| πότερον ὄρνις : ὁ μῦθος δὲ λέγει τὸν Ἄργον εἰς ταῶνα μεταβεβλῆσθαι . διὰ τοῦτό φησι , πότερον ὄρνις εἶ | ||
| τῷ ταῶνι : τὸν Ξενοφῶντα , τὸν Ποσειδῶνα , τὸν ταῶνα : ὦ Ξενοφῶν , ὦ Πόσειδον , ὦ ταῶν |
| Ἀπολλόδωρος . . . . . : [ Τᾶς καλλιδίφρου Ἀθαναίας ] Οὐ μόνον γὰρ παρθένοι ὕφαινον , ὥς φησιν | ||
| διὰ τοὺς Θησέως παῖδας Ἀκάμαντα καὶ Δημοφῶντα : τᾶς καλλιδίφρου Ἀθαναίας : οὐ μόνον γὰρ παρθένοι ὕφαινον , ὥς φησιν |
| δευρυμμεκρητασπ † ? ? ? ! [ ] ! ναῦον ἄγνον ὄππαι [ ] χάριεν μὲν ἄλσος μαλίαν [ ] | ||
| καὶ λύγον καλοῦσιν . ἔστι δὲ καὶ εἶδος ὀρνέου . ἄγνον , οὐχὶ λύγον καλοῦσιν . καὶ ἀρσενικῶς . Πλάτων |
| ὡς ἔθος τῶν θεῶν ποιησαμένη : ἀπροόπτως δὲ ἰδοῦσα τὰς Ἐριννύας κύκλωι τοῦ Ὀρέστου καθευδούσας πάντα μηνύει τοῖς θεαταῖς , | ||
| καὶ τὸν πίθηκον οὖν καλλίαν προσηγόρευσαν : οὕτω καὶ τὰς Ἐριννύας Εὐμενίδας λέγουσιν . Κανθάρου μελάντερος : ἐπὶ τῶν καθ |
| φέρουσι τὴν Ὀρέστειαν αἱ διδασκαλίαι , Ἀγαμέμνονα , Χοηφόρους , Εὐμενίδας , Πρωτέα σατυρικόν . Ἀρίσταρχος καὶ Ἀπολλώνιος τριλογίαν λέγουσι | ||
| συγγενεῖ φόνῳ , δηλονότι ἃς κατευτελίζεις καὶ οὐ θέλεις καλεῖσθαι Εὐμενίδας λέγων εὐπαίδευτα δ ' ἀποτρέπου λέγειν , ἤτοι ἀπόφευγε |
| τοξεύσας αὐτὸν περὶ ποταμὸν Ἀνθεμοῦντα . ἦν δὲ ὁ Γηρυόνης Χρυσάορος παῖς καὶ θυγατρὸς Ὠκεανοῦ Καλλιρόης . δύο δὲ δένδρα | ||
| ἔστι καὶ ἄλλη Καρίας , ἣν Ἰδριάδα ἀπὸ Ἰδριέως τοῦ Χρυσάορος . τὸ ἐθνικὸν Εὐρώπιος ὡς Ὠρώπιος . Εὔταια , |
| λεπταὶ ῥήσιες Ἡσιόδου μουσοπνόων στομάτων . Ὡς δὲ ποιητὴς τὰς Μούσας καλεῖ ἵνα δόξῃ τὸ ποίημα εἶναι Μουσῶν . Ὁ | ||
| ἢ καὶ εἰς τὸν ἔπειτα χρόνον ἔσονται τὴν περὶ τὰς Μούσας παιδείαν τε καὶ παιδιάν , οἰόμεθα ἐξέσεσθαι τοῖς ποιητικοῖς |
| οἶδε γὰρ τὰς ψεκάδας δηλῶσαι , ψιάδας λέγων : ” αἱματοέσσας δὲ ψιάδας ” . ὀθόνη Γ . . . | ||
| , οὐδ ' ἀπίθησε πατὴρ ἀνδρῶν τε θεῶν τε : αἱματοέσσας δὲ ψιάδας κατέχευεν ἔραζε παῖδα φίλον τιμῶν , τόν |
| ὅστις οὐκ ἀκοῇ μὲν ἤρα , ἀκοῇ δὲ ἀνιάσεται . Ἡλιάδας μὲν δὴ λέγεται πενθούσας τὸν ἀδελφὸν τελευτώσας αἰγείρων ἀλλάξασθαι | ||
| τὴν φωνὴν δι ' ὧν καταδέχονται , τὰς δὲ ὁράσεις Ἡλιάδας κούρας κέκληκε , δώματα μὲν Νυκτὸς ἀπολιπούσας διὰ τὸ |
| γίνεται τροπῇ τοῦ ι εἰς α ἡ αἰτιατικὴ Λητόα καὶ Σαπφόα . Καὶ ἔστιν εἰπεῖν , ὅτι ἡ Λητόα καὶ | ||
| εὐγενέος εὐγενοῦς τὸν εὐγενέα τὸν εὐγενῆ , Σαπφόος Σαπφοῦς τὴν Σαπφόα τὴν Σαπφώ , Λητόος Λητοῦς τὴν Λητόα τὴν Λητώ |
| , Πυθοδώρου τέχνη Θηβαίου , φέρει δὲ ἐπὶ τῇ χειρὶ Σειρῆνας : τὰς γὰρ δὴ Ἀχελῴου θυγατέρας ἀναπεισθείσας φασὶν ὑπὸ | ||
| ὃν ἁρπάσασα Ἀφροδίτη ἐν Λιλυβαίῳ κατῴκισε . μετὰ δὲ τὰς Σειρῆνας τὴν ναῦν Χάρυβδις ἐξεδέχετο καὶ Σκύλλα καὶ πέτραι πλαγκταί |
| ἄγαλμα ἐὸν γυναικήιον βούκερών ἐστι , κατά περ Ἕλληνες τὴν Ἰοῦν γράφουσι , καὶ τὰς βοῦς τὰς θηλέας Αἰγύπτιοι πάντες | ||
| πρὸς Ἥρας ] παρὰ τῆς Ἥρας . τήνδε ] τὴν Ἰοῦν . . Ἰνάχειον σπέρμα ] ὦ σπέρμα τοῦ Ἰνάχου |
| ἀμαυρός . ἀβλῆτα . ἅπαξ εἴρηται ἡ λέξις : “ ἀβλῆτα , πτερόεντα , μελαινάων ἕρμ ' ὀδυνάων , ” | ||
| ἡ γενικὴ , πλὴν τῶν εἰς Α δισυλλάβων : ἀβλῆτος ἀβλῆτα , λιμένος λιμένα , Διομήδεος Διομήδεα , καλοῦ καλόν |
| ὃς τὰ δεινὰ τῆιδ ' ἐφυβρίζει πόλει Καπανεύς ; ἐκεῖνος προσβάσεις τεκμαίρεται πύργων , ἄνω τε καὶ κάτω τείχη μετρῶν | ||
| ψαλίδες καὶ τὰ καμαρώματα . ἡ δ ' ἀνωτάτω στέγη προσβάσεις κλιμακωτὰς ἔχει , παρακειμένους δ ' αὐταῖς καὶ κοχλίας |
| εἰς τὴν πήραν ἐνθέμενος οὐ πρόσθεν ἀπῆλθε , πρὶν τὰς Νύμφας εὐφημῆσαι καὶ αὐτὴν τὴν θάλασσαν : καίπερ γὰρ αἰπόλος | ||
| ὅτε τὰς βοῦς ἀπελαύνων Γηρυόνου παρεγένετο . τινὲς δὲ τὰς Νύμφας ἀναδοῦναι αὐτὰ , ὡς ὁ Πίνδαρος . θερμὰ Νυμφᾶν |
| Νεάνθης οἱ τὰ κατὰ τὸν ἄνδρα ἀναγράψαντες σιϚʹ ἔτεσι τὰς μετεμψυχώσεις τὰς αὐτῷ συμβεβηκυίας ἔφασαν γεγονέναι . μετὰ τοσαῦτα γοῦν | ||
| Νεάνθης οἱ τὰ κατὰ τὸν ἄνδρα ἀναγράψαντες σιϚʹ ἔτεσι τὰς μετεμψυχώσεις τὰς αὐτῷ συμβεβηκυίας ἔφασαν γεγονέναι . μετὰ τοσαῦτα γοῦν |
| ὀφειλομένην Ἀφροδίτηι , ἣ Χαρίτων γλυκύμορφον ἐρωτοτόκων ἀπὸ κήπων δρεψαμένη λειμῶνα χελιδονίου ῥοδεῶνος κάλλος ἑὸν φαίδρυνε ῥόδων εὐώδεϊ χαίτηι : | ||
| δηλοῖ τὸ φυτόν , ὀξυτόνως δὲ τὸν τόπον : ἀσφοδελὸν λειμῶνα . ἁπλότης μωρίας διαφέρει . ἁπλότης μὲν γάρ ἐστι |
| Ἀφρικὴν ὀνομασθῆναι . Τούτους γὰρ Ἡρακλεῖ συστρατεῦσαι ἐπὶ Λιβύην καὶ Ἀνταῖον , γήμαντά τε τὴν Ἄφρα θυγατέρα Ἡρακλέα γεννῆσαι υἱὸν | ||
| τόπων Βούσιριν , τῶν δὲ κατὰ τὴν Αἰθιοπίαν καὶ Λιβύην Ἀνταῖον , αὐτὸν δ ' ἐκ τῆς Αἰγύπτου μετὰ τῆς |
| τρεῖς ὁ Ζεὺς εἰς ὄρνεις μεταβάλλει , τὸν μὲν εἰς ἔποπα , ὃς λέγει ποῦ , τὴν δὲ Φιλομήλην εἰς | ||
| δὲ μήτηρ τῆς Ἀηδόνος εἰς ἀλκυόνα , ἀδελφὸς Ἀηδόνος εἰς ἔποπα , Πολύτεχνος ὁ ἀνὴρ αὐτῆς εἰς πελεκάνα . Κύκνος |
| κατείργασται πόσει , ὕδραν ἕλειον εἰ διώλεσε κτανὼν ἢ τὸν Νέμειον θῆρ ' , ὃν ἐν βρόχοις ἑλὼν βραχίονός φης | ||
| ἑλίσσων κυμοκτύπος ἀχεῖ , δεῦρ ' ὅτ ' ἂν λειμῶνα Νέμειον [ ] ἐπάγει χαλκέοισιν ὅπλοις Ἀργεῖον πεδίον παρεὶς [ |
| μαντεῖον ἐπ ' ἀνατολὰς ἰτέον , μέχρι ἂν ἐντύχῃ ποταμῷ φύοντι πόαν τῇ ὕδρᾳ παραπλήσιον : ἐκείνης γὰρ καταπλασάμενον τῶν | ||
| χὠς ὄρος ἀμφεπονεῖτο καὶ ὡς δρύες αὐτὸν ἐθρήνευν Ἱμέρα αἵτε φύοντι παρ ' ὄχθαισιν ποταμοῖο , εὖτε χιὼν ὥς τις |
| δὲ Ἀρέστορος τὰ ἔπη λέγει , ἃ δὴ Ἕλληνες καλοῦσιν Ἠοίας μεγάλας : ἀπὸ ταύτης οὖν γεγονέναι καὶ τὸ ὄνομα | ||
| εἶναι . μαρτυρεῖ δὲ καὶ ὁ τὰ ἔπη τὰς μεγάλας Ἠοίας ποιήσας : Φύλας δ ' ὤπυιεν κούρην κλειτοῦ Ἰολάου |
| τούτων αἱ ἑνικαὶ αἰτιατικαὶ εἰς α λήγουσιν , οἷον τὴν Λητόα καὶ Σαπφόα καὶ αἰδόα καὶ ἠόα , καὶ ὅμως | ||
| καὶ Σαπφοῖ γίνεται τροπῇ τοῦ ι εἰς α ἡ αἰτιατικὴ Λητόα καὶ Σαπφόα . Καὶ ἔστιν εἰπεῖν , ὅτι ἡ |
| . ὅθεν Τρύφων φησὶν ἐν τοῖς περὶ ζῴων , τὸν τριγόλαν τινὰς οἴεσθαι κόκκυγα εἶναι διά τε τὸ ἐμφερὲς καὶ | ||
| ' ἀλφηστᾶν . κέστραι βότιν κάπτουσαι . τριγόλαι ὀμφαλοτόμωι . τριγόλαν τὸν εὐδιαῖον . Ἠπιόλης ὁ τὸν πατέρα πνίγων . |
| ἐσθίοι , Οἴει οὖν , ἔφη , τοῖς μωροῖς τὰς μελίττας τιθέναι τὰ κηρία ; Πρὸς δὲ τῇ Ποικίλῃ ἀνδριάντα | ||
| οἷα εἰκὸς ἐπ ' αὐτῷ γενήσεσθαι , ποίας μὲν οὐ μελίττας ἐπιστήσεσθαι ἐπὶ τὸν τόπον , τίνας δὲ τέττιγας οὐκ |
| ἐχίδνης ἰὸς ὣς ἐδαίνυτο . Ἐνταῦθα δὴ βόησε τὸν δυσδαίμονα Λίχαν , τὸν οὐδὲν αἴτιον τοῦ σοῦ κακοῦ , ποίαις | ||
| καὶ Σοφοκλέα γοῦν ἐν Τραχινίαις ποιήσαντα τὸν Ἡρακλέα ῥιπτοῦντα τὸν Λίχαν ἐς θάλασσαν οὐκ ὀνομάσαι ἐγκέφαλον , ἀλλὰ λευκὸν μυελόν |
| , πολυηράτου ἐς γάμου ὥρην , σῇ δ ' ἀλόχῳ φορέειν . αὕτη δ ' ἡ φιλεργία τὴν σωφροσύνην αὐτῆς | ||
| ζεύγλης τε βιαζομένων τε χαλινῶν . οὐ μέν μιν μοῦνον φορέειν θέλεν , ἀλλὰ καὶ ἄλλῳ πείθετο , τῷ μιν |
| λαμβάνουσι καὶ ἀπ ' αὐτῶν τῶν πραγμάτων καὶ εἰς αὐτὰ τεινούσας , ὁ δὲ Ξενοφῶν εἰς αὐτὰ τεινούσας οὐκ ἐν | ||
| καὶ εἰς αὐτὰ τεινούσας , ὁ δὲ Ξενοφῶν εἰς αὐτὰ τεινούσας οὐκ ἐν ἅπασιν , εἴωθε δὲ μὴ ἀπ ' |
| ἐς αὐτοὺς σπείρουσιν . οἳ δὲ ἆθλον τῆς ἥττης φέρονται ὠδῖνάς τε ὑπομεῖναι καὶ ἀντὶ πατέρων γενέσθαι μητέρες . τοῖς | ||
| πέποται ὁ τῆς συνηθείας κυκεών , ὥσπερ ὁ τῆς Κίρκης ὠδῖνάς τ ' ὀδύνας τε κυκέων ἀπάτας τε γόους τε |
| , ὡς εἴρηται : εἰ δὲ τῷ διακεῖσθαι τὸν φύσει πυκτικὸν ποιὸν λέγομεν , οὐδὲν ἡ δύναμις προστεθεῖσα ποιεῖ , | ||
| . συμφέρων δὲ ἑκάστῳ τὸ εἰθισμένον αἱρεῖσθαι καὶ μὴ τὸ πυκτικὸν ἢ δρομικὸν ἢ τὸ διὰ πάλης ὑπέρχεσθαι . χρήσιμα |
| , ὁ δὲ ἑῷος , καὶ πρὸς ἄρρενας καὶ πρὸς θηλείας οἰκείως ἔχοντας , οὐχ ὑπερπαθῶς μέντοι γε πρὸς οὐδέτερα | ||
| καὶ ἡ Μελία , ὅπερ καὶ βέλτιον : θήλεια γὰρ θηλείας εὐλόγως συγκαλεῖ . ὁ δὲ νοῦς : καὶ νῦν |
| δὲ Μακεδονικόν , μετὰ ἑξακόσια ἔτη τῶν ἡρωϊκῶν ὀνομασθεῖσα : Σαπφώ † αὕτη γὰρ † μέμνηται τῆς χλαμύδος . διαφέρειν | ||
| , ἦρα λέγεται : ἦρ ' ἔτι παρθενίας ἐπιβάλλομαι , Σαπφώ . ἦρ ' ἔστι θ ' ὕδωρ ς . |
| ἀλλ ' ἔτι νῦν γ ' ἄπυρος , τάχα δὲ πλέος ἔτνεος , οἷον ὁ παμφάγος Ἀλκμὰν ἠράσθη χλιαρὸν πεδὰ | ||
| κατελείφθη παρὰ τοῦ Διονύσου τὸν νηὸν ἐν Βυζαντίῳ γραμμάτων Ἀσσυρίων πλέος . Τοῦ δὲ Βοσπόρου ὁ χῶρος τὸν ἔζευξε βασιλεὺς |
| . . . . . . . . . . ὄρνιθας ἀποστέλλει . βουληφόρως τὴν ἡμετέραν , ὦ Δημέα , | ||
| εἴτε δῶρον λαβὼν ἐς τὴν ἀγέλην τὴν σεαυτοῦ καὶ τοὺς ὄρνιθας τοὺς ἠθάδας ἐθέλοις ἀριθμεῖν , οὐκ ἀπολύσεις οὐδὲ ἀφήσεις |
| παρέστησεν ὁ χρυσοκόμης Ἀπόλλων τὴν Εἰλείθυιαν κεχαρισμένα φρονοῦσαν καὶ τὰς Μοίρας . ἡ δὲ ἔνδειξις οὐ μόνον περὶ εὐτοκίας , | ||
| ἔπραττον ἢ ἐπεκέκλωστό μοι ὑπὸ τῆς Μοίρας ; Ὑπὸ τῆς Μοίρας δηλαδή . Οὐκοῦν καὶ οἱ χρηστοὶ ἅπαντες καὶ οἱ |
| χωρὶς τοῦ ε . Αἰσχύλος Κήρυξιν . Κατάλογ . : Κρῆσσαι . . Δειπνοσοφ . : συκάμινα : ὅτι πάντων | ||
| Ἰφιγένεια . Ἰξίων . Ἱκέτιδες . Κάβειροι . Καλλιστώ . Κρῆσσαι . Κερκύων . Κίρκη σατυρική . Κήρυκες . Κᾶρες |
| ὡς ἀνεκὰς τὸ κρίβανον . Ἀδώνι ' ἄγομεν καὶ τὸν Ἄδωνιν κλᾴομεν . Ὑπέλυσε δήμαρχός τις ἐλθὼν εἰς χορόν . | ||
| ἔστιν ἐκφυγέειν , ὁπόσοι γῆν ἐπιφερβόμεθα . Ἢ ὡς θεῖον Ἄδωνιν ὀρειφοίτης Διόνυσος ἥρπασεν , ἠγαθέην Κύπρον ἐποιχόμενος . Ἐν |
| Ἰάσονα , προείπομεν . περὶ δὲ τῆς Κρέοντος θυγατρὸς οὐχ ὁμοφωνοῦσι [ τῷ Εὐριπίδῃ ] οἱ συγγραφεῖς . Κλειτόδημος [ | ||
| πρόσωπον τῶν πληθυντικῶν εἰς σι ἢ εἰς ται λήγει , ὁμοφωνοῦσι τὰ δεύτερα καὶ τρίτα τῶν δυϊκῶν , ὅτε δὲ |
| ὠφέλημα , τὸν ὑπὸ τὰς στέγας τὸ κοῖλον Ἄργος δωρεὰν θέλοντ ' ἔχειν ; Πανηγύρεως οὔσης ποθ ' ἡ Γναθαίνιον | ||
| οὐ γάρ με λύει τοῖσδ ' ἐφημένον δόμοις κακορροθεῖσθαι μὴ θέλοντ ' εἶναι κακόν , οὐδ ' αὖ κατειπεῖν καὶ |
| γινόμενον , οἷον Ἀπόλλωνα Ἀπόλλω , Ποσειδῶνα Ποσειδῶ , κυκεῶνα κυκεῶ , δῶμα δῶ : συγκοπὴ δέ ἐστι τὸ πάθος | ||
| ξυνέδηϲά ϲ ' , ἀλλ ' ὁ ξένοϲ ὁ τὸν κυκεῶ [ πιών . δίκαια [ ] ? δῆτα ταῦτα |
| προσαναθλίβεσθαι Ἕλληνες . φάθι Ἀττικοί , εἰπέ Ἕλληνες . φθεῖρες ἀρρενικῶς Ἀττικοί , θηλυκῶς Ἕλληνες . φιδάκνη Ἀττικοὶ πίθος μέγας | ||
| ταῖς ἀμπέλοις θηλυκῶς , ὁ δ ' ἐν τοῖς στρατοπέδοις ἀρρενικῶς . χρήματα καὶ τὰ πράγματα καὶ τὰ ἀργύρια λέγουσιν |
| μαθόντες ποιεῦσι τὰ ποιεῦσι Ἕλληνες . Ἐγὼ μέν νύν φημι Μελάμποδα γενόμενον ἄνδρα σοφὸν μαντικήν τε ἑωυτῷ συστῆσαι καὶ πυθόμενον | ||
| ὑπὸ τούτου παιδευθέντες ἥρωες , ὅσα τε εἰς Ἀριστέα καὶ Μελάμποδα καὶ Πολύειδον ἀναφέρεται . παρὰ δὲ Αἰγυπτίοις ἦν μὲν |
| δὲ ἐκείνοις διακελευόμενοι μόνοις βρώσεώς τε πέρι καὶ ποτοῦ καὶ κουρᾶς καὶ ὑποδέσεως καὶ ἀμπεχόνης καὶ στρωμνῆς καὶ τῶν ἔτι | ||
| , ἵν ' ᾖ μεταφορά . ἔστι δὲ καὶ εἶδος κουρᾶς ὁ κῆπος . ᾧ οἱ χρώμενοι διεβάλλοντο , κατελίμπανον |
| ! [ [ ] ! ! [ ! ! ] μολεν κρίσις οὐκ ? ! [ [ ] κασαι γένος | ||
| ! [ [ ] ! ! [ ! ! ] μολεν κρίσις οὐκ ? ! [ [ ] κασαι γένος |
| Ἰφιμεδείας κατ ' ἐπίκλησιν , ταῖς δὲ ἀληθείαις Ποσειδῶνος καὶ Ἰφιμεδείας ἔφη , καὶ Ἄλον πόλιν Αἰτωλίας ὑπὸ τοῦ πατρὸς | ||
| Ἰφιμεδείας παῖδας ] * Ὦτος καὶ Ἐφιάλτης οἱ Ἀλωέως καὶ Ἰφιμεδείας παῖδες ἐπιβούλως πρὸς θεοὺς διακείμενοι καὶ ἀνελθεῖν εἰς οὐρανὸν |
| ρ ἀναπρήσω : οἱ γὰρ κακοῖς τισι συνεχόμενοι πνεύματος τὰς γνάθους πληροῦντες τὰς ἐκφυσήσεις ἀποτελοῦσι . . . . ἀναπνεύσωσιν | ||
| νέους κλῶνας ἐπιβάλλειν πάντ ' ἀπόλλυσι . Τάς γε μὴν γνάθους τῶν Ἀττικῶν συνήθως λεγόντων , αὐτὸς παρειὰς προσωνόμασεν ἐν |
| ἀποθνήσκουσαι ἀνεμοῦσι τοῦτο : διὸ καὶ σπουδάζουσιν αὐτὰς οἱ πορφυροβάφοι ζώσας κόπτειν πρὶν ἢ ἐμέσαι τὸ ἄνθος , καὶ ἀποτίθενται | ||
| , ἣν ὑγιὴς γενόμενος ἔγημε : τὰς δ ' ἄλλας ζώσας ἐν κώμηι τινὶ κατέκαυσεν , ἣν Αἰγύπτιοι διὰ τὸ |
| αὐτὴν ἤδη τὴν ἐς ἀκρόπολιν Ἑρμῆν ὃν Προπύλαιον ὀνομάζουσι καὶ Χάριτας Σωκράτην ποιῆσαι τὸν Σωφρονίσκου λέγουσιν , ᾧ σοφῷ γενέσθαι | ||
| τε ἱερὰ εἶναι καὶ οἰκεῖα τῷ ἐς Ἄδωνιν λόγῳ , Χάριτας δὲ Ἀφροδίτῃ μάλιστα φίλας εἶναι θεῶν : ἀστράγαλον δὲ |
| Σικυῶνος : ἐπὶ τῶν τὰ κάλλιστα ἑαυτοῖς εὐχομένων . Εἰς αἶγας ἀγρίας : ἐπὶ τῶν τὰ κακὰ ἀποτροπιαζομένων . Εἰς | ||
| ἔφερον . Θᾶττον ἄν τις εἶδε τὰ ποίμνια καὶ τὰς αἶγας ἀπ ' ἀλλήλων μεμερισμένας ἢ Χλόην καὶ Δάφνιν . |
| ἐπεὶ χαλεπαί τε καὶ αἰναί : ἐν πέμπτῃ γάρ φασιν Ἐρινύας ἀμφιπολεύειν Ὅρκον γεινόμενον , τὸν Ἔρις τέκε πῆμ ' | ||
| μαντείου . ἰδοῦσα γὰρ Ὀρέστην ἐπὶ τοῦ βωμοῦ καὶ τὰς Ἐρινύας κοιμωμένας ἔξεισι τεταραγμένη τετραποδηδὸν ἐκ τοῦ νεώ . ὁρῷ |
| ἐπὶ γαίῃ κείμενον : ἔρρει δ ' αἷμα κατ ' οὐταμένην ὠτειλήν . βῆ δὲ διὰ προμάχων κεκορυθμένος αἴθοπι χαλκῷ | ||
| καίτοι γε τοῦ ποιητοῦ λέγοντος „ ψυχὴ δὲ κατ ' οὐταμένην ὠτειλὴν ἔσσυτο . „ . . , . , |
| . Ἡ δὲ Κόρη ἀγωνιῶσα περὶ Κυζίκου , τὰς πέτρας ἐρρίζωσε , καὶ νῆσον ἐποίησεν , ἥτις ἀφ ' ἑνὸς | ||
| γῆν σκοπήσας ἀμφιδεξίῳ τρόπῳ ἔστησε πλῆθος χιλίανδρον τεκτόνων καὶ γῆθεν ἐρρίζωσε πυργηρουμένην πόλιν φυλάττειν τὰς στροφὰς στρατευμάτων . Ὅμηρε , |
| Γηρυόνην . ἐπεὶ δέ σφισιν ἐναντιούμενος ἀπέφαινον ἐν Γαδείροις εἶναι Γηρυόνην , οὗ μνῆμα μὲν οὔ , δένδρον δὲ παρεχόμενον | ||
| μίαν καὶ ἓν δόρυ ; Ἔγωγε . Ἦ καὶ τὸν Γηρυόνην ἄν , ἔφη , καὶ τὸν Βριάρεων οὕτως σὺ |
| Μυρμιδόνες δ ' ἐκαλοῦντο καὶ Ἕλληνες . Ἡσίοδον μέντοι καὶ Ἀρχίλοχον ἤδη εἰδέναι καὶ Ἕλληνας λέγεσθαι τοὺς σύμπαντας καὶ Πανέλληνας | ||
| κλέος ἀπολιπὼν καὶ τοιαύτην ἑαυτῶι φήμην . ταῦτα οὐκ ἐγὼ Ἀρχίλοχον αἰτιῶμαι , ἀλλὰ Κ . λέγει Κ . Θεμιστοκλέα |
| Φρενήρης . σώφρων . Φριμάξασθαι . φρυάξασθαι , φυσῆσαι . Φορμός . πλέγμα , ὁ κόφινος . Φυλάξαντες . ἐπιτηρήσαντες | ||
| κοιμωμένους δακνομένους ὑπὸ τῶν κόρεων . Θ . φορμὸν : Φορμός πᾶν πλεκτὸν , ἐνταῦθα δὲ τὸ ψιάθιον . . |
| ὕδατι τότε πρῶτον ἐπόθη κεκραμένον : διόπερ ὀνομασθῆναι τὰς πηγὰς νύμφας καὶ τιθήνας τοῦ Διονύσου , ὅτι τὸν οἶνον αὐξάνει | ||
| Μαλιάδες ψίττα Ῥοιαί ψίττα Μελίαι παρθένων ἦν : τὰς γὰρ νύμφας εὐφημοῦσαι θέουσι , παροξύνουσαι ἀλλήλας εἰς τάχος . τὸ |
| πελειάσιν αἰθέρι κεῖνται . οὐδὲν οὖν ἄπιστον καὶ Ὅμηρον τὰς Πλειάδας ποιητικῷ νόμῳ πελειάδας ὠνομακέναι . ἀποδεδειγμένου οὖν τοῦ ὅτι | ||
| Κασσιέπειαν „ ἀποτείνων , τὸ δὲ ἀριστερὸν γόνυ πρὸς τὰς Πλειάδας . ” ὁ δὲ Ἄρατος περὶ τῆς Ἀνδρομέδας φησίν |
| Ἐν σάμῳ κομητᾶς . ἔνιοι Πυθαγόραν τὸν σοφὸν φασὶ τὴν πυκτικὴν ἀσκῆσαι καὶ ἀπ ' αὐτοῦ τὴν παροιμίαν λέγεσθαι , | ||
| δὲ ἐνδείκνυται τὴν περιουσίαν τῶν θαυμάτων . φθέγξαι δὲ καὶ πυκτικὴν αὐτὸν καὶ παγκράτιον νενικηκέναι ἐν Ἐπιδαύρῳ καὶ διπλῆς ἀρετῆς |
| καὶ τῶν οὐδετέρων τὰς πληθυντικὰς εὐθείας τὰς εἰς τὸ η ληγούσας , ὡς τὸ στήθεα , βέλεα , καὶ τὰς | ||
| : πρόσκειται ἑνικῆς , ἐπειδὴ ἔχομεν εὐθείας πληθυντικὰς εἰς ες ληγούσας , οἷον οἱ Αἴαντες , οἱ Θόαντες , οἱ |
| ἡ Χλόη καὶ ἀναπλεξαμένη τὴν κόμην καὶ ἀπολούσασα τὸ πρόσωπον εὐμορφοτέρα τοσοῦτον ἐφάνη πᾶσιν , ὥστε καὶ Δάφνις αὐτὴν μόλις | ||
| τελευταίαν ἐπήγαγονκαλεῖται δὲ Αἰολικόν , ὅτι Σαπφὼ πολλῷ αὐτῷ ἐχρήσατοοἷον εὐμορφοτέρα Μνασιδίκα τᾶς ἁπαλᾶς Γυρίννως : ἀσαροτέρας οὐδαμά πὤρανα σέθεν |
| κρέασι κρῆσι : τὸ μέντοι Σαπφόα καὶ Λητόα , καίτοι συναιρεθέντα εἰς τὴν Σαπφώ καὶ Λητώ , ὅμως οὐ περιεσπάσθη | ||
| οὐκ ὀξύνονται ; ὤφειλον γὰρ ὡς ἀπὸ βαρείας καὶ ὀξείας συναιρεθέντα ὀξύνεσθαι καὶ μὴ περισπᾶσθαι . Ἔστιν οὖν εἰπεῖν , |
| τοῦ λογικοῦ μέρους πρὸς τἄλογον τῆς ψυχῆς , περὶ ὧν ὑποβὰς διαρθρώσω . Πολλαχῶς δ ' ἔξεστι τὴν εὐδαιμονίαν ὁρίζεσθαι | ||
| θεὰς συνεφάψασθαι τοῦ συγγράμματος . . . . εἶτα μικρὸν ὑποβὰς Ἀχιλλεῖ μὲν τὸν ἡμέτερον ἄρχοντα εἴκαζε , Θερσίτηι δὲ |
| χὠ Λαρισαῖος τὸν ἐμὸν Λύκον ᾆδεν ἀπ ' ἀρχᾶς , Θεσσαλικόν τι μέλισμα , κακαὶ φρένες : ἁ δὲ Κυνίσκα | ||
| καὶ περὶ μέγα ἕδος Θεσσαλικόν , ἀντὶ τοῦ περὶ δίφρον Θεσσαλικόν . πᾶς γὰρ δίφρος ἀνακλισμὸν ἔχων Θεσσαλικὸς παρὰ τοῖς |
| περὶ τὸ θεῖον ὀμνὺς ” νὴ τὸν ἀλεκτρυόνα καὶ τὴν πλάτανον “ καὶ ἄλλα τοιαῦτα , ὡς ἐν τοῖς Ἀπομνημονεύμασι | ||
| παραποτάμια ταῦθ ' ὁμοίως : ἐν μὲν γὰρ τῷ Ἀδρίᾳ πλάτανον οὔ φασιν εἶναι πλὴν περὶ τὸ Διομήδους ἱερόν : |
| κομήτης πέφυκεν στρογγυλώδης ὡς Μήνη , ἔχων ἀκτῖνας ἄνωθεν ὡς κόμας ἐν τῇ κάρᾳ πυρώδεις αἱματοειδεῖς καὶ γνώριμος ὑπάρχει : | ||
| μέλανας ἐξήψω χροὸς λευκῶν ἀμείψας ' ἔκ τε κρατὸς εὐγενοῦς κόμας σίδηρον ἐμβαλοῦς ' ἀπέθρισας χλωροῖς τε τέγγεις δάκρυσι σὴν |
| ἐγέλα τὸν ἔρωτα αὐτοῦ , οὐδὲ ἐραστὴν ἔφη δέξασθαι μήτε τράγον ὄντα μήτε ἄνθρωπον ὁλόκληρον . Ὁρμᾷ διώκειν ὁ Πὰν | ||
| λόγον τοῦτον . οἳ δὲ εἰς ἐπιτόνιον ψαλτήριον δελφῖνα καὶ τράγον εἰργασμένον εἰρῆσθαι , καὶ εἶναι βουφόνον καὶ Διονύσου θεράποντα |
| τοῦ Νηρέως δέ φησιν , ἤγουν τῆς νήξεως , καὶ Δωρίδος τῆς ἠυκόμοιο , ἤγουν τοῦ πλοίου , ἐγένοντο πολλὰ | ||
| Ἑρμείας παρείας . Ἀποροῦσι δέ τινες λέγοντες , πῶς μόνης Δωρίδος ἐνταῦθα μέμνηται , τῶν ἄλλων ἐχουσῶν ἰδίους χαρακτῆρας : |
| μάλιστα δαΐφρονι θυμὸν ὄρινεν , ἀντὶ τοῦ Αἴαντος τὸν θυμὸν ὤρινε : καὶ πάλιν Α Διὶ φίλε , ἀντὶ τοῦ | ||
| πρύμνῃ τῆς νηός , καὶ ” Αἴαντι δὲ δαΐφρονι θυμὸν ὤρινε ” καὶ „ ἀλλ ' οὐκ Ἀτρεΐδῃ Ἀγαμέμνονι ἥνδανε |
| βιαίου τέχνης μὴ δεῖσθαι ἀλήθειαν . „ σκέψαι γὰρ τὸν Ἀπόλλω ” εἶπε ” τὸν Δελφικόν , ὃς τὰ μέσα | ||
| καὶ τὸν Δία τὸν Δωδωναῖον καὶ τὴν Διώνην καὶ τὸν Ἀπόλλω τὸν Πύθιον ἀεὶ λέγοντας ἐν ταῖς μαντείαις καὶ προσεπισφραγιζομένους |
| : παρὰ τὸ βῶ , τὸ τρέφω : αἱ γὰρ βῶλοι τῶν καρπῶν τὰς ἀναδόσεις ποιοῦνται : ὅθεν Ὅμηρος „ | ||
| μικρᾶς ἀποκαθάρσεως δεόμεναι . τὸ δὲ λοιπὸν ψῆγμά ἐστι καὶ βῶλοι , καὶ αὗται κατεργασίαν οὐ πολλὴν ἔχουσαι . ἡ |
| τοῦ μὲν οὖν προτέρου ἢ Ἀριστοφάνης ἢ Ἀρίσταρχος , καὶ Ἀριστοφάνη καὶ Ἀρίσταρχον , ἤτοι Ἀριστοφάνους ἢ Ἀριστάρχου , καὶ | ||
| οὕτως καλούμενον . : Κράτης ἐν τοῖς Περὶ Ἀττικῆς λέξεως Ἀριστοφάνη παριστᾷ λέγοντα κτλ . , καθά φησι Σέλευκος ἐν |
| ἐνὶ δραχμαῖς πέντε δὶς ἑλκόμενον , νᾶμα δὲ θυγατέρων ταύρων χέε Κεκροπίδαισι συγγενές , οὐκ Τρίκκης ὡς ἐνέπουσιν ἐμοί . | ||
| δαῖε δὲ φιτρούς πῦρ ὑπένερθεν ἱείς , ἐπὶ δὲ μιγάδας χέε λοιβάς , Βριμὼ κικλήσκων Ἑκάτην ἐπαρωγὸν ἀέθλων . καί |
| πολῖται Αἰγῦται , ὡς Παυσανίας . Λυκόφρων δὲ τὸ ἐθνικὸν Αἴγυος , τὸ θηλυκὸν λέγων οὕτως ” καὶ πάντα τλήσεσθ | ||
| Πίναμυς , πόλις Αἰγύπτου . τὸ ἐθνικὸν Πιναμύτης , ὡς Αἴγυος Αἰγύτης . ὁ δὲ τύπος Αἰγύπτιος . Πίναρα , |
| τῶν ὀρῶν μέδοντος τῷ ὕψει . ἢ Ὠρομέδοντά φησι τὸν Πᾶνα : ἀγροικικὸς γὰρ θεός . ὄρος δὲ αὐτοῦ , | ||
| ὥριον ἄνθος . ἔνθεν ἐπωνυμίην σε βροτοὶ κλήιζουσιν ἄνακτα , Πᾶνα , θεὸν δικέρωτ ' , ἀνέμων συρίγμαθ ' ἱέντα |
| καὶ ἡ ἠώς : ἰδοὺ γὰρ ἐπὶ τούτων αἱ ἑνικαὶ αἰτιατικαὶ εἰς α λήγουσιν , οἷον τὴν Λητόα καὶ Σαπφόα | ||
| αἰτιατικὴ εἰς ν λήγει : αἱ γὰρ εἰς α λήγουσαι αἰτιατικαὶ διαιροῦνται , Δημοσθένεα , Δημοσθένη γὰρ καὶ Διογένη . |
| ἐρημίαν πτώσσουσαν εὐναῖς ἀρσένων ὑπηρετεῖν , πρόφασιν μὲν ὡς δὴ μαινάδας θυοσκόους , τὴν δ ' Ἀφροδίτην πρόσθ ' ἄγειν | ||
| Διονύσου , μιμουμένας τὰς ἱστορουμένας τὸ παλαιὸν παρεδρεύειν τῷ θεῷ μαινάδας . κολάσαι δ ' αὐτὸν πολλοὺς μὲν καὶ ἄλλους |
| κατερήτυον ἐν μεγάροισι , πολλὰ δὲ ἴφια μῆλα καὶ εἰλίποδας ἕλικας βοῦς ἔσφαζον , πολλοὶ δὲ σύες θαλέθοντες ἀλοιφῇ εὑόμενοι | ||
| στρόφιον λευκὸν ἐπὶ τῆς κεφαλῆς εἶχεν σκίπωνί τε ἐστηρίζετο χρυσᾶς ἕλικας ἐμπεπαισμένῳ χρυσοῖς τε ἀνασπαστοῖς ἐπέσφιγγε τῶν βλαυτῶν τοὺς ἀναγωγέας |
| δὲ ἐλάχιστα ἐκέχρητο , καὶ ὅμως ἐῴκει διὰ παντὸς ἄρτι λελουμένῳ . πρὸς δὲ τὰς τῶν ἀρχόντων συντυχίας τὸ ὑπερφυὲς | ||
| τὰ στέρνα περιέστιλβον , καὶ ὅλον ἐῴκει λουομένῳ τε καὶ λελουμένῳ . καταπλαγέντων δὲ τῶν ἑταίρων , “ ἐπὶ τὴν |
| . χυμὸν δ ' ἁλυκὸν ἀναδίδωσι , διότι τὸ μὲν νιτρῶδες ἀπεδείχθη τὰ σῦκα ἔχοντα , ἁλυκώτερον δὲ ποιήσει ἢ | ||
| που καὶ οἶνον πλείω φέρειν τὰ τοιαῦτα , ἵνα τὸ νιτρῶδες ἐκνικηθῇ . διαφέροι δ ' ἂν οὐ μικρὸν καὶ |
| ταῖς δύο μάχαις ὀκτὼ καὶ εἴκοσιν καὶ δεύτερον τόνδε καιρὸν ἐντελοῦς ἔργου μεθῆκεν . ὃ καὶ τὸν Καίσαρά φασιν εἰπεῖν | ||
| δυϊκῶν , ἀλλὰ μητέρε καὶ πατέρε , ὡς ἀπὸ τῆς ἐντελοῦς δοτικῆς μητέρι καὶ πατέρι . Ἐν οἷς σὺν θεῷ |
| σαρκοκόλλῃ καὶ κόμμει μιγνυμένοις : ἐκλέγου δὲ τὸν διαυγῆ καὶ δριμύν . δυσδοκίμαστος δ ' ἐστὶ τῇ γεύσει λαμβανόμενος διὰ | ||
| προμήκη : καυλὸν δὲ στενὸν πρὸς τὸν τοῦ κορίου , δριμύν , εὐώδη , θερμαντικόν : ἀναλογεῖ δ ' ἡ |
| τὰ μετοχικὰ ὅταν περιττοσυλλάβως κλίνωνται τὰς αὐτὰς ἔχουσιν ὀρθὰς καὶ κλητικάς , οἷον ὁ τύψας τοῦ τύψαντος ὦ τύψας , | ||
| ὅτι οἱ ἔχοντες ἔθος Ἀττικοὶ ποιεῖν τὰς αὐτὰς ὀρθὰς καὶ κλητικάς , οἷον ὁ Αἴας ὦ Αἴας , ὁ Θόας |
| αὐτοῖς πρέπον , οὐ μὴν κατὰ τὸν αὐτὸν τρόπον ἑκάτερα σχηματιζόμενα . ὃν δὲ λόγον ἔχει τούτων ἕκαστον , ἐγὼ | ||
| δι ' ἑρμηνέως ἀλλ ' ἐν τῷ ὑψώματι τοῦ ἀέρος σχηματιζόμενα καὶ ἄρθρωσιν ἔχοντα λογικήν , τὰ δ ' ἄλλα |
| χαροπὰν κύνα : χάλκεον δέ οἱ γνάθων ἐκ πολιᾶν φθεγγομένας ὑπάκουε μὲν Ἴδα Τένεδός τε περιρρύτα Θρηίκιοί τε φιλήνεμοι γύαι | ||
| καί φησιν οὐσίαν εἶναι ἄνθρωπον καὶ ἵππον . σὺ δὲ ὑπάκουε οὐσίας καὶ τὰ λοιπὰ ὅσα αὐθυπόστατα πράγματά εἰσι καὶ |
| θρηνοῦσαι ἀπόλλυνται , † τὰς δὲ λοιπὰς δι ' οἶκτον καταστερίσας Ζεὺς Ὑάδας ἐπωνόμασεν ἐπωνυμίαι τοῦ ἀδελφοῦ . αἱ δὲ | ||
| ἐκόμισεν ἐν Νύσῃ κατοικούσας τῆς Ἀσίας , ἃς ὕστερον Ζεὺς καταστερίσας ὠνόμασεν Ὑάδας . Αὐτονόης δὲ καὶ Ἀρισταίου παῖς Ἀκταίων |
| τε ταῦτ ' ἀναρίστητος ὤν περὶ δὲ τὸν πανάθλιον εὕδουσι γρᾶες , Νάννιον , Πλαγγών , Λύκα , Γνάθαινα , | ||
| τε τὸ τοῦ ὀσπρίου χαῦνον : τοιαῦται γὰρ καὶ αἱ γρᾶες : καὶ διὰ τὸ ἐσθίειν φακῆν τὰς γραῦς οὐκ |
| τοῦ παρόντος ἐκπλῆσσον λόγου ; ἥκουσιν ἐς γῆν , κυανέας Συμπληγάδας πλάτηι φυγόντες , δίπτυχοι νεανίαι , θεᾶι φίλον πρόσφαγμα | ||
| προέηκε πελειάδα : ὅτι διὰ πελειάδος ἐπείρασαν οἱ Ἀργοναῦται τὰς Συμπληγάδας , καὶ Ἀσκληπιάδης ἱστορεῖ ἐν δευτέρῳ Τραγῳδουμένων . σπήλυγγες |
| ὡς ἀσέμνους καὶ μαχλάδας . Ὅσα μακρά ἐστιν , οἷον κυπάρισσοι καὶ πίτυες καὶ κάμακες καὶ ἄνδρες ἐπιμήκεις καὶ τὰ | ||
| τὰν νύκτα διαξεῖς . ἐντὶ δάφναι τηνεί , ἐντὶ ῥαδιναὶ κυπάρισσοι , ἔστι μέλας κισσός , ἔστ ' ἄμπελος ἁ |
| ] τὸ σῶμα εἰ ] ἐπειδὴ Θάσιον ] οἶνον μεμυρισμένον ἐνέχεις ] ἐκίρνας καπρώσης ] σεσημμένης τἀφόδια ] τὰ ἀναλώματα | ||
| ὁ ἐρώμενος Διονύσου , διαφέρει ὁ θάσιος οἶνος . “ ἐνέχεις ” δὲ ἀντὶ τοῦ “ ἐκίρνας . οὐ μάτην |
| τὸ δανείζεσθαι πρόσεστιν , οὐ στένειν τὰς νύκτας , οὐδὲ στρεφομένους ἄνω κάτω οἴμοι λέγειν , ἡδὺν δὲ καὶ πρᾶόν | ||
| τῶν κώλων : ὠνομάσθησαν δὲ οὕτω διὰ τὸ τοὺς χοροὺς στρεφομένους τε καὶ ἀντιχορεύοντας ἀλλήλοις περὶ τοὺς βωμοὺς ἢ τοὺς |
| δοξεῖτ ' εἶμεν ἐξ ἀγαθᾶς ὑός : ὡς ναὶ τὸν Ἑρμᾶν , αἴπερ εἱξεῖτ ' οἴκαδις ἄπρατα , πειρασεῖσθε τᾶς | ||
| , καταπεπασμένους ἀρώμασιν : εἶναι δὲ τὰ δῶρα τόν τε Ἑρμᾶν ἀπὸ τῶν ὤμων ἀφῃρημένον ἐκ νηπίου τοὺς βραχίονας , |
| , παρθένον αὐτὴν φυλάξαντα . Λέγεται οὖν διὰ τοῦτο τὰς Δαναΐδας , ἄνευ Ὑπερμνήστρας , ἐν Ἅιδου κατακριθῆναι εἰς τετρημένον | ||
| , ἀντὶ τοῦ ἐκλέισε καὶ ἔνδοξον ἐποίησε μιμήσασθαι φήσασα τὰς Δαναΐδας : τὸ γὰρ ὄνειδος καὶ ἐπὶ ἀγαθοῦ τάττεται . |
| δύναται . τί οὖν ἐστι τὸ μὴ ποιοῦν πείθειν τὸν Νέστορα ; ὀργὴ ὑπὲρ Ἀχιλλέως τῶν Ἑλλήνων . παραμυθεῖται τὴν | ||
| οἰωνῷ τάχ ' ἂν πεῖσαι τὸν Ἕκτορα : ἢ τὸν Νέστορα τοὺς περὶ τὸν Ἀγαμέμνονα καὶ τὸν Ἀχιλλέα λοιδορουμένους παύοντα |
| ; ἐπικάρσια δῆτα προσπεσοῦμαι . ἔχων μὲν ἐν τῇ χειρὶ μῶλυ κενὰ τῆς γνάθου . . . πολλὰ χωρία . | ||
| κύμινον , σπέρμα καππάρεως , τῆλις , σταφὶς ἐκγιγαρτισμένη , μῶλυ , κεδρίδες , ἀμύγδαλον , σήσαμον πεπλυμένον , δαφνίδων |
| ἐξικμασθῆναι περιγράφειν μαχαιρίῳ τὸν ἀστερίσκον ὡς μὴ εἰς τὸ ἐντὸς διατρῆσαι , καὶ ἐκ πλαγίων δὲ τὰς κωδύας εὐθείας ἐκτέμνειν | ||
| καὶ πύον ἤδη τό γε μὴ πολύ , χωρὶς τοῦ διατρῆσαι τὸ δέρμα , διαφορεῖν δύνασθαι : μαλάττει δὲ τὰ |
| πρὸς τὸν Ἀχιλλέα , τοῦτον ὁ τετιμημένος Αἴας πρὸς τὸν Αἴαντα : καὶ ἐναλλάξ , ὃν λόγον ἔχει ὁ τετιμημένος | ||
| χάριέν ἐστιν . ἡ δὲ ἔννοια τοιαύτη : τὸν δὲ Αἴαντα ἐκβεβλημένον διὰ τῆς θαλάσσης ὁ ἥλιος ἀναξηρανεῖ ὡς σῶμα |
| . ἴσθι , ὅτι οἱ Ἀττικοὶ τῶν ἐνεργητικῶν μετοχῶν τὰς γενικὰς τῶν πληθυντικῶν ἀντὶ τῶν τρίτων προστακτικῶν προσώπων λαμβάνουσιν , | ||
| αἱ διάλεκτοι ταύτῃ ὁρῶνται χρώμεναι . Ἰστέον δὲ ὅτι τὰς γενικὰς τούτων καθαρῷ φωνήεντι ἄνωθεν καὶ κάτωθεν παραληγομένας Ἀττικοὶ μετὰ |
| κάτω κατὰ τὸ ὑλικόν , ὡς καὶ ὁ Πλάτων λέγει συνέδησεν ὁ θεὸς τὰς κορυφὰς τῶν πραγμάτων ἄνω τε καὶ | ||
| ἄγκυρα ἐκπίπτουσα τῆς Σιδονίας ἐς τὴν Ῥοδίαν ἐπάγη τε καὶ συνέδησεν ἄμφω πρὸς ἀλλήλας , ὅθεν ἦν ὁ ἀγὼν ἀτρεμούντων |
| ἄρχετε βουκολικᾶς , Μοῖσαι , πάλιν ἄρχετ ' ἀοιδᾶς . ἦνθέ γε μὰν ἁδεῖα καὶ ἁ Κύπρις γελάοισα , λάθρη | ||
| ἐχθές , οὔτ ' ἐγὼ αὖ τήνῳ . ἀλλ ' ἦνθέ μοι ἅ τε Φιλίστας μάτηρ τᾶς ἁμᾶς αὐλητρίδος ἅ |
| γὰρ τοῦ βότρυς καὶ στάχυς καὶ τῶν ὁμοίων καὶ τοῦ βοῦς καὶ χροῦς καὶ τῶν ὁμοίων μὴ συναιρουμένων κατὰ τὴν | ||
| διὰ τοῦ παραλαμβανομένου , πρὸς ὃ παραλαμβάνεται , οἷον ἠΰτε βοῦς ἀγέλῃφι μέγ ' ἔξοχος ἔπλετο πάντων . παρέπεται δὲ |
| δ ' ὁ Κυθήριος ἐν τῷ ἐπιγραφομένῳ Δείπνῳ φησίν πίνετο νεκτάρεον πῶμ ' ἐν χρυσέαις προτομαῖς ταύρων κεραστῶν , ἔβρεχον | ||
| Βρόμιος γάνος τόδε δοὺς ἐπὶ τέρψιν πάντας ἄγει . πίνετο νεκτάρεον πῶμ ' ἐν χρυσέαις προτομαῖς † τε ἄλλων † |