παθῶν γάρ τινων κατὰ τὸ σῶμα συστάντων , ψευδεῖς τινας παραλαβοῦσα προτάξεις ἡ δόξα , ἀπάτην συμπεραίνει τἀνθρώπῳ : καὶ
δὲ κατὰ τὸν ἐπικρατήσαντα ἀστέρα τῆς συγκράσεως τῶν ἀστέρων . παραλαβοῦσα δὲ ψυχὴ σῶμα καθὼς εἵμαρται , τούτῳ παρέχει ζωὴν
6179933 μονη
! ! ! ! ! ! ! ! ] καὶ μόνη τῶν [ πολεμίων ! ! ! ! ! !
ἔφη Πυθαγόρας ὁ Σάμιος εἰκόνα πρὸς θεὸν εἶναι ἀνθρώπους , μόνη , ὡς ἔοικεν , ἐστὶν εὐποιία , πρὸς ἣν
6107581 λαβουσα
κώμη ἔρημος περὶ τὴν Μυκαληττόν , ἀπὸ τοῦ Ἀμφιαράου ἅρματος λαβοῦσα τοὔνομα , ἑτέρα οὖσα τοῦ Ἅρματος τοῦ κατὰ τὴν
τῷ Πλούτῳ τὰς χύτρας , αἷς τὸν θεὸν ἱδρυσόμεθα , λαβοῦσα ἐπὶ τῆς κεφαλῆς φέρε . Γ χύτραισιν Γ ὥσπερ
6053577 λαμβανουσα
ἐπιτροπεῦσαι . καὶ ὀρφανιστὰς τοὺς ἐπιτρόπους λέγουσιν : ἀπὸ πτόρθων λαμβάνουσα φόβην μυρσίνης , ὅ ἐστι τὰ φύλλα τῆς μυρσίνης
δὲ διαίρεσις τοὐναντίον τὸ ἓν πολλὰ ποιεῖ : καὶ γὰρ λαμβάνουσα τὴν οὐσίαν διαιρεῖ αὐτὴν εἰς σῶμα καὶ ἀσώματον καὶ
5991895 γενομενη
μὲν Ἄγυλλα ἐκαλεῖτο Πελασγῶν αὐτὴν κατοικούντων , ὑπὸ δὲ Τυρρηνοῖς γενομένη Καίρητα μετωνομάσθη , εὐδαίμων δ ' ἦν εἰ καί
ὅτι τῷ χρόνῳ μὴ δυνηθεῖσα διαφορηθῆναι ἡ ὕλη καὶ δριμυτέρα γενομένη κατὰ διάβρωσιν ἐποίησε ῥῆξιν , ἢ ἐκ τῆς φύσεως
5932339 αὐτη
κατ ' ἄλλο καὶ ἄλλο , οὕτω καὶ γεννήσεως ἡ αὐτὴ ποιητικὴ οὐ τοῦ τρεφομένου καὶ παρόντος , ἀλλ '
μοι ἦν Διονυσόδωρος καὶ ἀνεψιός . τυγχάνει οὖν ἐμοὶ ἡ αὐτὴ ἔχθρα πρὸς Ἀγόρατον τουτονὶ καὶ τῷ πλήθει τῷ ὑμετέρῳ
5735685 θεωρουσα
, καὶ μία μὲν ἡ πᾶν τὸ ὂν ᾗ ὂν θεωροῦσα , πολλαὶ δὲ αἱ μόρια τούτου κατανειμάμεναι καὶ ἑτέρως
τοιαύτη ἀρετὴ πολιτικὴ ὑπάρχει : εἰ δὲ πρὸς ἑαυτὴν ἐπιστρέφεται θεωροῦσα τὴν φύσιν ἑαυτῆς καὶ τὰ ὅμοια , καθαρτική :
5680198 γυνη
ἀτρεκέως ταῦτα : περὶ δὲ τῆς λειότητος , εἰ ἑτέρη γυνὴ ψαύσειε τῶν μητρέων κενεῶν ἐουσέων , οὐ γὰρ ἄλλως
ἔχει δὲ οὕτως : “ σὲ δ ' ἄλλη τις γυνὴ κεκτήσεται , σώφρων μὲν οὐκ ἂν μᾶλλον , εὐτυχὴς
5626711 φυσις
καθ ' ἃς διαφέρουσιν ἀλλήλων : οὕτως γὰρ παρίσταται ἡ φύσις τοῦ ἀνθρώπου ἢ τοῦ ἵππου ἢ ἄλλου τινὸς ἐν
ἐξαμαρτάνειν εἰς τὸν πενθερόν , ἀλλὰ περιμένειν , ἕως ἡ φύσις αὐτὸν ἐκ τοῦ ζῆν ἐξαγάγῃ , καὶ τὸν ἀδελφὸν
5560198 ἐκεινη
ὕμνους τινὰς ᾄδουσιν . ἔστι δὲ τοῖς ὕμνοις ἡ ὑποθήκη ἐκείνη . ἀγαθοὺς ἄνδρας εἶναι λέγει τοὺς ἀντιπάλους γενομένους θηρίῳ
ταύτῃ δὲ περὶ ἀνθρώπου ἤδη τελειωθέντος . ὅθεν εὐλόγως ἂν ἐκείνη μὲν ὀνομάζοιτο σπέρματος ἀνθρωπίνου γένεσις , αὕτη δὲ ἀνθρώπου
5505996 ἐπισταμενη
ἄλλην τὴν πρωτίστην αἰτίαν καταντήσεις . οὕτως ἡ τὸ εἶδος ἐπισταμένη μόνη καὶ ὁρίζεται καὶ ἐν τοῖς ἄλλοις , τουτέστι
, ἐρωτῶσιν , ἆρα ὡς ἀγνοοῦσα διαλαμβάνει , ἢ ὡς ἐπισταμένη ; καὶ εἰ μὲν ὡς ἀγνοοῦσα , οὐ προσδεκτέον
5487701 καλη
σατράπης κατέστη . ἦν δὲ ὁμοπατρία αὐτῶι ἀδελφὴ Ῥωξάνη , καλὴ τῶι εἴδει καὶ τοξεύειν καὶ ἀκοντίζειν ἐμπειροτάτη : ἐρῶν
περὶ τοῦ μὴ δεῖν δανείζεσθαι “ τὴν δὲ τράπεζαν ἡ καλὴ Αὐλὶς . . . ἀργύρων . . . δυσχερές
5434872 διαπλαττει
σχῆμα . οὕτω οὖν καὶ ἡ δύναμις αὕτη ἀλλοιοῖ καὶ διαπλάττει : ἀλλοιοῖ γὰρ τὴν ὕλην , ποιοῦσα ταύτην ἐπιτηδείαν
εἰσίν , οἷον ὡς Ἀριστοφάνης ἐν τῷ δράματι τῆς Εἰρήνης διαπλάττει τὴν ἄνοδον τοῦ κανθάρου πρὸς τὸν Δία τῆς εἰρήνης
5420191 οὐσα
λαγόνας ἱκανῶς βαθυνομένη ὦτά τε ἔχει βραχέα ὡς ἂν κύλιξ οὖσα . καὶ μήποτε Ἄλεξις ἐν Ἡσιόνῃ θηρικλείῳ ποιεῖ τὸν
πάλιν αὖ ἐφάνη τις μικρὰ προσδοκία ἀγαθῶν ἢ κακῶν ψευδὴς οὖσα καὶ ματαία . τοῦτον οὖν τὸν τρόπον καὶ οἱ
5335111 μητηρ
φρονήσειν Χαιρέαν , ὅταν πλουτῇ μὲν αὐτός , ἡ δὲ μήτηρ γάμον πολυτάλαντον ἐξεύρῃ αὐτῷ ; μνησθήσεται ἔτι , οἴει
δὲ ὁ τοῦ ἀνδρὸς πατὴρ τῇ νύμφῃ καὶ ἑκυρὰ ἡ μήτηρ , οἷον τῇ Ἑλένῃ , φησίν , ὁ Πρίαμος
5323283 προελθουσα
τοῦ συγγραφέως τελευτάτω διαίρεσις , ἀρξαμένη ἀπὸ τῶν γενικωτάτων , προελθοῦσα δὲ ἐπὶ τὰ ἄτομα διὰ μέσων τῶν ὑπ '
δὲ γραμματιστικὴ παλαιά , ἴσως δὲ σχεδὸν ἅμα τῇ φύσει προελθοῦσα . καὶ τῆς μὲν τέλος τὸ γράφειν , τῆς
5254614 παρεχουσα
τοῦ φύει βλαστάνει : ἡ τὸν βίον διὰ τῆς τροφῆς παρέχουσα : τὴν εὐδαιμονίαν τῶν θεῶν . τουτέστιν τῶν μακάρων
ὁ ἀνήρ . ἡ γὰρ τὸ σῶμα τὸ ἑαυτῆς τινι παρέχουσα εἰκότως καὶ τὰ περὶ τὸ σῶμα παρέχοι ἄν .
5216933 καταλιπουσα
, καὶ πάλιν ἐπὶ τῆς Ἑλένης , ὡς οὐχ ἥμαρτε καταλιποῦσα τὸν ἄνδρα καὶ τὴν θυγατέρα καὶ τὸν οἶκον ,
ὡρμήθην μετὰ σπουδῆς τὰς δεσποτικὰς σκηνὰς , τοῦ Ἀγαμέμνονος , καταλιποῦσα : † Ἑκάβη , σπουδῇ ἦλθον πρὸς σὲ λιποῦσα
5139330 ὠδινων
ἐπιθαρρεῖν παραινετέον ὡς ἐν ἀκινδύνῳ τυγχάνουσαν , τὴν δὲ ἄπειρον ὠδίνων διδακτέον ἐντόνως μάλιστα τὸ πνεῦμα κατέχειν καὶ πρὸς τὴν
οὐχ ὅτι χρηστῶν ἀπέλαυσαν τῶν ὡρῶν ἢ τῶν τῆς γῆς ὠδίνων καλῶν , καὶ γὰρ ἐκείνη ἡ πέρυσι διψῶσα οὐκ
5109329 σκυθρωπη
κόσμου τούτου ποτέρα πότερον λήψεται : καὶ διακληρουμένων ἡ μὲν σκυθρωπὴ οὖσα κατὰ τὸν βίον καὶ σεμνότητος πλήρης τὸν Ἐριφύλης
καταφρονοῦντας , ὅτι ἐν χρῷ κέκαρμαι καὶ ἀρρενωπὸν βλέπω καὶ σκυθρωπὴ δοκῶ . ὅμως δέ , ἢν ἐθελήσητε ἀκοῦσαί μου
5079080 παιδεια
οὐ γὰρ ἀφώριστο τοῦτ ' εἶναι τὸ φιλοσοφεῖν , ἀλλὰ παιδεία τις ἦν , ἧς τούτοις οὐδ ' ὁτιοῦν μέτεστιν
' αὐτῶν καὶ ἦθος ἐκδεχόμεθα , ἐφ ' ὧν κυρίως παιδεία καὶ τιθασσεία καὶ ἀγριότης λέγεται , κατὰ μεταφορὰν δὲ
5077490 μιμουμενη
κατὰ τί χἠ βακτηρία ; ἵνα θοἰμάτιον σώσαιμι , μεθυπεδησάμην μιμουμένη σε καὶ κτυποῦσα τοῖν ποδοῖν καὶ τοὺς λίθους παίουσα
τὸ ὅλον ἀληθὴς ἦν οὐσία ἡ αἰσθητὴ οὐσία , ἀλλὰ μιμουμένη τὴν ἀληθῆ . διὰ ταῦτα καὶ συμβαίνει ἐξ ἀνάγκης
5046354 καλλιστη
τῶν ἁπαλοσάρκων καὶ σκληροσάρκων : ἡ τροφὴ δ ' αὐτῶν καλλίστη τοῖς γε μὴ γυμναζομένοις ἐστὶ καὶ τοῖς ἀσθενέσι καὶ
ἐγκατέθετο . Αὐτή μοι τοῦ λόγου τὸν δρόμον διεύθυνε , καλλίστη θεῶν , Ἄρτεμι , θύγατερ Διὸς , Ἀπόλλωνος σύναιμε
5036027 ἐλθουσα
τῶν τόπων ὧν ἄσμενος ἀπηλλάγην , ἡ δὲ εἰς ἄλλων ἐλθοῦσα χεῖρας ἐκείνους πρὸς σὲ περὶ τῶν πρὸς σὲ γραφέντων
αὕτη ψυχῆς ἡ τελειοτάτη δόξα : ψυχὴ δὲ εἰς ἀνθρώπους ἐλθοῦσα ἐὰν κακὴ μείνῃ , οὔτε γεύεται ἀθανασίας οὔτε τοῦ
5019720 εἰδυια
ἐκλεκτόν σου Ἰωσὴφ καὶ λελάληκα περὶ αὐτοῦ πονηρά , μὴ εἰδυῖα ὅτι υἱὸς σοῦ ἐστι . Τίς γὰρ τῶν ἀνθρώπων
προβλήμασιν ἱκανῶς περὶ αὐτοῦ , καὶ ὅτι ἡ τὸ ὑποκείμενον εἰδυῖα πάντως καὶ τὰ καθ ' αὑτὰ ὑπάρχοντα δείκνυσι :
5004283 κορη
μοι δραχμῆς . οὐ φιλοτάριχος οὐδαμῶς εἰμ ' , ὦ κόρη . οἷα δ ' ἡ χώρα φέρει διαφέροντα πάσης
Ἄρτεμιν . ἐλάμβανε δὲ τὴν ἱερωσύνην τῆς θεοῦ τότε ἔτι κόρη παρθένος . Ἀριστοκράτης δέ , ὥς οἱ πειρῶντι τὴν
4993117 πιστη
οὐ ποιεῖ . χαλεπώτερον πλουσιωτέρας ἄρξεις . γυνὴ φιλόκοσμος οὐ πιστή . γυνὴ τὸν ἑαυτῆς ἄνδρα νόμον ἡγείσθω τοῦ βίου
δὲ δὴ ἀπόδειξις ἔσται δεινοῖς μὲν ἄπιστος , σοφοῖς δὲ πιστή . δεῖ οὖν πρῶτον ψυχῆς φύσεως πέρι θείας τε
4992081 ὁρωσα
τῆς ἐν τῷδε . οὕτως γὰρ μᾶλλον ἡ ἡμετέρα ψυχὴ ὁρῶσα ἄλλους οἷον ἐλεγχομένους ἢ ἐπαινουμένους ἀναγκάζεται συγκατατίθεσθαι τοῖς ἐλέγχοις
ἀκούσασα προήχθη μηδὲν προαδικηθεῖσα τὸν πρὸς Ἰνδοὺς ἐξενεγκεῖν πόλεμον . ὁρῶσα δ ' αὑτὴν μεγάλων καθ ' ὑπερβολὴν προσδεομένην δυνάμεων
4986328 καταθεμενη
μὲν οὖν τάλαντα , ὡς ἠξίους , ἐπεδώκαμεν , ὅπως καταθεμένη τὴν ὑπὲρ τοῦ παιδὸς ζημίαν λύσῃς τὰς φυγὰς αὐτοῦ
, φοβουμένη τὸν ἄνδρα , πρὸς δὲ τὸν ἀδελφὸν Ἡρακλείδην καταθεμένη προσηγόρευσεν Ἀγαθοκλέα , τὴν ὁμωνυμίαν εἰς τὸν ἑαυτῆς ἀνενέγκασα
4971672 ποιουσα
ἀνδρὸς γυνὴ μηδέποτε παύσαιτο καὶ διὰ τῶν ὑφαινομένων μείζω σοι ποιοῦσα τὸν οἶκον : ἐγὼ δὲ τὸν χιτῶνα τὸν λινοῦν
Ἀλέξανδρον Μακεδονίαν : εἰς μέντοι τἀκριβὲς ἄκρα τίς ἐστιν ἡ ποιοῦσα τὸν κόλπον πρὸς τὸν Ἄθω , πόλιν ἐσχηκυῖα τὴν
4951559 Σαρρᾳ
σπουδῆς καὶ τάχους καὶ προθυμίας πάσης ἐλθὼν παρακελεύεται τῇ ἀρετῇ Σάρρᾳ σπεῦσαι καὶ φυρᾶσαι τρία μέτρα σεμιδάλεως καὶ ποιῆσαι ἐγκρυφίας
ἃ μὴ πρὸς ἀρετὴν συνεργεῖ μεμελετήκασι , καθὰ καὶ „ Σάρρᾳ ἔτι γίνεσθαι τὰ γυναικεῖα ἐξέλιπε „ : θήλεα δὲ
4949719 τροφος
τροφῆς θρέψαι τραφῆναι , τροφεύς , εὔτροφος ἔντροφος σύντροφος , τροφός τρόφιμος , παρατρέφεσθαι συντρέφεσθαι ἀποτρέφεσθαι ὑποτρέφεσθαι . ἀπὸ δ
δὲ ἡ μὲν συγγενὴς Αἰνείου λέγεται γενέσθαι , ἡ δὲ τροφός . τελευτῶντες δὲ ἀφικνοῦνται τῆς Ἰταλίας εἰς Λωρεντόν ,
4946515 ἐρως
. ἔρως γὰρ ἔσχεν : ἀλλ ' οὔ σφιν : ἔρως γὰρ καὶ ἐπιθυμία , φησί , τῶν ἐκείνης γάμων
ταῖς ψυχαῖς καὶ ἀκρασία καὶ πρὸς τὰ τυχόντα τῶν ἀφροδισίων ἔρως καὶ φλεγμονῆς ἀπάτη καὶ τοῦ προπετοῦς ἀβλεψία . τὴν
4935971 βελτιστη
, οἳ φάσκοντες προεστάναι τῆς πόλεως καὶ ἐπιμελεῖσθαι ὅπως ὡς βελτίστη ἔσται , πάλιν αὐτῆς κατηγοροῦσιν , ὅταν τύχωσιν ,
φροντίδα ἢ συλλογὴν ποιουμένη . μεγαλοπρέπεια . μεγαλοπρέπειά ἐστιν ἕξις βελτίστη περὶ δαπάνας , ἃς τῷ μεγάλῳ καὶ πρέποντι γίγνεσθαι
4923158 ἀγουσα
, τὰ δ ' ἐν τῇ πόλει κατ ' εὐχὴν ἄγουσα , δι ' ἣν γάμοι τε ὡραῖοι καὶ ἐκδιδόναι
εἰωθὸς ἐπιφωνεῖσθαι : ἦλθ ' ἦλθε χελιδών , καλὰς ὧρας ἄγουσα , καὶ καλοὺς ἐνιαυτούς , ἐπὶ γαστέρα λευκά ,
4891771 λεγουσα
οὐκ ἔστι . συναληθεύουσιν : ἡ μὲν γὰρ ἀπόφασις ἡ λέγουσα ἄνθρωπος δίκαιος οὐκ ἔστιν ἐπὶ παιδίων ἀληθεύει , ἐπὶ
: πανούργως κολακεύουσα . διφῶσα : ζητοῦσα , πολυπραγμονοῦσα καὶ λέγουσα : δεῖξόν μοι τὸν οἶκόν σου . * ὃς
4883340 ἀριστη
, ἀλλὰ μία πανταχοῦ πολιτεία , ἡ κατὰ φύσιν , ἀρίστη : ὥσπερ καὶ τὸ φυσικὸν δίκαιον ἓν πανταχοῦ ἐν
γοῦν αἱ κριθαὶ τὰ πλεῖστα ποιοῦσιν ἄλφιτα : κριθοφόρος γὰρ ἀρίστη : τοῦτο δ ' οὐχ ὅταν πλεῖσται γένωνται ἀλλ
4878165 Αὑτη
λειότατα ποιήσα , ἐπίπασσε , καὶ ἑνώσας πάντα χρῶ . Αὕτη ἄνευ τρήσεως ἀφίστησι λεπίδας , ἀνάγει ὀστᾶ διεφθορότα :
νυκτὸς μάλιστα : ἡ δὲ χροιὴ αὐτοῦ ἰκτερώδης δείκνυται . Αὕτη ἡ νοῦσος τῆς προτέρης ἧσσον μικρῷ θανατώδης . Τοῦτον
4874540 κοσμουσα
ἐν τῷ Περὶ ποιητικῆς . εʹ Μυρία τῶν παλαιῶν ἔργα κοσμοῦσα Ἡ μὲν ἔνδον ἐν τῇ ψυχῇ ἐνέργεια τῆς ποιητικῆς
Πλάτων εἶπεν , ὅτι ἡ ποιητικὴ μυρία τῶν παλαιῶν ἔργα κοσμοῦσα τοὺς ἐπιγινομένους παιδεύει . παιδεία ἄρα ἐστὶν ἡ ἔντευξις
4867582 τιθηνος
: λάβε αὐτὸν εἰς τὸν κόλπον σου , ὡσεὶ ἄραι τιθηνὸς τὸν θηλάζοντα ; „ καὶ τὸ ” πόθεν μοι
μὲν γάρ ἐστιν ἡ μαστὸν παρέχουσα , τροφὸς δὲ καὶ τιθηνὸς ἡ τὴν ἄλλην ἐπιμέλειαν ποιουμένη τοῦ παιδὸς καὶ μετὰ
4852927 ἱκανη
ὦν πρόϲω λειποθυμίηϲ ἐπίϲχειν : ἀτὰρ μηδὲ πολλὸν ἀφαιρέειν : ἱκανὴ γὰρ καὶ ἡ αἱμορραγίη γυιῶϲαι τὸν ἄνθρωπον . ξυνεχὲϲ
γῆρας καὶ τὴν ἄνοιαν τοῦ Εὐκτήμονος , ὅτι εἴη αὐτοῖς ἱκανὴ ἀφορμή , συνεπιτίθενται . Καὶ πρῶτον μὲν πείθουσι τὸν
4850576 κρατησασα
κάλλους σωματικοῦ καὶ τῇ τοιαύτῃ ἀγωγῇ τῶν συγγενῶν ἑαυτῆς ἐπιθυμιῶν κρατήσασα καὶ νικήσασα τῷ ἐρρωμένως ἐπὶ σωμάτων κάλλος ἐρρῶσθαι ,
κίνησις προσφερομένη τὴν ἐντὸς φοβερὰν οὖσαν καὶ μανικὴν κίνησιν , κρατήσασα δέ , γαλήνην ἡσυχίαν τε ἐν τῇ ψυχῇ φαίνεσθαι
4849012 ἑαυτης
, ἀλλ ' αὐτὴ παρ ' αὐτῇ ἐν τῇ κατανοήσει ἑαυτῆς καὶ τοῦ ὃ πρότερον ἦν ὥσπερ ἀγάλματα ἐν αὐτῇ
καὶ ἀκοίμητος , καὶ μηδέποτε ἀπαγορεύουσα , μηδὲ ἐπαναχωροῦσα τοῦ ἑαυτῆς ἔργου , ἀέναον χορηγεῖ τὴν σωτηρίαν τοῖς οὖσιν .
4814565 αὑτης
διὰ τούτου σκοπεῖσθαι τὰ ὄντα ἀλλὰ μὴ αὐτὴν δι ' αὑτῆς , καὶ ἐν πάσῃ ἀμαθίᾳ κυλινδουμένην , καὶ τοῦ
ἀπήλλακται τῆς ὕλης τῶν δερμάτων : διὰ τοῦτο οὐκ ἔστιν αὑτῆς θεωρητική . γραμματικὴ πάλιν περὶ τὴν ἐγγράμματον φωνήν :
4799935 ὠδινει
ἑκάστοτε ἐν ὠδῖσίν ἐστιν , ὅτε χρημάτων ἐρᾷ , [ ὠδίνει , ] ὅτε δόξης , ὅτε ἡδονῆς , ὅτε
βληχητά , ἃ δὴ καὶ μαρυκᾶσθαι λέγουσιν . Ὁ γαλεὸς ὠδίνει διὰ τοῦ στόματος ἐν τῇ θαλάττῃ , πάλιν τε
4781722 παρθενος
. . ὡς ὄφελεν καὶ Φρίξον , ὅτ ' ὤλετο παρθένος Ἕλλη , κῦμα μέλαν κριῶι ἅμ ' ἐπικλύσαι :
εὔδαιμον γένος κυοφορεῖν , Ἰσαάκ . ἡ δ ' ἀεὶ παρθένος ὑπὸ ἀνδρός , ᾗ φησι , συνόλως οὐ γινώσκεται
4773749 ψυχη
. . οὐρανοῦ καὶ σελήνης γῆν ἀμειψαμένη [ . ἡ ψυχή ] καὶ τὸν ἐπὶ γῆς βίον , ἂν μικρὸν
Κλυταιμνήστρας τάφον : ὡσεὶ ἔλεγεν : ἓν σῶμα καὶ μία ψυχή ἐσμεν . πᾶν γὰρ τὸ καθ ' ἡμᾶς ἓν
4765622 ἀγαθη
τὸ εὔβοτον καὶ ὅτι ποταμοῖς ἐστι κατάρρυτος καὶ ὅτι θάλαττα ἀγαθὴ παράκειται αὐτῇ ὅρμοις πανταχόθεν διειλημμένη καὶ καταγωγαῖς ἀφθόνοις καὶ
. ἄνηθον κρεῖσσον τοῦ μαράθρου καὶ λυγμοὺς παύει . σκάνδιξ ἀγαθὴ πρός τε οὔρησιν καὶ πρὸς ὑστέρας κάθαρσιν . τῆς
4761858 ἀνθρωπινη
οὐ γινώσκουσιν . ἐμπειρία οὖν ἐστι μνήμη καὶ τήρησις ἄλογος ἀνθρωπίνη τῶν πολλάκις καὶ ὡσαύτως ὀφθέντων : ὁ γὰρ ἐμπειρικὸς
ἐννεακισχιλίων ἐννακοσίων καὶ ἑβδομήκοντα καὶ ἑπτὰ ἐτῶν , οὐ φθάσει ἀνθρωπίνη τήρησις τοῖς τοσούτοις αἰῶσι συνδραμεῖν ἐπὶ μιᾶς γενέσεως ,
4747685 ποιησασα
νομίζεσθαι : ἄλλως : οἶσθ ' ὡς μετεύξῃ καὶ τοῦτο ποιήσασα σοφωτέρα φαίνῃ ; τοῦτο δὲ εἰς τὸ μή μοι
τοῖς ἔργοις δεδούλωται , Ξέρξῃ μὲν φεύγειν ἀπὸ τῶν πραγμάτων ποιήσασα ἐν εὐχῆς μέρει , Λακεδαιμονίους δὲ ἀνακλίνασα οὐχ ἧττον
4733847 σκηψαμενη
, τὴν λύπην πρὸς καιρὸν ὑπερέθετο , καὶ προσποιητὴν χάριν σκηψαμένη , τὴν θεὸν ὑπεδέξατο φιλανθρώπως . Ἡ δὲ τὴν
Ἔτυχεν οὖν ἡ μὲν ἐμὴ μήτηρ τότε μαλακῶς ἔχουσα : σκηψαμένη δὲ καὶ ἡ Λευκίππη νοσεῖν ἔνδον ὑπέμεινε , ὥστε
4724265 κινουσα
: λέγεται στόλος καὶ ἡ πορεία . πυγοστόλος : ἡ κινοῦσα τὴν πυγὴν ἐν τῇ πορείᾳ ἢ ἀποστίλβουσα τὸ σῶμα
πλείω . τέρψιν γάρ , οἶμαι , τινὰ ταύτην τέρπεται κινοῦσα τὰ τῶν ἀνθρώπων καὶ οὐκ ἐῶσα τοὺς αὐτοὺς ἐπὶ
4724232 ἐγκυμων
ὑπ ' αὐτοῦ πάθῃ κατὰ τὸ τῆς μητρυιᾶς ὄνομα , ἐγκύμων οὖσα δίδωσιν ἑαυτὴν Τυρρηνῷ τινι συοφορβίων ἐπιμελητῇ βασιλικῶν ,
. δεῖ δὲ τὴν πόαν χυλίζειν ὅταν ἀκμαιοτάτη ἐϲτὶ καὶ ἐγκύμων τοῦ ἄνθουϲ . δίδοται δὲ τοῦ χυλοῦ ϲὺν #
4717769 δεξαμενη
. Ἔστι δὲ κἀκεῖσε ἡ ἀπὸ τοῦ Διὸς μεγάλην ὀργὴν δεξαμένη ἀθλία καὶ ταλαίπωρος Σύβαρις , τοὺς ἐνοικοῦντας ἢ πολίτας
Πρώτην μὲν γὰρ ἀληθῶς ἀλλοίωσιν ἡ τροφὴ περὶ τὴν γαστέρα δεξαμένη τὴν ἐν φλεψὶ καὶ ἥπατι ἐπὶ ταύτην δευτέραν λαμβάνει
4715097 πληρωθεισα
καὶ αὖ λόγων πληρωθεῖσα καὶ καλὴ καλοῖς κοσμηθεῖσα καὶ εὐπορίας πληρωθεῖσα , ὡς εἶναι ἐν αὐτῇ ὁρᾶν πολλὰ ἀγλαίσματα καὶ
πλήρωσις τῆς οἰκείας ὑγρότητος . καὶ τοίνυν καὶ ἡ γαστὴρ πληρωθεῖσα καὶ ἀπολαύσασα καὶ κορεσθεῖσα βάρος ἡγεῖται τὸ λοιπὸν αὐτὸ
4711788 καταχρυσος
Δίφιλος δ ' ἐν Παρασίτῳ : εὖ γ ' ὁ κατάχρυσος εἶπε πόλλ ' Εὐριπίδης , νικᾷ δὲ χρεία μ
Τύχης , ὃν αὐτὸς κατεσκεύασεν , εἰκὼν αὐτοῦ κειμένη ξυλίνη κατάχρυσος ἐμπρήσεως γενομένης καὶ τῶν ἄλλων ἁπάντων διαφθαρέντων μόνη διέμεινεν
4683767 ῥυσαμενη
τῆς κεφαλῆς τοῦ Διὸς ἐγεννήθη ἡ Ἀθηνᾶγενοῦ ῥυσίπτολις , ἤτοι ῥυσαμένη τὴν ἡμετέραν πόλιν ἀπὸ τῶν ἐχθρῶν . σύ τ
καὶ τὸν Ἀγαμέμνονα αὐτόν , ὅτι νοῦν εἶχεν ἡ Χρυσηὶς ῥυσαμένη τῶν κακῶν τούτων ἑαυτήν . οὐκοῦν τὸ μήτε ἔρωτι
4679571 ζωσα
ἡ γὰρ παρθένος ? [ ἐντὸς τῆς ] γυναικωνίτιδος [ ζῶσα ] οὐκ εὐπρεπεῖς ἐποίει [ τοὺς λόγους ] ?
ἔρημον , εἴτε χρῇ θανεῖν , εἴτ ' ἐν τοιαύτῃ ζῶσα τυμβεύειν στέγῃ . Ἡμεῖς γὰρ ἁγνοὶ τοὐπὶ τήνδε τὴν
4679011 ἐκφαινουσα
ὑποβαλέσθαι δοῦναι : νῦν δὲ ἔφη ‚ τό τε ἀπόρρητον ἐκφαίνουσα ἥκω καὶ παύσουσα ἐμαυτὴν ἱερωμένην ‚ . ταῦτα δὲ
, ἀλλὰ καὶ ἄλλα πολλὰ κατέλιπεν ἄν , τὴν οἰκείαν ἐκφαίνουσα φύσιν . ὅτι δὲ οὐδὲ Ξενοφῶντός ἐστιν , ὁ
4675142 δυνατη
ἡ πέρα τούτων καὶ ἀλλοίων ἐδεσμάτων ἢ τοιούτων ἐπιθυμία , δυνατὴ δὲ κολαζομένη ἐκ νέων πολλῶν ἀπαλλάττεσθαι , καὶ βλαβερὰ
. τὸ ὄρος : τὸ Σκόμιον δηλονότι . περίπλους : δυνατὴ περιπλευσθῆναι . νηῒ στρογγύλῃ : ἐμπορικῇ , διὰ τὰ
4661913 ἀναγκαζομενην
ἀνοίᾳ πορευομένη καὶ τὴν κεφαλὴν καταξαίνει τυφλοῖς καὶ κωφοῖς μέρεσιν ἀναγκαζομένην παρὰ φύσιν ἕπεσθαι . ὁ λόγος δηλοῖ , ὅτι
ἄλλως τε καὶ ὁπόταν τὸ ἑκοῦσαν χαρίζεσθαι προσῇ ἀντὶ τοῦ ἀναγκαζομένην ὑπηρετεῖν . αἱ δ ' ἀεὶ καθήμεναι σεμνῶς πρὸς
4660919 μετεχουσα
: καὶ ἡ μέν ἐστιν ἀπὸ τοῦ πρώτου νοητοῦ , μετέχουσα καὶ τῆς τοῦ δημιουργοῦ δυνάμεως , ἡ δὲ ἐνδιδομένη
ῥᾳδίως ποτὲ πᾶσα φύσις ἱκανὴ γένοιτο θεωρῆσαι , μὴ θαυμαστῆς μετέχουσα φύσεως . ὃ νῦν εἰρήκαμεν ἐροῦμέν τε , ὥς
4653594 ῥᾳστη
ἐπιδήμιον μέν ἐστι τὸ νεώτατον ἑωυτοῦ , καὶ ἡ ἴησις ῥᾴστη : ἐμέτους γὰρ δεῖ ποιέεσθαι μετὰ τὸ σιτίον ,
μου , δῆλον ὅτι ἐξέσται μοι τῇ τελευτῇ χρῆσθαι ἣ ῥᾴστη μὲν ὑπὸ τῶν τούτου ἐπιμεληθέντων κέκριται , ἀπραγμονεστάτη δὲ
4650445 βουλομενη
σπουδάζειν αὐτὸν παρορμῶσα , ἢ τὰς καθ ' ἑαυτῆς ἀπολύσασθαι βουλομένη διαβολὰς ὑπὲρ τοῦ μηθενὸς ὧν ἔπραττεν ὁ ἀνὴρ μήτε
γὰρ ἡ ἐκ πτερῶν ῥιπίς : ἀπὸ τῶν φρυγίων σκύλων βουλομένη - συρράψαι ἐνδύματα πορφυρᾶ ὅπως ἐπὶ τὸν τάφον ἀναθῇ
4649770 πειθουσα
δὲ ἡ διὰ τῶν ὤτων καὶ τῶν ἄλλων αἰσθήσεων , πείθουσα δὲ ἐκ τούτων μὲν ἀναχωρεῖν ὅσον μὴ ἀνάγκη αὐτοῖς
τὸ ἐξ ἀρχῆς τὸν ἀκροατὴν ἐπανάγουσα καὶ εἰς συγκατάθεσιν ἰέναι πείθουσα τοῦ προκειμένου ζητήματος . ἐπίλογος δέ ἐστι λόγος ἐπὶ
4642495 μειδιωσα
οὐκ ἄχρι τοῦ καγχαρίζειν ῥᾳδίως καθάπερ σὺ εἴωθας , ἀλλὰ μειδιῶσα ἡδὺ καὶ ἐπαγωγόν , εἶτα προσομιλοῦσα δεξιῶς καὶ μήτε
ἄλλως καὶ δυσμενὴς καὶ ἐπίβουλος , ἰδεῖν δὲ ἱλαρὰ καὶ μειδιῶσα πρὸς ἅπαντας σαρδάνιον μάλα τοῖον [ χαλεπὴ δὲ ἡδονὴ
4641971 ὑποστασα
γὰρ θάλαττα ὑπέμεινεν ἐν τοῖς κοιλοῖς αὐτῆς μέρεσι κατὰ μεταβολὴν ὑποστᾶσα , τά τε ὄρη περὶ τὸ ἀνώμαλον τῆς συνιζήσεως
καὶ μεγαλόφρονος . Αὕτη πολλὰς ἐπιθέσεις παρά τε τῶν ὁμορούντων ὑποστᾶσα , καὶ πολέμοις πολλάκις ἐντρυχωθεῖσα , Ἀθηναίων αὐτὴν μετὰ
4633901 τετοκυια
, εἴπωμεν ὅτι ἥδε ἡ γυνὴ τέτοκεν , ἡ δὲ τετοκυῖα γάλα ἔχει , ἥδε ἄρα ἡ γυνὴ γάλα ἔχει
νεωκορεῖται , ἡ δὲ Δημήτηρ οὐκέτι , ἀλλὰ τὴν Κόρην τετοκυῖα οἷον τὴν Κόρον [ ἡ πρὸς τὸ τρέφεσθαι μέχρι
4620554 θεαματων
. Ἥλιος οὗτος , χλανίδων ἀλεεινότατος : λειμῶνες οὗτοι , θεαμάτων τὰ ποικιλώτατα : ἄνθη ταῦτα , εὐωδίαι φυσικαί .
τοὺς ἐξ ἐκείνων ἡμᾶς εὖ ποιεῖν . ἥδιστον μὲν γὰρ θεαμάτων ἡ διὰ τῶν θηρίων λειτουργία : θηρία δ '
4612050 ἐχουσα
κακοπαθείας δισσὴν τὴν πρᾶξιν παραλαμβάνει : μακροὺς δὲ καὶ λεπτοὺς ἔχουσα τοὺς δακτύλους καὶ ὑπεσταλκότας τοὺς ὄνυχας , εἰς τὸ
. Τί δ ' εἰ ἀμφότερα ; οὐχ ἡ ἀμφοτέρας ἔχουσα , ἐπιστήμην καὶ δύναμιν , δικαιοτέρα , ἡ δ
4602750 ἡτις
τῆι φύσει προελθοῦσα : ἡ δὲ περὶ τὸν ἑλληνισμόν , ἥτις καὶ νεωτέρα ἐστίν , ἀρξαμένη μὲν ἀπὸ Θεαγένους ,
οὐ τοῦ κοινοῦ τοῦ δὲ ἀπὸ τῆς Φωκίδος Ἀντικύρας , ἥτις , δέον αἰσχύνεσθαι κορικῶς , ἀπέξυσαι τὴν αἰδῶ τοῦ
4589725 αὑτη
μετέχειν . ὡς δὲ δὴ καὶ ἀναγκαία καὶ προσήκουσα ὑμῖν αὕτη ἡ ἐπιμέλεια ἐκ τῶνδε ἐνθυμήθητε . Λακεδαιμόνιοι ὑμῖν ἐπολέμουν
Λακεδαιμονίου ἐξελασθεὶς ἐκ τῆς Σπάρτης ἀπίκετο ἐς τὰς Ἀθήνας : αὕτη γὰρ ἡ πόλις τῶν λοιπέων ἐδυνάστευε μέγιστον . Ἐπελθὼν
4588622 θεραπευουσα
φίλια δὲ ἔπραττε βασιλεῖ , διὰ τὸ οἰκεῖον συμφέρον αὐτὸν θεραπεύουσα καὶ ἄρχουσα μὲν τῶν οἰκείων , οὐδὲν δὲ ἧττον
οὐδὲν παθέων ἀποκουφίζους ' : οὐδὲν τῶν περιεχόντων σε κακῶν θεραπεύουσα : ἄλλως : ἐν ὑπερβατῷ : σπουδῇ πρὸς ς
4580643 μια
ἱππόδαμον καὶ πὺξ ἀγαθὸν Πολυδεύκεα , αὐτοκασιγνήτω , τώ μοι μία γείνατο μήτηρ . ” αὐτακέλευθα τὴν αὐτὴν ὁδόν .
ὡς μὴ οὔσης ζωῆς . εἰ δὲ πάντα ζῷα , μία δὲ καὶ ἡ ζωή , εἷς ἄρα καὶ ὁ
4578933 ἀνηρτησεν
ἑαυτὸν ἐτύφλωσεν : Ἰοκάστη δὲ τῶν τειχῶν τῆς πόλεως ἑαυτὴν ἀνήρτησεν . Βοῦς ἐφ ' ἑαυτῷ κονιεῖται : ἐπὶ τῶν
πρὸς θεραπείαν φάρμακα ἔφερε , καὶ καταλαβοῦσα αὐτὸν νεκρὸν ἑαυτὴν ἀνήρτησεν . Ὁ δὲ Ἀσωπὸς ποταμὸς Ὠκεανοῦ καὶ Τηθύος ,
4578822 ἀπειργασατο
καὶ τοὺς ἄλλους ἅπαντας Ἕλληνας ὅτι βελτίους ἐκεῖνος ὁ ἀνὴρ ἀπειργάσατο . πᾶσι γὰρ ἡγεῖτο πρὸς τὰ κάλλιστα , ὥστε
ἀκρασίαν καὶ φυγοπονίαν τῶν νοσούντων . καὶ μὴν πολλοὺς μὲν ἀπειργάσατο πτωχοὺς καὶ ἀπόρους ἀσωτία καὶ πολυτέλεια , πολλοὺς δὲ
4573147 ἰατρικη
οὐ λευκόν , καὶ ὁ ἄνθρωπος οὕτω : καὶ ἡ ἰατρικὴ ὑπόληψις καὶ οὐχ ὑπόληψις , ὅτι καὶ ἡ ἐπιστήμη
ὑπόκεινται τὰ ἀνθρώπεια σώματα , τῇ δὲ φιλοσοφίᾳ αὐτὴ ἡ ἰατρικὴ ὑπόκειται . καὶ πάλιν τῇ ἀστρονομίᾳ ὑπόκεινται τὰ οὐράνια
4571175 προτεινουσα
ἡ τοῦ φαύλου συνείδησις , οἴκοθεν ὡς ἐκ πληγῆς δειλίαν προτείνουσα τῇ ψυχῇ . Τοῦ φαύλου ὁ βίος ἐπίλυπος καὶ
μετατρέχει δὲ καὶ τὰ ὀλύμπια τοὺς ἀσεβείας καὶ ἀθεότητος λόγους προτείνουσα , ἐπειδὰν ἢ ὡς οὐκ ἔστι τὸ θεῖον διεξίῃ
4569273 μετριην
κοιλίῃ . Ἡ γὰρ κοιλίη ὁκόταν ὑπεκχώρησιν μὴ ποιέῃ τὴν μετρίην , καὶ ἐσίῃ ἐς αὐτὴν , ἄρδει τῇ ὑγρότητι
ἀραιῆς τῆς ἐπιδερμίδος γενομένης : καὶ ἅμα ἡ θρὶξ ἰκμάδα μετρίην ἐς τὴν τροφὴν ἔχει καὶ οὐκ ἐλάσσονα . Οὕτω
4561816 μενουσα
ἀντιλαμβάνεσθαι : ὅλως δὲ ἀμέριστος οὖσα καὶ ἐν ἑνὶ εἴδει μένουσα τῷ αὐτῷ , καθ ' αὑτήν τε ἀσώματος ὑπάρχουσα
. . . ἐξ αὐτῶν θερμασία οὐκ ἐπὶ πολὺν χρόνον μένουσα , ταχὺ δὲ σβεννυμένη : διὸ καὶ ἐγχειρητέον τούτῳ
4561718 προλαβουσα
, εἰ μὴ ἐκ τῶν νεφρῶν : καὶ γὰρ ἡ προλαβοῦσα ὀδύνη καὶ ἡ τοῦ βάρους συναίσθησις ἀκριβῆ τὴν διάγνωσιν
μελέτης τῶν τακτικῶν ἀνέμενον ἡμέραν . μέθη δὲ εὖ ποιοῦσα προλαβοῦσα τὸν καιρὸν πάντα ἐξήλεγξε καὶ τὸ τέως λανθάνον ᾔδετο
4559410 χωρισθεισα
ἐξ ἀπληστίας . ἔριφός ποτε τῶν καιρῶν τῆς οἰκείας ποίμνης χωρισθεῖσα ὑπὸ λύκου ὠμηστοῦ ἐδιώκετο . ἐπιστραφεῖσα γοῦν ἡ ἔριφος
ἀνθρώπου , εἰ συνέποιτο ἡ δευτέρα , συνέποιτο δὲ μὴ χωρισθεῖσα τῶν ἄνω , οὗ ἐκείνη καὶ αὕτη λέγεται εἶναι
4558428 προσλαβουσα
τριφθεῖσα μέχρι πλείονος διαχωρεῖ μᾶλλον κάτω , καὶ μάλιστα μέλιτος προσλαβοῦσα . ζύθος , ὀποὶ πάντες , καὶ μᾶλλον ὁ
ἑαυτῆς στομώματι βάρος καὶ σήκωμα τὸν τοῦ ἐπικειμένου σιδήρου ὄγκον προσλαβοῦσα τὴν αὐτῆς δύναμιν παρέχει , τὸν αὐτὸν τρόπον καὶ
4556647 ἐλευθερα
τῶν μητέρων εἶναι τὰ ἔκγονα δικαιοῖ , ἐλευθέρων μὲν οὐσῶν ἐλεύθερα , δούλων δὲ δοῦλα , τοὺς αὐτοὺς ἔχοντα κυρίους
ἀποτίσαι : τὰ δὲ εἴσω τῆς ψυχῆς ἀδούλωτα ἄλλῳ καὶ ἐλεύθερα , ἐὰν ἡμεῖς θέλωμεν , ἐὰν μὴ τῇ πρὸς
4550312 προλαβουσης
ἐπιφανείᾳ . κἂν δυσγενὴς εἴη , ἔχοι τι μωμητὸν τῆς προλαβούσης δυσκλείας τὴν παροῦσαν ἀνακοπτούσης ἢ καὶ μέλλουσαν εὔκλειαν ,
γένεσις ἐν χρόνῳ , ἐπεὶ τὸ γεγενῆσθαι πέρας ἐστὶ τῆς προλαβούσης γενέσεως καὶ οἷον σημεῖον γραμμῆς . ὥσπερ δὲ ληφθέντος
4546059 πρωτη
ἡμετέρα χρεία . Πῶς δ ' οὔ ; Ἀλλὰ μὴν πρώτη γε καὶ μεγίστη τῶν χρειῶν ἡ τῆς τροφῆς παρασκευὴ
κεράεσσι σελήνη ἑσπερόθεν φαίνηται , ἀεξομένοιο διδάσκει μηνός : ὅτε πρώτη ἀποκίδναται αὐτόθεν αὐγή , ὅσσον ἐπισκιάειν , ἐπὶ τέτρατον
4545007 παιδευσις
ὑπάρχουσιν ἄμφω ἀκάκωτοι , ἐν ἐκείνῳ τῷ ἔτει προστεθήσεται ἡ παίδευσις αὐτοῦ καὶ ἡ γνῶσις καὶ μεταδώσει πολλοῖς τῆς οἰκείας
δὲ ἐγκωμιαστικὰ δηλονότι ἔστι τάδε : γένος , ἀγωγὴ , παίδευσις , ἡλικία , φύσις ψυχῆς καὶ σώματος , ἐπιτηδεύματα
4544906 τικτει
λεοντῆ παρδαλῆ μοσχῆ κυνῆ . Οὐχὶ παρὰ πολλοῖς ἡ χάρις τίκτει χάριν . Ἡ πόλις ἐβούλεθ ' , ᾗ νόμων
θυγατέρα καὶ Ἀρσάκαν υἱόν , ὃς ὕστερον μετωνομάσθη Ἀρτοξέρξης . τίκτει δὲ αὐτῶι ἕτερον υἱὸν βασιλεύουσα , καὶ τίθεται τὸ
4544859 καλλους
, ὡς οἷόν τε βραχέα περὶ τούτου πειράσομαι διελθεῖν . κάλλους γὰρ δὴ πάντες μὲν ἐπεθύμησαν τυχεῖν , πάνυ δ
. ἐκεκόμψευτο δὲ καὶ γελᾶν ἐδόκει σπουδάζων ὁ λόγος : κάλλους ἦν ἀγών , κριταὶ δ ' ἦσαν οἱ Ἕλληνες
4540681 ποιησαμενη
τοῦ συνειδότος ἐλέγχοιτο , καταδυέσθω , προκάλυμμα τῶν ἁμαρτημάτων αἰδῶ ποιησαμένη : τὸ γὰρ μέχρι τέλους ἀναισχυντεῖν ὑπερβολὴ κακίας .
. Ἡ δὲ Λαδίκη ἀπέδωκε τὴν εὐχὴν τῇ θεῷ : ποιησαμένη γὰρ ἄγαλμα ἀπέπεμψε ἐς Κυρήνην , τὸ ἔτι καὶ
4538670 στρατηγικη
οἰκονομικῆς ἡ χρηματιστική , ἧς νῦν μέμνηται , καὶ ἡ στρατηγικὴ δέ τίς ἐστι δύναμις τοῦ ἡγεῖσθαι στρατεύματος καὶ κρατεῖν
ἤγουν ὅτι ὑπόκεινται αὐτῇ ὡς ἐπιταττόμεναι παρ ' αὐτῆς οἷον στρατηγικὴ ῥητορικὴ οἰκονομική : τοῦ πολιτικοῦ γὰρ διορίσασθαι στρατηγῷ τε
4536804 σεμνοτατη
ὡς τάχιστ ' εὐχώμεθ ' . Εὐχώμεσθα δή . Ὦ σεμνοτάτη βασίλεια θεά , πότνι ' Εἰρήνη , δέσποινα χορῶν
χηεων ? ! ! ! ! τειμᾶν σε φύσις νενόμισσται σεμνοτάτη [ ! ! ! ] γει ? τὸν σὸν
4535296 δεξεται
ἐν θηλυκῷ ἡ γυνή , ὁ δὲ Ἑρμῆς καθὼς μαρτυρίαν δέξεται ἕκαστα ἐμφαίνει . Τοῦ Ἡλίου κεκακωμένου , τῆς δὲ
οὕτω καὶ ψυχὴ ἑνὸς ἑκάστου τριχῇ , [ λογιστικὸν ] δέξεται , ὡς ἐμοὶ δοκεῖ , καὶ ἑτέραν ἀπόδειξιν .
4532181 τεκουσα
τὴν φήμην αἰδουμένη , / τὸν μὲν Σύρισκον ἀφαντοῖ , τεκοῦσα δὲ τὸ βρέφος / ἐν τοῖς ἀγροῖς ἐκτίθεται :
' ἐφώνει “ δυστυχὴς ἀποθνῄσκω : τὰ σπλάγχνα γάρ , τεκοῦσα , πάντα μου πίπτει . ” ἡ δ '
4531214 κινησασα
τόπου ἐκείνου : ἐνέβαλε γὰρ αὐτοῖς δύναμιν ἡ Ἀθηνᾶ , κινήσασα τὴν αἰγίδα . Αὕτη γὰρ ἡ αἰγὶς ἦν τὸ
ἀρωγήν . ἴαχε δὲ γλαυκῶπις ἐπ ' ἀκροπόληος Ἀθήνη αἰγίδα κινήσασα , Διὸς σάκος , ἔτρεμε δ ' αἰθὴρ Ἥρης
4530516 λαβομενη
καὶ ἑτέρῳ τινὶ συναφθείη . ἐπιθυμία γὰρ μὴ τοῦ σκοποῦ λαβομένη δεύτερον οἴεται κέρδος τὸ μηδὲ ἄλλον τυχεῖν . τεκμαίρομαι
συγγενεῖς ὄντες τινὲς παρ ' αὐτῷ : τῶν γονάτων αὐτοῦ λαβομένη καὶ περιπεσοῦσα τέως μὲν ἔκλαιε φωνὴν οὐδεμίαν προϊεμένη ,
4524586 λογιζομενη
γινώσκει , ὅπερ ἡ ἡμετέρα διάνοια οὔτε σώζει περὶ αὐτοῦ λογιζομένη οὔτε φθείρει ἐπιλανθανομένη αὐτοῦ , οἷον ὁ ἄνθρωπος καὶ
στερεῶν ἔγγιστα φκδʹ : ἡ δὲ ὅλη γῆ , σφαιροειδὴς λογιζομένη , στερεῶν σταδίων ἔχει μυριάδας τρίτων μὲν ἀριθμῶν σξθʹ
4524543 σοφια
σοφία ἕξις ἐπαινετή , ἡ ἐπαινετὴ ἕξις ἀρετή , ἡ σοφία ἄρα ἀρετή . ὡσαύτως δὲ καὶ ἡ σύνεσις καὶ
οὖν ἐστι συμφέρον ῥώμη κάλλος ὑγίεια , ψυχῇ δὲ ἀνδρεία σοφία δικαιοσύνη : τὰ δὲ ἐπίκτητα φίλοι χρήματα κτήματα :
4522471 Φημη
ἐπτηχότων καθάπερ ἐν προσδοκίᾳ βροντῆς ἢ σεισμῷ πάντα κινοῦντι ἔρχεται Φήμη , ἡ θεὸς ἧς πόρρω τὸ ψεῦδος , τὸν
γενεαῖς ὕμνησεν Ἡσίοδος ποιήσας τὰ ἔπη ταῦτα ἃ πάντες ᾄδουσι Φήμη δ ' οὔτις πάμπαν ἀπόλλυται ἥντινα πολλοὶ λαοὶ φημίξωσι
4520792 δεχομενη
ἑνὸς τῶν περιστατικῶν ἐν τῷ νόμῳ κειμένου : ἡ δὲ δεχομένη τὴν ἐξουσίαν τοῖς περιστατικοῖς πάλιν κέχρηται : ἀμφότερα δὲ
κώμης ἐστὶ * καὶ τὸ μέγεθος , τοσοῦτόν γε πλῆθος δεχομένη καὶ τὴν κατασκευὴν ὑπ ' ἐκείνων αὐτῶν κατεσκευασμένη καὶ
4511891 φροντιδων
καὶ κίνησιν χυμῶν καὶ νωχελίαν ἐν ταῖς πράξεσιν καὶ πλῆθος φροντίδων καὶ φυγὴν ἐκ τῆς οἰκίας αὐτοῦ : ἴσως δὲ
μετὰ τὸ σχολάσαι ἂν τὴν ψυχὴν ἀπὸ τῶν τοῦ σώματος φροντίδων αὕτη παρενοχλοῦσα οὐκ ἐᾷ καθαρὰς τὰς νοήσεις ποιεῖσθαι .

Back