| ἡμέρα . καὶ μέγα βοώσας παραπλέων τὰς ἡδονάς πλατὺν γέλωτα καταχέω τῶν δογμάτων . ἀλγῶ δὲ καὶ τῆς οὐχ ὁρωμένης | ||
| Φέρε νυν , νόμος γάρ ἐστι , τὰ καταχύσματα ταυτὶ καταχέω σου λαβοῦσα . Μηδαμῶς . Ἐμοῦ γὰρ εἰσιόντος εἰς |
| κινδύνου , οὐδὲ παίδων αὐτῶν , ὧν τὸ τῆς ἡλικίας ἄωρον ἄγειν βιάζεται πολλάκις καὶ θηρῶν ὀφθαλμοὺς εἰς συμπάθειαν : | ||
| ἐμβάλλει κόλπον . Θρᾴκης . Βόλβης ] λίμνη Θρᾳκική . ἄωρον ] παρὰ καιρόν . Στρυμόνος ] Στρυμὼν , ποταμὸς |
| . τὸ ” βρῦν “ πρόσφθεγμα παιδικῶν καὶ νηπίων . πρόσφθεγμα παιδικόν . βρῦν εἴποις ] δι ' οὗ ἐμφαίνουσι | ||
| θρηνεῖ . αἴλινα : ἤτοι θρηνητικά . ἱὴ παιῆον : πρόσφθεγμα καταφρονοῦντος ? ? . ἀναβάλλεται : ὑπερτίθεται . πέτρος |
| Παρήχησις δέ ἐστι κάλλος ὁμοίων ὀνομάτων ἐν διαφόρῳ γνώσει ταὐτὸν ἠχούντων . γίνεται δέ , ὅταν δύο ἢ τρεῖς ἢ | ||
| ; ἀλλ ' ὥσπερ αὐλοῦ , φασί , καὶ ὀργάνου ἠχούντων ὁ αὐλὸς οὐκ ἐξακούεται διὰ τὸ μείζονα ἦχον ἔχειν |
| τοῖς Λουκιανοῦ διαλόγοις . ἐπειδὴ γὰρ διάλογος ὄνομα οὐκ ἂν ἥρμοζε πᾶσι τοῖς εἰδυλλίοις πολλὰ γὰρ αὐτῶν οὐκ εἰσὶ διαλογικά | ||
| τε σώματα καὶ τοὺς τόπους καὶ τοὺς χρόνους ταῦθ ' ἥρμοζε λέγειν : οἱ δὲ πάντα εἰς ἀμερῆ καταλήγειν ὑπειληφότες |
| τὰ χρήματά μου ἐξαναλοῦν δυναμένην . ἵππερόν ] ἵππουρον . ἵππερόν ] ἱππικὸν ἔρωτα καὶ ἱππικὴν νόσον : παρ ' | ||
| ' οὐκ ἐπείθετο τοῖς ἐμοῖς οὐδὲν λόγοις , ἀλλ ' ἵππερόν μου κατέχεεν τῶν χρημάτων . νῦν οὖν ὅλην τὴν |
| πολλὰ γάρ ἐστιν ἐν αὐτῇ τὰ τοῦ λογισμοῦ θεάματα καὶ ἀκούσματα . Τοῖς μὲν σταδιοδρομοῦσιν ἐπὶ τῷ τέρματι τὸ βραβεῖον | ||
| εἷς ἄνθρωπός ἐστιν . Τὰ μὲν οὖν ἄλλα θεάματα καὶ ἀκούσματα ἑνὸς ἑκάστου ἔργου τὴν ἐπίδειξιν ἔχει : ἢ γὰρ |
| πεσόντος ὁ τὴν πλησίον αὐτοῦ ἔχων στάσιν ἀδελφὸς συμπλέκεται τῷ καταβαλόντι , καὶ τυγχάνουσιν ἀμφότεροι κατὰ τὸν αὐτὸν χρόνον πληγὰς | ||
| , ἡ δὲ πιστὴ τὰς ἀμοιβὰς ἀποδοῦναι τῷ τὸ σπέρμα καταβαλόντι , οὕτω καὶ τῶν ψυχῶν αἱ μὲν ἄγονοι χαρίτων |
| μέλας τὴν χρόαν , μουσικὸς τὴν γλῶτταν . κέκληται δὲ ἀγρεὺς δικαίως : τῷ γάρ τοι μέλει αἱρεῖ τῶν ἄλλων | ||
| μέλας τὴν χρόαν , μουσικὸς τὴν γλῶτταν . κέκληται δὲ ἀγρεὺς δικαίως : τῷ γάρ τοι μέλει αἱρεῖ τῶν ἄλλων |
| ἐμεῖο συνήρπασται εἰς κτητικὴν σύνταξιν : ἄμεινον γὰρ τῷ ῥήματι συντάσσειν Ὁμηρικώτερον λειπούσης τῆς περί προθέσεως , ὡς τὸ τίσασθαι | ||
| τὸ μητρῷον γάλα , μέχρις ἂν εὐσταθήσῃ τὸ σῶμα , συντάσσειν ἄτοπόν ἐστιν . διὸ καὶ Δαμάστην ἐπιμεμπτέον κελεύοντα παραχρῆμα |
| μέλος πέμψω πενθητῆρος , σεβίζων καὶ διὰ θρήνου τιμῶν τὰ λαοπαθῆ καὶ ἁλίτυπα βάρη τῆς γέννας τῆς πόλεως , ἤγουν | ||
| ἔχοντες πρὸς θρήνους . δαίμων ] ἡ τύχη μεταβέβληται . λαοπαθῆ ] τὰ πάθη τῶν λαῶν σέβων . ἁλίτυπά τε |
| ὥστε οὐκ εἰδέναι , ὅτι τὰ Ἀναξαγόρου βιβλία τοῦ Κλαζομενίου γέμει τούτων τῶν λόγων ; καὶ δὴ καὶ οἱ νέοι | ||
| αἵματος . πέφυρται : μολύνεται , γίνεται , σμίγεται , γέμει . Φοινίσσαις : γράφεται φοίνιος . φοίνιος : αἱματώδης |
| τῶν στυφόντων τὸ ἔργον εἴη ἄν , ἀλλὰ τῶν ἐσχάρας ποιησόντων φαρμάκων τὸ ἔργον ἐστίν . χρὴ δὲ πάνυ εὐλαβῶς | ||
| ὅπως προσιόντα ἀπωθοίης . ὥστ ' οὐδὲν ἔδει γραμμάτων τῶν ποιησόντων φιλίαν , ἀλλ ' ἐπειδὴ καὶ χρήσῃ φανέντι καὶ |
| βαστάζοντες ἔχουσιν ἐν ἄγγει πρὸς τὰ μαδαῖα ἕλκη , καὶ μυσαρὰς δὲ νομὰς πληροῖ προκαθαῖρον . κἂν σκόλοπες θραυσθῶσιν ὑπ | ||
| : ὅσσα Κιθαιρῶνος δὲ κατὰ πτύχας ἔργα γυναικῶν , ἢ μυσαρὰς κείνας , τὰς ἀλλοτρίας Διονύσου , μητέρας οὐχ ὁσίως |
| καὶ δημοσίᾳ δεῖξαι ἐτόλμησεν : ἐς τοσοῦτόν τε μανίας καὶ παροινίας προὐχώρησεν , ὡς πρῶτον μὲν τὴν πατρῴαν προσηγορίαν παραιτήσασθαι | ||
| φέρων ἐμαυτὸν ἐπέδωκα εἰδὼς τοὺς ἐπὶ τοῖς συμποσίοις θορύβους καὶ παροινίας . ἐπὶ σοῦ δὲ μόνου εἰκότως ἀγανακτῆσαί μοι δοκῶ |
| Πραξιφάνης φησίν , ἀντὶ μυγμῶν παρελαμβάνοντο οἱ τοιοῦτοι σύνδεσμοι καὶ στεναγμῶν , † ὥσπερ τὸ αἲ αἲ καὶ τὸ φεῦ | ||
| . ἢ δειξάτωσαν ἐν τῇ βουλῇ τοῦ βασιλέως πίθον καὶ στεναγμῶν καὶ δακρύων , ὥσπερ ἐγὼ ἂν ἐπιδείξαιμι ζωῆς καὶ |
| προέκρινε . . ἐφορεύειν ] ἐπιστατεῖν . . ἀμφὶ δὲ νόστῳ ] ταράσσεται , φησὶ , καὶ θορυβεῖται ἡ ψυχὴ | ||
| Ὀρφεύς κέκλετ ' Ἀπόλλωνος τρίποδα μέγαν ἔκτοθι νηός δαίμοσιν ἐγγενέταις νόστῳ ἔπι μείλια θέσθαι . καὶ τοὶ μὲν Φοίβου κτέρας |
| σύνταξιν ἀπέδωκεν . ἢ τὰ τύραννα σκῆπτρα ἀντὶ τοῦ τὰ βασιλικά Τινὲς λέγουσι τὸ προς , οὐ πρὸς τὸ αὑτοῦ | ||
| , νέα καὶ πολύτροπα καὶ ἐμπορικά , ἡ δὲ Σελήνη βασιλικά , προβεβηκότα , θηλυκά , ὁ δὲ Ἥλιος βασιλικά |
| . Ἐνταῦθα δὲ κινήσει μὲν κινεῖται , ἀπούσης δὲ ἠρεμεῖ ἐστερημένον τῆς ὀφειλομένης κινήσεως . Ἔπειτα δὲ ὁρᾶν δεῖ , | ||
| ἤγουν καταστρέψειεν ὁ αἰών , ἀντὶ τοῦ ὁ χρόνος , ἐστερημένον γενεᾶς , πότμον ἐφάψας , ἤγουν συντυχίαν θανάτου ἐπαγαγών |
| σε , οὕτω καὶ πανόδυρτον νῦν μέλος πέμψω πενθητῆρος , σεβίζων καὶ διὰ θρήνου τιμῶν τὰ λαοπαθῆ καὶ ἁλίτυπα βάρη | ||
| εὐφήμουν σε , οὕτως νῦν πανόδυρτον μέλος πέμψω πενθητῆρος . σεβίζων καὶ διὰ θρήνου τιθεὶς τὰ λαοπαθῆ καὶ ἁλίτυπα βάρη |
| ὦ βούτα , συγκάτθανε δῶρα τὰ Μοισᾶν , παρθενικᾶν ἐρόεντα φιλήματα , χείλεα παίδων , καὶ στυγνοὶ περὶ σῶμα τεὸν | ||
| κόρον , καὶ οὐδέν ἐστιν , ἐὰν ἐξέλῃς αὐτοῦ τὰ φιλήματα : φίλημα δὲ καὶ ἀόριστόν ἐστι καὶ ἀκόρεστον καὶ |
| τῶν πτερύγων οἰωνὸν ] τὸν γῦπα ᾧ ἐπωχεῖτο γνώμῃ ] θελήματι ἐμῷ στομίων ] χαλινῶν ἄτερ ] χωρίς εὐθύνων ] | ||
| , ὃ ζητῶ , βουλῇ τῇ σῇ ἀναπέπαυμαι . εἶδον θελήματι τῷ σῷ τὴν εὐλογίαν ταύτην λεγομένην . Ὦ πάτερ |
| ἐνεχθεὶς ὁ Θράσυλλος καὶ τὴν ἀρχὴν φυσικὴν ποιησάμενος τὸ τέλος συνέπλεξεν . Ἱκανῶς μὲν οὖν ἡγοῦμαι καὶ ἀφθόνως τὰς τῶν | ||
| φησὶ γὰρ κοίτης μικρὸς ἐν μικρῷ , καὶ ἐπιτίμησιν αὐτῷ συνέπλεξεν , ὥσπερ μήποτε ὤφελε , φησίν , ἀλλὰ πρότερον |
| ῥήματος ἐξ οὗ γίνονται , οἷον πλήξω οἰστροπλήξ οἰστροπλῆγος , παραπλήξ παραπλῆγος , λαοπλήξ λαοπλῆγος , ἀκανθοπλήξ ἀκανθοπλῆγος , βουπλήξ | ||
| οἷον , ἁρματοπήξ : κλινοπήξ : ξυμπήξ : ἀκανθοπλήξ : παραπλήξ : μολυβδοτήξ : κεραμοτήξ : εὐθήξ : φιλοθήξ : |
| . „ συμβολικῶς ἐστιν ὁ ποταμὸς οὗτος ἡ ἀνδρεία : ἑρμηνευθὲν γὰρ τὸ Γηὼν ὄνομά ἐστι στῆθος ἢ κερατίζων : | ||
| μετὰ σπουδῆς δεῖν θύειν τὸ Πάσχα , τὸ δέ ἐστιν ἑρμηνευθὲν διάβασις , ἵν ' ἀνενδοιάστῳ γνώμῃ καὶ προθυμίᾳ συντόνῳ |
| χάριν ἀνυσιμώτερον . εἰ γὰρ τὰ ἄγρια τῶν θηρίων συνηθείᾳ τιθασεύεται , πολὺ μᾶλλον ταύτῃ μαλαχθείη καὶ γυνή . ἔχει | ||
| αὐτῷ γέρας , ᾧ καὶ τὰ ἐξηγριωμένα πάθη κατεπᾴδεται καὶ τιθασεύεται . πολὺ βέλτιον ἦν ἀνθ ' ὅπλων κηρύκεια ἀναδῦναι |
| ἀπαίδευτον καὶ φαυλόνουν . σκαλαθυρμάτι ' ] μικρὰ καὶ εὐτελῆ παίγνια . ⌈ καὶ ἐκ τούτου δὲ διαβάλλει Σωκράτην , | ||
| ἐπὶ τῶν σκωπτικῶν . Τέλλης γὰρ αὐλητὴς ἐγένετο , ὃς παίγνια κατέλιπε χάριν ἔχοντα . Ἄδακρυς πόλεμος : ἐπὶ τῶν |
| καὶ ἐν γένους παραλλαγῇ καὶ ἀριθμοῦ : τοῦ εἵνεκα σὺ στεναχίζων , τῆς ἕνεκεν καὶ νῆες τῶν ἐν συλην ! | ||
| ἐΐσκεις ; ἀλλὰ πατὴρ τεός εἰμι , τοῦ εἵνεκα σὺ στεναχίζων πάσχεις ἄλγεα πολλά , βίας ὑποδέγμενος ἀνδρῶν . ” |
| τῷ πολέμῳ συντελοῦσιν ἀγωνιστάς : ἐκεῖναι δὲ κάμνουσι καὶ ζῶσι περιδεῶς , ἐν αἷς οἱ σπουδαῖοι τῶν πολιτῶν ἐν ἴσῳ | ||
| πλοῦν εἰς Σικελίαν εὐτυχῶς καὶ ναῦς ἔχων μεγάλας ἐπελαγίζετο , περιδεῶς ἔχων μὴ πάλιν αὐτὸν σκληροῦ δαίμονος προσβολὴ καταλάβῃ . |
| ἑξῆς καθήψατο τῶν ἐν τοῖς λόγοις περὶ τούτων γυμναζομένων , ἀμελούντων δὲ τῶν ἔργων , ὡς ἐν τούτῳ τοῦ φιλοσοφεῖν | ||
| ἀπόντων , καὶ τοῖς ἐθέλουσι πονεῖν καὶ κινδυνεύειν τὰ τῶν ἀμελούντων . καὶ γάρ τοι ταύτῃ χρησάμενος τῇ γνώμῃ πάντα |
| ὑμῶν αὐτῶν „ . οὐκοῦν αἱ κατηγορίαι ἀριθμῷ τέτταρες , ἀπείθεια καὶ ἐρεθισμὸς καὶ συμβολῶν εἰσφορὰ καὶ μέθη . μεγίστη | ||
| ἐν τριήρει ὁ μὲν αὐλὸς ἕν , πολλὴ δὲ ἡ ἀπείθεια : καὶ ἐν ἅρματι , ἡνιόχου τέχνη , ἓν |
| πράγματος . Τούτων οὖν οὕτως ἐχόντων οἱ φιλόσοφοι περὶ τῆς ἀνάρθρου φωνῆς οὐ διαλαμβάνουσιν οὔτε δὲ περὶ τῆς ἐνάρθρου καὶ | ||
| δὲ τὸ ὀρεχθεῖν ὡς ποιεῖν : ἔστι δὲ μίμημα φωνῆς ἀνάρθρου . Ὅμηρος : πολλοὶ μὲν βόες ὀρέχθεον . δεῖ |
| κλισίη πυρὶ κάτθεσαν . ” λέγεται δὲ οὕτως καὶ ἡ ἔπαυλις , ἀπὸ τοῦ κλίνεσθαι τὰ θρέμματα . κλίσιον . | ||
| φλιά . καὶ τὸ ἐν τοῖς ζυγοῖς . καὶ ἡ ἔπαυλις . σταφυλή : ὁ καρπός . καὶ τὸ τεκτονικὸν |
| ὅτι θνητὸς ἔφυς σὸν θυμὸν ἀέξαι , τερπόμενος μύθοισι : φαγόντι τοι οὔτις ὄνησις . καὶ γὰρ ἐγὼ κακὸς εἰμὶ | ||
| ὅτι θνητὸς ἔφυς σὸν θυμὸν ἄεξε , τερπόμενος μύθοισι : φαγόντι σοι οὔτις ὄνησις . καὶ γὰρ ἐγὼ ῥάκος εἰμί |
| τὸ Γ ὀξύνεται προσηγορικὰ ὄντα : νυγμός φραγμός τιναγμός ἀλαλαγμός ὑλαγμός διωγμός . σεσημείωται τὸ ὄγμος βαρυνόμενον , καὶ τὸ | ||
| τὸ Γ ὀξύνεται προσηγορικὰ ὄντα : νυγμός φραγμός τιναγμός ἀλαλαγμός ὑλαγμός διωγμός . σεσημείωται τὸ ὄγμος βαρυνόμενον , καὶ τὸ |
| ἃ δ ' οὕτως σκληρὰ καὶ ταραχώδη καὶ πανταχοῦ μεστὰ ἀηδίας εὑρήκασι , τούτων ὡς τάχιστα παύσασθαι , μὴ τὸ | ||
| , εἰς μετάληψιν ἡμῖν προσεφέροντο , ἀφάτου μὲν δυσωδίας καὶ ἀηδίας πλήρη , μεστὴν δὲ σκωλήκων καὶ πολλῇ σαπρίᾳ συμπεφυρμένην |
| , ἢ ποντίοις δάκεσι δὸς βοράν , μηδέ μοι φθονήσῃς εὐγμάτων , ἄναξ . ἄδην με πολύπλανοι πλάναι γεγυμνάκασιν , | ||
| λόγων ἐπῃσθόμην πρὸς ἔξοδον στείχουσα , Παλλάδος θεᾶς ὅπως ἱκοίμην εὐγμάτων προσήγορος . Καὶ τυγχάνω τε κλῇθρ ' ἀνασπαστοῦ πύλης |
| Ἡφαίστου φλογὶ καθωσιώθη καὶ τὰ πόπανα καὶ τὰ προθύματα . προθύματα δὲ ἤτοι τὰς ὀλύρας , παρὰ τὸ προθύεσθαι τῶν | ||
| τέμενος ᾗμεν τοῦ θεοῦ . Ἐπεὶ δὲ βωμῷ πόπανα καὶ προθύματα καθωσιώθη , πελανὸς Ἡφαίστου φλογί , κατεκλίναμεν τὸν Πλοῦτον |
| μέλος , ἤγουν ὡς πρώην εὐφήμουν σε , οὕτως νῦν πανόδυρτον μέλος πέμψω πενθητῆρος . σεβίζων καὶ διὰ θρήνου τιθεὶς | ||
| τὰ σώματα τῶν Περσῶν . . ἥσω ] πέμψω . πανόδυρτον ] πάγκλαυτον μέλος , ἤγουν ὡς πρώην εὐφήμουν σε |
| πόλις διέχουσα Σινώπης σταδίους ἐννακοσίους . Ἀμισηνός : λέγεται καὶ Ἀμίσιος . . . ἀμήστρατος : πόλις Σικελίας . τὸ | ||
| . . [ τὸ ἐθνικὸν ] Ἀμισηνός : λέγεται καὶ Ἀμίσιος , ὣς Φίλων ἐν τῷ Περὶ πόλεων . Τίος |
| ποταμὸν εἰσρυῇς , ὥσπερ ὕδρος , οὐδ ' ἂν ἑτέραν προσλάβῃς μείζω τῆς Ἀσίας ἤπειρον , τὸν Ὠκεανὸν διανηξάμενος . | ||
| τύπτουσιν : ἐὰν γὰρ τρέψῃς τὸ μεν εἰς σιν , προσλάβῃς δὲ καὶ ἐν τῇ παραληγούσῃ τὸ υ τὸ τύπτομεν |
| τινα θρήνων σοφιστὴν πολλὰς συνειλοχότα παλαιὰς συμφορὰς τούτῳ συναγωνιστῇ καὶ χορηγῷ τῆς ἀνοίας καταχρῶνται , ὅπη ἂν ἐκεῖνος ἐξάρχῃ πρὸς | ||
| τροφῆς μήτε ἀπολαῦσαι μήτε συνόλως σπάσαι , πρὶν ἀπάρξασθαι τῷ χορηγῷ , διδόντας μὲν οὐδέν , αὐτοῦ γὰρ τὰ πάντα |
| τῶν πεδίων ταῖς μὲν ὑδρείας χάριν ταῖς δ ' ἐξόδων λαθραίων , ὧν ἐν μιᾷ Μάριος πολιορκούμενος ἀπέθανε . ταῖς | ||
| γεωργιῶν τῶν ἐπὶ ξένης , τὸ δὲ δʹ περὶ πραγμάτων λαθραίων ἢ σκολιῶν , τὸ δὲ πέμπτον περὶ πραγματείας ἢ |
| , ὅπου ταχυτὴς ποδῶν ἁμιλλᾶται καὶ ἀκμαὶ ἰσχύος γενναῖα καὶ ἀνδρικὰ ἐργαζόμεναι . τοῦτο γὰρ τὸ θρασύπονοι . ὁ δὲ | ||
| πυνθανόμενοι τὴν πρόφασιν τῆς νούσου , ἀλλ ' ὡς τὰ ἀνδρικὰ νοσήματα ἰώμενοι : καὶ πολλὰς εἶδον διεφθαρμένας ἤδη ὑπὸ |
| ἃ ἐξήγαγεν τὰ ὕδατα κατὰ γένη αὐτῶν , καὶ πᾶν πετεινὸν πτερωτὸν κατὰ γένος . καὶ ἴδεν ὁ θεὸς ὅτι | ||
| ἐλυπήθη , ὅσον ἐπὶ τῆς ἀμύνης : χερσαία γὰρ οὖσα πετεινὸν διώκειν ἠδυνάτει . διόπερ πόρρωθεν στᾶσα , ὃ μόνον |
| καρτερίᾳ , τῷ τῶν καλῶν ἔρωτι , τῇ πρὸς τὰ σεμνότατα ὁρμῇ : ταῦτα γάρ ἐστιν ὁ τῆς ψυχῆς ἀκήρατος | ||
| καὶ φαύλης ἐκείνης ἦλθεν ὑμετέρα καὶ σοφὴ καὶ μεγάλη καὶ σεμνότατα φέρουσα τῷ κεκτημένῳ . τί γὰρ εὐτυχέστερον ἢ τὴν |
| αὐτὴν ἡμέραν γιγνομένης τε τῆς μάχης τῆς ἐν Πλαταιαῖς καὶ νικώντων τῶν περὶ Μυκάλην Ἑλλήνων . ἐστρατήγει δὲ ἐπὶ τῆς | ||
| ὡς ἐδόκει , τῶν πολεμίων ἄφνω τὴν μάχην ὑπὸ τῶν νικώντων διαλυθῆναι : αὐτὸς δὲ λέγεται παρὰ τὴν φυγὴν ἐγχρίμπτων |
| κλῶνας καμπτόμενος καὶ τῶν βοστρύχων τοὺς ἑλικτῆρας ἐκ μετώπου κεχυμένους ἀναστέλλων γέλωτος δὲ ἔμπλεως , ὃ δὴ καὶ παντὸς ἦν | ||
| ' ἐστὶ θεῖος , ἄγγελος ποδηγετῶν καὶ τὰ ἐν ποσὶν ἀναστέλλων , ἵνα ἄπταιστοι διὰ λεωφόρου βαίνωμεν τῆς ὁδοῦ ἀκρίτους |
| ἐκφυγόντεςὡς μὲν γὰρ ἐν θεάτρῳ κλωσμὸς συριττόντων , καταμωκωμένων , ἄμετρα χλευαζόντων , ὡς δὲ ἐν εἱρκτῇ πληγαὶ κατὰ τῶν | ||
| ὅμοιον τῷ ὁμοίῳ μετρίῳ ὄντι φίλον ὑπάρχει , τὰ δὲ ἄμετρα οὔτε ἀλλήλοις οὔτε τοῖς συμμέτροις δύναται ἐφαρμόσαι . Εἰσὶ |
| σώματος . οὕτω Σωρανός . ὁ δὲ Ἡρακλείδης ἀπὸ τοῦ μαστεύειν τὶ ὑπ ' αὐτὴν , ἐπειδὴ οἱ ὑφαιρούμενοί τι | ||
| , ἀδελφοῦ δὲ βλάστην ἐρασμιωτέραν φύσαντος , εἴ μοι δοίητε μαστεύειν , καὶ ἐξεῦρον καὶ ἰδοὺ ἔχω καὶ ἰδοὺ προσορῶ |
| ἀποικίαν ἐστείλαντο καὶ ἔκτισαν τὸ Σμίνθιον : τὴν γὰρ ἐπιγαμίαν ἑκοντὶ ἐποιήσαντο . ἡ δὲ ἱστορία οὕτως ἔχει . κλῶπα | ||
| κακοῦ τῇ ἑταιρίᾳ ὁ τοῦ τρισαριστέως υἱός : καὶ τὸ ἑκοντὶ εἰς τοῦτο γεγονότα τὸν πατέρα πρὸς τὸν αὐτοῦ φόνον |
| . βάρη ] δυστυχήματα . γέννας ] τῆς γενεᾶς . πενθητῆρος ] † τῆς πολυπενθοῦς . κλάγξω ] ἠχήσω . | ||
| ὡς πρώην εὐφήμουν σε , οὕτως νῦν πανόδυρτον μέλος πέμψω πενθητῆρος . σεβίζων καὶ διὰ θρήνου τιθεὶς τὰ λαοπαθῆ καὶ |
| δὲ προσκρούουσι πρὸς κύμασι στυγνῆς καὶ χαλεπῆς μανίας θολεροὶ καὶ συγκεχυμένοι , τουτέστιν ὑπὸ τοῦ χειμῶνος τῆς μανίας ἀναταραχθεῖσα τὸν | ||
| οἱ συλλογισμοὶ ἀτελεῖς , ὡς αὐτῷ δοκεῖ , ἀλλὰ μόνον συγκεχυμένοι εἰσὶν ἐν αὐτοῖς οἱ ὅροι . Μετὰ δὲ τὸ |
| ἥρπαζε τὴν γῆν πᾶσαν τῶν ἀγρῶν 〚 Προμηθέως 〛 καὶ ἐδαπάνα . τοῦτόν ποτε Ἡρακλῆς τὸν ποταμὸν διορύξας δι ' | ||
| ἔρωτα ἀφανιστικὸν ἵππων . ἵππερον : τουτέστι τῷ ἱππικῷ ἔρωτι ἐδαπάνα τὰ ἐμὰ χρήματα : τοῦτο γάρ ἐστι τὸ ” |
| ἕως ἀμολύντου . πρὸς πολλὰ ποιεῖ τὸ φάρμακον . μὴ καταφρονήσῃς τῆς εὐτελείας τῶν εἰδῶν . ποιεῖ δὲ καὶ τὸ | ||
| ἡ δὲ Ἑλένη καὶ ποιμέσι καὶ κιθαρῳδοῖς : μηδὲ δούλων καταφρονήσῃς , ἵνα κἂν διὰ σὲ δοκῶσιν ἐλεύθεροι , ἀλλὰ |
| παντὸς γὰρ λόγου μακροῦ μεῖζον εἰς ἐγκώμιον τὸ δεῖσαι μὴ παράφρων τῇ λύπῃ γενοίμην . ἔδει μέντοι σε τὸν τοῦτον | ||
| μεθυσκόμενον , τῆς Ἥρας αὐτῷ τὸ μεθύσκεσθαι εἰσηγησαμένης ἵνα γένηται παράφρων . ὠργίζετο γὰρ αὐτῷ ἡ Ἥρα ὡς υἱῷ τοῦ |
| χρυσόκερων ] ὅταν ὑπέρ τινων καλῶν εὐχαριστήρια θεοῖς θύωσι , σφάττουσι βοῦν χρυσόκερων : ἐμὲ οὖν , φησίν , ὡς | ||
| ἅπαξ τῶν τειχῶν γένωνται , πυρπολοῦσι πάντα καὶ παίουσι καὶ σφάττουσι καὶ ἐξελαύνουσιν , οἷα εἰκὸς ἁλισκομένης ψυχῆς καὶ ἐξηνδραποδισμένης |
| τοῖς κοινοῖς θροοῦμαι , τοῦτο παρὰ τοῖς ποιηταῖς θρεῦμαι καὶ θρέομαι . Ξ ἄχη ] λύπας . ἄχη ] τὰ | ||
| παρθένων ἡλικία πρὸς φόβον , μάλιστα δὲ πρὸς πολιορκίαν . θρέομαι : θρηνῶ , βοῶ διὰ τὰ φοβερὰ καὶ ἐκπληκτικά |
| [ καὶ λαμπάδα ] : καὶ τούτου νόμος ἦν μόνου φείδεσθαι τοὺς πολεμίους . Ἐπὶ τοίνυν τῶν πανωλεθρίᾳ διεφθαρμένων καιρὸν | ||
| βαρβάρου περιεσόμενος : ὅτι γὰρ μάλιστα προσῆν αὐτῷ τὸ μὴ φείδεσθαι χρημάτων τὸ παρὸν διαθεῖναι ἐσπουδακότι . καὶ οὗτοι μὲν |
| τῶν κουρέων . μινυρίζειν μὲν λέγουσι τὸ ἠρέμα προσᾴδειν , μινύρεσθαι δὲ τὸ θρηνεῖν : τὸ δ ' αὐτὸ καὶ | ||
| ἀλύω . παραστατεῖ ] ἔρχεται . ἀείδειν ] λέγειν . μινύρεσθαι ] κλαίειν . ἀντίμολπον ] τὸ ἐναντιούμενον πρὸς τὸν |
| Εἰ δ ' ἐθέλεις ἕτερόν τοι ἐγὼ λόγον ἐκκορυφώσω καὶ πληρώσω : ἢ ἐξ ἀρχῆς ἄρξομαι , ἢ συντόμως ἐρῶ | ||
| , ὁ μέλλων σώσω , σωτὸς , ἄσωτος : ὡς πληρώσω πληρωτὸς , ἀπλήρωτος . Ἅμαξα , ἄξω , ἄξα |
| θρῖον : ὀπτήσω δ ' ἐκεῖ . Ἔνεγκε δεῦρο τὼ πτερὼ τὠκ τοῦ κράνους . Ἐμοὶ δὲ τὰς φάττας γε | ||
| χαλεπῶς τύπτουσιν . εἰπὼν δὲ τοῦτο τύπτει αὐτόν . . πτερὼ μὲν οὖν : ἀντὶ τοῦ πτερὰ τὼ μάστιγε παρέλαβεν |
| ἀτυχίαις , ἢ ὑπερωρίσθαι ; Τοιγάρτοι τί τῶν ἀνελπίστων καὶ ἀπροσδοκήτων ἐφ ' ἡμῶν οὐ γέγονεν ; οὐ γὰρ βίον | ||
| γλυκείας ἀνταλλαγῆς , ὢ τῆς ἀνεξιχνιάστου δημιουργίας , ὢ τῶν ἀπροσδοκήτων εὐεργεσιῶν : ἵνα ἀνομία μὲν πολλῶν ἐν δικαίῳ ἑνὶ |
| ὥστε καὶ τοὺς νεκροὺς νομίζειν προσδεῖσθαι γυναικῶν καὶ τὴν Πολυξένην σφάττειν ἐπὶ τῷ τάφῳ τοῦ Ἀχιλλέως . ἔφη δὲ τοὺς | ||
| πολλοὶ πολέμιοι συνειλεγμένοι , καὶ τελευτῶν ἐχαλέπαινεν . οἱ δὲ σφάττειν ἐκέλευον : οὐ γὰρ ἂν δύνασθαι πορευθῆναι . ἐνταῦθα |
| ὅτι Προσήγγελκά σε . ἀμέλει δὲ καὶ τὰ ἐκ τῆς γυναικείας ἀγορᾶς διακονῆσαι δυνατὸς ἀπνευστί . καὶ τῶν ἑστιωμένων πρῶτος | ||
| ἀνδρὸς ἀναλαβεῖν δόξαν καὶ τόλμαν , τὸν δ ' ἄνδρα γυναικείας ψυχῆς ἀσθενέστερον γενέσθαι . Παραπλησία δὲ ταύτῃ τῇ διαθέσει |
| ἀντὶ ἐπιτάσεως λέγουσι , ἵν ' ᾖ : ὑπερτρέμω ἰδεῖν αἵματα , φόνους , θανάτους τῶν φίλων ὀλλυμένων τοῖς ἐναντίοις | ||
| τοῦ φόνου τούτου . κικλήσκων ] καλῶν . αἱματολοιχὸς ] αἵματα λείχων , φόνων ἐπιθυμῶν . ἰχώρ ] ἤγουν φόνος |
| γαστὴρ καὶ ἐν οἷς τόποις ὀρέξει τούτους ὁ ἀπολαυστικὸς καὶ μανικὸς ἔρως τῆς ἀκορέστου τροφῆς . γένυς : στόμα , | ||
| κατέχων τὸ βῆμα , ὡς μὴ εἰπεῖν ὅτι ὀλέθριος καὶ μανικὸς ἄνθρωπος οὗτος ἦν : οὐδὲ ἡ σύμπασα πόλις τῶν |
| ἐπιβαλλέσθω . ποιητικὰ δ ' ἐγρηγόρσεως καὶ τὰ τοιαῦτα : κνισμὸς βίαιος , τιλμὸς τριχῶν , ὁλκὴ δακτύλων , σπαραγμὸς | ||
| μάχην καὶ πληγὰς ἔχουσα , καὶ ἡδύκωμος ἡδίων , καὶ κνισμὸς καὶ ὄκλασμα : οὕτω γὰρ ἐν Θεσμοφοριαζούσαις ὀνομάζεται τὸ |
| δυσσεβὴς δορυφόρος εἰς δυοῖν δέοντα τετταράκοντα , τούτῳ δὲ τρίτου προσάψασθαι μόνον ἐπὶ τοῦ μείζονος θρόνου δέδωκας , ὃν ἔδει | ||
| τῶν εὐδοκιμεῖν παρὰ τῷ δήμῳ θελόντων , ἑκάστου σπεύδοντος καὶ προσάψασθαι τῆς ἐσθῆτος . ἀναβὰς οὖν ἐπὶ τὸ βῆμα τὸ |
| μὴ εἶναι κακὸν μηδὲ ἀνόσιον ἀληθῆ μὲν λέγει οὐ μὴν ἐπάξια αὐτοῦ , ὥσπερ ὁ λέγων αὐτὸν ἀγαθὸν καὶ ἐπιστήμονα | ||
| σοφοῦ ψυχῇ ἀμίαντα . καὶ καθαρά , ταύτῃ καὶ τιμῆς ἐπάξια εὑρίσκεται , ἐν δὲ ἄφρονος ἀκάθαρτα καὶ μεμιασμένα καὶ |
| πάντα νουθετητὴν καὶ σωφρονιστὴν λόγον . Μωυσῆς δὲ „ τὰ βδελύγματα Αἰγύπτου θύσειν τῷ θεῷ „ φησί , τὰς ἀρετάς | ||
| ἀπόστητε ἀπὸ Κυρίου , ἐν πάσῃ κακίᾳ πορεύεσθε , ποιοῦντες βδελύγματα ἐθνῶν , ἐκπορεύοντες ἐν γυναιξὶν ἀνόμων , καὶ ἐν |
| ἔσται γάρ , ἔσται κεῖνος αἰῶνος χρόνος , ὅταν πυρὸς γέμοντα θησαυρὸν σχάσῃ χρυσωπὸς αἰθήρ , ἡ δὲ βοσκηθεῖσα φλὸξ | ||
| . Καὶ πρὸς τοὺς κριοὺς ἀντίκεινται τύλαι καὶ σακκία , γέμοντα ἄχυρα καὶ ψάμμον , πρὸς δὲ τοὺς παλλίωνας ἤτοι |
| , καὶ οὐδέποτε , καθάπερ τὰ ἄλλα ζῶα , ἅπαξ ἡμερωθεὶς ἀγριοῦται . τὰ δὲ τικτόμενα ἐξ αὐτοῦ γίνεται ἐκείνῳ | ||
| οὐχ ἥκιστα καὶ ἐντεῦθεν ἀποδεικνὺς τὴν τοῦ ζῴου ἰδιότητα . ἡμερωθεὶς ἐλέφας πραότατόν ἐστι , καὶ ἄγεται ῥᾷστα ἐς ὅ |
| ἰδέαν ] κατὰ σῶμα . σῶμα πίονες . . . ἀσελγῶς ] οὐ φυσικῶς , ἀλλ ' ἐξ ἀσελγείας περανῶ | ||
| ἦν ἡμῖν πρὸς ἀλλήλους : νομίζειν γὰρ οὐδένα ἀνθρώπων οὕτως ἀσελγῶς καὶ βιαίως οὐδενὶ τῶν πολιτῶν χρήσασθαι , μὴ μεγάλου |
| Καππαδοκίαν ταῦτα ἐπράττετο , ἐστασίασαν δὲ πρὸς ἀλλήλους τῷ αὐτῷ ζήλῳ καὶ [ μίσει ] Λαοδικεῖς μὲν κατὰ Συρίαν Ἀντιοχέων | ||
| πράξεσιν ἀκαταμαχήτοις καὶ σκληραῖς . ἄλλως : χρῆται ὁ ποιητὴς ζήλῳ Ὁμηρικῷ : μετὰ γὰρ τὴν πρὸς τὴν Μοῦσαν ἐρώτησιν |
| Δ . δὲ ἐκ τῆς τῶν μεταρσίων παρατηρήσεως πολλὰ προλέγων Σοφία ἐπωνομάσθη : ὑποδεξαμένου γοῦν αὐτὸν φιλοφρόνως Δαμάσου τοῦ ἀδελφοῦ | ||
| μοι , μήτε ἰατρῶν μήτε γραμμάτων ὡς ἄνθρωποι δεόμεναι . Σοφία δὲ ἄρκτου καὶ ἐκεῖνο : διωκομένη μετὰ τῶν σκυλάκων |
| † γνώμη . χρὴ οὖν ἐν νηνεμίᾳ καθιστάναι τὴν ψυχὴν ἀποστρέφοντα [ τὴν ψυχὴν ] τοῦ θυμοῦ , ἐπιλαμβανόμενον ἑαυτοῦ | ||
| τῶν πτηνῶν καὶ τῶν ἰχθύων , καὶ τὰ τὴν ὄρεξιν ἀποστρέφοντα καὶ κόρον ἐμποιοῦντα , καὶ τὰ ἐν ὄγκῳ μείζονι |
| χρόνον ἑορτάζει , συνειδήσει τῶν ἀδικημάτων ἀγχόμενος καὶ τῇ ψυχῇ κατηφῶν , εἰ καὶ τῷ προσώπῳ μειδιᾶν καθυποκρίνεται . ποῦ | ||
| ὁ κηδεμὼν καὶ παραιτητὴς τὸν ἡγεμόνα ἐπανῄει χαίρων ἅμα καὶ κατηφῶν : ἐγεγήθει μὲν γὰρ τὴν ἱκεσίαν τοῦ θεοῦ προσιεμένου |
| : οὕτω γὰρ ἂν καὶ ἡ ὄρεξις φυλαχθήσεται καὶ οὐ προσκορὴς ἔσται ἡ τοῦ γάλακτος χρῆσις πάντα δυναμένη : καὶ | ||
| ἀκοὴν δύναιτο . δεῖ δὲ αὐτὰ μήτε ἀπισῶσθαι παντάπασιν : προσκορὴς γὰρ ἡ ὁμοιότης : μήτε ἀσυμμετρίᾳ τῶν μεγεθῶν προιέναι |
| ἡ ὁδός , οἴμη δὲ ἡ ᾠδή . οἶκτος καὶ οἰκτισμὸς διαφέρει . οἶκτος μὲν γάρ ἐστιν οἰκτιζομένου ἔλεος , | ||
| οἰκτισμὸς διαφέρει . οἶκτος μὲν γάρ ἐστιν οἰκτιζομένου ἔλεος , οἰκτισμὸς δὲ ὁ λόγος ὁ τοῦ οἰκτείροντος . οἴνη καὶ |
| ἑκάτερον εἰς δύο διαιρεῖται . τῶν γὰρ συμβεβηκότων τὰ μὲν γνωστικά πως τῶν ὑποκειμένων εἰσίν , ὥσπερ τὸ ὀρθοπεριπατητικόν , | ||
| τὰ παρὰ τῷ δημιουργῷ ταῦτα οὐσίαι ὑπάρχουσιν , ἐπειδὴ καὶ γνωστικά εἰσι καὶ δημιουργικὰ καὶ τῶν τῇδε προακτικά . ὁ |
| ἥξουσί μου μετὰ ταῦτα : ἄλλως : ἀντὶ τοῦ : δακρύσασα μετὰ τῶν παρθένων ἔξειμι τῆς πόλεως : ἀντὶ τοῦ | ||
| ψόφου προσιόντων τινῶν ᾔσθετο , σιέλῳ χρίσασα τοὺς ὀφθαλμοὺς ὡς δακρύσασα ἐπ ' ἐμοί , κωκύουσα καὶ τοὔνομα ἐπικαλουμένη ἀπηλλάττετο |
| παρ ' αὐτῶν τιμάς . καὶ ὁ μὲν δικαίως αὐτῶν καταφρονεῖ : δοξάζει γὰρ ἀληθῶς ὅτι κρείττων ἐστὶ τῶν ἄλλων | ||
| Κυαξάρῃ : νῦν δὲ ὡς ᾔσθετο τοὺς πολεμίους ἐπιόντας , καταφρονεῖ καὶ οὔτε τὸ στράτευμα πέμπει ἡμῖν οὔτε τὸν δασμὸν |
| κατήσθιε . πολλῶν δὲ θηρίων καταναλωθέντων ἀλώπηξ τὸ τέχνασμα αὐτοῦ συνεῖσα παρεγένετο καὶ στᾶσα ἄπωθεν τοῦ σπηλαίου ἐπυνθάνετο αὐτοῦ , | ||
| φιλοφρονούμενος τροφὴν πρόχειρον ἔχων κατήσθιεν . ἑαλωκότων δὲ πολλῶν ἀλώπηξ συνεῖσα τῆς τέχνης ἐν προθύροις μὲν φιλοφρονεῖται τὸν λέοντα : |
| Ἄρεως διὰ τῶν οἰκείων ὅπλων καὶ στρατιῶν , σφαγῶν , ἁρπαγῶν καὶ δεισιδαιμονιῶν : τοῦ δὲ τῆς Ἀφροδίτης διὰ λίθων | ||
| ἄθλιος ἐκχέῃ τὰ κατ ' ὀλίγον ἐκ πολλῶν ἐπιορκιῶν καὶ ἁρπαγῶν καὶ πανουργιῶν συνειλεγμένα . Αὐτά που σχεδὸν φῂς τὰ |
| τῶν λεγομένων . τὸν δὲ ἐμοῦ νεώτερον ἀδελφὸν Ἰουλιανὸν οὕτω παρώξυνεν εἰς φιλολογίαν , ὥστε καὶ ἐκμαθόντος ἠνείχετο τά τε | ||
| ὑπῆρχεν αὐτὸς ἔρωτι δουλωθεὶς τῆς Χρυσηΐδος , ἧττον ἂν Ἀχιλλέα παρώξυνεν ἄνθρωπος ὢν ἀγνοῶν , ἡλίκον ἐστὶν ἐραστῇ παιδικά : |
| καὶ ὅλα φασὶ μέλη βρύκων ἂν καταπίοι . τούτων οὖν πεπληρωμένος καὶ τριῶν ἡμερῶν οὐκ ἐσθίει πολλάκις , ἔστ ' | ||
| ὄντος . κεκονιμένος : οἷον σπουδάζων πάνυ καὶ σχεδὸν κόνεως πεπληρωμένος . . ὑπότριμμα : Ἀντὶ τοῦ δριμύ . οἱ |
| Φρυγίαν ξέναν Ταντάλου Σιπύλῳ πρὸς ἄκρῳ , τὰν κισσὸς ὡς ἀτενὴς πετραία βλάστα δάμασεν , καί νιν ὄμβρῳ τακομέναν , | ||
| πλάττειν μύθοις ἐπὶ τῷ κατέχειν τὸν υἱόν . Ὡς δὲ ἀτενὴς ἦν καὶ κατὰ πάντων ὤμνυε θεῶν καὶ ἐδίδου βασανίζειν |
| ἔχθρας ἐπιφέρει καὶ ἀπραγίας καὶ ψύξεις πράξεων καὶ κινδύνους καὶ ἐκτρώσεις καὶ αἱμαγμοὺς γυναικῶν ἀπεργάζεται καὶ νόσους . Καὶ ἐὰν | ||
| θηλυκοῦ προσώπου , ἀκαταστατήσει δὲ καὶ ἀσθενήσει καὶ αἱμαγμοὺς καὶ ἐκτρώσεις ἕξει καὶ τόπων ἀλλαγὰς εἰ μή πως ἀγαθοποιοῦ τινος |
| . τοῦτο παροιμία : εἴληπται δὲ ἀπὸ τῶν πλεόντων καὶ χειμαζομένων . ἐξιέναι ] μετέρχεσθαι , κινεῖν . Γ τὸ | ||
| παντόφυρτ ' ] πάντοθεν συνηγμένα . καθήσειν ] ἀπὸ τῶν χειμαζομένων τροπικῶς ἀντὶ τοῦ ταπεινωθήσεσθαι . πόνος ] ἀτυχία . |
| ἀμφιπύρῳ , πότμῳ φονίῳ κατεύνασεν , ὅ ἐστι κατεκοίμισεν , εὐφήμως ἀντὶ τοῦ ἀνεῖλεν , ἡ Ἀφροδίτη δηλονότι : τοῦ | ||
| , λάθρα αὐτῇ συνῆλθε . τοῦτον δὲ ὡς μάντιν εἰδότα εὐφήμως εἰπεῖν : ἀλλ ' ἠγγύηται πρὸς γάμον : παιδίον |
| , ὥσπερ καὶ τὸ γένος , βάρβαρος : τό τε φονικὸν πάτριον ἔχων καὶ ἐπιχώριον , πρόνοιαν ἐποιεῖτο τὴν ἀρχὴν | ||
| καὶ ἐκ τῶν μηρῶν αὐτοῦ λαβὰς μαχαιρῶν ἐποίησε , τὸ φονικὸν αὐτοῦ ἐνδεικνύμενος διὰ τούτων . ἐμίσησε δὲ αὐτόν , |
| μέλλων πτώξω , καὶ πτὼξ , ἀποβολῇ τοῦ ω . Πίθηκος . παρὰ τὸν πιθήσω μέλλοντα . ἀπὸ τοῦ πιθῶ | ||
| μὴ φοβοῦ τὰ κύματα : χρησμὸς οὗτος Ἰάσονι δοθείς . Πίθηκος ὁ πίθηκος κἂν χρυσᾶ ἔχῃ σάνδαλα : ἐπὶ τῶν |
| οἱ ἐχθροὶ θαυμάζουσιν : ἀπὸ τοῦ ὑπὸ τῶν ἐχθρῶν μὴ ψέγεσθαι : ἀπὸ τῆς τῶν ἐνδόξων κρίσεως : διπλῆ δέ | ||
| οἱ ἐχθροὶ θαυμάζουσιν , ἀπὸ τοῦ ὑπὸ τῶν ἐχθρῶν μὴ ψέγεσθαι , ἀπὸ τῆς τῶν ἐνδόξων κρίσεως . διπλῆ δέ |
| ὑπερορᾶν . φερνὴ μὲν ἡ προίξ , φέρνιον δὲ τὸ ἁλιευτικὸν σπυρίδιον . φύλλον καὶ φῦλον διαφέρει . φύλλον μὲν | ||
| : Ἑρμείᾳ : τῷ εὑρέτῃ τῆς ἁλείας , διὰ τὸ ἁλιευτικὸν εἶναι τὸν θεόν . Ἑσπερίη : ἑσπερινὴ , ἡ |
| εἰδέναι τί σφίσιν ἔσται , ἐὰν κρατήσωσιν . ὁ δὲ ἐμπιμπλὰς ἁπάντων τὴν γνώμην ἀπέπεμπε . παρεκελεύοντο δὲ αὐτῷ πάντες | ||
| ἐπεὶ ἐδεδειπνήκεσαν , τὰ ἐκπώματα αὐτῷ ἃ ἔλαβε παρὰ Κύρου ἐμπιμπλὰς προύπινε καὶ ἐδωρεῖτο . καὶ ὁ Σάκας ὁρῶν πολλὴν |
| ὁ καὶ βασιλέων καὶ προφητῶν μέγιστος Σαμουὴλ ” οἶνον καὶ μέθυσμα ” , ὡς ὁ ἱερὸς λόγος φησίν , „ | ||
| ἀμπέλου , ὅπερ εὐφροσύνη κεκλήρωται , καὶ τὸ ἐξ αὐτῆς μέθυσμα , ἡ ἄκρατος εὐβουλία , καὶ ὁ ἀρυσάμενος οἰνοχόος |
| καὶ ἥδιον εὐθύς , ἀλλ ' ὅταν τις ὅτι ἤνεγκεν ἐπαινῆται , μεῖζον εἰς ἡδονήν . καὶ ἔστι γε ὅλως | ||
| ' , ὅταν εἰς αὐτὸν ἐγκώμια γράφωμεν , μὴ ἀνώνυμος ἐπαινῆται . Τὴν ἐπιστολήν σου λήψεσθαι μὲν ἐλπίζω , λαβεῖν |
| τοῖς λυπηροῖς , ἑαυτῷ μᾶλλον οἰήσεται δεῖν χαλεπαίνειν ἢ τῷ κωλύοντι τὴν πονηρίαν θεῷ διὰ τῶν ὀργάνων τῆς δίκης , | ||
| Ἀντιοχείας εἰς Σελεύκειαν φυγοῦσα , παρὸν αὐτῆι ταχέως ἀποπλεῖν ἐνυπνίωι κωλύοντι πεισθεῖσα ἐλήφθη καὶ ἀπέθανεν . ταῦτα προειπὼν ὁ Ἀγαθαρχίδης |
| Οὐδεὶς ὑμῶν διὰ τὰς ἐμὰς ἡδονὰς κάκιον οἰκεῖ , οὐδὲ ἐστέρηται τῆς πατρίδος κατηγόρου τυχὼν ὅτ ' ἦσαν αἱ διαψηφίσεις | ||
| καὶ γνώσεσθε δὲ αὐτίκα , ὡς οὐδὲ τῆς οἴκοθεν κινήσεως ἐστέρηται τὸ εἰς θεωρίαν προκείμενον ἄγαλμα , ἀλλὰ καὶ ὁμοῦ |
| , ἀλλὰ ἐκ τοῦ εὐθέος διαγωνιζόμενοι . καὶ ἔστιν τὰ θεάματα , ἐμοὶ δοκεῖν , οὐδέν τι ἐκείνοις παραπλήσια , | ||
| , ὦ Σώκρατες , καλῶς τε λέγεις καὶ ἐγὼ εἰσάξω θεάματα ἐφ ' οἷς ὑμεῖς εὐφρανεῖσθε . Ὁ μὲν δὴ |