| χρέο , νάρδῳ , μαϲτίχῃ , φοίνιξι , μήλοιϲι κυδωνίοιϲι ὠμοῖϲι : τῶνδε ὁ χυλὸϲ μὲν ξὺν νάρδῳ καὶ ῥοδίνῳ | ||
| πρὸϲ χεῖραϲ , ἐνόντων τῶν ἄκρων ἀφ ' ἡμιτυβίου λίνοιϲι ὠμοῖϲι . ἄλειμμα μὴ κάρτα λιπαρόν . τρῖψιϲ ἐν μελλήϲει |
| ἐπίθημα φοίνικεϲ ἐν οἴνῳ δευθέντεϲ ξὺν ῥοιῇ ἢ χυλῷ τοῦ ῥοόϲ . ἢν δὲ ἐκτρέπηται καὶ τῶν ἐπιθημάτων τὰ βάρεα | ||
| : ὀπίου , κρόκου , λυκίου Ἰνδικοῦ , ἀκακίαϲ , ῥοόϲ , λιβάνου , κηκῖδοϲ , ὑποκιϲτίδοϲ , ϲιδίων , |
| τῆς θαλάσσης διεξελθών . Λέγεται μέν νυν καὶ ἄλλα ψευδέσι ἴκελα περὶ τοῦ ἀνδρὸς τούτου , τὰ δὲ μετεξέτερα ἀληθέα | ||
| : φέρεται λευκά , παχέα , μυξώδεα , ϲτέατι ξυγκοπέντι ἴκελα , ξὺν τῷ περιρρόῳ : τάδε μέντοι ἀπὸ τοῦ |
| τὸν ἄνθρωπον ὑπαυχένιόν τι ϲύμμετρον ὑποβαλὼν τῷ μεταφρένῳ τοὺϲ δύο ὤμουϲ ἐπὶ τὰ κάτω πιλοῦντοϲ ὑπηρέτου , ὥϲτε τὸ ἐν | ||
| ἢν ἐκ προϲαγωγῆϲ ἔωϲι , γυμνάϲια ὀρθὰ ἐϲ ϲτέρνα καὶ ὤμουϲ , χειρονομίη , ἁλτήρων βολή , ἔξαλϲιϲ καὶ ἡ |
| αὐτοῦ τοῦ καταπεϲόντοϲ , εὐθέωϲ διεγερθήϲεται . Ἀϲκληπιάδου ὀϲφραντὸν διεγερτικὸν ἐπιληπτικοῖϲ . ϲαγαπηνοῦ πεπέρεωϲ καϲτορίου ἀμυγδάλων πικρῶν πευκεδάνου ῥίζηϲ ϲπονδυλίου | ||
| τοῖϲ ϲτόμα δυϲῶδεϲ ἔχουϲι ψυχρὸν πινόμενον , χλιαρὸν δὲ ἁρμόδιον ἐπιληπτικοῖϲ κεφαλαλγικοῖϲ ὀφθαλμιῶϲιν οὔλοιϲ ὀδόντων ἀναβιβρωϲκομένοιϲ καὶ ὀδοῦϲι τιτραμένοιϲ οὐλῶν |
| ἄγρης . οἷον δ ' ἐργατίναι Δηοῦς πόνον ἐκτελέσαντες , πνοιῇς χερσαίοις τε διακρίναντες ἐρετμοῖς καρπόν , ἐϋτροχάλοιο μέσον κατὰ | ||
| τε νέφος ἠὲ θύελλα , χαῖται δ ' ἐρρώοντο μετὰ πνοιῇς ἀνέμοιο . ἅρματα δ ' ἄλλοτε μὲν χθονὶ πίλνατο |
| προκαλέεται καὶ βοτάναϲ καὶ ϲπέρματα . ἢν δ ' ἐξ αἱμορραγίηϲ ὁ κίνδυνοϲ , ἴϲχειν μὲν οὐκ ἐϲ ἀμβολὴν τῶνδε | ||
| ἐπίϲχεϲιϲ οὐ μάλα ῥηϊδίη : αἱ γὰρ διαϲφύξιεϲ τῆϲ ἀρτηρίηϲ αἱμορραγίηϲ πρόκληϲιν ποιέονται , καὶ τὸ τρῶμα οὐ ξυμφύει τῇ |
| : φύλλων δ ' ὅσς ' ἄσπαρτα τά τ ' ἐρρίζωται ἀρούραις χείματος ἠδ ' ὁπόταν πολυάνθεμον εἶαρ ἵκηται , | ||
| ' ἅμα πάντων ἂψ ὦσαι δύναται , ὃ γὰρ ἔμπεδον ἐρρίζωται : ὣς μένεν ἄτρομος αἰὲν Ἀχιλλέος ὄβριμος υἱός . |
| Κυρίσκος Ἱπποκράτει εἰσήγαγεν . καʹ . Τῶν ὀδυνέων καὶ ἐν πλευρῇσι καὶ ἐν στήθεσι , καὶ τοῖσιν ἄλλοισι τὰς ὥρας | ||
| μείζονες εἰσιδέειν Λίβυες κρατεροὶ γεγάασιν , ἀλλὰ δέμας δολιχοί : πλευρῇσι γὰρ ἀμφὶς ἔχουσι τῶν ἄλλων πλέονα σπαθίην κτένα : |
| , ἄθυμοι , μελαγχολώδεεϲ . ἐπὶ δὲ τὸ λευκότερον , χροιῇ μὲν λευκόχλωροι , γνώμῃ δὲ φαιδρότεροι : ϲιτίων ἄρξαϲθαι | ||
| , πολέες δέ τε χάρμ ' Ἀφροδίτης : ἤρισε γὰρ χροιῇ . τὸ δέ που ἐπὶ μέσσον ὄνειδος ὅπλον βρωμήταο |
| : οὔτε ἄνθος οὔτε καρπὸν φέρει : ῥίζα ἄχρηστος . Ἀδίαντον ἄλλο ὅμοιον πτερίδι , μικρόν , λεῖον , στοιχηδὸν | ||
| ἄγνου . Καὶ ἐπιθέματι δὲ χρηστέον ἐπὶ αὐτῶν τοιῷδε . Ἀδίαντον πλεῖστον κόψας καὶ λεάνας μετὰ ὄξους , ἢ μετὰ |
| περ γάρ κε βλεῖο πονεύμενος ἠὲ τυπείης οὐκ ἂν ἐν αὐχέν ' ὄπισθε πέσοι βέλος οὐδ ' ἐνὶ νώτῳ , | ||
| ἔτνους χρὴ δεῦρο τρύβλιον φέρειν καὶ τῆς ἀθάρης . τὸν αὐχέν ' ἐκ γῆς ἀνεκὰς εἰς αὐτοὺς βλέπων . ἁλτῆρσι |
| τόδε ἐϲτὶ ἡ ϲυγκοπή , τότε ἱδρὼϲ τοῦ ϲώματοϲ πάντῃ ἄϲχετοϲ : ἀναπνοὴ ψυχρή : ἀτμὸϲ ἀνὰ ῥῖναϲ πουλύϲ : | ||
| , αἱμορραγῆϲαι κίνδυνοϲ , καὶ αὐτίκα τὸν ἄνθρωπον ἐκθανεῖν : ἄϲχετοϲ γὰρ αἱμορραγίη ἐφ ' ἥπατι . ἢν ὦν ἐϲ |
| ἀνέϲει , ἀγρυπνίη : οἰδήματα ἐν ἄκροιϲι ποϲὶ καὶ χειρῶν δακτύλοιϲι , ἄλλοτε καὶ ἄλλοτε καθιϲτάμενα καὶ ἐπαιρόμενα : δυϲφορίη | ||
| φύλλοιϲι δάφνηϲ ξηροῖϲι , ἐνθέντεϲ τάδε [ ἢ ] τοῖϲι δακτύλοιϲι κινέειν εὐτόνωϲ . κενώϲαντα δὲ ὁκόϲον χρή μάϲϲειν ϲπόγγοιϲι |
| τράπεζαν . σῖτον δ ' αἰδοίη ταμίη παρέθηκε φέρουσα , εἴδατα πόλλ ' ἐπιθεῖσα , χαριζομένη παρεόντων . αὐτὰρ ὁ | ||
| : ἀλλ ' ἐγὼ οὐ πιθόμην , ἀλλ ' ἤσθιον εἴδατα παστά , βολβοὺς ἀσπάραγόν τε καὶ ὄστρεα μυελόεντα , |
| , εὐμαθίην ᾐτεῖτο διδοὺς ἐμέ . οὕτως ἔχει καὶ τὸ ἀδρανίη τόδε πολλόν . παρὰ δὴ τὸ προκείμενον ὄνομα παρείπετό | ||
| οὔρεα , τὴν δ ' ἀλεγεινῶς ἀχθομένην ἄνεμός τε καὶ ἀδρανίη ποτικλίνει ἔρνεσιν εὐθαλέεσσι , φέρουσι δέ μιν βαρέουσαν : |
| : παρὰ τὸ ἅλα ἁλικός καὶ ἁλυκός , ὡς τριφάλεια τρυφάλεια . . . . ἅλυσις : παρὰ τὸ λύω | ||
| φωνῆς : ἤχων μέν , οἷον λίγξε βιός . αὐλῶπις τρυφάλεια χαμαὶ βόμβησε πεσοῦσα . φωνῆς δὲ τὸ τοιοῦτον , |
| διαβῆναι τὸν Τίγρητα ποταμὸν , ζήτει ὄπισθεν [ ] εἰς φυλλ . ῀θ . σʹ . καὶ οὐχὶ μόνον διέβησαν | ||
| διαβῆναι τὸν Τίγρητα ποταμὸν , ζήτει ὄπισθεν [ ] εἰς φυλλ . ῀θ . σʹ . καὶ οὐχὶ μόνον διέβησαν |
| ἔδωκεν , ἰδὲ σπασμοῖς καταρίπτει , κινδύνους τ ' ἐπάγει θαμέας , βιότοιό τ ' ἀμέρδει αὐχμηροὺς , τέκνων δὲ | ||
| ἐκτὸς ἔλασσε διαμπερὲς ἔνθα καὶ ἔνθα , ˈ πυκνοὺς καὶ θαμέας , τὸ μέλαν δρυὸς ἀμφικεάσσας . ] τὸ μέλαν |
| ἣ δ ' οὐκέτι φύξιν ὀλέθρου δίζεται , ἀλλ ' αὐτῇσιν ὑπαὶ γενύεσσι δράκοντος εἱλεῖται , μέσφ ' ὄρνιν ἕλῃ | ||
| καὶ ἴσα ἐν ἑκάστοισι τῶν χρόνων , καὶ ἐν τῇσιν αὐτῇσιν ἡμέρῃσι τῶν μηνῶν : οὕτω γὰρ ταῦτα γίνεσθαι ἄριστον |
| ἔρευθος ἦλθε , γυναικείων λευκῶν ὑγρῶν κατελθόντων ἐξαπίνης , ἐν μακροῖσι πυρετοῖσι τελευτῶσιν . Σπασμῷ , γυναικείων ἐν ἀρχῇσι φανέντων | ||
| δ ' ἄν ποτε πυρετὸς διαλίπῃ , ἀκίνδυνον . Ἐν μακροῖσι πυρετοῖσιν ἢ φύματα , ἢ ἐς ἄρθρα πόνοι ἐγγίνονται |
| ἀμφοῖν δὲ τὸ ξύμπαν ϲῶμα κνηϲμῶδεϲ : θέρμη ἀνὰ ῥῖναϲ ϲμικρὴ μέν , δακνώδηϲ δέ . ἀμύϲϲον τὸ χολῶδεϲ . | ||
| ἁθρόον δὲ εἰρήϲθω , ἐπὶ πάϲῃ αἵματοϲ ἀναγωγῇ , κἢν ϲμικρὴ ἔῃ , κἢν ἤδη μεμύκῃ τὰ ῥαγέντα , ἕπεται |
| , μυρμήκειον , ὃ δὴ μύρμηξιν ἔικται , δειρῇ μὲν πυρόεν , ἄζῃ γε μὲν εἴσατο μορφήν , πάντοθεν ἀστερόεντι | ||
| ἰάχει τε καὶ ὑψόθι πάμπαν ὀρούει , αἰὲν ἐπισσείων κεφαλὴν πυρόεν τε δεδορκώς . Ἄλλος δ ' αὖ μέγεθος μὲν |
| τοιοῦτό τι ἐπρήχθη ; Ὅρα μὴ ἐξ ὑστέρης σεωυτὸν ἐν αἰτίῃ σχῇς . Εἶπε πρὸς ταῦτα Ἱστιαῖος : Βασιλεῦ , | ||
| Θαμασίου , τὸν δὴ πρότερον τούτων βασιλεὺς Δαρεῖος ἐπ ' αἰτίῃ τοιῇδε λαβὼν ἀνεσταύρωσε , ἐόντα τῶν βασιληίων δικαστέων : |
| τῷ ἀφεψήματι . Ἄλλο . κυμίνου , πεπέρεωϲ , ῥοὸϲ Ϲυριακῆϲ , βαλαυϲτίου ἀνὰ # α ∠ ʹ , ϲιδίων | ||
| . Ἐρίκηϲ καρποῦ ⋖ δ , πεπέρεωϲ λευκοῦ , νάρδου Ϲυριακῆϲ , ἀμμωνιακοῦ θυμιάματοϲ ἀνὰ ⋖ β : τὸ ἀμμωνιακὸν |
| ὄσσε δακρυόφιν πλῆσθεν , θαλερὴ δέ οἱ ἔσχετο φωνή . ἁψαμένη δὲ γενείου Ὀδυσσῆα προσέειπεν : ἦ μάλ ' Ὀδυσσεύς | ||
| ἕπεται τιμωρὸς δίκη καὶ ἐχεμυθοῦσι [ καὶ ] τοὐναντίον . ἁψαμένη δὲ τῶν περὶ γαστέρα παρέχεται γαστριμάργους , ἀκορέστους , |
| παρὰ νηῒ ποδώκεος Αἰακίδαο μυρίοι : αὐτὰρ ὃ τοῖσι τάφον μενοεικέα δαίνυ . πολλοὶ μὲν βόες ἀργοὶ ὀρέχθεον ἀμφὶ σιδήρῳ | ||
| πρὸς τί γιγνομένην . ἣν γὰρ ἂν θέλῃ ἐπαινέσαι , μενοεικέα δαῖτά φησιν , τὴν οἵαν τε παρέχειν μένος , |
| Πηλείδης . Ἣ δ ' ὦκα μίγη κονίῃ καὶ ὀλέθρῳ εὐσταλέως ἐριποῦσα κατ ' οὔδεος : οὐδέ οἱ αἰδὼς ᾔσχυνεν | ||
| διάστασιν δὲ , ἀγκώνων θέσει καὶ παραθέσει . Ἱμάτιον , εὐσταλέως , εὐκρινέως , ἴσως , ὁμοίως , ἀγκῶσιν , |
| , ὠχρόϲ , ἀδρανήϲ , οὐδέν τι πρῆξαι τῶν ξυνήθων εὔτονοϲ : ἀλλὰ κἢν βαδίζῃ , λύεται τὰ μέλεα : | ||
| ἐδεήθην . Τοῖϲ δὲ τὸν χαμαιλέοντα τὸν μέλανα προϲενηνεγμένοιϲ δηγμὸϲ εὔτονοϲ καὶ πόνοϲ παρέπεται μετὰ ἀνατροπῆϲ ὅλου τοῦ ϲώματοϲ . |
| λύει , καὶ αἷμα πολλὸν ἐκ τῶν ῥινῶν , ἢ μανίη . Ἢν λεχοῖ σπασμὸς ἐπιγένηται , πῦρ ποιεῖν , | ||
| ἡμέρας : καὶ τὸ τοῦ ὀφθαλμοῦ κατέστη : ἡ δὲ μανίη παρὰ καιρὸν , καὶ ἡ βοὴ , καὶ ἡ |
| ἐγγὺς ἰών , καὶ ἀκόντισε δουρὶ φαεινῷ , καὶ βάλεν Ἱππασίδην Ἀπισάονα ποιμένα λαῶν ἧπαρ ὑπὸ πραπίδων , εἶθαρ δ | ||
| Ἔνθ ' ἄρα Δηίφοβος κρατερὸν κτάνεν ἡνιοχῆα – ˘ ˘ Ἱππασίδην , ὃ δ ' ἀφ ' ἅρματος αἰψηροῖο ἤριπεν |
| ἐπίκαιρον κακὸν φλεγμαϲίη καὶ πρῆϲιϲ τοῦ πνεύμονοϲ , ἐφ ' οἷϲι πνὶξ ὀλιγοχρονίη . χρὴ ὦν ἀντίξοα ἠδὲ ὠκέα ἔμμεναι | ||
| καιροῖϲ μεταβάλλουϲιν εἰϲ τὰ ῥοφήματα ἐκ τῆϲ κενεαγγείηϲ , ἐν οἷϲι πολλάκιϲ ἀρήγει ἐκ τῶν ῥοφημάτων πληϲιάζειν τῇ κενώϲει , |
| σπέρματος ἀλλοιουμένου καὶ τῶν ῥιζῶν : ἡ γὰρ ἐν τῇ χλόῃ μεταβολὴ δι ' ἐκείνας : συμφυεῖς δ ' οὔσας | ||
| ἡγεμονίαν Ἀρχιδάμου τοῦ βασιλέως , τὸν δὲ σῖτον ἐν τῇ χλόῃ διέφθειραν , καὶ τὴν χώραν δῃώσαντες ἐπανῆλθον εἰς τὰς |
| ] μέζον , ἢν προϲφέρωνται καὶ καταπίνωϲι : ἄϲη , ἀπορίη , ὄψιεϲ ἀμαυραί , ὤτων ἦχοι , βάρεα κεφαλῆϲ | ||
| , δυσφόρως : διψώδης : ἀσώδης : πουλὺς βληστρισμός : ἀπορίη : παρέκρουσεν : ἄκρεα πελιδνὰ , καὶ ψυχρά : |
| ! ! ! ! ! ] ! ! Ἄρτι μὲν ἀντολίης χιονώδεες ἔπρεπον [ ] ? [ ] αἰθερίων γονόεσσαν | ||
| οἰγόμενος παραπέπταται ἐγγύθι Πόντος πολλὸς ἐὼν καὶ πολλὸν ἐπ ' ἀντολίης μυχὸν ἕρπων . τοῦ δ ' ἤτοι λοξαὶ μὲν |
| Πήδασον οὔτασεν ἵππον ἔγχεϊ δεξιὸν ὦμον : ὃ δ ' ἔβραχε θυμὸν ἀΐσθων , κὰδ δ ' ἔπες ' ἐν | ||
| οἱ ποιηταὶ τὸ χνοιαί . παρὰ τὸ μέγα δ ' ἔβραχε φήγινος ἄξων . χνόαι δὲ τὰ ἀκραξόνια , περὶ |
| πολὺς ὠκεανός : τρεῖς γὰρ κόλπους μεγάλα κύματα ἔχοντας συστρέφων ἐρεύγεται ἢ ἀποτίκτει ἐξ ἑαυτοῦ ἔσωθεν βάλλων εἰς τὴν ἤπειρον | ||
| ' ἀμφαδὸν ἄμμιγα παύροις Πόντον ἐς Ἄξεινον κυρτὴν ὑπ ' ἐρεύγεται ἄκρην . καί νύ κε δηθύνοντες Ἀμαζονίδεσσιν ἔμειξαν ὑσμίνην |
| ? [ ἰσχία καὶ ] ? ? πλευρὰς σφετερῇ μάστιγι κελαινῇ [ ! ! ! ! ! ! ] ος | ||
| χειρῶν μάχη , ὡς νῦν . . αὐτὰρ ἐγὼν ἐπόρουσα κελαινῇ λαίλαπι ἶσος : ἡ διπλῆ ὅτι ἐκπέπτωκεν εἰς ποιητικὴν |
| ξύϲομεν . μετὰ δὲ τοῦτο μολίβου ϲωλῆνα περιβαλοῦμεν τῇ βαλάνῳ πάϲῃ κατειλήϲαντεϲ αὐτὴν ἐξηραϲμένῃ παπύρῳ . ἐχέτω δὲ πάντη ἴϲον | ||
| ϲφυγμοὶ ἀμαυροί , ἀϲθενέεϲ , πυκνοί : πυκνότατοι δὲ ἐπὶ πάϲῃ καὶ ϲμικρῇ πρήξει . ἆϲθμα δὲ ἐπὶ τοῖϲδε ἡ |
| ' ἐννεσίῃσι φέρειν μακάρων ἐπὶ γαῖαν . Τοὔνεκα καὶ στυγερῇ βεβολημένοι ἦτορ ἀνίῃ μίμνον πὰρ νήεσσιν ἑὸν κατὰ θυμὸν ἄνακτα | ||
| ἀναζείεσκε διοιγομένοιο κλύδωνος . Οἳ δ ' ἄρ ' ἀμηχανίῃ βεβολημένοι οὔτ ' ἐπ ' ἐρετμῷ χεῖρα βαλεῖν ἐδύναντο τεθηπότες |
| σκεπτέον . Ἰδιώτατον δὲ τούτων ἐστὶν ἡ τύφη καὶ τῷ ἄφυλλον εἶναι καὶ τῷ μὴ πολύρριζον τοῖς ἄλλοις ὁμοίως : | ||
| οὐχ ἡ πρώτη μόνον ἔκφυσις ἀλλὰ καὶ ὅλος ὁ καυλὸς ἄφυλλον . ἐνίων δ ' ὅταν γένηται , φύλλα εἰκός |
| ! ! ! ! ! ] καί σευ τὸ ὤριον τέφρη κάψει . ! ! ! ! ! ] νον | ||
| ' ᾔσχυνε πρόσωπον : νεκταρέῳ δὲ χιτῶνι μέλαιν ' ἀμφίζανε τέφρη . αὐτὸς δ ' ἐν κονίῃσι μέγας μεγαλωστὶ τανυσθεὶς |
| ἀκώλους καὶ ἀνάρθρους λέγεσθαι : ὑποκεῖσθαι γάρ φησι τῇ Σκύλλῃ πετραῖόν τι θηρίον προσπεφυκὸς τῷ σκοπέλῳ καὶ κοχλιῶδες πόδας τε | ||
| ἀκώλους καὶ ἀνάρθρους λέγεσθαι : ὑποκεῖσθαι γάρ φησι τῇ Σκύλλῃ πετραῖόν τι θηρίον προσπεφυκὸς τῷ σκοπέλῳ καὶ κοχλιῶδες πόδας τε |
| ἀναχωρεῖν . εἶτ ' ἐστὶν ἀκροτελεύτιον ἔτι τοί ποτε κἀντίος ἔσσῃ . καὶ ἔγωγ ' ἡδέως ἂν ἐροίμην τοὺς τὰς | ||
| Ἀγαμεμνονίδην κατέχει φυσίζοος αἶα , τὸν σὺ κομισσάμενος Τεγέης ἐπιτάρροθος ἔσσῃ : : Σκοῦποι , πόλις Θρᾴκης . Λέπιδος ἐν |
| θάλασσά τε παμφανόωντα , καὶ θῆρες πτήσσουσιν , ὅταν κτύπος οὖας ἐσέλθηι : μαρμαίρει δὲ πρόσωπ ' αὐγαῖς , σμαραγεῖ | ||
| χαίρουσιν ἐφ ' ἵπποις ὠτίδες , αἷσι τέθηλεν ἀεὶ λασιώτατον οὖας : ψιττακὸς αὖτε λύκος τε σὺν ἀλλήλοισι νέμονται : |
| μάλιστα προσδέχηται , καὶ ὑποθυμιῇν ὁκόσα ξηραίνει , καὶ τῶν πουλυπόδων ἐσθιέτω , καὶ τὴν λινόζωστιν . Ἢν λειανθέωσιν αἱ | ||
| κέρχνων τε χύτραν , βολβῶν τε σιρὸν δωδεκάπηχυν , καὶ πουλυπόδων ἑκατόμβην . ταῦτα μὲν οὕτως φασὶ ποιῆσαι Κότυν ἐν |
| τῶν φλυκταινῶν τοῖϲ ἠρέμα διαφοροῦϲι . θεραπευτέον μὲν οὖν τὰϲ φλυκταίναϲ πρῶτον μὲν παραφυλαττομένουϲ λαλιὰν πλείω , πταρμούϲ , θυμούϲ | ||
| περιπίπτει νοϲήμαϲιν , ὥϲτε ϲὺν τοῖϲ ἄλλοιϲ καὶ ἐξανθήματα καὶ φλυκταίναϲ καὶ κάθυγρα ἕλκη κατὰ τῆϲ ἐπιφανείαϲ γίγνεϲθαι , ἃ |
| λήμαις καὶ πετήλοις ἐπάγεται , ἀλλὰ λήμαις ἴσαις κολοκύνταις καὶ πετήλοις νέοις , ὃ τὴν ἀνάγκην ἐποίησε τῆς ἐπαναλήψεως . | ||
| Μήνης εὐφεγγέος αἰθροπολεύσης φύξιμον ἦμαρ ἕλῃσι , καὶ ἐν θαλεροῖσι πετήλοις πεπτηὼς ἀλέηται ἑὸν δηναιὸν ἄνακτα . Χηλῇσιν δ ' |
| πελάσαντα , πάλλεται ὀρχηστῆρι πανείκελος , ὄφρα ἑ πόντου προπροκυλινδόμενον σπιλάδων ἄπο χεῦμα σαώσῃ . Οἱ δὲ καὶ ἐν πέτρῃσι | ||
| σακὸς δ ' εὐίερος περιδέδρομεν , ἀέναον δέ ῥεῖθρον ἀπὸ σπιλάδων πάντοσε τηλεθάει δάφναις καὶ μύρτοισι καὶ εὐώδει κυπαρίσσῳ , |
| τοῖϲι ὀξέϲι κενοῦν χρὴ ἢ φαρμακεύειν ἢ τοῖϲι ἄλλοιϲι ἐρεθιϲμοῖϲι χρέεϲθαι . ἀτὰρ καὶ φλέβα τάμνων μὴ πολλὸν ἀφαιρέειν , | ||
| ξυναγωγὴν τῶν χειλέων : μέζοϲι δὲ καὶ δυνατωτέροιϲι τοῖϲι φαρμάκοιϲι χρέεϲθαι . ἢν δὲ ὁ τῆϲ διαβρώϲιοϲ ἔῃ τρόποϲ καὶ |
| τρομέοντας ἴδῃ κρατερώτερον ἰχθύν , ἀμφιχανὼν κατέδεκτο διὰ στόμα , μέσφα κε δεῖμα χάσσηται , τότε δ ' αὖτις ἀνέπτυσε | ||
| : ἀλλ ' ὅσα μὲν τριτάτῃ τε τεταρταίῃ τε πέλονται μέσφα διχαιομένης , διχάδος γε μὲν ἄχρις ἐπ ' αὐτὴν |
| ὅσον ἐγγὺς ἄνασσα παρ ' ἴχνια πατρὸς ὁδεύει , τοσσάτιον μινύθουσα καλύπτεται : ὡς δ ' ἀποβαίνει , δίσκον ἀποστήσασα | ||
| ἤγαγεν ἀνέρ ' ἐς ἦμαρ . κρέσσων αὖ τούτοισι Σεληναίη μινύθουσα ἔσσεται , αὐξομένη δὲ χερειότερ ' ἔργα τελέσσει . |
| πελιδνήεντα δράκοντος τρυγόνος ὀξείης τε καὶ ἀμφιβίου σμυραίνης ἰᾶται πυρσωπὸν ἀνελκόμενον χροὸς ἧπαρ : τεύχει δ ' ἐν γλαφυρῷ μέθυος | ||
| Ἀμφινόμῳ : περὶ γὰρ δίε , μή τις Ἀχαιῶν ἔγχος ἀνελκόμενον δολιχόσκιον ἢ ἐλάσειε φασγάνῳ ἀΐξας ἠὲ προπρηνέα τύψας . |
| ἀναθλίβεται ξυμπαθείῃ τῶν παριϲθμίων . γηραιοῖϲι ὁ κίων ξυνήθηϲ , ϲταφυλὴ δὲ νέοιϲι καὶ ἀκμάζουϲι : πολύαιμοι γὰρ καὶ ἐπιφλεγμαίνει | ||
| ϲῶμα ϲτερρὸν μεϲηγὺ τῶν παριϲθμίων κίων καὶ γαργαρεὼν καλέεται : ϲταφυλὴ γὰρ πάθεόϲ ἐϲτι οὔνομα . νεῦρον δέ ἐϲτι ἡ |
| εἰς νότια καὶ βόρεια . Πρὸς δὲ ἠελίοιο κελεύθους σφενδόνῃ εἰκυῖα , ἵνα τοὺς πόδας τῆς σφενδόνης , τὴν ἕω | ||
| ἐΐκτην . ” ἔϊκτο ὡμοιοῦτο . εἰκυῖα ἐοικυῖα : “ εἰκυῖα θεῇσι . ” εἰλαπίνη εὐωχία . εἶλαρ ἕρκος καὶ |
| : οὐδέ τι πρόσσω νίσσεται , ἀλλ ' ὀρέγοντα πέλας περιμήκεα δειρὴν γλώσσῃσιν μεμάασι περισσαίνειν , σκύλακες ὥς . πολλάκι | ||
| . Ὡς δ ' ὅτ ' ἀπ ' ἠλιβάτου σκοπιῆς περιμήκεα λᾶαν λάβρος ὁμῶς ἀνέμοισιν ἀπορρήξῃ Διὸς ὄμβρος , ὄμβρος |
| μὲν οὖν τηκόμενον πάντως καὶ ἰαίνεται : αἶψα δ ' ἰαίνετο κηρός , ἐπεὶ κέλετο μεγάλη ἴς ἠελίοιο . οὐ | ||
| . ἐπὶ δὲ τοῦ ἐθερμαίνετο “ ὑπὸ τρίποδι μεγάλῳ , ἰαίνετο δ ' ὕδωρ . ” ἰαύων κοιμώμενος . ἰάψῃ |
| τι θέλοις . Τοῦτο δὲ , αἱ σικύαι προσβαλλόμεναι ἐξ εὐρέος ἐς στενώτερον ἐστενωμέναι πρὸς τοῦτο τετεχνέαται , πρὸς τὸ | ||
| πυρσὸν ἀείρας , τοὺς δ ' ἄρ ' ἐποτρύνας ἐκβήμεναι εὐρέος ἵππου , ὁππότε Τρώιοι υἷες ἀκηδέες ὑπνώωσιν . Ὣς |
| ὀξύτατον τὸν λάβρακα Ἀριστοτέλης εἶναί φησι καὶ μέντοι καὶ τὴν χρόμιν καὶ τὴν σάλπην καὶ τὸν κεστρέα . πυνθάνομαι δὲ | ||
| τοῦ λίθου φάρμακον τοῦτο καὶ μάλα γε ἀντίπαλον . καὶ χρόμιν δὲ τὸ αὐτὸ ποιεῖν καὶ φάγρον καὶ σκίαιναν πέπυσμαι |
| ἀμυνέμεναι πεφύασι , πικραί τ ' ὀξεῖαί τε χόλου πυρόεντος ἀκωκαί . ὅσσοις δ ' οὔτε βίην θεὸς ὤπασεν οὔτε | ||
| οὔτε κρατεροὶ γενύων τάμνουσιν ὀδόντες , οὔτε σιδηρείων ὀνύχων πείρουσιν ἀκωκαί . αὐτὰρ ὁ μαψίδιον φθινύθει πόνον , ἄκριτα θύων |
| ἀνέρας ἀγρευτῆρας δίκτυά τ ' ἐξήλυξαν , ἀΐστωσαν δέ τε θήρην . ἀλλὰ τότε κρατερός τις ἀνὴρ παλάμην ἐπέδησεν ἄρκτου | ||
| ἱκάνεται οὐταμένῃσι . Ναὶ μὴν καὶ χέλυες μάλα πολλάκις ἀντιόωσαι θήρην λωβήσαντο καὶ ἀνδράσι πῆμα γένοντο . τάων δ ' |
| . Ἢν δέ ς ' ὁδοιπλανέοντα καὶ ἐν νεμέεσσιν ἀνύδροις νύχμα κατασπέρχῃ , βεβαρημένος αὐτίκα ῥίζας ἢ ποίην ἢ σπέρμα | ||
| γὰρ αὐαλέη ῥινὸς περὶ σάρκα μυσαχθής νειόθι πιτναμένη μυδόεν τεκμήρατο νύχμα , σηπεδόσι φλιδόωσα : τὰ δ ' ἄλγεα φῶτα |
| πρὸς ἀντιπέραιαν ὑπαὶ ῥιπὴν ζεφύροιο φαίνετ ' ἀπειρεσίου ποταμοῦ ῥόος Εὐφρήταο , ὃς δ ' ἤτοι πρῶτον μὲν ἀπ ' | ||
| : τῆς : δέλουβ βουλκένας . ἀνεκάχλασεν : ἔβρασεν . Εὐφρήταο : ὄνομα ποταμοῦ . Βαθυπλόκαμοι : πολυκόρυμβοι . Ἴβηρες |
| δὲ πέλονται . ἤτοι ὁ μὲν πέτρῃσιν ἐφήμενος ἀγχιάλοισι γυραλέοις δονάκεσσι καὶ ἀγκίστροισι δαφοινοῖς ἄτρομος ἀσπαλιεὺς ἐπεδήσατο δαίδαλον ἰχθύν : | ||
| ὄδωδεν . αὐτὰρ ὅ γ ' ἄφθογγός τε καὶ ἐν δονάκεσσι θαμίζων πολλάκι μὲν πύξοιο χλόον κατεχεύατο γυίοις , ἄλλοτε |
| ῥύσις ] ἡ ῥεῦσις πίμπραται ] οἰδαίνουσιν καὶ τὸ εἰδήνατο χροιήν , ἀντὶ τοῦ ὡμοιώθη τῷ ] τῷ φαρμακευθέντι ὁτέ | ||
| τοῦ ἀλέω ἀλεύω . Πλέξηται : περιπλακῇ , περιλάβῃ . χροιήν : ὄψιν τῆς πέτρας . ἀμφιέσηται : περιβάλληται . |
| ἐν τουτέοισι κακόν . Αἱ τρομώδεες γλῶσσαί τισι καὶ κοιλίην ὑγρήν ποτε ποιέουσιν : μελανθεῖσαι δὲ ἐν τουτέοισι , ταχὺν | ||
| . α . β . γ . πουλὺν ἐφ ' ὑγρήν . * ) [ ἡ διπλῆ ὅτι ] ἐν |
| περιβάλλεται ἀμφιχυθεῖσα , ἐν δ ' ἐπάγη σκώλοισι καὶ ὀξείῃσιν ἀκωκαῖς ὀστράκου , ὠτειλαῖς δὲ περιπλήθουσα θαμειαῖς ὄλλυται αὐτοδάϊκτος , | ||
| ὁ δ ' ὀκλάζει κατὰ γαίης , βαλλόμενος πυκινῇσι τανυρροίζοισιν ἀκωκαῖς : ὣς ὅ γ ' ἀνηνύστοισιν ἀπειπάμενος καμάτοισιν ὀψὲ |
| ἀπὸ στομάχους ἀρνῶν τάμε νηλέϊ χαλκῷ : καὶ τοὺς μὲν κατέθηκεν ἐπὶ χθονὸς ἀσπαίροντας θυμοῦ δευομένους : ἀπὸ γὰρ μένος | ||
| ' ἐκ θαλάμοιο φέρεν ἐσθῆτα φαεινήν . καὶ τὴν μὲν κατέθηκεν ἐϋξέστῳ ἐπ ' ἀπήνῃ : μήτηρ δ ' ἐν |
| ϲκληρὸν ἷζον ἐϲ ϲκίρρον ἱδρύεται . εὖτε πόνοϲ μὲν οὐ ξυνεχήϲ , νωθὴϲ δέ , κἢν παρῇ : ἀραιὴ δὲ | ||
| ἀδελφαὶ τῆϲ ξυντήξιοϲ ἔαϲι . ἡ δὲ νοῦϲοϲ μικρὴ δυϲεντερίη ξυνεχήϲ : νούϲων ὑποϲτροφαὶ ἐνίοιϲι . εὐϲιτίη μὲν γάρκαίτοι καὶ |
| προϲεμπλάϲϲοντα , καὶ γάλακτι ἐγκλύζειν τὸν ὀφθαλμόν . ἐὰν δὲ νέμηται τὰ ἕλκη , φακῷ καταπλάϲϲειν μετὰ μέλιτοϲ ἢ μήλων | ||
| μέχρις ἂν ὅλον τὸ σαρκῶδες σήψῃ , ἐπὴν δὲ ἐπίπαν νέμηται , ἀναλοῦται ἡ τροφὴ τῇ σηπεδόνι : οὕτω δὴ |
| πάθοϲ περὶ τὴν κεφαλὴν ἐπὶ πλεῖον ϲυνίϲταϲθαι , προϲημαίνειν εἴωθεν ϲκοτόδινοϲ καὶ ἀλγηδὼν κεφαλῆϲ καὶ βάροϲ ἐν ταῖϲ ὀφρύϲιν , | ||
| ἔργων πρήξιοϲ , ἔκλυϲιϲ , ἀτονίη , γουνάτων ἀκραϲίη , ϲκοτόδινοϲ , καὶ τὰ γυῖα λύονται : κεφαλῆϲ πόνοϲ , |
| ἀφίκηται . εἰ δ ' ἄρ ' ὑπὲρ κέντροιο Σεληναίη βεβαυῖα τὴν αὐτὴν ἐπέχῃ μοῖραν πολεμοκλόνῳ Ἄρῃ , ἢ ζῶον | ||
| : οὐ μὴν πᾶσα διαπρὸ περίδρομος , ἀλλὰ διαμφὶς ὀξυτέρη βεβαυῖα πρὸς ἠελίοιο κελεύθους , σφενδόνῃ εἰοικυῖα . Τί γὰρ |
| ϲκληρὰ κνηϲμὸν πολὺν ἐμποιοῦντα , ὡϲ γίγνεϲθαι ἀγρυπνίαϲ αἴτια , προθυμίαϲ αὐτοῖϲ παριϲταμένηϲ ἀπαύϲτου πρὸϲ τὸ κνᾶϲθαι . παρέπεται δὲ | ||
| τέμνων ἀφαιρείτω τοῦ αἵματοϲ , ὅπωϲ ἂν ἕκαϲτοϲ ἔθουϲ καὶ προθυμίαϲ ἔχων τυγχάνῃ . κατὰ δὲ τὸ θέροϲ ἀνάπαυϲιϲ ϲυμφέρει |
| Ἐκ δ ' ἱκόμην ἐλάταισι περὶ χλωρῇσιν ἐρεμνὰς νήσους ὑψικόμοισιν ἐπηρεφέας δονάκεσσιν . Ἡμικύνων τ ' ἐνόησα γένος περιώσιον ἀνδρῶν | ||
| ἐμέ . οὕτω δὲ λέγουσι τὰς περιφερεῖς κινήσεις . ἀζαλέῃσιν ἐπηρεφέας φολίδεσσιν : ξηραῖς λεπίσιν ἐσκεπασμένας . εἴσατο : ὥρμησεν |
| καὶ ἡλικίῃ καὶ ὥρῃ . ψυχρῇ ἐπιφοιτῇ χώρῃ , καὶ χείματι καρτερῷ . Περὶ δυϲεντερίηϲ . Ἐντέρων τὰ μὲν ἄνω | ||
| καὶ ποτὸν λαβεῖν , καί που πάγου χυθέντος , οἷα χείματι , ξύλον τι θραῦσαι , ταῦτ ' ἂν ἐξέρπων |
| , πολλῶν δὲ ἐπ ' αὐτοῦ καθαγιζομένων θυμάτων ὃ δὲ πανημέριος καὶ ἐς νύκτα ἐξάπτεται . ἕως δὲ ὑπολάμπει , | ||
| : ὃς δέ κ ' ἀνὴρ οἴνοιο κορεσσάμενος καὶ ἐδωδῆς πανημέριος πολεμίζῃ , θαρσαλέον νύ οἱ ἦτορ καὶ τὰ ἑξῆς |
| ἐπιπροέηκαν ἄγοντες βουκόλοι Αἰσονίδαο δύω βόε : τοὺς δ ' ἐρύσαντο κουρότεροι ἑτάρων βωμοῦ σχεδόν , οἱ δ ' ἄρ | ||
| ἵκοντο . οὐδέ κε Πάτροκλόν περ ἐϋκνήμιδες Ἀχαιοὶ ἐκ βελέων ἐρύσαντο νέκυν θεράποντ ' Ἀχιλῆος : αὖτις γὰρ δὴ τόν |
| Μυρμιδόνων ἡγήτορες ἠδὲ μέδοντες ἀμφ ' ἀγαθὸν θεράποντα ποδώκεος Αἰακίδαο ῥώοντ ' : ἐν δ ' ἄρα τοῖσιν ἀρήϊος ἵστατ | ||
| ὑπὸ ποσσὶ ταρφέα κινυμένοιο πέλει κτύπος , ἀμφὶ δὲ χαῖται ῥώοντ ' ἐσσυμένοιο , κάρη δ ' εἰς ὕψος ἀείρει |
| ἰχθύες ἐξεφάνησαν , μορφῆς πετραίης ἐξάλμενοι , ἐκ δὲ δόλοιο φορβήν τ ' ἐφράσσαντο καὶ ἐξήλυξαν ὄλεθρον . χείματι δ | ||
| μάλιστα : ἀλλ ' ἄρα καὶ τῷ μῆτις ἀνεύρατο γαστέρι φορβήν . αὐτὸς μὲν πηλοῖο κατ ' εὐρώεντος ἐλυσθεὶς κέκλιται |
| ἀγαθὴ κουροτρόφος : οὐκ ἂν ἁμάρτοις αἰνήσας παίδων οὐδὲ τὸν ὑστάτιον . τόσσον δ ' Ἐμπεδοκλῆς φανερώτερος , ὅσσον ἐν | ||
| Θρᾳκί τὸν μὲν ἄρ ' ἐκ φλοίσβου Ἀσβώτιοι ὦκα φέροντες ὑστάτιον ῥώσαντο κονισαλέῃσιν ἐθείραις ἵπποι καλὰ νάουσαν ἐπορνύμενοι Φυσάδειαν . |
| ἠρέμα τῷ τῆς Ἀφροδίτης , ὁ δὲ ἐν τῇ βορείᾳ πτέρυγι λαμπρός , καλούμενος δὲ Προτρυγητήρ , τῷ τοῦ Κρόνου | ||
| ὁμοίως δὲ καὶ ὁ προηγούμενος λαμπρὸς τῶν ἐν τῇ εὐωνύμῳ πτέρυγι , ὁ δ ' ἐπὶ τοῦ μεταφρένου λαμπρὸς καὶ |
| νέκταρ δ ' ἐκ πέτρης μέγας αἰετὸς αἰὲν ἀφύσσων γαμφηλῇς φορέεσκε ποτὸν Διὶ μητιόεντι . Τῷ καὶ νικήσας πατέρα Κρόνον | ||
| ἀντὶ τοῦ ἄγγελος . . . Γ . τὴν αὐτὸς φορέεσκε ποδηνεκέ ' , ἕρκος ἀκόντων : ἡ διπλῆ ὅτι |
| , ὥϲτε καὶ τραύματα κολλᾶν ἐπιτιθέμενοϲ , ὁ δὲ ὀξυγαλάκτινοϲ λεγόμενοϲ πρὸϲ ταύτῃ καὶ διαφορητικὴν ἐπικτᾶται βραχεῖαν καὶ πλέον κολλᾷ | ||
| θαλάϲϲῃ : ἀγαθὸϲ δὲ πρὸϲ ταῦτα καὶ ὁ πεϲϲὸϲ ὁ λεγόμενοϲ γονή . Τὰϲ δὲ θερμοτέραϲ τῶν ὑϲτερῶν τεκμαίρεϲθαι μὲν |
| βαθὺ λαῖτμα πόροιο Θρήϊκες ἀγρώσσουσιν ἀπηνέϊ χείματος ὥρῃ , θήρην ἀργαλέην καὶ ἀτερπέα , δηϊοτῆτος θεσμὸν ὑφ ' αἱματόεντα καὶ | ||
| βρωμήτορος , ἤγουν τοῦ ὀγκηστικοῦ παρὰ τὸ βρωμᾶσθαι . * ἀργαλέην : κακήν ὀδυνηράν δεινήν , χαλεπήν * θήρ : |
| ' ἄνομα πάθεα φῶτά τε λιτομένα , πολυδάκρυτον Ἀίδα γόον φλέγουσαν . ἰὼ μοίρας ἄτεγκτε δαίμων : ὦ κατάρατος ἐγώ | ||
| βρόχων ληῖτιν ἐμπταίσασαν ἰξευτοῦ πτερῷ , Θύσῃσιν ἁρμοῖ μηλάτων ἀπάργματα φλέγουσαν ἐν κρόκῃσι καὶ Βύνῃ θεᾷ , θρέξεις ὑπὲρ Σκάνδειαν |
| “ οἱ μὲν πάντες ἰῷ κίον ἤματι κείνῳ . ” καγχαλόωσα χαίρουσα , διὰ τὸ ἐν χαλάσματι εἶναι τὴν ψυχήν | ||
| ! ! ! ! ] ! ! ! ? Θήβη καγχαλόωσα ? [ ! ! ! ! ! ! ! |
| σὺ τέτυξαι . εἰ καὶ ἐγώ σε βάλοιμι τυχὼν μέσον ὀξέϊ χαλκῷ , αἶψά κε καὶ κρατερός περ ἐὼν καὶ | ||
| ἐδήσατο καλὰ πέδιλα , εἵλετο δ ' ἄλκιμον ἔγχος ἀκαχμένον ὀξέϊ χαλκῷ . στῆ δ ' ἄρ ' ἐπ ' |
| ταραχώδεεϲ . ἢν δὲ ἐϲ ὄλεθρον ἥκῃ τὸ κακόν , φυϲώδεεϲ , κοιλίην ἐπηρμένοι : τενόντων καὶ μυῶν τῶν πάντων | ||
| δὲ προϲαίρωνται τροφήν , καὶ ἐπὶ ϲμικρῇ καὶ ἀφύϲῳ κάρτα φυϲώδεεϲ : καὶ προθυμίη μὲν ἐϲ διαπνοήν , ἀδιέξοδοι δὲ |
| μέσον ἤλυθε Λυγκεύς , σείων καρτερὸν ἔγχος ὑπ ' ἀσπίδος ἄντυγα πρώτην : ὣς δ ' αὔτως ἄκρας ἐτινάξατο δούρατος | ||
| ἑσπερίης πόμα λίμνης αἰθερίην κροτέοντες ὑπ ' ἴχνεσιν ἀτραπὸν ἵπποι ἄντυγα μυδαλέην λιποφεγγέος ἕλκον ἀπήνης . ἠέρι δ ' ἠγερέθοντο |
| οὔτε θοαὶ Βορέαο θύελλαι ἐσσύμεναι κλονέουσι δι ' ἠέρος οὔτε Νότοιο : ὣς ὃ ταφὼν μένε δηρόν , ὑπεκλάσθη δέ | ||
| Βοιωτικῶς δὲ † γέγονεν ἀργέσταο , οἷον : † ἀργέσταο Νότοιο : τὸ μὲν γὰρ κύριον βαρύνεται Ἀργέστης , οἷον |
| ταὐτὸν ἐσβήτω σκάφος . τί δ ' ἔστι ; μεῖζον βρῖθος ἢ πάροιθ ' ἔχει ; οὐκ ἔστ ' ἐραστὴς | ||
| ἐπιμήνια , ἥ τε γαστήρ οἱ μεγάλη ἔσται , καὶ βρῖθος ἐνέσται ὡς τῇ ἐν γαστρὶ ἐχούσῃ , καὶ δοκέει |
| καί τοι λοιγὸν ἅπαντα τεῆς ἀπάτερθεν ἀρούρης αὐχμούς τ ' ἐξελάσει σταχύων γλάγος ἐκπίνοντας ἀτηρήν τε χάλαζαν , ἀπειρεσίοισι βελέμνοις | ||
| ἔφη , ἐγὼ πάντας πείθεσθαί σοι περὶ τῆς ἐν τῇ ἐξελάσει τάξεως : ὅπως δ ' ἂν ἥδιον παραγγέλλοντός σου |
| γηράσκει , μῆλον δ ' ἐπὶ μήλῳ , αὐτὰρ ἐπὶ σταφυλῇ σταφυλή , σῦκον δ ' ἐπὶ σύκῳ . [ | ||
| σὺν χρόνῳ . τὰ δὲ χαλκανθίζοντα στόματι καὶ παρισθμίοις καὶ σταφυλῇ καὶ ὄμμασι διαφερόντως ἐπιτήδεια . τὰ δὲ σιδηρίζοντα στομάχῳ |
| ' αὐτῶν σχεδόθεν . ὁ δ ' ἄρα πρώτιστος Ὀδυσσεὺς ἔσσυτ ' ἀνασχόμενος δολιχὸν δόρυ χειρὶ παχείῃ , οὐτάμεναι μεμαώς | ||
| δ ' ἐφύπερθε πίπτοντες : στυγερὴ δὲ δι ' ἠέρος ἔσσυτ ' ἀυτή . Ἐν γὰρ δὴ χάλκειος Ἔρις πέσεν |
| ὕστερον κληθεῖσαν Τροίαν συστήσασθαι καὶ τοὺς λαοὺς ἀφ ' ἑαυτοῦ Δαρδάνους ὀνομάσαι . ἐπάρξαι δ ' αὐτόν φασι καὶ πολλῶν | ||
| ὑλώδης δέ ἐστιν ἡ Παιόνων καὶ ἐπιμήκης ἐξ Ἰαπόδων ἐπὶ Δαρδάνους . καὶ οὐ πόλεις ᾤκουν οἱ Παίονες οἵδε , |
| οἱ ὑμένες περιῤῥήγνυνται , καὶ ὁκόταν ἡ ὄρνις αἴσθηται τὸν νεοσσὸν κινηθέντα ἰσχυρῶς , κολάψασα ἐξέλεψεν : καὶ ταῦτα ξυμβαίνει | ||
| μᾶζαν μαλθακὴν ἢ ἄρτου τὸ ἐντός : ὄψον δὲ ἐσθιέτω νεοσσὸν ἀλεκτορίδος δίεφθον ἐζωμευμένον κρομμύῳ καὶ κοριάνῳ καὶ τυρῷ καὶ |
| θανάτῳ ἴκελοι : ἰδέην δέ , κάρηνα μὲν κατέχων καὶ πρόϲωπα ἄϲημα , ἀΐδηλα τὴν μορφήν , ἐπ ' αὐχένι | ||
| τὸ ϲτόμα , ὡϲ τῷδε μέζονι χρεόμενοι : ὠχροὶ τὰ πρόϲωπα πλὴν τῶν μήλων : τάδε γὰρ ἐρευθῆ . ἱδρὼϲ |
| εἶδος ἀείρων , λεπταλέοις νεφέεσσιν ἐπαμβλύνων τύπον αἰδοῦς , χεῖρας ἐφαπλώσας , καὶ ἐπ ' αὐχένι βόστρυχα σύρων ἄνδιχα τεμνομένων | ||
| . Λέων νοσήσας ἐν φάραγγι πετραίῃ ἔκειτο νωθρὰ γυῖα γῆς ἐφαπλώσας , φίλην δ ' ἀλώπεκ ' εἶχεν ᾗ προσωμίλει |
| : ὣς Δαναοὶ πέρσαντες ὑπαὶ πυρὶ Τρώιον ἄστυ κτήματα πάντα φέρεσκον ἐυσκάρθμους ἐπὶ νῆας . Σὺν δ ' ἄρα Τρωιάδας | ||
| ζεύγλῃσι μέγ ' ἔνθορον ἀσχαλόωντες , ἅρματα δ ' ὦκα φέρεσκον ἀπὸ χθονὸς ἀίσσοντα : οὐδ ' ἁρματροχιὰς ἰδέειν πέλεν |
| ἀτρέμαϲ εἴϲω θέει , ἡϲυχῇ πιεζευμένη καὶ χριομένη πρόϲθεν τοῖϲι ὑϲτέρηϲ μειλίγμαϲι . Περὶ ἀρθρίτιδοϲ καὶ ἰϲχιάδοϲ . Ξυνὸϲ μὲν | ||
| τοῖϲι μηρίοιϲι ἡ γυνή . προπίπτει κοτὲ τὸ ϲτόμιον τῆϲ ὑϲτέρηϲ μοῦνον μέϲφι τοῦ αὐχένοϲ , ἀλλ ' αὖθιϲ εἴϲω |
| Ἠέλιος δ ' ἀκάμας ὅτ ' ἂν ἀθρῇ τὸν πυρόεντα ἀστέρ ' Ἐνυαλίοιο , θοαῖς ἀκτῖσι βολαυγῶν , ζωιδίων τετράγωνον | ||
| ἐχθρούς . κλύειν δὴ θαύματος πάρεστί σοι : δισσὼ γὰρ ἀστέρ ' ἱππικοῖς ἐπὶ ζυγοῖς σταθέντ ' ἔκρυψαν ἅρμα λυγαίωι |