ἔτι τὰ τῶν λεγομένων περιδίνων τῶν περὶ τὴν Ἰταλίαν γιγνομένων παντοδαπὰ κλωπῶν ἔργα τε καὶ παθήματα . πρὸς ἅ τις | ||
παντοδαποὺς ἐκφέρουσαν καρπούς : διὸ καὶ τῆς ὡρίμου ξηραινομένης ὀπώρας παντοδαπὰ πλάσματα χρήσιμα πρὸς ἀπόλαυσιν οἱ τὸν Τίγριν πλέοντες ἔμποροι |
, καὶ παντοῖα μὲν χρώματα , παντοῖα δὲ σχήματα , παντοῖα δὲ πνεύματα ἀπεργαζόμενον πᾶσαν ἔκπληξιν καὶ βοὰς μετὰ ἀφροσύνης | ||
ποικιλώτατον , ὁρατὰ δὲ λέγεται : ἐν ᾧ χρώματά τε παντοῖα καὶ κεχρωσμένα μυρία , πρᾶτα δὲ τέτορα , λευκόν |
ὅτι δὲ τὰ αἰσθητῶς κενούμενα [ διάφορά ] τέ καὶ ποικίλα , ⌈ ὡς ἀπεδείξαμεν ⌋ [ ] ? ? | ||
μόλις . ὠρέξατο : ἐπελάβετο , ἥψατο . Παναίολα : ποικίλα . μερμηρίζει : διανοεῖται , μερίζεται καὶ φροντίζει , |
ἰὸς καλός . Τότε ἀνάψας ἄνθρακας θαμινὰ θαμινὰ , ἤγουν συχνὰ συχνὰ , φρύξον ὅλον τὸ ὠόν : εἶτα ἐξελὼν | ||
ἐκ δὲ τῶν ἐν αὐτῇ Θάσῳ ἐλάσσω μὲν τούτων , συχνὰ δὲ οὕτω ὥστε τὸ ἐπίπαν Θασίοισι ἐοῦσι καρπῶν ἀτελέσι |
ὅτι ἐγὼ ἔχω πολλὰς κριθὰς καὶ χόρτον ἢ ὅτι κομψὰ περιτραχήλια ; εἰ οὖν ταῦτά σου λέγοντος εἶπον ὅτι ἔστω | ||
ἔχοντα . τὰ δὲ περὶ τῷ τραχήλῳ οὑτωσὶ μὲν εἰπεῖν περιτραχήλια καὶ περιδέραια καὶ δέραια καὶ ὑποδέραια καὶ ὑποδερίδες , |
Διόδωρος : Ἑξῆς δ ' ἐκομίζοντο κλίμακες ωʹ , παντευχίας πολυτελεῖς ἔχουσαι . Καὶ Διόδωρος : Οἱ δὲ Ῥωμαῖοι στεγανὰ | ||
καὶ τὰ σώματα θεραπεῦσαι , λουσαμένοις δὲ περιθεῖναι χλαμύδας Ἑλληνικὰς πολυτελεῖς : αὐτὸς δὲ γνωρίμους ἐς [ τὸ ] συμπόσιον |
τί ἐστιν , ὡς ὑμήν . κατὰ τοῦτο δὲ καὶ πολύτιμα . . . . ποικιλτὴν ] ὃν λέγομεν πλουμάριον | ||
ἥκιστα [ δὲ ] , ὅπως καὶ οἱ στρατιῶται τὰ πολύτιμα περιμάχητα ἡγοῖντο . Καῖσαρ τὰ ἁμαρτήματα τῶν στρατιωτῶν οὐ |
ἀκρίδας λάλους , ἐλάμβανον τέττιγας ἠχοῦντας , ἄνθη συνέλεγον , δένδρα ἔσειον , ὀπώραν ἤσθιον : ἤδη ποτὲ καὶ γυμνοὶ | ||
δὲ καλεῖ ἡ παλαιὰ συνήθεια καὶ πόας καὶ θάμνους καὶ δένδρα . λοιπὸν ὁ Ἱπποκράτης ἐπιφέρει θαυμαστὸν λόγον , ὅτι |
δὲ Εὐαγόρου παῖς ἐκ πλευρίτιδος Κινησίας σκελετός , ἄπυγος , καλάμινα σκέλη φορῶν , φθόης προφήτης , ἐσχάρας κεκαυμένος πλείστας | ||
δὲ εἵματα μὲν ἐνδεδυκότες ἀπὸ ξύλων πεποιημένα , τόξα δὲ καλάμινα εἶχον καὶ ὀϊστοὺς καλαμίνους : ἐπὶ δὲ σίδηρος ἦν |
, ὁ Μυρτίλος ἔφη : ἀλλὰ μὴν καὶ ὄρνιθας καὶ ὀρνίθια νῦν μόνως ἡ συνήθεια καλεῖ τὰς θηλείας , ὧν | ||
ἀλεκτρυόνες ἅπασαι καὶ τὰ χοιρίδια τέθνηκε καὶ τὰ μίκρ ' ὀρνίθια . Ὁ δέ τις ψυκτῆρ ' , ὁ δέ |
, καὶ ὅτι ἐκαλεῖτό ποτε καὶ Χρυσῆ νῆσος διὰ τὰ χρυσᾶ μέταλλα , ὧν καὶ Ἡρόδοτος μέμνηται . . . | ||
καὶ τὰ ἐν Δελφοῖς δὲ ἀναθήματα τὰ ἀργυρᾶ καὶ τὰ χρυσᾶ ὑπὸ πρώτου Γύγου τοῦ Λυδῶν βασιλέως ἀνετέθη : καὶ |
προσφερέσθωσαν τῶν τε φασιανῶν καὶ τῶν κατοικιδίων ὀρνίθων τὰ μὴ λιπαρὰ καὶ ἀτταγῆνας καὶ πέρδικας καὶ κοσσύφους καὶ κίχλας . | ||
καὶ λεπτυνόμενον . Τὰ γλυκέα καὶ τὰ πίονα καὶ τὰ λιπαρὰ πληρωτικά ἐστι , διότι ἐξ ὀλίγου ὄγκου πολύχοά ἐστι |
: παραφυλακτέα δὲ καὶ τὰ διεφθαρμένα κρέα καὶ δυσώδη καὶ βρωμώδη , παραιτεῖσθαι δὲ καὶ ὀπώραν γλυκάζουσαν ἢ πνευματοῦσαν ἢ | ||
τῶν ἱματίων , δασέα , ὑπόλευκα , σφοδρῶς εὐώδη , βρωμώδη : καρπὸν δ ' ἐπ ' ἄκρων τῶν καυλῶν |
μὲν χρύσεα ποτήρια ὑστέρῳ χρόνῳ ἐκβρασσόμενα ἀνείλετο , πολλὰ δὲ ἀργύρεα , θησαυρούς τε τῶν Περσέων εὗρε , ἄλλα τε | ||
μέγα τε καὶ ὑψηλόν , ἐν τῷ χρύσεά τε καὶ ἀργύρεα ἔνι μέταλλα , τὰ νέμονται Πίερές τε καὶ Ὀδόμαντοι |
μεταλλεύων ἤτοι ζητῶν . ἵππου δέ : λειμῶνες δέ : λειμῶνές τινες ἐν Τροίᾳ : Κρύμνης : ὁμοίως δὲ Κρύμνη | ||
μεταλλεύων ἤτοι ζητῶν . ἵππου δέ : λειμῶνες δέ : λειμῶνές τινες ἐν Τροίᾳ : Κρύμνης : ὁμοίως δὲ Κρύμνη |
ᾗ ταῦτα γέγραπται : βατιάκαι ἀργυραῖ κατάχρυσοι τρεῖς . κόνδυα ἀργυρᾶ ροϚʹ : τούτων ἐπίχρυσα λγʹ . τισιγίτης ἀργυροῦς εἷς | ||
. εἰ δὲ Ἑρμῆς νοταρίους ἢ βιβλία καὶ γράμματα ἢ ἀργυρᾶ [ καὶ ] νομίσματα ἢ ποικίλματα καὶ ζωγραφίας . |
γίνονται γυναιξὶ μόναις συμφέρουσιν . ὅρμοι δὲ καὶ ἁλύσεις καὶ ἐνώτια καὶ λίθοι πολυτελεῖς καὶ πᾶς κόσμος περιδέραιος γυναικεῖος γυναιξὶ | ||
. ἕρματα τρίγληνα μορόεντα . † ) τρίκορα κόσμια , ἐνώτια , τριόφθαλμα . τὸ δὲ μορόεντα ἀντὶ τοῦ μετὰ |
ἀφρονέστατα . οὔτε γὰρ βόες ῥᾳδίως ὑπομένουσι βουκόλων ἀμέλειαν οὔτε αἰπόλια καὶ ποῖμναι τοὺς φθείροντας νομέας . τὰ μὲν γὰρ | ||
, „ τόσσα συῶν συβόσια , „ τοσαῦτα δὲ καὶ αἰπόλια , ” ἵππους δὲ ξανθὰς ἑκατὸν καὶ πεντήκοντα , |
καὶ τῶν πεδίων ἀφωρισμένον ἔχουσιν ἑαυτοῖς . ἄλση γὰρ καὶ παραδείσους καὶ πεδία λιπαρόγεα οἱ πολῖται ἐκτέμνοντες τῶν ἰδίων κτημάτων | ||
οἰκοδομῶν καὶ ἀγορὰς πανταχοῦ ταύτης καὶ καταγωγάς , ἔτι τε παραδείσους φυτεύων καὶ ὑδάτων ἀφθονίαν εἰσάγων καί , ὅσα ἄλλα |
, εὐρυχωρίας , φωτός , χρωμάτων ποικίλων , σχημάτων οἰκοδομίας παντοδαπῶν , τούτων ἁπάντων ὁμοῦ , μᾶλλον δὲ μέρους ἑκάστου | ||
[ Περσική ] , θηλυκῶς . Διότιμος ἐν ἑξηκοστῷ πέμπτῳ παντοδαπῶν ἀναγνωσμάτων παρατιθέμενος Ἀναξιμένην ἐν μεταλλαγαῖς βασιλέων οὕτω γράφοντα ” |
εἴληφε τὴν σύστασιν : δυςμετάβλητα γὰρ τῇ συστάσει πάντα τὰ ἀρώματα ταῖς δυνάμεσι καὶ ταῖς οὐσίαις : διὸ περικρατεῖται τοῖς | ||
καὶ ἐκέλευσεν ὁ θεὸς ἐλθεῖν τὸν Ἀδὰμ ἵνα λάβῃ εὐωδίας ἀρώματα ἐκ τοῦ παραδείσου εἰς διατροφὴν αὐτοῦ . καὶ ἀφέντες |
, φυτουργήματα ἀμπελουργία ἀμπελουργήματα , κηπεύματα κῆποι , παράδεισοι , ἄλση . καὶ γεωργικοί , φυτουργικοί , ἀμπελουργικοί , κηπουρικοί | ||
Ἀτλαντίδας καὶ τὴν Δαρδάνου γένεσιν . ἐνταῦθα δὲ καὶ τὰ ἄλση τό τε Ἰωναῖον καὶ τὸ Εὐρυκύδειον . . . |
, ὁ δὲ οἶκος αὐτῶν χῆρός ἐστι , καὶ τὰ ἄνθη τὰ ἐν τῷ λειμῶνι περὶ αὐτὰ γηρᾷ . ἐγὼ | ||
δόξαν κεκτῆσθαι , καὶ κομίζειν αὐτὸν τῇ Αἰγίνῃ φαιδρὰ τὰ ἄνθη τῶν στεφάνων μετὰ τῶν Χαρίτων φθέγξαι . προθύροις δέ |
ἀρκυοστασία καὶ αἱ νεφέλαι λεγόμεναι καὶ ὅσα πρὸς θήραν ἄνθρωποι κατεσκευασμένα ἔχουσι , κακά : μόνοις δὲ ἀγαθὰ τοῖς δραπέτας | ||
καὶ μοχλείαν ἐπαγγέλλεται , προηγου - μένως ἐπί τινων μελῶν κατεσκευασμένα . στάσιμα δ ' ὄργανά ἐστιν ὅσα εἰς ὕψος |
φάρμακα μητιόεντα : μητιόεντα γὰρ λέγει τὰ κατὰ τέχνην θεωρητικὴν ἐσκευασμένα . Τὸ δὲ σημειωτικὸν ἄντικρυς ἱστορεῖ διὰ τοῦ Ἀχιλλέως | ||
, οὐ στάχυες , ἀλλ ' ἕτοιμος ἄρτος καὶ κρέα ἐσκευασμένα , καὶ ὁ οἶνος ἔρρει ποταμηδὸν καὶ πηγαὶ μέλιτος |
δ ' Ἀττικὸς ἐκ μικρῶν ἐπιδέξια , ὁ δὲ Θετταλικὸς ἐκπώματα προπίνει ὅτῳ ἂν βούλωνται μεγάλα . Λακεδαιμόνιοι δὲ τὴν | ||
, πολὺ μᾶλλόν με τῆς θυγατρὸς μνηστῆρα λήψεται ἢ ἐὰν ἐκπώματα πολλά μοι ἐπιδεικνύῃ . Ἦ μήν , ἔφη ὁ |
ἡ Μεγάλη πόλις . ” βοσκήμασι δ ' εἰσὶ νομαὶ δαψιλεῖς , καὶ μάλιστα ἵπποις καὶ ὄνοις τοῖς ἱπποβάτοις : | ||
χρῶνται . τούτων δ ' ἔρημος ὑπέρκειται μεγάλη , νομὰς δαψιλεῖς ἔχουσα , ἐκλειφθεῖσα δ ' ὑπὸ πλήθους σκορπίων καὶ |
, ὃς τῇ αὑτοῦ δυνάμει τοῖς μέρεσι πᾶσι τοῦ παντὸς ἀφθόνους περιουσίας ἀγαθῶν ἐκδίδωσιν . Μέγιστος οὖν καὶ ἀκήρυκτος πόλεμος | ||
μηδενὸς κωλύοντος φορά , ἀλλὰ προσαναρρηγνυμένων ἀδεῶς ἁπάντων εἰς χορηγίας ἀφθόνους τοῖς πρὸς τὰς ἀπολαύσεις ἑτοιμοτάτοις , καὶ μήποτ ' |
τοῦ πλησίον τοῦ Κρονίου λόφου κειμένου . * † τῶν δένδρων . . Ἀπορήσειεν ἄν τις ἐνταῦθα , πῶς τὸ | ||
καὶ τοῖς ἀγρίοις εἶναι κοινὰς καὶ κατὰ τὴν ὅλην τῶν δένδρων φθορὰν καὶ ἔτι μᾶλλον κατὰ τὴν τῶν καρπῶν : |
μὲν θάλασσα ἔχει τοὺς ἰχθῦς , ἡ δὲ γῆ τὰ τετράποδα καὶ τὰ ἑρπετὰ , ὁ δὲ ἀὴρ τὰ πτηνά | ||
, γεωργεῖν , σπείρειν , φυτεύειν , ὠνεῖσθαι δούλους , τετράποδα , οἰκοδομάς τε καὶ φρέατα ἐργάζεσθαι , ἀγαθόν τε |
τὸ δεύτερον ἀνακομίσαντες τὴν κλίνην τιθέασιν , ἀρώματά τε καὶ θυμιάματα πάντα ὅσα γῆ φέρει , εἴ τέ τινες καρποὶ | ||
θεῷ : Ἰαὴλ αἰώνιε βασιλεῦ , κέλευσον δοθῆναι τῷ Ἀδὰμ θυμιάματα εὐωδίας ἐκ τοῦ παραδείσου . καὶ ἐκέλευσεν ὁ θεὸς |
μικρότερος γίνηται καὶ ἀμυδρῶς , ἢ μηδ ' ὅλως βλέπῃ τραχέα δὲ τὰ βλέφαρα λέγεται , ὅταν ἐκστραφέντα ἐναιμότερα φαίνηται | ||
χωρίων , καὶ οὔτε πεδίον οὔτε ὄρος οὔτε τὰ λίαν τραχέα οὔτε χαράδρα ἢ ῥεῦμα ἀποκωλύει αὐτήν , πολλούς τινας |
τοῖσιν ἀνθρώποισιν ἐν τοῖσιν ἕλεσίν ἐστιν : τά τε οἰκήματα ξύλινα καὶ καλάμινα ἐν τοῖσιν ὕδασι μεμηχανημένα : ὀλίγῃ τε | ||
Ἀθηναίοις μαντευομένοις , πῶς τῶν Περσῶν περιγενήσονται , εἶπε τείχη ξύλινα κατασκευάσαι καὶ οὕτω περιγενέσθαι αὐτῶν . καὶ οἱ μὲν |
ὁμοίως δ ' ἐξ ἐλαιῶν ἔλαιον καὶ ἀπὸ τῶν ἄλλων ἀκροδρύων ἡμέρους καρπούς , ἵνα μὴ τἀναγκαῖα μόνον ἔχοντες αὐχμηρότερον | ||
φησὶ καλεῖσθαι ἀγνοῶν . Γλαυκίδης γὰρ ἱστορεῖ ἄριστα λέγων τῶν ἀκροδρύων εἶναι μῆλα κυδώνια , φαύλια , στρουθία . κυδωνίων |
ζῶμεν , λάχανα μὲν κηπεύοντες , ἰχθῦς δὲ σιτούμενοι καὶ ἀκρόδρυα . πολλὴ δέ , ὡς ὁρᾶτε , ἡ ὕλη | ||
δὲ πᾶν ποτάμιον ὕδωρ φασὶν ὡς δρῦν πᾶν δένδρον καὶ ἀκρόδρυα πάντας τοὺς καρπούς : οὐ γάρ ἐσθ ' Ἕκτωρ |
τε πολλὴν καὶ πεύκην καὶ κέδρον καὶ ἄλλα παντοῖα στελέχη ναυπηγήσιμα , ἐξ ὧν στόλον κατεσκευάσατο ἐπὶ τῷ Ὑδάσπῃ πρὸς | ||
καὶ τῶν τε πλοίων ἐπιτυχοῦσαι τὰ πολλὰ διέφθειραν καὶ ξύλα ναυπηγήσιμα ἐν τῇ Καυλωνιάτιδι κατέκαυσαν , ἃ τοῖς Ἀθηναίοις ἑτοῖμα |
περανθεῖεν κότυλοι καὶ πάντα κάναστρα : γίνεται δ ' οὐ κεράμεα μόνον ἀλλὰ καὶ ἄλλης ὕλης , ὥσπερ οἱ κότυλοι | ||
τ ' ἐπιθεὶς τὸν ἡθμόν . ταῦτα δ ' ἐστὶ κεράμεα ποτήρια καὶ λέγεται ἀπὸ τοῦ κυλίεσθαι τῷ τροχῷ : |
αἵματος γεννητικά , γυμναστικοῖς μᾶλλον σώμασιν ἐφαρμόζονται : τὰ δὶς πτηνὰ δὲ ἐναέρια κουφότερα μὲν πολλῷ καὶ οὐχ οὕτω πολύτροφα | ||
γὰρ τὰ θηρία ὑπὸ τῶν φιλοσοφούντων μεταβάλλομαι , χερσαῖα ἔνυδρα πτηνὰ πολύμορφα ἄγρια τιθασσὰ ἄφωνα εὔφωνα ἄλογα λογικά : νήχομαι |
οὔτε νόημα γναμπτὸν ἐνὶ στήθεσσι , λέων δ ' ὣς ἄγρια οἶδεν , ὅς τ ' ἐπεὶ ἂρ μεγάλῃ τε | ||
ἀντιτυπεῖ δὲ ἔνδοθεν ταῖς τῶν λόγων ὁδοῖς παθήματα χαλεπὰ καὶ ἄγρια , καὶ ἐθισμοὶ φαῦλοι , καὶ ἀσκήσεις ἄδικοι , |
ἀστέρων στροφαὶ καὶ περίοδοι ; σοφοὶ δ ' ἄνδρες καὶ μυρία ἄλλα παρατηρήσαντες ἀνέγραψαν , ἐκ τῶν οὐρανίων σημειωσάμενοι νηνεμίας | ||
ποτε συνταραχθείη . Καὶ νῦν ὕει μὲν ὁ Θεός : μυρία δὲ καὶ δένδρα καὶ φυτὰ καὶ βοτάναι , ἓν |
τῶν ποδῶν ἐπὶ τῶν ἵππων ἔχουσιν , ἀλλ ' οὐ χλαμύδας . ἀφιεὶς δὲ τῶν αἰχμαλώτων ὁ Σεύθης εἰς τὰ | ||
ἢ ὡς ἡ νέα κωμῳδία εὐπάρυφος . τὰς δὲ Θετταλικὰς χλαμύδας Θετταλικὰ πτερὰ ὠνόμαζον , καὶ ἐντεθετταλίσμεθα ἔλεγον τὸ χλαμυδοφοροῦμεν |
ἐμπῖπτον ταῖς πόαις καὶ ταῖς τῶν ἑλείων καλάμων κόμαις , νομὰς τοῖς βουσὶ καὶ τοῖς προβάτοις παρέχει θαυμαστάς , καὶ | ||
περιίστασθαι τὰ νήπια . ἔξωθεν δὲ καταπλάττειν οἷς εἰς τὰς νομὰς παρεκελευσάμην . ἀλλὰ καὶ εἴ τις περιχρίει τὰ κύκλῳ |
προσθεὶς καὶ τὸ ἰδίωμα τῆς χώρας ” τρὶς γὰρ τίκτει μῆλα τελεσφόρον εἰς ἐνιαυτόν . „ πάντα γὰρ τὰ τοιαῦτα | ||
κάτω παρίεμεν , τὰς δὲ ὑποκειμένας πρώτην ἄγομεν ἐπὶ τὰ μῆλα καὶ τοὺς ἔξω κανθοὺς ἐπὶ βρέ - γμα , |
πλατύ , ἐν δὲ τούτῳ καρπὸν πλατύτερον καὶ σαρκωδέστερον , εὐώδη . δυνάμεις δὲ τὰς αὐτὰς ἔχει . φύεται δ | ||
εὔοσμα δὲ οὐδὲ μεγάλα τοῖς μεγέθεσιν . τὰ δὲ πεντάφυλλα εὐώδη μᾶλλον ὧν τραχὺ τὸ κάτω . εὐοσμότατα δὲ τὰ |
ἐπὶ βλάβῃ μὴ θανασίμῳ μήτε αὐτοῦ μήτε ἀνθρώπων ἐκείνου , βοσκημάτων δὲ ἢ σμηνῶν εἴτ ' ἄλλῃ βλάβῃ εἴτ ' | ||
ταῖς ναυσὶν φέρειν . τάχα δὲ καὶ ἐπὶ κυνῶν καὶ βοσκημάτων τοῦτο συννοηθῆναι δύναται . μηδ ' ὥς : μηδ |
' αὐληταὶ καὶ κιθαρῳδοὶ δείπνων χρησίμους ἐξελαύνοντες λόγους , ἀλλὰ σμήνη τε ῥητόρων καὶ φιλόσοφος Ἀθήνηθεν , καλὸς μὲν ἰδεῖν | ||
μὴ θαυμάζειν ἔχοντι καὶ αὐτῷ παραπλησίας . οὕτω γὰρ παντοδαπὰ σμήνη λόγων ἐν σοὶ κατοικεῖ , ὥστ ' εἰ μὲν |
θέασαι . πάντα ] γρ . τἄλλα . βοτὰ ] βοσκήματα . , ζῷα , θρέμματα . ὡς ] ὅτι | ||
οἶμαι μεγάλους ἀνταπαιτεῖ τοὺς μισθοὺς ὕστερον : οὐ γὰρ μόνον βοσκήματα , ἀλλὰ καὶ παῖδας καὶ γυναῖκας καὶ τείχη καὶ |
ἑαυτοῦ τὸ συμπέρασμα ἔχει : οἷον τυμβωρύχος ἐστὶν ὁ ἀνῃρημένος ἱμάτια καὶ κόσμον τοῦ νεκροῦ : ἐγὼ δὲ οὐκ ἀφειλόμην | ||
γὰρ Ἡρακλέα νοήσεις ἑτέρας πόθῳ κατασχεθέντα ἐπίχρισον τοῦτο αὐτοῦ τὰ ἱμάτια καὶ πρός σε πάλιν ἀντιστρέψει τὸν πόθον . τοῦτο |
γυμνὸς ὤν , ὥρᾳ χειμῶνος ἐν ἄντρῳ ἐναυλισάμενος ἐπιπόνως , πρόβατα εὑρὼν ἀνεῖλε καὶ ταῖς δοραῖς αὐτῶν ἠμφιέσθη . , | ||
ἀποπατέει ἐπειδὰν γένηται τάχιστα , καὶ οἱ ἄνθρωποι καὶ τὰ πρόβατα : καίτοι οὐκ ἂν εἶχε κόπρον , εἰ μὴ |
ἐπὶ κυπρίνου καὶ ἀμαρακίνου . δύναμιν δὲ τὰ μὲν ἁπλᾶ μύρα τὴν τῶν ἐμβαλλομένων ἐν αὐτοῖϲ εἰδῶν , ἢ ἐξ | ||
ὅσων χαρίτων πλῆρες . ᾠδαὶ σκώμματα πότος εἰς ἀλεκτρυόνων ᾠδὰς μύρα στέφανοι τραγήματα . ὑπόσκιός τισι δάφναις ἦν ἡ κατάκλισις |
τὸν Κᾶρα Μαύσωλον σχεδίῳ αὐτὸν λόγῳ ἧσαι . ἐμοὶ δὲ πλεῖστα μὲν ἀνθρώπων Αἰσχίνης δοκεῖ σχεδιάσαι πρεσβεύων τε καὶ ἀποπρεσβεύων | ||
εἴκοσι κλίνας ἐπιδεχόμενος . κατεσκεύαστο δ ' αὐτοῦ τὰ μὲν πλεῖστα ἀπὸ κέδρου σχιστῆς καὶ κυπαρίσσου Μιλησίας : αἱ δὲ |
τὰ μὲν πρόβατα καὶ τὰς βοῦς ἔλαβεν , τὰ δὲ πέμματα καὶ τὰ τραγήματα πρῶτον μὲν οὐδ ' ἔγνω : | ||
μὲν καὶ μόσχους καὶ χῆνας ἔλαβε , τραγήματα δὲ καὶ πέμματα καὶ μύρα διωθεῖτο , καὶ προσβιαζομένων λαβεῖν καὶ λιπαρούντων |
ὄντων , ἀλλ ' ὅς ' αὐτοῖς κατελείφθη χρέα καὶ σκεύη καὶ ὅλως χρήματα , ταῦθ ' ἑαυτῶν γίγνεσθαι . | ||
καὶ χυτρεῖα διαφέρει . χύτραι μὲν γὰρ καὶ αὐτὰ τὰ σκεύη καὶ τὰ χυτροπωλεῖα , χυτρεῖα δὲ τὰ τῶν χυτρῶν |
' ὁ Νεῖλος τρέφει πολλὰ μὲν καὶ ἄλλα ταῖς ἰδέαις ἐξηλλαγμένα , δύο δὲ διάφορα , τόν τε κροκόδειλον καὶ | ||
καὶ ἀγκωνίζειν . . , . † ἁπαλά : οἷον ἐξηλλαγμένα καὶ καινά . Εὐριπίδης καὶ Σοφοκλῆς . . , |
γεωργία , ἀγροικία , ἀγροί , ἐσχατιαί , ἄλση , δρυμοί , δρυμῶνες , ὗλαι , ἕλη , ἶδαι , | ||
, μεμερτινοὶ ὀνομάσθησαν : οἱ ἴσα ἐργαζόμενοι Ἄρηϊ : ἄπαι δρυμοί : φάραγγες κοιλάδες : παρὰ τὸ πίω ῥῆμα : |
καὶ λιμένες πανταχοῦ τῆς χώρας ἐνεῖναι , οἷοι παρασχεῖν μὲν ὅρμους τῷ ναυτικῷ , παρασχεῖν δὲ καὶ πόλεις ἐνοικισθῆναι καὶ | ||
τῇ φύσει : ποιοῦσι δ ' ἐξ αὐτοῦ τοὺς πολυτελεῖς ὅρμους . γίνεται δ ' ἐν ὀστρέῳ τινὶ παραπλησίῳ ταῖς |
καὶ τὰ ἄλλα ὅσα ἄνω προείρηται : καὶ ὠμὰ δὲ κρέα ἐπεχείρησε φαγεῖν , ἀλλ ' οὐ διῴκησεν . κατέλαβέ | ||
. φησί που Εὔβουλος : παρέσται σοι θύννου τέμαχος , κρέα δελφακίων χορδαί τ ' ἐρίφων ἧπαρ τε κάπρου κριοῦ |
ἄγι ? μὴ τα [ ´ταβάσομεν ? ] ! αἴ ποτα κἄλλοτα ! [ ! ! ] ην ὄττινα τῶνδε | ||
πορφυρίαν περθέμενον χλάμυν . . . κατθάνοισα δὲ κείσηι οὐδέ ποτα μναμοσύνα σέθεν ἔσσετ ' οὐδὲ † ποκὔστερον ' † |
δὲ καὶ ἄπυστος ὁποίποτε κείσομαι σηπόμενος , εἰς εὐλὰς καὶ κνώδαλα μεταβάλλων . Συνάπτεις γάρ , ὦ Ἀξίοχε , παρὰ | ||
πάντα τεοῖσι δ ' ὑπὸ σπλάγχνοις ἔσκ ' ἁβρὰ Μουσᾶν κνώδαλα : Πιερίδων θ ' ἁλιευτὰς ἔπλεο , θυμέ , |
λαμβάνειν τὴν διάθεσιν : διδόναι δὲ καὶ κρέα ὀρνίθεια καὶ ἄρνεια , δελφάκεια καὶ ἐρίφεια , λιπαρὰ δὲ ταῦτα καὶ | ||
καὶ πλεῖον τοὺς ἑφθούς : κρέα δ ' ἐρίφεια καὶ ἄρνεια τῶν νέων πάνυ , ὕεια δὲ τῶν ἀκμαζόντων , |
δὲ χρυσορόφων οἰκιῶν οὐδέν τι μᾶλλον σκεπουσῶν , τῶν δὲ ἐκπωμάτων τῶν ἀργυρῶν οὐκ ὠφελούντων τὸν πότον οὐδὲ τῶν χρυσῶν | ||
ἐν ἀργυρῶν ἐκπωμάτων κατασκευῇ πολυτελὴς ἔδοξε γενέσθαι , δέκα λίτρας ἐκπωμάτων κτησάμενος : αὗται δ ' εἰσὶν ὀλίγῳ πλείους ὀκτὼ |
, οἱ δὲ ἐκείνων ἐργάται τὰ τῶν πελαγῶν ἡμῖν σαγηνεύουσι θρέμματα , καὶ σωροὶ παρ ' ἡμέραν πάσης ἰδέας ἰχθύων | ||
Τοιαῦτα μέν ἐστιν ὑμῖν , ὦ θεοί , ταῦτα τὰ θρέμματα . οἱ δὲ δὴ Ἐπικούρειοι αὐτῶν λεγόμενοι μάλα δὴ |
μὲν χειμερινὸν τὸν δὲ ἠρινόν , ἐν ᾧ καὶ τὰ ὄσπρια καταβάλλουσιν ] . Εἰσὶ δὲ καὶ οἱ μὲν καθαροὶ | ||
ὁπότε μέλλοιεν βωμοὺς ἀφιδρύειν , ἢ ἄγαλμα θεοῦ , ἕψοντες ὄσπρια ἀπήρχοντο τούτων τοῖς ἀφιδρυμένοις , εὐχαριστήρια ἀπονέμοντες τῆς πρώτης |
φωνῆς μεγέθους καὶ τοῦ τῶν ἀπειλῶν πλήθους , καὶ τὰς ἁλύσεις ταύτας μόνοι δεξάσθων φονεῖς καὶ τοιχωρύχοι καὶ οὓς δεῖ | ||
περόνας , ἀμφιδέας , ὅρμους , πέδας , σφραγῖδας , ἁλύσεις , δακτυλίους , καταπλάσματα , πομφόλυγας , ἀποδέσμους , |
τίνες οἱ πέραν κατοικοῦντες ἄνθρωποι . τούτου γέ τοι ἕνεκα πάμπολλα μὲν σιτία ἐνεβαλόμην , ἱκανὸν δὲ καὶ ὕδωρ ἐνεθέμην | ||
παῖδας ποιεῖσθαι ἀνὴρ ἢ καὶ γυνή . καὶ ἄλλα δὲ πάμπολλα ἄν τις λέγοι ἐν οἷς τοῖς νοῦν τε καὶ |
ἅμα φέρεται καὶ συντρέχει πρὸς τὴν σάλπιγγα : διὸ φαντασίαν ἀγρίων ποιεῖ : ὑπὲρ ὧν Τίμαιος κακῶς καὶ παρέργως ἱστορήσας | ||
προνοίας καταστησαμένης εὐαίσθητα καὶ ταχύδρομά τινα καὶ ὑποηγουμένους εἶναι τῶν ἀγρίων ζῴων , ἁρμόδιόν ἐστιν μέτρῳ τινὶ καὶ τάξει καὶ |
ἐπὶ τῶν ἄλλων θηρίων . καὶ ἔστι θηρία τὰ μὲν ὄρεια ἐπὶ τὸ πλεῖστον ὡς οἱ λέοντες , τὰ δ | ||
καλῶϲ ἐϲκευαϲμένοι , πτηνῶν δὲ τὰ ἀπίμελα καὶ ἄβρομα καὶ ὄρεια , ὠὰ ἀλεκτορίδων ἁπαλά , ἰχθύων οἱ πετραῖοι καὶ |
τὸ δεῖπνον : παραγενομένοις δὲ κατὰ τὴν ἀποδειχθεῖσαν ὥραν ἐπιδεῖξαι στρωμνάς τε πολυτελεῖς καὶ τραπέζας ἐκπωμάτων γεμούσας πολλῶν καὶ καλῶν | ||
τοῖς κρατίστοις ἀλείφοντες καὶ παντοδαπὰς εὐωδίας θυμιῶντες οὐ διαλείπουσι : στρωμνάς τε τὰς πολυτελεστάτας καὶ κόσμον εὐπρεπῆ χορηγοῦσι : καὶ |
ἀκούω δὲ ὑμᾶς καὶ ἀνέμους γίγνεσθαι καὶ λῄδια ἀνασείειν λέγεσθε ἔπιπλα μετεώρως αὐτὰ κολποῦντες . ἔδει δὲ ἀλλὰ τούτους γε | ||
ἐξιστάμεθα τῶν πόλεων , παραχωροῦμεν τῶν οἰκιῶν καὶ κτημάτων , ἔπιπλα καὶ χρήματα καὶ κειμήλια καὶ τὴν ἄλλην ἅπασαν λείαν |
. τὰ μὲν εἴποις ἂν τῶν ξύλων ἐργάσιμα τὰ δὲ καύσιμα . ἀλλὰ καὶ φλοιὸν καὶ φελλὸν καὶ ἀγκαλίδας , | ||
ἐν Ἀριστοφάνους Ἀχαρνεῦσιν . προσθετέον δὲ τῷ μαγείρῳ καὶ ξύλα καύσιμα καὶ κληματίδας καὶ ἐκκαύματα , εἰπόντος Σοφοκλέους ἐν Ἡρακλεῖ |
, οἷον ἰγνύην , ὅπη δὲ περιτείνεται ἁπλᾶ τε καὶ πλατέα , οἷον ἡ μύλη . προσπεριβάλλειν δὲ καταλήψιος μὲν | ||
τεσσαρεσκαιδεκάτην ἐκρίθη : ἐμωλύνθη : καθαρὸς φάρυγγα , ὀλίγα , πλατέα , πέπονα ἀναπτύσας : ἐκ ῥινῶν μικρὸν ἔσταξεν : |
ἐν τῇ Γαδαρίδι ὕδωρ μοχθηρὸν λιμναῖον , οὗ τὰ γευσάμενα κτήνη τρίχας καὶ ὁπλὰς καὶ κέρατα ἀποβάλλει . ἐν δὲ | ||
σύ , ποτήρια ἀργυρᾶ οὐχ ἕξω ὡς οὐδὲ σύ , κτήνη καλὰ ὡς οὐδὲ σύ . πρὸς ταῦτα ἴσως ἀρκεῖ |
ἀποθρώσκωσιν , ἐπ ' ἀλλήλαις δὲ πέσωσι , πολλαὶ δὲ δρῦς ὑψίκομοι , πολλαὶ δέ τε πεῦκαι αἴγειροί τε τανύρριζοι | ||
χαρὰν καλοῦσιν . . . . , : Ἡ γὰρ δρῦς ἱερὰ τῆς Ῥέας , ὥς φησιν Ἀπολλόδωρος ἐν τρίτῳ |
] ὄντων . Αἰσχύλος δὲ ἐν Βασσάραις ἀργύρου φησὶν ἐκεῖ μέταλλα . ὁμοίως καὶ αὐτὸς ὁ Εὐριπίδης μικρὸν ὑποβὰς λέγει | ||
πλεῖστον προσῆλθε , τριηκόσια . Εἶδον δὲ καὶ αὐτὸς τὰ μέταλλα ταῦτα , καὶ μακρῷ ἦν αὐτῶν θωμασιώτατα τὰ οἱ |
παρὰ τοῖς κωμῳδοῖς καὶ ἐγκλαστρίδια καὶ στροβίλια καὶ βοτρύδια καὶ πλάστρα καὶ καρυάτιδες καὶ ἱπποκάμπια καὶ κενταυρίδες καὶ ἔντροφον καὶ | ||
λέγεις ταυτί ; τί δαί ; διόπας , διάλιθον , πλάστρα , μαλάκιον , βότρυς , χλίδωνα , περόνας , |
ἐλάττους ἦσαν αἱ μέλαιναι , κατεκρίνετο . ποιοῦσιν οἱ βομβύλιοι κηρία . βομβύλιος : ζῷον μελίττῃ ὅμοιον ⌈ : καὶ | ||
καὶ τὰ τῶν ἀλόγων , οἷον τῶν μὲν μελισσῶν τὰ κηρία , ἀραχνῶν δὲ τὰ ἀράχνια καλούμενα : ἀλλ ' |
, καθὼς ἀνωτέρω εἴρηται , καθάπερ οἱ λύκων καὶ ἀγρίων συῶν τὰ σημεῖα ἔχοντές εἰσιν ἄνδρες ὠμότεροι ἀγριώτεροί τε καὶ | ||
ὁ γραμματικὸς ἐν τῷ περὶ ἡλικιῶν φησι : τῶν δὲ συῶν τὰ μὲν ἤδη συμπεπηγότα δέλφακες , τὰ δ ' |
παυσαμένων καὶ χρονιζούσης ἤδη τῆς κατασκευῆς , ἐπὶ τὰ μετασυγκριτικὰ ἀλείμματα καὶ μαλάγματα παραγίνεσθαι δεῖ φοινίσσειν τὴν ἐπιφάνειαν δυνάμενα . | ||
τε ἀποσμηκτέον λούοντα μετὰ ταῦτα , τῇ δ ' ἑξῆς ἀλείμματα προσοιστέον τά τε δι ' εὐφορβίου καὶ τὰ δι |
ἐκπεπονηκόσιν ἕκαστον ὧν ἐπετήδευσαν : τὰ μὲν γὰρ ἀμήτων καὶ μελιπήκτων καὶ ἄλλων ἀμυθήτων πεμμάτων ποικιλώτατα γένη οὐ μόνον ταῖς | ||
ἀδιαίρετα ἐσκευασμένα , ἅμαξαν πληρῶσαι δυνάμενα : καὶ μετὰ ταῦτα μελιπήκτων καὶ στεφάνων ἐκ σμύρνης καὶ λιβανωτοῦ σὺν ἀνδρομήκεσι λημνίσκων |
ἁμάξας καὶ τὰ περισσὰ τῶν ἐς αὐτὰς τιθεμένων καὶ τὰ ὑποζύγια , χωρὶς ὧν αὐτὸς ὑπελείπετο , πραθῆναι . καὶ | ||
. ἡ δὲ τοῦ Πύρρου δύναμις ἀπολωλεκυῖα σκηνάς τε καὶ ὑποζύγια καὶ ἀνδράποδα καὶ τὴν ἀποσκευὴν ἅπασαν ἐπὶ μετεώρου τινὸς |
μικρὸν ὅτι μάλιστα πάλαι ξυγκειμένης : προϊόντος δὲ , ἢ βόεια τραχήλια , ἢ κωλῆνας ὑείων κρεῶν ἑφθῶν . Τῇ | ||
οἷόν ἐϲτιν ὕδνα μύκητεϲ βολβοὶ ὄϲπρια καὶ κρέα μάλιϲτα τὰ βόεια καὶ τὰ ὅμοια . ἔϲτω δὲ τὰ προϲφερόμενα εὐκοίλια |
δὲ νέας τὰς ἄριστα πλεούσας ἐπιλεξάμενος Θεμιστοκλέης ἐπορεύετο περὶ τὰ πότιμα ὕδατα , ἐντάμνων ἐν τοῖσι λίθοισι γράμματα , τὰ | ||
τοῦτο τέταρτον , καὶ κηροῦ καὶ καστορίου τὸ ἀρκοῦν . πότιμα δὲ τοῖς οὕτω διακειμένοις ἁρμόζει διουρητικά , ἀφέψημα πετροσελίνου |
διατριβὰς μὴ παρ ' ὕδασι ποιεῖ : κρεῶν δ ' ἐρίφεια καὶ αἴγεια καὶ δόρκεια , ὀπώρας δὲ σύκων εὐγενέστατα | ||
διδόναι δὲ καὶ κρέα ὀρνίθεια καὶ ἄρνεια , δελφάκεια καὶ ἐρίφεια , λιπαρὰ δὲ ταῦτα καὶ ἁπαλώτατα καὶ καθεψημένα σὺν |
καὶ ἀκρίδας , ἢ καρίδας , καὶ ὅσα λιμναῖα ἢ ποτάμια τούτοις παραπλήσια εἰώθασι λαμβάνειν . Οἱ δὲ βουλόμενοι μᾶλλον | ||
ὑπερμεγέθεις διὰ τὴν ὑπερβολὴν τοῦ δελέατος . ιʹ . πρὸς ποτάμια ὀψάρια , ᾧ Ἄνος ἐχρᾶτο . ιαʹ . δέλος |
τὰ δὲ μέλανα , τὰ δὲ λευκὰ , τὰ δὲ στρυφνὰ , ἐπὶ ἕλκη , οὕτω καὶ δίαιται . Τὰ | ||
πικρὰ τὰ δὲ δριμέα τὰ δ ' αὐστηρὰ τὰ δὲ στρυφνὰ τὰ δὲ ἄλλας ἔχοντα δυσχερείας . Οὐκ ἀλόγως δ |
δὲ ταύτας ἡ βοεία . καλλίων δὲ τούτων οὖσα ἡ ὑεία κόπρος ἀνεπιτήδειός ἐστι τοῖς σπορίμοις διὰ τὴν πολλὴν αὐτῆς | ||
ἢ ἀκακίας ἢ ὑποκιστίδος : πάντων δ ' ἄμεινον ἡ ὑεία χολὴ κατάχρισμα ἐρυσιπελάτων : τὰ δ ' ἔνυγρα τοῖς |
Ἀμείνω δὲ τῶν μήλων τὰ εἰς ἀπόθεσιν χειμῶνος ὥρᾳ τηρούμενα γλυκέα ὄντα : πλείω γὰρ τὴν πέψιν προσλαμβάνοντα τῷ χρόνῳ | ||
βρόμος , τῆλις , οἱ γλυκεῖς φοίνικες , μῆλα τὰ γλυκέα , σήσαμον , αἱ γλυκεῖαι τῶν σταφυλῶν , αἱ |
, ἐλάφεια κρέα , αἴγεια , βόεια , λάγεια , χοίρεια , ἧπαρ , νεφροί , ὄρχεις , ἐγκέφαλος , | ||
μόνον τὴν τῶν κρεῶν ἐξαλλαγὴν δηλοῖ , ὡς ὀρνίθεια , χοίρεια , ἐρίφεια , βόεια λέγων , ἀλλὰ τὴν σκευασίαν |
πολύπους τὸν κάραβον . πόνοισι : ἀγῶσιν . Ἰχθυόεσσα : θαλασσία , ἰχθυηρά . μετά σφισιν : ἐν αὐτοῖς τοῖς | ||
τέλει γεγράφθαι : „ ἐκ δὲ παίδων χαύνοις φρένας ἁ θαλασσία λέπας „ . ὁ δ ' Ἀριστοφάνης γράφει ἀντὶ |
εἵπετο τιμωρία πάλιν ἄνευ συμπράξεως ἀνθρωπίνης , βοσκημάτων θάνατος : βουκόλια γὰρ καὶ αἰπόλια καὶ ποίμνια μεγάλα καὶ ὅσαι ὑποζυγίων | ||
ἁρμόζει πλεῖν ἐπὶ τὰ οἰκεῖα , εἴς τε ἱπποτροφεῖα καὶ βουκόλια καὶ κτηνοτροφεῖα ἐπωφελές , κιχρᾶσθαί τε ἀλλότρια καὶ δανείζεσθαι |
τῶν ἀμπέλων : Ἀλκμάν καὶ ποικίλον ἴκα , τὸν ὀφθαλμῶν ἀμπέλων ὀλετῆρα . ἱππεὺς καὶ ἱππότης διαφέρει . ἱππεὺς μέν | ||
, ἡ δὲ προσάρκτιος καὶ μᾶλλον , ὥστε καὶ τῶν ἀμπέλων σπάνιν εἶναι καὶ ἐν ταῖς ὑψώσεσι καὶ ἐν τοῖς |
τὸ πυριατήριον . ἐγχώριος ἀνήρ , ἐγχώριον πρᾶγμα ἀριστητικός ἥσθημα θηρία καπνοδόκην καυχήσεται καὶ γένηται τοῖσδε σάμερον κοπίς . τὰ | ||
ἐγώ . Τοὺς μεγίστους , ἔφη , καὶ τὰ μέγιστα θηρία , ἃ πρότερον αὐτὸν κατήσθιε καὶ ἐκόλαζε καὶ ἐποίει |
θῖνα καλεῖ τοὺς βρυώδεις τόπους , τοὺς ἔχοντας δηλονότι βρύα χλωρά . πρασόεσσαν : τὴν βοτανώδη , χλοερὰν , τὸν | ||
τέταρτον βοτάνας ἔχον ἡμιξήρους , τὰ μὲν ἐπάνω τῶν βοτανῶν χλωρά , τὰ δὲ πρὸς ταῖς ῥίζαις ξηρά : τινὲς |
. τῶν δ ' ὀστρακοδέρμων τὰ μαλακόσαρκα , οἷα τὰ ὄστρεα , ὀλιγότροφα . ἄρτοι κρίθινοι , ὅπως ἂν σκευασθῶσιν | ||
ὁ Ἱκέσιος τῶν προειρημένων εὐεκκρίτους μᾶλλον εἶναι , τὰ δὲ ὄστρεα ἀτροφώτερα τε τούτων καὶ πλήσμια , εὐεκκριτώτερα τε τούτων |
τῶν ἐλεφάντων ; ὅτι μέγα τὸ ζῷον , καὶ τῶν χερσαίων τὸ μέγιστον , εἰς τὴν τῶν ἐντυγχανόντων ἔκπληξιν παραχθέν | ||
θαλάττης ἀναχωρήσεως , ἑκάστου τῶν τοῦ ὅλου μερῶν διαλύσεως , χερσαίων φθορᾶς κατὰ γένη ζῴων . κατασκευάζειν δὲ τὸ μὲν |
εἰς τὴν οἰκίαν λανθάνων φοιτῴη , ὥσπερ ἀτεχνῶς σῖτα καὶ ὄψα καὶ ποτὰ παρεσκευασμένη , ἃ ἑνὶ μόνῳ καὶ δυοῖν | ||
, πλὴν τὰ σιτία μὴ πολλὰ ἅμα , καὶ τὰ ὄψα μὴ πλέονα ἢ τὰ σιτία , καὶ τῷ οἴνῳ |
δ ' ὄγκους μείζους ὥσπερ ἡ ἀμυγδαλῆ καὶ μηλέα καὶ ἄπιος : ἱκανὸν γὰρ καὶ ὁτιοῦν διυγρᾶναι καὶ ἀσθενὲς ποιῆσαι | ||
ἄμπελος : ἐκ δὲ τῶν ἔνων ἐλάα ῥόα μηλέα ἀμυγδαλῆ ἄπιος μύρρινος καὶ σχεδὸν τὰ τοιαῦτα πάντα : ἐκ δὲ |
ἀντὶ δὲ περικεφαλαίας τὴν χύτραν , ἵνα μὴ ἐφιπτάμενα τὰ ὄρνεα τύπτῃ αὐτούς . τὰς δὲ μυρρίνας πρὸς τὸ ἀποσοβεῖν | ||
πελίας καλεῖσθαι καὶ τοὺς γέροντας πελίους : καὶ ἴσως οὐκ ὄρνεα ἦσαν αἱ θρυλούμεναι πελειάδες , ἀλλὰ γυναῖκες γραῖαι τρεῖς |
κῶμαι , ἀγροί , ἐσχατιαί , χῶραι , κῆποι , παράδεισοι , προάστεια , ἐνηβητήρια , ἐνδιαιτήματα : ὧν ἔνια | ||
, φυτεύματα , φυτουργήματα ἀμπελουργία ἀμπελουργήματα , κηπεύματα κῆποι , παράδεισοι , ἄλση . καὶ γεωργικοί , φυτουργικοί , ἀμπελουργικοί |
Ἑκάβῃ [ ] : κτεῖν ' ὡς ἐν Ἄργει φόνια λουτρά ς ' ἀναμένει : ἀπὸ Ναυπλίου τοῦ πατρὸς Παλαμήδους | ||
. ἐπειδὰν δὲ τούτων ἀπαλλαγῶσιν , οἴκοι εὐθὺ τὰ μακρὰ λουτρά , καὶ πολυτελὴς μὲν νὴ Δία τράπεζα , πολὺς |
χρυσοϋφεῖς : τὴν δ ' ὑπόδεσιν ἔχουσι σανδάλια ποικίλα φιλοτέχνως εἰργασμένα : χρυσοφοροῦσι δ ' ὁμοίως ταῖς γυναιξὶ πλὴν τῶν | ||
εἴ τις ζῷα καλά που θεασάμενος , εἴτε ὑπὸ γραφῆς εἰργασμένα εἴτε καὶ ζῶντα ἀληθινῶς ἡσυχίαν δὲ ἄγοντα , εἰς |