| περιττὸν τῶν δʹ ἀριθμῶν σημειωσάμενοι λαμβάνομεν ἀπὸ τῆς συνόδου τοῦ καταγομένου ἔτους ἕως τῆς γενεθλιακῆς ἡμέρας καὶ ἐκκρούσαντες τετραετηρίδας τὸ | ||
| αἱρούμεθα , διὰ μὲν τῆς κορυφῆς ἀγομένου τοῦ ἐπιδέσμου , καταγομένου δ ' ἐντεῦθεν ἐπ ' ἄκραν τὴν κάτω γένυν |
| δίδωμι , δαμάζω , ἀπατενίζω , πελεκῶ , νουθετῶ , ἀφορίζω , διπλασιάζω , ἀφοσιῶ . α : . , | ||
| : Νίκανδρος : καὶ ἀφόρδια πάντα . εἴρηται παρὰ τὸ ἀφορίζω ἀφορίζιον καὶ ἀφορίδιον καὶ κατὰ συγκοπὴν ἀφόρδιον , τὸ |
| οἰκῶν τῶν ἀγρῶν . ἀλλ ' εἰπέ μοι τὸ πρᾶγμα τοὐξημβλωμένον . ἀλλ ' οὐ θέμις πλὴν τοῖς μαθηταῖσιν λέγειν | ||
| , ὅπερ οὕτως ἔχει τηλοῦ γὰρ οἰκῶν βίοτον ἐξιδρυσάμην . τοὐξημβλωμένον ] τὸ ἀπολωλὸς καὶ διεφθαρμένον . ἀλλ ' οὐ |
| ιϚʹ , Ὅμηρος δ ' ὁ παλαιὸς ιγʹ . Καθολικὴ προσωιδία , . . . . . . . . | ||
| συμπράξας ἐποίησεν ἐκπεσόντα τῆς ἀρχῆς φυγεῖν εἰς Πέρσας . Καθολικὴ προσωιδία , . . . . . . . . |
| ἀναπληρώσεις φύσεως , ἤτοι λίαν [ καὶ ] ἐνδεοῦς ἤτοι ἐλλιποῦς , οἷον ἰατρεῖαι , ἤτοι αἱ ἀναπληρώσεις τῆς γαστρὸς | ||
| αἴτιον , καὶ τούτῳ ἐνίστασθαι . ἐὰν μὲν οὖν , ἐλλιποῦς τῆς ἐκκοπῆς γεγενημένης , ὀξεῖα προὔχουσα καὶ νύσσουσα τὴν |
| αἰδοῦς καὶ κοσμιότητος ἀναστήσεις . ἀναπλήσειν : ἀντὶ τοῦ ” ἀφανίσειν “ . ἀναπλήσειν ] ἀναπληρώσειν . εἰσιέναι ] ἀντὶ | ||
| πορθήσεις καὶ ἀφανισμούς . . λαπάξειν ] ἐκπορθήσειν . . ἀφανίσειν , πορθήσειν . . τήνδε ] τὴν τῶν Θηβαίων |
| . θέλει δὲ εἰπεῖν : τὴν πρὸς σὲ διάθεσιν καταλιποῦσα ἐξεβακχεύθη : τὸ σὸν λιποῦσα : ἀντὶ τοῦ φίλτρον . | ||
| ἐκεῖσε τίνι τρόπωι κατήραμεν ; ἐμάνητε , πᾶσά τ ' ἐξεβακχεύθη πόλις . Διόνυσος ἡμᾶς ὤλες ' , ἄρτι μανθάνω |
| τοῦ Νέου Βόλου . περὶ τοῦ Κανώπου καὶ Κύβου καὶ Κρηνίδων . περὶ τοῦ * * ἐν τῷ καλουμένῳ Βαθεῖ | ||
| τοῦ Πόντου . Μένιππος ἐν περίπλῳ τοῦ Πόντου ” ἀπὸ Κρηνίδων εἰς Ψύλλαν χωρίον στάδια κʹ , ἀπὸ Ψύλλης χωρίου |
| ἀστρῷον τοὺς καρχάρους . ἤγουν ἀστέρα κύνα . Ῥωχμόν : τρυπήν . καταδύεται : εἰσέρχεται . Ἄζης : ἤγουν καταδύεται | ||
| ἀστρῷον τοὺς καρχάρους . ἤγουν ἀστέρα κύνα . Ῥωχμόν : τρυπήν . καταδύεται : εἰσέρχεται . Ἄζης : ἤγουν καταδύεται |
| , Ἡρακλεέων Ἡρακλεῶν , Ἡρακλέεσι Ἡρακλῆσι , Ἡρακλέεας Ἡρακλέας , Ἡρακλέεες Ἡρακλέεις . Ἑνικά . Ἡρακλῆς , Ἡρακλέος Ἡρακλοῦς , | ||
| ' οὐ συναιρεῖται κατὰ τὴν τελευταίαν συλλαβήν , ἀπὸ τοῦ Ἡρακλέεες γὰρ γέγονε κατὰ κρᾶσιν τῶν δύο εε τῶν πρώτων |
| ἀληθῶς . θ ἄρηξον ] βοήθησον ἡμῖν . ἄρηξον ] ἀποσόβησον . ἄρηξον ] βοήθησον ἡμῖν εἰς τὸ μὴ ἁλωθῆναι | ||
| καὶ Ἀφροδίτης Ἁρμονία ἡ Κάδμου γυνή . . ἄλευσον ] ἀποσόβησον τὰ παρόντα . σέθεν ] σοῦ . ἐξ αἵματος |
| Φογώρ Ϙ = ιγ ἐρώτησον Ναασσών Ϙα = πα ἐρώτησον Ναχώρ Ϙβ = ιβ ἐρώτησον Ἐσρώμ Ϙγ = νζ ἐρώτησον | ||
| ἦν ἀληθές ] , ὑπὸ τῶν γονέων ἐνταῦθα πεμφθῆναι . Ναχώρ : ἀνάπαυσιν φωτός : Βαθουήλ : [ ἔνοικον θεοῦ |
| μὴ ἀπηντηκέναι μοι οὐκ οἶδεν εἰ μεταμεμόρφωμαι οὐδ ' εἰ Θρᾳκιστί , ἀντὶ τοῦ οὐδ ' εἰ Ἰλλυριστί , κέκαρμαι | ||
| μεταμεμόρφωμαι , οἶδε . Θρᾳκιστὶ δὲ ἀντὶ τοῦ Ἰλλυριστί . Θρᾳκιστί : διὰ τὸ μὴ ἀπηντηκέναι μοι οὐκ οἶδεν εἰ |
| , συνίζοντος μὲν πυρὸς κατὰ τὴν σβέσιν εἰς ἀέρα , συνίζοντος δ ' ὁπότε συνθλίβοιτο εἰς ὕδωρ ἀέρος , ὕδατος | ||
| μεγάλας λίμνας διανέμεσθαι , πρὸς τὰ κοιλότερα ἀεὶ τοῦ ὕδατος συνίζοντος , αὖθις δ ' ἐπιρρέοντος καὶ τοὺς μεθορίους ἰσθμοὺς |
| χάλκανθον λεάναϲ ἔγχεε : καὶ καθαίρει κάλλιϲτα , μάλιϲτα τοὺϲ ἰκτερικούϲ . Ἄλλο . μελανθίου λείου ⋖ η ἀφρονίτρου ⋖ | ||
| δὲ αὐτοῦ εἰϲ ὀξυωπίαϲ ἐϲτὶ χρήϲιμοϲ , ἡ δὲ ῥίζα ἰκτερικούϲ τε ϲὺν οἴνῳ ἐκφράττει καὶ ἀνίϲῳ πινομένη , μαϲωμένη |
| κέχρησο τῷ διὰ τοῦ κονδίτου . ἔχει δὲ οὕτω : Ναρδοστάχυος . . . . οὐγ . αʹ φοῦ . | ||
| εἴη χρονία ἡ βὴξ καὶ πῦον εἴη τὸ περιεχόμενον . Ναρδοστάχυος . . . . οὐγ . αʹ κρόκου . |
| ρμαʹ . Ῥοδομήλου σκευασία ρμβʹ . Μουστακίων σκευασία ρμγʹ . Γάρου νηστικοῦ σκευασία ρμδʹ . Θυμιάματος μοσχάτου σκευασία ρμεʹ . | ||
| ϲήϲαϲ δίδου κοχλιάριον α ϲὺν ὀξυκράτῳ : καθαίρει ἀδιαϲτρόφωϲ . Γάρου καθαρτικοῦ ϲκευαϲία . Ϲκαμμωνίαϲ ⋖ δ πεπέρεωϲ κόκκοι ν |
| γʹ . ὁ Ϛʹ ἀναπαιστικὸς δίμετρος βραχυκατάληκτος . ὁ ζʹ ἀσυνάρτητος ἐξ ἀναπαιστικῆς βάσεως καὶ τροχαϊκοῦ ἰθυφαλλικοῦ . ἐν εἰσθέσει | ||
| καὶ ιαʹ καὶ ιβʹ ἀναπαιστικοὶ τετράμετροι καταληκτικοί . ὁ τρίτος ἀσυνάρτητος ἐξ ἀναπαιστικῶν πενθημιμερῶν : ἐξ ἀναπαιστικοῦ πενθημιμεροῦς αἰολικοῦ διὰ |
| , ἀντιβολῶ σε , τοῦτο τί ; Φιλοξένου καινή τις ὀψαρτυσία . ἐπίδειξον αὐτὴν ἥτις ἔστ ' . ἄκουε δή | ||
| , ἀντιβολῶ σε , τοῦτο τί ; Φιλοξένου καινή τις ὀψαρτυσία . ἐπίδειξον αὐτὴν ἥτις ἔστ ' . ἄκουε δή |
| γίνονται ιθʹ : τοσούτων ἔσται ποδῶν στερεῶν τὸ μάρμαρον . Μάρμαρον μῆκος ποδῶν Ϛʹ , πλάτος ποδῶν εʹ , πάχος | ||
| μετρήσεως τῶν μαρμάρων καὶ ξύλων καὶ λοιπῶν ἐλθεῖν ἀναγκαῖον . Μάρμαρον μῆκος ποδῶν ιγʹ , πλάτος ποδῶν δʹ , πάχος |
| . ἦ που . ἤπου : ἴσως , σχεδόν : ἤπουγε , πολλῷ πλέον . τὸ δὲ γένος . ἀλλαχοῦ | ||
| τούτους ἀνετίθεσαν . ἦ που . ἴσως , σχεδόν . ἤπουγε : πολλῷ πλέον . γηράσκω κτλ . παροιμία : |
| ἐκεῖνος [ ] ἀνθρώπων [ ] εδοκει ? . [ Λολλιανοῦ ] Φοινεικικῶν ? [ ] [ ] στερ [ | ||
| πολιτικῶν προσειπὼν λόγων καὶ ῥητορικῆς ὄφελος . ὁ ἀνὴρ οὗτος Λολλιανοῦ μὲν ἀκροατής , Ἡρώδου δὲ οὐκ ἀνήκοος . ἐβίω |
| . Ε . Ἀντὶ ἐβένου , λώτινον ξύλον . ἀντὶ ἐβίσκου ῥίζης , ῥίζα παπύρου ἢ φύλλα μορέας . ἀντὶ | ||
| πτισάνης ἀνὰ # λ , μελιλώτου # β , ἀναδενδρομαλάχης ἐβίσκου # β . τούτων ἑψηθεισῶν ἐν ὕδατι ἀπὸ τοῦ |
| τῆς βρυωνίας . Σχιστῆς , σμύρνης ἀνὰ ⋖ δ , χαλκάνθης ⋖ β , λιβάνου ⋖ η , κυπέρου ⋖ | ||
| η , σχιστῆς ⋖ ε , λιβάνου ⋖ α , χαλκάνθης ⋖ γ , χολῆς ταυρείας ⋖ Ϛ : οἴνῳ |
| χασμώδεις ὄντες ἐκτείνωσι τὰς χεῖρας . Ἀριστοφάνης Ἀχαρνεῦσι : „ στέλω , κέχηνα , σκορδινῶμαι , πέρδομαι . „ ὅπερ | ||
| θέρω . Θρώσκω . ἀπὸ τοῦ θέρω θερίσκω , ὡς στέλω στελίσκω . μεταθέσει τοῦ ο εἰς ω , καὶ |
| ὑπόχριε . ποιεῖ καὶ ἡδυχρόου μάγμα μετ ' οἴνου . Ψιμυθίου λι . α , λιθαργύρου # γ , μολίβου | ||
| ἀνὰ # ∠ ʹ , ὑοϲκυάμου ϲπέρματοϲ γϼ ιη . Ψιμυθίου # ι , λιθαργύρου # ε , λιβάνου , |
| μ ' ἕκατι κτείνετ ' εὐσεβεῖς ὁδοὺς ἥκοντα ; ποίας ὄλλυμαι πρὸς αἰτίας ; τῶν δ ' οὐδὲν οὐδεὶς μυρίων | ||
| , λέγω : θνήισκει πατὴρ σὸς καὶ τέκν ' , ὄλλυμαι δ ' ἐγώ , ἣ πρὶν μακαρία διὰ ς |
| κεχλαδὼς , ὁ πλήθων : παράγωγον χλάζω : καὶ ἀναδιπλασιασμὸς καχλάζω . τὸ οὖν χλῶ ῥηματικὸν χλώσα : ἐπεκτάσει τοῦ | ||
| τοῦ ο ὄχλος . ἐκ δὲ τοῦ χλῶ καὶ τὸ καχλάζω κατὰ ἀναδιπλασιασμόν . . . , : ἀκωκή : |
| . Μεθόδιος , . , . . Ἁμαρτῶ : τὸ ἀποτυγχάνω : ἀπὸ τοῦ μάρπτω , τὸ καταλαμβάνω , ὅθεν | ||
| , , . . α . . Ἁμαρτάνω : τὸ ἀποτυγχάνω : ἀπὸ τοῦ ἁμάρτω ἁμαρτάνω , ὡς ἥδω ἁνδάνω |
| ΘΕΩΝ ΟΠΙΝ . Ὁ ΤΕ σύνδεσμος πλεονάζει . . ΟΥΤΕ ΘΕΩΝ ΟΠΙΝ ΕΙΔΟΤΕΣ . Τουτέστιν οὔτε εἰς θεοὺς εἰδότες ἐπιστρέφεσθαι | ||
| Νῦν γὰρ θεοὺς τὰς ψυχικὰς δυνάμεις φησίν . . ΟΥΤΕ ΘΕΩΝ ΟΠΙΝ . Ὁ ΤΕ σύνδεσμος πλεονάζει . . ΟΥΤΕ |
| τυπτέϲθωϲαν Παρακειμένου καὶ ὑπερϲυντελίκου Ἑν . τέτυψο τετύφθω Δυ . τέτυφθον τετύφθων Πληθ . τέτυφθε τετύφθωϲαν Ἀορίϲτου καὶ μέλλοντοϲ αʹ | ||
| ἐτύπτοντο Παρακειμένου Ἑν . τέτυμμαι τέτυψαι τέτυπται Δυ . τετύμμεθον τέτυφθον τέτυφθον Πληθ . τετύμμεθα τέτυφθε τετυμμένοι εἰϲίν , καὶ |
| γλωχῖνα , σημαίνει τὴν ἀγωνίαν , παρὰ τὸ γλάπτω τὸ κοιλαίνω : ἢ παρὰ τὸ γλάχω γίνεται γλωχίν . γήπαιδες | ||
| γλυκύ . γλαφυρῆς : τὸ βαθὺ ἀπὸ τοῦ γλάφω τὸ κοιλαίνω , κυρίως δὲ τὸ λίαν γλυκύ : γλαφυρῆς : |
| ὑπομονήν . : Ῥεβέκκα ἑρμηνεύεται ὑπομονὴ [ πολλή ] . Βαθουήλ , [ ἔνοικος θεοῦ ] . ‖ Ἀναιδὲς βλέμμα | ||
| : ” ἀναστὰς ἀπόδραθι εἰς τὴν Μεσοποταμίαν εἰς τὸν οἶκον Βαθουήλ , τοῦ πατρὸς τῆς μητρός σου , καὶ λάβε |
| μιγάδος . οἱ πολῖται Ἰτάνιοι . ἔστι καὶ ἄκρα . Ἰτέα , δῆμος τῆς Ἀκαμαντίδος φυλῆς . ὁ δημότης Ἰτεαῖος | ||
| φύλλα ροα Ἵππουριϲ ροβ Ἰϲάτιϲ βαφική ρογ Ἰϲάτιϲ ἀγρία ροδ Ἰτέα ροε Καλαμίνθη ροϚ Κάλαμοϲ ἀρωματικόϲ ροζ Κάλαμοϲ φραγμίτηϲ ροη |
| ὦμεν . κατὰ τοῦτο δ ' , οὔ φημι οὐδὲ συναινῶ . Τὰ ἐξ ἁμαξῶν : ἐπὶ τῶν ἀπερικαλύπτως σκωπτόντων | ||
| γενικὴν εὕρηται σπανίως . 〛 ὁμολογῶ σοι : Ἀντὶ τοῦ συναινῶ σοι . . συμφωνῶ σοι , ὅμοιά σοι λέγω |
| τῶν αὐτῶν τόπων ποιεῖ καλῶς . σαρξιφάγου ⋖ β , βεττονικῆς ⋖ α , πετροσελίνου Μακεδονικοῦ γρ Ϛ , ναρδοστάχυος | ||
| αʹ σαξιφράγου . . . . . οὐγ . αʹ βεττονικῆς . . . . . οὐγ . αʹ ἀσάρου |
| . τιταίνω : τιταίνω : . . . ἀπὸ τοῦ ταίνω καὶ τιταίνω . . . . . τιτρώσκω : | ||
| , τρυφή . Τάλαντον . τὸ ζυγόν . παρὰ τὸ ταίνω ῥῆμα , ὅπερ κατὰ ἀναδιπλασιασμὸν τιταίνω . ὡς φαίνω |
| ὠφελεῖ . Παραπλησίως δὲ ποιεῖ καὶ ἡ προβατεία φύσα . Δίδου δὲ τὴν τέφραν μετ ' ὀξυκράτου . Ἄλλο : | ||
| καὶ σιλφίου ῥίζῃ τρίβων εἰς ποτὸν τοῖς δηχθεῖσιν δίδου . Δίδου δέ ποτε μὲν αὐτὰ μετ ' ἀλλήλων μιγνύς , |
| κʹ , ἀπὸ Ψύλλης χωρίου εἰς Τίον πόλιν καὶ ποταμὸν Βίλλαιον στάδια πʹ ” . τὸ ἐθνικὸν Ψυλλάτης . Ψύλλοι | ||
| κʹ , ἀπὸ Ψύλλης χωρίου εἰς Τίον πόλιν καὶ ποταμὸν Βίλλαιον στάδια πʹ ” . τὸ ἐθνικὸν Ψυλλάτης . Ψύλλοι |
| δὲ καὶ Φαλωρία καὶ Ναρύκειον καὶ Θρονίτιδες πόλεις Λοκρίδος . Νᾶρυξ : τινὲς δὲ Ναρύκειον τὴν πόλιν φασίν : ἐξ | ||
| ὀκτωκαιδεκάτῳ Ῥωμαϊκῆς ἀρχαιολογίας . τὸ ἐθνικὸν Ναρνιάτης ὡς Καυλωνιάτης . Νᾶρυξ , πόλις Λοκρίδος , θηλυκῶς λεγομένη . τινὲς δὲ |
| , ἄγαμος , ἅδ ' ἐγὼ μέτοικος ἔρχομαι . Ἰὼ δυσπότμων γάμων , κασίγνητε , κυρήσας , θανὼν ἔτ ' | ||
| ' ἐμοὶ ] τὰ περισσότερα τὰ ἐπελθόντα ἐμοί . . δυσπότμων ] αὕτη ἡ γενικὴ πρὸς τὸ ἀρχηγέτα . κακῶν |
| βαλανείῳ . Λιβάνου γοαζʹ . ἤτοι οὐγ . α καὶ ἡμίσ . ψιμμυθίου πεπλυμένου , λιθαργύρου πεπλυμένου , ἀμύλου , | ||
| αὐτό . καρυοφύλλων γογζʹ . ἤτοι οὐγ . γ καὶ ἡμίσ . κασάμου γοζʹ . ἤτοι οὐγ . ἡμίσ . |
| . τοιαῦται γὰρ ἦσαν καὶ αἱ γραῖαι δριμεῖαι . μητριδίων ἀκαληφῶν : Δριμυτάτων . λείπει παῖδες . . καὶ μὴ | ||
| φρόνιμος . Ἀλλ ' , ὦ τηθῶν ἀνδρειοτάτη καὶ μητριδίων ἀκαληφῶν , χωρεῖτ ' ὀργῇ καὶ μὴ τέγγεσθ ' : |
| διαπονουμένους , ὑπερασπίσαι τε τοῦ ἀδελφοῦ καὶ εἰπεῖν τοῦτο . Γραῶν ὕθλοι : ἐπὶ τῶν μάτην ληρούντων . Γηράσκω αἰεὶ | ||
| βακχεύει : ἐπὶ τῶν παρ ' ὥραν τι διαπραττομένων . Γραῶν ὕθλοι : ἐπὶ τῶν μάτην ληρούντων . Γραῦς ἀνακροτήσασα |
| τῆς πόλεως ῥεῖ Χρυσαόρας λεγόμενος . τὸ ἐθνικὸν Μασταυρεύς ὡς Πηγασεύς . εἴρηται καὶ Μασταυρίτης . Μαστιανοί , ἔθνος πρὸς | ||
| Δύνδασον καὶ Κάλυνδα ὁρμῆσαι ” . τὸ ἐθνικὸν Δυνδασεύς ὡς Πηγασεύς . Δυρβαῖοι , ἔθνος καθῆκον εἰς Βάκτρους καὶ τὴν |
| ὡς προσηγορικόν . Κάδος . σκεῦός τι , παρὰ τὸ χαδῶ ῥῆμα περισπώμενον . ἀπὸ δὲ τοῦ χαδῶ γίνεται ὁ | ||
| ζ εἰς δ ῥωδῶ , ὡς μύζω μυδῶ καὶ χάζω χαδῶ , ἔνθεν τὸ „ κεχανδότα „ πλεονασμῷ τοῦ ν |
| . θλασθεῖσα μετὰ μέλιτος καὶ ὕδατος ἴσου διδομένου τοῦ χυλοῦ ἀναγαργαριζέσθω . [ στʹ . Πρὸς αἱμοῤῥαγίαν ἐκ τοῦ στόματος | ||
| πότιζε ἢ ὄξος μετὰ θύμου δριμύ : μετὰ δὲ ταῦτα ἀναγαργαριζέσθω θερμῷ ὕδατι . Κεφ . ιγʹ . [ Πρὸς |
| ἀνδράσιν , δι ' ἅπερ ἔφην τὸ πρότερον . . ΑΥΤΑΡ ΕΠΕΙ ΔΟΛΟΝ . Ἐπεὶ δὲ νεύσει τῆς Εἱμαρμένης ἀπηρτίσθησαν | ||
| ἤσθιον , ἢ ἔνεμον , καὶ διεμέριζον ἀλλήλοις . . ΑΥΤΑΡ ΕΠΕΙ ΚΕΝ . Τὶς μὲν ἡ ζωὴ τῶν ἐκ |
| κεκαδμένον : κεκοσμημένον . κεκοσμημένον . ἀπὸ τοῦ κάζω τὸ καλλωπίζω . γράφεται δὲ καὶ κεκασμένον . σύγκειται δὲ τὸ | ||
| . Διαπορηθέντες , διαποροῦντες . Διαπρέπω τὸν δεῖνα , ἤτοι καλλωπίζω . Πλάτων ἐν Γοργίᾳ : „ φύσιν ψυχῆς ὧδε |
| ἐπὶ δὲ ϲφυγμοῦ κατά τιναϲ μὲν χρόνου κινήϲεωϲ πρὸϲ χρόνον ἠρεμίαϲ , οἷον τῆϲ διαϲτολῆϲ καὶ τῆϲ ϲυϲτολῆϲ πρόϲ τινα | ||
| ἑτέρουϲ δὲ χρόνου κινήϲεωϲ καὶ ἠρεμίαϲ πρὸϲ χρόνον κινήϲεωϲ καὶ ἠρεμίαϲ ἢ κινήϲεωϲ πρὸϲ κίνηϲιν , οἷον διαϲτολῆϲ πρὸϲ ϲυϲτολήν |
| ἐμπύρῳ κόπρῳ βοῶν νυχθήμερον , καὶ ἔχε ὑδράργυρον παγεῖσαν . ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ ΥΔΡΑΡΓΥΡΟΥ . Λαβὼν ὑδράργυρον , ζέσον ἐλαίῳ ῥεφανίνῳ : | ||
| ἑπτάκις , καὶ ξηράνας ἐν ἡλίῳ , οὕτως χρῶ . ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ ΠΥΡΙΤΟΥ . Λαβὼν πυρίτην τὸν χρυσίζοντα : χρυσίζοντα τοῦτον |
| πρόχειρα , χέρνιβας , θυλήματα ποιεῖτε . ποῖ κέχηνας , ἐμβρόντητε σύ ; κακοὶ κακῶς ἀπόλοισθε . ποιοῦσίν γε με | ||
| ἐστι ; * * * * * οὐκ οἶδας , ἐμβρόντητε σύ ; μὰ Δία . τί φής ; οὐκ |
| ἢ Τρίηρον ἄκρον . . . . . μγ ∠ ʹγιβ λα γʹ Κεφαλαὶ ἄκρον . . . . . | ||
| . . . . . . ογ γʹ κθ ∠ ʹγιβ Δούμεθα ἢ Δουμαίθα . . . . . οε |
| , ὀβελίζει τοὺς ἑπτὰ τούτους στίχους : ἀπὸ τοῦ ΠΑΝΤΑ ΙΔΩΝ , μέχρι τοῦ , ΑΛΛΑ ΤΑΓ ' ΟΥΠΩ ΕΟΛΠΑ | ||
| ὑψηλότατα οἰκήματα οἰκεῖ : τουτέστι τὸν οὐρανόν . . ΚΛΥΘΙ ΙΔΩΝ . Ὡς πάντα ἐφορῶν καὶ ἀκούων τῶν γινομένων , |
| ὁ χορὸς , στέναζε καὶ δακνάζου : παραγώγως ἀντὶ τοῦ δάκνου . βαρὺ δ ' ἀμβόασον οὐράνι ' ἄχη ] | ||
| Σαλαμῖνος : ἐκαλεῖτο γὰρ οὕτω . . δακνάζου ] ἤτοι δάκνου κατὰ παραγωγήν . . οὐράνια ] μεγάλα , ὑπερβολικά |
| λειοῦται οἴνῳ ἢ χυλῷ τήλεωϲ . μὴ παρόντοϲ δὲ τοῦ ἑλκύϲματοϲ μολυβδαίνῃ χρώμεθα . Χυλοῦ τήλεωϲ καὶ λινοϲπέρμου καὶ ἀλθαίαϲ | ||
| δὲ πρὸϲ τὰ αὐτὰ καὶ τὸ πιλάριον τὸ δι ' ἑλκύϲματοϲ καὶ ἡ δι ' ᾠῶν ὁμοίωϲ . Ἑκάτερον τούτων |
| τὸ δεικνύω καὶ δεικανῶ . βαρύνεται δὲ ταῦτα : λείπω λιμπάνω , λήβω λαμβάνω , μήθω μανθάνω , δήκω δαγκάνω | ||
| λιμοῦ κακῶς . ⌋ Λιμπάνω : ἀπὸ γὰρ τοῦ λείπω λιμπάνω . τὰ γὰρ διὰ τοῦ ΑΝΩ , εἰ μὲν |
| καὶ τινά . τὶς ; τινές ; , . τίςποτε τινόςποτε καὶ ἐπὶ θηλυκοῦ τὸ αὐτό , οὐδετέρου δὲ τίποτε | ||
| γενικαὶ διὰ τῆς κλίσεως τῶν προηγουμένων θέσεων , ὡς τὸ τινόςποτε καὶ τινοςδήποτε καὶ τοιοῦδε . Ποιότης ῥημάτων ἐν πόσοις |
| τὸ δὲ ἀλασκάζω Ἰονικῇ τροπῇ τοῦ α εἰς η , ἠλασκάζω . Ἠμαθόους . Ἀμαθοῦς , ποταμὸς ὁ παραῤῥέων . | ||
| ἀΐσσω ἀΐξω αἴγλη μετὰ συναιρέσεως . . . , : ἠλασκάζω : ἀλῶ καὶ τὸ παθητικὸν ἀλῶμαι , ἐξ οὗ |
| ἀπαλλαγῶμεν ἀνδρὸς ἁρπαγιστάτου . ἀλλ ' αὐτὸς ἀπαρτὶ τἀλλότρι ' οἰχήσει φέρων . ἐψάθαλλε λεῖος ὤν ἀργύρια μάραγναν οὐχ ὁρᾷς | ||
| ὡς ἐγᾦμαι , σαυτόν . ἀλλὰ καθελκύσας τὰς ναῦς ἀποπλέων οἰχήσει ; εἶτ ' οὐκ αἰσχύνει τὰς Νηρηίδας τὰς πρὸς |
| συνίζησις , ὡς . . . ” ᾔθεοι “ . ἡρῷναι τρισυλλάβως τοῦ ι προσγεγραμμένου : τὸ ἐντελὲς δὲ ” | ||
| νενευκυῖα . ※ . ἡρῷναί ] ἡρωΐδες . τὸ ” ἡρῷναι “ ἀττική ἐστι συναίρεσις , ὡς τὸ ” ἠίθεοι |
| : γράφεται ἄψ . παλινόστιμος : ὀπισθόδρομος , μεθυποστρέψιμος , ὀπισθόρμητος . ὁρμή : κίνησις . Ἀνύουσι : διέρχονται , | ||
| ὁδόν : κατά . Δαισάμενος : φαγών . παλίνορσος : ὀπισθόρμητος . παλίνδρομος : ὀπισθόδρομος . ἀνέδραμεν : ἀνεχώρησεν . |
| καὶ ἔργον καὶ πλάσμα καὶ κατασκεύασμα . τέχναι δ ' ἔμπυροι καὶ ἄπυροι . Αἱ μὲν ἐκ τοῦ πωλεῖν , | ||
| οἱ χαλεπώτατοι καὶ φλέγοντες τοῖς ἀλγήμασι τοὺς πληγέντας . * ἔμπυροι : φλογώδεις μεταμώνιον : οὐ μάταιον , ἀλλὰ δεινόν |
| δευτέραν ἔκλειψιν ἀπεῖχεν ἡ σελήνη τοῦ ἀπογείου τοῦ ἐπικύκλου μοίρας σνα νγ : καὶ ἐνθάδε γὰρ ὁ ἀπὸ τῆς ἐποχῆς | ||
| τῶν πετρῶν σμη Λεοντοπόδιον ἢ λεοντοπέταλον σμθ Λεπίδιον σν Λευκόϊον σνα Λεύκη τὸ δένδρον σνβ Λιβανωτόϲ σνγ Λιβάνου αἰθάλη σνδ |
| πόλις Καρμανίας . τὸ ἐθνικὸν Σαμυδακηνός , ὡς τῆς Ἀρτάκης Ἀρτακηνός . Σαμυλία , πόλις Καρίας , Μοτύλου κτίσμα τοῦ | ||
| πόλις Φρυγίας , ἄποικος Μιλησίων . . . Τὸ ἐθνικὸν Ἀρτακηνός . Σοφοκλῆς δὲ Ἀρτακεὺς εἶπε . . . καὶ |
| Ἀνητοῦσσα , πόλις Λιβύης . Ὁ πολίτης Ἀνητουσσαῖος , ὡς Σκοτουσσαῖος , ὡς ὁ Πολυΐστωρ φησίν . Θύνη , πόλις | ||
| . Ἀνητοῦσσα , πόλις Λιβύης . ὁ πολίτης Ἀνητουσσαῖος ὡς Σκοτουσσαῖος , ὡς ὁ πολυΐστωρ φησίν . Ἀνθάνα , πόλις |
| Ἀρριανὸς ἐν Βιθυνιακοῖς . τὸ ἐθνικὸν Μαζαεὺς ὡς Μιδαεὺς καὶ Δορυλαεύς . . . , . , . Ἀρριανὸς δὲ | ||
| Φρυγίας , ὃ καὶ Δορύλαιον Δημοσθένης φησί . τὸ ἐθνικὸν Δορυλαεύς . Δουλίχιον , μία τῶν Ἐχινάδων νήσων , ἡ |
| τὸ φῶ παράγωγον φάζω , καὶ πλεονασμῷ τοῦ σ , σφάζω . Στατήρ . παρὰ τὸ ἵστημι , στήσω , | ||
| καὶ κοιλότητες : σφὰξ ἡ σχισμὴ , ἐξ οὗ καὶ σφάζω καὶ σφαγή : ἐν τῇ σφαγῇ γὰρ σχισμὴ γίνεται |
| κρεμάμενον εἶπε : Καταβαίνεις καὶ ἀπαγγέλλεις ; ἢ ἀναβαίνω καὶ ἀπαρτίζω σε . Λιμόξηρος ἰατρὸς ἰδὼν ἄρτον εἰς τρύπην κείμενον | ||
| εἰ φαρμακοῦμαι Ϙβ εἰ λαμβάνω ληγᾶτον Ϙγ εἰ ὃ ἐπιβάλλομαι ἀπαρτίζω καὶ πληρῶ Ϙδ εἰ θεωρῶ τὴν πατρίδα μου Ϙε |
| Ἀποτροπάδην : εἰς τοὐπίσω τρεπόμενοι , φεύγοντες , φευκτικῶς , διακεχωρισμένως . λοξόν : πλάγιον , στρεβλόν . φάος : | ||
| ταῖς ὀρειναῖς κοίταις , ὄρεσιν . ἀποσταδόν : μακρόθεν , διακεχωρισμένως . Ἀθλέων : πειρῶν ἑαυτόν . βριαρόν : δυνατόν |
| ' ἑξῆς ἡμερῶν ε καὶ διαλίμπανε δέκα . Διουρητικόν . Καρδαμώμου , ἀμώμου , σχοίνου ἄνθους ἀνὰ ⋖ Ϛ , | ||
| ὄξει ἐπίχριε : τοῦτο ῥήσσει καὶ ξηραίνει . Ἄλλο . Καρδαμώμου σπέρμα κυαμίνῳ ἀλεύρῳ σὺν ὕδατι κατάπλασ - σε δὶς |
| προσκλυζόμενον . Πεσσὸς κάλλιστος ἀνακαθαρτικὸς τῶν ῥυπαρῶν ἑλκῶν οὗτος . Τερεβινθίνης δραχ . δ . στέατος χηνείου δραχ . ζ | ||
| τὸ ἄλειμμα γένηται . Ἄλλο ἄλειμμα πρὸς τὸ αὐτό . Τερεβινθίνης , δαφνίνου ἐλαίου ἀνὰ γοστ . ἰρίνου , ἀνηθίνου |
| δ , ὕδατοϲ # ε , μέλιτοϲ # β . Χυλοῦ μήλων Κυδωνίων # α , ῥόδων λι . γ | ||
| χυλῶν : κεῖται ἐν τοῖς ἑδρικοῖς . Κηρωτὴ ποδαγρική . Χυλοῦ ἀλθαίας , τήλεως , λινοσπέρμου # β , ἐλαίου |
| , πόλις Πελοποννήσου , πλησίον Ἄργους , ὡς Φίλων . Λάμπη . . . ἔστι καὶ τρίτη τῆς Ἀργολίδος , | ||
| ἀπὸ Ἰουδαίου Σπάρτωνος ἐκ Θήβης μετὰ Διονύσου ἐστρατευκότος . : Λάμπη , πόλις Κρήτης , Ἀγαμέμνονος κτίσμα , ἀπὸ Λάμπου |
| ταῦτα . . ὁπότε : Ἡνίκα . τὶ σκευάριον : Ἀγγεῖόν τι . . ὑφείλου : Ἔκλεπτες . λανθάνειν : | ||
| ταῦτα . . ὁπότε : Ἡνίκα . τὶ σκευάριον : Ἀγγεῖόν τι . . ὑφείλου : Ἔκλεπτες . λανθάνειν : |
| πόλις Θρᾴκης προσεχὴς τῇ Παλλήνῃ . Αἰσαῖος , ὡς Αἶα Αἰαῖος . Αἰσύμη , πόλις Θρᾴκης . Ὅμηρος ” τόν | ||
| πόλις Ἰβηρίας πλησιόχωροι Καρχηδόνος . τὸ ἐθνικὸν Ἀλθαῖος , ὡς Αἰαῖος , ἢ Ἀλθαιάτης , ἢ Ἀλθαιανός . . . |
| ὠοῦ μετ ' οἴνου αὐστηροῦ ἐπίχριε καὶ ἐὰν περι - τείνῃ , μετ ' οἴνου μόνου ἐπίχριε . Ἄλλο . | ||
| οὐρανὸν εἴσω αἰθέρος ἐκ δίης , ὅτε τε Ζεὺς λαίλαπα τείνῃ . ἡ διπλῆ ὅτι σαφῶς οὐκ ἔστιν Ὄλυμπος καὶ |
| τὸν μόσχον , καὶ ἑνώσας ἀνάπλασσε τῷ φυλαχθέντι μόσχῳ . Στύρακος καλαμίτου λίτρ . α . ἀλόης γοστ . ἄμβαρος | ||
| , ζαρναβοῦ ἀνὰ # α , καρποβαλσάμου # α . Στύρακος , ἀμώμου , κόστου , ἀμμωνιακοῦ θυμιάματος , βδελλίου |
| ὁμοίου . ὁ πέμπτος ὅμοιος τῷ γʹ . ὁ Ϛʹ ἀναπαιστικὸς δίμετρος βραχυκατάληκτος . ὁ ζʹ ἀσυνάρτητος ἐξ ἀναπαιστικῆς βάσεως | ||
| ποιητοῦ δὲ ὁ λόγος . κορωνίς : ὁ δὲ στίχος ἀναπαιστικὸς τετράμετρος καταληκτικός . κεκώλισται ἐκ τῶν Ἡλιοδώρου , παραγέγραπται |
| πελταστῶν . ξυνεβίβασε δὲ καὶ τὸν Περδίκκαν τοῖς Ἀθηναίοις καὶ Θέρμην αὐτῷ ἔπεισεν ἀποδοῦναι : ξυνεστράτευσέ τε εὐθὺς Περδίκκας ἐπὶ | ||
| τὴν Μυγδονίην , πλέων δὲ ἀπίκετο ἔς τε τὴν προειρημένην Θέρμην καὶ Σίνδον τε πόλιν καὶ Χαλέστρην ἐπὶ τὸν Ἄξιον |
| , πόλις Ἰωνίας . τὸ ἐθνικὸν Τραμπαῖος , ὡς Λάμπη Λαμπαῖος . Τραμπύα , πόλις τῆς Ἠπείρου πλησίον Βουνίμων . | ||
| Παραισοῦ καὶ Ῥιθύμνης . τὸ ἐθνικὸν Στηλαῖος , ὡς Λάμπη Λαμπαῖος . ἀλλὰ καὶ Στηλίτης , ὡς παρὰ τὸ ἀγαλμαϊστὸν |
| ἀπέφευγεν , ὡς καὶ Θεοδέκτης ἐν τῇ Σωκράτους ἀπολογίᾳ . Ἰτεαῖος : Λυσίας ἐν τῷ κατὰ Νικίδου . δῆμός ἐστι | ||
| Κολλυτῷ καταπεσεῖν , καθά φησι Δημοχάρης ἐν τοῖς Διαλόγοις . Ἰτεαῖος : Λυσίας ἐν τῷ κατὰ Νικίδου . δῆμός ἐστι |
| τὸ σύμβολον . ἔγνως : ἄκουσον δ ' ὡς καλῶς βουλεύομαι . εἰ μὲν γὰρ ἐς γυναῖκα σωφρονεστέραν ξίφος μεθεῖμεν | ||
| . . κατορθώσωμεν : Ἃ βουλόμεθα . Θ . ἃ βουλεύομαι . . σφαλῶμεν : Ἀστοχήσωμεν , ἀποτύχωμεν τούτου . |
| ἐπὶ τῶν ἀναισχύντως χωρούντων πρὸς πᾶν τὸ τυχόν . Γύγαρθον φυσᾷς : ἐπὶ τῶν μάτην πονούντων : σημαίνει δὲ τὸ | ||
| ἀναξίους τινῶν πράξεων , παρόσον Ἡρακλῆς ἐδούλευσεν Ὀμφάλῃ . Γύργαθον φυσᾷς : ἐπὶ τῶν μάτην πονούντων . Γὺψ κόρακα ἐγγυᾶται |
| τὸ ηʹ τροχαϊκὸν τρίμετρον καταληκτικόν , [ ὃ καλεῖται ] Ἀρχιλόχειον . τὸ θʹ τροχαϊκὸν δίμετρον ἀκατάληκτον . τὸ ιʹ | ||
| χοριάμβου . Τὸ δʹ τροχαϊκὸν τρίμετρον καταληκτικόν , ὃ καλεῖται Ἀρχιλόχειον . Τὸ εʹ τροχαϊκὸν τρίμετρον ἀκατάληκτον Στησιχόρειον τῷ Πινδαρικῷ |
| ὅτι τὸ Δ μέσον ἐστὶ τοῦ Θ καὶ Τ . Ὄγδοος ἀπὸ τοῦ ὀκτώ : καὶ ὤφειλεν εἶναι ὄκτοος : | ||
| καὶ θέσεων ταῦτα κατανοῆσαι , ἀγνοεῖται ἡ φύσις αὐτῶν . Ὄγδοος ὁ παρὰ τὰς ποσότητας αὐτῶν ἢ θερμότητας ἢ ψυχρότητας |
| ' ὅμως τιμὴ ἀκολουθεῖ καὶ τούτοις . . ΤΡΙΤΟΝ ΑΛΛΟ ΓΕΝΟΣ . Τοῦτο τὸ γένος εἰκότως τρίτον , οὔτε νωθρὸν | ||
| τιμὴν βασιλικὴν , ἤγουν βασιλεῦσι πρέπουσαν . . ΔΕΥΤΕΡΟΝ ΑΥΤΕ ΓΕΝΟΣ . Ὁ μὲν Ὀρφεὺς τοῦ ἀργυροῦ γένους βασιλεύειν φησὶ |
| γάρου , μέλιτος ἀνὰ # α . Κοκκία καθαρτικά . Ἀλόης # α , κολοκυνθίδος , ἐντεριώνης , σκαμμωνίας ⋖ | ||
| εὐθείας . Ἀκακίας ἐκλέγου τὸ ἠρέμα κιρρὸν καὶ εὐῶδες . Ἀλόης ἐκλέγου τὴν λιπαρὰν καὶ ἄλιθον , στίλβουσαν , ὑπόξανθον |
| . . . . Καρκίνου # # βο κβ δʹ ἀμαυ . ἀμόρφωτοι η , ὧν γʹ μεγέθους α , | ||
| . . . . . Καρκίνου ιϚ Ϛʹ βο κ ἀμαυ . ὁ τούτου προηγούμενος . . . . . |
| δὲ τὸ μείρω , τὸ μερίζω , γίνεται ὁ μέλλων μερῶ κέρσω καὶ σπείρω σπερῶ σπέρσω . . . + | ||
| στεροῦμαι . ὥσπερ ἀπὸ τοῦ σκαίρω καὶ παρὰ τὸ μείρω μερῶ γίνεται μερίζω καὶ κατὰ συγκοπὴν καὶ τροπῇ τοῦ ζ |
| πολὺ τῶν προτέρων προμηθέστεροι , καὶ πανουργότεροι . . ΧΡΥΣΕΩι ΟΥΤΕ ΦΥΗΝ ΕΝΑΛΙΓΚΙΟΝ , ΟΥΤΕ ΝΟΗΜΑ . Τῷ χρυσῷ γένει | ||
| εἶναι . Καὶ τροπῇ τοῦ γ εἰς κ . . ΟΥΤΕ ΝΟΗΜΑ . Κατὰ τὸ ἁπλοῦν ἐκεῖνο λέγει , καὶ |
| . [ στʹ . Πρὸς τερηδόνας καὶ πυοῤῥοοῦντας . ] Στυπτηρίαν σχιστὴν μετ ' ὄξους καὶ γλυκέος ἑψήσας ἔνσταζε ποιῶν | ||
| ἐντίθει . [ δʹ . Πρὸς ὦτα πυοῤῥοοῦντα . ] Στυπτηρίαν ὑγρὰν ἀνεὶς ὕδατι ἔμβαλον εἰς ὑέλινον ἀγγεῖον καὶ λειάνας |
| Ἀζανοί τέ εἰσι καὶ Νακολία καὶ Κοτιάειον καὶ Μιδάειον καὶ Δορυλάειον πόλεις καὶ Κάδοι : τοὺς δὲ Κάδους ἔνιοι τῆς | ||
| . Κάδοι , πόλις Μυσίας . Στράβων ιβʹ „ καὶ Δορυλάειον πόλις καὶ Κάδοι ” . τὸ ἐθνικὸν Καδηνός . |
| , σοὶ δ ' ἐγὼ δώσω πιεῖν : ἀμυγδαλῆ μὲν παιζέτω παρ ' ἀμυγδαλῆν . δεινά , δεινὰ κοὐκ ἀνασχετὰ | ||
| , σοὶ δ ' ἐγὼ δώσω πιεῖν . ἀμυγδαλῆ μὲν παιζέτω παρ ' ἀμυγδαλῆν . ὅτι Ἡσίοδος παραινεῖ τρὶς ὕδατος |
| καὶ Ἀνδροκλέα , πρὸς δὲ τούτοις Φεραίμονα καὶ Ἰόκαστον καὶ Ἀγάθυρνον . πάντας δὲ τούτους διά τε τὴν τοῦ πατρὸς | ||
| τοσαῦτα δὲ καὶ ἐκ Μυλῶν εἰς Τυνδαρίδα : εἶτα εἰς Ἀγάθυρνον τριάκοντα καὶ τὰ ἴσα εἰς Ἄλαισαν καὶ πάλιν ἴσα |
| τι χολῶδες . ] Τραγορίγανον λεάνας ἐν ὕδατι ἴσα δίδου καταῤῥοφεῖν γαλακτῶδες ποιῶν τὸ κρᾶμα . [ δʹ . Πρὸς | ||
| ἢ γʹ . ῥοᾶς γλυκείας χυλῷ καὶ ὄξει ἀναζέσας δὸς καταῤῥοφεῖν . ἄλλο . ἀκτέος τὰ ἁπαλὰ φύλλα καθαρίως διὰ |
| . . ] σασα [ ] σεσθαι : τὰ γὰρ ιλ ? ? [ ] σησκαιμενουτη ? [ ] ουτ | ||
| . . . [ ] δης ! [ [ ] ιλ [ [ ] 〚 η 〛 ! [ . |
| ἄλλαι Τροῖαι . ἐν Ἀττικῇ κώμη , ἥ τις νῦν Ξυπετή δῆμος καλεῖται . ἔστι καὶ πόλις ἐν Κεστρίᾳ τῆς | ||
| Ἰλιεύς . καὶ Ξυνιὰς λίμνη , ἣν Βοιβιάδα φασίν . Ξυπετή , δῆμος Κεκροπίδος φυλῆς . ὁ δημότης Ξυπετεών ὡς |
| λέγεις „ ; „ ἔφη ” ἤδη γὰρ ὁ κώδων ἐψόφηκεν ; ” εἰπόντος δέ „ εὖ σοι εἴη „ | ||
| δαιμόνων ? [ ] ; τάλαιν ' ἐγώ , τίς ἐψόφηκεν ; ἆρ ' ὁ πάππας ἔρχεται ; ἔπειτα πληγὰς |
| γλαχώ : ἡ γληχώ , τῆς γληχῶ . Ἀττικοὶ δὲ βληχώ φασιν . Γ γλαχώ ] βληχώ φασιν Ἀττικοί . | ||
| αἰδοῖον αἰνιττομένη . Ἀττικοὶ δὲ διὰ τοῦ β λέγουσι τὴν βληχώ . χαΐα : Ἀντὶ τοῦ ἀγαθὴ μὲν , Κορινθία |
| ' Ἀρχ . . Ὑπ . ἐν τῷ κατ ' Αὐτ . εἰπών , ὅτι τοῦτον ἐπὶ λόγοις δεῖ κολάσαι | ||
| κέχρηται τῷ ὀνόματι καὶ Ὑπ . ἐν τῷ κατ ' Αὐτ . καὶ ἄλλοι . . , . . ̈ |