ἡμέτερα κέρδη τῶν σοφῶν , ὄντες λίθοι , ἀριθμός , πρόβατ ' ἄλλως , ἀμφορῆς νενησμένοι ; ὥστ ' εἰς
] ὥσπερ ἀναίσθητοι . ἀριθμὸς ] οὕτως ἐστὲ ἀριθμός . πρόβατ ' ] τρελοί , ἁπλούστατα καὶ εὐηθέστατα , κοῦφοι
5165682 λαες
ὀνθολόγοι , γαίης τε μεταλλευταὶ καὶ ὑπουργοὶ δυσπονίης , οἷς λᾶες ἀπ ' οὔρεος ἀκροτομοῦνται , χαλκὸς κασσίτερός τε κελαινόχροός
πάντως βαρυτονουμένην , οἷον Τρῶες , δμῶες , θῶες , λᾶες . ἀντίκειται δὲ αὐτῷ τὸ παίδων καὶ πάντων .
5061765 ἰχθυες
: διαλέγεται δὲ αὐτῷ καὶ τὰ δένδρα , καὶ οἱ ἰχθύες , ἄλλο ἄλλῳ καὶ ἀνθρώποις ἀναμίξ : καταμέμικται δὲ
τοῦ οὐρανοῦ , καὶ ἄνθρωποι νομὸν ἐν θαλάσσῃ ἕξουσι καὶ ἰχθύες τὸν πρότερον ἄνθρωποι , ὅτε γε ὑμεῖς , ὦ
5048181 ποτις
. ὃς καὶ περὶ Λαίδος φησίν : ἀργός ἐστι καὶ πότις , τὸ καθ ' ἡμέραν ὁρῶσα πίνειν κἀσθίειν μόνον
* * * * Αὕτη δὲ Λαῒς ἀργός ἐστι καὶ πότις , τὸ καθ ' ἡμέραν ὁρῶσα πίνειν κἀσθίειν μόνον
5019444 κυνες
ἀπὸ τῶν γονέων ἀρχόμενοι , πάσχουσιν ὅπερ καὶ οἱ νεώνητοι κύνες , οἳ οὐ μόνον τοὺς ἄλλους ὑλακτοῦσιν , ἀλλὰ
Ἐ . ἀπορροὰς ἀπολείπει καί φησιν , ὅτι ἀνιχνεύουσι οἱ κύνες κέρματα θηρείων μελέων . ἀδύνατον δὲ τοῦτό γ '
4787956 δεπαεσσι
μέθυ δ ' ἐκ κρητῆρος ἀφύσσων οἰνοχόος φορέῃσι καὶ ἐγχείῃ δεπάεσσι , δοκεῖ σοι ἐπιτήδειον εἶναι πρὸς ἐγκράτειαν ἑαυτοῦ ἀκούειν
κρητῆρας ἐπεστέψαντο ποτοῖο , νώμησαν δ ' ἄρα πᾶσιν ἐπαρξάμενοι δεπάεσσι : γλώσσας δ ' ἐν πυρὶ βάλλον , ἀνιστάμενοι
4765147 μεροπες
στέλλει ἐπεμπίπτουσα καὶ ὀτρύνουσα διώκει : φεῦγε , τέκος : μέροπες γὰρ ἀνάρσιοι , οὐκέθ ' ἑταῖροι ἡμῖν , ἀλλὰ
' αὖτε μηκεδανός , πάντεσσι θοώτερος ὦκα λύκοισι : τὸν μέροπες κίρκον τε καὶ ἅρπαγα κικλήσκουσι . πολλῷ σὺν ῥοίζῳ
4724943 ὀρνιθων
, καὶ προκινέεσθαι δοκέει ἐν αὐτῷ τοτὲ μὲν οἷον εἴδωλον ὀρνίθων , τοτὲ δὲ οἷον φακοὶ μέλανες , καὶ τἄλλα
ἐγὼ ἐγχριμφθεὶς ὑπεναντίον ἀΐξαντα οὐκ ἴδον : ὀφθαλμοὶ δέ μοι ὀρνίθων λελίηντο : πρίν περ ἀναστήσαντος ἀπὸ χθονὸς αὐχένα δεινὸν
4669259 κυνων
μὰ Δί ' , ἀλλ ' ἄριστός ἐστι τῶν νυνὶ κυνῶν , οἷός τε πολλοῖς προβατίοις ἐφεστάναι . τί οὖν
ἀλλὰ μονοειδῆ ταύτην εἶναι δοκοῦμεν . καὶ ἀκούομεν δὲ τῶν κυνῶν ἄλλην μὲν φωνὴν προϊεμένων ὅταν ἀμύνωνταί τινας , ἄλλην
4649511 ἐμβαλετ
ῥ ' αὐτὸς ἐποίει : ἔνθα οἱ ἐκθεῖσαι πυκινὸν λέχος ἐμβάλετ ' εὐνήν , κώεα καὶ χλαίνας καὶ ῥήγεα σιγαλόεντα
στρωμνή . φησὶ γοῦν Πηνελόπη ἔνθα οἱ ἐκθεῖσαι πυκνὸν λέχος ἐμβάλετ ' εὐνήν , δέμνια καὶ χλαίνας . λείαν καὶ
4634033 βλημενον
δαφοινὸν ὑπ ' αἰζηοῖσι δαμέντα μῆλα περιτρομέουσι παρὰ σταθμὸν ἀθρήσαντα βλήμενον , οὐδέ οἱ ἄγχι παρελθέμεναι μεμάασιν , ἀλλά ἑ
μέγα στενάχων ἐγεγώνει , πατροκασιγνήτοιο φίλον ποθέων ἅμα παῖδα , βλήμενον ἐκ θεόφιν : θνητῶν γε μὲν οὔ τινι βλητὸς
4631948 κηπων
διάπλουν πεποιημέναι . τελευτᾷ δὲ καὶ τοῦτο τὸ μέρος εἰς κήπων ὥραν πολλαχοῦ , αὐτοὶ δὲ ἐκεῖνοι λήγουσιν εἰς τὴν
. ἄρας οὖν ὠμόλινον ἀκολούθει μοι , ὅπως ἀπὸ τῶν κήπων πριώμεθα λάχανα . “ ὁ δὲ θεὶς ἐπὶ τῶν
4622199 καλαμοι
ἡλιοτρόπιον , βούτομον , βάτοι , ἵππουρις , καλαμίνθη , κάλαμοι λεπτοὶ καὶ ἁπαλοί , καλλίτριχος ἣ καὶ ἀδίαντος ,
ἐπειδὰν ἐπὶ τῆς ἠιόνος κτύπος συμφωνίας γένηται , πάντες οἱ κάλαμοι χορεύουσι καὶ ὁ βασιλεὺς σὺν αὐτοῖς χορεύων παραγίνεται ἐπὶ
4610943 ἐμμελεως
συρίγγων κοϊλώτερα στήθεα χρισάμενος μύρωι ; σὲ γάρ φη Ταργήλιος ἐμμελέως δισκεῖν πολλὰ δ ' ἐρίβρομον Δεόνυσον , ἀλλ '
τροχαϊκῆς ἐποίησαν , οἷον Κρῆσσαι νύ ποθ ' ὧδ ' ἐμμελέως πόδεσσιν ὠρχεῦντ ' ἀπαλοῖς ' ἀμφ ' ἐρόεντα βωμόν
4608763 ἀπτηνες
παρ ' Αἰήταο θυγατρὶ ἐστενάχοντο . χηραμοῦ : καταδύσεως . ἀπτῆνες : οἱ μὴ ἵπτασθαι δυνάμενοι . Πακτωλὸς ποταμὸς Λυδίας
ὀλιγοδρανέες , πλάσματα πηλοῦ , σκιοειδέα φῦλ ' ἀμενηνά , ἀπτῆνες ἐφημέριοι , ταλαοὶ βροτοί , ἀνέρες εἰκελόνειροι , προσέχετε
4545784 ἀλγεος
. Αὐτὴ γαῖα μέλαινα πολυκλαύτοισι βροτοῖσι τίκτει καὶ κακότητα καὶ ἄλγεος ἄλκαρ ἑκάστου : γαῖα μὲν ἑρπετὰ τίκτε , τέκεν
ὀνειρήεσσα , κακῶν ἐξάγγελος ἔργων , ὄφρα μὴ εὕρωνται λύσιν ἄλγεος ἐρχομένοιο . ἀλλά , μάκαρ , λίτομαί σε θεῶν
4544916 αἰγων
. ” τὸν δ ' αὖτε προσέειπε Μελάνθιος , αἰπόλος αἰγῶν : “ οὔ πως ἔστ ' , Ἀγέλαε διοτρεφές
γὰρ λέγεται ἐπὶ τῶν προβάτων , μηκᾶσθαι δὲ ἐπὶ τῶν αἰγῶν διὰ τοῦ η , μυκᾶσθαι δὲ ἐπὶ βοῶν διὰ
4518152 δρυος
ἀπό . ἐπὶ μὲν τῆς προθέσεως “ οὐ γὰρ ἀπὸ δρυός ἐστι παλαιφάτου οὐδ ' ἀπὸ πέτρης , ” ἀντὶ
ἐκεῖνα ποιείτω : φύλλα τοῦτο μὲν δὴ κοπτέτω ὁ τοιοῦτος δρυός , τοῦτο δὲ καὶ φηγοῦ , ἀλλὰ σὺν αὐτοῖς
4505561 πινοντες
πανηγύρεσι συνῄεσαν πολλοὶ μετ ' ἀλλήλων συμποσιασόμενοι καὶ ἔμειναν πολλάκις πίνοντες ἕως τῆς ἄλλης ἡμέρας ὡς ἐν πανηγύρει . εἰ
χολήν . Ἔνιοι δὲ τῶν σπληνιώντων ὑπὸ μὲν τῶν φαρμάκων πίνοντες οὐκ ὠφελέονται , οὐδ ' ὑπὸ τῆς ἄλλης θεραπείης
4503524 κλαδοι
οὖσα : ἔοικε δὲ τῇ τῆς κοτυληδόνος . οἱ δὲ κλάδοι αὐτῆς ἀειθαλεῖς , λευκὰ φύλλα ἔχοντες ὡς ἡ ἐλαία
τήξας ] τὰ φύλλα ἑψήσας φυλλάδα ] φυλλάδες οἱ ξηροὶ κλάδοι φύλλα ἔχοντες χυλῷ ἔνι κλώθοντι : τῷ ὡς νῆμα
4491807 τεγγε
ἐν δὲ κίρνας οἶνον ἀφειδέως μελιχρόν . θέρους δέ : τέγγε πλεύμονας οἴνῳ : τὸ γὰρ ἄστρον περιτέλλεται : ἁ
τῶν γυναικῶν . τοιαῦτα δὲ καὶ τὸν Ἀλκαῖον ᾄδειν : τέγγε πλεύμονας οἴνῳ : τὸ γὰρ ἄστρον περιτέλλεται : ἀ
4477998 ἀναρπαζει
: τήν τε γὰρ ἀρχὴν , ὁ ἥλιος ἀνάγει καὶ ἀναρπάζει τοῦ ὕδατος τό τε λεπτότατον καὶ κουφότατον : δῆλον
ἐπιξενοῦται Πέλοπι , καὶ τούτου παῖδα Χρύσιππον ἁρματοδρομεῖν διδάσκων ἐρασθεὶς ἀναρπάζει . γαμεῖ δὲ Ζῆθος μὲν Θήβην , ἀφ '
4474023 ἱπποι
σε χωρίτῃς πλόος κομίζων δῶρα πλουσίου Νείλου . Οὐδ ' ἵπποι ὀρθρινὰ κατὰ κλισίας χρεμέθεσκον , ἀλλὰ βόες πλείῃσι παρηυνάζοντο
δ ' ὡς ἐπὶ πολὺ ἔτη τριάκοντα . Αἰλιανοῦ . ἵπποι δ ' εἰς πόλεμον παριόντες ὑπόπτους ἔχουσι τάφρους τε
4472949 δυσμενεες
μεγάροισι τεκὼν λίπεν , οὐδ ' ἀπόνητο . τῶ νῦν δυσμενέες μάλα μυρίοι εἴς ' ἐνὶ οἴκῳ . ὅσσοι γὰρ
τις αἰδώς , οὐ φιλότης : πάντες γὰρ ἀνάρσιοι ἀλλήλοισι δυσμενέες πλώουσιν : ὁ δὲ κρατερώτερος αἰεὶ δαίνυτ ' ἀφαυροτέρους
4456217 διαιτωνται
. καὶ τὴν μὲν ἡμέραν ἐν τῆι ἰλύι τοῦ ποταμοῦ διαιτῶνται , τῆι δὲ νυκτὶ ἐξέρχονται : καὶ ἐάν τινι
. ὁ δὲ χῶρος οὗτος , ἔνθα οἵ τε γρῦπες διαιτῶνται καὶ τὰ χρυσεῖά ἐστιν , ἔρημος πέφυκε δεινῶς .
4450753 σκοπελοιο
μολίβῳ ῥέεν . οὐδ ' ἔτι δηρόν εἱστήκει προβλῆτος ἐπεμβεβαὼς σκοπέλοιο : ἀλλ ' ὥς τίς τ ' ἐν ὄρεσσι
Ἑρκυνίου δρυμοῦ . Ὡς καὶ Ἀπολλώνιος : ἀλλ ' Ἥρη σκοπέλοιο καθ ' Ἑρκυνίου ἰάχησεν . Βοείῃ ] καὶ τῷ
4415190 μοσχων
Ξενοφῶντος διαφθείρων . . . : χηνῶν δὲ σιτευτῶν καὶ μόσχων Θεόπομπος ἐν ιγ Φιλιππικῶν καὶ ια Ἑλληνικῶν , ἐν
τὴν ἱερὰν σφάττουσιν ἡμῶν δελφάκα . χηνῶν δὲ σιτευτῶν καὶ μόσχων Θεόπομπος ἐν ιγʹ Φιλιππικῶν καὶ ιαʹ Ἑλληνικῶν , ἐν
4411058 τερπωλην
εἱμαρμένης ὑπάρχουσιν ἀπογεννήματα , πᾶσά τε γένεσις ὥσπερ ἐν θεάτρῳ τερπωλὴν παρέσχε τούτοις , παρ ' οἷς , ὥς φησιν
χρεία ἐστὶν ἰχθύος , καὶ τούτου γενομένου βλέπων ὁ βασιλεὺς τερπωλὴν εἶχεν . Σημείωσαι δ ' ὅτι ἦν καὶ ὁ
4399071 περιεστασι
, Δημόσθενες , καὶ τῶν ἄλλων πολιτῶν ὅσοι δὴ ἔξωθεν περιεστᾶσι , καὶ τῶν Ἑλλήνων ὅσοις ἐπιμελὲς γέγονεν ἐπακούειν τῆσδε
μέντοι τὸν τόπον τοῦτον οἱ ταύτῃ καλοῦσιν : καὶ δρύες περιεστᾶσι πλῆθος αὐτὸν πολύ , καί ἐστιν ὁ τόπος κατηρεφής
4394107 φυει
ἐστιν ἀνθρώπου φρενῶν ὅπου τὸ τέρπον καὶ τὸ πημαῖνον † φύει † : δακρυρροεῖ γοῦν καὶ τὰ καὶ τὰ τυγχάνων
ἀέντων εἴαρος ἀρχομένου , ὅτε δένδρεα μακρὰ καὶ ὕλη φύλλα φύει , ἢ ὡς ὅτ ' ἐν ἀζαλέῃς ξυλόχοισι πῦρ
4391733 ποιμεσιν
ἐὰν δὲ εὑρεθῇ τινα ἐξ αὐτῶν διαπεπτωκότα , οὐαὶ τοῖς ποιμέσιν ἔσται . ἐὰν δὲ καὶ αὐτοὶ οἱ ποιμένες εὑρεθῶσιν
Ἀλλὰ τίσι μήν ; καὶ ὁ Ἀλέξανδρος γελάσας , Τοῖς ποιμέσιν , ἔφη , καὶ τοῖς τέκτοσι καὶ τοῖς γεωργοῖς
4385288 κηρυκες
. σφαιρομαχεῖν : τὸ τὰς σφαῖρας περιδονούμενον διαμάχεσθαι . σπονδαγωγοὶ κήρυκες : οἱ σπονδὰς φέροντες . σελὶς βιβλίου : λέγεται
μείζων , χωρὶς εἰ μὴ χαρακτὴρ κωλύσῃ : ἐπειδή ἐστι κήρυκες κηρύκων κήρυξι κήρυκας κήρυκες καὶ Φοίνικες Φοινίκων Φοίνιξι Φοίνικας
4384612 βλεφαρων
τὸν ἄνδρα δηλοῦσιν . ἕτεροι δὲ καὶ τὰ μέσα τῶν βλεφάρων συγκλείουσι καὶ καθέλκουσι , τὰ δὲ ἀμφοτέρωθεν ἀνασπῶσι καὶ
λοιπὸν περίβλεπτοι , ὀφθαλμῶν δὲ βολαὶ καὶ γλῆναι κατακοιμηθεῖσαι , βλεφάρων δὲ ἕλικες οὐκέτι ἕλικες , ἀλλὰ συμπεπτωκότα πάντα .
4375073 πριστου
ἀγάλματα καλὰ τέχναις τεύχοντες ἑῇσιν δαίδαλά τ ' ἐκτελέοντες ἀπὸ πριστοῦ ἐλέφαντος : ζώοις δ ' ἐν πανύγροισι λοετροχόοι ,
τὰ σεμνὰ τῆς ἀρετῆς ἐν χερσὶν ὄργανα κρατοῦντες , οὐ πριστοῦ κτενὸς ἐντομὰς κόμην καταψήχειν δυναμένας οὐδὲ ἔσοπτρα τῶν ἀντιμόρφων
4360586 νεκταρ
τὸ κερῶ κατὰ συγκοπὴν κρῶ , οἷον „ κέρασσε δὲ νέκταρ „ , ἀντὶ τοῦ ἐπέχεεν : οὐ γὰρ ὕδατι
ζαθέῳ ἄντρῳ τρήρωνες ἀμβροσίην φορέουσαι ἀπ ' Ὠκεανοῖο ῥοάων : νέκταρ δ ' ἐκ πέτρης μέγας αἰετὸς αἰὲν ἀφύσσων γαμφηλῇς
4356300 ῥεμβος
ἑτέρωθεν μὲν ὁ ῥήτωρ ἀγωνιούμενος εἰσίῃ , ἑτέρωθεν δὲ ὁ ῥέμβος ὑμῖν ἀμφιθαλὴς ἥκῃ τὰ τοιαῦτα ὑπισχνούμενος , εἰκότως ,
, ἤγουν ἀδημονίᾳ . * ἀλυσθαίνοντος : λύπαις ἄλυς ὁ ῥέμβος * ἀνῖαι : πόνοι , ὀδύναι λῦπαι * ἐχθόμεναι
4348688 ἡμετερη
ὥσπερ ἐγώ . ῥώμης γὰρ ἀμείνων ἀνδρῶν ἠδ ' ἵππων ἡμετέρη σοφίη . ἀλλ ' εἰκῆι μάλα τοῦτο νομίζεται ,
ὥσπερ ἐγώ : ῥώμης γὰρ ἀμείνων ἀνδρῶν ἠδ ' ἵππων ἡμετέρη σοφίη . ἀλλ ' εἰκῆι μάλα τοῦτο νομίζεται ,
4347864 γληνης
δὲ μικρὸν τούτων κατωτέρω , πλησίον δὲ τῆς κοτύλης ἢ γλήνης οὐ πάνυ τι : μικρὸς γὰρ ἂν οὗτος παντάπασιν
πάντα δέ οἱ βλέφαρ ' ἀμφὶ καὶ ὀφρύας εὗσεν ἀϋτμὴ γλήνης καιομένης : σφαραγεῦντο δέ οἱ πυρὶ ῥίζαι . ὡς
4343498 πινουσι
τὰ ὑδρεῖα ἀναβαίνουσι πανοίκιοι μετὰ παιανισμοῦ , ῥιφέντες δὲ πρηνεῖς πίνουσι βοῶν δίκην ἕως ἐκτυμπανώσεως τῆς γαστρός , εἶτ '
' ὀσμήν : εὐθὺς δὲ τοῦτο καὶ ἥδιστον ὑπάρχει τοῖς πίνουσι καὶ ὀφθῆναι καθαρόν . ὅταν δὲ καὶ ὑποχωρῇ τῶν
4342103 δανα
θιασῶται καὶ συμπόται καὶ οἷον συνδαιταλεῖς . οὕτως Ἀριστοφάνης . δανά : εὐκέαστα , ξηρά : παρὰ τὸ δαίεσθαι .
θιασῶται καὶ συμπόται καὶ οἷον συνδαιταλεῖς . οὕτως Ἀριστοφάνης . δανά : εὐκέαστα , ξηρά : παρὰ τὸ δαίεσθαι .
4335728 τηλεθοωσα
' ἄνεμος χαμάδις χέει , ἄλλα δέ θ ' ὕλη τηλεθόωσα φύει , ἔαρος δ ' ἐπιγίγνεται ὥρη τὸν αὐτὸν
, ἧς ὕπερ Ἴδη , Ἴδη , καλλικόμοισιν ὑπαὶ δρυσὶ τηλεθόωσα : καὶ τῆς τοι μέγεθος περιώσιον . ἄντα δὲ
4334236 κορακες
καὶ ἐκ πολλῶν συνείροντες , ὃν τρόπον καὶ οἱ κεκράκται κόρακες καὶ μάτην φλυαροῦντες , ἀτελῆ καὶ περιττὰ καὶ ἀσύνετα
εἶναι τοῦτον . τῆς γυναικείας μιμήσεως . ὅτι πονηροὶ οἱ κόρακες , καὶ ὅτι μέχρι νῦν οὐκ ἐσπάραξάν σε .
4334196 νωτοισι
σῶμα καὶ τὴν ψυχήν . Αἴαντα οὖν μετὰ τὴν μονομαχίαν νώτοισι [ βοῶν ] γέραιρεν ὁ Ἀγαμέμνων : καὶ Νέστορι
Τυδείδης γοῦν καὶ κρέασι καὶ πλείοις δεπάεσσι τιμᾶται καὶ Αἴας νώτοισι διηνεκέεσσι γεραίρεται , καὶ οἱ βασιλεῖς δὲ τοῖς αὐτοῖς
4323943 φυλλας
Οὐδ ' ἔνδον οἰκοποιός ἐστί τις τροφή ; Στιπτή γε φυλλὰς ὡς ἐναυλίζοντί τῳ . Τὰ δ ' ἄλλ '
, ἐγχέλεια , κάραβοι , λινεύς , ἀχαρνὼς οὑτοσί . φυλλὰς ἡ δείπνων κατάλυσις ἥδε καθάπερ σχημάτων . τί γὰρ
4321887 ἁπαντηι
ἔα , τὸν ἀπ ' ἀνθρώπων θεὸν ἐπλάσατ ' ἶσον ἁπάντηι ἀτρεμῆ ἀσκηθῆ νοερώτερον ἠὲ νόημα . . . διὰ
ὕψος , Νεῖκός τ ' οὐλόμενον δίχα τῶν , ἀτάλαντον ἁπάντηι , καὶ Φιλότης ἐν τοῖσιν , ἴση μῆκός τε
4321168 κωκυτου
τῆς πρὸς ἡμᾶς κοινωνίαςποτὲ δ ' ἔμπληκτοι καὶ ἀλλόκοτοι καὶ κωκυτοῦ τινος καὶ Ἐρινύων θρέμματα καὶ γεννήματα ἐπὶ λύμῃ καὶ
ἐν τῇ ψυχῇ βύθιον , τῷ δὲ νῷ κλέψας τοῦ κωκυτοῦ τὸν ψόφον , “ Ὦ θεοὶ καὶ δαίμονες ,
4311930 κουραλιοιο
δ ' ἀμαλδύνειν σκορπήϊα κέντρα δύνασθαι καὶ Περσηϊάδαο μένος μέγα κουραλίοιο ἠδὲ παλαμναίην ἀνεμώλιον ἀσπίδα θεῖναι . Τοῦδε δέ μοι
ὄλβον ἀκήρατον αἶα κομίζει : πάντη γὰρ λίθος ἐστὶν ἐρυθροῦ κουραλίοιο , πάντη δ ' αὖ πέτρῃσιν ὕπο φλέβες ὠδίνουσι
4307969 ποιμενες
τὸ ἀκόνιτον καὶ ὁρμήσωσιν ἐπὶ τὴν κόπρον , ἀνασπῶσιν οἱ ποιμένες , καὶ περιαλλόμεναι , τουτέστιν ἐπιπηδῶσαι , ἀποθνῄσκουσιν .
ἀτέχνων ἐπαινούμενος , κἂν εἰ περιστάντες αὐτὸν παῖδες συφορβοὶ καὶ ποιμένες θαυμάζοιεν καὶ κροτοῖεν , ἐπαίρεσθαι ἐπ ' αὐτῷ τούτῳ
4300052 χερς
μάκαρς ἀνήρ , καὶ Τιμοκρέοντος ἐκ τῶν ἐπιγραμμάτων ᾧ ξυμβουλεύειν χὲρς ἄπο , νοῦς δὲ πάρα , καὶ Ἐμπεδοκλῆς ἃλς
. πάλαι ποτ ' ἦσαν ἄλκιμοι Μιλήσιοι . ὧι ξυμβουλεύειν χὲρς ἄπο , νοῦς δὲ πάρα . Κηΐα με προσῆλθε
4298749 θεῃσιν
. . . ἐν τῷ ῥά σφι κύκησε γυνὴ εἰκυῖα θεῇσιν οἴνῳ Πραμνείῳ , ἐπὶ δ ' αἴγειον κνῆ τυρὸν
Ἀφροδίτῃ ἐοικυῖα ἔσται , Εἶπε δ ' ἄραφησίνκλαίουσα γυνὴ εἰκυῖα θεῇσιν . Ὁπόταν οὖν τὰ τοιαῦτα λέγῃ , μισεῖς κἀκεῖνον
4297714 γεγωνον
τῶν ἑταίρων διαβαίνων προσεῖπε τῇ φωνῇ , καὶ ὁ ποταμὸς γεγωνόν τι καὶ τρανὸν ἀπεφθέγξατο πάντων ἀκουόντων : χαῖρε ,
, ἐφθέγξατο πολλῶν παρουσῶν γλώττῃ Λατίνῃ φωνὴν εὐσύνετόν τε καὶ γεγωνόν : ἧς ἐστι φωνῆς ἐξερμηνευόμενος ὁ νοῦς εἰς τὴν
4291980 πολλακι
? ἐπαύλους [ Αὐτολυκ ? [ ] καὶκαρτο ? [ πολλάκι ? δ [ ] ! ! ! ! ανεγειρε
ἀμελάθρους , καὶ λιτῆς πενίης χερνήτορας , ἀκτεάνους τε : πολλάκι καὶ θανάτῳ κακομήχανος ὤλεσε δεινῷ . Ἢν δέ τ
4290255 γυπες
κληρονομίαν ἢ ὅλως κέρδος οἱονοῦν παρεδρευόντων τισίν : οἱ γὰρ γῦπες τοῖς θνησιμαίοις παρεδρεύουσι . Ἀποῤῥαγήσεται τεινομένων τὸ καλώδιον :
αἰσχύνης ἔχοντες τὴν ἀπάτην οὐ σπουδῇ ἐχώρουν , τῷ Ῥώμῳ γῦπες ἐπισημαίνουσιν ἓξ ἀπὸ τῶν δεξιῶν πετόμενοι . καὶ ὁ
4288263 νεκροι
, Αἴσωπος ὄπισθεν ἑστὼς εἶπεν : „ ἡνίκα ἂν οἱ νεκροὶ ἀνιστάμενοι τὰ ἑαυτῶν ἀπαιτήσωσι κτήματα „ . καὶ οἱ
, ” καὶ ἀρσενικῶς “ οἱ δ ' ἀγχηστῖνοι ἔπιπτον νεκροὶ ὁμοῦ Τρώων καὶ Ἀχαιῶν . ” παρῆκται δὲ ἡ
4271357 ὀρνιθες
θαλάττῃ ἐπικρέμασθαι , ὀπωρίζουσί τε προσπετόμενοι θαλάττιοί τε καὶ ἠπειρῶται ὄρνιθες : τὴν γὰρ ἄμπελον ὁ Διόνυσος παρέχει κοινὴν πᾶσι
αὐτοῖς ἐκ πατρὸς καὶ μητρὸς γεγονέναι , οἷς ἑπόμενοι καθάπερ ὄρνιθες ἀγέλην μίαν ποιήσουσι , πατρονομούμενοι καὶ βασιλείαν πασῶν δικαιοτάτην
4270302 βατραχων
, αἳ συρίζουσιν ἐναρμόνιον . βάτραχος δέ : τῶν μὲν βατράχων τραχεῖα ἡ φωνὴ ὡς ἀπὸ τῆς ἐτυμολογίας , τῶν
ἦλθεν ἣν παγίδα καλέουσι , μυῶν ὀλέτειραν ἐοῦσαν . ὡς βατράχων στρατὸς ἔβρεμεν εὖτε γιγάντων καὶ μῦες κενταύρων μεγαλαύχων ἦσαν
4261371 καρκινοι
θάλατταν : καὶ οἱ κάραβοι καὶ οἱ ἀστακοὶ καὶ οἱ καρκίνοι καὶ τἆλλα τὰ τοιαῦτα , ὥστε μὴ μεγάλης ἄγαν
τὴν παχυτάτην ὓλην . ἐκ γὰρ μελαίνης χολῆς ζεούσης οἱ καρκίνοι πεφύκασι συνίστασθαι , καὶ εἰ δριμύτερόν τι τύχῃ ,
4260664 ἁπτοις
καρκίνῳ ἀμφιχανόντες καρκινάσιν τ ' ὀλίγῃσι καὶ εἰ κρέας ἁλμυρὸν ἅπτοις πετραίαις θ ' ἑλμῖσι καὶ ὅττι τοι ἄγχι παρείη
θυσάνοις . ἀμφιχανόντες : ἀμφιπεσόντες . Ὀλίγαισι : μικραῖς . ἅπτοις : προσβάλῃ . Ἑλμῖσι : σκώληξιν . ὅττι :
4254551 μελιττων
ἀπηνοῦς οἵα κωνώπων καὶ ἐμπίδων , οὐδὲ τὸ βαρύβρομον τῶν μελιττῶν ἢ τῶν σφηκῶν τὸ φοβερὸν καὶ ἀπειλητικὸν ἐνδεικνυμένης ,
ἐσυλήθησαν οὐδαμῶς μεμπτάς . Καὶ τοῦτο δὲ φιλεργίας τῆς τῶν μελιττῶν μαρτύριον . ἐν γοῦν τοῖς χειμεριωτάτοις τῶν χωρίων μετὰ
4240962 μελεων
νόος ἀνθρώποισι παρέστηκεν : τὸ γὰρ αὐτό ἔστιν ὅπερ φρονέει μελέων φύσις ἀνθρώποισι καὶ πᾶσιν καὶ παντί : τὸ γὰρ
φερόμεσθα . αἴρετέ μου δέμας , ὀρθοῦτε κάρα : λέλυμαι μελέων σύνδεσμα φίλων . λάβετ ' εὐπήχεις χεῖρας , πρόπολοι
4240180 γλυκεροιο
' ἀνθρώποισιν ὀπάζει . ἀλλὰ πέπον , μέτρον γὰρ ἔχεις γλυκεροῖο ποτοῖο , στεῖχε παρὰ μνηστὴν ἄλοχον , κοίμιζε δ
κακὰ δ ' ἀνθρώποισιν ὀπάζει . ἀλλὰ πέπονμέτρον γὰρ ἔχεις γλυκεροῖο ποτοῖο στεῖχε παρὰ μνηστὴν ἄλοχον , κοίμιζε δ '
4240004 δασαντο
: δόμον δέ οἱ ἔργα τε πάντα χηρωσταὶ μετόπισθεν ἀποφθιμένοιο δάσαντο . Δηίφοβος δὲ Λύκωνα μενεπτόλεμον κατέπεφνε τυτθὸν ὑπὲρ βουβῶνα
τέχνῃσι : μηχαναῖς , διὰ τῶν τεχνῶν . διὰ μέτρα δάσαντο : ὑπερβατόν . δάσαντο : ἔμαθον , ἐμέρισαν .
4235224 κατερρεον
δὲ ⌉ τοῦ ? παραδόξου θεάματος πανταχοῦ διέτρεχε καὶ μνηστῆρες κατέρρεον εἰς Συρακούσας , δυνάσται τε καὶ παῖδες τυράννων ,
βοσκῇ ἐβαρύνετο , αὐτόματοι δὲ τοῖς ὕδασι καὶ αἱ λίμναι κατέρρεον , ἀπὸ δὲ τῶν ἑτέρων ἀοικήτων νήσων , ἤγουν
4235048 πυροι
, πανσπερμία ἐν γλυκεῖ ἡψημένη : χίδρον δὲ οἱ ἑφθοὶ πυροί . Κηρίναν δὲ ὀπώραν λέγει τὸ μέλι . :
, πανσπερμία ἐν γλυκεῖ ἡψημένη : χίδρον δὲ οἱ ἑφθοὶ πυροί . κηρίναν δὲ ὀπώραν λέγει τὸ μέλι . καὶ
4232142 γναθμοις
φῶτας γὰρ ἀλιτρονόους ἐπέδησας οἵ ῥα δίκην πόρσυνον , ἐπὶ γναθμοῖς ὑπανύσσας γλῶσσαν ἀναύδητον , τῆς οὔτ ' ὄπιν ἔκλεεν
* ἀγκύλοι : ἐπικαμπεῖς ἢ σκολιοί καμπύλοι , ἰσχυροί * γναθμοῖς : σιαγόσι δολιχήρεες δὲ ἤτοι μακροί , ἢ πρὸς
4230765 ἐκπνεει
πυκνοὺς σωλῆνας , δι ' ὧν ἥ τε θερμὴ ἀτμὶς ἐκπνέει , καὶ αὖρα ψύχουσα εἰσπνέει . μὴ ἐχέτω δὲ
τῆς ἐργασίης εἰσί : παλαιούμενα δὲ , τὸ μὲν θερμὸν ἐκπνέει , τὸ δὲ ψυχρὸν ἐπάγεται . Ἄρτοι θερμοὶ μὲν
4230361 πεινωντες
Κνυζημάτων . τῶν γοερῶν ἀποφθεγμάτων . Γεωπεῖναι . οἱ γῆς πεινῶντες καὶ ἀπορούμενοι . Ἀπόσας . ἱκανώσας . Μυχοί .
καὶ σὺ φράζων . Ἀλλ ' , ὦ πρὸ τοῦ πεινῶντες , ἐμβάλλεσθε τῶν λαγῴων : ὡς οὐχὶ πᾶσαν ἡμέραν
4229664 μωνυχες
, ὃς ἔφη ὄλβιος , ᾧ παῖδές τε φίλοι καὶ μώνυχες ἵπποι καὶ κύνες ἀγρευταὶ καὶ ξένος ἀλλοδαπός ; Οὐκ
αὐτὸς γὰρ ἑκὼν μεθέηκεν ἐλαύνειν μή πως συγκύρσειαν ὁδῷ ἔνι μώνυχες ἵπποι , δίφρους τ ' ἀνστρέψειαν ἐϋπλεκέας , κατὰ
4210684 χελιδοι
Ἀνακρέων τούτῳ τῷ μέτρῳ καὶ ὅλα ᾄσματα συνέθηκεν ἁδύμελες χαρίεσσα χελιδοῖ καὶ μνᾶται δηῦτε φαλακρὸς Ἄλεξις . Ταῦτα μὲν οὖν
Ὄρνιθες τίνες οἵδ ' οὐδὲν ἔχοντες πτεροποίκιλοι , τανυσίπτερε ποικίλα χελιδοῖ ; Τουτὶ τὸ κακὸν οὐ φαῦλον ἐξεγρήγορεν . Ὅδ
4207745 ἐφονευοντο
κατὰ τὰς ὁδούς , οἱ δ ' ἐν ταῖς οἰκίαις ἐφονεύοντο . πολλοὶ δὲ καὶ τῶν μηδ ' ὁτιοῦν διαβεβλημένων
συναλαλάξαντες εἵποντο : τῶν δ ' οἱ μὲν ἔτι κοιμώμενοι ἐφονεύοντο , οἱ δ ' ἀρτίως ἀνεστηκότες καὶ πρὸς ἀλκὴν
4204662 βοες
ἡ ὁπλὴ τοῦ ἵππου ὥσπερ ὄνυξ ἐστίν : οἱ γὰρ βόες χηλὰς ἔχουσιν . μῶλυ φυτὸν ἀλεξιφάρμακον . οἱ μὲν
πρόβατα αὐτῶν ὡς ἄρνες , καὶ οἱ ὄνοι καὶ αἱ βόες σχεδὸν ὅσον κριοί , καὶ οἱ ἵπποι αὐτῶν καὶ
4201112 μακαρος
, ὥς τ ' ἀμητῆρες ἐναντίοι ἀλλήλοισιν ὄγμον ἐλαύνωσιν ἀνδρὸς μάκαρος κατ ' ἄρουραν πυρῶν ἢ κριθῶν : τὰ δὲ
ἀλλὰ χαίρετ ' , ὦ ξέναι . σὲ δὲ τύχας μάκαρος , ὦ νεανία , σεβόμεθ ' ἐς πάτραν ὅτι
4199677 ἐσθιουσιν
κεστρέας ἤτοι τὰ γομφάρια τρυπῶντες σχοίνῳ πιπράσκουσι καὶ ὠνοῦνται καὶ ἐσθίουσιν οἱ βουλόμενοι . σχοῖνος δὲ εἶδος φυτοῦ ἤτοι τὰ
τινὲς δὲ καὶ ἀνθρώπων σάρκας , ὡς ἔφην , ἀδιαφόρως ἐσθίουσιν , ὅπερ ἀνίερον παρ ' ἡμῖν εἶναι νενόμι -
4199002 ἐδαιζον
προφρονέως ἐμάχοντο , πολὺν δ ' ὑπὸ χείρεσι λαὸν ἐσσυμένως ἐδάιζον ἐυξέστῃς μελίῃσιν . Εὖτ ' ἄνεμοι θοὰ φύλλα κατὰ
ἐγγὺς ἵκηται : ὣς οἵ γ ' ἐν μέσσοισιν ἐπεσσυμένους ἐδάιζον . Ἀλλ ' οὐδ ' ὧς μένος εἶχον ἐελδόμενοί
4197027 Βλεμυων
' ἔπι ἀπηλοίησε ] ? σιδήρῳ ? [ ] [ Βλεμύων ] ἡγήτορες ? [ ] [ ] ς ?
ἐν δὲ θέρει πυμάτοισι παρ ' Αἰθιόπεσσι νομεύοις πέτρᾳ ὕπο Βλεμύων , ὅθεν οὐκέτι Νεῖλος ὁρατός . ὔμμες δ '
4197026 μυχωι
ἅπαντα κἀπονήσατο ἀρεστά : τόφρα δ ' ἐσθίει μὲν ἐν μυχῶι προνὺξ προῆμαρ , ἐσθίει δ ' ἐπ ' ἐσχάρηι
ἵνα λευκὸν ὕδωρ νυχίας ὑπὸ θέρμης ῥήγνυται ἐν σκιερῶι λιπαρῶι μυχῶι εὐλίθου ἄντρου , ναίουσαι πεπότησθε βροτῶν ἐπ ' ἀπείρονα
4196662 ἐδουσιν
, ὡς αὐτοὶ σοφοί . Χαἱ Προκλέους ἵπποι χλωρὰν ψαλάκανθαν ἔδουσιν . Ἐγὼ κεχόρτασμαι μέν , ἄνδρες , οὐ κακῶς
μαστῷ , λευκότερ ' αἰθερίας χιόνος . θεοὶ εἴπερ ἔδουσιν ἔδουσιν ἄλφιτα , ἐκεῖθεν ἰὼν Ἑρμῆς αὐτοῖς ἀγοράζει . ἔστι
4196201 οἰκτραν
τοῖς φίλοις οἰκτρὰν , ἐκ δὲ τῶν φίλων ἐμοὶ μάλιστα οἰκτράν : παῖδες Ἀδμήτου Εὔμηλος καὶ Περιμήλη : ὡς κατεχομένη
' † αἱμορράντων δυσφόρμιγγα ξείνων αἱμάσσους ' ἄταν βωμοὺς † οἰκτράν τ ' αἰαζόντων αὐδὰν οἰκτρόν τ ' ἐκβαλλόντων δάκρυον
4191037 βοων
ἀντὶ τοῦ ἀπύσει ῥήματος ληπτέον . . ἀπύων ] ἔσται βοῶν . . πέσῃ λακὶς ] ἀπὸ κοινοῦ τὸ μὴ
μὲν πρῶτον ὑπὸ Ἑρμοῦ ἐκ τῆς χελώνης καὶ τῶν Ἀπόλλωνος βοῶν , ἔσχε δὲ χορδὰς ἑπτὰ ἀπὸ τῶν Ἀτλαντίδων .
4189455 ἐρρεον
ἀπορίαν ἔμφυτον ἔχον : Καισαρεῦσι δὲ πρὸς ὄνειδος τῆς ῥᾳθυμίας ἔρρεον αἱ πηγαὶ καὶ πικροτέραν αὐτοῖς ἐντεῦθεν ἀθυμίαν εἰσῆγον .
βιαίως καὶ ἐπάγει δευτέραν : οἱ δὲ τῶν ῥινῶν αἵματος ἔρρεον κρουνοί : ὅλον γὰρ αὐτοῦ τὸν θυμὸν εἶχεν ἡ
4186770 δαιτα
ὁδὸς ἅδε θαλυσιάς : ἦ γὰρ ἑταῖροι ἀνέρες εὐπέπλῳ Δαμάτερι δαῖτα τελεῦντι ὄλβω ἀπαρχόμενοι : μάλα γάρ σφισι πίονι μέτρῳ
δ ' αὖ νήκουστος ὁμοκλέων σφάξας ἐν μεγάροισι κακὴν ἀλεγύνατο δαῖτα . ὡς δ ' αὔτως πατέρ ' υἱὸς ἑλὼν
4180620 ἐσθειν
οὐ πολλοὶ ἴσασι βροτῶν τόδε θεῖον ἔδεσμα , οὐδ ' ἔσθειν ἐθέλουσιν , ὅσοι κούφαν καὶ λεβώδη ψυχὴν κέκτηνται θνητῶν
χρόνον . ἡ Λακεδαιμονίων δὲ δίαιθ ' ὁμαλῶς διάκειται , ἔσθειν καὶ πίνειν σύμμετρα πρὸς τὸ φρονεῖν καὶ τὸ πονεῖν
4178138 πιοντες
οἱ μὲν γὰρ ὅταν ἄκρατον ἐμφορήσωνται , καθάπερ οὐκ οἶνον πιόντες ἀλλὰ παρακινηματικόν τι καὶ μανιῶδες καὶ εἴ τι χαλεπώτερον
πολλοὶ δὲ ὑπὸ τοῦ δημίου ἀπεσφαγμένοι , ἕτεροι δὲ φάρμακον πιόντες δημοσίᾳ , οἳ δ ' ἐπὶ τοῦ τροχοῦ ,
4177912 αὐραι
μὲν ἐξ ἡλίου τοῖς σώμασιν περιχεόμενον συμμέτρως αὐτὰ παρεμυθεῖτο , αὖραι δὲ ἐκ ποταμῶν ὥρᾳ θέρους ἐπιπνέουσαι ἀνέψυχον αὐτοῖς τὰ
εἰς τὴν θάλατταν καὶ τοῦ πελάγους ἐγγὺς ὄντος ἀναδιδόμεναι συνεχεῖς αὖραι , λεπταὶ μὲν αἱ ἐκ τοῦ πελάγους , παχεῖαι
4173664 εἰναλιης
ἄσπετοι ἀντήσουσι καὶ εὔβολος ἔσσεται ἄγρη . Τέτραχα δ ' εἰναλίης θήρης νόμον ἐφράσσαντο ἰχθυβόλοι : καὶ τοὶ μὲν ἐπ
πάσας γὰρ ὁμῶς ἀπὸ κῆρας ἐρύξει . Πεύθεο δ ' εἰναλίης χέλυος κρατέουσαν ἀρωγήν δάχματος εἶλαρ ἔμεν δολιχῶν ὅσα φῶτας
4170737 συνεσμεν
θεῶν ψυχῆς καὶ αὐτοῦ τοῦ οὐρανοῦ κατ ' ἐκείνην καὶ σύνεσμεν τοῖς σώμασιν : ἡ γὰρ ἄλλη ψυχή , καθ
πρὸς ἀνάγκην ἐξηγούμεθα καὶ μισοῦσί τε ἅμα καὶ ἐπιβουλεύουσιν ἀνθρώποις σύνεσμεν , ὅπου μηδὲ τῶν μορμολυκείων ὄφελός τι ἡμῖν γίγνεται
4169444 ἀμβροσιην
τόδε ἔργον ἄνδρας δυσμενέας σκοπιαζέμεν οἶος ἐπελθὼν νύκτα δι ' ἀμβροσίην : μάλα τις θρασυκάρδιος ἔσται . Τὸν δ '
οὐδὲ ποτητὰ παρέρχεται οὐδὲ Πέλειαι τρήρωνες , ταί τ ' ἀμβροσίην Διὶ πατρὶ φέρουσι . οὐ γὰρ τὰς πελειάδας τὰς
4168908 στομιοις
καθεζόμενον διακοῦσαι τῶν εὐχῶν . θυρίδες δὲ ἦσαν ἑξῆς τοῖς στομίοις τῶν φρεάτων ἐοικυῖαι πώματα ἔχουσαι , καὶ παρ '
διφρηλάτας ἐβοᾶτ ' Εὔμηλος Φερητιάδας , οὗ καλλίστους ἰδόμαν χρυσοδαιδάλτοις στομίοις πώλους κέντρωι θεινομένους , τοὺς μὲν μέσους ζυγίους λευκοστίκτωι
4167585 ποσιν
προσεπέλασαν . σημαίνει καὶ τὸ ἐπληροῦντο . ποδάρκης ὁ τοῖς ποσὶν ἐπαρκούμενος , ἑαυτῷ τε καὶ τοῖς συμμάχοις ἐπαρκῶν ,
ψεύσματα . ἀναρριχώμενοι , ἀναλαμβόμενοι : πρὸς ὕψος ἀνερχώμενοι : ποσὶν ἢ χερσὶν , ἐπὶ τύχων ἢ δένδρων Ἀριστοφάνης εἰρήνη
4167026 ἀνδρομεα
οἷον : Κύκλωψ , τῆ πίε οἶνον , ἐπεὶ φάγες ἀνδρόμεα κρέα , ἐξ οὗ , λάβοι . ἢ παρὰ
' ἔχε θυμόν . αὐτὰρ ἐπεὶ Κύκλωψ μεγάλην ἐμπλήσατο νηδὺν ἀνδρόμεα κρέ ' ἔδων καὶ ἐπ ' ἄκρητον γάλα πίνων
4166003 νηδυς
κακὸν δ ' ἀποήρυγε δειρῆς , σὺν δέ τε καὶ νηδὺς μεμιασμένα λύματα βάλλει ὡς εἴ τε κρεάων θολερὸν πλύμα
ταῦτα ὄψομαι , ἀλλά με δεῖ τυρῷ καὶ μάζῃ ὀτρηρῇ νηδὺς δ ' οὐχ ὑπέμεινε , βιάζετο γάρ ῥ '
4149831 πινομεν
[ ἄλλος ὁ μιλτῶσαι ? ? ? τ ? [ πινομεν ? ? ? ? [ ἔστι ? καὶ εν
[ ἄλλος ὁ μιλτῶσαι ? ? ? τ ? [ πινομεν ? ? ? ? [ ἔστι ? καὶ εν
4145791 χευῃ
νεοβλάστοιο κάμωνος , ὄφρα ποτὸν νέποδός τε κακοῦ ἐκ φύρματα χεύῃ : ἄλλοτε βρωμήεντος ἀμελγόμενος γάλα πίνοι , ἠὲ χύτρῳ
' ἄλλοθεν ἄλλα κάββαλεν , ἠύτε φύλλα μένος κρατεροῦ Βορέαο χεύῃ , ὅτ ' ἀνυμένου θέρεος μετὰ χεῖμα τράπηται :
4142943 ἐγκυμονος
σύνθετον γενόμενον , ὡς καὶ ἀπὸ τοῦ κῦμα ἔγκυμος ἐγκύμων ἐγκύμονος καὶ ἀπὸ τοῦ αἷμα ἄναιμος ἀναίμων ἀναίμονος καὶ πεῖρα
πέμψατέ μοι πλώοντι σοφὸν πρυμναῖον ἀήτην : ἤδη γὰρ τρομέων ἐγκύμονος ὄμβρον ἀοιδῆς πείσματα φωνήεντα θοῆς ἀνέλυσα μελίσσης . Παγγενέτωρ
4140078 μογοιο
βαιὸν ἀνέπνευσαν , καὶ δ ' αὐτοὶ Τρώιοι υἷες ἀμπαύοντο μόγοιο δυσαλγέος , οὕνεκ ' ἐτύχθη φύλοπις ἀργαλέη περὶ τείχεϊ
μάλα στενάχων . Καὶ ἔτι Τρώεσσι κέλευεν οὐδ ' ἀλέγιζε μόγοιο : φάος δέ οἱ ἐσθλὸν ἄμερσε δῖα θεή :
4134875 ἁλιαν
τὸ δὲ δεύτερον ἐσθλὸν ἐρευνᾷς . ἔρχεο , λεῖφ ' ἁλίαν χώραν : ἤπειρος ἀμείνων ἠῷος . πρότερον δόλον ἔκβαλε
' ἐγὼ κακῶν μῆχος ἐξανύσωμαι ; τί με προσπίτνεις , ἁλίαν πέτραν ἢ κῦμα λιταῖς ὣς ἱκετεύων ; τοῖς γὰρ
4134085 ἐφημισαν
ἄρχεσθαι ἀπὸ δύσεως . Ἄλλοι δ ' αὖ καὶ νεκρὸν ἐφήμισαν . Ἀμφότερα διὰ τὸ ψυχρὸν τῶν τόπων . Πήγνυται
ὃς προπάροιθεν ἁλὸς πόρον ἡγεμονεύει σημαίνων : τῷ καί μιν ἐφήμισαν Ἡγητῆρα . κήτει δ ' ἐκπάγλως κεχαρισμένος ἐστὶν ἑταῖρος
4124071 ἐοικοτες
βασιλήων δελφίνων φώκης τε βοώπιδος αὐτίκα παῖδες ἐκ γενετῆς ἀνέχουσιν ἐοικότες οἷσι τοκεῦσιν . Οἱ δ ' ἦ τοι πάντες
πολλοὶ δ ' ἀλλήλοισι διασταδὸν εἵνεκεν εὐνῆς μάρνανται , μνηστῆρσιν ἐοικότες , οἳ περὶ νύμφην πολλοὶ ἀγειρόμενοι καὶ ὁμοίϊοι ἀντιφέρονται
4122889 ἰσθμια
ὑποδέραια καὶ ὑποδερίδες , ἦ που δὲ καὶ ὅρμοι καὶ ἴσθμια καὶ στρεπτοὶ καὶ στόμια καὶ πλόκια καὶ μαλάκια ,
ἀγυιαῖς χερσὶν ἐφερπύζουσι : κακὸς δ ' ὑπὸ νείατα πνιχμός ἴσθμια καὶ φάρυγος στεινὴν ἐμφράσσεται οἶμον : ἄκρα δέ τοι
4120698 κατατεμνοντες
, οἱ δὲ περὶ αὐτὸν γεωργοὶ διώρυχας ἔνθεν καὶ ἔνθεν κατατέμνοντες , ὁπόσα Αἰγύπτιοι τῷ Νείλῳ , χρῶνται καὶ οὗτοι
τῶν προειρημένων ζῴων . οἱ δὲ τοῖς μὲν ἱέραξι κρέα κατατέμνοντες καὶ προσκαλούμενοι μεγάλῃ τῇ φωνῇ πετομένοις ἀναρρίπτουσι , μέχρι
4120075 μυρομενοισιν
καρήατα : δάκρυα δέ σφι θερμὰ κατὰ βλεφάρων χαμάδις ῥέε μυρομένοισιν ἡνιόχοιο πόθῳ : θαλερὴ δ ' ἐμιαίνετο χαίτη ζεύγλης
Πηλείωνα : τοῖς δ ' ἄρ ' ἐπεβρόμεον νῆες παρὰ μυρομένοισιν , ἠχὴ δ ' ἄσπετος ὦρτο δι ' αἰθέρος

Back