δὲ νουμηνίᾳ γενέσθαι τοῦ νῦν μὲν τετάρτου , πάλαι δὲ Ἑρμαίου παρ ' Ἀργείοις , καθ ' ἣν μέχρι νῦν
ἐνενήκοντα τρία ἔτη , μέχρι τῶν δύο ἀδελφῶν Σέθω καὶ Ἑρμαίου , ὧν τὸν μὲν Σέθων Αἴγυπτον , τὸν δὲ
5659146 Πηλουσιακου
οἰκεῖν ἔδωκε , καὶ χώραν πολλὴν κατεκληρούχησε μικρὸν ἐπάνω τοῦ Πηλουσιακοῦ στόματος : οὓς ἐντεῦθεν Ἄμασις ὕστερον πολλοῖς ἔτεσι βασιλεύσας
τόπον οἰκεῖν ἔδωκε καὶ χώραν πολλὴν κατεκληρούχησε μικρὸν ἐπάνω τοῦ Πηλουσιακοῦ στόματος : οὓς ἐντεῦθεν Ἄμασις ὕστερον πολλοῖς ἔτεσι βασιλεύσας
5644557 Κορινθιακου
καὶ Σύβοτα πρὸ τῆς Ἠπειρώτιδος , καὶ ἐφεξῆς πρὸ τοῦ Κορινθιακοῦ κόλπου Κεφαλληνία καὶ Ἰθάκη καὶ Ζάκυνθος καὶ Ἐχινάδες .
ὁ περὶ Λάμιαν . εἴρηται δὲ καὶ ὅτι ἀρχὴν τοῦ Κορινθιακοῦ κόλπου τὸ στόμα τοῦδε τοῦ ποταμοῦ φασι . Πόλεις
5424348 Ἐλεφαντινην
κατὰ Συήνην καὶ ἑλόντες ἔφθασαν τήν τε Συήνην καὶ τὴν Ἐλεφαντίνην καὶ Φιλὰς ἐξ ἐφόδου διὰ τὸ αἰφνίδιον καὶ ἐξηνδραποδίσαντο
πόλεις τῶν ἐκείνου , μὴ λύσαντι δὲ ἄστεων τῶν περὶ Ἐλεφαντίνην ἀποστῆναι . Σκεψάμενος οὖν εὐθὺς ἀπόπεμπε Νειλόξενον . Ἃ
5423620 ὀβολοι
ἐν Λαμίᾳ Κράτης ἡμίεκτόν ἐστι χρυσοῦ , μανθάνεις , ὀκτὼ ὀβολοί , ἦν δὲ καὶ τριώβολον καὶ διώβολον εἴδη νομισμάτων
εὐτελής . τριώβολον : μισθὸς δικαστικὸς καὶ οἱ ἁπλῶς τρεῖς ὀβολοί . τρυγόνα ψάλλειν : παροιμία ἐπὶ τῶν φαύλως πραττόντων
5399011 δραχμη
: καὶ γὰρ ἠδίκησέ με . πόρνοι μεγάλοι Τιμαρχώδεις Θεόδωρος δραχμὴ χαλαζῶσα ἀγάμητον ἀλείπτριαν ἀντίκλειδες ἀντίπαις ἀπφία , ἀπφίον δεῖπνον
ἐὰν μὲν ὥστε παίζειν καὶ δοκεῖν ἑαυτῷ κάλλιστον εἶναι , δραχμὴ σταθμῷ : ἐὰν δὲ μᾶλλον μαίνεσθαι καὶ φαντασίας τινὰς
5398711 Σεπτεμβριου
, ἀπὸ δὲ τοῦ Ἰουνίου τὸ θέρος , ἀπὸ δὲ Σεπτεμβρίου τὸ φθινό - πωρον , ἀπὸ δὲ Δεκεμβρίου τὸν
Ἀπὸ τῆς ιγʹ τοῦ Ἰουνίου μηνὸς ἕως τῆς ιγʹ τοῦ Σεπτεμβρίου , λέγεται Θέρος , οὕτινος ζῴδιά εἰσι ταῦτα :
5392731 διωρυγες
στόμια τῶν διωρύγων , ταχὺ δὲ κλείοιτο , καὶ αἱ διώρυγες ἀεὶ μετριάζοιεν ὥστε μήτε πλεονάζειν ἐν αὐταῖς τὸ ὕδωρ
: ἐφεξῆς δὲ Μώμεμφις καὶ Μωμεμφίτης νομός : μεταξὺ δὲ διώρυγες πλείους εἰς τὴν Μαρεῶτιν . οἱ δὲ Μωμεμφῖται τὴν
5385445 κλωνια
ἀλλὰ καὶ τάχιστα ἀποκάεται : λεπτὰ γὰρ καὶ αὐτὰ τὰ κλωνία καὶ ἁπαλὰ τῇ φύσει καὶ ὅλον τὸ δένδρον οὐ
ὀρθόν , ἐπὶ τῆς κορυφῆς ἔχον τρία ἢ τέτταρα νέα κλωνία ἀσινῆ , διεστηκότα ἀπ ' ἀλλήλων . οὕτω δὲ
5297092 Ἰουνιου
τοῦ Ταύρου εἰσβολὴν πρὸς τοὺς Διδύμους τοῦ ἡλίου φησίν , Ἰουνίου εʹ : εἰ δὲ ἄροτον τὸν σπόρον φησί ,
ἐν Διδύμοις ἡμέρας λαʹ ὥρας ιϚʹ . εἰς τὸν Καρκίνον Ἰουνίου κγʹ ὥρᾳ νυκτερινῇ δʹ : καὶ μένει ἐν Καρκίνῳ
5276632 ἡμιεκτον
Δείναρχος ἐν τῇ Κατὰ Καλλισθένους εἰσαγγελίᾳ . . . . ἡμίεκτον καὶ ἡμιμέδιμνον : Δείναρχος ἐν τῇ Κατὰ Καλλισθένους εἰσαγγελίᾳ
βώλους ἀργίλου ξηρᾶς , μέχρι διάβροχοι γένωνται , μέτρον ὡς ἡμίεκτον εἰς ἀμφορέα : ἐπειδὰν δ ' ἀφεψήσῃς , πιεῖν
5247494 νησια
Παράπλους ἀπὸ Ἑρμαίας ἥμισυ ἡμέρας εἰς Καρχηδόνα . Ἔπεισι δὲ νησία ἐν τῇ Ἑρμαίᾳ ἄκρᾳ , Ποντία νῆσος καὶ Κόσυρος
' ἀνατολῆς ἐπὶ δύσιν . εἰσὶ δὲ αἱ μὲν Κλεῖδες νησία δύο προσκείμενα τῇ Κύπρῳ κατὰ τὰ ἑωθινὰ μέρη τῆς
5236883 Λημνος
; ὡς εὐπρέπης νιν ἀμφέπει ! ! ! ! Ἡ Λῆμνος τὸ παλαιὸν εἴ τις ἄλλη [ Εὐξάμην ] τάδε
ἤγειρεν γάρ τοί μ ' οἶνος μὴ συμμιχθεὶς Ἀχελώῳ . Λῆμνος κυάμους τρέφουσα τακεροὺς καὶ καλούς . Ἐνταῦθα δ '
5229689 Δρουεντια
πως τῷ Ῥοδανῷ : μῆκος τὸ μέχρι δεῦρο ἀπὸ τοῦ Δρουεντία σταδίων ἐστὶν ἑπτακοσίων . οἱ μὲν οὖν Σάλυες ἐν
χώραν τῶν τε Ἄλπεων καὶ τοῦ Ῥοδανοῦ μέχρι μὲν τοῦ Δρουεντία ποταμοῦ Σάλυες οἰκοῦσιν ἐπὶ πεντακοσίους σταδίους : πορθμείῳ δὲ
5175109 τριετεις
τοῦτο ὡσαύτως ἐργάσηται , καθαίρεσθαι μὲν τοὺς αὐτοὺς καθαρμούς , τριετεῖς δὲ ἀπενιαυτήσεις διατελεῖν . κατελθὼν δὲ ὅ τι τοιοῦτον
πολυκαρπεῖ καὶ καλλικαρπεῖ . Τούτῳ τῷ μηνὶ βλαστολογεῖν χρὴ τὰς τριετεῖς ἀμπέλους , ἔτι ἁπαλῶν ὄντων τῶν βλαστῶν . τινὲς
5139705 ὀμφακες
δισυλλάβως . ὄμφακας βλέπειν : οἷον αὐστηρὸν καὶ δριμύ , ὄμφακες γὰρ τὰ ἄωρα τῶν βοτρύων καὶ ὄξινα . ὄζειν
πέρι γλῶχες τελέθουσι τούς τε θέρει σπείρουσιν , ὅτ ' ὄμφακες αἰόλλονται , οἷα Διώνυσος δῶκ ' ἀνδράσι χάρμα καὶ
5104583 προβατειον
Μυελὸν αἴγειον περίχριε καὶ ἰᾶται : ἢ στέαρ αἴγειον ἢ προβάτειον ἀποβρέχων εἰς ὕδωρ θερμὸν ἐπιτίθει , ἢ λινοσπέρμου χυλὸν
μίξας εἰς τὰ αὐτὰ λείοις χρῶ . ἄλλο . ἀστράγαλον προβάτειον καύσας ὁμοίως χρῶ . ἄλλο . κριθὰς ὀπτήσας μεθ
5090299 Μυκονος
στιχηδὸν κειμέναις , ὧν Εὔβοια , Ἄνδρος , Τῆνος , Μύκονος , Ἰκαρία , Σάμος , Μυκάλη : ἡ δὲ
εἶεν τοῦ Ἡγήτορος νῆσοι : ὁ δὲ εἶπε , Μία Μύκονος . Μὴ κίνει Καμάριναν : φασὶν εἶναι λίμνην τῇ
5084447 λινοζωστις
οἷόν ἐστι τὸ πολυπόδιον καὶ τὸ ἀλύπιον , ἥ τε λινοζῶστις . ἀλλὰ ταῦτα μὲν ἁπλᾶ , ἔστι δέ τινα
, καρύων ἔλαιον , οὖρον βοός , χολὴ ταύρου , λινοζῶστις , σεύτλου χυλός , καππάρεως τῶν ῥιζῶν , ἀγρίου
5057788 μϚʹ
μζʹ δʹʹ Ὑπὸ δὲ ταύτας Αὐγούστα Οὐινδελικῶν λβʹ ∠ ʹʹ μϚʹ ∠ ʹʹγʹʹ Καρρόδουνον λγʹ ∠ ʹʹγʹʹ μϚʹ ∠ ʹʹδʹʹ
μέρος περιλαβὸν νῆσον καλουμένην Πεύκην , ἧς θέσις νεʹ γʹʹ μϚʹ ∠ ʹʹ ἐκβάλλει εἰς τὸν Πόντον στόματι τῷ λεγομένῳ
5040747 Μενδησιου
τε ] ἡμῖν ηὐτρέπισται γεννικὸν ἰχθὺς τεμαχίτης καὶ σταμνία τοῦ Μενδησίου νέκταρος , εἴποι τις ἄν , πεπληρωμένα . καὶ
μὲν τοῦ Σεβριθίτου νομοῦ , μυρίους : ἐκ δὲ τοῦ Μενδησίου καὶ Σεβεννύτου , δισμυρίους : [ ἐκ δὲ τοῦ
5022834 Μαρτιου
β : λείου τῷ πρωτοϲτάκτῳ . Πέμπτην ἄγοντοϲ ἡμέραν τοῦ Μαρτίου μηνὸϲ ἐν οἴκῳ κατωγείῳ εἰϲ κακκάβην ἐλαίου κοινοῦ #
ἀπὸ τῆς ιγʹ τοῦ Δεκεμβρίου μέχρι καὶ τῆς ιγʹ τοῦ Μαρτίου χειμών : καὶ τὰ ζῴδια ταῦτα : ♑ ♒
5012522 ὀποβαλσαμον
δέ τινι ἐφάνη τις τῶν Ἁγίων λέγων , ὡς τὸ ὀποβάλσαμον πινόμενον , καὶ ταχέως διαχωρεῖ κάτω καὶ οὐ συγχωρεῖ
ἀρωματικὸς καὶ τὸ ἴρινον καὶ τὸ ἀμαράκινον ἔλαιον καὶ τὸ ὀποβάλσαμον . οὕτω μὲν οὖν ἰᾶσθαι δεῖ τὰς διὰ ψυχρὰν
5006445 Τιγρητος
ἐζευγμένην πλοίοις ἑπτά : αὗται δ ' ἦσαν ἀπὸ τοῦ Τίγρητος ποταμοῦ : κατετέτμηντο δὲ ἐξ αὐτῶν καὶ τάφροι ἐπὶ
Εὐλαίου ποταμοῦ κατὰ τὴν θάλασσαν ὡς ἐπὶ τὰς ἐκβολὰς τοῦ Τίγρητος : αἱ δὲ ἄλλαι αὐτῷ νῆες ἀνακομισθεῖσαι κατὰ τὸν
5003943 Ἐρικωδης
Στρογγύλη καὶ Εὐώνυμος , ἔτι δὲ Διδύμη καὶ Φοινικώδης καὶ Ἐρικώδης , πρὸς δὲ τούτοις Ἱερὰ Ἡφαίστου καὶ Λιπάρα ,
Στρογγύλη , Εὐώνυμος , Ἱέρα , Λιπάρα , Διδύμη , Ἐρικώδης , Φοινικώδης . . . . περὶ Σικελίαν .
4997041 ὀπτης
οὐκ ἔπεστιν ὄροφος : ἐν δὲ αὐτῷ ναός ἐστιν ἄλλος ὀπτῆς πλίνθου , ξόανα δὲ Κόρης καὶ Πλούτωνος καὶ Δήμητρός
τετράγωνον , ἧς ἦν ἑκάστη πλευρὰ σταδίων τριακοσίων , ἐξ ὀπτῆς πλίνθου καὶ ἀσφάλτου κατεσκευασμένην καὶ τὸ βάθος ἔχουσαν ποδῶν
4991449 μνα
καὶ μέγεθος μεγέθει , οὕτω καὶ ῥοπὴ ῥοπῇ : οἷον μνᾶ πρὸς μνᾶν καὶ πρὸς τάλαντον ἴση ῥηθείη καὶ ἄνισος
νήσων μία Ἄνδρος . . . . μνῶν ] ἡ μνᾶ ἐστι μέγιστον τῶν τοῦ ταλάντου μερῶν , ὡς εἰς
4963799 Φαραι
πέμπτῳ Ἰουδαϊκῆς ἀρχαιολογίας . τὸ ἐθνικὸν Φαραθονίτης καὶ θηλυκῶς . Φαραί , πόλις Μεσσήνης , ὅθεν ἦσαν οἱ Ἀφαρητιάδαι .
τοῦ η Φηραί . ὁ πολίτης Φηραῖος . εἰσὶ καὶ Φαραί Βοιωτίας . τὸ ἐθνικὸν Φάρης Φάρητος . ἔστι δ
4963259 ὑδνον
ἄλλων : πλὴν εἰ ὅλως ἔνια μὴ ἔχει , καθάπερ ὕδνον μύκης πέζις κεραύνιον . τὰ μὲν πολύρριζα καθάπερ πυρὸς
βλάχνον καλοῦσι . Θεόφραστος ἐν Φυτικοῖς : λειόφλοια , καθάπερ ὕδνον , μύκης , πέζις , γεράνειον . ΥΔΝΑ .
4953447 τετρακοσιαι
τὰς ἑπτὰ χιλιάδας , ἵνα μή τοι ἐπιδευέες ἔωσι αἱ τετρακόσιαι μυριάδες ἑπτὰ χιλιάδων , ἀλλὰ ᾖ τοι ἀπαρτιλογίη ὑπ
τῇ τοῦ Διονύσου πομπῇ διενεχθέντων . Εἶτ ' ἀργυρωμάτων ἅμαξαι τετρακόσιαι , καὶ χρυσωμάτων εἴκοσι , ἀρωμάτων δὲ ὀκτακόσιαι .
4952508 Ἀπολλωνιαδος
. Τὴν γὰρ Ἀντιόχειαν ἔχων τὴν πρὸς τῇ Πισιδίᾳ μέχρι Ἀπολλωνιάδος τῆς πρὸς Ἀπαμείᾳ τῇ Κιβωτῷ καὶ τῆς παρωρείου τινὰ
προσφερόμενον , καὶ τὸ Κερωσσὸς ὀξυνόμενον : ἔστι δὲ πόλις Ἀπολλωνιάδος : καὶ τὸ Βλῶσος βαρύτονον παρὰ τὸν βλώσω μέλλοντα
4952065 λειριοις
ἐν Μαλθακοῖς : παντοίοις γε μὴν κεφαλὴν ἀνθέμοις ἐρέπτομαι , λειρίοις ῥόδοις κρίνεσιν κοσμοσανδάλοις ἴοις καὶ σισυμβρίοις ἀνεμωνῶν κάλυξί τ
εἶναι καὶ κενόν . παντοίοις γε μὴν κεφαλὴν ἀνθέμοις ἐρέπτομαι λειρίοις , ῥόδοις , κρίνεσιν , κοσμοσανδάλοις , ἴοις ,
4951193 Ὑδατα
ἁρπυίας Βουκολέων Τρηχινίδα Τυμφρηστοῖο αἰπῆς Μοῦσαι ἐποιήσαντο καὶ ἀπροτίμαστος Ὅμηρος Ὕδατα δινήεντος ἀμευσάμενος Ἀθύραο Δεξιτερὴν ὑπερέσχε καὶ ὀχθηρῆς Γερανείης .
ʹʹδʹʹ Ἐχόμενοι δ ' αὐτῶν ἀπὸ δύσεως Αὐσητανοὶ καὶ πόλεις Ὕδατα Θερμά ιϚʹ γοʹʹ μβʹ ∠ ʹʹ Αὔσα ιϚʹ Ϛʹʹ
4946476 νομισματος
πρὸς Αἰσίαν τραπεζίτην , ᾧ καὶ Ἄρατος διὰ τὴν τοῦ νομίσματος ἐργασίαν ἐχρῆτο : παρασχόντες τούτῳ τὸ χρυσίον κατήλλασσον .
τέχνην ἐξευρήκαμεν καὶ ὅσοις ὁ ἀργυρογνώμων προσχρῆται πρὸς δοκιμασίαν τοῦ νομίσματος , τῇ ὄψει , τῇ ἁφῇ , τῇ ὀσφρασίᾳ
4946141 Σπερχειος
ειος τρισύλλαβα ἐπὶ ποταμοῦ ὀξυνόμενα δίφθογγον ἔχει , οἷον Πηνειός Σπερχειός Ὀλμειός Ἀλφειός Δενθειός . πρόσκειται ὀξύτονα διὰ τὸ Κώϊος
οὐδέτερον Δώτιον , Διονύσιος ἐν αʹ Γιγαντιάδος ” καὶ κελάδων Σπερχειός , ἔχουσι δὲ Δώτια τέμπεα ” . καὶ τὸ
4944930 κοπιδας
, ὀβελίσκους κρεάγραν , θυίαν , τυροκνῆστιν , στελεόν , κοπίδας , κύβηλιν ἀγωνιστηρίαν . Ἀριστοφάνης δὲ τὴν χύτραν κακκάβην
τυρόκνηστιν παιδικήν : στελεόν : σκαφίδας τρεῖς : δορίδα : κοπίδας τέτταρας : οὐ μὴ πρότερον οἴσεις , θεοῖσιν ἐχθρὲ
4944300 πινακισκους
πᾶσα καὶ λοπάδιον καὶ χύτρα χαλκῆ γέγονε : τοὺς δὲ πινακίσκους τοὺς σαπροὺς τοὺς ἰχθυηροὺς ἀργυροῦς πάρεσθ ' ὁρᾶν :
Φορμίσιος παρὰ τοῦ βασιλέως πλεῖστα δωροδοκήματα , ὀξύβαφα χρυσᾶ καὶ πινακίσκους ἀργυροῦς . κυάθους ὅσους ἐκλεπτέτην ἑκάστοτε σκευάρια δὴ κλέψας
4939956 Φασηλις
ἑξήκοντα πέριξ κομόωντα πετήλοις : δεύτερα Νισαίης Μεγαρηίδος : οὐδὲ Φάσηλις οὐδ ' αὐτὴ Λεύκοφρυν ἀγασσαμένη ἐπιμεμφής , Ληθαίου Μάγνητος
διὰ τὸ ὑστερεῖν νυκτὸς προσβαλόντων ἀγοράσαι τὴν γῆν οὗ ἡ Φάσηλις νῦν ἐστι , καθὰ ἡ Μαντὼ προεῖπε , παρὰ
4939112 πιπρασκεσθαι
ἐκ τῶν ἀγρῶν ἀφειμένων , τὸν μὲν ἔξω τῆς χώρας πιπράσκεσθαι , τὸν δ ' εἰς τὴν πόλιν τοῖς πλοίοις
σκόροδα γὰρ αὐτὰ λέγομεν καὶ τὸν τόπον ἔνθα συμβέβηκε ταῦτα πιπράσκεσθαι : ὁμοίως κρόκον αὐτὸ τὸ ἄνθος καὶ τὸν τόπον
4902413 πυρηνας
εὐθενεῖ καὶ οἱ καρποὶ καλλίους : ποιεῖ γὰρ καὶ τοὺς πυρῆνας ἐλάττους καὶ ὅσων ξυλώδη καὶ δερματικὰ τὰ ἐκτὸς οἷον
δὲ καὶ χαίρει γεωργούμενα . . . καὶ γὰρ τοὺς πυρῆνας ὥσπερ εἴπομεν ἐλάττους ἔχει αὐτὰ δὲ βελτίονά ἐστι .
4893956 ὀκτωκαιδεκατη
τὸ αὐτὸ σὺν ὀργῇ τῶν προτέρων ἑπτακαίδεκα , ἡ μὲν ὀκτωκαιδεκάτη τὸ κῦρος ἔμελλεν ἐπιθήσειν , ὁ δὲ Γράκχος αὖθις
ὥρας τρεῖς , ἵνα μεσουρανῇ μὲν ἡ τοῦ Ταύρου μοῖρα ὀκτωκαιδεκάτη , ἀπέχῃ δὲ κατὰ τὴν πρώτην θέσιν ἡ τῶν
4893248 κρινα
: τῷ δὲ ἱματίῳ ζῴδιά τε καὶ τῶν ἀνθῶν τὰ κρίνα ἐστὶν ἐμπεποιημένα . ὁ δὲ θρόνος ποικίλος μὲν χρυσῷ
εὐψόφως ἐπικρουσθείη . ἀλλὰ τὰ μέν : ἐν θέρει τὰ κρίνα , ἐν χειμῶνι αἱ μήκωνες καὶ τὰ πλαταγώνια αὐτῶν
4891952 τʹ
τοῦ Ἀκάμαντος , τὴν Κύπρον εὐώνυμον ἔχοντι εἰς Πάφον στάδιοι τʹ : πόλις ἐστὶ κειμένη πρὸς μεσημβρίαν : ἔχει δὲ
ἔχει καὶ ὕδωρ . Ἀπὸ Παλαιᾶς ἐπὶ τὸν Φιλεοῦντα στάδιοι τʹ . Ἀπὸ Φιλεοῦντος ἐπὶ τὰ Ἄκρα . . .
4884055 ἐσπλους
τε λιμένα παρατείνουσα καὶ ἐγγὺς ἐπικειμένη ἐχυρὸν ποιεῖ καὶ τοὺς ἔσπλους στενούς , τῇ μὲν δυοῖν νεοῖν διάπλουν κατὰ τὸ
μέγας καὶ εὔκυκλος καὶ βαθὺς καὶ ἄκλυστος , ὁ δὲ ἔσπλους ἐς αὐτὸν στεινός . τοῦτον τῇ γλώσσῃ τῇ ἐπιχωρίῃ
4883990 μνεας
' ἐλθὼν οὐδάμ ' εἶπεν “ Ἱππῶναξ , δίδωμί τοι μνέας ἀργύρου τριήκοντα καὶ πόλλ ' ἔτ ' ἄλλα ”
σε , μᾶλλον δὲ πάντως . ἀλλὰ θύλακον ράψαι τὰς μνέας ὄκως σοι μὴ αἰ γαλαῖ διοίσουσι . ἤν τ
4878337 δισμυρια
ἕξ , ταρίχων δὲ Σικελικῶν κεράμια μύρια , ἐρίων τάλαντα δισμύρια , καὶ ἕτερα δὲ φορτία δισμύρια . χωρὶς δὲ
λέγεται δὲ γενέσθαι ἡ δόσις αὕτη τῇ στρατιᾷ ἐς τάλαντα δισμύρια . Ἔδωκεν δὲ καὶ δῶρα ἄλλοις ἄλλα , ὅπως
4878238 Καλυκαδνου
ἄκραν ἣ καλεῖται Σαρπηδών . πλησίον δ ' ἐστὶ τοῦ Καλυκάδνου καὶ τὸ Ζεφύριον καὶ αὕτη ἄκρα : ἔχει δὲ
τῆς Σελευκείας ἐκεῖ μετῳκίσθησαν . εὐθὺς γάρ ἐστιν ἡ τοῦ Καλυκάδνου ἐκβολὴ κάμψαντι ᾐόνα ποιοῦσαν ἄκραν ἣ καλεῖται Σαρπηδών .
4875477 Ἰνδου
Μυτιληναῖος ἐν ταῖς περὶ Ἀλέξανδρον ἱστορίαις περὶ Καλάνου εἰπὼν τοῦ Ἰνδοῦ φιλοσόφου , ὅτι ῥίψας ἑαυτὸν εἰς πυρὰν νενημένην ἀπέθανε
ἐστιν , ὃν Νέαρχος σὺν τῷ στόλῳ παρέπλευσεν ἀπὸ τοῦ Ἰνδοῦ τῶν ἐκβολέων ὁρμηθεὶς κατὰ τὴν θάλασσαν τὴν μεγάλην ἔστε
4874773 ῥυμαι
Λεύκη . πάθος περὶ ὅλον τὸ σῶμα . Λαῦραι . ῥύμαι , ἄμφοδα . Λίνον . λύρας χορδὴ ἢ ᾠδῆς
πηλοῦ τειχίον , ὃ νῦν ἑρμακιὰς καλοῦσιν . Λαῦραι . ῥύμαι , ἄμφοδοι . Ἔλυτρον . σκέπη , θήκη ,
4870315 ἑνδεκατα
προσληπτέον ταῖς ἑτέραις , καὶ ἔσονται νηʹ ἡμέραι . σάμερον ἑνδεκάτα : ψηφίζει τὰς ἡμέρας ὁ Αἰσχίνης καὶ γίνονται ξʹ
' ἐννέα , ταὶ δὲ δέκ ' ἄλλαι : σάμερον ἑνδεκάτα : ποτίθες δύο , καὶ δύο μῆνες ἐξ ὧ
4869018 ὀξυβαφα
κοτύλη χήμας μεγάλας α # , μύστρα μεγάλα γ , ὀξύβαφα δὲ δ , κυάθους δὲ Ϛ , χήμας μικρὰς
μέγα μύϲτρον κυάθουϲ τρεῖϲ . Ἡ κοτύλη καὶ τὸ τρυβλίον ὀξύβαφα δύο . Ὁ ξέϲτηϲ κοτύλαϲ δύο . Ὁ χοῦϲ
4868382 μετωπιον
Ἔλ . ϲτυράκινον ρκδ Ἔλ . ϲικυώνιον ρκε Ἔλ . μετώπιον ρκϚ Ἔλ . μενδήϲιον ρκζ Ἔλ . μεγάλινον ρκη
. μεσόφρυον δὲ τὸ τῶν ὀφρύων μέσον , ὃ καὶ μετώπιον ὠνόμαζον . καὶ σύνοφρυς ἀνὴρ καὶ γυνή : τὸν
4861129 Πασαργαδαι
δὲ ἔθνη εἰσὶν οἱ Σάβαι , μετὰ τούτους δὲ οἱ Πασαργάδαι , πλησίον δὲ οἱ Τασκοὶ , καὶ ἄλλοι ,
τὰς τυραννίδας : οὐ γὰρ ἱκανὸν βασιλεῖ τῷ Περσῶν χωρίον Πασαργάδαι , καὶ τὸ Κύρου κάρδαμον , ἀλλ ' ἡ
4860805 Αἰθιοπος
τὸ λευκὸν θεωρεῖσθαι καὶ τὸ μέλαν , ὥσπερ ἐπὶ τοῦ Αἰθίοπος : καὶ γὰρ ὁ Αἰθίοψ κατὰ μὲν τοὺς ὀδόντας
σκώληξ σκώληκος , Κύκλωψ Κύκλωπος , μώλωψ μώλωπος , Αἰθίοψ Αἰθίοπος , χωρὶς τοῦ ἀλώ - πηξ ἀλώπεκος : τοῦτο
4859255 Θευδοσιαν
ἐκαλεῖτο , ὥς φησιν Ἡλιόδωρος ἐν τῷ περὶ ἀκροπόλεως . Θευδοσίαν : Δημοσθένης ἐν τῷ περὶ τῶν ἀτελειῶν . ἔστι
εἰς τὸν Πόντον , καὶ ὅτε παρέπλει ἡ ναῦς εἰς Θευδοσίαν ἐκ Παντικαπαίου , εἰδέναι κενὴν τὴν ναῦν παραπλέουσαν ,
4857731 Λιπαρα
τότε ἂν τὴν βίαν προσῆγον . καὶ Λιπαραίου Ἡφαίστου : Λιπάρα τόπος : ἤγουν τοῦ ἐν Λιπάρᾳ πυρός . λιπαραίου
, Διδύμη , Φοινικώδης , Ἐρικώδης , Ἱερὰ Ἡφαίστου καὶ Λιπάρα . Ἀονίῳ τμηθεῖσα ] τῷ Βοιωτικῷ τοῦ Ποσειδῶνος ,
4857293 Ἑβρου
καὶ Ἰδαίους Δακτύλους . . Πρὸς δὲ τῇ ἐκβολῇ τοῦ Ἕβρου διστόμου ὄντος πόλις Αἶνος ἐν τῷ Μέλανι κόλπῳ κεῖται
καλουμένη . Στράβων ζʹ „ ἐν δὲ τῇ ἐκβολῇ τοῦ Ἕβρου διστόμου ὄντος πόλις Αἶνος , κτίσμα [ Μιτυληναίων καὶ
4854906 σεισαι
χέρα προσβάλλοντα τρώμαν ἕλκεος ἀμφιπολεῖν . ῥᾴδιον μὲν γὰρ πόλιν σεῖσαι καὶ ἀφαυροτέροις : ἀλλ ' ἐπὶ χώρας αὖτις ἕσσαι
καλοὶ καὶ φιβαλέοι . Ἀλλ ' ὦ πάντων ἀστῶν λῷστοι σεῖσαι καὶ προσκαλέσασθαι , παύσασθε δικῶν ἀλληλοφάγων . Δουλοπόνηρον ῥυπαρὸν
4850169 πελαγιαι
δὲ καὶ πρὸς τὰς ἐκκρίσεις εὖ ἔχουσιν . σάλπαι αἱ πελάγιαι δριμεῖαι , εὔστομοι , δύσφθαρτοι , δυσδιαχώρητοι , τροφώδεις
' ἐγγὺς ἀλλήλων πρὸς ἄρκτον ἀπὸ τοῦ τῶν Ἀρτάβρων λιμένος πελάγιαι : μία δ ' αὐτῶν ἔρημός ἐστι , τὰς
4846373 Λιβυκη
καὶ Κυπριακός , καὶ Κυπριεύς καὶ Κυπρίτης . ἔστι καὶ Λιβυκὴ Κύπρος . τὸ ἐθνικὸν Κυπρίτης . Κύραυνις , νῆσος
ὥρας : διχῶς τὸ σπέρμα δύναται νοεῖσθαι , καὶ ὅτι Λιβυκὴ ἡ βῶλος , καὶ ὅτι οἷον ἀρχὴ τῆς εἰς
4844405 Ἐρυμανθου
βωτιάνειρα καὶ εὐρυάγυια Μυκήνη . ἔνθεν ἀνερχομένοιο παρ ' εἰαμενὰς Ἐρυμάνθου Σπάρτην καλλιγύναικα , φίλην πόλιν Ἀτρείωνος , κεκλιμένην ἐνόησεν
ἤπειρον . Ψωφιδίοις δὲ καὶ παρὰ τῷ Ἐρυμάνθῳ ναός ἐστιν Ἐρυμάνθου καὶ ἄγαλμα . ποιεῖται δὲ πλὴν τοῦ Αἰγυπτίου Νείλου
4836996 τπδʹ
ὀβολοὺς μηʹ , θέρμους οβʹ , κεράτια ρμδʹ , χαλκοῦς τπδʹ , νομίσματα Ϛʹ . καλεῖται δὲ ἡ # τετρασάριον
καυθέντων καὶ σβεσθέντων ὕδατι καὶ διηθηθέντος τοῦ ὕδατος , ⋖ τπδʹ , τοῦτ ' ἔστι λι δʹ , κηροῦ ⋖
4834125 λιμναι
Περουσία . προσλαμβάνουσι δὲ πρὸς τὴν εὐδαιμονίαν τῆς χώρας καὶ λίμναι μεγάλαι τε καὶ πολλαὶ οὖσαι : καὶ γὰρ πλέονται
τῆς Μυρλειανῶν χώρας : ὑπέρκεινται δὲ τῆς Δασκυλίτιδος ἄλλαι δύο λίμναι μεγάλαι ἥ τε Ἀπολλωνιᾶτις ἥ τε Μιλητοπολῖτις : πρὸς
4833836 Ἀλβα
' ἐν αὐτῇ Λατῖναι πόλεις Ὀυαρία τε καὶ Καρσέολοι καὶ Ἄλβα , πλησίον δὲ καὶ πόλις Κούκουλον . ἐν ὄψει
μάλιστα δ ' ἐν μεσογαίᾳ τῶν Λατίνων πόλεων ἐστὶν ἡ Ἄλβα ὁμοροῦσα Μαρσοῖς : ἵδρυται δ ' ἐφ ' ὑψηλοῦ
4831081 τριακοσιαι
Ἑλλήνων Ἰφικράτης ἡγεῖτο δισμυρίων . καὶ ναῦς ἠριθμήθησαν τριήρεις μὲν τριακόσιαι , τριακόντοροι δὲ διακόσιαι : τῶν δὲ τὴν ἀγορὰν
ἦν , ὡς Κτησίας ὁ Κνίδιος ἀνέγραψε , πεζῶν μὲν τριακόσιαι μυριάδες , ἱππέων δὲ εἴκοσι μυριάδες , ἁρμάτων δὲ
4821039 ὀμφακινου
χηνείου γο βʹ , τερεβινθίνης γο γʹ ςʹʹ , ἐλαίου ὀμφακίνου γο ιʹ , ἀμμωνιακοῦ θυμιάματος γο αʹ , λιβάνου
κατάχριε ἢ ἀδίαντον καὶ λάδανον ἴσα λειώσας μετ ' ἐλαίου ὀμφακίνου ἢ μυρσινίνου , ἢ σχινίνου ἐπίχριε . ἄλλο .
4819409 Τραπεζους
Μετὰ δὲ Βέχειρας Μακροκέφαλοι ἔθνος , καὶ Ψωρῶν λιμὴν , Τραπεζοῦς πόλις Ἑλληνίς . ΜΟΣΣΥΝΟΙΚΟΙ . Μετὰ δὲ Μακροκεφάλους Μοσσύνοικοι
Διοσκουριάδα ἡ λοιπὴ τῆς Κολχίδος ἐστὶ παραλία καὶ ἡ συνεχὴς Τραπεζοῦς καμπὴν ἀξιόλογον ποιήσασα , εἶτα εἰς εὐθεῖαν ταθεῖσά πως
4817596 Ἐπαφου
πόρτις εὔχεται βοός ; Ἔπαφος , ἀληθῶς ῥυσίων ἐπώνυμος . Ἐπάφου δὲ τίς . . . Λιβύη , μέγιστον γῆς
κόραν : τὴν Λιβύην : ὅτι ἡ χώρα Λιβύης τῆς Ἐπάφου τοῦ Διὸς καὶ Ἰοῦς τῆς Ἰνάχου ὁμώνυμος . εἰώθασι
4811761 βρεχουσι
γὰρ δὴ ἀεί . ῥᾷστον οὖν ἡμῖν κατὰ τὸ ὑδάτιον βρέχουσι τοὺς πόδας ἰέναι , καὶ οὐκ ἀηδές , ἄλλως
τὴν ὀστρακοκονίαν δὲ τὴν ἐπὶ τοῦ ἐδάφους χριομένην τῷ οὔρῳ βρέχουσι . Τινὲς τέφραν κληματίδων δρυὸς ἐμπάσσουσι τῷ σίτῳ ,
4810919 Βουσελου
ποιούμενος . περὶ μὲν οἶν τῶν τριῶν ἀδελφῶν τῶν τοῦ Βουσέλου υἱέων , καὶ τῶν ἐγγόνων τῶν τούτοις γενομένων ,
γάρ εἰμι τοῦ γένους τοῦ Βουσέλου . Ἅβρωνος γὰρ τοῦ Βουσέλου υἱέος ἔλαβεν τὴν θυγατριδῆν Καλλίστρατος , Εὐβουλίδου μὲν υἱὸς
4808859 Μεση
πρός τι καὶ οὐκ ὡς ἔτυχεν . Αἱ ἄλογοι . Μέση δύο . ἐκ δύο ὀνομάτων γʹ . ἐκ δύο
ὁμοίως δὲ καὶ Πτολεμαίδα τὴν ὑπὸ τοῦ βασιλέως ἐκτισμένην . Μέση δὲ κεῖται πρὸς τοὺς προειρημένους τόπους , οὐκ ἀπέχουσα
4804188 οἰνανθινον
χρηστότατον καθ ' ὃν χρόνον ἔζη Βερενίκη ἡ μεγάλη . οἰνάνθινον δὲ ἐν Ἀδραμυττίῳ πάλαι μὲν μέτριον , ὕστερον δὲ
ἐστὶν καὶ εὐστόμαχον καὶ ληθαργικοῖς χρήσιμον . τὸ δ ' οἰνάνθινον εὐστόμαχον ὂν καὶ τὴν διάνοιαν ἀπαραπόδιστον φυλάσσει . καὶ
4800949 θαμνωδη
δὲ τῷ τρίτῳ περὶ τὴν Τρωικήν φησιν Ἴδην γίνεσθαι συκῆν θαμνώδη , φύλλον ὅμοιον ἔχουσαν τῷ τῆς φιλύρας : φέρειν
, ὥσθ ' ὁμολογουμένως ταῦτα γίνεται δένδρα : καί τοι θαμνώδη γέ ἐστιν . ὁ δὲ μύρρινος μὴ ἀνακαθαιρόμενος ἐκθαμνοῦται
4799122 πολιχναι
τισὶ δικαίοις , ἔπειτα Καμαρῖνοι , αἷς ἠκολούθησαν ἄλλαι τινὲς πολίχναι μικραὶ καὶ φρούρια ἐχυρά . ἐφ ' οἷς ταραχθέντες
τὴν παλαιὰν εὐανδρίαν . ἔξω γὰρ τῆς Σπάρτης αἱ λοιπαὶ πολίχναι τινές εἰσι περὶ τριάκοντα τὸν ἀριθμόν : τὸ δὲ
4770250 ϲταθμου
εἶναι τρεῖϲ τοῦ μετρουμένου ποϲοῦ διαφοράϲ , μίαν μὲν τοῦ ϲταθμοῦ , ἑτέραν δὲ τοῦ τῆϲ ξηρᾶϲ οὐϲίαϲ οἷον χώματοϲ
μιῆϲ ἡμέρηϲ λεπτῶϲ διαιτηθέντι , μέλανοϲ ἐλλεβόρου δοτέον ξὺν μελικρήτῳ ϲταθμοῦ ὁκόϲον ὁλκὰϲ δύο : ὑπάγει γὰρ ὅδε μέλαιναν χολήν
4769919 Ἀραξου
ὄρος ἐστὶ πολύς τ ' εὐθαλὴς λειμών , ἐνθάδ ' Ἀράξου ῥεῦμα μεγαβρεμέτου ποταμοῖο , ἐξ οὗ Θερμώδων Φᾶσις Τάναΐς
τοιαύτην : μετὰ τὸ εἰρημένον πρὸς τῇ Ἀρμενίᾳ πέρας τοῦ Ἀράξου ποταμοῦ , Σάννινα . . . . . .
4763143 σξ
τὰ κα ἔτη εἰς μῆνας καὶ γίνονται οἱ πάντες μῆνες σξ , οὓς μερίζω παρὰ τὰς τοῦ ζῳδίου μοίρας λ
ʂ τῆς μείζονος ἰσότητος ποιήσας δκις , καὶ ἔστι Μο σξ # ʂ κδ ἴσ . ⃞ῳ καὶ Μο ξε
4762269 θρεψαντας
: οἱ γὰρ κριοὶ καὶ τὰς φάτνας πλήττουσι καὶ τοὺς θρέψαντας . Κακὰ μὲν θρίπες , κακὰ δ ' ἶπες
φυγάδας θήσομεν : ὡς γὰρ ἀμήτωρ ἀπάτωρ τε γεγὼς τοὺς θρέψαντας Φοίβου ναοὺς θεραπεύω . ἄγ ' , ὦ νεηθαλὲς
4759548 ξηρανθεισα
. ποιεῖ δ ' ἄκρως πρὸς συνάγχην κυνεία κόπρος λευκὴ ξηρανθεῖσα λειωθεῖσά τε καὶ σησθεῖσα , μέλιτι δευομένη καὶ διαχριομένη
ἄνθη ῥοδοειδῆ , μεγάλα : ῥίζαν μακράν , λευκήν : ξηρανθεῖσα οἴνου ὀδμὴν ἀποδίδωσιν . φύεται ἐν ὀρεινοῖς χωρίοις .
4759269 Τηνος
δεῖ διεξελθεῖν , ἀλλ ' ὑμᾶς αὐτοὺς ἀναμνησθῆναι , ὅτι Τῆνος μὲν καταληφθεῖσα ὑπ ' Ἀλεξάνδρου ἐξηνδραποδίσθη , Μιλτοκύθης δὲ
Δῆλος , Νάξος , Σίφνος , Κέως , Μύκωνος , Τῆνος , Κύθνος , Ἄμοργος , Σέριφος : κατὰ δέ
4755541 οἰνανθη
δι ' ἐνιαυτοῦ θεραπείας τυγχάνον . ὡσαύτως δὲ καὶ ἡ οἰνάνθη , καὶ γὰρ τοῦτο ἀνθικὸν μὲν ποῶδες δὲ τὴν
Βοηθεῖν δὲ προσήκει καὶ ἔξωθεν τῷ στομάχῳ ἐξησθενηκότι τοιούτοις : οἰνάνθη , βαλαύστιον , ῥόδα , κίτυνοι , μύρτοι ,
4753374 φοινικας
τῇ μὴ ὑομένῃ τῆς Λιβύης ἄλλα τε πλείω φύεσθαι καὶ φοίνικας μεγάλους καὶ καλούς : οὐ μὴν ἀλλ ' ὅπου
δὲ τὰς προδιαθέσεις , ὅτι ὁ αὐτὸς οἶνος τοῖς μὲν φοίνικας ἢ ἰσχάδας προφαγοῦσιν ὀξώδης φαίνεται , τοῖς δὲ κάρυα
4753358 πλινθου
φαρμακὸν ἀγινεῖ Ἀβδήροις ὠνητὸς ἄνθρωπος καθάρσιον τῆς πόλεως , ἐπὶ πλίνθου ἑστὼς φαιᾶς , θοίνης ἀπολαύων δαψιλοῦς , ἐπειδὰν διάπλεως
δὲ τῆς ἔξω , τοῦτο δὲ τοὺς μὲν ἐξ ὀπτῆς πλίνθου καὶ ἀσφάλτου , τοὺς δὲ ἐξ αὐτῆς τῆς πλίνθου
4751327 Παλης
δραχμὰς πεντήκοντα καὶ μενέτω , φησίν , ἐν Κορίνθῳ οἰκῶν Παλῆς Κεφαλλήνων : Παλῆς ὡς Μεγαρῆς . πόλις δὲ ἡ
: οἱ δὲ παρεσκευάζοντο αὐτοῖς ὀκτὼ ναυσὶ ξυμπλεῖν , καὶ Παλῆς Κεφαλλήνων τέσσαρσιν . καὶ Ἐπιδαυρίων ἐδεήθησαν , οἳ παρέσχον
4751102 Ἐρυκος
παρ ' Ἡρακλέος καὶ ἀπὸ Ῥηγίου διανηξαμένου Σικελίας εἰς πεδίον Ἔρυκος Ἐλύμων βασιλέως , υἱοῦ δὲ Ποσειδῶνος , Ἰταλία ἡ
Ἰδάλιον δὲ πόλις Κύπρου . Ἔρυξ δὲ πόλις Σικελίας ἀπὸ Ἔρυκος τοῦ Βούτου καὶ Ἀφροδίτης . τὸ δὲ χρυσῷ παίζους
4750729 κεδρους
ὄψιν ἀποκλίνας ἀπὸ τῶν ἡμέρων ἐν μέρει πάλιν αἰγείρους , κέδρους , πεύκας , ἐλάτας , δρυῶν ὕψη περιμηκέστατα ,
ὑποψίαι γνώμης ἀχλὺς καὶ δεσμὰ γλώττης . Ἱερὰς δὲ λέγεται κέδρους ἐκτεμὼν δημευθῆναι τὸ πολὺ τῆς οὐσίας , ὅτε δὴ
4750428 Ἑστιαια
. ὁ πολίτης Ἑσπερίτης . Καλλίμαχος ἐν τοῖς ἐπιγράμμασιν . Ἑστίαια , πόλις Εὐβοίας . Ὅμηρος „ πολυστάφυλόν θ '
ὁμολογίᾳ κατεστήσαντο : ἀτάραχον , εἰρηνικὴν ἐποίησαν . Ἑστιαιᾶς : Ἑστίαια πόλις Εὐβοίας , ἥτις νῦν Ὠρεὸς καλεῖται τοὺς ξυμμάχους
4745264 χλοερου
ἐξ αὐτῆς ἀναφύσεται πολύκλαδα καὶ πυκνά χλοεροῦ ] τοῦ χλωροῦ χλοεροῦ πρασίοιο : τρία γένη τοῦ πρασίου εἰσί , δηλοῖ
ἅψεα χερσὶν ἐϋσταλέως συνέβαλλεν , οἱ δ ' ἄφαρ ἔζωον χλοεροῦ θ ' ἅπτοντο νομοῖο . ἤδη καὶ θιάσοισιν ἐμέμβλετο
4744476 Σαγγαριου
Θυνιάδος νήσου εἰς Σαγγάριον ποταμὸν πλωτὸν στάδιοι σʹ . Ἀπὸ Σαγγαρίου ποταμοῦ εἰς Ὕπιον ποταμὸν στάδιοι ρπʹ . Ἀπὸ Ὑπίου
ἀλλ ' ἑτέραν , ἡγούμενος [ ] διὰ [ τοῦ Σαγγαρίου ] διεξιοῦσιν ? ? [ ἀκοπωτέρως ] ? ?
4743795 σερφους
τοῦ σέρφου καὶ ἐν Ὄρνισιν : εὕδει καταφαγὼν μύρτα καὶ σέρφους ἐξηγοῦνται καρπὸν τὸν σέρφον : ἔστι δὲ θηρίδιόν τι
Ἀλλ ' ἀρτίως νὴ τὸν Δία εὕδει καταφαγὼν μύρτα καὶ σέρφους τινάς . Ὅμως ἐπέγειρον αὐτόν . Οἶδα μὲν σαφῶς
4742638 ἀναπλαττονται
κοινῇ ταῖς πόλεσι καὶ τοῖς ἔθνεσι καὶ ἰδίᾳ ἑκάστῳ : ἀναπλάττονται γὰρ καὶ ἀνεγείρουσι τὰς ψυχὰς ἡμῶν εἰς ἑαυτούς ,
αἱ λεγόμεναι τῶν προφρασθεισῶν εἴ γε καὶ ἐξ αὐτῶν ἐκείνων ἀναπλάττονται . ἡ μὲν οὖν τετάρτη μετὰ τὰς ἤδη εἰρημένας
4740474 κερατιον
κεράτια ἕξ . Ὁ ὀβολὸϲ κεράτια τρία . Ἡ θέρμη κεράτιον ἓν ἥμιϲυ . Ἡ παροξὶϲ κεράτιον ἓν ἥμιϲυ .
καὶ λοξὴν εὐθεῖαν γραμμὴν τέμνουϲαν τὴν κάτω κεραίαν αὐτοῦ , κεράτιον δηλοῖ , # ε . εἰ δὲ υ ,
4731407 Κλαζομεναι
εὐϋφές . ἤτριον δὲ ἔνδυμα ὑμενῶδες . ἐκ Κλαζομενῶν . Κλαζομέναι πόλις Ἰωνίας . ἐν Μελίτῃ . Μελίτη δῆμος Κεκροπίδος
εὐϋφές . ἤτριον δὲ ἔνδυμα ὑμενῶδες . ἐκ Κλαζομενῶν . Κλαζομέναι πόλις Ἰωνίας . ἐν Μελίτῃ . Μελίτη δῆμος Κεκροπίδος
4729845 Χοιακ
ἐτελεύτα τῷ ξεʹ ἔτει . Ἄλλη . Τίτου ἔτος βʹ Χοιὰκ αʹ ὥρα θʹ ἥμισυ . Ἥλιος Τοξότῃ ηʹ ,
δυάδα , ὁ δὲ Ἀθὺρ ὁμοίως ἀπόζυγος , ὁ δὲ Χοιὰκ ἄρτιος : καὶ ἀκολούθως ἓν παρ ' ἓν τὰ
4728809 παντροφον
ὅλου τοῦ ἔτους ὀχεῖται καὶ νεοττοποιεῖ , διὰ τοῦτο καὶ πάντροφον αὐτὴν ἐνταῦθα εἴρηκεν ὁ Αἰσχύλος . Ξ πάντροφος ]
λυκαβάντων , καὶ τραφεραῖς καλάμηισιν ἐποπτεύουσι κομίζειν ὑδρηλαῖς νιφάδεσσι θαλύσια πάντροφον ὕδωρ . τῶν ἣ μὲν πολύκαρπος ἐπισταχύουσα χορεύει καὶ
4721796 Ζαραδρου
πηγὰς ἡ Κασπειρία , ὑπὸ δὲ τὰς Βιβάσιος καὶ τοῦ Ζαράδρου καὶ τοῦ Διαμούνα καὶ τοῦ Γάγγου ἡ Κυλινδρινή ,
. ρκδ λ συμβολὴ Ζαράδρου καὶ Βιδάσπου ρκε λ συμβολὴ Ζαράδρου καὶ Βιβάσιος . . ρλα λδ συμβολὴ Βιδάσπου καὶ
4721563 ἐργωδως
ἔχοντες οὐδαμῆ ἀποχωρῆσαι ἀλλ ' ἢ εἰς τὸ ὀπίσω πάλιν ἐργωδῶς . ἐπιθετέον δέ ἐστι καὶ ταῖς καθηκούσαις πρὸς τὸ
οἱ φύλακες τοὺς πλησιάζοντας τῷ προτειχίσματι : αἱ δ ' ἐργωδῶς ἀποκόπτονται . πρὸ δὲ τῶν τετραγώνων πύργων προοικοδομεῖν δεῖ
4721474 συγκατασκευαζομενος
μὲν ἔχοντες πρόσωπον , δύο δὲ πράγματα , ὥσπερ ὁ συγκατασκευαζόμενος . Μαρκελλίνου . Τῶν στοχασμῶν οἱ μὲν ἁπλοῖ ,
τοῦ τεθνεῶτος κινήσει . Τρίτος δὲ τῶν συνεζευγμένων ἐστὶν ὁ συγκατασκευαζόμενος , ὃς ὠνόμασται μὲν οὕτως ἀπὸ τοῦ δύο ἐγκλήματα
4719275 τετριμμενου
οἴνῳ πινέτω . Ἢ βατραχίου τοῦ φύλλου καὶ τοῦ ἄνθεος τετριμμένου ὅσον δραχμὴν αἰγιναίην ἐν οἴνῳ πίνειν γλυκεῖ . Ἢν
, καὶ μελίκρητον ὑδαρὲς πινέτω καὶ οἶνον γλυκὺν καὶ τοῦ τετριμμένου ὅσον στατῆρα αἰγιναῖον ἐν οἴνῳ γλυκεῖ πίνειν : ἐπὴν
4717792 μεδιμνου
νόμος διαρρήδην κωλύει παιδὶ μὴ ἐξεῖναι συμβάλλειν μηδὲ γυναικὶ πέρα μεδίμνου κριθῶν . Μεμαρτύρηται δὲ Ἀρίσταρχον μὲν πρότερον Δημοχάρους τοῦ
οὖσιν , οὐδὲ γυναικὶ παρ ' Ἀθηναίοις συναλλάσσειν πλὴν ἄχρι μεδίμνου κριθῶν , διὰ τὸ τῆς γνώμης ἀσθενές . τῶν
4717097 Ἰταλικου
ἀνὰ ⋖ κε , ἐλαίου κυπρίνου κοτύλην α , οἴνου Ἰταλικοῦ ὅϲον ἐξαρκεῖ : ϲκεύαζε καὶ χρῶ , ποτὲ μὲν
ἐπιθετικῶς ἐπὶ τοῦ ἀνέμου ἔλαβεν αὐτὸ παρ ' ἐσχατιὴν τοῦ Ἰταλικοῦ : εἰσὶ γὰρ ἐν τῇ Ἰταλίᾳ οἱ Ἐπιζεφύριοι Λοκροί

Back