| ᾖ τὸ ξύλον , βλάστην ἔχει . μητρόπολίς ἐστιν οὐχὶ πατρόπολις πόλις . μήτραν τινὲς πωλοῦσιν ἥδιστον κρέας . Μητρᾶς | ||
| τὸ ξύλον , βλάστην ἔχει : μητρόπολίς ἐστιν , οὐχὶ πατρόπολις πόλις : μήτραν τινὲς πωλοῦσιν ἥδιστον κρέας : Μητρᾶς |
| καὶ Ἀντιφάνης ἐν Φιλομήτορι [ . . ] οὕτως : ἔμμητρον ἂν ἦι τὸ ξύλον , βλάστην ἔχει : μητρόπολίς | ||
| . μνημονεύει τῆς μήτρας καὶ Ἀντιφάνης ἐν Φιλομήτορι οὕτως : ἔμμητρον ἂν ᾖ τὸ ξύλον , βλάστην ἔχει : μητρόπολίς |
| Ξέρον διαφερόμενον περὶ ἀρετῆς πρὸς τὸν αὐτοῦ πατέρα . Μεταβλητότερος Μήτρας : τῆς Ἐρισίχθονος φασίν , ὡς ὁ ποιητής , | ||
| Ξέρον διαφερόμενον περὶ ἀρετῆς πρὸς τὸν αὐτοῦ πατέρα . Μεταβλητότερος Μήτρας : τῆς Ἐρισίχθονος φασίν , ὡς ὁ ποιητής , |
| φυλλορροεῖν . ὡς εἶναι τὸν συλλογισμὸν οὕτως : ἡ ἄμπελος πλατύφυλλος , παντὸς πλατυφύλλου πήγνυται ὁ ὀπός , πᾶν ᾧ | ||
| διαιροῦσι , τάδ ' ἐστὶ τὰ εἴδη : ἡμερὶς αἰγίλωψ πλατύφυλλος φηγὸς ἁλίφλοιος : οἱ δὲ εὐθύφλοιον καλοῦσιν . κάρπιμα |
| : ‚ τῆς Ἀχαΐας πόλις Τρομίλεια περὶ ἣν γίνεται τυρὸς αἴγειος ἥδιστος , οὐκ ἔχων σύγκρισιν πρὸς ἕτερον , ὁ | ||
| τὰ ἐξ ὑποδημάτων παρατρίμματα πνεύμων ἄρνειός τε καὶ χοίρειος καὶ αἴγειος ποιεῖ . τὸ ἀπὸ τῶν καττυμάτων δέρμα καυθὲν φλεγμαίνοντα |
| οὐ τοῦ Β τιθέμενος ὁρισμὸς πάντως , ἵνα τὸ Β ὁρίζηται , ἀλλ ' ἀντ ' αὐτοῦ ἐν τῷ μέσῳ | ||
| κέκτηται . τοῦ αὐτοῦ . χρημάτων ὄρεξις , ἢν μὴ ὁρίζηται κόρωι , πενίης ἐσχάτης πολλὸν χαλεπωτέρη : μέζονες γὰρ |
| ὁ γέρων ; ἀπὸ τῆς μὲν ὄψεως Ἑλληνικός : λευκὴ χλανίς , φαιὸς χιτωνίσκος καλός , πιλίδιον ἁπαλόν , εὔρυθμος | ||
| ἐκαλεῖτο ὁ χιτώντὰ δ ' ἐπιβλήματα ξυστίς , βατραχίς , χλανίς , χλαμὺς διάχρυσος , χρυσόπαστος , στατός , φοινικίς |
| . τίς δὲ τούτοις οὐχὶ πειθόμενος θαρρῶν ἂν εἴποι τὴν κάκτον εἶναι ταύτην τὴν ὑπὸ Ῥωμαίων μὲν καλουμένην κάρδον , | ||
| , σκόλιον , σερίδ ' , ἀτράκτυλον , πτέριν , κάκτον ὀνόπορδον . κἀγλαοὶ κόκκυγες , οὓς παρσχίζομες πάντας , |
| δὲ καὶ λεαινόμενον καὶ πριόμενον τὸ ξύλον . Τὸ δὲ θύον , οἱ δὲ θύαν καλοῦσι , παρ ' Ἄμμωνι | ||
| λεύκη , δάφνη , πίτυς , κυπάριττος , κέδρος , θύον , ἰτέα , μυρίκη , μυρρίνη : εἰ μὴ |
| ἀνδραπόδων . ῥοδωνιά ἐστιν ἡ τῶν ῥόδων φυτεία , ὥσπερ ἰωνιὰ ἡ τῶν ἴων , ὡς Ἑκαταῖος ἐν αʹ περιηγήσεως | ||
| εἴ τι κέκληται , τῶν δὲ ῥόδων ῥοδωνιά , καὶ ἰωνιὰ τῶν ἴων . ἐπὶ φυτῶν καὶ δένδρων καρποφόρων ἐρεῖς |
| τὸ φιλοτέχνημα , τὸ δὲ γύναιόν ἐστιν ἡ Τυραννίς , λελυμένη τοὺς πλοκάμους καὶ κατηφὴς καὶ λέγουσα τάδε : ἥδ | ||
| ἡ δέ τις διῃρημένη ἑρμηνεία καλεῖται , ἡ εἰς κῶλα λελυμένη οὐ μάλα ἀλλήλοις συνηρτημένα , ὡς ἡ Ἑκαταίου καὶ |
| Παντακλῆς σκαιός Λάμπων οὑξηγητής κατὰ χειρὸς ὕδωρ ἀχυρός νεοκάτοικος πισοῦ σιπύα ἄγε δὴ πότερα βούλεσθε τὴν νῦν διάθεσιν ᾠδῆς ἀκούειν | ||
| ἐν θυείᾳ τρίβοντα δοίδυκι λιθίνῳ . . . Προσπάλτιοι , σιπύα . . . Νότιον . . . Ἀντίκυρα , |
| . φέρτρῳ φορείῳ : “ κείμενον ἐν φέρτρῳ . ” φηγός ἡ δρῦς , καὶ φήγινος ὁ δρύϊνος : “ | ||
| λάχανον , . . γογγυλίς , ὦχρος , λάθυρος , φηγός , βολβός , τέττιξ , ἐρέβινθος , ἀχράς , |
| δωδεκάτῳ ὧδε γράφει „ ἀγνοεῖ δὲ μεγάλως καὶ περὶ τῶν χαλκείων : οὐδὲ γὰρ πόλις ἐστίν , ἀλλὰ χαλκουργεῖα ” | ||
| ἐκαλεῖτο , ἴσως ἀπὸ τῶν ἀναδιδομένων αἰθαλῶν ἐκ τῶν Ἡφαίστου χαλκείων , . , . Αἰθήρ : παρὰ τὸ αἴθω |
| πενίας τοῦ ἀνδρὸς ὁμολογουμένοις . . . . : Σίλφιον βοτάνη πολυτί - μητος : ἡ δὲ αἰτία τοιαύτη ἐστί | ||
| τῆς σελήνης καὶ τὸν δακτύλιον καὶ τὸ κολλούριον . Ῥάμνος βοτάνη , ἐν παντὶ κλίματι φυομένη , γνωστή , ἀκανθώδης |
| ἀρχαῖον ἀπὸ τοῦ Θεοδοσιακοῦ Νικάνδρου μεταγεγραμμένον σκλήρ ' ] γράφεται ξῆρ ' , ξηρά : κατεσκληκότα περσείης ] δένδρον ἐστὶ | ||
| τριφθέντα , ῥαγέντα σκλήρ ' ἀπὸ περσείης : γράφεται καὶ ξῆρ ' ἀπὸ περσείης , ἐν τοῖς τῶν περσεῶν λέπεσιν |
| γὰρ ἁρμονία ἐξ ἀνομοιομερῶν μὲν ὑπάρχει καὶ θέσιν ἔχει , κολοβὸς δὲ οὐ λέγεται φθειρομένης , εἰ τύχοι , τῆς | ||
| Πλάτωνος τοῦ θεσπεσίου ὥστε τὰ αὐτοῦ μὴ μανθάνειν , ὅτι κολοβὸς καὶ βασιλεὺς καὶ νομοθέτης , ὃς πολεμεῖν μὲν ἱκανός |
| καὶ διαφορητικόν , ἐμπνευματώϲειϲ τε τὰϲ κατὰ γαϲτέρα καθίϲτηϲιν . Ἀπαρίνη ἢ φιλάνθρωποϲ μετρίωϲ ῥύπτει καὶ ξηραίνει : ἔχει δέ | ||
| καὶ λίθουϲ θρύπτει ἐϲχάραϲ τε ῥήϲϲει καὶ ὀδόνταϲ πραΰνει . Ἀπαρίνη , οἱ δὲ φιλάνθρωπον , οἱ δὲ ὀμφακόκαρπον , |
| φυτοῦ πτόρθοισι γάνυσθαι . ἔνθα γὰρ ἀγλαόκαρπος ἁλὸς σχεδόν ἐστιν ἐλαίη , γείτοσιν ἐν γουνοῖσιν ἐπακταίη τεθαλυῖα , κεῖθι δὲ | ||
| ταύτῃ Ἐρεχθέος τοῦ γηγενέος λεγομένου εἶναι νηός , ἐν τῷ ἐλαίη τε καὶ θάλασσα ἔνι , τὰ λόγος παρὰ Ἀθηναίων |
| ἀξίαν δηλώσειε ; Περικλεῖ μὲν Προπύλαια πρὸς φιλοτιμίαν ἤρκει καὶ Παρθενών , καὶ οἶκος Δαρείῳ βασίλειος , καὶ ἄμπελος Ἀρταξέρξῃ | ||
| . Οἱ τὰ Προπύλαια καὶ τὸν Παρθενῶνα οἰκοδομήσαντες ἐκεῖνοι . Παρθενών : τὸ τῆς Ἀθηνᾶς ἱερόν . Εἶεν . Ἐπίρρημα |
| , κἀκτυπωμάτων πρόσωπα , τραγέλαφοι , λαβρώνια . καὶ θάλαττα βορβορώδης , ἣ τρέφει θύννον μέγαν . ἀναπετῶ τουτὶ προσελθὼν | ||
| καὶ βάλλειν ἀραῖς . βιβλιοπώλης καὶ βιβλοπώλης καὶ βιβλιαγράφος . βορβορώδης : παρὰ τὸν βόρβορον καὶ τὸν ὀδόντα , τὸν |
| παρὰ τὸ ἐμυθολόγησαν . . . . ἀμάμαξυς : ἡ ἀναδενδράς , ἐν πλεονασμῷ τοῦ α καὶ τροπῇ ἀμάμαξυς : | ||
| εἴρηται ] παρὰ τὸ ψεύδεσθαι τὸν Αἰσχίνην καὶ ἡ λεγομένη ἀναδενδράς . ψευδομάμαξυν δὲ τὸν Αἰσχίνην καλεῖ διὰ τὸ ψοφώδη |
| μηδὲν πάσχῃ . Γυνὴ ἥτις παχέα παρὰ φύσιν ἐγένετο καὶ πίειρα καὶ φλέγμα - τος ἐπλήσθη , οὐ κυΐσκεται τούτου | ||
| ἀποδεῖν τετάρτη λέγεσθαι μοῖρα τῆς Εὐρώπης , εὔυδρός τε καὶ πίειρα καὶ καρποῖς δαψιλὴς καὶ κτήνεσιν ἀρίστη νέμεσθαι , σχίζεται |
| Ἀλφειοῦ ἀπιέναι . ἐν δὲ τῇ Λευκάδι ἄκρα μέν ἐστιν ὑψηλή , νεὼς δὲ Ἀπόλλωνι ἵδρυται , καὶ Ἄκτιόν γε | ||
| ἑξῆς οὕτως : ἔστι δέ τις ἐν τῇ Προποντίδι νῆσος ὑψηλή , ἀπέχουσα βραχὺ τῆς Φρυγίας κατὰ τὸ ῥεῦμα τοῦ |
| ῥίζαι πετραίου , σὺν δ ' αὐτὸς ἐπαυχμήεις σταφυλῖνος , σμυρνεῖον σόγκος τε κυνόγλωσσός τε σέρις τε : σὺν καὶ | ||
| διὰ τὸ τὴν τῶν ἵππων στραγγουρίαν ἰᾶσθαι . τοῦτο δὲ σμυρνεῖον καὶ κόψειον καλοῦσι τινές , ὡς Ἀνακρέων ἐν τῷ |
| Ἀττικὴ κατεδύετο καὶ ἐπιφερομένη Αἰγιναίη νηῦς κατέδυσε τῶν Σαμοθρηίκων τὴν νέα : ἅτε δὲ ἐόντες ἀκοντισταὶ οἱ Σαμοθρήικες τοὺς ἐπιβάτας | ||
| ποιεῖν . καὶ σφόδρα μὲν καὶ ἐν τοῖς μουσικοῖς τὰ νέα καὶ ἀνθηρὰ εὐδοκιμεῖ , πολὺ δὲ καὶ ἐν τοῖς |
| σατράπης κατέστη . ἦν δὲ ὁμοπατρία αὐτῶι ἀδελφὴ Ῥωξάνη , καλὴ τῶι εἴδει καὶ τοξεύειν καὶ ἀκοντίζειν ἐμπειροτάτη : ἐρῶν | ||
| περὶ τοῦ μὴ δεῖν δανείζεσθαι “ τὴν δὲ τράπεζαν ἡ καλὴ Αὐλὶς . . . ἀργύρων . . . δυσχερές |
| , εὐτελὴς ὑπερβολῇ , ὁ δ ' ἄσωτός ἐστι , πολυτελής , θρασὺς σφόδρα . εὐώνυμον λέγουσιν , οὐ μόνον | ||
| καὶ ἀηδίαν ἐμποιοῦντας τοῖς δαιτυμόσιν . Ἄβρωνος βίος : ὁ πολυτελής . Ἄβρων γάρ τις ἐγένετο πλούσιος . ὅθεν καὶ |
| τριόδουσι , πτύοις . Εὐτροχάλοιο : στρογγύλου . ἀλωῆς : ἁλῶνος . Ἐνηήσαντο : συνῆξαν , ἐσώρευσαν . Πυροδόκος : | ||
| τριόδουσι , πτύοις . Εὐτροχάλοιο : στρογγύλου . ἀλωῆς : ἁλῶνος . Ἐνηήσαντο : συνῆξαν , ἐσώρευσαν . Πυροδόκος : |
| . περὶ τὴν ὑπώρειαν δὲ τοῦ καλουμένου Αἵμου πόλις ἐστὶ λεγομένη Μεσημβρία , τῇ Θρᾳκίᾳ Γετικῇ τε συνορίζουσα γῇ : | ||
| ἀνήχθη , ἔνθα λίμνη ὑπῆρχε μεγάλη πλησίον τῆς θαλάσσης , λεγομένη ἡ Νεκυόποντος : καὶ οἱ οἰκοῦντες ἐν αὐτῆι ἄνδρες |
| Τὰ εἰς Η συναληλιμμένα περισπᾶται : λεοντέα λεοντῆ , συκέα συκῆ , γαλέα γαλῆ , ἀμυγδαλέα ἀμυγδαλῆ . Τὰ εἰς | ||
| οὖσαν ἐφυδρεύωσι πολλῷ . ῥόα δὲ καὶ ἄμπελος φίλυδρα . συκῆ δὲ εὐβλαστοτέρα μὲν ὑδρευομένη τὸν δὲ καρπὸν ἴσχει χείρω |
| δὲ ὅτι καὶ ἑτέρα ἐν τῇ Λέσβῳ ἐγένετο Σαπφώ , ἑταίρα , οὐ ποιήτρια . Λέγει Ἡσίοδος , τὴν ἀηδόνα | ||
| : ὄνομα κύριον , τὸ γένος Καρύστιος . Γλυκέρα : ἑταίρα τις . Γνῶσις : ἀντὶ τοῦ κρίσις Δημοσθένης ἐν |
| τὴν κλαδείαν δρέπανα ὀξύτατα καὶ τομώτατα εἶναι . Εὐφορήσει ἡ ἄμπελος , τοῦ κλαδεύοντος αὐτὴν κισσῷ στεφομένου . εἰ δὲ | ||
| : ” ἐκ γὰρ ἀμπέλου ” φησί „ Σοδόμων ἡ ἄμπελος αὐτῶν , καὶ ἡ κληματὶς αὐτῶν ἐκ Γομόρρας : |
| αὐτῷ καὶ ὁ κῆπος ἥμεροί τε καὶ ἔγκαρποι ἦσαν , τυφλὴ δὲ ἡ διάνοια καὶ ἀγρία , ἀλλ ' οὐδὲ | ||
| : πολλάκις δὲ καὶ ὑπεροχῆς ἄνευ γίνεται ῥαγὰς αἱμορραγοῦσα . τυφλὴ αἱμορροῒς οἴδημα λεῖον ἐρυθρόν , ἐντὸς τῆς ἕδρας , |
| τέσσαρας τοὺς χυμούς , ἐπειδὴ καὶ τέσσαρα τὰ στοιχεῖα , ἐρωτωμένη διὰ τί τέσσαρα καὶ οὐδὲ πλείονα οὐδὲ ἐλάττονα , | ||
| , τὰ δὲ φύσει βραχέα , τὰ δὲ ἐπαμφοτερίζει , ἐρωτωμένη διὰ τί τὸ η καὶ τὸ ω φύσει μακρά |
| παρὰ τῇ φύσει δικαίως ψέγεσθαι . Καθάπερ ἡ τὸν χρυσὸν δοκιμάζουσα λίθος οὐκέτι καὶ αὐτὴ πρὸς τοῦ χρυσοῦ δοκιμάζεται , | ||
| βάσανος γάρ ἐστι λίθος λεγομένη , ἡ τὸ χρυσίον παρατριβόμενον δοκιμάζουσα . οὕτως πάντες κέχρηνται οἱ ἀξιόλογοι . ἐκ τοῦ |
| οἱ φλοιοὶ πλὴν τῶν γλυκέων , περσικῆς ὁ καρπός , πλάτανος , κιτρίου ἡ σάρξ , τὸ ἀπὸ τοῦ σίτου | ||
| σημεῖόν τι καὶ παρακολούθημα . ἢ ὅτι διὰ τί ἡ πλάτανος φυλλορροεῖ ; ὅτι λευκή ἐστιν . οὐ γὰρ τὸ |
| : χλιαρός , λιπαρός : γράφεται λιπαρός . λιαρὸς ἤγουν λιπαρὸς διὰ τὴν ἀλοιφὴν τοῦ ἐλαίου . ἀθέσφατος : πολὺς | ||
| ταῦτ ' ἐπριάμην καλὸν σφόδρα , ἔσται δι ' ἅλμης λιπαρὸς ἑφθὸς ἐν χλόῃ , ἀποδοὺς ὅς ' ἐστὶν ἀπ |
| ἀποθνῄσκειν , εἴρηται , γένος , παιδεία , χρηστῶν ἐπιτηδευμάτων συνήθεια , τῆς ὅλης πολιτείας ὑπόθεσις : ἃ δὲ κατὰ | ||
| ἡδόμενος , ἐχθρὰ δὲ αὐτῷ τὰ πρότερα , καὶ ἡ συνήθεια τὴν φύσιν ἐξέκρουσε . τοιοῦτόν τί φημι καὶ τοὺς |
| ταῖς ὀνομαζομέναις Ἀκόναις , ὅθεν καὶ τῆς προσηγορίας τετυχηκέναι , δυναμικὸν ἐναργῶς ὂν οὐκ ἐνεργεῖν οὐδέν , ἂν πίηι τις | ||
| θηριότας περὶ τὸ θυμοειδές , τοῦτο γὰρ τὸ ζέον καὶ δυναμικὸν μέρος τᾶς ψυχᾶς : ἁ δὲ φιλαδονία περὶ τὸ |
| ἔχουσι , καὶ τοὺς κλάδους δὲ διακόπτουσιν , οὐδὲ ἐκείνους κατατραγεῖν ἀδυνατοῦντες . οὐκοῦν ἀμυνούμενοι οἱ Κάσπιοι τὴν ἐκ τῶν | ||
| εὐνοίας οὐκ ἔχοντα τὴν ὑπόθεσιν : ἐκ γάρ τοι τοῦ κατατραγεῖν τὴν σάρκα φιλεῖν τὸ βρέφος ἡ μήτηρ ἰσχυρῶς ἄρχεται |
| ὀνομάτων ἕκτης , ἡ τὸ χωρίον δυναμένη ἄλογός ἐστιν ἡ καλουμένη δύο μέσα δυναμένη . Χωρίον γὰρ τὸ ΑΒΓΔ περιεχέσθω | ||
| φλέψ , κατὰ δὲ τὴν μέσην αὐτῆς κοιλίαν προσήρτηται ἡ καλουμένη ἀορτὴ φλέψ . φέρουσι δὲ καὶ εἰς τὸν πνεύμονα |
| . . . . ρξθ ∠ ʹ δ δʹ : Λῃστῶν χώρας , Σαμαράδη . . . . . . | ||
| , τίγρεις ἔχουσα καὶ ἐλέφαντας : αὐτοὺς δὲ τοὺς τῶν Λῃστῶν χώραν κατανεμομένους θηριώδεις τε εἶναι λέγουσι καὶ ἐν σπηλαίοις |
| γῆν , ἢ καὶ σάξαις ἂν εὖ μάλα περὶ τὸ φυτόν ; Σάττοιμ ' ἄν , ἔφην , νὴ Δί | ||
| τότε βασιλεὺς ὢν τῶν Ἀιθιόπων ἐτύγχανε , τῷ Περσεῖ τὸ φυτόν : πλησίον τοίνυν ἐστὶ τῶν Μυκηνῶν ὄρος , ὃ |
| ἀρπεδὲς αὕτως : οἷον ἐπίπλατον καὶ ὁμαλόν : οἷον οὐκ ὀξυκέφαλός τις . ἔστι δὲ παρὰ τὴν ἔραν , ἤγουν | ||
| ἀρπεδὲς αὕτως : οἷον ἐπίπλατον καὶ ὁμαλόν : οἷον οὐκ ὀξυκέφαλός τις . ἔστι δὲ παρὰ τὴν ἔραν , ἤγουν |
| : ἔστι διαλέκτου : παρὰ τὸ ῥόδον πλεονασμῷ τοῦ β βρόδον , ὥσπερ ῥυτῆρες βρυτῆρες καὶ ῥίζα βρίσδα κατὰ διάλυσιν | ||
| . πεφύκασι γὰρ πλεονάζειν τὸ β . Σαπφώ , ῥόδον βρόδον . Ῥύμη ῥέω ἔστι ῥῆμα , καὶ τροπῇ τοῦ |
| . ἢ ὥς τις εἶπεν , ὅτι : λεπταῖς ὑπεσύριζε πίτυς αὔραις : περὶ μὲν δὴ τὴν λέξιν οὕτως . | ||
| κυπάρισσος , δάφνη , μηλέα , σφένδαμνος , ἐλάτη , πίτυς . ταῦτα δὲ μεταφυτευόμενα βελτίονα ἔσται . Ἀπὸ δὲ |
| ἐκ δὲ Κρώμων ὡς εἴκοσι στάδιά ἐστιν ἐπὶ Νυμφάδα : καταρρεῖται δὲ ὕδατι καὶ δένδρων ἀνάπλεώς ἐστιν ἡ Νυμφάς . | ||
| , ἔρημος δὲ ἦν ἐφ ' ἡμῶν , ὕδατι δὲ καταρρεῖται . Μελαινεῶν δὲ τεσσαράκοντά ἐστιν ἀνωτέρω σταδίοις Βουφάγιον , |
| θραυόμενον . Στυπτηρία ἀρίστη ἐστὶν ἡ σχιστή , πρόσφατος καὶ λευκὴ ἄγαν καὶ ἄλιθος . Σῶρι προκριτέον τὸ Αἰγύπτιον , | ||
| εἶναι . Καὶ ἐπεξέλθωμεν ἑκάστου τὴν αἰτίαν . διὰ τί λευκὴ ἡ ὑπόστασις θέλει εἶναι ; τοῦτο κατὰ δύο αἰτίας |
| ' ὅλον τὸν καυλόν , ἡ δὲ ῥίζα ὀσμὴν ἔχει δριμυτάτην μάλιστα πάντων καρδάμῳ ἐμφερῆ . ταύτην ὀρύξας θέρους μάλιστα | ||
| ὕλης βλαστάνει . τὴν δὲ λύσιν ἡμεῖς εἰρήκαμεν . Πάνυ δριμυτάτην ἀπορίαν κινεῖ ἐνταῦθα ὁ Ἀριστοτέλης , ἥντινα ἐζήτησε καὶ |
| ἑτέρωσε ἀποξενοῦσθαι πόλεώς τι μόριον : ἤδη δέ ποτε καὶ συνάπασα πόλις τινῶν ἔφυγεν , ἄρδην κρείττονι κρατηθεῖσα πολέμῳ . | ||
| καὶ ψεύδεται : οἷος ἑκάστου οἶκος , τοίη δὴ καὶ συνάπασα πόλις . . . . : Νῦν τοῦ ἐν |
| ἰδεῖν γοῦν ἔστιν οἵας ἀφίησιν πλυνόμενα : ταύτας οὖν ἡ ἕψησις ἐκκαλεῖται τῆς σαρκός . μαλακῆς γὰρ τῆς πυρώσεως καὶ | ||
| παραπλησίως ἔχειν καὶ ἐπὶ τῶν ὀσμῶν . Πάντων δὲ ἡ ἕψησις εἴς τε τὴν ὑπόστυψιν καὶ τὰς κυρίας ὀσμὰς ἐνισταμένων |
| νῆσοι αἱ κατ ' ἄλλο καὶ ἄλλο μέρος τῆς θαλάττης σχιζόμεναι , Αἰγαῖος ὑπὲρ αὐτῶν ἐδείκνυτο εἶναι ἡ θάλαττα , | ||
| ' ὁπότ ' ἀκτίνων αἱ μὲν νότον αἱ δὲ βορῆα σχιζόμεναι βάλλωσι , τὰ δ ' αὖ περὶ μέσσα φαείνῃ |
| καὶ κόσμιον πολλαχοῦ διέφυγεν , καὶ οὐχὶ τὰ γεννικὰ καὶ μεγαλοφυῆ τῶν προσώπων ἤθη καὶ πάθη καθά περ Σοφοκλῆς κατώρθωσεν | ||
| εἰς τεχνικὰ παραγγέλματα . γεννᾶται γάρ , φησί , τὰ μεγαλοφυῆ καὶ οὐ διδακτὰ παραγίνεται , καὶ μία τέχνη πρὸς |
| οἷς λέγει ἔστι δέ τις Νύση , ὕπατον ὄρος , ἀνθέον ὕλη , τηλοῦ Φοινίκης , σχεδὸν Αἰγύπτοιο ῥοάων . | ||
| , λέγων , Ἔστι δέ τις Νύση , ὕπατον κέρας ἀνθέον ὕλῃ , τηλοῦ Φοινίκης , σχεδὸν Αἰγύπτοιο ῥοάων . |
| οἷά τε δι ' ἔθους ἐγγίνεσθαι . οὐδέποτε γὰρ ὁ λίθος ἐθισθείη ἄνω φέρεσθαι , αἱ δὲ ἠθικαὶ ἀρεταὶ δι | ||
| μὲν ἐπίστασθαι εἰς ως περατουμένην : „ ἐπεὶ οὔ σφι λίθος χρὼς οὐδὲ σίδηρος „ : καὶ ἀκόλουθος αἰτιατική : |
| θεάματα , ἢ Σκύλλα , ἢ Χάρυβδις , ἢ Ἀλκινόου κῆπος , ἢ ἡ Εὐμαίου αὐλή : πάντα θνητά , | ||
| . Τούτων , ἤγουν τῶν δένδρων , γυμνὸς ὢν ὁ κῆπος , τουτέστιν ὁ μετέωρος τόπος καὶ ὑπὸ τῶν ἀνέμων |
| οὐδετέρων συντεθέντα βαρύτονα : εὐμήκης εὔμηκες , κακοήθης κακόηθες , μεγακήτης μεγάκητες . καὶ τὰ παρὰ τὸ ΗΚΗΣ : τανυήκης | ||
| ἐν τῇ παραληγούσῃ τὸ η ἐπιφερομένου ἀφώνου , οἷον κῆτος μεγακήτης , ἦθος κακοήθης , μῆκος ἐπιμήκης : ταῦτα γὰρ |
| αὐτῇ κατακλίνεσθαι . κυρηβίων : τῶν ἀχύρων καὶ πιτύρων . Ἀττικὴ δ ' ἡ λέξις . κεάσει : σχίσει . | ||
| βοηδρομιών ] Ἰούνιος . Νοέμβριος . τούτου τοῦ μηνὸς ] Ἀττικὴ ἡ σύνταξις ἀντὶ δοτικῆς . μετὰ τὰ μυστήρια ] |
| ' ἀμφίβολα δαφνοειδές , θαψία , ἐλατήριον , κρότων , τιθύμαλλοι οἱ μείζους : εἰσὶ δὲ χαρακίας καὶ ἄλλος πλατύφυλλος | ||
| μάλιϲτα καθαίροντα , ὥϲπερ ἡ ϲκαμμωνία καὶ ὁ ἐλλέβοροϲ καὶ τιθύμαλλοι , ταρακτικόν , κύτιϲοϲ δὲ λιπαρὸν καὶ γλυκύ . |
| ἐᾷ πεσεῖν , φυσικῇ τινι ἀντιπαθείᾳ βοηθοῦν . Ὅταν ἡ ῥὰξ τοῦ βότρυος ὀροβιαία γενομένη ξηραίνεσθαι ἄρχηται , τότε πᾶν | ||
| ἢ κορίσκη λεγέσθω , τὸ δὲ κοράσιον μηδαμῶς . Ἡ ῥὰξ ἐρεῖς , ὁ δὲ ῥὼξ παράλογον . Κακοδαιμονεῖν οἱ |
| ἔνθεν αὐτήν τινες καὶ Πόλλιον καλοῦσιν . Ἐπίχαρμος δὲ ἀπὸ Βιβλίνων ὀρῶν τῆς Θρᾴκης , ἔνθα φύεται , λελέχθαι αὐτὴν | ||
| . : Καταβασμὸς ὄρος διορίζον Λιβύην καὶ Αἴγυπτον . : Βιβλίνων ὀρῶν ] Ἀπὸ τῆς γινομένης παρ ' αὐτοῖς βύβλου |
| οὐδὲ θυμῷ γενναίῳ χρωμένην : οἶον σῶμα παρειμένον ἐν μιᾷ χώρα κείμενον ἐκνενευρισμένον , οὐδὲ κινεῖσθαι ἔτι δυνάμενον : καὶ | ||
| δὲ ἐθνικὸν Ψιττακηνός διὰ τὸ ἐπιχώριον , καὶ Ψιττακηνή ἡ χώρα , ἧς καὶ Ἀριστοτέλης μέμνηται ἐν τοῖς θαυμασίοις . |
| Λευκοῖς καλουμένοις ἐπὶ τῶν ἄκρων ὅθεν οὐδέποτ ' ἐπιλείπει χιὼν κυπάριττον εἶναι : πλείστη γὰρ αὕτη τῆς ὕλης καὶ ὅλως | ||
| δ ' αὖ Συρίας λιβανωτόν : ἡ δὲ καλὴ Κρήτη κυπάριττον τοῖσι θεοῖσιν , ἡ Λιβύη δ ' ἐλέφαντα πολὺν |
| καὶ Ἐλαία τόπος πρὸς τῆι Νικομηδείαι κατὰ τὸν Ἀρριανὸν ἀπὸ Ἐλαίας Ἀμαζόνος . καὶ πρὸς τῶι Πόντωι δὲ Θίβα , | ||
| ῥίζαν καὶ στρυφνῆς , δύναμιν δ ' ἔχει σηπτικήν . Ἐλαίας οἱ μὲν θαλλοὶ τοσοῦτον μετέχουσι ψύξεως ὅσον καὶ στύψεως |
| τῇδε χρὴ διαγινώσκειν περὶ τῶν ὑδάτων : ἡ μέν ἐστι πεδινή , ἡ δὲ λόφοι καὶ ὄρη : ἡ πεδινὴ | ||
| ἓξ τόπων τούτων , ἢ γὰρ ὀρεινή τίς ἐστιν ἢ πεδινή , ἢ ξηρὰ καὶ ἄνυδρος ἢ λιπαρὰ καὶ εὔυδρος |
| παρεοικότα τοῖς τοῦ λωτοῦ , ὀδμὴν δὲ τὴν αὐτὴν τῇ ῥυτῇ , ὃ πήγανον Λακεδαιμόνιοι , ῥυτὴν τῇ ἐπιχωρίῳ κεχρημένοι | ||
| καλοῦσιν . * λωτῷ : ἢ καλάμῳ εἶδος βοτάνης * ῥυτῇ : πηγάνῳ ῥυτῇ : Ἰόλαος δὲ ἐν τῷ περὶ |
| βαρεῖα καὶ τῇ χρόᾳ πισσώδης ἄχρηστος . Σμύρνα στακτὴ καλὴ εὐώδης λίαν ἐστὶ καὶ ἀμιγὴς ἐλαίου . Στύραξ διαφέρει ὁ | ||
| λοιπὴν θεραπείαν ἄθετος , ἐν δὲ ταῖς ἀναλήψεσιν ὀλίγος λεπτὸς εὐώδης λευκὸς μετὰ τὰ σιτία παραλαμβανέσθω . ὕπνος ὁ μεθ |
| πόαν , ἧς ὁ καυλὸς ἥ τε ῥίζα πάντως ἐστὶν ὀφιώδης τῷ ποικίλῳ ταῖς κεφαλαῖς : ὁπόσας γὰρ ἄν τις | ||
| ἔφαμεν , ἡ προνομαία χαμόθεν ἐπὶ τὸ ὕψος διακομίζει , ὀφιώδης τις οὖσα καὶ ὑγροτέρα τὴν φύσιν . Ὅτι ἡ |
| μέν τινες , ἀπὸ τοῦ βάμματος : οὗ γὰρ ἂν προσψαύσῃ ἕλκει ἐφ ' ἑαυτὸ καὶ τοῖς προσπαρατεθειμένοις ἐμποιεῖ χρώματος | ||
| μέν τινες , ἀπὸ τοῦ βάμματος : οὗ γὰρ ἂν προσψαύσῃ , ἕλκει ἐφ ' ἑαυτὸ , καὶ τοῖς προσπαρατεθειμένοις |
| λάδανον κόλλα ἡ εἰϲ τὰ βιβλία κρόκοϲ λιβανωτὸϲ πίϲϲα μαϲτίχη Αἰγυπτία ῥόδα ῥόδινον ἔλαιον μύρϲινον ϲτύραξ χαλβάνη χόνδροϲ χοίρειον ϲτέαρ | ||
| ἐλέφαντος ξύσμα , ἀργύρου , χρυσοῦ , χαλκοῦ , στυπτηρία Αἰγυπτία , Ποντικὴ ῥίζα , πιόνων σύκων ἀφέψημα καὶ ἀπόβρεγμα |
| θύουσαι τὰ ἐν νόμῳ . Ἣ δ ' ἂν ἄνδρα ἑωυτῇ ἄρηται , παύεται ἱππαζομένη , ἕως ἂν μὴ ἀνάγκη | ||
| τῆς Λιβύης τὴν οἱ νομάδες νέμονται , τρεῖς ὥρας ἐν ἑωυτῇ ἀξίας θώματος . Πρῶτα μὲν γὰρ τὰ παραθαλάσσια [ |
| καὶ ἠρύγγιον . γυρῖνος ὁ μικρὸς βάτραχος . γλαῦξ ἡ πόα γάλακτός ἐστιν γεννητική . γαλῆ ἤτοι ἡ νυμφίστα λεγομένη | ||
| σκολύμῳ , ἀκανθώδης , βραχυτέρα τῆς ἐν παραδείσοις . Ἄκινος πόα ἐστὶ λεπτόκαρπος , στεφανωτική , παραπλήσιος ὠκίμῳ , δασυτέρα |
| πολυφάγον φησί . λέγουσι δὲ αὐτὸν εἶναι καὶ ἀνδρεῖον . ἐβρώθη δὲ ὑπὸ κυνῶν : ἐλθὼν γὰρ εἰς ὄρος καὶ | ||
| γεγονέναι . καταδικασθεὶς τὴν ἐπὶ θανάτῳ ἐθηριομάχησε καὶ προσδεθεὶς ξύλῳ ἐβρώθη ὑπὸ ἄρκτου [ τοῦτο γὰρ καὶ τῇ χειρὶ συμβαίνει |
| . ἆρ ' οἶσθ ' ὅτι Μελανιππίδης ἑταῖρός ἐστι καὶ Φάων καὶ Φυρόμαχος καὶ Φᾶνος , οἳ δι ' ἡμέρας | ||
| τάριχον τῷ Κυλάβρᾳ θύειν φησὶ Καλλίμαχος ἐν Βαρβαρικοῖς νομίμοις . Φάων : ἐπὶ τῶν ἐρασμίων καὶ ὑπερηφάνων : τοῦ γὰρ |
| τὸ θυμικὸν ὅταν ὀργιζόμενον ἐπιδείκνυται , τὸ ἐπιθυμητικὸν ὅταν ἐρῶντας ὑποκρίνηται , τὸ λογιστικὸν ὅταν ἕκαστα τῶν παθῶν χαλιναγωγῇ : | ||
| , ὅταν ἡσσᾶται ἡδονῆς ἢ πόνου . τέταρτον , ὅταν ὑποκρίνηται καὶ ἐπιπλάστως καὶ ἀναλήθως τι ποιῇ ἢ λέγῃ . |
| Ἀπίων ψιλῶς γένος δένδρου . λέγεται γὰρ ὅτι ἡ ἀνήμερος ἐλαία λεγομένη φυλία λέγεται . φωριαμός Ω . ο . | ||
| λέγει ὑπὸ πάντων πίπτειν . παρὰ δὲ Καλλιμάχῳ ἀστεϊζομένη ἡ ἐλαία φησίν , ἐγὼ φαύλη πάντων τῶν δένδρων εἰμί . |
| ἔχουϲι καὶ τὸ ῥυπτικόν , εὐϲτομαχώτεραι δέ εἰϲιν ἰϲχάδων . Ἀϲταφὶϲ ἀγρία . Ἡ δὲ ἀϲταφὶϲ ἀγρία δριμείαϲ ἰϲχυρῶϲ ἐϲτι | ||
| ταῦτ ' ἄρα καὶ λίθουϲ θρύπτει καὶ ϲπλῆναϲ τήκει . Ἀϲταφὶϲ ἡ μὲν ἥμεροϲ πεπτικῆϲ τε ἅμα καὶ ϲτυπτικῆϲ καὶ |
| δὲ τῇ , εὖρος ἐοῦσα ἑκατέρη ἑκατὸν ποδῶν , δένδρεσι κατάσκιος . Τὰ δὲ προπύλαια ὕψος μὲν δέκα ὀργυιέων ἐστί | ||
| τὸ πολλὰς ἐξοχὰς ἔχειν ὀρῶν οἱ κατοικοῦντες ἄνδρες καλοῦσι : κατάσκιος δὲ καὶ πολύϋλος ὑπάρχει τοσοῦτον , ὅσον οὐδεμία τῶν |
| ΩΝΗ κύρια . . . . ὑπερδισύλλαβα βαρύνεται : Δωδώνη Μοθώνη εἰρεσιώνη χελώνη κορώνη . τὸ δὲ Αἰξωνή ὀξύνεται καὶ | ||
| ω μεγάλου γράφονται : οἷον , Δωδώνη : Μεθώνη : Μοθώνη : μελεδώνη : Ἰτώνη : ἐντεριώνη : χελώνη τό |
| ἀνυπόδητος ὄρθρου περιπατεῖν γέρανος , καθεύδειν μηδὲ μικρὸν νυκτερίς . Ἀντιφάνης δ ' ἐν Προγόνοις : τὸν τρόπον μὲν οἶσθά | ||
| Σικυωνίου . τούτου δὲ ὁ διδάσκαλος τοῦ Κλέωνος , ὄνομα Ἀντιφάνης , ἐκ φοιτήσεως Περικλύτου , Πολυκλείτου δὲ ἦν τοῦ |
| . μητρὶς δέ τοι , οὐ πατρίς ἐστιν . ἔστιν Ἴος νῆσος μητρὸς πατρίς , ἥ σε θανόντα δέξεται . | ||
| γονέων καὶ πόθεν . ὁ δὲ ἀνεῖλεν οὕτως : ἔστιν Ἴος νῆσος μητρὸς πατρίς , ἥ σε θανόντα δέξεται : |
| καὶ χαλκευτική , ἢ κατὰ τὸ τέρψιν ποιοῦν , ὡς ζωγραφία , ἢ καὶ κατ ' ἄμφω , ὡς μουσική | ||
| ἔργον γράφειν , καὶ τὸ ἐπίρρημα γραφικῶς . ἀλλὰ καὶ ζωγραφία καὶ ζωγράφος καὶ ζωγραφεῖν καὶ ζῷα ποιεῖν : ἐρεῖς |
| ὥστε τῶν σοφισμάτων πολλῶι γενέσθαι τῶν ἐμῶν σοφώτερος . ἡ δυσγένεια δ ' ὡς ἔχει τι χρήσιμον : καὶ γὰρ | ||
| ἀπὸ τῶν ἐκτός ἐστιν , ὃν ἀδοξία καὶ πενία καὶ δυσγένεια καὶ τὰ ὁμοιότροπα ἐπάγουσιν , ὁ δ ' ἀπὸ |
| : πολὺ γὰρ δὴ κάλλιον καὶ ἡ σικυωνία καὶ ἡ σκαμμωνία καὶ ὁ ἐλλέβορος μετὰ τοῦ ἀγαρικοῦ τὰ ἐκ θώρακος | ||
| ἔχειν ὀφείλει : ἐνταῦθα ἡ μετὰ τῶν ἁλῶν λελειωμένη βάλλεται σκαμμωνία , καὶ ἐγκαθίσταται τὸ ἀγγεῖον τοῦτο λοπάδι ἐρεγμοῦ πλήρει |
| ὥρμητο δὲ τὸ τοῦ μεθύειν ὄνομα ἀπ ' ἀρχῆς τοῦ προπέποται , ἐδόκει δὲ εἶναι γελοιότερον εὐθὺς παρακείμενον τῷ προπέποται | ||
| μήτε ἀψύχων , οὕτω χρῆται τοῖς ἀλλοτρίοις ὀνόμασιν , οἷον προπέποται τὰ τῆς πόλεως πράγματα , ἀντὶ τοῦ προδέδοται , |
| Ψύλλων θεραπεύεται . ἀντιπαθὴς δὲ τῶι κινάδηι ἐστὶν ἡ κατοικίδιος γαλέα : ταύτης γὰρ οὔτε τὴν ὀσμὴν οὔτε τὸ εἶδος | ||
| δὲ καὶ πρὸς τῶι φωλεῶι εὕροι , διασπαράσσει τοῦτον ἡ γαλέα . αὕτη τῆς ἀντιπαθείας ἡ ἐνέργεια . . . |
| ἀντὶ ὑμνηθήσεται [ ] πόλις [ αὕτη ] μία τῆς πενταπόλεως τῆς [ Κέω ] [ ! ! ! ] | ||
| θεωρίας καὶ τῶν ἐν αὐτῷ . μίαν οὖν ὥσπερ ἐκ πενταπόλεως τῶν πέντε αἰσθήσεων τὴν ὅρασιν ἐξαιρέτου γέρως τυχεῖν ἁρμόττον |
| καὶ τροπῇ τοῦ υ εἰς ι , ἐκ δὲ τῆς δοιὸς γίνεται δοιὴ καὶ δοιαὶ , καὶ λέγεται : ἐν | ||
| τοῦ δέω τὸ δεσμεύω δοὸς , καὶ πλεονασμῷ τοῦ ι δοιὸς , ἡ γενικὴ δοιοῦ , ἡ εὐθεῖα τῶν δυϊκῶν |
| ὅλως ὃν τρόπον λυσιτελεῖ : τὸ δὲ λυσιτελὲς ὁ ῥήτωρ σκοπήσει πρὸς τὴν τοῦ πλάσματος ὕλην : δηλοῖ δὲ καὶ | ||
| μὲν ἐκεῖνοι . ἰστέον δὲ ὅτι εἴ τις τὴν ἀκρίβειαν σκοπήσει , εὑρήσει ὅτι οὐχ ἁρμόζει οὗτος ὁ κανὼν τῷ |
| πίονα σάρκα ἁλσὶ μόνον λεπτοῖσι πάσας καὶ ἐλαίῳ ἀλείψας : πληθώρην γὰρ ἔχει τῆς τέρψιος αὐτὸς ἐν αὑτῷ . καὶ | ||
| ὁ ἄρτος θερμὸς βρωθεὶς οἵην δίψαν παρέχει , καὶ ἐξαπιναίην πληθώρην διὰ τὸ ξηραντικόν τε καὶ βραδύπορον : καὶ οἱ |
| πολυειδέα δὲ καρπὸν τὸν ποικίλον τῇ χροιᾷ . ὁ γὰρ τερέβινθος τοὺς κόκκους φέρει , διαφόρους χροιὰς καὶ εἴδη ἔχοντας | ||
| τό τε καλούμενον κινάμωμον διάφορον χρείαν παρεχόμενον καὶ ῥητίνη καὶ τερέβινθος ἄπλατος εὐώδης φύεται περὶ τοὺς τόπους . ἐν δὲ |
| γὰρ τῆς ἀντιφράσεως ὠνόμασται : οὐ γὰρ πραεῖά ἐστι καὶ ἁπαλὴ τῇ ἁφῇ , τραχεῖα δὲ καὶ ἀηδής . τὸ | ||
| ἔχουσαν ἔγκιρρον ἐν τῷ μέλανι , ἥτις λεπιζομένη λευκὴ καὶ ἁπαλὴ καὶ ὀποῦ μεστὴ εὑρίσκεται καὶ γλυκεῖα : ἔχει δ |
| Θεσσαλίας . φάεα μουνόγληνα : καὶ Ἡσίοδος : κυκλοτερὴς ὀφθαλμὸς ἕεις . ὑπογλαύσσοντα : ἤγουν ὑποβλέποντα , ὅθεν καὶ γλαύκιος | ||
| ἀδελφιδέος : οὐδέποτε γὰρ εὐθεῖα διαλύεται , τὸ γὰρ εἷς ἕεις πλεονασμὸν ἔχει τὸ ε . πρὸς δὲ τοὺς λέγοντας |
| , , . , . . ἴπνια , . ) τροφαλὶς κυρίως ὁ κύκλος τοῦ τροχοῦ : πολὺς δὲ τυρὸς | ||
| Γ Εὔπολις Χρυσῷ γένει : λοιπὸς γὰρ οὐδείς : † τροφαλὶς ἐκείνη † ἐφ ' ὕδωρ βαδίζει σκῖρον ἠμφιεσμένη . |
| δεδώκαμεν , ἵνα τὴν γαστέρα πληρώσωμεν , ἢ ἵνα πεφθέντα ἀναδοθῇ παρὰ τὸ πᾶν σῶμα ; χρεία οὖν καὶ πέψεως | ||
| πρῶτος καὶ ἀσύνθετος , οὐ ποιήσει τέλειον : οἷον εἰ ἀναδοθῇ σοι ὁ ιϚ , λαμβάνεις τὴν μονάδα , γίνεται |
| τασσομένη ἀγαθῆς τε καὶ φαύλης . χλαῖνα καὶ χλανὶς καὶ χλαμὺς καὶ χιτὼν διαφέρει . χλαῖνα μὲν γὰρ λέγεται τὸ | ||
| Φουρτουνατιανὸν ἐγγράφων . κωλύσει γὰρ ἴσως οὐδέν , οὔτε ἡ χλαμὺς οὔτε ὁ κείρων . Οὐχ ὅγ ' ἄνευθε θεοῦ |
| τοῦ περικαθήραντα ἀναξηρᾶναι . Τὰ γὰρ ἐν τῇ Θρᾴκῃ φυόμενα ῥιζία , καθάπερ τό τε τῇ νάρδῳ προσεμφερῆ τὴν ὀσμὴν | ||
| καὶ τὸ πολύγονον ἡ βοτάνη , καὶ ἄλλοτε ταύτης τὰ ῥιζία τούτῳ , ἢν ἑψηθῇ ταῦτα ἐν γάλακτι : καὶ |
| Στράβων δὲ ἐν τῷ ιδʹ Ψύρα φησὶν οὐδετέρως ” τὰ Ψύρα νῆσος ἀπὸ πεντήκοντα σταδίων τῆς ἄκρας ” . τὸ | ||
| ἐπὶ τῶν εἰκῆ λοιδορουμένων . Ψύρα τὸν Διόνυσον : τὰ Ψύρα εὐτελὴς νῆσός ἐστι καὶ μικρὰ πλησίον Χίου μὴ δυναμένη |
| δὲ Μακεδονικόν , μετὰ ἑξακόσια ἔτη τῶν ἡρωϊκῶν ὀνομασθεῖσα : Σαπφώ † αὕτη γὰρ † μέμνηται τῆς χλαμύδος . διαφέρειν | ||
| , ἦρα λέγεται : ἦρ ' ἔτι παρθενίας ἐπιβάλλομαι , Σαπφώ . ἦρ ' ἔστι θ ' ὕδωρ ς . |
| ὥσπερ Ὅμηρος : ἑτεραλκέα δῆμον ἔχοντες . ἑτεραλκέα δὲ τὴν ἀντιπαθῆ , τὴν ἐναντίαν ἀλκὴν ἔχουσαν κήδευς : τὸ δὲ | ||
| δῆγμα ιδ ϲκορπίου πληγὴ καὶ περίαπτα πρὸϲ τὸ αὐτὸ καὶ ἀντιπαθῆ ιε φαλαγγίων πόϲα γένη καὶ βοηθήματα πρὸϲ τὰ αὐτὰ |