διαλέκτῳ γέγονε λίττομαι , παρέσει δὲ τοῦ ἑτέρου τ γεγένηται λίτομαι . ὁ δ ' αὐτὸς καὶ περὶ τοῦ ἀνύτω
φρικώδη ἔχουσαι , πνεύμασιν ἀντίσπαστοι ἐπιδρομάδην παταγεῦσαι , ὑμᾶς νῦν λίτομαι , δροσοείμονες , εὔπνοοι αὔραις , πέμπειν καρποτρόφους ὄμβρους
6795232 πανυπερτατε
κόσμοιο μέρος , στοιχεῖον ἀμεμφές , παμφάγε , πανδαμάτωρ , πανυπέρτατε , παντοδίαιτε , αἰθήρ , ἥλιος , ἄστρα ,
δικαιοσύνης , φιλονάματε , δέσποτα κόσμου , πιστοφύλαξ , αἰεὶ πανυπέρτατε , πᾶσιν ἀρωγέ , ὄμμα δικαιοσύνης , ζωῆς φῶς
6685903 μακαιρα
Τιτᾶνι λοχευθεῖσαν κατ ' ἀκροτάτας κορυφᾶς Διός , ὦ † μάκαιρα † Νίκα , μόλε Πύθιον οἶκον , Ὀλύμπου χρυσέων
τῷ γʹ : τὸ δʹ “ ἥ τ ' Ἐφέσου μάκαιρα πάγχρυσον ἔχεις ” ὅμοιον τῷ δʹ : τὸ εʹ
6473387 πολυολβε
τε καὶ Εὐνομίης βαθυκόλπου , Ἀγλαΐη Θαλίη τε καὶ Εὐφροσύνη πολύολβε , χαρμοσύνης γενέτειραι , ἐράσμιαι , εὔφρονες , ἁγναί
καὶ Ζηνὸς ἄνακτος , Εὐνομίη τε Δίκη τε καὶ Εἰρήνη πολύολβε , εἰαριναί , λειμωνιάδες , πολυάνθεμοι , ἁγναί ,
6438234 ἁλιων
κλῦθι Νυμφᾶν ἁβρᾶν Δῶρι , κυμοκτύπων τ ' ἤραν ' ἁλίων μυχῶν . Σοὶ μὲν εὔιππος εὔπωλος ἐγχέσπαλος δῶκεν αἰχμὰν
καταγρ [ ἐκ τᾶς θαλάσσας τ [ Ναῦται βυθοκυματοδρόμοι , ἁλίων Τρίτωνες ὑδάτων , καὶ Νειλῶται γλυκυδρόμοι τὰ γελῶντα πλέοντες
6418914 ἀελιου
: εἰ δὲ τέθριππά γ ' ἔθ ' ἅρματα λεύσσων ἀελίου τάδε σώματα νεκρῶν ὄμματος αὐγαῖς σαῖς ἐπενώμας ; τῶν
δὲ ὠιδήν , ἧς ἡ ἀρχή ἀοῖον ἀεροφοίταν ἀστέρα μείνωμεν ἀελίου λευκῆι πτέρυγι πρόδρομον [ . ] . φαίνεται δὲ
6415676 ὑπερτατον
καὶ ἐκ σέθεν ἐρρίζωνται : εἴτ ' οὖν αἰθέρος οἶκον ὑπέρτατον εἴτ ' ἄρα πάντῃ ναιετάεις : θνητῷ γὰρ ἀμήχανον
οὔτε παρ ' ἀντιθέῳ Κάδˈμῳ : λέγονται μὰν βροτῶν ὄλβον ὑπέρτατον οἳ σχεῖν , οἵτε καὶ χρυσαμπύκων μελπομενᾶν ἐν ὄρει
6387737 ἀνασσα
ἐστί μοι βουλεύματα . εὖ τόδ ' ἴσθι , γῆς ἄνασσα τῆσδε , μή σε δὶς φράσειν μήτ ' ἔπος
τῆμόσδε τάμοιο . εἰ δ ' ἄρα Τοξευτῆρι φάοι ταυρῶπις ἄνασσα , μὴ σύγε πυροῖσιν βαλέειν χθόνα βωτιάνειραν , μηδὲ
6367666 κουρε
Ἱππόβοτός γέ τοί φησι λέγειν Ἐμπεδοκλέα , Τήλαυγες , κλυτὲ κοῦρε Θεανοῦς Πυθαγόρεώ τε . σύγγραμμα δὲ φέρεται τοῦ Τηλαύγους
' ἢ εἰ χρυσὸν ἔδωκεν . Ἤλυθες , ὦ φίλε κοῦρε : τρίτῃ σὺν νυκτὶ καὶ ἠοῖ ἤλυθες : οἱ
6366827 πολυωνυμε
ῥοίζοισι τινασσομένη κατὰ χεῦμα . ἀλλά , μάκαιρα θεά , πολυώνυμε , παμβασίλεια , ἔλθοις εὐμενέουσα καλῶι γήθοντι προσώπωι .
' , ἐπιλήνιε Βάκχε , διμάτωρ , σπέρμα πολύμνηστον , πολυώνυμε , λύσιε δαῖμον , κρυψίγονον μακάρων ἱερὸν θάλος ,
6354461 Εὐβουλευ
[ χθονίων ] καθαρά , χθονίων βασίλεια , Εὖκλε καὶ Εὐβουλεῦ καὶ ὅσοι θεοὶ δαίμονες ἄλλοι : καὶ γὰρ ἐγὼν
ἄριστε , ἁβροκόμη , φιλέρημε , βρύων ὠιδαῖσι ποθειναῖς , Εὐβουλεῦ , πολύμορφε , τροφεῦ πάντων ἀρίδηλε , κούρη καὶ
6351628 κυανεας
κυανόπτερος ὄρνις εἴθ ' εἴην , πευκᾶεν σκάφος ἇι διὰ κυανέας ἐπέρασεν ἀκτάς , πρωτόπλοος πλάτα . ὦ παῖ ,
ἀμφικαλύψηι , ἔλθηι δ ' ἐς σκιερὸν χῶρον ἀποφθιμένων , κυανέας τε πύλας παραμείψεται , αἵτε θανόντων ψυχὰς εἴργουσιν καίπερ
6328242 παμβασιλεια
ἐσθλὸν ὀπάζων . Ἱμερόεσς ' , ἐρατή , πολυθάλμιε , παμβασίλεια , κλῦθι , μάκαιρ ' Ὑγίεια , φερόλβιε ,
, σὺ δέ κεν θυμηδέα νόστον ἕλοιο ; μὴ τόγε παμβασίλεια Διὸς τελέσειεν ἄκοιτις , ᾗ ἔπι κυδιάεις : μνήσαιο
6317330 καρποισι
' ἐπὶ ἔργα χέρας φέρον : ἀμφὶ δ ' ἀλωαὶ καρποῖσι βρίθοντο : μέλαινα δὲ γαῖα τεθήλει . Αἰπύτατον δ
δονοῦνται , τὰ βροτῶν δ ' ἔλαμψεν ἔργα , † καρποῖσι γαῖα προκύπτει , καρπὸς ἐλαίας † προκύπτει : †
6316569 ναιεταουσαν
ὥς φησιν ὁ Ἐμπεδοκλῆς καταμανθάνων ἔνθ ' . . . ναιετάουσαν . τοῦτο μὲν ἐν κόγχαισι θαλασσονόμων βαρυνώτοις , ναὶ
, Ἠέλιος δ ' ἵπποις θυμήρεα δόρπον ὀπάζει , ὕλῃ ναιετάουσαν , ἵνα δρόμον ἐκτελέσωσιν ἄτρυτοι , καὶ μή τιν
6285435 αἰγλαν
ἀδελφῷ Ἰφικλεῖ διδύμῳ ὄντι ἐκφυγὼν τὴν ὠδῖνα . θαητὰν εἰς αἴγλαν : τὴν λαμπρὰν ἡμέραν καὶ θαυμαστήν . ἄλλως .
τήνδ ' ἐμβαίνουσα κέλευθον ; τί φέγγος , τίν ' αἴγλαν ἐδίφρευε τόθ ' ἅλιος σελάνα τε κατ ' αἰθέρα
6280517 ναιεις
Χρησμός : Πῖν ' οἶνον τρυγίαν , ἐπεὶ οὐκ Ἀνθηδόνα ναίεις , οὐδ ' ἱερὰν Ὑπέραν , ὅθι γ '
δηλοῖ , ἣν ἐδωρήσατο τῇ περσεφόνῃ ὁ ζεύς : ἥτις ναίεις καὶ οἰκεῖς ἐπὶ τοῦ μηλοβότου ἀκράγαντος , τοῦ ὁμωνύμου
6270899 Κλυθι
Δωδωναῖε . ” καὶ ὁ Λύκιος τὸν Ἀπόλλωνα , “ Κλῦθι ἄναξ , ὅς που Λυκίης ἐν πίονι δήμῳ εἶς
ἵππου εὔχετ ' ἐπ ' ἀκαμάτῳ Τριτωνίδι χεῖρας ὀρέξας : Κλῦθι , θεὰ μεγάθυμε , σάου δ ' ἐμὲ καὶ
6255103 μεγασθενες
τούτῳ σχεδὸν ὃν πάνυ καλῶς ποιητὴς προσεῖπεν ἕτερος , Δωδωναῖε μεγασθενὲς ἀριστοτέχνα πάτερ . οὗτος γὰρ δὴ πρῶτος καὶ τελειότατος
τούτῳ σχεδὸν ὃν πάνυ καλῶς ποιητὴς προσεῖπεν ἕτερος , Δωδωναῖε μεγασθενὲς ἀριστοτέχνα πάτερ . οὗτος γὰρ δὴ πρῶτος καὶ τελειότατος
6227978 σελαγειται
ὄμμα . . . αἰθέρος : τὸν ἥλιον λέγει . σελαγεῖται : ἐκπυροῦται , λάμπει . λάμπραις . μαρμαίρειν γὰρ
κελαδήματα καὶ πόντον κελάδοντα βαρύβρομον : ὄμμα γὰρ αἰθέρος ἀκάματον σελαγεῖται μαρμαρέαισιν αὐγαῖς . ἀλλ ' ἀποσεισάμεναι νέφος ὄμβριον ἀθανάτας
6214730 ὀμβριμοθυμε
ἔχων μνήμην σέο πέμπε , φέριστε . Ἄρρηκτ ' , ὀμβριμόθυμε , μεγασθενές , ἄλκιμε δαῖμον , ὁπλοχαρής , ἀδάμαστε
ἔκγονε σεμνή , δῖα , μάκαιρα θεά , πολεμόκλονε , ὀμβριμόθυμε , ἄρρητε , ῥητή , μεγαλώνυμε , ἀντροδίαιτε ,
6211199 εὐιε
ἐκεῖς ' ἄγε με , Βρόμιε Βρόμιε , πρόβακχ ' εὔιε δαῖμον . ἐκεῖ Χάριτες , ἐκεῖ δὲ Πόθος ,
πολυώνυμε , λύσιε δαῖμον , κρυψίγονον μακάρων ἱερὸν θάλος , εὔιε Βάκχε , εὐτραφές , εὔκαρπε , πολυγηθέα καρπὸν ἀέξων
6198032 εὐιερον
φάλητι παιδογόνῳ δυνατὸν Κύπριδος ἔργα τελεῖν . ἕρκος δ ' εὐίερον περιδέδρομεν : ἀέναον δὲ ῥεῖθρον ἀπὸ σπιλάδων πάντοσε τηλεθάει
βασίλεια , ψυχῆς ἐκπέμπειν οἶστρον ἐπὶ τέρματα γαίης , εὐμενὲς εὐίερον μύσταις φαίνουσα πρόσωπον . Δεῦρο , Τύχη : καλέω
6191505 ἁμερα
: δύσφημος : βλάσφημος . Ἡμέρα τὸ η η : ἁμέρα γὰρ λέγουσι Δωριεῖς : διὸ καὶ τὰ παρ '
ἔργα εἶπε δίαυλον καὶ ὁπλιτικὸν δρόμον καὶ στάδιον . ποδαρκὴς ἁμέρα θῆκεν : ἤτοι ἡ πρὸς τὸν δρόμον τότε ἀποκληρωθεῖσα
6191195 πολυολβον
Ἀνδρομέδα κάλαν ἀμοίβαν . . . Ψάπφοι , τί τὰν πολύολβον Ἀφροδίταν . . . ; ζὰ . . .
θνητῶν παμποίκιλός ἐστιν : οἷς μὲν γὰρ τεύχεις κτεάνων πλῆθος πολύολβον , οἷς δὲ κακὴν πενίην θυμῶι χόλον ὁρμαίνουσα .
6186772 παγκρατες
λέγεται ἀπειλῆφθαι ἐν οὐρανῷ ἀθανασίᾳ τιμηθείς . ἄλλως . πῦρ παγκρατές : τὸ πάντων κρατοῦν καὶ δεσπό - ζον διὰ
πηλίου , ἵνα αὐτὸν οἱ κένταυροι φονεύσωσιν : Πῦρ δὲ παγκρατές . τὴν εἰς πυρὸς καὶ λεόντων φύσιν μεταμόρφωσιν τῆς
6176698 θνατοις
εἶδος ἔχουσα πετροῦται : στενάχει δ ' ὑψιπαγὴς Σίπυλος . θνατοῖς ἐν γλώσσᾳ δολία νόσος , ἇς ἀχάλινος ἀφροσύνα τίκτει
: ἀνάλγητα γὰρ οὐδ ' ὁ πάντα κραίνων βασιλεὺς ἐπέβαλε θνατοῖς Κρονίδας : ἀλλ ' ἐπὶ πῆμα καὶ χαρὰ πᾶσι
6170615 Βρομιοιο
τένοντα καὶ βίον ἱμερόεντα βροτοῖς πολύολβον ἀνεῖσα , αὐξιθαλής , Βρομίοιο συνέστιος , ἀγλαότιμος , λαμπαδόεσς ' , ἁγνή ,
καὶ πίονα μῆλα , ῥοιαί τε σταφυλαί τε , θεοῦ Βρομίοιο τιθῆναι πρόσφατος , ἥν θ ' ἁμάμαξυν ἐπίκλησιν καλέουσι
6159018 Πιεριδων
' ὑπέροπˈλον ἥβαν δρέπων , σοφίαν δ ' ἐν μυχοῖσι Πιερίδων : τίν τ ' , Ἐλέλιχθον , ἄρχεις ὃς
αἰὲν ἐπιχθονίοισιν ἀοιδοὶ καὶ μένος ἀείσουσιν ἐμῇ ἰότητι καὶ ἄλλων Πιερίδων . Σὺ δὲ μή τι κελαινῷ πένθεϊ θυμὸν δάμνασο
6151698 φερεσβιος
τοῖς νεκροῖς ἐπιχεομένη , οὐ καθολικῶς , ὡς μέλαινα καὶ φερέσβιος . Ζηνόδοτος δὲ ἠθέτει : παρὰ Ἀριστοφάνει δὲ οὐκ
ἠθέτει : παρὰ Ἀριστοφάνει δὲ οὐκ ἦν . . . φερέσβιος . Π , , . , φερέσβιος , .
6137675 Ἰοβακχ
ἱκέτας ? ? [ ] κατάσχῃ . Εὐοῖ ὦ [ Ἰόβακχ ] ' ὦ ἰὲ Παιάν : δεῖξαι [ ]
Εὔβοιά - ] [ ] τε καλλίκαρπος : Εὐοῖ ὦ Ἰόβακχ [ ' ὦ ἰὲ ] Παιάν : πᾶσα δ
6131824 Μοις
, ταύτην ἀποδοὺς τὴν ἐξήγησιν τῶν προκειμένων . ἐν δὲ Μοῖς ' ἁδύπνοος : ποῦ δὲ ἡ μουσικὴ ἀνθεῖ καὶ
: γλυκὺ γὰρ αὐτῷ μέλος ὀφείλων ἐπιλέλαθ ' : ὦ Μοῖς ' , ἀλλὰ σὺ καὶ θυγάτηρ Ἀλάθεια Διός ,
6119113 ἀφθιτος
αὐτὴν φυλάττει γραφήν : οἷον , ἀκλινής : εὐκρινής : ἄφθιτος : κατάκριτος . Κοίτη ἀπὸ τοῦ κῶ ῥήματος ,
τόσσον ἐλαφρότατοισι περιπροφέρουσι πόδεσσιν Κάσπειροι μετὰ φῦλα τά τ ' ἄφθιτος ἔλλαχεν ἠώς . ἔδει οὖν ὡς Στάγειρος Σταγειρίτης ,
6110509 κλειταν
οὕτω γὰρ ἔχει πρὸς τὸ μέτρον οἰκείως : τὸ δὲ κλειτὰν οὐ καλόν . Κεῖρεν ] Τὸ κεῖραι μεταφορικῶς εἴρηκεν
οὕτω γὰρ ἔχει πρὸς τὸ μέτρον οἰκείως . τὸ δὲ κλειτὰν οὐ καλόν : χλιαρόν . ἀντὶ μιᾶς . [
6102939 Πρωτα
αὐτοῦ ἅρμα . Ναυσιφορήτοις ] Τοῖς ἐν ναυσὶ φερομένοις . Πρώτα ] Κατ ' ἀρχὰς τοῦ πλοῦ . Χάρις ]
αὐτοῦ ἅρμα . Ναυσιφορήτοις ] Τοῖς ἐν ναυσὶ φερομένοις . Πρώτα ] Κατ ' ἀρχὰς τοῦ πλοῦ . Χάρις ]
6102762 λυρη
τουτέων , κοίη ἐκείνου ἀοιδή , κοίη δὲ καὶ ἡ λύρη , κοῖος δὲ καὶ ταῦρος ἢ ὁκοῖος λέων Ὀρφέος
τὴν λύρην ἅπασαν : κἀγὼ μὲν ἦιδον ἄθλους Ἡρακλέους , λύρη δέ ἔρωτας ἀντεφώνει . χαίροιτε λοιπὸν ἡμῖν , ἥρωες
6100029 δεξο
λιπαυγῆ , Ζεῦ χθόνιε , σκηπτοῦχε , τάδ ' ἱερὰ δέξο προθύμως , Πλούτων , ὃς κατέχεις γαίης κληῖδας ἁπάσης
ὦ ? θύγατερ Σχοινῆος , ἀμείλιχον [ ἦτορ ἔχουσα , δέξο ] ? τάδ ' ἀγλαὰ ? [ ] δῶρα
6098578 χαιροις
, καὶ σκευασία μὴ μί ' ᾖ τῆς μουσικῆς . χαίροις , Ὑψιπύλη φίλη . τοὺς ἐμοὺς πλέκω κορύμβους .
βροτοβάμων : τῇ σύριγγι , ὦ Πάν , τὴν ψυχὴν χαίροις . βροτοβάμονα δὲ εἴρηκε τὸν Πᾶνα ὡς πετροβάτην ἀπὸ
6090830 ἀννεφελος
ἀνάγκη . ἀννέφελος : “ ἀλλὰ μάλ ' αἴθρη πέπταται ἀννέφελος . ” ἀναστήσας κατὰ μὲν τὴν ἡμετέραν ἔννοιαν “
. ] Πᾶς [ δὲ γάθησε ] πόλος οὐράνιος [ ἀννέφελος ἀγλαός , ] [ νηνέμους ] δ ' ἔσχεν
6077097 ἀντελλειν
ἤματι καὶ λιθιῶντα . ἣν κέλομαί σε λαβεῖν φαεσιμβρότου Ἠελίοιο ἀντέλλειν μέλλοντος ἐπὶ χθόνα φέγγος ἐρυθρόν ὥρῃ ἐν εἰαρινῇ ,
σὲ μὲν μία φῆμις ἀοιδῶν Ῥοιτείῃς ἀμάθοισι δεδουπότος Αἰακίδαο εἴαρος ἀντέλλειν γεγραμμένα κωκύουσαν . γραπτὰ ὑάκινθος : διὰ τὸ ἐγγεγράφθαι
6075930 εὐμενεως
, μάκαρ , λίτομαί σε κεκραμένον ἡδὺν ἱκάνειν σώζοντ ' εὐμενέως μύστας θείοισιν ἐπ ' ἔργοις . Κικλήσκω σε ,
τε καμόντων ἡρώων , γουνοῦτο δ ' ἀπήμονας εἶναι ἀρωγούς εὐμενέως καὶ νηὸς ἐναίσιμα πείσματα δέχθαι . αὐτίκα δ '
6074718 κλεεννας
] ? ? [ [ ] ! νεως πυκιν [ κλεέννας ] Δίος ἀγγέλω [ ] ? ? ! !
] ? ? [ [ ] ! νεως πυκιν [ κλεέννας ] Δίος ἀγγέλω [ ] ? ? ! !
6070162 σκηπτουχε
: ἄν ποτε . Μάκαρ : Σεβῆρε , Ἀντωνῖνε . σκηπτοῦχε : βασιλεῦ , ὁ τὰ σκῆπτρα κρατῶν , ὁ
φρεσὶ μυρίον ἄλγος μνησάμενος σφοῦ παιδὸς ἐύφρονος Ἀντιλόχοιο : Ἀργείων σκηπτοῦχε , μέγα κρατέων Ἀγάμεμνον , νῦν μὲν ἀποσχώμεσθα δυσηχέος
6069435 ἀνωγα
ξένῳ γένωμαι τῷδε χειρωθεὶς βίᾳ ; ἴθ ' , ὡς ἄνωγα , σὺν τάχει . Τοῦτον δ ' ἐγώ ,
, πάρος κακότητι πελάσσαι : ὁπλοτέρῃσι δὲ πάγχυ τάδε φράζεσθαι ἄνωγα . νῦν γὰρ δὴ παρὰ ποσσὶν ἐπήβολός ἐστ '
6063611 ὁμοιης
ἀγέμεν ποτὶ δῶμα ἀλλ ' ὅστις γενεῆς ἒξ εὔχεται εἶναι ὁμοίης . ὅς ποτ ' , ἐπεὶ πάτρης ἐξήγαγε δῖον
τοι φίλα ἔργα τέτυκται : νῦν δὲ καὶ αὐτὴ δῆθεν ὁμοίης ἔμμορες ἄτης , δῶκε δ ' ἀνιηρόν τοι Ἰήσονα
6060954 σωτειρα
, παῖ Ζηνὸς Ἐλευθερίου , Ἱμέραν εὐρυσθενέ ' ἀμφιπόλει , σώτειρα Τύχα . τὶν γὰρ ἐν πόντῳ κυβερνῶνται θοαί νᾶες
βοτήρ : καὶ ἀπὸ τοῦ βοτὴρ βότειρα , ὡς σωτὴρ σώτειρα καὶ Δημήτηρ Δημήτειρα , καὶ βότης , ὅπερ καὶ
6051840 μολπα
βινεῖ ] . σεμναὶ δ ' αὐλῶν ἀγαναὶ φωναί , μολπά , κλαγγὰ θράττει , [ νεῖται ] πνεῖται .
ἀραρότα : ἡρμοσμένον παντὶ κράτει τοῦ Διός . χλιδῶσα δὲ μολπά : τρυφῶσα δὲ ἡ μολπὴ τῶν ἐπέων ἀντιάσει πρὸς
6048215 εὐφρονηι
τ ! [ ἐν τῆι τεκούσηι [ ] δ ' εὐφρόνηι ? [ ὁ ? μέν ? τις ἄστρων φ
δὲ πῶλοι Θρηικίων ἐξ ἁρμάτων λευκαὶ δέδενται , διαπρεπεῖς ἐν εὐφρόνηι : στίλβουσι δ ' ὥστε ποταμίου κύκνου πτερόν .
6047472 εὐφρονι
: μερμήρας δ ' ἀπόπαυε κακάς , δὸς δ ' εὔφρονι θυμῶι μέτρ ' ἥβης τελέσαντ ' ἔργματα σωφροσύνης .
βίου μαλακόφρονα δόξαν . Κλῦτέ μου , Εὐμενίδες μεγαλώνυμοι , εὔφρονι βουλῆι , ἁγναὶ θυγατέρες μεγάλοιο Διὸς χθονίοιο Φερσεφόνης τ
6041900 Δαλον
ἢ τὸν περίπατον . Πυρὸς βέλος : ἢ πῦρ . Δαλόν : λέγω . ἐϋδμήτων : μεγαλοδομήτων . Ἁλιεύς :
ἢ τὸν περίπατον . Πυρὸς βέλος : ἢ πῦρ . Δαλόν : λέγω . ἐϋδμήτων : μεγαλοδομήτων . Ἁλιεύς :
6034459 οεσσα
[ [ ] ! σαν ? ? [ [ ] όεσσα [ [ ] [ [ ] [ [ ]
] σεται ? ἄφθιτος ? ? ἀρχή : [ ] όεσσα σελήνη ? ? [ ] ? : [ ]
6031531 φαεσιμβροτου
ἔστιν ἄκος πανάριστον , ὅθεν καὶ λάμβανε ποίην μήνης αὐξομένης φαεσιμβρότου Ἠελίου τε ἀντέλλειν μέλλοντος ἐπὶ χθόνα φέγγος ἐρυθρόν .
ἐπίστασθαι καλῶς . Γᾶ καὶ παννύχιος σελάνα καὶ λαμπρόταται θεοῦ φαεσιμβρότου αὐγαί , ἀγγελίαν μοι ἐνέγκαι , ἰαχήσατε δ '
6027710 μακαρ
ἀλλ ' οὐ γὰρ ὀρθῶς ταῦτα κρίνουσιν θεοί . ὦ μάκαρ , οἵας ἔλαχες τιμάς , Ἱππόλυθ ' ἥρως ,
Φερσεφόνειαν ἀχθεὶς ἐξετράφης φίλος ἀθανάτοισι θεοῖσιν . εὔφρων ἐλθέ , μάκαρ , κεχαρισμένα δ ' ἱερὰ δέξαι . Κικλήσκω Βάκχον
6026197 Νυξ
βουλήν . ἐκ Χάεος δ ' Ἔρεβός τε μέλαινά τε Νὺξ ἐγένοντο . Γαῖα δέ τοι πρῶτον μὲν ἐγείνατο ἶσον
σεύεσθ ' ἐν τεύχεσσιν ἑοῦ πατρός : ἀλλά μιν ἔσχε Νὺξ ἥ τ ' ἀνθρώποισι λύσιν καμάτοιο φέρουσα ἔσσυτ '
6023049 Βακχου
ἡδεῖ . ἰδίως δὲ τέταχεν . ἢ ἀντὶ τοῦ ἡδέως Βάκχου ] τοῦ οἴνου σιλφιόεσσαν δὲ λίτρην , ἀντὶ τοῦ
τάχιστα λέγων εὖ , οἵπερ καὶ ῥήιστης εἰσὶ διδασκαλίης . Βάκχου μέτρον ἄριστον ὃ μὴ πολὺ μηδ ' ἐλάχιστον :
6019598 πανδαματωρ
ἕλκος ἀκέσσεται . οἷσι δ ' ἀνάσσει , αὐτὸς ὁ πανδαμάτωρ βουληφόρος ἐστὶ βροτοῖσιν . αὐτὸς καὶ ποθέοντι τότε χραίσμησε
' ἡ μεγάλη Μοῖρα κομίζει γνώμη τε φίλων , χὠ πανδαμάτωρ δαίμων ὃς ταῦτ ' ἐπέκρανεν . Χωρῶμεν δὴ πάντες
6010241 ἀοιδαις
λήγετε Μοῖσαι , ἀθανάτων τὸν ἄριστον , ἐπὴν † ἀείδωμεν ἀοιδαῖς : ἀνδρῶν δ ' αὖ Πτολεμαῖος ἐνὶ πρώτοισι λεγέσθω
σοφοί ἅρμοσαν , γινώσκομεν : ἁ δ ' ἀρετὰ κλειναῖς ἀοιδαῖς χρονία τελέθει : παύροις δὲ πράξασθ ' εὐμαρές .
6000016 ζευξασα
, γεννοδότειρα , φίλανδρε , ποθεινοτάτη , βιοδῶτι , ἡ ζεύξασα βροτοὺς ἀχαλινώτοισιν ἀνάγκαις καὶ θηρῶν πολὺ φῦλον ἐρωτομανῶν ὑπὸ
? ? [ ] ἀνδράσιν εὐάντητος ἐφ [ ] Τριπτολέμῳ ζεύξασα δρακοντείων [ ζυγὰ ] δίφρων ? ? ? ?
5999522 ˘˘˘˘˘
– – – ˘˘ – ] έχεται ? ? πεδίων ˘˘˘˘˘ – – – ] οι : θεῶν – ˘˘˘˘
– – ˘˘˘ – – ] ος αὐδάν ? : ˘˘˘˘˘ – – γυναικῶν ] ἑδˈνώσεται ˘˘ – – ×
5998378 Γαια
! ! ! ! ! ! ] υ 〛 τέκε Γαῖα πελώρ [ ! ! ! ! ! ! !
τῶν ὑφ ' ὑμῖν . καὶ τὸ Ὁμήρῳ λεχθὲν „ Γαῖα δ ' ἔτι ξυνὴ πάντων „ ὑμεῖς ἔργῳ ἐποιήσατε
5995188 τιθηναις
ἐπίπνευσον ἀμεμφής [ ] εὐμενὲς ἦτορ ἔχων , σὺν ἐυζώνοισι τιθήναις . Σκιρτηταὶ Κουρῆτες , ἐνόπλια βήματα θέντες , ποσσίκροτοι
: ἵν ' ὁ Βακχιώτας ἀεὶ Διόνυσος ἐμβατεύει θείαις ἀμφιπολῶν τιθήναις . Θάλλει δ ' οὐρανίας ὑπ ' ἄ -
5989195 κευθεα
γούνατ ' ἐρεῖσαι ζῳόν τ ' ἐν φθιμένοισι μολεῖν ὑπὸ κεύθεα γαίης . Ἄδμητος δ ' ἀφίκανε Φεραιόθεν , ᾧ
κινητικῶν : στάλικες τὰ πολυβέργια . Ἰδμοσύνῃσιν : ἐμπειρίαις . κεύθεα : βάθη . Ἐσσυμένως : ὡρμημένως . δύοιτο :
5987683 ἑσπεσθαι
. σχέτλιος , ἦ μὲν ἔμελλε καὶ αὐτῷ πότμος ὁμοῖος ἑσπέσθαι παρὰ βωμὸν ἀληθέος Ἀπόλλωνος ὕστερον , ὁππότε μιν ζαθέου
ἦ μάλα δή τινα Κύπρις Ἀχαιϊάδων ἀνιεῖσα Τρωσὶν ἅμ ' ἑσπέσθαι , τοὺς νῦν ἔκπαγλ ' ἐφίλησε , τῶν τινα
5978237 μακαιρ
: πάντα γὰρ ἐργάσιμον βίοτον θνητοῖσι πορίζεις . ἀλλά , μάκαιρ ' , ἁγνή , μύσταις ἱερὸν φάος αὔξοις .
γὰρ τιμαὶ μακάρων μυστήριά θ ' ἁγνά . ἀλλά , μάκαιρ ' , ἔλθοις κεχαρημένη εὔφρονι βουλῆι εὐιέρους ἐπὶ μυστιπόλου
5966968 ἐχοισα
ὁ φαινόλης ἐστὶν ἐν Ῥίνθωνος Ἰφιγενείᾳ τῇ ἐν Ταύροις : ἔχοισα καινὰν φαινόλαν καπαρτίω . ὁ δὲ σάραπις , Μήδων
, ἢ ὅτι αὐτὴ μέγα ἐν ταῖς πόλεσιν ἰσχύει . ἔχοισα κλαῖδας : τῆς μὲν εἰρήνης κατὰ τὸ φυλακτικὸν ,
5965742 αἰολομορφε
, αἰὲν ἐοῦσα , δρυμονία , σκυλακῖτι , Κυδωνιάς , αἰολόμορφε : ἐλθέ , θεὰ σώτειρα , φίλη , μύστηισιν
φύσεως ἄτλητον ἀνάγκην , κυανόχρως , ἀδάμαστε , παναίολε , αἰολόμορφε , πανδερκές , Κρονότεκνε , μάκαρ , πανυπέρτατε δαῖμον
5962952 τιθηναι
, καὶ αὗται . Βάκχοιο : Διονύσου . Βάκχαι : τιθήναι παρδάλεις Διονύσου , καὶ δεῖγμα ταύταις τὸ γλεῦκος ἠγαπημένον
, καὶ αὗται . Βάκχοιο : Διονύσου . Βάκχαι : τιθήναι παρδάλεις Διονύσου , καὶ δεῖγμα ταύταις τὸ γλεῦκος ἠγαπημένον
5959550 υδ
οὐδὲν ? πόλυ [ ! ] ! [ ! ] υδ ' [ ῎ ? . . . . .
υα Ὕϲϲωπον υβ Φακοί υγ Φακὸϲ ὁ ἐπὶ τῶν τελμάτων υδ Φάϲηλοι καὶ ὦχροι υε Φλόμοϲ υϚ Φοῖνιξ υζ Φοῦ
5956638 καρποιο
θερείης ἀνθέων μὲν στεφάνους ἀνύσῃς , τὰ δὲ πεπτηῶτα ἀκμαίου καρποῖο κιβώρια δαινυμένοισιν εἰς χέρας ἠιθέοισι πάλαι ποθέουσιν ὀρέξῃς .
ὄφρα θερείης ἀνθέων μὲν στεφάνους ἀνύσῃς τὰ δὲ πεπτηῶτα ἀκμαίου καρποῖο κιβώρια δαινυμένοισιν ἐς χέρας ἠιθέοισι πάλαι ποθέουσιν ὀρέξῃς .
5952693 ἀγυιαις
προσαγορεύοντες . ἀγυιεὺς δ ' ἐκλήθη δεόντως ἱδρυθεὶς ἐν ταῖς ἀγυιαῖς : καταυγάζει γὰρ ταύτας καὶ πληροῖ φωτὸς ἀνατέλλων ,
συνεχεῖς ζητήσεις , ἃς ἀνὰ πᾶσαν ὥραν ποιεῖται ἐν ταῖς ἀγυιαῖς , περιπάτοις , βιβλιοπωλείοις , βαλανείοις , ἔσχεν ὄνομα
5943059 βαλοις
μαστάζειν γενύεσσιν , ἀμελγόμενος δ ' ἀπὸ χυλόν τύμμασιν ἡμίβρωτα βάλοις ἔπι λύματα δαιτός ὄφρα δύην καὶ κῆρα κατασπέρχουσαν ἀλύξῃς
τερεβινθίνης # δ . εἰ δὲ # δ τοῦ κηροῦ βάλοις καὶ ῥητίνης # α , ἔσται πρὸς τὰ μὴ
5937996 δενδρη
μοι ἄλουτος ἐν φάραγξι σήπεται νέκυς . χρυσέαν βῶλον ψυκτήρια δένδρη φίλαισιν ὠλέναισι δέξεται . κρήνης πάροιθεν ἀνθεμόστρωτον λέχος ἀνθρωποκτόνος
δέ σοι πέτραι τ ' [ ἐρυμναὶ ] μουσικῆι κηλούμεναι δένδρη τε μητρὸς ἐκλιπόνθ ' ἑδώλια , ὥστ ' εὐμάρειαν
5935727 κυλινδει
: φθονερὰ δ ' ἆλλος ἀνὴρ βλέπων γνώμαν κενεὰν σκότῳ κυλίνδει χαμαὶ πετοῖσαν . ἐμοὶ δ ' ὁποίαν ἀρετάν ἔδωκε
Βορέας μὲν γὰρ ἀπὸ τῆς ἄρκτου πνέων μετέωρος μέγα κῦμα κυλίνδει : τὴν γὰρ ἀπὸ τοῦ μεταρσίου φορὰν ἐπὶ τὸ
5935272 ἐπεκλωσαντο
οὕνεκ ' ἄρά σφι θέσφατα γεινομένοισι Χάους ἱεροῖο θύγατρες Μοῖραι ἐπεκλώσαντο καὶ ἀθανάτοις περ ἐοῦσι πρῶτα Ποσειδάωνι δαμήμεναι , αὐτὰρ
ἑνὸς δὲ μόνου μνησθήσομαι τοῦ ἀξιολογωτάτου , λέγοντος ὣς γὰρ ἐπεκλώσαντο θεοὶ δειλοῖσι βροτοῖσιν , ζώειν ἀχνυμένοις , καὶ οὐ
5934557 Κοκκοϲ
τῶν θερμαινόντων , εἴ τιϲ ἔξωθεν αὐτῷ χρῆϲθαι βούλοιτο . Κόκκοϲ Κνίδιοϲ . Καθαίρει μὲν καὶ αὐτόϲ : δριμείαϲ δέ
Ὑποκυϲτίϲ σδ Κιϲθὸϲ ἢ λήδων σε Κιϲϲόϲ σϚ Κνῆκοϲ σζ Κόκκοϲ κνίδιοϲ ση Κόκκοϲ βαφική σθ Κοκκυμηλέαϲ ὁ καρπόϲ Κοκκύμηλον
5933075 ἑδρανον
παντολέτειρα , αὐξιθαλής , φερέκαρπε , καλαῖς ὥραισι βρύουσα , ἕδρανον ἀθανάτου κόσμου , πολυποίκιλε κούρη , ἣ λοχίαις ὠδῖσι
ὁ δ ' Ἡσίοδος ” Δωδώνην φηγόν τε , Πελασγῶν ἕδρανον „ ᾖεν . „ περὶ μὲν οὖν τῶν Πελασγῶν
5932265 ζαθεαις
† , ἃν ὑγραίνει καλλιστεύων ὁ ξανθὰν χαίταν πυρσαίνων Κρᾶθις ζαθέαις παγαῖσι τρέφων εὔανδρόν τ ' ὀλβίζων γᾶν . καὶ
δουλεύσω κοὐ λήξω τοὺς βόσκοντας θεραπεύων . οὐκ ἐν ταῖς ζαθέαις Ἀθάναις εὐκίονες ἦσαν αὐλαὶ θεῶν μόνον οὐδ ' ἀγυιάτιδες
5932221 Μοισαις
ἔρδων φίλος σοί τε , καρτερόβρεντα Κρονίδα , φίλος δὲ Μοίσαις , Εὐθυμίᾳ τε μέλων εἴην , τοῦτ ' αἴτημί
: ἤτοι περιέσχεν αὐτὸν ἡ τοῦ Ἀχέροντος δίνη . τὸν Μοίσαις φίλον : καθὸ πρῶτος εὕρατο βουκολικά . τὸν οὐ
5930894 Βρομιον
βλέφαρον Κύκλωπος , ὡς πίηι κακῶς . κἀγὼ τὸν φιλοκισσοφόρον Βρόμιον ποθεινὸν εἰσιδεῖν θέλω , Κύκλωπος λιπὼν ἐρημίαν : ἆρ
, Φοῖβόν τ ' οὐ καταισχύνεις λόγοις , τιμῶν τε Βρόμιον σωφρονεῖς , μέγαν θεόν . ὦ παῖ , καλῶς
5930743 χθονια
: ἀλλὰ ταῦτα λίαν χαμαίζηλα τῆς ψυχῆς ἀγαθὰ καὶ ὄντως χθόνια καὶ ἀνθρώπινα , μόνον δὲ ἐκεῖνο θεῖον ἀτεχνῶς καὶ
, ὥσπερ τὰ τῶν θεῶν ἐμπύρια , καὶ τὰ ἡμέτερα χθόνια , Τὸ δὲ ΠΑΝΤΗ ΦΟΙΤΑιΝ , τὸ τὰς κινήσεις
5922952 μηκαδων
φερέσβιος Δηὼ βροτοῖσι χάρμα δωρεῖται φίλον : ἔπειτα πνικτὰ τακερὰ μηκάδων μέλη χλόην καταμπέχοντα σάρκα νεογενῆ . τί λέγεις ;
φερέσβιος Δηὼ βροτοῖσι χάρμα δωρεῖται φίλον : ἔπειτα πνικτὰ τακερὰ μηκάδων μέλη , χλόην καταμπέχοντα , σάρκα νεογενῆ . τί
5918884 Δικταν
μοι Κρόνειε , παγκρατὲς γάνος , βέβακες δαιμόνων ἁγώμενος : Δίκταν εἰς ἐνιαυτὸν ἕρπε καὶ γέγαθι μολπᾷ . Ἔνθα γὰρ
μοι Κρόνειε , παγκρατὲς γάνος , βέβακες δαιμόνων ἁγώμενος : Δίκταν εἰς ἐνιαυτὸν ἕρπε καὶ γέγαθι μολπᾷ . [ Ὧραι
5918564 εἰαρι
ἀναγκαίοις τε τόποισιν φλεγμαίνοντα πάθη καταπλάσμασι τοῖσδ ' ἀκέσαιο . εἴαρι δ ' αἶρε πόην καὶ καύματι καὶ φθινοπώρῳ .
Εἰ δέ νύ τοι κεράσαι φίλον ἔπλετο δοιὰ γένεθλα , εἴαρι μὲν πρώτιστα λέχος πόρσυνε κύνεσσιν : εἴαρι γὰρ μᾶλλον
5916820 ἐγκαρποις
μυρίκη , μυρρίνη : εἰ μὴ δάφνην καὶ μυρρίνην τοῖς ἐγκάρποις προσθετέον , ὧν ὁ καρπὸς τῆς μὲν δαφνίδες τῆς
πάντα δὲ τρέφει , ἀλλὰ ἀποκρίνει τὰ ἄγοντα , τοῖς ἐγκάρποις δ ' ἐπῳάζει : καὶ ἐκ μὲν τούτων τοὺς
5916611 Αἰων
αὐτὸν προσεικάζει ὡς ὑπὲρ τῆς πατρίδος ἀγωνιζόμενον ὥσπερ κἀκεῖνος : Αἰὼν ἁμέρα . ἐναντίον τοῦτο πρὸς τὸ τοῦ ὁμήρου .
. σὺ δ ' ὦ λαμπραῖς ἀκτῖσιν γαῖαν πᾶσαν πυρσεύων Αἰὼν ἀσβέστων φλογμῶν , ταῖς σαῖς δέρκευ με γλήναις ὄλβον
5913823 Βακχοιο
ἄστυ ναίετε καὶ πατρίοισι νόμοις ἰθύνεθ ' ἑορτάς , μεμνῆσθαι Βάκχοιο , καὶ εὐρυχόρους κατ ' ἀγυιὼς ἱστάναι ὡραίων Βρομίῳ
ὁπλοτέρων μακάρων γένεσίν τε κρίσιν τε : καὶ Βριμοῦς , Βάκχοιο , Γιγάντων τ ' ἔργ ' ἀΐδηλα , ἀνθρώπων
5911112 ἐφημεριων
Αἰγύπτου γαίης προκαθήμενος ἠδὲ Κανώπου , ἐξ ἀρετῆς ἕνα πρῶτον ἐφημερίων θεραπεύσας . Νῦν δ ' ἤτοι ἐρέω μάλ '
ἀοιδῇ . Οὐρανίων ἄστρων ἀτραπούς , πλάστιγγας Ἀνάγκης , ᾗσιν ἐφημερίων μερόπων γένος ἐκμεμέτρηται Μοιράων τε κέλευθα βροτήσια , καὶ
5910466 ὑμνοισιν
, ὃν ἐν γάμοισι χροϊζόμενον Μοῖρα σὺμ πρωτὰ λάβεν ἐσχάτοις ὕμνοισιν : ἃ δ ' Ἰάλεμον ὠμοβόρῳ νούσῳ [ ὅτι
Ἀπόλλων ὁπηνίκ ' ἂν ἑπτάτονον κρέκων μετὰ σοῦ θαλιάζοντας θεοὺς ὕμνοισιν αὔξῃ . Χαῖρε Κρόνου θύγατερ καὶ Ῥέας , μούνα
5909594 Κικλησκω
εὐφήμους τελετὰς ὁσίας νεομύστοις εὐκάρπους καιρῶν γενέσεις ἐπάγουσαι ἀμεμφῶς . Κικλήσκω κούρην Καδμηίδα παμβασίλειαν , εὐειδῆ Σεμέλην , ἐρατοπλόκαμον ,
πρὸς σὸν χῶρον , ἄνασσα , καὶ εὐδύνατον Πλούτωνα . Κικλήσκω Διόνυσον ἐρίβρομον , εὐαστῆρα , πρωτόγονον , διφυῆ ,
5909548 τηλεθαοντα
. Καὶ τότ ' ἄρ ' Ἀτρέος υἷες ἐς ἄγκεα τηλεθάοντα Ἴδης ὑψικόμοιο θοοὺς προέηκαν ἱκέσθαι ἀνέρας . Οἳ δ
' ἕρκος ἐλήλαται ἀμφοτέρωθεν . ἔνθα δὲ δένδρεα μακρὰ πεφύκασι τηλεθάοντα , ὄγχναι καὶ ῥοιαὶ καὶ μηλέαι ἀγλαόκαρποι συκέαι τε
5909194 ἠματα
' ἐναιθέρια πλαγίῳ συναρηρότα κύκλῳ ἐξ ἠοῦς ἐπὶ νύκτα διώκεται ἤματα πάντα . Καὶ τὰ μὲν ἀντέλλει καὶ αὐτίκα νειόθι
μυρία κεῖται , κνισῆεν δέ τε δῶμα περιστεναχίζεται αὐλῇ , ἤματα : νύκτας δ ' αὖτε παρ ' αἰδοίῃς '
5903840 εὐγενετας
, κηρόχυτον ὃς μείλιγμ ' ἱεῖς . ἐξόχως δ ' εὐγενέτας ἡλιόμορφος ζαθέοις ἄρχων τιμαῖς σε γεραίρει . [ ]
τὰν Χάρισιν φίλαν παῖδα καὶ καλάν . ἐξόχως δ ' εὐγενέτας ἡλιόμορφος ζαθεοῖς ἄρχων τιμαῖς σε γεραίρει . σὲ τὸν
5901216 Κυπρι
ἔχοντα ] ἃς πῶς ποτ ' , ὦ δέσποινα ποντία Κύπρι , βινεῖν δύνανται , τῶν Δρακοντείων νόμων ὁπόταν ἀναμνησθῶσι
πνέοισιν [ [ ] ἔνθα δὴ σὺ στέμματ ' ἔλοισα Κύπρι χρυσίαισιν ἐν κυλίκεσσιν ἄβρως ὀμμεμείχμενον θαλίαισι νέκταρ οἰνοχόαισον .
5899919 κικλησκων
ἀμφικύπελλον οἶνον ἀφυσσόμενος χαμάδις χέε , δεῦε δὲ γαῖαν ψυχὴν κικλήσκων Πατροκλῆος δειλοῖο . ὡς δὲ πατὴρ οὗ παιδὸς ὀδύρεται
στὰς δ ' ἄρ ' ἐπὶ ῥηγμῖνος ἑὸν νόμον ἐρροίζησε κικλήσκων φιλότητα : θοῶς δ ' ἐσάκουσε κελαινὴ ἰϋγὴν μύραινα
5894819 ποτνια
Ὅμηρος , Οὐρανία ἀστρονομίας Ἄρατος , Πολυυμνία γεωμετρίας Εὐκλείδης . ποτνία : σεβασμία παρὰ τὸ πέτω πετνῶ καὶ ποτνῶ :
τ ' Ἠλέκτρη τε καὶ Στερόπη καὶ Τηυγέτη τε καὶ ποτνία Μαῖα . καὶ Κελαινοῦς μὲν καὶ Προμηθέως παῖδες Λύκος
5893034 νησοισι
τὸν Ἀγαμέμνονα , ὅν φησιν Ὅμηρος [ Β ] πολλῇσιν νήσοισι καὶ Ἄργει παντὶ ἀνάσσειν . ἁλιήρει δὲ τῇ ἐν
καὶ ἐν τοῦ σκήπτρου ἅμα τῇ παραδόσει εἴρηκεν αὐτὸν πολλῇσι νήσοισι καὶ Ἄργεϊ παντὶ ἀνάσσειν : οὐκ ἂν οὖν νήσων
5883799 ἀπειριτος
καὶ Αἰακίδην προσέειπεν : Ὦ Ἀχιλεῦ , περὶ δή μοι ἀπείριτος ἤλυθεν αὐδὴ οὔασιν , ὡς πολέμοιο συνεσταότος μεγάλοιο .
γὰρ σκοπιὴν ἐς παιπαλόεσσαν ἀνελθὼν νῆσον , τὴν πέρι πόντος ἀπείριτος ἐστεφάνωται . αὐτὴ δὲ χθαμαλὴ κεῖται : καπνὸν δ
5883139 Αἰθηρ
. ἀμέτρητ ' ] ἄπειρε . μετέωρον ] κρεμαμένην . Αἰθὴρ ] πῦρ . βροντησικέραυνοι ] αἱ τὰς βροντὰς καὶ
πνεύματα : ὁ δὲ αἰθὴρ ἔρημος τούτων ἁπάντων καθέστηκεν . Αἰθὴρ ] * Ἐνταῦθα θηλυκῶς κεῖται , καθ ' ὁμοιότητα
5882185 ἁδεα
ἄμμε βαρύνει . εἴαρι πάντα κύει , πάντ ' εἴαρος ἁδέα βλαστεῖ , χἀ νὺξ ἀνθρώποισιν ἴσα καὶ ὁμοίιος ἀώς
ῥήματα φράσδεις : ὡς μαλακὸν τὸ γένειον ἔχεις , ὡς ἁδέα χαίταν . ] χείλεά τοι νοσέοντι , χέρες δέ
5882072 παυροις
μὲν δικαίως ὤικουν , οἱ δὲ ἀκαίρως . γνώμη . παύροις ] ὀλίγοις . συγγενὲς ] οἰκεῖον . ἄνευ ]
τῆσδ ' ἔφασκ ' εἶναι χθονός , ναυαγὸν ἐκπεσόντα σὺν παύροις φίλοις . ὤμοι , πόθ ' ἥξεις ; ὡς
5876985 ψαμαθοι
ἐκ πατρὸς ὀργᾶς ἄλλαν ἐπ ' αἶαν ἱέμενον . ὦ ψάμαθοι πολιήτιδος ἀκτᾶς , ὦ δρυμὸς ὄρεος ὅθι κυνῶν ὠκυπόδων
: μετὰ δέ σφι Θέτις γόου ἵμερον ὦρσε . δεύοντο ψάμαθοι , δεύοντο δὲ τεύχεα φωτῶν δάκρυσι : τοῖον γὰρ

Back