παλαιὰν συνήθειαν . φιλόσοφον δέ φησι τὸν Ὅμηρον διὰ τὸ παντοδαπὸν τῆς ὠφελείας τῆς ποιήσεως αὐτοῦ . . . .
μὲν ἐπιεικὲς πᾶν βιασθὲν δουλεύῃ , τὸ δὲ ἀνόητον καὶ παντοδαπὸν ἐπιχειρῇ ἄρχειν , ὑπὸ ἐξουσίας ἀδεοῦς θρασυνόμενον : ἀνάγκη
6905820 ποικιλον
βιοῦντος κατὰ φύσιν . οὐκ ἀπὸ σκοποῦ μέντοι καὶ χιτῶνα ποικίλον ἀναλαμβάνειν λέγεται : ποικίλον γὰρ πολιτεία καὶ πολύτροπον ,
ἀκολούθους ἐκθέσεις πεποίηται κατὰ διαφόρους ὑπομνήσεις διὰ τὸ πολύχουν καὶ ποικίλον τῶν συντάξεων , οἷον ἐπὶ τῶν ἀντικεῖσθαι πεπιστευμένων .
6555721 δρυινον
ἑλάνη . Σέλευκος δὲ γράβιόν φησι λέγεσθαι τὸ πρίνινον ἢ δρύινον ξύλον , ὃ ἐθλασμένον καὶ κατεσχισμένον ἐξάπτεσθαι καὶ φαίνειν
ἐδάφεος , ὅπως ἂν μετρίως ἔχῃ : ἔπειτα οἷον στύλον δρύινον , τετράγωνον , πλάγιον παραβάλλειν ἀπολιπόντα ἀπὸ τοῦ τοίχου
6490263 ἐοικος
τὴν θεραπείαν ἐργαλεῖα , τὸ μὲν ἐκκαθαῖρον τὴν τρίχα πτερῷ ἐοικὸς ξύλον σπάθη , τὸ δὲ διακτενίζον σιδήριον πριονῶδες ὠδοντωμένον
ἑταῖρε Τοῦτο λέγει ὅτι πάλαι ἡμεῖς τὸ εἰκὸς ἐλέγομεν τὸ ἐοικὸς τῷ ἀληθεῖ , οὐχ ἁπλῶς τὸ δοκοῦν τοῖς πολλοῖς
6444904 ὀργιλον
βαθεῖ , πήραν ἐξημμένον καὶ τριβώνιον ἀμπεχό - μενον , ὀργίλον , ἄμουσον , τραχύφωνον , λοίδορον , μηνύειν ἐπὶ
, περὶ ἀναιδείας καὶ βδελυρίας : ὁπότε δὲ ἀγνώμονα καὶ ὀργίλον , ἀγνωμοσύνης καὶ ὀργῆς ἀποτρέπειν . καὶ ἐπὶ τῶν
6405114 προσφιλες
τὸ τέλος ἔσω . ἀπολογοῦνται διότι ἐθορύβησαν . φίλον ] προσφιλές . φίλον ] ἐμοί . τέκος ] γέννημα .
ὑπεμείναμεν . σοῦ δὲ φανέντος ἐκείνων ἠλευθερώθημεν . φίλον ] προσφιλές . κάρα ] ὦ . ἀπήνης ] τοῦ ἅρματος
6401560 γεωργικον
ἐλάττω τὰ ἐνδέοντα ᾖ . Καὶ ἴδοις ἂν τὸν μὲν γεωργικὸν μακαρίζοντα τοὺς ἀστικούς , ὡς συνόντας βίῳ χαρίεντι καὶ
: οὐδὲ ἀμείβειν ἐξ ἑτέρου γένεος εἰς ἕτερον , οἷον γεωργικὸν ἐκ νομέος γενέσθαι , ἢ νομέα ἐκ δημιουργικοῦ .
6237419 δραστηριον
Ἔτι εἰ ἔστι τὸ αἴτιον , ἤτοι μίαν ἔχει τὴν δραστήριον δύναμιν ἢ πολλάς : οὔτε δὲ μίαν ἔχειν δύναται
δύο ποιότησι , τῇ τε δριμείᾳ καὶ τῇ πικρᾷ , δραστήριον γίνεται τὸ φάρμακον . ὁ δὲ καρπὸς ἰσχυρότερος οὐ
6159800 ἀνειμενον
τὴν μεγίστην . , . . ῥᾳστώνη ῥᾳστώνῃ συζῶντας καὶ ἀνειμένον βίον ἀσπαζομένους . , . . ὑβρίζειν ὑπέλαβε πονηροὺς
μάχης ἀγών , τἄλλ ' ὄντες ἴστε μηδενὸς βελτίονες . ἀνειμένον τι χρῆμα πρεσβυτῶν γένος καὶ δυσφύλακτον ὀξυθυμίας ὕπο .
6136487 γλυκυτατον
δυσὶ , διπλοῖς . Δοιοί : δύο ἰχθύες , σχῆμα γλυκύτατον . Δοιὼ ὄνομα , ἡ εὐθεῖα τῶν ἑνικῶν δοιός
κράϲεϲι τοῦ ϲώματοϲ πάϲαιϲ ἐπιτηδειότατον : εὔκρατον δὲ ἔϲτω καὶ γλυκύτατον τὸ ὕδωρ καὶ εἰ δὶϲ καὶ τρὶϲ τῆϲ ἡμέραϲ
6135592 ἐπιδεες
δ ' ἐναντίον τούτων κατάδηλον μέν , ὅμως δὲ μηδὲν ἐπιδεὲς ἔστω λόγου . τὰ γὰρ δὴ τῶν περὶ τὸ
ὀλιγοδεής , ἀθανάτου καὶ θνητῆς φύσεως μεθόριος , τὸ μὲν ἐπιδεὲς ἔχων διὰ σῶμα θνητόν , τὸ δὲ μὴ πολυδεὲς
6128800 ὑποπυρρον
σαρκώδη δὲ καὶ τὰ ἐοικότα θριξὶ τῶν νεφρῶν . τὸ ὑπόπυρρον ἢ ἄγαν πυρρὸν ἐν μὲν τῇ ἀρχῇ φαινόμενον πλεονεξίαν
τοίνυν ἄριστον τῷ κατὰ πάντα συμμέτρῳ ἀνθρώπῳ , ὑπόξανθον ἢ ὑπόπυρρον , καὶ τῇ συστάσει σύμμετρον , ἀναλόγως ἔχον καὶ
6028287 κιβδηλον
ὡς πλείω ἔστι μοι τῶν ὄντων , ἐπιδεικνύς τε ἀργύριον κίβδηλον [ δηλοίην σε ] καὶ ὅρμους ὑποξύλους καὶ πορφυρίδας
μοχθηρῶν ἡ ἀπάτη : καὶ δόκιμον μὲν ἡ δίκη , κίβδηλον δέ τι ἡ ἀπάτη : καὶ ἰσχυρὸν μὲν ἡ
6027895 ἀνεπιδεκτον
αἴτιον τῆς κινήσεως ἀίδιον εἶναι καὶ τῆς τοιαύτης ἄρα μεταβολῆς ἀνεπίδεκτον παντελῶς τὸ πρῶτον κινοῦν τῆς ὡς γενέσεως καὶ φθορᾶς
ψυχὴν ἀσώματον εἶναι : οὕτω γὰρ μάλιστα φθορᾶς καὶ πάθους ἀνεπίδεκτον ὑπάρχειν . τὰς δὲ ἰδέας ὑφίσταται , καθὰ καὶ
6024252 θειοτατον
πᾶσι γνώριμος ἰχθύς . ἐκ δὲ τούτου σκευάζεται ὑγρὸν κολλύριον θειότατον ποιοῦν πρὸς ἀμβλυωπίας πάσας , ὥστε ἐν τρισὶν ἡμέραις
Ἄγασθαι μὲν οὖν καὶ τοῖς ἄλλοις τοῦ νόμου προσήκει τὸν θειότατον αὐτοκράτορα , μάλιστα δὲ οἷς οὐκ ἐφίησι μόνον τὴν
6021936 οἰκειοτατον
τὸν δύσελπιν οὐκ ἄνθρωπον ἀλλ ' ἀνθρωποειδὲς ἡγεῖται θηρίον τὸ οἰκειότατον ἀνθρωπίνης ψυχῆς , ἐλπίδα , ἀφῃρημένον . ὅθεν καὶ
„ ᾠκοδόμησεν εἰς γυναῖκα „ , διὰ τούτου παριστὰς ὅτι οἰκειότατον καὶ εὐθυβολώτατόν ἐστιν ὄνομα αἰσθήσεως γυνή : ὥσπερ γὰρ
6021411 ἑδραιον
αὐτός , πρὸς γὰρ τῷ κεκριμένῳ τοῦ λόγου καὶ τὸ ἑδραῖον τοῦ ἤθους ἐντετύπωτο τοῖς γράμμασι , ῥητόρων δὲ ἄριστα
πάντες δ ' ἔνδον πεταχνοῦνται . ΠΛΗΜΟΧΟΗ σκεῦος κεραμεοῦν βεμβικῶδες ἑδραῖον ἡσυχῇ , ὃ κοτυλίσκον ἔνιοι προσαγορεύουσιν , ὥς φησι
5991183 πειθον
ἐκεῖνο τὸ ἀρρώστημα τοὺς κεκυφότας τε καὶ μαχομένους ἀπεστέρησεν ὕπνου πεῖθον μὲν ἀγορᾶς ἀμελεῖν , πεῖθον δὲ λουτρῶν ὑπερορᾶν ,
ἦσαν οἱ ἀφιστάμενοι τῶν νέων , ἀλλ ' ἕτερον τὸ πεῖθον . ὥσπερ οὖν τοὺς καλοὺς οὐκ ἂν γράψαιτό τις
5982703 πολυκινητον
νόμου ἰσχυρὸν κατεῖχεν | : ἄνθρωπος δέ , ᾧ | πολυκίνητον φύσιν ἔδωκεν ὁ θεός , “ ἐπὶ τραφερήν |
, καθεστηκός , τὸ δὲ θάτερον ἀβέβαιον , εὐμετακίνητον μετακινούμενον πολυκίνητον , πολύφορον , μετατρεπόμενον , φερόμενον , πλανώμενον πλανητόν
5972680 ὑποξανθον
ῥίζαν λεπτήν , ἐπ ' ἄκρου κορυφὴν ἔχουσα στρογγύλην , ὑπόξανθον , ὀποῦ μεστήν . Χρυσοκόμη : ῥαβδίον σπιθαμιαῖον ,
τοιούτῳ οὐροῖτ ' ἂν οὖρον τῇ μὲν χροιᾷ ὑπόπυρρον ἢ ὑπόξανθον , τῇ δὲ συστάσει σύμμετρον καὶ ἀναλογίαν ἔχον τῇ
5967044 ἀνθρωπειον
οὐ περὶ τοῦ ἁπλῶς ζῴου διαλέγεται : οὔτε γὰρ τὸ ἀνθρώπειον ζῷον μεταδίδωσι τοῖς ἄλλοις ζωῆς . ὁμοίως δὲ καὶ
τε χρείαις καὶ ἰδιωτικαῖς εὐποιίαις διὰ κοινωνίας ποιεῖται συνάγουσα τὸ ἀνθρώπειον . τὸ δὲ διεζευγμένων ἀνδρίᾳ παρισωτέον : μάλιστα γὰρ
5963058 ἐξεικασμενον
. πυρφόρον ] φλογώδη . Ξ ἥξειν ] ἐλθεῖν . ἐξεικασμένον ] ὁμοιούμενον . ἐξεικασμένον ] ὡμοιωμένον . Ξ ἐξεικασμένον
. Ξ ἥξειν ] ἐλθεῖν . ἐξεικασμένον ] ὁμοιούμενον . ἐξεικασμένον ] ὡμοιωμένον . Ξ ἐξεικασμένον ] παρόμοιον . ἐξεικασμένον
5890605 ἡμερον
Ὅτι τούτους εἰκός ἐστιν εἰς τοιοῦτον πάλιν ἀφικνεῖσθαι πολιτικὸν καὶ ἥμερον γένος , ἤ που μελιττῶν ἢ σφηκῶν ἢ μυρμήκων
ἐστί , ἰδίᾳ δὲ τὸ καὶ ἕν τι τὸ ζῷον ἥμερον , ὡς ἐξακούεσθαι καὶ ἐπὶ τούτου τὸν εἰ σύνδεσμον
5877865 πολυειδες
τι ἢ ὕλη ἔσται τὸ ὑποκείμενον , πολύτροπον δὲ καὶ πολυειδές : ὥστε οὐδ ' ἂν ἔτι πανδεχὲς γένοιτο ἐμπόδιον
' ἐπιμένειν δύνανται τῆς βλαστήσεως γινομένης ἐκεῖσε : ὅλως δὲ πολυειδές τι τὸ τῶν συκῶν ἐστιν : αἱ μὲν γὰρ
5876778 κοσμιον
πᾶς δῆμος ἀποσπώμενον προὔπεμψε , θαυμάζων τὸ ἐν τῇ παρεπιδημίᾳ κόσμιον καὶ σῶφρον , καὶ ἅμα οἰκτείρων τὴν τύχην .
δὲ αἳ μὲν λάβρως αἳ δὲ κοσμίως , καὶ τὸ κόσμιον γενναιότερον τοῦ ἀκόσμου . ἀγαθαὶ δὲ ὅσαι μὴ κακόσιτοι
5849544 συνετον
λόγους ἀεὶ τὰ σεμνὰ πάντα κέκτηται φθόνον ἅπαν τὸ λίαν συνετόν ἐστ ' ἐπίφθονον ἀδικώτατον πρᾶγμ ' ἐστὶ τῶν πάντων
ἐπὶ παραδειγμάτων ὅτι οὐκ εἰκὸς ἐθελῆσαι προδοῦναι Περικλέα , τὸν συνετόν , τὸν οὕτω λαμπρὸν καὶ μέγαν καὶ στρατηγὸν ἔνδοξον
5843564 ἀπεικαζει
ἐδόθη ἡ διαιρετικὴ , καὶ ἐν Σοφιστῇ δὲ ἀμφιβληστρικῷ ὀργάνῳ ἀπεικάζει αὐτήν . Οὐ γὰρ δυνατὸν ἔχειν ἐπιστήμην πραγμάτων ἄνευ
ἔχειν ἀπολαύειν . καίτοι σοφώτερόν τε εἶναι εἰκὸς ὅστις ἑαυτὸν ἀπεικάζει τῷ σοφωτάτῳ , καὶ μακαριώτερον ὑπάρχειν ὃς ἂν ὅτι
5835839 αὐτοφυες
ἐνορᾷ τὴν ἀγλαΐαν τεθηπὼς τοῦ ὄρνιθος καὶ τὸ κάλλος τὸ αὐτοφυές . ἐπᾴδουσι δὲ ἄρα τῷδε τῷ ὀρνέῳ καὶ μῦθον
ἀνέθηκεν , ἐστερεοποίησεν . Ὄρθιον : κέντρον . αὐτόῤῥιζον , αὐτοφυές . ἀκάχμενον : ἠκονημένον , ἐστομωμένον : ἀκάχμενον ἀπὸ
5800108 αὐλημα
αὐλεῖν , ὑπαυλεῖν , προσαυλεῖν , καταυλεῖν , παραυλεῖν , αὔλημα , ἔναυλον , ἔξαυλον , ἐξηυλημένος . καὶ πολύφθογγος
διάβροχος , ἔξαυλος : καὶ ἐξηυλημέναι γλῶτται αἱ παλαιαί . αὔλημα δ ' ὄρθιον , ἀφ ' οὗ καὶ νόμος
5799722 ἐπιτευγμα
συναναφέρει πλῆθος ἡ γῆ , ὡς εἶναι τὸ τῆς χώρας ἐπίτευγμα τοῖς οἰκηταῖς αἴτιον ἀκληρίας . Ἀπὸ δὲ τῶν ἐφεξῆς
τὸ μὲν ἀπόπτωμα φυγῆς καὶ θανάτου ἄξιον , τὸ δὲ ἐπίτευγμα κέαρ πεπονημέ - νον ἀρετῆς . τοῦτο δὲ περὶ
5799360 τιμαλφεστατον
ἐξ οὐρανοῦ πεσοῦσα καὶ θρόνων Διός , ἄνακτι πάππῳ χρῆμα τιμαλφέστατον . Ἑνὸς δὲ λώβης ἀντί , μυρίων τέκνων Ἑλλὰς
ῥοιαὶ καὶ ἀνέμων εὔπνοιαι καὶ ἄνθους φαιδρόν τι χρῆμα καὶ τιμαλφέστατον . Μέγεθός γε μὴν καὶ ἀξίωμα ἐμποιεῖ τῷ λόγῳ
5794966 ἡμερωτατον
πρόσωπον φεύγειν καὶ κατακρημνίσαι ἑαυτόν . Τῶν θαλαττίων δὲ ζῴων ἡμερώτατον εἶναι δελφῖνα : καὶ γὰρ πρὸς παῖδας ἐρωτικῶς ἔχειν
σαυτῷ διαλέξῃ : Πελάγιον δὲ τουτονὶ γνοὺς ἐγνωκὼς ἔσῃ τὸν ἡμερώτατον Σύροις . ἐπαινῶ δὲ ἐντεῦθεν αὐτόν , οὐχ ὡς
5782162 εὐγηρων
τὸ σοφόν καὶ τὸν σοφόν , τὸ εὔγηρων καὶ τὸν εὔγηρων , εἰ δὲ περισσοσυλλάβως τῇ κλητικῇ , τὸ ἄρσεν
ἀρσενικοῦ ὁμοφωνεῖ , οἷον τὸν σοφόν τὸ σοφόν , τὸν εὔγηρων τὸ εὔγηρων . οὕτως οὖν τὸν ἀξιόχρεων τὸν ἀνάπλεων
5780436 θηριωδες
δὲ δὴ ἐν ὅπλοις πειρᾶσθαι αὐτῶν καὶ ὁρᾶν τιτρωσκομένουςἄπαγε : θηριῶδες γὰρ καὶ δεινῶς σκαιὸν καὶ προσέτι γε ἀλυσιτελὲς ἀποσφάττειν
' ἁπλοῦν ἔχων , ἀλλὰ πολὺ τὸ πανοῦργον καὶ τὸ θηριῶδες . διὸ καὶ Σκύθον αὐτὸν οἱ Λακεδαιμόνιοι προσηγόρευον .
5762195 ἀϋλον
τὸ μετέχον τῆς ὕλης ; πότερον ὕλη καὶ αὐτὸ ἢ ἄϋλον ; εἰ μὲν οὖν ὕλη , πῶς ἔνυλον καὶ
ὁ μὲν χρυσὸς ἡλιοειδὴς , διότι φῶς μόνον ὁ ἥλιος ἄϋλον : ὁ δὲ ἄργυρος σεληνιαῖος : διότι καὶ ἡ
5756975 ἀχρωματον
ἀσχημάτιστον , ἀνενδεές , ἀνελλιπές , ἀσώματον , ἀόρατον , ἀχρώματον , ἀεικίνητον , αὐτοκίνητον , ἀείζωον , αὔταρκες αὑτῷ
νοητὸν καὶ νῷ μόνῳ ληπτὸν , οὐδὲ τὸ ἀσχημάτιστον καὶ ἀχρώματον οὐδὲ τὸ ἀσώματον καὶ ἀναφές . ληʹ Ἐπεὶ ἐμέ
5753537 καρτερικον
θέαν τῷ βασιλεῖ τήνδε παρέχων κάλλιστα εἰδὼς τοῦ κυνὸς τὸ καρτερικόν , προσέταξέν οἱ τὴν οὐρὰν ἀποκοπῆναι . καὶ ἣ
τοῦ ὀδυσσέως , ἐν τῷ λέγειν αὐτὸν παθεῖν τινα ὡς καρτερικόν : Ποτανᾷ μαχανᾷ . τῇ ταχυτάτῃ μηχανῇ , ἤγουν
5747450 διαφυλαττει
. καὶ τὸ ϲπέρμα δὲ τῆϲ ἀλθαίαϲ ἐν βαλανείῳ ϲμώμενον διαφυλάττει τὰϲ τρίχαϲ καὶ αὔξει : ὁμοίωϲ δὲ καὶ τὸ
κύριον , ἀλλὰ μᾶλλον ὅσων ἡ χρεία τῷ παντὶ ζῴῳ διαφυλάττει τὴν ζωήν . ἔστι δὴ ταῦτα δυοῖν ἀγγείων στόματα
5739497 σκληρον
, οὐδὲ περιστάσεων . Ἀγαπήσετε δὲ ὅμως τὸ καματηρὸν καὶ σκληρὸν τοῦτο τῆς διαγωγῆς , καὶ ἐπίπονον , διὰ τὰ
μόνου ἐμνημόνευσε τοῦ μαλθακοῦ , εἰδὼς ὡς καὶ εἴ τι σκληρὸν , ἐκείνῳ δὲ ἡδὺ , ὡς μαλθακὸν αὐτῷ φαίνεται
5734956 ἐδημιουργησεν
λήθη : οἷον ἐννοοῦμεν εἶναι τραγέλαφον ὃν ἡ φύσις οὐκ ἐδημιούργησεν , ἀλλ ' ἡ ἡμετέρα ἐπίνοια τὴν φύσιν τυραννήσασα
. Εἰ μὲν οὖν μήτε ἐξ ὑποκειμένων ποιοτήτων τὰς ποιότητας ἐδημιούργησεν ὁ Θεὸς , μήτε ἐκ τῶν οὐσιῶν , τῷ
5731858 τιμιωτατον
τιμιώτατον εἶναι τὸ γεννῶν τὰ ἐφεξῆς : δεῖ δὴ καὶ τιμιώτατον εἶναι τὸ γεννώμενον καὶ δεύτερον ἐκείνου τῶν ἄλλων ἄμεινον
ἀνθρώπων δὲ γονῆς τὸ λάχος , χρῆμα παντὸς μάλιστα θεοῖς τιμιώτατον , ὀφείλεσθαι : εἰ δὲ δὴ καὶ τούτων λάβοιεν
5718829 γεννητικον
φυσικῆς γενέσεως , τὸ δὲ πῦρ , ὡς εἴρηται , γεννητικὸν μὲν αὑτοῦ , φθαρτικὸν δὲ ὡς ἐπὶ πᾶν τῶν
αὐτό φασι καταφέρεσθαι οἱ περὶ τὸν Σφαῖρον , πάντων γοῦν γεννητικὸν εἶναι τῶν τοῦ σώματος μερῶν . τὸ δὲ τῆς
5699357 πολυμερες
λέγει ὅτι τὸ θεῖον φύσει μὲν ἕν , ὀνόμασι δὲ πολυμερές πολλῶν ὀνομάτων ] λέγεται γὰρ καὶ ζείδωρος πρὸς τούτοις
: τῆς δὲ κατὰ τὴν φωνὴν κινήσεως εἴδη δύο , πολυμερές τε καὶ ἀμερές . περὶ μὲν οὖν τοῦ πολυμεροῦς
5655349 λιτον
φαίνομαι . τίς γὰρ ἂν ἐφ ' οὕτως αὐτάρκη καὶ λιτὸν πολέμιος στρατεύσαιτο ; ἐπὶ τίνα δ ' ἂν οἱ
: ὃ δὴ καλεῖται ὑπὸ τῶν ἐγχωρίων λαμπάδιον . Ὑπόδημα λιτὸν , οὐ βαθὺ , φοινικοῦν δὲ τῇ χροιᾷ καὶ
5645531 πολυτροπον
: τοῦ δὲ δευτέρου ἄνδρα μοι ἔννεπε , Μοῦσα , πολύτροπον , ὃς μάλα πολλά πλάγχθη : οὐλομένην , ἣ
, ἀλλὰ σκυθρωπὸν καὶ σφοδρόν , οὔτε δὲ ποικίλον οὔτε πολύτροπον . τὸ δὲ τῶν Αἰολέων ἦθος ἔχει τὸ γαῦρον
5642043 πτηνον
τέτταρες , μία μὲν οὐράνιον θεῶν γένος , ἄλλη δὲ πτηνὸν καὶ ἀεροπόρον , τρίτη δὲ ἔνυδρον εἶδος , πεζὸν
τῇ χροιὰ μελανίζων . τούτου ὑπὸ τὸν αἰθέρα ἱπταμένου πᾶν πτηνὸν φρυάσσει . ἔχει δὲ μεγάλας πράξεις , ἃς λέγων
5638355 γεννᾳν
Κατεξικμασθείσης δὲ τῆς γῆς ὑφ ' ἡλίου , καὶ μηκέτι γεννᾷν δυναμένης , ἐξ ἀλληλογονίας φασὶ τὴν γέννησιν γίνεσθαι .
τι μὴ ἔχειν ὅπερ ἐξ ἀρχῆς μὲν περιαιρεθὲν οὐκ ἀδυνατεῖ γεννᾷν : πλεονάκις δὲ τοῦτο παθοῦσα καὶ ὥσπερ τελέως γυμνωθεῖσα
5622798 καλλιστον
. ἤτοι οὐγ . κ . χρῶ ὁμοίως . Ἄλλο κάλλιστον . Λίθου ἀσίου , κηροῦ ἀνὰ γοβʹ . ἤτοι
τὴν ὅσοι δὲ ὑπολαμβάνουσιν ὥσπερ οἱ Πυθαγόρειοι καὶ Σπεύσιππος τὸ κάλλιστον καὶ ἄριστον μὴ ἐν ἀρχῇ εἶναι . , Πιθανώτερον
5620563 παρεχον
τὸ δ ' εἰ ἀποκόπτοις , κακοηθέστερόν τε καὶ ὀδύνην παρέχον καὶ χορηγούμενον αἱματώδει ἰχῶρι : ἔστι δ ' οἷς
ἀποβαίνειν . Τὸ μέντοι εὔχρηστον εἰς τὰ ἔργα καὶ τὸ παρέχον τὰς τοῦ θεραπεύειν ἀφορμὰς , οὔτ ' ἀκατάληπτόν ἐστιν
5607976 ταλαιπωρον
κύων παρειστήκει . Οὗτος ἐπέρριψεν ὀστοῦν λαλῶν ταῦτα : Ὦ ταλαίπωρον κυνάριον ὑπνῶδες , τί σοι ποιήσω ὄκνῳ κατεχομένῳ ;
, ἐνταῦθα εἰκὸς εἴδεα μεγάλα εἶναι , καὶ πρὸς τὸ ταλαίπωρον καὶ τὸ ἀνδρεῖον εὖ πεφυκότα : καὶ τό τε
5599738 τραχυ
, ἵνα μὴ συναπτόμεναι πρὸς ἀλλήλας αἱ καταλήγουσαί τε εἰς τραχὺ γράμμα καὶ αἱ τὴν ἀρχὴν ἀπό τινος τοιούτου λαμβάνουσαι
βίας , ἐπεὶ τίκτουσιν ἐκτὸς ἀλγηδόνος ἁπαλήν ] τὴν μηδὲν τραχὺ καὶ βίαιον ἔχουσαν : ἀλύπως γὰρ τίκτουσιν ἁπαλήν ]
5599005 Νικομηδειον
ε Ἀστακός τε καὶ Ἡραία καὶ τὸ Μεγαρικόν . . Νικομήδειον : ἐμπόριον Βιθυνίας : Ἀρριανὸς ε Βιθυνιακῶν . .
λεπτὸν ἀναγράφει , τῇ πατρίδι δῶρον ἀναφέρων τὰ πάτρια . Νικομήδειον γάρ [ τι ] τὸ γένος αὑτοῦ ἐν ταύτῃ
5590947 ἐξεσμενον
βρέτας καὶ ἄγαλμα διαφέρει . ξόανον μὲν γάρ ἐστι τὸ ἐξεσμένον λίθινον ἢ ἐλεφάντινον , βρέτας δὲ τὸ βροτοῖς ὅμοιον
δρύπτω , τὸ ξαίνω , * * * τὸ ἀμφοτέρωθεν ἐξεσμένον , . , . * . . Ἀμφιδέδηε :
5574583 οἱονπερ
πάντ ' ἔχειν τὰ γράμματα , ἵνα κομιδῇ ᾖ τοιοῦτον οἷόνπερ οὗ ὄνομά ἐστιν , ἀλλ ' ἔα καὶ τὸ
τηνικαῦτα τοῖς ἠρέμα ὑποξηραίνουσι κέχρησο καὶ στύφειν ἠρέμα δυναμένοις , οἷόνπερ ἐστὶ καὶ τὸ κυδώνιον μῆλον αὐτὸ καθ ' ἑαυτὸ
5562242 εἰλικρινες
ὑπὸ τοῦ ἀέρος . τὸ δὲ μέσον οἷον καθαρὸν καὶ εἰλικρινές . διὸ καὶ ταύτῃ μὲν [ οὐ ] διορᾶται
, οἰόμεθα , εἴ τῳ γένοιτο αὐτὸ τὸ καλὸν ἰδεῖν εἰλικρινές , καθαρόν , ἄμεικτον , ἀλλὰ μὴ ἀνάπλεων σαρκῶν
5560815 πολυφορον
Διὸς ἐντεῦθεν σωτῆρος εἶναι λεγομένου ] , καὶ τὸ μὲν πολύφορον καὶ καθαρὸν αἱ ἄμπελοι παριστᾶσι , μάλιστα δὲ τὸ
, τὸ δὲ θάτερον ἀβέβαιον , εὐμετακίνητον μετακινούμενον πολυκίνητον , πολύφορον , μετατρεπόμενον , φερόμενον , πλανώμενον πλανητόν , μεταπλαττόμενον
5558258 ἐσθιομενον
ἢ τὰ πτερὰ αὐτοῦ , οὐδέποτε ἀστοχήσει τῆς ἁλείας . ἐσθιόμενον δὲ τὸ στρουθίον ὀπτὸν σὺν τοῖς πτεροῖς ἀποπληξίαν καὶ
πάντα . Ὠφελεῖ δὲ αὐτοὺς καὶ ὁ ἀσκαλαβώτης τὸ ζῷον ἐσθιόμενον , πέρδικός τε ᾠὰ εἰς συνουσίαν ἐγείρει : ἀλέκτορος
5557059 ἀσχηματιστον
μαθεῖν . εἰσί τινες οἱ τὴν ἄποιον καὶ ἀνείδεον καὶ ἀσχημάτιστον οὐσίαν θεοπλαστοῦντες , τὸ κινοῦν αἴτιον οὔτε εἰδότες οὔτε
: τὸ μὲν γὰρ μέλος ἀνενέργητόν τ ' ἐστὶ καὶ ἀσχημάτιστον , ὕλης ἐπέχον λόγον διὰ τὴν πρὸς τοὐναντίον ἐπιτηδειότητα
5541828 δολερον
σκέπασμα . Ὡς δὲ πάϊς : παραβολή . δολόεντα : δολερόν . μόρον : φόνον . λίχνοισι : λαιμάργοις :
κῦμα , ὅτε νοήσῃ τὴν ὁρμὴν τῶν ἀγρευτήρων δολόεντα ] δολερόν δολόεντα ] ἡ δολόεις , Ἰωνικῶς μαθοῦς ' ]
5536920 ἐπηνωρθωσατο
περὶ τὸ ἀναγκαιότατον ὤλισθον μέρος , τὸ σφάλμα τῶν ἄλλων ἐπηνωρθώσατο , κυριώτατα φάναι , τὸ Ἰουδαίων ἔθνος , ὅσα
δὲ Ἀριστοτέλης οὐχ οὕτως τὸν λόγον ἠρώτηκεν , ἀλλ ' ἐπηνωρθώσατο εἰπών : τὸ ἐναντίον φευκτῷ ᾗ φευκτὸν ἀγαθόν :
5534469 γοργον
ἄλλοις ταχύτητα καὶ ἐπιτηδειότητα . ποδῶκες ὄμμα ] ταχύτατον , γοργόν , σύντομον εἰς τὸ ὁρᾶν τῇδε καὶ ἐκεῖσε .
ἔστιν οὐδεμία , ἥτις καθ ' ἑαυτὴν ποιεῖ τὸν λόγον γοργόν , πλὴν εἰ τὴν ὀξύτητά τε καὶ δριμύτητα ὡς
5519714 φιλοψυχον
ἐμάς ; εἰσορῶ : δειλὸν δ ' ὁ πλοῦτος καὶ φιλόψυχον κακόν . κἆιτα σὺν πολλοῖσιν ἦλθες πρὸς τὸν οὐδὲν
: ἦπου τὸν φιλόσοφον ἔδει λιποτάκτην γενέσθαι καὶ λιπόνεων καὶ φιλόψυχον , ῥίψαντα τὴν ἀρετὴν ὡς ἐν πολέμῳ ἀσπίδα .
5496321 τεραστιον
ἤθεσι προσαγορευόντων καὶ ὁμιλίας τὰς ἁρμοττούσας τῷ καιρῷ ποιουμένων . τεράστιον δὲ καὶ τὸ μὴ πίνοντας πινόντων καὶ τὸ μὴ
: ὅταν δὲ δὴ καὶ ἐξ ἐναντίας , τοῦτο ἤδη τεράστιον καὶ ἀλλόκοτον . κατηγορίας δὲ καὶ ἀπολογίας οὐδὲν οἶδα
5493105 ἀμφιεσμα
: τρίτον δ ' ἔξωθεν αὐταῖς περιβέβληται σῶμα , καθάπερ ἀμφίεσμά τι καὶ πρόβλημα τοῦ νωτιαίου μυελοῦ , τὴν ἀρχὴν
, μέσων δ ' ἐν αὐταῖς περιεχομένων τῶν ἀγγείων , ἀμφίεσμά τε ἅμα γινόμενον αὐτῶν καὶ πρόβλημα καὶ στήριγμα .
5492502 εἰργασμενον
ἀγνοῇ , αὐτὸ δὲ εἰδῇ καὶ ἔχῃ τὸ τὸν φόνον εἰργασμένον . Ἐπισημαίνεσθαι : ἀντὶ τοῦ ἐπαινεῖν μὲν καὶ ὡς
τῷ τούτου , τοσαῦτα δ ' αὐτὸν τοῦτον ἀγάθ ' εἰργασμένον , ὅς ' ὑμεῖς ἀκηκόατε , τοῦτον οἴεται δεῖν
5484852 εἰρηνικον
εἴδη κατεστήσατο , τὸ μὲν πολεμικὸν πυρρίχην , τὸ δὲ εἰρηνικὸν ἐμμέλειαν , ἑκατέρῳ τὸ πρέπον τε καὶ ἁρμόττον ἐπιθεὶς
Ἀδρίαν θάλατταν . μετὰ δὲ ταῦτα δοὺς ἑαυτὸν εἰς βίον εἰρηνικὸν ἐξέλυσε μὲν τῶν στρατιωτῶν τὰς ἐν τοῖς πολεμικοῖς γυμνασίας
5482358 ἀμουσον
, τὸν ἄνθρωπον , καὶ ἐξ οὗ μεταβάλλει , τὸ ἄμουσον . τούτων τοίνυν τῶν δυεῖν τὸ σύνθετον ἡμῖν ποιούντων
αὐτοὺς ] οὐ διὰ τὸν ἔπαινονοὐ γὰρ κολακείαν ἢ τὴν ἄμουσον θεραπείαν ὁ σόφος ἀσπάζεταιἀλλὰ ‖ ἀποδεξάμενος αὐτῶν τὴν μετάνοιαν
5475675 ἀπεριοριστον
διακριβοῦν πολὺ ἔργον ἐν τῷ παρόντι , μᾶλλον δ ' ἀπεριόριστον , ὀλίγα τῶν ὅσα μεγαληγορίας ἀποτελεστικὰ τοῦ πιστώσασθαι τὸ
μου τὸ φῶς ἐν δυνάμεσιν ἀναριθμήτοις ὄν , καὶ κόσμον ἀπεριόριστον γεγενημένον , καὶ περιίσχεσθαι τὸ πῦρ δυνάμει μεγίστῃ ,
5475302 εὐωδες
γλυκύ , τὸ ξανθόν , καὶ ἐν τῷ μήλῳ τὸ εὐῶδες , τὸ ἐρυθρόν , τὸ μαλακόν . καὶ ᾗ
τῷ προειρημένῳ δυνάμεως : οὐ μὴν γλυκὺ γευομένοις οὐδ ' εὐῶδες : καθ ' ὅσον δὲ γλίσχρον τι καὶ κνησμῶδες
5474538 ἀποιον
περιέχει γὰρ τὸ εἶδος τὴν ὕλην καὶ τὰ στοιχεῖα τὸ ἄποιον σῶμα . ταῦτα ἔχει ἡ πρᾶξις . Ἕκτον ἦν
καὶ μέλιτοϲ , ἔτι δὲ πρὸϲ τούτοιϲ εἴ τε οὖν ἄποιον ἐθέλοιϲ εἴ τε μέϲον ἐν ποιότητι τῇ πρὸϲ τὴν
5470828 ἀμορφον
τηροῦντας τὴν ἀρχὴν τῶν πάντων ἐν τῷ τιμίῳ μὴ τὸ ἄμορφον μηδὲ τὸ παθητὸν μηδὲ τὸ ζωῆς ἄμοιρον καὶ ἀνόητον
παρὰ γοῦν ἐμοί , ἡ καινότης , μὴ οὐχὶ συντετρῖφθαι ἄμορφον ὄν . καὶ εἴ γε μὴ οὕτω φρονοίην ,
5470802 πολυπουν
, εἶτα τέμοι τὸ ζῷον εἰς ἄπουν καὶ δίπουν καὶ πολύπουν ὑπερβὰς τὸ πεζόν . ἔστι δὲ τοῦτο κακία ὁρισμοῦ
δὲ ξηρῶν φαρμάκων ἀδήκτωϲ οἶδά ποτε τῷ διφρυγεῖ δαπανηθέντα τὸν πολύπουν . εὐδοκιμεῖ δὲ ἐπ ' αὐτῶν καὶ τὸ προειρημένον
5470551 προσηνες
τῶν ἰσοτονιῶν ξενικώτερον μέν πως καὶ ἀγροικότερον ἦθος καταφανήσεται , προσηνὲς δ ' ἄλλως καὶ μᾶλλον συγγυμναζόμενον ταῖς ἀκοαῖς ,
ἕκαστον : ἐγὼ δὲ τὸ ἐπὶ τηλικούτοις ταπεινόφρον αὐτῶν καὶ προσηνὲς ὑπεράγαμαι καὶ τὸ πρὸς τοὺς γεννησαμένους μέρους παντὸς ὑπήκοον
5469771 ὁρμητικον
κρατῆρες , διὰ τὸ μεστὸν εἶναι πυρός . θοῦρον ] ὁρμητικὸν , θρασύν . ἀντέστη ] ἠναντίωτο . . σμερδναῖσι
: τετρασκελὲς | γὰρ καὶ τὸ πάθος ὡς ἵππος καὶ ὁρμητικὸν καὶ αὐθαδείας γέμον καὶ σκιρτητικὸν φύσει . ὁ δὲ
5467796 ἀπογεννᾳ
λοιπῶν ὀστρακοδέρμων . λεπτὸν δὲ καὶ ταῦτα καὶ ὑδατῶδες αἷμα ἀπογεννᾷ , ἄλλως δὲ καὶ δύσπεπτα καὶ οὐ ῥᾳδίως ὑπερχόμενα
ὁ γὰρ θʹ τῶν Μουσῶν ἀριθμὸς ἐφ ' ἑαυτὸν πολλαπλασιαζόμενος ἀπογεννᾷ τὸν παʹ ἀριθμόν : ὅτι δ ' αἱ Μοῦσαι
5465870 ἀπειργασατο
καὶ τοὺς ἄλλους ἅπαντας Ἕλληνας ὅτι βελτίους ἐκεῖνος ὁ ἀνὴρ ἀπειργάσατο . πᾶσι γὰρ ἡγεῖτο πρὸς τὰ κάλλιστα , ὥστε
ἀκρασίαν καὶ φυγοπονίαν τῶν νοσούντων . καὶ μὴν πολλοὺς μὲν ἀπειργάσατο πτωχοὺς καὶ ἀπόρους ἀσωτία καὶ πολυτέλεια , πολλοὺς δὲ
5463898 δυνατωτατον
. Ἔταξε δὲ οὕτω : ὅ τι μὲν ἦν αὐτῶν δυνατώτατον πᾶν ἀπολέξας ἔστησε ἀντίον Λακεδαιμονίων , τὸ δὲ ἀσθενέστερον
: ἀφ ' οὗ δὴ καὶ τὸ ἀληθέστατον αὐτοῦ καὶ δυνατώτατον καὶ μάλιστα τεταγμένον περὶ τίνων τε πέφυκεν ἀληθεύειν καὶ
5461669 πηγνυμενον
τῆς ἰκμάδος συρρεῖ εἰς τὰς ἁρμογὰς τῶν λίθων , καὶ πηγνύμενον συμφυεῖς ἀπεργάζεται τοίχους . μεταλλεύεται δὲ κατὰ τὴν Ἀραβίαν
ὕδωρ ἐμβάλλουϲι πυέλοιϲ τετραγώνοιϲ ἐκ κεραμίδων γεγονυίαιϲ καὶ ἐν ταύταιϲ πηγνύμενον ἡμέραιϲ πλείϲταιϲ γίγνεται χάλκανθοϲ . τῷ δὲ χρόνῳ καὶ
5455590 μεγαλοπρεπες
τὸ μὲν γὰρ ἰσχνὸν καὶ δεινόν , τὸ δὲ μῆκος μεγαλοπρεπές . ἀλλ ' οἷον ὀλίσθῳ τινὶ ἔοικεν τὰ κῶλα
μέντοι καὶ τὸ ψυχρὸν ἐν τρισίν , ὥσπερ καὶ τὸ μεγαλοπρεπές . ἢ γὰρ ἐν διανοίᾳ , καθάπερ ἐπὶ τοῦ
5453369 μανον
κριτικώτατον δὲ ἡδονῆς τὴν γλῶτταν : ἁπαλώτατον γὰρ εἶναι καὶ μανὸν καὶ τὰς φλέβας ἁπάσας ἀνήκειν εἰς αὐτήν : διὸ
εἶναι ὅτι ἔστι κενόν . εἰ μὲν γὰρ μὴ ἔστι μανὸν καὶ πυκνόν , οὐδὲ συνιέναι καὶ πιλεῖσθαι οἷόν τε
5450053 αἱμυλον
ἦσαν καὶ κουφότατοι βροτοὶ ἀστῶν καί τις Ἀρίστωνος γέννης ἄπο αἱμύλον ἕλκων τίς δ ' οὗτος κτίλος ὣς ἐπιπωλεῖται στίχας
τὸ μὲν δὴ ἐλλεῖπον τοῦ ἀληθοῦς κομψόν τέ ἐστι καὶ αἱμύλον καὶ ἐνίοτε οὐκ ἄχρηστον τῷ φιλοσόφῳ : καὶ διὰ
5446601 Τροφη
, ἢ κολοκυνθίδος , ἢ ἀγαρικοῦ καὶ τῶν τοιούτων . Τροφὴ δὲ λεπτυντικωτέρα : ἐν γὰρ τῇ πτισάνῃ μιγνύειν δεῖ
ἀντ ' αὐτοῦ τάμνουσα ἰχθῦς παρέχει βορὴν τοῖσι θηρίοισι . Τροφὴ μὲν δὴ αὐτοῖσι τοιαύτη ἀποδέδεκται . Τὸ δ '
5444376 βαναυσον
σύμμαχοι , Λακεδαιμονίων δὲ οὐδείς : ἀπείρητο γὰρ αὐτοῖς τέχνην βάναυσον ἐργάζεσθαι . οὕτως ἄρα ἐδιδάχθησαν οἱ σύμμαχοι πλείονας αὐτῶν
μὲν οὖν ὀλίγων ἡμερῶν ἀπεστραγγάλισεν ἡ βασίλισσα οὐ φέρουσα τὸ βάναυσον καὶ τὸ ἀνελεύθερον . ἧκε δ ' ἀντ '
5443029 ἐνδροσον
ἐστὶν , ἢ τὸ κλεπτικὴν ἔχον δύναμιν . Ὡς γὰρ ἔνδροσον ταυτὸν τῷ δροσερῷ μετουσιαστικῷ ὄντι , οὕτω καὶ ἐπίκλοπον
ζεφύρια . καὶ εἰ ἐπαινεῖς χωρίον , ἐρεῖς εὔυδρον , ἔνδροσον , ὑδρηλόν , μαλακόν , βαθύ , κατάρρυτον ,
5442113 ὑπηρετεισθαι
ὁ μεγαλόψυχος οἷος πρὸς ἄλλον ζῆν καὶ ἄλλῳ συμπεριφέρεσθαι καὶ ὑπηρετεῖσθαι , ἀλλ ' ἢ πρὸς φίλον , τούτου σημεῖον
τὰς τῶν ὀσφραντῶν διαφοράς , καὶ ἔοικε καὶ πρὸς ταύτην ὑπηρετεῖσθαι ταὐτὰ στοιχεῖα ἅπερ καὶ πρὸς τὴν ἀκοὴν καὶ πρὸς
5436211 ἀρχικον
πυρῶδες , στερεὸν , ἀμετάτρεπτον , θυμικὸν καὶ ὀργίλον , ἀρχικὸν , δυσυπότακτον , ἀσελγὲς καὶ τετράπουν : κόσμου μὲν
, αὐτὴ δὲ ἡ γραμμὴ ἕλιξ καλεῖται . καὶ τὸ ἀρχικὸν αὐτῆς ἐστι σύμπτωμα τοιοῦτον . Ἥτις γὰρ ἂν διαχθῇ
5435480 νοερον
εἰς τὸν ὅλον κόσμον : οἷον εἰ τὸ μὲν εἴη νοερόν , τὸ δ ' ὅλον ἄψυχον ἢ φυσικόν ,
Ὁ μὲν οὖν παντεπόπτης Ἥλιος , πυρώδης ὑπάρχων καὶ φῶς νοερόν , ψυχικῆς αἰσθήσεως ὄργανον , σημαίνει μὲν ἐπὶ γενέσεως
5435172 ἐδημιουργησε
καὶ ἤδη μὲν τὸν ἕνα καιρὸν ἐπεράτωσεν , ἐν ᾧ ἐδημιούργησε τὸ βρέφος . νῦν δὲ βούλεται σημειώσασθαι , ἐν
διὰ τί κάλλιστος ὁ κόσμος ; ὅτι ὁ θεὸς αὐτὸν ἐδημιούργησε . Γ ἐλάττων ὁ κόσμος , Β μέσος τὸ
5430321 εὐμηκεστερον
μὲν ἄρρεν βραχύτερόν τε καὶ σκληροφυλλότερον , τὸ δὲ θῆλυ εὐμηκέστερον , καὶ τὰ φύλλα λιπαρὰ καὶ ἁπαλὰ καὶ κεκλιμένα
ἔχουσα : τῷ δὲ μεγέθει μέγα καὶ πολὺ τῆς πεύκης εὐμηκέστερον . Διαφέρει δὲ καὶ κατὰ τὸ ξύλον οὐ μικρόν
5429462 ὀρεκτον
ποιητικὸν εἴη καὶ γόνιμον καὶ τῶν ἀποτελουμένων ἐξῃρημένον ἢ καὶ ὀρεκτὸν αὐτῶν καὶ τελικὸν αἴτιον , εὐθὺς μὲν ἂν εἴη
, οὗ ἡ ψυχὴ ὀρέγεται ; ναί . τὸ δὲ ὀρεκτὸν οὐ κινεῖ τοιάνδε κίνησιν ; ναί . ὀρέξεις δὲ
5419126 καθαρωτατον
πανσέληνος αὐτὴ πάντων ἐσόπτρων ὁμαλότητι καὶ στιλπνότητι κάλλιστόν ἐστι καὶ καθαρώτατον . ὥσπερ οὖν τὴν ἶριν οἴεσθε ὑμεῖς ἀνακλωμένης ἐπὶ
πάνδημος Πολέμωνος ἐκπεσόντες τῆς ψυχῆς ἠμελήθησαν , ὁ δὲ τὸ καθαρώτατον τῆς φιλοσοφίας ἀντιλαβὼν εἰς τοσοῦτον τῷ πόθῳ προὔκοψεν ὥστε
5409450 ἁδρον
ἀνέκραγεν , Ὦ κοράσια , δοῦλον ὑμῖν ἐώνημαι καλὸν καὶ ἁδρὸν καὶ Καππαδόκην τὸ γένος . ἦσαν δὲ τὰ κοράσια
πᾶν ? [ ] ? θοἰμάτιον [ εὔκαρπον ] , ἁδρὸν ἐκ ϲταχύων ? [ ! ! ] ! ιδον
5405458 μεθυσμα
ὁ καὶ βασιλέων καὶ προφητῶν μέγιστος Σαμουὴλ ” οἶνον καὶ μέθυσμα ” , ὡς ὁ ἱερὸς λόγος φησίν , „
ἀμπέλου , ὅπερ εὐφροσύνη κεκλήρωται , καὶ τὸ ἐξ αὐτῆς μέθυσμα , ἡ ἄκρατος εὐβουλία , καὶ ὁ ἀρυσάμενος οἰνοχόος
5403095 ἐρυσιπελατι
, κακόν . Ἐπὶ ὀστέου ψιλώσει , ἐρυσίπελας . Ἐπὶ ἐρυσιπέλατι σηπεδὼν ἢ ἐκπύησις . Ἐπὶ ἰσχυρῷ σφυγμῷ ἐν τοῖσιν
καὶ ἐκ τοῦ τὸν ὄγκον ἐρυθρότερον εἶναι καὶ πυρώδη καὶ ἐρυσιπέλατι παραπλήσιον καὶ οἱονεὶ φλέγεσθαι δοκεῖν τὸν κάμνοντα καὶ τοὺς
5400348 ἐξεχειτο
ἐν τῷ μύρῳ καθῆκεν . τὸ δὲ ἀγγεῖον εἰς ὃ ἐξεχεῖτο τὸ μύρον , ἐξάλειπτρον ἐκαλεῖτο , ὡς Ἀριστοφάνης ἐν
δὲ εἰς ὀροφὰς ἐτέμνετο , πλοῦτος δὲ εἰς τὴν οἰκοδομίαν ἐξεχεῖτο . ὑπογράφων δὲ τὸ ἄστυ τοὺς μὲν ἐλέφαντας κατὰ
5399575 φυᾳ
ἕτεραι : χρὴ δ ' ἐν εὐθείαις ὁδοῖς στείχοντα μάρνασθαι φυᾷ . πράσσει γὰρ ἔργῳ μὲν σθένος , βουλαῖσι δὲ
καὶ μέλι καὶ τὰ τέρπν ' ἄνθε ' Ἀφˈροδίσια . φυᾷ δ ' ἕκαστος διαφέρομεν βιοτὰν λαχόντες ὁ μὲν τά
5394331 κερασφορον
γὰρ αὐτὴν προσειρήκασι , πλέον μετέχουσαν θηλύτητος , καὶ τὸν κερασφόρον αὐλὸν ἀνῆψαν αὐτῇ τῷ τε μηνοειδεῖ τοῦ σχήματος παραπλήσιον
. * δολόεντα : ἐπιβάλλοντα * κεράστην : διὰ τὸ κερασφόρον * μάθοις : ἔμαθες * ἠύτ ' : καθάπερ
5393836 μισητον
λείπει ἔργον . λόγωι ] ἐν διηγήματι . κατάπτυστον ] μισητόν . ἤικασεν δέ τις ] εἰκονίσειέ τις . τὸ
ἐπιπονέστερον . στυγερὸν δὲ σημαίνει μὲν [ καὶ ] τὸ μισητόν , σημαίνει δὲ καὶ τὸ ἐπίφοβον : ἐνταῦθα δὲ
5387112 ἀξιεραστον
φησιν Ἀντισθένης ἐν τῷ Ἡρακλεῖ , καὶ ἀναπόβλητον ὑπάρχειν : ἀξιέραστόν τε τὸν σοφὸν καὶ ἀναμάρτητον καὶ φίλον τῷ ὁμοίῳ
. τὸ μὲν οὖν δεικνύμενον τὸ ἀξιόρατον καὶ ἀξιοθέατον καὶ ἀξιέραστόν ἐστι , τὸ τέλειον ἀγαθόν , ὃ καὶ τὰς
5383490 ξοανων
Συρίας γύναιον , ἐν οἰκίᾳ καὶ πόλει τραφὲν πολυθέῳ γεμούσῃ ξοάνων καὶ ἀγαλμάτων καὶ συνόλως ἀφιδρυμάτων . ἀλλ ' ἐπειδὴ
ὅρῳ σχεδὸν τὸ ἀκριβέστατον περιλαμβανούσῃ , εἴτε λίθων γλυφαῖς εἴτε ξοάνων ἐργασίαις , κατ ' ὀλίγον τῆς τέχνης ἀφαιρούσης τὸ
5378880 θυμοειδες
θυμοειδὲς καὶ τὸ μὲν εἴη τὸ φυτικόν , τὸ δὲ θυμοειδὲς ἐξ αὐτοῦ ἴχνος περὶ αἷμα ἢ χολὴν ἢ τὸ
ἐν οἷς περὶ τῶν παθῶν ἁπάντων ἐλέγετο τῶν περὶ τὸ θυμοειδὲς καὶ τὸ ἐπιθυμοῦν γινομένων ὅπως ἕκαστα : οὐ μὴν

Back