Μάρψεν : ἔλαβεν . ἐμάτησεν : ἐματαιώθη , ἀπέ - τυχεν . ἐπέλασσεν : ἐπλησίασεν εἰς τὸν φωλεὸν τοῦ θηρός
Μάρψεν : ἔλαβεν . ἐμάτησεν : ἐματαιώθη , ἀπέ - τυχεν . ἐπέλασσεν : ἐπλησίασεν εἰς τὸν φωλεὸν τοῦ θηρός
5817924 μετρησαι
τοῦ οὐρανοῦ καὶ τῶν ἄστρων τὰς τάξεις καὶ τὰς ὥρας μετρῆσαι καὶ ἐπισημασιῶν καιροὺς δεῖξαι . Στίλβων δὲ καλεῖται διὰ
τις μετρῇ . Τὸ δὲ τῷ μεγέθει χρησάμενον πρὸς τὸ μετρῆσαι τὴν ψυχὴν ἄν τις λέγοι : τοῦτο δὲ τί
5587336 ἠριθμηθησαν
πρὸς τὴν Βακτριανήν . συναχθείσης δὲ τῆς στρατιᾶς πανταχόθεν , ἠριθμήθησαν , ὡς Κτησίας ἐν ταῖς Ἱστορίαις ἀναγέγραφε , πεζῶν
κατακεχωρισμένον , ἐπὶ δὲ Πτολεμαίου τοῦ Λάγου πλείους τῶν τρισμυρίων ἠριθμήθησαν 〚 ὧν τὸ πλῆθος διαμεμένηκεν ἕως τῶν καθ '
5458966 συντελεσειν
τῆς ἐπιβολῆς , ὡς δ ' οὐχ ὑπήκουσεν , ὡμολόγησε συντελέσειν περὶ ὧν ἠξιωκὼς ἦν . διαγγελθείσης δὲ τῆς πράξεως
δόξα καὶ πλοῦτος καὶ τὰ ὁμοιότροπα κεκλήρωται . ὁ δὲ συντελέσειν μὲν οὐχ ὑπισχνεῖται , ” ἀναπληρώσειν ” δ '
5432511 Ἑρμιονευσι
ἓν δέ τι [ τοῦτο ] μέγα κρίνετ ' ἐν Ἑρμιονεῦσι : τὸν ἐξ ἀγέλης γὰρ ἀφειδῆ ταῦρον , ὃν
Σικυωνίοις δέκα , Μεγαρεῦσι δὲ καὶ Τροιζηνίοις καὶ Ἐπιδαυρίοις καὶ Ἑρμιονεῦσι δέκα : τά τε ἄλλα παρεσκευάζοντο ὡς εὐθὺς πρὸς
5346237 στασιαζοντα
ὠνόμαζον τὴν στάσιν παρὰ † τῇ μεγίστῃ φωνῇ χρῆσθαι τὰ στασιάζοντα πλήθη ἐν ταῖς πόλεσιν , ἐπειδὴ πολλοῖς λόγοις ἐξουσίαν
ἐστι πλησίον , ὠνόμασται δὲ ἀπό τινος ἥρωος , ὃς στασιάζοντα τὸν δῆμον ὑπὲρ ὁμονοίας ὥρκισεν . ὁ δ '
5327882 ὀκτακοσιαι
δὲ καὶ ἄλλαι πολλαὶ ποικίλα εἴδη φέρουσαι ὅπλων , κάμακες ὀκτακόσιαι καθωπλισμέναι . τῇ δὲ δευτέρᾳ προεκομίσθη νομισμάτων τάλαντα χίλια
ἀπέθετο , ὧν τῆς ἐκτὸς μὲν ἦν ἀριθμὸς τετρακισμύριαι δισχίλιαι ὀκτακόσιαι , τῆς δὲ τῶν ἀνακτόρων ἐντὸς συμμιγῶν μὲν βίβλων
5327562 ἐκρινας
συμπαρὼν ἂν ἔν τε πεζομαχίᾳ καὶ ἱππομαχίᾳ καὶ ναυμαχίᾳ , ἔκρινας οἷός τις ὁ κίνδυνος ὁ τῶν πολέμων . φαίνεται
τοιαῦτα . ΤΕτάρτην θήσεις ἀντεγκληματικήν : ἀξίαν αὐτὴν σὺ τοσούτου ἔκρινας . ἫΝ λύσεις ἐνστατικῶς τῷ πάθει , ὅτι μὴ
5305616 μελετα
ζητήσεσι τοῦτο ποιοῦντος . φρόντιζε ] ἐξέταζε , σκέπτου , μελέτα , σκόπει , διαλογίζου . . διάθρει ] θεώρει
οὐδὲν μετ ' ὀργᾶς κατὰ τρόπον βουλεύεται . ἁ δὲ μελέτα φύσιος ἀγαθᾶς πλέονα δωρεῖται φίλοις . τίς δέ κα
5242495 διιαμβοις
τὸ ” ὦ καλλίπυργον σοφίαν “ ἐκ κώλων χοριαμβικῶν ἐπιμεμιγμένων διιάμβοις , ἐπιτρίτοις , ἀμφιβράχεσι , κρητικοῖς καὶ βακχείοις ιʹ
ἡ παροῦσα στροφὴ κώλων χοριαμβικῶν ἐπιμεμιγμένων ἐπιτρίτοις , διτροχαίοις , διιάμβοις , δισπονδείοις , ἰωνικοῖς καὶ παίωσι ιβʹκαὶ ἡ ἀντιστροφὴ
5222311 συμπεφορημενον
τὴν τῶν ἐντυγχανόντων ἔκπληξιν παραχθέν , πολύσαρκον ἐχρῆν εἶναι καὶ συμπεφορημένον τὸ σῶμα . τούτῳ εἰ μέγας καὶ ἀναλογῶν τοῖς
εἰ μὴ τὸν ἐκ πλειόνων οὕτω λεγομένων ὀνομάτων ἢ πτώσεων συμπεφορημένον , οἷον “ ὦ μάκαρ Ἀτρείδη ” καὶ “
5215292 ἀρτιοπεριττων
ὥστε ἐπὶ τῶν ἀρτίων ἐκθέσεων κοινωνία τίς ἐστι τῶν τε ἀρτιοπερίττων καὶ τῶν ἀρτιάκις ἀρτίων , ὅτι κἀκεῖ τὸ ὑπὸ
μονάς , ἐπειδὴ αὕτη ἀρχὴ πάντων ἀρτίων καὶ περιττῶν καὶ ἀρτιοπερίττων , ὡς προείρηται , καὶ ἁπλοῦς ὁ ταύτης λόγος
5214485 σταδιοισιν
τουτὶ πάνυ μικρόν , τῶν Ἑλλήνων εἶναί με λέγειν ἑκατὸν σταδίοισιν ἄριστον . ἀλλ ' ἔσται σοι τοῦτο παρ '
σκυλάκεσσι θοαῖς βαλίους ἐδαμάσσατο θῆρας . ἔξοχα δ ' ἐν σταδίοισιν ὀρειοτέροισι μόθοισιν Οἰνείδης ἤστραψεν ἐνυάλιος Μελέαγρος . ἄρκυας αὖτε
5204130 οἰσομεν
, Γῇ τε καὶ Ἠελίῳ : Διὶ δ ' ἡμεῖς οἴσομεν ἄλλον . τὸ δὲ ἑκάτερος τοῦ ἕκαστος διαφέρει ,
λευκόν , ἕτερον δὲ μέλανα , Διὶ δ ' ἡμεῖς οἴσομεν ἄλλον , ὡς καὶ τὸ ἑκάτερος ἐπὶ δυοῖν ,
5144182 ὑπερποντιαν
, ὅτι τοσοῦτον ἐφώνησεν , ὥστε τὴν πρότερον ἐνδεδωκυῖαν αὐτῷ ὑπερποντίαν γενέσθαι . ἄλλως : ὑπερποντίαν , τὴν μεγάλην ,
βαρύκομποι λέοντες περὶ δείματι φύγον , γλῶσσαν ἐπεί σφιν ἀπένεικεν ὑπερποντίαν : ὁ δ ' ἀρχαγέτας ἔδωκ ' Ἀπόλλων θῆρας
5132589 ἀντιποιειται
, οὐδὲν εὔλογον ἔχουσα . ὁ Ἀριστοτέλης τοίνυν πανταχοῦ σαφηνείας ἀντιποιεῖται τῶν δογμάτων καί φησιν ὅτι ἔδει ὑμᾶς διηρθρωμένως εἰπεῖν
, ἀλλὰ τῶν ἀλλοτρίων εὐθὺς ἐξίσταται , τῶν δούλων οὐκ ἀντιποιεῖται . ὅπου δὲ προαίρεσις καὶ χρῆσις τῶν φαντασιῶν ,
5129856 ἐξαλαπαξε
δὴ θανάτοιο ] ? Περικλύμενον [ ] λάβε μοῖρα , ἐξαλάπαξε Πύλοιο πόλιν Διὸς ] ἄλκιμος [ ] [ ]
δέ : διὸ καὶ οὕτως εἴρηκεν ὁ ποιητής ” Ἰλίου ἐξαλάπαξε πόλιν , χήρωσε δ ' „ ἀγυιάς . „
5101969 ἀγχιστον
' πὶ τούτοισιν εὖ πρᾶξις , ὡς θέλει τόδ ' ἄγχιστον Ἀπίας γαίας μονόφρουρον ἕρκος . ἥκω σεβίζων σόν ,
' ἂν ἐν βάθροις ἔτι . ἔξεστι τὸν γένει μὲν ἄγχιστον πατρὸς μέγαν τε δαίμον ' ἐν θεοῖς τε τίμιον
5092954 κατεδειξεν
θεῶν εὕρημα , τὰς δ ' ἄλλας τέχνας οὐδεὶς θεῶν κατέδειξεν , ἀλλ ' ἄνδρες σοφοί . τὸ γὰρ παρασιτεῖν
. ταῦτα ἔσται ἔργα θεοῦ παμμήτορος αἰώνια . πάντα βροτοῖς κατέδειξεν ὁ θεὸς καὶ ἐναντία πάντα . “ Ἀλλ '
5091699 κιχωριον
θριδακίνη , χονδρίλη , σκάνδιξ , γιγγίδιον , σέρις , κιχώριον . οἴνων οἱ παχεῖς ἅμα καὶ δυσώδεις καὶ ἀηδεῖς
ἤτοι κυριακὴ Ἡλίου καὶ ὥρα αʹ , βοτάναι δὲ αὐτῆς κιχώριον καὶ πολύγονον ἡμέρα βʹ , ὥρα αʹ , Σελήνης
5063166 ἀγοιεν
ποιούμενοι . εἰ δ ' ἀναστροφὴν ἔχοιεν καὶ πλείονα σχολὴν ἄγοιεν , καὶ τὰ τρίτῃ καὶ τετάρτῃ καὶ ταῖς ἔτι
ἐνθάδε τοῖον οἷόν κ ' ἠὲ φέροιεν Ἀχαιοὶ ἤ κεν ἄγοιεν : τύνη δ ' ἕστηκας , ἀτὰρ οὐδ '
5053831 ἐστερηντο
τελευτήν , ἐβουλεύσατο ἄμφω τῶ παῖδε τῷ βασιλεῖ παραθέσθαι : ἐστέρηντο γὰρ καὶ μητρός , τῆς συγκλήρου τούτου τῷ βίῳ
, τοσαῦτα εἰς προσθήκην ἐσπούδαστο , πολλοὶ πολλῶν ἂν ἀγρῶν ἐστέρηντο τῆς γεωργουμένης . Οὐ τοίνυν ἡ μὲν πόλις οὕτω
5041595 ἀνεχομεθα
τοῦτο ἐκεῖ λίθος γίνεται . ἀλλ ' ἆρα ὅτι οὐκ ἀνεχόμεθα ἀπὸ τῆς ἐν γαστρὶ θερμασίας γίνεσθαι λίθον ; κατὰ
ἄρα ἦν : ὑμᾶς μὲν ἔρχεσθαι λέγοντας Ἐπίκτητε , οὐκέτι ἀνεχόμεθα μετὰ τοῦ σωματίου τούτου δεδεμένοι καὶ τοῦτο τρέφοντες καὶ
5030728 τριακοσιαι
Ἑλλήνων Ἰφικράτης ἡγεῖτο δισμυρίων . καὶ ναῦς ἠριθμήθησαν τριήρεις μὲν τριακόσιαι , τριακόντοροι δὲ διακόσιαι : τῶν δὲ τὴν ἀγορὰν
ἦν , ὡς Κτησίας ὁ Κνίδιος ἀνέγραψε , πεζῶν μὲν τριακόσιαι μυριάδες , ἱππέων δὲ εἴκοσι μυριάδες , ἁρμάτων δὲ
5018489 ἐπεφνομεν
δὲ τοπικῶς . . οὓς νῶιν πίφαυσκε Δόλων , ὃν ἐπέφνομεν ἡμεῖς : ἡ διπλῆ ὅτι ἐπίσταται τὸ τοῦ Δόλωνος
ποιεῖ . . . . . ἠράμεθα μέγα κῦδος : ἐπέφνομεν Ἕκτορα δῖον , ᾧ Τρῶες κατὰ ἄστυ θεῷ ὣς
5011145 νομισμ
] τοὺς ὅρκους ποιεῖ ποιῆσαι , ὀμώσεις , ὀμήσεις . νόμισμ ' κτλ . ] νόμιμον ἔθος , νενόμισται ,
μισθοῖσιν εἰργάσθαι τάδε . Οὐδὲν γὰρ ἀνθρώποισιν οἷον ἄργυρος κακὸν νόμισμ ' ἔβλαστε : τοῦτο καὶ πόλεις πορθεῖ , τόδ
5006123 ἀριθμητον
μόνον χρὴ νοεῖν ἐπὶ δακτύλων τιθέντας : οὗτος γάρ ἐστιν ἀριθμητὸν μᾶλλον ἢ ἀριθμός , καὶ τελειούμενος καὶ οὐδέποτε τέλειος
, οὐ σώματά τινα οὐδὲ αἰσθητά , ἀλλὰ νοητά : ἀριθμητὸν δὲ τὸ ἐν αἰσθητοῖς ποσόν , ὡς ἵπποι εʹ
4989288 αὐξησομεν
, ἐν τῇ τρίτῃ τῶν ἡμερῶν ἀνωδυνότερον ἔχοντες τὸν ἄνθρωπον αὐξήσομεν τὴν τάσιν : οὐ μὴν οὐδὲ νῦν εἰς ὅσον
: ἐξ ὧν δὲ τὰ ἀπ ' ἀρχῆς ἄχρι τέλους αὐξήσομεν , ἐκ τῶν αὐτῶν καὶ τὴν πηλικότητα ἐργασόμεθα .
4979480 φειδομενων
, ἣν δίδωσιν ὁ τῆς ἀρετῆς σκοπός , μήτε σωμάτων φειδομένων ἡμῶν μήτε χρημάτων , ἀλλ ' ἑκόντων αὐτοῖς ὑποταττο
, παστάδα λυμαινομένων , παρθένους βιαζομένων , παίδων ὥρας οὐ φειδομένων . οὐκ ἀπώκνησα τοίνυν γυνὴ δόξαι τοῖς ἐναντίοις ,
4970592 ἰσαμι
, ὥστε πρὸς τὸν Ἀρκεσίλαον ἀναδραμεῖν . καί τινα οἶμον ἴσαμι : καί τινα οἶδα ὁδὸν βραχεῖαν , τουτέστιν οἶδα
τυ δήσας Εὐμάρας ἐκάθηρε , καλῶς μάλα τοῦτό γ ' ἴσαμι . ἤδη τις , Μόρσων , πικραίνεται : ἢ
4947330 συμβεβηκασιν
δὲ μέλι τὴν γλυκύτητα ὡς θερμαίνουσαν καὶ γλυκάζουσαν , αἵπερ συμβεβήκασιν αὐτοῖς . καὶ λύεται καὶ τὸ δεύτερον ἄπορον ,
συμβεβηκότα ἃ τῇ ἀποδείξει γινώσκονται , οὐκ οὐσίαι τῶν οἷς συμβεβήκασιν , εἴτε καθ ' αὑτὸ ταῦτα εἴτε ἁπλῶς .
4945978 ιϚκε
: ἀλλ ' ὁ ὑπ ' αὐτῶν , # Μο ιϚκε / , γί . ΔΥ ιϚκε / # Μο
. Τάσσω οὖν τὸν μὲν ΔΥ α , τὸν δὲ ιϚκε / , καὶ ὁ ὑπ ' αὐτῶν , #
4938104 αὐτομολουντων
ἐτῶν ταπεινώσειν . ἐν τῇ νήσῳ : τῇ Σφακτηρίᾳ . αὐτομολούντων : πρὸς τοὺς ἐν Πύλῳ Ἀθηναίους . ἡ δὲ
ὥσπερ τῶν δεφομένων τὸ δέρμα ἀπέρχεται , οὕτω καὶ τῶν αὐτομολούντων . ΓΘ δεφομένων ] δερομένων . Γ ] τῶν
4920769 αἰτιασαιο
σε ἀπορήσειν , πλὴν εἰ τὸν ἔρωτα τὸν εἰς ἡμᾶς αἰτιάσαιο , δι ' ὃν ἤδη τις ἔπος προέηκεν ὅπερ
μεθ ' ὑγιείας ἐν μακρῷ τῷ βίῳ . τί ἂν αἰτιάσαιο , ὦ Λυκῖνε , τῆς εὐχῆς ; Οὐδέν ,
4913953 φραζωμεθ
ἄλλα πέρ ἐσς ' ἀνοήμων . ἀλλ ' ἄγε δὴ φραζώμεθ ' , ὅπως ἔσται τάδε ἔργα . ἠὲ σὺ
με καὶ οὔ πώ φησι τὸν εἶναι . ἡμεῖς δὲ φραζώμεθ ' , ὅπως ὄχ ' ἄριστα γένηται . καὶ
4913421 ἐπομπευσε
τῷ θριάμβῳ παρῆν τῶν φιλτάτων , ἐν τιμῇ ἀγόμενος . ἐπόμπευσε δὲ καὶ Λίβης τῶν Χάττων ἱερεύς , καὶ ἄλλα
: ἐν τῇ πομπῇ , φησίν , ἄλλα τε θηρία ἐπόμπευσε καὶ λέαινα . θηρία πομπεύεσκε : ἐπεὶ κυνηγέτις ἡ
4909553 ἀπαγγελεις
ἀλάθειαν βιᾶται : ἀντὶ τοῦ ἰσχυρόν : πάντως καινότερόν τι ἀπαγγελεῖς : χάριν φέρεις : οἱ ἐν περιστάσει ὄντες ἀεὶ
: ἀλλὰ στεῖχε καὶ δίωκέ νιν ὅπου κυρήσας τούσδ ' ἀπαγγελεῖς λόγους . ὁρᾶτ ' ἄπιστον ὡς γυναικεῖον γένος :
4905501 συνεφωνουν
' ἃς χορὸς ἐπόμπευσεν ἀνδρῶν ἑξακοσίων : ἐν οἷς κιθαρισταὶ συνεφώνουν τριακόσιοι , ἐπιχρύσους ἔχοντες ὅλας κιθάρας καὶ στεφάνους χρυσοῦς
' ἃ χορὸς ἐπόμπευσεν ἀνδρῶν ἑξακοσίων , ἐν οἷς κιθαρισταὶ συνεφώνουν τριακόσιοι . εἶτα ταῦροι διῆλθον δισχίλιοι ὁμοιοχρώματοι χρυσοκέρῳ .
4901020 ἑξαπηχη
, χρυσᾶς ἔχουσαι πτέρυγας . Ἔφερον δ ' αὗται θυμιατήρια ἑξαπήχη , κισσίνοις χρυσοῖς κλωσὶ διακεκοσμημένα , ζῳωτοὺς ἐνδεδυκυῖαι χιτῶνας
Νῖκαι χρυσᾶς ἔχουσαι πτέρυγας . ἔφερον δ ' αὗται θυμιατήρια ἑξαπήχη κισσίνοις διαχρύσοις κλωσὶ διακεκοσμημένα , ζῳωτοὺς ἐνδεδυκυῖαι χιτῶνας ,
4886116 ἀποκτεινειεν
, καὶ ἐλείφθη : οὐ γὰρ ἄν τις τοὺς φίλους ἀποκτείνειεν ἀλλὰ τοὺς ἐχθρούς . τρόπον οὖν τινα ἔλεγεν αὐτῷ
Κλεομήδην φασὶν Ἀστυπαλαιέα ὡς Ἴκκῳ πυκτεύων ἀνδρὶ Ἐπιδαυρίῳ τὸν Ἴκκον ἀποκτείνειεν ἐν τῇ μάχῃ , καταγνωσθεὶς δὲ ὑπὸ τῶν Ἑλλανοδικῶν
4875948 ὡμολογησαμεν
ἔμπροσθεν λόγοις ἐγώ τε καὶ Πῶλος ἢ οὔ , ἡνίκα ὡμολογήσαμεν μηδένα βουλόμενον ἀδικεῖν , ἀλλ ' ἄκοντας τοὺς ἀδικοῦντας
. Ἴσως νὴ Δία : ἀλλὰ μὴ τοῦτο οὐ καλῶς ὡμολογήσαμεν ; Καὶ μὴν ἐδόκει γε ἄρτι καλῶς λέγεσθαι .
4868223 τριακοντ
. ἐγὼ μὲν γάρ , εἰ Κριτίας ὁ γενόμενος τῶν τριάκοντ ' εἰσέφερεν τὸν νόμον , οὐκ ἂν ἄλλον τρόπον
, ὦ Τιμόκρατες καὶ Ἀνδροτίων , ἐτῶν ὄντων πλειόνων ἢ τριάκοντ ' ἀφ ' οὗ ὅ γ ' ἕτερος ὑμῶν
4868216 τετρηρεις
ναῦς μακρὰς ἐξηρτυμένας διακοσίας τεσσαράκοντα : τούτων δ ' ἦσαν τετρήρεις μὲν ἐννενήκοντα πεντήρεις δὲ δέκα , ἐννήρεις δὲ τρεῖς
ἐπὶ τὴν σκηνὴν ἀπεχώρει , πληρώσαντες πεντήρεις μὲν τρεῖς καὶ τετρήρεις ἴσας , τριήρεις δὲ ἑπτὰ ὡς ἀκριβεστάτοις τε τοῖς
4863958 φολκος
μελανόχροος , οὐλοκάρηνος . καὶ τὰ περὶ τοῦ Θερσίτου , φολκὸς ἔην , χωλὸς δ ' ἕτερον πόδα , τὼ
διαφέρει . ἕτερος μὲν ἐπὶ δυεῖν τάσσεται , ὡς Ὅμηρος φολκὸς ἔην , χωλὸς δ ' ἕτερον πόδα , τὸ
4862092 ποττο
] , ἀλλ ' ἓμ μόνον [ τούτων ] ἔποϲ ποττὸ πρᾶγμα ποτιφέροντα τῶνδ ' ἀεὶ [ ] τὸ ϲυμφέρον
' ἄλλα , τότε δὴ τὸ μέσσον ῥυσμῶ δίκας ὁρήμεθα ποττὸ πρᾶτον , ὅ τι περ τὸ τρίτον ποτ '
4860431 Ἐρεχθειδαις
* Δάματερ πολύκαρπε , σὺ Σικελοῖσιν ἐναργὴς καὶ παρ ' Ἐρεχθείδαις , ἓν δέ τι τοῦτο μέγα κρίνετ ' ἐν
Δάματερ πολύκαρπε , σὺ κἠν Σικελοῖσιν ἐναργὴς καὶ παρ ' Ἐρεχθείδαις . ἓν δέ τι τοῦτο μέγα κρίνετ ' ἐν
4857510 ἁμεων
διέτμαξεν . ἀλλὰ τίς ἄμμε κρινεῖ ; τίς ἐπάκοος ἔσσεται ἁμέων ; τῆνόν πως ἐνταῦθα τὸν αἰπόλον , ἤν ,
οὐκέτι τὸ αὐτὸ ἀναδεχομένης . Ἀλκμάν : ὅσαι δὲ παῖδες ἁμέων ἐντί , τὸν κιθαριστὰν αἰνέοντι . Ὁμοίως Αἰολεῖς .
4852766 διδασκετε
φαυλότατοι πάντων ἀνθρώπων , εἴποιμ ' ἂν αὐτοῖς , ἃ διδάσκετε , οὐ προεμάθετε ; ἢ προκαλεῖσθαι μὲν εἰς ἔλεον
' , ἔφη , ὑμεῖς , ὦ Ἡριππίδα , καὶ διδάσκετε αὐτὸν βουληθῆναι ἅπερ ἡμεῖς . οἱ μὲν δὴ ἀναστάντες
4842749 ὀμβροφοροι
ὑβρίζει : τοῦτο δὲ ἐποίουν οἱ κωμικοὶ ποιηταί . παρθένοι ὀμβροφόροι : ἡ ἀντῳδὴ . . . τῇ ᾠδῇ δεκαέξ
ἐστὶν ιδʹ ὁμοίων κατὰ πάντα τοῖς τῆς ἄνωθεν ᾠδῆς . ὀμβροφόροι ] αἱ φέρουσαι τὸν ὄμβρον . ἢ τὸν βρόχον
4837601 στειχουσα
, σὺ δ ' , ὦ τάλαινα , διπτύχους νεκροὺς στείχουσα θάπτε : δεσποτῶν δ ' ὑμᾶς χρεὼν σκηναῖς πελάζειν
ἐν Ἑρμῇ ἡ χερνῆτις ἔριθος ἐφ ' ὑψηλοῦ πυλεῶνος δανδαῖτις στείχουσα καλὰς ἤειδεν ἰούλους . ἴουλος τὸ πολύπουν ζῶον ὅθεν
4831791 πελετ
χρήματ ' ἄνηρ , πένιχρος δ ' οὐδ ' εἲς πέλετ ' ἔσλος οὐδὲ τίμιος αἰ δέ κ ' ἄμμι
δ ' ἐπὶ κήδεσι λυπεῖ . δεινὸς δ ' ἀντιμεσουρανέων πέλετ ' ἀνθρώποισιν : πάντων γάρ τε βροτοὺς ἰδίων κτεάνων
4823317 ποεις
Σύ τοι λέγεις νιν , οὐκ ἐγώ : σὺ γὰρ ποεῖς τοὔργον , τὰ δ ' ἔργα τοὺς λόγους εὑρίσκεται
ταῦτα ποιεῖς χἀτέραις πείθει γυναιξί ; Κἀμέ τ ' ἄχθεσθαι ποεῖς αὐτή τε λυπεῖ . Μὴ πρόσαγε τὴν χεῖρά μοι
4819053 ἀκουοιμι
, εἰ τὴν οὕτω στεργομένην μὴ συνὼν γηροτροφοίην , ὁπότε ἀκούοιμι φθεγγομένου τοῦ φίλου , δεσμὸς τοῦτο ἦν , ὥστε
μοι : ὡς ἐγὼ ταῦτ ' ἂν ἥδιόν σου διηγουμένου ἀκούοιμι ἢ εἴ μοι γυμνικὸν ἢ ἱππικὸν ἀγῶνα τὸν κάλλιστον
4814889 πικρη
μὴ διακλύζοιτο , διαλέγεσθαι οὐχ οἷός τε ἦν , καὶ πικρὴ λίην ἦν τὰ πολλά : ἔστι δ ' ὅτε
ἀνθρώπων τερπωλῆς ἐπέβημεν ὅλῳ ποδί , σὺν δέ τις αἰεί πικρὴ παρμέμβλωκεν ἐυφροσύνῃσιν ἀνίη : τῶ καὶ τούς , γλυκερῇ
4807737 καθελκυσαντες
αὐτοῖς , καὶ ἐχώρουν εὐθύς : καὶ ἀφικόμενοι νυκτὸς καὶ καθελκύσαντες ἐκ τῆς Νισαίας τὰς ναῦς ἔπλεον ἐπὶ μὲν τὸν
διαθέσθαι τὸν τρυγητὸν ἐν ξενικῇ τέρψει θελήσαντες , ναῦν μικρὰν καθελκύσαντες καὶ οἰκέτας προσκώπους καθίσαντες , τοὺς Μιτυληναίων ἀγροὺς παρέπλεον
4803590 μελοι
εὐρυπρώκτων σὺν γένει : ἡμῖν δὲ Μουσῶν καὶ βίου σαόφρονος μέλοι φρέαρ τε , τοῦτο γινώσκους ' , ὅτι ἥδ
ἄτερ χρυσῆς Ἀφροδίτης ; τεθναίην , ὅτε μοι μηκέτι ταῦτα μέλοι , κρυπταδίη φιλότης καὶ μείλιχα δῶρα καὶ εὐνή ,
4803521 ἀφειδη
τῆι παραπεσούσηι εὐπραγίαι κατὰ τῶν πολεμίων ἐπεξιὼν τήν τε ἐμβολὴν ἀφειδῆ ποιεῖται καὶ λίθωι πληγεὶς πρὸς τὴν κεφαλὴν ἀφυλάκτως ἐπὶ
μέγα κρίνετ ' ἐν Ἑρμιονεῦσι : τὸν ἐξ ἀγέλης γὰρ ἀφειδῆ ταῦρον , ὃν οὐχ αἱροῦς ' ἀνέρες οὐδὲ δέκα
4802565 δηϊοτητα
, οὐδ ' εἰ προγόνων ἦι γένος ἀθανάτων . πολλάκι δηϊοτῆτα φυγὼν καὶ δοῦπον ἀκόντων ἔρχεται , ἐν δ '
κεν πολὺ κέρδιον εἴη : νῦν μὲν παύσωμεν πόλεμον καὶ δηϊοτῆτα σήμερον : ὕστερον αὖτε μαχήσοντ ' εἰς ὅ κε
4800795 γρευς
τὸν αὐτὸν τρόπον καὶ ἐπὶ τοῦ νεῦς νεός νεΐ καὶ γρεῦς γρεός γρεΐ γίνεται κατὰ συναίρεσιν τοῦ ε καὶ ι
ῥέω , ἀποβολῇ τοῦ ω ῥεῦς καὶ πλεονασμῷ τοῦ γ γρεῦς καὶ γραῦς , τὸ διερρυηκὸς γύναιον , τροπῇ τοῦ
4798304 ὑποβαλλομενων
περιπεσόντων ἐπ ' ἐρημίας καὶ ἀνελομένων παῖδας βασιλικούς , ἔπειτα ὑποβαλλομένων τε καὶ ἐκτρεφόντων τῆς φύσεως ἀναξίως . ἀτεχνῶς γὰρ
ἀπόθεϲιϲ δὲ ὁμοία τῇ τοῦ καταγέντοϲ ἔϲτω βραχίονοϲ πλὴν τῶν ὑποβαλλομένων αὐτῷ . Τὰ τοῦ καρποῦ καὶ μετακαρπίου καὶ τῶν
4796904 τετρακοσιαι
τὰς ἑπτὰ χιλιάδας , ἵνα μή τοι ἐπιδευέες ἔωσι αἱ τετρακόσιαι μυριάδες ἑπτὰ χιλιάδων , ἀλλὰ ᾖ τοι ἀπαρτιλογίη ὑπ
τῇ τοῦ Διονύσου πομπῇ διενεχθέντων . Εἶτ ' ἀργυρωμάτων ἅμαξαι τετρακόσιαι , καὶ χρυσωμάτων εἴκοσι , ἀρωμάτων δὲ ὀκτακόσιαι .
4793178 δῃωθηναι
αὐτὸν ὁμῶς Μόψον τε δαήμονα μαντοσυνάων πλαγχθέντας Λιβύης ἐπὶ πείρασι δῃωθῆναι . ὣς οὐκ ἀνθρώποισι κακὸν μὴ πιστὸν ἐπαυρεῖν ,
Εὐβοίας . ὑπότροπος : ὑποστρέψας . δῃωθῆναι : καινότερον νῦν δῃωθῆναι τὸ φθαρῆναι . ἑξῆς δὲ ὁ ποιητὴς ὡς δυσφορῶν
4792271 διηκοσιαι
πόλις καὶ γῆ μέζων ἤ περ ἐκείνοισι ἔστ ' ἂν διηκόσιαι νέες σφι ἔωσι πεπληρωμέναι : οὐδαμοὺς γὰρ Ἑλλήνων αὐτοὺς
νεῶν ἐπ ' Ἀρτεμίσιον ἦν , πάρεξ τῶν πεντηκοντέρων , διηκόσιαι καὶ ἑβδομήκοντα καὶ μία . Τὸν δὲ στρατηγὸν τὸν
4791325 ἐτελεσσαν
μ ' ἔφαντο ἄξειν εἰς Ἰθάκην εὐδείελον , οὐδ ' ἐτέλεσσαν . Ζεύς σφεας τείσαιτο ἱκετήσιος , ὅς τε καὶ
ἐπεξεινοῦντο γυναιξίν : ὅσσα τε Κύζικον ἀμφὶ Δολιονίην τ ' ἐτέλεσσαν : Μυσίδα θ ' ὡς ἀφίκοντο Κίον θ '
4788439 συνηγετο
* * τῆς δὲ ἐλάττονος καταφατικῆς ἐνδεχομένης τὸ μὴ ὑπάρχειν συνήγετο συμπέρασμα καὶ τὸ μὴ ἐνδέχεσθαι ὑπάρχειν τὸ κατὰ τοῦ
τότε αἰτία τοῦ δύο γίγνεσθαι . τότε μὲν γὰρ ὅτι συνήγετο πλησίον ἀλλήλων καὶ προσετίθετο ἕτερον ἑτέρῳ , νῦν δ
4784540 εὐεργεταν
ταῦτα βˈροτοῖς λέγειν ἐν πτερόεντι τˈροχῷ παντᾷ κυλινδόμενον : τὸν εὐεργέταν ἀγαναῖς ἀμοιβαῖς ἐποιχομένους τίνεσθαι . ἔμαθε δὲ σαφές .
Παρνασσίῳ καθέσσαντο μ̄ονόδˈροπον φυτόν . ἑκόντι τοίνυν πρέπει νόῳ τὸν εὐεργέταν ὑπαντιάσαι . Ἀλεξιβιάδα , σὲ δ ' ἠΰκομοι φλέγοντι
4782239 ἀπαλαμνον
θαλασσία χέλυς ὠς γὰρ δήποτ ' Ἀριστόδαμον φαῖς ' οὐκ ἀπάλαμνον ἐν Σπάρται λόγον εἴπην , χρήματ ' ἄνηρ ,
ὣς γὰρ δή ποτέ φασιν Ἀριστόδημον ἐν Σπάρτᾳ λόγον οὐκ ἀπάλαμνον εἰπεῖν : χρήματ ' ἀνήρ : πενιχρὸς δὲ οὐδεὶς
4780420 ἀναλυσομεν
καιρικῆς ὥρας . ἐφεξῆς δὲ τὰς μὲν δεδομένας καιρικὰς ὥρας ἀναλύσομεν εἰς ἰσημερινὰς πολλαπλασιάσαντες τὰς μὲν ἡμερινὰς ἐπὶ τοὺς τῆς
ἐξ ὕλης καὶ τοῦτο , ἢ πάλιν τὸν αὐτὸν τρόπον ἀναλύσομεν . Εἰ δὲ πάθημα τῆς ὕλης , ἀλλ '
4779874 αἰπειναι
ἡμᾶς δύναται τρέφειν . μελέτη δὲ ἄσκησις . ἐπιτήδευμα . αἰπειναί : δυσέφικτοι . σοφίαι μὲν αἰπειναί : τουτέστιν ἐφ
δ ' οὐχ ἅπαντας ἄμμε θρέψει μελέτα : σοφίαι μέν αἰπειναί : τοῦτο δὲ προσφέρων ἄεθλον , ὄρθιον ὤρυσαι θαρσέων
4779285 ἐφηπται
ὃς μάλα νήπιός ἐστιν ὡς ἤδη Τρώεσσιν ὀλέθρου πείρατ ' ἐφῆπται . Ὣς ἔφαθ ' , οἳ δ ' ἄρα
Ὀλύμπου φανεῖται παντὸς ἐπαχθέστερος : δήλη . Ὀλέθρου πείρατ ' ἐφῆπται : ἐπιδέδεται καὶ ηὐτρέπισται τοῦτο ὀλέθρου ἡμῶν πέρας .
4778054 Σαγαπολα
Σαμαμύκιοι . καὶ μεταξὺ μὲν τοῦ Μάνδρου ὄρους καὶ τοῦ Σαγάπολα ὄρους Σάλαθοι ἢ Σάλθοι . καὶ Δαφνῖται , καὶ
καὶ τὸ τῶν Μελανογαιτούλων , οἵτινες κατέχουσι τὰ μεταξὺ τοῦ Σαγάπολα ὄρους καὶ τοῦ Οὐσάργαλα . καὶ τὸ τῶν Πυῤῥαίων
4775557 ἐπιμελουμενων
ἀνάξιος νομισθῆναι . σκαιὸς γὰρ οὐδεὶς ἂν οὕτως γένοιτο τῶν ἐπιμελουμένων τῆς παιδός , ὡς ἐναντιωθῆναι πρὸς λιπαρεστέρας δεήσεις ,
' αὐτῶν δεινὰ πεπονθότα , μισόθεον δὲ μηδαμῶς , οὕτως ἐπιμελουμένων σου τῶν θεῶν . Ἀλλὰ σοὶ μέν , Ἑρμῆ
4774814 ἐλυμηνω
ἐποίησα συμμάχους . οὔκ , ἀλλὰ τὸ κοινῇ συμφέρον ἀμφοτέραις ἐλυμήνω ταῖς πόλεσιν ὦ Δημόσθενες . ἐγὼ παρέταξα πάντας εἰς
δωρεὰν ] παρὰ τῶν ἡγεμόνων τῶν συμμοριῶν ἐφ ' οἷς ἐλυμήνω τὸν τριηραρχικὸν νόμον . ἀλλ ' ἵνα μὴ λόγον
4774067 ἀριθμητων
ἑτερότητα ἀποτελεῖν τὴν καλουμένην ἀόριστον δυάδα διὰ τὸ μηδεμίαν τῶν ἀριθμητῶν καὶ ὡρισμένων δυάδων εἶναι τὴν αὐτήν , πάσας δὲ
καὶ εἰ μὲν μία , ἤτοι ὅλης μετέχει ἕκαστον τῶν ἀριθμητῶν ἢ μέρους τινὸς αὐτῆς . καὶ εἰ μὲν ὅλης
4767618 ἠνυσε
κοῦφα πανηγύρεως . καὶ θάμβος μέν , ἀτὰρ τοῦδε πλέον ἤνυσε θαῦμα πρόσθεν Πισαίου , ξεῖνε , θυηπολίου : ὃν
μετρητόν : ἀτὰρ περιφαίνεται εὖρος ὅσσον τ ' αἰγανέης δορατοξόος ἤνυσε τέκτων εἰς ἐνοπὴν ταύρων τε βαρυφθόγγων τε λεόντων .
4767354 προστατων
προστατῶν αὐτῶν ὄντων . ὡς τοῦ Θεώρου καὶ τοῦ Κλέωνος προστατῶν καὶ ἀρχόντων ὄντων τῆς πόλεως . ⸎ ἐν δίκῃ
, ἢ καὶ ὥσπερ τῶν κωμικῶν τις ἐποίησε τέτταρας τῶν προστατῶν ἀνεστῶτας , ἐν οἷς δύο τούτων ἔνεισιν , οὕτως
4761397 ἀπεστερησθε
ποτὲ συμβῇ πείσονται . ὑμεῖς δ ' ὧν μὲν † ἀπεστέρησθε † σιωπῶ : ἀλλ ' ἐν αὐτῷ τῷ τὴν
τῷ τὴν εἰρήνην ποιήσασθαι , πός ' ἐξηπάτησθε , πόσων ἀπεστέρησθε . οὐχὶ Φωκέας , οὐ Πύλας , οὐχὶ τἀπὶ
4757013 χηρωσε
καὶ οὕτως εἴρηκεν ὁ ποιητής ” Ἰλίου ἐξαλάπαξε πόλιν , χήρωσε δ ' „ ἀγυιάς . „ ἡ γὰρ χηρεία
οἴῃς σὺν νηυσὶ καὶ ἀνδράσι παυροτέροισιν Ἰλίου ἐξαλάπαξε πόλιν , χήρωσε δ ' ἀγυιάς . Οὔκουν , εἶπεν , οὐδὲ
4747513 χρηιζει
οὐ γένοιτ ' ἂν εἰς ἡμᾶς φίλος , ὅσον δὲ χρήιζει δέξομαι . τί ποτε λόγοισιν ἡ ξένη πρὸς τὸν
τρόπον ἴδιον ἐλέγχουσα . τοῦ αὐτοῦ . ὧν τὸ σκῆνος χρήιζει , πᾶσι πάρεστιν εὐμαρέως ἄτερ μόχθου καὶ ταλαιπωρίης :
4745947 ἀκονιτει
ὑμῖν πράττειν προῃρημένων . ὅταν οὖν μηδὲν ᾖ διὰ τούτους ἀκονιτεὶ τῶν δεόντων γενέσθαι , πολλῶν διαμαρτάνειν ὑμᾶς εἰκότως συμβαίνει
μὲν Φωκέων ἀμυνομένων , ὑμῶν δὲ βοηθούντων , ἀλλ ' ἀκονιτεὶ πάνθ ' ὑφ ' ἑαυτῷ ποιήσηται : ὅπερ καὶ
4745353 μεδιμνος
ἀποκρίνασθαι ” μύριοί εἰσιν ἀριθμόν , ἀτὰρ μέτρον „ γε μέδιμνος : εἷς δὲ περισσεύει , τὸν ἐπενθέμεν οὔ κε
ἀπομάκτρα , σκυτάλη , περιστροφίς , μαγίς , χοῖνιξ , μέδιμνος ἡμιμέδιμνος , ἑκτεύς , καὶ παρ ' Ἀλκαίῳ τῷ
4741013 μηχανοωντο
' ἐνθάδε εἰπὲ γυναιξὶν ἐλθέμεν , αἵ περ πρόσθεν ἀεικέα μηχανόωντο . ” ὣς ἄρ ' ἔφη , γρηῢς δὲ
ἔμελλε θεὰ καὶ καρτερὸς ἀνὴρ θησέμεναι : πρότεροι γὰρ ἀεικέα μηχανόωντο . Τῇ δ ' ἄρ ' ἐπὶ φρεσὶ θῆκε
4739913 θρασυμεμνονα
' οἷόν ποτέ φασι βίην Ἡρακληείην εἶναι , ἐμὸν πατέρα θρασυμέμνονα , θυμολέοντα , ὅς ποτε δεῦρ ' ἐλθὼν ἕνεχ
' οἷόν τινά φασι βίην Ἡρακληείην εἶναι , ἐμὸν πατέρα θρασυμέμνονα , θυμολέοντα , ὅς ποτε δεῦρ ' ἐλθὼν ἕνεχ
4739826 Καδˈμου
τὰν ἁλιερκέα Ἰσθμοῦ δειράδ ' : ἐπεὶ στεφάνους ἓξ ὤπασεν Κάδˈμου στρατῷ ἐξ ἀέθλων , καλλίνικον πατˈρίδι κῦδος . ἐν
ἐν δ ' ἀγαθοῖσι κεῖται πατρώϊαι κεδˈναὶ πολίων κυβερνάσιες . Κάδˈμου κόραι , Σεμέλα μὲν Ὀλυμπιάδων ἀγυιᾶτι , Ἰνὼ δὲ
4738812 ἑνας
εἰς τὴν ἐκκλησίαν ἀναβαίνειν , τὰ δικαστήρια πληροῦσθαι , τὰς ἕνας ἀρχὰς ταῖς νέαις ἑκούσας ὑπεξιέναι , καὶ πάντα δι
παλαιάν . καὶ Δημοσθένης ἐν τῷ κατὰ Ἀριστογείτονος “ τὰς ἕνας ἀρχὰς ταῖς νέαις ὑπεξιέναι ” . Γ μυττωτόν :
4737961 καταδειξαντα
ἐν δευτέρᾳ τῆς δευτέρας συντάξεως , Ἡρακλέα τὸν Ἰδαῖον δάκτυλον καταδείξαντα Ὀλυμπίᾳ , πρὸς δύο διαπυκτεύσαντα ἡττηθῆναι : οὕτω δ
ἐν δευτέρῳ τῆς δευτέρας συντάξεως Ἡρακλέα τὸν Ἰδαῖον Δάκτυλον , καταδείξαντα τὰ Ὀλύμπια , πρὸς δύο διαπυκτεύσαντα ἡττηθῆναι . .
4734924 θανε
, οὐδ ' ἄρ ' ἔτ ' αὐτὸς ἔην , θάνε δὲ ξανθὸς Μελέαγρος : τῷ δ ' ἐπὶ πάντ
' ἡμῖν μετέειπε : κοῦροι , ἐμοὶ μνηστῆρες , ἐπεὶ θάνε δῖος Ὀδυσσεύς , μίμνετ ' ἐπειγόμενοι τὸν ἐμὸν γάμον
4730944 διελθοντων
ἦρι , ἐκ Διονυσίων εὐθὺς τῶν ἀστικῶν , αὐτόδεκα ἐτῶν διελθόντων καὶ ἡμερῶν ὀλίγων παρενεγκουσῶν ἢ ὡς τὸ πρῶτον ἡ
, καὶ πράττει πάντα ὡς Τανυοξάρκης . πέντε δὲ ἐνιαυτῶν διελθόντων μηνύεται ἡ Ἄμυτις τὸ δρᾶμα διὰ Τιβέθεως τοῦ εὐνούχου
4728905 προενεκτεον
ἑκατόν : ἡ διπλῆ πρὸς τὴν ἀνάγνωσιν , ὅτι οὕτως προενεκτέον . . . ἀντί ἄντα : . . ὁ
τὸν τόνον : ἤτοι οὖν , φησὶν ὁ Δίδυμος , προενεκτέον τὰν Πελιαοφονόν ὀξυτόνως , ἵν ' ᾖ φονευτικήν :
4728434 μυθεομαι
τριτογένεια , φίλον τέκος : οὔ νύ τι θυμῶ πρόφρονι μυθέομαι , ἐθέλω δέ τοι ἤπιος εἶναι . ” ἐντεῦθεν
θάρσει Τριτογένεια φίλον τέκος : οὔ νύ τι θυμῷ πρόφρονι μυθέομαι , ἐθέλω δέ τοι ἤπιος εἶναι . Ὣς εἰπὼν
4728179 στοιχοι
ὑστεραία ἧκε , καθαρὰ μὲν ἦν πάντα πρὸ ἡμέρας , στοῖχοι δὲ εἱστήκεσαν ἔνθεν καὶ ἔνθεν τῆς ὁδοῦ , ὥσπερ
εἵλκετο στοῖχον ἐπ ' ἄλλης μηχανῆς . Ὅσοι γὰρ δὴ στοῖχοι ἦσαν τῶν ἀναβαθμῶν , τοσαῦται καὶ μηχαναὶ ἦσαν ,
4727816 παρεδηλωσεν
Πυθαγόραν . Ἢ Πυθαγόρας μὲν τὴν ἀπόρρητον ἀρχὴν τῷ ἑνὶ παρεδήλωσεν , οὐκ ἔχων ὅτῳ ἄλλῳ φθέγξαιτο πρὸς ἄλλον :
τοῦτο δὲ κομψὸν καὶ οὐ πάνυ οἰκεῖον δοκεῖ , ἐπεὶ παρεδήλωσεν ἂν αὐτό . ἀλλ ' ἔοικεν ὁ Λάβης ὠνοματοπεποιῆσθαι
4721707 καττον
μήτηρ τῇ Ἑστίᾳ . τὰν αἴλουρον : τὸν ἰδιωτικῶς λεγόμενον κάττον . θηρία μικκά : οἱ μύες . ἀνεξήραινον :
μήτηρ τῇ Ἑστίᾳ . τὰν αἴλουρον : τὸν ἰδιωτικῶς λεγόμενον κάττον . θηρία μικκά : οἱ μύες . ἀνεξήραινον :
4717997 λαβρωνιος
γ ' ἐπιδορπίζομαι . Πρίστις , τραγέλαφος , βατιάκη , λαβρώνιος . ἀνδραπόδι ' ἤδη ταῦθ ' , ὁρᾷς ;
καταλέγων ποτηρίων φησί : πρίστις , τραγέλαφος , βατιάκη , λαβρώνιος . ἀνδραποδιον δὴ ταῦθ ' , ὁρᾷς , ἥκιστά
4717398 διελυοντο
μάχης τοῦτο λαβούσης τὸ τέλος αἱ λοιπαὶ τῶν Οὐολούσκων πόλεις διελύοντο τὴν πρὸς τοὺς Ῥωμαίους ἔχθραν , καὶ ὅσοι τὰ
, τὴν πέραν τοῦ ποταμοῦ χώραν , ἧς ἀπέστησαν ὅτε διελύοντο τὸν πόλεμον : καὶ θυσίας ἀπέδοσαν τοῖς θεοῖς ἀπὸ
4714951 κτησομαι
” εἰς ὥρας ἐγὼ πλεύσω , φυτεύσω , τοῖχον ἄρας κτήσομαι . ” Ἂν γνῷς τί ἐστ ' ἄνθρωπος ,
ἔλεγεν : „ εἰς ὥρας ἐγὼ πλεύσω , φυτεύσω , κτήσομαι πολλοὺς ἀγρούς , τὸν τοῖχον ἄρας πύργον ὑψηλὸν βαλῶ
4714104 μναι
. ἓξ τάλαντα περιόντα τῶν ἑπτὰ ταλάντων , καὶ εἴκοσι μναῖ τῶν τετταράκοντα μνῶν . οὐ γὰρ ἂν δύναιτο ἀποδεῖξαι
προτελέσωσιν εἰς τὴν ἀφορμήν : ᾧ μὲν γὰρ ἂν δέκα μναῖ εἰσφορὰ γένηται , ὥσπερ ναυτικόν , σχεδὸν ἐπίπεμπτον αὐτῷ
4712698 παυροτεροισιν
ἕνεχ ' ἵππων Λαομέδοντος ἓξ οἴῃς σὺν νηυσὶ καὶ ἀνδράσι παυροτέροισιν Ἰλίου ἐξαλάπαξε πόλιν , χήρωσε δ ' ἀγυιάς :
παρὰ τὸ ὁμηρικόν : ἓξ οἴῃς σὺν νηυσὶ καὶ ἀνδράσι παυροτέροισιν : Κελήσατο . ἐνταῦθα παρέλειψεν ὁ ποιητὴς τὴν ἀρχήν
4709967 Ῥαμεσσης
μῆνας ἕξ . Τοῦ δὲ Σέθωσις [ ὁ ] καὶ Ῥαμέσσης , ἱππικὴν καὶ ναυτικὴν ἔχων δύναμιν . Οὗτος τὸν
Ἄρμαϊς ἔτη δʹ , μῆνα αʹ . καὶ μετὰ τοῦτον Ῥαμέσσης ἐνιαυτόν , μῆνας δʹ . μετὰ δὲ τοῦτον Ἀρμέσσης
4706974 ἀντεξετασεις
καὶ διαμέλλω . χρήσιμοι δ ' ἐν αὐταῖς καὶ αἱ ἀντεξετάσεις τῶν [ προτέρων ] προγεγενημένων εὐπραγιῶν , καὶ οὐκ
προάγειν σαφηνείας φροντίζοντας . ἢ οὐ συνάψεις μὲν οὐδ ' ἀντεξετάσεις , ἰδίᾳ δὲ ἐπαινέσεις πρότερον μὲν τὸ τοῦ νυμφίου
4704581 ἀφῃρεθημεν
ἐγκαλοῦμεν τῇ Τύχῃ . καὶ γὰρ εἰ τὴν σὴν συνουσίαν ἀφῃρέθημεν , οἷς γε ἀκούομεν εὐφραινόμεθα . ἀκούομεν δὲ εὔνοιαν
ἐξανήλωσε , τὰ δ ' ὑπὸ τῶν ὑπερηφάνων δανειστῶν τούτων ἀφῃρέθημεν : οἷς τελευτῶντες ἠναγκαζόμεθα τοὺς ἑαυτῶν κλήρους οἱ δείλαιοι

Back