' ἐλθὼν οὐδάμ ' εἶπεν “ Ἱππῶναξ , δίδωμί τοι μνέας ἀργύρου τριήκοντα καὶ πόλλ ' ἔτ ' ἄλλα ” | ||
σε , μᾶλλον δὲ πάντως . ἀλλὰ θύλακον ράψαι τὰς μνέας ὄκως σοι μὴ αἰ γαλαῖ διοίσουσι . ἤν τ |
κόκκους ἑψῶν ἐν οἴνῳ μέλανι , διδόναι πίνειν : καὶ γογγυλίδας διέφθους ποιέων ῥοφανέτω τοῦ χυλοῦ , ἀρτύσας τυρῷ ἀνάλτῳ | ||
ἐντραγεῖν , ᾤ ' , ἐγκρίδας , ῥαφανῖδας ἀπλύτους , γογγυλίδας , χόνδρον , μέλι . ἓν νόσημα τοῦτ ' |
κοτύλη χήμας μεγάλας α # , μύστρα μεγάλα γ , ὀξύβαφα δὲ δ , κυάθους δὲ Ϛ , χήμας μικρὰς | ||
μέγα μύϲτρον κυάθουϲ τρεῖϲ . Ἡ κοτύλη καὶ τὸ τρυβλίον ὀξύβαφα δύο . Ὁ ξέϲτηϲ κοτύλαϲ δύο . Ὁ χοῦϲ |
Δείναρχος ἐν τῇ Κατὰ Καλλισθένους εἰσαγγελίᾳ . . . . ἡμίεκτον καὶ ἡμιμέδιμνον : Δείναρχος ἐν τῇ Κατὰ Καλλισθένους εἰσαγγελίᾳ | ||
βώλους ἀργίλου ξηρᾶς , μέχρι διάβροχοι γένωνται , μέτρον ὡς ἡμίεκτον εἰς ἀμφορέα : ἐπειδὰν δ ' ἀφεψήσῃς , πιεῖν |
ὅτι πρὸ τῶν Δημητριακῶν καρπῶν τὰς βαλάνους ἤσθιον : ἢ πηγούς τινας παρὰ τὸ εὐπαγεῖς εἶναι . εἰσὶ δὲ δρυὸς | ||
, ὃ καλοῦσι λυγκούριον . Μαιναλίης : ὄρος Ἀρκαδίας . πηγούς : λευκούς . καὶ Ὅμηρος πηγεσιμάλλῳ . Κυνοσουρίδας : |
ἀνόδοντος ; ταῦτ ' ἔχων ἐν ταῖς ὁδοῖς ἁρπαζέτω τὰς ἐγκρίδας . τακεροὺς ποιῆσαι τοὺς ἐρεβίνθους αὐτόθεν . τίς τῶν | ||
. μνημονεύει αὐτῶν Στησίχορος διὰ τούτων : χόνδρον τε καὶ ἐγκρίδας ἄλλα τε πέμματα καὶ μέλι χλωρόν . μνημονεύει αὐτῶν |
αἱ δὲ κύνες κλαγγεῦντι : τί τὸ πλέον , ἁνίκα τήνας ὀστίον οὐδὲ τέφρα λείπεται οἰχομένας ; Νήπιον υἱὸν ἔλειπες | ||
παρὰ τὶν γενομέναν ὁμολογίαν . ὀρθῶς δέ κα ποιοῖς ἀμμιμνᾳσκόμενος τήνας τᾶς σπουδᾶς , ἡνίκα πάντας ἄμμε παρεκάλεις ποττὰν Πλάτωνος |
καὶ μὴ ἦν τοῦτο ποιεῖν , οὐκ ἂν ἐδύναντο αἱ ὄις τὰς κέρκους φέρειν . τοῦτο δὲ ποιοῦσι δι ' | ||
ἅμα λᾳοτομεῖς τῷ πλατίον , ἀλλ ' ἀπολείπῃ , ὥσπερ ὄις ποίμνας , ἇς τὸν πόδα κάκτος ἔτυψε . ποῖός |
πολλοὶ καὶ φιλέοντες Ἀκόντιον ἧκαν ἔραζε οἰνοπόται Σικελὰς ἐκ κυλίκων λάταγας . ἦν δέ τι καὶ ἄλλο κοτταβίων εἶδος προτιθέμενον | ||
ἀκράτου δύο χόας πίνους ' ἀπ ' ἀγκύλης ἐπονομάζουσα ἵησι λάταγας τῷ Κορινθίῳ πέει . Ταυτὶ καὶ τολμᾷς σὺ λέγειν |
πράττειν , τὸ δὲ κακὸν ἐκφεύγειν . παῖς τις θηρεύων ἀκρίδας περιέτυχε σκορπίῳ . ὁ δὲ τὸ τοῦ παιδὸς ἁπλοῦν | ||
τοῖς πονηροῖς κατὰ τὰ αὐτὰ προσφέρεσθαι . παῖς τις συνάγων ἀκρίδας εἷλε καὶ σκορπίον ἀντὶ ἀκρίδος . ὁ δὲ πρὸς |
κατεφρόνησεν ὥστ ' εὐθὺς ἐπὶ ταῖς ἐν τοῖς δήμοις διαψηφίσεσι δισχιλίας δραχμὰς ἔλαβε . Φήσας γὰρ Φιλωτάδην τὸν Κυδαθηναιᾶ , | ||
ἀριθμὸν ἴσοι τοῖς ἅρμασι . ναῦς δὲ ποταμίας κατεσκεύασε διαιρετὰς δισχιλίας , αἷς παρεσκευάσατο καμήλους τὰς πεζῇ παρακομιζούσας τὰ σκάφη |
διὸ καὶ Συβαρῖται , φησὶ Τίμαιος , πρὸ τοῦ πίνειν κράμβας ἤσθιον . Ἄλεξις : ἐχθὲς ὑπέπινες , εἶτα νυνὶ | ||
ἐπεσθίοντα . εὐχροεῖν , ὀρνιθοθηρᾶν , σωφρονεῖν ναὶ μὰ τὰς κράμβας δι ' ἡμέρας ῥαγδαίους ὡς οὖσα θῆλυς εἰκότως οὖθαρ |
ὁλκὸς ἐς δύσιν ἔστραπται πολιῆς ἁλός , ἄχρι κολώνης οὔρεος ἀγχιάλοιο , βαθυκρήμνου Κασίοιο . ῥηϊδίως δ ' ἄν τοι | ||
δρυὸς ὄζοις ὄμμα δράκοντος φρουρεῖ , μναμοσύνα δέ σοι τᾶς ἀγχιάλοιο Λήμνου τὰν Αἰγαῖος ἑλίσσων κυμοκτύπος ἀχεῖ , δεῦρ ' |
⌈ καὶ ταῦτα . Γ ἐκ κηθαρίου : τὰ ἐκπέταλα τρύβλια , ἃ Εὐφρόνιος κήθια : ” μικρὸν οὖν ῥοφοῦντα | ||
στέφανον διαπρεπῆ καὶ βυσσίνων ὀθονίων ἱστοὺς ἑκατὸν καὶ φιάλας καὶ τρύβλια καὶ κρατῆρας χρυσοῦς δύο πρὸς ἀνάθεσιν . Ἔγραψε δὲ |
κἀνταῦθα ἄγει αὐτὸν καὶ εἰς τοὺς θέρμους . πόσου ἡ χοῖνιξ ; χαλκοῦ φησίν : ἀνέκραγεν ὁ Διογένης εὐτελής γε | ||
τῶν πεπεδημένων : ὅτι αἱ χοινικίδες πέδαι τινές εἰσι : χοῖνιξ δὲ πᾶν περιφερὲς καὶ εἶδος μέτρου περσικοῦ : χρῶνται |
ἀλλὰ καὶ τάχιστα ἀποκάεται : λεπτὰ γὰρ καὶ αὐτὰ τὰ κλωνία καὶ ἁπαλὰ τῇ φύσει καὶ ὅλον τὸ δένδρον οὐ | ||
ὀρθόν , ἐπὶ τῆς κορυφῆς ἔχον τρία ἢ τέτταρα νέα κλωνία ἀσινῆ , διεστηκότα ἀπ ' ἀλλήλων . οὕτω δὲ |
γὰρ τὴν ὥραν γίγνονται . κατασκέψασθαι δὲ προελθόντα εἰς τὰς ὀργάδας , οὗ εἰσιν ἔλαφοι πλεῖσται : ὅπου δ ' | ||
δὶς τόσου μ ' ἐκούφισας . καὶ πῶς πρὸς Ἴδης ὀργάδας πορεύεται , πλαγχθεὶς πλατείας πεδιάδος θ ' ἁμαξιτοῦ ; |
. βʹ . κρόκου γο . βʹ . ὠῶν ὀπτῶν λεκίθους γο . δʹ . ῥοδίνου τὸ ἀρκοῦν . ἄλλο | ||
ἀκακίας χυλοῦ , μάννης ἀνὰ ⋖ α , ὠῶν ὀπτῶν λεκίθους δ . τὰ μὲν ξηρὰ λειαίνεται χυλῷ ἀρνογλώσσου , |
γ , ὀξύβαφα δὲ δ , κυάθους δὲ Ϛ , χήμας μικρὰς ἤτοι μύστρα μικρὰ ιβ . πάλιν ὁ ξέστης | ||
: πουλυπόδειον σηπιδάριον , κάραβον , ἀστακόν , ὄστρειον , χήμας , λεπάδας , σωλῆνας , μῦς , πίννας , |
ϲταθμῷ δὲ ⋖ ξʹ . Ὁ ξέϲτηϲ μέτρῳ μὲν ἔχει κοτύλαϲ βʹ , ϲταθμῷ δὲ ⋖ ρκʹ . καλεῖται δὲ | ||
ηʹ . Ὁ χοῦϲ ἔχει ξέϲταϲ Ϛʹ . Ὁ ξέϲτηϲ κοτύλαϲ βʹ , αἳ καὶ [ τρίβανα ἢ ] τρυβλία |
μάλιστα δὲ παραφυλάττειν χρὴ αὐξούσης καὶ φθινούσης τῆς σελήνης τὰς τετράδας , τὴν τοῦ ἀέρος κίνησιν τρεπούσας . Πρῖνοι καὶ | ||
” . εἰ δὲ ταῦτα κρατοίη , πάσας ἐπαινεῖ τὰς τετράδας , τὴν πρώτην , τὴν μέσην , τὴν τρίτην |
μείζονας , πάχος μεγάλου δακτύλου , λιπαρούς , εὐθαλεῖς , ἐντομὰς ἔχοντας ὥσπερ τοῦ χαρακίτου τιθυμάλλου : φύλλα δὲ λιπαρά | ||
ἕτεραι , οὐ λεῖαι τὰ ὄστρακα , ἀλλὰ ἔχουσαί τινας ἐντομὰς καὶ κοιλάδας . ὀξεῖαι δὲ αὗται τὰ χείλη εἰσί |
, τὸ ζωογονοῦν τὴν φύσιν . Φυσίζωον τὴν δωρουμένην τὰς ζειὰς , ἢ ἐκ τοῦ ἔχειν φύσιν ζωογονοῦσαν , φύουσα | ||
μήτρας , καὶ τοῦ θείου ὁκόσον ἡμιωβόλιον μίξας πρὸς τὰς ζειὰς τετριμμένας καὶ τῷ ὄξει φυρήσας , τὴν νύκτα τίθει |
κατὰ κλισμούς τε θρόνους τε , οἱ δ ' ἱέρευον ὄϊς μεγάλους καὶ πίονας αἶγας , ἵρευον δὲ σύας σιάλους | ||
οἶς μόνον , ὃ καὶ γέγονεν κατὰ συναίρεσιν ἐκ τοῦ ὄϊς , δηλοῖ δὲ τὸ πρόβατον : ταχύς : βραδύς |
μετὰ μέλιτος , θεῖον ἄπυρον μετὰ κηρωτῆς ἢ τερεβινθίνης . Ἔμπλαστρος παρ ' Εὐτυχιανοῦ διαφορητικὴ καὶ κολλητική . Ἐλαίου παλαιοῦ | ||
τῶν ἐν ὀδύνῃ μερῶν καὶ τῶν ἐν κύκλῳ χαρασσομένων . Ἔμπλαστρος μετὰ τὰς ἐπιδόσεις ἁρμόζουσα παρηγορικὴ τῶν ἀλγημάτων . Κηροῦ |
' ἐπ ' Ἀχιλλῆος , τοί ῥ ' ἔσχατα νῆας ἐΐσας εἴρυσαν ἠνορέῃ πίσυνοι καὶ κάρτεϊ χειρῶν ἔνθα στᾶς ' | ||
διὰ πάντων τῶν μεταξὺ τεταγμένων Τοί ῥ ' ἔσχατοι νῆας ἐΐσας εἴρυσαν ἠνορέῃ πίσυνοι καὶ κάρτεϊ χειρῶν , αὐτὼ μὲν |
μύστροις χρυσοῖς . ὁρῶν οὖν τὴν δυσχωρίαν ὁ Κάρανος κελεύει σπυρίδας ἡμῖν καὶ ἀρτοφόρα διὰ ἱμάντων ἐλεφαντίνων πεπλεγμένα δοθῆναι , | ||
ἔστιν εἰπεῖν : ἕτερον γὰρ ἡ ῥιπίς . ἀλλὰ καὶ σπυρίδας πλέκειν καὶ φορμίδας καὶ φορμίσκια καὶ φορμίσκους καὶ ταλάρους |
τὸ πάχος ὅμοιον φιλύρᾳ , δι ' ὃ καὶ τὰς κίστας ἐξ αὐτοῦ ποιοῦσιν ὥσπερ καὶ ἐκ τοῦ τῆς φιλύρας | ||
. : Ἀχάνας τινὲς μὲν Περσικὰ μέτρα , Φανόδημος δὲ κίστας , εἰς ἃς κατετίθεντο τοὺς ἐπισιτισμοὺς οἱ ἐπὶ θεωρίας |
πάρεστε , μὴ λαβόντες λαμπάδας μηδ ' ἄλλο μηδὲν ἐχόμενον Φιλυλλίου . οὐ λίνον λίνῳ συνάπτεις . ἐγχέλεων ἀνεψιός ἐγᾦδα | ||
ἐπιγραφάς , Θάλαττα Διοκλέους , Φερεκράτους Κοριαννώ , Εὐνίκου ἢ Φιλυλλίου Ἄντεια , Μενάνδρου δὲ Θαὶς καὶ Φάνιον , Ἀλέξιδος |
μείζων , χρῶμα δ ' ἔχει οἰνωπόν , ἡ δὲ φὰψ μέση περιστερᾶς καὶ οἰνάδος , ἡ δὲ φάττα ἀλέκτορος | ||
περιστερᾶς , χρῶμα δ ' ἔχει οἰνωπόν , ἡ δὲ φὰψ μέσον περιστερᾶς καὶ οἰνάδος , ἡ δὲ φάσσα ἀλέκτορος |
ἐμὸν βίοτον κατέχοις καὶ μὴ λήγοις στεφανοῦσα . ] Ὁ χαλκέοισιν οὐρανὸν νώτοις Ἄτλας θεῶν παλαιὸν οἶκον ἐκτρίβων θεῶν μιᾶς | ||
τῆς ὕβρεως τῆς κατ ' αὐτοῦ τὰς Λημνιάδας γυναῖκας . χαλκέοισιν δὲ ἐν ἔντεσιν : ὁπλῖται γὰρ ἔτρεχον . ὁ |
κοχώνης καὶ ἐν Σκηνὰς Καταλαμβανούσαις “ ἀλλὰ συσπάσαι δεῖ τὰς κοχώνας . ” οὐδετέρως δὲ ἔφη τὰ κόχωνα . ΓΘ | ||
νειαίρην γαστέρα , καὶ τὰ σκέλεα εἰρύαται , καὶ τὰς κοχώνας ἀλγέει , καὶ ὁκόταν ἀποπατήσῃ , ὀδύναι ἴσχουσιν ὀξέαι |
Εὔπολις ἀκαλήφας ὀνομάζει καὶ Ἀριστοφάνης , ὃ μὲν εἰπὼν κραναὰς ἀκαλήφας , ὃ δὲ ἀκαλήφαις ἐστεφάνωσθαι . Δίφιλος δὲ ὁ | ||
. Ὦ δεξιώτατον κρέας , σοφῶς γε προὐνοήσω : ὥσπερ ἀκαλήφας ἐσθίων πρὸ χελιδόνων ἔκλεπτες . Καὶ ταῦτα δρῶν ἐλάνθανόν |
. . . . μειρακίων ] παῖδας τοὺς ἀνήβους , μείρακας τοὺς ἀρξαμένους ἡβᾶν , ἕως ἂν ἐκ τῶν ἐφήβων | ||
Ἀττικοί , μάλη Ἕλληνες . μειράκια τοὺς ἄρρενας Ἀττικοί , μείρακας τὰς θηλείας Ἕλληνες . μύλος ἡ τράπεζα τοῦ μύλου |
ὑγιής : ὑγιώτερον : ζητεῖται τὸ παρὰ Σώφρονι „ ὑγιώτερον κολοκύντας „ πῶς οὐ λέγει ὑγιέστερον ; ῥητέον οὖν , | ||
' ἴδοις ἂν νιφομένους σύκων ὁμοῦ τε μύρτων : ἔπειτα κολοκύντας ὁμοῦ ταῖς γογγυλίσιν ἀροῦσιν , ὥστ ' οὐκ ἔτ |
περὶ τῆς κύλικος λεγόμενα : μηδέ ποτ ' οἰνοχόην τιθέμεν κρητῆρος ὕπερθεν . αὐτὰρ ἐπεὶ δαιτὸς μὲν ἐίσης ἐξ ἔρον | ||
χαλκήιον , μεγάθεϊ καὶ ἑξαπλήσιον τοῦ ἐπὶ στόματι τοῦ Πόντου κρητῆρος , τὸν Παυσανίης ὁ Κλεομβρότου ἀνέθηκε : ὃς δὲ |
, εὐανθὴς Μετώπα , πλάξιππον ἃ Θήβαν ἔτικτεν , τᾶς ἐρατεινὸν ὕδωρ πίομαι , ἀνδράσιν αἰχματαῖσι πλέκων ποικίλον ὕμνον . | ||
οὐκ ἀνέεργε κελεύθου ἱμείροντα μόθοιο δυσηχέος . Ὃς δ ' ἐρατεινὸν μειδιόων ἐπὶ νῆα θοῶς ὥρμαινε νέεσθαι : ἀλλά μιν |
πως ἀγαθὸν καὶ καλόν . Ὡς οὖν ἀπὸ τῆς ἀρετῆς ἀναβαίνοντι τὸ καλὸν καὶ τὸ ἀγαθόν , οὕτω καὶ ἀπὸ | ||
, ὥστε προϊόντι μὲν εἵπετο , ἐπὶ τὸ βῆμα δὲ ἀναβαίνοντι συνανέβαινεν καὶ δικάζοντι τὸ στόμα προσέφερεν . ἔπεισε δὴ |
τοῦ χρύσειος : ἀργύρειος : χάλκειος Ἰωνικῶς ἐγένοντο χρύσεος καὶ ἀργύρεος , καὶ τὸ οὐδέτερον ἔχουσιν χρύσεον καὶ ἀργύρεον , | ||
σταθμὸν εἴνατον ἡμιτάλαντον καὶ ἔτι δυώδεκα μνέας , ὁ δὲ ἀργύρεος ἐπὶ τοῦ προνηΐου τῆς γωνίης , χωρέων ἀμφορέας ἑξακοσίους |
βραχὺ γὰρ πρὸ ἡμῶν εἶχον αἱ θεαὶ βοῦς μὲν ἱερὰς τρισχιλίας , χώρας δὲ πλῆθος ὥστε λαμβάνειν μεγάλας προσόδους . | ||
: κτήσασθαι γὰρ αὐτὸν πρόβατα μὲν ἑπτακισχίλια , καμήλους δὲ τρισχιλίας , ζεύγη βοῶν πεντακόσια , ὄνους θηλείας νομάδας πεντακοσίας |
κυνῶν ἐπιδρομήν . Καρκῖνος προσενεχθείσης αὐτῷ πολύποδος βοτάνης ἀποβάλλει τὰς χηλάς . νυκτερίδες κισσοῦ θυμιωμένου θνήσκουσι . γύπες ἀπόλλυνται μύρου | ||
ἐς ἅπαν ἀφικόμενος βίας ἀπέφυγεν ἀφεὶς ταύτῃ τῷ Πουλυδάμαντι τὰς χηλάς . λέγεται δὲ καὶ ὡς ἄνδρα ἡνίοχον ἐλαύνοντα σπουδῇ |
ἄλλοι δὲ ἐρινεοῦ ὀλύνθους ὕδατι τρίψαντες εἰς τὰς ῥῖνας ὁμοίως ἐγχέουσιν . Ὁ στροφούμενος βοῦς ἐφ ' ἑνὸς οὐχ ἕστηκε | ||
διέντες τὰ στελέχη ἐπαλείφουσι , καὶ εἰς τὰς ὀπὰς αὐτῶν ἐγχέουσιν . ἐὰν τὰ στελέχη τῶν ἀμπέλων κισσῷ δασεῖ περιδήσωμεν |
Νεμείοις παγκρατίου στέφανον , οὔπω γένυσι φαίνων τερείνας ματέρ ' οἰνάνθας ὀπώραν , ἐκ δὲ Κˈρόνου καὶ Ζηνὸς ἥρωας αἰχματὰς | ||
τοῦ γάρ . ἐπεὶ Λαομέδοντα τῆς τειχοδομίας μισθὸν ᾔτησεν τὰς οἰνάνθας : Οἰνάνθη ἡ πρώτη ἔκφυσις τῆς σταφυλῆς . 〚 |
παλαιοῖς κρατῆρα κιρνᾶν , ὅτε μέλλοιεν καθεύδειν , καὶ τὰς γλώσσας τῶν ἱερείων ἐπιθύειν τῷ Ἑρμῇ καὶ ἐπισπένδειν οἶνον . | ||
Αἴσωπος δὲ μηδὲν ταραχθεὶς ἀπῆλθεν εἰς τὸ μάκελλον καὶ πάλιν γλώσσας ἀγοράσας ἐποίησεν ὡσαύτως . ἐλθόντες οὖν οἱ σχολαστικοὶ κατεκλίθησαν |
Περκώτη δὲ πόλις Τροίας , ἣν καὶ Ὅμηρός φησιν . Πιτύεια : ἡ Λάμψακος τὸ πρότερον Πιτύεια προσηγορεύετο , ἥν | ||
θαλάττῃ αἵδε * * Κεβρὴν , Σκῆψις , Νεάνδρεια , Πιτύεια . Παράπλους Φρυγίας ἀπὸ Μυσίας μέχρι Ἀντάνδρου * * |
, ἑκηβόλοις τόξοισιν Ἀταλάντην κάπρον χειρουμένην Αἰτωλόν . ἐς δὲ Προιτίδας πύλας ἐχώρει σφάγι ' ἔχων ἐφ ' ἅρματι ὁ | ||
, ἃς οὐδ ' ὁ Μελάμπους , ὃς μόνος τὰς Προιτίδας ἔπαυσε μαινομένας , καταστήσειεν ἄν . καὶ Καλλιμέδων μετ |
, ἄγαλμα πόθοιο πυρισμαράγου , ὃς σβέσεν ἀνορέαν ἰσαυδέα παπποφόνου Τυρίας τ ' ἐξήλασεν . ᾧ τόδε τυφλοφόρων ἐρατόν πῆμα | ||
' , ἠδ ' Ἀγαβάτας Ἀγαβάτανα λιπών ; ὀλοοὺς ἀπέλειπον Τυρίας ἐκ ναὸς ἔρροντας ἐπ ' ἀκταῖς Σαλαμινιάσι , στυφελοῦ |
. κατὰ στίχας : κατὰ τάγματα , κατὰ τάξεις , στὶξ ἡ τάξις , στιχὸς , στίχας . Δεκάδεσσιν : | ||
ἑκατὸν , λεγεὼν ἐκ μυρίων . λόχοισιν : ἀλλαγίοις : στὶξ ἐκ πεντακοσίων , λόχος δ ' ἐκ πεντήκοντα , |
τὸ κτυποῦν κῦμα καὶ ῥεῦμα . Πλούταρχος δὲ βοιωτάζων τὰς ὀρεινὰς ὁδοὺς τὰς στενὰς καὶ δυσάντεις ῥόθους ὀνομάζεσθαί φησιν . | ||
, καὶ Ἰσόνδαι , καὶ Γέῤῥοι : ὑπὸ δὲ τὰς ὀρεινὰς ῥάχεις Βοσπορανοὶ μὲν ἐφ ' ἑκατέρᾳ τοῦ Κιμμερίου Βοσπόρου |
ξανθοῖς μύροις χρῶτα λιπαίνων , χλανίδας θ ' ἕλκων , βλαύτας σύρων , βολβοὺς τρώγων , τυροὺς κάπτων , ᾠὰ | ||
φυλῆς καλεῖται δὲ καὶ Κύδαθον , ἐξ οὗ Ἀριστόδημος . βλαύτας . ὑποδήματα . οἱ δὲ βλαύτια , σανδάλια ἰσχνά |
γαῖαν . ” ὣς φάτο , Ποντόνοος δὲ μελίφρονα οἶνον ἐκίρνα , νώμησεν δ ' ἄρα πᾶσιν ἐπισταδόν : οἱ | ||
ϲπανίωϲ μέν , ὅτε δὲ παρεῖχεν , ὕδατι ψυχρῷ τοῦτον ἐκίρνα , καὶ τὸ ψυχρὸν δὲ ὕδωρ ἢ καὶ ὀξύκρατον |
, ἐπικορίζεσθαι Ἕλληνες . ὑδρορόη Ἀττικοί , ὑδροχόα Ἕλληνες . φαυλίας ἐλαίας τὰς ἐκ κοτίνου μεταπεφυτευμένας ἐλαίας . φιλεῖ “ | ||
, τὰ δὲ φαυλότεροι φαυλίων μήλων . καὶ Ἀνδροτίων : φαυλίας καὶ στρουθίας , καὶ πάλιν : οὐ γὰρ ἀπορρεῖ |
στράπτεν ἔρως ἡδεῖαν † ἀπὸ φλόγα , τῆς δ ' ἀμαρυγάς ὀφθαλμῶν ἥρπαζεν , ἰαίνετο δὲ φρένας εἴσω τηκομένη , | ||
ὅ ἐστι βλέπειν . . . . . ἀμάρυγμα καὶ ἀμαρυγάς , , . : ἀμάρυγμα καὶ ἀμαρυγάς : σημαίνει |
Οὗτοι ἐόντες ἐνιαυτοὶ ἑβδομήκοντα παρέχονται ἡμέρας διηκοσίας καὶ πεντακισχιλίας καὶ δισμυρίας , ἐμβολίμου μηνὸς μὴ γινομένου : εἰ δὲ δὴ | ||
ἴσα ἔχειν , τοσούτῳ δὲ ἐλάττω , ὅσῳ τὰς μὲν δισμυρίας ἐν ταῖν χεροῖν οὔσας ἐφ ' ἑαυτῷ εἶναι ἄν |
ψυχήν . ἀμβολίη : βραδυτής . ἀφαυροτέρη : ἐλάσσων . μείλια : τὰ παίγνια , δι ' ὧν οἱ παῖδες | ||
, τῷ δ ' ἀσπαστὸν ἔπος γένετ ' εἰσαΐοντι : μείλια δ ' ἔκβαλε πάντα καὶ ἀμφοτέρῃσι χιτῶνος νωλεμὲς ἔνθα |
ὀχληρῶς , μέλαιναν . Ἐπὶ τοίνυν τῶν ἀποθνησκόντων ἐκφέρειν τὰς φαρέτρας καὶ ἀριθμεῖν τὰς ψήφους : καὶ εἰ εὑρεθείησαν πλείους | ||
ἐστιν : ἡ μὲν χαλκοῦ πεποίηται , βέλος δὲ ἐκ φαρέτρας λαμβάνουσα : τῷ Διονύσῳ δὲ ὑπὸ κινναβάρεως τὸ ἄγαλμά |
συκᾶς συκάζειν : ἐπὶ δὲ πάσης ὀπώρας τὸ ὀπωρίζειν , βωλοκοπεῖν , ὀνηλατεῖν , ἀμπελουργεῖν , καὶ ὄνῳ κοπροφόρῳ ἕπεσθαι | ||
καὶ ἀμπελοστατεῖν , κηπουρεῖν , ἀλσοκομεῖν , ἐλαιοκομεῖν : καὶ βωλοκοπεῖν δὲ Ἀριστοφάνης λέγει . τὰ δὲ ἐν μέρει τούτων |
μέτρ ' ἐνέχευεν , ἀνέμισγε δ ' ἅμα βακχεῖα νεορρύτοις δακρύοισι πηγᾶν . ἔστι δὲ παρὰ τὸ Ὁμηρικόν : ἓν | ||
' αὐθέντην ἐμῶν . δὸς τούσδε τύμβωι καὶ περίστειλον νεκροὺς δακρύοισι τιμῶν πρὸς στέρν ' ἐρείσας μητρὶ δούς τ ' |
μὲν Νίκανδρόν ἐστι τὸ θαλάσσιον αἰδοῖον , Ἡρακλείδης δὲ τὰς καρίδας . Ἀριστοτέλης δὲ ἐν τῷ περὶ ζῴων μορίων φησί | ||
τὸν αἰπόλον . Πλὴν ἅπαξ πότ ' ἐν Φαίακος ἔφαγον καρίδας . Διόνυσε χαῖρε . μή τι πέντε καὶ δύο |
Ὁμήρῳ τινὲς οὕτως ἐξηγοῦνται , χαλκέῳ δ ' ἐν κεράμῳ δέδετο τρισκαίδεκα μῆνας . περὶ δὲ τὴν ὁμωνυμίαν , ὅταν | ||
τὸ Ὁμηρικὸν ἔπος γραφόμενον : Χαλκέῳ δ ' ἐν κεράμῳ δέδετο τρισκαίδεκα μῆνας . Κατέχει τὸν καρπὸν καὶ λίθος τετρημένος |
φησὶ Σώφρων . οὓς ἔνιοι θύννους καλοῦσιν , Ἀθηναῖοι δὲ θυννίδας . θυννίς . τοῦ ἄρρενος ταύτῃ φησὶ διαφέρειν Ἀριστοτέλης | ||
θυννοθήρας ἐστίν . οὓς ἔνιοι θύννους καλοῦσιν , Ἀθηναῖοι δὲ θυννίδας . ΘΥΝΝΙΣ . τοῦ ἄρρενος ταύτην φησὶ διαφέρειν ὁ |
δεῖ ἀρύεσθαι τὸν οἶνον , ἔστιν ἀρυστὴρ καὶ ἀρύστιχος καὶ κύαθος καὶ οἰνοχόη καὶ οἰνήρυσις καὶ ἔφηβος καὶ λεπαστή : | ||
' οὐ προσεφέρετο εἰ μή τις αἰτήσειεν : ἐδίδοτο δὲ κύαθος εἷς πρὸ τοῦ δείπνου , αὐτῶι δὲ πολὺ πρώτωι |
οὐδεπώποτε : καθαρώτερον γὰρ τὸν κέραμον εἰργαζόμην ἢ Θηρικλῆς τὰς κύλικας , ἡνίκ ' ἦν νέος . ἐν δὲ Κυβευταῖς | ||
οὐδεπώποτε : καθαρώτερον γὰρ τὸν κέραμον εἰργαζόμην ἢ Θηρικλῆς τὰς κύλικας , ἡνίκ ' ἦν νέος . πρὸς φθεῖρα κείρασθαι |
μετὰ τεύτλων ἕψειν τὰς ἐγχέλεις . ἔπαιξε δὲ εἰπὼν “ λοχευομένας ” ἀντὶ τοῦ “ ἑψομένας ” . Γ ἡδίστη | ||
ἥδισται εἶναι . καὶ ἀλλαχοῦ φησι “ τὰς ἐν τεύτλοις λοχευομένας ” . Γ ἐμοὶ δὲ τιμά : ἐμοὶ δὲ |
διὰ τοῦτο μεσάκτους τὰς νήσους καλεῖ . ἡμέτερα . † ἀγχιάλους καὶ μεσάκτους τὰς ἑξῆς ταύτας νήσους ὠνόμασεν , ὡς | ||
, Τήνῳ τε συνάπτους ' Ἄνδρος ἀγχιγείτων . καὶ τὰς ἀγχιάλους ἐκράτυνε μεσάκτους , Λῆμνον , Ἰκάρου θ ' ἕδος |
ὅτε πρῶτον ὀπωπήσεσθαι ἔμελλε νυμφιδίου σπείροιο παρακλίνασα καλύπτρην . Κεβληγόνου Ἀτρυτώνης Καί οἱ γείνατο κοῦρον , ὃς οὐκ ἴδεν ἠλέκτωρα | ||
δὲ λέβης κεράμοιο τετυγμένος αἱματοέσσας δεξάσθω : καὶ δῶρον ἐλάϊνον Ἀτρυτώνης ἠδὲ μέθυ Βρομίοιο καλεσσιχόρου καταχεύειν , ἐν δ ' |
. λέσχαι : Ἀ . ἐν τῷ πρὸς Νικοκλέα . λέσχας ἔλεγον δημοσίους τινὰς τόπους , ἐν οἷς σχολὴν ἄγοντες | ||
δὲ μόνον δακτύλους αὐλητικούς . ἀκλώστους στήμονας κοπραγωγοὺς γαστέρας λύω λέσχας παῦσαι δυσωνῶν αἰκῶς ἄκοος ἀκύκλιος ἀλλοκοτώτατον καὶ ἀλλοκοτώτερον ἀμφιμάσχαλος |
λίαν κατολι - γωρηθῇ . δεῖ δὲ ἐκλέγειν ἀπὸ τῶν τοκάδων τὰς εὐπαγεῖς , μεγάλας τε καὶ μεμυωμένας , καὶ | ||
λέπας οἵ τ ' ἀπὸ πέτρας κρουνοὶ καὶ βληχὴ πουλυμιγὴς τοκάδων , αὐτὸς ἐπεὶ σύριγγι μελίζεται εὐκελάδωι Πάν ὑγρὸν ἱεὶς |
Λασθένην καὶ Πανάρην , κοινῇ δὲ πάντες ἐκτίσωσιν ἀργυρίου τάλαντα τετρακισχίλια . οἱ δὲ Κρῆτες πυθόμενοι τὰ δεδογμένα τῇ συγκλήτῳ | ||
. καὶ πρῶτον μὲν ἐκ τοῦ καλάμου κατεσκεύασε πλοῖα ποτάμια τετρακισχίλια : ἡ γὰρ Ἰνδικὴ παρά τε τοὺς ποταμοὺς καὶ |
τάγηνον παρὰ τοῖς ἀρχαίοις , ἀπὸ τηγάνου τ ' ἔφασκεν ἀφύας φαγεῖν , φησὶ Φερεκράτης . Εὔβουλος : ῥιπὶς δ | ||
δ ' ἐν Ἥβας γάμῳ ἐν μεμβράσι καὶ καμμάροις τὰς ἀφύας καταριθμεῖται διαστέλλων τὸν λεγόμενον γόνον . Ἱκέσιος δέ φησι |
ὥστε καὶ ἡ μὲν ἐπὶ τῆς ΕΖ περιφέρεια τοιούτων ἐστὶν ρμε νϚ , οἵων ὁ περὶ τὸ ΑΕΖ ὀρθογώνιον κύκλος | ||
ιη ∠ ʹ τὸ δεύτερον στόμα , ὃ καλεῖται Μέγα ρμε γοʹ ιη ∠ ʹ τὸ τρίτον , ὃ καλεῖται |
' ἱππῆες , καὶ τριγλίδας ἰχθυβολῆες , κάπριον ἰχνευτῆρες , ἀηδόνας ἰξευτῆρες . ἀλλὰ σὺ μέν , Νηρεῦ , καὶ | ||
τις βρόχῳ . Τοὺς κοσσύφους δὲ καὶ τὰς εὐφώνους ἔστιν ἀηδόνας ἑλεῖν ἐν τοῖς συνεχέσι θάμνοις στήσαντα πάγην , ἧς |
ηʹ . Τὸ Ἰταλικὸν κεράμιον ἔχει χόαϲ ηʹ . Ὁ χοῦϲ ξέϲταϲ Ϛʹ . Ὁ ξέϲτηϲ [ κοχλιάρια ἢ ] | ||
λίτραϲ μηʹ . Τὸ ἡμιμέδιμνον ἔχει λίτραϲ κδʹ . Ὁ χοῦϲ ἔχει λίτραϲ δέκα . Ὁ χοῖνιξ ἔχει λίτραϲ ἕξ |
, γνώσῃ τοῖσιν αὐτέοισι σημείοισιν . Οἱ ξυγγράψαντες τὰς Κνιδίας καλεομένας γνώμας , ὁκοῖα μὲν πάσχουσιν οἱ κάμνοντες ἐν ἑκάστοισι | ||
ἔσται ὤρη ἀπολλυμένης , ταύτης χιλίους τάξον κατὰ τὰς Σεμιράμιος καλεομένας πύλας . Μετὰ δὲ αὖτις ἀπὸ τῆς δεκάτης ἐς |
γινόμεναι ἐπισεύονται καὶ ἐφέλκονται ἔφηλιν . ὁ Πλούταρχος τὰς πικρὰς ἀμυγδάλας φησὶν τὰς τοῖς προσώποις ἐξαίρειν ἐφηλίδας . * ἀργινόεσσαν | ||
δὲ τὸν Χείρωνα πεποιηκὼς τὸν εἰς Φερεκράτην ἀναφερόμενόν φησιν : ἀμυγδάλας καὶ μῆλα καὶ μιμαίκυλα καὶ μύρτα καὶ σέλινα κἀξ |
αὐτοῦ τέσσαρ ' ἔσαν , δοιαὶ δὲ πελειάδες ἀμφὶς ἕκαστον χρύσειαι νεμέθοντο , δύω δ ' ὑπὸ πυθμένες ἦσαν : | ||
δὲ θύραζε χωλεύων : ὑπὸ δ ' ἀμφίπολοι ῥώοντο ἄνακτι χρύσειαι ζωῇσι νεήνισιν εἰοικυῖαι . τῇς ἐν μὲν νόος ἐστὶ |
καρχαριῶν , νάρκη , βάτραχος , πέρκη , σαῦρος , τριχίας , φυκίς , βρίγκος , τρίγλη , κόκκυξ , | ||
δὲ δούλων πρόσωπα κωμικὰ πάππος , ἡγεμὼν θεράπων , κάτω τριχίας , θεράπων οὖλος , θεράπων Μαίσων , θεράπων Τέττιξ |
κατάπλασσε : ἄλευρον λεπτὸν ὠοῖς ὠμοῖς μίξας ἐπιτίθει : ἐλαίας ἁλμάδας μετ ' ἀλφίτων λεάνας κατάπλασσε . πρὸς δὲ τὰ | ||
πρεσβῦτα , πότερον φιλεῖς τὰς δρυπεπεῖς ἑταίρας ἢ τὰς ὑποπαρθένους ἁλμάδας ὡς ἐλαίας στιφράς ; ἤσθιον δὲ καὶ τέττιγας καὶ |
Σκορπίου χηλῶν , ἔχει δὲ καὶ δισώμου δύναμιν διὰ τὰς πλάστιγγας . καὶ ὁ μὲν αʹ δεκανὸς φέρει πρόσωπον Σελήνης | ||
Καὶ κλίμα Κυρήνης ὑπὸ χηλαῖς , Ἰταλίη χώρη τε πέλει πλάστιγγας ὑπ ' αὐτάς . ὡς δ ' ἄλλοι , |
καθαροῖς οὔασιν ἐκλύετε [ ] ? Παρνησοῦ νιφόεντος ἀνὰ ? πτύχας ? [ ] ? ἢ παρ ' Ὀλύμπου Βάκχῳ | ||
τὴν ἀλήθειαν . ταῦτα δὲ πάντα τὰ ἀπόκρυφα γράψον ἐπὶ πτύχας χαλκᾶς καὶ ἀπόθου ἐν τῇ γῆι τῆς ἐρήμου . |
τούς τε ὄρτυγας καὶ τὰς νήσσας καὶ τὰ σμικρὰ τῶν ὀρνιθίων ὠμὰ σιτέονται προταριχεύσαντες : τὰ δὲ ἄλλα ὅσα ἢ | ||
ἐν τῇ ἰδίᾳ νεοττιᾷ , ἀλλ ' εἰς τὰς τῶν ὀρνιθίων ἢ εἰς τὰς τῶν φαβῶν ἢ ὑπολαΐδων εἰσπετόμενον , |
τῷ δώρῳ τῆς χρυσῆς φιάλης . ἔνθεν καὶ κηδεστής . κᾶδός τε τιμάσας ἑόν : τὸ κῆδος . τὴν συγγένειαν | ||
ὅπως καὶ δόξῃ χαριστικός τις εἶναι παρὰ τοῖς πίνουσιν . κᾶδός τε : τὴν κατ ' ἐπιγαμίαν οἰκειότητα τιμῶν τῷ |
Ἑπτὰ δὲ καπάνας ἔτρεφον εἰς Ὀλυμπίαν . τί λέγεις ; καπάνας ; ναί : καπάνας Θετταλοὶ πάντες καλοῦσι τὰς ἀπήνας | ||
ἑπτὰ δὲ καπάνας ἔτρεφον εἰς Ὀλύμπια . τί λέγεις ; καπάνας ; πῶς ; καπάνας Θετταλοὶ πάντες καλοῦσι τὰς ἀπήνας |
Πελλήνη : πυλήνη : γαλήνη : Μυκήνη : Λευκήνη : Πριήνη : Κυλλήνη : τιθήνη : Πειρήνη ἡ πόλις : | ||
Πριηπεύς καὶ Πριαπεῖς πληθυντικῶς . καὶ ἡ χώρα Πριαπίς . Πριήνη , πόλις Ἰωνίας . τὸ ἐθνικὸν Πριηνεύς καὶ Πριήνιος |
δέ φησιν ἐν Ἁλίαις γίνεσθαι πόλει φοίνικας , ἐν Ἀθήναις γλαῦκας . ἡ Κύπρος ἔχει πελείας διφόρους , ἡ δ | ||
ἔπειτα Νιγρίνῳ γράψας βιβλίον ἔπεμπον , εἰχόμην ἂν τῷ γελοίῳ γλαῦκας ὡς ἀληθῶς ἐμπορευόμενος : ἐπεὶ δὲ μόνην σοι δηλῶσαι |
Χελιδόνιοι : ἔθνος Ἰλλυρικόν : . . . εἰσὶ καὶ Χελιδόνιαι πέτραι . . . δύο δέ εἰσι κεκλημέναι ἡ | ||
ἧς ἐμνήσθημεν ἐπάνω . Εἶθ ' Ἱερὰ ἄκρα καὶ αἱ Χελιδόνιαι τρεῖς νῆσοι τραχεῖαι , πάρισοι τὸ μέγεθος , ὅσον |
κλύσαι τῷ ὕδατι . Ἢ ἐλατήριον , ἢ κέστρον δύο πόσιας , ἑψεῖν ἐν ὕδατι ὅσον δύο κοτύλῃσι , καὶ | ||
οἴνῳ καὶ ὕδατι κλύσαι . Ἕτερον : ἐλατήριον ὅσον δύο πόσιας ὕδατι διεὶς , κλύσαι . Ἕτερον : κολοκυνθίδας ἀγρίας |
ῥεφάνου φλοιοῦ . . . . ⎭ κόψον καὶ μῖξον ταυροκόλλης δραχ . δʹ καὶ χρῶ . Ἡ πιτυρίασίς ἐστι | ||
πτύγμα καὶ ἐπίδεσμον . Ἄλλο . Κηροῦ ⋖ η , ταυροκόλλης ⋖ Ϛ , ἀλόης ⋖ ε , τερεβινθίνης ⋖ |
ὀνυχίτιδος λεγομένης εὑρέθη χρυσοκόλλητα καὶ φιάλαι καὶ ψυκτῆρες πολλοὶ καὶ ῥυτὰ καὶ κλίναι καὶ θρόνοι κατάκοσμοι καὶ ἵππων χαλινοὶ καὶ | ||
ποτήρια παντοδαπὰ μικρὰ κθʹ , [ ἄλλα ποτήρια μικρά ] ῥυτὰ καὶ βατιάκαι Λυκιουργεῖς ἐπίχρυσοι καὶ θυμιατήρια καὶ τρυβλία . |
πάντες [ οἱ μετὰ Κύρου ] εἶχον καὶ προμετωπίδια καὶ προστερνίδια : εἶχον δὲ καὶ μαχαίρας οἱ ἱππεῖς Ἑλληνικάς . | ||
στόμα κεχηνὸς πάμμεγα ὡς καταπιόμενος τοὺς θεατάς . ἐῶ λέγειν προστερνίδια καὶ προ - γαστρίδια , προσθετὴν καὶ ἐπιτεχνητὴν παχύτητα |
. Εὔβουλος δ ' ἐν Κατακολλωμένῳ : ἀλλ ' εἰσὶ φιάλαι πέντε , τραγέλαφοι δύο . Μένανδρος δ ' ἐν | ||
ἐκπωμάτια καὶ ποτήρια καὶ κώθωνες καὶ κότυλοι καὶ κοτυλίσκοι καὶ φιάλαι καὶ κύλικες καὶ κυλίσκαι καὶ κυλίσκια καὶ σκύφοι καὶ |
τρία τάλαντα ἀργυρίου καὶ τετρακοσίους κυζικηνοὺς καὶ ἑκατὸν δαρεικοὺς καὶ φιάλας ἀργυρᾶς τέτταρας , ἐδεόμην αὐτοῦ ἐφόδιά μοι δοῦναι , | ||
, ἐστεφανωμένοι , φέροντες οἱ μὲν οἰνοχόας , οἱ δὲ φιάλας , οἱ δὲ θηρικλείους μεγάλας , πάντα χρυσᾶ . |
ἐδίωκεν ὡς συγγένοιτο , αἱ δὲ τοῖς θεοῖς εὐξάμεναι πρὸς πελειάδας μετήμειψαν . Ζεὺς δὲ τῆς κακοπαθείας οἰκτείρας αὐτὰς ἐν | ||
ἤκουον , τάδε δὲ Δωδωναίων φασὶ αἱ προμάντιες . Δύο πελειάδας μελαίνας ἐκ Θηβέων τῶν Αἰγυπτιέων ἀναπταμένας τὴν μὲν αὐτέων |
πρημνάδας τὰς θυννίδας ἐπὶ δεῖπνον ἡκούσας ὑπερπληθεῖς . . . πρημνάδας δὲ τὰς θυννίδας ἔλεγον . Πλάτων Εὐρώπῃ : ἁλιευόμενός | ||
τριχίαν ὀνομάζει . Νικοχάρης Λημνίαις : τριχίας δὲ καὶ τὰς πρημνάδας τὰς θυννίδας ἐπὶ δεῖπνον ἡκούσας ὑπερπληθεῖς . . . |
σηπιδάριον , κάραβον , ἀστακόν , ὄστρειον , χήμας , λεπάδας , σωλῆνας , μῦς , πίννας , κτένας ἐκ | ||
καλεῖσθαι , ὑπὸ δ ' Ἀθηναίων κρείους . τὰς δὲ λεπάδας ὁ Ἱκέσιος τῶν προειρημένων εὐεκκρίτους μᾶλλον εἶναι , τὰ |
. φύλλου ἀρτάβη . ὀποῦ σιλφίου δύο μναῖ : κυμίνου ἀρτάβη : σιλφίου τάλαντον σταθμῷ . μύρου ἐκ μήλων γλυκέων | ||
δὲ οὕτως : πυραμίνων ἀλεύρων καθαρῶν τετρακόσιαι ἀρτάβαι ἡ δὲ ἀρτάβη ἡ Μηδικὴ μέδιμνός ἐστιν Ἀττικός : τῶν δὲ δευτέρων |
# η , τερεβινθίνης # η , πεπέρεως λευκοῦ κόκκους ρξ . τὸ ὕπερον ἀλείφων γλευκίνῳ κόπτε . Ἰσχιαδικοὺς ἐν | ||
∠ ʹ ἡ δὲ ὡς ἐπὶ τὰ Κάσια ὄρη ἐκτροπὴ ρξ μθ ∠ ʹ ἡ δὲ ἐν τούτοις πηγή . |
ὀργίλους ἢ τὰς περὶ τὸν θυμὸν οὔσας ἀγαπητάς . τὰς περιθύμους ] τὰς ἐκ πλείστου θυμοῦ γενομένας . θ τὰς | ||
περιθύμους ] τὰς ἐκ πλείστου θυμοῦ γενομένας . θ τὰς περιθύμους ] ὀργίλας , τὰς ἐκ ψυχῆς ῥηθείσας . Ξ |
ἐς τὴν ἕω κακοπαθῆσαι . ταλαιπωρουμένῳ δὲ αὐτῷ περὶ ταῦτα Καλουίσιος μὲν οὐδ ' ὣς ἐγιγνώσκετο προσπλέων , οὐδὲ ἀπὸ | ||
, οὔτε σφαττομένῳ οὔτε μετὰ ταῦτα , ὅτι μὴ Σαβῖνος Καλουίσιος καὶ Κηνσωρῖνος . Οὗτοι δὲ ἐπιφερομένων τῶν περὶ Βροῦτον |
ἐν Ἥβης γάμῳ , λεκίδα κἐμβάφια δύο , ἐν δὲ Σκίρωνι καὶ πηλίνων λεκίς : ἐν δὲ τοῖς Δημιοπράτοις λέκος | ||
τῆς πόλεως ψηφίσασθε . Λύσαντες ἐκ Μουνιχίας ἑσπέρας λαμπρῷ σφόδρα Σκίρωνι περὶ μέσην ἡμέραν κατήχθημεν εἰς Κορησὸν τὴν Κείων . |
ἡσυχῆ φθεγγόμεναι . Βαλὼν εἰς λίτραν μίαν πορφύρας διοβόλου λίτραν σκωρίας σιδήρου εἰς οὔρου δραχμὰς ζʹ , ἐπίθες ἐπὶ πυρᾶς | ||
ἄλλο . ψιμυθίου ⋖ αʹ . λιθαργύρου ⋖ γʹ . σκωρίας μολίβδου ἢ μολίβδου κεκαυμένου ⋖ γʹ . πάντα δὲ |