εἰς ἑαυτὸ μεθίστη , ἐν τοῖς προπυλαίοις τοῦ νεὼ ἱδρυμένον θεῶμαι κένταυρον οὐκ ἀνδρὶ κατὰ τὴν Ὁμήρειον εἰκόνα , ἀλλὰ
ταῦτα εἰπεῖν : “ νῦν γὰρ ἐγὼ Κλεινίαν ἥδιον μὲν θεῶμαι ἢ τἄλλα πάντα ἐν ἀνθρώποις καλά : τυφλὸς δὲ
5408839 τερπνον
' ἵπποις χρυσέαις καὶ Κορίνθου δειράδ ' ἐποψόμενος δαιτικˈλυτάν . τερπνὸν δ ' ἐν ἀνθρώποις ἴσον ἔσσεται οὐδέν . εἰ
θανεῖν ἀώρους παῖδας , ἀλλ ' εὐδαίμονας ἐν γῆι πατρώιαι τερπνὸν ἐκπλῆσαι βίον . πάντας δὲ βωμούς , οἳ κατ
5408424 χρημα
οἴκοθεν ἵν ' ἐπαμύνωσιν ἡμῖν δεομένοις . τὸ μὲν ἐγκώμιον χρῆμα δηλοῖ τὴν χρείαν τὴν συμπίπτουσαν πᾶσι τοῖς ἐν τῷ
τοῦ θεοῦ . ὃ νομοθέτης ἐκδιδάσκει φρονεῖν δεῖν τοὺς μηδὲν χρῆμα τῶν ἐν γενέσει γνωρίζοντας , ἀπογινώσκοντας δὲ ὅσα γενητὰ
5280412 ἡδυ
πίτυος ψιθύρισμα ἐκείνης τῆς παρὰ ταῖς πηγαῖς λιγυρῶς ᾀδούσης : ἡδὺ δὲ καὶ σύ , ὦ αἰπόλε , συρίζεις .
τοσοῦτον , ὅσον ὡς οἷόν τε τῇ γεύσει τοῦ κάμνοντος ἡδὺ ἀποφῆναι τὸ φάρμακον ἐκλεικτόν . τῇ τε οὖν γεύσει
5270161 ἡδιστον
Νεαλύτη καὶ Ὤκιμον , φησὶν Ἀναξανδρίδης . οὔκ ἐσθ ' ἥδιστον ἀποθανεῖν , φησὶ Φιλέταιρος , βινοῦνθ ' ἅμα ,
τὴν θάλατταν ἡμεροῦσα , καὶ ταῖς νήσοις ἐγκαταμίγνυται , θεαμάτων ἥδιστον , ἤπειρος ἐν νήσοις , καὶ τούτων ἐνίων νοτιωτέρα
5203116 θεαμα
μάχης ἐλθεῖν τῷ Φαέθοντι . καὶ δὴ ἐφαίνοντο προσιόντες , θέαμα παραδοξότατον , ἐξ ἵππων πτερωτῶν καὶ ἀνθρώπων συγκείμενοι :
δυστυχίας ἀφῖξαι ] ἦλθες ξυνασχαλῶν ] συλλυπηθησόμενος δέρκου ] βλέπε θέαμα ] θεωρίαν τόνδε ] ἤγουν ἐμέ τὸν συγκαταστήσαντα ]
5171833 σεμνον
. αἷς τὰς θύρας κλείουσι ; θύννου μὲν οὖν . σεμνὸν τὸ βρῶμα . καὶ τρίτη Λακωνική . ἐν ἡμέραις
τροχηλατήσους ' ἐμμανῆ πλανώμενον . ἐλθὼν δ ' Ἀθήνας Παλλάδος σεμνὸν βρέτας πρόσπτυξον : εἴρξει γάρ νιν ἐπτοημένας δεινοῖς δράκουσιν
5105711 τερπει
Τοῦ αὐτοῦ ] . Τῶν ἡδέων τὰ σπανιώτατα γινόμενα μάλιστα τέρπει . Τοῦ αὐτοῦ . Εἴ τις ὑπερβάλλοι τὸ μέτριον
] μοι ? ? ? χόνδρος ? [ ] . τέρπει δέ μ ' οὕτως οὐδὲν ? [ ] ?
5095586 καλλιστον
. ἤτοι οὐγ . κ . χρῶ ὁμοίως . Ἄλλο κάλλιστον . Λίθου ἀσίου , κηροῦ ἀνὰ γοβʹ . ἤτοι
τὴν ὅσοι δὲ ὑπολαμβάνουσιν ὥσπερ οἱ Πυθαγόρειοι καὶ Σπεύσιππος τὸ κάλλιστον καὶ ἄριστον μὴ ἐν ἀρχῇ εἶναι . , Πιθανώτερον
5087752 ἡδιον
κἄν μοι δῷς αὐτῶν μίαν , στρατεύεσθαι ἄν μοι δοκῶ ἥδιον ἢ οἴκοι μένειν . ὁ δὲ Κῦρος εἶπεν :
' : ὄψον δὲ ἐὰν λέγῃς , κάλει ὀψάριον . ἥδιον γὰρ ἀπολοῦμαι πολύ . ὅτι Φοῖνιξ ὁ Κολοφώνιος μνημονεύει
5022281 λυπουμενον
ἀνακρούων : ἀνασείων . γενύεσσι : στόμασιν . Ἀσχαλόωντα : λυπούμενον . ἀσπαίροντα : ψυχοῤῥαγοῦντα . Ἐνίπαπε : ἐνέπληξεν ,
καὶ συνεχοῦς ἡμέραις τε καὶ νυξίν , ὁρῶν ἐπὶ τούτοις λυπούμενον βασιλέα ” μὴ λυποῦ “ φησίν , ” ὦ
4995907 μακαριον
οἱ πλεῖστοι μεθ ' ἡδονῆς εἶναί φασι καὶ τὸν εὐδαίμονα μακάριον ὠνομάσθαι , οἷον ὡς ἂν εἴποις μάλα χαίροντα .
βίῳ γιγνόμενοι τὸν αὐτὸν λόγον φέρουσιν , ὡς οὐκ ἔσται μακάριον τὸ τῶν ἀνθρώπων γένος οὐδ ' εὔδαιμον . ἕπου
4974323 αὐθεκαστον
ἰδιώτην ἀποσεμνύνων φρονήματι , λόγῳ δὲ πραΰνων τὸ τῆς ἐξουσίας αὐθέκαστον . ἀλλὰ μὴν καὶ τὴν τύχην ἴδοις ἂν ὥσπερ
δι ' ἡδονῆς ἐστί μοι πρᾶττε . αὐστηρὸν γὰρ καὶ αὐθέκαστον καὶ ἀληθείας ἑταῖρον καὶ ἀκριβοδίκαιον , ὄγκῳ καὶ σεμνότητι
4919979 προθυμοτατον
ἔθνος δ ' εἶχεν αὐτὴν Θρᾴκιον σύμμαχον Κρουσαῖον καλούμενον ἁπάντων προθυμότατον τῶν συναραμένων αὐτοῖς τοῦ πολέμου . Ὁ μὲν οὖν
τὸ δαιμόνιον ταύτῃ ὡς ἐπὶ πολὺ βραβεύει τὰ ἀνθρώπεια , προθυμότατον ὂν συμφορὰς ἐλαττῶσαι καὶ ἐς τὰ ἀμείνω συνάρασθαι .
4860492 ζηλωτον
ὡς ὁμολογοῦντα τούτων εἶναί τι σπουδαῖον καὶ τὸν Σαρδανάπαλλον ἡγούμενον ζηλωτόν , ὃς ἔφη διατελέσαι τὸν βίον εὐωχούμενός τε καὶ
ὀχληρόν , φαῦλον δὲ τὸν ἁπλοῦν . ἀπόβλεπτον : τὸ ζηλωτόν . ἀμφιμήτωρ : ὁ ἐξ ἑτέρας μητρὸς ἀδελφός .
4813833 πρεπει
γὰρ πλείονας λέγων ὄψει μᾶλλον τὰ συμφέροντα . μεγάλῃ περιστάσει πρέπει ψεῦδος . μηδένα ἀπάτα , μάλιστα δὲ τὸν συμβουλίας
θεραπεία τῆς ἐπιθυμίας αὐτῶν διάδηλος γίνεται : ὡς φῶς δὲ πρέπει τὸ αἰνολαμπὲς αὐτῶν σέλας . ἡμέτερον + ἤγουν ὥσπερ
4786786 ἀνελευθερον
καὶ γίγνεται μηδὲν χρηστὸν , ἀλλ ' οὕτως ἄτιμον καὶ ἀνελεύθερον ὥστ ' εἶναι μόριον κολακείας καὶ σκιᾶς , τοῦ
μηδένα Ἑλλήνων διασκευάσασθαι τὴν αὐλητικὴν ὡς οὖσαν βάναυσον καὶ παντελῶς ἀνελεύθερον , ἀλλὰ βαρβάροις αὐληταῖς χρῆσθαι . διὸ καὶ ὁ
4773373 μισητον
λείπει ἔργον . λόγωι ] ἐν διηγήματι . κατάπτυστον ] μισητόν . ἤικασεν δέ τις ] εἰκονίσειέ τις . τὸ
ἐπιπονέστερον . στυγερὸν δὲ σημαίνει μὲν [ καὶ ] τὸ μισητόν , σημαίνει δὲ καὶ τὸ ἐπίφοβον : ἐνταῦθα δὲ
4772043 εὐσχημον
τῷ δρομικῷ , οὐ πάνυ δ ' εὔκολον οὐδ ' εὔσχημον : διὸ παραιτήσεως ἄξιον . Κώρυκος ἐπὶ μὲν τῶν
φωνῆς δὲ τόνος οὐ παρειμένος πρὸς ἀηδίαν , βάδισμα δὲ εὔσχημον , ἀμπεχόνη δὲ οὐκ ἐρραθυμημένη , πρὸς δὲ τοὺς
4724947 καρτερικον
θέαν τῷ βασιλεῖ τήνδε παρέχων κάλλιστα εἰδὼς τοῦ κυνὸς τὸ καρτερικόν , προσέταξέν οἱ τὴν οὐρὰν ἀποκοπῆναι . καὶ ἣ
τοῦ ὀδυσσέως , ἐν τῷ λέγειν αὐτὸν παθεῖν τινα ὡς καρτερικόν : Ποτανᾷ μαχανᾷ . τῇ ταχυτάτῃ μηχανῇ , ἤγουν
4687679 δαιμονιον
οἴκημα , εἰσελθὼν ἐμαντεύετο καὶ λιμαγχονηθεὶς ἀπέθανεν . ἐγκατοικῆσαν δὲ δαιμόνιόν τι τὰς μαντείας ἐτέλει . εἰσήρχοντο οὖν ἐντὸς οἱ
ἀφ ' ἑαυτῶν . Καὶ ἄλλο δή τί μοι δοκεῖ δαιμόνιόν τι θαῦμα ὁ θεὸς ἐν τούτοις διασημαίνει . Ὥσπερ
4678260 αὐτοφυες
ἐνορᾷ τὴν ἀγλαΐαν τεθηπὼς τοῦ ὄρνιθος καὶ τὸ κάλλος τὸ αὐτοφυές . ἐπᾴδουσι δὲ ἄρα τῷδε τῷ ὀρνέῳ καὶ μῦθον
ἀνέθηκεν , ἐστερεοποίησεν . Ὄρθιον : κέντρον . αὐτόῤῥιζον , αὐτοφυές . ἀκάχμενον : ἠκονημένον , ἐστομωμένον : ἀκάχμενον ἀπὸ
4668794 μιαρον
μοι πάλιν λαβὲ τὸν νόμον τοῦτον . Ἀκούεις , ὦ μιαρὸν σὺ θηρίον , ὅ τι κελεύει ; ἀφ '
ἐνταῦθα δὲ ὡς πρὸς τὴν βίαν αὐτοῦ καὶ ἀνάγκην ἀπιδών μιαρὸν αὐτὸν προσεῖπεν . Ἡ γὰρ βία καὶ ἡ ἀνάγκη
4640075 παντοδαπον
παλαιὰν συνήθειαν . φιλόσοφον δέ φησι τὸν Ὅμηρον διὰ τὸ παντοδαπὸν τῆς ὠφελείας τῆς ποιήσεως αὐτοῦ . . . .
μὲν ἐπιεικὲς πᾶν βιασθὲν δουλεύῃ , τὸ δὲ ἀνόητον καὶ παντοδαπὸν ἐπιχειρῇ ἄρχειν , ὑπὸ ἐξουσίας ἀδεοῦς θρασυνόμενον : ἀνάγκη
4639704 θαυμαζεσθαι
ἔφη „ ἀπολέλαυκας τῆς βορᾶς ταύτης ; ” ” τὸ θαυμάζεσθαί με καὶ ἀποβλέπεσθαι : καὶ γὰρ τὸν Ἡρακλέα ἴσως
μὲν οὖν ἄλλα τοῦ ἀνδρὸς ἔργα , δι ' ἃ θαυμάζεσθαί τε καὶ μνήμης τυγχάνειν ἄξιός ἐστιν , οὐδὲν δέομαι
4639373 ἑωρακοτι
, ὑπομειδιάσας ἔφη : ἐγὼ δὲ καθυλίσαι προσέταξα ἀνθρώπῳ μηδὲν ἑωρακότι ἀγαθὸν ὥσπερ οὐδ ' ἐγώ . ἀνάστηθι οὖν σύ
, ὑπομειδιάσας ἔφη : ἐγὼ δὲ καθυλίσαι προσέταξα ἀνθρώπῳ μηδὲν ἑωρακότι ἀγαθὸν ὥσπερ οὐδ ' ἐγώ . ἀνάστηθι οὖν σύ
4631243 προσειπειν
: ὁ δ ' Ἀναξαγόρου τρόφιμος χαιοῦ στρυφνὸς μὲν ἔμοιγε προσειπεῖν καὶ μισόγελως καὶ τωθάζειν οὐδὲ παρ ' οἶνον μεμαθηκώς
λοιμός , ὃν οἰωνίσαιτ ' ἄν τις μᾶλλον ἰδὼν ἢ προσειπεῖν βούλοιτο , ὃς αὐτὸς αὑτῷ θανάτου τετίμηκεν ὅτε τοιαύτην
4624413 τριβωνιῳ
] ἀνθρώπων ἐρημίαν : ἐγὼ δὲ ἄνθρωπος οὐδεὶς οὐδαμόθεν ἐν τριβωνίῳ φαύλῳ μήτε ᾄδειν ἡδὺς μήτε μεῖζον ἑτέρου φθεγγόμενος ,
φιλοσοφίαν αἰρόντων , ἀλλὰ καὶ σύνεδρον πολλάκις ἐποιήσατο ἐν τῷ τριβωνίῳ καὶ συντράπεζον καὶ συνοδοιπόρον , καὶ πράως ἤνεγκε νουθετοῦντα
4621880 θρεμμα
ἀλλ ' ὀλίγου καὶ εἰ ἄνθρωπός ἐστιν ἤ τι ἄλλο θρέμμα : τί δή ποτ ' ἐστὶν ἄνθρωπος καὶ τί
αἱ τῶν ἀγρῶν χάριτες , ἐπέπραντο δὲ περιστεραί , δεινὸν θρέμμα καταδουλώσασθαι νέον , ἅμιλλαι δὲ ἵππων καὶ τὰ τῆς
4621586 σεβῃ
φρίσσω δὲ ] Ὁ δὲ ἀντὶ τοῦ γάρ . : σέβῃ θνατοὺς ] Φιλάνθρωπος εἶ . : φέρ ' ὅπως
, ἀστέρας ἐμόρφωσεν ἀπλανεῖς , δρόμον διετάξατο , οὓς σὺ σέβῃ θεούς , γῆν δὲ τοῖς ἄνθεσιν ἐκαλλώπισεν , ἄνθρωπον
4615379 ἐπαξιον
ἀμφιβόλως οἶμαί σφ ' ἐρατῶν ἐκ βαθυκόλπων στηθέων ἥσειν ἄλγος ἐπάξιον . ἡμᾶς δὲ δίκη πρότερον φήμης τὸν δυσκέλαδόν θ
χάριν , ἀλλὰ ἀνάπτει τῷ Πολιεῖ Διί , κρίνας ἀνάθημα ἐπάξιον τῷ θεῷ τὸν ὄρνιν τὸν προειρημένον . ἐρᾷ τοῦτον
4559697 ἀγεννες
Τοῦτο ἄρα δρῦς καὶ μαινὰς ἐγένετο , ἄγειν εἰκαζόντων τὸ ἀγεννὲς τοῦ τῶν κηλουμένων τρόπου ἀψύχοις σώμασιν . Ἄλλος ἦν
καὶ μάλιστα τῶν ἐν αὐταῖς μελῶν τὸ ἐπικεκλασμένον σφόδρα ὡς ἀγεννὲς καὶ γυναικεῖον καὶ φιλοσοφίᾳ ἥκιστα πρέπον , προσελθὼν ἠρώτα
4558767 φλαυρον
τοῦτο γὰρ οἱ Ἴωνες διαβάλλονται . Γέροντα δ ' ὀρθοῦν φλαυρόν , ὃς νέος πέσοι . Γηράσκω ἀεὶ πολλὰ διδασκόμενος
τοῦτο γὰρ οἱ Ἴωνες διαβάλλονται . Γέροντα δ ' ὀρθοῦν φλαυρόν , ὃς νέος πέσοι . Γηράσκω ἀεὶ πολλὰ διδασκόμενος
4553107 κτημα
δ ' εἰπεῖν οὐδὲν οὕτω Ῥωμαῖοι φυλάττουσιν οὔθ ' ὅσιον κτῆμα οὔθ ' ἱερὸν ὡς τὰ Σιβύλλεια θέσφατα . χρῶνται
μὲν τοῦ λόγου συνίσταται : οἷόν τε γὰρ τό τινος κτῆμα προσφωνεῖν , ὡς ἔστιν ἐπινοῆσαι καὶ ἐπὶ τῶν κτητικῶν
4541579 ἠρχες
εὐπόρους ὑπὲρ ἀπόρων ἐπιστέλλεις , ἀλλ ' εἰ καὶ ἡμῶν ἦρχες , ταῦτ ' ἂν ὠδύρου : ἀπόλοιο δῆτ '
ἐμὲ σπουδήν . Ἣν ἂν ἥσθην ἡδονήν , εἰ Σύρων ἦρχες , ταύτην ἥδομαι νῦν , ἐπειδὴ πόλεων ἄρχεις ,
4531344 ἡδεσθαι
ἡ ἡδονή . καὶ γὰρ οὐδεὶς ἂν ἕλοιτο νοῦν ἔχων ἥδεσθαι διὰ βίου τὴν τῶν παιδίων ἡδονὴν διανοούμενος καὶ χαίρων
μηδ ' ὅλως ἥδεσθαι ψεκτόν ἐστι , τὸ δὲ ὑπερβολικῶς ἥδεσθαι καὶ πίνειν καὶ ἐσθίειν καὶ πλουτεῖν περιττόν ἐστι καὶ
4519381 κρεισσον
στρατηγῶν εὐκλεᾶ τ ' ἔχων φάτιν . ὀλίγον ἄλκιμον δόρυ κρεῖσσον στρατηγῶι μυρίου στρατεύματος . ὀλίγοι γὰρ ἐσθλοὶ κρείσσονες πολλῶν
τῇ ξυντυχίᾳ , προσένευσαν , ἡγησάμενοι ἐν τῷ αὐτίκα φόβῳ κρεῖσσον εἶναι σφίσιν ὑπὸ τῶν ἐν ταῖς ναυσίν , εἰ
4518497 ἐπαγωγον
, λέγει : τοῦτο μέν σοι πείσομαι . καὶ γὰρ ἐπαγωγόν , ὦ θεοί , τὸ σχῆμά πως τῆς κύλικός
καὶ τὰ ἐπιγινόμενα τοῖς φύσει γινομένοις ἔχει τι εὔχαρι καὶ ἐπαγωγόν . οἷον ἄρτου ὀπτωμένου παραρρήγνυταί τινα μέρη : καὶ
4467388 πινω
' ἑαυτῶν πλανώμενοί φησιν : εἰ δὲ μεθύω καὶ χιόνα πίνω καὶ μύρον ἐπίσταμ ' ὅτι κράτιστον Αἴγυπτος ποιεῖ .
Ι ἐκτεταμένῳ βαρύνεται , εἰ μὴ προκατάρχοιτο ὄνομα : κρίνω πίνω κλίνω σίνω . τὸ δὲ ῥινῶ παρὰ τὴν ῥίνην
4462852 ποιεις
ὑπὸ γραὸς τρεφόμενον πλουσίας , Ὁ δεῖνα , παράδοξόν γε ποιεῖς πρᾶγμ ' ὅτι ἡ γραῦς ποιεῖ ς ' ἐν
τὰ δέοντα ποιεῖς , ἀλλ ' οὖν οὐκ εἰδώς γε ποιεῖς „ , ὡς ἱστορεῖ Χαμαιλέων ἐν τῷ περὶ Αἰσχύλου
4460580 πολυμορφον
φασὶν ἀντὶ τῆς ἐκτμηθείσης κεφαλῆς ἀναβλαστάνειν ἄλλην , αἰνιττόμενοι τὸ πολύμορφον καὶ πολύγονον τῆς ἀθανάτου κακίας δυσάλωτον γένος . μηδὲν
βίον ἕνα καὶ τὸν αὐτόν , τὸ δέ ἐστιν χρῆμα πολύμορφον καὶ παντοδαπόν , πολλαῖς μὲν τύχαις , πολλοῖς δὲ
4452465 ποθει
ἠξίουν ἐπανελθεῖν καὶ συνεχῶς ἔλεγον , ὁ Διὸς Κόρινθος ὑμᾶς ποθεῖ , ὁ Διὸς Κόρινθος δι ' ὑμᾶς λυπεῖται ,
οὓς περὶ τῆς συνθέσεως τῶν ὀνομάτων πεπραγματεύμεθα , πάντα ὅσα ποθεῖ τῶν ἐνθάδε παραλειπομένων εἴσεται . ἐγὼ δὲ τῇδέ πῃ
4444677 πτωχῳ
ἠμφίεστο , ἀπῄει πρὸς τὴν θυγατέρα τοῦ βασιλέως , οὐ πτωχῷ , φησίν , ἐναλίγκιος οὐδὲ ἱκέτου ἐν σχήματι κατεπτηχότος
ὄπισθε μένοντες . ὁ δ ' ἐς πόλιν ἦγεν ἄνακτα πτωχῷ λευγαλέῳ ἐναλίγκιον ἠδὲ γέροντι , σκηπτόμενον : τὰ δὲ
4444053 κτημ
κοὐδενὶ συνήντα τῶν βαδιζόντων χαμαί , εἶθ ' ὅτι τοιοῦτο κτῆμ ' ἐκέκτηθ ' ὧι λίθους ἅπαντας ἐπόει τοὺς ἐνοχλοῦντας
μο [ μᾶλλον δετ ? [ τέχνην α ! [ κτῆμ ' ἐστι ς [ ἄπληστος ε ? [ πάντ
4443213 κεχαρισμενον
ἡ διά : διὰ τὴν σὴν χάριν καὶ τὸ σοὶ κεχαρισμένον : σοὶ καὶ ξυνήρων : συνεβαλλόμην σοι εἰς ἔρωτα
ἄνδρες Ἀθηναῖοι , τοὺς προγόνους ὑμῶν λόγον εἰπεῖν μοι δοκοῦσι κεχαρισμένον , οὐ μὴν συμφέροντά γε ἐκείνοις οὓς ἐγκωμιάζουσι ποιεῖν
4438181 ἐραν
ποταμῶν ὄχλος τῷ λόγῳ : πάντες γάρ μοι δοκοῦσι θαλάττης ἐρᾶν , καὶ διὰ τοῦτο ἐπ ' αὐτὴν ἐπείγονται πολλῷ
τι ἐρωτικόν : φησὶ γὰρ ἀπηχθῆσθαι αὐτοῖς , ἐπειδὴ τὸ ἐρᾶν διαβάλλουσιν . ἀφικομένου γοῦν ἐνταῦθα μοιχοῦ ποτε αὐτῇ γυναικί
4437352 πρᾳον
μὴ χαλεπῷ ἢ φθονεῖν τῷ μὴ φθονερῷ ἄφθονόν τε καὶ πρᾷον ὄντα ; ἐγὼ μὲν γάρ σε προφθάσας λέγω ὅτι
, πατὴρ δὲ οἶμαι διά τε τὴν κηδεμονίαν καὶ τὸ πρᾷον , Πολιεὺς δὲ κατὰ τὸν νόμον καὶ τὸ κοινὸν
4436045 ποθους
ἐστίν ; Ἆρ ' ἀγγέλλεται χρηστόν τι ; Τοῦτο γὰρ ποθοῦς ' ἐγὼ πάλαι ἔνδον κάθημαι περιμένουσα τουτονί . Ταχέως
μολπαῖς , ἐγώ σοι παραβάλλομαι θρήνους , ἄπτερος ὄρνις , ποθοῦς ' Ἑλλάνων ἀγόρους , ποθοῦς ' Ἄρτεμιν λοχίαν ,
4415315 ἐξευρημα
τὰς παιγνίας τὰς νῦν σφίσι τε καὶ Ἕλλησι κατεστεώσας ἑωυτῶν ἐξεύρημα γενέσθαι . Ἅμα δὲ ταύτας τε ἐξευρεθῆναι παρὰ σφίσι
δεῖ νιν πάντ ' ἐπίστασθαι . μέγιστον δὲ καὶ κάλλιστον ἐξεύρημα εὕρηται μνάμα καὶ ἐς πάντα χρήσιμον , ἐς τὰν
4414505 ἐοικας
ὑπ ' ἀνθρώπων ἀπιστοῦμαι χρηστότητος . Θαυμάζειν διὰ τῆς ἐπιστολῆς ἔοικας τὴν παρὰ πολύ μου μεταβολὴν τοῦ βίου , ὅτι
μὴ ῥιγοῦν τοῦ ἀμπεχόνης εὐπορεῖν ; Φέρε τοίνυν , ἐπειδὴ ἔοικας ἀγνοεῖν , διδάξομαί σε θρηνεῖν ἀληθέστερον , καὶ δὴ
4414495 τοπαζω
εὐμενῶς προμνῶμαι καί , σὺν θεῶι εἰπεῖν , πάνυ ἱκανῶς τοπάζω οἷς ἂν συγγενόμενοι ὄναιντο : ὧν πολλοὺς μὲν δὴ
λόγος , ἢ ἐξ ἀνέμου συλλεγομένη κόπρος καὶ φρυγανώδης . τοπάζω . ὑπονοῶ , εἰκάζω . προδίδασκε . περιττεύει ἡ
4409057 ἑτεροιον
οὔτε τὸ μέγεθος ἐπέγνω τῆς παιδός , τό τε κάλλος ἑτεροῖον αὐτὸ κατεφαίνετο : τὸν δὲ πατέρα σχεδόν τι καὶ
, ὡς λουσάμενοι , ἢ περιπατήσαντες , ἢ φαγόντες τι ἑτεροῖον , ταῦτα δὲ πάντα βελτίω προσενηνεγμένα ἢ μὴ ,
4398544 ἐγειρων
τὴν περὶ τῶν ἰδεῶν πρῶτος ἐπιχειρήσας ὁρίζεσθαι : πάντα δὲ ἐγείρων λόγον καὶ περὶ πάντων ζητῶν ἔφθη τελευτήσας . Ἄλλοι
τε αὐτὴν καὶ ἐρεθίζων , καὶ οἷον ἐξ ὕπνου βαθέως ἐγείρων . Αἱ δὲ ἐπὶ τοῖς κωλικοῖς πάθεσιν ἢ τοῖς
4394066 μειδιαμα
μὲν ἔπαινος ἢ κρότος πολὺς οὐκ ἂν ἀπαντήσειεν αὐτῷ , μειδίαμα δὲ παρὰ τῶν ἀκουόντων καὶ τὸ ἐπισεῖσαι τὴν χεῖρα
Σωσάνδρα δὲ καὶ Κάλαμις αἰδοῖ κοσμήσουσιν αὐτήν , καὶ τὸ μειδίαμα σεμνὸν καὶ λεληθὸς ὥσπερ τὸ ἐκείνης ἔσται : καὶ
4380539 ἡδυτερον
καθαρθεῖσι , μάλιστα δὲ τοῖς ἐπὶ πλέον κενωθεῖσι τό τε ἡδύτερον καὶ βαθύτερον ἐθέλειν καθεύδειν . μετὰ δὲ τοὺς ὕπνους
θερμῷ κεραννύντας ὡς οἶνον διδόναι , ὡς ἂν τῷ κάμνοντι ἡδύτερον φαίνοιτο . Ἐπιτήδειον δέ ἐστι τοῖς τοιούτοις , τό
4377188 ἀνθρωπινῳ
προσώποις χρόνοις τρόποις . Ἀναξαγόρας καὶ οἱ Στωικοὶ ἄδηλον αἰτίαν ἀνθρωπίνῳ λογισμῷ : ἃ μὲν γὰρ εἶναι κατ ' ἀνάγκην
τῷ ἀνθρώπῳ ἔδωκα ” , φησίν , „ ἀλλὰ τῷ ἀνθρωπίνῳ „ . Ὁ αὐτὸς θεασάμενος νεανίσκον κατωφρυωμένον , μηδὲν
4370417 φρονειν
, ἄλλως δ ' οὔ . Καὶ μὲν δὴ τὸ φρονεῖν , τοῦτο δὴ συντετύχηκε μόνῳ τῷ πρώτῳ . Ὑφ
κόσμον , τὰ δ ' ἤδη ζωήν , τὰ δὲ φρονεῖν καὶ ζῆν εὖ , τῷ δὲ νῷ τὸ ἀγαθόν
4369834 ἐντιμοτερον
: χρηστός ἐστι βασιλεύς . ἕξεις ἄνδρα ὃν θέλεις : ἐντιμότερον μετὰ τὴν κρίσιν γαμηθήσῃ . βάδιζε δὲ καὶ ἀναπαύου
λόγος φησὶν εἶναι , ψευδόμενος : οὐδὲν γὰρ γηγενὲς Ὀλυμπίων ἐντιμότερον , ἀλλ ' ὁ περὶ ψυχῆς ἄλλως δοξάζων ἀγνοεῖ
4354616 εὐφραινει
κέρδος ἀποβαλούσῃ τὸν παῖδα ; τί με τουτωνὶ τῶν ἐρριμμένων εὐφραίνει τὸ πλῆθος ἑτέρας οὐκ οὔσης γονῆς ; ταῦτα κινήσει
. ἔτι δὲ καὶ οὐ τούτων μόνον ἕνεκα τῶν εἰρημένων εὐφραίνει τὰ πεμπόμενα παρὰ βασιλέως , ἀλλὰ τῷ ὄντι καὶ
4350567 εὐκλεες
δέ : ἐπειδὴ ἔτυχον ἐκεῖσε , τὸ μὲν κερδαίνειν αὐτὴν εὐκλεὲς ἡγησάμην , τὸ δὲ ἐᾶσαι αἰσχρόν : παρεῖναι :
εὖ πράσσουσιν ἐν ἐξουσίᾳ τὸ φιλάνθρωπόν ἐστιν . οὐδ ' εὐκλεὲς οὐδὲ συμφέρον ἐς τὴν ἀρχὴν ὑμῖν ἐστιν πόλιν τοσήνδε
4348816 ταπεινον
ὑπὲρ ὑμῶν ἀναδεξάμενος κίνδυνον καὶ τὸν πόλεμον σεμνῶς διαλύσαςοὐ γὰρ ταπεινόν τι προήχθην εἰπεῖν οὐδὲ φόβῳ πολιορκίας καθεῖλον τὸ φρόνημαἐπανῄειν
ἀγήνορα κάρφει : τὸν αὐθάδη καὶ ὑπερόπτην εὐτελῆ ποιεῖ καὶ ταπεινόν . ἡ γὰρ αὐθάδεια πρὸς καταφρόνησιν ἐγείρει τῶν ἄλλων
4336781 εὐφημια
πέπυσμαι , ἀκήκοα , ἔμαθον , ἴδον . . 〚 εὐφημία ῎στω : Εἴσθεσις περιόδου ἀμοιβαίας στίχων λϚʹ . ὧν
. ἤκουσάς που , ὦ παῖ Ἀρίστωνος , καὶ Εὐριπίδου εὐφημία γὰρ παρὰ σπονδαῖσι κάλλιστον . πατρόθεν αὐτὸν καλέσας ὁ
4336361 ὁμιλησαι
ὦ γέρον Αἰακίδα , πείθομαι καὶ σὺν Λαπίθαισί σε Κενταύροις ὁμιλῆσαι δορὶ κλεινοτάτωι , καὶ ἐπ ' Ἀργώιου δορὸς ἄξενον
γὰρ ἀκριβὲς τοῦτο τῆς φωνῆς καὶ καθαρῶς Ἰωνικὸν καὶ ὅτι ὁμιλῆσαι στωμύλη καὶ πολὺ τῶν Ἀττικῶν χαρίτων ἔχουσα οὐδὲ θαυμάζειν
4334793 ἐπαινω
ἄλλο , τὸ ἔργον εἰς καρτερίαν τε καὶ ἅμα στρατηγίαν ἐπαινῶ Ἀλεξάνδρου . Ξυνηνέχθη δέ τι καὶ τοιόνδε τῇ στρατιᾷ
πτερὰ καὶ ἐρεθίζειν . Οὐ μόνον δὲ πρὸς τὰς πλησμονὰς ἐπαινῶ τοὺς ἐμέτους , ἀλλά μοι δοκεῖ , εἰ τολμήσειέ
4333605 μνημονικον
Ἱππίᾳ τῷ Ἠλείῳ , παρ ' οὗ οὗτος καὶ τὸ μνημονικὸν ἔμαθεν : ἀφ ' οὗ δὴ καὶ ἐρωτικώτερος γεγένηται
Ἀληθῆ λέγεις , ἀλλ ' ἐγὼ οὐκ ἐνενόησα ὅτι τὸ μνημονικὸν ἔχεις : ὥστ ' ἐννοῶ ὅτι εἰκότως σοι χαίρουσιν
4325121 προσηνες
τῶν ἰσοτονιῶν ξενικώτερον μέν πως καὶ ἀγροικότερον ἦθος καταφανήσεται , προσηνὲς δ ' ἄλλως καὶ μᾶλλον συγγυμναζόμενον ταῖς ἀκοαῖς ,
ἕκαστον : ἐγὼ δὲ τὸ ἐπὶ τηλικούτοις ταπεινόφρον αὐτῶν καὶ προσηνὲς ὑπεράγαμαι καὶ τὸ πρὸς τοὺς γεννησαμένους μέρους παντὸς ὑπήκοον
4321790 φρονει
σῖτον ἄγοι καὶ ἐν Κιλικίᾳ κρόκον : λείπει , οὐ φρονεῖ ἤ τι ἄλλο τοιοῦτον : λέγεται γὰρ ἐπὶ τῶν
δὲ πλοῦτον ἢ σθένος μᾶλλον φίλων ἀγαθῶν πεπᾶσθαι βούλεται κακῶς φρονεῖ . στείχομεν οἰκτροὶ καὶ πολύκλαυτοι , τὰ μέγιστα φίλων
4318238 λυπεισθαι
παισίν . καὶ γὰρ ἐκεῖνοι διδόασιν οὕτως , ὥστε μηδὲν λυπεῖσθαι μετ ' ὀλίγον συντριβέντων . ἆρα ἀγνοεῖτε τὴν προσοῦσαν
λυπησομένῳ γενόμενον ἓν ὂν καὶ ταὐτὸν πεποίηκεν ἄλλο , τὸ λυπεῖσθαι . Τί οὖν αὐτὸ τὸ ἓν γενόμενον , πρὶν
4317235 διαφεροντως
τοὺς δημοσίους ὑπομνήματα , ὧν καὶ αὐτὸς ποιεῖται μνήμην , διαφερόντως δὲ τῶν ἄλλων τὸ περὶ ἰδεῶν αὐτοῦ σύνταγμα θαυμάζειν
τε καὶ τὰ τοιαῦτα σύμπαντα , εἰς ἓν δὲ οὐδὲν διαφερόντως τετιμημένον ἔχοντες φράζειν εἰς ὃ τἆλλ ' αὐτοῖς δεῖ
4316474 χρημ
δίκην ἀνοίσομεν . εἰ τῶν κρατούντων ἀδικίαις ὀλούμεθα ; τί χρῆμ ' ἀνερμήνευτα δυσθυμῆι , γύναι ; οὐδέν : μεθῆκα
χὠ μὲν σκυθράζει , δεσπότης δ ' ἀνιστορεῖ : Τί χρῆμ ' ἀθυμεῖς ; Ὦ ξέν ' , ὀρρωδῶ τινα
4315407 ἐπιτηδευμα
. τοῦ λαμβάνειν γὰρ πάντες ἡσσῶνται βροτοί . οὐκ ἔστιν ἐπιτήδευμα χρησιμώτερον τῆς πραότητος . εἴθ ' ὤφελεν τὸ κάλλος
ἡμῖν , ἐάν πως ἡμεῖς ἐκείνῳ ἐνδειξώμεθα ὅτι οὐδέν ἐστιν ἐπιτήδευμα ἴδιον γυναικὶ πρὸς διοίκησιν πόλεως ; Πάνυ γε .
4313618 ἀσχημον
Ῥωμαίων βασιλεὺς εἰς ἐκκλησίαν καὶ πολλὰ παραμυθησάμενος , ὡς οὔτε ἄσχημον ἐπιτάξων αὐτοῖς οὐθὲν οὔτε χαλεπὸν οὔθ ' ὃ μὴ
τὴν ἀπὸ τοῦ πλήθους : τιμητέον οὖν αὐτὰς καὶ οὐδὲν ἄσχημον πρακτέον . * μηδ ' αἰδοῖα γονῇ πεπαλαγμένος :
4311160 κοσμιον
πᾶς δῆμος ἀποσπώμενον προὔπεμψε , θαυμάζων τὸ ἐν τῇ παρεπιδημίᾳ κόσμιον καὶ σῶφρον , καὶ ἅμα οἰκτείρων τὴν τύχην .
δὲ αἳ μὲν λάβρως αἳ δὲ κοσμίως , καὶ τὸ κόσμιον γενναιότερον τοῦ ἀκόσμου . ἀγαθαὶ δὲ ὅσαι μὴ κακόσιτοι
4303032 σοφον
τὰς ἀρχάς , οὐκ ἄδηλον οἶμαι καὶ τοῖς τυχοῦσι . σοφὸν δὲ ἐνταῦθα τὸν θεολόγον φησί , τὸν περὶ τὰ
ἀλεύρων ποίησις ἅμα καὶ τροφὴ καλὴ μὲν καὶ ἀγαθή , σοφὸν δὲ ἄνδρα τελέως οὐκ ἐθελήσει ποτὲ ἀπεργάσασθαι : τοῦτο
4300554 ἡμερον
Ὅτι τούτους εἰκός ἐστιν εἰς τοιοῦτον πάλιν ἀφικνεῖσθαι πολιτικὸν καὶ ἥμερον γένος , ἤ που μελιττῶν ἢ σφηκῶν ἢ μυρμήκων
ἐστί , ἰδίᾳ δὲ τὸ καὶ ἕν τι τὸ ζῷον ἥμερον , ὡς ἐξακούεσθαι καὶ ἐπὶ τούτου τὸν εἰ σύνδεσμον
4300350 χαιρεις
δοῦναι χάριν ἐμοί . ἀλλὰ δός , ἑταίρων φίλτατε , χαίρεις γὰρ ἀκούων τοῦτο μᾶλλον ἢ τὸ τῆς ἀρχῆς ὄνομα
ἄνδρα τύραννον . Ἀλλ ' εὐπαράγωγος εἶ , θωπευόμενός τε χαίρεις κἀξαπατώμενος , πρὸς τόν τε λέγοντ ' ἀεὶ κέχηνας
4298580 εἰδες
, τὴν δὲ αἰτοῦμεν . ὅτι μὲν γὰρ ἡδέως τε εἶδες τουτονὶ Κυριακὸν καὶ πρὸς ἅπαντα συνέπραξας καὶ οὐδὲν ἀργῶς
τὴν Κυνίσκαν : οὐ φθεγξῇ , οὐ λαλήσεις . λύκον εἶδες , ὡς σοφὸς εἶπεν , ἤγουν ὡς ὁ παροιμιαστὴς
4292577 τιμιωτατον
τιμιώτατον εἶναι τὸ γεννῶν τὰ ἐφεξῆς : δεῖ δὴ καὶ τιμιώτατον εἶναι τὸ γεννώμενον καὶ δεύτερον ἐκείνου τῶν ἄλλων ἄμεινον
ἀνθρώπων δὲ γονῆς τὸ λάχος , χρῆμα παντὸς μάλιστα θεοῖς τιμιώτατον , ὀφείλεσθαι : εἰ δὲ δὴ καὶ τούτων λάβοιεν
4289840 καλον
; Οὐ φαίνεται . Ὅρα τοίνυν εἰ , ᾗ γε καλόν , καὶ ἀγαθόν , ὥσπερ καὶ ἐνταῦθα . κατὰ
ἀντιλέξει : Καλλίμαχος [ . ] : ἄγνωτον μηδὲν ἔχοιμι καλόν : . . τὸν ἔρωτα : γυνὴ δὲ πρὸς
4289201 περιβλεπτον
εἰπόντος . μειράκιον μὲν γὰρ ἐκ Μεσσήνης τῆς ἐν Ἀρκαδίᾳ περίβλεπτον ὥρᾳ ἀφικέσθαι ἐς τὴν Ῥώμην , ἐρᾶν δ '
† πάσχω δηλονότι : μοῦσαν οὐράνιόν φησι τὴν μεγάλην καὶ περίβλεπτον σοφίαν . ἐγὼ , φησὶν , εἰμὶ , ὃς
4287886 τετιμημενον
γνώριμοι . ναυτιλίῃσι : πομπαῖς τῶν πλοίων . τετιμημένε : τετιμημένον . σοι : διά σου , ἀπό σου .
: ἐὰν δὲ ἁλῷ , ἐὰν μὲν ᾖ τῳ θανάτου τετιμημένον ὑπὸ τῶν εὐθύνων , ὥσπερ ἀνάγκη , ἁπλῶς θνῃσκέτω
4283974 χρηστον
ἦν . Πολλὰ ἀγαθά σοι γένοιτο , ὅτι ἄνδρα καὶ χρηστὸν καὶ φιλόλογον καὶ Μαξίμου συγγενῆ καὶ ἡμῖν γε φίλον
φοβούμενοι τὸ θεῖον ἐπὶ τοῦ σοῦ πάθους μισῶ πονηρόν , χρηστὸν ὅταν εἴπῃ λόγον . ἀσυλλόγιστόν ἐστιν ἡ πονηρία .
4283588 θυμωθεντα
αὐτῷ θῦσαι καὶ παραθεῖναί τινα παῖδα Νύκτιμον τοὔνομα τὸν δὲ θυμωθέντα μὴ μόνον τὸν ἐπιχειρήσαντα κεραυνῶσαι , ἀλλὰ καὶ τῶν
παρὰ θεῶν , Ἀμύντορά τε Φοίνικι τῷ ἑαυτοῦ ἐπαρᾶσθαι παιδὶ θυμωθέντα καὶ Ἱππολύτῳ Θησέα καὶ ἑτέρους ἄλλοις μυρίους μυρίοις ,
4283346 ὁραμα
γὰρ τὸ ἐπισχεῖν τῶν κωπῶν τὴν εἰρεσίαν : τὸ φοβερὸν ὅραμα καὶ τὸ ἄγαν ὀργίλον : ἀντὶ τοῦ οὐκ ἐχθρόν
, καὶ ὁράματα ὡς Ξενοφῶν , καὶ ὡς Δημοσθένης , ὅραμα τὸ θέαμα : παρὰ δὲ Πλάτωνι καὶ ἀνόρατον ἐν
4282334 τιμιωτερον
τε τὴν παρὰ τοὺς πόνους ἀσκεῖν καὶ μηδὲν ὑπολαμβάνειν χρῆμα τιμιώτερον ἀρετῆς οὐ λόγων διδαχῇ παραγίνεσθαι τοῖς πολιτικοῖς πλήθεσι πέφυκεν
Πλάτωνι . καὶ τὸ Οὐδέν ἐστι πρεσβύτερον ἀντὶ τοῦ οὐδὲν τιμιώτερον . Πρόβασις . ἡ τῶν βοσκημάτων κτῆσις . Προβολή
4282310 φθεγγομενον
πρὸς τὸ φρέαρ τὰς κοιλίας πλύνειν κελεύεται . τὸ θύριον φθεγγόμενον ἄλλως κλαυσιᾷ : ἐπειδὴ μηδὲν τῇδε τοῖς σχολιογράφοις ἐρρέθη
αὐτῶν πρὸς δύο ποιουμένους τὴν ἀναφοράν , πρός τε τὸ φθεγγόμενον καὶ τὸ κρῖνον : ταῦτα δ ' ἐστὶν ἥ
4279853 μακαριζω
Μεγάλῃ πόλει σέ τε ἀπολαβούσῃ καὶ προσλαβούσῃ τὴν νύμφην , μακαρίζω δὲ καὶ τὸν οὐκ ἀπόντος σου τὴν Μεγάλην ὀψόμενον
θηρία κατὰ τοῦτον τὸν καιρὸν ἐξιέναι . οὕτως Νίκανδρος . μακαρίζω , φησί , διὰ τὸ ἐκεῖνον μὲν φιλεῖσθαι ὑπὸ
4268843 οἰκειοτατον
τὸν δύσελπιν οὐκ ἄνθρωπον ἀλλ ' ἀνθρωποειδὲς ἡγεῖται θηρίον τὸ οἰκειότατον ἀνθρωπίνης ψυχῆς , ἐλπίδα , ἀφῃρημένον . ὅθεν καὶ
„ ᾠκοδόμησεν εἰς γυναῖκα „ , διὰ τούτου παριστὰς ὅτι οἰκειότατον καὶ εὐθυβολώτατόν ἐστιν ὄνομα αἰσθήσεως γυνή : ὥσπερ γὰρ
4265149 ἀριστον
εἶδός τι κεκοιλασμένον ἐπὶ τῷ πέρατι . καὶ χρῆσθαι τούτοις ἄριστον , κατὰ μὲν τὴν πρώτην ἐπιβολὴν τοῖς πλατυτέροις ,
αὐτοῦ ἔπαινον , μάταιος ἂν εἴην . . Εἰ δὲ ἄριστον μέν ἐστι τὸ ὕδωρ τῶν ἄλλων δηλονότι στοιχείων ,
4262134 ἀχθομαι
μήποτ ' ὤφελον λιπεῖν τὴν Σκῦρον : οὕτω τοῖς παροῦσιν ἄχθομαι . Οὐκ εἶ κακὸς σύ , πρὸς κακῶν δ
νῦν δ ' ἴσον ἀπέχομεν εὐπορίας καὶ κολακείας καὶ οὐκ ἄχθομαι τῷ μὴ πλουτεῖν , ἀλλὰ φιλοτιμοῦμαι τῷ μὴ δουλεύειν
4259959 ταχυθανατον
τύχη . Ὁ Ἄρης σὺν Ἡλίῳ κακοθάνατον τὸν πατέρα ἢ ταχυθάνατον . τὸ δὲ αὐτὸ ποιεῖ κἂν ἐπαναφέρηται τῷ Ἡλίῳ
θεοί . * * αὐτῷ . * εἰς . τὸ ταχυθάνατον . * * πάλιν . . Εὐάνθεμον ] τὴν
4257398 φρονουντα
δὲ φαίη τις τῷ τυράννῳ ἐξεῖναι καὶ ἀποκτεῖναι τὸν εὖ φρονοῦντα , Τὸν δὲ ἀποκτείνοντα , ἔφη , τοὺς κρατίστους
καταγνοίη , τὸν δ ' ἐγκαταλιπόντα τὴν πατρίδα ὡς εὖ φρονοῦντα ἀθῷον ἀφείη ; ἐξουσίαν ἄρα δώσετε τῷ βουλομένῳ ,
4256933 σπουδαζομενων
ἐπ ' ἀμφοτέροις φησί , καὶ ἐπὶ τῇ ἀποτυχίᾳ τῶν σπουδαζομένων ἡδονῶν καὶ ἐν αὐτῷ τῷ ἐπιθυμεῖν . διὸ καὶ
ἐλέγετο δὲ ἐπὶ τῶν ⌈ πειρᾷ καθιέντων καὶ ἀποτυγχανόντων τῶν σπουδαζομένων . ἄγκιστρον μετὰ σχοίνου καὶ μὴ ἐπιτυγχανόντων ἰχθύος τινός
4255930 ἐξεφοιτησε
οἰωνοὺς , βλέπων μὲν εἰς τὰ μυστήρια ὡς οὐ καλῶς ἐξεφοίτησε πρὶν ἐκπλεῖν ἡμᾶς , βλέπων δ ' εἰς τοὺς
, τοῖς διαδόχοις ἅπερ μυστήρια θεῶν μεταπαραδιδόντες . διόπερ οὐδὲν ἐξεφοίτησε τῶν γε λόγου ἀξίων μέχρι πολλοῦ , διδασκόμενά τε
4249138 καθιερωμενα
δῆμοι καὶ δυνάσται κατεσκεύασαν , εἰς οὓς καὶ χρήματα ἀνετίθεντο καθιερωμένα καὶ ἔργα τῶν ἀρίστων δημιουργῶν , καὶ ὁ ἀγὼν
καὶ χρυσῶν πλῆθος ἦν , ἐν μὲν Δελφοῖς τῷ Ἀπόλλωνι καθιερωμένα , ἐν Ἐπιδαύρῳ δὲ τῷ Ἀσκληπιῷ , ἐν Ὀλυμπίᾳ
4238007 αἰδουμενους
, . . . . . . φόνων δικαστὰς ὁρκίων αἰδουμένους θεσμόν , τὸν εἰς ἅπαντ ' ἐγὼ θήσω χρόνον
τοιαῦτα οὐ πρέπον ἂν εἴη ψεύδεσθαι , θεοὺς προγόνους αὑτῶν αἰδουμένους . ἂν δή τις δημιουργῶν εἰς χρόνον εἰρημένον ἔργον
4235375 αἰσχυναι
λευκὴν ὑπεκφαίνουσα , ἣν ἐδρύψατο μέν , οὐ μὴν ὡς αἰσχῦναι : τὰ γὰρ σημεῖα τῶν ὀνύχων ἡδίω γραφῆς .
τὴν Κύπριν καταισχῦναι λέγεται . οὗ λέγεται : λείπει τὸ αἰσχῦναι τὴν Ἀφροδίτην ὁ Ἀγχίσης . ἄλλοι δ ' οὐ
4232000 ἐρωτικον
διὰ τοῦ κάλλους ἐπ ' ἐκεῖνα : ἔστι δὲ τὸ ἐρωτικὸν πλάτος πολύ . ιζʹ Νῦν δὲ κάλλος μόνον Ἐπειδὴ
μὴ ἐν μύρῳ καὶ εὐμορφίᾳ γυναικῶν εὐστόλων . ἔστι γὰρ ἐρωτικὸν ζῷον . Τούτου ὁ εὑρισκόμενος ἔνδον τῆς ῥινὸς ἢ
4229309 συνετον
λόγους ἀεὶ τὰ σεμνὰ πάντα κέκτηται φθόνον ἅπαν τὸ λίαν συνετόν ἐστ ' ἐπίφθονον ἀδικώτατον πρᾶγμ ' ἐστὶ τῶν πάντων
ἐπὶ παραδειγμάτων ὅτι οὐκ εἰκὸς ἐθελῆσαι προδοῦναι Περικλέα , τὸν συνετόν , τὸν οὕτω λαμπρὸν καὶ μέγαν καὶ στρατηγὸν ἔνδοξον
4229134 μακαριζειν
εἰς θάτερον μεταβάλλεσθαι : καθ ' ὃ καὶ μηδένα δεῖν μακαρίζειν πρὸ τελευτῆς εἴρηται : μαντευόμεθα δὲ εἶπε καὶ οὐ
καὶ τοὺς καλοὺς καὶ τοὺς πλουσίους οὐκ ἐπαινεῖν , ἀλλὰ μακαρίζειν προσήκει . Ταῦτα δὴ διαλογισάμενοι μετὰ τὰ προοίμια πρῶτον
4225910 τηλικουτῳ
αὐτῆς , μὴ δόξῃ παιδαριώδης εἶναι παντάπασιν , ἐν πολέμῳ τηλικούτῳ γυναικὸς εὐμόρφου μνημονεύων . βιαζομένης δὲ τῆς ὁρμῆς πρὸς
“ Ἔτι μου καταγελᾷς , ” ἔφην , “ ἐπὶ τηλικούτῳ κακῷ ; εὖ γε , Μενέλαε , Ξενίου μέμνησαι

Back