ἐκ δὲ Κρώμων ὡς εἴκοσι στάδιά ἐστιν ἐπὶ Νυμφάδα : καταρρεῖται δὲ ὕδατι καὶ δένδρων ἀνάπλεώς ἐστιν ἡ Νυμφάς .
, ἔρημος δὲ ἦν ἐφ ' ἡμῶν , ὕδατι δὲ καταρρεῖται . Μελαινεῶν δὲ τεσσαράκοντά ἐστιν ἀνωτέρω σταδίοις Βουφάγιον ,
5956362 ἰλυος
γῆ καὶ λόφοι ἦσαν , ἐμοὶ δοκεῖν , ἐκ τῆς ἰλύος ἣν κατέπινε συνιζάνουσα . ὕλη γοῦν ἐπ ' αὐτῆς
ὁμοίως ἡμῖν τὴν ἀκατέργαστον . χέραδος σωρὸς λίθων μετ ' ἰλύος . χερνῆτις ἡ ἀπὸ τῶν χειρῶν ζῶσα . χεῦαι
5912518 λιμνη
τε καὶ Ἴμβρου παιπαλοέσσης ἔνθορε μείλανι πόντῳ : ἐπεστονάχησε δὲ λίμνη . ἣ δὲ μολυβδαίνῃ ἰκέλη ἐς βυσσὸν ὄρουσεν ,
ἡ λίμνη οὐκ ἔχειν εἴσπλουν ἐστὶ φαίνουσα . Ἡ δὲ λίμνη αὕτη ἐστὶ μεγάλη , τὸ περίμετρον ἔχουσα ὡς σταδίων
5900082 δενδρων
τοῦ πλησίον τοῦ Κρονίου λόφου κειμένου . * † τῶν δένδρων . . Ἀπορήσειεν ἄν τις ἐνταῦθα , πῶς τὸ
καὶ τοῖς ἀγρίοις εἶναι κοινὰς καὶ κατὰ τὴν ὅλην τῶν δένδρων φθορὰν καὶ ἔτι μᾶλλον κατὰ τὴν τῶν καρπῶν :
5806193 συνηρεφης
ἦμεν . μικρὸν δὲ ἄπωθεν τῶν ἐπαυλίων πέτρα τις ἦν συνηρεφὴς κατὰ κορυφὴν δάφναις καὶ πλατανίστοις , ἑκατέρωθεν δὲ μυρρίνης
ἦν γάρ τις οὐ πολὺ ἀπέχων ἱερὸς χῶρος ὕλῃ βαθείᾳ συνηρεφὴς , καὶ πέτρα κοίλη πηγὰς ἀνιεῖσα : ἐλέγετο δὲ
5711205 Κασπια
Κρονίου ὠκεανοῦ πληρούμενος . Ἴσως δι ' ἀδήλων τόπων ἡ Κασπία ἐπὶ τὰ βόρεια ὀφείλει τετάχθαι περὶ Σκυθίαν , ὡς
. . . . „ γίνεται δὲ Κασπιανός ἐκ τοῦ Κασπία ὡς Καρδιανός . Κασάνδρεια , πόλις Μακεδονίας πρὸς τῇ
5654948 διειλημμενη
ἡ γὰρ Ἰνδικὴ χώρα διάφορος οὖσα τῷ κάλλει καὶ πολλοῖς διειλημμένη ποταμοῖς ἀρδεύεταί τε πολλαχοῦ καὶ διττοὺς καθ ' ἕκαστον
: σταυροῖσι δὲ ἡ ἑκατέρωθεν οἰκοδομὴ τοῦ τείχους ὀρθοῖς ξύλοις διειλημμένη , ἅπερ σταυροὺς κέκληκε διὰ τὴν στάσιν , ἢ
5646775 κηπος
θεάματα , ἢ Σκύλλα , ἢ Χάρυβδις , ἢ Ἀλκινόου κῆπος , ἢ ἡ Εὐμαίου αὐλή : πάντα θνητά ,
. Τούτων , ἤγουν τῶν δένδρων , γυμνὸς ὢν ὁ κῆπος , τουτέστιν ὁ μετέωρος τόπος καὶ ὑπὸ τῶν ἀνέμων
5632184 ἀνθων
ἔπειτα ἐκθλίψαϲ καὶ διηθήϲαϲ ἀποτίθεϲο . Ναρκίϲϲινον ἐκ τῶν λευκῶν ἀνθῶν γίνεται τῆϲ ναρκίϲϲου προεψυγμένων νύκτα καὶ ἡμέραν καὶ ἐμβαλλομένων
τὸ γελοῖος . Λείριον τὸ ἄνθος : καὶ λειρίων τῶν ἀνθῶν . λέγει δὲ ὁ Ὧρος : οὐ δεῖ λέγειν
5610886 ἀμπελων
τῶν ἀμπέλων : Ἀλκμάν καὶ ποικίλον ἴκα , τὸν ὀφθαλμῶν ἀμπέλων ὀλετῆρα . ἱππεὺς καὶ ἱππότης διαφέρει . ἱππεὺς μέν
, ἡ δὲ προσάρκτιος καὶ μᾶλλον , ὥστε καὶ τῶν ἀμπέλων σπάνιν εἶναι καὶ ἐν ταῖς ὑψώσεσι καὶ ἐν τοῖς
5579714 λειμωνες
μεταλλεύων ἤτοι ζητῶν . ἵππου δέ : λειμῶνες δέ : λειμῶνές τινες ἐν Τροίᾳ : Κρύμνης : ὁμοίως δὲ Κρύμνη
μεταλλεύων ἤτοι ζητῶν . ἵππου δέ : λειμῶνες δέ : λειμῶνές τινες ἐν Τροίᾳ : Κρύμνης : ὁμοίως δὲ Κρύμνη
5571726 ἀνθεων
, τὰ δ ' ἔνδον οὐδὲν διαφέρεις δράκοντος . Καιροσπάθητον ἀνθέων ὕφασμα καινὸν Ὡρῶν . Λεπτοὺς διαψαίρουσα πέπλους ἀνθέων γέμοντας
γὰρ καὶ ἐπὶ ? τῶν ? ? δενδρῶν ἀποφορὰ τῶν ἀνθέων 〚 ο̇υ̇ 〛 πλείων ⌈ ⌋ , 〚 αλλαδενδρων
5513178 κατασκιος
δὲ τῇ , εὖρος ἐοῦσα ἑκατέρη ἑκατὸν ποδῶν , δένδρεσι κατάσκιος . Τὰ δὲ προπύλαια ὕψος μὲν δέκα ὀργυιέων ἐστί
τὸ πολλὰς ἐξοχὰς ἔχειν ὀρῶν οἱ κατοικοῦντες ἄνδρες καλοῦσι : κατάσκιος δὲ καὶ πολύϋλος ὑπάρχει τοσοῦτον , ὅσον οὐδεμία τῶν
5456833 Νεδα
θαλάττῃ τῇ Τριφυλιακῇ καὶ Πύργοι καὶ ὁ Ἀκίδων ποταμὸς καὶ Νέδα . νυνὶ μὲν οὖν τῇ Τριφυλίᾳ πρὸς τὴν Μεσσηνίαν
τῶν πρώτων . πεποίηνται δὲ ἐπὶ τραπέζῃ καὶ Νύμφαι : Νέδα μὲν Δία φέρουσά ἐστι νήπιον παῖδα , Ἀνθρακία δὲ
5442265 σπαρτων
δεξιαὶ τῶν στρατιωτῶν * πρὸ τῶν ἱερῶν θυρῶν ἔμειναν ὑπὸ σπάρτων ἐχόμεναι ἐν τῷ τῆς λαβῆς σχήματι : ἡ δὲ
: βρουλίαν ἰβηρικὴν διὰ σπάρτων . ὑπὸ σπάρτῃσιν : ὑπὸ σπάρτων καὶ σχοινίων . ὑφήνας : κατασκευάσας , πλέξας .
5435229 θαλασσα
μὴ πίωσιν ἄνθρωποι . % % ἡ μέντοι καλουμένη νεκρὰ θάλασσα , καὶ ἀληθῶς οὖσα νεκράπλεῖται γὰρ οὐδέποτε , καὶ
καὶ δένδρεα μακρὰ τεθήλῃ καὶ ποταμοὶ πλήθωσι , περικλύζῃ δὲ θάλασσα , ἠέλιος δ ' ἀνιὼν φαίνῃ λαμπρά τε σελήνη
5411201 ἑλωδης
οἱ τὸ Αἰγύπτιον ἕλος οἰκοῦντες . ἢ κοινῶς Αἰγύπτιοι : ἑλώδης γὰρ ἡ Αἴγυπτος . οἱ δὲ , οἱ καὶ
γῆν τὴν τῆς Ἀττικῆς μεταξὺ καὶ τῆς Μεγαρίδος , ὅτι ἑλώδης καὶ ἔνυγρος . ὀρίνδα : ἣν οἱ πολλοὶ ὄρυζαν
5375693 ναυλοχων
μέν , ὀλίγανδρον δέ , ἀφικνεῖται : καὶ πρῶτον μὲν ναυλοχῶν ἐν τῷ πορθμῷ μεταξὺ τῆς Κέρνης καὶ τῆς Σαρπηδονίας
τὸ πολλὰ τῶν ἐπῶν ἀντιμαρτυρεῖν αὐτοῖς . διὰ τί γὰρ ναυλοχῶν ἔσχατος φαίνεται ὁ Αἴας , οὐ μετ ' Ἀθηναίων
5369323 πλημμυρων
ἥλιον : Νεῖλος δ ' ἐδόκει μοι κατηφής , καίπερ πλημμυρῶν τοῖς ῥεύμασι : μικροῦ δὲ ἀντηλλαξάμην τὸν Κιμμερίων βίον
πάντα ἀλεαίνοντος , τάχα δὲ ἐπεὶ καὶ ταῖς θεριναῖς τροπαῖς πλημμυρῶν ὁ ποταμὸς προαναλίσκει τὰς νεφώσειςἄρχεται μὲν γὰρ ἐπιβαίνειν θέρους
5349595 χωρος
σοι βούλεται παραστῆσαι , ὅτι ἕτερος νηπίων καὶ ἕτερος τελείων χῶρός ἐστιν , ὁ μὲν ὀνομαζόμενος ἄσκησις , ὁ δὲ
ἕξεις πλοῦτον : ἐπὶ τῶν ἀδυνάτων ⋮ Θεσσαλονίκῃ τῇ Μακεδονίτιδι χῶρός ἐστι γειτνιῶν καὶ καλεῖται Νίβας : οὐκοῦν οἱ ἐνταῦθα
5339237 γλαυκος
: χειμῶνα γὰρ σημαίνει ⋮ Ὁ θαλάσσιος ὁ ἰχθὺς ὁ γλαῦκος τὰ γεννώμενα ἐκ τῆς συννόμου παραφυλάττεται ἰσχυρῶς , ἵνα
, περισσοτέρως . Ὠοτοκῆες : γεννῶντες ὠὰ , ὅτι ὁ γλαῦκος διαφέ - ρει τῶν ἄλλων ὠοτοκούντων ἰχθύων : ὅ
5339224 πεδιας
περιβολήν , ἢ ἁπλῶς ὅπλισιν , παρὰ τὸ ἔχειν . πεδίας . ἀπολογεῖται διὰ τὴν τῶν τόξων χρῆσιν : καὶ
περιβολήν , ἢ ἁπλῶς ὅπλισιν , παρὰ τὸ ἔχειν . πεδίας . ἀπολογεῖται διὰ τὴν τῶν τόξων χρῆσιν : καὶ
5337367 ἠπειρου
. ἐντεῦθεν δὲ ἔτι πολλῆς νυκτὸς παραπλεύσαντες καὶ ἀφικόμενοι τῆς ἠπείρου ἐς Ἁρματοῦντα καταντικρὺ Μηθύμνης , ἀριστοποιησάμενοι διὰ ταχέων παραπλεύσαντες
ὅτι ὥσπερ ὁ εἰς θάλασσαν καθήκων τόπος ἔσχατος ὢν τῆς ἠπείρου ἀκτὴ λέγεται , οὕτω καὶ τὸ ἔσχατον τοῦ ἀλεύρου
5332727 φοινιξ
τὰ φύλλα τὰ ἁπαλώτατα χυλὸς γίνεται : ἐν τούτῳ διαχεῖται φοίνιξ ὁ πατητός . τοῦτο ὀφθαλμῶν ὀδυνωμένων ἐπίπλασμά ἐστιν .
μῆλον , ἄπιον , μέσπιλον , βράβυλον , οὖον , φοίνιξ , πέπων , μηλοπέπων : τοῖς δ ' ἐπὶ
5332111 ὀρεων
Τοὶ δ ' ἑκάτερθε μάρναντ ' ἀκμήτοισιν ἐειδόμενοι σκοπέλοισιν ἠλιβάτων ὀρέων : μέγα δ ' ἔβραχον ἀμφοτέρωθε θεινόμεναι μελίῃσι τότ
οἱ μὲν κατὰ πίονα ἔργα λιπόντες φεῦγον Ἰθωμαίων ἐκ μεγάλων ὀρέων . ὥσπερ ὄνοι μεγάλοις ἄχθεσι τειρόμενοι , δεσποσύνοισι φέροντες
5329230 καλουμενη
ὀνομάτων ἕκτης , ἡ τὸ χωρίον δυναμένη ἄλογός ἐστιν ἡ καλουμένη δύο μέσα δυναμένη . Χωρίον γὰρ τὸ ΑΒΓΔ περιεχέσθω
φλέψ , κατὰ δὲ τὴν μέσην αὐτῆς κοιλίαν προσήρτηται ἡ καλουμένη ἀορτὴ φλέψ . φέρουσι δὲ καὶ εἰς τὸν πνεύμονα
5314627 νησος
. μετὰ δὲ τὴν Λιπάραν εἰς τὸ πρὸς δυσμὰς μέρος νῆσός ἐστι πελαγία , μικρὰ μὲν τὸ μέγεθος , ἔρημος
οἱ δὲ κύριον , ὡς Τιμοσθένης φησίν . Κέῳ : νῆσός ἐστιν ἡ Κῶς , ὅθεν ἦν Ἱπποκράτης . Παρράσιον
5310148 ποταμος
Αἰθιοπίας τε καὶ τῆς Αἰγύπτου . περιείληφε δ ' ὁ ποταμὸς καὶ ΝΗΣΟΥΣ ἐν αὑτῶι , κατὰ μὲν τὴν Αἰθιοπίαν
συμμάχους εἰς τὴν Βακτρίων ἐνέβαλεν : ὁρίζει δὲ τὴν Βακτρίαν ποταμὸς Σαράγγης . Βάκτριοι τὰ ὄρη κατέλαβον τὰ ὑπὲρ τὸν
5309009 ὀμφαλοεσσαν
κράδης τὴν τριπετῆ τῶν σύκων πόσιν τὴν ἱκανῶς ξηρανθεῖσαν καὶ ὀμφαλόεσσαν ἐν νέκταρι μίξαις τριπετῆ οὖν οἱονεὶ τριπέτηλον , τὴν
ἐϋκλειῶς πρὸ πόληος . εἰ δέ κεν ἀσπίδα μὲν καταθείομαι ὀμφαλόεσσαν καὶ κόρυθα βριαρήν , δόρυ δὲ πρὸς τεῖχος ἐρείσας
5306240 λιμνας
ἦν ἀξίωμα τὸ διδόμενον . προσέταττε δῆτα τοῖς ὄρνεσιν ἐπὶ λίμνας καὶ πηγὰς ἀφικέσθαι καὶ τὸν ἑαυτῶν ἀποσμήξασθαι ῥύπον καὶ
, δυσάρεστος . ἐς στομάλιμνον : τὰς εἰς θάλασσαν ἐστομωμένας λίμνας οὕτως φασί . καὶ τὴν ἐν Τροίᾳ δὲ Στομαλίμνην
5281259 ἰχθυων
ἐν τῇ περὶ Ἀσκάλωνι λίμνῃ διὰ τὴν ὕβριν καὶ ὑπὸ ἰχθύων ἐβρώθη . Ἔφιππος ὁ κωμῳδιοποιὸς παίζων φησίν : ὁπότε
καὶ δεινόν , ὦ θεοί . πρῶτον ὠμῶν κειμένων τῶν ἰχθύων πάρεισιν οἱ κεκλημένοι : δίδου κατὰ χειρός . τοὔψον
5264268 Κυδνῳ
ἐκεῖνος ἀνὴρ ἐγένετο . Εἶτα Ἀλέξανδρος μὲν ἐπεθύμησεν ἐν τῷ Κύδνῳ λούσασθαι καλόν τε καὶ διαυγῆ τὸν ποταμὸν ἰδὼν καὶ
ἀνακτορίην ἔχουσα ἀγχέγαμος δ ' ἔπελεν καθαρῷ δ ' ἐπεμαίνετο Κύδνῳ , Κύπριδος ἐξ ἀδύτων πυρσὸν ἀναψαμένη , εἰσόκε μιν
5262824 ποταμων
ἄλλην καὶ ἄλλην ἐπιφάνειαν ἔχει : οὐδὲ γὰρ ἐπὶ τῶν ποταμῶν τοῦτο γένοιτ ' ἄν , εἰ μὴ καταράκτας ἔχοιεν
σημαίνει . μέλας δὲ σφόδρα φαινόμενος ὁ οὐρανὸς σημαίνει στειρώσεις ποταμῶν καὶ φρεάτων , χλωρὸς δὲ φανεὶς δεσποτῶν ἀπώλειαν σημαίνει
5258762 γεωλοφα
τινὲς δὲ καὶ ὑπὲρ Σίδης καὶ Ἀσπένδου Παμφυλικῶν πόλεων κατέχουσι γεώλοφα χωρία ἐλαιόφυτα πάντα , τὰ δ ' ὑπὲρ τούτων
γε μνήσαιο δελείατος , ὅττι παρ ' ἄκρα δήεις αἰγιαλοῖο γεώλοφα : οἱ μὲν ἴουλοι κέκληνται , μέλανες , γαιηφάγοι
5249530 βοτρυν
χώρας ὅτι ἄμπελος φύεται δυσὶν ἀνδράσι τὸ πάχος δυσπερίληπτος , βότρυν πηχυαῖόν πως ἀποδιδοῦσα : βοτάνη τε ὑψηλὴ πᾶσα καὶ
ῥάγα , μετὰ μίαν , ἢ δευτέραν ἡμέραν θεωροῦσι τὸν βότρυν . ἐὰν οὖν μείνῃ ἐπὶ σχήματος ὁ τῆς ῥαγὸς
5245874 δρυων
γράφονται : Ὢψ ὄνομα κύριον : ῥὼψ τὰ νεοθαλῆ τῶν δρυῶν : θὼψ ὁ πλάνος : κνὼψ εἶδος θηρίου :
στῦφον . Βρυοπτερὶς φύεται κατὰ τὰ βρυώδη μέρη τῶν παλαιῶν δρυῶν , ὁμοία πτερίδι , ἐλάττων δὲ πολλῷ ἐν τῇ
5229540 θαμνωδη
δὲ τῷ τρίτῳ περὶ τὴν Τρωικήν φησιν Ἴδην γίνεσθαι συκῆν θαμνώδη , φύλλον ὅμοιον ἔχουσαν τῷ τῆς φιλύρας : φέρειν
, ὥσθ ' ὁμολογουμένως ταῦτα γίνεται δένδρα : καί τοι θαμνώδη γέ ἐστιν . ὁ δὲ μύρρινος μὴ ἀνακαθαιρόμενος ἐκθαμνοῦται
5227799 ὑψηλη
Ἀλφειοῦ ἀπιέναι . ἐν δὲ τῇ Λευκάδι ἄκρα μέν ἐστιν ὑψηλή , νεὼς δὲ Ἀπόλλωνι ἵδρυται , καὶ Ἄκτιόν γε
ἑξῆς οὕτως : ἔστι δέ τις ἐν τῇ Προποντίδι νῆσος ὑψηλή , ἀπέχουσα βραχὺ τῆς Φρυγίας κατὰ τὸ ῥεῦμα τοῦ
5220415 εὐθαλη
τῷ δαμάζοντι Ποσειδῶνι , τῷ πατρί σου , θύων ταῦρον εὐθαλῆ καὶ μέγαν , οὕτως ἐπίδειξον αὐτόν . καὶ δαμαίῳ
' ὁ ἄνεμος οὐκ ἐφῆκεν . ἐθεώμεθα μέντοι τὴν χώραν εὐθαλῆ τε καὶ πίονα καὶ εὔυδρον καὶ πολλῶν ἀγαθῶν μεστήν
5216193 ἠλιβατος
. ἔστι δέ τις ἄκρη Ἑλίκης κατεναντίον Ἄρκτου , πάντοθεν ἠλίβατος , καί μιν καλέουσι Κάραμβιν , τῆς τ '
, ἧχί τε καὶ χάλκειος ἐς οὐρανὸν ἔδραμε κίων , ἠλίβατος , πυκνοῖσι καλυπτόμενος νεφέεσσιν . πόντος μὲν πρώτιστος Ἰβηρικὸς
5215428 κολπων
' Ἀσίας , ἀπὸ Κανώβου ἕως Τανάϊδος ποταμοῦ μετὰ τῶν κόλπων ὁ παράπλους σταδίων μυριάδων δʹ καὶ ριαʹ . Ὁμοῦ
περὶ ὁρισμῶν , περὶ ὠκεανοῦ , περὶ Εὐρώπης , περὶ κόλπων , περὶ νήσων , περὶ Λιβύης , περὶ Ἀσίας
5214617 ὀχετοι
, τὴν χροιὴν δὲ ἐναλίγκιοι μήλοισιν : ἀπὸ δὲ τουτέων ὀχετοὶ σκαληνοειδέες ἄκρην κορυφὴν κύστιος κεῖνται . Κύστις δὲ νευρώδης
ϲμικραὶ ἠθμοειδέεϲ ἐϲ τὴν τῶν οὔρων διήθηϲιν . ἐκπεφύκαϲι δὲ ὀχετοὶ νευρώδεεϲ , ὁκοῖόν τι αὐλοί , ἀφ ' ἑκατέρου
5185137 Κραθις
ὁ Αἴας ποταμὸς κατέρχεται . Κρᾶθις : τὸ ἑξῆς : Κρᾶθις δὲ γείτων χῶρος συνοίκους αὐτοὺς δέξεται Κόλχων Πόλαις ἠδὲ
ὀνομασίαν ἔχων : ἀφ ' οὗ καὶ ὁ ἐν Ἰταλίᾳ Κρᾶθις . Ἑκάστη δὲ τῶν δώδεκα μερίδων ἐκ δήμων συνειστήκει
5184521 ναματων
παροιμίᾳ πρέποντας τῇ ἀπὸ Κόδρου , καθάπερ οἶμαι καὶ τῶν ναμάτων τὰ διαφανῆ τε καὶ καθαρὰ ἀνιχνεύοντές τε καὶ διαμώμενοι
δὲ δύναμις λουτρὸν ἐπὶ τοῖς προτέροις ἐγείρειν , ἕνεκά γε ναμάτων θαρρούντως ἐγείρει καὶ οὐ δέδοικε , μὴ τὸ μὲν
5177464 θαλαττα
ἥν φησιν ὁ Ἐρατοσθένης , ὅτι ἡ ἐφ ' ἑκάτερα θάλαττα ἄλλην καὶ ἄλλην ἐπιφάνειαν ἔχει : οὐδὲ γὰρ ἐπὶ
ἔθνη βάρβαρα πολλὰ καὶ μεγάλα . μετέχει δὲ τῆς λίμνης θάλαττα τρεπομένη καὶ πλήθη τῶν ἀφ ' ἑκατέρας τῆς ἠπείρου
5174941 πηγων
καὶ αὐτῷ τῷ Τανάϊδι ποταμῷ καὶ ἔτι τῷ ἀπὸ τῶν πηγῶν τοῦ Τανάϊδος ποταμοῦ ἐπὶ τὴν ἄγνωστον γῆν μεσημβρινῷ μέχρι
καὶ ἄλυπα νάματα ἔχουσαι . ἐντεῦθεν ὁδὸς μεμηχάνηται τὰ τῶν πηγῶν εἰσάγουσα δῶρα τῇ πόλει κρήναις πεποιημέναις εἰς ὑδάτων ὑποδοχήν
5173955 νυμφων
σχεδὸν Αἰγύπτοιο ῥοάων . τραφέντα δ ' αὐτὸν ὑπὸ τῶν νυμφῶν ἐν τῇ Νύσῃ φασὶν εὑρετήν τε τοῦ οἴνου γενέσθαι
ὥστε πηρωθῆναι αὐτόν . καὶ Πίνδαρος δέ φησι , περὶ νυμφῶν ποιούμενος τὸν λόγον : ἰσοδένδρου τέκμαρ αἰῶνος λαχοῦσα .
5170175 πετρα
μήτε χλιαρὰ μήτε πικρὰ , ἀλλ ' ἡδίστη . Ἀγέλαστος πέτρα : ἐπὶ τῶν λύπης προξένων ἡ παροιμία : ἐπ
τῶν κρημνῶν ῥίψαντες σφᾶς ἀπέθανον . εἴχετό τε Ἀλεξάνδρῳ ἡ πέτρα ἡ τῷ Ἡρακλεῖ ἄπορος γενομένη καὶ ἔθυεν ἐπ '
5169427 διατρεφονται
πρεσβύτερα καὶ νοσεῖν ἀρχόμενα καταναλίσκοντες ἀπὸ τούτων τὸν ἅπαντα χρόνον διατρέφονται . διόπερ τὴν τῶν γονέων προσηγορίαν ἀνθρώπων μὲν οὐδενὶ
τὸν πίπτοντα καρπὸν ἀπὸ τῶν δένδρων ὄντα πολὺν ἀθροίζοντες ἀπόνως διατρέφονται , κατὰ δὲ τὸν ἄλλον καιρὸν τῆς βοτάνης τῆς
5165493 φυομενων
ὁρῶσι νικῶντας ὁπότεροι ἂν πλέον διδῶσιν . ἀλλὰ καὶ τῶν φυομένων ἐκ τῆς γῆς τὰς δυνάμεις οἱ παῖδες πρόσθεν μὲν
, τοῦτο μὲν ὑπὸ τῆς τῶν σπειρομένων ἐν ταὐτῷ καὶ φυομένων συνεχοῦς καὶ ἐπαλλήλου πυκνότητος , τοῦτο δ ' ὑπὸ
5162206 ὀρεινη
κλῆμα βότρυος ἔχον : ὀφροκόρινθος ὄνομα τόπου : ὀφρυόεσσα , ὀρεινὴ , ἔνδοξος . ὀχμάζει λαμβάνει : κατὰ δὲ τὸ
μετὰ δὲ ταῦτα τῶν βαρβάρων ἀντιφθεγξαμένων συνήχησε μὲν ἡ σύνεγγυς ὀρεινὴ πᾶσα , τὸ δὲ μέγεθος τῆς βοῆς ὑπερῆρε τὴν
5161132 ἀνυδρος
ἐπὶ τὴν Κητίαν ἄκραν στάδιοι ιεʹ : ὕφορμός ἐστιν , ἄνυδρος δέ . Ἀπὸ τῆς Κητίας ἄκρας εἰς Διονυσιάδας στάδιοι
: τὰ δὲ κατύπερθε τῆς θηριώδεος ψάμμος τέ ἐστι καὶ ἄνυδρος δεινῶς καὶ ἔρημος πάντων . Ἐκείνους ὦν τοὺς νεηνίας
5160791 ἁλμης
ἀγρευτῆρσιν ὄλωνται . Ἄλλους δὲ ξεῖνός τε καὶ οὐκ ἐνδήμιος ἅλμης εἷλεν ἔρως , χερσαῖον ἐπ ' ἰχθύσιν οἶστρον ἐγείρων
δ ' αὐτοὺς ἀλεπίστους ὀπτήσας μαλακοὺς χρηστῶς προσένεγκε δι ' ἅλμης . μηδὲ προσέλθῃ σοί ποτε τοὖψον τοῦτο ποιοῦντι μήτε
5158868 δενδρεων
μὲν ῥίζας τὸ θέρος ὀρύσσοντες παντοίας , καρποὺς δὲ ἀπὸ δενδρέων ἐξευρημένους σφι ἐς φορβὴν κατατίθεσθαι ὡραίους καὶ τούτους σιτέεσθαι
χρέονται , κατάπερ λέγει Νέαρχος , λίνου τοῦ ἀπὸ τῶν δενδρέων , ὑπὲρ ὅτων μοι ἤδη λέλεκται . τὸ δὲ
5156237 λιμνης
. . Αἰγάς , ἔνθα τέ οἱ κλυτὰ δώματα βένθεσι λίμνης : ἡ διπλῆ ὅτι κατὰ τὰς Αἰγὰς ἐν βυθῷ
ἡμερέων ἀπὸ τοῦ Τανάϊδος ὁδόν , τριῶν δὲ ἀπὸ τῆς λίμνης τῆς Μαιήτιδος πρὸς βορέην ἄνεμον . Ἀπικόμενοι δὲ ἐς
5155459 Ὑμηττου
μέλι καὶ τὰ κέντρα ἀνέλκουσαι δέει τοῦ ἐγχρίσαι . ἐξ Ὑμηττοῦ τάχα ἥκουσι καὶ ἀπὸ τῶν λιπαρῶν καὶ ἀοιδίμων :
τῶν ὀρῶν φυτεύουσι καὶ ἐν Σικυῶνι καὶ Ἀθήνῃσιν ἐκ τοῦ Ὑμηττοῦ : παρ ' ἄλλοις δὲ ὅλως ὄρη πλήρη καὶ
5145523 κειροντες
ἠγερέθονται : συναθροίζονται . Κτῆσιν : περιουσίαν , οἰκεῖα . κείροντες : ἐσθίοντες , δαπανῶντες . ἀσημάντοιο : ἀφυλάκτου ,
ὀστρέου τὰ μὲν ἄλλα κατεσκευασμένος , ὥσπερ οἱ τὰς σπογγιὰς κείροντες , ἔστι δὲ αὐτῷ καὶ πλινθὶς σιδηρᾶ καὶ ἀλάβαστρος
5141700 Σικελικος
οὐ τὸν πιθανὸν ἀλλὰ τὸν τεχνικὸν ἢ σπουδαῖόν φησι . Σικελικὸς δ ' ἢ Ἰταλικός , οἷον Ἐμπεδοκλῆς . Πυθαγόρειος
: μετὰ δὲ τὸ Τυρσηνικὸν πέλαγος ὁ Σικελὸς ῥόος ἢ Σικελικὸς πόντος ἀπὸ δύσεως πρὸς ἀνατολὰς κυρτὸς ἢ κυρτούμενος ἐπιστρέφεται
5121974 ναστων
τι ἡ πρώτη συζυγία ἔχει : τῶν γὰρ ἄλλων νεύρων ναστῶν ὄντων , αὕτη μόνη κούφη ἐστὶ καὶ κοιλότητα ἔχει
πλέῳ διὰ τῶν στενωπῶν τονθολυγοῦντες ἔρρεον αὐταῖσι μυστίλαισι , καὶ ναστῶν τρύφη , ὥστ ' εὐμαρῆ γε καὐτομάτην τὴν ἔνθεσιν
5121611 χιονος
ἵππων καὶ τῶν ὑποζυγίων σακία περιειλεῖν , ὅταν διὰ τῆς χιόνος ἄγωσιν : ἄνευ γὰρ τῶν σακίων κατεδύοντο μέχρι τῆς
ῥοαὶ , ὃς ἀντὶ δίας ψακάδος Αἰγύπτου πέδον λευκῆς τακείσης χιόνος ἀρδεύει γύας . πῶς οὖν , ὦ σοφώτατε Εὐριπίδη
5114190 Μαιωτις
λεγόμενον , ὡς Δημήτριος εἴρηκεν , ἐφ ' οἷς καὶ Μαιῶτις λίμνη λέγεται : ὡς δὲ Ἔφορος λέγει , Σαυροματῶν
στόμα τῆς Μαιώτιδος λίμνης ἐστὶ στάδια κʹ . Ἡ δὲ Μαιῶτις λίμνη λέγεται ἥμισυ εἶναι τοῦ Πόντου . Ἐν δὲ
5110109 σφενδαμνον
γένος : πλείστην δ ' ὀξύην ἔχει καὶ ἐλάτην , σφένδαμνόν τε καὶ ζυγίαν , ἔτι δὲ κυπάρισσον καὶ κέδρον
γένος : πλείστην δ ' ὀξύην ἔχει καὶ ἐλάτην , σφένδαμνόν τε καὶ ζυγίαν , ἔτι δὲ κυπάρισσον καὶ κέδρον
5109091 ἰλυν
κανθοὺς κάτω σανίδας προσήλωσεν , ὅπως οἱ τροχοὶ ἐς τὴν ἰλὺν τοῦ ποταμοῦ μὴ καταδύοιντο : ἄνδρας δὲ ἐρρωμενεστάτους τὰ
ὑπερανεστηκότες τόποι . λέγεται δὲ πρόσχωμα κἀκεῖνο ἔνθα καταρρέον ὕδωρ ἰλὺν περιττὴν καὶ ψάμμον τίθησι σωρηδόν . . ἐνταῦθα ἤγουν
5099906 Ἀλεισιον
' Ὑρμίνη καὶ Μύρσινος ἐσχατόωσα πέτρη τ ' Ὠλενίη καὶ Ἀλείσιον ἐντὸς ἐέργει κτλ . , , : καὶ τὸ
Ὑρμίνη καὶ Μύρσινος ἐσχατόωσα ” πέτρη τ ' Ὠλενίη καὶ Ἀλείσιον ἐντὸς ἐέργει , τῶν αὖ „ τέσσαρες ἀρχοὶ ἔσαν
5094598 δρυς
ἀποθρώσκωσιν , ἐπ ' ἀλλήλαις δὲ πέσωσι , πολλαὶ δὲ δρῦς ὑψίκομοι , πολλαὶ δέ τε πεῦκαι αἴγειροί τε τανύρριζοι
χαρὰν καλοῦσιν . . . . , : Ἡ γὰρ δρῦς ἱερὰ τῆς Ῥέας , ὥς φησιν Ἀπολλόδωρος ἐν τρίτῳ
5091312 ναπη
. ἐκ δ ' αὐτῆς εἴσω κατακέκλιται ἤπειρόνδε κοίλη ὕπαιθα νάπη , ἵνα τε σπέος ἔστ ' Ἀίδαο ὕλῃ καὶ
τέλους συλλαβὴν εἰς φωνῆεν λήγουσαν μὴ τῷ Ο βαρύνεται : νάπη λύπη σκέπη κώπη . τὸ δὲ τυπή ὀξύνεται καὶ
5087666 ὀστρεων
πτύσσω : πτύον : πτύχει : πτύανοι , μῖγμα παντοδαπῶν ὀστρέων : πτυγαργὸς , λέγεται , δὲ καὶ δίχα τοῦ
πολὺ διάφοροι τῶν παρ ' ἡμῖν . γίνεται δὲ καὶ ὀστρέων πολὺ πλῆθος : ἓν δὲ ἴδιον ὃ καλοῦσιν ἐκεῖνοι
5086127 Ἀραβιης
πρῶτόν ἐστιν : πολλὰ γὰρ αὐτοῖσιν ἀπικνέεται χρήματα ἔκ τε Ἀραβίης καὶ Φοινίκων καὶ Βαβυλωνίων καὶ ἄλλα ἐκ Καππαδοκίης ,
ἄκρη ἐς μυχὸν ὀξυνθεῖσα τιταίνεται Ὠκεανοῖο : οὖρον δ ' Ἀραβίης τεκμαίρεται ἄγχι θαλάσσης εὐρύτερον , τόθι γαῖα κελαινῶν Αἰθιοπήων
5083616 ἀκροδρυων
ὁμοίως δ ' ἐξ ἐλαιῶν ἔλαιον καὶ ἀπὸ τῶν ἄλλων ἀκροδρύων ἡμέρους καρπούς , ἵνα μὴ τἀναγκαῖα μόνον ἔχοντες αὐχμηρότερον
φησὶ καλεῖσθαι ἀγνοῶν . Γλαυκίδης γὰρ ἱστορεῖ ἄριστα λέγων τῶν ἀκροδρύων εἶναι μῆλα κυδώνια , φαύλια , στρουθία . κυδωνίων
5075962 εὐυδρος
- θρωπον . Ἡ δὲ πόλις ξηρὰ πᾶσα , οὐκ εὔυδρος , κακῶς ἐρρυμοτομημένη διὰ τὴν ἀρχαιότητα . Αἱ μὲν
ὁ τόπος οὗτος ἐμφερὴς τῷ Ἄμμωνι , φοινικοτρόφος τε καὶ εὔυδρος , ὑπέρκειται δὲ τῆς Κυρηναίας πρὸς μεσημβρίαν : μέχρι
5070360 πλινθου
φαρμακὸν ἀγινεῖ Ἀβδήροις ὠνητὸς ἄνθρωπος καθάρσιον τῆς πόλεως , ἐπὶ πλίνθου ἑστὼς φαιᾶς , θοίνης ἀπολαύων δαψιλοῦς , ἐπειδὰν διάπλεως
δὲ τῆς ἔξω , τοῦτο δὲ τοὺς μὲν ἐξ ὀπτῆς πλίνθου καὶ ἀσφάλτου , τοὺς δὲ ἐξ αὐτῆς τῆς πλίνθου
5068048 λειμων
καὶ ἐπὶ γενικῆς : δαφνών : παρθενών : ἀνδρών : λειμών : χειμών : ἀγών : αἰών : σεσημείωται τὸ
] ! [ . . . θελουσ ! [ ! λειμών ? ? ? [ ! ] ! ! !
5064995 εὐλιμενος
. Ἐκ Θώνιδος δὲ πλοῦς εἰς Φάρον νῆσον ἔρημον 〚 εὐλίμενος δὲ καὶ ἄνυδρος 〛 στάδια ρνʹ . Ἐν δὲ
κατὰ τοὺς κρυμοὺς ὥστε πεζεύεσθαι . ἅπας δ ' ἐστὶν εὐλίμενος ὁ στενωπὸς οὗτος . Ὑπέρκειται δὲ τῆς Κοροκονδάμης εὐμεγέθης
5055995 σαρκοφαγος
, ἐκ μικροῦ γίνεται μέγας ταχέως . ἐστὶ δὲ καὶ σαρκοφάγος καὶ καρχαρόδους , ἔτι δὲ καὶ μονήρης . ἴδιον
φάγρῳ . ἔστι δὲ μονήρης , ὥς φησιν Ἀριστοτέλης , σαρκοφάγος καρχαρόδους , τὴν χροιὰν μέλας , ὀφθαλμοὺς μείζονας ἢ
5052420 εὐοινος
ἀπωτέρω τῆς θαλάττης : ἅπασα μὲν ἡ χώρα αὕτη οὐκ εὔοινος , πλείω δεχομένου τοῦ κεράμου θάλατταν ἢ οἶνον ὃν
ἀπὸ Βιβλίνης οὕτως καλουμένης Θρᾳκίας ἀμπέλου , ἥτις διὰ τὸ εὔοινος εἶναι καὶ ἐν Ἑλλάδι μετετέθη καὶ ἐν Σικελίᾳ ὑπὸ
5050968 Ἰνδικος
Ἰνδῷ ποταμῷ οἱ νότιοι Σκύθαιοἱ καὶ Ἰνδοσκύθαι καλούμενοικατοικοῦσιν , ὅστις Ἰνδικὸς κατέναντι τῆς ἐρυθρᾶς θαλάσσης κατέρχεται ταχὺν ῥοῦν ἐπὶ τὸν
πολλῶν τῶν θηρίων τῆς μητρὸς συλλαβούσης τίκτεται . ὅτι ὁ Ἰνδικὸς πάνθηρ μύρου ὄζων διὰ τῆς εὐωδίας τὰ θηρία ἐφελκόμενος
5050866 τυφλη
αὐτῷ καὶ ὁ κῆπος ἥμεροί τε καὶ ἔγκαρποι ἦσαν , τυφλὴ δὲ ἡ διάνοια καὶ ἀγρία , ἀλλ ' οὐδὲ
: πολλάκις δὲ καὶ ὑπεροχῆς ἄνευ γίνεται ῥαγὰς αἱμορραγοῦσα . τυφλὴ αἱμορροῒς οἴδημα λεῖον ἐρυθρόν , ἐντὸς τῆς ἕδρας ,
5047432 φηγος
. φέρτρῳ φορείῳ : “ κείμενον ἐν φέρτρῳ . ” φηγός ἡ δρῦς , καὶ φήγινος ὁ δρύϊνος : “
λάχανον , . . γογγυλίς , ὦχρος , λάθυρος , φηγός , βολβός , τέττιξ , ἐρέβινθος , ἀχράς ,
5043074 πεπυκασμενην
μετὰ ταῦτα διατρίψαντα περίοπτον ὑπὲρ τὸ θέατρον κατασκευάσαντα σχεδίαν χλωρᾷ πεπυκασμένην ὕλῃ , ὥσπερ ἐπὶ τῶν Βακχικῶν ἄντρων γίνεται ,
νῆσος εὐμεγέθης οὖσα , πολλὴν τῆς χώρας ὀρεινὴν ἔχει , πεπυκασμένην δρυμοῖς συνεχέσι καὶ ποταμοῖς διαρρεομένην μικροῖς . οἱ δ
5041503 εὐρεις
σκληρά , κοιλία πλατεῖα κοίλη , ὦμοι καρτεροί , ὠμοπλάται εὐρεῖς διεστηκότες , στέρνα ῥωμαλέα καὶ μετάφρενα , ἰσχία σκληρά
γλυκὺ ἐκ τῆς γῆς ἀναρρήγνυται : εἰ δ ' αὖ εὐρεῖς , ἁλμυρὸν , πλὴν ὅσον οὐχ οἷον ἦν ἐξ
5036951 θαλασσης
: βῆν δ ' ἰέναι ἐπὶ νῆα θοὴν καὶ θῖνα θαλάσσης . ἀλλ ' ὅτε δὴ σχεδὸν ἦα κιὼν νεὸς
' ἁλὸς θείοιο κρατευτάων ἐπαείρας , ” ἐπὶ δὲ τῆς θαλάσσης “ οἴχεται εἰς ἅλα δῖαν ” ἤγουν τὴν μεγάλην
5033371 σχιζομενη
τρῆμα κοινὸν στρογγύλον ἴσον εὖρος τῷ πάχει τοῦ νεύρου : σχιζομένη δ ' αὐτίκα τῷ μὲν ἑτέρῳ τῶν μερῶν ὀπίσω
ἄλλῳ [ καὶ ἄλλῳ ] πλάτει , μετὰ δὲ ταῦτα σχιζομένη καὶ τελευτῶσα εἰς δύο κόλπους πελαγίους , τὸν μὲν
5032590 πρεμνων
τε καὶ ὀσμύλους ἐκ τῶν κυμάτων προελθόντας καὶ διὰ τῶν πρέμνων ἀνερπύσαντας καὶ τοῖς κλάδοις περιπεσόντας καὶ ὀπωρίζοντας , καὶ
τοὺς μὲν ἄλλους τρόπους φύεται πάντας , ἀπὸ δὲ τῶν πρέμνων καὶ τῶν ξύλων οὐ φύεται : μηλέα δὲ καὶ
5031196 ἱπποβοτος
διαφερόντως καὶ ἡ Ἀρμενία : καλεῖται δέ τις καὶ λειμὼν ἱππόβοτος , ὃν καὶ διεξίασιν οἱ ἐκ τῆς Περσίδος καὶ
. ἔστι μέντοι πᾶσα μὲν εὔδενδρος , ἡ δ ' ἱππόβοτος καὶ τοῖς ἄλλοις θρέμ - μασι πρόσφορος : ἅπασα
5029120 ἐμμητρον
καὶ Ἀντιφάνης ἐν Φιλομήτορι [ . . ] οὕτως : ἔμμητρον ἂν ἦι τὸ ξύλον , βλάστην ἔχει : μητρόπολίς
. μνημονεύει τῆς μήτρας καὶ Ἀντιφάνης ἐν Φιλομήτορι οὕτως : ἔμμητρον ἂν ᾖ τὸ ξύλον , βλάστην ἔχει : μητρόπολίς
5020187 ὀρεινης
κώλοις ἄλλοτε δ ' οὐρείης : ἢ χερσαίης χελώνης ἢ ὀρεινῆς κυτισηνόμου δὲ ἐπειδὴ χελώνης εἴδη δύο , ὄρειον καὶ
καὶ ὅσα κατεβλήθη σπέρματα , ἐπάρατος δὲ ἡ βαθύγειος τῆς ὀρεινῆς καὶ ὅσα γένη δένδρων ἡμέρων : ἐπάρατοι τῶν θρεμμάτων
5018171 κλαδων
καὶ ἔλαιον ἐνέγκοι ἂν κάλλιον ἡ ἐλαία , καλλιελαίου φυτοῦ κλάδων ἐμβληθέντων . δεῖ δὲ λαμβάνειν τοὺς κλῶνας ἀπὸ τῶν
δὲ οὕτως ὅτι καθάπερ πέταλα δένδρων ἐν αὐτῷ διαφαίνονται μετὰ κλάδων συνεχεστέρων . Ζώνας διαφανεῖς ἔχει ἐν ἑαυτῷ . Ἔχει
5016978 αἰγιαλος
ἔχουσι , πέλαγος . Ἐπέδραμον : ἐπιτρέχουσιν . αἰγιαλοῖσι : αἰγιαλὸς παρὰ τὸ αἶα ἡ γῆ καὶ τὸ γείτων καὶ
* κρόκῃσι κρόκαις , αἰγιαλοῖς . κρόκη δὲ λέγεται ὁ αἰγιαλὸς ἀπὸ τοῦ κείρω τὸ κόπτω κερόκη καὶ κρόκη ,
5012647 πιτυς
. ἢ ὥς τις εἶπεν , ὅτι : λεπταῖς ὑπεσύριζε πίτυς αὔραις : περὶ μὲν δὴ τὴν λέξιν οὕτως .
κυπάρισσος , δάφνη , μηλέα , σφένδαμνος , ἐλάτη , πίτυς . ταῦτα δὲ μεταφυτευόμενα βελτίονα ἔσται . Ἀπὸ δὲ
5012324 ἐπιδερμις
τοῦ δέρματος ἀφίσταταί τε καὶ ἀποπίπτει καθάπερ τις λοπὸς ἡ ἐπιδερμὶς ὀνομαζομένη , καθ ' ἣν ἴσχονται μᾶλλον τῶν εἰς
καὶ τοῦ δέρματος ἀφίσταται καὶ ἀποπίπτει καθάπερ τις λοπὸς ἡ ἐπιδερμὶς ὀνομαζομένη , καθ ' ἣν αἵ τε ψῶραι καὶ
5001138 κοιλη
καλεῖ Πύλον ὁμωνύμως τῇ πόλει . ὅτι δὲ διώριστο ἡ κοίλη Ἦλις ἀπὸ τῶν ὑπὸ τῷ Νέστορι τόπων , ὁ
. Νυμφῶν ἄντρον ἦν , πέτρα μεγάλη , τὰ ἔνδοθεν κοίλη , τὰ ἔξωθεν περιφερής . Τὰ ἀγάλματα τῶν Νυμφῶν
4993998 πεποιημενη
δὲ πυριῆται καὶ ἀναστῇ ἀπὸ τῆς πυρίης , κηρωτὴ ἔστω πεποιημένη ἀπὸ τῆς πρώτης ἡμέρης ὡς καλλίστη , καὶ ξυμμίξαι
: χαριεστέρη γὰρ ἡ πρὸς ἕτερον μέν τι ἐς τέχνην πεποιημένη , τέχνην δὲ τὴν πρὸς εὐσχημοσύνην καὶ δόξαν .
4992601 Ἰνδιας
τε πόλιν , ἣ καὶ τὰ εἴδη δέχεται θαυμαστῶς τῆς Ἰνδίας : τῶν δὲ τοῦ σώματος μερῶν γονάτων τε καὶ
τρεῖς , Φοινίκης Πισιδίας καὶ Αἰθιοπίας . Σώλιμνα , πόλις Ἰνδίας , ὡς Ἡρωδιανὸς ἐν ἑνδεκάτῳ . τὸ ἐθνικὸν Σωλιμναῖος
4984559 περσειης
καί τε κατατριφθέντα μετ ' ἀργήεντος ἐλαίου σκλήρ ' ἀπὸ περσείης κάρυα βλάβος οὖλον ἐρύξει , Περσεὺς ἥν ποτε ποσσὶ
σκλήρ ' ] γράφεται ξῆρ ' , ξηρά : κατεσκληκότα περσείης ] δένδρον ἐστὶ περσέα , ἢ ῥοδακινέα κάρυα ]
4983577 ὀρεινην
: ἀπάνθρωπον : εἰς ὄρη : ῥῖψαι κυσὶ δαῖτα καὶ ὀρεινὴν ἀποβολήν : † πᾷ στῶ : ἐπὶ ταύτην δηλονότι
ἀφθονίας οὔσης τῶν ἐπιτηδείων . Ἴδιον δέ τι κατὰ τὴν ὀρεινὴν τὴν πλησίον ὑπῆρχε . χωρὶς γὰρ τῆς πρὸς ναυπηγίαν
4981471 ὀργυιας
ἤτοι τοὺς ἀνέμους . ὠργυιωμένους ἐκτεταμένους ἡπλωμένους ἢ ἀπὸ τῆς ὀργυιᾶς ἤτοι τῆς ἐκτάσεως τῶν χειρῶν ἢ ἀπὸ τοῦ ὀργῶ
. Συνελθόντες οὖν οἱ κωμῆται νύκτωρ σιροὺς ὀρύττουσι τὸ εὖρος ὀργυιᾶς , τὸ βάθος τεττάρων . Τὸ μὲν δὴ χῶμα
4974720 πορφυρας
Περσίδος . ταῶσι ] τοῖς κόλποις τοῖς πεποικιλμένοις , ὅτι πορφύρας ἔχουσι καὶ τιάρας : τοιοῦτοι γὰρ Πέρσαι ἀλαζόνες .
ἐκβρασμάτιον τῶν Ἰνδικῶν καλάμων , τὸ δὲ βαφικόν ἐστιν ἐπανθισμὸς πορφύρας ἐπαιωρούμενος τοῖς χαλκείοις , ὃν ἀποσύραντες ξηραίνουσιν οἱ τεχνῖται
4971192 λευκη
θραυόμενον . Στυπτηρία ἀρίστη ἐστὶν ἡ σχιστή , πρόσφατος καὶ λευκὴ ἄγαν καὶ ἄλιθος . Σῶρι προκριτέον τὸ Αἰγύπτιον ,
εἶναι . Καὶ ἐπεξέλθωμεν ἑκάστου τὴν αἰτίαν . διὰ τί λευκὴ ἡ ὑπόστασις θέλει εἶναι ; τοῦτο κατὰ δύο αἰτίας
4969844 πλατανος
οἱ φλοιοὶ πλὴν τῶν γλυκέων , περσικῆς ὁ καρπός , πλάτανος , κιτρίου ἡ σάρξ , τὸ ἀπὸ τοῦ σίτου
σημεῖόν τι καὶ παρακολούθημα . ἢ ὅτι διὰ τί ἡ πλάτανος φυλλορροεῖ ; ὅτι λευκή ἐστιν . οὐ γὰρ τὸ
4968300 προελθοντι
, οὐκ οἶδα . ἐκ Κορώνης δὲ ὡς ὀγδοήκοντα σταδίους προελθόντι Ἀπόλλωνός ἐστιν ἱερὸν πρὸς θαλάσσῃ τιμὰς ἔχον : ἀρχαιότατόν
τῷ πέρατι Ἀπόλλωνος ναός ἐστι καὶ ἄγαλμα κιθάραν ἔχον . προελθόντι δὲ ἀπὸ Ζάρακος παρὰ τὴν θάλασσαν ἑκατόν που στάδια
4967398 πετρωδης
προείλετο πρὸς γάμον συμπραττόντων ἐκείνων . οὕτω δ ' ἐστὶ πετρώδης ἡ νῆσος ὥστε ὑπὸ τῆς Γοργόνος τοῦτο παθεῖν αὐτήν
καὶ ἡδεῖα οὐδὲν ἀντίτυπον ἢ δύσβατον ἔχουσα , ἡ δὲ πετρώδης καὶ τραχεῖα πολὺν ἥλιον καὶ δίψος καὶ κάματον προφαίνουσα

Back