οἱ ἐχθροὶ θαυμάζουσιν : ἀπὸ τοῦ ὑπὸ τῶν ἐχθρῶν μὴ ψέγεσθαι : ἀπὸ τῆς τῶν ἐνδόξων κρίσεως : διπλῆ δέ | ||
οἱ ἐχθροὶ θαυμάζουσιν , ἀπὸ τοῦ ὑπὸ τῶν ἐχθρῶν μὴ ψέγεσθαι , ἀπὸ τῆς τῶν ἐνδόξων κρίσεως . διπλῆ δέ |
ἂν ἄνωθεν αὐτὸς δόξειε γεννᾶσθαι . δούλῳ δὲ σημαίνει τὸ φιλεῖσθαι παρὰ τοῦ δεσπότου κἂν ἁμάρτῃ συγγνώμης ἀξιοῦσθαι , ἐλευθερωθῆναι | ||
ἀκήρατος διαμένειν : τοσοῦτον δέ τι ἀγαθὸν κρίνω ἔγωγε τὸ φιλεῖσθαι εἶναι ὥστε νομίζω τῷ ὄντι αὐτόματα τἀγαθὰ τῷ φιλουμένῳ |
ἑτέρου : κρεῖττον γὰρ παρὰ πολὺ διαβάλλεσθαι πρὸς ὑμῶν ἢ ἐπαινεῖσθαι . ὅμως μέντοι δέδοικα τοῦτο , μή με ὁ | ||
ὅτι τῆς ἡλικίας τῆς τοιαύτης εὐδιαβόλως ἐχούσης , σοὶ μᾶλλον ἐπαινεῖσθαι συμβέβηκεν . οὐ γὰρ μόνον οὐδὲν ἐξαμαρτάνειν , ἀλλὰ |
ἔρως . φοβεῖσθαι δὲ ἄμεινον τυχόντα ὧν βούλεταί τις ἢ ἀνιᾶσθαι ἀμελούμενον . λβʹ . Τὰ μὲν ὄμματά σου διαυγέστερα | ||
τὴν λέξιν . καρδιαλγεῖν λέγεται τὸ μετὰ ναυτίας καὶ ὀδύνης ἀνιᾶσθαι τὸν στόμαχον . Βακχεῖος μὲν ἐν αʹ φησὶν ἀργεῖν |
καὶ διανοητικῆς διεξόδου καὶ τῆς πρὸς τὴν σάρκα λειτουργίας . Αἰσχρόν ἐστιν , ἐν ᾧ βίῳ τὸ σῶμά σοι μὴ | ||
ἀγορεύειν καὶ σιγᾶν αἰεί : τοῦτο γὰρ οὐ δυνατόν . Αἰσχρόν τοι μεθύοντα παρ ' ἀνδράσι νήφοσιν εἶναι , αἰσχρὸν |
οἷον τὸ ἐπὶ διαχύσει τῶν ἀκροατῶν χωρίς τινος ὕβρεως : εὐτράπελον δὲ τὸ μετὰ σεμνότητος χαριέντως λεγόμενον : γεφυρισμὸς δὲ | ||
ἀνασεσυρμένην καλοῦσι δὲ τὸν μὲν σκωπτικὸν ἐπίχαριν , τὸν δὲ εὐτράπελον ἐπιδέξιον , τὸν δ ' ἀνασεσυρμένον ἄπλαστον καὶ ἁπλοῦν |
. ὦ δαιμόνι ' ἀνδρῶν , μὴ φθονερὸν ἴσθ ' ἀνδρίον . κατ ' ἀντιβολίαν δέκα τάλαντ ' ἀπετισάμην . | ||
ἐκείνη αἰδεσθεῖσα λύσσαν τοῖς κυσὶν ἐμβάλλει , κἀκεῖνον κατέφαγον . ἀνδρίον : δυσγενὲς καὶ ἀνελεύθερον ἀνθρώπιον : ὑποκοριστικῶς . ἀνδρίον |
ὡς νῦν ᾕρηκεν : οὐ γάρ μοι δοκεῖ ἐρᾶν τοῦ ἐρᾶσθαι . καὶ τὸ μὲν ἀνειλημμένον τῶν τριχῶν αἰδοῖ κεκόσμηται | ||
, ἐῴκει γοῦν ἀθλητῇ καλῷ καὶ ἐλευθερίῳ τὸ εἶδος . ἐρᾶσθαι δὲ τὸν Μένιππον οἱ πολλοὶ ᾤοντο ὑπὸ γυναίου ξένου |
ἦν φροντίσαι αὐτόν . μὴ τοίνυν τοῦ Θασίου μὲν ἡγεῖσθε ὑβρισθέντος οὕτως ἀγανακτῆσαι τὸ δαιμόνιον , τῶν δὲ παρ ' | ||
, ὡς ἔοικε , γυναικὸς ἐπιβουλὴν μοιχευομένης διαφυγεῖν : πάντως ὑβρισθέντος , γάμου σώφρονος καὶ γάμος ἕπεται : ἀρχὴ μὲν |
ὁ Πορφύριος δὲ τὴν φιλόσοφον ἱστορίαν συγγράψας πρῶτον μὲν αὐτὸν ἀκρόχολον καὶ εὐόργητον εἴρηκε γεγενῆσθαι , Ἀριστοξένῳ μάρτυρι κεχρημένος τὸν | ||
ἀλαζόνα πολλὴν ἰσηγορίαν ζητοῦντι μήποτε ἐγκρίνωμεν , οὐ μὴν οὐδὲ ἀκρόχολον ἢ ὀργίλον . πῶς γὰρ ἐπιτήδειος εἰς συνήθειαν ὁ |
ὀδύνην ἐκκόπτει καὶ τὸ πάντων κάλλιστον , ἀμόλυντόν ἐστι καὶ ἀνεπαχθῶς ἀφαιρούμενον . οἶδα δὲ καὶ αὐτὸ τὸ εὐφόρβιον ἅμα | ||
ἤτοι ἐξελθεῖν ἀνύσαντα ἤδη τὸν ὕμνον ἐλαφροῖς ποσί , τουτέστιν ἀνεπαχθῶς , ἐλαφρῶς , ὑπ ' οὐδενὸς βαρούμενον , αἰδῶ |
ἐπλούτουν . ἱερόσυλοι , ῥήτορες καὶ συκοφάνται καὶ πονηροί . Πείθομαι . Ἐπερησόμενος οὖν ᾠχόμην ὡς τὸν θεόν , τὸν | ||
καὶ εὐμενῆ , καὶ ὀργίλα αὖ , εἰ ἀμελοῖτο . Πείθομαι , νὴ τὸν Πρωτεσίλεων , ἀμπελουργέ : καλὸν γάρ |
, συννοίας καὶ κατηφείας ἀμέτοχος ὤν , ἄλυπόν τε καὶ ἄφοβον ζωὴν καρπούμενος , αὐστηροῦ καὶ αὐχμηροῦ βίου μηδ ' | ||
, καὶ ἐπιδεικνύτω τις τοῖς ἀρχομένοις ἑαυτὸν ἄξιον ἀρχῆς , ἄφοβον δεικνὺς καὶ σχῆμα καὶ πρόσωπον καὶ λόγους . Οἱ |
εὔλογα . ἢ τί γὰρ παθὼν Εὐθύδημος ἄνδρα γέροντα παρώξυνεν ἀόργητον καὶ θυμοῦ κρείττονα , σκύφον οὕτω βαρὺν ἐν τῇ | ||
ἐκ δ ' ἐγέλασσε : τὸ ἄθυμον δηλοῖ καὶ τὸ ἀόργητον τοῦ Διός . * Ἥφαιστον δ ' ἐκέλευσε : |
ἔπαινος , σεμνολογία , λαμπρότης , φαιδρότης , κόσμος , καλλωπισμός , σύστασις , γνωρισμός , εὐφημία . τὰ δ | ||
ἐνταῦθα . χρυσεοστόλμους ] χρυσῷ κεκαλλωπισμένους : στολμὸς γὰρ ὁ καλλωπισμός . κἀμὸν ] ἤγουν καὶ ἐμοῦ . εὐνατήριον ] |
πήγανον ὡς πολέμιον αὐτῷ ὑπάρχον . Ἐκ τοῦ Τιμοθέου . Πονηρόν τι ζῷον καὶ κακοῦργον ἡ ἰκτίς , ἐπίβουλόν τε | ||
, ὥσπερ τινές . Κραταιὸν ] Πιθανόν . Δόλιον ] Πονηρόν . Φίλον εἴη φιλεῖν ] * Λέγει ὅτι ὁ |
ποιοῦσιν ἐπανόδους καὶ ἀναμνήσεις συντηρούσας τό τε προσηνὲς καὶ τὸ φιλόστοργον . οἱ δὲ κακοποιοὶ μετά τινος ἐπηρείας καὶ ὕβρεως | ||
μὲν γὰρ πατρίδα σέσωκας , ἐμὲ δὲ τὸν εὐσεβῆ καὶ φιλόστοργον υἱὸν ἀπολώλεκας . ταῦτ ' εἰπὼν ἐπὶ τὴν σκηνὴν |
Ὑποτέτακται δὲ τῇ ἀνδρείᾳ καρτερία : θαρραλεότης : μεγαλοψυχία : εὐψυχία : φιλοπονία . Καρτερία ἐστὶν ἐπιστήμη ἔμμονος τοῖς ὀρθῶς | ||
Ἅιδου καταδίκοις προσόμοια . καίτοι τίς προθυμία λαμπροτέρα , τίς εὐψυχία φανερωτέρα τίνων Ἑλλήνων ἢ καθάπαξ εἰπεῖν ἀνθρώπων ἐξετάζοντι φανήσεται |
ἀρετῆς ἀνευρὼν κατεκέντει καὶ ἀνῄρει τῷ λόγῳ τὴν μισάρετον καὶ φιλήδονον γένεσιν καὶ τοὺς τόπους , ἐξ ὧν ἐβλάστησαν αἱ | ||
ἄλλα κλονούμενα καὶ σαλευόμενα , | πατάξας καὶ συλλογισάμενος τὸν φιλήδονον κρύπτει ἐν τῷ σποράδι καὶ πεφορημένῳ νῷ , ὃς |
καὶ ὅτι περὶ Ἑλένου ἱστορία τοιαύτη φέρεται παρὰ Ἀρριανῶι . Ἠδωνοῦ Θραικὸς ἀνδρὸς παῖς Ἕλενος , μάντεων διαπρεπέστατος : παρὰ | ||
καὶ Καλλιρρόης τῆς Νέστου . ἀδελφὸς δὲ ἦν Ὀδόμαντος καὶ Ἠδωνοῦ . ἔνιοι δὲ Παίονος τοῦ Ἄρεος παιδός . τὸ |
, κἂν μὴ τοιαῦτα τὰ πράγματα ἐν αὐτοῖς , ὅτι κακοῦργον οὐδὲν ἐπιφαίνουσιν ἐπὶ τῆς κατασκευῆς , ἀλλ ' εἰσὶν | ||
σὺν ὀποβαλσάμῳ ἐγχριομένη ὀξυωπίαν παρέχει . Ζμύραινά ἐστιν θηρίον θαλάσσιον κακοῦργον καὶ πονηρὸν καὶ ἀλέπιδον , ἔχον φολῖδας μελαίνας ἐν |
εἶναι Πλάτωνι . Εἶτα οὐκ ἦν τοῦ δήμου τοῦ Ἀθηναίων θεραπευτικὸς ὁ Ξανθίππου Περικλῆς ; ἐμοὶ μὲν δοκεῖ . ὁσάκις | ||
. ἐνθυμοῦ δὲ καὶ ὅτι δοκεῖς τισιν ἐνδεεστέρως τοῦ προσήκοντος θεραπευτικὸς εἶναι : μὴ οὖν λανθανέτω σε ὅτι διὰ τοῦ |
καὶ ὑβρίζων μετὰ εὐνούχων καὶ γυναικῶν , καὶ διὰ τοῦτο ζηλοτυπεῖν αὐτὸν τὴν τῶν τράγων τε καὶ ὄνων εὐδαιμονίαν ; | ||
καταλέλοιπεν . ὅρα οὖν καὶ σὺ μὴ νῦν δοκοῦσα φίλτρῳ ζηλοτυπεῖν τὸν ἄνδρα , ἐξαίφνης αὐτὸν καταλείπῃς . παρὰ τὰ |
, εὐώνυμος . καὶ δεξιός , ἐπιδέξιος , δεξιῶς , ἐπιδεξίως , ἐπιδέξια : δηλοῖ δὲ τοῦτο παρὰ μὲν Πλάτωνι | ||
ἀλλὰ γὰρ ἐπανιτέον ἐπὶ τὸ συμπόσιον , ἐν ᾧ Ὅμηρος ἐπιδεξίως ἀφορμὴν εὗρεν λόγων , ὥστε κτήμασιν κτῆσιν συγκρῖναι φίλου |
ἔλθῃ . ματίῃ ματαιότητι : “ ἡμετέρῃ ματίῃ . ” μαχλοσύνη ἀκολασία , καταφέρεια . μεγαλίζομαι μεγαλύνομαι , μεγαλαυχῶ . | ||
' ἄνδρες ἐνείκεον εἵνεκα ποινῆς , διεφέροντο . καὶ ἡ μαχλοσύνη κοινῶς ἐπὶ γυναικὸς μανίᾳ : δέδωκε δ ' αὐτῷ |
φρουρὰν τοῦ σώματος κατὰ τὸν ὁρῶντα τῶν ὀφθαλμῶν λαμβάνοντες . Ἰαλέμου ψυχρότερος : Ἰάλεμον τὸν θρῆνον φασί . λέγουσι δὲ | ||
ἐπὶ τῶν ἀναισχύντως χωρούντων πρὸς πᾶν τὸ τυχόν . Γυμνότερος Ἰαλέμου : ἐπίῤῥημα θρήνου . Τάττεται δὲ ἐπὶ τῶν οἰκτρῶν |
πανοῦργος γέγονεν . Θ . . . ὡς πολὺ : Λίαν καταπολύ . μεθέστηχ ' : Μετεβλήθη . εἶχε : | ||
σοι αὐτὸν ἐν μιᾷ νυκτί . Καὶ ἔγνω Ἰακὼβ τὴν Λίαν , καὶ συλλαβοῦσά με ἔτεκε : καὶ διὰ τὸν |
αἰσχρὸν κάκιστον . Ὃ ἂν ὁμολογήσῃς , ποίει . Ἀτυχίαν κρύπτε , ἵνα μὴ τοὺς ἐχθροὺς εὐφράνῃς . Ἀληθείας ἔχου | ||
κόλαζε , ἀλλὰ καὶ τοὺς μέλλοντας κώλυε . . δυστυχῶν κρύπτε , ἵνα μὴ τοὺς ἐχθροὺς εὐφράνηις . Πᾶσιν ἄρεσκε |
δ ' ἐς Κόλχους τε καὶ ἄξενον ἵκετο Φᾶσιν . Χαίρειν πολλὰ τὸν ἄνδρα Θυώνιχον . ἄλλα τοιαῦτα Αἰσχίνᾳ . | ||
ἢ σαφήνειαν ἀπαιτεῖν . καὶ ἐν ταῖς ἐπιστολαῖς ἀντὶ τοῦ Χαίρειν Εὖ πράττειν καὶ Σπουδαίως ζῆν . Ἀρίστων δέ φησιν |
παρέχειν , οἰηθεὶς ὑπὸ τῶν περὶ Κάσσιον αὐτὸν καὶ Βροῦτον ἐπιβεβουλεῦσθαι . Καὶ ὁ μὲν ταῦτα ἐφιλανθρωπεύετο , οὐδὲν ὑπονοῶν | ||
ὡς μὴ δοκεῖν αὐτὸν δι ' ἔχθραν ὑφ ' ἡμῶν ἐπιβεβουλεῦσθαι . τὰ δὲ ἐς τὴν εἰρήνην ἐπίμεμπτος ἦν , |
δὲ νόσους , τῶν δὲ νοσερῶν ἀπέχεσθαι μὴ δυνάμενον , ἐκπεπληγμένον δὲ τὸν θάνατον , καὶ πάντας ἐπιβουλεύειν αὐτῷ νομίζοντα | ||
πῶς ἀξία πιστεύεσθαί ἐστιν ; ὑπό τε γὰρ τοῦ κινδύνου ἐκπεπληγμένον αὐτὸν οὐκ εἰκὸς ἦν τοὺς ἀποκτείναντας γνῶναι , ὑπό |
μῆνιν Ἀθηνᾶς συνέβη ἢ κατὰ τοιαύτην αἰτίαν , ἀλλ ' ἀπεχθανόμενον μὲν τῇ Ἀθηνᾷ κατὰ τὸ κοινὸν εἴρηκεν , ἀπολέσθαι | ||
φασὶν Εὐρυ - σθέως ἱκέται , καὶ σφίσιν Εὐρυσθέα ἅτε ἀπεχθανόμενον τῷ Ἡρακλεῖ δοῦναι τὴν ἐν τῇ Ἀργολίδι Ἀσίνην . |
οὐκ ἀνοήτου μόνον , ἀλλὰ καὶ ἀχαρίστου , μᾶλλον δὲ βασκάνου μοι εἶναι ἔδοξεν . ἐγὼ μὲν οὖν εἰς δύναμιν | ||
ἡ φύσις τοῦ ἀγῶνος ἀνδρὸς φθονεροῦ τυγχάνει καὶ πονηροῦ καὶ βασκάνου . ἐπὶ τὸ ἕτερον μεταβαίνει δίκαιον τὸ τῆς πολιτείας |
ὑποπίνων , ἐκ μιμήσεως τῆς τῶν παίδων φωνῆς . ΓΘ βρύλλων ] πίνων , κερδαίνων . βρύλλων ] ἐξαπατώμενος ὑπό | ||
ἠλιθιάζω ] προσποιοῦμαι ἠλίθιος εἶναι , ἤγουν ἑκὼν ἀνοηταίνω . βρύλλων : ἐξαπατώμενος , ὑποπίνων καὶ μεθύων . Σύμμαχος δὲ |
τε καὶ ἀπέκλυσε ταῦτα . Ὅστις , ἀμπελουργέ , μὴ θεοφιλῆ σε ἡγεῖται σφόδρα , αὐτὸς ἀπήχθηται τοῖς θεοῖς : | ||
καλλίστᾳ δρόσῳ , τόν τε Θεμιστίου ὀρθώσαντες οἶκον τάνδε πόλιν θεοφιλῆ ναίοισι : Λάμπων δὲ μελέταν ἔργοις ὀπάζων Ἡσιόδου μάλα |
τοῦτο , εἴπερ τι ἄλλο , ἔδοξε δημοτικόν τε καὶ φιλέταιρον πρᾶξαι Ἀλέξανδρον . οἱ δὲ παραλαβόντες ἀπῆγον τὴν αὑτοῦ | ||
τοῖς τοιούτοις χρησιμώτερον γένος . εἰ δ ' ἐστὶ τὸ φιλέταιρον ἕν τι τῶν καλῶν , ἀνὴρ παράσιτος τοῦτο ποιεῖ |
ἀπαίδευτον , ὡς ἂν συνηρανισμένον ἐκ συγκλύδων ὄχλου καὶ βιαίων φλυάρων . ὁ δὲ τούτῳ προσεταιριζόμενος ἀθλιώτερος μακρῷ . Ὁπότε | ||
σαφές : ἀληθές μακρῷ χρόνῳ : πολλῷ χρόνῳ στωμυλμάτων : φλυάρων πιθανολογιῶν παρῆκα : ἀφῆκα κομψός : πέρπερος εἰσηγησάμην : |
παρατρέπειν , ποικίλλειν , κακουργεῖν , φενακίζειν , πανουργεῖν , δολοῦν , τεχνάζειν , ψεύδεσθαι , καταπεπλάσθαι , καπηλεύειν , | ||
παραλογίζεσθαι , φενακίζεσθαι , σοφίζεσθαι , τεχνάζειν , γοητεύειν , δολοῦν , κλέπτειν , παρατρέπειν , σκευωρεῖσθαι . ἀλλὰ καὶ |
, τὰ ἀκροστόλια . Ἀπολλόδωρος . : Ἀσαλής : ἡ ἄφροντις , ἡ μηδενὸς φροντίζουσα . Σάλη γὰρ ἡ φροντίς | ||
] ἕνεκα , τιμῆς . . ἀμέλει ] ἀργόν , ἄφροντις ἀφρόντιστος ἔσο , ἀφροντίστως ἔχε . , μὴ φρόντιζε |
. . φοβεῖται : ὅτι τὸ φοβερὸν εἶναι καὶ τὸ φθονεῖσθαι , ὡς καὶ Σοφοκλῆς [ . ] : πρὸς | ||
παρὰ τῶν οὐ φθονούντων . ἡδὺ δὲ καὶ αὐτὸ τὸ φθονεῖσθαι καὶ λαμπροῦ τινος σημεῖον . Οἱ τὸν ἥλιον οὗτοι |
Σκύθην ἐκεῖνον τὸν Ἀνάχαρσιν οὐ πάνυ τι ἀττικίσαι φασίν , ἐπαινεθῆναι δ ' ἐκ τῆς διανοίας καὶ τῶν ἐνθυμημάτων . | ||
ταύτῃ δεῖ ὑπ ' ἐμοῦ τε καὶ σοῦ τὸν λόγον ἐπαινεθῆναι , ὡς τὰ δέοντα εἰρηκότος τοῦ ποιητοῦ , ἀλλ |
καὶ πᾶσαν προέσθαι φωνὴν εἰς τὸ σωθῆναι . τὸν δὲ Πολυχάρη ἐντραπέντα τὴν ξενίαν κρύψαι τὴν πρᾶξιν , καὶ τὸν | ||
ἐπί τε τῶν ἐφόρων καὶ τῶν βασιλέων . τὸν δὲ Πολυχάρη τυχόντα τῶν ἴσων τόν τε νεανίσκον ἀνελεῖν καὶ τὴν |
. Τροφώνιος δὲ τὴν κεφαλὴν αὐτοῦ τεμὼν πρὸς τὸ μὴ γνωρισθῆναι ἅμα Κερκυόνι φεύγει εἰς Ὀρχομενόν . Αὐγείου δὲ κατὰ | ||
ἐξ ἀρχῆς ὄντων ἀρίστων , μεγάλα δ ' αὑτοὺς ὀνήσουσι γνωρισθῆναι θεῷ προμηθούμενοι . Ταῦτα μὲν οὖν ἱκανῶς εἰρῆσθαι νομίζω |
Ἄμασιν τοῦτο ἔλεγον . ἄλλοι δὲ ἐπὶ τῶν σπανίων . Γαλῆ Ταρτησία : ὡς μεγάλων ἐκεῖ γινομένων . Γαλῇ χιτών | ||
τρίτον ἐκείνων ἀλλὰ κατ ' ἰδίαν Φιλάληθες ἢ Ἐνόδιον . Γαλῆ δὲ γυναῖκα σημαίνει πανοῦργον καὶ κακότροπον καὶ δίκην : |
οὐκ ἀνεξ ! ! ! [ ὀργῆς ἕκατι κρυπτὰ μὴ ἐκφάνῃς φίλου . φιλῶ τὰ γράμματα μισ [ χάρις ἐπὶ | ||
αὐτὸν ἐχθρὸν γενόμενον . } Ὀργῆς χάριν τὰ κρυπτὰ μὴ ἐκφάνῃς φίλου . † ἔλπιζε γὰρ αὐτὸν πάλιν γενέσθαι φίλον |
πόλις ἡ ἡμετέρα . φίλανδρον ] τὸ ὑπ ' ἀνδρῶν φιλούμενον . θ μενεῖ κτέανά τ ' ἐπιγόνοις : τοῦτό | ||
ἣν ἀπέκτεινεν ; οὕτω γὰρ ἄν τις καὶ μισοῖ τὸ φιλούμενον καὶ φιλοῖ τὸ μισούμενον ; ἆρ ' οὖν οὐ |
] ταῦτα γενέσθαι σοι . ἐξέτεινας ] τοὺς λόγους . ἐναισίμως ] δικαίως , προσηκόντως . Ἀλλὰ χρὴ τοῦτο τὸ | ||
εἶπας εἰκότως ἐμῇ : μακρὰν γὰρ ἐξέτεινας : ἀλλ ' ἐναισίμως αἰνεῖν , παρ ' ἄλλων χρὴ τόδ ' ἔρχεσθαι |
: λοιδορία , κακολογία . Καὶ Κυδάζειν τὸ λοιδορεῖν καὶ κακολογεῖν . Ἡ δὲ πρώτη συλλαβὴ βραχέως ἐκφέρεται . Καὶ | ||
, διαβάλλειν , βλασφημεῖν , θανάτου τιμᾶσθαι , εἰσαγγέλλειν , κακολογεῖν τοὺς ἐπιτίμους αὐτὸς ὀφείλων τῷ δημοσίῳ : τούτου γὰρ |
. Ἐλαίου παλαιοῦ λι βʹ , ἰρίνου γο Ϛʹ , στυρακίνου γο Ϛʹ , δαφνίνου γο Ϛʹ , τερεβινθίνης , | ||
μυελοῦ ἐλαφείου γο δʹ , στύρακος γο αʹ , ἐλαίου στυρακίνου γο δʹ , ἐλαίου ἰρίνου γο Ϛʹ , πεπέρεως |
αὐτὴν ἐπιμεμψάμενος ὡς ἀδελφὴν μὲν ἀγαθήν , μητέρα δὲ οὐκ εὐγνώμονα , παρεσκεύασεν ὅμως Πλάγκον ὑπατεύοντα κάθοδον τῷ Λευκίῳ ψηφίσασθαι | ||
, οὐ μὰ Δί ' , ἔφη , ἀλλ ' εὐγνώμονα : ἔχων ἐξουσίαν ἅπαντα λαβεῖν τὰ ἡμίση κατέλιπεν . |
γε ὑπεναντία ἑνὶ πράγματι πῶς ἂν εἴη ; Οὐδαμῶς . Ἀφροσύνη ἄρα καὶ μανία κινδυνεύει ταὐτὸν εἶναι . Φαίνεται . | ||
κρᾶτα συνηλοίησαν , ὁ δ ' ὄλλυται ἄφρονι πότμῳ . Ἀφροσύνη καὶ σκόμβρον ἕλεν καὶ πίονα θύννον καὶ ῥαφίδας καὶ |
ἡλικία καὶ παραλλοίωσις τῆς ζωῆς πάσης ἀπεικάζεται . τροφαῖσιν ] ἀνατροφαῖς . θ τροφαῖσιν ] ὅτε ἀνετρέφετο παῖς ὤν . | ||
παριστᾶν καὶ ἐλέγχειν αὐτὸν ὡς ἄδικον . . τροφαῖσιν ] ἀνατροφαῖς . ἐφηβήσαντα ] εἰς ἥβην ἐλθόντα καὶ νεανίσκον γενόμενον |
τοιοῦτον συμβουλεύω , διὰ τὸ τοιοῦτον εἶναι Χριστιανόν , μὴ ἐγκαλεῖσθαι . Εἰ δὲ εὑρεθείη τις ἐγκαλῶν τῷ Χριστιανῷ ὅτι | ||
τοιαῦθ ' οἷς ἔξεστι νέμειν , ποῦ ταῦτ ' ἐστὶν ἐγκαλεῖσθαι δίκαιος ; ὥσπερ ἂν εἰ καὶ ἰατρὸν ἠξίους κακίζειν |
σώματος αὐτοῦ διαλυθέντος εἰς φθειρῶν πλῆθος οἰκείως τῆς περὶ αὐτὸν ῥᾳδιουργίας κατέστρεψε τὸν βίον ἐν τῇ Μοργαντίνῃ . ἐντεῦθεν Ῥουπίλιος | ||
βίον ἀξιοῦσι σκοπεῖν . Τοιγαροῦν ἐμπέπλησται πᾶσα πόλις τῆς τοιαύτης ῥᾳδιουργίας , καὶ μάλιστα τῶν Διογένη καὶ Ἀντισθένη καὶ Κράτητα |
ἐπαγκρατίαζε , καὶ τὴν μάχην τοῦ σοφοῦ ἔνιοι τῶν ἐπιτυχόντων φορτικῶν ἀνδρῶν διέλυον . ἔδει δέ , εἴπερ ἀρετῇ συνετέθραπτο | ||
ἁπάντων καὶ τρυφάτω μόνος καθ ' ἑαυτὸν κολακείας καὶ ἐπαίνων φορτικῶν ἀπηλλαγμένος : καὶ θεοῖς θυέτω καὶ εὐωχείτω μόνος , |
ἐνταῦθα , ἐν αὐτῷ τῷ τόπῳ . κακκᾶν ] τὸ χέσειν : ἤγουν ἐνταῦθα ἔχεσα . πηδᾶν ] κινεῖσθαι . | ||
' ] καὶ κράζοντα , φωνοῦντα . χεζητιῴην ] ὀρέγομαι χέσειν , ἐπιθυμῶ . βούλομαι χέσαι . , χέσαι θέλω |
δὲ τοῖς τόποις τούτοις νῆσος Ὀοράχθα . Ἀπὸ δὲ τοῦ Ἀνδάνιος ποταμοῦ ἐπὶ Σαγάνου ποταμοῦ ἐκβολὰς στάδιοι υʹ . Ἀπὸ | ||
ἐπιφανέστατος στρατηγός . . . . . λέγεται δὲ καὶ Ἀνδάνιος ὡς Ῥιανός . . . . . Ἀρσινόη : |
κατειργασμένον γνώρισμα , καὶ διὰ τὸ τοῦ ἤθους ἀπαίδευτον μᾶλλον ἐλεεῖται . Σωπάτρου . Ἀπὸ τῶν εὐπορωτέρων ἐπὶ τὰ ἀπορώτερα | ||
Ἡ σωφροσύνη πάρεστιν , ἂν μετρῇς σεαυτόν . Ὁ πένης ἐλεεῖται , ὁ δὲ πλούσιος φθονεῖται , Ὁ μέσως δὲ |
: μὴ ἀπόκρυπτε τὸ κοινὸν καὶ διάδηλον τοῖς πολλοῖς τοῦ Καλλιάνακτος γένος , ἀλλὰ ὕμνει . κοινὸν σπέρμα λέγει τὸ | ||
ἀνελόμενος , Ἀνδροσθένης Λοχαίου . ἐπὶ δὲ τούτοις Εὐκλῆς ἀνάκειται Καλλιάνακτος , γένος μὲν Ῥόδιος , οἴκου δὲ τοῦ Διαγοριδῶν |
. Καὶ μὴν ἴση νῷν ἐστιν ἡ ' ξαμαρτία . Θάρσει : σὺ μὲν ζῇς , ἡ δ ' ἐμὴ | ||
Φῆ μέγα κωκύουσα : πάις δέ μιν ἀντίον ηὔδα : Θάρσει , μῆτερ ἐμεῖο , κακὴν δ ' ἀποπέμπεο φήμην |
: ἢ τοὺς θύοντας , ἵνα αἰτήσαντες λάβωσί τι . κρίνεσι στεφανοῖς : τουτέστιν αἱ λοιδορίαι αἱ παρὰ σοῦ στέφανοί | ||
τινὲς δέ φασι μεταπλασμὸν αὐτὸν εἶναι . μεταπλασμὸς τὸ ” κρίνεσι “ : κρίνοις γὰρ ἔδει . κρίνεσι ] ἡ |
ἡ παρὰ Ξενοφῶντι εὐποδία , καὶ ἡ παρ ' Εὐριπίδῃ εὐπαιδευσία , καὶ ἡ παρὰ Κριτίᾳ εὐξυνεσία , καὶ ἡ | ||
ἀστύτριψ . καὶ ἡ παρ ' Εὐριπίδηι [ . ] εὐπαιδευσία καὶ ἡ παρὰ Κίαι εὐξυνεσία . . . οὐ |
εὔνουν τὸν ἄνδρα ποιεῖ : τὸν γὰρ ὑπ ' ἐκείνου μισούμενον οἴεται προσήκειν εὖ πάσχειν ὑφ ' ἑαυτοῦ . τὰ | ||
μουσῶν ὀνόματα : παράδοξον δὲ τὸ δι ' ὑπερβολὴν ὠμότητος μισούμενον , οἷον πένης καὶ πλούσιος ἐχθροί , κατεγνώσθη ὁ |
πλέον κακόν . καὶ νῦν πολίταις τάσδε διαδρόμους φυγὰς θεῖσαι διερροθήσατ ' ἄψυχον κάκην : τὰ τῶν θύραθεν δ ' | ||
διερροθήσατ ' ] ἐκινήσατε . διερροθήσατ ' ] ἠχήσατε . διερροθήσατ ' ] διεγείρατε . διερροθήσατ ' ] ἐνεβάλετε . |
ἀνέσει δὲ καὶ παιδιᾷ πλείστῃ χρώμενον ἐν ταῖς εἰρήναις . Τρέφεται δ ' ἐκ τοῦ βασιλικοῦ πᾶν τὸ πλῆθος τῶν | ||
: βέλτιον δέ , εἰ ἑκάστη τρέφει τὰ ἴδια . Τρέφεται δὲ τὸ ζῶον τοῦτο μάλιστα βαλάνοις . πιαίνεται δὲ |
τὸν αὐτὸν τιθέναι κατὰ τῶν πολιτῶν πάντων , καλῶς καὶ δημοτικῶς λέγων . ὥσπερ γὰρ τῆς ἄλλης πολιτείας ἴσον μέτεστιν | ||
, εὔνοια , προθυμία , φιλοτιμία , μεγαλοπρέπεια . καὶ δημοτικῶς , πράως , ἐπιεικῶς , προθύμως , φιλοτίμως , |
δὴ πάλιν μὴ τεμνέτω ὁ ΒΑΓΔ κύκλος τοὺς ΑΗΒ , ΓΚΔ κύκλους διὰ τῶν πόλων , καὶ εἰλήφθω ὁ πόλος | ||
Β σημεῖα . Καὶ ἐπεὶ δοθεῖσά ἐστιν ἑκατέρα τῶν ὑπὸ ΓΚΔ , ΕΚΖ γωνιῶν , καὶ ὀρθαί εἰσιν αἱ πρὸς |
ὕπαυγος μόχθους καὶ λύπας ἐπάγει χάριν γυναικός , καὶ ἀγγελίαν ἐπίλυπον καὶ οἰκείας ἀηδίας ἀπεργάζεται . Ἑρμῆς δὲ Ἡλίῳ ἐπιμερίζων | ||
δόξαν κληρονομίαν κατηγορίαν φυγαδείαν ἢ πάλιν ἀρχὴν ἐπίσημον , πένθος ἐπίλυπον , ἀσθένειαν καὶ πάλιν ἡγεμονίαν , περίκτησιν βίου , |
. Ἑδώλοισιν . ὑποστρώμασι νηός , ζυγαῖς , καθέδραις . Ὄρθιον νόμον Θαμύρα . ὁ κιθαρῳδικὸς τρόπος τῆς μελῳδίας , | ||
Ταϋγέτου πόδ ' ] Σκοπῶν . Ἔμβαλον ] Προσέῤῥηξαν . Ὄρθιον ] Ἐξάκουστον . Μεταλαμβάνειν ] Κοινωνεῖν . Περιστέλλων ] |
ταλαίπωρον εἶπεν αὐτόν : εἰ γὰρ καὶ πρὸς τῶν ἄλλων μισεῖται θεῶν , ἀλλ ' οὗτος συλλυπούμενος ὡς φίλος αὐτῷ | ||
, τάδε , προσεποιεῖτο πρόφασιν καὶ μανίαν , εἰδὼς ὅτι μισεῖται παρὰ τῶν πολιτῶν . διὸ καὶ βακτηρίαν ἔχων περιῄει |
ΕΒΓ . ἔστιν δὲ καὶ ἡ ὑπὸ ΒΔΑ τῇ ὑπὸ ΒΓΕ ἴση : τὸ γὰρ αὐτὸ τμῆμα ὑποτείνουσιν : ἰσογώνιον | ||
δ ' ἐλάσσων ἐστὶν αὐτῆς , ἐλάσσων δὲ καὶ ἡ ΒΓΕ περιφέρεια ἡμικυκλίου , δῆλον , ὅτι τὸ κέντρον τοῦ |
μικροῦ γράφονται : ἑκηβόλος : ἐλαφηβόλος : πετροβόλος . Τὸ πολῶ διφορεῖται κατά τε γραφὴν , καὶ σημασίαν : ἐπὶ | ||
ἐπὶ τοῦ πιπράσκω , διὰ τοῦ ω μεγάλου γραφόμενον : πολῶ γὰρ τὸ ἀναστρέφομαι , παρ ' ὃ καὶ πόλις |
τελαμῶνας προσέδησε τῇ κλίνῃ . , ; , . . Ἀκόλαστος ; Ἰταμός ἡ δὲ νῦν μὲν ἐγέλα ἰταμόν τε | ||
τὴν λύπην ἰώμενον , . , . . . + Ἀκόλαστος : κυρίως ὁ ἀπαίδευτος : παρὰ τὸ μὴ κολάσεως |
ἔοικεν , ἀσκεῖσθαι μὲν τὸ τιμώμενον , ἀμελεῖσθαι δὲ τὸ ἀτιμαζόμενον . Ἴσως μὲν οὐ δεῖται ὁ χορὸς ὁ ὑμέτερος | ||
χαίρειν , ἀτιμαζομένους τε πολὺ μᾶλλον ἄχθεσθαι , τὸ γὰρ ἀτιμαζόμενον καὶ δι ' ὃ παρορῶνται αὐτοί εἰσι . πρῶτον |
παρὰ τὸν νόμον . ἔτι εἰ ὁ μὲν κέρδους ἕνεκα μοιχεύει καὶ προσλαμβάνει , ὁ δὲ ἡδονῆς ἕνεκα , καὶ | ||
ἐπιθυμεῖ συνδυασθῆναι κόρῃ τινί , οὐ φανερῶς καὶ εὐθὺς αὐτὴν μοιχεύει , ἀλλὰ βουλεύεται πῶς ἂν μοιχεύσῃ αὐτὴν λάθρα , |
χρόνωι λύπας χρεών . χρῆν : τοῦτο δ ' εἰπεῖν ῥᾶιον ἢ φέρειν κακά . . . . ἔστιν τέκνων | ||
. . . Ἀλκμαίωνος γὰρ τοῦ Κροτωνιάτου λέγοντος ἐχθρὸν ἄνδρα ῥᾶιον φυλάξασθαι ἢ φίλον ὁ μὲν Σοφοκλῆς ἐποίησεν ἐν τῆι |
νόμος οὐκ ἄν ποτε δύναιτο συστῆναι λεπτουργεῖν πρὸς τὰ ἀδικήματα ἐγχειρῶν . αἱ γὰρ ἀνομοιότητες τῶν ἀνθρωπίνων πραγμάτων οὐδεμίαν ἐκφυγγάνουσαι | ||
τυράννου καὶ ποῦ δίκαιος εἶ προφέρειν εἴ τίς τινα πείθειν ἐγχειρῶν ἀπέτυχεν ; εἰ δὲ σὺ μὲν στέργειν ἠξίους τοῖς |
λαβεῖν ἑκατὸν Βαβυλῶνας ἐπὶ τῷ μὴ Ζώπυρον ἔχειν ὁλόκληρον . Κρεῖσσον ὀλίγον φωτίζεσθαι , ἢ παντελῶς σκοτίζεσθαι . Κριτὴς κάκιστος | ||
διδόναι τοὺς ἀδικοῦντας , ἐλεεῖσθαι δὲ τοὺς ἀδίκως κινδυνεύοντας . Κρεῖσσον δὲ χρὴ γίγνεσθαι ἀεὶ τὸ ὑμέτερον δυνάμενον ἐμὲ δικαίως |
ν ἠνής , καὶ ἀπηνής . ἢ ὁ ἄποθεν τοῦ αἰνεῖσθαι , ὅ ἐστιν ἐπαινεῖσθαι : αἶνος γὰρ ὁ ἔπαινος | ||
οὐκ οἶδ ' ἐρίφου κρέα : πλὴν ὅ γε πέμψας αἰνεῖσθαι πάντων ἄξιος Ἱπποκράτης . οὐδετέρως δὲ Δίφιλος ἐν Ἀδελφοῖς |
καὶ Δημοσθένης ἐν τῷ Περὶ τοῦ στεφάνου ὡς ἰταμοῦ καὶ ἀναισχύντου ῥήτορος καθαπτόμενος Αἰσχίνου ” περίτριμμα ἀγορᾶς “ αὐτὸν καλεῖ | ||
σφοδρᾶς . ἐὰν μὲν διὰ τῆς διφθόγγου γράφηται , τῆς ἀναισχύντου λέγει : ἂν δὲ διὰ τοῦ ε , ὅπερ |
ἐπὶ τὰς ἀμείκτους πορευοίμεθ ' ἂν ἐν τῷ μέρει . Κάλλιστ ' εἶπες . Ἐγὼ δὴ πειράσομαι μεταβαλὼν σημαίνειν ἡμῖν | ||
Πῶς λέγεις ; Αὐτὴν τὴν διέξοδον ἀπόκρισίν σοι ποιήσομαι . Κάλλιστ ' εἶπες . Ἔστι τοίνυν πάντα ἡμῖν ὁπόσα δημιουργοῦμεν |
θέαν , Ζύμῃ τε καὶ στέατι καὶ ταύτην φυρῶν , Ποιῶν τε κολλούρια τὰς μύας τρέφε , Καὶ γίνεται κώνειον | ||
Δυστυχῶν . . κακῶς : Ἤγουν δυστυχῶς . πράττων : Ποιῶν . . εἶναι τοῦ πονηροῦ κόμματος : εἶδος φαύλου |
, καὶ τὸ σῶμα λαμπρύνει : πολλοὺς ἀναιρεῖ καὶ ὀλίγους ἐλεεῖ : καὶ τοῦτο μὲν διπρόσωπόν ἐστιν . Ἄλλος μοιχεύει | ||
γὰρ τὸ ἐκ χειρὸς τύψαι . ἐλαφηβόλος κυνηγός . ἐλεαίρει ἐλεεῖ . ἐλέγξεις ἐλέγχῳ περιβάλῃς , ὀνείδει περιβάλῃς . ἐλεγχείη |
ἤδη καὶ παλαιὰν οὖσαν καταλῦσαι . διὸ χρὴ τὸν θεὸν ποτνιᾶσθαι καὶ λιπαρῶς ἱκετεύειν , ὅπως τὸ ἐπίκηρον ἡμῶν γένος | ||
ἐποδύρεσθαι ἀποδύρεσθαι , δεινοπαθεῖν , οἰμώζειν , ὀλοφύρεσθαι κατολοφύρεσθαι , ποτνιᾶσθαι , οἰκτίζεσθαι , καὶ κλαυθμός , δάκρυον , κλαυθμυρισμός |
] Ἀντὶ δέ . Τὴν Φιλοκτήταο ] Τὴν Φιλοκτήτου . Δίκαν ἐφέπων ] Τρόπον διεξάγων . Ἔστι δὲ τὸ ἐφέπων | ||
ἀλλ ' ἐν ⌊ μέσῳ ⌋ κεῖται κιχεῖν πᾶσιν ἀνθρώποις Δίκαν ἰθεῖαν , ἁγνᾶς Εὐνομίας ἀκόλουθον καὶ πινυτᾶς Θέμιτος : |
ἐκάθευδεν . ἐπεὶ δὲ διυπνίσθη καὶ ἐθεάσατο τὸν Κῦρον , περιπλακεῖσα αὐτῷ κατὰ τὸν συνήθη τρόπον ἐφιλοφρονεῖτο αὐτόν . ὃ | ||
Ἀχιλλέως ἱκέτευσεν λαβεῖν τὸ τοῦ Ἕκτορος σῶμα . Πολυξένη δὲ περιπλακεῖσα τοῖς ποσὶ τοῦ Ἀχιλλέως ἐδέετο δουλεύειν αὐτῶι καὶ παραμένειν |
λέγειν , ἐν δὲ ταῖς ἀπουσίαις ἀπὸ τοῦ γράφειν . θεραπεύεις δὲ καὶ οἷς ἐπιστέλλεις : τοῖς γὰρ λαβοῦσι ταῦτα | ||
αὐτόν . ὥσθ ' ὅταν μοι προσίῃς , ἐμὲ οὐ θεραπεύεις ; οὐ : ἀλλ ' ἐμαυτόν . εἰ δὲ |
: βίαια δέ , οἷον πληγαὶ δεσμὸς θάνατος ἁρπαγὴ πήρωσις κακηγορία προπηλακισμός . συναλλάγματα δὲ καὶ τὰ τοιαῦτα λέγονται , | ||
τὸ ἐναντίον ψόγος , λοιδορία , βλασφημία , κακολογία , κακηγορία , κακισμός , διαβολή : ψέγειν , λοιδορεῖν , |
ἀπὸ τοῦ ἔραν ὃ σημαίνει τὴν γῆν : ἐράκω , ἐρύκω : κυρίως γὰρ ἐρύκειν , τὸ ἐν γῆ κατέχειν | ||
Ἕκτορα δῖον , ὄφρα τέως αὐτός τε μένω καὶ λαὸν ἐρύκω . Τὸν δ ' ἠμείβετ ' ἔπειτα γέρων Πρίαμος |
, συστάσεων καὶ τιμῶν καταξιουμένους , εὐπόρους φιλοσυνήθεις ἐπιψόγους καὶ πολυθρυλλήτους , ἀνεπιμόνους δὲ ταῖς φιλίαις καὶ ἀστάτους ταῖς πράξεσι | ||
καὶ πρὸς ταῦτα ἄν τις ἀποβλέψας ἐπιστήσειε καὶ πρὸς τὰς πολυθρυλλήτους αὖ μάλιστα Πριαμικὰς τύχας : ταῦτα γὰρ εἰ καὶ |
γοεδνά . ἀύτει δ ' ὀξύ . καὶ τάδ ' ἔρξω . πέπλον δ ' ἔρεικε κολπίαν ἀκμῇ χερῶν . | ||
] λαξωπ [ ⸐ ἕως ἂν εὖ κρύψῃ τ [ ἔρξω τὸ π ! [ . . . [ ] |
καὶ διορίσαι τό τε τοῦ ἐπαινοῦντος ἔργον καὶ τὴν τοῦ κόλακος ὑπερβολήν . Ὁ μὲν οὖν κόλαξ ἅτε τῆς χρείας | ||
τοῖς συνοῦσι παρ ' ἑκατέρου . καὶ ἡ μὲν τοῦ κόλακος διαβάλλεται , ἐπαινεῖται δὲ ἡ τοῦ φίλου . ἔτι |
Ἀμισοῦ ἐπὶ τὸν Λύκαστον ποταμὸν στάδιοι κʹ . Ἀπὸ τοῦ Λυκάστου εἰς κώμην καὶ ποταμὸν Χαδίσιον στάδιοι ρνʹ . [ | ||
” Λύκτον Μίλητόν τε καὶ ἀργινόεντα Λύκαστον „ . ἀπὸ Λυκάστου αὐτόχθονος [ ἢ παιδὸς τοῦ Μίνωος . ] ὁ |
ὅστις ἀδικεῖσθαι πλεῖστα ἐπίστατ ' ἐγκρατῶς : τὸ δ ' ὀξύθυμον τοῦτο καὶ λίαν πικρὸν δεῖγμα ἐστὶν εὐθὺς πᾶσι μικροψυχίας | ||
ἀδικεῖσθαι πλεῖστ ' ἐπίστατ ' ἐγκρατῶς : τὸ δ ' ὀξύθυμον τοῦτο καὶ λίαν πικρὸν δεῖγμ ' ἐστὶν εὐθὺς πᾶσι |
μὲν δή τις ὁ πραγματικὸς Θεοπόμπου χαρακτήρ . ὁ δὲ λεκτικὸς Ἰσοκράτει μάλιστα ἔοικε : καθαρά τε γὰρ ἡ λέξις | ||
καὶ ὁ μὲν πραγματικὸς τύπος αὐτῷ τοιοῦτος . ὁ δὲ λεκτικὸς πῇ μὲν ὅμοιος Ἡροδότου , πῇ δὲ ἐν - |
] ὑπερεῖδον , κατεφρόνησα , εἰς οὐδὲν ἡγησάμην . Γ ἀπεπυδάρισα ] ἀπελάκτισα ἢ ἀπέπαρδον . ἵπποι γὰρ καὶ ὄνοι | ||
ἔστι δὲ εἶδος ὀρχήσεως . τινὲς δὲ τὸ μὲν “ ἀπεπυδάρισα ” ἀπέπαρδον . ἄλλοι δὲ ἀπεσκίρτησα καὶ ὠρχησάμην . |
εἰρωνεύεσθαι φαύλων εἶναί φασιν , οὐδένα γὰρ ἐλεύθερον καὶ σπουδαῖον εἰρωνεύεσθαι : ὁμοίως δὲ καὶ τὸ σαρκάζειν , ὅ ἐστιν | ||
εἰρωνεύεσθαι : ὁμοίως δὲ καὶ τὸ σαρκάζειν , ὅ ἐστιν εἰρωνεύεσθαι μετ ' ἐπισυρμοῦ τινός . Ἐν μόνοις τε τοῖς |
τινα καὶ ἐπαινοῦντα [ αὐτὸν ᾐσθάνετο ] οὐδ ' ὁπωστιοῦν φθονερῶς . τέλος δ ' οὖν πολλὰ θηρία ἔχων ὁ | ||
ποιοῦντες ἀνθρώπων χρηστῶν καὶ φιλανθρώπων , εὐνοϊκῶς δέχεσθε καὶ οὐ φθονερῶς , ἀλλὰ καὶ χειροτονεῖτε καὶ τὰ ὑμέτερ ' αὐτῶν |
τῶν γε λόγου ἀξίων μέχρι πολλοῦ , διδασκόμενά τε καὶ μανθανόμενα ἐντὸς τοίχων μόνον ἐγνωρίζετο . ἐπὶ δὲ τῶν θυραίων | ||
νομίζεται ; πότερον αἰσθήσει τινὶ ἢ δηλώσει , ὥσπερ τὰ μανθανόμενα μανθάνεται δηλούσῃ τῇ ἐπιστήμῃ , ἢ εὑρέσει τινί , |
τὴν ἀϲθενήϲαϲαν δύναμιν . Περὶ ληθάργου κατὰ τῶν Ἀρχιγένουϲ καὶ Ποϲειδωνίου . ληθάργου ἀρχαὶ δύο : οἷϲ μὲν γὰρ τὰ | ||
: α Περὶ ὑδροκεφάλων Λεωνίδου β Περὶ φρενίτιδοϲ ἐκ τῶν Ποϲειδωνίου γ Περὶ ληθάργου Ἀρχιγένουϲ καὶ Ποϲειδωνίου δ Περὶ κατόχου |
, καὶ τοσοῦτον φύλακα τῆς ἀριστοκρατίας ἀναρπαζόμενον ὑπ ' αὐτῶν περιείδετε . τοιγαροῦν οὐκέτι μετριάζουσιν οὐδὲ καθ ' ἕνα τῶν | ||
οὕτως ἐσχήκατε , ἀλλὰ πάλιν σφετεριζομένων Θηβαίων τὴν Εὔβοιαν οὐ περιείδετε , οὐδ ' ὧν ὑπὸ Θεμίσωνος καὶ Θεοδώρου περὶ |