κύων καὶ ὗς καὶ ἄλλα ζῶια ὅσα ἀφ ' ἑνὸς λαγνεύματος τίκτει καὶ δύο καὶ πλείονα , καὶ ἕκαστον τῶν
φασίν . . . . ὅτι δὲ ἀφ ' ἑνὸς λαγνεύματος δίδυμα γίνεται , ἱστόριον τόδε ἐστί : κύων καὶ
5536080 ὁρεομεν
ἢ ἔθνεα ἡ τοίη γε κρατύνοι , ὡς ἐπὶ βασιληίης ὁρέομεν . κρατέουσα ὦν ἐπιθυμίας καὶ θυμοῦ , ὁσίη καὶ
. . ἐν οἷς φησι : θάνατός ἐστιν ὁκόσα ἐγερθέντες ὁρέομεν , ὁκόσα δὲ εὕδοντες ὕπνος . χρυσὸν γὰρ οἱ
4976057 ἰβεις
τοῖς ἱερεῦσιν : εἶναι δὲ καὶ αἰλούρους καὶ κύνας καὶ ἴβεις : ἀπονεῖμαι δὲ καὶ τοῖς ἱερεῦσιν ἐξαίρετον χώραν .
σέβουσιν Αἰγύπτιοι ζῷα , κύνας , πρόβατα , αἰλούρους , ἴβεις , πρὸ τῆς ἑαυτοῦ στρατιᾶς ἔταξεν . Αἰγύπτιοι δὲ
4900828 ἱστοριον
. ὅτι δὲ ἀφ ' ἑνὸς λαγνεύματος δίδυμα γίνεται , ἱστόριον τόδε ἐστί : κύων καὶ ὗς καὶ ἄλλα ζῶια
, ἐμφανέα παντὶ τῷ βουλομένῳ εἰδέναι τούτου πέρι , καὶ ἱστόριον παντὶ τῷ ἐμῷ λόγῳ , ὅτι ἐστὶν ἀληθὴς ,
4834825 τρεφει
Ἀκιδνός : ὁ ἀσθενής : Ὅμηρος : οὐδὲν ἀκιδνότερον γαῖα τρέφει ἀνθρώποιο . παρὰ τὸ αἰκίζω αἰκιδνός καὶ ἀκιδνός ,
κακία κακοποιὸς καὶ βλαπτικά . Φύσις πονηρὰ χρηστὸν ἦθος οὐ τρέφει : . Συνεσίου . Χαμαιλέων ζῷόν ἐστιν εἰς πάντα
4671027 ὁτων
μύρριναι ἐπε - φύκεσαν καὶ ἄλλα ἄνθεα , ἀφ ' ὅτων στεφανώματα τοῖσι κωμήτῃσιν ἐπλέκοντο : ἐνταῦθα πρῶτον δένδρεά τε
τά τε νουσήματα γινώσκειν ἅ τέ ἐστι καὶ ἀφ ' ὅτων , καὶ τὰ μακρὰ αὐτῶν καὶ τὰ βραχέα ,
4572151 ὠτακουστας
ὧν πάντα ὁ βασιλεὺς ἐπισκοπεῖ : ὡς βασιλέως ὦτα τοὺς ὠτακουστάς , δι ' ὧν ἀκούει τὰ πραττόμενα ἑκάστῳ πανταχοῦ
οἷάπερ ὄνος . τὸ δὲ ἀληθές , ὅτι πολλοὺς εἶχεν ὠτακουστάς , ὡς πάντ ' ἔχειν γινώσκειν τὰ ἐν τῇ
4562572 θηριδια
κωρυκώδη τινὰ κοῖλα , καθάπερ ἡ πτελέα , ἐν οἷς θηρίδια ἐγγίγνεται κωνωποειδῆ : ἐγγίγνεται δέ τι καὶ ῥητινῶδες ἐν
, ὡς ἄσηπτον : ἐγγίνεται δ ' οὖν τὰ τοιαῦτα θηρίδια τοῖς γλυκέσι καὶ μαλακοῖς ξύλοις , δάφνη δὲ καὶ
4552997 φυοντων
μόνον ἰᾶται παιδικῶν σωμάτων καὶ γυναικείων . ἀλλὰ κἀπὶ τῶν φυόντων τοὺς ὀδόντας παιδίων διαχριόμενον συνεχῶς οὐδὲν ἧττον μέλιτος λεπτύνει
τοὺς Παιόνων βασιλεῖς βοῶν παρ ' αὐτοῖς γινομένων μεγάλα κέρατα φυόντων , ὡς χωρεῖν τρεῖς καὶ τέσσαρας χόας , ἐκπώματα
4444317 ἡνιοχους
” καὶ τὰ τοιαῦτα . ἄρχοντας . οἷον ποιμένας , ἡνιόχους , κυνηγούς . τῷ λόγῳ . τῷ κατασκευασθέντι τῷ
δὲ ὡς σκιᾶς δεόμενος ὑπὸ τὰ δένδρα ἀνεχώρησε καὶ τοὺς ἡνιόχους ἔπεισεν ἐπιθέσθαι τοῖς δεσπόταις . οἱ δὲ ἐπιβάντες τῶν
4423388 Καλχηδων
κόγχας κἀν Ἐφέσῳ λήψει τὰς λείας οὔτι πονηράς . τήθεα Καλχηδών , τοὺς κήρυκας δ ' ἐπιτρίψαι ὁ Ζεὺς τούς
τὸ ω εἰς ο ἐπὶ γενικῆς , Ἰσσηδών Ἰσσηδόνος , Καλχηδών Καλχηδόνος , Ἀνθηδών Ἀνθηδόνος . † Δεῖ προσθεῖναι χωρὶς
4415712 ἡμιονων
πάσῃ , ὅση τε προβάτων , ὅση τε ἵππων καὶ ἡμιόνων . μηλείη δὲ κόπρος ἐστὶν ἡ τῶν προβάτων :
Ἐνέτης πόλεως Παφλαγόνων . Ὅμηρος : ἐξ Ἐνετῶν , ὅθεν ἡμιόνων γένος . τούτους δὲ Καύκωνας ἐκάλουν πρὸ τῶν Τρωικῶν
4387917 ἐκτρεφει
. τίκτει δὲ ἕν , κατάπερ ἵππος , καὶ τοῦτο ἐκτρέφει τῷ γάλακτι ἐς ἔτος ὄγδοον . ζῶσι δὲ ἐλεφάντων
δὲ ] ὅτι ἔκ τινος δόλου γέγονε . τρέφει ] ἐκτρέφει . εὐμενὴς ] εὐνοϊκῶς πρὸς ἡμᾶς διακείμενος , φίλος
4357029 αἰετους
ἄλλα , εἰς τὰ ᾠδικά : τοὺς δὲ ἀλόγως βασιλέας αἰετούς , εἰ μὴ ἄλλη κακία παρείη : μετεωρολόγους δὲ
ἄλλα , εἰς τὰ ᾠδικά : τοὺς δὲ ἀλόγως βασιλέας αἰετούς , εἰ μὴ ἄλλη κακία παρείη : μετεωρολόγους δὲ
4296579 ἀργυρους
φησὶ τὸν Κρόνον , τοὺς κατὰ τὸν καθαρὸν λόγον ζῶντας ἀργυροὺς λέγων , ὥσπερ τοὺς κατὰ νοῦν μόνον χρυσοῦς .
φησὶ τὸν Κρόνον , τοὺς κατὰ τὸν καθαρὸν λόγον ζῶντας ἀργυροὺς λέγων , ὥσπερ τοὺς κατὰ νοῦν μόνον χρυσοῦς .
4292725 ἐρισταφυλον
πλὴν ἑνὸς ἀνθρώπου : κεῖνος δέ μοί ἐστιν ἑταῖρος Λέσβον ἐριστάφυλον ναίων , Ἀγάθων δὲ καλεῖται . καὶ Φιλύλλιος δὲ
κριθαὶ ἠδ ' ἄμπελοι , αἵ τε φέρουσιν / οἶνον ἐριστάφυλον , καί σφιν Διὸς ὄμβρος ἀέξει : ἔν τε
4272578 ἑνος
εἰς ἄπειρον . παντελῶς δέ γε ἄτοπόν ἐστι τὸ ἐξ ἑνὸς ἄπειρα λέγειν γίνεσθαι : ἄτοπον ἄρα καὶ ἐκ τοῦ
οἶμαι τρόπον καὶ ὁ τεχνικὸς ἀπείρων ὄντων τῶν ὀνομάτων ἐξ ἑνὸς ἑκάστου εἴδους ἓν καὶ μόνον χωρίσας περὶ τούτου ἐδίδαξεν
4256078 ἑλιγμους
λίνον λαβὼν , καὶ διδαχθεὶς ὡς ἔστι τοῦ λαβυρίνθου τοὺς ἑλιγμοὺς διεξελθεῖν , ἀπέκτεινε τὸν Μινώταυρον , καὶ ἀπέπλευσε τὴν
τῶν ὀφρύων ἔχειν ἐκπεφυκὸς κέρας , οὐ λεῖον , ἀλλὰ ἑλιγμοὺς ἔχον τινὰς καὶ μάλα αὐτοφυεῖς , καὶ εἶναι μέλαν
4231373 ὡδευσεν
ψυχὴν ἀνεπετάσθη ἐναγκαλισάμενος αὐτὴν καὶ ἀνεβίβασεν ἐπὶ τὸ ἅρμα καὶ ὥδευσεν ἐπὶ ἀνατολάς : τὸ δὲ σῶμα αὐτοῦ περισταλὲν ἀπηνέχθη
Ἰορδάνης ποταμὸς ἀνεχώρησεν εἰς τὰ ὀπίσω καὶ ἐρυθρὰ θάλασσα ἣν ὥδευσεν Εἰσραὴλ καὶ ἔστη ἀνόδευτος , ὅτι ὁρκίζω σε τὸν
4219412 γαλαθηνων
ἡμῖν . . . παιδικῶν ἅλις οκως περ ἀρνῶν ἐστι γαλαθηνῶν τε καὶ χοίρων . Σιμωνίδης δ ' ἐπὶ τοῦ
ἱερείων ὅταν εἰς ταύτην ἀφίκηται τὴν τάξιν , τῶν μὲν γαλαθηνῶν ἐστι σκληρότερα καὶ δυσπεπτότερα , τροφὴν δὲ ξηροτέραν δίδωσιν
4216584 θαλατταις
μεγίστη καιρία τε τῇ θέσει : χρῆται μόνη γὰρ τρισὶ θαλάτταις , ὡς λόγος , ἔχει δὲ λιμένας οὓς μὲν
δὲ ἐξ ἠπείρων ἀμείβων καὶ τὰς Ἀθηναίων τριήρεις φυλαττόμενος πάσαις θαλάτταις ἐνεσπαρμένας κατέδυ πλέων ἐν ἀκατίωι μικρῶι . τὸ δὲ
4216397 ἡμιτομα
ἀποσπάσας , ὡς καὶ διασπᾶσθαι πολλάκις , καὶ τὰ μὲν ἡμίτομα τῶν ἰχθυδίων λαμβάνεσθαι , τὰ δὲ ὑπολείπεσθαι . καὶ
παίδων ἐξευρόντας τὸν πρεσβύτατον μέσον διαταμεῖν , διαταμόντας δὲ τὰ ἡμίτομα διαθεῖναι τὸ μὲν ἐπὶ δεξιὰ τῆς ὁδοῦ , τὸ
4216003 μαζους
δὲ γυναιξίν : αὗται γὰρ ἐν τῷ πένθει καὶ τοὺς μαζοὺς λωβῶνται . τροφῷ δέ , εἰ τέκνον ἔχοι ,
τῶν ἰγνύων ὑπὲρ τῶν γουνάτων , καὶ σικύας ἀείρειν ἐπάρας μαζοὺς ὑπ ' αὐτέους , ἄλλοτε μὲν ἐς τὰ δεξιὰ
4215711 καμηλοπαρδαλις
δορκάς , βούβαλος , τραγέλαφος , πύγαργος , ὄρυξ , καμηλοπάρδαλις . ἀεὶ γὰρ τῆς ἀριθμητικῆς θεωρίας περιεχόμενος , ἣν
, πάνθηρες ἑκκαίδεκα , λυγκία τέσσαρα , ἄρκηλοι τρεῖς , καμηλοπάρδαλις μία , ῥινόκερως Αἰθιοπικὸς εἷς . Ἑξῆς ἐπὶ τετρακύκλου
4210088 ὀνους
: αἱ γὰρ ἀγελαῖαι τῶν ἵππων οὐχ ὁμοίως ὑπομένουσι τοὺς ὄνους ἐπὶ τῇ ὀχείᾳ ἕως ἂν κομῶσιν : οὗ ἕνεκα
ἐν ποσὶ τρεφομένους τε καὶ ἐξεταζομένους ὁρῶμεν ἵππους τε καὶ ὄνους καὶ βοῦς καὶ καμήλους θαρροῦντας : εἰ δὲ καὶ
4209986 πτηνων
τε καὶ ξηραντικώτεραι τῶν ἐν τοῖς τετράποσι , τῶν δὲ πτηνῶν αὐτῶν αἵ τε τῶν ἀλεκτορίδων καὶ τῶν περδίκων ἀμείνους
τὰ πτερὰ τῶν χηνῶν καὶ μᾶλλον ἀλεκτορίδων καὶ πάντων τῶν πτηνῶν αἱ κοιλίαι , κοχλίοι , καὶ μᾶλλον τρὶς ἑψηθέντες
4203980 διπηχυς
ἡ γραμμὴ καὶ ποσόν ἐστι καὶ τῇ ἑαυτῆς φύσει πεπέρασται δίπηχυς οὖσα , φέρε εἰπεῖν , ἢ δεκάπηχυς . ὁμοίως
δίπηχύς ἐστιν , ἀλλ ' ἁπλῶς Σωκράτης λευκός τε καὶ δίπηχυς , κακῷ τὸ κακὸν ἰώμενος : πρότασιν γὰρ ἀνῄρει
4190051 πιθους
ποιοῦντες , κάλαμον ἢ ξύλον ἐπιβάλλουσιν ὀρθὸν εἰς τοὺς κενωθέντας πίθους , ἵν ' οἱ ἐμπίπτοντες κώνωπες ἤ τινα τοιαῦτα
καὶ καλλιοινίαν συμβάλλεται . διὰ τοῦτο μικροὺς χρὴ κατασκευάζειν τοὺς πίθους . εἰ δὲ φθάσαιμεν παλαιοὺς πίθους ἔχειν μεγάλους ,
4159943 μυρμηκας
καὶ μυρμηκιῶν . ] Ἀρίθμησον τοὺς ἥλους καὶ λαβὼν τοσούτους μύρμηκας δῆσον ἐν λίνῳ πανίῳ καὶ κοχλίαν ἕνα μετ '
Γάγγης ἢ οἱ ἄλλοι Ἰνδῶν ποταμοὶ φέρουσιν , οὐδὲ τοὺς μύρμηκας τοὺς τὸν χρυσόν σφισιν ἐργαζομένους , οὐδὲ τοὺς γρῦπας
4159000 καταπταντες
οὐκ ἔχοντες δὲ λευκὴν γῆν ἀλφίτοις διέγραφον , ὄρνιθες δὲ καταπτάντες τὰ ἄλφιτα αἴφνης διήρπασαν : ταραχθεὶς οὖν Ἀλέξανδρος ,
θηρῶσι τοὺς καταράκτας : σὺν ὁρμῇ γὰρ ὡς ἐπί τινα καταπτάντες ἰχθὺν περιρρήγνυνται ταῖς σανίσι καὶ διαφθείρονται . καὶ βρόχοις
4155780 κληθεντας
Ἐπειῶν : Ἐπειοὺς τοὺς Ἠλείους , ἀπὸ Ἐπειοῦ τοῦ Ἐνδυμίωνος κληθέντας . τινὲς δὲ τὸν Ἐπειὸν Ἀεθλίου φασίν . ἀπὸ
, κρείττω δὲ ἦν τὰ ἡμέτερα διὰ τοὺς ὑπὸ σοῦ κληθέντας θεούς , καὶ ὅτι κρύψας αὑτὸν οἴκοι μένει περιῃρημένος
4144328 κομητας
μὴ καταλαμπομένων [ τῶν , ] ἄστρων . τοὺς δὲ κομήτας σύνοδον πλανητῶν φλόγας ἀφιέντων : τούς τε διάιττοντας οἷον
οὕτως ξυνήνεγκόν τε εἰς τὰ ὅλα : καὶ | τούτους κομήτας καλεῖν φίλον τοῖς οὐ γιγνώσκουσιν , ὅτι καὶ αὐτοὶ
4140028 Ἀερος
: ἐν δὲ τοῖς [ εἰς Ἐπιμενίδην ] [ ἐξ Ἀέρος ] καὶ Νυκτὸς [ τὰ πάντα συστῆναι ] ,
τὴν γῆν ξηρότης , πρὸς δὲ τὸν ἀέρα θερμότης . Ἀέρος ποιότητες ὑγρότης θερμότης : ἰδία μὲν ὑγρότης , κοινὴ
4105604 μυρια
ἀστέρων στροφαὶ καὶ περίοδοι ; σοφοὶ δ ' ἄνδρες καὶ μυρία ἄλλα παρατηρήσαντες ἀνέγραψαν , ἐκ τῶν οὐρανίων σημειωσάμενοι νηνεμίας
ποτε συνταραχθείη . Καὶ νῦν ὕει μὲν ὁ Θεός : μυρία δὲ καὶ δένδρα καὶ φυτὰ καὶ βοτάναι , ἓν
4101809 διαιρηται
δὲ πλείονα , κἂν ἕν τι ῥητὸν εἰς δύο μέρη διαιρῆται : καὶ μέρει μὲν ὁ ἕτερος , μέρει δὲ
τοῦ νείκους ἐκ τοῦ ἑνὸς εἰς τὰ στοιχεῖα διίστηται καὶ διαιρῆται καὶ χωρίζηται , τότε τὰ τέως τῶν στοιχείων μόρια
4083796 ἐλαφων
ἀμέρσας ἂψ ἀναφοιτήσῃ νεαρῇ κεχαρημένος ἥβῃ , ἢ ὁπότε σκαρθμοὺς ἐλάφων ὀχεῇσιν ἀλύξας ἀνδράς ' ἐνισκίμψῃ χολόων γυιοφθόρον ἰόν :
γυναικῶν τῶν εὑρισκομένων , ἐπί τε αἰγῶν καὶ βωῶν καὶ ἐλάφων , καὶ τῶν παραπλησίων ζῴων . σώματα δὲ ἐστὶ
4066150 ἑξαγωνα
ε τετράγωνα γ πεντάγωνα . ἔχουσι τὰ ιγ τετράγωνα ε ἑξάγωνα . ἔχουσι τὰ μγ τετράγωνα ιβ ἑπτάγωνα . ἔχουσι
Μάλιστα δ ' ἅπερ κακοποιῶν ἀστέρων , Τὰ δ ' ἑξάγωνα σὺν τριγώνοις ἰστέον Ἀγαθὰ μᾶλλον ἐξ ἀγαθῶν ἀστέρων :
4050819 καθηκων
; οὐκ ἂν μαθητὴς διδασκάλῳ ἡδέως συνημερεύσαι , ἢ υἱὸς καθήκων πατρί ; Ἢ ῥητέον ὅτι διττὴ ἡ ἀνομοιότης ,
ἔνθεν καὶ ἀκρόδρυα . ἢ ὅτι ὥσπερ ὁ εἰς θάλασσαν καθήκων τόπος ἔσχατος ὢν τῆς ἠπείρου ἀκτὴ λέγεται , οὕτως
4045517 σπαρτων
δεξιαὶ τῶν στρατιωτῶν * πρὸ τῶν ἱερῶν θυρῶν ἔμειναν ὑπὸ σπάρτων ἐχόμεναι ἐν τῷ τῆς λαβῆς σχήματι : ἡ δὲ
: βρουλίαν ἰβηρικὴν διὰ σπάρτων . ὑπὸ σπάρτῃσιν : ὑπὸ σπάρτων καὶ σχοινίων . ὑφήνας : κατασκευάσας , πλέξας .
4039748 κερκοπιθηκους
παλαιοὶ ἀνακεῖσθαι τῇ Σελήνῃ . σφίγγας δὲ καὶ λύγκας καὶ κερκοπιθήκους [ τοὺς τὰς οὐρὰς ἔχοντας ] καὶ εἴ τι
σαρκοφαγεῖν τὰ τῶν συγγενῶν σώματα . Πετροκυλιστὰς δ ' εἶναι κερκοπιθήκους κτλ . : Μεγασθένης ἐν τῇ δευτέρᾳ τῶν Ἰνδικῶν
4038371 λυκων
γελῶν ταῦτα ἔφη : Καλῶς εἴρηκας , ὦ πρώταρχε τῶν λύκων : ἀλλὰ πῶς σὺ χθὲς ἣν ἐκράτησας ἄγραν κοίτῃ
γένυν . αἱ δ ' ἀγκάλαισι δορκάδ ' ἢ σκύμνους λύκων ἀγρίους ἔχουσαι λευκὸν ἐδίδοσαν γάλα , ὅσαις νεοτόκοις μαστὸς
4015070 Διδυμα
ἐπὶ γὰρ ἰοχέαιρα : τὸ ἐπί τῷ τίθησι συναπτέον . Διδύμα δὲ ἡ Ἄρτεμις καλεῖται . ὁ δὲ νοῦς :
ἐπὶ γὰρ ἰοχέαιρα : τὸ ἐπί τῷ τίθησι συναπτέον . Διδύμα δὲ ἡ Ἄρτεμις καλεῖται . ὁ δὲ νοῦς :
4011901 ὀφεις
τὸ πῦρ κατενεχθείη , θηρία ἐνοχλήσουσιν τὰ κτήνη τε καὶ ὄφεις : ἐπὶ δὲ τεῖχος , πόλεμοι καὶ δόλοι καὶ
ὁ τύμβος τῶν περὶ Ἁρμονίαν καὶ Κάδμον , οἵτινες εἰς ὄφεις μετεβλήθησαν . Ἡ δὲ ἱστορία παρὰ Ἀπολλωνίῳ ἐν τῷ
4010160 κορεσειεν
ἑτέραν τὴν Φρυγίαν τῆς Τροίας οἶδεν . . πολλοὺς ἂν κορέσειεν ἀνὴρ ὅδε τήθεα διφῶν , νηὸς ἀποθρώσκων , εἰ
δή που καὶ πόντῳ ἐν ἰχθυόεντι γένοιτο , πολλοὺς ἂν κορέσειεν ἀνὴρ ὅδε τήθεα διφῶν νηὸς ἀποθρῴσκων , εἰ καὶ
4006597 γονιμα
ὅσα ἔχει καθάπερ ἠλακάτην ἐκ μέσου ἀνέχουσαν , ταῦτά ἐστι γόνιμα : ὅσα δὲ μὴ , ἄγονα . ἐκ τούτων
ἐστὶν κατὰ τὸ δίκαιον , ὅταν ᾖ τὰ μὲν καρπῶν γόνιμα τὰ δὲ μὴ τοιαῦτα , ἢ φερομένων τῶν πνευμάτων
4005968 κτωμενων
Τύρον τῶν μὲν αὐτοὺς ἐν αὐτῇ διδόντων , τῶν δὲ κτωμένων . τούτου δ ' ἂν τυγχάνοιτε πρὸς ἅπαντας εὐνοίᾳ
ὄντων αὐτουργῶν , καὶ τὴν τροφὴν καὶ τὴν περιουσίαν οὕτως κτωμένων , ἅτε τὴν γῆν ἐργαζομένων , ἱπποτροφεῖν τις ἐπελάβετο
4003537 παντοδαπα
ἔτι τὰ τῶν λεγομένων περιδίνων τῶν περὶ τὴν Ἰταλίαν γιγνομένων παντοδαπὰ κλωπῶν ἔργα τε καὶ παθήματα . πρὸς ἅ τις
παντοδαποὺς ἐκφέρουσαν καρπούς : διὸ καὶ τῆς ὡρίμου ξηραινομένης ὀπώρας παντοδαπὰ πλάσματα χρήσιμα πρὸς ἀπόλαυσιν οἱ τὸν Τίγριν πλέοντες ἔμποροι
4003103 Δελφικους
μου τοῖς παρ ' ὑμῖν θεοῖς ἀναθήματα , τρίποδάς τε Δελφικοὺς καὶ στεφάνους χρυσοῦς καὶ ἄλλα πολλὰ καὶ πολυτελῆ χαριστήρια
εἶδος τῶν τριπόδων , ἕτερον μὲν τῶν ἀναθηματικῶν , οὓς Δελφικοὺς λέγομεν διὰ τὸ πολλοὺς ἐν Δελφοῖς ἀνακεῖσθαι , ἕτερον
3999749 παρνοπας
. ≌ . . , . : ὀκορνούς : τοὺς πάρνοπας . Αἰσχύλοσ Φιλοκτήτηι . οἱ δὲ Ἴωνες ἀττελέβους .
ὅμοια ταῖς μορφαῖς ὁρᾶν τὰ αὐτὰ κύνας ἰχθύας λέοντας ἀνθρώπους πάρνοπας , ἀλλ ' οἵαν ἑκάστου ποιεῖ τύπωσιν ἡ δεχομένη
3998019 φοινικους
ἀπὸ χρωμάτων ἐσθῆτες καλούμεναι ἁλουργίς , πορφυρίς , φοινικὶς καὶ φοινικοῦς χιτών , βατραχίς , αὗταί μὲν ἀνδρῶν , γυναικῶν
, τῇ δὲ χρόᾳ τοὺς μὲν μηλίνους , τοὺς δὲ φοινικοῦς , ἐνίους δὲ πορφυρίζοντας : ὥσθ ' ὑπ '
3997201 τικτει
λεοντῆ παρδαλῆ μοσχῆ κυνῆ . Οὐχὶ παρὰ πολλοῖς ἡ χάρις τίκτει χάριν . Ἡ πόλις ἐβούλεθ ' , ᾗ νόμων
θυγατέρα καὶ Ἀρσάκαν υἱόν , ὃς ὕστερον μετωνομάσθη Ἀρτοξέρξης . τίκτει δὲ αὐτῶι ἕτερον υἱὸν βασιλεύουσα , καὶ τίθεται τὸ
3996608 παντοια
, καὶ παντοῖα μὲν χρώματα , παντοῖα δὲ σχήματα , παντοῖα δὲ πνεύματα ἀπεργαζόμενον πᾶσαν ἔκπληξιν καὶ βοὰς μετὰ ἀφροσύνης
ποικιλώτατον , ὁρατὰ δὲ λέγεται : ἐν ᾧ χρώματά τε παντοῖα καὶ κεχρωσμένα μυρία , πρᾶτα δὲ τέτορα , λευκόν
3987273 περιζωμασι
καὶ ἀνθρώποις ἱεροῖς Ἰχθυοφάγων : γλώσσῃ δὲ Ἀραβικῇ χρῶνται καὶ περιζώμασι φύλλων κουκίνων . Ἔχει δὲ ἡ νῆσος χελώνην ἱκανὴν
ὑπουργίαν ἀντ ' ἐκείνων παρέχονται : ἀχίτωνες δ ' ἐν περιζώμασι καὶ βλαυτίοις προΐασι καὶ οἱ βασιλεῖς , ἐν πορφύρᾳ
3961352 οἱουδηποτουν
οἷον ἐπὶ ἐμέ ἐπ ' ἐμέ : ὅταν ἐκθλιβομένου φωνήεντος οἱουδηποτοῦν βραχέος συνεκθλιβῇ καὶ ὁ χρόνος αὐτοῦ . κατὰ κρᾶσιν
ζητήσωμεν δὲ καὶ αὐτὴν αὐτοῦ εἰ ἀκριβῶς ἔχει . Παντὸς οἱουδηποτοῦν προτεθέντος ζητή - ματος , εἰ συνεστήκοι : ἐνταῦθα
3959713 κατακειμενους
ἄπλετος , ὥστε ἀπέκρυψε καὶ τὰ ὅπλα καὶ τοὺς ἀνθρώπους κατακειμένους : καὶ τὰ ὑποζύγια συνεπόδισεν ἡ χιών : καὶ
ἠσκημέναι πυρῶν μὲν ἀνὰ δέκα μεδίμνους νωτοφοροῦσιν , ἀνθρώπους δὲ κατακειμένους ἐπὶ κλίνης πέντε βαστάζουσιν : αἱ δὲ ἀνάκωλοι καὶ
3955879 λιθοειδη
δὲ καὶ τὸ παραπιέζειν τοὺς ἀκουστικοὺς πόρους καὶ τὰ λεγόμενα λιθοειδῆ ὀστᾶ , τοὺς δ ' εὐτελεστέρους καὶ ῥαπιστέον καὶ
καὶ ἐλάα καὶ θύμον , οὐ μὴν χλωρά γε ἀλλὰ λιθοειδῆ τὰ ὑπερέχοντα τῆς θαλάττης , ὅμοια δὲ καὶ τοῖς
3954686 τραγους
αἰπόλος . Σὺ μὲν ἐμοὶ πεντήκοντα νέμειν δέδωκας καὶ δύο τράγους , οὗτος δέ σοι πεποίηκεν ἑκατὸν καὶ δέκα τράγους
, τὰ δ ' ἄρσενα λεῖπε θύρηφιν , ἀρνειούς τε τράγους τε , βαθείης ἔντοθεν αὐλῆς . αὐτὰρ ἔπειτ '
3952772 μελανας
πρὸς τὸ ἑαυτοῦ ἰδίωμα μεταποιεῖ πως . Κρόνος μὲν γὰρ μέλανας ποιεῖ , δυσειδεῖς τε καὶ αὐχμηρούς , Ἄρης δὲ
τρόπῳ . Τούτων οὖν ἡ χολὴ μετὰ νίτρου σμηχομένη , μέλανας ἀλφοὺς ἰᾶται καὶ οὐλὰς μελαίνας ὁμόχρους ποιεῖ . καὶ
3947423 καλαμινα
δὲ Εὐαγόρου παῖς ἐκ πλευρίτιδος Κινησίας σκελετός , ἄπυγος , καλάμινα σκέλη φορῶν , φθόης προφήτης , ἐσχάρας κεκαυμένος πλείστας
δὲ εἵματα μὲν ἐνδεδυκότες ἀπὸ ξύλων πεποιημένα , τόξα δὲ καλάμινα εἶχον καὶ ὀϊστοὺς καλαμίνους : ἐπὶ δὲ σίδηρος ἦν
3946128 ἐριφοι
' ἐνῆν τἀκεῖ γὰρ ἐν ταύτῃ καλά , ἰχθῦς , ἔριφοι , διέτρεχε τούτων σκορπίος , ὑπέφαινεν ᾠῶν ἡμίτομα τοὺς
δὲ ἐχομένη ἡλικία , χίμαροι , τὰ δὲ νεώτατα , ἔριφοι : ὁ δὲ Ποιητὴς ἐν Ὀδυσσείᾳ τὰ μὲν τέλεια
3945795 σακκια
προμαχῶσιν οἰκοδομουμένη . Καὶ πρὸς τοὺς κριοὺς ἀντίκεινται τύλαι καὶ σακκία , γέμοντα ἄχυρα καὶ ψάμμον , πρὸς δὲ τοὺς
Εὐστάθιον διὰ στόματος φέρειν , τὰ δὲ ἐν τοῖς ὁρωμένοις σακκία τε ἁδρὰ καὶ ὑπόμεστα βιβλιδίων , καὶ ταῦτα ὡς
3927421 κητη
ἡ δ ' ἑξῆς θάλαττα βαθεῖα παντελῶς ἐστι , καὶ κήτη φέρει παντοδαπὰ παράδοξα τοῖς μεγέθεσιν , οὐ μέντοι λυποῦντα
ἐτησίων ἀναχωρεῖν . εἶναι δὲ αὐτὴν καὶ γλυκεῖαν , καὶ κήτη παραπλήσια τοῖς ἐν τῶι Νείλωι κροκοδείλοις καὶ ἱπποποτάμοις ἔχειν
3924816 θωρακας
αὕτη παρακαλέσαντι τὰ ξίφη θήγειν καὶ τὰς κόρυθας καὶ τοὺς θώρακας σμήχειν : δεινότεροι γὰρ οἱ ἐπιόντες φαίνονται λόχοι τοῖς
ἣν ξυάλην λέγομεν . Ξενοφῶν Κύρου Ἀναβάσει : εἶχον δὲ θώρακας λινοῦς μέχρι τοῦ ἤτρου , ἀντὶ δὲ τῶν πτερύγων
3918254 μηρυκιζοντα
δὲ ὡς μάγειρος τούτοις ἠμείψατο τὸν Κλέωνα . ΓΘ τὰ μηρυκίζοντα τῶν ζῴων , οἷον βοῦς καὶ κάμηλος καὶ πρόβατον
λοιδορήσω . ἐγὼ δέ γ ' ἤνυστρον βοός : τὰ μηρυκίζοντα τῶν ζῴων τρεῖς κοιλίας ἔχει , κεκρύφαλον , ἤνυστρον
3915089 φαλαγγια
τὰ ὄσπρια , πρὶν ξηρανθῶσι τελείως . * ἐπασσύτερα : φαλάγγια * φλογερῇ : πυρρᾷ * εἰλημένα : κεκαλυμμένα δίενται
ἔνιοι καλοῦσι φαλάγγιον . καὶ οἱ κόρακες δὲ παρὰ Ἀττικοῖς φαλάγγια . Φασηλιτῶν θῦμα : ἐπὶ τῶν εὐτελῶν τίθεται .
3909225 ὑς
κατὰ τὴν τοῦ αἵματος πῆξίν τε καὶ ψῦξιν ἀποθνήσκει , ὗς δὲ κωνείου ἐμπίπλαται καὶ ὑγιαίνει . Οἱ Ἰνδοὶ τέλειον
. Καὶ τούτων λεγομένων , ἄλλος οἰκέτης ἦλθεν ἀπαγγέλλων ὡς ὗς τὴν χώραν λυμαίνεται : ὁ δὲ ὁρμήσας ἀνῃρέθη .
3905355 ἀγοραιους
, τοῦ στόματος τῷ στρογγύλῳ , τοὺς νοῦς δ ' ἀγοραίους ἧττον ἢ κεῖνος ποιῶ . Ἀριστώνυμος δ ' ἐν
μὲν ποιητικὴν μουσικὴν ἀστρονομίαν σοφιστὰς καὶ τῶν ῥητόρων τοὺς μὴ ἀγοραίους , ὑποσόφους δὲ ζωγραφίαν πλαστικὴν ἀγαλματοποιοὺς κυβερνήτας γεωργούς ,
3890775 ἁρματηλατας
μὲν ξυνθηρατὰς ποιεῖσθαι , τοὺς δὲ ἁμιλλητηρίους , τοὺς δὲ ἁρματηλάτας , καὶ μηδὲ ἁπλῶς τούτους , ἀλλ ' ὡς
τε Μοίσαισι ποτανὸς ἀπὸ ματρὸς φίλας , πέφανταί θ ' ἁρματηλάτας σοφός : ὅσαι τ ' εἰσὶν ἐπιχωρίων καλῶν ἔσοδοι
3890615 φυομενους
τὰς κάμπας . καὶ μύκητας δὲ τοὺς ὑπὸ ταῖς καρύαις φυομένους θυμιῶν , ἀποκτενεῖς αὐτάς . ἢ νυκτερίδος κόπρον καὶ
ποιήσας ξηρίον ἐπίπασον . [ Πρὸς οὖλα παιδὸς καὶ ὀδόντας φυομένους . ] Ῥόδων ἄνθη λεάνας μετὰ μέλιτος ἔγχριε ,
3889713 πινακισκους
πᾶσα καὶ λοπάδιον καὶ χύτρα χαλκῆ γέγονε : τοὺς δὲ πινακίσκους τοὺς σαπροὺς τοὺς ἰχθυηροὺς ἀργυροῦς πάρεσθ ' ὁρᾶν :
Φορμίσιος παρὰ τοῦ βασιλέως πλεῖστα δωροδοκήματα , ὀξύβαφα χρυσᾶ καὶ πινακίσκους ἀργυροῦς . κυάθους ὅσους ἐκλεπτέτην ἑκάστοτε σκευάρια δὴ κλέψας
3889351 ἰχθυηρους
χύτρα χαλκῆ γέγονε : τοὺς δὲ πινακίσκους τοὺς σαπροὺς τοὺς ἰχθυηροὺς ἀργυροῦς πάρεσθ ' ὁρᾶν . ὁ δ ' ἰπνὸς
λοπάδος εἶδος , παρὰ τὸ εἰς ὀξὺ λήγειν . 〚 ἰχθυηροὺς δὲ πινακίσκους , 〛 τοὺς ἐπιτηδείους ἰχθῦν χωρῆσαι .
3881735 κροκοδειλους
ἡ χώρα μικρὸν ὑπὲρ τῆς θαλάττης κρήνην Ἀζαριτίαν , τρέφουσαν κροκοδείλους μικρούς . . . . Ζάρητα : κρήνη ὑπὲρ
τὸν ποταμόν , ἀλλὰ καὶ πολὺ μᾶλλον τοὺς ἐν αὐτῶι κροκοδείλους : διὸ καὶ τοὺς ληιστὰς τούς τε ἀπὸ τῆς
3878093 καλλιστους
. οὐχ οὕτως δ ' ἡγεῖται μακάριον ὅτι ἔξεστι κεκτῆσθαι καλλίστους μὲν ἵππους , κάλλιστα δὲ ὅπλα , καλλίστην δὲ
πᾶσιν ἀνελπίστῳ . τῶν γὰρ Καρχηδονίων μετὰ τὴν νίκην τοὺς καλλίστους τῶν αἰχμαλώτων θυόντων χαριστήρια νυκτὸς τοῖς θεοῖς καὶ πολλοῦ
3864947 ζωα
κατὰ τὴν νῦν γέννησιν ἀποσημαίνει , ἅπαντα γὰρ φαίνεται τὰ ζῶα καὶ τὰ φυτὰ καὶ διαμένοντα καὶ γεννώμενα ἐν τοῖς
τούτων καὶ τὸ παντὶ ἐνδέχεται : οὐ πάντα δὲ τὰ ζῶα βαδίζει : οὐδὲ γὰρ τὰ ἑρπετά : ὥστε διὰ
3864374 ἰϲχουϲα
, ἐπὶ τὸ μελάντερον τρέπεται χρῶμα , ποτὲ μὲν ἰῶδεϲ ἴϲχουϲα τοῦτο , ποτὲ δὲ κυανοῦν , ἐνίοτε δὲ τὸ
τε καὶ δύϲλυτόϲ ἐϲτι κεφαλαλγία , ἐπὶ μικραῖϲ προφάϲεϲι μεγίϲτουϲ ἴϲχουϲα παροξυϲμούϲ , ὥϲτε μήτε ψόφων ἀνέχεϲθαι μήτε φωνῆϲ ϲφοδροτέραϲ
3858777 ὀρνεα
ἀντὶ δὲ περικεφαλαίας τὴν χύτραν , ἵνα μὴ ἐφιπτάμενα τὰ ὄρνεα τύπτῃ αὐτούς . τὰς δὲ μυρρίνας πρὸς τὸ ἀποσοβεῖν
πελίας καλεῖσθαι καὶ τοὺς γέροντας πελίους : καὶ ἴσως οὐκ ὄρνεα ἦσαν αἱ θρυλούμεναι πελειάδες , ἀλλὰ γυναῖκες γραῖαι τρεῖς
3850104 ὀρχεις
Τὰ δὲ μηρία δεῖ μὴ σαρκώδη εἶναι , τοὺς δὲ ὄρχεις ἐχέτω μικρούς . τὸ δὲ μεταξὺ τῶν μηριαίων μὴ
τῆς κύστεως τραχήλῳ συνήνωται τὸ αἰδοῖον , ἐκ δὲ τούτου ὄρχεις ἐν ὀσχέῳ κεῖνται . Τὸν αὐτὸν δὲ τρόπον καὶ
3843530 λεοντων
, ὅτε τὰ πάτρια τεύχεα παρεδίδοσαν , ἰὼ μάκαιρα ταυροκτόνων λεόντων ἔφεδρε , τῷ Λαρτίου , σέβας ὑπέρτατον . Ἔχοντες
αὐτὸν οὐχ ἵππων λέγει πατέρα οὐδὲ μὰ Δία κυνῶν ἢ λεόντων ; ὅτι τοῖς μὲν ἄλλοις ἅπασι ζῴοις οὐ μέτεστιν
3840927 ἡμερινα
♊ ♌ ♎ ♐ ♒ : ταῦτα καὶ ἑξάγωνα καὶ ἡμερινὰ καὶ ἀρσενικὰ καλοῦνται : ὁ δὲ ♉ καὶ ♋
τοῦ μεσημβρινοῦ γένωνται . καὶ τούτου δὲ δύο μέν ἐστιν ἡμερινὰ καὶ μὴ φαινόμενα , ὅταν τοῦ ἡλίου μεσουρανοῦντος ὑπὲρ
3837036 διαλλαττοντα
πλείω καὶ ἓν πρὸς πολλὰ καὶ πολλὰ πρὸς ἕν , διαλλάττοντα κατὰ πάντας τοὺς τρόπους καὶ τὰ μὲν σαυτοῦ αὔξοντα
ἀπηνέας δὲ καὶ μεμηνότας κείνους ἔκρινας . Ὁκόσα γὰρ ἰνδαλμοῖσι διαλλάττοντα ἀνὰ τὸν ἠέρα πλάζει ἡμέας , ἃ δὴ κόσμῳ
3835269 κοσμικας
μεταλαμβάνουσιν : ἡνίκα δ ' ἂν τοῖς ἄρχουσιν ἐνάπτωνται , κοσμικὰς κινήσεις ἢ ἐνύλους τῇ ψυχῇ συγκινοῦνται . Μετὰ δὲ
δύσιν . . Μ , ὅτι δύο διαστάσεις οἶδεν Ὅμηρος κοσμικὰς ἀνατολὴν καὶ δύσιν . . . . . θοὴν
3832263 Ἀζανος
ἀζαλέους δὲ ἀντὶ τοῦ ξηρούς : ὅθεν τινὲς οὐκ ἀπὸ Ἀζᾶνος βασιλέως , ἀλλὰ διὰ τὸ τραχεῖαν εἶναι Ἀζανίαν φασὶ
τὰ αὐτά . Ἀζανία , μέρος τῆς Ἀρκαδίας , ἀπὸ Ἀζᾶνος τοῦ Ἀρκάδος . οἱ οἰκήτορες Ἀζᾶνες καὶ Ἀζῆνες .
3826346 περιπλεα
πέτραις καὶ θριγκοῖς : καυλία ἀπὸ μιᾶς ῥίζης πολλά , περίπλεα φυλλαρίων λιπαρῶν , μικρῶν , ὀξέων ἀπ ' ἄκρου
τοῦ καυλοῦ , μικρὰ ὡς πηγάνου : τὰ δὲ ῥαβδία περίπλεα σπερματίων , ἐοικότα βοτρυδίοις μηδέπω ἀνθοῦσιν : ὀσμὴ οἰνώδης
3821639 τηθεα
ἀλλ ' ὦ τηθῶν ἀνδρειοτάτη καὶ μητριδίων ἀκαληφῶν . ἐπεὶ τήθεα τὰ ὄστρεα . μέμικται γὰρ κωμῳδικῶς πρὸς τὴν τήθην
πέπαικται : ὦ τηθῶν ἀνδρειοτάτη καὶ μητριδίων ἀκαληφῶν . ἐπεὶ τήθεα τὰ ὄστρεια . μέμικται γὰρ κωμῳδικῶς πρὸς τὴν τροφὴν
3817027 σαρκοφαγων
ἔχειν καλυπτά , εἶναι δὲ καρχαρόδοντας καὶ τῶν συναγελαζομένων καὶ σαρκοφάγων χολήν τε ἔχειν ἰσομήκη τῷ ἐντέρῳ καὶ σπλῆνα ὁμοίως
πώλευσιν , πρεσβυτέρους δὲ μὴ διαφέρειν τῶν καρχάρων θηρίων καὶ σαρκοφάγων μηδὲ ἕν . Ἐν Πρασίοις δὲ τοῖς Ἰνδικοῖς εἶναι
3816431 κυνοδοντας
τοιαῦτα γὰρ τὰ τῶν κητῶν στόματα . ὅσοις κατὰ τοὺς κυνόδοντας κορυφοῦνται τὰ χείλη , κακόθυμοι ἄνδρες , ὑβρισταί ,
καὶ ἄνωθεν ὡσαύτως . φέρειν δὲ δοκεῖ τότε καὶ τοὺς κυνόδοντας . τελειώσας δὲ τὰ δʹ ἔτη , καὶ τοῦ
3815729 φθειρας
οὕτως ὁ Κρόνος γεραιός τίς ἐστιν ὁ συγκοιμώμενος ἢ καὶ φθείρας , εἰ δὲ Ἄρης ταπεινός τις ἤτοι σώματος ἔμπορος
παίδων ἀναιρεῖται , καὶ ῥίπτεται εἰς τὴν θάλασσαν , ὡς φθείρας τὴν ἀδελφὴν ἐκείνων Κλυμένην : ἐξ ἧς ἐγεννήθη Στησίχορος
3811526 ἀερια
φλέβας , ἐξέδρας . Ἔχει ὁ μ . κ . ἀέρια ζ . : ἔχει κ . ὁ ἄνθρ .
κολαστὰς προσμαρτύρεται τὸν αἰθέρα καὶ τοὺς ἀνέμους , ἤτοι τὰ ἀέρια στοιχεῖα : τοὺς ποταμοὺς καὶ τὰς πηγάς , τὴν
3809498 ἡμιφωνα
ἔστιν γὰρ ἃ μὲν ἡμίφωνα , ἃ δὲ ἄφωνα . ἡμίφωνά ἐστιν , ἃ καθ ' ἑαυτὰ μὲν ἐκφωνεῖται ,
ἐκ Διὸς ὗεν ὕδωρ . τῶν δὲ συμφώνων τὰ μὲν ἡμίφωνά ἐστι κατ ' αὐτοὺς τὰ δὲ ἄφωνα , καὶ
3805847 διῃρημενους
ὑπώρειαν αὐτοῦ κλύζων καὶ ποιῶν τοὺς Παρασωπίους εἰς κατοικίας πλείους διῃρημένους , ἅπαντας δ ' ὑπὸ Θηβαίοις ὄντας : ἐν
Ἑλλήνων ἐκ περιτροπῆς , ὥσπερ ἄλλην τινὰ μοῖραν ἢ ἔρανον διῃρημένους . καὶ πότερον βέλτιον τὸ πέμπτον μέρος μεταλαμβάνειν ,
3790579 συνωριδας
δὲ . . . χιλίους , ἅρματα δὲ τριακόσια , συνωρίδας δὲ ὑπὲρ τὰς δισχιλίας , χωρὶς δὲ τούτων ὅπλα
πόδας ῥυτῆρσι κατεχομένους μακροῖς : ἐλαυνόντων δὲ τῶν ἡνιόχων τὰς συνωρίδας ἀπ ' ἀλλήλων ξαινόμενός τε περὶ τῇ γῇ καὶ
3790344 γενη
καὶ ἕτερα , ἀναγκαῖον περὶ πάντων ἐξετάσαι ἀπαριθμησαμένους τε κατὰ γένη ὁπόσα καὶ τίνα τὰ αἴτια κατὰ Ἀριστοτέλην , καὶ
. καὶ διὰ τὸ ἀνάπαλιν τοῦ κανόνος : ἐπειδὴ τὰ γένη καὶ τὰ εἴδη τῶν ἀτόμων συμβεβηκότων οὐχ ὑπόκεινται τοῖς
3789835 βωτιανειρα
ὀνομάτων μετέχει : λέγεται γὰρ καὶ ζείδωρος καὶ βότειρα καὶ βωτιάνειρα . . : πολλῶν ὀνομάτων ] Τὸ γὰρ θεῖον
] λέγεται γὰρ καὶ ζείδωρος πρὸς τούτοις καὶ βότειρα καὶ βωτιάνειρα μορφὴ μία ] ἡ οὖσα ἓν πρόσωπον ᾗ ]
3789793 αἰγιαλονδε
αἴσιμον ἔπλετ ' ἐναιρομένοις ὑπὸ νεκρῆς . ἀλλὰ τότ ' αἰγιαλόνδε φόνῳ πεπαλαγμένος ἥρως ἐλθών , εἰσόκε λύθρον ἀποπλύνειε θαλάσσῃ
ὑπὸ φλοίσβοιο θαλάσσης νήχεται , ὄφρα ἑ κύματ ' ἀποπτύσῃ αἰγιαλόνδε . Ἔνθα δ ' ἄρ ' ἐξαπίνης μιν ἀναπλησθεῖσαν
3788120 θηρια
τὸ πυριατήριον . ἐγχώριος ἀνήρ , ἐγχώριον πρᾶγμα ἀριστητικός ἥσθημα θηρία καπνοδόκην καυχήσεται καὶ γένηται τοῖσδε σάμερον κοπίς . τὰ
ἐγώ . Τοὺς μεγίστους , ἔφη , καὶ τὰ μέγιστα θηρία , ἃ πρότερον αὐτὸν κατήσθιε καὶ ἐκόλαζε καὶ ἐποίει
3781542 Ἑρμαιου
δὲ νουμηνίᾳ γενέσθαι τοῦ νῦν μὲν τετάρτου , πάλαι δὲ Ἑρμαίου παρ ' Ἀργείοις , καθ ' ἣν μέχρι νῦν
ἐνενήκοντα τρία ἔτη , μέχρι τῶν δύο ἀδελφῶν Σέθω καὶ Ἑρμαίου , ὧν τὸν μὲν Σέθων Αἴγυπτον , τὸν δὲ
3778973 ἐξηλλαγμενα
' ὁ Νεῖλος τρέφει πολλὰ μὲν καὶ ἄλλα ταῖς ἰδέαις ἐξηλλαγμένα , δύο δὲ διάφορα , τόν τε κροκόδειλον καὶ
καὶ ἀγκωνίζειν . . , . † ἁπαλά : οἷον ἐξηλλαγμένα καὶ καινά . Εὐριπίδης καὶ Σοφοκλῆς . . ,
3778956 χερσαιων
τῶν ἐλεφάντων ; ὅτι μέγα τὸ ζῷον , καὶ τῶν χερσαίων τὸ μέγιστον , εἰς τὴν τῶν ἐντυγχανόντων ἔκπληξιν παραχθέν
θαλάττης ἀναχωρήσεως , ἑκάστου τῶν τοῦ ὅλου μερῶν διαλύσεως , χερσαίων φθορᾶς κατὰ γένη ζῴων . κατασκευάζειν δὲ τὸ μὲν
3777856 ἀργυρα
ᾗ ταῦτα γέγραπται : βατιάκαι ἀργυραῖ κατάχρυσοι τρεῖς . κόνδυα ἀργυρᾶ ροϚʹ : τούτων ἐπίχρυσα λγʹ . τισιγίτης ἀργυροῦς εἷς
. εἰ δὲ Ἑρμῆς νοταρίους ἢ βιβλία καὶ γράμματα ἢ ἀργυρᾶ [ καὶ ] νομίσματα ἢ ποικίλματα καὶ ζωγραφίας .
3769159 ἀπαλλασσει
εἰ δὲ συσχηματισθῇ ὁ Ζεὺς τῇ Σελήνῃ τῆς καταρχῆς , ἀπαλλάσσει παντὸς κακοῦ . Ὅτε δὲ τύχῃ ἐν τῇ ἐναλλαγῇ
: τίκτεται δὲ τὰ πολλὰ ἐπὶ κεφαλήν : καὶ ἀσφαλέστερον ἀπαλλάσσει τῶν ἐπὶ πόδας τικτομένων : τὰ γὰρ συγκαμπτόμενα τοῦ
3758632 ὠμοιϲι
χρέο , νάρδῳ , μαϲτίχῃ , φοίνιξι , μήλοιϲι κυδωνίοιϲι ὠμοῖϲι : τῶνδε ὁ χυλὸϲ μὲν ξὺν νάρδῳ καὶ ῥοδίνῳ
πρὸϲ χεῖραϲ , ἐνόντων τῶν ἄκρων ἀφ ' ἡμιτυβίου λίνοιϲι ὠμοῖϲι . ἄλειμμα μὴ κάρτα λιπαρόν . τρῖψιϲ ἐν μελλήϲει

Back