κάλλους σωματικοῦ καὶ τῇ τοιαύτῃ ἀγωγῇ τῶν συγγενῶν ἑαυτῆς ἐπιθυμιῶν κρατήσασα καὶ νικήσασα τῷ ἐρρωμένως ἐπὶ σωμάτων κάλλος ἐρρῶσθαι ,
κίνησις προσφερομένη τὴν ἐντὸς φοβερὰν οὖσαν καὶ μανικὴν κίνησιν , κρατήσασα δέ , γαλήνην ἡσυχίαν τε ἐν τῇ ψυχῇ φαίνεσθαι
5922932 γενομενη
μὲν Ἄγυλλα ἐκαλεῖτο Πελασγῶν αὐτὴν κατοικούντων , ὑπὸ δὲ Τυρρηνοῖς γενομένη Καίρητα μετωνομάσθη , εὐδαίμων δ ' ἦν εἰ καί
ὅτι τῷ χρόνῳ μὴ δυνηθεῖσα διαφορηθῆναι ἡ ὕλη καὶ δριμυτέρα γενομένη κατὰ διάβρωσιν ἐποίησε ῥῆξιν , ἢ ἐκ τῆς φύσεως
5756484 ἀνεγειρει
ποτ ' ἐσθλῇ : ταῦτα καὶ τὰ ἑξῆς εἰς ζῆλον ἀνεγείρει τοῦ πατρὸς τὸν Πέρσην , εἰ μὴ γεωργεῖν ἐθέλοι
. ὅταν γὰρ καλέσῃ πρὸς ἑαυτὸν τὴν ψυχήν , πῆξιν ἀνεγείρει τῷ γεώδει καὶ σωματικῷ καὶ αἰσθητικῷ παντί : διὸ
5584790 μετεχουσα
: καὶ ἡ μέν ἐστιν ἀπὸ τοῦ πρώτου νοητοῦ , μετέχουσα καὶ τῆς τοῦ δημιουργοῦ δυνάμεως , ἡ δὲ ἐνδιδομένη
ῥᾳδίως ποτὲ πᾶσα φύσις ἱκανὴ γένοιτο θεωρῆσαι , μὴ θαυμαστῆς μετέχουσα φύσεως . ὃ νῦν εἰρήκαμεν ἐροῦμέν τε , ὥς
5584178 ἀγουσα
, τὰ δ ' ἐν τῇ πόλει κατ ' εὐχὴν ἄγουσα , δι ' ἣν γάμοι τε ὡραῖοι καὶ ἐκδιδόναι
εἰωθὸς ἐπιφωνεῖσθαι : ἦλθ ' ἦλθε χελιδών , καλὰς ὧρας ἄγουσα , καὶ καλοὺς ἐνιαυτούς , ἐπὶ γαστέρα λευκά ,
5570853 προαιρετικη
ὥσπερ εἴρηται τὸ μέσον . Ἔστιν ἄρα ἡ ἀρετὴ ἕξις προαιρετική , ἐν μεσότητι οὖσα , τῇ πρὸς ἡμᾶς ,
καὶ φυγή : ὥστε ἐπεὶ ἡ ἠθικὴ ἀρετὴ ἕξις ἐστὶ προαιρετική , ἡ δὲ προαίρεσις ὄρεξις βουλευτική , πᾶσα ἀνάγκη
5527348 τυγχανουσα
οὐδαμῶς ἐμαυτῆς οὖς ' ἀδείμαντος ] τουτέστιν ἔξω τοῦ καθεστηκότος τυγχάνουσα ὑπὸ τοῦ φόβου , ὃν ἐν τῇ ψυχῇ ἔχω
γονεῖς σημαίνει , ὁμοίως δὲ καὶ ἐν τοῖς ἐκλειπτικοῖς ὅροις τυγχάνουσα ἡ Σελήνη , κἂν ἐν ἀγαθοποιοῦ ὁρίοις ᾖ .
5517911 λοιμωδης
καὶ ἡ οὐχ ἥκιστα βλάψασα καὶ μέρος τι φθείρασα ἡ λοιμώδης νόσος : ταῦτα γὰρ πάντα μετὰ τοῦδε τοῦ πολέμου
ἑνὸς τυραννεῖσθαι : εἰ οὖν λέγοις , οὐδὲν τοσοῦτον ἡ λοιμώδης νόσος , οὐχ ἡ Σικελία ἤνεγκε ταῖς Ἀθήναις πάθος
5505335 ἱμερου
τῆς τέχνης τὸν χαλκὸν μαλαττούσης , χλιδῆς δὲ ἦν καὶ ἱμέρου μεστὸς καὶ τὸ τῆς ἥβης ἔφαινεν ἄνθος , πάντα
δαρὸν ] ἐπιπολύ . ἐξὸν ] δυνατοῦ ὄντος . . ἱμέρου ] ἐπιθυμίας τῆς σῆς . . τέθαλπται ] ἐξεκαύθη
5498778 μεμιγμενη
αὕτη τοίνυν , φησὶ , φερομένη παρὰ τὴν κύστιν καὶ μεμιγμένη τῷ οὔρῳ , λευκὸν αὐτὸ ποιεῖ . τοῦτο δὲ
φησίν , ἡ λύπη ἐγκάθηται εἰς τὴν καρδίαν αὐτοῦ : μεμιγμένη οὖν ἡ λύπη μετὰ τῆς ἐντεύξεως οὐκ ἀφίησι τὴν
5489350 ἐλλαμψεως
ἀλλ ' οὐκ ἐκ τῆς ἀκινήτου καὶ σταθερᾶς τῶν εἰδῶν ἐλλάμψεως ὑποδέχεται . ἀλλ ' οὐδὲ τῶν μερῶν ὅσα μὴ
γίνεσθαι τῆς ἑαυτοῦ οὐσίας καὶ τῆς θεόθεν κατιούσης εἰς αὐτὸν ἐλλάμψεως , οὕτω τῷ μὴ μένειν ἀεὶ ἐν τῇ ἀγνοίᾳ
5457501 κρατουσα
. Οὕτω συμβουλευσαμένη ἡ Ἀθηνᾶ ἀνέβη εἰς τὸν δίφρον , κρατοῦσα ἐν ταῖς χερσὶ νίκην καὶ δόξαν , τουτέστι ,
δύναται . εἰ δ ' ἐπὶ πλέον ἡ θερμασία φαίνοιτο κρατοῦσα , καὶ τὴν τῶν ψυχόντων δύναμιν ἐπιτείνειν σε χρὴ
5395199 τελειᾳ
, τὰ μὲν διαιρέσει μόνῃ χρῆσθαι , τὰ δὲ περιαιρέσει τελείᾳ τῶν περιττῶν . τὸ δὲ τῇ ἐλλείψει ἀλλότριον οὐχ
βίου μακραίωνος , ὃν καὶ μετὰ σώματος θρέψεις ψυχῇ κεκαθαρμένῃ τελείᾳ καθάρσει βιῶν . ταῦτα μὲν οὖν ἀποχρώντως λέλεκται ,
5387667 ἀγηρατος
τὰ καλὰ ] καὶ δίκαια [ δρᾶν ] ! δόξα ἀγήρατος [ ] σι , παῖ , πατρὸς γεραιτέρου [
δριμύ . Φρύγιος λίθος ἀποκρούεται καὶ διαφορεῖ . Καὶ ὁ ἀγήρατος ὁμοίως , ᾧ οἱ σκυτεῖς χρῶνται , ἀποκρούεται καὶ
5385217 ἐποχουμενη
ἡ γοῦν Ἡμέρα παρὰ Διὸς τοῦτον αἰτεῖται , ὡς ἂν ἐποχουμένη αὐτῷ τὸν ἡμερήσιον κύκλον βαδίζῃ . ταῦτά εἰσι τὰ
δοξαστικὸν δεχομένη πρὸς τὸ ἄνω ἐν ταῖς σφαίραις ἑαυτὴν ἔχει ἐποχουμένη καὶ τῇ προτέρᾳ καὶ δύναμιν διδοῦσα παρ ' αὐτῆς
5340614 καρδιᾳ
οὖν εἰκὸς βραχὺν οὕτως ὄντα τὸν ἀνθρώπινον νοῦν μήνιγγι ἢ καρδίᾳ , βραχέσιν ὄγκοις , ἐγκατειλημμένον μέγεθος οὐρανοῦ καὶ κόσμου
σφυγμώδης γινομένη κατὰ τὸν αὐτὸν ῥυθμὸν ταῖς ἀρτηρίαις καὶ τῇ καρδίᾳ . κεκραγότων δ ' ἐξαίρεταί τε καὶ διαφυσᾶται πᾶς
5328789 περιουσιᾳ
ταῖς αὐταῖς εὐπραγίαις κεχρημένων παίδων , ἀλλὰ τῶν μὲν ἐν περιουσίᾳ ζώντων , τῶν δ ' εἰς ἀπορίαν ἐσχάτην περιηκόντων
σε λαβεῖν τοῦ χωρίου τὴν ἐπικράτησιν μάλα θαρροῦντός ἐστι τῇ περιουσίᾳ τῆς εὐψυχίας . τοῦ γὰρ ἐξ ἀρχῆς ἔργοις ἐπιχειροῦντος
5326541 περικαλλης
Ἄνθρωπον αὐτῷ ἴσον , οὗ ἠράσθη ὡς ἰδίου τόκου : περικαλλὴς γάρ , τὴν τοῦ πατρὸς εἰκόνα ἔχων : ὄντως
εἶδον ὥστε καὶ σοὶ ἂν εἰπεῖν ἔχοιμι . θάλαμός ἐστι περικαλλὴς καὶ κλίνη νυμφική , καὶ ἡ Ῥωξάνη κάθηται πάγκαλόν
5305710 ἀπολαυσει
, ὅτι τῇ Ἐχίδνῃ , ἤγουν τῇ τῶν καρπῶν ἀφθόνῳ ἀπολαύσει , συνελθὼν ὁ Τυφών , ἤτοι ἡ θερμότης τοῦ
ἐπ ' ἀκρόασιν λόγου τινός , ὅς , εἰ χρηστῆς ἀπολαύσει τῆς τύχης , δέξεται καὶ σὲ κριτήν . τὸν
5301278 ἐπιθυμια
, χρηστοῦ ἂν εἴη εἴτε πώματος εἴτε ἄλλου ὅτου ἐστὶν ἐπιθυμία , καὶ αἱ ἄλλαι οὕτω . Ἴσως γὰρ ἄν
τοῦ κατὰ τὴν ἐπιθυμίαν ἐγκρατοῦς καὶ ἀκρατοῦς ὅτι ἕτερον ἡ ἐπιθυμία καὶ ἡ προαίρεσις . Ἔτι φησὶ προαιρέσει μὲν ἡ
5287362 ἀμυνα
ἡ κόλασις τῇ τιμωρίᾳ καὶ εἴη ἂν τιμωρία μὲν ἡ ἄμυνα ἀνθ ' ὧν δοκεῖ πεπονθέναι ὡς τοῦ κατ '
κατὰ τῶν πολεμίων ? ? ? προκαλεσαμένων καὶ αὐτοὺς βοηθησάντων ἄμυνα καὶ ἐχθρὰ ἐπιχείρησις : ἐπιμαχία δὲ ἡ πρὸς τοὺς
5284495 ἀπουσιᾳ
ἐνδεὲς ἐλλείψει ἐνδεές : ἀλλ ' εἰ μὲν τοῦ ἀγαθοῦ ἀπουσίᾳ ἐνδεῖ τὸ ἀγαθόν , οὐκ ἦν ἀγαθόν , ὁπότε
καὶ ὁ κρατῶν περιέσται , τί ἄλλο ἢ τῇ αὐτῇ ἀπουσίᾳ τοῖς μὲν οὐκ ἠμύνατε σωθῆναι , τοὺς δὲ οὐκ
5278874 φαυλη
ἡ ἐγκράτεια , τὸ ἐμμένειν πάσῃ δόξῃ , ἔσται καὶ φαύλη ἐγκράτεια , ὅταν ἐμμένῃ τις ψευδεῖ δόξῃ : ἀλλὰ
ἡ καλλίστη ἀλόη καὶ μόνη ῥῶσαι δύναται , οὕτως ἡ φαύλη ποιότητος φαρμακώδους ἀναπίμπλησι τὴν κοιλίαν : τὰς δὲ παρεμπιπτούσας
5256060 γειτνιασει
αὐτῶν , καὶ εἰς συμπάθειαν μεγίστην ἄγον τὴν καρδίαν τῇ γειτνιάσει : οἱ δὲ ἀρχαῖοι καρδίαν ἐκάλουν τὸ στόμα τῆς
τῶν ἔνδον μερῶν αὐτῆς φλεγμαίνει , πολλάκις ὀξυτάτους κινδύνους τῇ γειτνιάσει τῆς χώρας καὶ τῷ γένει τῆς οὐσίας ἐπιφέρει :
5250791 θεωρουμενη
γραμματεῖ . εὐτραπελίας . εὐτραπελία ἐστὶν ἕξις τις ἐν μεσότητι θεωρουμένη βωμολοχίας καὶ ἀγροικίας : ἔστι δὲ περὶ σκώμματα ἣ
, ὅτι ἡ ἀνωμαλία τῶν ἐνιαυσίων χρόνων πρὸς τὸν μέσον θεωρουμένη οὐ μείζονα περιέχει διαφορὰν ∠ ʹ καὶ δʹ μέρους
5249639 διαστολῃ
ἀραιοὶ σφυγμοὶ χαλεπώτεροι . πόσαι γε διαφοραὶ γίνονται ἐν τῇ διαστολῇ τοῦ σφυγμοῦ ; ὀκτὼ , μέγεθος , σμικρότης ,
τῆς ἐγχωρίου ὑγρότητος διαφυσηθείσης , διεγείρει τούτους τῇ τῶν τόπων διαστολῇ : τὸ δὲ αὐτὸ συμβαίνει καὶ ἐπὶ τῶν ἑλκῶν
5246786 μοχθηρᾳ
φεύγειν τοὺς ἐνετῆρας , ἐπειδὴ ὑπόκειται ἡ λειποθυμία γενομένη ἐπὶ μοχθηρᾷ ποιότητι χυμῶν καὶ δέος ἐστὶ , μὴ διπλασιασθῇ αὕτη
τροφῶν ἐνδείᾳ ἡ λοιμικὴ νόσος : ἀναγκαζόμενοι γὰρ οἱ λιμώττοντες μοχθηρᾷ χρῆσθαι διαίτῃ , τούτῳ περιπίπτουσιν ἐξ ἀνάγκης τῷ νοσήματι
5240340 σωφροσυνῃ
καὶ ταῖς δυνάμεσιν ὑπερβαλέσθαι , τοὺς δὲ Ἕλληνας σοφίᾳ καὶ σωφροσύνῃ παρελθεῖν , μέγα μοι δοκεῖ καὶ παντελὲς εἰς ἀρετῆς
. χρόνου μέρη τρία . εἴκαζον δὲ αὐτὴν ἐν ἀρεταῖς σωφροσύνῃ : συμμετρία γὰρ αὕτη μεταξὺ ὑπεροχῆς καὶ ἐλλείψεως .
5232223 Σαρρᾳ
σπουδῆς καὶ τάχους καὶ προθυμίας πάσης ἐλθὼν παρακελεύεται τῇ ἀρετῇ Σάρρᾳ σπεῦσαι καὶ φυρᾶσαι τρία μέτρα σεμιδάλεως καὶ ποιῆσαι ἐγκρυφίας
ἃ μὴ πρὸς ἀρετὴν συνεργεῖ μεμελετήκασι , καθὰ καὶ „ Σάρρᾳ ἔτι γίνεσθαι τὰ γυναικεῖα ἐξέλιπε „ : θήλεα δὲ
5231996 ναρκωδης
σικύαι , παντάπασι τὸ πνεῦμα ἀπελήφθη , καὶ διῆλθεν ὀδύνη ναρκώδης καὶ ἄπορος φέρειν , καὶ πάντα αἵματι ἐπέφυρτο καὶ
: ἐν δὲ τῇ σημειώσει ὑποπίπτει ὄγκος ἀνώμαλος μικρός , ναρκώδης , αἴσθησιν ἐμποιῶν ἐν τῷ παραπιεσμῷ . Διαφέρει δὲ
5231647 βιαιος
ἵππους : ἡ διπλῆ , ὅτι Ζηνόδοτος γράφει κρατερωνύχεσι . βίαιος δ ' ἡ συναλοιφή . τὸ δὲ ἑξῆς ἐστίν
ἐστιν , ἀντίθεσις , μετάληψις , πρός τι , ὅρος βίαιος , ἡ θέσις , ἑτέρα μετάληψις , ἀντίληψις ,
5228624 ἑκουσιος
ἡμῖν ἡ σιτοπομπία , νῦν δὲ θᾶττον πτεροῦ καὶ νοήματος ἑκούσιος καὶ αὐτοκέλευστος ἀφικνεῖται . ὑπηρετεῖ καὶ ἡ θάλαττα τῇ
τετραπλασίονά σοι καίπερ ἐνδεόμενοι συνεισφέρομεν , ὅπως μάθῃς , ὅσον ἑκούσιος ὑπουργία πενομένων τοὺς ἀβουλήτως ἐν εὐπορίᾳ βιασθέντας ὑπεραίρει .
5227655 ῥωσθεισα
ὑπὸ αὖ τῶν ἑαυτῆς συγγενῶν ἐπιθυμιῶν ἐπὶ σωμάτων κάλλος ἐρρωμένως ῥωσθεῖσα νικήσασα ἀγωγῇ , ἀπ ' αὐτῆς τῆς ῥώμης ἐπωνυμίαν
καὶ τῶν ἑαυτῆς συγγενῶν ἐπιθυμιῶν , ἐπὶ σωμάτων κάλλος ἐρρωμένως ῥωσθεῖσα νικήσασα ἀγωγὴ ἀπ ' αὐτῆς τῆς ῥώμης ἐπωνυμίαν λαβοῦσα
5225608 κατεχουσα
τῆς Ἀθηνᾶς τὴν νίκην , ἐν ταῖς ἀθανάταις αὐτῆς χερσὶ κατέχουσα τὴν νίκην . . Τὸ ΔΙΟΓΝΗΤΟΣ συγκοπὴν ἔχει ἀπὸ
διὰ πλημμελῆ βλάβην τῆς καθεκτικῆς δυνάμεως , πλέον τοῦ δέοντος κατέχουσα : τὸ τηνικαῦτα γὰρ ἀναδίδοται τὸ ὑγρὸν καὶ κερδαίνει
5221197 προκοπτουσα
ὡς ἐν τῷ δεκάτῳ τῆς Μετὰ τὰ φυσικὰ λέλεκται , προκόπτουσα δὲ αὕτη καὶ ἐπὶ πᾶν ἐρχομένη καὶ εἰς τὸ
εἶδον „ . ἀλλ ' οὐκ ἔμελλες , ὦ ψυχὴ προκόπτουσα καὶ τῇ τῶν ἐγκυκλίων ἐπιστήμῃ προπαιδευμάτων ἐμβαθύνουσα , καθάπερ
5212074 εὐφυϊᾳ
ὅτι κοινωνίαν τινὰ πρὸς τοὺς θεοὺς οἱ ἄνθρωποι ἔχομεν τῇ εὐφυΐᾳ καὶ τοῖς ἔργοις τοῦ νοῦ . ὅτι δὲ κοινὸν
ἐστίνἑρμηνεύεται γὰρ ὁρῶν υἱός , ἐπειδὴ πᾶς ὁ εὐθιξίᾳ καὶ εὐφυΐᾳ χρώμενος ὁρατικός , Ἐφραῒμ δέ , ὡς πολλάκις εἴπομεν
5201846 ἀκρασια
μὴ ἁλίσκονται . κακία μὲν οὖν ἁπλῶς οὐκ ἔστιν ἡ ἀκρασία , ἀλλά πῃ ἴσως , διὰ τὸ μὴ ὅλην
δύνει . Εὐκτήμονι καὶ Δοσιθέῳ χειμὼν καὶ ὑετία . Καίσαρι ἀκρασία ἀέρος . κϚʹ . ὡρῶν ιγ ∠ ʹ :
5189823 ἐρως
. ἔρως γὰρ ἔσχεν : ἀλλ ' οὔ σφιν : ἔρως γὰρ καὶ ἐπιθυμία , φησί , τῶν ἐκείνης γάμων
ταῖς ψυχαῖς καὶ ἀκρασία καὶ πρὸς τὰ τυχόντα τῶν ἀφροδισίων ἔρως καὶ φλεγμονῆς ἀπάτη καὶ τοῦ προπετοῦς ἀβλεψία . τὴν
5180272 ἐπιθυμιᾳ
ἦν αὕτη καὶ ἦμεν ὅλοι : τοῦ ὅλου οὖν τῇ ἐπιθυμίᾳ καὶ διώξει ἔρως ὄνομα . καὶ πρὸ τοῦ ,
ἐπιθυμίαι οὐδ ' ὅλως πράττει αὐτὰς οὐδ ' ἀκολουθεῖ τῇ ἐπιθυμίᾳ οἰομένῃ τὰς ἡδονὰς ἀγαθὸν εἶναι διὰ τὸν λόγον ,
5166281 ἀπολαυσις
γλυκυθυμία τις ἡ διὰ τῶν ἀπὸ τῆς ὕλης ἀτμῶν δελεάζουσα ἀπόλαυσις , ἐχρῆν ἀκέραιον τὴν ὕλην εἶναι : πλείων γὰρ
καὶ διὰ τοῦτ ' εὐθὺς εὐδαιμονῶ . χρῆσις γὰρ καὶ ἀπόλαυσις ἀρετῆς τὸ εὔδαιμον , οὐ ψιλὴ μόνον κτῆσις :
5152983 ποσθῃ
. ἀνιεμένη δὲ ῥοδίνῳ ἀγαθὴ πρὸς τὰ ἐν ἀρχῷ καὶ πόσθῃ καὶ τἄλλα ἐν οἷς ἀνιεμένων φαρμάκων χρεία . Λίθος
μέρη δερματώδεις ἐπιφύσεις ἔχουσα , ἀνάλογον τῇ ἐπὶ τῶν ἀρρένων πόσθῃ . τὸ δὲ σχῆμα αὐτῆς , τὸ μὲν ἄλλο
5144120 διαπρεπης
μὴ ἡμῖν προσέχειν , ὦ μῶρε . γυνὴ τὴν ὥραν διαπρεπής , σώφρων τὸν τρόπον . ὃ δὲ ὁρᾷ τὴν
ἥρωας . Οὐ μόνον δὲ τοιούτους ἥρωας ἔθρεψεν , ἀλλὰ διαπρεπής ἐστι καὶ τὰ ἐν ἀνδράσι , τουτέστι καὶ ἄνδρας
5142952 χρησαμενη
τάλας γεγωνότερον εἶπεν ὁ χορός : θωΰξασα : θηριώδει βοῇ χρησαμένη . καὶ ἴσως εἴρηται παρὰ τοὺς θῶας . τινὲς
χρηστῶν καὶ ἀπόλαυσιν ἀγαθῶν τελείων . ὑφηγητῇ τοιούτῳ τῆς εὐσεβείας χρησαμένη καὶ ἡ προμάμμη σου Ἰουλία Σεβαστὴ κατεκόσμησε τὸν νεὼν
5134688 ἀνατροπῃ
. καὶ πρόςθες τὸ κατ ' εἶδος , διαφθορᾷ , ἀνατροπῇ τοῦ γένους , ἀμφιβολίᾳ τῶν παίδων , ὁμονοίας ἐναλλαγῇ
τοῦ μᾶλλον καὶ μείζονος τὸ παράδειγμα θέντες , τῇ τούτου ἀνατροπῇ συγκαταλύσομεν καὶ τὸ ἔλαττον : εἰ γὰρ Ἕκτωρ ἀμείνων
5133851 κουφη
Ἡ μὲν γὰρ γλίσχρα καὶ μελάγγεως ἐρέβινθον , ἡ δὲ κούφη κύαμον φέρει καλλίω , σύμμετρα γὰρ ἑκατέρῳ τὰ τῆς
καὶ ξυνεχέϲτερον ἢ τοῖϲι ἄλλοιϲι . τροφὴ ἀνὰ πᾶϲαν ἡμέρην κούφη , εὔπεπτοϲ , τὰ πολλὰ ϲιτώδηϲ : ἔϲτω δὲ
5127809 παρουσια
ἐπαργέμους ] πλεονάζει ἡ οὐ . δικαίων . . . παρουσία ] ἀντὶ δίκαιοι ἄνθρωποι . βουλιώτερον ] βουλευτικώτερον :
ἕδρας ἀποστατεῖ ; πάρεσμεν , οἵα δή γ ' ἐμοῦ παρουσία . τί χρῆμα κεῖσαι καὶ κατηφὲς ὄμμ ' ἔχεις
5125918 ποιουσα
ἀνδρὸς γυνὴ μηδέποτε παύσαιτο καὶ διὰ τῶν ὑφαινομένων μείζω σοι ποιοῦσα τὸν οἶκον : ἐγὼ δὲ τὸν χιτῶνα τὸν λινοῦν
Ἀλέξανδρον Μακεδονίαν : εἰς μέντοι τἀκριβὲς ἄκρα τίς ἐστιν ἡ ποιοῦσα τὸν κόλπον πρὸς τὸν Ἄθω , πόλιν ἐσχηκυῖα τὴν
5117651 πονηρευεται
καὶ καταφρονεῖ τῆς λύπης . ὁ δὲ λυπηρὸς ἀνὴρ πάντοτε πονηρεύεται : πρῶτον μὲν πονηρεύεται , ὅτι λυπεῖ τὸ πνεῦμα
, κἂν μὴ μετ ' εὐλόγου προσχήματος δυνηθῇ , ἀπαρακαλύπτως πονηρεύεται . αἴλουρος συλλαβὼν ἀλεκτρυόνα τοῦτον ἐβούλετο μετ ' εὐλόγου
5117549 μορφῃ
ὑγρῷ . Ὁ δὲ τοῦ Ἄρεως ὁμοίως ἀνατολικὸς τῇ μὲν μορφῇ ποιεῖ λευκερύθρους καὶ εὐμεγέθεις καὶ εὐέκτας καὶ γλαυκοφθάλμους καὶ
ἔδειξε τὸ πνεῦμα τὸ ἅγιον τὸ λαλῆσαν μετὰ σοῦ ἐν μορφῇ τῆς Ἐκκλησίας : ἐκεῖνο γὰρ τὸ πνεῦμα ὁ υἱὸς
5114365 κοινωνιᾳ
' ἀποφήνασθαι περὶ αὐτῆς ὑπάγει δικαίως αὐτοὺς τῆς μέμψεως τῇ κοινωνίᾳ . ἀλλὰ τοῦ μὲν εἰς τοῦτ ' ἀγαγεῖν ἡμᾶς
κατέλιπον Ἐπαμινώνδου τοῦ ἀτέκνου ἀποθανόντος ; καὶ Ὁμήρου πλείονα τῇ κοινωνίᾳ συνεβάλετο Πρίαμος ὁ πεντήκοντα γεννήσας περικαθάρματα ἢ Δαναὸς ἢ
5111189 ἀφροσυνῃ
τῷ σωφρόνως ; Ἔφη . Οὐκοῦν τὰ μὲν ἀφρόνως πραττόμενα ἀφροσύνῃ πράττεται , τὰ δὲ σωφρόνως σωφροσύνῃ ; Ὡμολόγει .
μόνον ἐναντίον εἶναι , πλείοσιν δὲ μή , τῇ δὲ ἀφροσύνῃ ἑνὶ ὄντι σοφία ἐναντία καὶ σωφροσύνη αὖ φαίνεται :
5106398 συνειδυια
δρόμου πεσὼν παρὰ τὴν ὁδὸν ἐκοιμᾶτο . ἡ δὲ χελώνη συνειδυῖα ἑαυτῇ βραδύτητα οὐ διέλιπε τρέχουσα καὶ οὕτω κοιμώμενον τὸν
τὴν αὑτῶν ἀδυναμίαν προστιθέντες πλεονάζουσιν . ἡ δ ' οἶμαι συνειδυῖα ἑαυτῇ κρείττων οὖσα τοῖς ὅλοις οὐδεπώποτ ' ἐμικρολογήσατο ,
5101613 ζωῃ
καὶ οὐκ ἀπηντήθη τῷ σώματι τῆς σαρκὸς ὑμῶν ἐν τῇ ζωῇ ὑμῶν κατὰ τὴν ὁσιότητα ὑμῶν , ἐπεὶ αἱ ἡμέραι
τριγκούς τε ἠβαιῇ καρῖδι καὶ εἴ ποτε βεμβράδι , κείνῃ ζωῇ ἔπ ' ἀγρώσσοις : τάδε δὴ σκέψαιο δέλετρα ὕκην
5098442 ἰσχυς
κατηγόρῳ : καὶ τὰ παρακολουθοῦντα τούτοις τῇ νεότητι , σώματος ἰσχὺς , κάλλος , ἀφροσύνη : τὸ κοῦφον καὶ εὐχερὲς
ἡ σκιὰ λυπεῖ καθάπερ εἴρηται καὶ τὸ ὄψιον ὡς ἡ ἰσχὺς τῶν ῥιζῶν : ἀφαιρεῖται γὰρ τὴν τροφὴν συντάρρων γινομένων
5093047 ἀπολλυμενης
τοῦτο πλεῖστον καὶ συνεχέστατον συμβαίνειν λέγουσι , φαινομένης τε καὶ ἀπολλυμένης τῆς ἄγρας : ὅταν μὲν γὰρ εὐδοκιμήσεις τε καὶ
ὧν πᾶσα ἀνάγκη ἐραστὴν παιδικοῖς φθονεῖν μὲν οὐσίαν κεκτημένοις , ἀπολλυμένης δὲ χαίρειν . ἔτι τοίνυν ἄγαμον , ἄπαιδα ,
5088481 προσβολη
τὴν πέτραν : ἀλλὰ γὰρ ἔτι ἄπορος ἦν αὐτῇ ἡ προσβολή , ταύτῃ μὲν δὴ τῇ ἡμέρᾳ τοῦτο τὸ τέλος
οἰκεῖον περιφράττουσι . Καὶ ὅτε μὲν ἡ πρώτη τῶν βαρβάρων προσβολή , ὃ νῦν ἔμπετον καλοῦσι , κατενεχθήσεται , δῆλον
5084777 συνεζευγμενη
μονάδι μὲν ὡς ἀρχῇ , δεκάδι δὲ ὡς τέλει , συνεζευγμένη τῇ δυάδι , ὥσπερ γὰρ ἓν πρὸς βʹ ,
κρίνει ὡς ἑκόντα ἀποκτείναντα . ὁ δὲ παραγράφεται . Ἡ συνεζευγμένη στάσις τῇ παραγραφῇ στοχαστικὴ τυγχάνει , καὶ οὐχ ἁπλῶς
5083893 ἁρπαγῃ
' ἁρπαγεῖσαν συναναγκασθῆναι τῷ Βούτῃ συνοικῆσαι . ἐπὶ δὲ τῇ ἁρπαγῇ καὶ τῇ ὕβρει χαλεπῶς φέρουσαν ἐπικαλέσασθαι τὸν Διόνυσον βοηθῆσαι
ἐν οἰκίᾳ ἀλώπηξ φανεῖται οὐ μὰ Δία ἐπὶ λύμῃ οὐδὲ ἁρπαγῇ , ἀλλὰ οἷα τιθασός : καὶ ὑποσαίνουσί τε καὶ
5083722 οὐσα
λαγόνας ἱκανῶς βαθυνομένη ὦτά τε ἔχει βραχέα ὡς ἂν κύλιξ οὖσα . καὶ μήποτε Ἄλεξις ἐν Ἡσιόνῃ θηρικλείῳ ποιεῖ τὸν
πάλιν αὖ ἐφάνη τις μικρὰ προσδοκία ἀγαθῶν ἢ κακῶν ψευδὴς οὖσα καὶ ματαία . τοῦτον οὖν τὸν τρόπον καὶ οἱ
5082166 φροντιδι
, νοεῖσθαι δεῖ οὕτως : ἐπεζήτησέ τε αὐτὸν καὶ ἐν φροντίδι ἔσχεν ὅπως ἂν τὰ μέλλοντα προλέγειν παράσχῃ αὐτῷ :
, τῇ δ ' ἡμετέρᾳ λήψει τῆς τάξεως καὶ τῇ φροντίδι στοιχήσει μέν , δι ' ὅτι οἱ τεταγμένοι κατὰ
5078096 οἰκονομουσα
οἰκειότης , σωφροσύνῃ θνητῇ κεκραμένη , θνητά τε καὶ φειδωλὰ οἰκονομοῦσα , ἀνελευθερίαν ὑπὸ πλήθους ἐπαινουμένην ὡς ἀρετὴν τῇ φίλῃ
ὑπ ' ἄλλης τολμηθεῖσα , παλίνορτος καὶ ὕστερον ὁρμωμένη , οἰκονομοῦσα καὶ κατασκευάζουσα δολίως τὸν τοῦ ἀνδρὸς θάνατον τεκνόποινος ,
5070491 δαπανη
ποιῇ τῷ βασιλεῖ τῷ γράφοντι , μηδὲ χρυσοῦ καὶ ἀργύρου δαπάνη κεκωλύσθω , φάσκων ὑπερηφανίαν εἶναι ταῦτα καὶ λόγων κόμπον
Κῦρος . Ἢν οὖν , ἔφη , ἐπιλίπῃ αὐτὸν ἡ δαπάνη ἢ καὶ ἑκὼν ψεύσηται , πῶς σοι ἕξει τὰ
5064921 ἐγκρατεια
μὴ ἡττᾶσθαι τὸ νικᾶν : διὸ βέλτιον καὶ αἱρετώτερον ἡ ἐγκράτεια τῆς καρτερίας : βέλτιον γὰρ νικᾶν ἢ μὴ ἡττᾶσθαι
φαύλων ἡδονῶν . Οἰκεῖαι δέ εἰσιν αὐτῆς : αὐστηρία : ἐγκράτεια : εὐτέλεια : λιτότης : κοσμιότης : εὐταξία :
5054812 διαφθορα
δὲ καὶ ὁ Ζεὺς δυναμικώτερος ᾖ , ἐλάττων ἔσται ἡ διαφθορά . Εἰ δὲ ὁ Ζεὺς ὑπάρχει χρονοκράτωρ καὶ ὑπάρχουσιν
φιλοκερδής αἰσχροκερδής . καὶ τὰ πράγματα δωροδοκία , δεκασμός , διαφθορά , μισθαρνία μισθοφορία , μισθοδοσία , πρᾶσις , ἀπόδοσις
5050781 δοκουσα
γευστόν τι κατὰ ἀλλότριον ἐλέγετο χυμόν . εὐαπόλυτος δὲ ἡ δοκοῦσα ταραχή . ἀλλότριον γὰρ χρῶμα τὸ φῶς ὡς ἀλλαχόθεν
τοῖς πλείοσιν ? [ ] οὐκ [ ἐατέα εἶναι ] δοκοῦσα | [ ] πλούτου [ ] ? ? τε
5046937 παρασχουσα
ἀφελομένη τοῦ κινδύνου , ἢ τάφρος διαδραμεῖν ἐν τῷ ἀφανεῖ παρασχοῦσα . ἐνθένδε , οἶμαι , ὅπως μὲν ἐπὶ τὰς
νύκτα , τῇ μὲν ἐγρήγορσιν , νυκτὶ δ ' ὕπνον παρασχοῦσα . φροντὶς γὰρ αὐτὴν οἷα μητέρα κηδεμονικωτάτην εἰσῆλθε τοῦ
5040603 πρωτογονου
ὄντα πάντα ἀπειργάσατο γενέσεως μὲν ἀρχὴν καὶ ῥίζαν ἀπὸ τοῦ πρωτογόνου ἑνὸς ποιησαμένη τοῦ παντὸς εἰς ἀπόμαξιν καὶ ἀφομοίωσιν ἰόντος
' οἴνῳ , ἥ τε καὶ ἀστόργοιο κατείρυσεν οὔθατα μόσχου πρωτογόνου , στέργει δὲ περισφαραγεῦσα γάλακτι : τὴν ἤτοι μελίφυλλον
5037128 ἀγουσης
ἐπιτάττῃ περὶ τοῦ τέλους ἢ τοῦ τρόπου τῆς πράξεως τῆς ἀγούσης πρὸς τὸ τέλος καὶ εἴη τις τῇ οἰκείᾳ δόξῃ
, τουτέστι μηδέποτε ἑκὼν ἀφηγήσασθαι τῆς εἰς ἀπαιδευσίαν καὶ ἀφροσύνην ἀγούσης ὁδοῦ : τὰ γὰρ ἀκούσια ἡμίσεα κακῶν καὶ κουφότερα
5035386 κακιᾳ
γέννημα , τοῦ μὲν Κάιν ὡς ἐχθρόνδίψα γὰρ ἀρετῆς αὐτομολούσῃ κακίᾳ πολεμιώτατον , τοῦ δὲ Ἄβελ ὡς φίλον καὶ συγγενές
. ὅροι ἀρετή , κακία , ἄνθρωπος : ἀρετὴ οὐδεμιᾷ κακίᾳ ἐξ ἀνάγκης , ἀρετὴ παντὶ ἀνθρώπῳ ὑπαρχόντως , κακία
5030841 παρουσιᾳ
τὸ συνεχὲς χρῆται τῷ διωρισμένῳ . Ὡς οὖν μέγα μεγέθους παρουσίᾳ , οὕτω καὶ ἓν ἑνὸς καὶ δύο δυάδος καὶ
ἡδέων σώφρων . ἔστι δὴ ὁ μὲν δειλὸς ἐπὶ τῇ παρουσίᾳ τινῶν λυπούμενος , ἀνδρεῖος δὲ ὁ μὴ λυπούμενος ἐπὶ
5030041 ἐρᾳ
, ἀχώριστα , ἐρασμιώτατα , ὧν ἢ αὐτὸς ὁ θεὸς ἐρᾷ ἢ αὐτὰ τοῦ θεοῦ ἐρᾷ . εἰ δύνασαι νοῆσαι
ἀναγινώσκει Ἀλκαῖον , Ὅμηρον , οὗτος φιλεῖ Διονύσιον , οὗτος ἐρᾷ Ἑλένης . ὁ αὐτὸς λόγος καὶ ἐπὶ τοῦ τύπτειν
5025916 μονη
! ! ! ! ! ! ! ! ] καὶ μόνη τῶν [ πολεμίων ! ! ! ! ! !
ἔφη Πυθαγόρας ὁ Σάμιος εἰκόνα πρὸς θεὸν εἶναι ἀνθρώπους , μόνη , ὡς ἔοικεν , ἐστὶν εὐποιία , πρὸς ἣν
5023962 τυφλωσις
τοίων γὰρ ἀνδρῶν σπέρμ ' ἔδωκεν Ἑλλάδος Ἄπολλον Ἀγρεῦ ἀεινεφὴς τύφλωσις ἀεροκέλαδοι πιτυοκάμπται ἄμφω μὲν ἤστην τὴν ὁδὸν ποιουμένω ἀργῆν
πέλει αὕτη , φρονοῦντα πολλὰ μηδενὸς κρατεῖν Ἄπολλον ἀγρεῦ ἀεινεφὴς τύφλωσις ἀεροκέλαδοι πιτυοκάμπται ἄμφω μὲν ἤστην τὴν ὁδὸν ποιουμένω βᾶριν
5011548 ῥᾳθυμιᾳ
οἱ στρατηγοὶ τύχῃ μᾶλλον ἡττήθησαν ἢ τῇ περὶ τὸν πόλεμον ῥᾳθυμίᾳ . Ὑπὸ δὲ τούτους αὐτοὺς τοὺς χρόνους Μάρκελλος τὸ
ὁμολογίας . ἀλλ ' εὐτυχοῦσιν , ὅτι ἐναποχρῶνται τῇ ὑμετέρᾳ ῥᾳθυμίᾳ τῇ οὐδὲ τῶν δικαίων ἀπολαύειν προαιρουμένῃ . ὃ καὶ
4998073 θηριωδης
ὁ ἐσθίων ἀνθράκων καὶ γῆς : ἐξ ἔθους δὲ γίνεται θηριώδης ὁ ταῖς παρὰ φύσιν ἡδοναῖς ἐκ προοιμίων τοῦ βίου
, φαύλως ἠγμένος , ἀπρόθυμος , ἀπαίδευτος , ἄτακτος , θηριώδης , δύσφορος , ἀκάθεκτος , ἀκόλαστος τὴν γνάθον ,
4997972 προτεινουσα
ἡ τοῦ φαύλου συνείδησις , οἴκοθεν ὡς ἐκ πληγῆς δειλίαν προτείνουσα τῇ ψυχῇ . Τοῦ φαύλου ὁ βίος ἐπίλυπος καὶ
μετατρέχει δὲ καὶ τὰ ὀλύμπια τοὺς ἀσεβείας καὶ ἀθεότητος λόγους προτείνουσα , ἐπειδὰν ἢ ὡς οὐκ ἔστι τὸ θεῖον διεξίῃ
4994292 ἐξαψει
τὴν καρδίαν ἐκπυρώσει τὸ ἐν αὐτῇ ἐνεὸν ἔμφυτον θερμὸν καὶ ἐξάψει πυρετόν . Διὰ δὲ κίνησιν διχῶς : ἢ γὰρ
, ἐκπυρώσει τὸ ἐν αὐτῇ ἐνεὸν ἔμφυτον θερμὸν , καὶ ἐξάψει πυρετόν ; Τί ἐστι κίνησις ; ἐξάλλαξις τοῦ προϋπάρχοντος
4989535 κινηθεισα
μὲν ἐκείνου ὑπ ' αὐτοῦ ἐξ ἀρχῆς εἰς τὸ ἐρᾶν κινηθεῖσα . Καὶ ἡ πρόχειρον ἔχουσα τὸν ἔρωτα ὑπόμνησιν οὐ
τούτοις τε ὅτι ἀφ ' ἑαυτῆς καὶ περὶ ἑαυτὴν ὡσανεὶ κινηθεῖσα εἰς ἑαυτὴν ἀποκαθίσταται , καθὰ καὶ ὁ κύκλος ἀπό
4985611 φθορα
τῷ τῆς ζωῆς πληρώματι νεκρὰ εἶναι ; ἡ γὰρ νεκρότης φθορά ἐστιν , ἡ δὲ φθορὰ ἀπώλεια . πῶς οὖν
ἐν σκορπίῳ οὔσης αὐτῆς , ἱερέων θόρυβοι , καὶ μελιττῶν φθορά , καὶ λοιμικὴ κατάστασις . ἐν τοξότῃ οὔσης αὐτῆς
4985193 ἀπαλλαγεισα
ἡμέρᾳ κίνδυνος ἐπακολουθήσει θανατώδης , ἐν δὲ τῇ βʹ ἀκινδύνως ἀπαλλαγεῖσα σωθήσεται . Σελήνης Ταύρῳ : ὁ κατακλιθεὶς πάρεσιν ὑπομείνας
: ἣ δὲ εὐθὺς εἰς τὰ ὄρη καὶ τοὺς δρυμοὺς ἀπαλλαγεῖσα οὐκέτ ' ἔκτοτε ὤφθη τὸ παράπαν ἐπιοῦσα οὐδὲ ἀλόγῳ
4980764 μελαινομενη
ὡς τέφρα γιγνομένη , καὶ αὖθις μηλινοειδής , καὶ ἄλλοτε μελαινομένη , καὶ ἄλλοτε εἰς † ὄψιν † ἄγει τοὺς
ἐϲτὶν ἡ θειόχρουϲ λεῖα ὁμαλὴ καθαρὰ καὶ ἐν τῇ θίξει μελαινομένη ταχέωϲ . Πομφόλυξ ἀρίϲτη ἐϲτὶν ἡ Κυπρία , ἐν
4979828 χαρα
καὶ ἐν ψυχικῇ μὲν δυνάμει γίνεται , ὅταν λύπη , χαρά , φόβος , δειλία , ἔκλυσις , ὀργὴ γένηται
τῷ δὲ κατ ' εὐμοιρίαν φύσεως ἐπ ' ἀρετὴν φθάσαντι χαρά : χαρτὸν γὰρ ἡ εὐφυΐα καὶ τὰ φύσεως δῶρα
4973187 προσδοκιᾳ
οἷον σπόγγου κατατετρημένας , ἵν ' ἐν τῇ τῶν δεινῶν προσδοκίᾳ πολλάκις ἁλλομένη τὸν παλμὸν εἰς ὑπεῖκον καὶ μαλακὸν ποιῆται
μέν ἐστι φόβος μελλούσης ἐνεργείας , αἰδὼς δὲ φόβος ἐπὶ προσδοκίᾳ ψόγου . αἰσχύνη δὲ φόβος ἐπ ' αἰσχρῷ πεπραγμένῳ
4972323 ἐρρωμενη
φησιν Ὅμηρος ἐνεῖναι τῷ Μενελάῳ τὸ θάρσος : οὕτως ἦν ἐρρωμένη καὶ ἄφοβος τὴν ψυχήν . δηχθέντος δὲ τοῦ μειρακίου
σοι πάνυ σφοδρὸς μήτε ἡ δύναμις ἀσθενὴς , ἀλλ ' ἐρρωμένη , μᾶλλον κέχρησο τοῖς ἰσχυροῖς ἀλείμμασιν εἰς τὸ θερμᾶναι
4970796 λυπῃ
διδῷς τἀργύριον , ὥστε τοῦ Διὸς τὴν δύναμιν , ἢν λυπῇ τι , καταλύσεις μόνος . Τί λέγεις ; δι
, περιέστειλεν οἰκείως : ὅρα εἰς ταῦθ ' , ὅταν λυπῇ τι τῶν καθ ' ἡμέραν . οὕτω γὰρ οἴσεις
4970302 διανοησεως
, νοῦς ὀνομάζεται . ἀπὸ μέντοι τοῦ νοῦ καὶ τῆς διανοήσεως συνίσταται ἥ τε ἔννοια καὶ ἐπιστήμη καὶ τέχνη .
τὸν λόγον ἱκανὰ τὰ εἰρημένα , τὸν δὲ ἐκ τῆς διανοήσεως θεάσασθαι , εἰ ἄρα ἔχει τινὰ διανόησιν . ἀεί
4969209 φυγουσα
ἡ Μήδεια προέδωκε τοὺς ἰδίους καὶ . . . ἐφημάρτησε φυγοῦσα , οἷα πολλάκις ποιοῦμεν δι ' ἄνοιαν . ἀκειομένη
ταῦτα τῶν Μήδων τὰ στενὰ εὑρήσεις , ὅπου ἡ Μήδεια φυγοῦσα τὸν Θησέα ἔμεινεν . Ὧντινων τῶν Μηδικῶν ὀρῶν πρὸς
4969093 κρατουμενη
τὰ μὲν φυλάγματά εἰσιν , ὡς θώραξ περικείμενος καὶ ἀσπὶς κρατουμένη , τὰ δὲ καὶ ἀμυντήρια , ὡς ξίφος περικείμενον
παρὰ σοῦ : ὄρνις γὰρ ὥς τις : ὥσπερ ὄρνις κρατουμένη ὑπό τινος ἀφανὴς γίνεται , οὕτω καὶ σύ :
4966867 ἐξελθῃ
: πλῦναι γὰρ χρὴ καὶ πλῦναι μέχρις ἂν τὸ πηλῶδες ἐξέλθῃ , κατὰ τὴν θείαν Μαρίαν . Πᾶσα γὰρ γῆ
λέγει πρὸς τὰς λοιπὰς τὰς ἔσω , ἵνα τὸ ἡμιχόριον ἐξέλθῃ : μὴ νῦν μοι τὰν ἐκβακχεύουσαν : ἐπειδὴ μέλλουσιν
4960543 γινομενη
τοῖς ἰσαναφόροις : ἐν δὲ Ταύρῳ καὶ Παρθένῳ ἡ παράδοσις γινομένη ἀπὸ τούτων ἀβέβαια καὶ τὰ ἀποτελέσματα δηλοῖ καὶ ὑπερθετικὰ
τι . ” καλεῖται δὲ ὄνομα καὶ πᾶσα φωνὴ ὑποκείμενον γινομένη ἐν προτάσει , καθ ' ὃν λόγον καί τινα
4960262 συνοδῳ
διαμονῆς ἐπιμελοῦς τε ὑγείας καὶ τὰ ζῶα καὶ τὰ φυτὰ συνόδῳ τε καὶ ἐπιγονῇ καὶ καλλονῆς καὶ ἀρετῆς καὶ τῶν
ἐκδημοῦσιν . μὴ ἔστω καὶ ἡ Σελήνη λείψηφος μηδὲ ἐν συνόδῳ μετὰ Κρόνου ἢ ἐν πανσελήνῳ μετὰ Ἄρεως . Τὰς
4954056 ὀχλησεως
τεῦξιν αὐτῶν ἀπαλλαγὴ γίνεται τῶν ταραχῶν καὶ ἀνάπαυλα τῆς πρότερον ὀχλήσεως : ὁ γὰρ τυχὼν τοῦ πλούτου οὐκέτι συντόνως ἐπιζητεῖ
περιλαμβάνειν ἐν κύκλῳ τὸν ὀμφαλόν , οὕτω ταχέως ἀπήλλαξε τῆς ὀχλήσεως τὸν ἄνθρωπον , ὥστε θαυμάζεσθαι τὸ τάχος καὶ μαγείᾳ
4951360 παρασκευαζουσα
πρὸς ὀλίγον γιγνομένη καὶ μᾶλλον ἐλεεῖσθαι τοὺς παθόντας ἢ καταγελᾶσθαι παρασκευάζουσα : παρ ' οἷς δ ' ἂν ᾖ πάντων
μετουσία τῆς τοῦ ὄντος ἐνεργείας . ταῦτα δ ' ἡμῖν παρασκευάζουσα ἡ μαθηματικὴ ἐπιστήμη τὰ πάντα ἀγαθὰ παρέχει , ὥστε
4947618 δηξει
μὲν ἐπιτεταμένη γίνεται ἡ ὀδύνη , τῇ ἀνίᾳ καὶ τῇ δήξει τῇ ἀπὸ τοῦ πύου , ἰχώρων τινῶν δριμέων καὶ
οἱ οἴνῳ χρώμενοι τὰ ἀπὸ καρδίας λαλοῦσιν . Ἐν ψύλλας δήξει θεὸν ἐπικαλεῖται : ὅτι οὐ δεῖ ἐπ ' ἐλαχίστων
4944391 εὐσταθειᾳ
, ταράττειν καὶ συγχέειν πράγματα μεμελετηκώς , ἐχθρὸς εἰρήνῃ καὶ εὐσταθείᾳ , στάσεις καὶ θορύβους κατασκευάσαι μὲν οὐκ ὄντας ,
, οὐ πόλεμος , ἀλλ ' εἰρήνη : διανοίας γὰρ εὐσταθείᾳ καὶ ἠρεμίᾳ , ἣν εὐσέβεια γεννᾶν πέφυκεν , ἀνατρέπεται
4944098 διαθεσει
διόπερ εἰ ὅτι ὁ μεμηνὼς ἢ ὁ κοιμώμενος ἐν ποιᾷ διαθέσει θεωρεῖται , οὐκ ἔστι βέβαιος τῶν φαινομένων αὐτῷ κριτής
δεῖται τῆς ἐπιβλέψεως : οὔσης γὰρ τῆς ἐν ἕξει καὶ διαθέσει διαφορᾶς κατὰ τὸ μόνιμον καὶ δυσκίνητον , πότερον τοῦτο
4943402 ψαυσει
ἔλαττον μήτε ἀκούειν μήτε ὀδμᾶσθαι μήτε γεύεσθαι μήτε ἐν τῇ ψαύσει αἰσθάνεσθαι , ἀλλ ' ἐπὶ λεπτότερον . . .
λόγον : χώρει : τίς ὑμῶν ἅψεται ; κλαίων ἄρα ψαύσει . θεῶν γὰρ οὕνεχ ' ἱππικοῦ τ ' ὄχλου
4942276 πραεια
ἡ διὰ τῶν χειρῶν τρῖψις συμβάλλεται ἥσυχος καὶ θερμὴ καὶ πραεῖα , προσέτι καὶ ἡ ἐπίδεσις τῶν ἄκρων . καὶ
Ὑδροχόῳ : ὁ γήμας ὠφεληθήσεται : ἔσται γὰρ ἡ γυνὴ πραεῖα καὶ φρονίμη . Σελήνης Κριῷ : ὁ γήμας βλαβήσεται
4935841 εὐγνωμοσυνη
εὐρωστία , δικαιοσύνη , δικαιοπραγία , εὐσέβεια , ὁσιότης , εὐγνωμοσύνη , ἐπιείκεια , μεγαλοψυχία , μεγαλογνωμοσύνη , φιλανθρωπία ,
μὴ μεταπέσῃ τὸ ἦθος τοῦ δια - φερομένου καὶ προσγένηται εὐγνωμοσύνη . πολεμεῖν δὲ μὴ λόγῳ , ἀλλὰ τοῖς ἔργοις
4932970 καταπινεσθαι
γίνεται καὶ ῥοφήματι καὶ πολτῷ καὶ φακῷ καὶ παντὶ τῷ καταπίνεσθαι δυναμένῳ . οὐ δύο δὲ δραχμὰς αὐτοῦ δώσεις ,
τὰς λίμνας συμβαίνει μέχρι τῶν οἰκουμένων τόπων ὥστε καὶ πόλεις καταπίνεσθαι καὶ χώρας , ἀνοιχθέντων δὲ τῶν αὐτῶν ἢ ἄλλων
4932819 προσφερομενης
οἱ περὶ τὰ σώματα ἰατροὶ νενομίκασι μὴ πρότερον ἂν τῆς προσφερομένης τροφῆς ἀπολαύειν δύνασθαι σῶμα , πρὶν ἂν τὰ ἐμποδίζοντα
τελείωσιν [ ] τοῦ [ ἀγαθοῦ τὴν κυριωτάτην ] αἰτίαν προσφερομένης [ ] αὐτῆς ἢ γενόμενος ? [ ! !

Back