. τούτου δὲ τὰς αἰτίας ἀναγκαῖόν ἐστι προεκθέσθαι χάριν τοῦ σαφεστέρας γενέσθαι τὰς ἐν αὐτῷ συντελεσθείσας πράξεις . Ἀλέξανδρος γὰρ
ἐπὶ τὴν ἀγωγὴν τῆς εἱμαρμένης . Εἰ δέ σοι καὶ σαφεστέρας εἰκόνος δεῖ , νόει μοι στρατηγὸν μὲν τὸν θεόν
7776726 διακριτικος
προφορικός . λόγος καὶ ὁ ἐνδιάθετος , ὅ ἐστιν ὁ διακριτικός : ὅθεν ἄρα κατὰ μετάληψιν γαρύειν τὸ διακρίνειν .
γὰρ τὸ λευκὸν διακριτικόν ἐστιν ὄψεως , καὶ ὁ ἄνθρωπος διακριτικός ἐστιν ὄψεως . πάλιν τὸν δεύτερον παραλογισμὸν προάγουσι τοῦτον
7758080 τοὐξημβλωμενον
οἰκῶν τῶν ἀγρῶν . ἀλλ ' εἰπέ μοι τὸ πρᾶγμα τοὐξημβλωμένον . ἀλλ ' οὐ θέμις πλὴν τοῖς μαθηταῖσιν λέγειν
, ὅπερ οὕτως ἔχει τηλοῦ γὰρ οἰκῶν βίοτον ἐξιδρυσάμην . τοὐξημβλωμένον ] τὸ ἀπολωλὸς καὶ διεφθαρμένον . ἀλλ ' οὐ
7750645 ονος
– – × ] Διός [ ] φει [ ] ονος [ ] ! ! ν τότε [ ] η
Ὄρδυνος , ὄνομα ποταμοῦ : Κόρυνος . Τὰ διὰ τοῦ ονος ὑπὲρ δύο συλλαβὰς διὰ τοῦ ὁ μικροῦ γραφόμενα δύο
7737616 ἀναβηθι
ὁ δεῖνα , εἴ τι ἔχεις , καὶ σύνειπε . ἀνάβηθι . Πολλά με τὰ παρακαλοῦντα ἦν , ὦ ἄνδρες
καὶ τὴν δεκάδι πολυπλασιαζομένην ἑβδομάδα . . . § : ἀνάβηθι , ὦ ψυχή , . . . ἐν ἀριθμοῖς
7736484 ζυγομαχων
λάβηι , κρεμᾶι ] παραχρῆμα . δυσχρήστως γέ πως [ ζυγομαχῶν ] τοῦτον οὔθ ' ὅτωι τρόπωι ἀναγκάσαι τις εἰς
. τὴν ἀξίαν δεῖ γαμεῖν τὸν ἄξιον . ὥσπερ Φιλάμμων ζυγομαχῶν τῷ Κωρύκῳ . ὥσπερ σέλινον οὖλα τὰ σκέλη φορεῖ
7730138 κακκαβη
ῥηματικὸν ὄνομα κάβη καὶ κατὰ ἀναδιπλασιασμὸν καὶ πλεονασμῷ τοῦ κ κακκάβη . ἀναλογώτερον δὲ θέλουσι λέγειν ἡ κάκκαβος θηλυκόν :
. κάκκαβος ἐπὶ ἀρσενικοῦ . . . . . . κακκάβη , , : κακκάβη : σκεῦος πρὸς ἕψησιν ἐπιτήδειον
7730096 αὐξανοντα
θ τὸν ἔξηβον ] τὸν γεγηρακότα . Ξ βλάστημον ] αὐξάνοντα ἀνδρῶν νῦν . βλάστιμον ] ἀντὶ τοῦ βλάστην ἢ
ἐν καιρῷ ] δέοντι . . σφριγῶντα ] νεάζοντα καὶ αὐξάνοντα . . σφριγῶντα ] αὐξόμενον καὶ ζέοντα . ἰσχναίνῃ
7684612 Ἀκολουθος
. ταῦτα καὶ ἔτι πλείω τούτων κατὰ λέξιν ἁμαρτάνομεν . Ἀκόλουθος δὲ τῇ λέξει καὶ ὁ περὶ τῶν σχημάτων λόγος
: οὐ γὰρ μᾶλλον τόδε ἢ τόδε εἶναι ἕκαστον . Ἀκόλουθος δ ' ἦν καὶ τῷ βίῳ , μηδὲν ἐκτρεπόμενος
7681339 ἀμβη
μολπῇ κατ ' Εὐριπίδην . . . . . . ἄμβη , : ἡμεῖς δὲ τούτους πάντας παραιτησάμενοι , Βακχείῳ
τῇ φλιᾷ ὑπὸ τὸ καταρτιζόμενον σκέλος ἐπιτίθεται σπάθη ἰπωτρὶς ἢ ἄμβη ἔσωθεν ἀπὸ τοῦ περινέου ὅλῳ τῷ σκέλει ὑποκειμένη .
7651835 Καρδαμωμου
' ἑξῆς ἡμερῶν ε καὶ διαλίμπανε δέκα . Διουρητικόν . Καρδαμώμου , ἀμώμου , σχοίνου ἄνθους ἀνὰ ⋖ Ϛ ,
ὄξει ἐπίχριε : τοῦτο ῥήσσει καὶ ξηραίνει . Ἄλλο . Καρδαμώμου σπέρμα κυαμίνῳ ἀλεύρῳ σὺν ὕδατι κατάπλασ - σε δὶς
7643093 αὐσω
: ἐξαυστήρ : σημαίνει σκεῦός τι . παρὰ τὸ αὔω αὔσω αὐστήρ καὶ ἐξαυστήρ . Αἰσχύλος Ἀθάμαντι : χαλκέοισιν ἐξαυστῆρες
μέλλων ἄσω , ὡς ἀπὸ βαρυτόνου : πλεονασμῷ τοῦ υ αὔσω , ὄνομα ῥηματικὸν αὐλή . . . , :
7621177 κατακειμαι
τέθνηκας ζητῶν ἐμὲ , ἐγὼ δὲ ζῶ καὶ τρυφῶ , κατάκειμαι δὲ ἐπὶ χρυσηλάτου κλίνης μετὰ ἀνδρὸς ἑτέρου . πλὴν
ἔστιν , ἡ δ ' οὐ φαίνεται . ἐγὼ δὲ κατάκειμαι πάλαι χεζητιῶν , τὰς ἐμβάδας ζητῶν λαβεῖν ἐν τῷ
7619131 Κρηνιδων
τοῦ Νέου Βόλου . περὶ τοῦ Κανώπου καὶ Κύβου καὶ Κρηνίδων . περὶ τοῦ * * ἐν τῷ καλουμένῳ Βαθεῖ
τοῦ Πόντου . Μένιππος ἐν περίπλῳ τοῦ Πόντου ” ἀπὸ Κρηνίδων εἰς Ψύλλαν χωρίον στάδια κʹ , ἀπὸ Ψύλλης χωρίου
7616144 Πασιτιγριν
τοῦ Εὐφράτου : διὰ δὲ τοῦτο κατὰ τὰς ἐκβολὰς ὀνομάζεσθαι Πασίτιγριν . Νέαρχος δὲ τὸν παράπλουν τῆς Σουσίδος τεναγώδη φήσας
Περσίδος , ἀπέχουσαν Σούσων σταδίους * ἑξήκοντα : τὸν δὲ Πασίτιγριν ἀπὸ τοῦ Ὀροάτιδος διέχειν περὶ δισχιλίους σταδίους : διὰ
7601678 κινυγμα
πεπονθὼς τοῖς ἐχθροῖς . : κίνυγμα ] Εἴδωλον . : κίνυγμα : Τὸ κίνημα : καὶ ἔστι πρωτότυπον τὸ κινῶ
τοῦ κινύω παράγεται τὸ κινύσσω : ἀφ ' οὗ καὶ κίνυγμα , τὸ ἀέριον εἴδωλον : κατὰ τὸ αἰθύσσω ,
7595560 ῥαφιδα
ἐν πέμπτῳ ζῴων μορίων . ἐν δὲ τῷ περὶ ἰχθύων ῥαφίδα αὐτὴν ὀνομάσας ἀνόδουν φησὶν αὐτὴν εἶναι . ῥίνη .
καὶ ῥαφίδος , ἣν Ἕρμιππος καὶ Ἄρχιππος ἐν Πλούτῳ ὠνόμασεν ῥαφίδα καὶ λίνον λαβὼν τὰ ῥήγματα σύρραψον . καὶ βελόνης
7587017 αἰροπινον
πίνος γάρ ἐστιν ὁ ῥύπος καὶ πιναρόν τὸ ῥυπαρόν . αἰρόπινον οὖν τὸ κόσκινον τὸ τὰς αἴρας , ὅπερ ἐστὶ
. ὁ δὲ Ἀριστοφάνης ἐν Σκηνὰς καταλαμβανούσαις ἔφη ὥσπερ κόσκινον αἰρόπινον τέτρηται . Λύχνοιδ ' ἐπὶ τούτοις , καὶ λύχνοι
7578227 ἑξουσα
δ ' ἁδελφὴ ' ποιήσει τοῦτό σοι ἀντάλλαγόν γ ' ἕξουσα τούτῳ διδομένη . Μάγειρ ' , ἀηδής μοι δοκεῖς
τὸν ὅρμον ἔσχε Λάβδακος . [ ἐδέξατ ] ' οὖν ἕξουσα δύσφημον [ κλέος ; [ ἐδέξαθ ] ' ,
7568594 ἀκονη
. ἐστὶ δὲ καὶ γένος λίθου φάγρος . ἡ γὰρ ἀκόνη κατὰ Κρῆτας φάγρος , ὥς φησι Σιμίας . χάνναι
. ὃ δοκῶ περὶ τῶν ἀνδρῶν , τοῦτό μοι ἡ ἀκόνη ἡ παροξύνουσα καὶ παρορμῶσα . δόξαν ἔχω ἕως ἔτικτεν
7567806 καταγομενου
περιττὸν τῶν δʹ ἀριθμῶν σημειωσάμενοι λαμβάνομεν ἀπὸ τῆς συνόδου τοῦ καταγομένου ἔτους ἕως τῆς γενεθλιακῆς ἡμέρας καὶ ἐκκρούσαντες τετραετηρίδας τὸ
αἱρούμεθα , διὰ μὲν τῆς κορυφῆς ἀγομένου τοῦ ἐπιδέσμου , καταγομένου δ ' ἐντεῦθεν ἐπ ' ἄκραν τὴν κάτω γένυν
7560337 ἀφοριζω
δίδωμι , δαμάζω , ἀπατενίζω , πελεκῶ , νουθετῶ , ἀφορίζω , διπλασιάζω , ἀφοσιῶ . α : . ,
: Νίκανδρος : καὶ ἀφόρδια πάντα . εἴρηται παρὰ τὸ ἀφορίζω ἀφορίζιον καὶ ἀφορίδιον καὶ κατὰ συγκοπὴν ἀφόρδιον , τὸ
7544475 ἀμαλδυνηται
καταπλὴξ , ἀναυδίη , περίψυξις , πνεῦμα προσπταῖον , ὄμματα ἀμαλδύνηται , τὴν κεφαλὴν ξυρῇν ὅτι τάχιστα , καὶ ταινίῃ
ἀμαλδύνω τὸ ἀφανίζω : ὥς κεν τοι μέγα τεῖχος ἀμαλδύνηται ἀμαλδύνηται Ἀχαιῶν . ἀμαλδύνω οὖν τὸ ἀφανίζω , ἀμάλδανον τὸ
7542098 γερανις
λαγόνα : εἶτ ' ἐγκύκλιος ἐπιπλέκεται αὐτῇ , ἤτοι διπλῇ γερανὶς ἢ χιαστὸς τραχηλιστὴρ ἢ ἡ διπλοῦς λεγόμενος . Κεφ
κατὰ τοῦ νώτου καὶ τοῦ στήθους κυκλοτεροῦς περιειλήσεως ἔχει ἡ γερανὶς ἐπίδεσις ἀπὸ τῆς ἀντικειμένης μασχάλης κυκλοτερῆ περιείλησιν ἐπαγομένην κατὰ
7540718 ΘΕΩΝ
ΘΕΩΝ ΟΠΙΝ . Ὁ ΤΕ σύνδεσμος πλεονάζει . . ΟΥΤΕ ΘΕΩΝ ΟΠΙΝ ΕΙΔΟΤΕΣ . Τουτέστιν οὔτε εἰς θεοὺς εἰδότες ἐπιστρέφεσθαι
Νῦν γὰρ θεοὺς τὰς ψυχικὰς δυνάμεις φησίν . . ΟΥΤΕ ΘΕΩΝ ΟΠΙΝ . Ὁ ΤΕ σύνδεσμος πλεονάζει . . ΟΥΤΕ
7539753 ἀποσοβησον
ἀληθῶς . θ ἄρηξον ] βοήθησον ἡμῖν . ἄρηξον ] ἀποσόβησον . ἄρηξον ] βοήθησον ἡμῖν εἰς τὸ μὴ ἁλωθῆναι
καὶ Ἀφροδίτης Ἁρμονία ἡ Κάδμου γυνή . . ἄλευσον ] ἀποσόβησον τὰ παρόντα . σέθεν ] σοῦ . ἐξ αἵματος
7538566 Πειρατεον
, περὶ τούτων ἔστι μοι νῦν ἅπασα ἡ σπουδή . Πειρατέον δὲ καὶ περὶ τούτων λέγειν , ἃ φρονῶ .
πειρῶ περὶ αὐτοῦ τό γε τοσοῦτον φράζειν ὡς σαφέστατα . Πειρατέον . οὐ γάρ ἐστι τοῦτο , ὦ ἄριστοι ,
7538502 ἀναγγειλον
. ἀγωνίζεσθαι περὶ πράγματος καὶ ἀγωνίζεσθαι περὶ πρᾶγμα : † ἀνάγγειλον ἡμῖν : † περὶ τὸ πρᾶγμα ἠγωνίσω . .
πρὸς τὸν Ἁβραὰμ , τὸν ἠγαπημένον μου φίλον , καὶ ἀνάγγειλον αὐτῷ περὶ τοῦ θανάτου αὐτοῦ , καὶ πληροφόρησον αὐτὸν
7531614 ἐπιμεμπτον
θυμῷ . νωθὴς Ὑδροχόος , τὸ δέ τοι τέλος οὐκ ἐπίμεμπτον . Ἰχθύσι δ ' αὖ κίνδυνα , νόσον τ
αὐτὸν τρόπον καὶ τὸ χρῆσι χρή ἐγένετο ἀποκοπέν . ὅπερ ἐπίμεμπτον ἐν τῇ κατὰ τὸν παρατατικὸν προφορᾷ κατὰ τάσιν ,
7528686 ἀκαταλληλος
χρόνου δηλωτικόν . γέγονεν δὲ καὶ παρὰ τὰς πτώσεις σχηματισμὸς ἀκατάλληλος : ἐπὶ μὲν γὰρ τῆς γενικῆς πτώσεως ἐξενήνοχεν τό
καὶ ἡ ΖΚ δ . Ζητῶ καὶ ἐνταῦθα καταλληλίαν : ἀκατάλληλος γάρ μοι δοκεῖ ὁ τοῦ ἐναντίου λόγος πρὸς τὸ
7525350 Φανερως
οἷα ἐγώ , λέξω σοι . λέξω τορῶς σοι : Φανερῶς καὶ διαδήλως εἴπω σοι , οὐκ ἐμπλέκων λόγους ψευδεῖς
: Βδελύγματα . . . ἐπ ' αὐτοφώρῳ εἰλημμένω : Φανερῶς , ἐπ ' αὐτῷ τῷ ἔργῳ : κυρίως δὲ
7515945 κρουμα
ψιθύρισμα δὲ ἢ τὸ μέλισμα ἢ τὸ σύριγμα ἢ τὸ κροῦμα . ψιθυρίζειν τινὲς ὀνοματοποιεῖσθαί φασιν , ὡς τὸ κρίκε
λέγεται τὸ ἐκ τῶν συναφιεμένων ἀλλήλοις φθόγγων , ὃ καλεῖται κροῦμα . τῆς οὖν μουσικῆς ἐκ τριῶν τῶν συνεκτικωτάτων τελειουμένης
7511234 ἐλλιπους
ἀναπληρώσεις φύσεως , ἤτοι λίαν [ καὶ ] ἐνδεοῦς ἤτοι ἐλλιποῦς , οἷον ἰατρεῖαι , ἤτοι αἱ ἀναπληρώσεις τῆς γαστρὸς
αἴτιον , καὶ τούτῳ ἐνίστασθαι . ἐὰν μὲν οὖν , ἐλλιποῦς τῆς ἐκκοπῆς γεγενημένης , ὀξεῖα προὔχουσα καὶ νύσσουσα τὴν
7503590 ψωμοκολαξ
ψωμοκόλαξ κεῖται παρὰ Ἀντιφάνει : ψίθυρός τ ' ἐκαλοῦ καὶ ψωμοκόλαξ . καὶ Σαννυρίων : ποῖ φθείρεσθ ' ἐπίτριπτοι ψωμοκόλακες
καὶ καταπαίζεις ἡμῶν καὶ βωμολοχεύει . Ψίθυρός τε καλοῦ καὶ ψωμοκόλαξ . Τότε μὲν σου κατεκοττάβιζον , νυνὶ δέ σου
7502434 ἀντηρετης
] τῷ Ἐτεοκλεῖ . τοῦδ ' ] τοῦ Ἐτεοκλέους . ἀντηρέτης : ὀρθή ἐστιν : ἀντιστάτης τῷ Ἐτεοκλεῖ . ἀντηρέτας
ἐχθροῖσι . ἐπ ' ] τὸ ἐπὶ παρέλκον . κυρίως ἀντηρέτης ὁ ἀντικωπηλάτης : νῦν δὲ καταχρηστικῶς ὁ ἀντιστάτης .
7500829 Λυσια
Ἄτεγκτος ὁ Λυσίας ἐστίν . Ἀμέλει καὶ ἔλεγον , ὦ Λυσία . Φέρειν οὖν ἐθέλεις , ὦ Πυθιάς , Ἰόεσσαν
μοι χαλέπαινε . πλὴν τὸ δεῖνα , ὅρα , ὦ Λυσία , μή τινι εἴπῃς τὸ περὶ τῆς κόμης .
7500064 ΛΖΑ
πρὸς ΖΑ ὁ τοῦ ὑπὸ ΜΛΝ ἐστι πρὸς τὸ ὑπὸ ΛΖΑ . ὡς ἄρα ἡ ΘΖ πρὸς ΖΑ , οὕτως
ὑπὸ ΛΖΑ , οὕτως τὸ ὑπὸ ΘΖΛ πρὸς τὸ ὑπὸ ΛΖΑ . ἴσον ἄρα ἐστὶ τὸ ὑπὸ ΜΛΝ τῷ ὑπὸ
7498447 ἀντιστατης
Ἐτεοκλεῖ . . δορὸς ] τοῦ πολέμου . ἀντηρέτας ] ἀντιστάτης . . ἰὼ ἰὼ κακὰ δώμασι ] ἃ δι
' ] τοῦ Ἐτεοκλέους . ἀντηρέτης : ὀρθή ἐστιν : ἀντιστάτης τῷ Ἐτεοκλεῖ . ἀντηρέτας ] ἀντίπαλος . ἀντηρέτας ]
7494638 ἀποτυγχανω
. Μεθόδιος , . , . . Ἁμαρτῶ : τὸ ἀποτυγχάνω : ἀπὸ τοῦ μάρπτω , τὸ καταλαμβάνω , ὅθεν
, , . . α . . Ἁμαρτάνω : τὸ ἀποτυγχάνω : ἀπὸ τοῦ ἁμάρτω ἁμαρτάνω , ὡς ἥδω ἁνδάνω
7485687 ἐκκαλυπτικον
τῶν ἐκκαλυψόντων , ἀλλ ' οὐκ αὐτὸ ἑτέρων δεῖ ὑπάρχειν ἐκκαλυπτικόν . καὶ μὴν εἰ τὸ σημεῖον κατ ' αὐτοὺς
ἐν αὑτῷ ἡγούμενον ἀξίωμα σημεῖον τοῦ λήγοντος : οὐδὲ γὰρ ἐκκαλυπτικόν ἐστι τοῦ ” φῶς ἔστιν “ τὸ ” ἡμέρα
7474496 ἀφετηρ
τὸ Ῥηματικὸν αὑτοῦ . . . . . ἀφετήρ : ἀφετήρ : ἀπὸ τοῦ ἵημι ἑτὴς καὶ ἑτὴρ καὶ ἀφετήρ
εἰς α ἑστᾶσι καὶ ἀφεστᾶσιν ' . . . . ἀφετήρ : ἀπὸ τοῦ ἵημι ἵεμαι ἵεται ἑτήρ καὶ ἀφετήρ
7472282 γογγυλῃ
τῇ χειροπλήκτῳ χειρὶ , μᾶλλον δὲ μάστιγι . λέγει δὲ γογγύλῃ τῷ κονδύλῳ : συνεστραμμένης γὰρ τῆς χειρὸς δίδοται .
θέρμων τοῦτο μὲν προϲάντλει , τὸ δὲ τακὲν ἐν τῇ γογγύλῃ κηρώτιον ψύξαϲ ἐπιτίθει . ἐπὶ δὲ τῶν εἱλκωμένων χιμέτλων
7468074 αἱνειν
αὐτοῦ , ἀφ ' οὗ καὶ ἡ αἱμασιὰ κέκληται . αἵνειν : τὸ ἀναδεύειν καὶ ἀνακινεῖν τὰς κριθὰς ὕδατι φύροντα
α . . Αἵνειν : . , ; . , αἵνειν : τὸ ἀναβράττειν ἀληλεσμένον σῖτον . . . οἱ
7463021 ἀπηορος
αὑτοῦ . . . . . ἀπήορος , , : ἀπήορος : ὁ ἀπηρτισμένος καὶ διεστώς . παρὰ τὸ ἀείρω
Φιλόξενος εἰς τὸ Ῥηματικὸν αὑτοῦ . . . . . ἀπήορος , , : ἀπήορος : ὁ ἀπηρτισμένος καὶ διεστώς
7460487 ἐπιπονε
. νόστοιο τέλος θυμηδές : θυμῆρες . δειλὴ Ἀλκιμέδη : ἐπίπονε . ὁ δὲ νοῦς : εἰ καὶ ὀψέ ,
γλισχρίαν τὴν ἀτυχίαν . νῦν δὲ ἀντὶ τοῦ “ ὦ ἐπίπονε ” . ὅτι φιλοτίμως εἰς τὸν οὐρανὸν ἀνέβην .
7459932 ἁρμοζου
, μὴ ἐμποδίσωσι σφυγμολογῆσαι . πάλιν δὲ πρὸς τὴν χρείαν ἁρμόζου . εἰ γὰρ συνεχέσιν ἐνέμασι μέλλεις κεχρῆσθαι , καὶ
νοσεύματος ἀκριβὴς εἶναι δοκέῃ , [ καὶ ] τῷ ἕλκει ἁρμόζου τὸ ἐπιτιθέμενον ὀθόνιον , τῷ δὲ καταπλάσματι πρὸς τὸν
7459115 Ναχωρ
Φογώρ Ϙ = ιγ ἐρώτησον Ναασσών Ϙα = πα ἐρώτησον Ναχώρ Ϙβ = ιβ ἐρώτησον Ἐσρώμ Ϙγ = νζ ἐρώτησον
ἦν ἀληθές ] , ὑπὸ τῶν γονέων ἐνταῦθα πεμφθῆναι . Ναχώρ : ἀνάπαυσιν φωτός : Βαθουήλ : [ ἔνοικον θεοῦ
7455634 κλουστρον
ἐκ τυροῦ : ἡδονικώτερον γὰρ γίνεται . κλοῦστρον Κυριανόν , κλοῦστρον γουττᾶτον , κλοῦστρον Φαβωνιανόν . μουστάκια ἐξ οἰνομέλιτος ,
οἴνου καὶ ἥμισυ ἐκ τυροῦ : ἡδονικώτερον γὰρ γίνεται . κλοῦστρον Κυριανόν , κλοῦστρον γουττᾶτον , κλοῦστρον Φαβωνιανόν . μουστάκια
7454581 τορω
Μεθόδιος , . , . . Ἀντετόρησεν : εἰς τὸ τορῶ , . , . Ἄντηστιν : ἡ δὲ κατ
δὲ ἐκ τοῦ τείρω , τὸ καταπονῶ . τὸ οὖν τορῶ γίνεται κατὰ συγκοπὴν τρῶ τρήσω , σημαίνει δὲ τὸ
7452490 σκληρυνομενας
καὶ ἐπίβαλλε τὰ τηκτὰ καὶ χρῶ πρὸς πάσας φλεγμονὰς τὰς σκληρυνομένας . Ποιεῖ πρὸς φλεγμονάς , παρατρίμματα , ἐξανθήματα ,
τὰς τῶν μαστῶν φλεγμονὰς , Φιλουμένου ληʹ . Πρὸς τὰς σκληρυνομένας φλεγμονὰς μαστῶν , Φιλουμένου λθʹ . Περὶ ἀποστήματος ἐν
7451183 παραβαλου
τοῦ βαστάσω . . ἐγὼ βαστάζω . . ὠὸπ , παραβαλοῦ : Ἐλατικὸν ἐπίφθεγμα τὸ ὠόπ . τὸ δὲ παραβαλοῦ
. . ἢ παῦε τῆς ὁμιλίας . τῷ δὲ πλοίῳ παραβαλοῦ . πρὸς τὴν γῆν δὲ φθάσας φησὶ ταῦτα .
7449575 ἀντιστροφιον
. . , ] δέδοται καὶ τὸ Γ διὰ τὸ ἀντιστρόφιον τοῦ ὅρου . ὁμοίως καὶ τὸ Δ : ὁ
βάσεις τὰς ὑπ ' αὐτάς , ὥσπερ αὖ τὸ ἐφεξῆς ἀντιστρόφιον μέν ἐστι πρὸς τοῦτο κατὰ τὸν εἰρημένον τρόπον ,
7446752 φυσᾳς
ἐπὶ τῶν ἀναισχύντως χωρούντων πρὸς πᾶν τὸ τυχόν . Γύγαρθον φυσᾷς : ἐπὶ τῶν μάτην πονούντων : σημαίνει δὲ τὸ
ἀναξίους τινῶν πράξεων , παρόσον Ἡρακλῆς ἐδούλευσεν Ὀμφάλῃ . Γύργαθον φυσᾷς : ἐπὶ τῶν μάτην πονούντων . Γὺψ κόρακα ἐγγυᾶται
7445224 διοιδε
δίκην ] κρίσιν . . , τιμωρίαν , κατηγορίαν . δίοιδε ] λεπτῶς οἶδε , διακρίνει . , ἀκριβῶς ἐπίσταται
τοῦ διεντερεύματος . ἦ ῥᾳδίως φεύγων ἂν ἀποφύγοι δίκην ὅστις δίοιδε τοὔντερον τῆς ἐμπίδος . πρῴην δέ γε γνώμην μεγάλην
7439054 ἐπιαλω
ἔστιν ἡ γραφὴ δισσή , ” ἐπιάλων “ καὶ ” ἐπιαλῶ “ . καὶ πρὸς μὲν τὸ περισπώμενον ” ἐπιαλῶ
λέγειν , οἷον ” ἄξεις , ὁρμήσεις σεαυτὸν ἐντεῦθεν : ἐπιαλῶ σε “ , ὅ ἐστιν ἐλάσω σε καὶ διώξω
7438932 ὑποδοχευς
αὐτῶν συμφώνως πρὸς ἀλλήλους ἔχωσιν . ὅταν ὁ τοῦ Ἡλίου ὑποδοχεὺς συμφώνως ἔχῃ πρὸς τὴν Σελήνην , ὁ δὲ τῆς
παραπέσῃ τοπικῶς ἢ κακωθῇ ὑπό τινος τῶν φθοροποιῶν καὶ ὁ ὑποδοχεὺς αὐτοῦ ἤτοι ὑπὸ τὰς αὐγὰς τοῦ Ἡλίου δεδυκὼς εὑρεθῇ
7432820 καχλαζω
κεχλαδὼς , ὁ πλήθων : παράγωγον χλάζω : καὶ ἀναδιπλασιασμὸς καχλάζω . τὸ οὖν χλῶ ῥηματικὸν χλώσα : ἐπεκτάσει τοῦ
τοῦ ο ὄχλος . ἐκ δὲ τοῦ χλῶ καὶ τὸ καχλάζω κατὰ ἀναδιπλασιασμόν . . . , : ἀκωκή :
7432417 μυρσινῳ
ἢ τερεβινθίνης # γ . μὴ παρούσης δὲ ῥητίνης , μυρσίνῳ ταῦτα μίγνυε ἢ μηλίνῳ ἢ σχινίνῳ . Ἰπωτήριον .
ἀνὰ ⋖ αβʹ . θείου ἀπύρου ⋖ ηʹ . ἐλαίῳ μυρσίνῳ ἀναλάμβανε καὶ κατάχριε . [ ηʹ . Περὶ ἀχώρων
7431863 Καλεις
ἐκείνων ἐπιμελῆται ἅ ἐστι τῶν ποδῶν ; Οὐ μανθάνω . Καλεῖς δέ τι χειρός ; οἷον δακτύλιον ἔστιν ὅτου ἂν
Τί δέ , οὐχὶ καὶ ταύτῃ σκοπεῖς τὸ λεγόμενον ; Καλεῖς τι ὑγείαν σώματος ; τί δὲ οὐ μέλλεις ;
7431337 ΙΔΩΝ
, ὀβελίζει τοὺς ἑπτὰ τούτους στίχους : ἀπὸ τοῦ ΠΑΝΤΑ ΙΔΩΝ , μέχρι τοῦ , ΑΛΛΑ ΤΑΓ ' ΟΥΠΩ ΕΟΛΠΑ
ὑψηλότατα οἰκήματα οἰκεῖ : τουτέστι τὸν οὐρανόν . . ΚΛΥΘΙ ΙΔΩΝ . Ὡς πάντα ἐφορῶν καὶ ἀκούων τῶν γινομένων ,
7429325 δειλε
καὶ μετὰ τὴν σὴν εὐμορφίαν ἀρέσκω σοι ; Ἄνανδρε καὶ δειλέ , πόσον ἐβράδυνας ἐρῶν χρόνον ; πόσον ἠμέλησας ;
τὸ δειλόν . συνῆψε τὸ ὄνομα οἷον “ ὦ ἄκρως δειλέ ” ἤγουν ὦ ἐπίπονε . ἰδὼν γὰρ τὰ κρέα
7427750 ἀνασκευαζομεν
ὁ θεῖος Πλάτων ὡς διαβάλλειν αἱρεῖσθαι . οὕτως δ ' ἀνασκευάζομεν τοὺς λέγοντας τὸν σκοπὸν εἶναι τοῦ Μενεξένου περὶ τοῦ
περὶ τούτου . εἰσφερομένων τοίνυν τῶν νόμων ἢ κατηγοροῦμεν καὶ ἀνασκευάζομεν , ἢ συνηγοροῦμεν καὶ κατασκευάζομεν . μετὰ δὲ τὸ
7424986 ξηραινω
καθαυανεῖ ξηρανεῖ ἢ ἀντὶ τοῦ λαμπρυνεῖ . αὔω γὰρ τὸ ξηραίνω ψιλοῦται , αὕω δὲ τὸ λάμπω δασύνεται , ὅθεν
, κυλίω . ἐξυπνίζομαι , ἐξυπνίζω , , ξηραίνομαι , ξηραίνω , ἐθίζομαι , ἐθίζω , ἡμεροῦμαι , ἡμερῶ ,
7424785 ἰκτερικουϲ
χάλκανθον λεάναϲ ἔγχεε : καὶ καθαίρει κάλλιϲτα , μάλιϲτα τοὺϲ ἰκτερικούϲ . Ἄλλο . μελανθίου λείου ⋖ η ἀφρονίτρου ⋖
δὲ αὐτοῦ εἰϲ ὀξυωπίαϲ ἐϲτὶ χρήϲιμοϲ , ἡ δὲ ῥίζα ἰκτερικούϲ τε ϲὺν οἴνῳ ἐκφράττει καὶ ἀνίϲῳ πινομένη , μαϲωμένη
7424715 πενθηρης
ὑπηκόων παραλίων . μελαγχίτων ] ἡ συνετή . μελαγχίτων : πενθήρης , ἢ ἀμφιμέλαινα . ἔστι δὲ παρὰ τὸ ”
εἰς ἐμὴν χάριν . ὁ θρῆνος . ἐπεκτεταμένως θρήνει . πενθήρης . οἱ γὰρ Μυσοὶ καὶ οἱ Φρύγες εἰσὶ μάλιστα
7420572 ἀρεσκω
εὐφραινόμενος . [ ἢ ἐκ τοῦ ] ἁδῶ , τὸ ἀρέσκω , καὶ τοῦ λέσχη , τοῦτο δὲ παρὰ τὸ
θνήσω , θνήσκω : μνήσω , μνήσκω : ἀρέσω , ἀρέσκω : φαύσω , φαύσκω , καὶ πιφαύσκω : βρώσω
7417357 Πατρ
δεδουλευκὼς καὶ μὴ παλίμπρατος . Ὑπ . ἐν τῷ κατὰ Πατρ . : ἀδούλευτον ἢ βάρβαρον πριάϲθω . . .
. , . Ὑπ . δ ' ἐν τῷ κατὰ Πατρ . , εἰ γνήσιος ὁ λόγος , τοὺς Ἀρεοπαγίτας
7417021 αἱρησω
κατηγορήσας καταδίκης αἴτιός σοι γενήσομαι , νικήσας σε . Γ αἱρήσω ] διελέγξω , φθερῶ , ἀπὸ τοῦ χαιρήσω .
Ἀττικοί . οὐ χαιρήσεις ] οὐ χαίρων ἀπαλλάξεις . Γ αἱρήσω : διελέγξω : ἔλαβε δὲ τοῦτο ἀπὸ τοῦ “
7416479 σφαδαζειν
, βλακεύεται , ὀργοῦται . ⌈ τὸ σφριγᾶν ⌈ καὶ σφαδάζειν ⌈ κυρίως λέγεται ⌈ ἐπὶ ἀνθρώπων καὶ ζῴων ,
δυσκάθεκτον , [ ἀκάθεκτον . ] ⌈ ὃ λέγεται καὶ σφαδάζειν . ἐν τῇ τῆς ἡλικίας ἀκμῇ ὄντα δυσκάθεκτον ὁρμὴν
7416044 συνηρμοσμενον
τὸν κόσμον ἐκ τῶν ἄνω καὶ τῶν κάτω φύσει φερομένων συνηρμοσμένον ἀπηλλάχθαι παντάπασι τῆς κατὰ τόπον κινήσεως . ταῦτα δὲ
τῶν ἐμῶν . . ἴϋζε μέλος ὁμοῦ τιθεὶς ] ἤτοι συνηρμοσμένον καὶ ἁρμόζον τῇ ἐμῇ συμφορᾷ ἴϋζε καὶ θρήνει .
7413514 Χολην
ὅτι ἀπέλθῃ ὁ πόνος . [ Περὶ αἰγίλωπος . ] Χολὴν βοὸς καὶ ὑγρόπισσον καὶ ὄξος ἑνώσας ποίει ἔμπλαστρον καὶ
οὐ διψήσει . [ Πρὸς δυσηκοΐας καὶ κωφώσεις . ] Χολὴν αἰγείαν πρόσφατον ἴσα μίξας μέλιτι ἀκάπνῳ χλιαρὸν ἔνσταζον εἰς
7413436 κατασχιζουσαι
ἐγένετο : ἀλλὰ κἂν ἐπὶ τοῖς ζῶσιν ἀνδράσιν εὔξομαι . κατασχίζουσαι , ἐνεργητικῶς . ἁβρόγοοι : αἱ ἐντρυφῶσαι τοῖς δάκρυσιν
δὲ ἁπαλαῖς χερσὶν τὸ ὅλον ἀπὸ μέρους ἐδήλωσεν . [ κατασχίζουσαι , ἐνεργητικῶς : ἐρείκη δέ ἐστιν εἶδος φυτοῦ εὐσχίστου
7412347 ἀποδοιην
νῦν ὀφείλω διὰ σέ , τούτων τῶν χρεῶν οὐκ ἂν ἀποδοίην οὐδ ' ἂν ὀβολὸν οὐδενί . οὐκ ἂν πιθοίμην
τοὺς σεληνιακοὺς μῆνας ἐκέκτηντο , παρὰ Αἰγυπτίων τοῦτο λαβόντες . ἀποδοίην ] μέλλοιμι ἀποδώσειν , ἵνα ἀποδώσω , ἀποδώσαιμι .
7406439 δοκησατω
. . . . οὐδὲ κοιλογάστορες λύκοι πάσονται : μὴ δοκησάτω τινί . τάφον γὰρ αὐτὴ καὶ κατασκαφὰς ἐγώ ,
] μὴ δόξει τοῦτό τινι . δοκησάτω ] νομισάτω . δοκησάτω ] ἐλπισάτω . δοκησάτω ] δοξάτω . τινί ]
7402522 ἀναλογισμος
, λογιστικός λογιστικῶς λογιστικώτατος , συλλογίζεσθαι συλλογισμός , ἐπιλογίζεσθαι , ἀναλογισμός ἀναλογίζεσθαι . πλῆθος , παμπληθές πολυπληθές , ἰσοπληθία ,
κατατήκεται . Μετάνοια , μεταμέλεια , μετάγνωσις , μετάμελος , ἀναλογισμός , ἔννοια , ἐπανόρθωσις , ἀνάδυσις , ἀναχώρησις .
7401373 ἠλασκαζω
τὸ δὲ ἀλασκάζω Ἰονικῇ τροπῇ τοῦ α εἰς η , ἠλασκάζω . Ἠμαθόους . Ἀμαθοῦς , ποταμὸς ὁ παραῤῥέων .
ἀΐσσω ἀΐξω αἴγλη μετὰ συναιρέσεως . . . , : ἠλασκάζω : ἀλῶ καὶ τὸ παθητικὸν ἀλῶμαι , ἐξ οὗ
7399639 ταλαινας
, οὓς σοὶ προδοῦσα καὶ πάτραν ἀφικόμην ; ἢ πρὸς ταλαίνας Πελιάδας ; καλῶς γ ' ἂν οὖν δέξαιντό μ
διαὶ πολυεπεῖς τέχναι θεσπιῳδοὶ φόβον φέρουσιν μαθεῖν . ἰὼ ἰὼ ταλαίνας κακόποτμοι τύχαι : τὸ γὰρ ἐμὸν θροῶ πάθος ἐπεγχέασα
7390372 ΠΡωτη
τοῦ κατὰ θάλασσαν κινδύνου αὐτὸν εἰς ἐλευθερίαν πάλιν ἐπανήγαγε . ΠΡώτη ἀντίθεσις παρὰ τοῦ πλουσίου . δοῦλος ἐμὸς εἶ .
τυραννοῦντα τὸν υἱὸν ἀνελὼν αἰτεῖ δωρεάν : ἀντιλέγει τις . ΠΡώτη ἀντίθεσις : οὐ σοὶ δίδωσιν ὁ νόμος πατρὶ ὄντι
7384103 φιλαργυρῳ
ἔδωκεν αὐτῇ τάλαντον : καὶ ἑαυτὸν προςαγγέλλει . Σκοπὸς τῷ φιλαργύρῳ τὸ χρυσίον ἀπολαβεῖν : καὶ τοῦτο διὰ τῆς προςαγγελίας
δέδωκε χιλίας , καὶ ἑαυτὸν προςαγγέλλει . Σκοπός ἐστι τῷ φιλαργύρῳ , τὰς χιλίας ἀπολαβεῖν : διὸ καὶ προςαγγέλλει ἑαυτὸν
7383330 Ὠνομασθη
καὶ τὴν ἐνέργειαν , ἥτις ἐστὶ πρᾶξις μετὰ λόγου . Ὠνομάσθη γοῦν καλόν , ὅτι κλητικόν ἐστιν ἐφ ' αὑτό
εἰς π , Παρνασσός . . . . , : Ὠνομάσθη δὲ Παρνασσὸς ἀπὸ Παρνησσοῦ τοῦ ἐγχωρίου ἥρωος , ὡς
7381248 ἀπολελυμενος
. Ἐὰν ἀκούσῃς τοῦ ἀπὸ μόνου θείου : ἐὰν δὲ ἀπολελυμένος τῷ δι ' ἀσβέστου θείῳ , αἰθάλην , σῶριν
ἀντὶ τοῦ ἱερωθεὶς καὶ σφαγεὶς ὑπὲρ τῆς πόλεως : ἄφετος ἀπολελυμένος : πικρὸν δ ' Ἀδράστῳ : μόνος γὰρ ἐσώθη
7377420 τεχναζεται
τίνος ἕνεκεν καὶ τί λέγει καὶ τί ἐνθυμεῖται καὶ τί τεχνάζεται καὶ ὅσα τοιαῦτα ποιεῖ ἀπορρέμβεσθαι τῆς τοῦ ἰδίου ἡγεμονικοῦ
καὶ στενόν ] πλούσιον καὶ πένητα . Γ σοφίζεται : τεχνάζεται , ποιεῖ , τουτέστι ποτὲ μὲν πλατύνεται , ποτὲ
7376769 Διδωμι
παῖς ἐστεφάνου τὸν Κῦρον , ὁ δὲ Κυαξάρης εἶπε : Δίδωμι δέ σοι , ἔφη , ὦ Κῦρε , καὶ
πρὸς ἡμᾶς ὕστερον ἐχρῆτο , τὰ πρῶτα δὲ συνῆμεν . Δίδωμι δὴ τοῖς ἐπὶ τὴν πρεσβείαν καταστᾶσι τὸ βιβλίον ,
7375873 φλογιζομενος
μεταξὺ Σικελίας καὶ Ἰταλίας . : ἰπνούμενος : Καιόμενος , φλογιζόμενος : ἐκ μεταφορᾶς τοῦ ἴπνου . γράφεται κτλ .
καὶ τοῦ εὕω τὸ φλογίζω : ὁ ἐν τῷ ἵστασθαι φλογιζόμενος . : χροιᾶς ] Χροιᾶς καὶ στοιᾶς φασὶν Ἀθηναῖοι
7372674 ἀφανιζω
. ἀϊστῶσαι : ἀπὸ τοῦ ἀϊστῶ , τοῦ σημαίνοντος τὸ ἀφανίζω , τοῦτο ἀϊστώσειαν , ὥσπερ τύψειαν : τὰ γὰρ
κέρμα ἀργύριον καὶ χρυσίον . . καταλύσεις : Καταλύω τὸ ἀφανίζω , καὶ διαλύω , ὃ καὶ μεταβαίνει συντασσόμενον μετὰ
7372240 Λαμπη
, πόλις Πελοποννήσου , πλησίον Ἄργους , ὡς Φίλων . Λάμπη . . . ἔστι καὶ τρίτη τῆς Ἀργολίδος ,
ἀπὸ Ἰουδαίου Σπάρτωνος ἐκ Θήβης μετὰ Διονύσου ἐστρατευκότος . : Λάμπη , πόλις Κρήτης , Ἀγαμέμνονος κτίσμα , ἀπὸ Λάμπου
7369610 δακνου
ὁ χορὸς , στέναζε καὶ δακνάζου : παραγώγως ἀντὶ τοῦ δάκνου . βαρὺ δ ' ἀμβόασον οὐράνι ' ἄχη ]
Σαλαμῖνος : ἐκαλεῖτο γὰρ οὕτω . . δακνάζου ] ἤτοι δάκνου κατὰ παραγωγήν . . οὐράνια ] μεγάλα , ὑπερβολικά
7367129 Πηγασευς
τῆς πόλεως ῥεῖ Χρυσαόρας λεγόμενος . τὸ ἐθνικὸν Μασταυρεύς ὡς Πηγασεύς . εἴρηται καὶ Μασταυρίτης . Μαστιανοί , ἔθνος πρὸς
Δύνδασον καὶ Κάλυνδα ὁρμῆσαι ” . τὸ ἐθνικὸν Δυνδασεύς ὡς Πηγασεύς . Δυρβαῖοι , ἔθνος καθῆκον εἰς Βάκτρους καὶ τὴν
7366909 Ὀγδοος
ὅτι τὸ Δ μέσον ἐστὶ τοῦ Θ καὶ Τ . Ὄγδοος ἀπὸ τοῦ ὀκτώ : καὶ ὤφειλεν εἶναι ὄκτοος :
καὶ θέσεων ταῦτα κατανοῆσαι , ἀγνοεῖται ἡ φύσις αὐτῶν . Ὄγδοος ὁ παρὰ τὰς ποσότητας αὐτῶν ἢ θερμότητας ἢ ψυχρότητας
7365560 Ἱκανως
παράκοπον ] Παρακεκομμένην μέρος τοῦ νοῦ . : ἄδην ] Ἱκανῶς . : γεγυμνάκασιν ] Παρήλασαν . : παρθένου :
τὴν μνήμην , δοίης δὲ τῷ παντὶ τὴν ἀθανασίαν . Ἱκανῶς ἡμῖν ηὖκται . Ἀλλ ' ἴωμεν . Εἰ σὸν
7360689 Ἁλιαρτου
ἐπ ' Ἀνθηδόνα ὁδοῦ , ἡ δ ' Ὠκαλέη μέση Ἁλιάρτου καὶ Ἀλαλκομενίου ἑκατέρου τριάκοντα σταδίους ἀπέχουσα : παραρρεῖ δ
” ποιήενθ ' Ἁλίαρτον ” . λέγεται δὲ κτισθῆναι ὑπὸ Ἁλιάρτου τοῦ Θερσάνδρου . τὸ ἐθνικὸν Ἁλιάρτιος ὡς Βοιώτιος .
7354611 Ἀληθες
ἀπειργόμενον ἀπὸ τῶν καθαρείων καὶ τῶν ἀλλοτρίων μολυσμοῦ παντός . Ἀληθὲς δὲ καὶ τὸ Ἡροδότου καὶ ἔστιν Αἰγυπτιακὸν τὸ τὸν
αὐτὸ λέγει , εἰ γὰρ ἄνθρωπος πάντως καὶ ζῷον . Ἀληθὲς δέ ἐστιν εἰπεῖν κατὰ τοῦ τινὸς καὶ ἁπλῶς .
7351227 ἐσθορειν
δηλονότι . . ἐπισχέθοι ] κωλύσει τῆς ὁρμῆς . . ἐσθορεῖν ] εἰσπηδῆσαι . πωλικῶν θ ' ἑδωλίων ] παρθενικῶν
. Ξ ἐσθορεῖν ] πηδῆσαι . ἐσθορεῖν ] ὁρμᾶν . ἐσθορεῖν ] πηδᾶν . ἐσθορεῖν ] ἐσπηδῆσαι . θ δόμον
7350982 Ἱερος
μυσταγωγίαν κατακρύπτει τῶν θείων δογμάτων . τοιοῦτος γὰρ καὶ ὁ Ἱερὸς σύμπας λόγος καὶ ὁ Φιλόλαος ἐν ταῖς Βάκχαις καὶ
πέρατι πρὸς δυσμαῖς . τὸ ἐθνικὸν Ἰερναῖος ὡς Λερναῖος . Ἱερὸς κόλπος , πλησίον Ἀράδου πόλεως . ὁ οἰκῶν Ἱεροκολπίτης
7349824 μετηνεχθη
δυσνόητα . * τὸ δὲ ποδηγετεῖ δὲ ἀπὸ τῶν κυνηγῶν μετηνέχθη . ἕπονται γὰρ οἱ κύνες τοῖς τῶν θηρίων ἴχνεσιν
ἐνῶρτο γέλως . τὸ γὰρ ἄσβεστον ἀπὸ ἀψύχου τοῦ πυρὸς μετηνέχθη ἐπὶ ἔμψυχον τὸν γέλωτα , καὶ τοῦτο κατ '
7346781 ὑπομονητον
θ οὐχ ὁμιλητὸν ] ἀπρόσψαυστον . ὁμιλητὸν ] φορητὸν καὶ ὑπομονητόν . ὁμιλητὸν ] ὁμιλίαν παραδεχόμενον . δείσασα ] φοβηθεῖσα
. εὐεστοῖ ] εὐτυχίᾳ . . ὁμιλητὸν ] φορητὸν , ὑπομονητόν . . κρατοῦσα ] εὐτυχής . . νικῶσα .
7345875 ψηφις
τὴν παραλήγουσαν , ἐκτείνουσι καὶ τὴν λήγουσαν . ὁμοίως τὸ ψηφίς , κρηπίς , τευθίς . Τρύφων ὁ Ἀλεξανδρεὺς ἄρτων
τὸ ι ἐπὶ τέλους ἔχουσι τὸν τόνον , οἷον κνημίς ψηφίς σφραγίς κρηπίς : οὕτως οὖν καὶ ἀψίς . πρόσκειται
7341927 τροχω
Καὶ σκόπει ὅπως ὑψώσῃς . . μέλπω μολπάζω ὡς τρέχω τρόχω τροχάζω . . εἰς νέωτα . . . ὁ
Καὶ σκόπει ὅπως ὑψώσῃς . . μέλπω μολπάζω ὡς τρέχω τρόχω τροχάζω . . εἰς νέωτα . . . ὁ
7340522 παντοθ
πρότερον , ἀλλὰ νῦν τίς εἶ . πρὸς τὴν παροῦσαν πάντοθ ' ἁρμόζου τύχην . } Ἀνὴρ γυναικὸς λαμβάνων συμβουλίαν
ζῆν τὸ μὴ ζῆν ἐστιν αἱρετώτερον . Τὸν καιρὸν εὔχου πάντοθ ' ἵλεων ἔχειν . Τὸ πολλὰ τολμᾶν πόλλ '
7339842 Ξενον
αὐτοῦ , καλὸς ἔτι ὤν , ὑπολειφθεὶς καὶ προσδραμών , Ξένον σε , ἔφη , ὦ Ἀγησίλαε , ποιοῦμαι .
πολλοὺς τρόπους . Ξενίας ἀεὶ φρόντιζε , μὴ καθυστέρει . Ξένον ἀδικήσεις μηδέποτε καιρὸν λαβών . Ξυνετὸς πεφυκὼς φεῦγε τὴν
7337965 γαυριω
τὸ τὴν ἁλός . ἢ ἀπὸ τοῦ γαίω , τὸ γαυριῶ . ἢ ἀπὸ τοῦ δίκην αἰγὸς ἅλλεσθαι ἐν αὐτῷ
ὡς ναός ναυός . ἢ ἀπὸ τοῦ γαίω , τὸ γαυριῶ , γίνεται γαῖος , καὶ τροπῇ τοῦ ι εἰς

Back