ἐπιλόγοις : ὁ γοῦν τούτων ἐργάτης καὶ ἀγώνων καὶ ἐπιλόγων μέτοχον τὸν οἰκεῖον λόγον ἀποδεῖξαι ἰσχύσειε . Καὶ ὁ μὲν
κατὰ φιλοστοργίαν τά τ ' ἄλλα παρηγόρει καὶ τῶν ὑπαρχόντων μέτοχον ἐποίησε . τὰ μὲν οὖν μʹ ἔτη καὶ τῇ
6258101 συνεπεται
, εὐθείᾳ περαίνει κατὰ φύσιν περιπορευόμενος : τῷ δὲ ἀεὶ συνέπεται δίκη τῶν ἀπολειπομένων τοῦ θείου νόμου τιμωρός , ἧς
τὸ ἴδιον χώρας καὶ ὅσων δή ποτε αἰτίων οὐ πᾶσι συνέπεται τὸ αὐτὸ δίκαιον εἶναι . . Τὸ μὲν ἐπιμαρτυρούμενον
6257893 σπερματικων
δὲ καὶ ὀχευτὴν αὐτὸν παρεισάγεσθαι διὰ τὸ πλῆθος ὧνπερ εἴληφε σπερματικῶν λόγων καὶ τῶν κατὰ σύμμιξιν ἐξ αὐτῶν γινομένων .
τὰ τρίδυμα . Ἐμπεδοκλῆς ὁμοιότητας γίνεσθαι κατ ' ἐπικράτειαν τῶν σπερματικῶν γόνων , ἀνομοιότητας δὲ τῆς ἐν τῷ σπέρματι θερμασίας
6215582 μικτης
καὶ ὑπόπικρος ἀρωματίζων : ἐκφράττει γοῦν καὶ διακαθαίρει . Πιτυΐδες μικτῆς εἰσι δυνάμεως , ὡς ἂν καὶ στύφουσαι καὶ δριμύτητά
ἄμφω φιλοῦσιν ἢ τὸ χρήσιμον ἄμφω . ἐπὶ δὲ τῆς μικτῆς φιλίας οὐ τῷ αὐτῷ χαίρουσιν : ὁ μὲν γὰρ
6168538 μετεχουσα
: καὶ ἡ μέν ἐστιν ἀπὸ τοῦ πρώτου νοητοῦ , μετέχουσα καὶ τῆς τοῦ δημιουργοῦ δυνάμεως , ἡ δὲ ἐνδιδομένη
ῥᾳδίως ποτὲ πᾶσα φύσις ἱκανὴ γένοιτο θεωρῆσαι , μὴ θαυμαστῆς μετέχουσα φύσεως . ὃ νῦν εἰρήκαμεν ἐροῦμέν τε , ὥς
6072799 λεπτομερους
κάθαρσιν τῶν ἐμπεφραγμένων κατὰ τὰς διεξόδους αὐτοῦ χυμῶν . ῥαφανὶς λεπτομεροῦς ἐστι δυνάμεως . τὸ μέλι λεπτομερέστατόν ἐστι τὸ γεννώμενον
μηδὲν ἔχοντα ἢ ἁλμυρὸν ἢ ὀξῶδες , ἀλλὰ μηδεμιᾶς ἄλλης λεπτομεροῦς ποιότητος , ἀλλὰ τοὐναντίον ἐχέτω , ὅσαπερ ἐμπλαστικώτερον αὐτὸν
6054877 φυλακτικον
καὶ πᾶσαν κολακείαν ἐπ ' αὐτοῦ συσταλῆναι : καὶ τὸ φυλακτικὸν ἀεὶ τῶν ἀναγκαίων τῇ ἀρχῇ καὶ ταμιευτικὸν τῆς χορηγίας
. καθάπερ γάρ ἐστι φυλακτικὸν σώματος ὑγίεια , οὕτω ψυχῆς φυλακτικὸν καθέστηκε παιδεία . ταύτης γὰρ προηγουμένης οὐ πταίειν συμβήσεταί
6012659 τελειοτης
τελεία . διὸ ἐνεργεῖ μὲν καὶ ἐν τῷ ἐνεργεῖν ἡ τελειότης : ἐπεὶ δὲ καὶ ὅταν ἐπίστηται οὐ πάντως ἐνεργεῖ
, κίνησιν λέγω καὶ τελειότητα τῆς δυνάμεως . πᾶσα γὰρ τελειότης σῴζει ὃ τελειοῖ : ἕως μὲν γὰρ ἡ δύναμις
5998158 ἐνεργημα
τὰς αἰσθήσεις ὡς ἐπίπαν διηκριβωμένας ἔχουσι καὶ πᾶν ἁπαξαπλῶς φυσικὸν ἐνέργημα . τοῖς δὲ θερμολούταις πλαδαρά τε ἔχειν συμβέβηκε καὶ
γεγενημένον , ἢ τὸν πολὺν κάματον παρέχοντα . πόνος τὸ ἐνέργημα . πολύαινε Ἀρίσταρχος πολλοῦ ἐπαίνου ἄξιε . οἱ δὲ
5984996 ἀκλινους
δὲ ὡς ἄνευ τῆς οἰκείας βλάβης προεστώσης τῶν ἐγκοσμίων καὶ ἀκλινοῦς μενούσης πρὸς τὰ δεύτερα : ἐξ ἀκηράτων γὰρ γενῶν
γὰρ ἡ τῶν στοιχείων μεταβολή , τὸ δ ' ἰσοκρατὲς ἀκλινοῦς βεβαιότητος καὶ ἀσαλεύτου μονῆς αἴτιον . ἅτε μήτε πλεονεκτοῦν
5943717 φυλακτικος
. τεκέων : παίδων , τῶν γεννητόρων . φρουρός : φυλακτικὸς , καὶ φύλαξ . ὥστε : λέγω . ἁπαλοῖς
. . ΕΝ ΚΟΙΛΩι ΝΑΡΘΗΚΙ . Ἔστι μὲν πυρὸς ὄντως φυλακτικὸς ὁ νάρθηξ , ἠπίαν ἔχων μαλακότητα εἴσω , καὶ
5939180 εὐαρμοστον
τῆς ὁμιλίας εἰς εὔνοιαν καὶ φιλίαν , καὶ ὡς δυνατὸν εὐάρμοστον εἶναι πρὸς τὸ πλῆθος ἀνθρώπων , παρ ' ὃ
οἷον ἐννοιῶν , μεθόδων , λέξεων καὶ τῶν λοιπῶν , εὐάρμοστον καὶ σύμμετρον μετά τινος ἐμφαινομένης δι ' ὅλου τοῦ
5928591 εὐφυϊαν
καὶ ἑκάτερον ἀτελὲς ἐφιέμενον τοῦ τέλους : πεδίῳ δὲ τὴν εὐφυΐαν , ὅτι εὐπαράδεκτος σπερμάτων ἀρετῆς ἐστιν . | ἕκαστον
τῆς χώρας οἰκείας γενομένης , ἐφάνη συνδρομή τις ἀγαθῶν ἅπασαν εὐφυΐαν ὑπερβάλλουσα , δι ' ἣν ἐπὶ τοσοῦτον αὐξηθεῖσα ἡ
5918955 καλοκἀγαθιαν
τε καὶ φιλόδημος ἢ τίς οὐκ ἂν ἐπιτηδεύσειε τὴν πολιτικὴν καλοκἀγαθίαν ἀναγνοὺς αὐτοῦ τὸν Πανηγυρικόν ; ἐν ᾧ διεξιὼν τὰς
κίνησις ἐν μὲν σώματι γινομένη ὑγείαν , ἐν δὲ ψυχῇ καλοκἀγαθίαν καὶ δικαιοσύνην ἂν ἐργάσαιτο , Ῥαχὴλ δὲ ἀγαπᾷ πρὸς
5914603 ἀπειθες
. Ἢ παρὰ τὸ ἐκμελὲς καὶ ἄῤῥυθμον εἶναι , καὶ ἀπειθὲς ἀπὸ μεταφορᾶς τοῦ μέλους τοῦ μουσικοῦ . . ΟΜΒΡΙΜΟΝ
ταῖς ἐκ πρώτης ἡλικίας νομίμοις ὑφηγήσεσιν ὅσον ἐν ταῖς ψυχαῖς ἀπειθὲς μεθαρμοζομένου πρὸς τὸ τιθασόν . ἐπαποδύεται δὲ αὐτὸς ἑαυτῷ
5909888 τελειωσις
Τῶν δὲ καρπῶν ἐν αὐτοῖς τοῖς φυτοῖς ἡ ἐκτροφὴ καὶ τελείωσις ὥστε πλείονος δεῖ δυνάμεως . Πρὸς δὲ θησαυρισμὸν ἄριστα
παραλλάττουσι , μᾶλλον δὲ καὶ ἐπὶ πλέον ἡ τῶν καρπῶν τελείωσις . κρανεία μὲν γὰρ ἀποδίδωσι περὶ τροπὰς θερινὰς ἡ
5909297 πεπλεχθαι
οὐδενὸς τῶν προειρημένων , κατ ' Ἐρασίστρατον ἀρχικῶν ἀγγείων φαίνεται πεπλέχθαι , διὸ καὶ παρέγχυμα τροφῆς δοκεῖ αὐτῷ εἶναι .
ἀναγράφει , ἀφ ' οὗ καὶ τὸν Ἀριάδνης καλούμενον στέφανον πεπλέχθαι . ὦ μαλάχας μὲν ἐξερῶν , ἀναπνέων δ '
5899833 ἐμπλαστικης
μέν ἐστιν ἀδήκτου καὶ μετρίως ξηραντικῆς , οὐσίας δὲ παχυμεροῦς ἐμπλαστικῆς . Καννάβεως ὁ καρπὸς ἄφυσός τε καὶ ξηραντικός ἐστιν
τὰς θερμὰς φλεγμονὰς ἐμψύχει . Κόμμι ξηραντικῆς τέ ἐστι καὶ ἐμπλαστικῆς δυνάμεως : καὶ δῆλον ὅτι καὶ τραχυτήτων ἰατική .
5886370 αὐξητικης
παρεξόμεθα : ἐὰν δὲ μὴ ἐμπίπτῃ διήγησις , ἀντὶ διηγήσεως αὐξητικῆς μεμετρημένως τῇ προβολῇ χρησόμεθα , ὡς δέδεικται : τίς
τούτοις , τῆς ἀκμαστικῆς ἐλθούσης ἡλικίας , καὶ παυσαμένης τῆς αὐξητικῆς , τὸ πλεονάζον φλέγμα ἄρχεται , ἐκκρίνεσθαι καὶ διὰ
5871918 ἀδιαρθρωτον
ἢ ἐκ τῶν συμβεβηκότων , συγκεχυμένην δ ' ἔτι καὶ ἀδιάρθρωτον : ἐκ δὲ τῶν ἐγγυτάτω σαφῆ τε ἤδη κατάληψιν
τὸ τῆς ἕξεως εὐμετάβολον καὶ τὸ τῆς ψυχῆς ἀτελὲς καὶ ἀδιάρθρωτον ἀπειργάσατο τοῖς περὶ τὸ ποιητικὸν αὐτῆς συμβεβηκόσιν οἰκείως .
5853541 ἀσπαζομενη
νόμον προυτέθη . περιβάλλουσα δὲ αὐτὸν ἡ μήτηρ καὶ πανύστατον ἀσπαζομένη , τοῦ προσώπου θοἰμάτιον ἀφελοῦσα καὶ καταφιλοῦσα τὸν νεκρὸν
δι ' ὀλίγου χρόνου ἴδοι , ἐπιπηδᾷ ἀτρέμα , ὥσπερ ἀσπαζομένη , καὶ τῷ ἀσπασμῷ ἐπιφθέγγεται , οἷα φιλοφρονουμένη .
5850328 ῥηθεισα
“ οὐδὲν ἄρα περιττὸν οὐδὲ ἐλλεῖπον περιέχει ἡ τοῦ γένους ῥηθεῖσα ὑπογραφὴ τῆς ἐννοίας : ” ὥστε καὶ ὁ σκοπὸς
τὸν ἥλιον . ἡ μὲν οὖν πρώτη ἡ καὶ ἕνη ῥηθεῖσα , ὡς ἀρχή , θεῖόν ἐστι : καὶ γὰρ
5842857 ἀπληστια
, ὡς χρυσὸν τὸ πῦρ . Κακὸν μέγιστον ἐν βροτοῖς ἀπληστία . Κόλαζε τὸν πονηρόν , ἄνπερ δυνατὸς ᾖ .
' οὖν καὶ ὃ δημοκρατία ὁρίζεται ἀγαθόν , ἡ τούτου ἀπληστία καὶ ταύτην καταλύει ; Λέγεις δ ' αὐτὴν τί
5838340 ὀλιγοδεϊας
συμβέβηκεν , αἳ τῆς ψυχῆς ὑποτέμνονται τὴν πολυτέλειαν εὐκολίας καὶ ὀλιγοδεΐας ἔρωτας ἐντίκτουσαι κατὰ τὴν πρὸς θεὸν ἐξομοίωσιν . ἔστι
| ἅλες , ὁ μὲν σύμβολον τοῦ μηδὲν ἥδυσμα εὐωδέστερον ὀλιγοδεΐας εἶναι καὶ ἐγκρατείας παρὰ σοφίᾳ δικαζούσῃ , οἱ δ
5835342 μεταδιδομεν
δυνατὸν ἄδικον μὲν ἦμεν , μεταδιδόμεν δὲ ἰσότατος , ἢ μεταδιδόμεν μὲν ἰσότατος , μὴ κοινωνικὸν δὲ ἦμεν . ἐγκρατέα
παράπαν ἀπέχεσθαι τῷ δύναμιν ἰσχυρὰν ἔχειν , ἢ καττὸ σπάνιον μεταδιδόμεν τᾷ κράσει δείελον γαλακτῶδες . τὰ δὲ λουτρὰ μὴ
5832455 οἰησιν
καὶ ὁμιλήσει βασιλεῦσι καὶ ἄρχουσι καὶ ἐν εὐεξίᾳ ἔσται καὶ οἴησιν ἕξει περὶ αὐτοῦ καὶ τῷ οἰκείῳ λογισμῷ ἀρκεσθήσεται μὴ
ἐστίν . Τί πρῶτόν ἐστιν ἔργον τοῦ φιλοσοφοῦντος ; ἀποβαλεῖν οἴησιν : ἀμήχανον γάρ , ἅ τις εἰδέναι οἴεται ,
5831805 λειπομενη
ἀλλὰ καὶ μῆκος καὶ βάθος , ὡσαύτως δὲ καὶ ἡ λειπομένη διάστασις . εἰ δὲ συνελθόντων τούτων τότε ἐπισυνέβη τὸ
σχεδὸν τῇ πικρίᾳ μόνον καὶ τῷ τόνῳ τοῦ Δημοσθενικοῦ χαρακτῆρος λειπομένη , τοῦ δὲ πιθανοῦ καὶ κυρίου μηδὲν ἐνδέουσα .
5810215 ἀγαπην
τῶν δαιμόνων φαντασίας : ἐν ᾗ ὀφείλει ἐνεργεῖν ἐπί τε ἀγάπην καὶ ἐχθρὰν καὶ δεσμοὺς καὶ παντὸς γοητικοῦ πράγματος .
Μενοικέως περιστέλλων καὶ κοσμῶν καὶ ἐπιμελείας ἀξιῶν καὶ δι ' ἀγάπην ἐκείνῳ προσκαθήμενος οὐκ ἔφθασα εἰς τὸ καὶ ταῦτα μαθεῖν
5803112 τετευχε
καθὼς ὑπὸ τῶν εἰδότων προσαναφέρεται : προνοίας γὰρ βασιλικῆς οὐ τέτευχε . Δέον δέ ἐστι καὶ ταῦθ ' ὑπάρχειν παρά
. χρὴ δὲ καὶ αὐτὸν τὸν Ἥλιον προσβλέπειν , ὅπως τέτευχε καὶ ὑπὸ τίνων μαρτυρεῖται . Ἐπὶ δὲ τῶν νυκτὸς
5802409 μεταβαλλομενης
ἢ ἀναγκαία . πῶς . τῆς ἀποφατικῆς ἐνδεχομένης εἰς κατάφασιν μεταβαλλομένης καὶ ἢ δι ' ἀντιστροφῆς ἢ δι ' ἀδυνάτου
τῆς Δημήτρας . * τῆς παντομόρφου τῆς εἰς πᾶν εἶδος μεταβαλλομένης Μήστρας θυγατρὸς Ἐρυσίχθονος . Ἐρυσίχθων τις Θετταλὸς ὁ καὶ
5794455 συντονιαν
καὶ κατὰ τὴν τοῦ πνεύματος ἐκπύρωσιν τὴν γινομένην διά τε συντονίαν φορᾶς καὶ διὰ σφοδρὰν κατείλησιν : καὶ κατὰ ῥήξεις
ἄπρακτοι καὶ τὴν ἐν τοῖς ἄλλοις μέρεσι τῆς ἡμέρας ἀμβλύνουσι συντονίαν . τὸν μὲν οὖν Ὅμηρόν φησιν ὁ Πλούταρχος ἐπιθέτοις
5794154 ἀναμαρτητον
τήνδε τὴν τῶν ὅλων τάξιν συνέχουσιν ἀτριβῆ καὶ ἀγήρατον καὶ ἀναμάρτητον καὶ ὑπὸ κάλλους καὶ μεγέθους ἀδιήγητον , τούτους φοβούμενοι
ἔστι δ ' αὕτη μηδέποτε γενέσθαι πάντα χρηστὸν μηδ ' ἀναμάρτητον : ὅσα δ ' ἢ κινδυνεύοντας ἔδει προνοήσασθαι ,
5789693 ἀπολελυμενος
. Ἐὰν ἀκούσῃς τοῦ ἀπὸ μόνου θείου : ἐὰν δὲ ἀπολελυμένος τῷ δι ' ἀσβέστου θείῳ , αἰθάλην , σῶριν
ἀντὶ τοῦ ἱερωθεὶς καὶ σφαγεὶς ὑπὲρ τῆς πόλεως : ἄφετος ἀπολελυμένος : πικρὸν δ ' Ἀδράστῳ : μόνος γὰρ ἐσώθη
5782043 συνδεδεμενη
διὰ τὸ εἶναι κατὰ ταύτην ἀνενδεῆ , ἡ δὲ ψυχὴ συνδεδεμένη τῷ σώματι καὶ τὸ ὄμμα τὸ αὐτῆς τῇ γενέσει
κρίσει θανάτου κατεψηφισμένον : κοινωνῶν τῆς ἁμαρτίας : συγκεκλεισμένη συνεχομένη συνδεδεμένη : μεταφορικῶς ἀπὸ τῶν ὀρνίθων , ἀντὶ τοῦ :
5779994 ἐπιθυμουν
τῆς ψυχῆς ἢ εἴδη τρία : λογιζόμενον , θυμούμενον , ἐπιθυμοῦν . ἀναγκαῖον οὖν καὶ τριττὴ πολιτεία ἐγένετο , ἔχουσα
' ἂν οὕτως ἀσφαλῶς ἐκπλεῦσαι : οἱ δὲ τὸ μὲν ἐπιθυμοῦν τοῦ πλοῦ οὐκ ἐξῃρέθησαν ὑπὸ τοῦ ὀχλώδους τῆς παρασκευῆς
5779551 ἀπλαστου
παραδείσου , ὁ δὲ τοῦ πολυμιγοῦς καὶ γεωδεστέρου σώματος , ἀπλάστου καὶ ἁπλῆς φύσεως ἀμέτοχος , ἧς ὁ ἀσκητὴς ἐπίσταται
μεμορφωμένον , ἀοράτου τῆς ἀρχῆς ὑπαρχούσης , τουτέστι τῆς ὕλης ἀπλάστου καὶ ἀμόρφου οὔσης : ἢ ὅτι εἶδος τοῦ γενικοῦ
5778156 ἀντιτεινει
ἐν αὐτοῖς ἄλλο παρὰ τὸν λόγον , ὃ μάχεται καὶ ἀντιτείνει τῷ λόγῳ : προδηλότατον δέ ἐστιν ἐν τῷ ἐγκρατεῖ
, ὅτι κακόν ἐστι τὸ μοιχεύειν , ἡ δὲ ἐπιθυμία ἀντιτείνει καὶ οἴεται τοῦτο ἡδὺ καὶ ἐπιζητεῖ αὐτό . ἐμμένει
5764616 ἱλαροτητα
. Καρδία ἐὰν ἅλληται , ἀγαθὸν δηλοῖ πᾶσιν : ἄλλοις ἱλαρότητα , δούλῳ ἐλευθερίαν , παρθένῳ νωθρείαν , χήρᾳ καὶ
ἂν ἀποβάλωσιν ἀφ ' ἑαυτῶν τὴν λύπην καὶ ἐνδύσωνται πᾶσαν ἱλαρότητα . Ἔδειξέ μοι ἐπὶ συμψελλίου καθημένους ἀνθρώπους , καὶ
5759587 πλαττεται
ἄστυ κρίνει πορνείας : τοῦτο ἠθικόν : καὶ ἤθους ἕνεκα πλάττεται μόνου ἵνα γεωργοῦ δείξωμεν ἦθος . Λεκτέον δέ τι
ταῖς νεφέλαις προὔχει . τοῦτον καὶ αὐτὸν εἰς τὸν Πεισθέταιρον πλάττεται , ὅπως ἄν τι λάβῃ . ἀντὶ τοῦ ἐμνημόνευσα
5759237 ὀξυχολια
πολλῇ , ἔχον τὴν εὐθηνίαν ἐν ἑαυτῷ . ἐὰν δὲ ὀξυχολία τις προσέλθῃ , εὐθὺς τὸ πνεῦμα τὸ ἅγιον ,
πνεῦμα τὸ ἅγιον καὶ ἐκτρίβει αὐτό . εἶτα πάλιν ἡ ὀξυχολία ὅταν κολληθῇ τῷ ἀνθρώπῳ περὶ πράγματός τινος , καὶ
5735705 προσειληφε
δίκας ἑκάστῳ τῶν ἐπιτρόπων λαγχάνων Ἀργᾶς , ἀνὴρ δὲ γενόμενος προσείληφε τὴν τῶν πονηρῶν κοινὴν ἐπωνυμίαν , συκοφάντης . Ἐπορεύετο
κόρον ἐφαρμόσας . διὰ γὰρ τοῦ κόρου , φησὶ , προσείληφε τὴν ἄτην , ἀδυνατήσας κατασχεῖν τὴν εὐδαιμονίαν . τίκτει
5735636 κινητικης
εἰδῶν ἐκτάσεως εἰκών , καὶ τὸ ὀξὺ τῆς διαιρετικῆς καὶ κινητικῆς τῶν ὅλων αἰτίας ἀφομοίωσιν ἔλαχεν . διὸ καὶ τῇ
, τοῦτο μὲν παραφροσύνης σημεῖον , τὸ δὲ ἀσθένειαν τῆς κινητικῆς δυνάμεως . εἰ δὲ ἔχει κατάκλασιν , περὶ τῶν
5735199 παρακοπην
ἐπιτείνει τὴν στέγνωσιν , ἐπιτεινομένη δὲ ἡ στέγνωσις ἐπιτείνει τὴν παρακοπήν : ἐπιτείνεται γὰρ καὶ ἀνίεται τὰ συμπτώματα τοῖς πάθεσιν
ἢ δεῖ . παραύξοντα γὰρ τὸ πάθος παραύξουσι καὶ τὴν παρακοπήν . ὁ μὲν οὖν περὶ τῶν συμπτωμάτων τοιοῦτός ἐστι
5731445 μετειληφεν
καλουμένου . ὁ δὲ Ἡλιόδωρος ὡς δύο μέρη λόγου ὄντα μετείληφεν , ἵν ' ᾖ ὑπὸ τῷ νηίῳ : φησὶ
κόσμον ἐπωνομάκαμεν , πολλῶν μὲν καὶ μακαρίων παρὰ τοῦ γεννήσαντος μετείληφεν , ἀτὰρ οὖν δὴ κεκοινώνηκέ γε καὶ σώματος :
5729785 ἀειθαλες
' ὅσον πρόεισιν , ἐπὶ μήκιστον ἡβᾷ καὶ ἐπακμάζει τὸ ἀειθαλὲς εἶδος φαιδρυνομένη καὶ ταῖς συνεχέσιν ἐπιμελείαις καινουμένη . κἀν
διὰ ταὐτό . Δάφνη δὲ γυναῖκα σημαίνει εὔπορον διὰ τὸ ἀειθαλὲς καὶ εὔμορφον διὰ τὸ χάριεν καὶ ἀποδημίαν καὶ φυγὴν
5727562 ἀλλοιωτικης
. εἷς οὖν τρόπος ὑδέρου οὗτος ὁ ἐπὶ ἀσθενείᾳ τῆς ἀλλοιωτικῆς δυνάμεως γινόμενος τοῦ ἥπατος . Γίνεται ὕδερος καὶ κατὰ
Εἰρηκὼς πῶς τὸ ἀνδρεῖον σπέρμα μίγνυται τῷ γυναικείῳ , τῆς ἀλλοιωτικῆς ἐνεργούσης δυνάμεως , καὶ πῶς γίνεται σφαῖρα , εἶτα
5726014 ἀνενδεες
καὶ πένησι : πλοῦτον γὰρ καὶ πρόσκτησιν σημαίνουσι διὰ τὸ ἀνενδεὲς τῶν ὑποτεταγμένων αὐτοῖς : ἀγαθοὶ δὲ καὶ τοῖς γῆν
καὶ νοῦς ἔσται . Ἔτι εἰ τὸ ἀγαθὸν ἁπλοῦν καὶ ἀνενδεὲς δεῖ εἶναι , οὐδ ' ἂν τοῦ νοεῖν δέοιτο
5709773 περιεργου
προσηκούσης φυσικὸν καὶ τοῦτ ' εἶναι . τὸ δὲ ἐπιθυμεῖν περιέργου τροφῆς ἢ περιέργου τε καὶ τρυφερᾶς ἐσθῆτός τε καὶ
, ἀλλ ' ἀπατᾶι τοὺς φίλους προσποιούμενος ὑπὸ ποικίλης καὶ περιέργου γνώσεως ἀληθὴς εἶναι φίλος . ὄμματα δὲ φωτὸς εἶπεν
5705299 βελτιωσιν
διαλεκτικὸν τόπον : δεύτερον δὲ ὑπογράφειν τὴν ἠθικὴν θεωρίαν πρὸς βελτίωσιν τῶν ἠθῶν : ἀκίνδυνος γὰρ ἡ παραδοχὴ ταύτης ἐπὶ
; οὐδὲ αὐτὴν οἶμαι τὴν τοῦθ ' ὑπομένουσαν εἰδέναι τὴν βελτίωσιν αὑτῆς , ἅτε κατ ' ἐκεῖνον τὸν χρόνον ἐπιθειάζουσαν
5704837 θεμελιος
, ἐν ᾧ τὸ μὲν ἕτερον γέγονεν , οἷον ὁ θεμέλιος , τὸ δὲ ἕτερον οὔ , ὡς ἡ οἰκία
καὶ ἀντιμαρτύρησις τοῦ ψεῦδος εἶναι . πάντων δὲ κρηπὶς καὶ θεμέλιος ἡ ἐνάργεια . Τοιοῦτο μὲν καὶ κατὰ τὸν Ἐπίκουρόν
5703220 καλλιστης
. Ἐπλήρωσας ἡμᾶς , ὦ πάτερ , τῆς ἀγαθῆς καὶ καλλίστης θέας καὶ ὀλίγου δεῖν † ἐσεβάσθη † μου ὁ
τοῖς πᾶσι πολὺ νικῶν : καὶ διὰ γῆς ἀρίστης καὶ καλλίστης διεξέρχεται , καὶ ἀὴρ ὁ περὶ αὐτὸν ἀέρων κάλλιστος
5702580 γεννητικον
φυσικῆς γενέσεως , τὸ δὲ πῦρ , ὡς εἴρηται , γεννητικὸν μὲν αὑτοῦ , φθαρτικὸν δὲ ὡς ἐπὶ πᾶν τῶν
αὐτό φασι καταφέρεσθαι οἱ περὶ τὸν Σφαῖρον , πάντων γοῦν γεννητικὸν εἶναι τῶν τοῦ σώματος μερῶν . τὸ δὲ τῆς
5702206 ὀργανικων
μέτρον , κάλλος δὲ σωφροσύνῃ , ὡς ἐν αὐτῇ τῶν ὀργανικῶν μορίων ἐχόντων τὸ πρὸς ἄλληλα σύμμετρον καὶ τὴν εὔχροιαν
αἱ ἄρισται κατασκευαὶ τῶν σωμάτων συνεστήκασιν ἐκ συμμέτρων μὲν τῶν ὀργανικῶν , ἐξ εὐκρασίας δὲ τῶν ὁμοιομερῶν . ρλδʹ .
5700810 ἀναγωγου
λόγους τοῦ σώφρονος , τοὺς δὲ περὶ τοῦ θείου καὶ ἀναγωγοῦ οὐδέπω . Διὸ αὐτὸς μὲν ὡς ἄνθρωπος ἀποπαύεται ,
βούλεται διαλαβεῖν καὶ περὶ τοῦ ἀμείνονος καὶ ἐγκρατοῦς ἔρωτος καὶ ἀναγωγοῦ ἵππου , ὅτι ἕλκεται μὲν ἅτε δὴ σώματι προσομιλοῦσα
5700274 εὐπαραδεκτον
πολλοῖς ἐκφαίνειν , σώζειν τε τὸν λόγον ἀεὶ , καὶ εὐπαράδεκτον πάσαις ἀκοαῖς καὶ γνώσεσι παρασχεῖν : εἰ δέ τι
πρῶτον καταβληθείσης τροφῆς περιγίνεται μνήμη τῶν θεωρημάτων . ἰδοῦσα δὲ εὐπαράδεκτον ἀρετῆς τὴν τοῦ παιδὸς φύσιν ὅλην ἐξεκένωσε τὴν ὑδρίαν
5696350 ἀπεργαστικη
: ἡ γὰρ ἑαυτοῦ γνῶσις οὐκ ἔστι γνωστοποιὸς ἢ γιγνώσκοντος ἀπεργαστική , καίτοι ἐδόκει καὶ ταύτην κατὰ τὸ ποιεῖν ἐνδέχεσθαι
τῶν οἰκήσεών γε συνυφὴ καὶ σύμπασα οἰκοδομία καὶ σκευῶν πάντων ἀπεργαστική , χαλκεία τε καὶ ἡ τῶν τεκτονικῶν καὶ πλαστικῶν
5693439 ὀδυνηρου
ὡς ἐπὶ καινοτάτῃ καὶ ἀγενήτῳ συμφορᾷ μήτε ἀπαθείᾳ καθάπερ μηδενὸς ὀδυνηροῦ συμβεβηκότος χρῆσθαι , τὸ δὲ μέσον πρὸ τῶν ἄκρων
γινομένων ἐξ ἡλίου πιθανῶς κατασκευάζουσιν : ἄλλως : ἐκ τοῦ ὀδυνηροῦ βίου στοχάζεται βελτίονα εἶναι τὰ ἐν Ἅιδου τῆς γῆς
5691653 συντελουν
στήσας Ὀδυσεὺς δέκα πάντα τάλαντα : τὸ γὰρ πάντα μηδὲν συντελοῦν ἔγκειται . ἔστι δὲ ὅτε κόσμου χάριν , ὡς
δὲ τῶν παθῶν , τὸ λουτρὸν ἀκινδύνως προσάγεται , μέγιστα συντελοῦν καὶ εἰς τὴν ἐκκάθαρσιν τῶν περιεχομένων πτυέλων ἐπὶ πλευριτικῶν
5689940 προβληθεντος
εἰ πάρεργόν τι : τό τε αὖ πρὸς τὴν τοῦ προβληθέντος ζήτησιν , ὡς ἂν ῥᾷστα καὶ τάχιστα εὕροιμεν ,
ἀποτέλεσμα . Ὁ καιρὸς τῆς προβολῆς δηλοῖ τὴν μεταξὺ τοῦ προβληθέντος καὶ τοῦ βασιλέως διάθεσιν , ἡ δὲ καθέδρα δηλοῖ
5688525 ἐμπαθες
ψυχῆς νοερὸν καὶ λογικόν ἐστι , τὸ δὲ ἄλογον καὶ ἐμπαθές , καὶ διὰ τοῦτο μέσος θεοῦ καὶ θηρίου γέγονεν
ἀπαθὲς καὶ ἀθάνατον , δαίμονα δὲ κατὰ τὸ ἀθάνατον καὶ ἐμπαθές , ἄνθρωπον δὲ κατὰ τὸ ἐμπαθὲς καὶ θνητόν ,
5687836 ὀργανοποιιας
καιρίαι . ταύτην τὴν κατασκευὴν ὁ Πασικράτης εἰσηγησάμενος κατηγόρησε τῆς ὀργανοποιίας ὡς ἀπράκτου : ἡ γὰρ ὅλη ἐνέργεια τοῦ ὀργάνου
τοῦ παλαιοῦ ζήλου παρὰ τοῖς ἀνθρώποις καὶ μάλιστα περὶ τὰς ὀργανοποιίας καὶ τὴν ναυτικὴν παρασκευήν . ἐξημερουμένων δ ' ἀεὶ
5682012 χαλκευτικη
τεκτονικὴ μετασχηματιστικαί εἰσιν : ἐκ μὲν γὰρ τοῦ σιδήρου ἡ χαλκευτικὴ ὅπλα ποιεῖ , ἡ δὲ τεκτονικὴ ἐκ τῶν ξύλων
ἄμφω : ἀναγκαῖαι μὲν καὶ χρήσιμοι , ὡς οἰκοδομικὴ καὶ χαλκευτικὴ , καὶ γεωργία καὶ ῥητορική : ψυχαγωγικαὶ δ '
5680672 θεωρητικης
ἐν τῇ θεωρίᾳ ἤπερ ἐν τῇ πράξει . διό φησι θεωρητικῆς μὲν γὰρ τέλος ἀλήθεια καὶ γνῶσις , πρακτικῆς δὲ
γὰρ σοφώτατός ἐστι καὶ θεωρῆσαι τὰ ὄντα δυνατός , τῆς θεωρητικῆς αὐτὸν καὶ θεολογικῆς σοφίας δεῖ ἀντιποιεῖσθαι : καὶ εἴπερ
5674683 ἐκτηξει
τὸ ἁδρομερές . Τὸ δὲ γλίσχρον διαχώρημα γίνεται ἐπὶ τῇ ἐκτήξει τῆς πιμελῆς , ἀλλ ' ἔστιν ὅτε διαχώρημα γλίσχρον
ὅτι κακαί εἰσιν αἱ κριμνώδεις ὑποστάσεις : ἐπὶ γὰρ ἀνωμάλῳ ἐκτήξει ἐκκρίνονται , ἐπὶ πυρώδει καὶ φλογώδει θερμότητι γινομένης τῆς
5656625 ἀτεχνιας
εἶναι ἡ φρόνησις τῆς ἀφροσύνης ὥσπερ καὶ ἡ τέχνη τῆς ἀτεχνίας : οὐχὶ δέ γε ἡ φρόνησις δύναται εἶναι θεωρητικὴ
θεωρητικὸν αὐτὸν εἶναι τῆς ἀφροσύνης καθάπερ καὶ τὸν τεχνίτην τῆς ἀτεχνίας , δέδεικται δ ' ἄληπτος αὐτῷ ἡ ἀφροσύνη ,
5656589 ἐμπαθους
τοῦ βίου ἑκάστην πρᾶξιν ἐνεργῇς , ἀπηλλαγμένος πάσης εἰκαιότητος καὶ ἐμπαθοῦς ἀποστροφῆς ἀπὸ τοῦ αἱροῦντος λόγου καὶ ὑποκρίσεως καὶ φιλαυτίας
τὸ μέλαν ὁ σίδηρος εἰκόνα φέρει τῷ ποιητῇ πρέπουσαν τῆς ἐμπαθοῦς ζωῆς τῶν ψυχῶν , δι ' ἧς σκότιον μὲν
5654157 εὐαρμοστια
. ἀποσῴζοι δ ' ἂν τὸ ἐκ τούτων κοινὸν ἀγαθὸν εὐαρμοστία τις καὶ τῶν πολλῶν ὁμοφωνία μετὰ πειθοῦς συνῳδοῖσα .
ἐν αὐτῇ κατὰ φύσιν γιγνομένας ἐπιθυμίας τε καὶ ἡδονάς : εὐαρμοστία καὶ εὐταξία ψυχῆς πρὸς τὰς κατὰ φύσιν ἡδονὰς καὶ
5653756 χωριστη
κυβερνήτης τοῦ πλοίου . οὗτος γὰρ ἐντελέχεια μέν , ἀλλὰ χωριστή . τάχα δὲ καὶ περὶ πάσης τῆς ψυχῆς τύπῳ
ἐστί τινων πρὸς ἄλληλα . αὕτη οὖν ἡ ἑτερότης ἢ χωριστή ἐστι καὶ κατὰ συμβεβηκός , ἥτις πέφυκε χωρίζεσθαι ἐκείνων
5652476 ὑπερογκον
καὶ μεγαλονοίαι χρησάμενον διαφερόντως . ἐξ οὗ δὴ καὶ τὸ ὑπέρογκον αὐτῶι τοῦ φρονήματος εὐθαρσὲς πρὸς πάντα κίνδυνον ἦν ,
χρῆναι νικῆσαι Ἀλέξανδρον . καὶ τὸ μεγαλήγορον αὐτοῦ τοῦτο οὐχ ὑπέρογκον μᾶλλόν τι ἢ εὐθαρσὲς ἐν τοῖς κινδύνοις ἐφαίνετο :
5650536 πολυφαγια
: θαυμαστὸν γὰρ ἦν καὶ περιβόητον παρ ' αὐτοῖς ἡ πολυφαγία . Μετὰ δὲ τὸ δεῖπνον σπονδὰς ἐποιοῦντο , οὐκ
. θαυμαστὸν γὰρ ἦν καὶ περιβόητον παρ ' αὐτοῖς ἡ πολυφαγία . μετὰ δὲ τὸ δεῖπνον σπονδὰς ἐποιοῦντο οὐκ ἀπονιψάμενοι
5644929 Θαμνα
Καπιτωλιάς . . . . . . ξϚ λα γοʹ Θάμνα . . . . . . . . .
ιδʹ Θεσσαλικῶν . καὶ Θαμίεια . τὸ ἐθνικὸν Θαμιεύς . Θάμνα , πόλις Παλαιστίνης . Ἰώσηπος πέμπτῳ Ἰουδαϊκῆς ἱστορίας .
5639260 αὐταρκειας
καὶ οἷον τὸ τῇ Ἑλλάδι : συγχαίρω σοι . Τῆς αὐταρκείας καρπὸς μέγιστος ἐλευθερία . Ὁ γενναῖος περὶ σοφίαν καὶ
οὐκ ὂν οὐσία , ἀλλ ' ἐπέκεινα ταύτης καὶ ἐπέκεινα αὐταρκείας . Ἀρκεῖ οὖν ταῦτα λέγοντας ἀπαλλαχθῆναι ; Ἢ ἔτι
5637922 ἀκλινες
συνεστῶσα γὰρ ἐκ τριάδος καὶ τετράδος τὸ ἐν τοῖς οὖσιν ἀκλινὲς καὶ ὀρθὸν φύσει παρέχεται : ὃν δὲ τρόπον ,
καὶ ὑλικώτερον : ἐν δὲ ψυχῇ τὸ μὲν εὐθὺ καὶ ἀκλινὲς τἀγαθόν : τουτὶ γὰρ ἰσότητι καὶ ταὐτότητι πρεσβεῦον ,
5633764 ἀνεξαπατητον
ὠφέλησε τὸν ἀνθρώπινον βίον , διὰ μὲν τοῦ λογικοῦ πρὸς ἀνεξαπάτητον ἑρμηνείαν , διὰ | δὲ τοῦ ἠθικοῦ πρὸς τὴν
φησίν , καὶ ἐν ταῖς ὕλαις ταύταις γενόμενον διαφυλάξαι τὸ ἀνεξαπάτητον . Τίνα ; τὸν καλὸν καὶ ἀγαθόν . σοὶ
5631586 σῳζομενης
οἰκείας φύσεως καὶ κινήσεως οὕτως ἐφέλκηται τὸ χόριον : μὴ σῳζομένης δὲ τῆς πρὸς τὸ βρέφος τοῦ χορίου συνεχείας μολίβδου
ἐπιβλαβές , δεῖ γὰρ ἐμπείρως τὴν ὁλκὴν γενέσθαι . διὸ σῳζομένης τῆς πρὸς τὸν ὀμφαλὸν αὐτοῦ συνεχείας ἐπὶ χειρῶν μιᾶς
5631028 ἀκραιφνεστατος
ἡ ἄλογος καὶ ἀπατηλὸς αἴσθησις ἀλλ ' ὁ καθαρώτατος καὶ ἀκραιφνέστατος νοῦς . ἀποδείξεσι δ ' οἱ περὶ τὸν Βοηθὸν
οἷαί τε εἶεν , οὐκ ἂν αἴσθησις αὐτὰς ἀλλ ' ἀκραιφνέστατος νοῦς καταλαμβάνοι . πεφυκυῖαι δ ' ἀκατάληπτοι κατὰ τὴν
5623162 τεκτονικον
ἡ ἔπαυλις . σταφυλή : ὁ καρπός . καὶ τὸ τεκτονικὸν ἐργαλεῖον . στεῦται : ὁρμᾶται . διορίζεται . ἵσταται
οἴκους τε καὶ πόλεις καλῶς οἰκήσειν μαντικῆς ἔφη προσδεῖσθαι : τεκτονικὸν μὲν γὰρ ἢ χαλκευτικὸν ἢ γεωργικὸν ἢ ἀνθρώπων ἀρχικὸν
5612637 ξυννομον
. καλεῖ ] προσκαλεῖται . Ξ ξύννομον ] κοινωνόν . ξύννομον ] συμμεριστήν . Ξ ξύννομον ] σύντροφον . Ξ
καὶ ἀρίστης ἀφικνεῖται εἶδος ἕξεως , ὅτε καὶ εἰς τὸ ξύννομον ἄστρον ἀνάγεται ὑγιὴς καὶ ὁλόκληρος γενόμενος : ὑγιὴς μὲν
5611671 πλεοναζουσα
τῶν ξύλων ἐπιφάνειαν ἐλθεῖν : οὐδὲ ποιεῖ σῆψιν ἡ ὑγρότης πλεονάζουσα , καὶ τότε στερρά ἐστιν ἡ ὕλη μὴ εἴκουσα
μοίρας τινὰς δυνάμεων διακληρωσαμένη μεριστάς , προσθήκαις τε ἄλλαις περιττοτέραις πλεονάζουσα ἀφ ' ἑαυτῆς , καὶ ἄλλοτε ἄλλα εἴδη καὶ
5609676 ἀναπτομενων
, οἷόν ἐστιν ἐπὶ τῶν ἐξ ὑπεροπτήσεως τῆς ξανθῆς χολῆς ἀναπτομένων πυρετῶν . φαίνεται μὲν γὰρ καὶ ἐπὶ τῶν ἐπὶ
δυνάμεως , τοῦτο δὲ προπαρασκευαστικὸν λύσεως τῶν ἐπὶ χυμοῖς σηπομένοις ἀναπτομένων πυρετῶν γίνεται , διδόναι καὶ πρὸ παρακμῆς ἀπομέλιτος ποτοῦ
5600473 ὑπομεινωμεν
γάρ ; ἂν μὴ οὗτος αὐτὰ ἀφέληται καὶ γενναίως αὐτῶν ὑπομείνωμεν τὴν ἀποβολὴν , κλέπτης αὐτὰ οὐκ ἀφαιρήσεται ; ναυάγιον
πόλεμον τῇ πόλει μηδὲ τοῖς Ἕλλησι περιστήσωμεν , ἀλλ ' ὑπομείνωμεν προστάται μᾶλλον τοῦ πρὸς Λακεδαιμονίους πολέμου γενέσθαι ἢ '
5599351 Θεσις
στοιχείῳ ; ἕξ : ὄνομα : σχῆμα . χαρακτήρ . Θέσις : ἐκφώνησις καὶ δύναμις . ὄνομα μὲν ὡς ὅταν
τί ἐστι θέσις , εἰπόντες τότε τῆς διαιρέσεως ἁψόμεθα . Θέσις τοίνυν ἐστὶ πρᾶγμα λογικὴν ἐπίσκεψιν ἐπιδεχόμενον ἄνευ προσώπων ὡρισμένων
5596338 σαφεστερας
. τούτου δὲ τὰς αἰτίας ἀναγκαῖόν ἐστι προεκθέσθαι χάριν τοῦ σαφεστέρας γενέσθαι τὰς ἐν αὐτῷ συντελεσθείσας πράξεις . Ἀλέξανδρος γὰρ
ἐπὶ τὴν ἀγωγὴν τῆς εἱμαρμένης . Εἰ δέ σοι καὶ σαφεστέρας εἰκόνος δεῖ , νόει μοι στρατηγὸν μὲν τὸν θεόν
5593254 παγιον
βεβαιοτάτην ἀνάληψιν καὶ τὸ ἐν ἁπάσαις ἀρεταῖς ἀκλινές τε καὶ πάγιον . τοῦτ ' ἐστὶ τὸ λεγόμενον : „ τετάρτῃ
ἀναψηφίσασθαι , ἀναθέσθαι . Μόνιμον , βέβαιον , ἐχυρόν , πάγιον , ἀσφαλές , ἀμετάβλητον , ἀμετάγνωστον , ἄλυτον ,
5593246 διψυχια
ἀμφότερα οὖν λυπηρά ἐστι τῷ πνεύματι τῷ ἁγίῳ , ἡ διψυχία καὶ ἡ ὀχυξολία . ἆρον οὖν ἀπὸ σεαυτοῦ τὴν
γὰρ πίστις πάντα ἐπαγγέλλεται , πάντα τελειοῖ , ἡ δὲ διψυχία μὴ καταπιστεύουσα ἑαυτῇ πάντων ἀποτυγχάνει τῶν ἔργων αὐτῆς ὧν
5591813 πολυετιας
πυγμῆς . ἔπαθε δὴ τοῦτο ὑπερβολῇ τε χαρᾶς καὶ ἀσθενείᾳ πολυετίας . καὶ αὐτὸν πάντες οἱ κατὰ τὴν πανήγυριν ἐντιμότατα
πυγμῆς . ἔπαθε δὲ τοῦτο ὑπερβολῇ τε χαρᾶς καὶ ἀσθενείᾳ πολυετίας . καὶ αὐτὸν πάντες οἱ κατὰ τὴν πανήγυριν ἐντιμότατα
5591727 μεθαρμοσαμενος
, ἀλλ ' ὁ τὰς ἐσχάτας συμφοράς τε καὶ δυσπραγίας μεθαρμοσάμενος εἰς τὰς ἀνωτάτω καὶ πρώτας εὐτυχίας θεὸς ἦν ,
, ἔθη τε καὶ νόμιμα καὶ ζηλώματα βίων τὰ κράτιστα μεθαρμοσάμενος ἀρχάς τ ' ἀποδείξας ἃς ἂν ἡγῆται σωφρονέστατα τῶν
5588073 δικαιοσυναν
[ τὸ μεταβάλλον ] . Δοκεῖ μοι τῶν ἀνδρῶν τὰν δικαιοσύναν ματέρα τε καὶ τιθηνὰν τᾶν ἀλλᾶν ἀρετᾶν προσειπέν :
δὲ ἀνδρειότατα οἷον ποτὶ ῥώμαν καὶ ἰσχύν , ποτὶ δὲ δικαιοσύναν οἷον ποτὶ κάλλος τὸ σῶμα . τουτέων δὲ ἀρχαὶ
5586346 ἐκχωρει
τῇ τύχῃ ταπεινὸς τοῦ μὲν καλοῦ καὶ τῆς δόξης ἑκουσίως ἐκχωρεῖ τοῖς ὑπερέχουσι , τῆς δὲ καθηκούσης φιλανθρωπίας στερισκόμενος πολέμιος
διάθεσιν , ταύτην ἀπόλλυσι : φθείρεται γὰρ ἡ ἄγνοια καὶ ἐκχωρεῖ ἐπεισιούσης ἐπιστήμης : ὁ δὲ ἡνίκα ἂν ἐνεργῇ κατὰ
5582430 συνον
τοῦ φρονεῖν , ἓν δεῖ εἶναι τὸ αὐτὸ πᾶν ἑαυτῷ συνόν . Καὶ οὕτως ἐκεῖθεν , οὐ μοίρας αὐτοῦ λαβόντες
, πάλιν αὖ λέγει : εἰ δὲ τὸ τῷ ὄντι συνόν , εἴπομεν μὲν ὅτι οὐ πρώτως ἓν λέγει .
5581448 κρουμα
ψιθύρισμα δὲ ἢ τὸ μέλισμα ἢ τὸ σύριγμα ἢ τὸ κροῦμα . ψιθυρίζειν τινὲς ὀνοματοποιεῖσθαί φασιν , ὡς τὸ κρίκε
λέγεται τὸ ἐκ τῶν συναφιεμένων ἀλλήλοις φθόγγων , ὃ καλεῖται κροῦμα . τῆς οὖν μουσικῆς ἐκ τριῶν τῶν συνεκτικωτάτων τελειουμένης
5580043 φθειρομενης
ἐς Ὀλυμπίαν τοῦ λόγου δηλώσω . τῷ δὲ Ἰφίτῳ , φθειρομένης τότε δὴ μάλιστα τῆς Ἑλλάδος ὑπὸ ἐμφυλίων στάσεων καὶ
φθορά : εἰ δὲ εἰς ἄπειρον προΐοιεν , ἀεὶ τῆς φθειρομένης ἀρχῆς ἐκείνη εἰς ἣν φθείρεται ἔσται ἀρχή . οὐ
5576052 φιλαργυρῳ
ἔδωκεν αὐτῇ τάλαντον : καὶ ἑαυτὸν προςαγγέλλει . Σκοπὸς τῷ φιλαργύρῳ τὸ χρυσίον ἀπολαβεῖν : καὶ τοῦτο διὰ τῆς προςαγγελίας
δέδωκε χιλίας , καὶ ἑαυτὸν προςαγγέλλει . Σκοπός ἐστι τῷ φιλαργύρῳ , τὰς χιλίας ἀπολαβεῖν : διὸ καὶ προςαγγέλλει ἑαυτὸν
5570753 εὐαρεστειν
τῇ γνώμῃ γενομένου διὰ τὸ μὴ πᾶσι τοῖς μέρεσιν αὐτῆς εὐαρεστεῖν ἀμφοτέρους παρελθὼν ὁ ὕπατος τρίτον ἠρώτα Γάϊον Κλαύδιον ,
φωράσειεν ἄν τις εὐπετῶς . πῶς γὰρ οὐ μάχης πλῆρες εὐαρεστεῖν μὲν τῷ ζῆν καὶ μένειν ἐν αὐτῷ , ὡς
5569225 συστρεψαι
ἀλλ ' ὑπὲρ τοῦ προτρέψαι τε πρὸς τὰς ἐνεργείας καὶ συστρέψαι τὸν τόνον καὶ τὴν ἐκ τῆς μαλακῆς τρίψεως ἀραιότητα
καὶ δυσχερεῖ χρώμενος . στείλασθαι τὸ πρόσωπον : ἀντὶ τοῦ συστρέψαι καὶ σκυθρωπάσαι . ἡ μεταφορὰ ἀπὸ τῶν ἱστίων τῶν
5563899 ἀλογω
τιθέμενοι τὸ ἐπιστρέφεσθαι τῶν θεῶν . Ἀλέγω τὸ φροντίζω , ἀλογῶ δὲ τὸ καταφρονῶ . . ΚΑΤΑΦΡΑΖΕΣΘΕ . Βουλεύεσθε ,
καὶ περισπᾶται , εἰ μὴ ἐν προθέσει συντεθῇ . οἷον ἀλογῶ πολυλογῶ κακολογῶ μακρολογῶ . πρόσκειται εἰ μὴ ἐν προθέσει
5561921 δραχμ
ἔχειν ἐντεῦθεν ἐπιλέγεσθαι . Ἑρμοδακτύλου . . . . . δραχμ . αʹ ζιγγιβέρεως . . . . . κε
οἶνον κεκραμμένον : κινεῖ καὶ καταμήνια . Ἄλλο . Ἀλόης δραχμ . αʹ , λευκοΐου σπέρμα , τριωβόλου ζζ δραχ
5561401 δημιουργησαντος
ἀνάστασις γίνεται κατὰ πρῶτον λόγον , ἀλλὰ διὰ τὴν τοῦ δημιουργήσαντος γνώμην καὶ τὴν τῶν δημιουργηθέντων φύσιν . Ἀρκούσης δὲ
γνώσεως ζώπυρον , ὃ ἐκ τῆς οἰκείας φύσεως καὶ τοῦ δημιουργήσαντος ὑπάρχον αὐτῇ συγκέχυται τοῖς ἐκ τῆς γενέσεως πάθεσι ,
5549736 ψυχικην
οὔτε λόγῳ οὔτ ' ἀριθμῷ . ὁ τοίνυν Πλάτων τὴν ψυχικὴν ἁρμονίαν τῶν τεσσάρων στοιχείων καὶ τὴν αἰτίαν τῆς πρὸς
ἐξ ἐγκεφάλου ὁρμωμένην , ἐξαιρέτως δ ' ὀνομαζομένην ὑπό τινων ψυχικὴν , ἐκ τῆς περὶ τὰς προαιρετικὰς κινήσεις ἀρρωστίας γνωρίζεις
5548416 προτρεπτικος
ὑγιοῦς ἐπὶ τὴν ἄσκησιν ἦλθες . καὶ μὴν ὅ γε προτρεπτικὸς λόγος τοῦ πατρὸς ἀνάγκην ἐπιτίθησιν οὐδεμίαν , ἵνα ἐθελουργὸς
δέοι . καὶ ὅσα τοιαῦτα . ὁ δὲ τοῦ κατηγόρου προτρεπτικὸς μὲν καὶ αὐτὸς ἐπὶ τὸ ζητῆσαι τὰ πράγματα ὁμοίως
5548136 ἀχωριστος
οὐ πᾶσα κίνησις χωριστή ἐστιν : ἰδοὺ γὰρ ἡ οὐρανία ἀχώριστος ὑπάρχει : ἀεὶ γὰρ ὁ πόλος κινεῖται . ἔστι
σιμότης ἐν ῥινὶ ἔχει τὸ εἶναι , οὗ καὶ νοουμένη ἀχώριστος , ὡς δὲ κοιλότης κεχωρισμένη καὶ οὐδὲν δεῖ τῷ

Back