εἶναι ἡ φρόνησις τῆς ἀφροσύνης ὥσπερ καὶ ἡ τέχνη τῆς ἀτεχνίας : οὐχὶ δέ γε ἡ φρόνησις δύναται εἶναι θεωρητικὴ | ||
θεωρητικὸν αὐτὸν εἶναι τῆς ἀφροσύνης καθάπερ καὶ τὸν τεχνίτην τῆς ἀτεχνίας , δέδεικται δ ' ἄληπτος αὐτῷ ἡ ἀφροσύνη , |
τε καὶ τοῦ λεγομένου τότε εὐνούχου , καταφρονήσαντος τῆς Καμβύσου μωρίας . Λέγεται δὴ ταῦτά γε , καὶ ἔοικεν σχεδὸν | ||
ἤ τι τοιοῦτο . τὸ δ ' ἐμὲ : Οὐ μωρίας πλέων . . 〛 ἀποσποδῆσαι : Ἀντὶ τοῦ ἀφανίσαι |
μετάνοιαν ἔρχεται . Γυναικὶ μὴ πίστευε τὸν σαυτοῦ βίον . Γυναικὸς [ ] ἅπτου καὶ οὐκ ἀνεξ ! ! ! | ||
κακῶς μὴ λέγε , μηδὲ τὸν ἐχθρὸν φίλον ἡγοῦ . Γυναικὸς ἄρχε . Ἅπερ αὐτὸς τοῖς γονεῦσι δράσεις , τὰ |
ἀπόρους ἀσωτία καὶ πολυτέλεια , πολλοὺς δὲ ἀδόξους αἰσχροκέρδεια καὶ μικροπρέπεια . μετά γε μὴν τὴν κακίαν δευτέρα τῶν τοιούτων | ||
. ἔστι δὲ περὶ χρημάτων δαπάνας ὑπερβολή , ἔλλειψις δὲ μικροπρέπεια , ὧν μεγαλοπρέπεια μεσότης ἐστί . οὐ τὸ μὴ |
παράκοπον ] Παρακεκομμένην μέρος τοῦ νοῦ . : ἄδην ] Ἱκανῶς . : γεγυμνάκασιν ] Παρήλασαν . : παρθένου : | ||
τὴν μνήμην , δοίης δὲ τῷ παντὶ τὴν ἀθανασίαν . Ἱκανῶς ἡμῖν ηὖκται . Ἀλλ ' ἴωμεν . Εἰ σὸν |
ἀπόκρισις . λόγοις . . . . . καταμαλθακισθεὶς καὶ ἀποδειλιῶν αἰσχύνης μετέσχον κακῆς . . . ὤκνει ὡς δὴ | ||
, φιλοψυχεῖν φιλοσωματεῖν : καὶ ἀπ ' αὐτῶν αἱ μετοχαὶ ἀποδειλιῶν , εὐλαβούμενος , κατεπτηχώς , φιλοψυχῶν φιλοσωματῶν , ὀκνῶν |
το ? ? ! ! ! ! ! ! ! ωντ ? ! ἐ ! ! ! | ! ! | ||
[ [ ] ως ! ! ! [ [ ] ωντ ! ! ! [ [ ] λυθροναγ ? ? |
, ᾧ ἐπακολουθεῖ ὕστερον καὶ τὸ ἐξίσ - τασθαι . Ψυχῆς μὲν οὖν καί τινος τῶν ἐν αὐτῇ δυνάμεων , | ||
βελτίω δυνατά , τοῦτ ' αὐτὸ ὡς ἄριστα ἀποτελεῖν . Ψυχῆς οὖν ἀνθρώπῳ κτῆμα οὐκ ἔστιν εὐφυέστερον εἰς τὸ φυγεῖν |
ἰσχὺν ἐπιγίνεσθαι . καλοῦνται δ ' ἀθεώρητοι ὅτι μὴ ἔχουσι συγκαταθέσεις , ἀλλ ' ἐπιγίνονται καὶ περὶ φαύλους [ γίνονται | ||
, καὶ τὸ σῶμα κινεῖ : κρίσεις μὲν γὰρ καὶ συγκαταθέσεις αἱ κινήσεις αἱ τῆς ψυχῆς , τοπικαὶ δὲ αἱ |
τὰ τοιαῦτα δώσεις . μνήμη δὲ μισθῶν ὀφειλομένων οὐκ ἦν ἐσπουδακότος λόγος , ἀλλ ' ἀνδρὸς ἡδομένου τῇ μνήμῃ τῆς | ||
, δυοῖν θάτερον , ἢ μανίας ἢ κέρδους ἕνεκ ' ἐσπουδακότος φήσαιμ ' ἂν εἶναι . Εἴη μέν , ὦ |
ἐμβροχῶν χρήσεως . ἔτι καταχρίομεν τὰς πυρώδεις φλεγμονὰς καὶ τὰς ἐρυσιπελατώδεις , ἐρεθιζομένας ὑπό τε τῶν καταπλασμάτων καὶ τῶν ἐμβροχῶν | ||
εἰ δ ' ἀγανακτοίη πρὸς τὰς θερμασίας ἡ φλεγμονὴ διαθέσεις ἐρυσιπελατώδεις ἔχουσα , τούτων μὲν τῶν καταπλασμάτων ἀποχωρεῖν προσήκει , |
ἀταξίαν . κορδακισμοὺς ] κορδακισμός ἐστιν εἶδος ὀρχήσεως αἰσχρᾶς καὶ ἀπρεποῦς : τῶν γὰρ ὀρχήσεων ἡ μέν ἐστι πολεμική , | ||
καὶ πραθεῖσαν ἀρχὴν εἶναι τὸν κωλύοντα , ἀρχηγὸν καὶ αἴτιον ἀπρεποῦς καὶ ἀπειθοῦς καταστάσεως καὶ ἐς τὰ ἐπιόντα ἐγένετο , |
ψιθύρισμα δὲ ἢ τὸ μέλισμα ἢ τὸ σύριγμα ἢ τὸ κροῦμα . ψιθυρίζειν τινὲς ὀνοματοποιεῖσθαί φασιν , ὡς τὸ κρίκε | ||
λέγεται τὸ ἐκ τῶν συναφιεμένων ἀλλήλοις φθόγγων , ὃ καλεῖται κροῦμα . τῆς οὖν μουσικῆς ἐκ τριῶν τῶν συνεκτικωτάτων τελειουμένης |
. πολὺ γὰρ ηὔξηται ἐν αὐτοῖς ἡ ἀδικία τε καὶ αἰσχροκέρδεια . ὁ δὲ Οἰδίπους [ δι ' ἐκπώματα ] | ||
μισθοφορία , μισθοδοσία , πρᾶσις , ἀπόδοσις ἀπεμπόλησις , φιλοκέρδεια αἰσχροκέρδεια . ὁ δ ' ἐναντίος ἄδωρος , ἀδωροδόκητος , |
. . . . , . ἀλεείνων : ἐκκλίνων , ἐκφεύγων : ἔστιν ἀλέα ἡ , εἰς τὴν θερμασίαν ἀπὸ | ||
' αὐτοῦ εἰς τὴν πέτραν . ἀλευόμενος : φεύγων , ἐκφεύγων τὴν μύραιναν , ἀπὸ τοῦ ἀλέω ἀλεύω . Πλέξηται |
ταὶ δὲ σύνθετοι ἐκ τούτων . ἁγεμονικαὶ μὲν οἷον ἁ φρόνασις : ἑπητικαὶ δὲ οἷον ἀνδρεία καὶ σωφροσύνα , σύνθετοι | ||
δὲ ψυχᾶς νόος , τᾶς δὲ περὶ τὸν βίον εὐδαιμοσύνας φρόνασις : οὐθὲν γὰρ ἅτερόν ἐστι φρόνασις , εἰ μὴ |
καὶ ἐπίβαλλε τὰ τηκτὰ καὶ χρῶ πρὸς πάσας φλεγμονὰς τὰς σκληρυνομένας . Ποιεῖ πρὸς φλεγμονάς , παρατρίμματα , ἐξανθήματα , | ||
τὰς τῶν μαστῶν φλεγμονὰς , Φιλουμένου ληʹ . Πρὸς τὰς σκληρυνομένας φλεγμονὰς μαστῶν , Φιλουμένου λθʹ . Περὶ ἀποστήματος ἐν |
τῆς ἀλαζονείας δυσχερῆ παρακολουθεῖ , καὶ ἰδίως τὰ ἐκ τῆς εἰκαιότητος καὶ τὰ διὰ τῆς ὀργῆς τούτων οἷς οὕτω προσφέρεται | ||
καὶ ὑπερηφανίας καὶ ὑπεροψίας , μετέχων δὲ καὶ πολλῆς ? εἰκαιότητος . τοιοῦτος [ ] γάρ ἐστιν , φησὶν ὁ |
ταύτῃ πορευτέον . ἀμελῆσαι δὲ οὐ θεμιτόν ἐστι θεῶν , καταφανοῦς γενομένης τῆς πάντων αὐτῶν κατὰ τρόπον λεγομένης φήμης εὐτυχοῦς | ||
εἰς τὰ Κεντόριπα παρεισπεσεῖν εἰσδεχομένων αὐτόν τινων πολιτικῶν ἀνδρῶν , καταφανοῦς δὲ τῆς ἐπιβουλῆς γενομένης καὶ τῶν φρουρῶν παραβοηθησάντων ἐξέπεσεν |
ἔργα . τὸ δὲ μὴ στερισκώμεθα ἐν ἤθει ἀναγνωστέον οὐ παραιτήσεως ἕνεκα : οὐχὶ ἕνεκα τοῦ αἰτεῖν συγγνώμην φησίν μόνοι | ||
οἱ δὲ τῷ ποσῷ διαφθείροντες , ἀναλόγως καὶ τὸν τῆς παραιτήσεως χρόνον ἐπὶ τῇ νόσῳ μαρτυροῦσι . κἂν μὲν οὖν |
πρεσβῦτα , πότερα φιλεῖς τὰς δρυπετεῖς ἑταίρας ἢ σὺ τὰς ὑποπαρθένους , ἁλμάδας ὡς ἐλάας , στιφράς ; ἀποπλευστέ ' | ||
Ὦ πρεσβῦτα πότερα φιλεῖς τὰς δρυπετεῖς ἑταίρας ἢ σὺ τὰς ὑποπαρθένους , ἁλμάδας ὡς ἐλάας , στιφράς ; Λόρδου κιγκλοβάταν |
δὲ δεῖ κατὰ ἀνάγνωσιν τὸ τί , ἐκ δὲ τῆς ὑποκρίσεως ἐμφαίνειν τὸ οὐδέν [ τι ] . παθητικὴν δὲ | ||
καὶ ὡς ἄριστα φάμενος , ἐνδεῖν δὲ αὐτοῖς τὰ τῆς ὑποκρίσεως . ὁ δὲ παραδίδωσί τε ἑαυτὸν τῷ Ἀνδρονίκῳ καὶ |
. Προστυχὴς ἐγενόμην ἀντὶ τοῦ ἐνέτυχον Πλάτων . Πρόσχημα . παρακάλυμμα τοῦ ἤθους ἢ πρόφασις . Προτέλεια . αἱ πρὸς | ||
πατέρα ἀθετήσαντα , παρῃτήσατο ὁ Αἴσωπος εἰπὼν τεθνεῶτα μὲν ἔχειν παρακάλυμμα τοῦ βίου τῆς αἰσχύνης [ μετὰ ] τὸν θάνατον |
λέγει , ἀλλ ' ὅτι οὔσης καὶ περὶ ταῦτα τῆς ἐλευθεριότητος , ἡ μεγαλοπρέπεια διοίσει αὐτῆς οὐκ ἐν τῷ εὐλόγως | ||
λαμβάνειν τὸ εὖ πάσχειν : τὸ διδόναι ἄρα οἰκειότερον τῆς ἐλευθεριότητος . ἔτι τῆς ἀρετῆς τὸ καλὰ πράττειν μᾶλλον ἢ |
χρόνωι λύπας χρεών . χρῆν : τοῦτο δ ' εἰπεῖν ῥᾶιον ἢ φέρειν κακά . . . . ἔστιν τέκνων | ||
. . . Ἀλκμαίωνος γὰρ τοῦ Κροτωνιάτου λέγοντος ἐχθρὸν ἄνδρα ῥᾶιον φυλάξασθαι ἢ φίλον ὁ μὲν Σοφοκλῆς ἐποίησεν ἐν τῆι |
ἐπὶ τὸν ἄρχοντα χειρῶν ἀδίκων ἀναφέρουσι . , . . ἀπειροκαλία ἀλλ ' εἰμὶ λίαν ἀπειρόκαλος , ὡς διαβεβοημένα ἐπιδιηγούμενος | ||
Ἀντωνίου περιγενέσθαι . τοσοῦτος ἦν οἶστρος αὐτῷ κατὰ Ἀντωνίου καὶ ἀπειροκαλία . ἐβεβαίου τε αὖθις τοῖς δύο τέλεσι τοῖς ἀπὸ |
ἢ τὸν πλαστὸν καὶ φένακα τῦφον ἀντὶ τῆς ἀπλάστου καὶ ἀψευδοῦς ἀτυφίας ἐπαινεῖσθαί τε καὶ θαυμάζεσθαι ; παγκάλως δὲ προσδιέσταλται | ||
πολυχρηματίαν ἢ ὅσα ὁμοιότροπα , νομίσαντα εἶναι ἀγαθά , τῆς ἀψευδοῦς τῶν ἀγαθῶν μερίδος οὐδενὶ φαύλῳ συνταττομένης : ἀκοινώνητον γὰρ |
τοῖς ὅπλοις ἀκκίζεται . περίθες σεαυτῷ τὸν πνιγέα . ἀφάρμακον χρῶμ ' Οἰδίποδος Ἀφροδίσιος ὅρκος οὐ δάκνει . λιθωμόται δημηγόροι | ||
κατὰ μόνας σαυτῷ λαλεῖς , ὠχρὸς περιπατῶν , φιλοσόφου τὸ χρῶμ ' ἔχων ; ἐμοὶ προσανάθου , λαβέ με σύμβουλον |
ζῷον εὐθαρσέστερον . κακὴ γὰρ αἰδὼς ἔνθα τἀναιδὲς κρατεῖ . Καιρῷ τιθέμενον κέρδος ὡς καρπὸν φέρει . Ἂν γνῷς τί | ||
ἀναγκαῖον κακόν . Κατὰ τὴν ἰδίαν φρόνησιν οὐδεὶς εὐτυχεῖ . Καιρῷ σκόπει τὰ πράγματ ' , ἄνπερ νοῦν ἔχῃς . |
: βίαια δέ , οἷον πληγαὶ δεσμὸς θάνατος ἁρπαγὴ πήρωσις κακηγορία προπηλακισμός . συναλλάγματα δὲ καὶ τὰ τοιαῦτα λέγονται , | ||
τὸ ἐναντίον ψόγος , λοιδορία , βλασφημία , κακολογία , κακηγορία , κακισμός , διαβολή : ψέγειν , λοιδορεῖν , |
μεμηνότας βοήθειαν καὶ μὴ τῷ θεῷ ; τέχνῃ γὰρ τῆς θεοσεβείας τοὺς ἀνθρώπους παρατρέπουσι , πόαις αὐτοὺς καὶ ῥίζαις πείθεσθαι | ||
καὶ τὸ θεῖον εἴρηκε λόγιον . ὡς οὖν σοφὸς καὶ θεοσεβείας τρόφιμος ὢν φέρε γενναίως τὸ συμβὰν καὶ εὐχαρίστει τῷ |
τιθέμενοι τὸ ἐπιστρέφεσθαι τῶν θεῶν . Ἀλέγω τὸ φροντίζω , ἀλογῶ δὲ τὸ καταφρονῶ . . ΚΑΤΑΦΡΑΖΕΣΘΕ . Βουλεύεσθε , | ||
καὶ περισπᾶται , εἰ μὴ ἐν προθέσει συντεθῇ . οἷον ἀλογῶ πολυλογῶ κακολογῶ μακρολογῶ . πρόσκειται εἰ μὴ ἐν προθέσει |
λάβηι , κρεμᾶι ] παραχρῆμα . δυσχρήστως γέ πως [ ζυγομαχῶν ] τοῦτον οὔθ ' ὅτωι τρόπωι ἀναγκάσαι τις εἰς | ||
. τὴν ἀξίαν δεῖ γαμεῖν τὸν ἄξιον . ὥσπερ Φιλάμμων ζυγομαχῶν τῷ Κωρύκῳ . ὥσπερ σέλινον οὖλα τὰ σκέλη φορεῖ |
ἀβεβαίους , παραφόρους , ἀπαγεῖς , οὐ στασίμους , οὐκ εὐσταθεῖς . ἕπεται δὲ τούτοις καὶ τὰ κωμικὰ σκώμματα , | ||
φύσιν . συμμέτρως οὖν κεκαθάρθαι λεκτέον τὰς μετὰ τὴν ἀπόκρισιν εὐσταθεῖς , εὔπνους , ἀταράχους τήν τε δύναμιν ἀκαθαιρέτους , |
καὶ ὑποστατικὰ τῶν δεινῶν : τῶ δ ' ἐπιθυματικῶ ἁ σωφροσύνα : μετριότας γάρ ἐντι καὶ κατοχὰ ποθ ' ἁδονὰν | ||
ἀφείης ἱμέρωι χρίσας ' ἄφυκτον οἰστόν . στέργοι δέ με σωφροσύνα , δώρημα κάλλιστον θεῶν : μηδέ ποτ ' ἀμφιλόγους |
νομίζοντες ὅπερ ἦν , ἀπό τε τῶν παρόντων πολὺ σφῶν καθυπέρτερα τὰ πράγματα εἶναι καί , εἰ δύναιντο κρατῆσαι Ἀθηναίων | ||
μᾶλλον : ἀπὸ κοινοῦ τὸ ἐν παντὶ δὴ ἀθυμίας ἦσαν καθυπέρτερα : τῶν Ἀθηναίων . φόβου : ἀπὸ φ . |
περὶ μυρσίνης . [ ηʹ . ] ζʹ . περὶ φυτεύσεως μυρσίνης . [ θʹ . ] ηʹ . περὶ | ||
περὶ πίτυος . [ ιβʹ . ] ιαʹ . περὶ φυτεύσεως πίτυος . [ ιγʹ . ] ιβʹ . περὶ |
- στα λόγια δυσπαρακολούθητά πως καὶ δυσερμήνευτα φαίνεται τοῖς ἐκ παρέργου χρηστηριαζομένοις . τοσαῦτα ἄν τις καὶ ἀπὸ τῶν σποράδην | ||
εἶναι κατὰ φύσιν φιλαπεχθήμονα πρὸς αὐτάς . οὐ γὰρ ἐκ παρέργου , φησὶ , τὰς κατηγορίας ποιοῦμαι , τῷ συνεχεῖ |
ὕψος , ἄθας δὲ ὁ θεός . Οὕτω Φίλων . Γέρασα , πόλις τῆς Κοίλης Συρίας , τῆς τεσσαρεσκαιδεκαπόλεως . | ||
. . . . . ξε γοʹ κθ ∠ ʹδ Γέρασα . . . . . . . . . |
' ἑξῆς ἡμερῶν ε καὶ διαλίμπανε δέκα . Διουρητικόν . Καρδαμώμου , ἀμώμου , σχοίνου ἄνθους ἀνὰ ⋖ Ϛ , | ||
ὄξει ἐπίχριε : τοῦτο ῥήσσει καὶ ξηραίνει . Ἄλλο . Καρδαμώμου σπέρμα κυαμίνῳ ἀλεύρῳ σὺν ὕδατι κατάπλασ - σε δὶς |
, περὶ τούτων ἔστι μοι νῦν ἅπασα ἡ σπουδή . Πειρατέον δὲ καὶ περὶ τούτων λέγειν , ἃ φρονῶ . | ||
πειρῶ περὶ αὐτοῦ τό γε τοσοῦτον φράζειν ὡς σαφέστατα . Πειρατέον . οὐ γάρ ἐστι τοῦτο , ὦ ἄριστοι , |
ὑπόχριε . Τὰ δὲ λεπρώδη τῶν βλεφάρων ὑγιάζει συκῆς ὀπὸς καταχριόμενος . ἁλὸς ἄχνῃ λείᾳ χρῶ . Μυελὸν μόσχειον καὶ | ||
πυριωμένη , ἡδύοσμον σὺν ἀλφίτῳ καταπλασθέν , κρόκος σὺν γάλακτι καταχριόμενος , ἄλευρον κυάμινον καθ ' ἑαυτὸ καὶ σὺν ἀλφίτῳ |
δι ' ἑτέρου ἀπαρασκεύαστος , οἷον οἱ μονομάχοι ἀπαρασκεύαστοι . ἀνδραγαθία ἀνδρείας διαφέρει : ἀνδρεία μὲν γὰρ σώματος δύναμις ἐπαινουμένη | ||
ἀσφοδελὸς δὲ τόπος , ἐν ᾧ ὁ ἀσφόδελος γίνεται . ἀνδραγαθία ἀνδρείας διαφέρει . ἀνδρεία μὲν γάρ ἐστι δύναμις σώματος |
περὶ πάσης μουσικῆς , ὥσπερ ὑπεσχόμεθα , ποιούμενοι παράδοσιν . Μουσική ἐστιν ἐπιστήμη μέλους καὶ τῶν περὶ μέλος συμβαινόντων . | ||
. ἔστι δὲ αὐτῆς σχῆμα καὶ σημεῖον τόδε # . Μουσική ἐστιν ἐπιστήμη περὶ μέλος τὸ τέλειον θεωρητική τε τῶν |
λεγομένων τὸ πιστὸν συνακολουθεῖν ἐννοούμενος εὐχαῖς ἡμᾶς ἀμείψασθαι τῆσδε τῆς ἐγχειρήσεως προθυμήθητι , τὸν κοινὸν δεσπότην ἐξιλεούμενος ἢ παρενεγκεῖν ἡμῖν | ||
εἰς ταυτὸν συνθῇ τις , οὐδ ' ἐγγὺς τῆς νῦν ἐγχειρήσεως . τὸ γὰρ Λακεδαιμονίους ἀνελεῖν ἐθέλοντας φανῆναι τίς ἂν |
καὶ αὗται δοκοῦσιν . Ἀρετὴ μὲν ἡ ἀνδρώδης αὕτη , Σωφροσύνη δὲ ἐκείνη καὶ Δικαιοσύνη ἡ παρ ' αὐτήν . | ||
ἔοικεν , αἰδὼς οὐκ ἀγαθὸν καὶ ἀγαθόν . Φαίνεται . Σωφροσύνη δέ γε ἀγαθόν , εἴπερ ἀγαθοὺς ποιεῖ οἷς ἂν |
ταὐτῷ . Γαμετρία μὲν ὦν καὶ ἀριθμητικὰ καὶ τἄλλα τὰ θεωρητικὰ καὶ ἐπιστῆμαι καὶ περὶ τῶν ἐόντων κατασχολέονται , ἁ | ||
αὐτοπρόσωπα εἰς τρία διαιρεῖται : τούτων γὰρ τὰ μέν εἰσι θεωρητικὰ τὰ δὲ πρακτικὰ τὰ δὲ λογικὰ ἤτοι ὀργανικά . |
τὴν οἰκίαν ] τὸν οἰκίσκον τοῦ διδασκάλου . ἀδολεσχῶν ] μωρῶν . , φλυάρων . Ξανθία ] δοῦλος ὢν ὁ | ||
κατὰ πάντα τρόπον τῆς κακίας ὑποσπορά . ὁρμῶνται δὲ ἀπὸ μωρῶν ὀπτασιῶν καὶ μαρτυριῶν ἐν ᾧ εὐαγγελίῳ ἐπαγγέλονται . φάσκουσι |
μὴν λυθήσεσθε , τῆς ἐμῆς βουλήσεως κρείττονος θανάτου λαχόντες . Ἀμφότερα γοῦν ἅμα συνάγει καὶ πεποιῆσθαι καὶ μὴ διαλύεσθαι καὶ | ||
τῇ γῇ μόνον τὸ εὖ ποιεῖν τὰ ἀνθρώπεια λέγοι . Ἀμφότερα οὖν πειρατέον δεικνύναι , πῶς τε τὰ τῆς μνήμης |
ἐμήδισαν προθύμως οὐδ ' ἔτι ἐνδοιαστῶς , ὥστε ἐν τοῖσι πρήγμασι ἐφαίνοντο βασιλέϊ ἄνδρες ἐόντες χρησιμώτατοι . Οἱ δὲ Ἕλληνες | ||
τοιαῦτα ποιήσειν : ἦν γὰρ κατὰ τὠυτὸ Ὀλυμπιὰς τούτοισι τοῖσι πρήγμασι συμπεσοῦσα : οὐκ ὦν δοκέοντες κατὰ τάχος οὕτω διακριθήσεσθαι |
. ιγʹ Ὀδύνη δὲ λύπη εἰσδύνουσα καὶ ὀξεῖα . ιδʹ Ἀνία δὲ λύπη ἐξ ἀναλογισμῶν . ιεʹ Μεταμέλεια δὲ λύπη | ||
' ὃν ἀμπαύεται Λύπα , δι ' ὃν εὐνάζετ ' Ἀνία . τὸ μὲν οὖν πῶμα κερασθέν ἁπαλοὶ φέρουσι παῖδες |
. Ἑρμηνεία . Κἂν πλούσιος γέγονας καὶ περίβλεπτος , Πενίας μνημόνευε τῆς σῆς συντρόφου . Κλείσωμεν τὴν θύραν , τὴν | ||
† ὅπως ἀρέσῃς μᾶλλον αὐτῷ , καὶ ὅταν πλουτήσῃς ἐμοῦ μνημόνευε . ” Καλλιρόη δὲ τὸ μὲν πρῶτον ὥρμησεν , |
σκιαί : ἐπὶ τῶν φοβουμένων τὰ μὴ ἄξια φόβου . Κακὴ μὲν ὄψις , ἐν δὲ δειλαῖαι φρένες : Κατὰ | ||
χρεώστην , ἐὰν δὲ ᾖ λειψίφως ἡ Σελήνη ἐναντίως . Κακὴ δὲ ἡ Σελήνη ἐν τοῖς συνδέσμοις ἢ ἐν τῷ |
σώματος αὐτοῦ διαλυθέντος εἰς φθειρῶν πλῆθος οἰκείως τῆς περὶ αὐτὸν ῥᾳδιουργίας κατέστρεψε τὸν βίον ἐν τῇ Μοργαντίνῃ . ἐντεῦθεν Ῥουπίλιος | ||
βίον ἀξιοῦσι σκοπεῖν . Τοιγαροῦν ἐμπέπλησται πᾶσα πόλις τῆς τοιαύτης ῥᾳδιουργίας , καὶ μάλιστα τῶν Διογένη καὶ Ἀντισθένη καὶ Κράτητα |
δὲ αὐτῷ κόσκινον ὑποτιθέναι ; Ἀγαθοκλέους δὲ τοῦ Περιπατητικοῦ μέγα φρο - νοῦντος ὅτι μόνος αὐτός ἐστιν καὶ πρῶτος τῶν | ||
! ! ! ! [ [ ] ! ωτι καὶ φρο ? [ [ ] ς : οὐ γὰρ φρ |
πευκίοις . πάγοισιν : παγίδεσιν . Κεράων : ἄκρων . Γε μέν : γέμον . Ἄνθεα ταινιῶν : αἰετάνια , | ||
? φορεῖς ? ? ἡδονήν ? [ | ] [ Γε ] [ ισ ] # [ φοβου ] κ |
] δημοσίων . δημίων ] τῶν τοῦ δήμου . Ξ μελόμενοι ] φροντίζοντες . Ξ μελόμενοι ] φροντίδα ἔχοντες . | ||
τί χρέος ; ἦ λόγων πόλεος , ἔνεπέ μοι , μελόμενοι τυχεῖν ; μήτ ' ἐκδοθῆναι μήτε πρὸς βίαν θεῶν |
Ἄτεγκτος ὁ Λυσίας ἐστίν . Ἀμέλει καὶ ἔλεγον , ὦ Λυσία . Φέρειν οὖν ἐθέλεις , ὦ Πυθιάς , Ἰόεσσαν | ||
μοι χαλέπαινε . πλὴν τὸ δεῖνα , ὅρα , ὦ Λυσία , μή τινι εἴπῃς τὸ περὶ τῆς κόμης . |
καὶ περὶ σῶμα ὡσαύτως . Ἀλλὰ πῶς δυνάμεις πᾶσαι ; Κάλλος μὲν γὰρ ἔστω καὶ ὑγίεια ἑκατέρα , αἶσχος δὲ | ||
δέ ἐστιν ἡ ἰδιοπραγία τῶν τῆς ψυχῆς μορίων . θʹ Κάλλος δὲ τότ ' ἦν ἰδεῖν λαμπρόν Πανταχοῦ ὁ Πλάτων |
εἰρημένων . ἐϲτὶ δὲ καὶ ἡ ῥίζα τοῦ φυτοῦ ξηραντικῆϲ ἀδήκτου δυνάμεωϲ , μετέχουϲα καὶ ϲτύψεωϲ . Φοῦ . Τούτου | ||
αὐστηρὰν ἐπικρατοῦσαν ἔχει ποιότητα , ὡς εἶναι δυνάμεως ξηραντικῆς ἱκανῶς ἀδήκτου . Πράσιον πικρόν ἐστιν : διόπερ ἐκφράττει , ῥύπτει |
θ οὐχ ὁμιλητὸν ] ἀπρόσψαυστον . ὁμιλητὸν ] φορητὸν καὶ ὑπομονητόν . ὁμιλητὸν ] ὁμιλίαν παραδεχόμενον . δείσασα ] φοβηθεῖσα | ||
. εὐεστοῖ ] εὐτυχίᾳ . . ὁμιλητὸν ] φορητὸν , ὑπομονητόν . . κρατοῦσα ] εὐτυχής . . νικῶσα . |
Ὑποτέτακται δὲ τῇ ἀνδρείᾳ καρτερία : θαρραλεότης : μεγαλοψυχία : εὐψυχία : φιλοπονία . Καρτερία ἐστὶν ἐπιστήμη ἔμμονος τοῖς ὀρθῶς | ||
Ἅιδου καταδίκοις προσόμοια . καίτοι τίς προθυμία λαμπροτέρα , τίς εὐψυχία φανερωτέρα τίνων Ἑλλήνων ἢ καθάπαξ εἰπεῖν ἀνθρώπων ἐξετάζοντι φανήσεται |
ἡ παρὰ Ξενοφῶντι εὐποδία , καὶ ἡ παρ ' Εὐριπίδῃ εὐπαιδευσία , καὶ ἡ παρὰ Κριτίᾳ εὐξυνεσία , καὶ ἡ | ||
ἀστύτριψ . καὶ ἡ παρ ' Εὐριπίδηι [ . ] εὐπαιδευσία καὶ ἡ παρὰ Κίαι εὐξυνεσία . . . οὐ |
πτῶκας διώκων οὐδέτερον καταλαμβάνει : αὕτη δημώδης καὶ δήλη . Ὁδοῦ παρούσης τὴν ἀτραπὸν ζητεῖς : ἐπὶ τῶν καταλιμπανόντων τὰ | ||
σκωπτόντων αὐτὸν τῶν κωμικῶν εἰς παροιμίαν ἦλθε τὸ γελοῖον . Ὁδοῦ παρούσης , τὴν ἀτραπὸν μὴ ζήτει : ἐπὶ τῶν |
ἐστὶν ὡς Εὐριπίδην . Παῖ παῖ . Τίς οὗτος ; Ἔνδον ἔστ ' Εὐριπίδης ; Οὐκ ἔνδον ἔνδον ἐστίν , | ||
δῆτ ' ἂν εἶεν οἱ ξένοι ; δίδασκέ με . Ἔνδον : φίλης γὰρ προξένου κατήνυσαν . Ἦ καὶ θανόντ |
τοῦ σώματος ἰσχὺς ὑποφθίνει , τοσοῦτον ἡ τῆς διανοίας αὔξεται ῥῶσις . Τίνα τοίνυν παρεισελθὼν ὁ νοῦς ἐξεπαίδευσε τὸν Τηλέμαχον | ||
γὰρ πόνῳ πραΰνεται πόνος , καὶ ὑγεία , ἔτι δὲ ῥῶσις καὶ θρέψις γίνεται σωμάτων διὰ πόνων , τέχνας τε |
ἠκούσαμεν : Πυλάδη , θανούμεθ ' , ἀλλ ' ὅπως θανούμεθα κάλλισθ ' : ἕπου μοι , φάσγανον σπάσας χερί | ||
ἐλεύθεροι γὰρ κοὐδὲν ἠδικηκότες τῆς σῆς ἕκατι ζημίας [ ] θανούμεθα . [ ] πολλοῖσι δῆλον [ ὡς θεήλατον ] |
δόξαν ἀπηνέγκατο ὁ Θεμιστοκλῆς , περὶ οὗ ἄνω ἐγράφη . πιθηκισμοῖς : ἀπάταις καὶ κολακεύμασιν . ΓΘ ἄλλως : μιμήμασιν | ||
σὺ οὖν , ὦ Ἱέρων , μὴ πείθου διαβολαῖς μηδὲ πιθηκισμοῖς , ὅ ἐστιν ἀπάταις . ἄλλως : ὁ λόγος |
. οἶδεν ὁ ζωγράφος , ὅτι αἱ τῶν μύθων φροντίδες ἀνειμένης τῆς ψυχῆς δέονται . φιλοσοφεῖ δὲ ἡ γραφὴ καὶ | ||
ἐν τῇ Ἀντιοχείᾳ διέτριβεν : εὐθυμότερος δὲ καὶ ἀδεέστερος γενόμενος ἀνειμένης αὐτῷ τῆς περὶ τὰ πολεμικὰ φροντίδος , ταῖς τῆς |
πνεούσης . ἔξοχα : πλέον . δαιτός : εὐωχίας . Ἐκπάγλως : λίαν , ἐξόχως . ἐπιτέρπεται : ἐπιχαίρει . | ||
, χαριέστατον . ὕδωρ : καὶ ἡ θάλασσα ἐκείνη . Ἐκπάγλως : ἐξόχως , ἔξω πάσης γλώττης , λίαν , |
. Ἑδώλοισιν . ὑποστρώμασι νηός , ζυγαῖς , καθέδραις . Ὄρθιον νόμον Θαμύρα . ὁ κιθαρῳδικὸς τρόπος τῆς μελῳδίας , | ||
Ταϋγέτου πόδ ' ] Σκοπῶν . Ἔμβαλον ] Προσέῤῥηξαν . Ὄρθιον ] Ἐξάκουστον . Μεταλαμβάνειν ] Κοινωνεῖν . Περιστέλλων ] |
καὶ ἐνοχλοῦν σῶμά ἐστι , κινεῖ δ ' ἡμᾶς ἡ εὐμουσία ἐνοχλεῖ δ ' ἡ ἀμουσία . ἔτι πᾶν τὸ | ||
καὶ διατρίβουσι περὶ παιδείαν , οὐδὲ αὐτὴ ἡ ἐν λόγοις εὐμουσία καὶ διατριβή , ἀλλ ' ἣν οἱ πολλοὶ ἀκύρως |
σπάρους , χρυσάφια , κωβιούς , καὶ ὅσα τοιαῦτα . Ἀπέχεσθαι δὲ λαβρακίων , κεφάλων , γυλαρίων , ἀστακῶν , | ||
κοκκόδαφνα . Οἶνον παλαιόν , λεπτόν , εὐώδη πίνειν . Ἀπέχεσθαι δὲ πασῶν τῶν ὑγροτέρων τροφῶν , καὶ λαμβάνειν τὸ |
παρὰ τὸν νόμον . ἔτι εἰ ὁ μὲν κέρδους ἕνεκα μοιχεύει καὶ προσλαμβάνει , ὁ δὲ ἡδονῆς ἕνεκα , καὶ | ||
ἐπιθυμεῖ συνδυασθῆναι κόρῃ τινί , οὐ φανερῶς καὶ εὐθὺς αὐτὴν μοιχεύει , ἀλλὰ βουλεύεται πῶς ἂν μοιχεύσῃ αὐτὴν λάθρα , |
φησίν , ἴσθι τοῦ κέρδους , ἀλλὰ καὶ ἑκὼν ζημίαν ὑπόμεινον , ἵνα καὶ τὴν ἀκούσιον βλάβην , εἴ ποτε | ||
ᾖ τὸ σὲ μὴ ταραχθῆναι . Εἰ προκόψαι θέλεις , ὑπόμεινον ἕνεκα τῶν ἐκτὸς ἀνόητος δόξας καὶ ἠλίθιος , μηδὲν |
' ὀλίγα πιπράσκειν καὶ μικρά . κακοτεκνία : τοὐναντίον τῷ εὐτεκνία . σημαίνει τὸ κακοῖς καὶ πονηροῖς χρῆσθαι τέκνοις . | ||
αἱ ἐνέργειαι . κοινῶς δὲ τῶν ἀγαθῶν μικτὰ μέν ἐστιν εὐτεκνία καὶ εὐγηρία , ἁπλοῦν δ ' ἐστὶν ἀγαθὸν ἐπιστήμη |
μέρους , ᾧ ἐπίκειται ὁ ζυγός . : πῶς οὐχὶ ταρβεῖς : Πῶς οὐχὶ φοβῇ τοιαῦτα ὑβριστικὰ λόγια κατὰ τοῦ | ||
ἀγορεύεις θαρσαλέως πολλοῖσι μετ ' ἀνδράσιν , οὐδέ τι θυμῷ ταρβεῖς : ἦ ῥά σε οἶνος ἔχει φρένας , ἤ |
ἔπι : ὅθεν λαβόντες οἱ κακῶς πεπραγότες σωτηρίαν ἀπῆλθον ἐκ δυσπραξίας νῦν οὐκέτι μοι δίχα θυμός , ἀλλὰ † σαφὴς | ||
αὐτὴν πᾶσαν ἑλκύσει κάτω . } Πράττων καλῶς μέμνησο τῆς δυσπραξίας : ὡς γὰρ τὸ πράττειν καὶ τὸ δυσπράττειν σκόπει |
ὑγίειαν καλὸν ἡμῖν ἔργον ἀπεργάζεται , εἰ ἀποδέχῃ τοῦτο . Ἀποδέχομαι . Καὶ εἰ τοίνυν με ἔροιο τὴν οἰκοδομικήν , | ||
ὑπὸ μοχθηροῦ , ἂν ἔχῃ δὴ ἀναφαίρετον τὸ ἀγαθόν . Ἀποδέχομαι τοῦ λόγου τῆς γνώμης τῷ ἡμαρτημένῳ προστιθέντος τὴν ἀδικίαν |
γάρ πω μανθάνομεν , ὦ ξένε , ὅτι τὰ νῦν φράζεις . Καὶ μάλα γε , ὦ Μέγιλλε , εἰκότως | ||
ἐν τούτοις αὐτοῖς . Ἐν τίσι καὶ ποίου πέρι βίου φράζεις ; Ἐν τῷ πληροῦσθαι καὶ κενοῦσθαι καὶ πᾶσιν ὅσα |
στοιχείων ἰσονομίαν , ἣν ἀντιδιδόασιν ἀλλήλοις . ἐμοὶ δὲ εὐθυβολώτερον σκοπουμένῳ δοκεῖ τοῦτο δηλοῦσθαι : ἡ τιμῶσα ψυχὴ τὸ ὂν | ||
καὶ πάρεστι διὰ τῶν πραγμάτων καταμαθεῖν . φανεῖται γὰρ πανταχῆ σκοπουμένῳ τοσοῦτον ὑπερβαλλομένη ὥστε μὴ πρώτη τῶν Ἑλληνίδων μηδὲ μάλιστα |
ἐν εἰρήνῃ καταστήσασθαι τὴν πολιτείαν . ἔοικε δὲ καὶ τῆς Ὀλυμπιακῆς ἐκεχειρίας ἡ ἐπίνοια πρᾴου καὶ πρὸς εἰρήνην οἰκείως ἔχοντος | ||
τοῦ Κρόνου παῖδα Δία ὑμνεῖν . πιθανώτερον γὰρ τῆς νίκης Ὀλυμπιακῆς οὔσης τὸν Ὀλύμπιον Δία παρὰ τῷ Ὀλυμπιονίκῃ ὑμνεῖσθαι . |
, ἱκανὰς λύπας καὶ φροντίδας προσβέβληκεν . Εἰς τοῦτο γὰρ βαρυδαιμονίας ἥκω , ὥστε οὐκ ἀρκοῦν μοί ἐστιν ἐμαυτὸν ὅσιον | ||
. οἱ μὲν οὖν ἑαυτοῖς ταῦτα ἐπιγράφοντες ἄξια τῆς ἑαυτῶν βαρυδαιμονίας | ἐκληρώσαντο , ψυχὴν μὲν ἐπίβουλον , ἀλόγοις πάθεσι |
χρὴ τὸ ἐκβησόμενον ἐκ τῆς ἐμπειρίης : ἔνδοξον γὰρ καὶ εὐμαθές . Ἐν δὲ τῇ εἰσόδῳ μεμνῆσθαι καὶ καθέδρης , | ||
εὐκόλως καταλαμβανόμενος . ὡς ἐνταῦθα καὶ παρὰ Σοφοκλεῖ : ὡς εὐμαθές μοι , κἂν ἄγνωστος ᾖς ὅμως , φώνημ ' |
ταρβῶ γὰρ καὶ φοβοῦμαι τὴν ἀστεργάνορα παρθενίαν τῆς Ἰοῦς , εἰσορῶσα αὐτὴν δαπτομένην καὶ δαμαζομένην ἐν τῷ γάμῳ τοῦ Διός | ||
ἄλευ ' , ἆ δᾶ : φοβοῦμαι , τὸν μυριωπὸν εἰσορῶσα βούταν . ὁ δὲ πορεύεται δόλιον ὄμμ ' ἔχων |
, τὸ δοξάζω , λεγομένης : ὅτι ὁ μὲν τὰς θρηνώδεις , ὁ δὲ τὰς ἐπιθαλαμίους καὶ γαμικὰς ἐφεῦρεν ᾠδάς | ||
δὴ καὶ ὁ θεῖος Πλάτων ἐν τῇ Πολιτείᾳ μνημονεύει λέγων θρηνώδεις μὲν εἶναι τήν τε μιξολυδιστὶ καὶ τὴν συντονολυδιστί , |
ἡλικία καὶ παραλλοίωσις τῆς ζωῆς πάσης ἀπεικάζεται . τροφαῖσιν ] ἀνατροφαῖς . θ τροφαῖσιν ] ὅτε ἀνετρέφετο παῖς ὤν . | ||
παριστᾶν καὶ ἐλέγχειν αὐτὸν ὡς ἄδικον . . τροφαῖσιν ] ἀνατροφαῖς . ἐφηβήσαντα ] εἰς ἥβην ἐλθόντα καὶ νεανίσκον γενόμενον |
ἡ ἀρχὴ αὐτῶν περιέχει . πεδίων ] τῆς Βοιωτίας . ἀμοίρους ] ἀμετόχους . Ξ ἀμοίρους ] ἤγουν τῆς βασιλείας | ||
, : πέπυσμαι δὲ ἄρα καὶ ἀριθμητικῆς τὰς βοῦς οὐκ ἀμοίρους εἶναι τὰς Σουσίδας . καὶ ὡς οὐκ ἔστιν ἄλλως |
τῆς ἀντιστροφῆς κῶλον οἰκείως . ἐκμέμονας ] μέσος παρακείμενος . ἐκμέμονας ] + ἐκμαίνῃ . θυμοπληθὴς ] θυμοῦ γέμουσα . | ||
οὐκ ἀφίστασαι : μένος γὰρ ἡ προθυμία . θ + ἐκμέμονας χρὴ γράφειν , οὐχὶ τί μέμηνας ἢ μέμονας : |
καὶ οὐχ ἵνα εἰδῶμεν , φησί , τὰ δίκαια , φιλοσοφοῦμεν , ἀλλ ' ἵνα , ὡς οἷόν τε , | ||
τὴν ἡνίαν τι πράττουσι , καταρρυθμίζειν δὲ αὐτούς , εἴπερ φιλοσοφοῦμεν : ἃ γὰρ εἰ προσήκει πράττειν , ἔδει βουλευομένους |
καὶ ἰάσασθαι βούλεται : διὰ γὰρ τῆς μυθολογίας τε καὶ παλινῳδίας ἀποκαθήρασθαι καὶ ἰάσασθαι βούλεται τὸ ἁμάρτημα . Ἀλλὰ πῶς | ||
μοι , κατὰ τὸν ποιητὴν ἐκεῖνον , δεήσεσθαι καὶ αὐτὸς παλινῳδίας ἐν τοῖς περὶ τοῦ ἔρωτος λόγοις : θεὸς γὰρ |
εἶναι Πλάτωνι . Εἶτα οὐκ ἦν τοῦ δήμου τοῦ Ἀθηναίων θεραπευτικὸς ὁ Ξανθίππου Περικλῆς ; ἐμοὶ μὲν δοκεῖ . ὁσάκις | ||
. ἐνθυμοῦ δὲ καὶ ὅτι δοκεῖς τισιν ἐνδεεστέρως τοῦ προσήκοντος θεραπευτικὸς εἶναι : μὴ οὖν λανθανέτω σε ὅτι διὰ τοῦ |
ἀμφὶ Λοξίου ; οὐ γὰρ τοιοῦτος ὥστε θρηνητοῦ τυχεῖν . ὀτοτοτοτοῖ πόποι δᾶ . ὦπολλον ὦπολλον . ἥδ ' αὖτε | ||
δόσιν κακὰν κακῶν κακοῖς . ἴυζε μέλος ὁμοῦ τιθείς . ὀτοτοτοτοῖ . βαρεῖά γ ' ἅδε συμφορά . οἴ , |
. Μεθόδιος , . , . . Ἁμαρτῶ : τὸ ἀποτυγχάνω : ἀπὸ τοῦ μάρπτω , τὸ καταλαμβάνω , ὅθεν | ||
, , . . α . . Ἁμαρτάνω : τὸ ἀποτυγχάνω : ἀπὸ τοῦ ἁμάρτω ἁμαρτάνω , ὡς ἥδω ἁνδάνω |
μέν ἐστιν ἐπὶ προαιρέσεις ἢ λόγους ἢ πράξεις παράκλησις , ἀποτροπὴ δὲ ἀπὸ προαιρέσεων ἢ λόγων ἢ πράξεων διακώλυσις . | ||
νόημα καὶ πρᾶξαι . οὐ γὰρ δύναμιν λέγει , ἐπεὶ ἀποτροπὴ τὸ τοιοῦτόν ἐστιν ἐπιτελέσαι : ἀπὸ κοινοῦ τὸ ὀξεῖς |
φύσιν τ ' ἐστὶ καὶ καλόν , τὸ δ ' εὐλόγιστον οὐ καλόν ; Οὐδαμῶς . Μὴ τοίνυν μάχην ἔχει | ||
; Οὐδαμῶς . Μὴ τοίνυν μάχην ἔχει τῷ φιλοστόργῳ τὸ εὐλόγιστον ; Οὐ δοκεῖ μοι . Εἰ δὲ μή , |
καὶ τῶν ἀναγινωσκόντων τὰς τοιαύτας πραγματείας οἱ μὲν ὑπερβαίνουσι τὰς ῥητορείας , κἂν ὅλως ἐπιτετεῦχθαι δόξωσιν , οἱ δὲ διὰ | ||
πράττοντα : τὸ δὲ τοιοῦτον ἀπολογίαν καλοῦσι . πέμπτον εἶδος ῥητορείας : ὅταν τις εὖ λέγῃ καὶ ἀποφαίνῃ καλὸν κἀγαθόν |
] τοῦ τὰς φρένας βεβλαμμένου . βλαψίφρονος ] φρενοβλαβοῦς . βλαψίφρονος ] τοῦ φρενοβλαβοῦς ἢ ὅτι τοὺς παῖδας κατηράσατο ἢ | ||
ἱεράς , ὁσίας , λιγυφώνους , ἐκτὸς ἐοῦσα κακῆς λήθης βλαψίφρονος αἰεί , πάντα νόον συνέχουσα βροτῶν ψυχαῖσι σύνοικον , |
, δέδεικται δὲ μηθὲν τούτων διδασκόμενον , οὐθέν ἐστι τὸ διδασκόμενον . Καὶ ἄλλως : εἰ διδάσκεταί τι , ἤτοι | ||
ἐστιν , οὐ διδάσκεται τὸ σῶμα . δεῖ γὰρ τὸ διδασκόμενον ἢ αἰσθητὸν εἶναι ἢ νοητόν , μηθέτερον δὲ ὂν |
ἀγριαίνουσαν θάλατταν . μὴ γὰρ εἴποι τις ὡς βουληθεὶς οὐκ ἐδυνήθης : τὸ γὰρ ὡς οὐκ ἐβουλήθης , οὐκ ἔστιν | ||
γὰρ ἦν καὶ πρέπον ἐρωτικῇ ὁμιλίᾳεἰ καὶ μὴ τῆς παροινίας ἐδυνήθης : ἐβουλόμην οὖν ἀκριβῶς ἕκαστα ἐπιστεῖλαι καὶ προὐτράπην : |
ταύτην εἶναι φύσιν αὐτῶν . κἀγὼ οὖν , φησὶν , ὑμνῶ ταῦτα ἅπερ αἱ Μοῦσαι . ἐὰν οὖν σοι δοκῇ | ||
. καὶ τὰν πατρὸς ἀντία Μήδειαν : καὶ τὴν Μήδειαν ὑμνῶ τὴν παρὰ γνώμην τοῦ πατρὸς αὐτῆς γαμηθεῖσαν : ἐγαμήθη |