. Μέλλων δὲ συγγενέσθαι ὁ γαμῶν ἔσται ἱλαρὸς καὶ ἀπὸ ἱλαρῶν καὶ ἄλυπος μήτε ἄγαν βεβαρημένος τροφῇ καὶ μέθῃ .
ὅτι τῶν μεθυόντων διττὰς διαθέσεις ἐχόντων , καὶ τῶν μὲν ἱλαρῶν , τῶν δὲ ὀργίλων γινομένων , δίμορφον ὠνομάσθαι τὸν
5705308 βεβαρημενος
Διὸς λέγεται , καὶ εὕδειν ἐκεῖ ὁ Πόρος οἷς ἐπληρώθη βεβαρημένος . Ζωῆς δὲ φανείσης καὶ οὔσης ἀεὶ ἐν τοῖς
νέκταρος οἶνος γὰρ οὔπω ἦνεἰς τὸν τοῦ Διὸς κῆπον εἰσελθὼν βεβαρημένος ηὗδεν . ἡ οὖν Πενία ἐπιβουλεύουσα διὰ τὴν αὑτῆς
5179648 δουλοπρεπης
Μόθων : Φλύαρος , αἰσχρὸς , ἄτιμος , φορτικὸς , δουλοπρεπὴς , ἀπὸ Μόθωνος τινὸς αἰσχροποιοῦ . . μόθων :
καὶ κάκιστα ἀπώλλυον . ἀντὶ δὲ Φιλίας Κολακεία παρῆν , δουλοπρεπὴς καὶ ἀνελεύθερος , οὐδεμιᾶς ἧττον ἐπιβουλεύουσα ἐκείνων , ἀλλὰ
5106328 Μελλων
μάνθανε . πρὸ τοῦ παθεῖν σε τῷ φόβῳ προλαμβάνου . Μέλλων τι πράττειν μὴ προείπῃς μηδενί . ἅπαντα μεταμέλειαν ἀνθρώποις
, ὡς προῃροῦ , καὶ τελέσας τὴν ὑπόσχεσιν ἀποδίδωμι . Μέλλων δὲ τῶν κατὰ μέρος ἅπτεσθαι λόγων , ὀλίγα περὶ
4965930 κοσμεισθαι
γὰρ γυναῖκα ἐφ ' ᾗ ἂν ἁλῷ μοιχὸς οὐκ ἐᾷ κοσμεῖσθαι , οὐδὲ εἰς τὰ δημοτελῆ ἱερὰ εἰσιέναι , ἵνα
εἴδει καὶ μεγέθει πάσας γυναῖκας πλεονεκτεῖν , πῶς νῦν ταύτην κοσμεῖσθαι ἢ καλλύνεσθαι τῷ χρυσῷ λέγει ; χρυσῆν γὰρ Ἀφροδίτην
4887582 Μητε
ἐπὶ τὴν ἐπιστολήν : ” Ἐπίκουρος Μενοικεῖ χαίρειν . “ Μήτε νέος τις ὢν μελλέτω φιλοσοφεῖν , μήτε γέρων ὑπάρχων
καὶ τὸν φρονήσεως βίον ἰδόντες χωρίς . Πῶς εἶπες ; Μήτε ἐν τῷ τῆς ἡδονῆς ἐνέστω φρόνησις μήτ ' ἐν
4801898 ἱλαρος
μαχήσονται . Ἐξάγων ὁ στρατηγὸς τοὺς στρατιώτας εἰς πόλεμον , ἱλαρὸς ἔστω παραιτούμενος τὸ στυγνόν , ὥστε τὰ πολλὰ γὰρ
ὑποτεταγμένην αὐτὴν ποιήσει . Μέλλων δὲ συγγενέσθαι ὁ γαμῶν ἔστω ἱλαρὸς καὶ ἀπὸ ἱλαρῶν καὶ ἄλυπος μήτε ἄγαν συμβεβαρημένος τροφῇ
4785666 σωφρονι
φοβεῖσθαι ἥκειν : ἀπὸ κοινοῦ τὸ φαμέν μήθ ' ὡς σωφρονι - σταὶ . . . : ὑπερβατόν . ʃ
φοβεῖσθαι ἥκειν : ἀπὸ κοινοῦ τὸ φαμέν μήθ ' ὡς σωφρονι - σταὶ . . . : ὑπερβατόν . ʃ
4727753 μητε
ἐν τοῖς περὶ κριτηρίου . εἰ οὖν μήτε τὸ ψεῦδος μήτε τὸ ἀληθὲς διδάσκεται , παρὰ δὲ ταῦτα διδακτὸν οὐδέν
ἐπαινέω . ὦ σχέτλιε , ὃς τοιάδε ἔτλης , οἷα μήτε σὲ παθέειν μήτ ' ἐμὲ ἰδέσθαι ὤφελεν : οὐ
4726696 κεχρημενῳ
ἐμποιῆσαι τὸ δέρμα λεπτοῖς ἱδρῶσι . Σοὶ δὲ οὕτω λεπτῇ κεχρημένῳ διαίτῃ , ἱκανὸν ἂν δόξαι γυμνάσιον καὶ βραχὺς περίπατος
τὸν τόπον προσφερομένη . εἰ μὲν οὖν πυριῶντί σοι καὶ κεχρημένῳ τοῖς μαρσίποις ἡ ὀδύνη μετριωτέρα γίνεται , ὥστε τὸν
4697902 ἀποαιρεο
γυναικὸς χάριν : μήτε σὺ τόνδ ' ἀγαθός περ ἐὼν ἀποαίρεο κουρεῦ , μήτε σὺ Πηλείδη . Ὅτι δὲ ἦν
. . . μήτε σὺ τόνδ ' ἀγαθός περ ἐὼν ἀποαίρεο κουρήν : ὅτι ἀρχαικῶς τὸν δ ' ἀφαιροῦ ,
4690114 ὀλοφυρεσθαι
. ὥστε ἄξιον τοῖς ζῶσι τούτους ποθεῖν καὶ σφᾶς αὐτοὺς ὀλοφύρεσθαι καὶ τοὺς προσήκοντας αὐτῶν ἐλεεῖν τοῦ ἐπιλοίπου βίου .
πέπεισμαι . ὀλοόν : ὀλέθριον . δεινόν . σκληρόν . ὀλοφύρεσθαι : θρηνεῖν . ἢ θέλειν . ὁμοκλῆσαι : ἀπειλῆσαι
4614209 μητ
μεταλαμβάνει , τῇ τοῦ ὅλου δυνάμει μεταλαμβάνειν αὐτοῦ πάσχοντος μηδὲν μήτ ' οὖν ἄλλο τι μήτε μεμερισμένου . Τῷ μὲν
λεχθεῖσι . καὶ τὸ μὲν πρῶτον ἀδηλοτέρας ἐποιεῖτο τὰς ἐπιβουλὰς μήτ ' ἴσον παρέχων καὶ κοινὸν ἀκροατὴν ἑαυτὸν τοῖς τὰς
4554435 φειδεσθαι
[ καὶ λαμπάδα ] : καὶ τούτου νόμος ἦν μόνου φείδεσθαι τοὺς πολεμίους . Ἐπὶ τοίνυν τῶν πανωλεθρίᾳ διεφθαρμένων καιρὸν
βαρβάρου περιεσόμενος : ὅτι γὰρ μάλιστα προσῆν αὐτῷ τὸ μὴ φείδεσθαι χρημάτων τὸ παρὸν διαθεῖναι ἐσπουδακότι . καὶ οὗτοι μὲν
4546617 νοσηλευειν
παραμένειν , ὡς καὶ νοσήσαντά ποτε τὸν νέον θεραπεύειν καὶ νοσηλεύειν δεξιῶς σπουδῆι συντονωτάτηι : τοῦ νέου τεθνηκότος δὲ καὶ
καὶ οὐδενὸς μεγάλου , καὶ μηδένα αἱρεῖσθαι οἰκίᾳ ὑποδέξασθαι καὶ νοσηλεύειν διὰ τὴν δυσχέρειαν τῆς νόσου . αὐτὸς γοῦν ὁ
4541025 ὑπερβολικως
, ἤτοι πρὸς τὴν ἀκρασίαν , ἐπεὶ καὶ ὁ ἀκρατὴς ὑπερβολικῶς ἀφροδισιάζειν βού - λεται , προσεπιτιθέντες τὴν ἀκρασίαν περὶ
ἀφροδισιάζειν ἀγαθὸν μέχρι τοῦ συμμέτρως ταῦτα ποιεῖν , τὸ δὲ ὑπερβολικῶς καὶ ἀμέτρως φαῦλον . τῶν μὲν ἕξεων καὶ κινήσεων
4508249 μεγαλοπρεπης
ἡγεμών τε καὶ πυρ - ρίχιος καλεῖται , καὶ οὔτε μεγαλοπρεπής ἐστιν οὔτε σεμνός : σχῆμα δ ' αὐτοῦ τοιόνδε
, ἢ ὅτι παῖς ἂν παιδὶ χαρίζηται ὡς ἐν παιδὶ μεγαλοπρεπής , οὐκ οὔσης μὲν κυρίως μεγαλοπρεπείας ἐν παιδί ,
4501271 ἀπολαυσεις
κάλλος σε τρεφέτω τῆς γυναικός : οὐ γὰρ τῶν ἐμῶν ἀπολαύσεις ἔτι χρημάτων οὕτω μου διαπτύων τὴν συμβουλήν . ταῦτα
] ῥοφήσῃς , ἐκροφήσεις ὡς κύων . , ἐμφορηθῇς . ἀπολαύσεις ] αὐτοῦ , τρυφήσει , ἀποσπάσεις . δύνασαι ]
4499647 ἡδεσθαι
ἡ ἡδονή . καὶ γὰρ οὐδεὶς ἂν ἕλοιτο νοῦν ἔχων ἥδεσθαι διὰ βίου τὴν τῶν παιδίων ἡδονὴν διανοούμενος καὶ χαίρων
μηδ ' ὅλως ἥδεσθαι ψεκτόν ἐστι , τὸ δὲ ὑπερβολικῶς ἥδεσθαι καὶ πίνειν καὶ ἐσθίειν καὶ πλουτεῖν περιττόν ἐστι καὶ
4493354 πλουσιᾳ
ὁ μὲν Ἀπίων „ ἐν δὲ πυρὶ ὑπάτῃ „ ἀποδίδωσι πλουσίᾳ . ἄμεινον δὲ ἀνωτάτῃ , οἷον πρώτῃ : ὑποτίθεται
. ” Θαυμαστὸς εἶναι σὺν τρίβωνι βουλοίμην ἢ ζῆν ἀδόξως πλουσίᾳ σὺν ἐσθῆτι . Θεῶν Προμηθεὺς ἦν τις , ἀλλὰ
4476717 Ζωη
τῆς ἐκείνου ἀνεψιᾶς : ἦν γὰρ αὐτῷ ἀδελφὴ πρεσβυτέρα , Ζωὴ τὸ ὄνομα , ἣν ἐβούλετο τούτῳ συζεῦξαι . Τοσούτων
Ἢ τὸ ζῷον ἀντὶ ζωῆς λογικῆς ἐν τῷ λόγῳ . Ζωὴ τοίνυν λογικὴ ὁ ἄνθρωπος . Ἆρ ' οὖν ζωὴ
4458184 ἀργια
καὶ παχυχύμων ἐδεϲμάτων ϲυνεχὴϲ προϲφορὰ πληϲμονή τε καὶ ἀπεψία καὶ ἀργία καὶ τὰ τούτοιϲ ϲύμφωνα . τοῖϲ δὲ διὰ πνεῦμα
πάθους καὶ κάμνει πονοῦσα καὶ ὕπνου δεῖται : οὗτος γὰρ ἀργία αἰσθήσεως . ὧν οὐδὲν περὶ τὴν ἄυπνον καὶ ἄυλον
4446883 ἀφροδισιων
ἐν τῷ αἰδεῖσθαι ἀλλήλους συντεθραμμένοι : ὥσπερ γε καὶ περὶ ἀφροδισίων οὐ διελεγόμεθα πρὸς τοὺς ἄγαν νέους , ἵνα μὴ
ἦν καὶ ἀδαπανώτατον . οὐ γὰρ ἔδει αὐτὸν οὐδαμόσε ἐλθεῖν ἀφροδισίων ἕνεκεν , ἀλλὰ παίζων ἔλεγεν ἁπανταχοῦ παρεῖναι αὐτῷ τὴν
4446447 ἐμφορεισθαι
καὶ νοσερὸν τὸ νᾶμα , διὰ τὸν τοῦ πιεῖν ἵμερον ἐμφορεῖσθαι δέῃ , τότε ἀνάγκη γλυκυπίκρου πληρουμένους ἡδονῆς ἐν ἀβιώτῳ
ἡ ἐπίτασις τὴν ὀλίγην ἐνδείκνυται τροφὴν , ἔδει τούτους ἐᾷν ἐμφορεῖσθαι . μὴ γὰρ παρόντος τοῦ ὑποδεικνύντος τὴν ὀλίγην τροφὴν
4431975 ἡδονων
: καὶ ἐκλαθόμενος μὲν τῶν κάτω οἰμωγῶν καὶ στόνων καὶ ἡδονῶν καὶ δοξῶν καὶ τιμῆς καὶ ἀτιμίας , ἐπιτρέψας δὲ
τιθεῖσα . καὶ τοῦτο δῆλον πεποίηκε δείξας ἐν μὲν ἀμετρίᾳ ἡδονῶν καὶ λυπῶν τὴν κακίαν οὖσαν , ἐν δὲ τῷ
4431388 ἡδιον
κἄν μοι δῷς αὐτῶν μίαν , στρατεύεσθαι ἄν μοι δοκῶ ἥδιον ἢ οἴκοι μένειν . ὁ δὲ Κῦρος εἶπεν :
' : ὄψον δὲ ἐὰν λέγῃς , κάλει ὀψάριον . ἥδιον γὰρ ἀπολοῦμαι πολύ . ὅτι Φοῖνιξ ὁ Κολοφώνιος μνημονεύει
4410422 ὀρεξεσι
τὰ θέας ἄξια , ταῖς δὲ τῶν σωμάτων ἡδοναῖς καὶ ὀρέξεσι προσέχοντες , καὶ διὰ ταῦτα τὸν ἄνθρωπον γεγονέναι πιστεύοντες
καὶ σπεύδει μᾶλλον ὡς ἀνδράποδον ἑλκῦσαι τὸν λόγον ταῖς ἑαυτῆς ὀρέξεσι ταῖς αἰσχραῖς . οὐκ ἔστιν ἀρετὴ ἡ ἐγκράτεια .
4402830 μηθ
κοὐκ ἂν προδοῦναί μ ' . ἀλλὰ μήτε μοι χοὰς μήθ ' αἷμ ' ἐάσητ ' εἰς ἐμὸν στάξαι τάφον
πόλεως , ἧς ἐγὼ οὔτ ' ἂν τοὔνομα εἴποιμι , μήθ ' αἱ συμφοραὶ παραπλήσιοι γένοιντο αὐτῆς μηδενὶ τῶν Ἑλλήνων
4387963 μελλετω
” Ἐπίκουρος Μενοικεῖ χαίρειν . “ Μήτε νέος τις ὢν μελλέτω φιλοσοφεῖν , μήτε γέρων ὑπάρχων κοπιάτω φιλοσοφῶν : οὔτε
. καὶ μὴ ἀναβαλώμεθα μηδ ' ὁ μέλλων αὐτὸ λύσειν μελλέτω . θαυμαστὸν δὲ οὐδὲν ἄνθρωπον ἐπείγεσθαι χρόνον οὕτω δὴ
4385755 εὐπορεις
τοῦ θερμοῦ τοῦ χυλοῦ τῆς ἀρτεμισίας . Εἰ μέντοι οὐκ εὐπορεῖς βοτανῶν ἀπὸ τῶν τοιούτων κλιμάτων , διὰ δὲ χρείαν
ὦ Ἴων , περὶ μὲν Ὁμήρου ὅταν τις μνησθῇ , εὐπορεῖς , περὶ δὲ τῶν ἄλλων ἀπορεῖς : τούτου δ
4370749 ἐπιθυμιων
ἐρασιχρημάτους γε τοὺς συνόντας ἐποίει . τῶν μὲν γὰρ ἄλλων ἐπιθυμιῶν ἔπαυε , τοὺς δ ' ἑαυτοῦ ἐπιθυμοῦντας οὐκ ἐπράττετο
καὶ θανάτου καὶ ἀλγηδόνων , ἔτι τε τὸ πέρας τῶν ἐπιθυμιῶν καὶ ] τῶν ? ἀλγηδόνων ἐδίδασκε ? , οὐκ
4350683 εἰσιετω
' οἷς πράττει . μήτε δ ' οἰκέτης ἢ συγγενὴς εἰσιέτω , πρὸς ὃν ἔσχε ποτὲ λύπην ἢ ὀργήν :
πάνυ ταράττεσθαι φανερὸν αἴτιον γίνεται . μήτε δ ' αὐτὸ εἰσιέτω τὸ τῶν φίλων πλῆθος : οἱ γὰρ πολλοὶ θορύβου
4336157 παρασυρεις
: ἀπάτη , ὅταν λάθῃ τὶς ὑπό τινος ἐπί τι παρασυρείς : πλάνη δὲ , ὅταν ἀφ ' ἑαυτοῦ τὶς
: ἀπάτη , ὅταν λάθῃ τὶς ὑπό τινος ἐπί τι παρασυρείς : πλάνη δὲ , ὅταν ἀφ ' ἑαυτοῦ τὶς
4321606 ἐγκρατη
ἁμαρτημάτων , εἰς ἕτερα δὲ εἰσέρχονται : τὸν δὲ τελείως ἐγκρατῆ δεῖ πάντα φεύγειν τὰ ἁμαρτήματα καὶ τὰ μείζω καὶ
ἀκρατῆ τῷ ἀκολάστῳ εἰς ταὐτὸν τίθεμεν καὶ τῷ σώφρονι τὸν ἐγκρατῆ καὶ περὶ τὰ αὐτὰ λέγομεν αὐτοὺς εἶναι , τὸν
4304647 συμποτικος
ἦν ὁ κατάλογος οὗτος στρατιωτικός , φησί , μᾶλλον ἢ συμποτικός . δραματουργεῖ δὲ τὸν διάλογον ὁ Ἀθήναιος ζήλῳ Πλατωνικῷ
ὁρμαῖς ὑμῶν ἁπάσαις ὑπηρετεῖν ἑτοίμως ἐμέ : ἀλλὰ μὴν οὐδὲ συμποτικός εἰμί τις οὐδὲ κοινὸς ἐν ταῖς τοιαύταις συνουσίαις ,
4294103 ἀπεχεσθαι
ἵνα μή τι χαλεπώτερον συμπέσῃ . σιτίων δ ' οὖν ἀπέχεσθαι καὶ ἡσυχίαν ἄγειν ἁρμόττει καὶ τὴν αὐγὴν ἐκκλίνειν καὶ
διαφορεῖσθαι . ὀλίγος δὲ διδόσθω οἶνος : καὶ γὰρ τὸ ἀπέχεσθαι αὐτὸν οἴνου πολέμιον καὶ τὸ πολλῷ δὲ κεχρῆσθαι .
4285658 γνησιως
περὶ τῆς ἡδονῆς ὡς ἴδια λέγειν . μὴ εἶναί τε γνησίως ἀστόν , ὡς Τιμοκράτης φησὶ καὶ Ἡρόδοτος ἐν τῷ
πλήθη στρατηγὸς κατεστάθη καὶ φύλαξ τῆς εἰρήνης , μέχρι ἂν γνησίως ὁμονοήσωσιν οἱ συνεληλυθότες εἰς τὴν πόλιν . εἰς πολλὰ
4281785 ἀκολαστος
ὁ μὴ λυπούμενος ἐπὶ τῇ τῶν αὐτῶν τούτων παρουσίᾳ , ἀκόλαστος δὲ ὁ ἐπὶ ἀπουσίᾳ τινῶν λυπούμενος , σώφρων δὲ
εἶναι : ὁ γὰρ ἀμεταμέλητος ἀνίατος : τοιοῦτος δὲ ὁ ἀκόλαστος : ὁ δὲ ἔλαττον τοῦ δέοντος τὰ τοιαῦτα ζητῶν
4266121 ἀγαν
' εὖ περιστελεῖν τολμᾶι πανουργεῖν : ἔστι δ ' οὐκ ἄγαν σοφός . ὡς καὶ σύ : μή νυν εἰς
ἐδίδασκε γὰρ ὡς οὐ συμφέρει τῷ βασιλεῖ τοὺς Λακεδαιμονίους ποιεῖν ἄγαν ἰσχυρούς : οὐ γὰρ συνοίσειν Πέρσαις : κρεῖττον οὖν
4259644 ἐπιθυμουντα
ἂν εἴη πρᾶξις . χρὴ δὲ τὸν μὲν ἀρκυωρὸν εἶναι ἐπιθυμοῦντα τοῦ ἔργου καὶ τὴν φωνὴν Ἕλληνα , τὴν δὲ
Χαρικλὼ γυνὴ Χείρωνος , Φιλύρα δὲ μήτηρ . λίπτοντα : ἐπιθυμοῦντα . χρειώ μιν κούρης : Ἀναξαγόρας φησίν , ὅτι
4249328 διαφθειρῃ
ὤμοσαν οἱ τότε βοηθήσειν , ἐάν τις τὴν βασιλείαν αὐτῶν διαφθείρῃ . Τί μήν ; Βασιλεία δὲ καταλύεται , ὦ
τε τρίμηνα ἤν τε τετράμηνα ἤν τε πλέονα χρόνον γεγονότα διαφθείρῃ κατὰ τὸν αὐτὸν τοῦτον τρόπον , ταύτῃσιν αἱ μῆτραι
4230151 διψωντα
κάρδαμα φαγεῖν πεινῶντι , ἡδὺ δὲ ὕδωρ ἀρυσάμενον ἐκ ποταμῶν διψῶντα πιεῖν . Σωκράτης δὲ πολλάκις κατελαμβάνετο διαπεριπατῶν ἑσπέρας βαθείας
, ἀλλ ' ἐκεῖνοι μὲν ὁρῶντες ῥιγῶντα καὶ θυραυλοῦντα καὶ διψῶντα πολλάκις ἡγοῦντο ἀμελεῖν τοῦ ὑγιαίνειν καὶ τοῦ ζῆν :
4213108 λαμπροτερᾳ
, μὴ λάθωσιν αὐτὸν οἱ ἐξ ἐναντίας εὐχῇ μείζονι καὶ λαμπροτέρᾳ κατ ' αὐτοῦ χρησάμενοι . ὁ δὲ ἑκατόμβην ἀνδρῶν
τῶν ἐνδόξων πράξεων τὸν ὅλον λόγον διαπλέκων , πομπικωτέρᾳ καὶ λαμπροτέρᾳ : δεῖ γὰρ μὴ μόνον τὰς τῶν προσώπων ἐξετάζειν
4212140 σωφρονεστατη
' ἂν διαφερόντως . τελευτησάντων δὲ γονέων ταφὴ μὲν ἡ σωφρονεστάτη καλλίστη , μήτε ὑπεραίροντα τῶν εἰθισμένων ὄγκων μήτ '
τοῦ προσώπου σεμνότητα μετὰ γλυκύτητος εἰργάσατο , ὥσπερ ἂν ἡ σωφρονεστάτη παρθένος . Καὶ περὶ μὲν γλυκύτητος καὶ ἐν τοῖς
4189836 θωπειας
, ὁ τῷ ὄντι τύραννος τῷ ὄντι δοῦλος τὰς μεγίστας θωπείας καὶ δουλείας καὶ κόλαξ τῶν πονηροτάτων , καὶ τὰς
ὡς ἐνδέχεται μάλιστα , ὁ αὐτὸς δὲ λόγος καὶ περὶ θωπείας καὶ δεήσεως καὶ λιτανείας καὶ πάντων τῶν τοιούτων .
4172190 ὁμιλειν
, οἳ καὶ διὰ σφραγίδων καὶ ἄλλων συμβόλων ἀλλήλοις δύνανται ὁμιλεῖν καὶ οὓς βούλονται συνιστᾶν . Πρόξενοι δὲ καλοῦνται οἱ
] διὰ τὸ παντοδαπὰς μεταβολὰς καὶ πάθη καὶ ἀνομοιότητας δεχομένοις ὁμιλεῖν πράγμασι . . . , δοξαστὸν οὖν καὶ ἀπατηλὸν
4166686 καρυκας
συνεστρέφοντο . Ἀφώριστο δὲ αὐτῷ τριώβολον τῆς ἡμέρας . Λυδῶν καρύκας : παροιμία : Μήτε μοι Λυδῶν καρύκας , μήτε
τοῦ ἡδυπαθεῖς . καὶ τὸ περιφερόμενον ” μήτε μοι Λυδῶν καρύκας “ μήτε μαστίγων ψόφους , ” τρυφηλοὺς αὐτοὺς παριστάνει
4162823 φιλοφρονεισθαι
τε καὶ ἐκ τοῦ ὁμοίου προσφέρεσθαι καὶ δεξιώσεις καὶ φιλοφροσύνας φιλοφρονεῖσθαι τοσούτῳ ἡδίους τοῖς προσομιλοῦσιν , ὅσῳ καὶ παρὰ μείζονος
ἄγων αὐτῷ τὰ παρὰ τῶν συμμάχων δῶρα , ἄλλα τε φιλοφρονεῖσθαι , ὡς αὐτὸς ἔφη ὁ Λύσανδρος ξένῳ ποτέ τινι
4154340 ὀλιγοδεϊας
συμβέβηκεν , αἳ τῆς ψυχῆς ὑποτέμνονται τὴν πολυτέλειαν εὐκολίας καὶ ὀλιγοδεΐας ἔρωτας ἐντίκτουσαι κατὰ τὴν πρὸς θεὸν ἐξομοίωσιν . ἔστι
| ἅλες , ὁ μὲν σύμβολον τοῦ μηδὲν ἥδυσμα εὐωδέστερον ὀλιγοδεΐας εἶναι καὶ ἐγκρατείας παρὰ σοφίᾳ δικαζούσῃ , οἱ δ
4153157 Κελαιναι
Ἴδης τόποις . ” πολὺ γὰρ τῆς Ἴδης ἄπωθεν αἱ Κελαιναί , πολὺ δὲ καὶ αἱ τοῦ Καΐκου πηγαί :
μέρος Σωσίθεος ἐν Δαφνίδι λέγων οὕτως : αἵδ ' αἱ Κελαιναί , πατρίς , ἀρχαία πόλις , Μίδου γέροντος ,
4131159 σωφρονα
Σάμιοι , εὐκαταφρονήτους ἡ ἀμορφία εἴωθε ποιεῖν τοὺς νοῦν ἔχοντας σώφρονα καὶ ὄντας εὐγενεῖς τὸ λαλεῖν : καὶ γὰρ ἐν
ἐγκρατὴς καὶ ὁ σώφρων ταὐτόν ἐστιν , ἔδει καὶ τὸν σώφρονα φαύλας καὶ ἰσχυρὰς ἡδονὰς ἔχειν , ἐπηρεαζούσας αὐτὸν παραπλησίως
4130348 ἐσθιῃς
δ ' ἡδὺ τὸ σῦκον . Φήσεις γ ' ὅταν ἐσθίῃς οἶνόν τε πίῃς πολύν . Ὑμήν , Ὑμέναι '
λαμπρύνει τὰς ἐκκρίτους , Πλὴν ὠμὸν αὐτὸ μήτ ' ἀφέψων ἐσθίῃς . Ἰντύβιον φακῆν τε πυκνῶς ἐσθίων , Ἀναφρόδιτον τὴν
4125337 ἀνοιξῃ
, οὗτος μακάριος ἐν ἀγορᾷ νομίζεται , ὅταν δ ' ἀνοίξῃ , οὐχὶ τὴν θύραν , ἀλλὰ τὴν ψυχήν ,
ἤνοιξεν ; εὔχεται γὰρ Μωυσῆς ὁ ἱεροφάντης , ἵνα „ ἀνοίξῃ κύριος ἡμῖν τὸν θησαυρὸν αὐτοῦ τὸν ἀγαθόν , τὸν
4118476 ἀγριωτερος
. , . ἀγροτέρη : οὐκ ἀπὸ τοῦ ἄγριος , ἀγριώτερος γὰρ ἦν ἄν , ἀλλὰ παρὰ τὸν ἀγρόν ἀγρότερος
ἦν καὶ πῦρ ἐς πλέον ἄλλου πυρὸς καῖον καὶ λύκος ἀγριώτερος λύκων ἄλλων καὶ ὠκύτερος ἱέραξ ἱέρακος πέτεσθαι , εἴγε
4117387 λουτριον
ταῦτ ' ἀεί . μήτε ποδάνιπτρον θύραζ ' ἐκχεῖτε μήτε λούτριον . κἀπὸ τῆς Διειτρέφους τραπέζης οἴμοι κακοδαίμων τῆς τόθ
Ἀριστοφάνης ἐν Ἥρωσιν μήτ ' ἀπόνιπτρον θύραζ ' ἐκχεῖτε μηδὲ λούτριον . ἡ δὲ νέα κωμωιδία καὶ λουτῆρας λέγει .
4116444 θρυπτομενων
καὶ ἀκόσμως γελώντων . Γέλως Μεγαρικός : ἐπὶ τῶν ἀώρως θρυπτομένων : ἤκμαζε γὰρ ἡ Μεγαρικὴ κωμῳδία ἐπὶ χρόνον .
αὐτοῦ εὐτέλειαν εἰς γάμον συνελθεῖν , καὶ μήτε γάμων τῶν θρυπτομένων καὶ τρυφώντων τῷ πλούτῳ ἐπιθυμῆσαι τὸν ὄντα χερνήταν ,
4114625 δεισιδαιμονιας
; θρασύτης προσέρχεται ταύτῃ : ἀλλ ' εὐσέβειαν μετέρχῃ ; δεισιδαιμονίας ἡ ὁδός . ἐὰν δὲ φάσκῃ ζητεῖν τοὺς ἐπιστήμης
ἐνίοις δόξει , ἀναίσθητός ἐστι καὶ ἀνόητος : ὑπὸ γὰρ δεισιδαιμονίας βλασφημοῦσι : πάντα γὰρ ὅσα ἔστιν , ὦ Ἀσκληπιέ
4112640 συγγνωναι
οἱ ἀρχαῖοι λέγουσιν . Συγγνωμονῆσαι οὐ χρὴ λέγειν , ἀλλὰ συγγνῶναι . Σιτομετρεῖσθαι μὴ λέγε , λύων δ ' ἐρεῖς
καὶ διάκρισιν αὐτὴν ὀνομάζομεν ὡς τῶν ἄλλων τι οὖσαν , συγγνῶναι δεῖ : τὰ γὰρ ὀνόματα τῶν διωρισμένων ἐστὶ καὶ
4104838 ἐπισταμενης
ἱερεὺς καὶ σχοινίον καὶ μέλαν , πειράζων εἰ ἐκ τῆς ἐπισταμένης ἐστὶ συγγενείας γράμματα , καὶ εἰ γράφει . ἔτι
ἑῆς ποτε μητρὸς Ἀβαρβαρέης ἐπακούσας , ἀνδρῶν εὖ μάλα νοῦσον ἐπισταμένης ἀκέσασθαι , Βουκολίδης Εὔφορβος ἀγαυοῦ φάσκεν ὀφίτου φάρμακα μὴ
4104796 ἀκολαστου
ὑπηρέτην αὐτῆς δεξιοῦται . τρεῖς δ ' εἰσὶν οἱ τῆς ἀκολάστου καὶ ἀκράτορος ψυχῆς ἑστιοῦχοί τε καὶ θεραπευταί , ἀρχισιτοποιός
δι ' ἧτταν ἀλλὰ διὰ προαίρεσιν . καὶ γὰρ τοῦ ἀκολάστου φεύγειν τὰς σωματικὰς λύπας , οἷον τὰς ἀπὸ πείνης
4096193 ἀφροδισιαζειν
' ἀποθανεῖν αὐλούμενον : τούτοις ἐν ᾅδου γὰρ μόνοις ἐξουσία ἀφροδισιάζειν ἐστίν , οἱ δὲ τοὺς τρόπους ῥυπαροὺς ἔχοντες μουσικῆς
οἷς ἡ ὀψιμαθία ἐστὶ βελτίων , οἷον καὶ τὸ τοῦ ἀφροδισιάζειν πρᾶγμα . δεῖν οὖν ἔτι παῖδας οὕτως ἄγεσθαι διὰ
4095769 πειθομενῳ
ταῦτα ἐπινοοῦσιν ὅσα ἀνόσια ἔργα καὶ πολιτοφθόρα , τῷ μὲν πειθομένῳ τὸν νόμον ἐᾶν σιγῇ δεῖ , τῷ δὲ ἀπειθοῦντι
ὑπ ' ἄλλου τοιαύτῃ μοίρᾳ τελευτῆσαι τὸν τότε βίον . πειθομένῳ μὲν δὴ καὶ πάντως φοβουμένῳ ἐξ αὐτοῦ τοῦ προοιμίου
4091480 συγγινεσθαι
καὶ πρώτους γε τοὺς θεοὺς αὐτῶν κηρύσσουσιν ἐν ἀρρήτοις μίξεσιν συγγίνεσθαι ἔν τε ἀθέσμοις βρώσεσιν . τίς γὰρ οὐκ ᾄδει
προϋπαρχόντων νομίμων ἐν ταῖς Ἑλληνικαῖς πόλεσι , τὸ μήτε μητράσι συγγίνεσθαι μήτε θυγατρὶ μήτ ' ἀδελφῆι μήτ ' ἐν ἱερῶι
4077820 συνειναι
, Θ ὅπερ τοῖς ἐρῶσιν ἐκτόπως συμβαίνει δόξασι τοῖς παιδικοῖς συνεῖναι . Θ ὁρῶν ἄγουσαν Θ τὴν σελήνην : ἢ
ἐπεθύμει καταλιπεῖν τὴν ἐν θαλάσσῃ διατριβὴν , καὶ τοῖς ποιμνίοις συνεῖναι . Ὁ δ ' Ὀππιανός φησιν : ἐν ταῖς
4077333 παραχωρει
τὸν λόφον καὶ ὅτι τῆς ὀχείας ἑτέρῳ δίχα μάχης οὐ παραχωρεῖ . Θεόφραστος δέ φησι τοὺς ἀγρίους ὀχευτικωτέρους εἶναι τῶν
, καὶ ἐπιμένει καὶ ἐπαύξει τὸ δεινὸν , καὶ οὐδὲ παραχωρεῖ , οὐδὲ παύεται , ἄχρις ἂν κόρον λαβὼν τοῦ
4074624 καταιονουντα
. καὶ τέγγειν τὰ μέρεα , πολλόν τι μᾶλλον τάδε καταιονοῦντα , ὅκωϲ μήτε θάλψιϲ ἐκ τῶν εἰρίων ἔοι ,
θεραπεύειν δὲ δὶς τῆς ἡμέρας , ὄρθρου καὶ ἑσπέρας , καταιονοῦντα ἐλαίῳ θερμῷ ῥέποντι ἐπὶ τὸ μετρίως θερμότερον : τὸ
4071169 ἀφροδισιου
ἣν ἐκεῖνο ἄττει τὸ ζῷον . Ἡ μύραινα ὅταν ὁρμῆς ἀφροδισίου ὑποπλησθῇ , πρόεισιν ἐς τὴν γῆν , καὶ ὁμιλίαν
οὔτε ὀργᾷ ποτε τὸ τοιοῦτον , οὔτε προσίεται τὸ ἄρρεν ἀφροδισίου κοινωνίας ἕνεκεν ἀπόλλυσί τε , ὡς ἂν εἴποι τις
4070665 πονηρας
πελωριάδας στενοπορθμίδι κόγχας . κἀν Ἐφέσῳ λήψει τὰς λείας οὔτι πονηράς . τήθεα Καλχηδών : τοὺς κήρυκας δ ' ἐπιτρίψαι
, ἀγαθὸν κἀκεῖνος δοκεῖ , εἰ δὲ εἰς φαύλας καὶ πονηράς , καὶ ὁ πλοῦτος φαῦλον δοκεῖ . τοιοῦτον καὶ
4069368 εὐχαρις
, ταχύς ταχύ , ἥμισυς ἥμισυ , μέγας μέγα , εὔχαρις εὔχαρι : τοιοῦτον οὖν καὶ τὸ τίΑἱ . ἀντωνυμίαι
μῆτις πολύμητις , ἴδρις ἄϊδρις , πόλις φιλόπολις , χάρις εὔχαρις . Τὰ εἰς ΙΣ ὀξύτονα πὴ μὲν ἐν τῇ
4068657 διμηνα
ἔστιν ᾗσι διάπυα γίνεται τὰ ἐπιμήνια χρονίσαντα , ἐπὴν γένηται δίμηνα ἢ τρίμηνα : τοῦτο δὲ μάλιστα γίνεται , ἢν
. Χρῶ δὲ καθαρτικῷ θαυμασίῳ καὶ τῷ προγραφέντι πρὸς τὰς δίμηνα καὶ τρίμηνα φθειρούσας καὶ μὴ συλλαμβανούσας , τῷ διὰ
4061300 πτιϲϲανη
κρόμμυον ὀλίγον καὶ πράϲον . ϲυνεργεῖ δὲ τοῖϲ ἐμέτοιϲ καὶ πτιϲϲάνη μέλιτόϲ τι προϲλαβοῦϲα καὶ τὰ λιπαρὰ τῶν κρεῶν .
, αὐτὸν δὲ ἀρκεϲθῆναι προϲφοραῖϲ ὀλίγαιϲ ῥοφημάτων , οἷόν ἐϲτι πτιϲϲάνη καὶ μελίκρατον , ὧν ὡϲ φάρμακον μᾶλλον ἢ τροφὴν
4054732 ἀφηλικα
Φερεκράτης δὲ τὴν γεραιτέραν ὡς ἀφηλικεστέραν , ὡς καὶ Κρατῖνος ἀφήλικα γέροντα . ἐρεῖς δὲ παρθένος ὡραία γάμου . Ἀριστοφάνης
γὰρ ἣ δεῖ χρῶνται : τὸν μὲν γὰρ πρεσβύτερον ῥητέον ἀφήλικα : οἱ δ ' ἐπὶ τοῦ μηδέπω τῆς ἐννόμου
4050472 χρησμῳδειν
ἀτμὸν ἔνθεον , αὐτόθεν ἐγκύμονα τῆς δαιμονίου καθισταμένην δυνάμεως παραυτίκα χρησμῳδεῖν κατ ' ἐπίπνοιαν : οὕτως ἀπὸ τῆς τῶν ἀρχαίων
ἔχῃ τὸ κτῆμα , ἀδύνατος πᾶς ποιεῖν ἄνθρωπός ἐστιν καὶ χρησμῳδεῖν . ἅτε οὖν οὐ τέχνῃ ποιοῦντες καὶ πολλὰ λέγοντες
4050471 μεγαλαυχουντων
καὶ εὐτελῆ καὶ ἄσημον καὶ τῶν κάτω , μήτε τῶν μεγαλαυχούντων τῷ γένει ἤτοι τῶν εὐγενῶν . ἢν γὰρ καὶ
Πηλεὺς ἐπὶ τῇ μαχαίρᾳ : ἐπὶ τῶν ἐπὶ τοῖς τιμίοις μεγαλαυχούντων : παρόσον σωφροσύνης ἕνεκα παρὰ θεῶν ἡφαιστότευκτος ἐδωρήθη τῷ
4050386 ἐπαινετου
γονεῦσιν ἦν καὶ οὕτως εὐάρεστος , ὡς καὶ θεοῦ τυχεῖν ἐπαινέτου , ὁ δὲ μείζων ἀπειθής , [ ἐκ ]
τῶν Τρωάδων . καὶ οὐδὲ αὕτη , ξένε , Ὁμήρου ἐπαινέτου ἔτυχεν , ἀλλὰ Ἑλένῃ χαριζόμενος οὐκ ἐσηγάγετο ἐς τὰ
4047093 ἐπιμοχθον
στρατιωτικὸν ἢ ἀθλητικὸν τὸ σχῆμα τύχῃ : καὶ οὕτω μὲν ἐπίμοχθον , πλὴν οὐκ ἄπρακτον . Κρόνος καὶ Ἄρης καὶ
ἡμᾶς δι ' αὐτῆς πρὸς τὸ ἐπίμοχθον τῶν ἐνεργειῶν : ἐπίμοχθον γὰρ μὴ πεινῶντα ἐσθίειν καὶ μὴ διψῶντα πίνειν .
4045907 αὐχημα
. ποιηταῖς . Οἶον ἀποιχομένων ] οἶον καὶ μόνον τὸ αὔχημα τῆς δόξης , ἤτοι ἡ ἀρετὴ καὶ ὁ ἔπαινος
πατέρων . . . : μετέρχεται ἐπὶ τὸ δίκαιον κεφάλαιον αὔχημα : τὸ φρόνημα αὔχημα ἐκάλεσεν ἀπὸ ἀμαθίας εὐτυχοῦς :
4039407 ποθεινοι
μέχρι τᾶς ἐσχάτας βιοτᾶς , καὶ ἀφέρποντες αἰζηοῖς νέοις σφόδρα ποθεινοί , ῥωμαλέοι ψυχᾷ [ ποθεινὼ ] ἐόντες διὰ τὸ
νοσῆσαι : ἐοίκασι γὰρ οἱ ὀφθαλμοὶ παισίν , ὅτι καὶ ποθεινοί εἰσι καὶ τοῦ σώματος ὁδηγοὶ καὶ ἡγεμόνες , ὥσπερ
4036674 ἐπιθυμησαι
ἐκδοὺς αὐτὸς τῷ ἀνδριαντοποιῷμὴ γὰρ οὕτω μανείην , ὡς τοιούτων ἐπιθυμῆσαι κτημάτωνἀλλὰ Περίλαος ἦν τις ἡμεδαπός , χαλκεὺς μὲν ἀγαθός
περί τινος κακοῦ , ἢ θεασάμενον τοῖς ὀφθαλμοῖς ἀλλοτρίαν γυναῖκα ἐπιθυμῆσαι . Σολομὼν μὲν οὖν , ὁ βασιλεὺς καὶ προφήτης
4035810 ἀσφαλεστατος
φαίνεται βεβαίως πως ἐκεῖνος φιλόπολις , ὥστε δοκῶν καὶ ὢν ἀσφαλέστατος στρατηγὸς ἁπάντων , ὑπὲρ μὲν ὑμῶν , ὁπόθ '
ὁμολογηθέντα φυλάξαι βεβαιότατος , πρὸς δὲ τῶν ἐξαπατώντων μὴ ἁλῶναι ἀσφαλέστατος , χρημάτων τε ἐς μὲν ἡδονὰς τὰς αὑτοῦ φειδωλότατος
4035127 ἡδεων
ὑπακούειν τοῖς πωλοδάμναις τῷ ὅταν μὲν πεί - θωνται τῶν ἡδέων τι αὐτοῖς γίγνεσθαι , ὅταν δὲ ἀπειθῶσι πράγματα ἔχειν
μέλιτοϲ ἢ ἀπὸ πικρῶν ἀμυγδάλων μετὰ ϲεμιδάλεωϲ ἢ χόνδρου τῶν ἡδέων τινὸϲ παραμιγνυμένου πομάτων , ὑδρομήλου ἢ ἀπομέλιτοϲ ἢ ὑδροροϲάτου
4034440 λυπων
δόξῃ τῇ θεῶν ἔρημα εἶναι πάντα ἀκράτειαί τε ἡδονῶν καὶ λυπῶν προσπέσωσι , μνῆμαί τε ἰσχυραὶ καὶ μαθήσεις ὀξεῖαι παρῶσι
ἠδυνάμην , οὔτε κοινῇ τὸν δῆμον ἀδικῶν οὔτ ' ἰδίᾳ λυπῶν οὐδένα τῶν ἐν τῇ πόλει , πειρώμενος δ '
4032258 ἱκετευοντα
δὲ παρὰ Προμηθέα καὶ ὀφθεὶς ὑπ ' αὐτοῦ , οἰκτείρει ἱκετεύοντα καὶ κτείνει τὸν ἀετόν , ὃς αὐτοῦ τὸ ἧπαρ
γενόμενον καὶ μὴ δυνάμενον τὴν γλῶτταν κινῆσαι , νεύμασι δὲ ἱκετεύοντα συνεπιλαβέσθαι αὐτῷ , αὐτοῦ που μένειν τοῦτον παρεκελεύσατο τέσσαρσι
4031589 καλλισταις
ἔτυχεν ἀποτελούμενον ὑπ ' αὐτῆς καὶ μάλιστα ἐν ταῖς οὕτω καλλίσταις κατασκευαῖς , ὁποῖαι τυγχάνουσιν αἱ τῶν λογικωτέρων αἰσθήσεων ,
δ ' ἐσλοῖσιν ὑμνεῖσθαι . . . . . . καλλίσταις ἀοιδαῖς . τοῦτο γὰρ ἀθανάτοις τιμαῖς ποτιψαύει μόνον ,
4029895 μειδιαν
[ ] μωκᾶσθαι ? [ ] καὶ μορφάζειν καὶ ? μειδιᾶν [ ] καὶ ὑπανίστασθαί [ ] ? τισιν ?
ὄζων πολέμου . εἰ γάρ που τὴν ἐρωμένην προσέπαιζε καὶ μειδιᾶν , ὡς εἰκός , ἐπειρᾶτο , ἦν αὐτῷ καὶ
4027401 ἀφροδισιακας
μάλιστα τὰς ἡδονὰς παρέχεσθαι συνεχῶς ἀπολαύειν , ἀλλὰ καὶ τὰς ἀφροδισιακὰς τέρψεις μεταδιώκειν ἀνδρὸς ἅμα καὶ γυναικός : ἐχρῆτο γὰρ
ταύτην ἐξηγούμενοι : τοὺς γὰρ οἰνωθέντας φυσικῶς ἐντετάσθαι πρὸς τὰς ἀφροδισιακὰς ἡδονάς . τινὲς δέ φασι τὸ αἰδοῖον τῶν ἀνθρώπων
4023087 ἰδιειν
ἐν τῷ περὶ Ἰάδος διαλέκτου . τινὲς δὲ παρὰ τὸ ἰδίειν τὸν ὀῤῥόν : ὅ ἐστιν ἱδροῦν ἐν τῷ φόβῳ
] [ πεποίηται ] : τοὔνομα γὰρ περὶ τὸν ὄρρον ἰδίειν , ὡς ἴδεδροι . Ὅμηρος : Ἴδιον ὡς ἐνόησα
4018228 καλης
συμπαρῇ τοῦ δεκανοῦ πολλάκις , καλλοφώνους καὶ μουσικοὺς , ἐκ καλῆς ἁρμονίας , εὐεργεσίας δέχεσθαι παρ ' ἀνδρῶν μεγιστάνων :
καὶ μετὰ βίας ἁρπαγήσεσθαι τὴν οὐσίαν . Ζεὺς δὲ μετὰ καλῆς πίστεως ἐνδόξως διατηρηθήσεσθαι , ὁμοίως δὲ καὶ Ἀφροδίτη .
4008968 ἀωρῳ
ὑγροῦ . καὶ τὸ ἄνθοϲ δὲ τῆϲ αὐτῆϲ ἐϲτι τῷ ἀώρῳ καρπῷ δυνάμεωϲ : εἰϲ δυϲεντερίαϲ οὖν καὶ ῥεύματα γαϲτρὸϲ
, ὀλοφύρονται τὸν Μέμνονα ὡς κομιδῇ νέον καὶ ὅσα ἐπὶ ἀώρῳ κλαίουσι , τὸ δὲ χωρίον , ἐν ᾧ ἵδρυται
4006281 κουρευ
χάριν : μήτε σὺ τόνδ ' ἀγαθός περ ἐὼν ἀποαίρεο κουρεῦ , μήτε σὺ Πηλείδη . Ὅτι δὲ ἦν τις
: μήτε σὺ τόνδ ' ἀγαθός περ ἐὼν ἀποαίρεο , κουρεῦ , μήτε σύ , Πηλείδη . ὅτι λοφνία ἡ
4001960 περιεργῳ
καὶ τύχης δεῖται ” . Ἕωθεν προλέγειν ἑαυτῷ : συντεύξομαι περιέργῳ , ἀχαρίστῳ , ὑβριστῇ , δολερῷ , βασκάνῳ ,
πρώτας ἀρετὰς ἔχει καὶ κοινοτάτας , ἀλλ ' ἐκνενίκηται τῷ περιέργῳ καὶ περιττῷ μήτε ἡδέα εἶναι μήτε ὠφέλιμα : ὧν
3994754 δυσερις
ἔχοι μετρίαν αἴσθησιν περὶ λόγους καὶ μήτε βάσκανος εἴη μήτε δύσερίς τις , τοσούτῳ διαφέρειν τὴν ἀρτίως παρα - τεθεῖσαν
ὠφελείας κόλαξ , ὁ δὲ ἐλλείπων καὶ ἄχαρις ἐν πᾶσι δύσερίς τις καὶ δύσκολος . οὐ μόνον δὲ ἐν τοῖς
3989859 ταλαιπωρια
καὶ ὀϊζυρὸς ὁ ταλαίπωρος καὶ ἄθλιος , καὶ ὀϊζὺς ἡ ταλαιπωρία . ἐπιθυμῶ ] ὀρέγομαι , ἐθέλω . . ἐκεῖν
ἐνδεικνύμενος ὅτι μέγιστόν ἐστι τῶν κακῶν ἡ περὶ τὸ ζῆν ταλαιπωρία καὶ ὁ πόνος . διόπερ καὶ Μεγακλείδης ἐπιτιμᾷ τοῖς
3986837 γραψειεν
οὐχ ὅσος ἦν ἐκεῖνος , ἀλλ ' ὅσος αὐτὸς πέφυκε γράψειεν , οὐ φαίης ἄν , οἶμαι , τὴν τέχνην
καὶ τοῦτο ἔλεγες ὅτι ὑμνήσω σε μετὰ τῶν ὁμηλίκων : γράψειεν ἄν σε : εἰώθασιν ἐν τοῖς τάφοις τῶν ἀποθνῃσκόντων
3982152 ὑπαγον
, μήτε εἰς τὰ ἀριστερὰ , ἀλλ ' ὡς βέλος ὕπαγον ὀρθῶς , ἄπελθε ἐν τῇ δυνάμει τοῦ θεοῦ ,
ἄρ ' ἐκτὸς ἄμαξαν ἐΰτροχον ἡμιονείην ὅπλεον ἡμιόνους θ ' ὕπαγον ζεῦξάν θ ' ὑπ ' ἀπήνῃ : κούρη δ
3980779 οἰκουρων
σταλαγμοὺς ἐξ ὀφθαλμῶν καθιᾶσιν . θαλαμηπόλων ] νέων νυμφῶν ἢ οἰκουρῶν : θάλαμος γὰρ οὐ μόνον ὁ παστὸς , ἀλλὰ
ἐπ ' ὀλίγον . διὰ χειμῶνος δὲ ἐν τοῖς φωλεοῖς οἰκουρῶν χαίρει : διατριβαὶ δὲ ἄρα αἱ πρὸς τῇ γῇ
3977512 ἁλμυροισι
σιτίοισιν ὡς πλεῖστον χρόνον ξυμφέρει , καὶ τοῖσι δριμέσι καὶ ἁλμυροῖσι καὶ λιπαροῖσι καὶ γλυκέσι σιτίοισι καὶ πόμασι χρέεσθαι .
λύσῃς : σιτίοισι δὲ ὀλιγίστοισι χρεέσθω , μήτε δριμέσι μήτε ἁλμυροῖσι : καὶ θυμιήσθω τὸ αἰδοῖον τοῖσι κακώδεσι : κἀπειδὰν
3976377 ἐπιθυμιας
ἄριστον λόγῳ ἀγούσης καὶ κρατούσης τῷ κράτει σωφροσύνη ὄνομα : ἐπιθυμίας δὲ ἀλόγως ἑλκούσης ἐπὶ ἡδονὰς καὶ ἀρξάσης ἐν ἡμῖν
, οἱ δ ' ἔτι γενναιότερον ἱστάμενοι καὶ τὰς ἀτόπους ἐπιθυμίας , αἷς κατὰ τὸν καιρὸν τοῦ κύειν αἱ μητέρες
3973392 καθαρθησεται
τούτων κτηδόνας . ἰνηθμός : κάθαρσις κοιλίας . ἰνήσεται : καθαρθήσεται . καὶ ἴνησις ἡ κάθαρσις . ἰθαγενές : αὐθιγενές
ἁπαλὸν εἴ τις ἑψήσας ὡς λάχανον ἐσθίοι , τὰ μέτρια καθαρθήσεται , φαγεῖν δ ' οὐχὶ ἡδὺς εἰς ἅπαν .
3970678 καταφρονει
παρ ' αὐτῶν τιμάς . καὶ ὁ μὲν δικαίως αὐτῶν καταφρονεῖ : δοξάζει γὰρ ἀληθῶς ὅτι κρείττων ἐστὶ τῶν ἄλλων
Κυαξάρῃ : νῦν δὲ ὡς ᾔσθετο τοὺς πολεμίους ἐπιόντας , καταφρονεῖ καὶ οὔτε τὸ στράτευμα πέμπει ἡμῖν οὔτε τὸν δασμὸν
3968493 εὐκλεες
δέ : ἐπειδὴ ἔτυχον ἐκεῖσε , τὸ μὲν κερδαίνειν αὐτὴν εὐκλεὲς ἡγησάμην , τὸ δὲ ἐᾶσαι αἰσχρόν : παρεῖναι :
εὖ πράσσουσιν ἐν ἐξουσίᾳ τὸ φιλάνθρωπόν ἐστιν . οὐδ ' εὐκλεὲς οὐδὲ συμφέρον ἐς τὴν ἀρχὴν ὑμῖν ἐστιν πόλιν τοσήνδε

Back