τοῖς ἄρθροις ἐπιρρέοντα χυμὸν ἐνδείκνυται : ἀργίαι γὰρ ὡς ἐπὶ τὸ πολὺ |
γεώδη ῥύπτειν . Τό γε μὴν τῆς Ναξίας ἀκόνης ἀπότριμμα ψυκτικῆς ἐστι δυνάμεως . Καὶ ὁ ὀφίτης δὲ καλούμενος λίθος | ||
καὶ μόλις ἐδώδιμος , ἐφεκτικὸς ἰσχυρῶς γαστρός . Μήκων πᾶσα ψυκτικῆς ἐστι δυνάμεως : ἡ δὲ κηπευομένη μετρίως ὑπνῶδες ἔχει |
τῇ ἀμαθίᾳ πλανᾶται , τὸν προσομιλήσαντα οὐκ ἔχων νοῦν . Ταὐτόν ἐστιν ὁδηγὸν τυφλὸν λαβεῖν , καὶ σύμβουλον ἀνόητον . | ||
τὸ δ ' αὐτὸ καὶ τοῖς Ληναίοις ὕστερον ἐποίουν . Ταὐτόν ἐστι χιλίων προβάτων κρατήσαντα πεντήκοντα λύκοις μάχεσθαι : ὅτι |
συνεχῶς ὑγραινομένας : εὐσταθεῖς δὲ τὴν διάνοιαν καὶ ἱλαράς : εὐρύτερα τὰ περὶ τὴν ὀσφὺν καὶ τὸ ἐπιγάστριον ἐχούσας , | ||
πρόσωπον ἐπέραστος , ὁ ἀριστερὸς ὀφθαλμὸς ὑποκέχυται , τὰ στήθη εὐρύτερα , εὔτολμος τὴν ψυχήν , σημεῖον ἕξει περὶ τὴν |
πολιτικὴ καὶ ναοὺς θεῶν κατασκευάζεσθαι καὶ σέβειν αὐτοὺς οὐ δήπου κρείτ - των οὖσα τῶν θεῶν : τὸν αὐτὸν δὲ | ||
τὰς ταφάς . νῦν δὲ καὶ ἐν αὐτῷ τούτῳ τὸ κρείτ - τους εἶναι δεικνύουσι τῷ μηδὲ δικαίῳ χρῆσθαι θυμῷ |
μάλιστα τόδε . τέμενός ἐστιν ἐν αὐτῷ Λυκαίου Διός , ἔσοδος δὲ οὐκ ἔστιν ἐς αὐτὸ ἀνθρώποις : ὑπεριδόντα δὲ | ||
. Χρόνῳ δ ' ἐκ τῶν ἀπόρων ἐφάνη δή τις ἔσοδος τοῖσι βαρβάροισι : ἔδεε γὰρ κατὰ τὸ θεοπρόπιον πᾶσαν |
τε ὕλη ἀίδιος μὲν ἀλλ ' οὐκ ἀπαθής , ἀλλὰ παθητή τε καὶ ἀλλοιωτή . καλῶς δὲ εἴρηται ὅτι ἀδύνατον | ||
, σκεπτέον καὶ περὶ ταύτης τίνα τρόπον ἔχει , πότερα παθητή , ὡς λέγεται , καὶ κατὰ πάντα τρεπτή , |
ὠφελεῖται . ἔστι δὲ τῶν χρημάτων ἀπὸ τῶν ξυμμάχων ἡ πρόσοδος , καὶ ἔτι μείζων ἔσται , εἰ ἡμᾶς καταστρέψονται | ||
πόλις ἀγαθὰ εἶχε , καὶ τοῖς πρεσβύταις καὶ τῷ μειρακίῳ πρόσοδος ἦν . Ἐν Λιβύῃ ἡμιόνους ἢ τετρωμένους Ἀρχέλαος λέγει |
ἀκουστοῦ ἐστιν ἡ ἀκοή , οὐ συγχωρήσει τὴν διάνοιαν τοῦ ἀκουστοῦ ἐπιγνώμονα γίνεσθαι , καὶ ἐπὶ τῶν ἄλλων αἰσθήσεων τὸ | ||
φυτὰ ὑπὸ τῶν βροντῶν οὐ πάσχουσιν ὑπὸ τοῦ ψόφου ὡς ἀκουστοῦ , ἀλλ ' ὅτι ἐν ἀέρι ὁ ψόφος , |
σκωλήκων μὴ διαφθείρεσθαι : καὶ πάντα δὲ τὰ ἐν Σκιάλᾳ φυτευθέντα καὶ θᾶττον αὐξάνεσθαι καὶ εὐβλαστῆ γίνεσθαι . Ὁ αὐτός | ||
δικέλλαις σκάπτειν προσήκει τετράκις . τὰ δὲ ἐν τῷ ἔαρι φυτευθέντα τότε δεῖ ἄρχεσθαι σκάπτειν , ὅταν κατεσχηκέναι δοκῇ : |
δὲ ἄλλοις πολλὴν ἀσφάλειαν προαγορεύει . ἀγορὰ ἐσπαρμένη παντὶ δήπουθεν ἄβατος γίνεται , ὅ τι ἂν ᾖ τὸ ἐν αὐτῇ | ||
ἐκ Πειραιῶς εἰς Ζωστῆρα καὶ Σούνιον φερούσῃ . ἀντὶ τοῦ ἄβατος καὶ ἄστατος . . ἀΐδρυτος ἀβάτοισιν : Οἷον ἀκάνθαις |
τὰ αἰσθητικὰ νεῦρα καὶ ποιεῖ τὸν κλόνον καὶ τὴν τριταϊκὴν περίψυξιν . ἐφ ' ὅσον δὲ παχύς ἐστι , ψυχρὰς | ||
τὰ αἰσθητικὰ νεῦρα καὶ περὶ τὴν ἐπιφάνειαν , καὶ ποιεῖ περίψυξιν ἀφημερινήν . οὕτως γίνονται οἱ πλανῆται καὶ προηγοῦνται τῷ |