ἡλιόμορφος ζαθεοῖς ἄρχων τιμαῖς σε γεραίρει . σὲ τὸν βολαῖς νιφοκτύποις δυσχείμερον ναίονθ ' ἕδραν , θηρονόμε Πάν , χθόν | ||
ἔχει τοὺς † πόδας † , οἷον σὲ τὸν βολαῖς νιφοκτύποις δυσχείμερον ναίονθ ' ἕδος , θηρονόμε Πάν , χθόν |
δ ' Ἐνιῆνες ἕποντο μενεπτόλεμοί τε Περαιβοὶ οἳ περὶ Δωδώνην δυσχείμερον οἰκί ' ἔθεντο , οἵ τ ' ἀμφ ' | ||
βουσὶ καὶ ποίμναισιν εὐβοτωτάτην , οὔτ ' ἐν πνοαῖσι χείματος δυσχείμερον οὔτ ' αὖ τεθρίπποις ἡλίου θερμὴν ἄγαν . . |
ἔθεον ἀλαλάξαντες ὁμόσε , πρῶτον μὲν οἱ ψιλοὶ σαυνίων τε βολαῖς καὶ τοξεύμασι καὶ λίθοις ἀπὸ σφενδόνης μαχόμενοι , καὶ | ||
Ζηνὸς ἐξαναστραφῇ . μακέλλῃ : Δίκελλα πλατεῖα . . Λικυμνίαις βολαῖς : ἐν δὲ ἐνίοις τῶν σχολικῶν ὑπομνήμασι ταυτὶ γέγραπται |
! [ [ ] νυντ ? [ [ ] μεν ἡλι ? [ [ ] ιδε μὲν δυ [ [ | ||
ὁρᾶτε ὁπόση ἡ προσθήκη . τὸ γὰρ ἐν τῷδε τῆς ἡλι - κίας χρήσιμον ταῦτα διαπράττεσθαι οὐ μόνον διπλοῦ θαύματος |
Χερσαῖον ἢ Φαρισαῖον . λάλησον ὁποῖον ἐὰν ἦς , ὅτι ὁρκίζω σε θεὸν φωσφόρον ἀδάμαστον , τὸν τὰ ἐν καρδίᾳ | ||
τὰ πάντα ἐκ τῶν οὐκ ὄντων εἰς τὸ εἶναι . ὁρκίζω δέ σε τὸν παραλαμβάνοντα τὸν ὁρκισμὸν τοῦτον χοίρειον μὴ |
ταῦτα βˈροτοῖς λέγειν ἐν πτερόεντι τˈροχῷ παντᾷ κυλινδόμενον : τὸν εὐεργέταν ἀγαναῖς ἀμοιβαῖς ἐποιχομένους τίνεσθαι . ἔμαθε δὲ σαφές . | ||
Παρνασσίῳ καθέσσαντο μ̄ονόδˈροπον φυτόν . ἑκόντι τοίνυν πρέπει νόῳ τὸν εὐεργέταν ὑπαντιάσαι . Ἀλεξιβιάδα , σὲ δ ' ἠΰκομοι φλέγοντι |
, χθόν ' Ἀρκάδων , κλῄσω γραφῇ τῇδ ' ἐν σοφῇ πάγκλειτ ' ἔπη συνθείς , ἄναξ , δύσγνωστα μὴ | ||
ἔχουσιν τὴν δύναμιν . ἀλλὰ μηδενὶ φράσῃς ἀλλ ' ὡς σοφῇ ψυχῇ χρῶ . Χρυσάνθεμος βοτάνη γινωσκομένη ὑπὸ πάντων . |
καὶ ᾧ μὴ χαριζόμενος αἰσχυνοίμην ἄν , Παγκράτιον τὸν ἄρχειν ἐπιστάμενον καὶ λέγειν καὶ ᾧ τὸ τιμᾶσθαι κατὰ τοὺς τρόπους | ||
ἢ τὸν ἄπειρον τοῦ κυβερνᾶν κυβερνήτην , ἢ τὸν οὐκ ἐπιστάμενον ἰᾶσθαι ἰατρόν ; οὐκ ἔστιν . καθάπερ οὖν οὐκ |
, σὺ δ ' , ὦ τάλαινα , διπτύχους νεκροὺς στείχουσα θάπτε : δεσποτῶν δ ' ὑμᾶς χρεὼν σκηναῖς πελάζειν | ||
ἐν Ἑρμῇ ἡ χερνῆτις ἔριθος ἐφ ' ὑψηλοῦ πυλεῶνος δανδαῖτις στείχουσα καλὰς ἤειδεν ἰούλους . ἴουλος τὸ πολύπουν ζῶον ὅθεν |
σῆμα δέ μοι τόδ ' ἔειπεν ἀριφραδές , οὐδέ σε κεύσω : ὁππότε κεν δή μοι ξυμβλήμενος ἄλλος ὁδίτης φήῃ | ||
: εἰ δέ κεν Εὐρώπης ἐθέλοις τύπον , οὔτι σε κεύσω : ωὐτὸς γὰρ Λιβύης ῥυσμός . Καὶ πάλιν : |
σκορπίον , Κόνιν φυ - σᾷς , Εὖ κείμενον κακὸν κινεῖς , Λέοντα νύσσεις , Ἀνάγυρον κινεῖς . Ἄδακρυς πόλεμος | ||
θανόντας , τὴν δὲ τείσωμαι δίκην ] . τί τάσδε κινεῖς κἀναμοχλεύεις πύλας , νεκροὺς ἐρευνῶν κἀμὲ τὴν εἰργασμένην ; |
, Νύμφαι Κωρυκίοισιν ἄντροις , ἰὴ ἰὲ Παιάν , τριετέσιν φαναῖς Βρόμιος , σεμνὰ δ ' Ἄρτεμις εὐπόνοις κυνῶν ἐμ | ||
: ἡδύ τι θαρσαλέαις τὸν μακρὸν τείνειν βίον ἐλπίσι , φαναῖς θυμὸν ἀλδαίνουσαν ἐν εὐφροσύναις , φρίσσω δέ σε δερκομένα |
καὶ τότε δὴ τὸν πλοῦτον τῶν δωμάτων ἐλεύθερον τῆι πόλει μεθήσομεν : ὁμοῦ τε μεθήσομεν τὸν κρεκτὸν γοήτων νόμον , | ||
πλοῦτον τῶν δωμάτων ἐλεύθερον τῆι πόλει μεθήσομεν : ὁμοῦ τε μεθήσομεν τὸν κρεκτὸν γοήτων νόμον , ὅ ἐστι , καὶ |
Φησὶν ὅτι εἰ ἔσχε τινὰ ὁ Ἐμπεδοκλῆς χεῖρα ὀρέγοντα καὶ δεικνύντα ὅτι πάντα κατὰ τὸ εἶδος χαρακτηρίζεται , ἠγάπησεν ἂν | ||
ἐπίσκεψιν . εἶτα λοιπὸν καὶ συλλογισμὸν πλέκει ἐν δευτέρῳ σχήματι δεικνύντα ὅτι ταὐτόν ἐστι τὸ ψυχῇ εἶναι καὶ τὸ ψυχὴν |
τε ἦν εὐκλεὴς ἔτι νέος , ὡς Ἀδριανὸν , σκοπούμενον ὅςτις αὐτῷ διαδέξεται τὴν βασιλείαν , ἐπειδὴ προτιμᾶν ἠναγκάζετο τὸν | ||
, αὐτὸς Ἀχιλλεὺς ἐπεκδιδάσκει . ὅπερ Ὁμήρῳ ἔθος , καὶ ὅςτις ἄλλος μετεχειρίσατο τὸ εἶδος τοῦτο , παρ ' Ὁμήρου |
ὅ τε χαρακτὴρ τοῦ στοιχείου καὶ τὸ ὄνομα , οἷον Ἄλφα : φωνήεντα δέ ἐστι τῶν στοιχείων ἑπτά , α | ||
δὲ τὸ φάγε : καὶ πάλιν : διάτι προτάσσει τὸ Ἄλφα τῶν ἑτέρων εἴκοσι τριῶν γραμμάτων ; διότι ἀφ ' |
γὰρ προϋπέλαβε πταῖσαι , ἀλλ ' ἀγαθῇσιν ἕκαστος τουτέων ἐλπίσι φέρβεται , τῶν δὲ χερειόνων οὐ μέμνηται : μή ποτ | ||
ἐκπυρωθῇ ἅμα τῇ νούσῳ καὶ ἡ ψυχὴ καὶ τὸ σῶμα φέρβεται . Θαυμαστὸς ὁ λόγος , πάνυ εὐφραίνει ψυχήν . |
Μάρψεν : ἔλαβεν . ἐμάτησεν : ἐματαιώθη , ἀπέ - τυχεν . ἐπέλασσεν : ἐπλησίασεν εἰς τὸν φωλεὸν τοῦ θηρός | ||
Μάρψεν : ἔλαβεν . ἐμάτησεν : ἐματαιώθη , ἀπέ - τυχεν . ἐπέλασσεν : ἐπλησίασεν εἰς τὸν φωλεὸν τοῦ θηρός |
Προῦσαν τὴν πόλιν ἡ Ῥωμαίων δύναμις : ὑπὸ δὲ τὸν Ἀσιανὸν Ὄλυμπον διέκειτο αὕτη . Ἐκεῖθεν ὁ Τριάριος ἐπὶ Προυσιάδα | ||
Προῦσαν τὴν πόλιν ἡ Ῥωμαίων δύναμις : ὑπὸ δὲ τὸν Ἀσιανὸν Ὄλυμπον διέκειτο αὕτη . Ἐκεῖθεν ὁ Τριάριος ἐπὶ Προυσιάδα |
τὸν χῶρον , ὁ μὲν ἵππος πρῴ τε κομίζων τὸν κηδόμενον εἰς τὴν ἐπιμέλειαν καὶ ἐξουσίαν παρέχων ὀψὲ ἀπιέναι , | ||
δεῖ γάρ με φαίνεσθαι τῶν φίλων μᾶλλον ἢ τῶν ἐμαυτοῦ κηδόμενον . Ὅταν παρ ' ὑμῶν ἀφίκηταί τις , πρῶτον |
ὀφθαλμῷ ὑγιεινὸν ὁρίζεται , ἀλλ ' ἢ παντὶ ἢ εἴδει ἀφορίσας . ἐπεὶ γὰρ τὸ καθόλου διττόν ἐστιν , ἢ | ||
ναίειν διαπήλας , ἀντὶ τοῦ τάφου μοῖραν ἀπομοιράσας αὐτοῖς καὶ ἀφορίσας κατοικεῖν γῆν τοσαύτην , ὁπόσην καὶ τοῖς νεκροῖς ἔξεστι |
: ἔχει δ ' ἡ πόλις τὸ Δῖον κώμην πλησίον Πίμπλειαν , ἔνθα Ὀρφεὺς διέτριβεν . . Ὅτι ὑπὸ τῷ | ||
ὑπὸ τῷ Ὀλύμπῳ πόλις Δῖον . ἔχει δὲ κώμην πλησίον Πίμπλειαν : ἐνταῦθα τὸν Ὀρφέα διατρῖψαί φησι τὸν Κίκονα , |
μέτρον τῆς περὶ τὸ σῶμα τάξεως , ὃ μή σε ἀνιήσῃ , ὃ μὴ ἐμποδιεῖ τὴν φιλόσοφον πρόθεσιν , ἀλλ | ||
βουλεύεσθαι πρὸ ἔργου παραγγέλλεται καὶ ταῦτα ἐκτελεῖν , ἃ μὴ ἀνιήσῃ ἡμᾶς , ἡμᾶς δὲ δῆλον , ὅτι τὴν ψυχήν |
διαλέκτῳ γέγονε λίττομαι , παρέσει δὲ τοῦ ἑτέρου τ γεγένηται λίτομαι . ὁ δ ' αὐτὸς καὶ περὶ τοῦ ἀνύτω | ||
φρικώδη ἔχουσαι , πνεύμασιν ἀντίσπαστοι ἐπιδρομάδην παταγεῦσαι , ὑμᾶς νῦν λίτομαι , δροσοείμονες , εὔπνοοι αὔραις , πέμπειν καρποτρόφους ὄμβρους |
Εἰ δ ' ἐθέλεις ἕτερόν τοι ἐγὼ λόγον ἐκκορυφώσω καὶ πληρώσω : ἢ ἐξ ἀρχῆς ἄρξομαι , ἢ συντόμως ἐρῶ | ||
, ὁ μέλλων σώσω , σωτὸς , ἄσωτος : ὡς πληρώσω πληρωτὸς , ἀπλήρωτος . Ἅμαξα , ἄξω , ἄξα |
πόνου . καὶ δή σφε λείπω χειρία λόγοις σέθεν . λευρὸν κατ ' ἄλσος νῦν ἐπιστρέφου τόδε . καὶ πῶς | ||
' εἰς ἀέρα ἐφέρετο , διὰ τοῦτο τὸ ψαίρει τὸν λευρὸν οἷμον τοῖς πτεροῖς εἶπεν . ἴσθι δ ' ὅτι |
Λάμπιν , ὃς μέγιστα ναυκλήρια κέκτηται τῶν Ἑλλήνων , καὶ κατεσκεύακεν τὴν πόλιν αὐτοῖς καὶ τὸ ἐμπόριον , μηδέπω καὶ | ||
καὶ ταῖς στρατείαις , ἔτ ' ἐπισφαλεστέραν ἢ ὑπῆρχε φύσει κατεσκεύακεν αὑτῷ . μὴ γὰρ οἴεσθ ' , ὦ ἄνδρες |
ῥάκη πρέμνον ἑστίας . . προσαιθρίζουσα πόμπιμον φλόγα νοτὶς προσαυρίζουσα χερσαίᾳ τροχῇ Πυθίων ἀνακτόρων σαρκήρη στάχυν σαυροβριθὲς ἔγχος σηματίζονται πέδον | ||
τοῦ Διὸς ἄθυρμα αὐτοὺς εἶναι . Ὕαινα ἰχθὺς ὁμώνυμος τῇ χερσαίᾳ ὑαίνῃ ἐστί . ταύτης οὖν τὴν δεξιὰν πτέρυγα εἰ |
, ἀλλὰ σὺν τῇ γυναικί . κριθῶντα πῶλον ] οὐχ ὑποζεύξω τὸν μὴ πειθαρχοῦντα ὡς κριθῶντα πῶλον , ἤγουν πίονα | ||
Ἑλλάδα καὶ μέσον Ἄργος , ὄφρα τοι αὐτὸς ἕπωμαι , ὑποζεύξω δέ τοι ἵππους , ἄστεα δ ' ἀνθρώπων ἡγήσομαι |
. Κήρυττε δή . Τὸν ἄριστον βίον πωλῶ , τὸν σεμνότατον . τίς ὠνήσεται ; τίς ὑπὲρ ἄνθρωπον εἶναι βούλεται | ||
τοῦ λαθεῖν . ὀρθῶς δὲ προσέταξας : ἀνείληφας γὰρ τὸ σεμνότατον πρόσωπον τοῦ δικαστοῦ καὶ θέλεις παρὰ Πέρσαις εὐδοκιμεῖν . |
μὲν ἔχει γαῖαν Μεσσηνίδα λαός , ταῖς δ ' αὐταῖς τέχναισιν ἁλώσεται αἷσπερ ὑπῆρξεν . ἔστι δὲ τὸ νοούμενον μὴ | ||
μὲν ἔχει γαῖαν Μεσσηνίδα λαός , ταῖς δ ' αὐταῖς τέχναισιν ἁλώσεται αἷσπερ ὑπῆρξεν . [ ὁ ] πρὸς ταῦτα |
? ? τοῦτο κἀξεπίϲταμαι ? ? ? ? ? ? φρενὶ ? ? ] ! οορφανιμαλιϲνιων ? ! ! ! | ||
δέ τ ' ἀκούει . ἀλλ ' ἀπάνευθε πόνοιο νόου φρενὶ πάντα κραδαίνει . αἰεὶ δ ' ἐν ταὐτῶι μίμνει |
ἐστι . Τρίτον σχῆμα τῆς παρὰ φύσιν κατακλίσεώς ἐστι τὸ ἀπογυμνοῦν τοὺς πόδας καὶ ἀσκεπάστους ἔχειν καὶ τὰς χεῖρας καὶ | ||
ἀνοιγὲν τῷ πολέμῳ φυλάττειν ἀνάγκην ἔχοντες ἠναγκάζοντο τὰς ἄλλας ἐπάλξεις ἀπογυμνοῦν καὶ μετακομίζειν ἐνταῦθα τοὺς ἄνδρας : ὅπερ ἦν κίνδυνος |
, ταῦτα γὰρ ὀνυμαίνω καθ ' ἑκατέρων : τοῦτο δὲ φαμὶ εἶμεν τῶν μὲν πρακτικῶν τὸ κράτιστον , τῶ δὲ | ||
κελαδέων . νεότατι μὲν ἀρήγει θράσος δεινῶν πολέμων : ὅθεν φαμὶ καὶ σὲ τὰν ἀπείρονα δόξαν εὑρεῖν , τὰ μὲν |
τὸ δαρδάπτειν , ὅ ἐστι καταφαγεῖν μετὰ σπαραγμοῦ . “ δάψει . ” ὅταν δὲ λέγῃ “ χρήματα δαρδάπτουσι , | ||
' , ὦ τάλαινα καρδία , κακόν , ἐκεῖνο γ δάψει β πημάτων ε ὑπέρτατον , δ εὖτ ' ἂν |
] εἰκονισμένον . . δαροβίοις ] τοῖς ἀϊδίοις . . ἰάψειν ] ῥίψειν : φονευθεὶς γὰρ πεσεῖται . . Βορραίαις | ||
εἴκασμα βροτοῖς τε καὶ δαροβίοισι θεοῖσιν , πρόσθε πυλᾶν κεφαλὰν ἰάψειν . οὕτως γένοιτο . τὸν δὲ πέμπτον αὖ λέγω |
ἦθος , διὰ τὸ κολάζειν αὐτὸν ἐπὶ τῇ πανουργίᾳ . ἰθύνει σκολιὸν καὶ ἀγήνορα κάρφει : εὐθύφρονα ποιεῖ τὸν ταπεινωθέντα | ||
ἀέξει : ἀφανῆ πλουτεῖ . * ῥεῖα δέ τ ' ἰθύνει σκολιόν : τὸν ποικίλον τὸ ἦθος διὰ πανουργίαν σκολιὸν |
τὴν φωνὴν ἐπ ' αὐτῷ , εἰπόντα ὑπὲρ σοῦ ὡς ἀποφράδι ὅμοιος εἴης , εἰ μὴ καὶ παντάπασιν ἀνήκοος ἦσθα | ||
κύφωνα , βάραθρον , μὴ φύγῃ μηδ ' εἰκάσῃ τοῦτον ἀποφράδι ἡμέρᾳ ; Ἀλλ ' οὐχὶ σὺ τοιοῦτος ; οὐκ |
, τὴν δὲ αἰτοῦμεν . ὅτι μὲν γὰρ ἡδέως τε εἶδες τουτονὶ Κυριακὸν καὶ πρὸς ἅπαντα συνέπραξας καὶ οὐδὲν ἀργῶς | ||
τὴν Κυνίσκαν : οὐ φθεγξῇ , οὐ λαλήσεις . λύκον εἶδες , ὡς σοφὸς εἶπεν , ἤγουν ὡς ὁ παροιμιαστὴς |
πάλῃ νίκης τοῦ ἀνδρὸς τοῦ ἐκ τῆς ἐνδόξου Ὀποῦντος . αἰνήσαις , ἀντὶ τοῦ ἐπαίνεσον , ὕμνησον αὐτὴν τὴν πόλιν | ||
καὶ τὴν ἡρωίδα λέγειν , υἱὸν δὲ τὸν Ὀποῦντα . αἰνήσαις ἓ καὶ υἱόν : ἕ ἀντωνυμία : κεῖται γὰρ |
] χθονὸς μοναρχίαν ἑκόντα δοῦναι [ τοῖσδε Καδμείας ] , ἄναξ . ὅταν δὲ θάπτηις ἄλοχον εἰς πυρὰν τιθεὶς σαρκῶν | ||
, πολύμορφον αἶσχος ἔγνων χθονίοις γάμοισι χαίρων , ὁ θεῶν ἄναξ ἐπαίχθην : τὸ δίκης σέβας σε βάλλει . Τί |
γὰρ αὐτὴν προσειρήκασι , πλέον μετέχουσαν θηλύτητος , καὶ τὸν κερασφόρον αὐλὸν ἀνῆψαν αὐτῇ τῷ τε μηνοειδεῖ τοῦ σχήματος παραπλήσιον | ||
. * δολόεντα : ἐπιβάλλοντα * κεράστην : διὰ τὸ κερασφόρον * μάθοις : ἔμαθες * ἠύτ ' : καθάπερ |
ὃν τὰ τετράγωνα τὰ ἀπὸ τᾶν ἐπιψαυουσᾶν : ὁμόλογον δὲ ἐσσεῖται τὸ περιεχόμενον ὑπὸ τῶν τᾶς ἑτέρας γραμμᾶς τμαμάτων τῷ | ||
: περὶ δὲ χρηστότατος νῦν ὑποθέσθαι πειρασοῦμαι . χραστὸς γὰρ ἐσσεῖται πᾶς βασιλεὺς τὸ μὲν καθόλω δίκαιός τ ' ἐὼν |
τιμιώτατον εἶναι τὸ γεννῶν τὰ ἐφεξῆς : δεῖ δὴ καὶ τιμιώτατον εἶναι τὸ γεννώμενον καὶ δεύτερον ἐκείνου τῶν ἄλλων ἄμεινον | ||
ἀνθρώπων δὲ γονῆς τὸ λάχος , χρῆμα παντὸς μάλιστα θεοῖς τιμιώτατον , ὀφείλεσθαι : εἰ δὲ δὴ καὶ τούτων λάβοιεν |
γὰρ ὅτι ὁ Ζεὺς ἐκέλευσεν Ἥφαιστον περικλυτὸν ὅττι τάχιστα γαῖαν ὕδει φύρειν . Ζεὺς Κρονίδης ποίησε : ἔστω δὲ ἡ | ||
τε : Ἥφαιστον δ ' ἐκέλευσε περικλυτὸν ὅττι τάχιστα γαῖαν ὕδει φύρειν , ἐν δ ' ἀνθρώπου θέμεν αὐδὴν καὶ |
οἷον Φιλιᾶς . Ἰστέον δὲ ὅτι πᾶν ὄνομα διὰ τοῦ ιας διὰ βραχέος τοῦ ι γράφεται , πλὴν τοῦ Θείας | ||
? [ ! ] ? ? ? ! [ ] ιας ? τόνδε ? ? ? ? ? προσπεσεῖν ? |
τὸν ἀγῶνα διαθέμενος τοῦτο τότε ἐπήνεγκεν . ἐν δ ' ἕσπερον ἔφλεξε : τὸ ἑσπερινὸν φάος . ὅτι ἐν πανσελήνῳ | ||
δεδηγμένος , τηλοῦ προθεῖναι θηρσὶν ὠμησταῖς βορὰν μολόντας εἰς γῆν ἕσπερον Λαιστρυγόνων , ὅπου συνοικεῖ δαψιλὴς ἐρημία . αἱ δ |
ἠξίου παρὰ τὸ Ὁμηρικόν : τί με σπεύδοντα καὶ αὐτὸν ὀτρύνεις ; . . μεθεστηκότων ] ἤτοι μεταστάντων τοῦ εἰπεῖν | ||
ὀρθὸν οὖς ἵστησιν , ὡσαύτως δὲ σὺ ἡμᾶς τ ' ὀτρύνεις καὐτὸς ἐν πρώτοις ἕπῃ . Τοιγὰρ τὰ μὲν δόξαντα |
ἐλεύθερον , τὸν ὑπὲρ τῆς πατρίδος ἅπαντα πολιτευσάμενον , τὸν χορηγὸν πολλάκις ἐκ Διονύσου γεγενημένον , τὸν ὅλης φυλῆς ἑστιάτορα | ||
οὐδὲ αὐτὴ ψυχὴν ἐντίθησι . Δεῖ ἄρα τι εἶναι τὸ χορηγὸν τῆς ζωῆς , εἴτε τῇ ὕλῃ ἡ χορηγία , |
τὸ βρέτας καὶ τὸ εἴδωλον ἤτοι τὸν δούριον ἵππον ὁ ἱπποτέκτων καὶ Ἐπειὸς ὁ ποδαπός ; ὁ πεφρικὼς καὶ φοβούμενος | ||
φησιν . ἡ δὲ σύνταξις οὕτως : ὁ δ ' ἱπποτέκτων Ἐπειὸς ὃς καὶ οὗτος ἀμφὶ Κῖριν καὶ Κυλιστάρνου γάνος |
φίλη δ ' , ἆς κε ζόης , τὸν ὔμοιον ἔχην ἄει . † αἰ γὰρ ὦδε πόῃς , ἄγαθος | ||
. . . [ ] ! [ παιαειον ! ! ἔχην πο ! [ αἰκεη ? ! ? ποικιλασκ ! |
διαυγέα κύκλα προσώπου , δεξιτερῆς ὅρπηκας ἐφαπλώσασα ταθέντας . Ἀλλὰ θοῆι μάστιγι φιλήμερος Ὄρθος ἀνέστη , ἐννύχιον γλυκὺν ὕπνον ἀκοντίζων | ||
καὶ τὸν Δία σέβεσθαι αὐτήν : ἅζετο γὰρ μὴ Νυκτὶ θοῆι ἀποθύμια ῥέζοι [ Ξ ] . ἀλλ ' Ὅμηρος |
τοῦ Ξέρξου . ὡς ἐπῳδῇ δὲ κέχρηται τῷ βάσκε πάτερ Δαρειάν . ἐπιτετάνυσται γὰρ καὶ ἐξήπλωται στυγερὰ καὶ μισητή τις | ||
ἀπὸ τῶν εἰς ΗΝ βαρυτόνων , οἷον : παιάν Ἰάν Δαρειάν Ἀλκμάν τιτάν πελεκάν . Τὰ εἰς ΑΝ σύνθετα ἀπὸ |
ἐλάττω τὰ ἐνδέοντα ᾖ . Καὶ ἴδοις ἂν τὸν μὲν γεωργικὸν μακαρίζοντα τοὺς ἀστικούς , ὡς συνόντας βίῳ χαρίεντι καὶ | ||
: οὐδὲ ἀμείβειν ἐξ ἑτέρου γένεος εἰς ἕτερον , οἷον γεωργικὸν ἐκ νομέος γενέσθαι , ἢ νομέα ἐκ δημιουργικοῦ . |
ἀ [ . ] ωτον ἄτρεπτον ? ? [ ] ἀπερινόητον [ ] , ᾧ [ δουλεύει - ] καὶ | ||
ὅτι ἀπόρρητον , ὅτι οὐδέν ἐστι τῶν πάντων , ὅτι ἀπερινόητον περιτρεπόμεθα τῷ λόγῳ , εἰδέναι χρὴ ὅτι ταῦτα ὀνόματά |
μείνας ἡμερῶν τριῶν κύκλους , τὴν ἵππον ἡτοίμαζε καὶ τὸν ἱππότην , καὶ γῆν σκοπήσας ἀμφιδεξίῳ τρόπῳ ἔστησε πλῆθος χιλίανδρον | ||
ὁ γὰρ τῶν Αἰγυπτίων βασιλεὺς δύναμιν παραλαβὼν οὐκ εὐκαταφρόνητον , ἱππότην καὶ πεζὸν στρατόν , ἐπεξέθει διώκων καὶ σπεύδων καταλαβεῖν |
ῥύεσθε . ποῖον δ ' ἀμείψεσθε γαίας πέδον τᾶσδ ' ἄρειον , ἐχθροῖς ἀφέντες τὰν βαθύχθον ' αἶαν , ὕδωρ | ||
γῆς δηλονότι . Ξ ἄρειον ] ἄρειον πεδίον προείρηται . ἄρειον ] κρεῖττον . θΞ ἐχθροῖσιν ] + ἤτοι τοῖς |
ἀνάγκα καὶ ἥμισυ ἦμεν , εἰ δὲ καὶ ἡμίσεον , ἀνάγκα καὶ διπλάσιον , καὶ ἔστιν καὶ τὸ διπλάσιον αἴτιον | ||
κινέεται τὸ κινεόμενόν ἐστι τὸ πράτως κινέον . ὥτ ' ἀνάγκα τρεῖς εἶμεν τὰς ἀρχάς , τάν τε ἐστὼ τῶν |
πρὸς τὰ ἀφροδίσια . ὁ δὲ Φλωρεντῖνός φησι , τὸν κλιβανίτην ἄρτον ἰσχνῶς πεπλασμένον καὶ ἐν ἡλίῳ ἐξηραμμένον , εὔπεπτον | ||
κάλλιστ ' ὠπτημένον , ἄριστα δὲ ἐζυμωμένον καὶ μάλιστα τὸν κλιβανίτην , οἷον δέχεται : οὗτος γὰρ ἀπέριττος καὶ ἧττόν |
λέων καὶ τὰ λοιπὰ , ὡς εἴρηται , ζῶα ποιοῦσι καλύψει χρώμενα . ἧκε : ἔξω ἔπεμψεν , ἔπεμπε , | ||
φύλαττε σώματος δίχα ῥύψας μέλανσιν ἔνδον ὡς κεκρυμμένην . αὕτη καλύψει κάλλος ἔκλαμπρον σκότει . ῥείθροις κάθαιρε ὡς χιόνα δ |
ἐν μέσοισι Θέμις , εἵνεκεν πεπρωμένον ἦν , φέρτερον πατέρος ἄνακτα γόνον τεκεῖν ποντίαν θεόν , ὃς κεραυνοῦ τε κρέσσον | ||
ἀμφιάνακτας αὐτοὺς ἐκάλουν ἔστι δὲ τοῦ Τερπάνδρου ἀμφ ' ἐμοὶ ἄνακτα ἑκατηβόλον . λείπει δὲ τὸ ἔσο ἢ τὸ χόρευε |
κᾶδος , Ἱέρων , μερίμναισιν : εἰ δὲ μὴ ταχὺ λίποι , ἔτι γˈλυκυτέραν κεν ἔλπομαι σὺν ἅρματι θοῷ κλεΐξειν | ||
ὑφ ' ὧν θάνοι μὲν αὐτός , τὴν δὲ τίκτουσαν λίποι τοῖς οἷσιν αὐτοῦ δύστεκνον παιδουργίαν : γοᾶτο δ ' |
ἰσωνία κόγχος , ἃν τέλλιν καλέομες : ἐστὶ δ ' ἅδιστον κρέας . τὴν τελλίναν δὲ λεγομένην ἴσως δηλοῖ , | ||
δαιμόνων . Καὶ γίνεταί γα τᾶνδε τᾶν χοίρων τὸ κρῆς ἅδιστον ἂν τὸν ὀδελὸν ἀμπεπαρμένον . Ἤδη δ ' ἄνευ |
γάμον φυγὴν ἀνδρῶν ἡμῖν ἐμποιοῦντα . ἀσεβῆ ] ὃν οὐ σέβομεν ἡμεῖς οὐδὲ τιμῶμεν . στασίαρχος ] τῆς συστάσεως ἡμῶν | ||
] , οὔτε ἐπιστάμε ? [ ] - θα οὔτε σέβομεν . ἐν τούτῳ [ ] οὖν πρὸς ἀλλήλους βεβαρβαρώμεθα |
' Ἑρμῆ , μὴ λέγε , ἀλλ ' ἔα τὸν ἄνδρ ' ἐκεῖνον οὗπέρ ἐστ ' εἶναι κάτω : οὐ | ||
τεμένεα νέμεται καὶ δαῖτας ἐΐσας δαίνυται , ἃς ἐπέοικε δικασπόλον ἄνδρ ' ἀλεγύνειν : πάντες γὰρ καλέουσι . πατὴρ δὲ |
οὗτος : τεῖχος Τριτογενεῖ ξύλινον διδοῖ εὐρύοπα Ζεὺς μοῦνον ἀπόρθητον τελέθειν , τὸ σὲ τέκνα τ ' ὀνήσει . μηδὲ | ||
τῶν κεν κατὰ δῆμον ἵκηαι , ἄλλοτε δ ' ἀλλοῖος τελέθειν καὶ χώρωι ἕπεσθαι . εἵματα λυγρὰ φέρων σὺν Ἀρίονι |
ἀποκλῖναι ; Τὸν σόν τοι παράδειγμ ' ἔχων , τὸν σὸν δαίμονα , τὸν σόν , ὦ τλᾶμον Οἰδιπόδα , | ||
λυπεῖν τὸν Δία . στέλλου κομίζου : Πορεύου εἰς τὸν σὸν οἶκον , καὶ φύλαττε τὸν παρόντα νοῦν , ἤγουν |
ὄντως : † ὡς οὐ καθέξω : καὶ δὴ οὐ καθέξω τὸν στρατὸν ἔσω τῶν τειχῶν : καὶ μὴν τὸ | ||
πύλαι στόματος τὰ χείλη . οὐκέτι οὖν , φησὶ , καθέξω τὸν λόγον ἐντὸς τοῦ στόματός μου , τουτέστιν οὐκέτι |
, ἵνα μετέλθω καθάπερ λύκος ἐνεδρεύων , οὐκ εὐθείαις ἀλλὰ σκολιαῖς ὁδοῖς , τουτέστιν οὐχ ἑνὶ τρόπῳ ἀλλὰ παντοῖος ἔσομαι | ||
πραπίδων καρπόν κενεοφρόνων ἑταῖρον ἀνδρῶν πότερον δίκᾳ τεῖχος ὕψιον ἢ σκολιαῖς ἀπάταις ἀναβαίνει ἐπιχθόνιον γένος ἀνδρῶν , δίχα μοι νόος |
ῥύου με κἀκφύλασσε : μηδέ μου κάρα τὸ δυσπρόσοπτον εἰσορῶν ἀτιμάσῃς . Ἥκω γὰρ ἱερὸς εὐσεβής τε καὶ φέρων ὄνησιν | ||
] ὀνειδίσῃς . , λοιδορίαν εἴπῃς , ὑβρίσῃς . , ἀτιμάσῃς . τρυγοδαίμονες ] τραγικοί , οἱ κωμικοὶ ποιηταί , |
τῇ λήψει τοῦ δέρματος ἀροτριάσαι μετὰ τῶν πυριπνόων ταύρων ἐχόντων ἀδαμάντινον ἄροτρον καὶ σπείρειν ὀδόντας δράκοντος : ἐκ δὲ τῶν | ||
στῦλος ἑδραῖός ἐστιν ἐν μέσῳ αὐτῆς , καὶ ὡς τεῖχος ἀδαμάντινον περικυκλοῦν αὐτήν . νῦν οὖν ἀναστάντες ἐξέλθατε πρὸ τοῦ |
τὸ ἐκφοβοῦν σε : προσδέχου : μανιοποιοὶ πότνιαι χωρά - ρίον ἐστὶ βοιωτίας . . ? . παρόσον ἄοινα καὶ | ||
τὸ ἐκφοβοῦν σε : προσδέχου : μανιοποιοὶ πότνιαι χωρά - ρίον ἐστὶ βοιωτίας . . ? . παρόσον ἄοινα καὶ |
ἄν τις διὰ φθόνον , ὕμνον δ ' οὐκ ἂν ἀφανίσειεν . τὰ μὲν ἁμετέρα γλῶσσα : ταῦτα οὖν τὰ | ||
δὲ στεναγμὸς ἀχά τ ' ἦν ὅμοιος , ὁπότε πόλεος ἀφανίσειεν ἁ πτεροῦσσα παρθένος τιν ' ἀνδρῶν . χρόνωι δ |
τοὺς διανειμαμένους τὴν Ἀσίαν καὶ πόλεις οἰκοδομήσαντας πιοτάτην ] λιτρώδη πιοτάτην γεωμορίην ἠπείρου : περίφρασίς ἐστιν : ἤγουν γῆν πιοτάτην | ||
τοὺς Ἴωνας λέγει τοὺς διανειμαμένους τὴν Ἀσίαν καὶ πόλεις οἰκοδομήσαντας πιοτάτην ] λιτρώδη πιοτάτην γεωμορίην ἠπείρου : περίφρασίς ἐστιν : |
στεφάνων τάν τε ἀριδρέπτων ἀοιδάν : Διόθεν τέ με σὺν ἀγλαΐᾳ ἴδετε πορευθέντες ἀοιδαῖς δεύτερον ἐπὶ τὸν κισσοδαῆ θεόν , | ||
εἶπεν , ἀντὶ τοῦ θάλλουσιν , καὶ ἐν εὐθυμίᾳ καὶ ἀγλαΐᾳ καὶ χαρᾷ διάγουσι . . ΚΟΥΡΟΤΡΟΦΟΣ . Κουροκτόνος μὲν |
παρὰ Περσεφόνης ἱεροῖσι δόμοισιν ἰαύων κοιμίζει τριετῆρα χρόνον , Βακχήιον ἁγνόν . αὐτὸς δ ' ἡνίκα τὸν τριετῆ πάλι κῶμον | ||
ἔρρειν τοῦδ ' ἀπόξενος πέδου . ἀλλ ' εἰ μὲν ἁγνόν ἐστί σοι Πειθοῦς σέβας , γλώσσης ἐμῆς μείλιγμα καὶ |
φασὶν ἀντὶ τῆς ἐκτμηθείσης κεφαλῆς ἀναβλαστάνειν ἄλλην , αἰνιττόμενοι τὸ πολύμορφον καὶ πολύγονον τῆς ἀθανάτου κακίας δυσάλωτον γένος . μηδὲν | ||
βίον ἕνα καὶ τὸν αὐτόν , τὸ δέ ἐστιν χρῆμα πολύμορφον καὶ παντοδαπόν , πολλαῖς μὲν τύχαις , πολλοῖς δὲ |
ἐς ὅ τι πρᾶτον μόλοι . οὐκ ἄρ ' ἔμολε πρᾶτον οὐθέν ; οὐδὲ μὰ Δία δεύτερον τῶνδέ γ ' | ||
ἔχον γ ' ἀπό τινος μηδ ' ἐς ὅ τι πρᾶτον μόλοι . οὐκ ἄρ ' ἔμολε πρᾶτον οὐθέν ; |
καὶ ἔξοχον ἄνδρα κιχείη , τὸν δ ' ἀγανοῖς ἐπέεσσιν ἐρητύσασκε παραστάς . πρὸς τὴν τάξιν τῶν ἑξῆς τὸ ἀντίσιγμα | ||
βασιλῆα καὶ ἔξοχον ἄνδρα κιχείη τὸν δ ' ἀγανοῖς ἐπέεσσιν ἐρητύσασκε παραστάς : δαιμόνι ' οὔ σε ἔοικε κακὸν ὣς |
κλέος ὕμνῳ ὡσανεὶ μέλιτι πιαίνων τὴν πόλιν . ἐγὼ δὲ συνεφαπτόμενος σπουδᾷ : καὶ αὐτὸς δὲ ἐγὼ τῇ σπουδῇ συνεφαπτόμενος | ||
εὐρύ , ἤγουν ἐπὶ πολὺν τόπον παραπεμπόμενον . ἐγὼ δὲ συνεφαπτόμενος , ἤγουν συνεργῶν , συλλαμβανόμενος αὐταῖς ταῖς Μούσαις δηλονότι |
: ἀηδόνας τὸ γὰρ Ἄρευι κατθάνην κάλον χαῖρε καὶ πῶ τάνδε δεῦρο σύμπωθι ἀγέρωχος ἄγωνος ἀμάνδαλον ἔον , ἐπιάλτην ἐρρεντι | ||
αὐτόχθονι κόσμῳ . Ἰὲ Παιάν , ἴθι σωτήρ , εὔφρων τάνδε πόλιν φύλασς ' εὐαίωνι σὺν ὄλβῳ . Πυθιάσιν δὲ |
κύπασσιν ἐς μηρὸν μέσον ἐσταλμένος ὅταν δὲ πόντου πεδίον Αἰγαῖον δράμω τύπτου τὸν αὑτοῦ κρᾶτα οὐ γὰρ λόγοις Λάκαινα πυργοῦται | ||
βακχείῳ , οἷον Τίν ' ἀκτάν , τίν ' ὕλαν δράμω ; ποῖ πορευθῶ ; οὗτοι δώδεκα ῥυθμοί τε καὶ |
χορὸς , τὸν ναυτικὸν ἡμῶν λαὸν τὸν ἡττηθέντα παρὰ τῶν Ἰαόνων λέγεις παθεῖν πῆμα ἄελπτον ; ὁ δέ φησι πρὸς | ||
' : εὔδηλα γάρ : νέᾳ νέᾳ δύᾳ δύᾳ : Ἰαόνων ναυβατᾶν κύρσαντες οὐκ εὐτυχῶς . δυσπόλεμον δὴ γένος τὸ |
καὶ ἡμᾶς τὸν αὐτὸν ἐξάγοις τρόπον . Γ οἶόν σε δήσω τῷ ξύλῳ : μόνον , ἵνα ᾖ λέγων , | ||
καὶ μὴ καλῇ , λέγω τίνι ἀπειλεῖ ; ἂν λέγῃ δήσω σε , φημὶ ὅτι ταῖς χερσὶν ἀπειλεῖ καὶ τοῖς |
οἰωνὸν τόνδε , τὸν ἐν τοῖς πτεροῖς ταχύτατον οἰωνὸν τὸν γρῦπα , διευθύνων καὶ ἄγων γνώμῃ καὶ θελήσει οἰκείᾳ , | ||
καὶ τοῦτο ἴσμεν . . . . , : τὸν γρῦπα ἀκούω τὸ ζῶιον τὸ Ἰνδικὸν τετράπουν εἶναι κατὰ τοὺς |
ὄντα καὶ σπεύδοντα τιμωρήσασθαι τὸν ἐχθρόν . οὐκ ἄνδρ ' ὁπλίτην ] οὐ χρή , φησί , ζητεῖν περὶ ἀγαθῆς | ||
γεγόνασιν Ἀρκάσιν ὑπερῆρκε τῇ δόξῃ Δαμάρετος Ἡραιεύς , ὃς τὸν ὁπλίτην δρόμον ἐνίκησεν ἐν Ὀλυμπίᾳ πρῶτος . ἐς δὲ τὴν |
οὐκ Ἰσθμικοὺς ἀγῶνας , ἀλλὰ συμμίκτους , οὓς καὶ αὐτὸν ἐπιλέγειν Πίνδαρον , ἐν μὲν Θήβαις Ἰόλεια ἢ Ἡράκλεια , | ||
Ἀλεξάνδρου . Ἀλέξανδρος δὲ ἐπὶ τοῖσδε μαστιγοῦν ἐκέλευεν αὐτὸν καὶ ἐπιλέγειν τὸν κήρυκα ταὐτὰ ἐκεῖνα ὅσα αὐτὸς τῷ Βήσσῳ ἐν |
ὄντα ἀνεῖλεν ὁ Πέλοψ ταῖς τοῦ Μυρτίλου βουλαῖς . δὶς ἡβήσαντα τουτέστιν ἀναζήσαντα . φησὶν οὖν ὅτι μετὰ τὴν κρεουργίαν | ||
, σὺ δ ' ἄρσενα παῖδα τέκηαι , πέμπε μιν ἡβήσαντα Πελασγίδος ἔνδον Ἰωλκοῦ πατρί τ ' ἐμῷ καὶ μητρὶ |
μὲν βασιλῆα καὶ ἔξοχον ἄνδρα κιχείη , τὸν δ ' ἀγανοῖς ἐπέεσσιν ἐρητύσασκε παραστάς . πρὸς τὴν τάξιν τῶν ἑξῆς | ||
? ? τρομευμένους ? ? [ = ] , [ ἀγανοῖς ' ἔπεσσι ] πάντα θάρσυνεν ? ? λεώ ? |
τὴν πολυτέλειαν εἰσαγαγόντες εἰς τὰς θυσίας , ὅπως ἅμα ταύτῃ ἑσμὸν κακῶν εἰσήγαγον , δεισιδαιμονίαν , τρυφήν , ὑπόληψιν τοῦ | ||
Ἀκραιφνίου πόλεως Σάωνοὗτος δὲ ἦν καὶ ἡλικίᾳ τῶν θεωρῶν πρεσβύτατοςεἶδεν ἑσμὸν μελισσῶν , καὶ παρέστη οἱ , ὅποι ποτ ' |
ἰοῦσα , νῦν δέ σε τεθνηῶτα κιχάνομαι ὄρχαμε λαῶν ἂψ ἀνιοῦς ' : ὥς μοι δέχεται κακὸν ἐκ κακοῦ αἰεί | ||
μέρος ἐξαίρετον ἔνειμεν ἡ φύσις τὸ πρόσωπον αἰσθήσεσιν , ἡ ἀνιοῦς ' ἀφ ' ἡγεμονικοῦ πηγὴ σχιζομένη πολλαχῇ καθάπερ τινὰς |
οἰχομένων Ἑλλάδ ' ἐς αἶαν πιστὰ καλεῖται , καὶ τῶν ἀφνεῶν καὶ πολυχρύσων ἑδράνων φύλακες , κατὰ πρεσβείαν οὓς αὐτὸς | ||
τοῦ Πίστειρα κατὰ συγκοπὴν παντὶ δῆλον ὅτι ληροῦσι . . ἀφνεῶν ] ὀλβίων . . ἑδράνων ] κατοικήσεων . πρεσβείαν |
, συνημμένως ἐρεῖς οὕτω τὸν Δαρεῖον τὸν μόνον τῶν ἄλλων Δαρείων ἄνακτα ὡς ἐκείνων πολλῷ τῷ μέτρῳ ταῖς ἀρεταῖς ὑπερφέροντα | ||
ἐκείνων πολλῷ τῷ μέτρῳ ταῖς ἀρεταῖς ὑπερφέροντα : δέον δὲ Δαρείων εἰπεῖν , Δαρειᾶν εἶπε Δωρικῶς . ἡμέτερα . † |
Ἑρκύνιος δρυμὸς καὶ τὰ τῶν Σοήβων ἔθνη , τὰ μὲν οἰκοῦντα ἐντὸς τοῦ δρυμοῦ , ἐν οἷς ἐστι καὶ τὸ | ||
Πῶς δὲ τρία γένη τῶν Ἑλλήνων ἐστὶ τὰ τὴν χερρόνησον οἰκοῦντα ; εἰ γάρ , ὅτι τὸ παλαιὸν οἱ αὐτοὶ |
μὴ ὄν , πῶς ἂν ὑποβάθρα ἐκεῖνο ; Πάντων τε θαυμαστότατον τὸ τῇ αἰσθήσει πιστουμένους ἕκαστα τὸ μὴ τῇ αἰσθήσει | ||
τελειότερον αὐτῶν καὶ ἐμψυχότερον : τοῦτο γάρ ἐστι τὸ πάντων θαυμαστότατον , εἰ ἐμψυχότερόν ἐστι τὸ σῶμα τούτων , οἷς |
. οὐχ ὡς δοκεῖ γυναῖκα λαμβάνει μόνον , ὁμοῦ δὲ τῇδ ' ἐπεισκομίζεται λαβών καὶ δαίμον ' ἤτοι χρηστὸν ἢ | ||
ἐπίγραμμα , κεραυνωθῆναι αὐτόν , λέγον οὕτως : Θρήϊκα χρυσολύρην τῇδ ' Ὀρφέα Μοῦσαι ἔθαψαν , ὃν κτάνεν ὑψιμέδων Ζεὺς |
ῥῆμα μονοσύλλαβον , ἀπὸ τοῦ καλῶ συγκοπέν : οὗ μέλλων κλήσω . ὄνομα κλῆρος : ὁ καλῶν ἐφ ' ἑαυτὸν | ||
' ἕδραν , θηρονόμε Πάν , χθόν ' Ἀρκάδων , κλήσω γραφῇ τῇδ ' ἐν σοφῇ πάγκλειτ ' ἔπη συνθείς |
τροφόν , εἰ μή τι κάλλιον ἔχομεν ἄλλο θέσθαι : γεωργικῇ δὲ καὶ θηρευτικῇ καὶ γυμναστικῇ καὶ ἰατρικῇ καὶ μαγειρικῇ | ||
βίον καὶ βουλόμενος τοὺς παῖδας αὐτοῦ ἐμπείρους ποιῆσαι ἐν τῇ γεωργικῇ προσκαλεσάμενος αὐτοὺς ἔφη : ” τεκνία , ἐγὼ τοῦ |
Δαίδαλος δὲ ποιήσας πτέρυγας προσθετὰς ἐξῆλθε μετὰ τοῦ Ἰκάρου : νοῆσαι δὲ ἄνθρωπον πετόμενον ἀμήχανον καὶ ταῦτα πτέρυγας ἔχοντα προσθετάς | ||
ἀνδρὸς . δρόμος τοῦ ἀνδρὸς . ὁ δρόμος . φαίνεται νοῆσαι . φέρει ] ἡμῖν . πρᾶγμα . ἀγαθὸν . |
ὑβρίζει : τοῦτο δὲ ἐποίουν οἱ κωμικοὶ ποιηταί . παρθένοι ὀμβροφόροι : ἡ ἀντῳδὴ . . . τῇ ᾠδῇ δεκαέξ | ||
ἐστὶν ιδʹ ὁμοίων κατὰ πάντα τοῖς τῆς ἄνωθεν ᾠδῆς . ὀμβροφόροι ] αἱ φέρουσαι τὸν ὄμβρον . ἢ τὸν βρόχον |
ἀρρήτοις , αἷς χρῆται , ἀχαλίνωτον μὲν διὰ μέγεθος , εὐήνιον δὲ κινεῖται καὶ εὐάγωγον . καὶ παράδειγμα μὲν οὐκ | ||
ἐκεῖνον εἰκὸς μεταβεβληκέναι τοὺς τρόπους , ἀλλ ' ἡμᾶς οὐκ εὐήνιον παρεσχῆσθαι τὴν πόλιν . Οὕτως ἐξετάζων , ὦ ἄνδρες |