Καὶ μὲν πρὸς βορρᾶν ταύτης τῆς Σικελίας ὁδὸς ὀλεθρία καὶ ἐλεεινή ἐστι τοῖς ναύταις , στενὴ καὶ σκολιὰ καὶ ἄβατος
ἢ γέροντ ' εἴπω πόσιν : ἄπειμι κάτω δηλονότι : ἐλεεινή : συναλοιφὴ τῶν δύο : ἔστι δὲ ἐγώ :
5106962 οἰμοι
ἡδόμεσθ ' ἀγῶνι δυστυχεῖ δόμοις δισσῶν ἀδελφῶν μόρον ἀκούοντες σέθεν οἴμοι τὸ πᾶν δῆτ ' ἐσφάλημεν ἐλπίδων ται μέγα τείσασθε
τοῦ ἀπό τινος ἐσθίειν , ὡς Ἕρμιππος ἐν Στρατιώταις : οἴμοι τάλας , δάκνει , δάκνει , ἀπεσθίει μου τὴν
4929522 φρενων
ὅρκιον καλῶ : καὶ ταῦτ ' ἐπίστω , καὶ γράφου φρενῶν ἔσω . Σὺ γὰρ νοσεῖς τόδ ' ἄλγος ἐκ
τὰ γεννηθέντα ἡ μήτηρ . Μετάφρενον . ὅτι ἐξόπισθεν τῶν φρενῶν κεῖται . φρένες δὲ ὑμένες . εἰσὶ δὲ μεταξὺ
4927982 σιγης
τὴν ὀγδοάδα καὶ τριακάδα ; Σίγα τὰ νέρθε καὶ τὰ σιγῆς ἄξια . οὐκ ἔσθ ' ὧδε μετρεῖν τὰ ψυλλῶν
σιγὴ κρείσσων τοῦ λόγου καὶ ἔστιν ὅπου ὁ λόγος τῆς σιγῆς κρείσσων : λέγοιμ ' ἂν ἤδη : ἐναντιοῦται τῇ
4880550 ποθος
ἔργοισιν εἰς βλάβην φέρον , οὔτοι βίου μοι τοῦ μακραίωνος πόθος , φέροντι τήνδε βάξιν . Οὐ γὰρ εἰς ἁπλοῦν
πῶς ἐπολεμήσατε ; . ἔρως μέν ἐστιν ἐπιβολὴ φιλοποιΐας , πόθος δ ' ἀπόντος , ἵμερος δ ' ἔρως σπανίζων
4829973 λεγουσης
' ἑκάστην ὄρεξιν , τῆς δὲ σοφίας μόνον θεωρούσης καὶ λεγούσης , πραττούσης δὲ μηδέν . ἐλέγετο γὰρ ἐξ ἀρχῆς
καὶ τὸ εἰωθὸς ἔπος , ὡς μετὰ ταῦτα ἐπυθόμην , λεγούσης , λαβέ μου , Σκάμανδρε , τὴν παρθενίαν ,
4817909 λυπης
κτήνεσιν τροφὰς παράβαλε : ὅσα ἐστὶν μοχθηρὰ ἢ κοπηρὰ ἢ λύπης μεστὰ ἢ δούλια , πάντα τῷ Αἰσώπῳ ἐπιτάσσεται ἄγειν
πάντως ἐν ὀξεῖ νοσήματι χαλεπόν . τί γὰρ ἢ ἀπὸ λύπης ἢ διὰ τὸ πολλάκις κάμψαι θεὸν εἰς ἀνθρωπίνην θεραπείαν
4810217 νωθροτης
. οὕτω τὸ νωθρὸν ἐξέκοπτες ἐργάτου , εἴπερ παρῆν τις νωθρότης τοῖς οἰκέταις . Ἐπεὶ δὲ καὶ φῶς ἡμέρα προμηνύειν
ὡς καὶ τῷ Ἀρχεκράτει : ἦρά γε ἐπὶ τούτοισι καὶ νωθρότης γίνεται ; ῥῖγος ἐπὶ τουτέοισι κάκιστον . Τοῖσιν ἐξισταμένοισι
4786168 γλωττα
. . ἐμβαλεῖν : Ῥίψαι , ἐνθεῖναι . . ἡ γλῶττα τῷ κήρυκι : 〚 Διχῶς νοεῖται : 〛 ἡ
περιπαρεὶς , ἀέριος αὐτίκα ἐπαίρεται . Ἔστι δὲ αὐτοῖς ἡ γλῶττα τραχεῖα καὶ στενὴ ῥίνης ἀποσώζουσα σιδηροβρώτιδος μίμημα , δι
4776807 κἀμου
κολάσεις ὑμῖν τεχνιτεύσω . τοσαῦτα εἰπὼν ὁ θεός , ὁ κἀμοῦ κύριος , τὰ λοιπὰ τῶν στοιχείων συγγενῆ μίξας ,
; ἢ μή τις ἠνάγκασέ σε ἐπιλαθέσθαι τῶν ὅρκων τε κἀμοῦ ; Ταῦτα ἔλεγε καὶ κατεφίλει συνεχῶς , ὁ δὲ
4712136 νεμεσησαντος
δὲ καὶ τοῖς πείσασι καὶ τοῖς πεισθεῖσι μετεμέλησεν , οἱονεὶ νεμεσήσαντος τοῦ δαιμονίου : οἱ μὲν γὰρ ἐξαπατηθέντες ἐπίχειρα τῆς
νύκτωρ ἐμαστίγου . τοιγαροῦν εἴτε ἀπὸ τύχης εἴτε δαιμονίου τινὸς νεμεσήσαντος αὐτῷ κινηθείς ποτε ἐκ τῆς βάσεως ἠκολούθησεν ἅμα τῇ
4658340 ση
καὶ τὸ πλῆθος δὲ τῶν ἱππέων ἵππον λέγουσι . . ση : ὅτι οἱ δισχίλιοι δαρεικοὶ γίνονται ἀργυρίου τάλαντα δέκα
εὐθεῖα φερέσθω κατὰ τῆς ΑΔΒ εὐθείας ἑλκομένη διὰ τοῦ Ε ση - μείου οὕτως ὥστε διὰ παντὸς φέρεσθαι τὸ Δ
4653956 ληθη
διαπρεπέα πρὸς θεωρίην , ἀλλὰ καρδίης κενεά . . , λήθη τῶν ἰδίων κακῶν θρασύτητα γεννᾶι . ἀνοήμονες ῥυσμοῦνται τοῖς
τὸ σῶμα ἐμπόδιον ἔχει : ἐπεὶ καὶ νῦν προστιθεμένων τινῶν λήθη , ἐν δ ' ἀφαιρέσει καὶ καθάρσει ἀνακύπτει πολλάκις
4633330 γινομαι
ἀτόμους διαλύομαι , ὕδωρ γίνομαι , [ καὶ ] ἀὴρ γίνομαι , πῦρ γίνομαι : εἶτα μετ ' ὀλίγον οὔτε
πεπίστευκ ' : ἐμβλέπων γὰρ αὐτόθι τοῖς ἰχθυοπώλαις λίθινος εὐθὺς γίνομαι : ὥστ ' ἐξ ἀνάγκης ἔστ ' ἀποστραφέντι μοι
4629271 δυστυχης
περὶ τῆς Σικελίας , ἔσθ ' οὕτω τις ἄφρων ἢ δυστυχὴς ὅτῳ ταῦτα ἤδη ἀφικέσθαι παρέστη , ὥστε τὴν πόλιν
τράγον Πανὸς ἱερὸν κατέθυσέ τε καὶ σκευάσας ποικίλως ταύτην ὁ δυστυχὴς ἄρα τὴν δαῖτα ἄσατο , Αἰγυπτίων τε λεὼν πάμπολυν
4585629 διεσωσαμην
Ἤκουσα δὲ περὶ νοῦ τοῦ θύραθεν παρὰ Ἀριστοκλέους , ἃ διεσωσάμην . Τὰ γὰρ κινήσαντα Ἀριστοτέλη εἰσαγαγεῖν τὸν θύραθεν νοῦν
δὲ καὶ πάνυ τοῦ συντεθέντος ἅπαντος μνημονεύεινἃ δ ' οὖν διεσωσάμην : ἤδη μέν τις καὶ ἄλλος χρηστοῦ τινος αὐτῷ
4578858 στεναξασα
παρά τινα ὁδὸν πεφυκυῖα καὶ ὑπὸ τῶν παριόντων λίθοις βαλλομένη στενάξασα πρὸς ἑαυτὴν εἶπεν : ” ἀθλία ἔγωγέ εἰμι ,
οὐχ ἵνα πάλιν αὐτοῖς χρήσηται , ἀλλ ' ἵνα μέγα στενάξασα καὶ μέγα κλαύσασα τὴν παλαιὰν τροπὴν τὰ μὲν ἐκείνης
4564194 παιδικων
ἐρώντων πάθος , οἷς ἥδιστον εἰς μὲν θέαμα οἱ τῶν παιδικῶν τύποι , ἡδὺ δὲ εἰς ἀνάμνησιν καὶ λύρα ,
μεταστῆναι ἀπὸ διαθέσεως εἰς ἑτέραν κρείττονα διάθεσιν καὶ ἀπὸ τῶν παιδικῶν ἐπὶ τὰς σπουδάς , καὶ κατέχοντα τὰς ἡδονὰς καὶ
4530271 φροντιζων
τίς δ ' ἐστὶν ὁ μετὰ † ταῦτα ταύτης † φροντίζων ; Μέτων ὁ Λευκονοιεύς . οἶδα , ὁ τὰς
ὁμοτράπεζος συντράπεζος , ὁμόσιτος σύσσιτος , ὁμόδειπνος . ὁ δὲ φροντίζων τῆς ὑπηρεσίας ἁπάσης τραπεζοποιός . ἡ δ ' ὑπηρεσία
4524955 Ἐχεκρατες
τοῦτο , ὦ Φαίδων ; Τύχη τις αὐτῷ , ὦ Ἐχέκρατες , συνέβη : ἔτυχεν γὰρ τῇ προτεραίᾳ τῆς δίκης
δεσμωτηρίῳ , ἢ ἄλλου του ἤκουσας ; Αὐτός , ὦ Ἐχέκρατες . Τί οὖν δή ἐστιν ἅττα εἶπεν ὁ ἀνὴρ
4503095 πεπληρωμενος
καὶ ὅλα φασὶ μέλη βρύκων ἂν καταπίοι . τούτων οὖν πεπληρωμένος καὶ τριῶν ἡμερῶν οὐκ ἐσθίει πολλάκις , ἔστ '
ὄντος . κεκονιμένος : οἷον σπουδάζων πάνυ καὶ σχεδὸν κόνεως πεπληρωμένος . . ὑπότριμμα : Ἀντὶ τοῦ δριμύ . οἱ
4502884 ἐλεος
τῶν μυθευομένων ἀετῶν μνημεῖα : τοῦτο κατὰ δία ἀναπεφώνηται : ἐλεος ? τὸ γενήσεται ? : ἢ οὐδείς : ἠλέκτρα
τῶν μυθευομένων ἀετῶν μνημεῖα : τοῦτο κατὰ δία ἀναπεφώνηται : ἐλεος ? τὸ γενήσεται ? : ἢ οὐδείς : ἠλέκτρα
4500863 περιτραπεις
μὲν ἀτυχής , πρακτικὸς δὲ καὶ ἔνδοξος : ἐναντιώμασι δὲ περιτραπεὶς καθαιρεθήσεται ἢ ἀπαγωγῆς ἢ φυγαδείας πεῖραν λήψεται . ἐὰν
πόας σιτούμενος καὶ βοτάνας . καὶ μέντοι καὶ διὰ τοῦτο περιτραπεὶς εἰς ὕδερον κατῆλθεν εἰς ἄστυ καὶ τῶν ἰατρῶν αἰνιγματωδῶς
4489266 ἐρρωμαι
τοὺς πόδας , τοῦτ ' εἶπε : τοῖς ὅλοις μὲν ἔρρωμαι , ξένε , καὶ τῶν κολάκων πολὺ μᾶλλον ἐπὶ
ἐξαπίνης περὶ τοὺς πόδας πάθος , ἔφη τοῖς μὲν ὅλοις ἔρρωμαι , ξένε , καὶ τῶν κολάκων ἐπὶ δεῖπνον πολὺ
4487613 τερψις
μέν , οἷς ἐπόνουν , ἐτρέφοντο : τοῖς δὲ ἡ τέρψις ἐτελεύτα πρὸς ἔνδειαν . οὕτως νεότης πονεῖν οὐκ ἐθέλουσα
ἐτὸς ἰξευτῆρι ἄγρη νόσφι πόνοιο : πόνῳ δ ' ἅμα τέρψις ὀπηδεῖ μούνη , καὶ φόνος οὔτις : ἀναίμακτοι δὲ
4487606 γλωσσης
Ἑλληνικὸν δὲ ἡ σιωπή . διὸ καὶ τοὺς φρονιμωτάτους ἐγκρατεστάτους γλώσσης πεποίηκε καὶ τὸν Ὀδυσσέα τῷ υἱῷ διακελευόμενον εἰ ἐτεόν
γνάθων , εἰς ἃς ἐμπεπήγασιν οἱ ὀδόντες . τῆς δὲ γλώσσης ῥίζα μὲν ἡ ἔκφυσις , αὐχὴν δὲ τὸ ἐφεξῆς
4468837 διψωντων
χρήϲιμον δὲ καὶ δήξεϲι καὶ ἄϲαιϲ καὶ ἐπὶ τῶν ϲφόδρα διψώντων . κεφαλὴν δὲ πληροῖ μέν , οὐχ ὁμοίωϲ δὲ
: ἀλλ ' εἰ βούλει , ἔφη , μαθεῖν τῶν διψώντων τὸ πλῆθος , ὅρμησον ἐπί τι τῶν ἱερῶν .
4457780 θρασεια
γόμφοισιν ἐμπρίων † μιμούμενος † λυμεῶνι σώματος θαλάσσαι : ἤδη θρασεῖα καὶ πάρος λάβρον αὐχέν ' ἔσχες ἐμ πέδαι καταζευχθεῖσα
. ἡ δὲ ἑρμηνεία καὶ πάνυ πως ἁρμόζει , εἰ θρασεῖα εἴη καὶ τετολμημένη , καὶ ἥ τε λέξις πολλὴν
4457394 προμηθιας
οἷ μ ' ἀτιμίας ἄγεις . Ἀτιμίας μὲν οὔ , προμηθίας δὲ σοῦ . Τῷ σῷ δικαίῳ δῆτ ' ἐπισπέσθαι
. Γ ἐκ προνοίας ] ἐξεπίτηδες . Γ προνοίας ] προμηθίας . Γ αὐτοῖσι τοῖς πόρπαξι : σὺν αὐταῖς ταῖς
4423977 Κᾀγω
ἐς ἐμὲ προσιόντα καὶ φησὶ , χαῖρε , ξένε . Κᾀγὼ , πολλά γε καὶ σὺ , Δημόκριτε , ἀνδρῶν
: καὶ γὰρ ἡμεῖς ὅ τι δυναίμεθα συνεργοῖμεν ἄν . Κᾀγὼ , τὸ μὲν κατ ' ἀλήθειαν , ἔφην ,
4415660 λυπη
ἡδύ , ἥδεσθαι : ἐπιθυμία , ἐπιθυμητόν , ἐπιθυμεῖν : λύπη , λυπηρόν , λυπεῖσθαι : φόβος , φοβερόν ,
καθὸ ἐνεμπόδισεν αὐτὸν νοῆσαι τὸ θεώρημα . εἰ οὖν ἡ λύπη κακὸν καὶ φευκτόν , τῷ δὲ φευκτῷ καθὸ φευκτόν
4412443 ἀπαιδευτου
” τοιῶνδε μὲν δὴ τῶν τετράδων οὐσῶν καὶ ὧδε ἀγυμνάστων ἀπαιδεύτου γυμναστοῦ μέτρια πάθη : τὸ γὰρ τοιοῦδε ἀθλητοῦ ἁμαρτεῖν
παιδιὰ τῆς τοῦ ἀνδραποδώδους καὶ ἡ τοῦ πεπαιδευμένου τῆς τοῦ ἀπαιδεύτου . παράδειγμα δ ' ἑκατέρας τίθεται τάς τε παλαιὰς
4412435 ἐρως
. ἔρως γὰρ ἔσχεν : ἀλλ ' οὔ σφιν : ἔρως γὰρ καὶ ἐπιθυμία , φησί , τῶν ἐκείνης γάμων
ταῖς ψυχαῖς καὶ ἀκρασία καὶ πρὸς τὰ τυχόντα τῶν ἀφροδισίων ἔρως καὶ φλεγμονῆς ἀπάτη καὶ τοῦ προπετοῦς ἀβλεψία . τὴν
4409598 συμφορα
. , ἐπειδὴ δὲ ἡ ναυμαχία [ ] καὶ ἡ συμφορὰ τῆι πόλει ἐγένετο , δημοκρατίας ἔτι οὔσης , ὅθεν
ὄφελόν σε κἂν Θρᾲξ νικήσας ὕβρισεν : οὐκ εἶχεν ἡ συμφορὰ διὰ τὴν ἀνάγκην ὄνειδος . νῦν δέ , κακόδαιμον
4409361 δακρυων
, κίβδηλον γὰρ ὁ χρυσὸς καὶ μέλαν , ἢν ἐκ δακρύων ἥκῃ : πλούτῳ δ ' ἂν ἄριστα βασιλέων χρῷο
καὶ ἅμα ταῦτα λέγων πολὺ ἔτι μᾶλλον ἐκρατεῖτο ὑπὸ τῶν δακρύων , ὥστε καὶ τὸν Κῦρον ἐπεσπάσατο ἐμπλησθῆναι δακρύων τὰ
4406054 ὀρνιθοθηραν
ᾖ ἐν οἰκίσκῳ , ᾠδῆς ἀπέχεται , καὶ ἀμύνεται τὸν ὀρνιθοθήραν ὑπὲρ τῆς δουλείας τῇ σιωπῇ . οὗπερ οὖν οἱ
πέρδιξ , θαρρῶν ἤδη τῆς ἀσχολίας τῆς ματαίας ἀπαλλάττει τὸν ὀρνιθοθήραν ἀναπτάς , καὶ ἐᾷ τὸν ἄνδρα κεχηνότα . εἶτα
4401323 ἁρετη
Δήμητρα , σῦκον οὐδὲ ἓν οὕτως ὅμοιον γέγονεν . τοιούτους ἁρετὴ ἔοικε τροφίμους τοὺς ἑαυτῆς δεικνύναι . ὢ τῆς ἐπιθήκης
ἀρετήν , δόξαν ἐξ αὐτῆς ποίει . Πλούτου πλέον πέφυκεν ἁρετὴ βροτοῖς . Περὶ χρημάτων λαλεῖς , ἀβεβαίου πράγματος .
4395603 νεοτης
] πανώλεθρος . γέρων ] ἔρρει , ἀλλὰ πᾶσα ἡ νεότης . . μονάδα δὲ ] μεμονωμένον δέ φασι τὸν
τοῦ τε Ἑλληνικοῦ καὶ βαρβαρικοῦ γένους καὶ τῶν πόλεων ἡ νεότης ἐφθάρη . εἰ δὲ τὰ ἐξ ἀκρασίας στάσεις ἐμφύλιοι
4379695 μανια
ἀντιποιεῖσθαι καὶ μηδὲν εἰς τὸ λειτουργεῖν βεβλάφθαι τὴν πόλιν , μανία σαφὴς ἂν ἦν ταῦτα κωλύειν αἱρεῖσθαι , ἃ μήτε
ἤδη : τίς ς ' , ὦ τλῆμον , προσέβη μανία ; τίς ὁ πηδήσας μείζονα δαίμων τῶν μακίστων πρὸς
4376591 χαρα
καὶ ἐν ψυχικῇ μὲν δυνάμει γίνεται , ὅταν λύπη , χαρά , φόβος , δειλία , ἔκλυσις , ὀργὴ γένηται
τῷ δὲ κατ ' εὐμοιρίαν φύσεως ἐπ ' ἀρετὴν φθάσαντι χαρά : χαρτὸν γὰρ ἡ εὐφυΐα καὶ τὰ φύσεως δῶρα
4374307 φευ
. . ἂ ἄ , ἔα ἔα ] φεῦ φεῦ φεῦ φεῦ . . τὸ ἆ κλητικὸν ἐπίρρημά ἐστιν ,
καὶ ἀντὶ τοῦ ὑπῆρχεν . ἀπεννέπω ] ἀπαγορεύω . . φεῦ φεῦ ] διαιρεῖται ὁ χορὸς τῶν γυναικῶν , καὶ
4366839 ἐπιφθονος
ἄλλως : ἐμοὶ λόγος , φησὶ , λεπτὸς μὲν , ἐπίφθονος δὲ , τουτέστι : φθονηθησόμενος μὲν , δυνάμενος δὲ
λευκοῦ ζεύγους , ἐξυπτιάζων , περίβλεπτος ἅπασι τοῖς ὁρῶσι καὶ ἐπίφθονος . καὶ προέθεον πολλοὶ καὶ παρίππευον καὶ εἵποντο πλείους
4366136 γελως
ταῦτα συγχωρῆσαι . καίτοι εἰ τὰ ζητούμενα ὡς ὁμολογούμενα ὑποτίθεσθαι γέλως , πῶς εἰκὸς ἅ γε ζητεῖν γέλως , ταῦτ
γεγόναμεν εἰς τὸ διαλλάξαι χείρους . καίτοι τὸ πρᾶγμα ἀρχόμενον γέλως εἶναι ἐδόκει : μὴ γὰρ ἄν ποτε στῆναι φιλονεικίαν
4365277 στεναγμους
κρατῆρα τοῦ λόγου , ὀδυρματώδη τὴν ἀφήγησιν πλέκω καὶ πρὸς στεναγμοὺς ἐκκινοῦμαι βυθίους . Ἂν ἐς τὸ μακάριον ἐμβλέψω τέλος
τε τοιοῦτον ἄνδρα ; Πολλή γε . Ὀδυρμούς τε καὶ στεναγμοὺς καὶ θρήνους καὶ ἀλγηδόνας οἴει ἔν τινι ἄλλῃ πλείους
4363065 Ἀντιλοχ
ὅτε τὸ δεύτερον ἁλεκτρυὼν ἐφθέγγετ ' . οἴμοι δείλαιος . Ἀντίλοχ ' , ἀποίμωξόν με τοῦ τριωβόλου τὸν ζῶντα μᾶλλον
ἔγειρεν . Ἀντίλοχον δ ' ὄτρυνε βοὴν ἀγαθὸς Μενέλαος : Ἀντίλοχ ' οὔ τις σεῖο νεώτερος ἄλλος Ἀχαιῶν , οὔτε
4362135 ἐμπεπλησμενος
, ἀπῆλθε τῆς τε νίκης στερηθεὶς καὶ τῆς ὄνθου προσέτι ἐμπεπλησμένος . βλάψεν γὰρ Ἀθήνη , φησὶν ὁ ποιητής :
νεανίσκος πάνυ χρηστὸς καὶ θεῶν ἄξιος , καὶ ἅμα δακρύων ἐμπεπλησμένος : καὶ ἡμῖν δὲ πᾶσι κατεφέρετο δάκρυα . τῷ
4354559 ἐπιθυμιας
ἄριστον λόγῳ ἀγούσης καὶ κρατούσης τῷ κράτει σωφροσύνη ὄνομα : ἐπιθυμίας δὲ ἀλόγως ἑλκούσης ἐπὶ ἡδονὰς καὶ ἀρξάσης ἐν ἡμῖν
, οἱ δ ' ἔτι γενναιότερον ἱστάμενοι καὶ τὰς ἀτόπους ἐπιθυμίας , αἷς κατὰ τὸν καιρὸν τοῦ κύειν αἱ μητέρες
4352662 Οἰμοι
πρόφασις καλῶς εὑρημένη : τὸν γὰρ γέροντα διαβαλοῦμαι τήμερον . Οἴμοι . τί [ δήποτ ' ] ἐστί ; μῶν
ἐλύσσα . Τὸν δὲ νεβρὸς ἐξ ὕλης ἰδὼν ἔφησεν : Οἴμοι τῷ ταλαιπώρῳ : τί γὰρ μεμηνὼς οὕτως οὐχὶ ποιήσει
4351299 ἀναξια
τε συνὼν βλοσυρῇ τε Κυθήρῃ ἤτοι ἐπ ' οὐτιδαναῖς ἢ ἀνάξια μαχλοσύνῃσιν ἔργα μετερχομέναις ζυγίοις ἡρμόσσατο λέκτροις , πάμπαν θ
ἐκάλεσας ὥστε βοηδρομεῖν : λείπει τὸ βούλομαι : ἐνδίκως : ἀνάξια καὶ τραγῳδίας καὶ τῆς Ὀρέστου συμφορᾶς τὰ λεγόμενα :
4346716 οἰκτος
, δοκεῖν τοῖς ἔξωθεν ἀφρονεῖν . : θρῆνος ] Ὁ οἶκτος . : διδάσκαλος ] Τοῦ μὴ λυπεῖν τὸν Δία
ἀπαγγελεῖ . κατολοφύρομαι σὲ τὸν χερνίβων ῥανίσι μελόμενον αἱμακταῖς . οἶκτος γὰρ οὐ ταῦτ ' , ἀλλὰ χαίρετ ' ,
4342105 αἰδους
τὰ ἡδέα , ἐπιτιθεῖσα αὐτοῖς τιμήν , ἀντὶ τοῦ δύναμιν αἰδοῦς καὶ τιμῆς ἀξίαν : ἢ ἐπιφέρουσα τιμὴν ἑαυτῇ δηλονότι
ἐστιν ἐναντίον ὧν εἶχεν ἐκεῖνος : ἐκεῖνος γὰρ σωφροσύνης καὶ αἰδοῦς . Περὶ ὦτα λάσιος , κωφός : τὰ ὦτα
4329950 λογιζομενη
γινώσκει , ὅπερ ἡ ἡμετέρα διάνοια οὔτε σώζει περὶ αὐτοῦ λογιζομένη οὔτε φθείρει ἐπιλανθανομένη αὐτοῦ , οἷον ὁ ἄνθρωπος καὶ
στερεῶν ἔγγιστα φκδʹ : ἡ δὲ ὅλη γῆ , σφαιροειδὴς λογιζομένη , στερεῶν σταδίων ἔχει μυριάδας τρίτων μὲν ἀριθμῶν σξθʹ
4328793 δεδαϊγμενος
καρίδος . νέκυος : νεκροῦ , ἤως τῆς καρίδος . δεδαϊγμένος : δεδαμασμένος , τρωθεὶς , δεδασμένος , πεφονευμένος :
ἱπποδάμοισι φέρειν πολύδακρυν Ἄρηα . νῦν δὲ σὺ μὲν κεῖσαι δεδαϊγμένος , αὐτὰρ ἐμὸν κῆρ ἄκμηνον πόσιος καὶ ἐδητύος ἔνδον
4324044 τεθνεωσης
. ” κατεγέλασε Θήρων , δειλὸν εἰπὼν καὶ νεκρότερον τῆς τεθνεώσης . εἶτα ἐκέλευσεν ἄλλον εἰσελθεῖν . ἐπεὶ δὲ οὐδεὶς
καὶ μειρακιώδης , γυναικὸς γὰρ θρῆνος ἐγκατεμέμικτο τοῖς Ἀθηναίων ἐγκωμίοις τεθνεώσης αὐτῷ ἐν Ἰωνίᾳ , τὴν δὲ μελέτην οὕτως ἐπεβουλεύθη
4305255 τἀπη
πρὸς ἔργον ἤδη . Εὔχεσθε δὴ καὶ σφώ τι πρὶν τἄπη λέγειν . Δήμητερ ἡ θρέψασα τὴν ἐμὴν φρένα ,
πρεσβύτης ὁ λέγων : ὡς Εὔπολις ἐν τοῖς Προσπαλτίοις . τἄπη τῇ βακτηρίᾳ : ὡς εἰς τοῦτο τὸ μέρος εὐεπίφορον
4299670 ἐρωσῃ
μῖσος ἀπεργάζεται , μεταδιδόναι δὲ καὶ λόγων μᾶλλον ἐνίοτε τῇ ἐρώσῃ καί πως ὑποφαίνειν αὑτὸν καὶ ἐρῶντα . ἐκ μὲν
δὲ τοῦ δοκεῖν πως ἀντιφιλεῖν καὶ παρέχειν ἐλπίδα μίξεως τῇ ἐρώσῃ αὔξησις μᾶλλον τοῦ πόθου . τοιοῦτον δή τινα καὶ
4297342 ἐμπριων
τροπὴν ἐργάζεται . φλεγμονῆς δὲ ἁπάσης ὁ μὲν κοινὸς οἷον ἐμπρίων ἐστίν , ὡς δοκεῖν , τὸ μέν τοι διεστάλθαι
, καθάπερ ἐπὶ φλεγμονῶν τε μεγάλων καὶ χρονίων ἐμφράξεων . ἐμπρίων δὲ ϲφυγμὸϲ καθόλου φλεγμονῆϲ ἐϲτι ϲημαντικόϲ , καὶ μάλιϲτα
4294120 ἐμη
Ἑλληνικοῖς γάμοις τὴν προτέραν ἁμαρτίαν καλύψαι . τουτέστιν : ἡ ἐμὴ μέχρι γήρως συμβίωσις ἀδοξίαν σοι προσετρίβετο . οἷον :
Λήδαι Θεστιάδι τρεῖς παρθένοι , Φοίβη Κλυταιμήστρα τ ' , ἐμὴ ξυνάορος , Ἑλένη τε : ταύτης οἱ τὰ πρῶτ
4292481 σινεται
ἰόν αἱμοροῒς τοίῳ δαμναμένη πόματι . οὐ μὲν ἀπεχθήεντα φαλάγγια σίνεται οὕτως ἀνέρα , φρικαλέον δ ' ἄχθος ἔθηκε πόνων
οὐδέ οἱ αἰδὼς γίγνεται , ἥ τ ' ἄνδρας μέγα σίνεται ἠδ ' ὀνίνησι . μέλλει μέν πού τις καὶ
4291443 ἐπιθυμια
, χρηστοῦ ἂν εἴη εἴτε πώματος εἴτε ἄλλου ὅτου ἐστὶν ἐπιθυμία , καὶ αἱ ἄλλαι οὕτω . Ἴσως γὰρ ἄν
τοῦ κατὰ τὴν ἐπιθυμίαν ἐγκρατοῦς καὶ ἀκρατοῦς ὅτι ἕτερον ἡ ἐπιθυμία καὶ ἡ προαίρεσις . Ἔτι φησὶ προαιρέσει μὲν ἡ
4287127 συνοικου
εἶθε μὲν οὖν αὐτὸς περιῆν φίλος , καὶ τῆς ἑαυτοῦ συνοίκου ταύτης ἀπήλαυνον : οὕτω γὰρ ἂν ἐγὼ καὶ τῶν
. κενὰ μὲν γὰρ χρημάτων τὰ οἴκαδε : χηρεύειν τῆς συνοίκου τὸν εὐεργετήσοντα παρεσκεύασε : καὶ ὡς ἔοικεν μνηστὴρ ὑπῆρχεν
4280031 ἀρχιτεκτονικης
βέλτιον εἶναι καὶ αἱρετώτερον καὶ αὐτῶν τῶν ἔργων τὸ τῆς ἀρχιτεκτονικῆς τέλος , καὶ πρᾶξις ὄν . ὥσπερ χαλινοποιητικῆς μὲν
τυγχάνουσιν πρὸς τὴν τοῦ βίου χρείαν [ μηχανικὴ προηγουμένη τῆς ἀρχιτεκτονικῆς ] ἥ τε τῶν μαγγαναρίων , μηχανικῶν καὶ αὐτῶν
4274403 ἐπιταττοντος
αὐθημερὸν ἐκκλησίαν ἅμα καὶ δικαστήριον γενέσθαι , οὐδαμοῦ δ ' ἐπιτάττοντος φυλάττειν τέως ἂν καταστήσῃ τοὺς ἐγγυητάς . καίτοι τί
: παραμυθητικῶς λέγεις . χρῆν γὰρ ἐφιεμένοιο : ἀντὶ τοῦ ἐπιτάττοντος . τὸ δὲ χρῆν ῥῆμά ἐστι : παρ '
4271610 σιωπη
τὴν δὲ χώραν αὐτὴν οἰκῶν . σιωπὴ σιγῆς διαφέρει . σιωπὴ μὲν γάρ ἐστι κατάσχεσις λόγου , σιγὴ δὲ στέξις
μέλλον κακόν . ἐπεὶ γὰρ ἦν ἤδη νὺξ βαθεῖα καὶ σιωπὴ πολλὴ καὶ ὕπνος ὁ γλυκύς , ψοφεῖ μὲν ἔξωθεν
4266859 ἀναγκαζομενη
λόγος πρὸς τοὺς ἐπὶ τοῖς ἰδίοις ἀγαθοῖς λυπουμένους . κάμηλος ἀναγκαζομένη ὑπὸ τοῦ ἰδίου δεσπότου ὀρχεῖσθαι εἶπεν : „ ἀλλ
ἀναγκάζοντος πάλιν εἶπεν εἴποιμι ἂν ἢ φάγοιμι . τέλος οὖν ἀναγκαζομένη δυοῖν θάτερον πρᾶξαι , ἢ φαγεῖν ἢ εἰπεῖν ,
4259102 συναινεσαι
μητρὸς λόγῳ τὸ σημεῖον : τί γὰρ τὸ κατεπεῖγον μὴ συναινέσαι τὸν γάμον τοῦ νεανίσκου τὴν μητέρα τῇ θυγατρὶ ἑαυτῆς
τῇ τοῦ πατρὸς γνώμῃ καὶ τῇ τῆς μητρὸς ταῦτά σοι συναινέσαι . εἶπε μὲν οὖν οὕτως ὁ Κῦρος , ὅμως
4257283 κρωζεις
ἐστὶν ἐπιδηλοῦν τι πεπανουργηκότα . Σὺ μὲν οἶδ ' ὃ κρώζεις : ὡς ἐμοῦ τι κεκλοφότος ζητεῖς μεταλαβεῖν . Μεταλαβεῖν
βλέμματι σὺ μὲν ] γράφε “ ἐγὼ μὲν ” . κρώζεις ] ματαίως λαλεῖς ὡς ἐμοῦ ] ἐξ μεταλαβεῖν ]
4255595 ἡδιων
καὶ ἀσινής , καὶ ἔτι πρὸς τὴν κοιλίαν ἀγαθός : ἡδίων δ ' ὁ ἀπύρηνος . ποιοῦσι δὲ καὶ οἶνον
βραχὺς ἐκεῖνος χρόνος καὶ πολλῶν ἐτῶν ἀντάξιος καὶ πάσης ἑορτῆς ἡδίων . ἀλλ ' , οἶμαι , πολλοῖς ἂν ἄνθρωπος
4249712 ἐμης
ἕως ἔτι κάρτος ἀέξεται , οὔ τιν ' ἐάσω ἐχθρὸν ἐμῆς κεφαλῆς , ἀλλ ' Ἄιδι πάντας ἰάψω , οὕνεκ
καὶ ξύλλογοι γυναικοπληθεῖς : οὐ γὰρ ἐξανέξομαι λεύσσων δάμαρτος τῆς ἐμῆς ὁμήλικας . ἐρεῖ δέ μ ' ὅστις ἐχθρὸς ὢν
4244571 γελωτος
πᾶσαν παριόντες κωμῳ - δίαν οὐδὲ ἔστιν εἰπεῖν ὁπόσον ἤνεγκαν γέλωτος . ἓν μόνον ἐδόκεις μοι ψεύδεσθαι τὸ φάσκειν οὐ
τὸ κοινὸν τῶν δοκούντων εὐτακτοτάτων Σπαρτιατῶν , ἀλλ ' ὑπὸ γέλωτος κατεχόμενοι ἐμποδὼν ἦσαν τἀνδρί , μέχρις οὗ ἐκεῖνος ἐχαριεντίσατο
4229128 φροντις
ἁπλῶς ἵνα γενικώτερον αὐτὰ διαστειλώμεθα , οὕτως εἴπωμεν : ἡ φροντὶς ἢ διὰ τὰ κρείττονα γίνεται [ ἢ διὰ τῶν
ἐπειδὴ κόραι ἦσαν καὶ οὐ χοῖροι . ἡ δὲ τούτων φροντὶς καὶ δαπάνη πολλή ἐστι . Γ Μεγαρικά τις μηχανά
4229083 οἰα
εἰ μή τι καὶ μᾶλλον ὀνίνησιν . ἡ μὲν γὰρ οἶά τις ἀστεμφὴς δέσποινα καὶ ἀθώπευτος κελεύει καὶ διατάττει ,
λέγει πρὸς αὐτόν : Κακὲ δοῦλε , οὐχ ὁρᾷς , οἶά με ἐζημίωσας ; εἰ γὰρ σὺ μὴ ἐγεννήθης ,
4225946 συμφορας
πολεμίων παθόντες ὕστερον εἰς διαλύσεις ἦλθον , ἀπὸ ταύτης τῆς συμφορᾶς οὐκέτι σχεδὸν ἀναλαβεῖν αὑτοὺς δυνηθέντες . Οὐ πολλοῦ δὲ
εἰς ἥντινα παρέσονται χώραν , ὁ θεὸς ἀπόλυσιν ἐσήμανε τῆς συμφορᾶς , εἰ μένοντες ἐθέλοιεν ἐκθεῖναι παρὰ τῷ σπηλαίῳ ἕνα
4224636 ἱμερου
τῆς τέχνης τὸν χαλκὸν μαλαττούσης , χλιδῆς δὲ ἦν καὶ ἱμέρου μεστὸς καὶ τὸ τῆς ἥβης ἔφαινεν ἄνθος , πάντα
δαρὸν ] ἐπιπολύ . ἐξὸν ] δυνατοῦ ὄντος . . ἱμέρου ] ἐπιθυμίας τῆς σῆς . . τέθαλπται ] ἐξεκαύθη
4223161 μιαιφονιαν
. Ὅτι Πτολεμαῖος . . . διὰ τὴν ὠμότητα καὶ μιαιφονίαν καὶ διὰ τὰς ἀνέδην τῶν αἰσχίστων ἡδονῶν ἀπολαύσεις καὶ
παρὰ τοῖς δικάζουσι γενώμεθα : εἰ δὲ τοὺς συνειδότας τὴν μιαιφονίαν λέγεις , οὐδένα πλὴν σοῦ συνειδέναι φημί : ὥστε
4217837 δυσμενης
ἀπὸ τῆς ἔχθρας τῆς ἐσομένης φέρειν . ὅτι μὲν γὰρ δυσμενὴς ἐπὶ τούτοις ἐκεῖνος καὶ πάντα ἐπιβουλεύσει τρόπον καὶ συνεργῶν
ἐπιστολῆς εἰς Βαβυλῶνα ἡκούσης , ὑφ ' ἧς ἂν αὐτοῖς δυσμενὴς ἐπανῆκεν ἐκεῖνος , ψηφίζονται παρὰ συγγενῆ με γυναῖκα εἰσιόντα
4208672 εὐκολος
ὅμως τι εὐπαράγωγον ἐπεδείκνυτο . , ; , . . εὔκολος Ὀδύσσεια ὁ δὲ ἁπλοῦς ἦν καὶ μάλα εὔκολος ,
] φιλόδικος . Γ ἀκράχολος ] μανιώδης , εἰς ὀργὴν εὔκολος . Γ κυαμοτρώξ ] ὅτι κυάμοις ἐχρῶντο οἱ δικασταὶ
4203302 ἐπτοηται
ὁ Φαῖδρος περὶ τὸ φαινόμενον κάλλος τὸ ἐν τοῖς λόγοις ἐπτόηται , καὶ ὁ Ἀκουμενὸς ἰατρός ἐστι τοῦ φαινομένου ,
τὰς λέξεις φιλόκαλον καὶ ταῖς νεαραῖς πέφυκε συνανθεῖν ἡλικίαις . ἐπτόηται γὰρ ἅπασα νέου ψυχὴ περὶ τὸν τῆς ἑρμηνείας ὡραϊσμόν
4203256 γυναι
εἰς ἔρευναν ἐξευρεῖν γονάς ; ἔχω γὰρ οὐδέν , ὦ γύναι , τεκμήριον . τάλαινά ς ' ἡ τεκοῦς '
αὐτῷ . ἀλλ ' ἔρχευ , λέκτρονδ ' ἴομεν , γύναι , ὄφρα καὶ ἤδη ὕπνῳ ὕπο γλυκερῷ ταρπώμεθα κοιμηθέντες
4202951 μανιας
: ὃς δ ' ἂν ἄνευ , φησὶν , ἐνθέου μανίας τῶν Μουσῶν ἐκ τέχνης ἐλπίσῃ γενέσθαι ἔνθους ποιητὴς ,
τὴν μητρυιάν : ἀσύστατον γὰρ ἂν ἦν τὸ ζήτημα τῆς μανίας ὁμολογουμένης , ἀλλ ' ἐν δόξῃ μανίας ὅπερ ἀμφίβολον
4199572 ἀνοχης
κολλητέον τοῖς ὑποχονδρίοις . μὴ γενομένης δὲ μηδὲ πρὸς ταῦτα ἀνοχῆς , ὀλίγη μὲν ἐλπίς : ὅμως δὲ θαρσαλέως ὁ
τῶν διερχομένων ὑδάτων τῷ τόπῳ μεταλαβεῖν καί τινος βραχείας μετασχεῖν ἀνοχῆς . οἱ δὲ πρὸς τοῦτο ἐνένευον , οὐχ ὅτι
4195220 προσπεσουσης
ἧττον αὕτη τὸ ὑποκείμενον ὄψεται : καὶ ἡ ἀκοὴ μέντοι προσπεσούσης φωνῆς ἀντιλήψεται πάντως , κἂν ὁ νοῦς φιλονεικῶν διακελεύηται
ἤ σοι δοκεῖ ἄνθρωπος ὑγιαίνων τῇ ψυχῇ λόγον τινὰ ποιεῖσθαι προσπεσούσης ὀδύνης καὶ τραυμάτων ἤ τινος ἄλλης κακουχίας σωμάτων ;
4193594 μεταδορπιος
πίθοιό μοι : οὐ γὰρ ἐγώ γε τέρπομ ' ὀδυρόμενος μεταδόρπιος , ἀλλὰ καὶ Ἠὼς ἔσσεται ἠριγένεια : νεμεσσῶμαί γε
ὀρθῶς λεγομένων ἢ γινομένων : οὐ γὰρ ἔγωγε τέρπομαι ὀδυρόμενος μεταδόρπιος : καί : Τηλέμαχε , ποῖόν σε ἔπος φύγεν
4193081 ἐμπληκτος
τοὺς τρόπους τοῦ εὐμεταβλήτου καὶ ἄλλοτε ἄλλῃ πηδῶντος ἀνθρώπου : ἔμπληκτος γὰρ ὁ εὐμετάβλητος : καὶ μὴ πρὸ χειρῶν :
ἁδηφάγος καὶ ὑβριστής , ὁ δὲ θυμώδης καὶ ἰτητικὸς καὶ ἔμπληκτος , ὁ δὲ νωθὴς καὶ ἐκλελυμένος , ὁ δὲ
4179191 ὀξυχολιας
ἀγγέλου . Ἄκουε νῦν , φησί , τὴν ἐνέργειαν τῆς ὀξυχολίας , πῶς πονηρά ἐστι , καὶ πῶς τοὺς δούλους
Ἤθελον , φημί , κύριε , γνῶναι τὴν ἐνέργειαν τῆς ὀξυχολίας , ἵνα φυλάξωμαι ἀπ ' αὐτῆς . Καὶ μήν
4176106 γλωττης
φορτικὸν καὶ γλῶττα προτρέχουσα τῆς διανοίας καὶ δεξιὰ προπηδῶσα τῆς γλώττης . ὀρθῆς οὖν τῆς πόλεως γενομένης τῷ φόβῳ καὶ
ἀφώνων ἐστί , ψόφος τις μόνον , οἷον συριττούσης τῆς γλώττης : τοῦ δ ' αὖ βῆτα οὔτε φωνὴ οὔτε
4157852 πενιη
μὴ ψευδόμενός τις ὕστερον ὑπὸ σέο ἁλώσεται , τῇ Ἑλλάδι πενίη μὲν αἰεί κοτε σύντροφός ἐστι , ἀρετὴ δὲ ἔπακτός
τὸν ἐνδεᾶ καὶ πτωχόν , οἷον : οὐ γάρ μοι πενίη πατρώιος , οὐδ ' ἀπὸ πάππων εἰμὶ λιπερνῆτις :
4150786 ἐπινοιων
, ἡδονῶν ἐμποδισμός , ἀμέριμνος διατριβή , δυσαπόσπαστον κτῆμα , ἐπινοιῶν διδάσκαλος , σοφίας εὑρετής , ἄφθονος πραγματεία , ἀσκόπευτος
ἀλήθειαν σπουδαῖον ζητεῖν καὶ μὴ Φιλαινίδος μηδὲ Ἐλεφαντίδος τῶν ἀρρήτων ἐπινοιῶν ἀντιποιουμένους τὴν ἡμετέραν πολιτείαν βδελύττεσθαι . Ταῦτα μὲν οὖν
4142817 ἀναδυομαι
: τύπτων λοιδορεῖσθαι : ὑβρίζειν πρῖνος : εἶδος ξύλου οὐκ ἀναδύομαι : οὐ φοβοῦμαι , οὐ παραχωρῶ ἐμμέλειαν : τὴν
, καὶ σφόδρα ὢν ἐγγὺς ἤδη καὶ πρὸς αὐτῶι παντελῶς ἀναδύομαι . καὶ τῶν πρότερόν μοι μεταμέλει μηνυμάτων : λέγει
4133285 δελεαζουσα
τὰς ἄλλας . ἡ γὰρ ἐλπὶς τοῦ τῶν αὐτῶν τεύξεσθαι δελεάζουσα προσάγεται τοὺς πολλοὺς αὑτοὺς ἑκόντας ἐγχειρίζειν . ὅστις δὲ
; ἀλλά πως γλυκὺ πάθος ἐλπίς , οὐ τῇ ἐπιτυχίᾳ δελεάζουσα μόνον , κολακεύουσα δὲ καὶ τὸ ἀπότευγμα , δι
4131647 κρεισσων
παραίνεσιν ἀδιανοήτως . ἢ εἰπάτω τις , τί βούλεται τὸ κρείσσων εἰς ἐμέθεν καὶ φέρτερος οὐκ ὀλίγον περ ἔγχει :
ἔν τοι μυρίωι στρατεύματι ἀκόλαστος ὄχλος ναυτική τ ' ἀναρχία κρείσσων πυρός , κακὸς δ ' ὁ μή τι δρῶν
4129321 αἰδως
: ἱκανὼ γὰρ τὼ φύλακε κωλύοντε , δέος τε καὶ αἰδώς , αἰδὼς μὲν ὡς γονέων μὴ ἅπτεσθαι εἴργουσα ,
οὐκ ἐθέλει νεικεῖν : ἵνα γὰρ δέος , ἔνθα καὶ αἰδώς . οὐκ ἐφάμην Ἀχιλῆϊ χολωσέμεν ἄλκιμον ἦτορ ὧδε μάλ
4125279 ἰασις
κατὰ ἰσχίον γίνεται . διατείνεται δὲ πολλάκις μέχρι σφυρῶν . ἴασις δὲ διὰ φλεβοτομίας ἀπὸ σφυροῦ . καὶ διὰ σικύας
, ἡ μὲν φαντασία μικροτέρα , χαλεπωτέρα δ ' ἡ ἴασις : οὐ γὰρ ἐπιδέχεται τὴν ἐν κύκλῳ περιβολὴν ὥσπερ
4124040 πορνειαν
ἀπὸ γὰρ τῶν προσώπων ὡς ἐπιτηδείων εἰς τὴν πρᾶξιν τὴν πορνείαν συνέστησεν . ἀπὸ καιροῦ : καὶ ταῦτα ἔγραψε Τιμοκράτης
ἐλαύνειν : ἀγαθὰς γὰρ ἱερωσύνας αὐταῖς περιποιεῖ : πενιχραῖς δὲ πορνείαν τὸ διὰ πόλεως ἱππάζεσθαι προαγορεύει : δούλοις δὲ ἐλευθερίαν
4121998 ἀναστεναξας
ἀδείας τυχόντες πρῶτον αὐτοῦ τὴν ποίμνην διέφθειραν . καὶ ὃς ἀναστενάξας εἶπεν : „ ἀλλ ' ἔγωγε δίκαια πέπονθα .
ἐξευρεῖν : ὡς δὲ οὐκ ἐφαίνετό οἱ ὁ ὀδών , ἀναστενάξας εἶπε πρὸς τοὺς παραστάτας : Ἡ γῆ ἥδε οὐκ
4121540 Συ
περὶ τῆς ὁδοῦ ἐπεθύμει δὲ ὥσπερ καὶ ὁ πατήρ . Σὺ δ ' αὐτῷ λέγεις , Νίκην σοι φαίνουσι θεοὶ
πάσχουσιν , οἱ μὲν ἐπιπηδήσαντες , αἱ δὲ κατανωτισάμεναι ; Σὺ δέ με ἀξιοῖς συγκατακλινῆναι καὶ ταῦτα γυμνήν ; Καίτοιγε
4119434 ἀχαρις
φιλίας οὐκ ἀφόρητος , ποία δὲ εὐτυχία χωρὶς φίλων οὐκ ἄχαρις ; [ εἰ δὲ σκυθρωπὸν ἐρημία καὶ πάντων φοβερώτατον
τε καὶ ἀθάνατον παρὰ τῆς μνημοσύνης εἶναι . οὐ μὴν ἄχαρις τά γε ἐς ξυνουσίας ἦν παρ ' ὃν ἐσιώπα
4116729 ὑβρις
μὴ ᾖς ὑβριστής , ἀλλὰ σώφρων : καὶ γὰρ ἡ ὕβρις τῷ ὀργίλῳ ἀνδρὶ ἀνύποιστος γίνεται ὑβριζομένῳ , οὐδὲ ὁ
ἀνιῶμαι : καὶ γὰρ ἐρῶ τῆς Μαζαίας , καὶ ἡ ὕβρις ἐν τοσούτοις ἀνθρώποις οὐ μετρίως μου καθίκετο . οἶμαι
4111795 εἰπουσης
πεπωκότων , οἶμαι , καὶ μικρῶν ὄντων τῶν παροξυνόντων , εἰπούσης τι καὶ δακρυσάσης ἐκείνης περιρρήξας τὸν χιτωνίσκον ὁ οἰκέτης
παιδοτρίβην μνᾶν δοὺς οἴει αἰεὶ φοιτήσειν ; Φρύνης δὲ πικρότερον εἰπούσης αὐτῇ εἰ δὲ λίθον , ἔφη , εἶχες ,
4111395 ἠνια
προπομπεύοντας , τοὺς ἑπομένους . ἐγὼ δὲ εἰδὼς ὁπόσα με ἠνία καὶ ἔστρεφεν , ἐκείνοις μὲν τῆς ἀνοίας συνεγίνωσκον ,
βάθους ἅτε τῆς ὄψεως μηκέτι ἐφικνουμένης , πάνυ μ ' ἠνία τὸ χρῆμα καὶ πολλὴν παρεῖχε τὴν ἀπορίαν . κατηφεῖ
4110332 εἰσιδουσῃ
. . νέφος λύπης . προσῇξε ] προσῆλθε . . εἰσιδούσῃ ] καὶ εἰσιδούσῃ τὸ ση η , καὶ εἰσιδοῦσι
λύπης . προσῇξε ] προσῆλθε . . εἰσιδούσῃ ] καὶ εἰσιδούσῃ τὸ ση η , καὶ εἰσιδοῦσι τὸ σι ι

Back