ὃς λέγει τότε ἂν ἔχοιτε τόδε τι , ὅταν Νίβας κοκκύσῃ . Ὅτε Ἀλέξανδρος τὰ μὲν ἐδόνει τῆς Ἰνδῶν γῆς
δὲ τῷ ποθοῦντι οὐδὲ τὸν τάφον . Εἰ μὴ ἀλέκτωρ κοκκύσῃ , τὰς ὥρας ἀγνοοῦμεν . Ἑρμηνεία . Πείθουσιν ἡμᾶς
8905599 Νιβας
ἥκιστα . Θεσσαλονίκῃ τῇ Μακεδονίτιδι χῶρός ἐστι γειτνιῶν καὶ καλεῖται Νίβας . οὐκοῦν οἱ ἐνταῦθα ἀλεκτρυόνες ᾠδῆς τῆς συμφυοῦς ἀμοιροῦσι
, ὃς λέγει τότε ἂν ἔχοιτε τόδε τι , ὅταν Νίβας κοκκύσῃ . Ὅτε Ἀλέξανδρος τὰ μὲν ἐδόνει τῆς Ἰνδῶν
6944272 Σχημα
: Ἐὰν παρίδωσιν οἱ ἄνδρες . . κύνα δέρειν : Σχῆμά ἐστιν ἀκόλαστον εἰς τὸ αἰδοῖον . ἐν δὲ τοῖς
Βουθρώτιος . Λέπιδος δέ φησι διὰ τοῦ τ Βουτρώτιος . Σχῆμά ἐστι λόγου πλοκὴ τῶν τοῦ λόγου μερῶν κατά τινα
6615823 ζητῃς
πρός τινα τῶν μαθητῶν αὐτοῦ ἔφη : „ ἐὰν καιρὸν ζητῇς πρὸς φιλοσοφίαν , καιρὸν οὐχ ἕξεις „ . Περίανδρος
οὖν τὸ πρῶτον συνέβη ; Οὐδὲ γὰρ ἦλθεν , ἵνα ζητῇς πῶς οὖν ἦλθε ; τύχη τίς ἤγαγεν ἢ ὑπέστησεν
6560694 ἐκτεινηται
πολὺ ἕκαστον , ὅταν ἀδυνατοῦν εἰς αὐτὸ νεύειν χέηται καὶ ἐκτείνηται σκιδνάμενον : καὶ πάντη μὲν στερισκόμενον ἐν τῇ χύσει
καὶ μέλαν . καὶ τὸ μεταβάλλειν τὸ α , ἐπειδὰν ἐκτείνηται , εἰς τὸ η , ὡς τὸ Ἥρη ,
6524239 ἐπαινηται
καὶ ἥδιον εὐθύς , ἀλλ ' ὅταν τις ὅτι ἤνεγκεν ἐπαινῆται , μεῖζον εἰς ἡδονήν . καὶ ἔστι γε ὅλως
' , ὅταν εἰς αὐτὸν ἐγκώμια γράφωμεν , μὴ ἀνώνυμος ἐπαινῆται . Τὴν ἐπιστολήν σου λήψεσθαι μὲν ἐλπίζω , λαβεῖν
6509150 ἐρωμαι
καλῶς λέγεις . ὦ Χαιρεφῶν , ἐροῦ αὐτόν . Τί ἔρωμαι ; Ὅστις ἐστίν . Πῶς λέγεις ; Ὥσπερ ἂν
τοῦ παρέχειν αὐτὰ ἑτέροις : ἄγ ' ἤν ς ' ἔρωμαι : ἄγε , ἐάν σε ἐρωτήσω δύο λόγους προβαλλομένη
6507870 ἐντυνεαι
ποιεῖται , ὅ ἐστι μετατροπὴν λαμβάνει . ἐντροπαλιζομένη ἐπιστρεφομένη . ἐντύνεαι παρασκευάζῃ . ἐντυπὰς ἐν χλαίνῃ . τῶν ἅπαξ εἰρημένων
φιλομβρότου ἵμερος αἱρεῖ , καί τ ' ἐπὶ χρυσείης γενεῆς ἐντύνεαι ἔργα γαῖαν ἐπὶ ζείδωρον ἄγων εὐκαμπὲς ἄροτρον , ἢ
6491266 ἀκουῃς
λογιζομένῳ βέλτιστος καταφαίνηται : καὶ Εἰ μὴ σὺ σαυτοῦ λέγοντος ἀκούῃς , ἄλλου λέγοντος μὴ πιστεύσῃς . ἴσως δ '
χώρων ἡμᾶς ἐλυτρώσατο . καὶ σὲ ποιήσω , ἤν μου ἀκούῃς , ἐπ ' ἀληθείας ἄνθρωπον . Λέγε , ὦ
6489627 θουρας
Ὁπλοσμίας ἤτοι τῆς Ἥρας ηὐτρεπισμένον καὶ ἑτοιμασθέντα ταῖς σφαγαῖς . θουρὰς ἡ ὁρμητικὴ πόρνη λέγεται ἡ κατωφερὴς ἀπὸ τοῦ θουρᾶσθαι
φοιτάδος πλάνης τῶν κακῶν τε πημάτων , ὅταν ἡ θρασεῖα θουρὰς καὶ ὁρμητικὴ κύων ἤγουν ἡ γυνὴ Διομήδους Αἰγιάλεια οἰστρήσῃ
6482126 ἐκπιῃς
ἔθηκα τὴν συνθήκην ; καὶ ἐρεῖ σοι ἵνα τὴν θάλασσαν ἐκπίῃς . σὺ δὲ εἰπέ μή τι ἕτερον ; καὶ
τεθείκαμεν τὰς συνθήκας ; καὶ ἐρεῖ σοι ἵνα τὴν θάλασσαν ἐκπίῃς . εἰπὲ οὖν μή τι πλέον ; ἐρεῖ οὔ
6427665 ἀνεμποδιστος
καὶ δὴ καὶ ὑπὸ τῶν ἐναντίων πνευμάτων ἄβατός ἐστι καὶ ἀνεμπόδιστος : ὥσπερ γὰρ ἡλίου καταλάμψαντος οὐ πέφυκε τὴν αὐγὴν
πασῶν τῶν ἕξεων τουτέστι τῶν ἀρετῶν ἐνέργεια ἢ τινὸς αὐτῶν ἀνεμπόδιστος οἷον τῆς σοφίας , φανερὸν ὡς ἂν εἴη τις
6418854 ἐφυμνιον
ἐπικρίνῃ σοφός . ἐπειδὰν δὲ δόξωσιν εἶναι προσηνεῖς , τὸ ἐφύμνιον | ᾄσεται Μωυσῆς λέγων : „ ὠσφράνθη κύριος ὀσμὴν
ὀρθά . . . † τὰ δύο ταῦτα κῶλα καλεῖται ἐφύμνιον ἢ μεσύμνιον . ὀρθά . . ἀντιστροφὴ κώλων ιβʹ
6391567 κατασκευασθῃ
, εἴ τις ἀνέροιτο , οἰκία καὶ πόλις πᾶσα ἵνα κατασκευασθῇ , τίνα συνελθεῖν δεῖ ; ἆρ ' οὐ δημιουργὸν
, ἥτις καλλίστη ἐστὶ καὶ συμφθέγγεται . ἀμέλει ἐὰν οὕτω κατασκευασθῇ ἡ χορδή , ἐπιτιθεὶς εἰς τὴν σύμφωνον αὐτῇ κάρφος
6377731 ἐκλευκος
] πάνυ λευκούμενός τε τῇ τε λευκώσει ὅλως ὀφθήσεται θαυμασιὸς ἔκλευκος λίαν , ὅταν μέλανσις λευκὸν εἰς εἶδος τραπῇ .
θαῦμα καὶ πήξαντες . ἄργυρος τόδε γενήσεται , τὸ εἶδος ἔκλευκος πάνυ μέταλλος , ἣ ἐκ γαίας οὐδὲν ἐκφέρει τοιοῦτον
6348249 θεωρῃ
δὲ γίνεται , ὅταν τις τὴν μὴ εἰκόνα ὡς εἰκόνα θεωρῇ ἢ τὴν εἰκόνα ὡς μὴ εἰκόνα . αἱ δὲ
τὴν ἐπιστήμην . κατ ' ἐνέργειαν δέ , ὡς ὅταν θεωρῇ , καὶ τοῦτο διττῶς : ἢ περὶ τῶν ἀιδίων
6328166 ἁπτηται
εἰς κύκλον ἐγγράφεσθαι λέγεται , ὅταν ἑκάστη γωνία τοῦ ἐγγραφομένου ἅπτηται τῆς τοῦ κύκλου περιφερείας . Σχῆμα δὲ εὐθύγραμμον περὶ
τὰ δύο δεδομένα ᾖ , τὰ δὲ λοιπὰ πλὴν ἑνὸς ἅπτηται θέσει δεδομένης εὐθείας , καὶ τοῦθ ' ἅψεται θέσει
6326988 Λεγοις
ἑκάτερος αὐτῶν ἀπειλήφῃ τὰ ὑπὸ τοῦ λόγου ὀφειλόμενα ἀκοῦσαι . Λέγοις ἄν , ἔφη , ὡς οὐ πολλὰ ἄλλ '
, ὦ Σώκρατες , ἄρτι δοκῶ κατανενοηκέναι τοὺς ἄνδρας . Λέγοις ἄν : ἔοικας γὰρ ἄτοπόν τι καθορᾶν . Ναί
6316106 νοωμεν
ἐστίν . Τὸ νοοῦν καὶ κρῖνον , ὅταν ὁρῶμεν καὶ νοῶμεν , ὅτι τε ὁρῶμεν καὶ ὅτι νοοῦμεν , τὸ
κατὰ παραύξησιν δέ , ὅταν ἀπὸ τοῦ κοινοῦ ἀνθρώπου κινούμενοι νοῶμεν , οἷον ὃς οὐκ ἐῴκει ἀνδρί γε σιτοφάγῳ ,
6314652 ἀκονη
. ἐστὶ δὲ καὶ γένος λίθου φάγρος . ἡ γὰρ ἀκόνη κατὰ Κρῆτας φάγρος , ὥς φησι Σιμίας . χάνναι
. ὃ δοκῶ περὶ τῶν ἀνδρῶν , τοῦτό μοι ἡ ἀκόνη ἡ παροξύνουσα καὶ παρορμῶσα . δόξαν ἔχω ἕως ἔτικτεν
6311641 πλεωμεν
συμμ [ [ ] αι ? Βοιωτίας [ [ ] πλέωμεν [ [ ] ! αι ζαθε [ [ ]
ἕλκεις , εἰπέ μοι , τοιοῦτος ὤν ; ἂν μὲν πλέωμεν ἡμερῶν πλοῦν τεττάρων , σκεπτόμεθα τἀναγκαῖ ' ἑκάστης ἡμέρας
6307741 Κυπαρισσιας
καταβαίνει γὰρ μέχρι θαλάσσης ἐς Μοθώνην καὶ Πύλον καὶ ἐπὶ Κυπαρισσιάς . τὰ δὲ πρὸς Λεχαίου Κορινθίοις Σικυώνιοι προσοικοῦσιν ἔσχατοι
καταβαίνει γὰρ μέχρι θαλάσσης ἐς Μοθώνην καὶ Πύλον καὶ ἐπὶ Κυπαρισσιάς . τὰ δὲ πρὸς Λεχαίου Κορινθίοις Σικυώνιοι προσοικοῦσιν ἔσχατοι
6304280 σκοπειτ
αὐτοῖς . Λέγε δὴ τὴν παρὰ τῶν βασιλέων . καὶ σκοπεῖτ ' εἰ ἄρ ' ὑμῖν δοκοῦσι μηδὲν ἐγκαλεῖν .
τοίνυν ἐπανελθεῖν ἐφ ' ἃ τούτων ἑξῆς ἐπολιτευόμην : καὶ σκοπεῖτ ' ἐν τούτοις πάλιν αὖ , τί τὸ τῇ
6301990 φαλαγγιον
ὁρᾶτε . οὐδένα πώποτ ' ἴσως ὑμῶν ἔχις ἔδακεν οὐδὲ φαλάγγιον , μηδὲ δάκοι : ἀλλ ' ὅμως ἅπαντα τὰ
λεληθότως ἄγειν . . Ἐχόμενον δὲ δὴ τούτων ἐστὶν ἄλλο φαλάγγιον , καὶ καλοῦσιν αὐτὸ μυρμήκιον διότι ἐστὶ παρεοικὸς τῷ
6298182 τιμηθῃ
' αὐτοῖς αὐτὸ τοῦτο πάλιν . Ἐὰν δ ' ἀργυρίου τιμηθῇ , δεδέσθω τέως ἂν ἐκτείσῃ . Πέπαυσο . ἔστιν
ἐκόψατο . διὰ τοῦτο καὶ ὁ κῆρυξ , ἵνα μὴ τιμηθῇ ὁ Πολυνείκης , ἐντέλλεται μήτε διὰ θυσιῶν μήτε δι
6294488 πρωϊμοι
δι ' ἐπιμελείας καὶ πρῷα εἶχον . ὅτι καλοὶ οἱ πρώϊμοι σικύαι , καὶ ἡ παροιμία δηλοῖ ἀρχομένων σικύων καὶ
ἡ παροιμία δηλοῖ ἀρχομένων σικύων καὶ ληγουσῶν κολοκυντῶν . οἱ πρώϊμοι σικύαι καλοὶ καὶ ἀβλαβεῖς . πρῴων : τῶν πρὸ
6293046 ψευδηται
ἄκων ἀληθὲς οὐδὲν εἴποι . Ἡγεῖται δ ' ὅταν τι ψεύδηται τῶν λόγων ὅρκος κατὰ τῶν ἀναισχύντων ὀφθαλμῶν , καὶ
εὖ οἶδ ' ὅτι ἔχει ὑπακουούσας : ἢν δὲ πολλάκις ψεύδηται αὐτάς , τελευτῶσαι οὐδ ' ὁπόταν ἀληθῶς ὁρῶν καλῇ
6289367 πινωσι
Ἀνερροθίαζε περὶ τὰ χείλη τῆς νεώς . Ὅταν δὲ δὴ πίνωσι τὴν ἐπιδέξια . Οἴνου παρόντος ὄξος ἠράσθη πιεῖν .
, ὥς φησι Γαληνός . Διαβήτης λέγεται , ὅταν ἅμα πίνωσι καὶ οὐρῶσι συνεχῶς : λέγεται δὲ καὶ εἰς τὰ
6270955 χοροισι
τε τὴν τελείαν μέλψωμεν ὥσπερ εἰκός , ἣ πᾶσι τοῖς χοροῖσι συμπαίζει τε καὶ κλῇδας γάμου φυλάττει . Ἑρμῆν τε
ἐτίμων τὸν Ἄδρηστον καὶ δὴ πρὸς τὰ πάθεα αὐτοῦ τραγικοῖσι χοροῖσι ἐγέραιρον , τὸν μὲν Διόνυσον οὐ τιμῶντες , τὸν
6269672 παμφυρτος
χόρτων πλῆθος : πάμφυρτος ἐκ τοῦ ἀνέμου ἀφυσγετός ἐστιν . πάμφυρτος ἢ συρφετὸς καὶ πλῆθος βρύων συμμεμιγμένων , ἢ πάμφυρτος
σύμμικτος : συρφετὸς πολὺ τῶν φρυγάνων καὶ χόρτων πλῆθος : πάμφυρτος ἐκ τοῦ ἀνέμου ἀφυσγετός ἐστιν . πάμφυρτος ἢ συρφετὸς
6261212 νοῃ
μηδὲ αὐτὸ μένειν ἁπλοῦν , καὶ ὅσῳ ἂν μάλιστα αὐτὸ νοῇ : διχάσει γὰρ αὐτὸ ἑαυτό , κἂν σύνεσιν δῷ
ψυχὴ καὶ ζωὴ κρείττων ἡ νόησις , καὶ ὅταν ψυχὴ νοῇ , καὶ ὅταν νοῦς ἐνεργῇ εἰς ἡμᾶς : μέρος
6259997 τυχοιμ
μεθύει γὰρ οὐδὲν ἧττον : ὁ δ ' ἕτεροςτί ἄν τύχοιμ ' ὀνομάσας ; βῶλος , ἄροτρον , γηγενής ἅνθρωπος
ὦ πάτερ αἰνόπατερ , τί σοι φάμενος ἢ τί ῥέξας τύχοιμ ' ἂν ἕκαθεν οὐρίσας , ἔνθα ς ' ἔχουσιν
6254917 ἰδηις
. αὔλει [ μοι ] . Νεκρὸν ἐάν ποθ ' ἴδηις καὶ μνήματα κωφὰ παράγηις , κοινὸν ἔσοπτρον ὁρᾶις :
θεοῖς . . φίλους εὐσέβει . . ὃ ἂν μὴ ἴδηις , μὴ λέγε . . εἰδὼς σίγα . .
6231151 ἀως
, προστιθέασι τὸ υ , τὸ ἀὴρ αὐὴρ καὶ τὸ ἄως αὔως λέγοντες . Ἐπεὶ οὖν οὐ μόνον ἄτη ,
τὸ υ , ὡς ἐπὶ τοῦ ἀήρ αὐήρ , καὶ ἄως αὔως . ὅτε δὲ σύμφωνόν ἐστι μεταξὺ , οὐκέτι
6225059 λυπηι
ἐξ ὀφθαλμῶν ἐκείνου στοργῆι τοῦ βασιλέως τε καὶ γυναικὸς τῆι λύπηι λόγος ἐμφέρεται πολλοῖς τὸν βίον ἀποπνεῦσαι . Ἀρριανὸς Βιθυνικοῖς
τύχη . ποῖ δὴ λιπόντε Τρωϊκῶν ἐκ τάξεων χωρεῖτε , λύπηι καρδίαν δεδηγμένοι , εἰ μὴ κτανεῖν σφῶιν Ἕκτορ '
6224548 παθοιμεν
ἂν μηδὲν τῶν ἄνω σωμάτων ἀγένητον ὑπονοήσαντες ὑπὸ ἀλογίας τι πάθοιμεν . Ὥσπερ οὖν ἐκ τοῦ ἐσχάτου τῶν ἀστέρων ἄρτι
οὕτω καλὸν θέαμα τῆς ἑτέρου σοφίας δεόμενον , μὴ ταὐτὸν πάθοιμεν ὥσπερ ἂν εἴ τις ζωγράφος τὴν Ἑλένην εἰς κάλλος
6213818 Μεδεων
πολυίστωρ , ἀπὸ Μεγιστέως τινός . τὸ ἐθνικὸν Μεγιστεύς . Μεδεών , Βοιωτικὴ πόλις . καὶ Φωκικὴ ἑτέρα . Στράβων
μαντεῖον λέγουσι γεγονέναι . Εἶτ ' Ὠκαλέα πόλις ἐστὶ καὶ Μεδεών . Μετά ταύτην ὑπόκειται Θεσπιὰ , κᾆτ ' ἐχομένη
6213784 Φησεις
: ὅταν δὲ χρῆσθαι , ἡ ἀμπελουργική ; Φαίνεται . Φήσεις δὲ καὶ ἀσπίδα καὶ λύραν ὅταν δέῃ φυλάττειν καὶ
τοῦτον ὀκλαδίαν πόει . Μακάριος εἰς τἀρχαῖα δὴ καθίσταμαι . Φήσεις γ ' , ἐπειδὰν τὰς τριακοντούτιδας σπονδὰς παραδῶ σοι
6210646 ἀγριαινῃ
κύματα , ζοφῶδες | δὲ ἔχει τὸ πρόσωπον , ὅταν ἀγριαίνῃ ταρασσομένη τοῖς πνεύμασι : καὶ νῦν μὲν ἀφρῷ λευκῷ
' ἐστὶ τῷ μὲν ἄρρενι , ἐπειδὰν οἴστρῳ κατέχηται καὶ ἀγριαίνῃ : τότε δὴ καὶ λίπους τι διὰ τῆς ἀναπνοῆς
6199432 παροιμιωδης
τέθνηκεν , ἢ διδάσκει γράμματα . Καὶ οὕτως ὁ λόγος παροιμιώδης ἐγένετο . Εἴρηται δὲ ἐπὶ τῶν ἀμφιβόλως λαλούντων .
* τὸ πρὶν * τουτέστι τῇ βαλάνῳ ὡς καὶ ὁ παροιμιώδης χρησμὸς πολλοὶ ἐν Ἀρκαδίᾳ βαλανηφάγοι ἄνδρες ἔασι . χερσαῖος
6188542 λειπῃ
καλῶς , ἀντὶ τοῦ δεῖ χρηστὰ βούλεσθαι : ἢ ἵνα λείπῃ τὸ εἶναι . τὸ δ ' οὐχ οὕτως ἔχει
εἰς τὴν πανήγυριν ἔρωτα καὶ φροντίδας καὶ ὡς οὐδαμῆ ταύτῃ λείπῃ τοῦ τὸν ἀγῶνα τιθέντος . μέγα γὰρ ἡμῖν ἐκεῖ
6184795 λαρος
ἀναστρέφων ἐσώθη . * λοῖσθον δὲ : ὕστερον δὲ ὡς λάρος κυματοδρομήσας , ὡς κόγχος * τε * περιτριβεὶς παντόθεν
διακινδυνευόντων ταῖς ψυχαῖς καὶ πρὸς τοῦτο καρτερῶς ἀγωνιζομένων ταττομένη . λάρος ἐν νεμέσει : παροιμία ἐπὶ τῶν ταχὺ ἀποδιδόντων .
6182972 μεσυμνιον
. . † τὰ δύο ταῦτα κῶλα καλεῖται ἐφύμνιον ἢ μεσύμνιον . ὀρθά . . ἀντιστροφὴ κώλων ιβʹ . ἀντὶ
τὸ τέλος κῶλά ἐστι δύο , ἃ καλεῖται ἐφύμνιον ἢ μεσύμνιον , ὥς φασιν . τῆς δευτέρας στροφῆς τὰ κῶλα
6182319 Αὐριον
τὸ ἀκὴ , καὶ πλεονασμῷ τοῦ μ , ἀκμή . Αὔριον , πλεονασμῷ τοῦ ρ : ἐστὶ γὰρ παρὰ τὴν
] νεκεινου ! [ . . . ἀνεμοτρεφέων πυλάων ἀρίσταρχον Αὔριον δαμασίμβροτον , εἰριπόνοι δμωαί : θάμβος κεδνοὺς κιβωτὸν κίρτος
6171399 βροτειος
τριγενῆ μὴ ἐθνικὰ προπαροξύνεται , εἰ ἀπὸ βραχείας ἄρχοιτο : βρότειος τέλειος φλόγειος λύκειος βόειος . τὸ δὲ Ἐπειός κύριον
ἀφεγγής ] ἀθέατος θεόσσυτος ] ἐκ θεοῦ ὁρμηθεῖσα ἤγουν θεία βρότειος ] ἀνθρωπίνη κεκραμένη ] μεμιγμένη ἤγουν ἡρωϊκή ἵκετο ]
6169950 ἐπισκοπωμεν
ὁ Ἀριστοτέλης διδάξει . ὅταν δὲ ὡς ἐν συλλογισμῷ παραλαμβανομένας ἐπισκοπῶμεν , ὅρους αὐτὰς ὀνομάζομεν , ὡς ἐν τοῖς προοιμίοις
Αἰθιοπίας ὑπονοεῖ γεγονέναι τὸν λόγον : τὰ δ ' ἄλλα ἐπισκοπῶμεν . καὶ πρῶτον ὅτι καὶ αὐτὸς μικρολογεῖται μάτην περὶ
6162869 ἀνακανθον
ὀργάσας πίε . καὶ ἐπὶ τοῦ κοχλίου : ζῷον ἄπουν ἀνάκανθον ἀνόστεον ὀστρακόνωτον ὄμματ ' ἐκκύπτοντα προμήκεα κεἰσκύπτοντα . Ἀντιφάνης
δὲ τοῦτο καὶ ἐν τοῖς Τεύκρου Ὁρισμοῖς : ζῷον ἄπουν ἀνάκανθον ἀνόστεον ὀστρακόνωτον ὄμματά τ ' ἐκκύπτοντα προμήκεα κεἰσκύπτοντα .
6162696 καταλαμβανοιτο
καὶ ἡ ἀντιτυπία . αὕτη γὰρ εἴπερ καταλαμβάνεται , ἁφῇ καταλαμβάνοιτο ἄν . ἐὰν οὖν δείξωμεν , ὅτι ἀκατάληπτός ἐστιν
πέφυκε καταλαμβάνεσθαι : δῆλον ὅτι οὐδὲ ἡ ῥύσις αὐτόθεν ἂν καταλαμβάνοιτο . ἵνα μὲν γὰρ τὴν ῥύσιν ἐπιγνῶμεν , δεῖ
6160561 ᾀδῃ
' ἔμοιγε ταῦτα συμβουλεύειν καὶ Ὅμηρος : ὅταν γὰρ πολλάκις ᾄδῃ . . . . ἢ δόλῳ ἠὲ βίῃφι ,
γὰρ μετὰ τὸ ᾆσαι ἐπάγειν δίστιχον . † ὡς ἂν ᾄδῃ † τὸ ” ἀλλ ' ἐγχείρει “ . καὶ
6155702 δωριζει
διόπερ πολλαῖς αὐτοῦ λέξεσι κέχρηται , διὸ καὶ ἐν ἐνίοις δωρίζει , ὡς καὶ νῦν ἐν τῷ παῶν : πηῶν
. καλῶς μοι δοκοῦντι . ταῦτα ὁ Ἀρχύτας λέγει . δωρίζει δὲ οὗτος , τῷ δοκοῦντι οὖν δωρικῶς ἀντὶ τοῦ
6154532 λυπῃς
γὰρ καὶ τρὶς τάχα τεύξεαι : ἢν δ ' ἔτι λυπῇς , χρῆμα μὲν οὐ πρήξεις , σὺ δ '
Μὰ Δί ' ἀλλ ' ἀφελὼν τὸν στέφανον , ἢν λυπῇς τί με , ἵνα μᾶλλον ἀλγῇς . Λῆρος :
6145976 Φιλω
ἀπ ' αὐτῶν ὀνόματα καὶ ἐπιρρήματα ἑτέρας ἐστὶ χρείας . Φιλῶ τὸν δεῖνα , ὑπερφιλῶ , στέργω , ὑπερστέργω ,
ὦ δαιμόνιε , χάριν ἐμὴν ἅψαι καὶ τῶν μικρῶν . Φιλῶ γὰρ ἐμαυτὸν καὶ διὰ τοῦτο σὲ φιλῶ καὶ φιλεῖν
6145792 ἀγνοηται
διελθεῖν , ἵνα μηδὲν τῶν ἀνηκόντων εἰς τὴν ὑποκειμένην ἱστορίαν ἀγνοῆται . Φρίξον τὸν Ἀθάμαντος μυθολογοῦσι διὰ τὰς ἀπὸ τῆς
τοῦ θεοῦ : διὸ οὐδὲ ἐπιστρέφεται κἂν ὑπὸ πάντων ἀνθρώπων ἀγνοῆται . σεαυτοῦ μὴ κρατῶν ἄλλων μὴ θέλε κρατεῖν .
6140210 ἀναστω
. Σχολαστικῷ τις ἰατρῷ προσελθὼν εἶπεν : Ἰατρέ , ὅταν ἀναστῶ ἐκ τοῦ ὕπνου , ἡμιώριον ἐσκότωμαι καὶ εἶθ '
αἰτιολογικὴν σύνταξιν , ἡνίκα φαμὲν ἵνα ἀναγνῶ ἐτιμήθην , ἵνα ἀναστῶ ἠνιάθη Τρύφων . ὑγιῶς ἄρα ἀπὸ ἑνὸς τοῦ παρακολουθοῦντος
6138908 ἠρτημενη
ἡ ἀπόδοσις ἐν σχήματι ἐπαναλήψεως , ἐπειδὴ διὰ πολλῶν ἦν ἠρτημένη ἄνωθεν ἀπὸ τοῦ ὅταν οὖν ἀποδείξῃ . . .
τὸν ἐν ταῖς χειμερίαις τροπαῖς σημαίνουσι . Ἀνθρώπου καρδία φάρυγγος ἠρτημένη ἀγαθοῦ ἀνθρώπου στόμα σημαίνει . Πολέμου στόμα ἀνθρώπου δηλοῦσι
6134006 εἰπωσι
ἄλλας νήσους οἰκουμένας ἔστιν ἰδεῖν , οὐδὲν ἐχούσας ὅ τι εἴπωσι καὶ παρ ' ὧν φόρον ἐκλέγειν ὑμῖν πρὸ τοῦ
, τῶν εἰς ἁρπαγὴν ἐξουσίαν λαβόντων ἔσται ; ἐὰν οὖν εἴπωσι προσελθοῦσαι ὅτι , ὦ βασιλεῦ , ἀλλ ' ἡμεῖς
6130441 ξυνες
ἄγχι παρέστηκεν θάνατος καὶ μοῖρα κραταιή . ἀλλ ' ἐμέθεν ξύνες ὦκα , Διὸς δέ τοι ἄγγελός εἰμι : σκύζεσθαι
πάτερ κτίστορ : Ἐκ τῶν Πινδάρου ὑπορχημάτων [ . ] ξύνες ὅ τι λέγω ζαθέων ἱερῶν ἐπώνυμε πάτερ κτίστορ Αἴτνας
6129142 ἐγκαλῃς
, ἂν προσιόντων μὲν δῆλος ᾖς χαίρων , ὀκνοῦσι δὲ ἐγκαλῇς . Ἐπῄνουν τὸν πατέρα σου πρὸς τὸν ἄριστον Ἐκδίκιον
ἐστι καὶ τίνες αὐτὸ ἐπιτηδεύουσι . Τοῦτό μοι ὕστερον ἂν ἐγκαλῇς , τί ἕξω ἀπολογήσασθαι ; ναί : ἀλλ '
6126746 ἀπαιολημα
ποδιστῆρας πέπλους . τοιοῦτον ἂν κτήσαιτο φιλήτης ἀνήρ , ξένων ἀπαιόλημα κἀργυροστερῆ βίον νομίζων , τῷδέ τ ' ἂν δολώματι
λέγεται δὲ πρὸς ὠδίνουσαν γυναῖκα . . . ἀπαιόλη καὶ ἀπαιόλημα : στέρησις . Ἀριστοφάνης : ὦ παμβασίλει ' Ἀπαιόλη
6125079 φλεγμαινῃ
καὶ διαφανὴς , καὶ ἐπιλαμβάνει τὴν πνοιὴν , καὶ ἢν φλεγμαίνῃ τὰ σιαγόνια ἔνθεν καὶ ἔνθεν , ἀποπνίγεται : ἢν
ῥινῶν κολιάνδρου χυλόν , ἢ ὀπὸν χυλισθέντα . Ἐὰν ὀφθαλμὸς φλεγμαίνῃ , λιβανωτοῦ ἄῤῥενος , ἐν ἄλλῳ δέ , ἀρνείου
6118993 φηιϲ
[ ! ! ] κωκοϲ ? [ ! ] ! φήιϲ ? ἡνίκ ' ἂν ! αιωτιγ ? ! ?
! ἐλήλυθεν ? ? ? [ ] ? τί ] φήιϲ ; πέπονθαϲ ἀγάθ ' ; ὑπὲρ ταύτηϲ λαλεῖϲ [
6117806 ἀναγνω
ὑπομνήματα ἐρωτήσεως ἵνα γένηται αὐτοῖς ἄφεσις , καὶ ἵνα ἐγὼ ἀναγνῶ αὐτοῖς τὸ ὑπόμνημα τῆς ἐρωτήσεως ἐνώπιον Κυρίου τοῦ οὐρανοῦ
. ἐν γὰρ αἰτία τοῦ ἀναγνῶναί φαμεν οὕτως , ἵνα ἀναγνῶ ἐτιμήθην , ἵνα λοιδορήσω ἐπεπλήχθην : οὐκέτι δὲ τὸ
6109028 ἀβαρες
, κᾆτ ' ἠνιάθην , ὅτι ὄνειρος ἦν ἄρα . ἀβαρὲς γὰρ ὅρκος χρῆμα σοί γ ' εἶναι δοκεῖ ,
εὔκολον . κοῦφον ] ἀβαρές σοί ἐστιν . κοῦφον ] ἀβαρὲς ἔσται σοι . δοίης ] παράσχοις . Ξ τέλος
6100677 Μεγ
Θεσπικήν : κἄπειτεν αἰτήσασαν αὐτὸν μνᾶν μίαν ὁ Μοίριχος , Μέγ ' , εἶπεν . οὐ πρῴην δύο χρυσοῦς λαβοῦσα
. Μὴ σπεῦδε πλουτεῖν , μὴ ταχὺς πένης γένῃ . Μέγ ' ἐστὶ κέρδος , ἢν διδάσκεσθαι μάθῃς . Μισῶ
6087975 βουλευηται
ὅτι ὁ βουλευόμενος , ἐάν τε εὖ ἐάν τε κακῶς βουλεύηται ζητεῖ τι καὶ λογίζεται , τὴν βουλὴν ἀπὸ τῆς
τι καὶ σεμνὸν ἀναγινώσκῃ ἢ γενναῖόν τι καὶ λόγου ἄξιον βουλεύηται . Πολλοῖς καὶ πολλάκις χρῆται τοῖς ἀντιθέτοις ὁ Ἀγάθων
6085013 βροντειον
τεῖχος καὶ πύργος καὶ φρυκτώριον καὶ διστεγία καὶ κεραυνοσκοπεῖον καὶ βροντεῖον καὶ θεολογεῖον καὶ γέρανος καὶ αἰῶραι καὶ καταβλήματα καὶ
κατοπτεύουσιν ἢ γρᾴδια ἢ γύναια καταβλέπει . κεραυνοσκοπεῖον δὲ καὶ βροντεῖον , τὸ μέν ἐστι περίακτος ὑψηλή : τὸ δὲ
6084643 μετεχοι
. Τοῦτο δέ γε πεπονθυῖα οὐδὲν πλέον ἀναρμοστίας οὐδὲ ἁρμονίας μετέχοι ἄν ; Οὐ γὰρ οὖν . Τοῦτο δ '
ἦν δεινόν . Τάχα δὲ καὶ ὁ εὐφημισμὸς καλούμενος ἂν μετέχοι τῆς δεινότητος , καὶ ὁ τὰ δύσφημα εὔφημα ποιῶν
6083575 χἁ
ῥείτω χἁ Συβαρῖτις : πηγὴ Ἰταλίας περὶ Θούριον . ῥείτω χἁ Συβαρῖτις ἐμὶν μέλι : πηγὴ ἐν Σικελίᾳ . ἁ
ὁ γὰρ κύαμος διψοποιός , καὶ πόσεως χάριν φησίν . χἁ στιβάς : ὑποστρώσομεν καὶ στιβάδα πήχεως . στιβάς :
6083367 καμῃ
θύμα , θύμβραν . Ὡς ἡ ποτ ' αὐτὸν ἢν κάμῃ τις , εὐθέως ἐρεῖ [ πρὸς αὐτὸν ] ,
κῦμ ' ἀλεείνων πάντοθεν ἐσσύμενον στυγερῇ ὑπὸ χείματος ὥρῃ χεῖρα κάμῃ καὶ θυμόν , ὑποβρυχίης δ ' ἄρα νηὸς ὀλλυμένης
6081949 τυλωσις
τὰ ἐντὸς μὲν βλεφάρων τραχύτης , παχύτης , σύκωσις , τύλωσις , σκληρία , χαλάζωσις , πλαδαρότης , μύδησις ,
δὲ τὸν ὀφθαλμὸν ἐξυγραίνουσιν . Περὶ τυλώσεως . Ἡ δὲ τύλωσις τραχύτης ἐστὶ χρονία ἐσκληρυμμένας τε καὶ τετραχυμένας ἔχουσα τὰς
6081021 ἀκουῃ
τοῦ μή τινα θαῦμα ποιεῖσθαι , ἐπειδὰν ποιητῶν ἢ συγγραφέων ἀκούῃ τοὺς Πελασγοὺς καὶ Τυρρηνοὺς ὀνομαζόντων , πῶς ἀμφοτέρας ἔσχον
καὶ πρώτου , ἵνα μηδεὶς ὑμῶν , ἐπειδάν τι λέγοντος ἀκούῃ μου τῶν πεπραγμένων , καὶ δοκῇ δεινὸν αὐτῷ καὶ
6076924 Ὁποτ
ὅμως δι ' ἐναντίων ἀλλήλοις πραγμάτων τὸ δηλούμενον ἐπείπομεν . Ὁπότ ' οὖν συνήθης μὲν ἅπασι τοῖς ἄλλοις ὁ τῆς
ὁ δὲ τριταῖος οὐκ ἀκριβής . Διὰ τὶ τοῦτο ; Ὁπότ ' ἂν ὑπερβάλλῃ τὰ τοῦ ἐφημέρου γνωρίσματα καὶ ἐπικρατῇ
6075968 γαλεωτης
μυγαλὴ ἀπὸ τοῦ ἁλίσκειν τοὺς μύας . λέγεται ἀσκαλαβώτης καὶ γαλεώτης ἢ μῦς ἢ ἡ κοινῶς λεγομένη νυμφίτζα , ἀπὸ
τοῦ κωμικοῦ ἀστεῖον : ἐν γὰρ τῷ εἰπεῖν “ νύκτωρ γαλεώτης κατέχεσεν ” ἐπέφερε “ δεῖπνον ἡμῖν οὐκ ἦν ἑσπέρας
6073225 σελαγοιντ
Νίκαρχον . Γ σελαγοῖντ ' ] ἀντὶ τοῦ καίοιντο . σελαγοῖντ ' ] καιόμεναι λάμποιεν . ἐκπληττόμενος ὁ Δικαιόπολις ἐν
ἅψηται , φησί , μόνον , εὐθὺς καίονται . Γ σελαγοῖντ ' ἄν : αἱ ναῦς δηλονότι . ταῦτα δὲ
6071594 μαστακι
μάστακ ' ἐπεί κε λάβῃσι . ” τὸ δὲ πλῆρες μάστακι . μάστιν μάστιγα , Αἰολικῶς . μάσσασθαι μασᾶσθαι ,
αὐτὸ καὶ μάσταξ καλεῖται παρὰ τὸ μασσᾶσθαι , οἷον : μάστακι σιτοβόρῳ ἐναλίγκιος . . . . βρόγχος : ὁ
6068612 κοιλοτατον
ἐνταῦθα σχίζεται , καὶ τὸ μὲν παχύτατον καὶ μέγιστον καὶ κοιλότατον ἐς τὸν ἐγκέφαλον τελευτᾷ , τὸ δὲ ἐς τὸ
ᾠδὰς ἢ τὰ κῶλα τοῖς τρόποις συστησόμεθα , εἰ τὸν κοιλότατον τῶν φθόγγων τοῦ συστήματος ἑνὶ τῶν προσλαμβανομένων ὑποβάλλοιμεν καὶ
6059607 εἰρεσιωνη
' ἐκπλήξεως φαίνεται καὶ μεγάλης τινὸς ἐμφάσεως χρῆσθαι τούτῳ . εἰρεσιώνη κλάδος ἦν ἐλαίας ἐρίοις πεπλεγμένος : ἐξήρτηται δὲ αὐτοῦ
μῆνα Πυανεψιῶνα : πύανα γὰρ ἕψουσιν ἐν αὐτοῖς καὶ ἡ εἰρεσιώνη ἄγεται . Πύγελα : Λυσίας ἐν τῷ ὑπὲρ Βακχίου
6052696 ἀκαταλληλος
χρόνου δηλωτικόν . γέγονεν δὲ καὶ παρὰ τὰς πτώσεις σχηματισμὸς ἀκατάλληλος : ἐπὶ μὲν γὰρ τῆς γενικῆς πτώσεως ἐξενήνοχεν τό
καὶ ἡ ΖΚ δ . Ζητῶ καὶ ἐνταῦθα καταλληλίαν : ἀκατάλληλος γάρ μοι δοκεῖ ὁ τοῦ ἐναντίου λόγος πρὸς τὸ
6050841 γαλεοι
καὶ γυπὸϲ ἐγκέφαλοϲ καὶ αἰθυίηϲ ὠμῆϲ κραδίη καὶ οἱ ἐνοικάδιοι γαλεοὶ βρωθέντεϲ λύουϲι τὴν νοῦϲον . ἐγὼ δὲ τῶνδε μὲν
διῃρημένα , διακεχωρισμένα γένη πολλά . Ἀκανθίαι : ταῦτα πάντα γαλεοὶ καλοῦνται . ἄρα : δή . Ἀλωπεκίαι : πανοῦργαι
6046849 Μητηρ
? ἡ αὐτή . ἐκλήθη δὲ Γῆ μὲν νόμωι , Μήτηρ ? δ ' ὅτι ἐκ ταύτης πάντα γίνεται [
Μητέρα ἀπολιπὼν τῇ Νύμφῃ συνῆν . Καὶ διὰ τοῦτο ἡ Μήτηρ τῶν Θεῶν ποιεῖ μανῆναι τὸν Ἄττιν , καὶ τὰ
6044506 Τραγῳδουμενοις
γενέσθαι Εὔνηον . Ἡ δὲ ἱστορία παρὰ Ἀσκληπιάδῃ ἐν τοῖς Τραγῳδουμένοις . . . . : Ἀσκληπιάδης δὲ ἐν τοῖς
ὅτι δὲ ἐχρήσαντο περιστερᾷ πλεῖν μέλλοντες , καὶ Ἀσκληπιάδης ἐν Τραγῳδουμένοις φησίν . τὸ δὲ πρόσθε τὸ πρότερον δηλοῖ ,
6043373 πινωσιν
ἐπὶ τῷ σίτῳ , ἢ πίνειν ἀηδῶς , ὅταν ὕδωρ πίνωσιν , ἀναμνησθήτω πῶς μὲν ἡδὺ μᾶζα καὶ ἄρτος πεινῶντι
σκορόδοιο ποθεῖσα . Καί τε σὺ μήκωνος κεβληγόνου ὁππότε δάκρυ πίνωσιν , πεπύθοιο καθυπνέας : ἀμφὶ γὰρ ἄκρα γυῖα καταψύχουσι
6042263 ἰητε
ταῦτα λέγει : Σεύθης δέ φησιν , ἂν πρὸς ἐκεῖνον ἴητε , εὖ ποιήσειν ὑμᾶς . νῦν οὖν σκέψασθε πότερον
σεσῶσθαι ἀπὸ τῆς τοσαύτης πολεμίας γῆς . εἰ δὲ μὴ ἴητε , ἡμῖν μὲν ἦν ἀναγκαῖον γράφειν ὑμῖν . πεποίημαι
6041561 προω
προϊέμενον , τὸ δὲ φρῶ παρὰ τὸ προϊῶ γέγονε , προῶ καὶ πρῶ καὶ φρῶ , . , , .
φορᾶς προϊέμενον . τὸ δὲ φρῶ παρὰ τὸ προϊῶ γίνεται προῶ καὶ πρῶ καὶ φρῶ . . . . ,
6031309 Περγη
καλούμενον Κέστρον στάδιοι ξʹ . Ἀναπλεύσαντι τὸν ποταμὸν πόλις ἐστὶ Πέργη . [ ἀπὸ ] τοῦ Κέστρου ἐπὶ Ῥουσκόποδα [
τῆς Παμφυλίας ὑπάρχουσι πόλεις , ἥ τε Κώρυκος καὶ ἡ Πέργη καὶ ἡ ἀνεμώδης Φάσηλις . Μετὰ ταῦτα δὲ ἐπὶ
6030021 Γαυλος
Ὑβέλη : πόλις περὶ Καρχηδόνα . Ἑκαταῖος Ἀσίαι . . Γαῦλος : νῆσος πρὸς τῆι Καρχηδόνι . Ἑκαταῖος Περιηγήσει .
, ὑπὸ Καρχηδονίων οἰκούμεναι : Μελίτη πόλις καὶ λιμὴν , Γαῦλος πόλις , Λαμπάς : αὕτη πύργους ἔχει δύο ἢ
6028643 συντεθωσι
, ΝΞ δυνάμει . ἐὰν δὲ δύο εὐθεῖαι δυνάμει ἀσύμμετροι συντεθῶσι ποιοῦσαι τὸ μὲν συγκείμενον ἐκ τῶν ἀπ ' αὐτῶν
ὅπερ ἔδει δεῖξαι . Ἐὰν δύο μέσαι δυνάμει μόνον σύμμετροι συντεθῶσι ῥητὸν περιέχουσαι , ἡ ὅλη ἄλογός ἐστιν , καλείσθω
6025726 μνημονευοι
, ἐπιλέγοντες ὅπως , ὅταν γένηται βασιλεύς , τῆς χάριτος μνημονεύοι . οὐ μὴν ἀλλ ' ἡ τερατεία προῆλθεν εἰς
δικάζειν . τάχα δ ' ἂν τούτου καὶ ἐν Βελλεροφόντῃ μνημονεύοι εἰπών [ . ] : καὶ ξεστὸν ὄχθον Δαναϊδῶν
6025653 χλιαρους
αὐτὸν ἀναφερομένας κωμῳδίας ἐν Διονύσῳ δευτέρῳ : ταγηνίας ἤδη τεθέασαι χλιαροὺς σίζοντας , ὅταν αὐτοῖσιν ἐπιχέῃς μέλι ; καὶ Κρατῖνος
, εἴσαγε διὰ πασῶν Νικολᾷδας Μυκονίας . ταγηνίας ἤδη τεθέασαι χλιαροὺς σίζοντας , ὅταν αὐτοῖσιν ἐπιχέῃς μέλι ; καὶ ταῦτα
6025582 ἐλυματι
ἀροῦν ὀχυρώτατός ἐστιν , εὖτ ' ἂν Ἀθηναίης δμῶος ἐν ἐλύματι πήξας γόμφοισιν πελάσας προσαρήρεται ἱστοβοῆι . δοιὰ δὲ θέσθαι
ἐν τῷ ἀροτριᾶν σχίζον τὴν γῆν : τοῦτο δὲ τῷ ἐλύματι περιήρμοσται ἄνωθεν ἐμβεβλημένον εἰς αὐτὸ κοῖλον ὄν . τὸ
6025341 ἀποθεστος
. ἀπόθεστος : ποθέσω πεπόθεκα πεπόθεμαι πεπόθεσαι πεπόθεσται ποθεστός καὶ ἀπόθεστος . . . . ἀπορρώξ : ῥήσσω , τὸ
ἀγροτέρας ἠδὲ πρόκας ἠδὲ λαγωούς : δὴ τότε κεῖτ ' ἀπόθεστος ἀποιχομένοιο ἄνακτος ἐν πολλῇ κόπρῳ , ἥ οἱ προπάροιθε
6023404 ἀνδραγαθημα
ἐπειργασμένην ἔχει μάχην τὴν πρὸς Ἀμαζόνας , τὸ Ἀθηναίων πρῶτον ἀνδραγάθημα ἐς οὐχ ὁμοφύλους . ἐπὶ δὲ τοῦ βάθρου τοῦ
κατάκειται δὲ ὁ εὐωχούμενος . ἀνδραγάθημα καὶ ἀνδρία διαφέρει . ἀνδραγάθημα μὲν γάρ ἐστιν , εἰ καὶ τὴν ψυχικὴν ἀρετὴν
6018578 ῥυπτεται
οὐχ , ὡς νῦν , δύο . Ἡ συκάμινος συκαμίνῳ ῥύπτεται : πρὸς τοὺς ἑαυτοῖς τὰ ὠφέλιμα λαμβάνοντας * *
καὶ πατουμένων . καὶ γὰρ οὔροις καὶ τοῖς ἄλλοις ταῦτα ῥύπτεται , καὶ πλυνόμενα περιυβρίζεται καὶ πατούμενα . πέλαγος ἡ
6014742 ἀειν
θεῖον ἀπάνθισμα τῶν ἡρώων . καὶ εἴρηται ἄωτος ἀπὸ τοῦ ἄειν , ὅ ἐστι πνεῖν καὶ ὀδωδέναι . νότῳ τρίτον
: αὐτὸς δὲ φίλης αἰῶνος † ἀμερθείς . παρὰ τὸ ἄειν , ὅ ἐστι πνέειν , σημαίνει δὲ τὸ αἰών
6014025 ὀψια
ἀλλὰ καὶ τὰ βουλεύματα . . βουλυτός : ἡ δειλινὴ ὀψία . . . . Ἀρριανός : γίνεται μάχη καρτερὰ
. ὡς δὲ Μενέστωρ φησίν , ἡ μὲν βλάστησις αὐτῆς ὀψία διὰ τὴν ψυχρότητα τοῦ τόπου , ἡ δὲ πέψις
6008901 συναθροισις
τὴν ἀληθεστέραν εἰπεῖν αἰτίαν , ὅτι κἂν πολλοῦ ὑγροῦ ἐστι συνάθροισις ἐπὶ τῶν ὑδεριώντων , ἀλλὰ λοιπὸν οὐ παύει τὸν
θεῶν . ξυντέλεια ] φρόνησις τοῦ Διός . ξυντέλεια ] συνάθροισις τῶν θεῶν . ἄθροισμα τῶν θεῶν ἐκ μεταφορᾶς τῆς
6007984 ὀγμους
ἐγχαράξεις τῆς γῆς . γράφεται ἀγμοὺς ἀντὶ τοῦ αἰγιαλούς * ὄγμους : ῥήξεις . περὶ ἀμφισβαίνης τὸν δὲ μετ '
εἶναι . ὄγκους τοὺς πώγωνας τῶν βελῶν τῶν τοξικῶν . ὄγμους τοὺς τῶν θεριζόντων στίχους καὶ τοὺς αὔλακας . ὄγχναι
6007034 προφερεστατη
οἱ Ἄργος τεῦξεν Ἀρεστορίδης κείνης ὑποθημοσύνῃσι : τῶ καὶ πασάων προφερεστάτη ἔπλετο νηῶν ὅσσαι ὑπ ' εἰρεσίῃσιν ἐπειρήσαντο θαλάσσης .
καὶ Ἀμφιρὼ Ὠκυρόη τε καὶ Στύξ , ἣ δή σφεων προφερεστάτη ἐστὶν ἁπασέων . αὗται ἄρ ' Ὠκεανοῦ καὶ Τηθύος
6006420 Εἰποις
ἐπιθυμῶν , ἀσχάλλων δὲ τὸ μὴ καταλαμβάνειν τὸ ζητούμενον . Εἴποις ἂν ἰδὼν αὐτὸν πάθος πάσχειν κόρης ἐπίτεκνος ἄρτι γευομένης
οἱ ὕστερον τὰς μουσουργοὺς καὶ κιθαριστρίας καὶ ὀρχηστρίας ἐπεισήγαγον . Εἴποις τὰ τρία παρὰ τῇ αὐλῇ : τοῖς ἐπὶ θάνατον
6000828 διδωται
ἀποθανεῖν μήτε ζῆν θέλων ἐξ ἅπαντος ἀλλ ' ὡς ἂν διδῶται , προσέρχηται αὐτῷ , τί κωλύει μὴ δεδοικότα προσέρχεσθαι
τὰ πρόβατα : οὕτω καὶ ἐν τῷ βίῳ , ἐὰν διδῶται ἀντὶ βολβαρίου καὶ κοχλιδίου γυναικάριον καὶ παιδίον , οὐδὲν
6000826 Κυριως
ἤτοι πάπυρος . Τέμπεα , ἤτοι τὰ μεγάλα στενώματα . Κυρίως γὰρ τὰς διόδους καὶ τὰ στενώματα λέγει τῶν ὀρῶν
πολλὴν δὲ νέαν περιβαλλόμενος . . . . . Πύελος Κυρίως ὅπου τοὺς πυροὺς πλύνουσι , πυρέλους τινὰς ὄντας :

Back