τὴν ἕω παντάπασιν ἀποθλίβουσα πρὸς τὴν θάλατταν καὶ μόλις αὐτὴν πορεύσιμον ἐῶσα τὴν ὁδόν . κατέχουσι δὲ τὰ μὲν πρῶτα
καὶ πλήθει καὶ βίᾳ διαφέροντες ἀποκεκλείκασιν , εἰ καί τι πορεύσιμον τῆς χώρας ἐστὶν , ἢ εἴ τινας τετύχηκεν ἀνάπλους
5438173 φλεγματωδες
κρᾶσιν γαστέρες , ὡς μήτε χολῶδες ἀθροίζειν περίττωμα , μήτε φλεγματῶδες , ἥμισυ τῆς προειρημένης συμμετρίας τοῦ τε ζιγγιβέρεως ἐμβαλεῖν
' ὧν ἐστι χολῶδες , ψυχροτέρα δὲ ἐφ ' ὧν φλεγματῶδες , ἧττον δὲ ψυχρὰ ἐφ ' ὧν μελαγχολῶδες .
5251565 κρησφυγετον
. οὔκουν ᾑρούμην αὐτομολοῦντι τῷ δαίμονι συμμεταβάλλεσθαι . καλὸν γὰρ κρησφύγετον θάνατον ἐν ἀκινδύνῳ παντὸς αἰσχροῦ γενέσθαι . καὶ νῦν
ξύλινον τεῖχος ἀνάλωτον ἔσεσθαι : αὐτὸ δὴ τοῦτο εἶναι τὸ κρησφύγετον κατὰ τὸ μαντήιον καὶ οὐ τὰς νέας . Οἱ
4953426 ἐμψυχοτερον
ἐπίπεδον : ἐπεὶ τί ἂν εἴη τῶν ἐν ψυχῇ κειμένων ἐμψυχότερον ; Καὶ τοῦτο κατασκευαστικὸν τοῦ δευτέρας εἶναι τὰς γραμμὰς
ῥητορικῇ τοὺς λόγους καὶ τὴν δημηγορίαν , διὰ τῆς προσωποποιίας ἐμψυχότερον ποιῶν τὸν λόγον : οὐκ ἀρκεῖ γὰρ , φησὶ
4830073 ἐκβαινῃ
κατὰ τὰς σάρκας , καὶ ἤν που ἄλλῃ τῆς φύσιος ἐκβαίνῃ τὸ σῶμα , ἢν ὀλίγον , ὀλίγη ἡ νοῦσος
ὀλίγῃσι πρὸς πολλάς , ἢν τὰ οἰκότα ἐκ τοῦ πολέμου ἐκβαίνῃ , πολλὸν κρατήσομεν : τὸ γὰρ ἐν στεινῷ ναυμαχέειν
4822574 κωλυσον
διασπασθήσεται γὰρ τὸ φυτόν , εἰ μή τι ἔσται τὸ κωλῦσον καὶ καθέξον : εἰ δὲ ἔστι , τοῦτο δὲ
τὴν Ἀρικηνῶν πόλιν ὑποχείριον ἔλαβον , οὐδὲν ἂν ἦν τὸ κωλῦσον αὐτοὺς καὶ τὰς ἄλλας καταδουλώσασθαι πόλεις ἁπάσας . εἰ
4820107 κυριολογειται
προσαναδιδαχθῶσιν , ὡς οὐδὲν ὄνομα τὸ παράπαν ἐπ ' ἐμοῦ κυριολογεῖται , ᾧ μόνῳ πρόσεστι τὸ εἶναι . ἐὰν δ
. ὥστε οὐδὲ τὸ „ ὡς ἄνθρωπος „ ἐπὶ θεοῦ κυριολογεῖται , κατάχρησις δὲ ὀνομάτων ἐστὶ παρηγοροῦσα τὴν ἡμετέραν ἀσθένειαν
4751139 ἀπεπτον
' ἀμφοῖν ἐστι τὸ δεύτερον . τὸ δ ' ἐσχάτως ἄπεπτον , ὅπερ ἐστὶ τὸ ὑδατῶδες ἀκριβῶς , οἷον ἀπεγνωσμένης
τὸ δὲ γυψῶδες παχὺ καὶ δυσοικονόμητον , τὸ δὲ ξανθὸν ἄπεπτον καὶ ἀκατέργαστον , καὶ διὰ τοῦτο τὴν αἱματώδη χρόαν
4703401 κωλυον
ἐκώλυον ; τὸν αὐτὸν ἐρῶ πάλιν λόγον , ὅτι τὸ κωλύον ἦν ἰσχυρότερον . ἦν γάρ τι δαιμόνιον ἐνταῦθα ,
λόγῳ ἢ ἔργῳ λυπήσειν τὸν Κάνδιδον . καίτοι τί τὸ κωλύον ἦν , εἰ πολλὰς οὕτω γενέσθαι τὰς πληγὰς ἐβούλετο
4659685 χρεον
ὡς ἐγὼ εἰκάζω : νῦν ὦν ἄνδρα πάντα τινὰ ὑμέων χρεόν ἐστι γενέσθαι ἀγαθόν : κρέσσον γὰρ ποιεῦντάς τι καὶ
καὶ Θεσσαλῶν ἔμπειροί εἰμεν . Ἀλλ ' ἀναλαβόντας τὰ ὅπλα χρεόν ἐστι ἰέναι ὑμέας μὲν ἐς τόδε τὸ κέρας ,
4651114 τοιουτο
, καὶ ἐπιφλεγμαινούϲαϲ καὶ ἐπιρρυπαινομέναϲ . παρέξει δὲ αὐταῖϲ τὸ τοιοῦτο τάριχοϲ δριμύτατοϲ ἐπιτιθέμενοϲ , καὶ ϲκορόδων ἄγλιθεϲ λελειοτριβη -
αἱ δὲ κύρβεις θυσίας ἔχουσιν . ἀμφοτέρων δὲ τὸ κατασκεύασμα τοιοῦτο : πλινθίον τι μέγα ἀνδρόμηκες , ἡρμοσμένα ἔχων τετράγωνα
4647338 ἀνευρυσμα
. ἐκ τούτου γὰρ πολλαῖς βρογχοκῆλαι κατεσκευάσθησαν , ὅπερ ἐστὶν ἀνεύρυσμα τοπικόν : ἔστι δὲ ἀνίατος ἡ διάθεσις . Δυστοκίας
ἤτοι ἡμέρου ἤτοι κακοήθους . υιʹ . Πνευμόμφαλόν ἐστι τὸ ἀνεύρυσμα τοῦ ὀμφαλοῦ . υιαʹ . Ἐν κατακαλύψει ἐστὶν ἀπόστημα
4633805 ἀποδραν
παπτανέουσι . καὶ † ἀποπτανέουσι , . . . . ἀποδρᾶν : δρῶ , τὸ ὑπηρετῶ , ὅθεν καὶ δρηστῆρες
, τὸ ὑπηρετῶ , ὅθεν καὶ δρηστῆρες . τὸ οὖν ἀποδρᾶν ἐστι τὸ ἔξω γενέσθαι τῆς ὑπηρεσίας τοῦ δεσπότου .
4607186 καταστεγον
. Τοῦτο δὲ διελθοῦσιν ὡσανεὶ προσκήνιον ἐπεποίητο τῇ διαθέσει , κατάστεγον ἄνω . Πάλιν ὁμοίως κατὰ μὲν τὴν μέσην πλευρὰν
εἰ κέραμός ἐστ ' ἔνδοθεν ὑμῖν ἱκανός , εἰ τοὐπτάνιον κατάστεγον , εἰ τἆλλ ' ὑπάρχει πάντα κατακόπτεις γέ με
4581052 ἀντρωδεις
αἱ μὲν κατεσκευασμέναι τὸν ἐν ἄστει τρόπον , αἱ δὲ ἀντρώδεις , ἔπειτα αὐτοῦ τοῦ ἀνδρὸς τὸ ἐν τῇ ἀγορᾷ
. ‖ Τὸ σπήλαιον τὸ διπλοῦν . ‖ Δύο εἰσὶν ἀντρώδεις ὑπώρειαι , ἡ μὲν ἐκτός , ἡ δὲ εἴσω
4549161 κεκρυμμενη
Ἀφροδίτην : ἡ δὲ ἔδειξε τὸν τόπον , ἔνθα ἦν κεκρυμμένη . ὀργισθεῖσα δὲ ἡ Ἀφροδίτη ἀπεμαρμάρωσεν αὐτὴν καί φασι
' ὢν κἀκ κακῶν εὑρίσκομαι . Ὦ τρεῖς κέλευθοι καὶ κεκρυμμένη νάπη , δρυμός τε καὶ στενωπὸς ἐν τριπλαῖς ὁδοῖς
4535807 κωλυμα
, καὶ τοὺς ἁβροτέρους κολάζουσι τὸ γὰρ τερπνὸν τοῦ βίου κώλυμα νομίζουσι τῶν ἀναγκαίων ἀνεπαχθῶς δὲ . . . :
περιτροπήν . περιτρέπει γὰρ καὶ μεθίστησι πᾶν τὸ τῆς ἐνεργείας κώλυμα ἡ διάνοια εἰς τὸ προηγούμενον καὶ πρὸ ἔργου γίνεται
4532362 τοση
ητηων ? [ . . . . . . . τοση καταληφ [ μων ἈρίστωνυμοΠυθοκλέους ? [ επιτα ? ?
ητηων ? [ . . . . . . . τοση καταληφ [ μων ἈρίστωνυμοΠυθοκλέους ? [ επιτα ? ?
4526976 βακχειακον
καταληκτικόν . τὸ ιαʹ ἰαμβικὸν δίμετρον ἀκατάληκτον . τὸ ιβʹ βακχειακόν . τὸ ιγʹ ἰαμβικὸν δίμετρον ὑπερκατάληκτον . ἡ ἐπῳδὸς
καταληκτικόν . τὸ ιαʹ ἰαμβικὸν δίμετρον ἀκατάληκτον . τὸ ιβʹ βακχειακόν . τὸ ιγʹ ἰαμβικὸν δίμετρον ὑπερκατάληκτον . ἡ ἐπῳδὸς
4514278 ἀμβλυτερας
δοκεῖ δέ πως χρυσωπότερος ἰδεῖν εἶναι , τάς τε αὐγὰς ἀμβλυτέρας ἔχων καὶ σκοτωδεστέρας . Γίνεσθαι δέ φησιν Ἰόβας καὶ
ἄσης καὶ ἀδημονίας αὐτὸν ἐνέπλησεν ἢ πιανθὲν ἀμέτρως ἀπολαύσει ἡδονῶν ἀμβλυτέρας τὰς εἰς τὸ καταλαμβάνειν ἀκμὰς ἀπειργάσατο . καὶ μὲν
4512952 καταφανες
δίκης ταύτης ἀντειλήχασίν μοι συκοφαντοῦντες , ὡς καὶ ὑμῖν ἔσται καταφανές , παρὰ δὲ τούτων ἐν ἕνδεκα ἔτεσιν οὐ δυνάμενος
οἷα δὴ καὶ φοβερώτερα ἐν βασιλείᾳ ὄντα . οὐ μέντοι καταφανές γέ τι ἢ ἔργον ἢ λόγος ἐξηγγέλλετο Ἀλεξάνδρου ἐφ
4507990 τοὐκ
γέγονεν , οὐκ ἔσται κηποι δεποτις εἴη , πόθεν γενήσεται τοὐκ ὂν εἰς οὐκ ὄν : εἰς οὐκ ὂν γὰρ
αὐτόθεν ποι γέγονεν , οὔκ ἔσται . πόθεν γὰρ γενήσεται τοὐκ ὄν εἰς οὐκ ὄν : εἰς οὐκ ὂν γὰρ
4500720 κηθιον
ἐν Θεοῖς : καὶ πρὸς κύβους ἕστηκ ' ἔχων τὸ κήθιον . τὸ δὲ λαγαρίζεσθαι ἕτερόν τι ἔοικεν ἐμφαίνειν :
ἀγγεῖον πλεκτόν , εἰς ὃ τὰς ψήφους καθιᾶσιν , τὸ κήθιον , οἷον ὡς ἀπὸ τοῦ ⌈ ψηφηφορεῖν [ ψηφοφορεῖν
4453027 εὐκρινες
καὶ ἀσφαλές , εἰ καὶ ἄλλως ἡ συντομία ἀφαιρεῖται τὸ εὐκρινές . Ὁ τοίνυν ἐγκέφαλος ἀρχή τις ὢν καὶ πηγὴ
τούτου τυχόντος πραγματείας ἀλλὰ μὴ κατὰ πάρεργον ἄν τις εἶχεν εὐκρινές τι λαβεῖν . πάντη γὰρ καὶ πάντως ἐστὶ χαλεπώτατον
4450434 βασκανοις
ἐστι δισσολογοῦντα καὶ πολυλογοῦντα τὴν σύνταξιν ἀκατηγόρητον διαφυλάξαι ἢ τοῖς βασκάνοις καὶ ματαίοις ἀφορμὴν τοῦ κακῶς λέγειν καταλεῖψαι : ἀχθόμενοι
τῶν ἐλεφαντίνων ἥκει πυλῶν , τοῖς δὲ λοιδόροις τε καὶ βασκάνοις ἀναπεπταμέναι εἰσὶν αἱ πύλαι τῶν κεράτων , μᾶλλον δὲ
4440134 κατεσκευακει
, εἴπερ αὐτὰ πρὸς τὸ ποιεῖν ἅπερ οἱ ἄνθρωποι βούλονται κατεσκευάκει , πονηρῶν ἂν ἦν πραγμάτων δημιουργός , ἐπεὶ αὐτὸς
πολιορκητικὰ ὄργανα σὺν τῇ ἑλεπόλει , ἣν εἰς Δῆλον ἐλθὼν κατεσκευάκει . στήσας οὖν τρόπαιον ἐπὶ τῶν τόπων ὁ Ὀρόβιος
4436262 ἐμφερονται
ἢ κοινῶν πραγμάτων , φρονήσεως καὶ δικαιοσύνης καὶ ὁσιότητος ἡγουμένωντούτοις ἐμφέρονται καὶ τῶν εὐχῶν αἱ νομιμώταται διὰ περιουσίαν ἀγαθῶν ἢ
ἔχει δυνάμεις ἀρωγοὺς καὶ σωτηρίους τοῦ γενομένου πάσας , αἷς ἐμφέρονται καὶ αἱ κολαστήριοι : ἔστι δὲ καὶ ἡ κόλασις
4416546 παλινσκιον
συμβαίνει : τὸ δ ' αἴτιον εἰκάζουσιν ὅτι τοῖς μὲν παλίνσκιόν ἐστι τὸ χωρίον ὥστ ' ἐνδρόσους ὄντας μὴ διαστέλλειν
. τὸ δ ' αἴτιον εἰκάζουσιν , ὅτι τοῖς μὲν παλίνσκιόν ἐστι τὸ χωρίον , ὥστ ' ἐνδρόσους ὄντας μὴ
4399792 Ἀταβυριον
, καὶ κατασχὼν Κρητινίαν ὠνόμασεν . ἀναβὰς δὲ ἐπὶ τὸ Ἀταβύριον καλούμενον ὄρος ἐθεάσατο τὰς πέριξ νήσους , κατιδὼν δὲ
, ἐξ οὗ καὶ Ἀταβύριος Ζεύς . ἔστι καὶ Σικελίας Ἀταβύριον , ὡς Τίμαιος . κέκληται δὲ τὰ ὄρη ἀπό
4395548 ζητουν
εἰς ὃν ἐτάχθη τόπον : ἐνδεὲς δὲ καὶ τὸ τόπον ζητοῦν . Ἀρχὴ δὲ οὐκ ἐνδεὲς τῶν μετ ' αὐτό
: καὶ διὰ τοῦτο ἐν τῇ γῇ ὂν ἄνω φέρεται ζητοῦν τὸν οἰκεῖον τόπον . ὡσαύτως δὲ καὶ οἱ ἐπιστάμενοι
4390881 προσηγοροι
καὶ πληθυντικῶς οὗτος λέγει ἄπιστον ] δυσκόλως εἰς πίστιν ἐρχόμενον προσήγοροι ] αἱ φωνητικαί , αἱ προσφθεγγόμεναι ὧν ] δρυῶν
. Θεσπρωτοῦ Διὸς ] ἀπὸ Θεσπρωτίδος γῆς ὠνομασμένου . . προσήγοροι ] αἱ προσαγορεύουσαι καὶ μαντευόμεναι δρύες , αἱ ἔμφωνοι
4383197 μυωδης
μῆτραι ἑνὶ αὐχένι συνεζευγμέναι . Ὁ δὲ αὐχὴν τῆς μήτρας μυώδης ἐστὶ γενόμενος ἐκ σαρκὸς σκληρᾶς καὶ χονδρώδους , καὶ
τῆς ἀναπνοῆς ὅρμημα . μθʹ . Καρδία ἐστὶ νευρώδης καὶ μυώδης καὶ φλεβώδης , ἔχουσα καὶ ἀρτηρίας . κωνοειδὴς τῷ
4382065 ΕΘΠ
τὸ ΔΘΣ πρὸς τὸ ΞΜΔ . ἴσον δὲ τὸ μὲν ΕΘΠ τοῖς ΑΣΚ , ΘΔΣ , τὸ δὲ ΡΜΖ τοῖς
οὖν ἐν σφαίρᾳ μέγιστος κύκλος ἐστὶν ὁ ΕΘΠ καὶ τὸν ΕΘΠ τέμνουσι δύο μέγιστοι κύκλοι οἱ ΡΟΠ , ϚΝΞ καί
4381111 ἀστρονομικον
οὐ μέλλει γελοῖον εἶναι ; ἔφη . Τῷ ὄντι δὴ ἀστρονομικόν , ἦν δ ' ἐγώ , ὄντα οὐκ οἴει
, πολλὰ γὰρ εἴδη μαντικῆς : εἰκαστικόν , ἐπιπνευστικόν , ἀστρονομικόν . ► * : Ἡ μαντικὴ διαιρεῖται εἰς ὀνειροκριτικόν
4377991 φυσωδες
καὶ λεπτυντικῆς . ἡ δὲ ῥίζα πρὸς τοῖς εἰρημένοις καὶ φυσῶδές τι κέκτηται καὶ ἀφροδισιαστικόν . τὸ δὲ σπέρμα τὸ
ἐπὶ πολὺ συνηχεῖ , καὶ μάλιστ ' ἂν μὴ ἔχῃ φυσῶδές τι καὶ ἄμουσον ἀλλ ' ἡδέως κεκραμένον . ἱκανὸς
4369113 πικραινεται
ἄλλη τοῦ κολακεύειν εὐφυῶς ; ὁ ζωγράφος πονεῖ τι καὶ πικραίνεται , ὁ γεωργὸς ἐν ὅσοις ἐστὶ κινδύνοις πάλιν .
ἄφοδος ξυγκαίεται : ἔστι δ ' οἷσι καὶ τὸ στόμα πικραίνεται , καὶ οἱ ὀφθαλμοὶ κοιλαίνονται , καὶ οἱ κρόταφοι
4349355 δακνωδες
νυνὶ δὲ τῶν ἐφεξῆς ἐχώμεθα λέγοντες , ἡνίκα μὴ μόνον δακνῶδες , ἀλλὰ καὶ γλίσχρον ᾖ τὸ ἐπιῤῥέον , ὅπως
χολώδη χυμόν . Σημεῖα χολώδους ὀφθαλμίας . Δηλοῖ δὲ τὸ δακνῶδες εἶναι καὶ δριμὺ τὸ ἐπιφερόμενον τοῖς ὄμμασι καὶ αὐτὴ
4336319 ἀποβεβληκει
μᾶλλον τὸν πόλεμον , ἐν ᾧ πολλοὺς καὶ ἀγαθοὺς ἄνδρας ἀποβεβλήκει , τοῖς δὲ Ἰλλυριοῖς οὖσι τοῖς πλείοσι διά τε
δὲ τῶν μὲν πτερῶν οὐ παρῄρητο , τὴν δὲ ἰσχὺν ἀποβεβλήκει τῶν πτερύγων , οἷόν τι συμβαίνει περὶ τοὺς κύκνους
4324233 χρησιμαι
ἆθλα κοτταβεῖα καλούμενα . εἶτα κύλικες αἱ πρὸς τὸ πρᾶγμα χρήσιμαι μάλιστ ' εἶναι δοκοῦσαι κατεσκευάζοντο , καλούμεναι κοτταβίδες .
ἆθλα κοτταβεῖα καλούμενα . εἶτα κύλικες αἱ πρὸς τὸ πρᾶγμα χρήσιμαι μάλιστ ' εἶναι δοκοῦσαι κατεσκευάζοντο , καλούμεναι κοτταβίδες .
4316053 διοριζον
δὲ καὶ ἄλλο εἴ τι βούλει πρόσθες ὄνομα τὸν λόγον διορίζον : οὐ γὰρ ἐγὼ διοίσομαι ἐπὶ σφῶν τινων ὀνομάτων
δ ' ἔστι τὸ ἑπταστάδιον ὅπερ ἔζευξε Ξέρξης , τὸ διορίζον τὴν Εὐρώπην καὶ τὴν Ἀσίαν . καλεῖται δ '
4299582 Ἱππεις
ἐπιχειρῶν : δηλοῖ , ὅτι αἱ Διδασκαλίαι ἴσως φέρουσι τοὺς Ἱππεῖς πρώτους ὑπ ' αὐτοῦ καθιεμένους : περὶ Κλέωνος γὰρ
αὐτὸν υἱὸν Καλλιόπης γενέσθαι κακοδαίμονα καὶ ὑστερούμενον καὶ ὀρφανόν . Ἱππεῖς προκαλεῖσθαι εἰς πεδίον : ἐπὶ τῶν τοὺς ἔν τισι
4298500 ἐξηρανε
εἴη καὶ ὑγρότερον τὸ ἕλκος , εἰδέναι προσῆκεν ὡς ἐνδεέστερον ἐξήρανε τὸ φάρμακον , καὶ ἐπιτείνειν αὐτὸ μέλιτος μίξει :
κατὰ κύστιν : ἥ τε κίνησις καὶ ὁ πόνος ἅπαν ἐξήρανε τὸ σύντηγμα καὶ ἐξέπεψε . Οὐχ ἅπασι δὲ οὐδὲ
4289418 περιτειχισμα
τῆς μάχης . ἡνίκα δὲ ἐθεάσατο ἤδη μέλλοντας ἐναποκλείειν τὸ περιτείχισμα , τοῦτον ἔφη τὸν καιρὸν εἶναι , ὡς κατὰ
αὐτῆς πεζῇ κατὰ χαράδραν τινά , ᾗ ὑπερβατὸν ἦν τὸ περιτείχισμα , διαλαθὼν ἐσέρχεται ἐς τὴν Μυτιλήνην , καὶ ἔλεγε
4275513 αὐλιον
, καὶ εἵπετο ἐκεῖνος , ἄγει τε αὐτὸν ἐπὶ τὸ αὔλιον . καὶ ἡ λέαινα εἶδε καὶ αὐτὴ προσελθοῦσα ὑπέσαινε
, καὶ εἵπετο ἐκεῖνος , ἄγει τε αὐτὸν ἐπὶ τὸ αὔλιον . καὶ ἡ λέαινα εἶδε καὶ αὐτὴ προσελθοῦσα ἐπέσαινε
4273193 ὑπολαμβανετ
ἡδέως μὲν ἂν ὑμῖν λέγοιμι ἐπειδὴ δὲ ἔξω τοῦ πράγματος ὑπολαμβάνετ ' εἶναι , ἐάσω . αὐξήσεις δὲ περιβολήν ,
παρ ' ὑμῶν ἀρχαῖς καὶ τιμαῖς καὶ χειροτονίαις ἐπανορθοῦσθαι μικρὰν ὑπολαμβάνετ ' εἶναι δωρειὰν καὶ χάριν ; καὶ μὴν εἴ
4266960 διαιρετῳ
, διὸ καὶ μεσότης . πῶς δέ , εἰ ἐν διαιρετῷ καὶ συνεχεῖ ἐστιν , οὕτω ταῦτα ἔστι λαβεῖν ;
, ἐν γὰρ τῷ νῦν : τὸ δὲ γινόμενον ἐν διαιρετῷ , ἐν χρόνῳ γάρ : οὐχ οἷόν τε δὲ
4262859 διαχωρησῃ
σιτίων ἀφεκτέον ἐστίν , ἔστ ' ἂν πεφθῇ τε καὶ διαχωρήσῃ κάτω . ἄμεινον οὖν ἕωθεν πίνειν νεόβδαλτον καὶ ἀσιτεῖν
καὶ ποτῶν ἀφεκτέον ἐστίν , ἔστε ἂν πεφθῇ τε καὶ διαχωρήσῃ κάτω : καὶ γὰρ εἰ σμικρὸν οὑτινοσοῦν μίσγοιτο αὐτῷ
4259072 Φθειρων
φθειρσίν . ἐν δὲ τῷ ὄρει ἐκείνῳ πίτυες πολλαί . Φθειρῶν : οἱ μέν φασιν ὅτι Φθεὶρ υἱὸς ἦν Ἐνδυμίωνος
νασμοῖς ὀρέξαι τῷ κεχρημένῳ δάνος σφραγῖδα δέλτῳ δακτύλων ἐφαρμόσαι , Φθειρῶν ὀρείαν νάσσεται μοναρχίαν , τὸν πρωτόμισθον Κᾶρα δῃώσας στρατόν
4247985 βροντειον
τεῖχος καὶ πύργος καὶ φρυκτώριον καὶ διστεγία καὶ κεραυνοσκοπεῖον καὶ βροντεῖον καὶ θεολογεῖον καὶ γέρανος καὶ αἰῶραι καὶ καταβλήματα καὶ
κατοπτεύουσιν ἢ γρᾴδια ἢ γύναια καταβλέπει . κεραυνοσκοπεῖον δὲ καὶ βροντεῖον , τὸ μέν ἐστι περίακτος ὑψηλή : τὸ δὲ
4246387 ἐκπεταλον
ὃ τὰς λάταγας ἐγχέουσιν οὐκ ἄλλο τι ἂν εἴη ἢ ἐκπέταλον ποτήριον . ποτήριον δέ τι καὶ ἡ οἰνιστηρία .
Λημνίαις εἴρηκε κακκάβους . καὶ πατάνη δὲ καὶ πατάνιον τὸ ἐκπέταλον λοπάδιον , ὅ τινες καλοῦσι , πατέλλιον , ἡ
4245993 ῥοδομελι
διὰ κωδυῶν καὶ τὸ ὀμφακόμελι , καὶ πρὸς αὐτοῖς τὸ ῥοδόμελι , κατακρατικώτερον μὲν ὀμφακομέλιτος ὄν : καὶ δι '
μετὰ πυρετοῦ . Εἰ δὲ ἀπύρετος ὑπάρχει , μηκέτι τὸ ῥοδόμελι δίδου μήτε πέπονα εὐχερῶς . ἀλλὰ καὶ τὸ πόμα
4239842 ἐμπλαστικον
καὶ ἀνθρώπου ῥύπου καὶ ἱδρῶτος . ἡ μὲν οὖν κόνις ἐμπλαστικόν τέ ἐστι καὶ ψυκτικὸν καὶ ἀποκρουστικόν , τὸ δ
Ὄρυζα δὲ θερμὸν μετρίως καὶ ξηρὸν ἔδεσμα τροφιμόν τε καὶ ἐμπλαστικόν . διὰ χρόνου δὲ λαμβανόμενον οὐδὲν ἂν ἀνιαρὸν τῷ
4220594 ἀποκαυλισθῃ
χρηστῶς ἐπιδέηται . Κληῒς δὲ κατεαγεῖσα , ἢν μὲν ἀτρεκέως ἀποκαυλισθῇ , εὐιητοτέρη ἐστίν : ἢν δὲ παραμηκέως , δυσιητοτέρη
τοῦ βραχίονος , πλανωδέστερον τὸ ἄρθρον γίνεται , ἢν παντάπασιν ἀποκαυλισθῇ . Ἀσινέστερα δὲ , ὡς ἐν κεφαλαίῳ εἰρῆσθαι ,
4212932 ἀνηθελαιῳ
σὺν ῥύπῳ μοῦλας ἀπὸ τοῦ ὠτίου ἀτόκιόν ἐστιν . σὺν ἀνηθελαίῳ δὲ ἑψηθὲν καὶ ἀλειφὲν νεῦρα χαλᾷ καὶ ψῦξιν ὠφελεῖ
φλέγματι ψυχρῷ ἐν τῷ ἐγκεφάλῳ καὶ δεῖ ἀναγκάζειν καὶ ἀλείφειν ἀνηθελαίῳ καὶ ἐς τὰς ῥῖνας σίνηπι χρίειν , ἢ πέπερι
4206495 στραβηλους
ἐλᾶαι , ἁλμάδες καὶ νηκτρίδες , τὰς δὲ κοτινάδας ἐλάας στραβήλους ὠνόμασε Φερεκράτης : ἐκαλοῦντο δ ' αὗται καὶ φαύλιαι
τιθέμενα . : Ἀγίας δὲ καὶ Δερκύλος ἐν Ἀργολικοῖς τοὺς στραβήλους ἀστραβήλους ὀνομάζουσι , μνημονεύοντες αὐτῶν ὡς ἐπιτηδείων ὄντων εἰς
4197648 ὑπολοιπον
ὡς νενικηκότες , καὶ τὴν μίαν ναῦν τῶν Ἀθηναίων τὴν ὑπόλοιπον ἐδίωκε Λευκαδία ναῦς μία πολὺ πρὸ τῶν ἄλλων .
ἐπὶ τοῦτο φερούσας ἀφορμάς . Ἐξητασμένων δὲ ποσῶς τῶν προτεθέντων ὑπόλοιπον ἂν εἴη καὶ τὸν ἀπὸ τοῦ τέλους διασκέψασθαι λόγον
4196017 σταθερας
καὶ μεταβλητόν , ἀλλ ' οὐκ ἐκ τῆς ἀκινήτου καὶ σταθερᾶς τῶν εἰδῶν ἐλλάμψεως ὑποδέχεται . ἀλλ ' οὐδὲ τῶν
καὶ τέρας τι ἐξαίσιον . ὁ γὰρ ἥλιος μεσημβρίας οὔσης σταθερᾶς λάμπων τε καθαρὸς καὶ νέφους ἐκτὸς αἴφνης μεταβαλὼν ἐσκοτίσθη
4193355 ἀκαταλληλον
οἱ ἐξ αὐτῶν λόγοι . φέρε γὰρ φάναι ὡς γίνεται ἀκατάλληλον παρὰ τοὺς ἀριθμούς , ὥς τινες ὑπέλαβον , κούρω
πτώσεις ἐν ἰδίαις φωναῖς διέκριναν τό τε κατάλληλον καὶ τὸ ἀκατάλληλον . οὐ τοῦ τοιούτου δὲ παρεπομένου κατ ' οὐδέτερον
4187913 χολωδες
. [ γʹ . Πρὸς δηγμοὺς ἄνευ τοῦ ἀναχεῖσθαί τι χολῶδες . ] Τραγορίγανον λεάνας ἐν ὕδατι ἴσα δίδου καταῤῥοφεῖν
οἱ ἐκκεχολωμένοι τὸ στόμα τῆς κοιλίας , οὓς γνωριοῦμεν ἐπανερευγομένους χολῶδες . ὡσαύτως δ ' οὐδὲ τοὺς αἱμορραγοῦντας ἐκ ῥινῶν
4185597 ἐπιμαχον
δὲ Μήλης κατὰ τὸ ἄλλο τεῖχος περιενείκας , τῇ ἦν ἐπίμαχον [ τὸ χωρίον ] τῆς ἀκροπόλιος , κατηλόγησε τοῦτο
τῶν ταύτῃ φυλάκων ἐτάξαντο παρὰ πᾶν ὡς ἀμυνούμενοι ᾗπερ ἦν ἐπίμαχον . καὶ οἱ Ἀθηναῖοι ἐπισπόμενοι περίοδον μὲν αὐτῶν καὶ
4174740 ῥαγας
ὅταν κρειττωθῇ : τὸ δὲ πάθος ἐστὶν ὥστε ἀπορρεῖν τὰς ῥᾶγας καὶ τὰς ἐπιμενούσας εἶναι μικράς . ἔνια δὲ καὶ
δολερούς . ῥαγίζοντι : τὰς ῥᾶγας ἀναλέγουσιν . οὕτως δὲ ῥᾶγας Ἀττικῶς διὰ τοῦ α . δι ' ἀλληγορίας ὁ
4164720 ΗΚΕ
ἀπὸ ΞΥ . ἐὰν ἄρα ποιήσωμεν , ὡς τὸ ὑπὸ ΗΚΕ πρὸς τὸ ἀπὸ ΚΖ , οὕτως τὸ ὑπὸ ΜΞΝ
τῆς ἁφῆς ἀγομένῃ διαμέτρῳ τῇ ΚΕ γωνίαν ποιοῦσα τὴν ὑπὸ ΗΚΕ ἴσην τῇ δοθείσῃ τῇ Υ : ὅπερ ἔδει ποιῆσαι
4135969 δηλουμενον
αὐτό . οἱ μέντοι παραπληρωματικοὶ οὐχ ἓν ἐπηγγέλλοντο κατὰ τὸ δηλούμενον , εἴγε ὁ μὲν δή περιγραφήν τινα ἐδήλου ,
ἀπερίϲτικτοι δύο ὀβολούϲ , = , οἳ ποιοῦϲι τὸ γράμμα δηλούμενον ὑπὸ τοῦ γ πληϲίον ἔχοντοϲ τὸ ρ τεμνόμενον ὑπό
4131907 καμμορον
Διόδωρος ὁ γραμματικὸς τὸ κάμορον καὶ | Ζήνων ὁ Ἡροφίλειος κάμμορον ἢ κάμαρόν φησι καλεῖν τὸ κώνειον τοὺς ἐν Ἰταλίᾳ
τὸν Ζεῦξιν , εἶτα καὶ Ζήνωνα . εἰκὸς γὰρ τὸ κάμμορον φάρμακόν τι ψυκτικὸν εἶναι ἢ τάχα τὸ κώνειον .
4131058 σπανιον
καὶ θώραξ ἐπὶ τῷ βωμῷ χαλκοῦς . κατὰ δὴ ἐμὲ σπάνιον τῶν θωράκων τὸ σχῆμα ἦν τούτων , τὸ δὲ
καὶ ξένοισιν ἄξενος καὶ μνημονεύων οὐδὲν ὧν ἐχρῆν φίλου . σπάνιον ἄρ ' ἦν θανοῦσιν ἀσφαλεῖς φίλοι , κἂν ὁμόθεν
4118180 ἐνδοιεν
αὐτοὺς ἐπικηρυκευσάμενοι προκαλέσωνται πρὸς εἰρήνην , ἵν ' εἰ μὲν ἐνδοῖεν , τὸ μέγιστον ἀγαθὸν εὕροιεν , φιλίαν , εἰ
πεῖραν ποιούμενος τῶν τῆς Πελοποννήσου ἡγεμόνων , εἴ πως ἄρα ἐνδοῖεν τὴν κατ ' αὐτῶν ἐκστρατείαν τοῦ βασιλέως μαθόντες καὶ
4117619 ἀποφυσεις
κεραῖαι , καθάπερ ἀπαντῶσαι τῷ σπερματικῷ πόρῳ , προμήκεις ἑαυτῶν ἀποφύσεις ἐκτείνουσιν ἐς τὰ πλάγια , δι ' ὧν ὑποδέχονται
, ἀλλ ' ἀναλόγως τοῖς ὀργάνοις τοῖς παραδεξαμένοις καὶ αἱ ἀποφύσεις τῶν νεύρων γεγόνασι τῇ μὲν παχύτεραι τῇ δὲ λεπτότεραι
4115329 οἱοιπερ
, ἀλλ ' ἐν ἀκαρεῖ τοῦ χρόνου ῥᾳδίως ἂν πάλιν οἷοίπερ ἦσαν γενέσθαι , ἐκεῖνοι δ ' ἕως ἂν καὶ
Ἁρμονία καὶ ὁ Κάδμος εἰσὶ μέν , ἀλλ ' οὐχ οἷοίπερ ἦσαν : δράκοντες γὰρ ἤδη ἐκ μηρῶν γίνονται ,
4115269 ἐγγεγραμμενους
γραφὰς στήλη . : Κύρβεις . Τοὺς Κύρβεις φησὶν Ἀπολλόδωρος ἐγγεγραμμένους ἔχειν τοὺς νόμους : εἶναι δὲ λίθους ὀρθοὺς ἑστῶτας
ἱερείας . κύρβεις φησὶν Ἀπολλόδωρος ἐν τοῖς Περὶ θεῶν ἔχειν ἐγγεγραμμένους τοὺς νόμους κτἑ . . . . Νίκη Ἀθηνᾶ
4092100 διοσημειας
θαυμάζουσί τε τοὺς ἄνδρας καὶ κατὰ τὰς ἐν τοῖς κεραυνοῖς διοσημείας τούτοις ἐξηγηταῖς χρῶνται . χώραν δὲ νεμόμενοι πάμφορον ,
κλωνία ταῖς νεοττίαις . δοκεῖ γὰρ ἀλεξιφάρμακον εἶναι πρὸς τὰς διοσημείας . Τὰ δὲ ὠὰ φυλάξεις χειμῶνος μὲν ἐν ἀχύροις
4089851 Χιακον
ὑπαλείφειν τοῖϲ πρὸϲ τὰϲ παλαιὰϲ διαθέϲειϲ , οἷόν ἐϲτι τὸ Χιακόν . Μυωπίαι δὲ λέγονται οἱ ἐκ γενετῆϲ τὰ μὲν
τε καὶ ὑγραίνειν καὶ ἐκκρίνειν δυναμένοιϲ , οἷόν ἐϲτι τὸ Χιακόν . ἐὰν δὲ περὶ τὴν κεφαλὴν ἐνϲφηνωθῇ τὰ ὑγρά
4082543 λοχμωδες
τοὺς πολεμίους καὶ τὸ στρατόπεδον ὑπερφαλαγγούμενον ἐς τὸ κοῖλον καὶ λοχμῶδες ἐλόχησεν ὁπλίτας καὶ ψιλοὺς τριακοσίους , ὅπως , ἐπειδὰν
ἐντεῦθεν , καὶ τὸ ὑπηρετεῖν ἀναγκάζειν ἀγγαρεύειν . Ὀργάς , λοχμῶδες καὶ ὀρεινὸν χωρίον οὐκ ἐπεργαζόμενον : λέγεται δὲ οὕτω
4082421 ἀναπλους
νησίον ὁμώνυμον τούτῳ : εἶθ ' ὁ Στρυμὼν καὶ ὁ ἀνάπλους εἰς Ἀμφίπολιν εἴκοσι σταδίων : ἔστι δ ' Ἀθηναίων
, Λεοντῖνοι : εἰς τοὺς Λεοντίνους δὲ κατὰ Τηρίαν ποταμὸν ἀνάπλους κʹ σταδίων : Σύμαιθος ποταμὸς καὶ πόλις Μεγαρὶς καὶ
4081190 ἡκοιεν
πολεμικήν , οὐ δεινόν , εἰ Λακεδαιμόνιοι καθ ' ἡμῶν ἥκοιεν . μὴ ὄντων κτἑ . : τῶν Λακεδαιμονίων μὴ
χρόνον , οἵτινές τε εἶεν καὶ τίνος δεόμενοι πρὸς αὐτὸν ἥκοιεν : ἔπειτα προσδραμόντος τινὸς καὶ κελεύσαντος κοσμιώτερον ἑαυτὸν ποιῆσαι
4074718 λαλους
λάλους ἀντὶ κοσμίων ποιήσας , ἀλλὰ οὗτος ὁ κωλύων εἶναι λάλους τὸ καθ ' αὑτόν . οὔκουν ὅ γε Ὀδυσσεὺς
ὅ τι χρὴ λέγειν . Πρῶτον μὲν οὖν ὡς οὐ λάλους ἐποίησε μέγιστον , οἶμαι , κἀνταῦθα σημεῖον τὸ μὴ
4055029 ἐπισπαστικον
καὶ εἰς οὐλὴν τάχιστα ἄγουσιν : ἐὰν δὲ φθάσῃ τὸ ἐπισπαστικὸν ἢ διαφορητικὸν φάρμακον ἔχειν τι καὶ στυπτικόν , οὐ
τὴν τῶν ἡλικιῶν διαγνούς . καὶ γὰρ τὸ ἄριστον καὶ ἐπισπαστικὸν τῆς τέχνης διὰ τούτων λαμβάνεται . ἡμῖν οὖν τὴν
4042495 περιττωμα
γὰρ οἱ πρῶτοι τοῦτο φήσαντες : καί ἐστι τὸ ὠχρὸν περίττωμα τοῦ σπέρματος . ὅτι δὲ τὸ ὠχρὸν νεοττὸν ἔλεγον
πιτυρῖται ὑπάγουσι διά τε τὸ ἐν τῇ γαστρὶ πολὺ ποιεῖν περίττωμα καὶ διὰ τὸ ῥυπτικῆς δυνάμεως μετέχειν τὸ πίτυρον .
4042251 κλεισθηναι
στόμα . καὶ γὰρ καὶ τάχους δεῖ πρὸς τὸ ταχέως κλεισθῆναι τὰς διώρυγας καὶ μὴ πᾶν ἐκπεσεῖν ἐξ αὐτῶν τὸ
ἀπὸ τῆς πόλεως ἀγγέλων , οἷς ἐξεγένετο πρώτοις πρὶν ἢ κλεισθῆναι τὰς πύλας διαδρᾶναι , τοσοῦτο μόνον ἀπαγγελλόντων , ὅτι
4033868 ἐξωκοιτος
ὃ καλοῦσι τοῦ τράγου πώγωνα . ἐστὶ δ ' ὁ ἐξώκοιτος τῶν πετραίων καὶ βιοτεύει περὶ τοὺς πετρώδεις τόπους :
δ ' οἶμαι καὶ τῆς λέξεως οὕτως ἐχούσης : ὁ ἐξώκοιτος ἰχθύς , ὃν ἔνιοι καλοῦσιν ἅδωνιν , τοὔνομα μὲν
4023670 στασιαζουσιν
καὶ γυμνασίων καὶ στοῶν καὶ χρημάτων εἶναί τι ὄφελος τοῖς στασιάζουσιν ; οὐ ταῦτά ἐστι τὰ ποιοῦντα πόλιν καλήν ,
εἶναί τινα σωματικὴν εὐμορφίαν περὶ τῆς εὐμόρφου καὶ καλῆς γυναικὸς στασιάζουσιν , τοῦ μὲν Αἰθίοπος τὴν σιμοτάτην καὶ μελαντάτην προκρίνοντος
4022753 ἀτμωδες
ὅταν αἵματος πληρωθῶσι τ ' ἀγγεῖα , τὸ δ ' ἀτμῶδες τοῦ αἵματος καταῤῥέον ἔρχεται εἰς τὰς κενὰς χώρας ,
κράσεως . ἐφ ' ὧν μὲν γάρ ἐστι τὸ διαπνεόμενον ἀτμῶδες καὶ χρηστὸν , τοῦτο συναγόμενον οὐ πυρετὸν , ἀλλὰ
4022428 ἐσελθῃ
οὖν χολὴ κινηθεῖσα ἐς τὰς φλέβας καὶ ἐς τὸ αἷμα ἐσέλθῃ , διεκίνησε καὶ διώῤῥωσε τὸ αἷμα ἐκ τῆς ἐωθυίης
καθαίρει μήτε χολὴν μήτε φλέγμα , ὅταν ἐς τὸ σῶμα ἐσέλθῃ , τὴν δύναμιν αὐτὰ παρέχεσθαι δεῖ ἢ ψύχοντα ἢ
4016582 παρηγγελμενον
εὐκαίρως ἐπιθῇ . Ἡτοιμασμένης γάρ σοι τῆς βοηθείας εἰς τὸν παρηγγελμένον τόπον καὶ ἐσπαρμένων ἤδη τῶν πολεμίων πρὸς ἁρπαγήν ,
καὶ εἷς ἀκούσειε : καὶ τοῖς ἄλλοις ὥσπερ ἀμελεῖν ἂν παρηγγελμένον εἴη , εἰ ἑνὶ τοῦτο προστεταγμένον εἴη : πρὸς
4016434 κεραυνιον
περιεστιγμένον πρὸς τὰς διττὰς χρήσεις καὶ μεταθέσεις τῶν γραφῶν : κεραύνιον πρὸς τὴν ἀγωγὴν τῆς φιλοσοφίας : ἀστερίσκος πρὸς τὴν
οὓς ἀπώλεσεν ; οὔ τἄρ ' ἔτ ' ὀρθῶς Καπανέως κεραύνιον δέμας καπνοῦται , κλιμάκων ὀρθοστάτας ὃς προσβαλὼν πύλαισιν ὤμοσεν
4015247 φυγουσαι
αὐτοῦ καταγνοῦσαι δεσμωτήριον μὲν καὶ τύμβον ἐκάλεσαν τὸ σῶμα , φυγοῦσαι δ ' ὥσπερ ἐξ εἱρκτῆς ἢ μνήματος ἄνω κούφοις
τὴν πέτραν . φυγοῦσαι : λιποῦσαι . λιποῦσαι : γράφεται φυγοῦσαι . γράφεται λυποῦσαι πρὸς τὸ σημαινόμενον πρῶτον . Πυγμαίων
4009677 καταβασεις
ἀναφέρειν τὰ σκέλη καθάπερ ἐκ βυθοῦ καὶ ἀναβάσεις εἶναι καὶ καταβάσεις : ἀνάγκη δ ' ἦν καὶ σταθμοὺς ποιεῖσθαι μακροὺς
οὐδὲ οἶον τοῖς ἐπ ' ἄκρου γιγνομένοις εὐκόλους παρέχειν τὰς καταβάσεις , ἀλλ ' ὀλισθηρὸν ὡς τὰ πολλὰ καὶ σηραγγῶδες
4006929 τρωμα
Οὗτος ὁ λόγος θεραπευτικός . περὶ τρώματος γὰρ διαλέγεται . τρῶμα δὲ λέγει ὁ Ἱπποκράτης αὐτὴν τὴν λύσιν τῆς συνεχείας
ξύμφυϲιν τὸ ἕλκοϲ οὐκ ἀφικνέεται : ἕλκοϲ γάρ , οὐ τρῶμα γίγνεται . ἐπὶ δὲ τῇϲι ῥήξεϲι ἡ ξύμφυϲιϲ ἑτοιμοτέρη
4005557 μονοστροφοι
μονοστρόφων : οὔτε ἀντιστροφὰς γὰρ ἔχουσιν οὔτε ἐπῳδούς , ἀλλὰ μονόστροφοί εἰσιν ὡς εἴρηται . ἔστι δὲ τῆς μὲν αʹ
μονοστρόφων : οὔτε ἀντιστροφὰς γὰρ ἔχουσιν οὔτε ἐπῳδούς , ἀλλὰ μονόστροφοί εἰσιν ὡς εἴρηται . ἔστι δὲ τῆς μὲν αʹ
4002844 Χορασμιων
ὄρεός εἰσι πέντε : τοῦτο τὸ πεδίον ἦν μέν κοτε Χορασμίων , ἐν οὔροισι ἐὸν Χορασμίων τε αὐτῶν καὶ Ὑρκανίων
ἐστρατεύοντο . Τούτων δὲ ἦρχον οἵδε : Πάρθων μὲν καὶ Χορασμίων Ἀρτάβαζος ὁ Φαρνάκεος , Σόγδων δὲ Ἀζάνης ὁ Ἀρταίου
4001224 τοιουτον
εἵνεκα τιμῆς . εἰπέ μοι , αἴ κέ ποθι γνώω τοιοῦτον ἐόντα . Ζεὺς γάρ που τό γε οἶδε καὶ
Διογένης ὁ Βαβυλώνιος τὸ δεύτερόν φησι λῆμμα τοῦ Ζήνωνος λόγου τοιοῦτον εἶναι τῇ δυνάμει : ” τοὺς δὲ μὴ πεφυκότας
3994890 ἐπισκευασαι
, ἣ οὐκ ἔστιν ἀξία τριάκοντα δραχμῶν . Πέρυσιν δὲ ἐπισκευάσαι αὐτὴν βουλόμενος ἐξέδωκα εἴς τι χαλκεῖον : ἔστι γὰρ
δὲ χαλκῆ ἦν ἡ ἐγγυθήκη ἑξῆς φησι : πέρυσιν δὲ ἐπισκευάσαι αὐτὴν βουλόμενος ἐξέδωκα εἰς τὸ χαλκεῖον : ἐστὶ γὰρ
3990439 Νιβας
ἥκιστα . Θεσσαλονίκῃ τῇ Μακεδονίτιδι χῶρός ἐστι γειτνιῶν καὶ καλεῖται Νίβας . οὐκοῦν οἱ ἐνταῦθα ἀλεκτρυόνες ᾠδῆς τῆς συμφυοῦς ἀμοιροῦσι
, ὃς λέγει τότε ἂν ἔχοιτε τόδε τι , ὅταν Νίβας κοκκύσῃ . Ὅτε Ἀλέξανδρος τὰ μὲν ἐδόνει τῆς Ἰνδῶν
3989943 χρῃζοιεν
ὑπὸ τῆς βοῆς , ἔπεμπέ τινας ἐρησομένους , ὅ τι χρῄζοιεν οἱ βοῶντες . οἳ δ ' οὐκ ἐγκαλυψάμενοι ”
καὶ ἀξιόπιστοι , εἴ ποτε καὶ αὖθις | τοῦ δανειστοῦ χρῄζοιεν , λαβεῖν ῥᾳδίως ὅτου ἂν | παρ ' ἐκείνου
3989060 ἀκοσμητος
: εἶτα πῶς πρὶν τούτους περὶ τὰς προειρημένας τάξεις γενέσθαι ἀκόσμητος ἦν ὁ οὐρανός ; τίνι δὲ οὐ γελοῖον εἶναι
ὁ χυλὸς παρὰ τὸ ἧπαρ ἀκόσμητος ὤν . τί ἐστιν ἀκόσμητος ; ἀνεπιτήδειος εἰς τὸ αἱματοποιηθῆναι . μένει οὖν ἐν
3975139 πλατυτατη
τῆς ἀκτῆς ἐστιν ἑπτά που στάδια , πλάτος δὲ ᾗ πλατυτάτη σταδίων τριῶν οὐ πλέον . ἐνταῦθα ἡ προτέρα πόλις
ἀπὸ Μέμφεως ἰόντι πλατυτέρα , κατὰ δὲ τὸ ἀνώτερον αὑτῆς πλατυτάτη . Τὸ μέρος τὸ ἄνωθεν Μέμφιδος Αἰγύπτου ἐστὶ τὸ
3975119 γνωσθεν
, τοὺς δὲ ἀμφισβητοῦντας εἰσῆγον εἰς δικαστήριον , καὶ τὸ γνωσθὲν περὶ αὐτῶν ἔπραττον . εἰσῆγον δὲ καὶ τὰ ἀπογραφόμενα
καὶ ὅ τι ἂν βουληθῇ τοῦτο συμφέρον κρίνοντος καὶ τὸ γνωσθὲν ἅπαξ ἐπιτελεσθῆναι , κἂν ἀλυσιτελέστατον ᾖ καὶ φιλονεικίας καὶ
3974169 ἐπιγεννημα
δὲ θερμαίνει τὸ ὅλον σῶμα : ἀρέσκει δὲ αὐτῷ καὶ ἐπιγέννημα εἶναι τὸν πυρετὸν . ἐπὶ τῶν πυρεσσόντων ἔρευθος καὶ
γάρ ἐστι νέφους διὰ ψυχρότητα ὑπερβάλλουσαν ἡ χιών , ὧν ἐπιγέννημα τὸ λευκόν . ὁμοίως δὲ καὶ ἡ ὠχρότης τοῖς
3973414 Ἀνεμος
τὸ αὐτὸ μένοντες . Ἀγρός : παρὰ τὴν ἄγραν . Ἄνεμος : διὰ τὸ ἀναμένειν καὶ πάλιν φυσᾶν . Ἀήρ
τὸ αὐτὸ μένοντες . Ἀγρός : παρὰ τὴν ἄγραν . Ἄνεμος : διὰ τὸ ἀναμένειν καὶ πάλιν φυσᾶν . Ἀήρ
3969862 λυωμεν
προτάσεις : τὸ γὰρ συμπέρασμα ἀληθές . ὄπως ἢ διαιροῦντες λύωμεν τὸν ψευδῆ συλλογισμὸν ἢ ἀναλύοντες αὐτὸν εἰς τὰς προτάσεις
ἀντιθέσει προστίθεται , ἵνα ἀπ ' αὐτοῦ λαβὴν ἔχοντες ῥᾷον λύωμεν , ὡς ἐν τῷ κατὰ Ἀνδροτίωνος ὁ Δημοσθένης :
3964869 λεπτομερες
ὥς τινες ὑπειλήφασι , πᾶν πῦρ λεπτομερὲς νομιστέον οὔτε τὸ λεπτομερὲς ἅπαν πῦρ : ὅ τε γὰρ ἄνθραξ πῦρ μέν
πολυμάθειαν δωρίζουσιν . . . : παιπάλη δὲ κυρίως τὸ λεπτομερὲς τοῦ ἀλεύρου . εὐφημεῖν χρὴ : ἡ συστηματικὴ .
3960947 αἰσθητικωτατον
ἔχει . ἀναπνεῖ γὰρ καὶ δι ' αὐτῶν , καὶ αἰσθητικώτατον τῶν διχηλῶν ἐστιν . αἶγες δὲ Κεφαλληνίδες οὐ πίνουσιν
καὶ διὰ τῶν ὤτων καὶ διὰ τῶν μυκτήρων , καὶ αἰσθητικώτατον τῶν διχήλων ἐστί . καὶ τὴν μὲν αἰτίαν εἰπεῖν

Back