οὐχ ἁπλῶς πᾶσα ἡ τινὸς πρός τι καὶ ἔν τινι πλῆξις ψόφος , οὐ πᾶν ψοφήσει τὸ τυπτόμενον ἢ τύπτον
ἐφ ' ὑγιοῦς σώματος : πληγὴ δὲ ἡ ἐκ χειρὸς πλῆξις . ἐπίκουροι καὶ βοηθοὶ διαφέρει . ἐπίκουροι μὲν γάρ
5879312 πληγη
ἐὰν δὲ παραλλάξωσι καὶ μὴ κατασπῶσιν ὁμοίως , ἀσθενής : πληγὴ γὰρ οὕτως , ἐκείνως δ ' ἀφαίρεσις . ἔστι
ὀσφραίνονται προσενεγκόντες . οὕτω , φησὶν , ἥψατό μου ἡ πληγὴ , ὃν τρόπον ἅπτεται κάρφος μυκτῆρος . οὔκουν ἀνύσεις
5539439 ψοφος
, λέγων οὕτως : τάδ ' ἐστὶ κνισμὸς καὶ φιλημάτων ψόφος : τῷ καλλικοτταβοῦντι νικητήρια τίθημι καὶ βαλόντι χάλκειον κάρα
πλεονασμῷ τοῦ β βόλβιτον . . . . βόμβος : ψόφος τις ἐξ αὐτοῦ . . . . Βομβύκη :
5338656 ἀδιαφορουν
' οὗ καὶ τὸ ὁρᾶν γίνεται φῶς τὸ θεῖον , ἀδιαφοροῦν ἐπιστήμης , ἣ τὸ τῆς ψυχῆς διοίγνυσιν ὄμμα καὶ
τὸ γινόμενον , ἀλλὰ φέγγος ἀρετῆς τὸ περιαυγέστατον , λογικῆς ἀδιαφοροῦν πηγῆς , ὃ καὶ ἑτέρωθι μηνύεται τὸν τρόπον τοῦτον
5171530 διειμενος
ἢ ῥοιᾶς φλοιὸς ἢ αὐτὸς ὁ χυλὸς τοῦ ῥοῦ τοσοῦτος διειμένος τῷ οἴνῳ , ὡς πόριμον τὸ κλύσμα διὰ τοῦ
ἐλαίῳ , ἁλὸς ἄνθος συγκιρνώμενον ἐλαίῳ , ὀπὸς Κυρηναϊκὸς ὕδατι διειμένος εἰς ἀνάτριψιν τοῦ σώματος παραλαμβανόμενος καὶ πινόμενος ὅσον ἐρεβίνθου
5155327 ἠχος
τύχη . θεῶν ] τὰ τῶν . ὠτίοις . * ἦχος . ἀλλὰ φθαρτικὸς . τοιαύτη . ἡμετέρας . ἀντὶ
ἀντὶ τοῦ ψόφει , κροῦε . Ἐπεὶ ὁ τοῦ χαλκοῦ ἦχος οἰκεῖος τοῖς κατοιχομένοις . Φησὶν Ἀπολλόδωρος Ἀθήνησι τὸν ἱεροφάντην
4980329 βροντης
κωμῳδίαις τὰ καλούμενα ἠχεῖα , ὧν ὁ κτύπος σχηματίζεται εἰς βροντῆς ἀπήχησιν . μυκησαμένης ] ἠχησάσης . ὑπὸ θεῶν καταπεμφθείσης
τέρας : ὃς δὴ κεραυνοῦ κρείσσον ' εὑρήσει φλόγα , βροντῆς θ ' ὑπερβάλλοντα καρτερὸν κτύπον , θαλασσίαν τε γῆς
4696084 ἀποθνηισκει
μευ κατακλαίει καὶ ταταλίζει [ ] καὶ ? ? ποθέων ἀποθνήισκει . ἀλλ ' , ὦ τέκνον ? ? μοι
ὄρθιον κατὰ γῆς καὶ ἄνωθεν πέτρην ἐπιτιθεῖσιν σῆμα : καὶ ἀποθνήισκει : τοῦτ ' ἔστιν γὰρ ἴσως τὸ τῶι δόρατι
4694360 σιδηρος
: οἱ ἐκτὸς ἔτι τῶν Μεγάρων ὄντες καὶ μήπω εἰσελθόντες σίδηρός τε : λιθουργός . ὕλην : ἄλλην δηλονότι .
σοφοὺς ἐς τὰς τέχνας εἶναι . Σαυρομάταις γὰρ οὔτε αὐτοῖς σίδηρός ἐστιν ὀρυσσόμενος οὔτε σφίσιν ἐσάγουσιν : ἄμικτοι γὰρ μάλιστα
4679352 ἀνακλισεως
ὑπερέχοντος καὶ ὑπερεχομένου , καὶ αὖ ἕξεως καὶ διαθέσεως , ἀνακλίσεως , καθίσεως , στάσεως , καὶ αὖ πατρὸς υἱέος
φρουροίη καὶ ἄστρα βλέποι τις ὑπνῶν ; ἀλλ ' ἐπὶ ἀνακλίσεως ἁπλῶς εἴρηται , ἵν ' εἴη ὁ φύλαξ οὗτος
4664441 ἐνειλουμενον
λόφον τινὰ πλησίον καταλαβὼν ἡσύχαζε , Κῦρον δὲ τοῖς πολεμίοις ἐνειλούμενον ὁ ἵππος ἐξέφερεν ὑπὸ θυμοῦ μακράν , ἤδη σκότους
ἀδιαχώριστον , φησί , γίνεται εἰκῇ καὶ ἄνευ λόγου ἐντὸς ἐνειλούμενον τὸ πνεῦμα ψόφον ἀποτελεῖ , ἐν ὀλίγῳ δὲ φυσήματι
4662391 βροντη
ὁριζόμενοι λέγομεν , ἄλλως δ ' ἀποδεικνύντες . ἀποδεικνύντες γὰρ βροντή ἐστι πυρὸς ἀπόσβεσις ἐν νέφει , ἡ ἀπόσβεσις πυρὸς
τοῦ πνεύματος πειρωμένου διαφορηθῆναι , κτύπος γίνεται , καὶ καλεῖται βροντή . ἐκεῖνο δὲ τὸ πνεῦμα ἐν τῷ μέσῳ τῶν
4628701 κτυπος
ξυμβολαῖς ὁ στρατός , ἐς τοσόνδε ὁ ἀπὸ τοῦ ῥοῦ κτύπος κατεῖχεν , ὥστε ἐπέστησαν τὰς εἰρεσίας οἱ ναῦται ,
γὰρ ἠχώ τις ἁρμάτων προσβαλεῖν ἔοικεν : ἵππων ὠκυπόδων ἀμφὶ κτύπος οὔατα βάλλει : καί μοι δοκῶ βασιλέως ἀκούειν λέγοντος
4611661 χαλαζης
οὐρανόν , καὶ εἰσῆλθον μέχρις ἤγγισα τείχους οἰκοδομῆς ἐν λίθοις χαλάζης καὶ γλώσσης πυρὸς κύκλῳ αὐτῶν : καὶ ἤρξαντο ἐκφοβεῖν
ἤτοι ὑπὸ κάμπης ἢ ἀκρίδος ἢ μυῶν ἢ κατακλυσμῶν ἢ χαλάζης καὶ τῶν τοιούτων . Ὁ δὲ τοῦ Διὸς ὁμοίως
4557271 ἀθροον
κόλπου καὶ τῇ κροκάλῃ πορευομένους , ὑπεκβάντες τοῦ ἄστεος ἐσβάλλουσιν ἀθρόον ἐς αὐτοὺς εὖ μάλα παρατεταγμένοι , καὶ πολλοὺς μὲν
τὴν τοῦ ὅλου φύσιν ἔχειν , ὃ συλλαβόντες κατὰ τὸ ἀθρόον σῶμα προσαγορεύομεν , οὔτε τὴν τῶν ἀίδιον παρακολουθούντων ,
4545700 ἱσταται
ἀρχῆς ἄχρι τέλους μέχρι τοῦ συνειδέναι τὴν γυναῖκα τῷ φόνῳ ἵσταται . ἔστι δὲ τῶν ἀεὶ ἐμπιπτόντων ἐν τῷ ἁπλῷ
' εἰ μὲν πρὸς ἐλεεινολογίαν λέγοι , ἐγγὺς τοῦ πρέποντος ἵσταται , εἰ δὲ πρὸς πᾶσαν ἰδέαν λόγου , οὐκ
4485896 θαψῳ
. πυρέσσων φησί . ὦχρος δὲ τοῦ φαρμακευθέντος παραπλήσιος γίνεται θάψῳ πίμπρησιν ] ὀγκοῖ συνεχές ] συνεχῶς , πυκνῶς ἀθρόον
τὰ κενώματα καὶ λάπαθος βοτάνη , ἣ κενωτική ἐστιν . θάψῳ : χλωρὸς ἢ ξανθός . θάψος δέ ἐστιν εἶδος
4476721 σπωμενος
ἔδησεν τοῦδε ἕνεκεν ὅπως , εἰ καθυπνώσας τύχοι , ἐγερθείη σπώμενος ὑπὸ τοῦ λίνου . Ὁ δὲ Τήμενος παρῆν διεσκευασμένος
ἐπεγρηγορῶν τοῦ δέοντος , ἐξαίφνης τε ὡς ἐπιστάντος τινὸς φοβεροῦ σπώμενος , ἀμνημονῶν τε καὶ ἀλλόκοτα φανταζόμενος . ταῦτα γὰρ
4466191 ψοφου
τὸ ὕδωρ ἐπήγαγεν ἀθρόον μᾶλλον μετὰ ἰσχυροῦ τῶν βροντῶν τοῦ ψόφου καὶ τοὺς ὀφθαλμοὺς αὐτῶν ἐναντίαις ταῖς ἀστραπαῖς ἐξέπλησσε .
κινεῖ τὴν αἴσθησιν , ἀλλ ' ὑπὸ μὲν ὀσμῆς καὶ ψόφου τὸ μεταξὺ κινεῖται , ὑπὸ δὲ τούτων τὰ αἰσθητήρια
4464176 φαρυγγος
. . φρὴν δὲ ἐστὶν ὑμήν τις διήκων ἀπὸ τοῦ φάρυγγος μέχρι τῶν ὑπογαστρίων μερῶν . διερχόμενος οὖν ἔνθεν κἀκεῖθεν
τὸ πλέον καὶ φλεγμονὰς ἐργάζονται . Τῶν μὲν ἐντὸς τοῦ φάρυγγος μυῶν φλεγμαινόντων , συνάγχη λέγεται τὸ πάθος , τῶν
4460741 φορα
Ἐμπορίαν αἰτεῖς ; ἣν δίδωσιν ναῦς καὶ θάλαττα καὶ πνευμάτων φορά : ἀγορὰ πρόκειται : ὤνιον τὸ χρῆμα . Τί
πάλιν ἠρεμεῖν : οὐ ταὐτὸν δέ ἐστιν περιφορά τε καὶ φορά . δοκεῖ δέ τι μέγα εἶναι καὶ χαλεπὸν γνωσθῆναι
4455546 αὐγης
γυῖα ] τὰ μέλη , τὰ κρέατα καταθρύπτῃσι ] ἑψηθῶσι αὐγῆς ] φλογός καί τε βοὸς νέα γέντα : καὶ
ἀγανακτεῖν ἑλκόμενον ; καὶ ἐπειδὴ πρὸς τὸ φῶς ἔλθοι , αὐγῆς ἂν ἔχοντα τὰ ὄμματα μεστὰ ὁρᾶν οὐδ ' ἂν
4453366 φριττει
δὲ ἄρα ῥίζας θανατηφόρους . ἐπειδὰν δὲ ὑποβλέψῃ ταυρηδόν , φρίττει μὲν παραχρῆμα καὶ ἐγείρει τὴν λοφιάν : ὑπανισταμένης δὲ
φύγοι τὸν μέτριον ; τίς δὲ οὐχὶ καὶ φιλεῖ καὶ φρίττει τὴν ῥώμην τοῦ πάντα μὲν ταύτης ἀκριβῶς ἀναπλήσαντος ,
4452754 ᾐξεν
τῶν τόκων ζηλωτὸς σὺν τοῖς ἄλλοις θεοῖς ἐπέρχεται : † ᾖξέν ποτε νηδύος : τὸ πνεῦμα , φησὶ , τῶν
τῶν τόκων ζηλωτὸς σὺν τοῖς ἄλλοις θεοῖς ἐπέρχεται : † ᾖξέν ποτε νηδύος : τὸ πνεῦμα , φησὶ , τῶν
4443569 ἀναθυμιασις
; βρασμώδης στενοχωρία τοῖς ἔνδοθεν ἐπιγίνεται σπλάγχνοις , ἐξ ἧς ἀναθυμίασις πλείστη ὑγρῶν πρὸς τὸν ἐγκέφαλον γίνεται . ὁ δὲ
τριχοῦσθαι τὸ γένειον πέφυκε γίνεσθαι , πλείων καὶ ἡ λιγνυώδης ἀναθυμίασις γίνεται . τό τε οὖν πρᾶγμα ὡς ἐπὶ τὸ
4435000 πιπτει
' ὃ πίπτει καθετικῶς ἐνεχθεῖσα [ καὶ καθ ' ὃ πίπτει σημεῖον ] καὶ τὴν ἐλαχίστην ἀποτεμνομένην ἀπὸ τῆς καθέτου
σύνδεσμον μὴ εἶναι , εἴγε τοῦ ἰδίου τῶν συνδέσμων ἐκτὸς πίπτει . τὸ ἡμέρα ἐστίν αὐτοτελές , ἀλλὰ τὸ ἤτοι
4430170 φεγγους
ἰδεῖν , ἀμυδροτέραις χρῆται ταῖς προσβολαῖς , ἀκράτου καὶ πολλοῦ φέγγους ἐκχεομένου , ὡς τὸ τῆς ψυχῆς ὄμμα ταῖς μαρμαρυγαῖς
ἄρσιν ἀμαυρουμένων αὐτοῖς τῶν ὀμμάτων ὑπὸ τοῦ κατὰ τὸν ἥλιον φέγγους . ταῦτα μὲν οὖν τὰ μέρη τῆς Τρωγλοδυτι -
4422562 ζωογονιας
τιτρώσκει ὁ ποιητής , ὅτι τοῖς θεοῖς δίδοται αἴτιον ὂν ζωογονίας καὶ σπερμάτων . . . . . ἑανός :
. κωδίαν δ ' ἀνατιθέασιν αὐτῇ παριστάντες ὅτι αἰτία τῆς ζωογονίας αὕτη ἐγένετο . κατὰ τοῦτο δὲ καὶ ἄλλους τινὰς
4403713 πνευματος
ἡ φύσις μετὰ τῶν οἰκείων ὀχημάτων , αἵματος λέγω καὶ πνεύματος , ἐκεῖσε ὥρμηται . καὶ διὰ τοῦτο ὅσον ἐστέρηνται
τριβόμενα μόρια , καὶ πρὸς τούτοις ἔτι τὴν καλουμένην τοῦ πνεύματος κατάληψιν . χρὴ δ ' ἔλαιον δαψιλὲς περικεχύσθαι τῷ
4402995 δεσμος
ἡμετέρᾳ δεσμὸς τὸ σῶμα , καὶ τῇ τοῦ παντὸς ἔσται δεσμός , καὶ εἴπερ ἡ μεριστὴ ψυχὴ πρὸς τὸ σῶμα
τοῦ ι γράφονται : οἷον , κτένιον : πέδιον ὁ δεσμός : ἐπὶ γὰρ τῆς γῆς παροξύνεται : πτύχιον :
4373712 κινηθεντος
οὐρᾷ κινῆσαι . καὶ ἀτρεμοῦντος μὲν ἔχει τὴν ἄγραν , κινηθέντος δὲ ἀνεχώρησεν . Τιμωροῦσιν ἀλλήλοις ὡς ἄνθρωποι πιστοὶ καὶ
φανταζόμεθα ὑπομένειν τὸ διάστημα τοὐμοῦ σώματος : συγχεῖται γὰρ εὐθὺς κινηθέντος ἡ περιέχουσά με ἐπιφάνεια καὶ ἑνοῦται πρὸς ἑαυτήν ,
4364702 λιθος
οἷά τε δι ' ἔθους ἐγγίνεσθαι . οὐδέποτε γὰρ ὁ λίθος ἐθισθείη ἄνω φέρεσθαι , αἱ δὲ ἠθικαὶ ἀρεταὶ δι
μὲν ἐπίστασθαι εἰς ως περατουμένην : „ ἐπεὶ οὔ σφι λίθος χρὼς οὐδὲ σίδηρος „ : καὶ ἀκόλουθος αἰτιατική :
4364566 μετεωρος
βιαιότερον , βέλτιον δὲ ὁ ὑπερορῶν , καὶ ὑπερήφανος καὶ μετέωρος , καὶ ἀπὸ τῆς τερατείας ὁ τερατευόμενος , καὶ
σοὶ καταλύων , ὅτε πρὸς τὴν ἐνταῦθα στρατείαν ἡ Ἑλλὰς μετέωρος ἦν : ὡς δὲ καλὴν εὗρεν ὑποδοχὴν καὶ πλείστης
4363750 οἱονει
λόγοις , ἀντὶ τοῦ ἐμπείροις καὶ συνετοῖς . Ἄνεμοι , οἱονεὶ ἀμενοί τινες , οἱ μὴ μένοντες , καὶ τροπῇ
καὶ τελευταῖον ἐπιτίθεσθαι αὐτῷ ὄνομα , ὅθεν καὶ ὄνομα λέγεται οἱονεὶ τῷ ὄντι ὅμοιον : καὶ γὰρ οὐχ ὡς ἔτυχεν
4360396 ἠχει
: Ἑσπέρα , φησίν , ἐστὶν ἤδη καὶ ἡ σῦριγξ ἠχεῖ . τοῦτο γὰρ δηλοῖ τὸ δόναξ : τὸ δὲ
. . . δαίεσθαι φωνὴν ἀφιέναι : καιομένη γὰρ μέγα ἠχεῖ . αἴθω : χὡς αὕτη λακεῖ : ἡ δάφνη
4356342 ἀποτεινουσης
γενομένης δὲ τῆς γραμμῆς πυρρᾶς καὶ μακροτέρας καὶ πρὸς βορρᾶν ἀποτεινούσης ἀπὸ νότου καὶ τοῦ ἄκρου λιγνυώδους ὄντος , πόλεμον
ἀνέμων πρὸς ὕψος αἰρομένης καὶ τὰς τρικυμίας ὥσπερ μακρὸν τεῖχος ἀποτεινούσης , ἐντὸς εἱλεῖται , κἄπειτα τῶν ῥείθρων ὑπαντιαζόντων τοῦ
4349255 προσθιους
δικτύου θήραμα , κάθηται δὲ ἐπὶ τῶν σκελῶν ὑποκινῶν τοὺς προσθίους καὶ ὑπεγείρων τὸ οὖς , ἀλλὰ καὶ βλέπει παντὶ
, καὶ πηδᾶν ἀντερειδόμενον τοῖς ὄπισθεν ποσίν , οὐδαμῇ τοὺς προσθίους ἐμποδίζοντα διὰ τὴν ἐκείνων εἰς τὸ εἴσω παράλλαξιν .
4345699 καμνει
δεομένοις ἐπιφαινόμενος . καὶ ταῦτα μηχανώμενος δι ' αἰῶνος οὐδέποτε κάμνει . ὅπου δὲ θεὸς ὁ πάντων κάλλιστος καὶ φανερώτατος
νύ τοι ἦτορ ἐνὶ φρεσίν , οὐδέ τι γυῖα πρὶν κάμνει , πρὶν πάντας ἐρωῆσαι πολέμοιο . καὶ τὸν μὲν
4334385 ἑλκεται
διώκεται . , Ἡ δὲ Κυνὸς μεγάλοιο κατ ' οὐρὴν ἕλκεται Ἀργὼ πρυμνόθεν . Καί οἱ πηδάλιον κεχαλασμένον ἐστήρικται ποσσὶν
τὴν πρὸς τὸ κενούμενον ἀκολουθίαν , ὡς ἐκεῖνός φησιν , ἕλκεται ταχέως , ὥσθ ' , ὅσῳπερ ἂν ᾖ λεπτομερεστέρα
4314048 ὑετου
οὐχ ὑπὸ τοῦ συμμάχου καθῃρῆσθαι Ποσειδῶνος : ἀλλ ' ὡς ὑετοῦ δαψιλοῦς γενομένου καὶ τῶν ἀπ ' Ἴδης ποταμῶν πλημμυράντων
ἐν δὲ τοῖς Μετεώροις τὸ τῆς ψεκάδος καὶ τὸ τοῦ ὑετοῦ , καὶ ὅσα μέντοι τιθέντα αὐτὸν ὀνόματα ἴσμεν ,
4313258 ἀπολλυται
ᾧ δὲ ἐγγιγνόμενα ἀεὶ ἕκαστα αὐτῶν φαντάζεται καὶ πάλιν ἐκεῖθεν ἀπόλλυται , μόνον ἐκεῖνο αὖ προσαγορεύειν τῷ τε τοῦτο καὶ
συνιέναι : λέγει γάρ : φήμη δ ' οὔτις πάμπαν ἀπόλλυται , ἥντινα λαοὶ πολλοὶ φημίξωσι : θεός νύ τίς
4294611 ἀκρις
καθίπταται τῶν πυρῶν , καὶ νέμεται τούτους , καθάπερ ἡ ἀκρίς . τῆς δὲ Καρίας ἐν Πηδάσοις ὁ σκορπίος οὗτος
καὶ τοὐναντίον . οὐ σκνίπες , οὐ κυνόμυια , οὐκ ἀκρίς , ἣ καὶ φυτὰ καὶ καρποὺς καὶ ζῷα καὶ
4282110 ὀφις
ὄφις καὶ ὄφεας καὶ ὄφεις . Ὦ ὄφιες καὶ ὦ ὄφις καὶ ὦ ὄφεες καὶ ὦ ὄφεις . Ἰστέον ὅτι
μῦθος . Λέγεται καὶ περὶ τῆς ὕδρας τῆς Λερναίας ὅτι ὄφις ἦν ἔχων πεντήκοντα κεφαλάς , σῶμα δὲ ἕν ,
4279857 πιεται
εὕδων καὶ κεκρυμμένος νέκυς ψυχρός ποτ ' αὐτῶν θερμὸν αἷμα πίεται , εἰ Ζεὺς ἔτι Ζεὺς χὠ Διὸς Φοῖβος σαφής
, μεθύων τε ταῖς πόρναισι λοιδορήσεται , κἀκ τῶν βαλανείων πίεται τὸ λούτριον . Εὖ γ ' ἐπενόησας οὗπέρ ἐστιν
4274363 ἀκοων
φωνῆς μὲν οὐδεμιᾶς ἀκούει , αὑτῆς δὲ καὶ τῶν ἄλλων ἀκοῶν ἀκούει καὶ τῶν μὴ ἀκοῶν ; Οὐδὲ τοῦτο .
πνεύματος , σπορᾶς καὶ ἀρτηρίων : Ἄρης μερῶν ἀριστερῶν , ἀκοῶν καὶ νεφρῶν τε καὶ τῶν φλεβῶν τοῦ σώματος καὶ
4273154 καπνος
δὲ λοιπὰ ἢ προαιρετικά ἐστιν ἢ ἀπροαίρετα , νεκρὰ καὶ καπνός . Πρὸς θανάτου καταφρόνησιν ἐγερτικώτατον ὅτι καὶ οἱ τὴν
ἀπὸ κρεῶν . θ λιγνὺς κυρίως ὁ ἐκ τοῦ λίπους καπνός . καπνὸς ὁ ἀπὸ ξύλων , ἀτμὸς ὁ ἀπὸ
4262776 κεραυνος
τὸ λαμπρὸν καὶ ἐπιφανές . . ἣν οὐδὲ Διὸς δάμνησι κεραυνός : ἡ διπλῆ ὅτι ἰδίως ἐπὶ τῆς αἰγίδος τοῦτό
σὺ λέγειν φαίνει . τί γάρ ἐστιν δῆθ ' ὁ κεραυνός ; ὅταν εἰς ταύτας ἄνεμος ξηρὸς μετεωρισθεὶς κατακλεισθῇ ,
4258443 ἐπηρτημενου
Ταντάλου λίθον τῆς κεφαλῆς ἀπετιναξάμεθα : λέγεται ἐπὶ κινδύνου τινὸς ἐπηρτημένου καὶ παρελθόντος ⋮ Ὁ δὲ Τάνταλος υἱὸς ἦν τοῦ
, ὅτι οὐδὲ τοῦτο ἀχαριστία ἐστὶ , τὸ κινδύνου τοσούτου ἐπηρτημένου φυλάξασθαι , ὡσανεὶ πυρὸς ἢ σκηπτοῦ ἐπιόντος τὸ καθ
4252333 ἀτμος
ἡ γῆ ξηροτάτη εἴη : τότε γὰρ ἐν τοῖς ἐνύδροις ἀτμὸς ἀναδίδοται , καὶ ὡς νέφος μικρὸν ὁρᾶται . χειμῶνος
ἔβλαψεν λιγνύς ] φλόξ λιγνύς ] ἡ κνίσσα , ὁ ἀτμὸς πυρός . λιγνύς , ἤγουν αὐτὸ τὸ πῦρ αἶψα
4234389 αἰρεται
τρίμετροι ἀκατάληκτοι . ἐπὶ τῷ τέλει κορωνίς . 〛 πόλεμος αἴρεται : Διὰ τὴν ὑπερβολὴν ἀντὶ τοῦ ἐγείρεται καὶ μετεωρίζεται
. . ὥστε ἐλπίζειν τὴν ἅλωσιν . . 〚 πόλεμος αἴρεται : Εἴσθεσις χοροῦ ἐπῳδικὴ κώλων τροχαϊκῶν ἐπιμεμιγμένων χορείοις ἤτοι
4226667 τρυγιας
νέκρωσιν . ἀλλὰ καὶ τὸ λευκὸν οὖρον καὶ παχὺ δίκην τρυγίας κακόν ἐστιν , ἐπειδὴ ἐνδείκνυται μεγίστην ἀπεψίαν τῶν ὑλῶν
χυμὸς τῷ ἕλκει , τὰ περιττώματα δὲ μετ ' οἴνου τρυγίας φυρασθέντα ἢ ὄξους καὶ ἐπιπλασθέντα . Ἵνα δὴ πάσης
4223265 συμπεσοντος
οὐχ ὡς ὁ μῦθος τοὺς Αἰγινήτας , ὅτι λοιμοῦ μεγάλου συμπεσόντος οἱ μύρμηκες ἄνθρωποι γένοιντο κατ ' εὐχὴν Αἰακοῦ ,
ἡμῶν γὰρ διελόντων τὸ ἐπιγάστριον καὶ κομισαμένων τὰ ἐνδοσθίδια , συμπεσόντος τοῦ σώματος εὐχερὴς γίνεται ὁ μετασχηματισμός . Παρὰ δὲ
4220754 πνευματικης
φαντασίαν , ἀλλὰ σεμνοτέραν ἢ προφητῶν ἢ ἀγγέλων μεταβαλόντων ἀπὸ πνευματικῆς καὶ ψυχοειδοῦς οὐσίας εἰς ἀνθρωπόμορφον ἰδέαν . τὸ μὲν
τῶν σωμάτων οἷά τέ ἐστι πολλαχῶς σχηματίζεσθαι , ἐπὶ δὲ πνευματικῆς ἢ πυρώδους οὐσίας , ὁπότε καθ ' αὑτὰς εἶεν
4215230 ἀστραπη
, ” ἀναστρωπὴ “ ἂν εἴη , νῦν δὲ ” ἀστραπὴ “ καλλωπισθεῖσα κέκληται . Τί δὲ τὸ πῦρ καὶ
ῥάβδῳ τῇ βασιλικῇ , πλὴν τὸ πρόσωπον αὐτοῦ ἦν ὡς ἀστραπὴ καὶ οἱ ὀφθαλμοὶ αὐτοῦ ὡς φέγγος ἡλίου καὶ αἱ
4198993 εἰσπνειν
ἐκ τούτων καταμαθεῖν ἐστιν . αὐτοὶ γοῦν δέονται τῶν ἐραστῶν εἰσπνεῖν αὐτοῖς : Λακεδαιμονίων δέ ἐστιν αὕτη ἡ φωνή ,
, ἢ κυκλοτερῶν , ἵνα ἀσύμπτωτος μένῃ πρὸς τὸ ἀδιαλείπτως εἰσπνεῖν τὸ ζῶον , διὸ καὶ ἀεὶ ἀναπέπταται αὐτοῦ τὸ
4184840 ἡνιων
διὰ τῶν πτερῶν . : στομίων ἄτερ ] Οἷον χωρὶς ἡνίων , αὐθαίρετον , οὐ βίᾳ . ταῖς σαῖς δὲ
τὸν φύλακα : “ αὐτοῦ . ” ῥυτῆρες οἱ τῶν ἡνίων ἱμάντες . ῥῶγας τὰς θυρίδας : “ ἀνὰ ῥῶγας
4184190 ἀφανιζεται
τῆς μὲν ἐπιφανείας καὶ τοῦ χρωτὸς τοῦ ὑπὸ τὴν ὄψιν ἀφανίζεται , ὠθεῖται δὲ ἔνδον . ἔνθεν τοι καὶ τῆς
ὤκιστος ὄλεθρος . διαιρεθείσης γὰρ αὐτῆς , ὁ τῆς τροφῆς ἀφανίζεται πόρος . Λαιὰ , ἡ ἀριστερὰ καὶ εὐώνυμος .
4167891 ἀσθμαινει
ἐπιθυμῶν . ἐρῶν ] ἐφιέμενος . ἵππος χαλινῶν : οὕτως ἀσθμαίνει καὶ σπεύδει , ὡς καὶ ἵππος πολεμιστὴς σάλπιγγος ἀκούων
ἡ γονὴ οὐκ ἐγγίνεται ἐν τουτέῳ τῷ χρόνῳ , καὶ ἀσθμαίνει , ἀφρίζει τε καὶ ἀλύει , καὶ ὅταν ἔγρηται
4162546 πληγης
αὐτῷ τὸν κόνδυλον . ] ἠστειεύσατο διὰ τὸ δριμὺ τῆς πληγῆς καὶ τῶν σκορόδων . ἀλετρίβανον ] οἱ μὲν δασέως
πρότερον δὲ ἄρα ὕπνος ἐπέλαβεν αὐτὸν ὑπὸ τοῦ λίθου τῆς πληγῆς : Ἀθηνᾶν δὲ εἶναι τὴν ἐπαφεῖσάν οἱ τὸν λίθον
4158773 φωνη
Ῥόδιαι Ῥοδίων : συμβεβάρυνται τῷ ἀρσενικῷ , ἐπεὶ καὶ μία φωνὴ ἐπ ' ἀμφοῖν : ὁμοίως δούλων φίλων : ταχεῖαι
περὶ χορδὰς καὶ μέρος πως τῆς τέχνης ἡ ᾠδή , φωνὴ αἰσθητή , εἰ μὴ ἄρα ἐνεργείας ταύτας τις ,
4151857 ὀφθαλμος
μέρος , ὃ κυρίως εἰπεῖν ψυχὴ ψυχῆς ἐστι , καθάπερ ὀφθαλμὸς ὅ τε κύκλος σύμπας καὶ τὸ κυριώτατον μέρος τὸ
δὲ κατὰ χρόαν ὧδε χρὴ διαιρεῖσθαι : γλαυκὸς μὲν ὁ ὀφθαλμὸς ἤτοι διὰ μέγεθος ἢ λαμπρότητα τοῦ κρυσταλλοειδοῦς ἢ προπετῆ
4143859 εὐοδει
ἣν ὅταν μὲν αἱ θύραθεν αὖραι μετρίως ψυχραὶ καταπνέωσιν , εὐοδεῖ τὰ τῆς ἀναπνοῆς ὄργανα ταῖς εὐκρασίαις , ὅταν δὲ
ἀρχήν : ἐπ ' αὐτῶν δὲ μόνων , φησίν , εὐοδεῖ ὁ λόγος : καὶ ἀνάγκη ταῦτα λέγειν αὐτούς ,
4136258 ῥιπτει
: μετὰ ταῦτα , δή . ἀσχαλόων : λυπούμενος . ῥίπτει : προσαράπτει , κρούει , καταφρονεῖ , τύπτει .
ὅσα τοιαῦτα τυγχάνει ὄντα , τούτους δὲ ἡ προσήκουσα μοῖρα ῥίπτει εἰς τὸν Τάρταρον , ὅθεν οὔποτε ἐκβαίνουσιν . οἳ
4133915 δρομος
καρπαλίμως οἴμησαν ἐοικότες ἰρήκεσσι : τῶν δὲ καὶ ἀμφήριστος ἔην δρόμος : οἳ δ ' ἑκάτερθεν Ἀργεῖοι λεύσσοντες ἐπίαχον ἄλλυδις
ᾠήθην τῇ πόλει συμφέρειν . ὡς γὰρ τῶν πολεμίων ὁ δρόμος οὐ δέδωκε τῇ Φήμῃ καιρὸν ἀγγελίας , ἀλλ '
4124113 ὑμην
καὶ εἴσω καὶ ἔξω ποιέεσθαι τὸ πρῶτον : καὶ ὁ ὑμὴν ἐξ ἐκείνου ἐτέτατο ἅπας περιέχων τὴν γονήν . Τοιαύτην
τὴν ἔμμηνον κάθαρϲιν , εἴ γε διὰ παντὸϲ εἴη διαφράττων ὑμὴν ἢ ϲάρξ : ἐπί τινων γὰρ ἐν τῷ μέϲῳ
4122524 ἁπτεται
ἔχει , πρὸς ἀνιαροτάτας συμφοράς : ὅσα γὰρ ἀνθρωπίνων σαρκῶν ἅπτεται θηρία , μηδενὸς ἀνείργοντος , ἐπιφοιτᾷ καὶ εὐωχεῖται τῶν
τοῦ κρατῆρος οὐκέτι ; καὶ γὰρ τούτου παραπλησίως ἀεί τι ἅπτεται , ἡ διαφορὰ δὲ ἐν τῷ σχήματι μόνον ἐστί
4121464 μανιωδους
σφυγμοῦ τάχος καὶ πυκνότης ἐστὶ μετ ' εὐτολμίας τε καὶ μανιώδους θρασύτητος . ἔστι δὲ λάσιος αὐτοῖς ὁ θώραξ ,
δώδεκα ἔχειν , καὶ πλείω καὶ τότε τῆς ἀμέτρου καὶ μανιώδους ὀρέξεως ἐπαύσατο . ἐγνώσθη οὖν , ὡς οὐκ ἦν
4119275 διψης
καὶ τῶν ἑξῆς αὐχένων ἀπεγίνωσκον αὑτῶν ἤδη καὶ μεθεῖντο ὑπὸ δίψης καὶ θέρους καὶ κόπου . προτρέποντος δὲ αὐτοὺς τοῦ
ἀρετὴ καὶ δικαιοσύνη : τῶν δὲ ἔρημος ὁ χῶρος γενόμενος δίψης ἀεὶ πιμπλάμενος ἀνθεῖ πολλαῖς τε καὶ ἀγρίαις ἐπιθυμίαις .
4118832 ῥιπη
τρόπιν αἰθέριον πῦρ πόντον ἀμειβομένην , νέμεται δέ μιν αἰθαλόεσσα ῥιπή , τὴν δ ' ἔτι μᾶλλον ἐποτρύνουσα κορύσσει μισγομένη
τῇ θαλάσσῃ . τοιαύτη ἐπ ' ἐμοὶ ἐπέρχεται καὶ κινεῖται ῥιπή , καὶ κίνησις καὶ ζάλη καὶ τρικυμία , ἀπὸ
4117924 ἐκδεχομενη
βαρῶν ὁρμῆς ἅτε δὴ πανταχόθεν ἀτρεμοῦσα καὶ ὥσπερ τὰ συμπίπτοντα ἐκδεχομένη . εἰ δέ γε καὶ αὐτῆς ἦν τις φορὰ
μένουσα : ἀντὶ τοῦ ἔμπροσθεν . ἢ τὴν παρουσίαν αὐτῆς ἐκδεχομένη : ὁ Μενέλαος δηλονότι : γέγωνέ τ ' ἐν
4108552 φοβος
καὶ ἀπόλλυνται οἱ ἐκφοβούμενοι . εἰ δὲ ὑφειμένος ἐστὶν ὁ φόβος , σπασμὸν ποιεῖται . Καὶ τὸ χρῶμα μεταβάλλουσι χλωρὸν
ἐν τοῖς ὅπλοις . ἤδη δέ τις εἶπεν ὡς οὐδεὶς φόβος οὐδενὸς κινδύνου τῆς ψυχῆς ἥψατό σου . μέγιστον δέ
4097193 βελος
θαρσαλέος , βέβαιος ὤν . τινάσσων ] κινῶν . πυρπνόον βέλος ] τὸν κεραυνόν . . ταῦτ ' ] αἱ
τὸ δέρμα δὲ ὅταν ᾖ περικείμενον τὸ ἀπ ' οὐρανοῦ βέλος παρεκτρέπει . ὅτι εἰ πυκνὰ διατρήσας τὸ δέρμα τῆς
4096073 ἐπιπεσῃ
βλαστάνουσι , κᾂν γένηται τὸ ἔαρ ψυχρόν , καὶ πάχνη ἐπιπέσῃ , καυθήσονται . διὸ κάλλιον ἐν τοῖς ψυχροτέροις τόποις
τὸ ζῴδιον τοῦτο εἰ κεραυνὸς ἐπὶ τῆς γῆς ἐν σκηπτῷ ἐπιπέσῃ , εἰ μὲν πολλάκις ῥοιζηδὸν εἰς ἀμπελῶνα πέσῃ ,
4090844 ὁρμης
συγκαταθέσεις . Ἐπεὶ δ ' ἐν εἴδει τὸ πάθος τῆς ὁρμῆς ἐστι , λέγωμεν ἑξῆς περὶ παθῶν . Πάθος δ
τὸ ἀποτέλεσμα τῶν ἁλτήρων ἰδεῖν βούλομαι . λάβε τὴν περὶ ὁρμῆς σύνταξιν καὶ γνῶθι πῶς αὐτὴν ἀνέγνωκα . ἀνδράποδον ,
4087200 ἡμιτομος
: ἀνάσπα δὲ ὅμως . Ἰδού τις ἄλλος ὑπόπλατος ὥσπερ ἡμίτομος ἰχθὺς πρόσεισιν , ψῆττά τις , κεχηνὼς εἰς τὸ
δείσας ἐπαύσατο . ἠθάνιον ἔκπωμα παρ ' Ἑλλανίκῳ . καὶ ἡμίτομος παρ ' Ἀττικοῖς ἀπὸ τοῦ σχήματος οὕτως ὀνομασθέν .
4077559 ἐχυρου
πολὺν ἀπέχουσα τόπον ἐπὶ γεωλόφου τινὸς ἠρέμα κατακλινοῦς οὐ σφόδρα ἐχυροῦ . κατ ' ἀρχὰς μὲν οὖν δι ' εὐλαβείας
ἂν ἐπιδείξαιτο δυνάμειςἀμήχανον γάρ , εἰ μὴ ῥίζαις ὥσπερ ἀγκύραις ἐχυροῦ τινος γῆς μέρους ἅπαξ λαβόμενον ἱδρυθείη , ἢ ἔρνος
4074669 μυδροκτυπει
πῦρ ἔξω ῥεῖ . φασὶ δὲ ὡς ἐκεῖ καθήμενος Ἥφαιστος μυδροκτυπεῖ . λέγει οὖν τὴν Αἴτνην τοῦ Τυφῶνος ἶπον ,
δὲ καὶ ἰπούμενος ἀντὶ τοῦ βαρυνόμενος , συσφιγγόμενος . : μυδροκτυπεῖ ] Χαλκεύει : μύδρος γὰρ ὁ πεπυρωμένος σίδηρος .
4072519 κονιορτου
συνεχῶς τὸ πρόσωπον νιπτέσθω καὶ ἐν τῇ κλίνῃ ὀσφραινέσθω , κονιορτοῦ τε καὶ καπνοῦ καὶ τὴν ἀφ ' ἡλίου καὶ
ἦν ἑκατέρων ποικίλος : ὑπὸ δὲ μεγέθους πεδίου τε καὶ κονιορτοῦ τὰ ἀλλήλων ἠγνόουν , μέχρι ποτὲ ἐπύθοντο καὶ τοὺς
4066496 γλωττης
φορτικὸν καὶ γλῶττα προτρέχουσα τῆς διανοίας καὶ δεξιὰ προπηδῶσα τῆς γλώττης . ὀρθῆς οὖν τῆς πόλεως γενομένης τῷ φόβῳ καὶ
ἀφώνων ἐστί , ψόφος τις μόνον , οἷον συριττούσης τῆς γλώττης : τοῦ δ ' αὖ βῆτα οὔτε φωνὴ οὔτε
4063213 πληγεισης
τὰς ἑαυτῶν ἀραιότητας ὑποδεξάμενα μηδὲν πάσχειν . ἤδη γοῦν ἀσπίδος πληγείσης τακῆναι μὲν τὸ χάλκωμα , τὸ δὲ ξύλον μηδὲν
τὸ πρόσωπον , ἐρυθήματι αὖθις ἐφλέγετο . Οὐδὲ βοὸς οἴστρῳ πληγείσης τοσαῦτα ἔργα . Ἐπῆλθόν ποτε αὐτῇ καὶ τοιοίδε λόγοι
4061151 καιριος
παῖδα καὶ βασιλέα πάσης ἀρχῆς . καὶ Κύψελος ἔτι ζῳογονούμενος καίριος εἶναι τοῖς Βακχιάδαις οὐκ ἐδόκει , φοβοῦντος αὐτοὺς ἰνδάλματος
πέλαγος ὁρίζῃ τῆς Ὀδυσσέως νεώς : Ἴωμεν : ἥ τοι καίριος σπουδή , πόνου λήξαντος , ὕπνον κἀνάπαυλαν ἤγαγεν .
4058955 ὁδοιπορει
πάτερ , δι ' ὄμματος ἀστακτὶ λείβων δάκρυον ὧδ ' ὁδοιπορεῖ . Τίς οὗτος ; Ὅνπερ καὶ πάλαι κατείχομεν γνώμῃ
χαλινῶν ἔργον οἰάκων θ ' ἅμα ταχεῖα πειθὼ τῶν κακῶν ὁδοιπορεῖ ἀλλ ' οὑμὸς ἀεὶ πότμος ἐν πυκνῷ θεοῦ τρόχῳ
4058237 πυρωδης
οὖν ὑλικὸν αἴτιον ἡ παχυτέρα ὕλη , ποιητικὸν δὲ ἡ πυρώδης θερμασία , ὥσπερ καὶ ἐπὶ τῶν ἐκτὸς ὁρῶμεν :
φωτεινὴ θεῶν ἐξ αἰθέρος συνέστηκεν , ὅς ἐστι λαμπρὸς καὶ πυρώδης οὐδέποτε στάσιν ἔχων , ἀλλ ' ἀεὶ φερόμενος κύκλωι
4050248 γεγωνον
τῶν ἑταίρων διαβαίνων προσεῖπε τῇ φωνῇ , καὶ ὁ ποταμὸς γεγωνόν τι καὶ τρανὸν ἀπεφθέγξατο πάντων ἀκουόντων : χαῖρε ,
, ἐφθέγξατο πολλῶν παρουσῶν γλώττῃ Λατίνῃ φωνὴν εὐσύνετόν τε καὶ γεγωνόν : ἧς ἐστι φωνῆς ἐξερμηνευόμενος ὁ νοῦς εἰς τὴν
4049129 πνοη
εὐωχεῖται . ἀφαυροτέρους : ἀσθενεστέρους , ἀπὸ τοῦ αὔρα ἡ πνοή . ἄλλῳ ἐπινήχεται : κατ ' ἄλλου νήχεται ,
ἀνακόπτει , κλίνει . πάλιν : ὀπίσω . ἀήτης : πνοή . Ἀντίβιος : ἐναντίος , ἀντιδύναμος . ἐναντία :
4044415 παλιρροια
ὅταν σφοδρὰ τυγχάνῃ καὶ συγκεχυμένη ἡ πρὸς τὴν καρδίαν καταφερομένη παλίρροια , οὔθ ' ὁμοίους οὔτε καθαροὺς τοὺς τύπους ἐᾷ
πυρὸς αὐγὴν ἀπαστράπτουσα ἦν , πελαγῶν ἃ τέως ἀνακοπέντα διειστήκει παλίρροια , τοῦ διακοπέντος καὶ ἀναξηρανθέντος μέρους αἰφνίδιος θαλάττωσις ,
4043902 προσδεομενος
ἂν ὥσπερ πτωχὸς περιέποιτο . ἀεὶ γάρ τοι προσαιτῶν καὶ προσδεόμενος ἢ φιλήματος ἢ ἄλλου τινὸς ψηλαφήματος παρακολουθεῖ . εἰ
' αὑτοῦ καὶ τῆς αὑτοῦ διανοίας , οὐθενὸς ἔξωθεν κόσμου προσδεόμενος οὐδὲ ἐπιθέτου τιμῆς οὐδὲ φαλάρων καὶ πτερῶν , ὥσπερ
4034357 στενοτης
τοῦ ῥοῦ τὸ τάχος , ἐκ πλαγίου δ ' ἡ στενότης . καὶ τὰ μὲν καθόλου , βουλομένοις μὴ μακρὰν
ἐς τὸ πέλαγος οὔτε ὅσον ἀλλήλων διαστῆναι : ἡ γὰρ στενότης ἡ τοῦ χωρίου καὶ τὸ φύσει δυσέξοδον αὐτοῦ καὶ
4033893 γινομενος
ἀρετῇ , διδάσκαλος αὐτὸς καὶ τροφεὺς καὶ σωτὴρ καὶ φύλαξ γινόμενος , μετὰ σιγῆς φθεγγόμενος καὶ τὴν ἀλήθειαν ἐμφανίζων αὐτῇ
τὸ τάχος τοῦ ἀστέρος , κατ ' ἐκεῖνο τὸ σημεῖον γινόμενος ὁ ἀστήρ , καθ ' ὃ τέμνει ἡ εὐθεῖα
4026990 κουφοτης
οὐσιῶν , οἷον θερμότης ψυχρότης , λευκότης μελανία , βαρύτης κουφότης , καὶ ὅσα τοιαῦτα , καθ ' ἃς ποιότητας
καὶ τὰς δυνάμεις οἷον σκληρότης μαλακότης γλισχρότης κραυρότης πυκνότης μανότης κουφότης βαρύτης καὶ ὅσα ἄλλα τοιαῦτα : ἡ μὲν γὰρ
4025402 αἰθεριου
ἐνιαυτῶν περιόδοις . ὅταν μὲν οὖν ἔμπρησις καταλαμβάνῃ , ῥεῦμα αἰθερίου πυρὸς ἄνωθεν ἐκχεόμενον πολλαχῇ σκεδάννυσθαι , μεγάλα κλίματα τῆς
πνευμάτων πλήρη καὶ ὑγρᾶς ὄντα συστάσεως , ἐκ δὲ τῆς αἰθερίου ζωῆς τὴν ἐνέργειαν ποριζόμενον , ἀμφοτέροις τοῖς ὀργάνοις ἐμπνευστοῖς
4024854 ἀρθεις
οὐκ ἀλλοτρίων ἀλλ ' οἰκείων μουσῶν στόμαθ ' ἡνιοχήσας . ἀρθεὶς δὲ μέγας καὶ τιμηθεὶς ὡς οὐδεὶς πώποτ ' ἐν
ἑστιαθέντες : τούτων γὰρ ὁ λογισμὸς ἀπὸ γῆς ἄνω μετέωρος ἀρθεὶς αἰθεροβατεῖ καὶ συμπεριπολῶν ἡλίῳ καὶ σελήνῃ καὶ τῷ σύμπαντι
4024466 κρατουμενη
τὰ μὲν φυλάγματά εἰσιν , ὡς θώραξ περικείμενος καὶ ἀσπὶς κρατουμένη , τὰ δὲ καὶ ἀμυντήρια , ὡς ξίφος περικείμενον
παρὰ σοῦ : ὄρνις γὰρ ὥς τις : ὥσπερ ὄρνις κρατουμένη ὑπό τινος ἀφανὴς γίνεται , οὕτω καὶ σύ :
4021898 ὑπνος
χολῆς πολλῆς , ἡ πλείστη πρασοειδής : ἔληξε πάντα : ὕπνος ἐς νύκτα . Πρωῒ περιέψυκτο : ἱδρώτιον , νοτὶς
, καὶ τὸ δεῖπνον μᾶλλον τῆς προτέρας τραπέζης κεκολασμένον καὶ ὕπνος ὃς ἂν ἐκ τοσούτου γένοιτο μέτρου σιτίων , καὶ
4019023 φερομενη
καὶ οἰστρουμένη , τὰς πτέρυγας ἁπλώσασα ὡς ἱστίον , δρόμῳ φερομένη συντόνῳ καὶ ῥοίζῳ ἐσήλατο ἐς τὴν ἑαυτῆς καλιὰν καὶ
, καὶ ἡ δυστυχία ἄλλοτε πρὸς ἄλλον προσιζάνει πλανωμένη καὶ φερομένη ἤγουν ἄστατός ἐστι καὶ οὐκ ἀεὶ τοῦ αὐτοῦ καταφέρεται
4017894 κατεφερετο
τὴν ὑγρὰν φύσιν ἐγέννα : ῥευστικῶς δ ' αὕτη διακειμένη κατεφέρετο πρὸς τοὺς κοίλους τόπους καὶ δυναμένους χωρῆσαί τε καὶ
τοῦ ἀφηγοῦ καὶ διηγοῦ τάδε καὶ ταῦτα . κοχύεσκε : κατεφέρετο καὶ δαψιλῶς ἔρρει ὁ ἱδρώς , ὁμοίως ταῖς καθύγροις
4016063 ὀδυναται
ἔτι , οὕτως , ἐπάν τις τυγχάνῃ λυπούμενος , ἧττον ὀδυνᾶται , φίλον ἐὰν παρόντ ' ἴδῃ ; Ἆρ '
αὐτὸ μετ ' ὄξουϲ , ἢν μὲν τὸν δεξιὸν κρόταφον ὀδυνᾶται , ἐπίχριε τὸν εὐώνυμον , εἰ δὲ τὸν εὐώνυμον
4012852 εὐπτερον
ἀνέχουσι γυναῖκες : ἄλλον δ ' ἂν ἄλλῳ προσίδοις ἅπερ εὔπτερον ὄρνιν κρεῖσσον ἀμαιμακέτου πυρὸς ὄρμενον ἀκτὰν πρὸς ἑσπέρου θεοῦ
ὁ καινὸς ἔσπεισεν γόνος ποτοῦ τ ' ἐγεύσατ ' εὐθὺς εὔπτερον δέμας ἔσεισε κἀβάκχευσεν , ἐκ δ ' ἔκλαγξ '
4009436 ἀναπλησθῃ
ὅταν εἰσκομισθέντος εἰς τὸ δωμάτιον λύχνου πᾶς ἀθρόως ὁ οἶκος ἀναπλησθῇ τοῦ φωτὸς ἄνευ χρόνου . Ἀλέξανδρος μὲν οὖν οἴεται
ὅταν εἰσκομισθέντος εἰς τὸ δωμάτιον λύχνου πᾶς ἀθρόως ὁ οἶκος ἀναπλησθῇ τῆς αὐγῆς καὶ τοῦ φωτὸς ἄνευ χρόνου . Ὡς
4007014 καυματωδους
τέρμα αὐτὸ τῆς Ἀφροδίτης ἡ γυνὴ γενομένη πέφυκεν ἀσθμαίνειν ὑπὸ καυματώδους ἡδονῆς , τὸ δὲ ἄσθμα σὺν πνεύματι ἐρωτικῷ μέχρι
καὶ γυναιξίν . ἔσονται δὲ καὶ ὀφθαλμίαι , τοῦ φθινοπώρου καυματώδους ὄντος . ἔσται καὶ γυναικῶν θάνατος . τῶν ξυλικῶν
3996543 πνιγεται
στένει , καὶ ἀθυμέει μᾶλλον ἢ πρὶν φαγεῖν , καὶ πνίγεται , καὶ τὰ νεῦρα ἕλκεται , καὶ αἱ μῆτραι
καὶ δύσελπις μᾶλλον ἢ πρὶν φαγεῖν : πολλάκις δὲ καὶ πνίγεται . Ὁκόταν ὧδε ἔχῃ , φάρμακον πῖσαι κάτω ,

Back