ὃ καλοῦσι τοῦ τράγου πώγωνα . ἐστὶ δ ' ὁ ἐξώκοιτος τῶν πετραίων καὶ βιοτεύει περὶ τοὺς πετρώδεις τόπους : | ||
δ ' οἶμαι καὶ τῆς λέξεως οὕτως ἐχούσης : ὁ ἐξώκοιτος ἰχθύς , ὃν ἔνιοι καλοῦσιν ἅδωνιν , τοὔνομα μὲν |
πολλάκις τὰς ἀναπαύσεις ἔξω τοῦ ὑγροῦ ποιεῖσθαι . ἐστὶ δὲ ὑπόπυρρος καὶ ἀπὸ τῶν βραγχίων ἑκατέρωθεν τοῦ σώματος μέχρι τῆς | ||
πολλάκις τὰς ἀναπαύσεις ἔξω τοῦ ὑγροῦ ποιεῖσθαι : ἐστὶ δὲ ὑπόπυρρος καὶ ἀπὸ τῶν βραγχίων ἑκατέρωθεν τοῦ σώματος μέχρι τῆς |
παραπλήσια , πλατύτερα δὲ καὶ χλωρότερα : ἄνθη λευκά , βοτρυώδη , εὐώδη : σπέρμα μέλαν , ὅμοιον τῷ τῆς | ||
, ὄψια δέ , καθάπερ μῖλαξ καὶ ἄλλ ' ἄττα βοτρυώδη . τὰ δὲ πρὸς τῷ ὀψίῳ καὶ κατὰ μέρος |
Ἐφύρη : ἐὰν δὲ ὑποτάττηται ὀξυτόνῳ λέξει ἢ περισπωμένῃ ἢ τροχαίῳ μὴ παροξυτόνῳ ἀλλὰ προπερισπωμένῳ , τηνικαῦτα ἐγκλίνεται , οἷον | ||
. περιττεύοντος μιᾷ συλλαβῇ καὶ ἰθυφαλλικοῦ μεμειωμένου τοῦ ἰθυφαλλικοῦ ἑνὶ τροχαίῳ . τὸ ζʹ τροχαϊκὸν δίμετρον ἀκατάληκτον . τὸ ηʹ |
. τοῦ δ ' Αἰγυπτίου τὸ σπέρμα καὶ ἀρτοποιοῦνται . Λωτὸς τὸ δένδρον στυπτικῆς μὲν ὀλίγης μετέχει ποιότητος : ἔστι | ||
ξηραντικῆς ἐστιν : οὐδὲν οὖν θαυμαστὸν ἀφλέγμαντον ὑπάρχειν αὐτόν . Λωτὸς ἥμερος , ὃν καὶ τρίφυλλον ὀνομάζουσι , στυπτικῆς μετρίως |
. : Σφήκεια , ἡ Κύπρος . Ἐκαλεῖτο δὲ καὶ Κεραστία , ὡς Μένανδρος ἐν τῷ Περὶ Κύπρου λέγει , | ||
ἐκεῖσε ἀνδρῶν , οἳ ἐκαλοῦντο Σφῆκες . Ἐκαλεῖτο δὲ καὶ Κεραστία , ὡς Μένανδρος ἐν τῷ Περὶ Κύπρου λέγει , |
γινομένας . . ἩΡΩΩΝ . Ἥρωες λέγονται ἢ ἀπὸ τῆς ἔρας , ἤγουν τῆς γῆς , κατὰ διάλεκτον : ἐξ | ||
ἐκβάλετε , ἀπορρίψατε . πεποίηται δὲ ἡ λέξις ἀπὸ τῆς ἔρας , τουτέστι τῆς γῆς . Γ οὑτοιΐ σοι χαμαί |
πᾶσαν ὥραν ὀχεύει ἀλλ ' οὐχ ἑστῶτας τοὺς καιροὺς τῆς ὀχείας ἔχει , καθάπερ [ καὶ ] οἱ ἰχθύες . | ||
σχεδὸν ἔχειν ἀρνειοὺς καὶ γάλα βουλόμενοι , διαφόρως τὸν τῆς ὀχείας καιρὸν μεθαρμόζουσιν εἰς ἑκάστην τοῦ ἔτους ὥραν . εὔτονοι |
σύνδουλος αὐτοῦ σεληνιακὸς ὢν ἔπεσεν . ὁ δὲ μεστὸς τῆς ἀποφορᾶς τοῦ πηγάνου ἐλθὼν ἐκράτησεν αὐτοῦ τὰς ἀναπνοὰς καὶ ἐγερθεὶς | ||
πλεῖστον σπληνικοὶ γίνονται : ὀσφραινόμενοι γὰρ τῆς τοῦ ἀνατεμνομένου κυνὸς ἀποφορᾶς , πάσχουσιν ὑπὸ τού - του . ὄσφρησιν δὲ |
δηλονότι . . Μοῖς ' ἁδύπνοος λέγει , ἢ ὅτι μουσικώτατοι ἦσαν Κορίνθιοι , ἢ ὅτι ἐν Κορινθίοις κάλλιστοι ποιηταὶ | ||
θεῶν μὲν Ἀπόλλων , ἡμιθέων δ ' Ὀρφεὺς σοφώτατοι ὅτι μουσικώτατοι καὶ πάντας τοὺς ταύτῃ χρωμένους σοφιστὰς ἀπεκάλουν , ὡς |
σπερματικὰς ἔχει τὰς συκαμινώδεις † διαγονάς † , καθάπερ † ὑφάλους † καὶ διαφυὰς ἔχει ψαθυρὰς καὶ εὐχύμους . ” | ||
ὅσον ἰχθύων ἐξειλκύσαμεν : μικροῦ καὶ τοὺς φελλοὺς ἐδέησε κατασῦραι ὑφάλους τὸ δίκτυον ἐξωγκωμένον . εὐθὺς οὖν ὀψῶναι πλησίον , |
χῶρόν τινα πλήθει κομῶντα φυτῶν σχοίνοις περιβάλλουσι κύκλῳ πτερά τε ἐξαρτῶσιν αὐτῶν , ὡς ἂν κινοῖτο τῷ πνεύματι , καὶ | ||
: πολλοὺς δὲ ἐκ καλωδίων τεταμένων εἰς κίονας ἐκ τοίχων ἐξαρτῶσιν οἱ δῆμοι μετεώρους . Τούτων εἷς τῶν στεφάνων , |
τὴν γαστέρα τοῦ πληρώματος , ἐπὶ τὴν ἀριστερὰν πλευράν , λαπαρᾶς δὲ γενομένης μεταβάλλειν καὶ ἐπὶ τὴν δεξιάν : κατακεκλίσθαι | ||
τὴν γαστέρα τοῦ πληρώματος , ἐπὶ τὴν ἀριστερὰν πλευράν , λαπαρᾶς δὲ γενομένης μεταβάλλειν καὶ ἐπὶ τὴν δεξιάν : κατακεκλίσθαι |
ἀριστερά , ἐν κύκλῳ . φωνήεντα ζʹ , αεηιουω . ἑπτάχορδος λύρα : Τέρπανδρος ἐπὶ τῆς λύρας φησίν : ἡμεῖς | ||
ὀργάνου εἰς τὰ συμπόσια φοιτῶσιν : ἑπτάτονος χέλυς λέγεται ἡ ἑπτάχορδος : περικυκλοῦται : κυκλοειδὴς γὰρ ὁ χρόνος . καὶ |
τῶν κυδωνίων . Βότρυας ὄμφακας προσήκει λαβεῖν μέλλοντας ἀρχὴν ὑπομένειν πεπάνσεως , ὅτε δὴ καὶ τὴν ὀξεῖαν ἀκμάζουσαν ἔτι διασῴζουσι | ||
κατειργάσαντο ὥσπερ τροφὴν λόγῳ πεπαίνοντι , καὶ τὸν τρόπον τῆς πεπάνσεως καὶ βελτιώσεως ἔκ τινος θείας κατοκωχῆς γεγενημένον οὐκ ἐξελάλησαν |
ποιεῖ οὔτε ὄρνιθας οὔτε μελίπηκτα , περιελὼν παντὶ σθένει τὰς μαγειρικὰς μαγγανείας . , : Καὶ Νέστωρ δὲ βόας θύει | ||
ποιεῖ οὔτε ὄρνιθας οὔτε μελίπηκτα , περιελὼν παντὶ σθένει τὰς μαγειρικὰς μαγγανείας . ὅτι Ὅμηρος πηρὸς ὢν τὰς ὄψεις περιενόστει |
φθειρσίν . ἐν δὲ τῷ ὄρει ἐκείνῳ πίτυες πολλαί . Φθειρῶν : οἱ μέν φασιν ὅτι Φθεὶρ υἱὸς ἦν Ἐνδυμίωνος | ||
νασμοῖς ὀρέξαι τῷ κεχρημένῳ δάνος σφραγῖδα δέλτῳ δακτύλων ἐφαρμόσαι , Φθειρῶν ὀρείαν νάσσεται μοναρχίαν , τὸν πρωτόμισθον Κᾶρα δῃώσας στρατόν |
ὅταν κρειττωθῇ : τὸ δὲ πάθος ἐστὶν ὥστε ἀπορρεῖν τὰς ῥᾶγας καὶ τὰς ἐπιμενούσας εἶναι μικράς . ἔνια δὲ καὶ | ||
δολερούς . ῥαγίζοντι : τὰς ῥᾶγας ἀναλέγουσιν . οὕτως δὲ ῥᾶγας Ἀττικῶς διὰ τοῦ α . δι ' ἀλληγορίας ὁ |
προσήκοντες . ἀμφιμάσχαλος χιτών : δύο χειρῖδας ἔχων , ἅσπερ μασχάλας ἐκάλουν , ὃς ἦν τῶν ἐλευθέρων . ὁ δὲ | ||
, καὶ διὰ τῶν βραχιόνων τοῦ κάτωθεν μέρεος ἐς τὰς μασχάλας , καὶ ἀπὸ τῶν πλευρέων ἄνωθεν ἡ μὲν ἐς |
ἀΐτην τὸν ἑταῖρόν φησιν , Ἀλκμὰν δὲ τὰς ἐπεράστους κόρας ἀΐτιάς φησιν . ἠοῖ ἤλυθες : ἐν τῇ τρίτῃ ἡμέρᾳ | ||
ἀΐτην τὸν ἑταῖρόν φησιν , Ἀλκμὰν δὲ τὰς ἐπεράστους κόρας ἀΐτιάς φησιν . ἠοῖ ἤλυθες : ἐν τῇ τρίτῃ ἡμέρᾳ |
ἐᾷ πεσεῖν , φυσικῇ τινι ἀντιπαθείᾳ βοηθοῦν . Ὅταν ἡ ῥὰξ τοῦ βότρυος ὀροβιαία γενομένη ξηραίνεσθαι ἄρχηται , τότε πᾶν | ||
ἢ κορίσκη λεγέσθω , τὸ δὲ κοράσιον μηδαμῶς . Ἡ ῥὰξ ἐρεῖς , ὁ δὲ ῥὼξ παράλογον . Κακοδαιμονεῖν οἱ |
Ἀλλ ' εὐθὺ πόλεως εἶμι : θῦσαι γάρ με δεῖ κοιὸν Χλόῃ Δήμητρι . Νὼ γάρ , ἄνδρες , οὐχ | ||
Ἀλλ ' εὐθὺ πόλεως εἶμι : θῦσαι γάρ με δεῖ κοιὸν Χλόῃ Δήμητρι . Νὼ γάρ , ἄνδρες , οὐχ |
ἐκκλησίᾳ τῶν θεῶν δημηγορῶν , ὁπότε ἠπείλεις αὐτοῖς ὡς ἀπὸ σειρᾶς τινος χρυσῆς ἀναρτησόμενος τὰ πάντα : ἔφησθα γὰρ αὐτὸς | ||
ἐκ στοιχείων , οὔτε ἐκ μερῶν , ἀλλά τις οἷον σειρᾶς ἐστι πρόοδος καθ ' ὑπόβασιν προποδίζουσα πρώτων καὶ μέσων |
πώγωνα . ἐστὶ δ ' ὁ ἐξώκοιτος τῶν πετραίων καὶ βιοτεύει περὶ τοὺς πετρώδεις τόπους καὶ ὅταν ᾖ γαλήνη , | ||
ὦ Σώκρατες , οὕτως εὖ ἴσθι ἡ γυνή μου κατεσκευασμένη βιοτεύει ὥσπερ ἐγὼ ἐδίδασκον αὐτὴν καὶ ὥσπερ νῦν σοι λέγω |
σφενδοβόλα καὶ μαρτζοβάρβουλα : τοὺς δὲ ἐπιλέκτους τῆς ἀκίας καὶ ζάβας , εἰ μὲν ἀπαντᾷ , ὅλους , ἐπεὶ κἂν | ||
αὐτούς , ἵνα ἐν τῷ ὁπλισθῆναι αὐτοὺς καὶ φορεῖν τὰς ζάβας καὶ τὰ τοξάρια , ἐὰν ὡς εἰκὸς συμβῇ βροχὴν |
ἀναφέρειν τὰ σκέλη καθάπερ ἐκ βυθοῦ καὶ ἀναβάσεις εἶναι καὶ καταβάσεις : ἀνάγκη δ ' ἦν καὶ σταθμοὺς ποιεῖσθαι μακροὺς | ||
οὐδὲ οἶον τοῖς ἐπ ' ἄκρου γιγνομένοις εὐκόλους παρέχειν τὰς καταβάσεις , ἀλλ ' ὀλισθηρὸν ὡς τὰ πολλὰ καὶ σηραγγῶδες |
: γεννᾶται δὲ καὶ ἐν τῇ Ἰστρίᾳ . ἔστι δὲ θαμνίσκος μικρός , σὺν ταῖς ῥίζαις εἰς δεσμὰς ἀναλαμβανόμενος χειροπλήθεις | ||
, στρογγύλον ὥσπερ ὀρχίδια κατὰ δύο προσκείμενα : ὅλος ὁ θαμνίσκος σπιθαμιαῖος καὶ μείζων . Λειχὴν ὁ ἐπὶ τῶν πετρῶν |
, ὑποχωρησάντων τῶν ὑποκριτῶν . καὶ ἔστι συζυγία κατὰ περικοπὴν ἀνομοιομερής , φαντασίαν παρέχουσα ἐπιρρήματος , ὅτι τὰς στιχικὰς περιόδους | ||
τὸ αἷμα ἤτοι πᾶσα τροφὴ ἀνομοιομερὴς ὑπάρχει . εἰ δὲ ἀνομοιομερής ἐστι , τί ἄτοπον τὸ μὲν ἓν μέρος αὐτοῦ |
ἐσθίοι , Οἴει οὖν , ἔφη , τοῖς μωροῖς τὰς μελίττας τιθέναι τὰ κηρία ; Πρὸς δὲ τῇ Ποικίλῃ ἀνδριάντα | ||
οἷα εἰκὸς ἐπ ' αὐτῷ γενήσεσθαι , ποίας μὲν οὐ μελίττας ἐπιστήσεσθαι ἐπὶ τὸν τόπον , τίνας δὲ τέττιγας οὐκ |
τῆς ψάμμου τοὺς ὄμβρους εἰς αὑτήν . ἃς γοῦν ἴσμεν ψάμμους ἄλλας εὐμεγέθεις , ἴσμεν τοῦτο πασχούσας , ἐπεὶ καὶ | ||
μῖξις : ἄγονος ἡ συνουσία : ἐπὶ πετρῶν σπείρεις , ψάμμους ἀροῖς . Μετένεγκε τὰς εὐφροσύνας ἐπὶ τὴν φύσιν , |
τε τῆς τοῦ σκίρρου διαλύσεως καὶ τὸν τῆς διαφορήσεως . Ῥεῦμα φλεγματῶδες τὸ οἴδημα γεννᾷ , χαῦνον ὄγκον καὶ εἴκοντα | ||
] Ἐν ἡμέραις . Προχέοντι ] Προχέουσι . Ῥόον ] Ῥεῦμα . Αἴθων ' ] Μέλανα ἢ καυστικόν . Ὄρφναισι |
ὃς λέγει τότε ἂν ἔχοιτε τόδε τι , ὅταν Νίβας κοκκύσῃ . Ὅτε Ἀλέξανδρος τὰ μὲν ἐδόνει τῆς Ἰνδῶν γῆς | ||
δὲ τῷ ποθοῦντι οὐδὲ τὸν τάφον . Εἰ μὴ ἀλέκτωρ κοκκύσῃ , τὰς ὥρας ἀγνοοῦμεν . Ἑρμηνεία . Πείθουσιν ἡμᾶς |
καὶ διαφανὴς , καὶ ἐπιλαμβάνει τὴν πνοιὴν , καὶ ἢν φλεγμαίνῃ τὰ σιαγόνια ἔνθεν καὶ ἔνθεν , ἀποπνίγεται : ἢν | ||
ῥινῶν κολιάνδρου χυλόν , ἢ ὀπὸν χυλισθέντα . Ἐὰν ὀφθαλμὸς φλεγμαίνῃ , λιβανωτοῦ ἄῤῥενος , ἐν ἄλλῳ δέ , ἀρνείου |
καὶ ἐπὶ τῆς σταφυλῆς διὰ τοῦ ω λεγόμενον , οἷον ῥώξ ῥωγός παρὰ Ἀρχιλόχῳ . . Τῷ βωκί , τὸν | ||
κ κλίνεται , βωκός πτωκός , πλὴν τοῦ ῥωγός : ῥώξ δέ ἐστιν εἶδος φαλαγγίου : ἐπὶ γὰρ τῆς σταφυλῆς |
Τρία εἴδη εἰσὶ τῶν ὑδέρων , ἓν μὲν ὁ λεγόμενος ἀσκίτης , ὅταν ὥσπερ ὄγκῳ ὀγκῶται , ἐφ ' οὗ | ||
μάλιστα χειρουργοῖς . ἔστι γὰρ πολλάκις ὕδερος , καὶ οὗτος ἀσκίτης , ἐπὶ κατακλυζούσῃ ὑγρότητι , καὶ ἔδοξέ σοι χειρουργίᾳ |
, τὴν δὲ ΑΔ ἐλάττονα ἴσην οὖσαν τῇ ΑΒ . Μείζονα δὲ ἕξει τὴν βάσιν οὕτως : ἔστω ἡ ΑΒ | ||
ἡδέων . Μεμαγμένη μᾶζα : ἐπὶ τῶν ἑτοίμων ἀγαθῶν . Μείζονα βοᾷ χλωρᾶς δάφνης καιομένης : ἐπὶ τοῦ μεγάλα βοῶντος |
ὅτι γε πρὸς μὲν τὰς δι ' αὐτῶν τῶν σωμάτων συναφὰς καὶ ἀπορροίας καὶ τὰ πλάτη παρατηρεῖν αὐτῶν χρήσιμον εἰς | ||
Σελήνην ὁρᾶν πῶς διάκειται καὶ ἔτι τὰς ἀπορροίας καὶ τὰς συναφὰς αὐτῆς . ἐὰν δὲ σινωθείσης τῆς Σελήνης οἱ κακοποιοὶ |
σύνοχοι καὶ οἱ συνεχεῖς πάντες ἔσω τῶν ἀγγείων τῆς ὕλης σηπομένης τε καὶ ζεούσης : καὶ δεῖ σχεδὸν ἐπὶ πάντων | ||
μάλιστα εἰ σαπῇ , καὶ ἀπὸ τῆς τρυγὸς τοῦ αἵματος σηπομένης , ὅσπερ ἐπιπολαιότερός ἐστιν : οὐδέποτε γὰρ αἷμα τὸ |
ἐκ δὲ Κρώμων ὡς εἴκοσι στάδιά ἐστιν ἐπὶ Νυμφάδα : καταρρεῖται δὲ ὕδατι καὶ δένδρων ἀνάπλεώς ἐστιν ἡ Νυμφάς . | ||
, ἔρημος δὲ ἦν ἐφ ' ἡμῶν , ὕδατι δὲ καταρρεῖται . Μελαινεῶν δὲ τεσσαράκοντά ἐστιν ἀνωτέρω σταδίοις Βουφάγιον , |
εἰσὶν ταῖς τῆς κνήμης κοιλότησιν . ἔχει δὲ καί τινας ἐξοχὰς ἡ κνήμη , αἵτινες οὐκ ἐῶσιν εὐκόλως γίνεσθαι τὰ | ||
γεῖσα , ὄντα τῶν τειχῶν : ἄλλως : τὰς ποικίλας ἐξοχὰς τῶν οἰκοδομημάτων : ἄλλως : τὰ ἄκρα τῶν ἐπάλξεων |
δακτυλικαί τε οὖσαι καὶ ἀναπαιστικαὶ παιωνικαί τε καὶ ἔστιν ὅτε ἰαμβικαὶ σπονδειακαί τε καὶ μᾶλλον : διὸ καὶ αἱ ἐξ | ||
δακτυλικαί τε * καὶ ἀναπαιστικαὶ καὶ παιωνικαί ἐστι ὅτε καὶ ἰαμβικαὶ σπονδιακαὶ δὲ μᾶλλον . ‚ Κῶλον τοίνυν ἐστὶ μόριον |
: τρυσμὸν ποιοῦσιν , ἠχοῦσι , κτυποῦσιν . κάλωες : σχοῖνοι , τὰ σχοινία , τὰ μεγάλα σχοινία . ἐπημύει | ||
καὶ περὶ τὰ φαῦλα διατριβόντων . ὑπέραι δέ εἰσι ναυτικαὶ σχοῖνοι , αἷς μετάγεται τὸ κέρας . Ἀφ ' ἵππων |
ἅπτεται : καὶ εἴη ἂν εἰ καὶ πταίσας ἐρῶ ἰχθύων ὀψοφαγίστατος . αἱ δὲ ἀμύνασθαι αὐτοὺς ἀδυνατοῦσαι , αἱροῦνται συναποθνήσκειν | ||
χρυσώπιδες ἰχθύες ἑλλοὶ νήχοντες παίζουσι δι ' ὕδατος ἀμβροσίοιο . ὀψοφαγίστατος καὶ βλακίστατός ἐστιν , φησὶ Σοφοκλῆς . Ἀριστοτέλης ἱστορεῖ |
μέρος αὐτοῦ πνευματικὴ ὅρασις καὶ πνεῦμα ἀκουστικὸν καὶ ὀσφρητικὸν καὶ γευστικὸν καὶ ἁπτικόν . τοῦτο τὸ πνεῦμα ἀνάλογον γενόμενον διανοίας | ||
ὥσπερ ἐκεῖ τὸ δίοσμον . ἔτι εἰ , διότι τὸ γευστικὸν καὶ ἅπτεται , ἔστιν ἐγχωροῦν καὶ ἁφὰς εἶναι πλείονας |
ἄχη : ἤτοι θρηνῶ , βοῶ φοβερὰς με - γάλας θρηνῳδίας . εὐπτόητος δὲ ἡ τῶν παρθένων ἡλικία πρὸς φόβον | ||
καὶ αὐλοὶ δέ τινές εἰσι Μαριανδυνοὶ ἐπιτηδειότητα ἔχοντες εἰς τὰς θρηνῳδίας . καὶ τὸ περιφερόμενον αὐλεῖ Μαριανδυνοῖς κα - λάμοις |
ἐπίδεσμος εὐθετεῖ πρὸς τὴν ἀμφοτέρων τῶν ὀφθαλμῶν ἐπίδεσιν . Ἐπὶ τετελειωμένῳ τῷ ἁπλῷ ὀφθαλμῷ ἔχει ὁ τοῦ Ἀμύντου χάραξ περισσὴν | ||
πῶς οὖν ἡ γένεσις ἀτελὴς οὖσα ἔσται ὁμοία τῷ τέλει τετελειωμένῳ ὄντι ; οἷον ἡ οἰκοδόμησις , γένεσίς τις οὖσα |
τάξις αὐτῶν ἐστιν αὕτη : ἔσχατος πάντων ὁ ἐκ τῆς ἐτυμολογίας , ὡς περὶ φωνὰς μόνας ἠσχολημένος καὶ οὐδὲν τοῦ | ||
Τὰ δὲ αὐτὰ λεκτέον πρὸς αὐτοὺς καὶ ὅταν δι ' ἐτυμολογίας κρίνειν θέλωσι τὸν ἑλληνισμόν . πάλιν γὰρ ἤτοι σύμφωνός |
πέντε ἢ ἓξ δακτύλους . προχειρότερον δὲ γίνεται κατὰ τὰς ἀποτέξεις , ἐπεκτεινομένου τοῦ τραχήλου . διάφορον δ ' ἔχει | ||
τοῦτον μὴ εἶναί φασιν . μήτε γὰρ εὑρίσκεσθαι κατὰ τὰς ἀποτέξεις μήτε τὸ ὅλον εὐχρηστεῖν , τὸ γὰρ ὑγρὸν οὐκ |
θερμαντικὸς ὁ οἶνος , τοῦδε δέ τινος ὁ τοσοῦτος εἶναι θερμαντικὸς ἂν ῥηθείη . . . . : καὶ πάλιν | ||
ἐπὶ τῶν μηδὲν ἀνυόντων : ὁ γὰρ κνίδιος κόκκος φύσει θερμαντικὸς ὢν ἐκ τοῦ ψύχεσθαι οὐδὲν τῆς θερμότητος μεταβάλλεται . |
ἥκιστα . Θεσσαλονίκῃ τῇ Μακεδονίτιδι χῶρός ἐστι γειτνιῶν καὶ καλεῖται Νίβας . οὐκοῦν οἱ ἐνταῦθα ἀλεκτρυόνες ᾠδῆς τῆς συμφυοῦς ἀμοιροῦσι | ||
, ὃς λέγει τότε ἂν ἔχοιτε τόδε τι , ὅταν Νίβας κοκκύσῃ . Ὅτε Ἀλέξανδρος τὰ μὲν ἐδόνει τῆς Ἰνδῶν |
ἦν θηρεύειν , ἀλλ ' ἀπεῖπον τούτων τε καὶ τῆς θαλαττίας χελώνης μὴ ἅπτεσθαι . ὁ δὲ πολύπους ἐστὶ συντηκτικὸς | ||
ἐκ τῆς γῆς τρεφομένην : ἄκουε δὲ καὶ τὰς τῆς θαλαττίας μηχανάς , καὶ ὁποῖα δρᾷ καὶ ἐκείνη πυνθάνου . |
καθ ' ἕκαστον πόδα δακτύλους πέντε , ὑποφαίνοντας μὲν τὰς ἐκφύσεις , οὐ μὴν διεστῶτας . ταῦτά τοι καὶ νηκτικός | ||
, τῶν ταπεινοτέρων δὲ παραλυομένων . Εἰς ἑκάτερον τῶν ὀφθαλμῶν ἐκφύσεις ἐγκεφάλου καθήκουσι , πιλούμεναι κατὰ τὴν διὰ τῶν ὀστῶν |
, τὸν δὲ ἐχῖνον ὁ καλούμενος ποταμογείτων . ἐχῖνος δὲ αἰθυίας χολὴν οὐχ ὑπομένει . κίρκος δὲ καὶ λάρος καὶ | ||
τι φάρμακον πεπτικόν , ἔνιοι δὲ πολὺ μᾶλλον τὴν τῆς αἰθυίας , ἀλλ ' οὔτε αὗται πέττονται ῥᾳδίως , οὔτε |
αὐτὸν διαπλέκει , πανταχόσε τοῖς ἀγγείοις παρεκτεινομένη μέχρι τῆς ἔνδον εὐρύτητος τῶν κοιλιῶν . ἔστι μὲν οὖν καὶ ἡ παχεῖα | ||
τὰ ἕλκεα μὴ ἱκανὰ τὸ μέγεθος τοῦ μήκεος καὶ τῆς εὐρύτητος ἐς τὴν σκέψιν τοῦ ὀστέου , εἴ τι πέπονθεν |
τέλει παράγραφος . 〛 εἰς τὸν ἰπνὸν εἴσω πλησίον : Ἰπνὸς μὲν ἡ κάμινος . καταχρηστικῶς δὲ ἡ ἐσχάρα . | ||
λεγόμενον παρ ' ἡμῖν μαγειρεῖον : ἔστι γοῦν δρᾶμα Φερεκράτους Ἰπνὸς ἢ Παννυχίς , ἐν ᾧ δηλοῦται τοῦτο , ὅτι |
τι κέρδος αἰσχύνην προσποριζόντων ἑαυτοῖς καὶ μὴ ἐπιστρεφομένων ταύτης . Κωφότερος τοῦ Τορωναίων λιμένος : λιμήν τις ἦν στενὰς ἔχων | ||
μοιχὸν εἰς μυχόν : ταύτης μέμνηται Καλλίας ἐν Ἀταλάντῃ . Κωφότερος τοῦ Τορωναίου λιμένος : λιμήν ἐστι περὶ Τορώνην τῆς |
γὰρ πρὸς τοὔνομα ἐκείνους φαμὲν συλλογίζεσθαι , τοὺς περὶ τὰς ὁμωνυμίας διατρίβοντας , ἐν οἷς μή εἰσιν ὁμώνυμα τὰ τιθέμενα | ||
τὴν ἐκ θατέρου ῥηθεῖσαν ἐπαγγελίαν ἀπῄτεις τὸν οὐδὲν εἰρηκότα τῆς ὁμωνυμίας αὐτῷ δίκην λαχών ; οὐχ οὕτω Λακεδαιμονίους φασίτί γὰρ |
? γὰρ αὑτὸν ἔνδον , καὶ σχολὴν εὑρὼν ] ἀπαλλαγεὶς δικέλλης καὶ κακῶν οὕτω ] τίς ἐστι σκληρὸς ὁ γέρων | ||
τῷ τε ὄγκῳ διαλλάττει καὶ μήκει τοσοῦτον ἐκείνης , ὁπόσον δικέλλης στελειᾶς πάχος πλέον ἢ σμινύης ἔχει , ἢ καὶ |
ἐδίωκεν ὡς συγγένοιτο , αἱ δὲ τοῖς θεοῖς εὐξάμεναι πρὸς πελειάδας μετήμειψαν . Ζεὺς δὲ τῆς κακοπαθείας οἰκτείρας αὐτὰς ἐν | ||
ἤκουον , τάδε δὲ Δωδωναίων φασὶ αἱ προμάντιες . Δύο πελειάδας μελαίνας ἐκ Θηβέων τῶν Αἰγυπτιέων ἀναπταμένας τὴν μὲν αὐτέων |
ἄλλη οὖν ἡ χρῆσις τῆς κολοκυνθίδος παρὰ τὸ κενταύριον : εἰδικὰς γὰρ καὶ οἱονεὶ τοπικὰς φέρει τὰς ὠφελείας τοῖς περὶ | ||
οἰκείου τῶν αἰσθητῶν ἑκάστῃ ἁρμόζοντος . Οἱ Στωικοὶ πέντε τὰς εἰδικὰς αἰσθήσεις , ὅρασιν ἀκοὴν ὄσφρησιν γεῦσιν ἁφήν . Ἀριστοτέλης |
ἄχρι ποδῶν κατειλείτω : παραβεβλημέναι γὰρ αἱ χεῖρες ἔνδοθεν τῆς περιειλήσεως εἰς ἔκτασιν ἐθίζονται . παχυντικαὶ γὰρ τῶν νεύρων αἱ | ||
τε τὴν ζώνην προσῆκεν αὐτῶν καὶ τὸ στῆθος πάσης ἐλευθεροῦν περιειλήσεως , οὐ κατὰ τὴν ἰδιωτικὴν πρόληψιν , καθ ' |
] ἀσκητήριον . ἀναπείθουσιν ] τοὺς ἀκούοντας . πνιγεύς ] φοῦρνος . περὶ ἡμᾶς ] κύκλῳ ἡμῶν . διδῷ ] | ||
εἰς ὀπήν τινα ὑπέδυ . ἰπνὸς δὲ λέγεται κυρίως ὁ φοῦρνος : οἱ δέ φασι τὸ φανάριον . μέμνηται τούτου |
ἐπιστάζοντας ἑκάστῳ τοῦ ῥοδίνου . κλύζειν δ ' ἐν γόνασι κλίνοντας : οὕτω γὰρ ἀφίστανται αἱ κύστεις καὶ χαλῶσι τὸ | ||
ᾄσματι . , ᾀσματῳδοὺς τὸ ᾆσμα κλίνοντας , τὰ ᾄσματα κλίνοντας πρὸς ἀμοιβήν . . ᾀσματοκάμπτας τούτους καλεῖ διὰ τὸ |
οὔτ ' ἂν ἐν σίμβλοις παραχειμάσαιεν , οὔτε κατὰ τοὺς κατοικιδίους μῦς ἐν ὀρόφοις τε καὶ ταῖς τῶν τοίχων ὀπαῖς | ||
. κασίαν μετὰ ῥοδίνου ἔνσταζε . ἄλλο . σίλφας τὰς κατοικιδίους μετὰ ῥοδίνου θερμαίνων ἔνσταζε . [ ηʹ . Πρὸς |
διδάσκῃς . ἐξελὼν τὰ βράγχια , πλύνας , περικόψας τὰς ἀκάνθας τὰς κύκλῳ παράσχισον χρηστῶς διαπτύξας θ ' ὅλον τῷ | ||
ἄλκιμα μὲν οὔ φασιν εἶναι , λοφιὰν δὲ ὑποφαίνει καὶ ἀκάνθας ὑπερμήκεις , ὡς καὶ πολλάκις ὁρᾶσθαι ἐξάλους αὐτάς . |
δὲ Ἡρωδιανὸς λέγει πραὰ τὸ σφαραγεῖν κατὰ πλεονασμὸν τοῦ α ἀσφάραγος . λέγεται δὲ καὶ τὸ ἀκανθῶν ἀποφυόμενον βλάστημα . | ||
σέλινον , μαλάχη , τεῦτλον , κορίαννον , κινάρα : ἀσφάραγος ὁ ἀκανθίας λέγεται , ὄρμενος δὲ ὁ ἥμερος ὁ |
ὁπόταν αὐτῷ καρπὸς ᾖ πολύς , καὶ τοὺς τῆς πτελέας κωρύκους : ἐγγίνεται γὰρ καὶ ἐν τούτοις θηρίδι ' ἄττα | ||
Πᾶς δ ' ἀνὴρ ἔσαττε τεῦχος ἢ κόϊκ ' ἢ κωρύκους . Πάντως γάρ εἰσι τῶν φίλων ἑνός γέ του |
κεφάλαια ἐν ἑνὶ συλλέξαντες τῆς κατὰ μέρος διηγήσεως ὑπετάξαμεν . Κεφάλαια τοῦ περὶ πεζικῆς τάξεως . Αʹ . Ποῖα δεῖ | ||
ἡ ἐπίδεσις , ὡς ἐν τῷ αὐτῷ σχήματι διαφυλάσσειν . Κεφάλαια σχημάτων , ἔθεα , φύσιες ἑκάστου τῶν μελέων : |
ἐν τῇ Κρήτῃ . Καὶ εἴρηται μὲν καὶ ἐν τῷ Πρώτῳ Λόγῳ , καὶ νῦν δὲ ῥηθήσεται , ὅτι τὸν | ||
ἑαυτὸν ῥίψαι . εἴρηται δὲ ἡμῖν τοῦτο καὶ ἐν τῷ Πρώτῳ Λόγῳ . Ὥσπερ ὁ Χριστιανικὸς λόγος ὑπογράφει τινὰ εἶναι |
' ἄν : εἴσθεσις διπλῆς καθόλου ἀμοιβαίας περιόδους ἔχουσα καὶ μονοστρόφους ἑπτά . οἱ δὲ στίχοι εἰσὶν ἰαμβικοὶ τρίμετροι ἀκατάληκτοι | ||
ἀκατάληκτοι στίχοι ιζʹ . στίχοι ιζʹ . + εἴσθεσις διπλῆς μονοστρόφους ἔχουσα τὰς περιόδους : οὐ γὰρ ἔχει ἀντιστροφάς . |
. Πλάτων ἐν γʹ Πολιτείας : „ μινυρίζων τε καὶ γεγανωμένος ὑπὸ τῆς ᾠδῆς , ” ἀντὶ τοῦ οἰκτρᾷ φωνῇ | ||
παρὰ τὸ γνώμη καὶ μαντεύω ὃ σημαίνει τὸ ζητῶ : γεγανωμένος , λελαμπροσμένος ἢ κεκαλωπισμένος . γλωχῖνα , σημαίνει τὴν |
τὸ ἀπορροίας γίνεσθαι , αὐτὸ τοῦτο παραλαμβάνοι πρὸς βεβαίωσιν τοῦ ἀπορροίας γίνεσθαι . Ἀνῄρουν δ ' οὗτοι καὶ πᾶσαν ἀπόδειξιν | ||
ἑπομένου αὐτῷ κέντρου κατά τε τὰς ἔγγιστα φαινομένας συναφὰς ἢ ἀπορροίας καὶ συ - σχηματισμοὺς καὶ ἔτι κατὰ τὴν κυριότητα |
ὅτι λυσιτελὴς καὶ συμφέρουσα , καὶ ἀπὸ τῶν ταπεινὴν καὶ χαμαίζηλον ἀπεργαζομένων τὴν ψυχὴν κακῶν εἰς ὕψος καὶ μέγεθος ἀρετῆς | ||
ἔρνος ἀναβλαστῆσαι , καὶ εἰ μὴ περιμηκέστατον , ἀλλά τοι χαμαίζηλον , ἢ καρποὺς καθ ' ὥρας τὰς ἐτησίους ἐνεγκεῖν |
καθ ' ὅσον δ ' ἐκ τῶν πλαγίων ἐπιφύσεις ἔχει μαστοειδεῖς πρὸς τὰς λαγόνας ἀνανευούσας , ταύτῃ οὐκέτι ἔοικεν . | ||
ὁμοίως καὶ Σωσίβιος ἐν γʹ περὶ Ἀλκμᾶνος , τῷ σχήματι μαστοειδεῖς εἶναι φάσκων αὐτούς , χρῆσθαι δ ' αὐτοῖς Λάκωνας |
δὲ κτένας ἡ Μιτυλήνη : πλείστους δ ' Ἀμβρακία παρέχει κόγχας : ἐν Ἐφέσῳ λήψῃ τὰς λείας οὔ τι πονηράς | ||
τὰς διαφορὰς εἶναι κρατίστας . Ἡγήσανδρος δὲ τὰς τραχείας φησὶ κόγχας ὑπὸ Μακεδόνων μὲν κωρύκους καλεῖσθαι , ὑπὸ δ ' |
: ἐνταῦθα λέγει τὰς σηπίας καὶ τὰ ὅμοια μαλακὰ καὶ ἀνόστεα . τὰ μαλάκια ἄναιμα ὄντα , ἀνόστεα , ἀφολίδωτά | ||
ἀλεπίδωτα ζωοτοκοῦσιν . τὰ ἀναίμονα καὶ τραγανὰ τῶν ἰχθύων καὶ ἀνόστεα σελάχεια λέγεται , ὅσα λεπίδας οὐκ ἔχει , οἷον |
: παρὰ τὸ βῶ , τὸ τρέφω : αἱ γὰρ βῶλοι τῶν καρπῶν τὰς ἀναδόσεις ποιοῦνται : ὅθεν Ὅμηρος „ | ||
μικρᾶς ἀποκαθάρσεως δεόμεναι . τὸ δὲ λοιπὸν ψῆγμά ἐστι καὶ βῶλοι , καὶ αὗται κατεργασίαν οὐ πολλὴν ἔχουσαι . ἡ |
, ἀλλὰ καὶ περὶ αὐλούς εἰσι μουσικώτατοι οὐ μόνον τοὺς παρθενίους καλουμένους καὶ παιδικούς , ἀλλὰ καὶ τοὺς ἀνδρείους , | ||
δὲ μίξεως γεγονότας σκοτίους καλεῖ , τοὺς δὲ αὐτοὺς καὶ παρθενίους . . . . ἐπ ' ὄεσσι : ἀντὶ |
καὶ αἰγύπτιον κρόκον καὶ ἅλας αἰγύπτιον τρίψας καὶ ξυμμίξας ποιέειν βαλάνους , καὶ προστιθέσθω . Ἐκβόλιον θυμίημα , δυνάμενον καὶ | ||
. . ΚΑΡΠΟΝ Δ ' ΕΦΕΡΕ ΖΕΙΔΩΡΟΣ ΑΡΟΥΡΑ . Τὰς βαλάνους , καὶ τὰ ὡραῖα πάντα λέγει ἀκρόδρυα , καὶ |
τοὺς ὀφθαλμοὺς , ἢ τῷ κήρῳ λευκῷ . ἄλλο . μυίας τὴν κεφαλὴν ἀπολαβὼν τῷ λοιπῷ σώματι παράτριβε τὴν κριθήν | ||
οἰκτείρασα πρὸς τὴν παλαιὰν φιλίαν ἀπεῖργεν ἐκ τοῦ Πολυτέχνου τὰς μυίας . ἐπεὶ δὲ αὐτὴν κατεφράσθησαν οἱ γονεῖς τε καὶ |
ἐπὶ τῶν τραπεζῶν τιθέναι τυρὸν καὶ φυστὴν δρυπεπεῖς τ ' ἐλάας καὶ πράσα , ὑπόμνησιν ποιουμένους τῆς ἀρχαίας ἀγωγῆς . | ||
τὴν τομήν : ἀλλὰ τὸ τὸν κότινον μᾶλλον πονῆσαι τῆς ἐλάας ἄτοπον καὶ τὸ τὴν ῥόαν μηδὲν παθεῖν ἀσθενῆ πρὸς |
τοὺς καρπούς . οὕτως Μεθόδιος , . , . . Ἅλωα : ἰστέον , ὅτι τὰ εἰς ως βαρύτονα τὰ | ||
ἄλλην ὥραν ἔχει ἄλλος θεός , Παναθήναια , Σκειροφόρια , Ἅλωα , Ἀπατούρια . Ναυμαχοῦσιν ἐν θαλάττῃ , οἱ δὲ |
θεάματα , ἢ Σκύλλα , ἢ Χάρυβδις , ἢ Ἀλκινόου κῆπος , ἢ ἡ Εὐμαίου αὐλή : πάντα θνητά , | ||
. Τούτων , ἤγουν τῶν δένδρων , γυμνὸς ὢν ὁ κῆπος , τουτέστιν ὁ μετέωρος τόπος καὶ ὑπὸ τῶν ἀνέμων |
διδράσκουσιν αὐτοὺς καὶ εἰς τὰ ὄρη ὁρμώμενοι τὰς ἀγροικίας αὐτῶν κακοποιοῦσι πολλοὶ συναθροισθέντες : ἡ γὰρ νῆσός ἐστι τραχεῖα καὶ | ||
ἀποδιδράσκουσιν αὐτοὺς καὶ εἰς τὰ ὄρη ὁρμώμενοι τὰς ἀγροικίας ἑαυτῶν κακοποιοῦσι πολλοὶ συναθροισθέντες : ἡ γὰρ νῆσος αὐτοῖς ἐστι τραχεῖα |
οἴκοι διορθουμένους ἔπεμψεν ἐπιστολὴν ἀπ ' Ὀλυμπίας βραχυτέραν τῆς Λακωνικῆς σκυτάλης . ἔστι δὲ ἥδε : ” Ἀπολλώνιος ἐφόροις χαίρειν | ||
ξανάα : τὰ ναρκώματα ὑπὸ τοῦ κρύους γινόμενα . περὶ σκυτάλης * σκυτάλην : ὄφις ἐστίν * ἀμφισβαίνῃ : τῇ |
Αἰγυπτίῳ Ἡρακλεῖ , οἱ δὲ ἐπὶ τῷ τῆς Ἀλκμήνης . ἀλοιμός : τὸ τῶν τοίχων χρῖσμα . ἀλοιφεῖον : ᾧ | ||
ἐν αὐτῷ : ὡς οὖν λείπω λοιμός , οὕτως ἀλείφω ἀλοιμός . . . . ἀλοιτός : ὁ ἁμαρτωλός : |
: † κατ ' ἐκεῖνο τὸ δάπεδον : † ἵνα μεσόμφαλοι λέγονται : ἡ Δῆλος γὰρ μεσαιτάτη ἐστὶ τοῦ παντὸς | ||
μέσῳ ἀκρομφάλιον , τὸ δὲ ὑπὲρ αὐτὸν ἐπομφάλιον . καὶ μεσόμφαλοι καλοῦνται πλακούντων τι εἶδος . καὶ ὀμφαλητόμος ἡ μαιεύτρια |
, ὅ ἐστιν εὐαρμόστως , συμπληρῶ , καὶ ἐξ αὐτοῦ ἀπαρτία , . , , . . α . * | ||
: ὁ κατὰ ἔπιπλα . ἔστιν ἀπαρτῶ συμπληρῶ , καὶ ἀπαρτία . . . . ἄπαστος : ὁ ἄγευστος ἡ |
: ἵνα δὲ τὸ σχῆμα τὸ δέον καὶ θέσιν καὶ κοιλότητάς τινας καὶ συμφύσεις καὶ τὰ ἄλλα τὰ τοιαῦτα κτήσηται | ||
ἑκάτερον μέρος τοῦ τῆς μήτρας . . . . εἶναι κοιλότητάς τινας καμαροειδεῖς , ἐν αἷς φησι τὴν ἀνατροφὴν τοῦ |
κατὰ τὴν ἑαυτοῦ γνώμην , κατὰ τὸ στόμα ᾄδειν τὰς ἐμπίδας ἢ κατὰ τὸ ὀροπύγιον . τουτέστιν , ὅπως ἔχει | ||
, ἢ ὅπως ἔχει ἤτοι κινεῖ τὴν ἑαυτοῦ γνώμην τὰς ἐμπίδας ἤγουν ἐπὶ τῇ ὑπολήψει τῶν ἐμπίδων . ἤγουν ὁποτέρως |
. . : τὰ δὲ τῶν νεῶν ἐπιτήδεια ἕρματά ἐστιν πετρώδεις ἕρμακας τοὺς δι ' εἰκόνας ἑρμῶν σεσωρευμένους λίθους : | ||
παρόμοιος κοραλλίῳ . οὗτος φύεται ἐν τῇ Ἰνδικῇ παρὰ τοὺς πετρώδεις τόπους τῆς θαλάσσης , ἔχων ὕψος ὡσεὶ δακτύλων ἕξ |
, ἐξ ἀλλοφύλου τε γένους συνοικισθείσης , ἡ μετέπειτα συστᾶσα Ῥωμαϊκὴ πόλις τὴν ἐπωνυμίαν ἀμείψασα , εἰς τὴν τοῦ κρατοῦντος | ||
Ῥωμαϊκῆς διαλέκτου ὅτι ἐστὶν ἐκ τῆς Ἑλληνικῆς κοὐκ αὐθιγενὴς ἡ Ῥωμαϊκὴ διάλεκτος . . . : Ἄκη , πόλις Φοινίκης |
ὑπόξηρος , σύμμετρος , οὐλόθριξ , εὐγένειος , ποικιλογνώμων , ὑπόχλωρος . ἐὰν δὲ Ἥλιος ἢ Σελήνη εὑρεθῇ τὸν κλέπτην | ||
Πηλίου καλούμενον Πελεθρόνιον , τὴν δὲ φύσιν ἐστὶ μέλας , ὑπόχλωρος δὲ τὴν κοιλίαν , καλὸς δὲ τὴν μορφήν , |
δὲ τὸ αὐτὸ ποιεῖ . Ἀγήρατος λίθος ἐστὶ στυπτικὸς καὶ διαφορητικός . γαργαρεῶνας φλεγμαίνοντας ὠφελεῖ . καυθεὶς δὲ καὶ ποθεὶς | ||
πυρήν , ὅσπερ ὄντως σπέρμα ἐστί , πικρὸς ὢν δηλονότι διαφορητικός ἐστι καὶ ξηραντικὸς δευτέρας τάξεως . καὶ τὰ φύλλα |
λέγειν ; Τὸ ποῖον ; Ὅτι ὁ μὲν θεὸς τῷ ξενίζοντι καλῶς ἐκείνῳ ἔοικε παρατιθεὶς πολλὰ καὶ ποικίλα καὶ παντοδαπά | ||
τε παραλόγῳ καὶ ἀήθει τοῦ γεγονότος καὶ τῷ ὑπερβάλλοντι καὶ ξενίζοντι τοῦ δεινοῦ . ἑάλω Τροία , ἀλλ ' ὑπὸ |
κεραῖαι , καθάπερ ἀπαντῶσαι τῷ σπερματικῷ πόρῳ , προμήκεις ἑαυτῶν ἀποφύσεις ἐκτείνουσιν ἐς τὰ πλάγια , δι ' ὧν ὑποδέχονται | ||
, ἀλλ ' ἀναλόγως τοῖς ὀργάνοις τοῖς παραδεξαμένοις καὶ αἱ ἀποφύσεις τῶν νεύρων γεγόνασι τῇ μὲν παχύτεραι τῇ δὲ λεπτότεραι |
ὅσα χρὴ ἀντιναυπηγῆσαι , καὶ πρὸς τὰς τῶν ἐπωτίδων αὐτοῖς παχύτητας , ᾧπερ δὴ μάλιστα ἐβλαπτόμεθα , χειρῶν σιδηρῶν ἐπιβολαί | ||
σκιρρώδεις διαθέσεις καὶ πτερύγια καὶ ἐγκανθίδας καὶ ψωροφθαλμίας καὶ ὑμένων παχύτητας καὶ ῥεύματος πολλοῦ καὶ παχέος ἀποκάθαρσιν καὶ πρὸς τὸ |
ὃς τὰ δεινὰ τῆιδ ' ἐφυβρίζει πόλει Καπανεύς ; ἐκεῖνος προσβάσεις τεκμαίρεται πύργων , ἄνω τε καὶ κάτω τείχη μετρῶν | ||
ψαλίδες καὶ τὰ καμαρώματα . ἡ δ ' ἀνωτάτω στέγη προσβάσεις κλιμακωτὰς ἔχει , παρακειμένους δ ' αὐταῖς καὶ κοχλίας |
ταῖς τοῦ ἡλίου ἀκτῖσιν , καὶ ἀνέστη ἀπὸ τῶν τῆς μαίας χειρῶν καὶ ἀνοίξας τὸ στόμα εὐλόγησεν τὸν κύριον τοῦ | ||
ἐν τῶι βίωι τούτων κακῶν μηδὲν ὑπὸ τηθίδος τινὸς δειδισαμένη μαίας τ ' , ἐλευθερίως δέ πως μετὰ πατρὸς ἀγρίου |
, καὶ τὸ Πλάτωνος ἀναρμοστεῖν , ὡς καὶ ἀπὸ ῥυθμοῦ εὔρυθμος , εὐρυθμία , ῥυθμίζειν , εὐρύθμως , καὶ ἀρρύθμως | ||
λευκὴ χλανίς , φαιὸς χιτωνίσκος καλός , πιλίδιον ἁπαλόν , εὔρυθμος βακτηρία , βαιὰ τράπεζατί μακρὰ δεῖ λέγειν ; ὅλως |
καλοῦσι λοπάδας λοπάδια , ἐχίνους ἐχινίσκους , χαλκία χαλκίδια , ἐσχάρας , ἐσχάρας ἰχθυοπτρίδας , ἐσχαρίδας , λέβητας λεβήτια λεβητάρια | ||
τὸ μὲν γὰρ ἀπὸ πυρὸς καταντλήσεσι καὶ καταπλάσμασι τοῖς τὰς ἐσχάρας ἀποστῆσαι δυναμένοις ἰώμεθα : τὸ δ ' ἀπὸ κρύους |