λελυμένην καὶ τὸν Φούλβιον ἀντικαθήμενον ἔδοξε τὰς πηγὰς τοῦ ποταμοῦ περιοδεῦσαι . καὶ ὁ μὲν Φούλβιος ἀντιπαρώδευεν , ὃ δὲ
μὴ ἐς δύσιν ὁρῶντα μετὰ τῆς στρατιᾶς ἐσελθεῖν , ἀλλὰ περιοδεῦσαι καὶ τὴν πόλιν λαβεῖν πρὸς ἥλιον ἀνίσχοντα . ὁ
4914477 Μικραν
τῶν ἱστορικῶν , ιβ ἱσταμένου , ὡς δὲ ὁ τὴν Μικρὰν Ἰλιάδα , η φθίνοντος . διορίζει γὰρ αὐτὸς τὴν
, πληθυούσης σελήνης : νὺξ μὲν ἔην φησὶν ὁ τὴν Μικρὰν Ἰλιάδα πεποιηκώς , μεσάτα , λαμπρὰ δ ' ἐπέτελλε
4751260 δασυνειν
τοῦ τινὰ λέγουσιν ὅτι ψιλοῦται . ἐμοὶ δὲ καὶ τοῦτο δασύνειν δοκεῖ , τὸ δὲ ἄττα ἀντὶ τοῦ τροφεῦ λέγω
οἱ δὲ ἄλλοι μετὰ κακοπαθείας . οὐ δεῖ δὲ οὔτε δασύνειν τὴν προφοράν , οὔτε ἐπαίρειν τὴν προσῳδίαν , ἀλλὰ
4671210 Νικοκρεοντα
ἤκμαζε κατὰ τὴν δεκάτην καὶ ἑκατοστὴν Ὀλυμπιάδα καὶ εἶχεν ἐχθρὸν Νικοκρέοντα τὸν Κύπρου τύραννον : καί ποτ ' ἐν συμποσίῳ
ἔδει δὲ λοιπὸν κεφαλὴν σατράπου τινὸς παρατεθεῖσθαι ἀπορρίπτων πρὸς τὸν Νικοκρέοντα . ὁ δὲ μνησικακήσας μετὰ τὴν τελευτὴν τοῦ βασιλέως
4368515 περιζωστραν
ἢ ταινίδιον , τὸ δὲ περὶ τῇ κοιλίᾳ περίζωμα ἢ περιζώστραν . τὸ δὲ περὶ τοῖς αἰδοίοις , οὐ μόνον
μοι τῶν γάμων αἱ παρθένοι . ὡς δὴ παχεῖαν τὴν περιζώστραν ἔχει . τρίκλινον δ ' εὐθέως συνήγετο καὶ συναυλίαι
4220824 ἐνδοιασμου
γνωρίμως , ἵν ' ἤδη ποτὲ ἀψευδοῦς δόξης μεταλαβὼν ἀβεβαίου ἐνδοιασμοῦ βεβαιοτάτην πίστιν ἀλλάξηται . καὶ ἐπιτείνων οὐκ ἀνήσει τὸν
σεμνότητος . Μέθοδοι δὲ σεμναὶ αἱ κατὰ ἀπόφανσιν καὶ χωρὶς ἐνδοιασμοῦ ἐξ ἀφηγήσεως λεγόμεναι . ὡς γὰρ εἰδότας ἀκριβῶς δεῖ
4184518 γεωγραφος
ποταμοῦ στάδιοι ͵δριʹ , μίλια φμηʹ . Ἀρτεμίδωρος δὲ ὁ γεωγράφος ἀπὸ πόλεως Χερσῶνος μέχρι Τύρα ποταμοῦ , σὺν τῷ
δρόμωι ἐξεπήδησεν . Β . , : ἱστορεῖ δὲ ὁ γεωγράφος καὶ ὅτι Βατίεια ἀπὸ Βατείας προσηγόρευται , τῆς Δαρδάνου
4175457 ἀναντιρρητως
τοῦτο πάλιν τὸ ἑκούσιον τῶν κατ ' ἀρετὴν καὶ κακίαν ἀναντιρρήτως παρίστησιν : οὐδὲ γὰρ μάτην ἐστὶν ἡ βουλὴ ὧν
, ἀναμφιλέκτως ἀναντιλέκτως , βεβαίως , ἀνενδοιάστως , ἀναμφισβητήτως , ἀναντιρρήτως , παγίως . καὶ λέγοιτ ' ἂν ἐπὶ τούτου
4129638 κτισθεισαν
ἐστέλλετο , πρόφασιν μὲν ποιούμενος ποθεῖν τὴν ἐπ ' Ἀλεξάνδρῳ κτισθεῖσαν πόλιν , καὶ τῷ θεῷ χρήσασθαι ὃν ἐκεῖνοι σέβουσιν
καθίστανται , οὕτως ἄρα καὶ τὴν πόλιν τρίτῃ χειρὶ χρὴ κτισθεῖσαν ἀκριβῶσαι τὸ κάλλος , καὶ γέγονε δὴ παλαιοτάτη καὶ
4072962 χρισαμενος
δεόμενον ἔγνωσαν παρακινδυνεῦσαί τε καὶ μιμήσασθαι . ἐγὼ μὲν δὴ χρισάμενος περιέθεον παρέχων τῷ βορέᾳ ξαίνειν εὖ καὶ καλῶς ,
Ἀνακρέων λέγει που : τί μὴν πέτεαι συρίγγων κοιλώτερα στήθεα χρισάμενος μύρῳ ; τὰ στήθη παρακελευόμενος μυροῦν , ἐν οἷς
3982569 ἑνδεκατην
ἕνδεκα , καὶ τὰς μὲν δέκα σιτεῖσθαι , τὴν δὲ ἑνδεκάτην ἀπολείπειν : . οὐκοῦν ἐκπλαγῆναι δίκαιον τὴν αὐτοδίδακτον σοφίαν
, τὴν δὲ δεκάτην ἐξ αὐτῆς πολλάκις ἐπιβρέχει , ὁμοίως ἑνδεκάτην τε , πρὸς δὲ καὶ δωδεκάτην , μέχρι διπλῆς
3980676 τετηρημενην
κἂν πρὸς τὴν ὑπὸ τῶν περὶ Μέτωνά τε καὶ Εὐκτήμονα τετηρημένην θερινὴν τροπὴν ὡς ὁλοσχερέστερον ἀναγεγραμμένην τὴν σύγκρισιν παλαιότητος ἕνεκεν
περιόδου ἐπεσημήνατο μάλιστα τὴν μετοπωρινὴν ἰσημερίαν ὁ Ἵππαρχος ὡς ἀκριβέστατα τετηρημένην καὶ ἐπιλελογίσθαι φησὶν αὐτὴν γεγονέναι τῇ γʹ τῶν ἐπαγομένων
3960403 Ῥαουενναν
. τὸ ἐθνικὸν Τιθρωνιεύς . Τίκινος , πόλις Ἰταλίας περὶ Ῥαούενναν καὶ ποταμὸς ὁμώνυμος . τὸ ἐθνικὸν Τικίνιος . Τιλαταῖοι
. τὸ ἐθνικὸν Τιθρωνιεύς . Τίκινος , πόλις Ἰταλίας περὶ Ῥαούενναν καὶ ποταμὸς ὁμώνυμος . τὸ ἐθνικὸν Τικίνιος . Τιλαταῖοι
3927543 Ἐνδυμιωνι
δὲ ἐν τοῖς Αἰτωλικοῖς ὅτι ἐν αὐτοῖς τῆς Σελήνης τῶι Ἐνδυμίωνι συγκαθευδούσης , συνέβαινε τοὺς ἄλλους τόπους ἀσελήνους εἶναι ,
ἦν δὲ καὶ ἕτερος ἰατρὸς , οὗ μνημονεύει Ἀλκαῖος ἐν Ἐνδυμίωνι . τοῦ δὲ Φιλίππου καὶ ἐν Γεωργοῖς μνημονεύει Ἀριστοφάνης
3915756 καλωος
οὖν εἰπεῖν , ὅτι οὐκ ἔστιν αὕτη ἡ τοῦ κάλως κάλωος κλίσις , ἀλλ ' ἐπέκτασις : ἔστι γὰρ ὁ
τοῦ τος ἀλλὰ διὰ καθαροῦ τοῦ ος , οἷον κάλως κάλωος , ὡς μαρτυρεῖ Ἀπολλώνιος ὁ τὰ Ἀργοναυτικὰ γράψας ,
3894272 ἀρκτικωτατη
μοίρας νγʹ ∠ ʹʹ νʹ γʹʹ ἡ δὲ πηγὴ ἡ ἀρκτικωτάτη τοῦ Βορυσθένους ποταμοῦ νβʹ νγʹ Καὶ τῶν ὑπὸ τὸν
Σκῦρος νῆσος καὶ πόλις νδʹ λθʹ Τῆς Ἠπείρου ἡ μὲν ἀρκτικωτάτη πλευρὰ διορίζεται τῷ τῆς Μακεδονίας μέρει κατὰ τὴν εἰρημένην
3882530 Καραμβις
: δύο δ ' εἰσὶ σκόπελοι . μετὰ δὲ Αἰγιαλὸν Κάραμβις , ἄκρα μεγάλη πρὸς τὰς ἄρκτους ἀνατεταμένη καὶ τὴν
ταύτης ἔξωθεν οὖσα καὶ ἐπὶ τὸν βορρᾶν ὁρῶσα ὑπάρχει ἡ Κάραμβις , ὁ δὲ ἀριστερὸς πόρος κεράτων ἔχει σημεῖον .
3879598 φυσικωτατα
ὅτι δῶρόν ἐστιν αὐτοῦ τόδε τὸ πᾶν : λέγει γὰρ φυσικώτατα : ” ἀνὴρ ὃ εὗρε , τοῦτο προσήνεγκε δῶρον
πατὴρ Βενιαμίν , ἡ δὲ μήτηρ υἱὸν ὀδύνης προςαγορεύει , φυσικώτατα : μεταληφθεὶς γὰρ ὁ Βενιαμίν ἐστιν υἱὸς ἡμερῶν ,
3878613 ἀνισχει
τε , ἀλλά γε καὶ τῇ ἕκτῃ Ἀρκτοῦρος προσφερόμενος ἡμερινὸς ἀνίσχει καὶ τῇ ἑβδόμῃ δύεται Ἵππος ἀπὸ πρωίας , ὀγδόῃ
ὁ Καρκίνος „ ἀνατέλλῃ , τῶν μὲν πρὸς ἄρκτους οὐθὲν ἀνίσχει , ” τῶν δὲ πρὸς νότον ὁ Λαγωός ,
3855761 θυμηρως
Ἀφροδίτην ἑσπερίαν ἀναποδίζουσαν , λέγε αὐτῷ αὖθις τὴν γυναῖκα ἐπανελεύσεσθαι θυμήρως . εἰ δέ γε μὴν ἄλοχος δόμον ἀνέρος ἐκλείπησι
δὲ Ἀφροδίτην ἑσπερίαν ἀναποδίζουσαν , λέγε αὖθις τὴν γυναῖκα ἐπανελεύσεσθαι θυμήρως . ἐὰν δὲ ἡ γυνὴ ἐκβληθῇ ὑπὸ τοῦ ἰδίου
3799955 εἰκοστην
: ἐξέρυθρος . Γυναικὶ καρηβαρικῇ ἰσχυρῶς , ταύτῃ ἐκρίθη περὶ εἰκοστήν : καυσώδης ὑποχόνδρια : ἑβδόμῃ οὐ κάρτα ᾑμοῤῥάγησεν :
πέμπτη ἐς τὴν ἑπτακαιδεκάτην , ἡ δὲ ἕκτη ἐς τὴν εἰκοστήν : αὗται μὲν οὖν ἐπὶ τῶν ὀξυτάτων διὰ τεσσάρων
3798504 παρεμφαινων
ἂν κτήσασθαι ὃ ἐζήτει . Λύει τὴν ἀντίθεσιν τὸ ἀσθενὲς παρεμφαίνων τῆς ἀντιθέσεως διὰ τοῦ πιθανότητά τινα . τό τε
καὶ γραφείου καινοῦ καὶ πινακιδίου καινοῦ , “ τὸν νοῦν παρεμφαίνων . πρὸς δὲ τὸν ἐρόμενον ποδαπὴν γήμῃ ἔφη ,
3786938 Ἀριανην
ἔχει δὲ ὑποτεταγμένα κλίματα ταῦτα : Συρίαν : Ἰνδικήν , Ἀριανήν , Γεδρωσίαν , Θρᾴκην , Μακεδονίαν . κυριεύει δὲ
μέρους πρώτην εἰπὼν σφραγῖδα τὴν Ἰνδικήν , δευτέραν δὲ τὴν Ἀριανήν , ἐχούσας τι εὐπερίγραφον , ἴσχυσεν ἀμφοτέρων ἀποδοῦναι καὶ
3781466 ἐστιγμενος
Ὑπερβόλου ⌈ τοίνυν λέγειν αἰσχύνομαι , οὗ ὁ μὲν πατὴρ ἐστιγμένος ἔτι καὶ νῦν ἐν τῷ ἀργυροκοπείῳ δουλεύει τῷ δημοσίῳ
καὶ πολλὰ πρότερον εὖ παθών , διὰ δὲ μοχθηρίαν ὕστερον ἐστιγμένος . ἀναπαυομένῳ δὲ ἐν ἕλει τῷ Ῥεστίωνι ἐπιστὰς ὁ
3776897 Διδυμῳ
πρὸς Ἀπελλαῖον . ἄπορον πῶς ἀπὸ τούτου ἐσχημάτισται παρὰ τῷ Διδύμῳ : καὶ γὰρ οὐ δι ' ὧν παρέθετο ὁ
τὸ Κορυφάσιον ὑπὸ τὸν Νηλέα εἶναι : δοκεῖ δὲ τῷ Διδύμῳ ἐκ τοῦ Τριφυλιακοῦ Πύλου εἶναι τὸν Νέστορα , ἔνθα
3748884 εἰρησθαι
ὑπὸ τῶν ἐπιστημῶν θεωρεῖσθαι . καὶ ἠβουλόμην ἐγὼ μᾶλλον οὕτως εἰρῆσθαι τῷ φιλοσόφῳ ὡς ὁ Ἀφροδισιεὺς ἐδοκίμασεν , ἵνα τά
τοῦ λόγου τὴν ἐνάργειαν παρεχομένων ; Ταῦτα μὲν οὖν ἐξαρκεῖ εἰρῆσθαι περὶ τῆς καθ ' ὕπνον θείας μαντικῆς , τίς
3733504 ἀνισχοντα
, ὅτι αὐτὸς μὲν εἰς Ὠκεανὸν δύνοντα καὶ ἐξ Ὠκεανοῦ ἀνίσχοντα λέγει τὸν ἥλιον , ἐξ ἡρωικοῦ δὲ προσώπου οὐκέτι
που ζέφυροι . οὗτοι δ ' ἀπὸ ἑσπέρας πρὸς ἥλιον ἀνίσχοντα ἀποτείνουσιν . οὔτ ' οὖν διὰ τοὺς ἐτησίας ἀνακόπτεσθαι
3717674 Μεσορη
μὲν τῷ ιζʹ ἔτει τῆς τρίτης κατὰ Κάλιππον περιόδου τοῦ Μεσορὴ λʹ περὶ τὴν δύσιν τοῦ ἡλίου , μετὰ δὲ
ἀκρωνύκτου , τουτέστιν τῷ κʹ ἔτει Ἀδριανοῦ κατ ' Αἰγυπτίους Μεσορὴ κδʹ τῆς μεσημβρίας , ὁ τοῦ Κρόνου ἀστὴρ πρὸς
3708187 ὀγδοην
νομίζονται . φασὶ καὶ παίδων πένταθλον παρελθεῖν ἐκεῖ κατὰ τὴν ὀγδόην καὶ τριακοστήν , ὅτε νικῆσαι μὲν Εὐτελίδαν Λακεδαιμόνιον ,
καὶ ὁ τὰς Γεωγραφίας συνταξάμενος Ἀρτεμίδωρος ὁ Ἐφέσιος κατὰ τὴν ὀγδόην βίβλον καί τινες ἕτεροι τῶν ἐν Αἰγύπτωι κατοικούντων ,
3671276 πρωϊαν
, εὐχόμενος διὰ τὰς ἀμέτρους καὶ ἀτελευτήτους ἀδημονίας ἑσπέραν μὲν πρωΐαν γενέσθαι , πεφρικὼς τὸ σκότος καὶ τὰς ἀλλοκότους φαντασίας
. πρώϊα : οὐ πρώϊμα : καὶ δισυλλάβως πρῷα . πρωΐαν : οὐ λέγουσι καθ ' αὑτό , ἀλλ '
3662072 ἀποχωρῃ
σελήνης πάροδον , τουτέστιν ὅταν κατὰ μὲν τὴν πρώτην σύνοδον ἀποχωρῇ τοῦ καταβιβάζοντος συνδέσμου , κατὰ δὲ τὴν τελευταίαν προσάγῃ
' ] ἐκ τῶν ἀναστροφῶν ταχέως τε διώκῃ καὶ ταχέως ἀποχωρῇ , βλάπτειν τ ' ἂν μάλιστα τοὺς πολεμίους δύναιτο
3653955 ἐπινενοηκεναι
κρατεῖν οὕτω δόξομεν ; Καὶ μὴν ἐπίτομόν τινα ταύτην ᾤμην ἐπινενοηκέναι ἔγωγε πρὸς τὴν νίκην . Ἄπαγε , θυννῶδες τὸ
. Εἰσὶν δὲ οἳ Κᾶρας τὴν δι ' ἀστέρων πρόγνωσιν ἐπινενοηκέναι λέγουσιν . Πτήσεις δὲ ὀρνίθων παρεφυλάξαντο πρῶτοι Φρύγες :
3650965 διεσταλθαι
. : Ἀπολλόδωρος δὲ τοτὲ μὲν ἐν τῷ ἐπιθέτῳ λέγων διεστάλθαι τὴν ὁμωνυμίαν , εἰπόντα : Σάμοιό τε παιπαλοέσσης ,
οἷον ἐμπρίων ἐστίν , ὡς δοκεῖν , τὸ μέν τοι διεστάλθαι τῆς ἀρτηρίας , τὸ δέ , μή , σκληροτέρας
3637628 γεγαμημενην
τρεφομένους ἑπτακαίδεκα , καὶ τὴν θυγατέρα τοῦ κωμάρχου ἐνάτην ἡμέραν γεγαμημένην : ὁ δ ' ἀνὴρ αὐτῆς λαγῶς ᾤχετο θηράσων
δὲ κεραμεῖ . ἐλθοῦσα τοίνυν ποτὲ πρὸς τὴν τῷ κηπωρῷ γεγαμημένην τά τε ἄλλα ὡμίλει καὶ πῶς ἂν ἔχοι διηρώτα
3635813 σκιῤῥος
αἴσθησιν , ἐξαλλάσσεται καὶ ἡ θεραπεία . ἀντὶ γὰρ φλεγμονῆς σκίῤῥος γίνεται , καὶ οὐχ ἡ αὐτὴ θεραπεία ἁρμόζει .
ᾖ ; ἀλλὰ κατὰ τὰ πλεῖστα ὅμοιά ἐστι φλεγμονὴ καὶ σκίῤῥος . ἐναντίας δὲ σχεδὸν , καὶ κατ ' οὐδένα
3632143 Ἀνδρωνος
μόνον , καὶ ἕτερον Ἀθηναῖον γενεαλόγον . . . : Ἄνδρωνος ἐν τῷ Τρίποδι περὶ Πυθαγόρου τοῦ φιλοσόφου τὰ περὶ
τοῦ α τῆς Φιλολόγου ἀκροάσεως . . . . , Ἄνδρωνος γὰρ ἐν τῶι Τρίποδι περὶ Πυθαγόρου τοῦ φιλοσόφου τὰ
3623335 περαινομενης
[ : σημαίνει δὲ τὴν ἀκαθαρσίαν . θλιβομένης αὐτῆς καὶ περαινομένης πολλὴ ἀκαθαρσία ἀναπορεύεται καὶ λεύκη : εἴρηται δὲ τὸ
' ἕκαστον εἶδος ἀκροάσεως [ ] [ τῆς ] ἑξῆς περαινομένης [ ] τουτὶ ? νῦν [ ] [ ἠδολεσχῆσθαι
3617360 λυχνοκαϊαν
ἀπεσεισάμεθα καὶ τὴν ἡλίου λαμπάδα λαμπτῆρες ἕτεροι διαδέχονται τὴν Αἰγυπτίων λυχνοκαΐαν παριόντες , καὶ διενήνοχεν ἑνὶ μόνῳ παρ ' ἡμῖν
ἴσθι σαφές , ἀλλ ' ὅπως ἐπέθηκεν ἐπιστολήν παρεῖαι ὄφεις λυχνοκαΐαν οἰκῶ δὲ νῆσον , ὡς μὲν ἀνθρώπων λόγος ,
3613925 μεσαζουσης
δραχμὰς τέσσαρας . Ἕψε τὸ ἔλαιον μετὰ τοῦ λιθαργύρου : μεσαζούσης δὲ τῆς ἑψήσεως , ἐπίπασσε τὸν χαλκὸν καὶ ἕψε
ἐνόμιζε φαγεῖν τὸ βρέφος . Πάλιν ἀκούει , τῆς νυκτὸς μεσαζούσης , τὴν γραῦν γελῶσαν τὸν παῖδα κολακεύειν : Τέκνον
3609362 φαβα
πεπέρει , δαύκου ῥίζα καταπλασσομένη . ὁ δὲ Δουλκήτιός φησι φάβα ἠριγμένον ῥασιθὲν καὶ ἐπιτεθέν . Διφρυγὲς μετ ' ὄξους
σατυρικῷ Πρωτεῖ οὕτω μνημονεύοντος τοῦ ὄρνιθος : σιτουμένην δύστηνον ἀθλίαν φάβα , μέσακτα πλευρὰ πρὸς πτύοις πεπλεγμένην . κἀν Φιλοκτήτῃ
3607178 Μικρας
Εὔδοξος οὕτως : „ ὑπὸ ” δὲ τὴν οὐρὰν τῆς Μικρᾶς Ἄρκτου τοὺς πόδας ὁ „ Κηφεὺς ἔχει πρὸς ἄκραν
περὶ μέντοι τῆς καμπῆς τοῦ Ὄφεως καὶ τῆς οὐρᾶς τῆς Μικρᾶς Ἄρκτου ὀρθῶς ἀπεφήνατο . Ἐν δὲ τῷ ἑτέρῳ κολούρῳ
3606409 φθινοντος
' αὐτοῦ λυκάβαντος ἐλεύσεται ἐνθάδ ' Ὀδυσσεύς , τοῦ μὲν φθίνοντος μηνός , τοῦ δ ' ἱσταμένοιο . ” τὸν
τάττηται ὑπ ' ἐκείνην . οἷον διὰ τί ὁ Νεῖλος φθίνοντος τοῦ μηνὸς μᾶλλον ῥεῖ ; διότι χειμεριώτερος φθίνων ὁ
3603938 Ναρβωνιτιδος
Νάρβων ὑπέρκειται τῶν τοῦ Ἄτακος ἐκβολῶν καὶ τῆς λίμνης τῆς Ναρβωνίτιδος , μέγιστον ἐμπόριον τῶν ταύτῃ , πρὸς δὲ τῷ
δ ' ἐστίν , ὡς εἶπον πρότερον , ὅριον τῆς Ναρβωνίτιδος καὶ τῆς Ἰταλίας : ὑπάρχει δὲ θέρους μὲν μικρός
3602191 Κτησιππῳ
, καὶ τὸ ἤρεσέ με , καὶ τὸ προσέπεζον τῷ Κτησίππῳ , τό , τε ἤδει ἀντὶ τοῦ ᾔδειν ,
ὡς ἑταίραν οὖσαν καὶ ἄλλων πολλῶν παρόντων καὶ συμπινόντων παρὰ Κτησίππῳ . Μετὰ ταῦτα τοίνυν ἐν τῇ Κορίνθῳ αὐτῆς ἐπιφανῶς
3597941 ἐπαναλαβειν
τοῦ ποσοῦ τῆς τροφῆς καὶ θερμοῖς μετρίως προσάρμασι καὶ τονωτικοῖς ἐπαναλαβεῖν καμοῦσαν τὴν δύναμιν . Τὰ δὲ τῇ ποιότητι ἀδικοῦντά
ἐπεμβαλεῖν ἄλλα τινὰ νοήματα πρὶν ἀποδοῦναι τὸ ἀκόλουθον , ἀνάγκη ἐπαναλαβεῖν καὶ διευκρινῆσαι , ἵνα μή σοι ἀσαφὴς καὶ συγκεχυμένος
3589024 βυβλον
Αἰγύπτου δὲ παιδείαν τὰ σχοινία , καθὸ ἡ Αἴγυπτος τὴν βύβλον τρέφει . ὁ δὲ νοῦς τοιοῦτος : ὦ νῆες
τοὺς Αἰγυπτίους ἄλλα τέ τινα καὶ δὴ καὶ τὴν στεφανωτρίδα βύβλον . . . , : ὅθεν ἀθροίσας μισθοφόρους ἀφ
3586984 θυετω
ὁ δ ' [ μάγειρος ἔνδον ἐστί : τὴν ὗν θυέτω . κανοῦν δὲ ποῦ καὶ τἆλλ ' ἃ δεῖ
ἐν αὐτῷ περὶ τῆς προσηγορίας οὕτως : Τὰ δὲ ἐπιμήνια θυέτω ὁ ἱερεὺς μετὰ τῶν παρασίτων . Οἱ δὲ παράσιτοι
3585954 ἀπηλιωτῃ
ἀρρωστίας , ὁ δὲ ιθʹ , ὃς ἀνατέλλει ἐν τῷ ἀπηλιώτῃ ὀψέ , χρηματίζει περὶ σίνους , ὁ δὲ ιζʹ
δὲ καὶ ἀσθενῆ . ἑῷοι μὲν ὄντες καὶ ἐν τῷ ἀπηλιώτῃ τὰς γυναῖκας ἀρρενοῦσιν οὐ μόνον ταῖς πράξεσιν , ἀλλὰ
3583696 παριστορων
φησιν Ἀνδροίτας ὁ Τενέδιος ἐν τῷ Περίπλῳ τῆς Προποντίδος , παριστορῶν ὅτι Ἄμυκος μὲν καλεῖται τὸ χωρίον , ἔχει δὲ
πελάγους Ἀλφειὸν ἥκειν . . . , ὥς φησιν Ἴβυκος παριστορῶν περὶ τῆς Ὀλυμπιακῆς φιάλης . Ἀρέθοισα : ὅτι Σικελικὴ
3578964 παϲματα
ἢ παλαιῷ μίξαϲ ἐπὶ τοὺϲ μυκτῆραϲ ἔγχει . Ϲμήγματα καὶ πάϲματα πυκνωτικὰ τῆϲ κεφαλῆϲ . Ϲμῆγμα κεφαλῆϲ πυκνωτικόν . νίτρου
τηνικαῦτα παραλαμβάνειν δεῖ ϲμήγματα τῆϲ κεφαλῆϲ ἐν τῷ λουτρῷ καὶ πάϲματα μετὰ τὸ λουτρόν . καὶ πρῶτον μὲν τοῖϲ ἁπλοῖϲ
3575854 ἀτενιζων
ζωγραφοῦσιν , ἐπειδὴ ἐπ ' ἀνατολὴν ἐρχομένης τῆς σελήνης , ἀτενίζων εἰς τὴν θεόν , κραυγὴν ποιεῖται , οὐκ εὐλογῶν
ἰσοκάρδιον καὶ δυοειδές . Ἐὰν οὖν τις σταθεὶς πρὸς πόδα ἀτενίζων πρὸς λίβα , δυσὶ δὲ δακτύλοις τῆς εὐωνύμου χειρὸς
3574816 ὠκεανῳ
Ἐροιαδῶν ἐν Ἐροιαδῶν . Ἐρύθεια , νῆσος Γηρυόνου ἐν τῷ ὠκεανῷ , ἀπὸ Ἐρυθείας τῆς Γηρυόνου , ἧς καὶ Ἑρμοῦ
μέρει διέξιμεν περὶ τῶν κατὰ τὴν μεσημβρίαν νήσων τῶν ἐν ὠκεανῷ τῆς Ἀραβίας τῆς πρὸς ἀνατολὴν κεκλιμένης καὶ προσοριζούσης τῇ
3573583 ἀρκτικωτερα
τηρήσεων ἐπικρίσεως : οἷον Ἀλεξάνδρειαν τὴν πρὸς Αἰγύπτῳ , πότερον ἀρκτικωτέρα Βαβυλῶνος ἢ νοτιωτέρα , λαβεῖν οὐχ οἷόν τε ,
τηρήσεων ἐπικρίσεως : οἷον Ἀλεξάνδρειαν τὴν πρὸς Αἰγύπτῳ , πότερον ἀρκτικωτέρα Βαβυλῶνος ἢ νοτιωτέρα , λαβεῖν οὐχ οἷόν τε ,
3571185 ἑβδομην
ἱεροπρεπὲς αὐτῆς πεφοίτηκε . Τοσούτου δ ' ἀξιοῖ σεβασμοῦ τὴν ἑβδόμην , ὥστε καὶ ἄλλα ὁπόσα ταύτης μετέχει τετίμηται παρ
καὶ τὴν πέμπτην ἕκτην καὶ τὴν ἕκτην πέμπτην καὶ τὴν ἑβδόμην τετάρτην καὶ τὴν ὀγδόην τρίτην καὶ τὴν ἐνάτην καὶ
3570676 φερωνυμως
κόνιν νῦν τῆς καλῆς βασιλίδος τῆς δῶρον οὔσης τοῦ Θεοῦ φερωνύμως , εἰ καὶ μετωνόμαστο τοῦ τέλους πέλας , Αἰκατερίνα
: τὴν νάρκωσιν , ἀπὸ τῆς νάρκης τοῦ ἰχθύος λεγόμενον φερωνύμως : τὸ γὰρ ὄνομα αὐτῆς ναρκᾷν δεινῶς τοὺς ἁλιέας
3550679 Λυομενῳ
θάλασσαν τὴν τοῦ Εὐξείνου Πόντου . καίτοι Αἰσχύλος ἐν Προμηθεῖ Λυομένῳ τὸν Φᾶσιν ὅρον τῆς Εὐρώπης καὶ τῆς Ἀσίας ποιεῖ
ἔθνος φησίν : Αἰσχύλος τε Γαβίους διὰ τοῦ γ ἐν Λυομένῳ Προμηθεῖ . Ὁμοίως καὶ Φιλοστέφανός φησι καὶ ἄλλοι .
3530294 ἐτεκμηρατο
Ξενοφῶντι δὲ ὁμιλήσας γράφει τὴν Πάνθειαν , ὁποίαν τῇ ψυχῇ ἐτεκμήρατο . τὰ τείχη , ὦ παῖ , καὶ τὰς
ἐς τὴν σεληναίην συνετάξατο , Φαέθων δὲ τοῦ ἠελίου δρόμον ἐτεκμήρατο , οὐ μέν γε ἀτρεκέως , ἀλλ ' ἀτελέα
3515526 Τυρρηνικῳ
θάλασσαν : διὸ καὶ πλείστους ἁλίσκεσθαι ἐν τῷ Ἰβηρικῷ καὶ Τυρρηνικῷ πελάγει : κἀντεῦθεν κατὰ τὴν ἄλλην θάλασσαν διασκίδνασθαι .
θηράτορσι μηδέποτε πλησιάζειν . . . . Λιπάρα . Δείναρχος Τυρρηνικῷ . Μία τῶν καλουμένων Αἰόλου νήσων περὶ τὴν Σικελίαν
3515318 ἀκροκνεφαιος
γάρ ἐστι ἐπὶ τῆς ζώνης τοῦ Ἀρκτοφύλακος ὁ Ἀρκτοῦρος . ἀκροκνέφαιος : κατὰ τὸ ἄκρον κνέφας τῆς ἑσπέρας φαίνεται ,
. τὴν δὲ τοιαύτην ἀνατολὴν οἱ μαθηματικοὶ ἀκρόνυχον καλοῦσιν : ἀκροκνέφαιος οὖν ἐν ἀρχῇ τῆς νυκτός . πρῶτον οὖν ὁ
3513118 θεωρηθηναι
. Καὶ ἐποίησεν αὐτὸν τυφλόν . Ἀμέλει καὶ ἐὰν φθάσῃ θεωρηθῆναι ὑπὸ τοῦ ἡλίου , οὐ δέχεται αὐτὸν ἡ γῆ
ἐν τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ καὶ ὥρᾳ ἐν Σικελίᾳ ὑπὸ πολλῶν θεωρηθῆναι γράμματα διδά - σκοντα . ὅθεν , πολλάκις αὐτῷ
3504265 Ἀρχεστρατος
χρόμις . Νουμήνιος : ὕκκην ἢ κάλλιχθυν ἠὲ χρόμιν . Ἀρχέστρατος : τὸν χρόμιν ἐν Πέλλῃ λήψῃ μέγαν , ἐστὶ
καλοῦσιν , οἳ δὲ γαλλερίην , οἳ δὲ ὀνίσκον . Ἀρχέστρατος δέ φησιν ὅτι ὁ ὄνος σομφὴν τρέφει τινὰ σάρκα
3499719 Ἰστριαν
ἀελίου . δὴ τότ ' ἐς γαῖαν πορεύεν θυμὸς ὥρμα Ἰστρίαν νιν : ἔνθα Λατοῦς ἱπποσόα θυγάτηρ δέξατ ' ἐλθόντ
ἐπὶ τὸ πέμπτον εἴκοσι καὶ ἑκατόν , καὶ ἔνθεν εἰς Ἰστρίαν πόλιν στάδιοι πεντακόσιοι . ἐνθένδε ἐς Τομέα πόλιν στάδιοι
3480025 Αἰγαιῳ
τῶν Πατροκλέους παίδων ἐρανικῷ . Ἁλόννησος : νησύδριον ἐν τῷ Αἰγαίῳ πελάγει : Αἰσχίνης ἐν τῷ κατὰ Κτησιφῶντος , ὡς
τὴν ἑωυτοῦ : καί μιν , ὡς ἐγένετο ἐν τῷ Αἰγαίῳ , ἐξῶσται ἄνεμοι ἐκβάλλουσι ἐς τὸ Αἰγύπτιον πέλαγος ,
3478665 εἰπετω
ἐμοὶ γὰρ οὐ δοκεῖ : ἀλλ ' ἤτοι διαλεγέσθω ἢ εἰπέτω ὅτι οὐκ ἐθέλει διαλέγεσθαι , ἵνα τούτῳ μὲν ταῦτα
ἠρωτημένα πατέρα τε καὶ νομοθέτην ἠρωτήσθω , ὁ δ ' εἰπέτω ὡς ὁ ζῶν τὸν ἥδιστον βίον ἐστὶν μακαριώτατος :
3476785 ἀναγνωρισμον
οὐχὶ πάσης . . : ἔστι πόλις Κάνωβος ] Οἱονεὶ ἀναγνωρισμὸν ποιεῖται τῆς Αἰγύπτου . : προσχώματι : Τῷ ὑπὸ
αὐξηθεὶς οὖν καὶ λαβὼν τὰ ὅπλα ἦλθεν εἰς Ἀθήνας εἰς ἀναγνωρισμὸν τοῦ πατρός . κοίλην οὖν πέτραν λέγει τὴν ἐν
3476706 Παφος
? Κύπρος , ἡ μη [ ] νι καλόν τρόπολις Πάφος ] ατε πολλά ] σαντες ] ύσσωι ? :
. . . . . ξδ Ϛʹ λε ∠ ʹιβ Πάφος Παλαιά . . . . . . . .
3471597 Ἀρατος
οἳ καὶ προηγοῦνται αὐτοῦ . Ψευδῶς δὲ καὶ τοῦτο ὁ Ἄρατος περὶ τῆς Κασσιεπείας λέγει , ὅτι ἐστὶν μάλα πολλὴ
ὁμοίως ἀμφότεροι ἀναγράφουσι τὰ περὶ τὰς ἀνατολάς : ὁ γὰρ Ἄρατος τοῖς ὑπὸ τοῦ Εὐδόξου λεγομένοις ἠκολούθηκε : συμφωνοῦσι μέντοι
3468297 ἐκκενωσας
τὴν φύσιν . πότιζε τοῦτον αὖθις ὡς ὑδράργυρον εἰς χάσμα ἐκκενώσας ὡς θεῖον νᾶμα καὶ τὴν ῥέουσαν στήσας οὐσίαν πλῦνον
δὲ ὑπὸ τοῦ πλήθους τῶν καταλυόντων ὁ Καλλίας καὶ τοῦτο ἐκκενώσας ξένοις κατάλυσιν πεποίηκεν . ὁ μὲν οὖν Πρόδικος ἔτι
3467621 Αἰσηπου
ἡ δὲ Τρῳὰς ἀπὸ Μυσίας ἀρχομένη τῆς Μεγάλης ἐπὶ τοῦ Αἰσήπου λήγει . ἡ δὲ Δολιονία καὶ Φρυγία ἄρχεται μὲν
ὅν φησιν ὁ ποιητής . Ὑπὲρ δὲ τῆς ἐκβολῆς τοῦ Αἰσήπου σχεδόν τι . . . σταδίοις κολωνὸς ἔστιν ,
3466307 ἐκτιλλειν
ταῖς ταφαῖς τίλλεσθαι , ἤγουν ἐν καιρῷ συνουσιασμοῦ τὰς τρίχας ἐκτίλλειν τῆς πυγῆς . ὑβὸς κυρτός . καὶ ὑβόν ἐστι
ἐξομοιοῦν ἑαυτῇ φιλοτιμουμένην τὸν ἄνδρα ἐκ τῆς κεφαλῆς τὰς πολιὰς ἐκτίλλειν αὐτοῦ , τὴν δὲ γραῦν τὰς μελαίνας , καὶ
3459274 καταδυσεως
ἰσημερινοῦ ” . ζητεῖται δὲ διὰ τί περὶ μὲν τῆς καταδύσεως τούτων τῶν περιφερειῶν λέγει , περὶ δὲ τῆς ἀνατολῆς
ἑξῆς : παρ ' Αἰήταο θυγατρὶ ἐστενάχοντο . χηραμοῦ : καταδύσεως . ἀπτῆνες : οἱ μὴ ἵπτασθαι δυνάμενοι . Πακτωλὸς
3458427 Κωρυ
μεταξὺ τῶν δύο μεσημβρινῶν διάστασιν , τοῦ τε διὰ τοῦ Κῶρυ ἀκρωτηρίου καὶ τοῦ διὰ τῆς Κούρουλα πόλεως , σταδίων
ιζʹ Ϛʹʹ ἔγγιστα . Ἐδέδεικτο δὲ καὶ ἡ ἀπὸ τοῦ Κῶρυ ἀκρωτηρίου μέχρι τῆς Χρυσῆς Χερσονήσου μοιρῶν λδʹ καὶ τεσσάρων
3454565 διεξεισιν
Ἀλέξανδρον ἀπ ' αὐτῆς τῆς τοῦ βασιλέως τελευτῆς , καὶ διέξεισιν ὅπως εἰς τὸν ἀδελφὸν Ἀλεξάνδρου τὸν Ἀρριδαῖον , ὃς
θῦσαι αὐτὸν , ἐν ὅσῳ τοὺς λόγους τούτους ὁ Καρίων διέξεισιν , ἐξάγει εὐθὺς αὐτὸν συντυχεῖν , ὡς μέν τινες
3449245 κολπῳ
. . . κγ γοʹ λβ δʹ Καὶ ἐν Νουμιδικῷ κόλπῳ , Αὔδου ποταμοῦ ἐκβολαί . . . . .
εἰ μή μ ' Εὐρυνόμη τε Θέτις θ ' ὑπεδέξατο κόλπῳ Εὐρυνόμη θυγάτηρ ἀψορρόου Ὠκεανοῖο . τῇσι παρ ' εἰνάετες
3446286 κλυτης
ἡμιτελῆ παρέθηκα , σοφίης ὄρχαμ ' ὦσχε , Ὀππιανὲ θρυλούμενε κλυτῆς εἵνεκ ' ἀοιδῆς , ἀλλ ' ἀνύσας θηησάμην σέο
καὶ περισπάσαι τὸ κλυτᾶς , ἵν ' ᾖ : τῆς κλυτῆς ναυτιλίας ἐσχάτας μάρτυρας τὰς στήλας ἔθηκεν . αἱ δὲ
3444744 ξυμμισγε
ᾖ , ὅλην , ἢν δὲ μεγάλη , τὸ ἥμισυ ξύμμισγε πρὸς τοῖς ῥηθεῖσι καὶ τὸν αὐτὸν τρόπον προστίθει .
τὴν ὑστέρην ἑκάστης ἡμέρης : τὰ μὲν ἄλλα ταὐτὰ πάντα ξύμμισγε τοῖσιν ἔμπροσθεν ἐκτὸς τῆς χολῆς : ὀριγάνου δὲ τρίβων
3444710 ἐξιλασαμενος
ὑπόνοιαν ὅτι διὰ τοῦτ ' αὐτῷ τὸ σύμπτωμα γέγονεν , ἐξιλασάμενος τὸν θεὸν ἐν πολλαῖς ἡμέραις ἀποκατέστη . Μεταλαβὼν δὲ
νίψηται τὸ πρόσωπον , ἀποβάλλει τὴν ὅρασιν , Ἄρτεμιν δὲ ἐξιλασάμενος ἀνακτᾶται τὸ φῶς , καθὼς ἱστορεῖ Δέρκυλλος ἐν γʹ
3440575 Σοφοκλεις
τινος : “ Πῶς , ” ἔφη , “ ὦ Σοφόκλεις , ἔχεις πρὸς τἀφροδίσια ; ἔτι οἷός τε εἶ
διδάσκαλος : σοφὸς μὲν δὴ σύ γε εἶ , ὦ Σοφόκλεις , ἐν ποιήσει : ὅμως μέντοι γε οὐκ εὖ
3440003 συνεσκευασμενος
τε εἴη καὶ δι ' ὅ τι κατάγεσθαι βούλοιτο , συνεσκευασμένος τε παρεῖναι ἔφη πάντα τὰ ἐπιτήδεια ὥστε δειπνεῖν τἀλλότρια
ὑπακούσαντι εἰσαγγεῖλαι ὅστις τε εἴη καὶ διότι κατάγεσθαι βούλεται : συνεσκευασμένος δὲ ἔφη παρεῖναι πάντα τἀπιτήδεια ὥστε δειπνεῖν τἀλλότρια .
3427625 ἀρξειε
κλύεις τάδε ; × – μακέλλῃ Ζηνὸς ἐξαναστραφῇ τοιοῦτος ὢν ἄρξειε τοῦδε τοῦ κρέως ἐγὼ μίαν μὲν ἐξιονθίζω τρίχα ἐσχάρα
οἱ λοχαγοὶ ἃ ἐδιδάχθησαν , ὅτι καὶ πάλαι Κορουῖνός τε ἄρξειε νεώτερος ὢν ἔτι καὶ Σκιπίων ὕστερον , ὅ τε
3424007 παραδοξολογος
: ἀπὸ δαΐζω τοῦ κατακόπτω . αἰχμῇ : τρώσει : παραδοξόλογος . Πηλοῖσι : βορβόροις . ἐφέστιος : ἐγκάτοικος .
: ἀπὸ δαΐζω τοῦ κατακόπτω . αἰχμῇ : τρώσει : παραδοξόλογος . Πηλοῖσι : βορβόροις . ἐφέστιος : ἐγκάτοικος .
3420555 κεισθαι
ταῖς ἐμπειρίαις διαβασανίζοντας , ἕως ἂν ἱκανῶς αὐτῶν ἕκαστα δόξῃ κεῖσθαι , τότε δὲ τέλος ἐπιθέντας , ἀκίνητα οὕτως ἐπισφραγισαμένους
ἁπλῶς λόγοις οὐχ ὡς ὁρισμοῖς τιθεὶς ὀνόματα λέγει διὰ τὸ κεῖσθαι αὐτοῖς ὀνόματα ὁρισμοὺς εἶναι αὐτούς . καὶ δοκεῖ ἀνακόλουθον
3419363 Ἐρατοσθενη
ἐν τῇ Ἰνδικῇ κλίμα μηδένα ἱστορεῖν , μηδ ' αὐτὸν Ἐρατοσθένη . εἰ δὲ δὴ καὶ αἱ ἄρκτοι ἐκεῖ ἀμφότεραι
. , τἀναντία γὰρ αὐτὸς ὁ Ἵππαρχος ἔδειξε κατ ' Ἐρατοσθένη πλείοσιν ἢ δισχιλίοις σταδίοις συμβαίνειν ἀνατολικωτέραν εἶναι τὴν Βαβυλῶνα
3413648 ζωγραφῳ
τὰ τοιαῦτα . τὸ δὲ ὁμοίωμα οὐκ ἔστιν ἐν τῷ ζωγράφῳ ἄλλως καὶ ἄλλως ποιῆσαι , ἀλλ ' ὡς ἔχει
τ ' αὐτῆς καὶ τοῦ φορτικοῦ ἐοικέναι τέ φησιν αὐτὸν ζωγράφῳ ταῖς αὐταῖς ἐσθῆσι καὶ τοῖς αὐτοῖς σχήμασι πάσας ἐπικοσμοῦντι
3413236 τεταρτην
ὅροϲ ἐϲτὶν ἡ ἑβδόμη , τὰ δὲ πολλὰ κατὰ τὴν τετάρτην κρίνεται : εἰ δὲ ἐν πλείονι μὲν τοῦδε ,
ἀλλὰ σπάσας τὸν ἑωθινὸν καὶ μεθυσθεὶς εἰς ὥραν τρίτην ἢ τετάρτην ἠρεμεῖ . παιδεύομεν δὲ οὐ χεῖρον ἡμεῖς τοὺς νέους
3403812 Πυθιαδα
: γέγραπται μὲν ἡ ᾠδὴ τῷ προκειμένῳ νικήσαντι τὴν λγʹ Πυθιάδα διαύλῳ . οὐκ εἰς τὴν τοῦ διαύλου δὲ νίκην
οὔσης , ὥστε πάντη τε καὶ πάντως μετὰ τὴν ὕστερον Πυθιάδα , ἥτις γέγονε περὶ τὴν οεʹ Ὀλυμπιάδα , συντετάχθαι
3395798 ἐκοπτε
ἄλλο , ἐκ Θηβῶν ἐκομίζετο , ὕλην δὲ τῆς Ἀκαδημίας ἔκοπτε καὶ μηχανὰς εἰργάζετο μεγίστας τά τε μακρὰ σκέλη καθῄρει
βρωτικὸν εἶχεν : προϊόντος δὲ , ἐπέτεινεν ἡ ὀδύνη , ἔκοπτε τὴν γαστέρα , ἐτίλλετο , θέρμαι ἐπελάμβανον : ἐτήκετο
3393422 ἐνατην
ἀγαγόντων εἰς Στάγειρα : ἐγεννήθη δὲ κατὰ τὴν ἐνενηκοστὴν καὶ ἐνάτην Ὀλυμπιάδα Διοτρεφοῦς Ἀθήνησιν ἄρχοντος τρισὶν ἔτεσι Δημοσθένους πρεσβύτερος .
ἰόντα . . . . . . . . . ἐνάτην περὶ γαῖαν . Αὐτὴν μέν μιν ἔτετμε μεσήρεα παντὸς
3386331 Σαμῃ
εἴπῃ ” ὅσσοι γὰρ νήσοισιν ἐπικρατέουσιν ἄριστοι „ Δουλιχίῳ τε Σάμῃ τε καὶ ὑλήεντι Ζακύνθῳ , „ τῶν νήσων ἀριθμὸν
οἴκῳ . ὅσσοι γὰρ νήσοισιν ἐπικρατέουσιν ἄριστοι , Δουλιχίῳ τε Σάμῃ τε καὶ ὑλήεντι Ζακύνθῳ , ἠδ ' ὅσσοι κραναὴν
3386263 Σκυλακος
Ἀντιφῶν ἐν τῶι Περὶ ὁμονοίας . λέγοι ἂν τοὺς ὑπὸ Σκύλακος ἐν τῶι Περίπλωι λεγομένους Τρωγλοδύτας καὶ τοὺς ὑπὸ Ἡσιόδου
, , ; . . . . , : Καρυανδέως Σκύλακος ὑπάρχει τι βιβλίον / περὶ τὴν Ἰνδικὴν γράφον ἀνθρώπους
3384758 Χαρωνι
τῶν Περσῶν βασιλεῖς . : Καρύστιος ἐν Ἱστορικοῖς ὑπομνήμασι , Χάρωνι , φησὶ , τῷ Χαλκιδεῖ παῖς καλὸς ἦν ,
πάλιν ἀνακλάσας ἐφίλησεν . Καρύστιος δ ' ἐν Ἱστορικοῖς Ὑπομνήμασι Χάρωνι , φησί , τῷ Χαλκιδεῖ παῖς καλὸς ἦν καὶ
3376283 Ὑπερβολου
Εἰρήνῃ ὁ αὐτὸς ἀντὶ τοῦ ἐν τοσούτῳ κέχρηται , περὶ Ὑπερβόλου λέγων ἀπορῶν ὁ δῆμος ἐπιτρόπου καὶ γυμνὸς ὢν τοῦτον
Γ τὴν κεφαλὴν ποῖ περιάγεις Γ : ἀποστρέφεται ἀκούσασα τοῦ Ὑπερβόλου τὸ ὄνομα ἡ Εἰρήνη ἀχθεσθεῖσα ἐπ ' αὐτῷ ,
3375367 παραφραζων
θεὸς βλέπει σε πλησίον παρών . Καὶ πάλιν ὁ Μένανδρος παραφράζων τὴν γραφὴν ἐκείνην θύσατε θυσίαν δικαιοσύνης καὶ ἐλπίσατε ἐπὶ
. , , , . ὅ τε Σωκρατικὸς Ἀντισθένης , παραφράζων τὴν προφητικὴν ἐκείνην φωνὴν τίνι με ὡμοιώσατε ; λέγει
3365271 καθειναι
' ἐβουλεύσαντο πιεῖν μὲν τοῦ ὕδατος , μὴ μέντοι καὶ καθεῖναι κατὰ τοῦ λαιμοῦ τοὺς δακτύλους , ἀλλ ' ἐπὶ
. ἀκήκοεν ὅτι λῃστεύεται ἡ ὁδός : μόνος οὐ τολμᾷ καθεῖναι , ἀλλὰ περιέμεινεν συνοδίαν ἢ πρεσβευτοῦ ἢ ταμίου ἢ
3360753 Ἀραχωσιας
, καὶ Ἐωρῖται . Πόλεις δὲ καὶ κῶμαι φέρονται τῆς Ἀραχωσίας αἵδε : Ὀζόλα . . . . . .
καὶ Μεγασθένης , ὃς ξυνῆν μὲν Σιβυρτίῳ τῷ σατράπῃ τῆς Ἀραχωσίας : πολλάκις δὲ λέγει ἀφικέσθαι παρὰ Σανδράκοττον τὸν Ἰνδῶν
3353115 συναπτειν
τὴν Ἀκαρνανίαν φησὶν ἀπὸ τῶν ἑσπερίων μερῶν : ταύτην γὰρ συνάπτειν πρώτην τοῖς Ἠπειρωτικοῖς ἔθνεσιν . ἀλλ ' ὥσπερ οὗτος
Θεόπομπος βραχεῖαν μέν , εὐερκῆ δέ : καὶ σκέλει διπλέθρωι συνάπτειν πρὸς τὸν λιμένα , καὶ διὰ ταῦτ ' οὖν
3352086 λογοποιος
δὲ καὶ λόγον αὐτὸν ὀνομάζουσιν , ἐπεὶ καὶ ὁ Αἴσωπος λογοποιὸς λέγεται : μύθων γὰρ πλάστης ὁ Αἴσωπος . Ὅσα
ὡς καὶ τὸν πυθόμενον , εἴτ ' Αἴσωπός ἐστιν ὁ λογοποιὸς εἴτε ἄλλος τις , πῶς ἂν πλουτήσαιμι Διὸς καὶ
3351199 ἐπιμηκους
ἐκείνῳ τὸ τοῦ ποδὸς ἄκρον δεθήτω . καὶ διὰ ξύλου ἐπιμήκους ὁ ὕπερος στρεφόμενος ἕλκει τὸν πόδα καὶ ἡ τάσις
εὐδίας ” . καὶ γυλίου στρατιωτικοῦ : πλέγματος στρατιωτικοῦ σκευοφόρου ἐπιμήκους εἰς ὀξὺ λήγοντος πρὸς τὸ μὴ κατάγνυσθαι . πλέγμα
3350677 νοτῳ
' ἡ μέν ἐστι τῶν ἄρκτων , ἡ δὲ τῷ νότῳ κεκλήρωται . Ὠνομάσθαι δὲ τὴν χώραν ἐξ Εὐρώπης φασὶ
οὐχ ὑγιαίνειν μοι δοκῶ . κἀκεῖθεν εἰς τὴν Ἰταλίαν ἀνέμῳ νότῳ διεβάλομεν τὸ πέλαγος εἰς Μεσσαπίους , Ἄρτος δ '
3347359 καιεϲθαι
οὖϲ κύκλον χρὴ ποιεῖν ἐξ ἐρίου , πρὸϲ τὸ μὴ καίεϲθαι τοὺϲ κύκλῳ τόπουϲ . Κλυϲμοὶ δὲ τούτοιϲ ἁρμόζουϲιν :
ϲτόμα , αὐαλέοι δὲ τὸ ϲκῆνοϲ , τὰ δὲ ϲπλάγχνα καίεϲθαι δοκέουϲι : ἀϲώδεεϲ , ἄποροι , οὐκ ἐϲ μακρὸν
3345545 Δαμιδι
καὶ ὁπόσα ἐς πρόγνωσιν εἶπε . καὶ προσήκων τις τῷ Δάμιδι τὰς δέλτους τῶν ὑπομνη - μάτων τούτων οὔπω γιγνωσκομένας
καὶ τοῦτ ' ἄρ ' ἦν τὸ παρακελεύσασθαι αὐτὸν τῷ Δάμιδι μὴ περιμείναντι τὴν ἀπολογίαν πεζεῦσαι ἐς Δικαιαρχίαν : τὰ

Back