αἱ ἐπὶ τῶν ἱματίων . Ἀριστοφάνης Δαιταλεῦσιν : ὅτε τὰς ὄας * * ἴσας ἐποήσατο Ὅτι φύσει πρότερον τὸ εἰ
, καὶ ὡς οὖδας οὖδος , γῆρας γῆρος , οὕτως ὄας ὄος , * * * ὡς γένος εὐγενής ,
4664228 αων
! ! ! ! ! ! ! ! ] λεον αων [ ! ! ] ἀεὶ | [ ! !
] ῶϲ [ ] ! λειϲ : ] ω ] αων ! ] φυγω βα ! [ ] ] α
4615664 παρατεινεται
κόρον οὐδ ' ἂν τοῦ βραχίστου τὸ λοιπὸν ἀπογεύσαιτο : παρατείνεται μὲν γὰρ ἡ γαστὴρ τῷδε , οἰδάνει δὲ ἡ
γε μὲν ἶφι πεποιθώς , πάντα φέρων Ποταμόν , κέραος παρατείνεται ἄλλου . Ἐρχομένῳ δὲ Λέοντι τὰ μὲν κατὰ πάντα
4356601 κλητικας
τὰ μετοχικὰ ὅταν περιττοσυλλάβως κλίνωνται τὰς αὐτὰς ἔχουσιν ὀρθὰς καὶ κλητικάς , οἷον ὁ τύψας τοῦ τύψαντος ὦ τύψας ,
ὅτι οἱ ἔχοντες ἔθος Ἀττικοὶ ποιεῖν τὰς αὐτὰς ὀρθὰς καὶ κλητικάς , οἷον ὁ Αἴας ὦ Αἴας , ὁ Θόας
4333642 οο
ἀπὸ τοῦ γόος καὶ θοός γίνεται κατὰ κρᾶσιν τῶν δύο οο εἰς τὴν ου δίφθογγον γοῦς καὶ θοῦς . Καὶ
ὥσπερ ἀπὸ τοῦ πλόος γίνεται πλοῦς κατὰ κρᾶσιν τῶν δύο οο εἰς τὴν ου δίφθογγον καὶ ἀπὸ τοῦ νόος νοῦς
4279465 ξον
] τὴν ΑΔ οὖσαν μοῖραν α , ἐπὶ τὸ ἓν ξον , λέγω δὴ τὴν ΑΞ , ἔσται τὸ πρῶτον
, ΣΥ ξξα πρῶτα : ἐὰν δὴ πολλαπλασιάσω τὸ πρῶτον ξον τὸ ΑΞ ἐπὶ τὸ πρῶτον τὸ ΑΣ , ἔσται
4261767 ἀους
φυλάττει τὴν κλίσιν , ἐκείνων δὲ αἱ γενικαὶ φάους καὶ ἄους : ἀλλὰ ταῦτα πρῶτον καθ ' ὑπέρθεσιν γίνονται φόας
φυλάττει τὴν κλίσιν , ἐκείνων δὲ αἱ γενικαὶ φάους καὶ ἄους : ἀλλὰ ταῦτα πρῶτον καθ ' ὑπέρθεσιν γίνονται φόας
4225670 μολεν
! [ [ ] ! ! [ ! ! ] μολεν κρίσις οὐκ ? ! [ [ ] κασαι γένος
! [ [ ] ! ! [ ! ! ] μολεν κρίσις οὐκ ? ! [ [ ] κασαι γένος
4170203 τουτω
ἄλλω πρὸς ἄλλο , εἰ μὴ ἦς ἀριθμὸς καὶ ἁ τούτω οὐσία . νῦν δὲ οὗτος καττὰν ψυχὰν ἁρμόζων αἰσθήσει
σοι τετιμωρημένῳ , ταῦτα ἔσται ἐθελήσαντι . Τὼ δὲ ὀνόματε τούτω πολλὼ πανταχοῦ τῆς γῆς , ὁ δοῦλος καὶ ὁ
4124657 κηρε
' ἐλέγχον . ἀπέχει : βλέπω γὰρ αὐτήν : τάχα κηρὲ καὶ λαλήσεις . Γράφε μοι Βάθυλλον οὕτω τὸν ἑταῖρον
' ἐλέγχον . ἀπέχει : βλέπω γὰρ αὐτήν : τάχα κηρὲ καὶ λαλήσεις . Γράφε μοι Βάθυλλον οὕτω τὸν ἑταῖρον
4121765 ἐπιηρος
ἣν ἐκεῖνος λέγει πῦρ καὶ γῆν . ἡ δὲ χθὼν ἐπίηρος ἐν εὐστέρνοις χοάνοισι τῶν δύο τῶν ὀκτὼ μερέων λάχε
, καθάπερ φησὶν Ἐμπεδοκλῆς τὸ ὀστοῦν : ἡ δὲ χθὼν ἐπίηρος ἐν εὐστέρνοις χοάνοισι τῶν δύο τῶν ὀκτὼ μερέων λάχε
4018870 ἰαμβικας
ὅτε τὴν μὲν αʹ ἔχει ἀντισπαστικήν , τὰς δὲ λοιπὰς ἰαμβικάς . ἐνταῦθα δὲ ἀντιπαθής ἐστιν ἡ μῖξις αὐτοῦ .
μὲν καὶ καθαρόν , συντίθεται δὲ καὶ ἐπίμικτον πρὸς τὰς ἰαμβικάς : ὡς ἐπίπαν δέ , ὅτε καταληκτικόν ἐστιν ,
4013297 ἡιχι
πάλλε βεβαμμένον : ἄλλο δὲ τείνων ὀμβροτόκον κούφιζε μετάρσιον , ἧιχι φανέντες Ὄμβροι παῖδες ἔασι , περίπλοκον ἅμμα βαλόντες ,
πολυσπερέων δαΐδων ἀμάρυγμα τινάσσων κῶνος ἀερσιπότητος ἐλαύνεται ὀξέϊ παλμῶι , ἧιχι φαεινομένων σελάων πολυαύχενος ὁρμὴ εἰς δέκα τεμνομένη θωρήσσεται :
3959159 σακη
Τυδεύς ” ὁ πολεμικός , ὁ κατὰ τῶν ἐναντίων τὰ σάκη πάλλων . καὶ τὸ “ σάκε ' ὤμοισι κλίναντες
' ἀνέρες ἀλκήεντες Αἴθοπες ἠνορέῃ πίσυνοι πίσυρες τελέουσι . πλεκτὰ σάκη τεύχουσιν ἐϋστρέπτοισι λύγοισι καρτερὰ καὶ πλευρῇσι περίδρομα , κὰδ
3898449 καταπεσοντος
φησιν ὁ Γαληνὸς ὡς πρὸς φλεγμονὴν ἐνιστάμενοι . Ἑτέρου δὲ καταπεσόντος , καὶ μεταστάντων ὀπίσω τῶν σπονδύλων , τὸ οὖρον
αἱ ὑπὸ τὴν γλῶτταν αὐτῶν εὑρίσκονται φλέβες . Ἐπιληπτικοῦ δὲ καταπεσόντος ἀπὸ τῶν μεγάλων δακτύλων τῶν ποδῶν αὐτοῦ αἷμα ἀποξύσας
3895004 ταωνα
πότερον ὄρνις : ὁ μῦθος δὲ λέγει τὸν Ἄργον εἰς ταῶνα μεταβεβλῆσθαι . διὰ τοῦτό φησι , πότερον ὄρνις εἶ
τῷ ταῶνι : τὸν Ξενοφῶντα , τὸν Ποσειδῶνα , τὸν ταῶνα : ὦ Ξενοφῶν , ὦ Πόσειδον , ὦ ταῶν
3892805 Λελεξ
παραλαμβάνεται , ἔλλαβεν , ἔννεπε : ἀλλὰ καὶ συλλαβή , Λέλεξ , πάμπαν : ἀλλὰ καὶ λέξις , Μῶς '
: ἢ μὴ ' πίβαινε Σπαρτιάτιδος : Λακεδαίμονος πρῶτος ἦρξε Λέλεξ , ἀφ ' οὗ καὶ Λέλεγες ὠνομάζοντο . ἔσχε
3888112 ἀμφωες
Ἀμφωρεὺς , τὸ δίωτον σταμνὴν τὸ ἀμφοτέρωθεν φερόμενον : Θεόκριτος ἀμφῶες , νεοτευχές . Ἅρμα , παρὰ τὸ αἵρω ῥῆμα
δύο πέλλας , καὶ βαθὺ κισσύβιον κεκλυσμένον ἁδέι κηρῷ , ἀμφῶες , νεοτευχές , ἔτι γλυφάνοιο ποτόσδον . τῶ ποτὶ
3885926 κλινεις
ὁ παθητικὸς βʹ ἀόριστος ἐκλίνην , καὶ ἡ μετοχὴ ὁ κλινείς , καὶ μετὰ τῆς κατά προθέσεως κατακλινείς . ἐκφρόντισόν
ὁ παθητικὸς βʹ ἀόριστος ἐκλίνην , καὶ ἡ μετοχὴ ὁ κλινείς , καὶ μετὰ τῆς κατά προθέσεως κατακλινείς . ἐκφρόντισόν
3864393 αὐτοματας
μὲν [ ποταμὸς ὁ Κρᾶθις ] ἡμῖν καταφέρει μάζας μεγίστας αὐτομάτας μεμαγμένας , ὁ δ ' ἕτερος ὠθεῖ κῦμα ναστῶν
ἦν ἄρα καὶ χρυσοῦν γένος καὶ νῆσοι μακάρων τινές , αὐτομάτας ἔχουσαι τροφάς , καὶ Ἡρακλέους κέρας καὶ Κυκλώπων βίος
3857266 ὀπασσε
πόλιν ὄφρα κομίζοι , παῖδα δ ' ἑὸν σφετέροισι κασιγνήτοισιν ὄπασσε : βῆ δ ' ὅγε Μαιναλίης ἄρκτου δέρος ἀμφίτομόν
πολυμήλου , τόν ῥα μάλιστα Ἑρμείας Τρώων ἐφίλει καὶ κτῆσιν ὄπασσε : τῷ δ ' ἄρ ' ὑπὸ μήτηρ μοῦνον
3846377 ὠτωεντα
δῶκε δ ' ἄγειν ἑτάροισιν ὑπερθύμοισι γυναῖκα καὶ τρίποδ ' ὠτώεντα φέρειν : αἱ διπλαῖ πρὸς τὴν διαφορὰν τοῦ ἄγειν
δῶκε δ ' ἄγειν ἑτάροισιν ὑπερθύμοισι γυναῖκα καὶ τρίποδ ' ὠτώεντα φέρειν : ὃ δ ' ἔλυεν ὑφ ' ἵππους
3828663 δικαιωϲ
Ἅγνωνα νῦν καὶ δῆμον η ? [ οὗτοϲ οὐ πλουτεῖ δικαίωϲ ἐνθάδ ' ὥϲτε ? [ κλαύϲεται . ἀλλὰ μὴν
! ] οϲ : ἐμη ? [ πῶϲ ] οὐ δικαίωϲ τοῖϲ ἐρωμένοιϲ ? [ ] ? ? ? [
3818573 παιδε
δὴ φάσκε Ποσειδάωνι μιγῆναι , καί ῥ ' ἔτεκεν δύο παῖδε , μινυνθαδίω δὲ γενέσθην , Ὦτόν τ ' ἀντίθεον
οὖν περόωντο μετὰ χρύσειον ἄεθλον Ἀργώης ἐπὶ νηὸς Ἰήσονι συμπονέοντες παῖδε Βορειόνεω Ζήτης Κάλαΐς τε κλεεννώ , οἰκτείραντε γέροντα κατέκτειναν
3798419 ἐερτο
δώματα πατρὸς χρύσεον ὅρμον ἔχων , μετὰ δ ' ἠλέκτροισιν ἔερτο . τὸν μὲν ἄρ ' ἐν μεγάρῳ δμῳαὶ καὶ
ἄρχουσα εἰ διαιροῖτο , εἰς δύο εε διαιρεῖται , εἶρτο ἔερτο , „ ἀτὰρ ἠλέκτροισιν ἔερτο „ , εἴργνυ ἐέργνυ
3784705 κυβω
δὲ ἀποκτείναντες τὸν Βόμβον ἐνίκησαν . Βέβληκ ' Ἀχιλλεὺς δύο κύβω καὶ τέτταρα : τοῦτο Εὐριπίδου ἐστί . Καὶ Ἀριστόξενος
δούλους χαλκέας ἢ τέκτονας . : βέβληκ ' Ἀχιλλεὺς δύο κύβω καὶ τέτταρα : τοῦτο Εὐριπίδου ἐστί . καὶ Ἀριστόξενος
3772968 χολωσαμεναι
ἀντόμεναι Θάμυριν τὸν Θρήικα παῦσαν ἀοιδῆς καὶ ἔτι αἱ δὲ χολωσάμεναι πηρὸν θέσαν , αὐτὰρ ἀοιδὴν θεσπεσίην ἀφέλοντο καὶ ἐκλέλαθον
ἀντὶ τοῦ εἰ καὶ αὐταί . . . αἱ δὲ χολωσάμεναι πηρὸν θέσαν : ἡ διπλῆ , ὅτι πηρόν οὐ
3769978 τεω
ἀλλὰ σύ γ ' αὐτὸς ἔλαυνε τέ ' ἅρματα καὶ τεὼ ἵππω , τὸν δὲ δ ' ἐγὼν ἐπιόντα δεδέξομαι
καὶ ἔτι τὰ ἀπ ' αὐτῆς , τεὰ ἅρματα καὶ τεὼ ἵππω . καὶ παρ ' Αἰολεῦσιν . Ἀλκαῖος ἐν
3761867 χοροϲ
οἴκαδ [ ' ἄπιμεν ] : ὁ τῶν πλουϲίων λέγει χορόϲ ⸐ καὶ γὰρ αἱ γυναῖκεϲ [ ] / ὅϲαι
εν ? δὲ τοῖϲ φαυλ [ ] ! ϲ ? χορόϲ ἐϲτι τα ? ! [ ] ται ? πᾶϲιν
3756800 δορυος
, καὶ ἐν ὑπερθέσει τοῦ υ γίνεται γουνός , δόρυ δόρυος καὶ ὁμοίως δουρός : τὸ γόνυ καὶ τὸ δόρυ
, καὶ οὕτως οὐδὲν ἀντίκειται : εἰ γὰρ ἀπὸ τοῦ δόρυος δουρός καὶ ἀπὸ τοῦ γόνυος γουνός καθ ' ὑπέρθεσιν
3755764 οὐλομενας
θʹ στένω σε ] καθ ' ὅλον καὶ μέρος τὰς οὐλομένας ] τὰς ἀξίας φθορᾶς ἢ φθαρτικάς † στένω σε
ἦν ἀδελφὸς τοῦ Κρόνου τοῦ πατρὸς τοῦ Διός . . οὐλομένας τύχας ] καθ ' ὅλον καὶ μέρος τὰς ἀξίας
3750608 οἰαι
ἑπτάποροι δὴ ταί γε μετ ' ἀνθρώποις καλέονται , ἓξ οἶαί περ ἐοῦσαι ἐπόψιαι ὀφθαλμοῖσιν . οὐ μέν πως ἀπόλωλεν
πως : ἑπτὰ δ ' ἐκεῖναι ἐπιρρήδην καλέονται , ἓξ οἶαί περ ἐοῦσαι ἐπόψιαι ὀφθαλμοῖσιν Ἁλκυόνη Μερόπη τε Κελαινώ τ
3745604 ἐρριζωσε
. Ἡ δὲ Κόρη ἀγωνιῶσα περὶ Κυζίκου , τὰς πέτρας ἐρρίζωσε , καὶ νῆσον ἐποίησεν , ἥτις ἀφ ' ἑνὸς
γῆν σκοπήσας ἀμφιδεξίῳ τρόπῳ ἔστησε πλῆθος χιλίανδρον τεκτόνων καὶ γῆθεν ἐρρίζωσε πυργηρουμένην πόλιν φυλάττειν τὰς στροφὰς στρατευμάτων . Ὅμηρε ,
3745285 προσσχες
ἀλλὰ μαρούλια ἀγοράσας καὶ ἐσθίων αὐτὰ πρὸς τὴν γωνίαν ἐπιστραφεὶς πρόσσχες , καὶ εὑρήσεις αὐτά . Σχολαστικῷ ἑταῖρος ἀποδημῶν ἔγραψεν
τὸν ἐνεστῶτα , τὸν παρεληλυθότα καὶ τὸν μέλλοντα : καὶ πρόσσχες μοι τὸν νοῦν : ἔχει γὰρ διδασκαλίαν ὁ λόγος
3725440 ἐστασεν
ὀκτὼ παρθένοισι πˈρὶν μέσον ἆμαρ , ἑλεῖν ὠκύτατον γάμον : ἔστασεν γὰρ ἅπαντα χορόν ἐν τέρμασιν αὐτίκ ' ἀγῶνος :
μὲν γὰρ ὅτι τούτου ἱερὸς ὁ τόπος : Ὀλυμπιάδα δὲ ἔστασεν Ἡρακλέης : ὅτι τὰς . . . μέμνηται ὡς
3716980 ἀνοιξασα
ὅταν ὀργάσῃ πρὸς σύλληψιν ἡ γύψ , τὴν φύσιν ἑαυτῆς ἀνοίξασα πρὸς βορέαν ἄνεμον , ὑπὸ τούτου ὀχεύεται ἐπὶ ἡμέρας
: τὸ ἐπικαμπές . ἕρκος : στόμα . ἐνιπλήσασα : ἀνοίξασα , ἐμβαλοῦσα : γράφεται δὲ καὶ ἐμπρήσασα , ἤως
3710844 παρειας
φάο μηδ ' ἐπίκευθε , χρῶτ ' ἀπονιψαμένη καὶ ἐπιχρίσασα παρειάς , μηδ ' οὕτω δακρύοισι πεφυρμένη ἀμφὶ πρόσωπα ἔρχευ
: Μέγας . . οἱ γὰρ συρίζοντες ὄφεις μεγάλας ἔχουσι παρειάς . Θ . εἶδος ὄφεως ἀπὸ τοῦ ἐπαίρειν .
3707582 ὑπερθυμοισι
κατὰ μέρος ἄρχοντάς φησιν . . . . . . ὑπερθύμοισι Γιγάντεσσιν . ὡς ἔθνους τινὸς τῶν γιγάντων μέμνηται γενναίου
ἀρίστη , ὁπλοτάτη θυγάτηρ μεγαλήτορος Εὐρυμέδοντος , ὅς ποθ ' ὑπερθύμοισι Γιγάντεσσιν βασίλευεν . ἀλλ ' ὁ μὲν ὤλεσε λαὸν
3685393 τομα
ἐργάζονται . ὁ μισθός : ὁ δοθησόμενος ὑμῖν . ἁ τομά : φησὶ δεῖν ἀπεστραμμένην τοῦ ἀνέμου κεῖσθαι ὑπὲρ τοῦ
: οὕτω γὰρ ἂν λιπαρὸς διαμένοι ὁ καρπός . ἁ τομά : παρατετηρημένως λέγει τοὺς τὰς ἀμάλας θημονοθετοῦντας οὕτω τιθέναι
3684505 ἠνθε
ἄρχετε βουκολικᾶς , Μοῖσαι , πάλιν ἄρχετ ' ἀοιδᾶς . ἦνθέ γε μὰν ἁδεῖα καὶ ἁ Κύπρις γελάοισα , λάθρη
ἐχθές , οὔτ ' ἐγὼ αὖ τήνῳ . ἀλλ ' ἦνθέ μοι ἅ τε Φιλίστας μάτηρ τᾶς ἁμᾶς αὐλητρίδος ἅ
3676875 ναιετε
γένους ἐπίσκοποι , ἐπακούσατέ μου νῦν εὐχομένου . . αἵτε ναίετε καλλίπωλον ἕδραν : ἱππικοὶ λέγονται οἱ Ὀρχομένιοι . Ἐργῖνος
κεχρημένον ἠδὲ δόμοιο , οἳ πόλιν αἰπεινὴν Κύμην ἐριώπιδα κούρην ναίετε , Σαρδήνης πόδα νείατον ὑψικόμοιο : ἀμβρόσιον πίνοντες ὕδωρ
3675645 ταυροιο
τε χύτλα καὶ εὐχωλὰς μειλίγματ ' ἐνὶ χθονὶ χεύῃ θελγομένου ταύροιο κλυτοῦ μένει ἠελίοιο , καὶ τότε δὴ πεφύλαξο πόλει
μὲν πρῶτα φερέσβιος ἀλφίτου ἀκτή , αἷμα δ ' ἐπὶ ταύροιο , θαλάσσης θ ' ἁλμυρὸν ὕδωρ . Στέψασθαι δ
3674412 τουτει
καὶ περισπᾶται , καὶ διὰ τῆς ει διφθόγγου γράφεται : τουτεῖ : τινεῖ : αὐτεῖ : ἐκεῖ . Τὰ κατὰ
] κ [ ] ν Ἁφαιϲτ ? [ ] νεϲ τουτεῖ γ ? ! [ ] μάλιϲτα . κ !
3663112 κορωνιδας
, πολλὰ δὲ μύρσινα φύλλα καὶ ῥοδίνους στεφάνους ἴων τε κορωνίδας οὔλας . καὶ Ἀλκμάν . ἔτι δὲ Κάνθαρος ἐν
, πολλὰ δὲ μύρσινα φύλλα καὶ ῥοδίνους στεφάνους ἴων τε κορωνίδας οὔλας . λιθαργύρεον ποδανιπτῆρα οὐκ ἔστ ' ἔτυμος λόγος
3658510 σελανα
οὐδ ' ἂν ὁ ἅλιος ἦν , οὐδ ' ἁ σελάνα , οὐδ ' οἱ πλάνατες ἀστέρες , οὐδ '
Μικρὰν Ἰλιάδα πεποιηκώς , μεσάτα , λαμπρὰ δ ' ἐπέτελλε σελάνα . ἕτεροι δὲ Σκιροφοριῶνος τῆι αὐτῆι ἡμέραι . .
3648638 ἐκειρον
αὑτούς , πάλιν ἀφικόμενοι εἰς τὴν χώραν καὶ ἐνέδρας προκαθίσαντες ἔκειρον τὴν χώραν τὴν Ἀβδηριτῶν οὐ πόρρω τῆς πόλεως ,
δηλήσεται ὀξέϊ χαλκῷ , ἀνδρῶν μνηστήρων κεχολωμένος , οἵ οἱ ἔκειρον κτήματ ' ἐνὶ μεγάροις , σὲ δὲ νήπιοι οὐδὲν
3647924 κατεβαλλετο
χρυσίον . εἰ μὲν γὰρ ἡ μαρτυρία ἡ τοῦ Λάμπιδος κατεβάλλετο ἐνταῦθα , ἴσως ἂν ἔφασαν οὗτοι δίκαιον εἶναι ἐπισκήπτεσθαί
. καὶ γὰρ βοῦς ἐζεύγνυτο καὶ ἄροτρον εἵλκετο καὶ σπέρμα κατεβάλλετο καὶ ἀνῄει στάχυς , καὶ θεριστὴς καὶ ἅλως ,
3641240 δεσματα
Ἔργμοσι : ἔργμασιν . Δεινή : σοφή . Ἅμματα : δέσματα . Ἐνθάδε πάντων ἰχθύων πάντα γένη , Ὁ γράψας
λινοπτερύγων : ἐκ τῶν τὰς πτέρυγας λινοῦ . Ἅμματα : δέσματα . Τέθηλεν : θάλλει . ὀπωρολόγοιο : ὁ τοὺς
3636316 Φαισυλη
Ἡ . γάρ φησι περὶ αὐτῶν : νύμφαι Χαρίτεσσιν ὁμοῖαι Φαισύλη ἠδὲ Κορωνὶς ἐυστέφανός τε Κλέεια Φαιώ θ ' ἱμερόεσσα
ὑπὲρ δύο συλλαβὰς βαρυτονεῖται , οἷον κορδύλη , Δαμύλη , Φαισύλη δοκεῖ δὲ αὕτη μία τῶν τιθηνησαμένων τὸν Διόνυσον ,
3635236 καθειμενον
δίδοτε ταῖς ὄψεσιν : διὰ βοστρύχων δὲ εἶπεν , ἐπειδὴ καθειμένον ἔχουσι τὸν πλόκαμον μέχρι τῶν παρειῶν ὡς ἂν παρθένοι
γῇ . ἐσκευασμένος δὲ ἦν ὁ Πέρσης , δέρμα ἔχων καθειμένον εἰς τύπον τοῦ τε πώγωνος καὶ τοῦ στόματος ὡς
3634519 ἀδελφεοι
. Ἐξ Ἄργεος ἔφυγον ἐς Ἰλλυριοὺς τῶν Τημένου ἀπογόνων τρεῖς ἀδελφεοί , Γαυάνης τε καὶ Ἀέροπος καὶ Περδίκκης : ἐκ
λέγει αὐτῷ : τρεῖς γάρ τ ' ἐκ Κρόνου εἰμὲν ἀδελφεοί , οὓς τέκε Ῥέα , Ζεὺς καὶ ἐγώ ,
3632009 Μοϲχιων
! ! ! πραττο ! ! ! ! [ τὸν Μοϲχίων ? ? ? ? ' ε ? [ πεοευρ
' ἄρα παρέϲται δαιτυμὼν οὐθεὶϲ ὅλωϲ ; ἥξει Φιλῖνοϲ , Μοϲχίων , Νικήρατοϲ , ὁ δεῖν ' , ὁ δεῖνα
3631710 διαλλασσοντα
ἐνεχθῇ , νῦν δὲ ἡ ὀξεῖα , γενήσεται [ ] διαλλάσσοντα τὰ πάθη . * ἀλλὰ γὰρ ? καὶ παρ
ἀθάνατ ' εἶναι , ζωρά τε τὰ πρὶν ἄκρητα , διαλλάσσοντα κελεύθους . ὅτι παρὰ πολλοῖς κεῖται κύαθος ὁ ἀντλητήρ
3623012 κρανας
τάκῃ . ἀμφότεροι παγαῖς πεφιλημένοι : ὃς μὲν ἔπινε Παγασίδος κράνας , ὃ δ ' ἔχεν πόμα τᾶς Ἀρεθοίσας .
: τό μευ νάκος ἐχθὲς ἔκλεψεν . οὐκ ἀπὸ τᾶς κράνας ; σίττ ' , ἀμνίδες : οὐκ ἐσορῆτε τόν
3615293 βασιληιδα
οὖσαν , μωλυθεῖσα καθαίρει ἀνεγκλήτως καὶ ἀλύπως . Πασάων βοτανῶν βασιληίδα δίζεο , κοῦρε , Σειρίου ἀντέλλοντος , ὅτε σκυλακόδρομος
Ἀπόλλων εἰς Λιβύην πέμπει καλλιστέφανον Κυρήνης εὐρείης ἄρχειν καὶ ἔχειν βασιληίδα τιμήν . ἔνθα σε βάρβαροι ἄνδρες , ἐπὰν Λιβύης
3601692 βεβληκ
' ἡγώμεθα , τὰ δ ' ὄντα πίστ ' ἄπιστα βέβληκ ' Ἀχιλλεὺς δύο κύβω καὶ τέσσαρα πεσεῖν ἐς εὐνὴν
ἧτταν δηλοῦσιν . καὶ τὸ παρ ' Εὐριπίδῃ τοιοῦτον : βέβληκ ' Ἀχιλλεὺς δύο κύβω καὶ τέτταρα . τριῶν γὰρ
3594334 ινον
! ! ] [ ] ον Διὸς μεγίστου [ ] ινον ? Βρόμιόν τε χορευτάν [ ] εύιον ? ?
] ] ύ γα ] πάλιν ] καλώϲ ] ] ινον : ουτω : ] ! ] ! [ ]
3591622 βουγαϊε
μεγάλως ἐφορῶσα , ἐπεὶ καὶ τὸν Δία εὐρύοπα λέγει . βουγάϊε . δὶς κέχρηται τῇ λέξει ὁ ποιητής , ἐν
Α . . . . . . . , . βουγάϊε . , βουγήϊε . Ν . , . .
3589874 παρηιδας
ἐγὼ ῥινούς τε βοῶν περίειμι ταμέσθαι ἀζαλέας , ἀνδρῶν τε παρηίδας αἵματι φύρσαι . ” Ὧς ἔφατ ' : αὐτὰρ
αἵ οἱ ἀτημελίῃ καταειμέναι ἠερέθοντο : αὐσταλέας δ ' ἔψηχε παρηίδας , αὐτὰρ ἀλοιφῇ νεκταρέῃ φαίδρυνε πέρι χρόα : δῦνε
3585827 κωδυαι
ἐστιν , ὅταν εἰς τὸ ἥμισυ τοῦ ὕδατος ἑψηθῶσιν αἱ κωδύαι . καὶ διὰ τοῦ γλυκέος δὲ σιραίου τε Κρητικοῦ
ὅλαι τακεραὶ γένωνται : καὶ οὕτως ἐκθλιβέσθωσαν καὶ ῥιπτέσθωσαν αἱ κωδύαι . τῷ δ ' ὕδατι μιγνύσθω μέλιτος ἥμισυ μέτρον
3570672 θυμιατε
ἐν ἀφνειῷ Κορίνθῳ , αἵτε τὰς χλωρᾶς λιβάνου ξανθὰ δάκρη θυμιᾶτε , πολλάκι ματέρ ' Ἐρώτων οὐράνιαι πτάμεναι νόημα ποττὰν
καὶ Πίνδαρος : αἵ τε τὰν χλωρὰν λίβανον ξανθὰ δάκρυα θυμιᾶτε . ⌋ Λιβδοῦμεν : ἀπὸ τῆς λιβάδος , οἱονεὶ
3568919 πλειτω
οὐ γὰρ ἡμῶν γε στρατηγῶν ἐγχανεῖται τῇ πόλει . ἀλλὰ πλείτω χωρὶς αὐτὸς ἐς κόρακας , εἰ βούλεται , τὰς
Οὐ γὰρ ἡμῶν γε στρατηγῶν ἐγχανεῖται τῇ πόλει : ἀλλὰ πλείτω χωρὶς αὐτὸς ἐς κόρακας , εἰ βούλεται , τὰς
3566685 περιτεμνεται
υἱὸν Κρόνος Οὐρανῷ τῷ πατρὶ ὁλοκαρποῖ , καὶ τὰ αἰδοῖα περιτέμνεται , ταὐτὸ ποιῆσαι καὶ τοὺς ἅμ ' αὐτῷ συμμάχους
ἂν τόσση μιν ὑποδράμοι : αὐτὰρ ἑκάστη ἴση μετρηθεῖσα δύω περιτέμνεται ἄστρα . Ζωϊδίων δέ ἑ κύκλον ἐπίκλησιν καλέουσιν .
3563816 προσθα
ἀναγκαίως τοῦ ν ἀποστάντος , καθότι καὶ ἐπὶ τοῦ πρόσθεν πρόσθα , ἔνερθεν ἔνερθα . Τῇ αὐτῇ ἀκολουθίᾳ σκεπτέον καὶ
ὄπισθεν ὄπισθα : ὁ δ ' ἐξύπισθα κασταθείς : πρόσθεν πρόσθα : καὶ παρ ' Ἀλκμᾶνι οὕτω δεκτέον τὴν συναλοιφήν
3563139 πωυ
ἐπιόντες αἷμα μέλαν πίνουσιν , ἅπαν δ ' ὀλέκουσι μένοντες πῶυ , κακὴν δ ' ἄρα δαῖτα λυγρῷ τεύχουσι νομῆι
, μὴ κατίδῃ τις μηλογενὲς . . . . . πῶυ λιπόντα . . ἀνάγκαις ξηρὸν ἐν ξηροῖς Ἀρισταίου μελιρρύτοισι
3562964 Θηβῃσιν
κυσαμένην Σεμέλην τεκέειν Διὶ τερπικεραύνῳ , ἄλλοι δ ' ἐν Θήβῃσιν , ἄναξ , σε λέγουσι γενέσθαι , ψευδόμενοι :
. τοῦ γε μὴν ἑτέρου ὑποδείγματά ἐστι τοιαῦτα , Θήβηθεν Θήβῃσιν , Ἀθήνηθεν Ἀθήνῃσιν , θύρηθεν θύρῃσι . Τὰ διὰ
3555312 λευκ
ὅτι τὸν ἀποτετμημένον τόπον τέμενος λέγει . . δεῖπνον ἐρίθοισιν λεύκ ' ἄλφιτα πολλὰ πάλυνον : ἡ διπλῆ ὅτι δεῖπνον
, τέσσαρα δ ' Ἡφαίστοιο : τὰ δ ' ὀστέα λεύκ ' ἐγένοντο . εἰ δὲ τοῖς ὀστέοις κατὰ τὸν
3555099 ἑτερο
δὲ ταύτην , ἄπειρον ἄρτιον πλῆθος ἀριστερὸν θῆλυ καμπύλον σκότος ἑτερό - μηκες κινούμενον κακόν . αὗται μὲν οὖν αἱ
δὲ ταύτην , ἄπειρον ἄρτιον πλῆθος ἀριστερὸν θῆλυ καμπύλον σκότος ἑτερό - μηκες κινούμενον κακόν . αὗται μὲν οὖν αἱ
3553713 κασσιτεροιο
κυλλοποδίων , τὰς δύο χαλκείας , δύο δ ' ἔνδοθι κασσιτέροιο , τὴν δὲ μίαν χρυσῆν , τῇ ῥ '
οἶμοι ἔσαν μέλανος κυάνοιο , δώδεκα δὲ χρυσοῖο καὶ εἴκοσι κασσιτέροιο : κυάνεοι δὲ δράκοντες ὀρωρέχατο προτὶ δειρὴν τρεῖς ἑκάτερθ
3553562 σανδυκος
, στυπτηρίας σχιστῆς , σινωπίτιδος ἀνὰ δραχ . β . σάνδυκος δραχ . α . οἴνῳ ἀνάπλασσε καὶ χρῶ σὺν
ἐξαλειφομένοις συνίσταται , # κδ , κηροῦ τὸ αὐτό , σάνδυκος τὸ ἥμισυ καὶ σανδαράκης τὸ αὐτό , τερεβινθίνης τὸ
3542663 σταδα
καὶ πίονας αἶγας βλύζει τὸ ῥεῖθρον εὐμενὲς τὸ τῶν χαρίτων στάδα λίμνην κλάδα χρυσεόκαρπον ὀλίγος δ ' ἄμητος ἦεν ὅτε
, ὅς κεν ἅδηισι : Τίρυνς οὐδέ τι τεῖχος ἐπήρκεσε στάδα λίμνην κλάδα χρυσεόκαρπον ἁμὲς δὲ ϝειρήναν : τόδε γὰρ
3540960 ἰδε
θεωρήσων τὰς ἐμὰς δυστυχίας καὶ συλλυπούμενος τοῖς ἐμοῖς κακοῖς ; ἴδε οὖν θέαμα , τόνδε ἐμὲ τὸν φίλον τοῦ Διός
δ ' ἐμὸν βίον ὠρφάνισεν τλάμων . † ἴδε γὰρ ἴδε βλέφαρον καὶ † παρατόνους χέρας . ὑπάκουσον ἄκουσον ,
3540239 ὀπωπαμεν
ὁμοίου τὸ ὅμοιον καταλαμβάνεσθαι πέφυκεν : γαίῃ μὲν γὰρ γαῖαν ὀπώπαμεν , ὕδατι δ ' ὕδωρ , αἰθέρι δ '
ψυχὴν ἀπεφήνατο , οὕτω λέγων : γαίῃ μὲν γὰρ γαῖαν ὀπώπαμεν , ὕδατι δ ' ὕδωρ , αἰθέρι δ '
3537026 ἐννοσιγαιε
Ποσειδῶνος ὄντος ; Ναί , ἀλλὰ σὲ μέν , ὦ ἐννοσίγαιε , χαλκοῦν ὁ Λύσιππος καὶ πτωχὸν ἐποίησεν , οὐκ
πόντοιο βαθυστέρνοιο θέμεθλα , ποντομέδων , ἁλίδουπε , βαρύκτυπε , ἐννοσίγαιε , κυμοθαλής , χαριδῶτα , τετράορον ἅρμα διώκων ,
3535534 πηχεας
ἐπὶ Μοίριος βασιλέος , ὅκως ἔλθοι ὁ ποταμὸς ἐπὶ ὀκτὼ πήχεας τὸ ἐλάχιστον , ἄρδεσκε Αἴγυπτον τὴν ἔνερθε Μέμφιος :
τοῦ ᾠοῦ γίνεται , αὐξανόμενος δὲ γίνεται καὶ ἐς ἑπτακαίδεκα πήχεας καὶ μέζων ἔτι . Ἔχει δὲ ὀφθαλμοὺς μὲν ὑός
3531939 ἐσταθησαν
Ἐπιψαύσασα : πλησιάσασα . ἐσσυμένους : ὡρμημένους . Ἔσταν : ἐστάθησαν , ἔστησαν , ἀλλοπαθὲς τὸ σχῆμα : δυϊκῶς γάρ
ἀνδριᾶσι κύριον εἶναι δεῖ τὸν χρόνον , ἐφ ' ὃν ἐστάθησαν : ἔστι δὲ οὗτος πᾶς ὁ λοιπὸς χρόνος .
3530391 ὑπεσταλμενου
: τὰ γὰρ σύμφωνα οὔτε δασεῖαν ἐπιδέχονται οὔτε ψιλήν , ὑπεσταλμένου τοῦ ρ , τοῦτο γὰρ πέφυκε καὶ δασύνεσθαι ,
καὶ ἡ φυγάς , ὁ Ἀρκάς καὶ ἡ Ἀρκάς , ὑπεσταλμένου τοῦ ἀνδριάς ἀνδριάντος καὶ ἱμάς ἱμάντος , ἅτινα καὶ
3529588 ὀξυνομεναι
χρόνους τὴν ὀξεῖαν . καὶ αἱ τοῦ τρίτου προσώπου πληθυντικαὶ ὀξυνόμεναι ἐγκλίνονται : καί σφων , καί σφιν , καί
τοῦ ἀριθμοῦ περισπώμενον ὑγιῶς : αἱ γὰρ εἰς εις λέξεις ὀξυνόμεναι , καὶ ἔχουσαι εἰς εν οὐδέτερον μετοχαί εἰσιν :
3525760 ἐμονομαχησεν
μὲν γὰρ ὁ Λοκρὸς οὐκ ἐμονομάχησεν , ὁ δὲ Σαλαμίνιος ἐμονομάχησεν . μὴ συνωνύμως , ἵνα μὴ εἴπω ἄνθρωπος βαδίζει
γὰρ ἀμφοτέρας ἀληθεύειν , οἷον ἔστω ὁμώνυμον τὸ ὑποκείμενον Αἴας ἐμονομάχησεν Ἕκτορι Αἴας οὐκ ἐμονομάχησεν Ἕκτορι , καὶ ἐγχωρεῖ τὰς
3522358 φαεννας
. ἐπεὶ τὸ κλεινὸν ἤλθομεν Φοίβου πέδον , τρεῖς μὲν φαεννὰς ἡλίου διεξόδους θέαι διδόντες ὄμματ ' ἐξεπίμπλαμεν . καὶ
ἀφῖγμαι κἀπὶ κινδύνου βάθρα . σύ τ ' , ὦ φαεννὰς ἀστέρων οἰκῶν ἕδρας Ζεῦ ξένι ' , ὅρα τάδ
3518252 μετρηθεισα
, ἑξάκις ἂν τόσση μιν ὑποδράμοι : αὐτὰρ ἑκάστη ἴση μετρηθεῖσα δύω περιτέλλεται ἄστρα οὐ γραμματικοῦ τοῦτο νοῆσαι , ὅτι
τοῦ λίθου δυνάμει . Ἀλλὰ οὖσα πρώτη φύσις καὶ οὐ μετρηθεῖσα οὐδὲ ὁρισθεῖσα ὁπόσον δεῖ εἶναιταύτῃ γὰρ αὖ ἡ ἑτέρα
3515789 ἑτερω
μὲν τᾶς ταὐτῶ φύσιος εἶμεν , τὰ δὲ τὰς τῶ ἑτέρω . ὧν τὰ μὲν ἔξωθεν ἄγει πάντα ἐν αὐτοῖς
τὰν καθ ' ἁμέραν κίνασιν , τὰ δὲ τᾶς τῶ ἑτέρω ἐντὸς ἀπὸ ἑσπέρας [ τὰ ] ποθ ' ἕω
3506535 ἐσχεθεν
ζωὴν φαγέειν μενοεικέα πολλήν : ἀλλ ' Ὀδυσεὺς κατέρυκε καὶ ἔσχεθεν ἱεμένους περ . τοῦ νῦν οἶκον ἄτιμον ἔδεις ,
Δάμασον κυνέης διὰ χαλκοπαρῄου : οὐδ ' ἄρα χαλκείη κόρυς ἔσχεθεν , ἀλλὰ διὰ πρὸ αἰχμὴ χαλκείη ῥῆξ ' ὀστέον
3498337 βαρυνονται
ὀδούς , ταῦτα γὰρ ὀξύνονται : εἰ δὲ ὦσι σύνθετα βαρύνονται , οἷον εὔπλους εὔχρους εὔνους σύννους Ἀλκίνους Οἰδίπους :
εἰς ΩΝ σύνθετα ἀπὸ ἁπλῶν , συντεθειμένα ῥητὰ ἀπὸ βαρυτόνων βαρύνονται : Ἀνακρέων Χα - μαιλέων . τὰ δὲ ἀπὸ
3497420 ναιεταωσας
Κρητικὴ ἐμφαίνει καὶ Ὅμηρος λέγων : τὰς πόλεις αὐτῶν εὖ ναιεταώσας καὶ Ἀρχίλοχος ἐν οἷς ἐπισκώπτων τινά φησι : νόμος
ἵνα παρέχωμεν τῷ ὄντι καθ ' Ὅμηρον τὰς πόλεις εὖ ναιεταώσας , ὑπὸ μόνων τῶν μακαρίων οἰκουμένας , ἐντὸς δὲ
3494975 Σκαμανδρος
τοῖς ἀνθρώποις ὄνομα : καὶ τὸν ποταμὸν εἰπὼν ὅτι οὐ Σκάμανδρος ἀλλὰ Ξάνθος ὀνομάζοιτο παρ ' αὐτοῖς , οὕτως ἤδη
κυδρός . καὶ Ὅμηρος : ἧχι ῥοὰς Σιμόεις συμβάλλετον ἠδὲ Σκάμανδρος . οἱ δὲ περὶ τὸν Εὔρυτον , Ἀντιανείρας τῆς
3493475 Φιλοτης
. . δαίμων , ὅτε τοῦ Νείκους ἐπεκράτει λοιπὸν ἡ Φιλότης , ταῦτά τε . . . ἐξεγένοντο . ἐπὶ
τ ' οὐλόμενον δίχα τῶν , ἀτάλαντον ἁπάντηι , καὶ Φιλότης ἐν τοῖσιν , ἴση μῆκός τε πλάτος τε :
3482610 ἠρασσατο
καὶ ἡ Φρυγία . . . . τάων καὶ Βορέης ἠράσσατο : ἡ διπλῆ ὅτι ἐλλείπει τὸ τινῶν , τούτων
γείνατο δὲ ῥαδαλῇς ἐναλίγκιον ἀρκεύθοισι Βυβλίδα . τῆς ἤτοι ἀέκων ἠράσσατο Καῦνος . * * * * * * *
3482429 λογω
. πέμπτα δέ , ὅτι πολλοὶ οὐ συγγενόμενοι σοφισταῖς ἄξιοι λόγω γεγένηνται . ἐγὼ δὲ κάρτα εὐήθη νομίζω τόνδε τὸν
ἀποδεικτὰ καὶ τὰ καθόλω τὰ ὑπὸ τῶ νόω διὰ τῶ λόγω καταλαμβανόμενα ” . ἐν δὴ τούτοις μεῖζον μὲν λέγει
3482199 ἀγρει
ἐξαποδίωμαι ; Τὴν δ ' ἀπαμειβόμενος προσέφη νεφεληγερέτα Ζεύς : ἄγρει μάν οἱ ἔπορσον Ἀθηναίην ἀγελείην , ἥ ἑ μάλιστ
Τὰ εἰς τρει καὶ γρει διὰ διφθόγγου γράφονται : οἷον ἄγρει ἀντὶ τοῦ ἄγε . Τὰ εἰς χρι διὰ τοῦ
3480900 μενεαινετε
, καὶ ἴαχεν ἐσσυμένοισιν : “ Τίπτε παρὲκ μεγάλοιο Διὸς μενεαίνετε βουλήν Αἰήτεω πτολίεθρον ἄγειν θρασὺν Ἡρακλῆα ; Ἄργεΐ οἱ
δυσμενέοντες : εἰ δ ' ἤδη μ ' αὐτὸν κτεῖναι μενεαίνετε χαλκῷ , καί κε τὸ βουλοίμην , καί κεν
3480157 ἐλλεβοροι
καὶ ὁ τοῦ νίτρου ἀφρὸς καὶ τὸ βερενίκειον , καὶ ἐλλέβοροι ἀμφότεροι καὶ τὸ δάφνινον ἔλαιον καὶ τὰ ἀλκυόνια καὶ
καὶ τῶν ἄλλων ὀστρέων κεκαυμένα τὰ ὄστρακα ἀλκυόνιά τε καὶ ἐλλέβοροι καὶ ἡ τῆς βρυωνίας ῥίζα . βουλόμενος δ '
3471971 ἐμβεβλημενον
. οὕτω φαίνεται [ τὸ ] πρὸς λόγον τὸ μέν ἐμβεβλημένον καὶ τὸ ἀλαθέως ὀρθῶς ἐπ ' ἐσχάτῳ κείμενον :
σῦριγξ καὶ χνόη τὸ εἰς τὴν ὀπὴν ἔνθα ὁ τροχὸς ἐμβεβλημένον ξύλον . τὸ δὲ χνόαι βαρύτονον : τὰ εἰς
3460335 νασῳ
' εὐπλόκαμος [ νύμφα - ] [ φερεκυδέϊ ] [ νάσῳ ] [ – ˘˘ – ] πρύτανιν [ –
Ἀσίας οὐκ ἐπακούω , οὐδ ' ἐν τᾷ μεγάλᾳ Δωρίδι νάσῳ Πέλοπος πώποτε βλαστὸν φύτευμ ' ἀχείρωτον αὐτοποιόν , ἐγχέων
3456566 ἠρεμω
τῆς εἰς α προσειληφέναι τὸ ς . ὡς γὰρ τῷ ἠρεμῶ τὸ ἠρέμα παράκειται , τῷ σιγῶ τὸ σῖγα ,
ἀδείας , τουτέστιν ἀδεῶς καὶ ἀφόβως . καὶ σχολάζω τὸ ἠρεμῶ καὶ ἡσυχίαν ἔχω , ὅπερ συντάσσεται μετὰ γενικῆς ,
3456188 μισεω
Μίκωνος αἰεὶ φοιτῶσαι τὰ ποθέσπερα ῥαγίζοντι . καὶ γὰρ ἐγὼ μισέω τὼς κανθάρος , οἳ τὰ Φιλώνδα σῦκα κατατρώγοντες ὑπανέμιοι
γίνεται δὲ καὶ ἀβακίζω : φησὶν Ἀνακρέων : ἐγὼ δὲ μισέω πάντας , οἳ χθονίους ἔχουσι ῥυθμούς , καὶ χαλεπῶς
3453513 ἐπευχομενος
, τὸν δ ' ἐν πυρὶ δῃωθέντα : καί τις ἐπευχόμενος τοῖον ποτὶ μῦθον ἔειπε : Νῦν πάντεσσιν ἄελπτον ἀπ
καὶ μορφὴν δ ' ἀλλάξαντα πατὴρ φίλον υἱὸν ἀείρας σφάζει ἐπευχόμενος μέγα νήπιος : οἱ δ ' ἀπορεῦνται λισσόμενον θύοντες
3448217 Ἐριννυας
ὡς ἔθος τῶν θεῶν ποιησαμένη : ἀπροόπτως δὲ ἰδοῦσα τὰς Ἐριννύας κύκλωι τοῦ Ὀρέστου καθευδούσας πάντα μηνύει τοῖς θεαταῖς ,
καὶ τὸν πίθηκον οὖν καλλίαν προσηγόρευσαν : οὕτω καὶ τὰς Ἐριννύας Εὐμενίδας λέγουσιν . Κανθάρου μελάντερος : ἐπὶ τῶν καθ
3444664 αἰθοπος
] γάρ κεν πρὶν τοῦτο κατὰ ? [ στένος ] αἴθοπος [ ὁρμήν ] οἴνου ἐρωήσαιτε καὶ ἐκ κακότητα φύγοιτε
πολύμορφον ἄγων μιξόχροα κύκλον . Καὶ πρόμος Ἠελίοιο , προάγγελος αἴθοπος Ἠοῦς , ἀστερόεις ἀνέτειλεν Ἑωσφόρος ἡδὺ φαείνων , λαμπάδα
3444174 περιτρεχει
μακρὸν ἀγκῶνα τῆς ἀοικήτου . οὕτως , καθὼς εἴπομεν , περιτρέχει ὁ ὠκεανὸς πᾶσαν τὴν γῆν , τοιοῦτος ὑπάρχων καὶ
καὶ κωμικῆς βωμολοχίας καταπέπλησται τὰ συγγράμματα , καὶ ἡ κομψότης περιτρέχει πανταχοῦ διακονουμένη τοῖς λόγοις , καὶ ὃ πάντες οἱ
3438486 παγετον
: Θήβη , ἥβη , στίβη : σημαίνει τὸν ὀρθρινὸν παγετόν : λώβη : τὸ δὲ λαβὴ ὀξύνεται , ἐπειδὴ
ὁ ἥλιος , καὶ τοῦτον τὸν λέοντα , ἤτοι τὸν παγετόν , νικήσας διέλυσε . . Κητὼ δ ' ὁπλότατον

Back