Ἄνθρωπον αὐτῷ ἴσον , οὗ ἠράσθη ὡς ἰδίου τόκου : περικαλλὴς γάρ , τὴν τοῦ πατρὸς εἰκόνα ἔχων : ὄντως | ||
εἶδον ὥστε καὶ σοὶ ἂν εἰπεῖν ἔχοιμι . θάλαμός ἐστι περικαλλὴς καὶ κλίνη νυμφική , καὶ ἡ Ῥωξάνη κάθηται πάγκαλόν |
ἦ ] ἆρα . ἐπίανεν ] ἴανεν , εὔφρανεν . ἄπτερος φάτις ] ἡ ἄνευ πτερῶν ταχεῖα φήμη . νέας | ||
ὅμοιον καὶ τὸ ἴσον , οἷον ἀτάλαντος , ἄλοχος , ἄπτερος : ἄπτερος δέ ἐστιν ὁ ἰσόπτερος καὶ ταχύς . |
Ἐρχθέντας : κλεισθέντας , ζωγρηθέντας , κρατηθέντας , κυκλωθέντας . θήρειον : θηρευτικὸν , τὴν τοῦ θηρὸς , οἰκίαν . | ||
, οὕς φησιν ὁ Πλάτων δαίμονας . Ὅταν δὲ συνέπηταιτὴν θήρειον φύσιν ἑλομένηψυχὴ ἡ συνηρτημένη τῇ ὅτε ἄνθρωπος ἦν , |
οὐ μὲν ἔτι ζώοντα καταυτόθι τέτμον ἄνακτα Ὕλλον , ὃν εὐειδὴς Μελίτη τέκεν Ἡρακλῆι δήμῳ Φαιήκων : ὁ γὰρ οἰκία | ||
προσώπῳ . Καθῆστο δὲ ἐπ ' ἄκρας τῆς κορυφῆς παρθένος εὐειδὴς μὲν οὔ , ὡραία δέ , ἀληθινοῦ καὶ ἀρχαίου |
” ὁτὲ δὲ ἐπιγονή , “ πεντήκοντα δ ' ἕκασται γόνος δ ' οὐ γίνετ ' αὐτῶν . ” ἐπὶ | ||
τε γυναῖκά τε θήσατο μαζόν : αὐτὰρ Ἀχιλλεύς ἐστι θεᾶς γόνος , ἣν ἐγὼ αὐτὴ θρέψά τε καὶ ἀτίτηλα καὶ |
, ἐν αὐτοῖς . Ὑπερφυέεσσι : μεγάλοις . Βαρύγυια : νωθρά . εὔπρηκτα : εὐκίνητα , εὐκόλως κινούμενα . Ἀπόπροθεν | ||
κοινωνίᾳ ψυχρὰ ἐγένετο , τῇ δὲ τῆς γῆς βαρέα καὶ νωθρά , τῇ δὲ τοῦ πνεύματος εὐκίνητα , εἰ ἐν |
ἐπιπλοκῆς συμφώνου παροξύνεται , καὶ μακρὸν ἔχει τὸ Α : ὕδρα πέτρα ῥήτρα φαρέτρα γάστρα μήτρα . σεσημείωται τὸ Τάναγρα | ||
, ἢ τρίκρανος Σκύλλα , ποντία κύων , Σφίγξ , ὕδρα , λέαιν ' , ἔχιδνα , πτηνά θ ' |
τε γὰρ αὐτόθεν ἰδόντι δήλη τὴν ὁμόγνιον ποιηταί φασι πανοπλίαν ἀμπεχομένη καὶ γλαυκὸν ὑπὸ τῆς κόρυθος ὁρῶσα ξὺν ἀρρενωπῷ τε | ||
καὶ ὤφθη Καλλιρόη μὲν ἐπὶ χρυσηλάτου κλίνης ἀνακειμένη , Τυρίαν ἀμπεχομένη πορφύραν , Χαιρέας δὲ αὐτῇ παρακαθήμενος , σχῆμα ἔχων |
. . ὡς ὄφελεν καὶ Φρίξον , ὅτ ' ὤλετο παρθένος Ἕλλη , κῦμα μέλαν κριῶι ἅμ ' ἐπικλύσαι : | ||
εὔδαιμον γένος κυοφορεῖν , Ἰσαάκ . ἡ δ ' ἀεὶ παρθένος ὑπὸ ἀνδρός , ᾗ φησι , συνόλως οὐ γινώσκεται |
, ἑτοιμάζεται . εὐνῇ : κοίτῃ : οὐ γὰρ ταύταις ἐπέραστός ἐστιν ἡ τέρψις τοῦ γάμου , οἷα καὶ τοῖς | ||
, ἑτοιμάζεται . εὐνῇ : κοίτῃ : οὐ γὰρ ταύταις ἐπέραστός ἐστιν ἡ τέρψις τοῦ γάμου , οἷα καὶ τοῖς |
αὐτὸν ἔφασαν ἁρμοσάμενον Λάρισαν τὴν Πιάσου , ᾗ ὁ πατὴρ ἐμίγη πρὸ γάμου , μαχόμενον ἀποθανεῖν , τινὲς δὲ προσφάτως | ||
ἀνετέθη τῷ κροκωτῷ σπαργάνῳ , ἐταράχθη , ἀλλ ' ὅτε ἐμίγη τῇ ἀλκμήνῃ ὁ ζεύς , ὥς φασι : διὸ |
ἄμφω γὰρ ἑνὸς ὀνόματα κύρια : τὸ δὲ ἄγνος καὶ ἁγνὸς καὶ ἀργὸς καὶ Ἄργος ἕτερα . ποικίλη δὲ καὶ | ||
δέρμα ἰχνεύμονος ἢ φώκης ἢ ἐλάφου ἢ γυπὸς καὶ φόρει ἁγνὸς ὤν . εἰ δὲ καὶ χρυσώσῃς ἔξωθεν , κάλλιον |
ὁ τοῦ Ἀφαρέως παῖς ἔτρωσεν . ἀπὸ Ταϋγέτου πεδαυγάζων ἴδε Λυγκεὺς δρυὸς ἐν στελέχει ἥμενος : ὁ μὲν Ἀρίσταρχος ἀξιοῖ | ||
, Δρύας Ἄρεος , ἐκ Καλυδῶνος οὗτοι , Ἴδας καὶ Λυγκεὺς Ἀφαρέως ἐκ Μεσσήνης , Κάστωρ καὶ Πολυδεύκης Διὸς καὶ |
ὅτι οὐδὲν ἔχω , οὐδενὸς δέομαι : ἴδετε , πῶς ἄοικος ὢν καὶ ἄπολις καὶ φυγάς , ἂν οὕτως τύχῃ | ||
εἰς ος δισύλλαβα προπερισπώμενα ἐν τῇ συνθέσει προπαροξύνονται , οἶκος ἄοικος , κοῦρος ἐπίκουρος : οὕτως καὶ πῶλος αἰολόπωλος , |
Γῆς , καὶ Κητοῦς τῆς αὐτοῦ ἀδελφῆς : αὐτῇ γὰρ συμμιγεὶς ταύτας ἀπέτεκε . καὶ αἱ μὲν Φορκίδες ἦσαν τρεῖς | ||
καὶ διαλύσει . λέγει δὲ ὃν ἔμελλε γεννῆσαι ὁ Ζεὺς συμμιγεὶς τῇ Θέτιδι . . . : γάμον γαμεῖν ] |
ὁ ἐσθίων ἀνθράκων καὶ γῆς : ἐξ ἔθους δὲ γίνεται θηριώδης ὁ ταῖς παρὰ φύσιν ἡδοναῖς ἐκ προοιμίων τοῦ βίου | ||
, φαύλως ἠγμένος , ἀπρόθυμος , ἀπαίδευτος , ἄτακτος , θηριώδης , δύσφορος , ἀκάθεκτος , ἀκόλαστος τὴν γνάθον , |
ζῷον ὑπερφυές , Διονύσου ἄγαλμα , ᾧ Ἰνδοὶ ἔθυον : δράκων ἦν μῆκος πεντάπλεθρον , ἐτρέφετο δὲ ἐν χωρίῳ κοίλῳ | ||
Αὐλίδι , πόλει τῆς Βοιωτίας . ἔνθα καὶ θυόντων αὐτῶν δράκων ἐπὶ τὸ πλησίον ἀνελθὼν δένδρον στρουθοῦ νεοσσοὺς ὀκτὼ διέφθειρεν |
καὶ ὅταν ἤρχετο ὁ λέων , ἢ λύκος , ἢ πάρδαλις , ἢ ἄρκος , ἢ πᾶν θηρίον ἐπὶ τὴν | ||
ὑπὸ τοῖς ἵπποις καὶ θηρία ἄνω θέοντα , τῇ μὲν πάρδαλις , κατὰ δὲ τὸν Πολυδεύκην λέαινα . ἀνωτάτω δὲ |
ἐντυχὼν περὶ τὸν αἰγιαλὸν θυούσῃ νεωστὶ ταῖς βάκχαις καὶ τῇ Ἰνοῖ ἁρπάξας αὐτὴν εἰς τὴν Αἴγυπτον παρεγένετο κἀκεῖ αὐτῇ συνεγένετο | ||
' ἐπειδὰν τὸν λύχνον κατακοιμίσῃ . Εὐριπίδης δ ' ἐν Ἰνοῖ κοίλοις ἐν ἄντροις ἄλυχνος , ὥστε θήρ , μόνος |
τυραννικὸν ποιητικῷ , ποτέρῳ ἂν αὐτοῖν φανείη ἐνθεώτερος , καὶ οὐράνιος , καὶ ἄξιος Ἀφροδίτης ἐπονομάζεσθαι , καὶ ἔργον εἶναι | ||
γαῖαν , οἶκε θεῶν μακάρων , ῥόμβου δίναισιν ὁδεύων , οὐράνιος χθόνιός τε φύλαξ πάντων περιβληθείς , ἐν στέρνοισιν ἔχων |
. . τοξεύειν . ” ὃς μέν κε βάλῃ τρήρωνα πέλειαν „ : ἡ διπλῆ ὅτι ἀπὸ τοῦ διηγηματικοῦ ἐπὶ | ||
κλειτὴν ἑκατόμβην . ὕψι δ ' ὑπὸ νεφέων εἶδε τρήρωνα πέλειαν : τῇ ῥ ' ὅ γε δινεύουσαν ὑπὸ πτέρυγος |
Νεῖκος ᾧ διακρίνεται . φησὶ δ ' οὕτω : Ζεὺς ἀργὴς Ἥρη τε φερέσβιος ἠδ ' Ἀϊδωνεὺς Νῆστίς θ ' | ||
; . τέσσαρα γὰρ πάντων ῥιζώματα πρῶτον ἄκουε : Ζεὺς ἀργὴς Ἥρη τε φερέσβιος ἠδ ' Ἀιδωνεύς Νῆστίς θ ' |
τῆς φωνῆς διὰ τοῦ στόματος τοῦ ταύρου , δόξῃ ὁ ταῦρος καιόμενος μυκηθμὸν ἀποτελεῖν . τούτου δὲ τὸ ἀπάνθρωπον θεασάμενος | ||
ἀπεδόμην . ” , . . Φάσμα ὁ δὲ ἕτερος ταῦρος ἐμυκήσατο , κακὸν φώνημα Γάρμῳ : καὶ ἔδοξε τράγος |
δὲ εἰς μέλαιναν , ποτὲ δὲ ἰάζουσαν . καὶ οὕτως ἐπλανᾶτο μετ ' αὐτῆς . ἦλθεν οὖν ὁ Ζεὺς ἐν | ||
, διότι βαδίζοι Πύθια θεασόμενος , ἢ καθάπερ οἱ μεμηνότες ἐπλανᾶτο κατὰ τὴν ὁδόν ; Ἡνίκα δ ' ἤρξατο κατηγορεῖν |
ἑκηβολίαις ἀπολεῖ τοὺς δυσμενεῖς . ἀναπαύσεται κατακλινεὶς ὡς λέων ἢ σκύμνος λέοντος , μάλα καταφρονητικῶς δεδιὼς οὐδένα , φόβον τοῖς | ||
θυμῷ , ἀλλ ' αὐτοῦ μίμναζε παρέστιος ἐξέτι τυτθοῦ , σκύμνος ἀεξηθείς , ὀλίγον βρέφος , ἤθεσι παιδὸς σύντροφος : |
τὰν Φερρέφατταν ὡς δάμαλις , ὡς παρθένος , ὡς πῶλος ἀδμής . ἣ δ ' ἄρ ' ἦν μυωνία . | ||
Φερρέφατταν , ὡς δάμαλις , ὡς παρθένος , ὡς πῶλος ἀδμής : ἡ δ ' ἄρ ' ἦν μυωνιὰ ὅλη |
πρὸς τὸν πατέρα Πανδάρεων καὶ ἐδήλωσεν οἵᾳ ἐχρήσατο συμφορᾷ : Πολύτεχνος δὲ μαθὼν ὅτι τοῦ παιδὸς ἐδαίσατο τὰ κρέα , | ||
εἰσενέγκηται . ἐγένετο δὲ τῷ Πανδάρεῳ θυγάτηρ Ἀηδών : ταύτην Πολύτεχνος ὁ τέκτων ἔγημεν , ὃς ᾤκει ἐν Κολοφῶνι τῆς |
ὑπερδισύλλαβα μὴ παραληγόμενα τῇ ΟΙ διφθόγγῳ βαρύνεται : Ἀλύβη καλύβη Νιόβη ἀστράβη Ἑκάβη . τὸ δὲ ἀμοιβή ὀξύνεται , ὡς | ||
ἓξ μὲν ἄρρενας , ἓξ δὲ θηλείας . ἡ οὖν Νιόβη ὑπερβολικῶς τὰ ἑαυτῆς τέκνα φιλοῦσα ἐπῄνει αὐτὰ πρὸς τὴν |
. τῖφος : ὁ κάθυγρος τόπος , ἔνθα διέτριβεν ὁ κάπρος . περὶ δὲ τοῦ κάπρου καὶ Ἡρόδωρός φησιν , | ||
αὐτοῦ καὶ Εὐξίππης , ἢ ὅτι Λητὼ ἐκεῖ βουλομένην τεκεῖν κάπρος ἐπιφανεὶς ἐπτόησε . τὸ ἐθνικὸν Ἀκραιφιαῖος καὶ Ἀκραίφιος καὶ |
κατὰ διάστασιν ψιλοῦται : ἀάπτους ἀήσυλα ἀΐσσω ἰάπτω ἰατρός ἠΐθεος Ἠετίων ἠέλιος ὀΐω ὀϊστός . σεσημείωται τὸ ἵημι , καὶ | ||
εἴς , εἰς Λῆμνον . . . . . Ἴμβριος Ἠετίων : πρὸς τὴν ὁμωνυμίαν . . ἤτοι ὁ μὲν |
προσηκόντων χάριτος τυχεῖν . οὐκοῦν καὶ ἐτάφη μεγαλοπρεπῶς καὶ ὁ γείτων τῷ φόνῳ ποταμὸς ἐκλήθη Πίνδος ἐκ τοῦ νεκροῦ καὶ | ||
ποταμὸς κατέρχεται . Κρᾶθις : τὸ ἑξῆς : Κρᾶθις δὲ γείτων χῶρος συνοίκους αὐτοὺς δέξεται Κόλχων Πόλαις ἠδὲ Μυλάκων ὅροις |
, Μήνη , αὐξομένη καὶ λειπομένη , θῆλύς τε καὶ ἄρσην , αὐγάστειρα , φίλιππε , χρόνου μῆτερ , φερέκαρπε | ||
: μήτέ τις οὖν θήλεια θεὸς τόδε , μήτέ τις ἄρσην πειράτω διακέρσαι ἐμὸν ἔπος : ἀλλ ' ἅμα πάντες |
ἀλαζονείας τῆς ὑπεραύχου διανοῆται κατέρχεσθαι . λέγει γάρ : ” καταβᾶσα δὲ ἐπὶ τὴν πηγὴν ἔπλησε τὴν ὑδρίαν , καὶ | ||
Οὔλυμπον δὲ μετ ' ἀθανάτοισι βεβήκει . . ? οὐρανόθεν καταβᾶσα : προῆκε γὰρ εὐρύοπα Ζεύς : Ζηνόδοτος ἀθετεῖ . |
μοι δραχμῆς . οὐ φιλοτάριχος οὐδαμῶς εἰμ ' , ὦ κόρη . οἷα δ ' ἡ χώρα φέρει διαφέροντα πάσης | ||
Ἄρτεμιν . ἐλάμβανε δὲ τὴν ἱερωσύνην τῆς θεοῦ τότε ἔτι κόρη παρθένος . Ἀριστοκράτης δέ , ὥς οἱ πειρῶντι τὴν |
βάτραχοι μηδὲν περαιτέρω δρᾶν δυνάμενοι μεγάλα ἐκεκράγεσαν . καὶ ὁ ἔχις νικήσας ᾐτιᾶτο αὐτούς , εἴγε συμμαχήσειν αὐτῷ ὑποσχόμενοι παρὰ | ||
, Μουνίτου τοκάς : ὃν δή ποτ ' ἀγρώσσοντα Κρηστώνης ἔχις κτενεῖ , πατάξας πτέρναν ἀγρίῳ βέλει , ὅταν τεκόντος |
τῶν κατηγοριῶν κοινὸς ὁ λόγος ὑπάρχει . ὥσπερ γὰρ ἡ χαλκῆ σφαῖρα γίνεται , ἀλλ ' οὐ τὸ εἶδος τῆς | ||
τὸ ἐπίγραμμά τινες τὸ ἐπὶ Μίδᾳ τοῦτόν φασι ποιῆσαι : χαλκῆ παρθένος εἰμί , Μίδα δ ' ἐπὶ σήματι κεῖμαι |
ἀλέτων ὄνος , ποτάμιος ἵππος , τοῖχος , ὁ Σελεύκου τίγρις . ἔχων δὲ καὶ ἄλλα μαρτύρια ἀνατίθεμαι τὰ νῦν | ||
, καὶ θραγμὸν κυάμων ἐρεικομένων τὰ θαλάττια κήτη , καὶ τίγρις ψόφον τυμπάνου . καὶ ἄλλα δὲ πλείω τούτων ἔνεστι |
εἰσπράξεται ὁ διδάσκαλος τῆς ἀφωνίας , διαβριμώμενός τε καὶ τὴν αἰγίδα πυκνὰ ἐπισείων , μεταστρέφων τοὺς στατῆρας ἔνθεν καὶ ἔνθεν | ||
, ἔγχος ἔχους ' ἐν χειρὶ † χρυσέην τε τρυφάλειαν αἰγίδα τ ' ἀμφ ' ὤμοις : ἐπὶ δ ' |
σύνεστιν , οὑτωσὶ πεποίηκεν ” Ὄπισθεν δὲ κεῖμαι θρασειᾶν ἀλωπέκων ξανθὸς λέων . ” οὐ γὰρ δή που καὶ Πίνδαρον | ||
Ἀχαιῶν . ἀλλ ' ὅτε δή ῥ ' ἵκανον ὅθι ξανθὸς Μενέλαος βλήμενος ἦν , περὶ δ ' αὐτὸν ἀγηγέραθ |
, οὕτω καὶ καθά . ἀλλὰ μὴν καὶ ὥστε λέων ἐχάρη φαμέν : τῇδε ἔχει καὶ τὸ ἅτε παρθένος . | ||
ὑπερηνορεόντων . ” ὣς ἔφαθ ' , ἡ δ ' ἐχάρη καὶ ἀπὸ λέκτροιο θοροῦσα γρηῒ περιπλέχθη , βλεφάρων δ |
εἰρημένων παίδων αὐτῆς ἀποτέξεως : † ἄλλως εἰς τὸ ἔνθα πρωτόγονός τε φοῖνιξ : ὁ Ζεὺς κρυφίως τῆς ἰδίας γυναικὸς | ||
κώπαι πεμπομέναν τάλαιναν , οἰκτρὰν βιοτὰν ἔχουσαν οἴκοις , ἔνθα πρωτόγονός τε φοῖνιξ δάφνα θ ' ἱεροὺς ἀνέσχε πτόρθους Λατοῖ |
Περσεῖ : ζητῶν δὲ τὴν λαβὴν τοῦ ξίφους περιέτυχε τῇ πηγῇ τεκμήρατο ] κατεσκεύασε τεκμήρατο ] ἐτελείωσεν , ἐσημείωσεν ἐνθρύψειας | ||
ἑσπέρας ἔλαμπεν . ὁ δὲ νοῦς παρὰ δὲ τῇ Κασταλίᾳ πηγῇ τῇ τῶν χορευτῶν χάριτι ἐπὶ τῇ νίκῃ μέχρις ἑσπέρας |
ἔλεγον : καὶ τῇ ὑστεραίῃ τὰ αὐτά . Τρίτῃ δὲ ἔτεκε θυγατέρα , καὶ τἄλλα πάντα κατὰ λόγον ἦλθεν . | ||
' ἐν θρήνοισιν ἀναβοάσω γέροντι πατέρι Ταντάλωι , ὃς ἔτεκεν ἔτεκε γενέτορας ἐμέθεν , δόμων ἃς κατεῖδον ἄτας : ποτανὸν |
: ἐκαλεῖτο δὲ τὸ πρότερον Σόλλαξ , ὅπερ μεθερμηνευόμενόν ἐστι κατωφερής : ὠνομάσθη δὲ Τίγρις δι ' αἰτίαν τοιαύτην . | ||
: ἐκαλεῖτο δὲ τὸ πρότερον Σόλλαξ , ὅπερ μεθερμηνευόμενόν ἐστι κατωφερής : ὠνομάσθη δὲ Τίγρις δι ' αἰτίαν τοιαύτην . |
παιδοποιεῖν : τὸ δὲ παρὰ πολλῶν θρυλλούμενον , ὡς ἄρα λέαινα σκύμνου γίνεται μήτηρ ἑνὸς , μάταιος λόγος καὶ ψευδής | ||
ἢ τῶι ἦρι γεννωμένη . καὶ παρ ' Αἰσχύλωι ἡ λέαινα [ ] ἠριγένεια , ἢ ἡ ἐν τῶι ἀέρι |
ᾠῶν πουλυπόδια ἐξέρπει ὥσπερ τὰ φαλάγγια πολλά . ὁ δὲ θῆλυς πουλύπους ὁτὲ μὲν ἐπὶ τοῖς ᾠοῖς , ὁτὲ δ | ||
τοῦ ω φθόγγος , στρογγύλος τε ὢν καὶ συνεστραμμένος , θῆλυς δὲ ὁ τοῦ η : διαχεῖται γάρ πως ἐν |
] ἡ ⌈ κατ ' οἶκον διάκονος , ⌈ ἡ θεράπαινα . οἱ δὲ ὄνομα . ἡ σηκὶς : σηκίδα | ||
οἷς ἐλελοίπει τὸ γνῶμα . ἄβρα : οὔτε ἁπλῶς ἡ θεράπαινα ἄβρα λέγεται οὔτε ἡ εὔμορφος , ἀλλ ' ἡ |
θεοὶ ῥεῖα ζώοντες , ἕως μιν ἐν Ὀρτυγίῃ χρυσόθρονος Ἄρτεμις ἁγνὴ οἷς ' ἀγανοῖσι βέλεσσιν ἐποιχομένη κατέπεφνεν . ὣς δ | ||
πρὸ τοῦ ἱεροῦ ὦ μεγίστη θεῶν , μέχρι μὲν νῦν ἁγνὴ μένω νομιζομένη σή , καὶ γάμον ἄχραντον Ἁβροκόμῃ τηρῶ |
ἀγαθογνώμων , εὔσαρκος , εὐτραφής . ἐὰν δὲ ὁ Κρόνος δυσειδὴς ἔσται ὁ κλέπτης , μέλας , μυωπάζων τοὺς ὀφθαλμούς | ||
, εὐτραφής , δασυγένειος . ἐὰν δὲ ὁ τοῦ Κρόνου δυσειδὴς ἔσται ὁ κλέπτης , μέλας , μυωπάζων , μικρόφθαλμος |
[ ἡ διπλῆ ὅτι τὸ στεῦτο ] νῦν ἀντὶ τοῦ ἵστατο ἐπὶ τῶν ποδῶν . κέχρηται δὲ τῇ λέξει ὁ | ||
βαθείῃσιν μεγάλῃσι . δεινὸν δ ' ἀμφ ' Ἀχιλῆα κυκώμενον ἵστατο κῦμα , ὤθει δ ' ἐν σάκεϊ πίπτων ῥόος |
, ὡς Τίμαιος . κέκληται δὲ τὰ ὄρη ἀπό τινος Τελχῖνος Ἀταβυρίου . . . . , : Ζεῦ πάτερ | ||
ος συλλαβῆς τὸ ν καταλιμπάνεται , οἷον δελφῖνος δελφίν , Τελχῖνος Τελχίν , Σαλαμῖνος Σαλαμίν , ἀκτῖνος ἀκτίν . Δείκνυται |
λεόντων συγκρίσει λύκος γίνῃ . ” Λέων τις ἐβασίλευεν οὐχὶ θυμώδης οὐδ ' ὠμὸς οὐδὲ πάντα τῇ βίῃ χαίρων , | ||
μέν ἐστιν ἀγνώμων , ἄρκτος δὲ νωθής , πάρδαλις δὲ θυμώδης , τίγρις δ ' ἀλαζὼν καὶ τὸ πᾶν ἐρημαίη |
πλῆθος ἕτερον ἦν κακὸν ἄφατον : καθάπερ γάρ τις θάνατος ἕρπων τὴν ἁπάντων ζωὴν κατεβόσκετο , ὡς ἐκ τούτου τὰς | ||
τάξις : κυρίως δὲ ἡ στρατιωτικὴ τάξις . καὶ τὸ ἕρπων δὲ καταχρηστικῶς εἴρηται ἀντὶ τοῦ ἱπτάμενος . * οὐλαμός |
ἂν εὖ γεγονὼς ᾖ τῇ φύσει πρὸς τἀγαθά , κἂν Αἰθίοψ ᾖ , μῆτερ , ἔστιν εὐγενής . Σκύθης τίς | ||
ἂν εὖ γεγονὼς ἦι τῆι φύσει πρὸς τἀγαθά , κἂν Αἰθίοψ ἦι , μῆτέρ , ἐστιν εὐγενής . Σκύθης τις |
ὑπ ' αὐτοῦ πάθῃ κατὰ τὸ τῆς μητρυιᾶς ὄνομα , ἐγκύμων οὖσα δίδωσιν ἑαυτὴν Τυρρηνῷ τινι συοφορβίων ἐπιμελητῇ βασιλικῶν , | ||
. δεῖ δὲ τὴν πόαν χυλίζειν ὅταν ἀκμαιοτάτη ἐϲτὶ καὶ ἐγκύμων τοῦ ἄνθουϲ . δίδοται δὲ τοῦ χυλοῦ ϲὺν # |
τὴν κόμην ἄνετον , τὴν δὲ χρόαν εἶχεν ἀνθηρὰν τῇ λαμπηδόνι τοῦ σώματος τὰ ἄνθη δηλῶν . ἦν δὲ Διονύσῳ | ||
ἔστιλβεν ὑπὲρ τὸν ἥλιον , ὥστε με θαυμάζειν ἐπὶ τῇ λαμπηδόνι τῆς πύλης . κύκλῳ δὲ τῆς πύλης εἱστήκεισαν παρθένοι |
αὐτό , φυλάττουσι τὸ ω , οἷον Μαχάων Μαχάονος , Ἱκετάων Ἱκετάονος , Ὑπερίων Ὑπερίονος Θ Ὑπερίονος Ἠελίοιο , Ἐχίων | ||
τὸ ο ἐν τῇ γενικῇ , οἷον Μαχάων Μαχάονος , Ἱκετάων Ἱκετάονος : διὰ τοῦτο τὸ Ὠρίων Ὠρίωνος ἀναλογώτερόν ἐστι |
τὰς γυναῖκας ἐξοκίλλειν εἰς ἀλλοκότους ἔρωτας ⋮ Μυθεύεται , ὅτι ἠράσθη ταύρου νεμομένου ἡ Πασιφάη , Δαίδαλον δὲ ποιῆσαι βοῦν | ||
βέλη ἐμπεπαρμένα καὶ κολάζεται ἐκ τούτου . Ὁ δὲ Ἰξίων ἠράσθη τῆς Ἥρας : ἡ Ἥρα προσαγγέλλει τῷ Διί : |
λίθου ἀχάτου , λίθος σαρδόνυξ . ἀντὶ Χαλκηδονίου , λίθος κυάνεος . ἀντὶ λίθου ὑακίνθου , λίθος βηρύλλιος . ἀντὶ | ||
, ἀλλ ' ἀπὸ τοῦ σώματος . γέγραπται δὲ οὐ κυάνεος οὐδὲ θαλάττιος , ἀλλ ' ἠπειρώτης . τῷ τοι |
ἀγκὰς ἄκοιτιν : βῆ δὲ θέειν ἐπὶ νῆας Ἀχαιῶν νήδυμος Ὕπνος ἀγγελίην ἐρέων γαιηόχῳ ἐννοσιγαίῳ : ἀγχοῦ δ ' ἱστάμενος | ||
ἐστ ' ἔμφρων πατήρ . Ὕπνος πέφυκε σωμάτων σωτηρία . Ὕπνος δὲ πεῖναν τὴν κατ ' ἔσχατον δαμᾷ . Ὑπὲρ |
δὲ ψόφοις πλησιάζειν . τούτων δέ , ὅσα ἂν ὁ πῶλος φοβῆται , οὐ χαλεπαίνοντα δεῖ ἀλλὰ πραΰνοντα διδάσκειν ὅτι | ||
χαλινοφόροισι ταθεὶς ἔσφιγξεν ἱμάντας . καὶ κεψαλὴν ἔκλινε καὶ αὐχένα πῶλος ἀλήτης λοξὸν ἐπιστρέψας βεβιασμένον ἅρπαγι ῥιπῆι . Καὶ προτενὴς |
μή τις ἀγαθοποιὸς ἐφορῶν κουφίσῃ . Ἀφροδίτη δὲ τοῖς φωσὶ μαρτυροῦσα ἱλαροὺς φιλομούσους φιλευφροσύνους φιλοστόργους θρησκώδεις τοὺς γονεῖς δείκνυσιν . | ||
παροιμία βούλεται δηλοῦν ἢ περιλαμβάνει γε , ἔστω καὶ αὕτη μαρτυροῦσα : εἰ δ ' ἐπ ' ἄλλῳ τῳ γεγένηται |
' ἕτερον ὄνομα , τιμωρῶν πατρί . ἡ σὴ δὲ θυγάτηρ ἰδίοισιν ὑμεναίοισι κοὐχὶ σώφροσιν ἐς ἀνδρὸς ἤιει λέκτρ ' | ||
* τμηθῇ , ἣν αὐτῷ ἐχαρίσατο . τούτου τοῦ Πτερελάου θυγάτηρ ὑπῆρχε Κομαιθὼ καὶ ἄρρενες παῖδες Χρόμιος , Τύραννος , |
ὑγρῷ . Ὁ δὲ τοῦ Ἄρεως ὁμοίως ἀνατολικὸς τῇ μὲν μορφῇ ποιεῖ λευκερύθρους καὶ εὐμεγέθεις καὶ εὐέκτας καὶ γλαυκοφθάλμους καὶ | ||
ἔδειξε τὸ πνεῦμα τὸ ἅγιον τὸ λαλῆσαν μετὰ σοῦ ἐν μορφῇ τῆς Ἐκκλησίας : ἐκεῖνο γὰρ τὸ πνεῦμα ὁ υἱὸς |
λυγγῶν καὶ λαγωῶν . ὀλιγοδρανέων : ὀλιγοδυναμέων . Ἱμείρουσα : ἐρῶσα . στυγέουσα : μισοῦσα . Τόσα : πολλά . | ||
τῇ καλῇπῶς γὰρ οὐ καλὴ τοῦ γε παρὰ σοὶ κάλλους ἐρῶσα ; τούτων δὴ τῶν γενναίων ἐγγόνων οὐχ ἥττω σοι |
ὡς τέφρα γιγνομένη , καὶ αὖθις μηλινοειδής , καὶ ἄλλοτε μελαινομένη , καὶ ἄλλοτε εἰς † ὄψιν † ἄγει τοὺς | ||
ἐϲτὶν ἡ θειόχρουϲ λεῖα ὁμαλὴ καθαρὰ καὶ ἐν τῇ θίξει μελαινομένη ταχέωϲ . Πομφόλυξ ἀρίϲτη ἐϲτὶν ἡ Κυπρία , ἐν |
τὴν Πελοπόννησον ἐν πόλει Πίσῃ Ἄρης Ἁρπίνῃ τῇ Ἀσωποῦ θυγατρὶ μιγεὶς ἐγέννησεν Οἰνόμαον . οὗτος δὲ θυγατέρα μονογενῆ γεννήσας ὠνόμασεν | ||
ποιήσει ἴσον τῷ δκις ὑπὸ ΒΕ . ΕΑ , ὃς μιγεὶς τῷ ἀπὸ τοῦ ΑΒ ⃞ῳ , γίνεται ἴσος τῷ |
ὁ δ ' ἐναντίος σκαιός , ἐκμελής , ἄγροικος , ἄμικτος , εἴρων , ἀλαζών , ὑπεροπτικός , ὑπέρφρων , | ||
πᾶσα ξηραντικὴν ἔχει δύναμιν , καὶ ὅταν ἀκριβῶς ᾖ πυρώδους ἄμικτος οὐσίας , ἀδηκτότατα ξηραίνει : συντελεῖ δ ' εἰς |
καὶ πίσεα ποιήεντα . ἐλθόντες δ ' ἐς δῶμα Διὸς νεφεληγερέταο ξεστῇς αἰθούσῃσιν ἐνίζανον , ἃς Διὶ πατρὶ Ἥφαιστος ποίησεν | ||
! ! ! ! ! ! ] Διὸς ? ? νεφεληγερέταο ! ! ! ! ! ] ! ιαυηφράσσασθαι ? |
καὶ ὁ νῦν ἔτι ὢν οὐδενὸς ἥττων σοφιστὴς Ἡρόδικος ὁ Σηλυμβριανός , τὸ δὲ ἀρχαῖον Μεγαρεύς : μουσικὴν δὲ Ἀγαθοκλῆς | ||
φανέντων δὲ πᾶσι τούτοις ἀδυνάτων ἀπέστησαν , καθάπερ Κλείσοφος ὁ Σηλυμβριανός . οὗτος γὰρ τοῦ ἐν Σάμῳ Παρίου ἀγάλματος ἐρασθεὶς |
δήμιον τυχεῖν , πολλοὺς δὲ πολλῶν ἐξαγισθέντας δόμων ἄνδρας διπλῇ μάστιγι , τὴν Ἄρης φιλεῖ , δίλογχον ἄτην , φοινίαν | ||
ἐπύθετο Ξέρξης , δεινὰ ποιεύμενος τὸν Ἑλλήσποντον ἐκέλευσε τριηκοσίας ἐπικέσθαι μάστιγι πληγὰς καὶ κατεῖναι ἐς τὸ πέλαγος πεδέων ζεῦγος . |
βασιλέως στολὴν ἐνδῦναι : ἐθρήνει γὰρ ἰσχυρῶς τὸν Κῦρον : ἐνδῦσα δὲ ἐφάνη καλλίστη γυναικῶν , καὶ παραχρῆμα ὁ Ἀρταξέρξης | ||
καὶ ἡ λυσιωιδὸς εἰσῆλθεν ἐστεφανωμένη τὸν τῆς Ἀρετῆς στέφανον , ἐνδῦσα καὶ τὴν πορφυρᾶν ἐσθῆτα . γέλωτος οὖν πολλοῦ καταραγέντος |
ὁ μὲν ἐπερείσας ἐν προβολῇ τῷ λαιῷ ποδὶ ἑαυτὸν ὁ Μελέαγρος καὶ τὴν βάσιν τηρήσας ἀσφαλῶς ἐκδέχεται τὴν ὁρμὴν τοῦ | ||
. ἐκ δὲ τῶν Γαδάρων Φιλόδημός τε ὁ Ἐπικούρειος καὶ Μελέαγρος καὶ Μένιππος ὁ σπουδογέλοιος καὶ Θεόδωρος ὁ καθ ' |
φίλαι . προσεπηχύναντο : ἤγουν εἰς τοὺς πήχεις ἔλαβον . μελίαι : νύμφαι . Ἀδρήστεια : ἡ Νέμεσις . Ἀδρήστεια | ||
ἐκφανεῖς ἀνακτόρων . × – τὸ μεθύειν πημονῆς λυτήριον καρύαι μελίαι τε θάρσει : μέγας σοι τοῦδ ' ἐγὼ φόβου |
οὐκ ἄλλο τῶν εἰς κοινωνίαν οὐδὲν διασῴζεται , ἀλλ ' ἀνίδρυτος ὢν σπείρεται , πάντῃ φορούμενος καὶ μετανιστάμενος ἀεὶ καὶ | ||
Μωυσέα ὁ μὲν φαῦλος , ὥσπερ ἄοικος καὶ ἄπολις καὶ ἀνίδρυτος καὶ φυγάς , οὕτως καὶ αὐτόμολος , ὁ δὲ |
κυνὸς τῆς θηλύπαιδος καὶ τριάνορος κόρης . ἥξει δ ' ἀλήτης εἰς Ἰαπύγων στρατὸν καὶ δῶρ ' ἀνάψει παρθένῳ Σκυλλητίᾳ | ||
, καὶ ἀλὼς παράγωγον τοῦ ἀλῶ : ἀφ ' οὗ ἀλήτης . ἀπὸ τούτου καὶ ἕτερον παράγωγον ἀλεὸς ἐρύη , |
Πελοποννήσου λαβὼν τοὺς κατοίκους ἀφ ' ἑαυτοῦ Δωριεῖς ἐκάλεσεν , Αἴολος δὲ βασιλεύων τῶν περὶ τὴν Θεσσαλίαν τόπων τοὺς ἐνοικοῦντας | ||
γενεαλογία οὕτω : Προμηθέως Δευκαλίων , οὗ Ἕλλην , οὗ Αἴολος , οὗ Κρηθεὺς καὶ Ἀθάμας καὶ Σαλμωνεύς : καὶ |
Κλυμένη . , . . . . . ἅμ ' Ἀδρήστη , ἅμα δρήστη . κλισίην . , κλισίην , | ||
κἀκ τούτων : τῇ δ ' ἄρ ' ἅμ ' Ἀδρήστη κλισίην εὔτυκτον ἔθηκεν : Ἀλκίππη δὲ τάπητα φέρεν μαλακοῦ |
τὰς δὲ ἀναπαύσεις σεμνὰς ὁμοῦ καὶ ἀφελεῖς , ὡραῖος καὶ ἁβρὸς κατ ' ἀνάγκην ἡμῖν ὁ λόγος γίνεται : ὥστε | ||
. ἀτὰρ εἰπέ μοι καὶ τόδε : τί δή ποτε ἁβρὸς οὕτω θεὸς ὢν καὶ γέρων ἐπιλεξάμενος τὸ ἀτερπέστατον , |
ἐστὶν ἡ μῆτις ἡ προκειμένη τῶν προγόνων , ἧς ὑπόδειγμα Σίσυφος . τὸν μὲν Σίσυφον λέγω , φησὶν , οὕτω | ||
αὐτούς . σισυφεὺς ὁ σοφὸς ἀριθμητὴς , ἐπεὶ καὶ ὁ Σίσυφος κέρδιστος καὶ φιλάργυρος . διαφορὰν ὀλύνθων , φηλήκων , |
οὕτως : τοιαῦτ ' ἀυτεῖ Πολυνείκους βία . ἀυτεῖ ] φωνεῖ . ἀυτεῖ ] βοᾷ . γενεθλίους ] τοὺς ἐφόρους | ||
ἀκράτῳ : ἀνὴρ γὰρ ἕλκων οἶνον ὡς ὕδωρ ἵππος Σκυθιστὶ φωνεῖ , οὐδὲ κόππα γινώσκων : κεῖται δ ' ἄναυδος |
ἀφελομένη τοῦ κινδύνου , ἢ τάφρος διαδραμεῖν ἐν τῷ ἀφανεῖ παρασχοῦσα . ἐνθένδε , οἶμαι , ὅπως μὲν ἐπὶ τὰς | ||
νύκτα , τῇ μὲν ἐγρήγορσιν , νυκτὶ δ ' ὕπνον παρασχοῦσα . φροντὶς γὰρ αὐτὴν οἷα μητέρα κηδεμονικωτάτην εἰσῆλθε τοῦ |
εἶπον καταπιεῖν αὐτήν , ἵνα μὴ ὁ γεννώμενος ἐξ αὐτῆς ἐπικρατέστερος γένηται : εἰκὸς γὰρ ἦν αὐτὴν τῇ μητρὶ ῥέπουσαν | ||
Ἀρκεσιλάου , βουλόμενοι αὐτὸν μεταστῆσαι τῆς ἀρχῆς : ὁ δὲ ἐπικρατέστερος αὐτῶν γενόμενος ἐφυγάδευσεν αὐτοὺς τῆς πατρίδος . ἐν τοῖς |
ἡ τροφὸς Ποσειδῶνος . . . εἴρηται δὲ Ἄρνη ἡ νύμφη πρότερον Σινόεσσα καλουμένη , ὅτι τὸν Ποσειδῶνα λαβοῦσα παρὰ | ||
: νύμφη , τροφὸς Ποσειδῶνος , εἴρηται δὲ Ἄρνη ἡ νύμφη Σινόεσσα καλουμένη , ὅτι τὸν Ποσειδῶνα λαβοῦσα παρὰ τῆς |
ὁ ἄρσην τοῦ ἄρσενος τῷ ἄρσενι καὶ τὸ ἄρσεν τοῦ ἄρσενος τῷ ἄρσενι : εἰ δὲ ἐποίησαν ἐπὶ τῶν οὐδετέρων | ||
τάδε Κλυταιμήστραι μολών . λεχώ μ ' ἀπάγγελλ ' οὖσαν ἄρσενος τόκωι . πότερα πάλαι τεκοῦσαν ἢ νεωστὶ δή ; |
Βάκχοιο πάρεδρε , τερπομένη θαλίαισι , γαμοστόλε μῆτερ Ἐρώτων , Πειθοῖ λεκτροχαρής , κρυφία , χαριδῶτι , φαινομένη , ἀφανής | ||
λαβών . Καταθεῖσα ταύτην προσλαβοῦ μοι τοῦ κάπρου . Δέσποινα Πειθοῖ καὶ κύλιξ φιλοτησία , τὰ σφάγια δέξαι ταῖς γυναιξὶν |
. ὁ δὲ ἐπὶ τοῦ τρίτου γεννώμενος ἔσται σχέτλιος , εὐσχήμων , πλουσιόψυχος , πολύφιλος καὶ ἐν δημοσίαις ἀσχολίαις : | ||
σοφίαν . , . . τετράγωνος σεμνὸς δὲ ἦν καὶ εὐσχήμων τὰ πάντα καὶ τετράγωνος ἄνευ ψόγου τεταγμένος , ὡς |
δ ' ἐξεφάνη σήματα γινομένης . τῇ τριτάτῃ δὲ γένειον ἀεξομένων ἐπὶ γυίων λαχνοῦται χροιῆς ἄνθος ἀμειβομένης . τῇ δὲ | ||
δὲ φάνει † σήματα γεινομένης . τῆι τριτάτηι δὲ γένειον ἀεξομένων ἔτι γυίων λαχνοῦται , χροιῆς ἄνθος ἀμειβομένης . τῆι |
καὶ ἀνάγων καὶ τάττων πάντα . Πρῶτος δὲ πορεύεται ὅτι ἱέμενος ἐπὶ τὸ νοητὸν αὐτὸς καὶ ἐνιδρύων ἑαυτὸν ταῖς οἰκείαις | ||
χώρῳ λίπεν οὔνομα , τῆμος ἀφ ' ἵππου ἐς Διὸς ἱέμενος πέσεν ἥρως Βελλεροφόντης . κεῖθι δὲ καὶ πεδίον τὸ |
κῶας δὲ προβάτων . δαμάλης μὲν ὁ ἄρρην μόσχος : δάμαλις δὲ ἡ θήλεια : μόσχος δὲ κοινῶς ἐπ ' | ||
ψυχήν , λόγον , αἴσθησιν ὁ ζῳοπλάστης , ἃ συμβολικῶς δάμαλις , κριός , αἲξ ἐν ἱεραῖς γραφαῖς ὠνομάσθησαν . |
– – ] [ – – – ˘˘˘ – – καθημένη ] [ – – – ] υοπ˘⚔˘μας ? [ | ||
Φερεκράτης Κοριαννοῖ : ἀδράφαξυν ἕψους ' , εἶτ ' ὀκλὰξ καθημένη . ἀδύνατα εἶναι : ἀντὶ τοῦ ἀδύνατον . πολλάκις |
. τουτάκις δὲ καὶ τότε αὐδάξει καὶ εἴπῃ ὁ θαλασσόπαις δίμορφος θεὸς ἤγουν ὁ Τρίτων τοὺς Ἕλληνας τὰ κράτη λαβεῖν | ||
εἴτε καὶ παρ ' ἄλλην αἰτίαν . ὁ δὲ Τρίτων δίμορφος ὢν τὸ μὲν ἔχει μέρος ἀνθρώπου , τὸ δὲ |
δυναμένην λῆξαι . τοῖς μὲν οὖν ἐκ τούτων ὁ δεσμὸς ἐλαφρὸς οὐ δεχομένων τῶν ὑποσχέσεων ἀλαζονείας ὑποψίαν , οὐδαμοῦ γὰρ | ||
ἐπικερτομέων προσέφης Πατρόκλεες ἱππεῦ : ὢ πόποι ἦ μάλ ' ἐλαφρὸς ἀνήρ , ὡς ῥεῖα κυβιστᾷ . εἰ δή που |
ἐγγενέταισι : ἐγγόνοις ἢ πολίταις : σύγκρινε ὅτι σὺ μὲν Τρῳάς , αὕτη δὲ Λακεδαιμονία : λεῖπε δεξίμηλον : ἄγαλμα | ||
καὶ Τρωγιλία τῆς Μυκάλης , ἣ λέγεται καὶ Τρωγίλιον . Τρῳάς , ἡ χώρα τοῦ Ἰλίου , ἣ ἐκαλεῖτο Τευκρίς |
πρὸ τέλους γραφήν : οἷον , κηδεστής : Ὀρέστης : Θυέστης : σεσημείωται τὸ παλαίστης διὰ διφθόγγου . Τὰ διὰ | ||
Ἔτι τὰ διὰ τοῦ ΕΣΤΗΣ μὴ ὄντα ἐπιθετικὰ : Ὀρέστης Θυέστης Ἀκέστης . τὸ μέντοι κηδεστής καὶ ἀργεστής ἐπιθετικὰ ὀξύνονται |
οἷον παιών παιῶνος , πλειών πλειῶνος , αἰών αἰῶνος , λυμεών λυμεῶνος , ἀπατεών ἀπατεῶνος , Καρνειών Καρνειῶνος , Ἐλεών | ||
* ὁ λυμεὼν ὁ Ὀδυσσεύς , τῶν Τρώων δὲ ὁ λυμεών . * ἑκουσίαν σμώδιγγα : διὰ τοῦτο ἔμεινεν ἀστένακτος |
κεφαλῆι ἀντίποινα τοῦ ἐκείνου δεσμοῦ , καίτοι ἐν τῆι ἐπιγραφομένηι Σφιγγὶ εἰπών : τῶι δὲ ξένωι γε – ˘ ἀρχαῖον | ||
κεφαλῆι ἀντίποινα τοῦ ἐκείνου δεσμοῦ , καίτοι ἐν τῆι ἐπιγραφομένηι Σφιγγὶ εἰπών : τῶι δὲ ξένωι γε † στέφανον † |
μείζονα γραμμὴν σταδίους ͵αρνηʹ . Ἔστι δὲ τῆς Βαιτικῆς ὁ περιορισμὸς τῆς μεσογείας σταδίων ͵Ϛψθʹ , σταδίων ͵ερμʹ . Ἔχει | ||
͵αψϘγʹ . Ἔστι δὲ ὁ τῆς Λουσιτανίας ὁ τῆς μεσογείας περιορισμὸς σύμπας σταδίων ͵δυʹ , σταδίων ͵δʹ . Ἔχει δὲ |
ἐπιτρέπειν . [ . ] . . . οὗτος δοκεῖ Χείρων εἶναι ὁ ἐν τῷ Πηλίῳ οἰκήσας δικαιοσύνῃ τε ὑπερενέγκας | ||
γάρ μοι ἑτοιμότερος εἶναι φεύγειν ἢ μένειν . καὶ ὁ Χείρων ὀργισθεὶς αὐτῷ καὶ ὑπὸ τῆς ὀργῆς φρίξας τὴν χαίτην |
Δωτίῳ ἐν πεδίῳ πολυβότρυος ἄντ ' „ Ἀμύροιο , νίψατο Βοιβιάδος λίμνης πόδα παρθένος ” ἀδμής . „ Ἐνταῦθα δ | ||
πέμψεν κασιγˈνήταν μένει θυίοισαν ἀμαιμακέτῳ ἐς Λακέρειαν , ἐπεὶ παρὰ Βοιβιάδος κρημνοῖσιν ᾤκει παρθένος : δαίμων δ ' ἕτερος ἐς |
ὅνπερ γὰρ τρόπον ἐπὶ τοῦ κοσμικοῦ περιπολίσματος ὁ παντεπόπτης Ἥλιος ἀκαμάτοις φοραῖς δινούμενος καὶ μακροῦ αἰῶνος χρόνον διϊππεύων τὰς τῶν | ||
τίς τόδε σέλμα πελώριον ἐπὶ χθονὸς εἵσατο ; ποῖος κοίρανος ἀκαμάτοις πείσμασιν ἠγάγετο ; πῶς δὲ κατὰ δρυόχων ἐπάγη σανίς |