ὀνομάζοντα κατὰ τὴν πρώτην τάξιν , ὅτι , ἂν ἡμᾶϲ θερμαίνῃ , μὴ μέντοι ἐναργῶϲ , ἀλλὰ μετὰ τοῦ προϲδεῖϲθαί
τῷ οἴνῳ ὑδαρεῖ χρῷ ἐπὶ τῷ σιτίῳ , ὡς μὴ θερμαίνῃ , καὶ τῷ σώματι ἀσθενεῖ ἐόντι θερμότητα παρέχῃ ,
5411167 Συβαριτιδας
Σικελιῶται καὶ Συρακούσιοι . Ἀριστοφάνης γοῦν φησι : Συρακουσίους τράπεζαν Συβαρίτιδάς τ ' εὐωχίας . καὶ Πλάτων δέ φησιν ἐν
. . . αἱ Θηρίκλειαι λέγονται . Ἀριστοφάνης Δαιταλεῦσι : Συβαρίτιδάς τ ' εὐωχίας , καὶ Χῖον ἐκ Λακαινᾶν [
5055815 ἀναρπαζειν
τὸν ἀέρα πυρώσει χρωματιζόμενον , διὸ καὶ νυκτὸς ἐκλάμπειν : ἀναρπάζειν δὲ καὶ περιτρέπειν ὁμοίως καὶ τούτους , ὥσπερ πυρώδεις
πνεῖν εἰώθασιν ἄνεμοι τηλικαύτην ἔχοντες σφοδρότητα καὶ δύναμιν , ὥστε ἀναρπάζειν ἀπὸ τῆς γῆς λίθους χειροπληθιαίους τοῖς μεγέθεσι καὶ τῶν
5042315 τρεφοντας
ὑπ ' αὐτοῦ κυνῶν ἀπέθανεν , οὕτως οἱ κόλακες τοὺς τρέφοντας κατεσθίουσιν . ὥσπερ γὰρ τὰ θηρία τὴν σαγήνην ὑποχωροῦντα
καὶ ἐμὲ ἐξηπάτησεν , ὥστε καταγελάστους γενέσθαι τοὺς Ἀθηναίους τοιούτους τρέφοντας . παμπολὺν τοῖς δημόταισι : διαβολὴ τῶν Ἀθηναίων εἰ
5027694 ὑδρευομενους
ἐπικουρεῖν ἡ σοφωτάτη φύσις ἐξεπαίδευσεν . Ἐλλοχῶσιν οἱ κροκόδειλοι τοὺς ὑδρευομένους ἐκ τοῦ Νείλου τὸν τρόπον τοῦτον . φρύγανα ἑαυτοῖς
πᾶσαν : καὶ ἐς ἑπτὰ ἡμέρας ἰέναι παρὰ τὴν θάλασσαν ὑδρευομένους ἐκ τῆς ἠϊόνος . ἔνθεν δέ , ἤδη γὰρ
5014826 δεχομενους
σελήνην . σκαφοειδεῖς γὰρ ὄντας τοῖς σχήμασι τοὺς ἀστέρας , δεχομένους τὰς ἀπὸ τῆς ὑγρᾶς ἀναθυμιάσεως αὐγάς , φωτίζεσθαι πρὸς
ἀργύριον ῥητὸν ἑτοιμάζειν , τά τε ἄλλα ἡσυχάζοντας καὶ Ἀθηναίους δεχομένους μιᾷ νηὶ ἕως ἂν ταῦτα παρασκευασθῇ . Ἀθηναῖοι δὲ
4976320 παρασκευαζοντας
πατριάρχου τὸ βιβλίον : ἐν φύσει . ἐπὶ δὲ ταῦτα παρασκευάζοντας φύσεις οἵας δυνατὸν εἶναι , χρεών . τοῦ πατριάρχου
δρεπάνῳ τέμνουσι . Καὶ ἀροτριᾶν δὲ εἰς νεασμὸν προσήκει τοὺς παρασκευάζοντας εἰς σπορὰν τὴν γῆν . τότε γὰρ στραφεῖσα οὔτε
4920942 μεμφου
, Ἡρακλῆς δὲ ἐπετάττετο , παρ ' αὐτοῦ μαθὼν μὴ μέμφου τὸ γενόμενόν μοι δέος μηδ ' ὑβρίσθαι νόμιζε πρὸς
' ἀξίου ὅμοιον εἶναι τοῖς ἄλλοις ἢ τῇ φύσει μου μέμφου , ὅτι με διαφέροντα παρὰ τοὺς ἄλλους ἐποίησεν .
4917698 ἡσυχους
ἡμερινῶν ταραχῶν καὶ ἐνηχημάτων διεκάθαιρέ τε συγκεκλυδασμένον τὸ νοητικόν , ἡσύχους τε καὶ εὐονείρους , ἔτι δὲ μαντικοὺς τοὺς ὕπνους
παθεῖν τὸ κατὰ τὴν παροιμίαν πάθος . Ποῖον ; Οὐχ ἡσύχους εὖ διαιροῦντας ἠνυκέναι βραδύτερον . Καὶ καλῶς γε ,
4895723 προβαινον
ὅτι δὴ τάχιστα κἀδαπανώτατα πρόεισι , σὺν ἡμέρᾳ καὶ νυκτὶ προβαῖνον καὶ φθάνον οἶμαι τὰς τῆς σελήνης περιόδους , τὸ
, τὸ γὰρ ἀπέχεσθαι τούτων ὑμῖν μὲν ἐς οὐδὲν ὁρῶ προβαῖνον , ἐμαυτῷ δὲ ἐς ἃ ὡμολόγηταί μοι πρὸς φιλοσοφίαν
4887435 παραδειξας
δή ἐν τοῖς στρατηγικοῖσιν ἐξετάζεται μαθήμασιν . τίς δή τι παραδείξας ἐμοί τὰ δέοντ ' ἀπελθὼν αὐτὸς ἡσυχίαν ἄγε .
φόβος δὲ αὐτὸν οὗτος εὐπαιδίας ἐδίδαξε τέχνην . καὶ εἰκόνας παραδείξας εὐπρεπεῖς εἰς αὐτὰς βλέπειν εἴθισε τὴν γυναῖκα : καὶ
4879132 ἀνατριβεσθαι
τοιούτῳ ποτὲ χρήσεται . ἐξελθόντα δὲ τοῦ ὕδατος ὑπὸ πλειόνων ἀνατρίβεσθαι προσήκει [ δὲ ] δι ' ἐλαίου , μέχρις
ἢ ὅλως τινὶ τῶν δριμέων ἢ θερμῶν . καὶ τὸ ἀνατρίβεσθαι τὰ πεπονθότα καὶ πυριᾶν παραιτείσθωσαν καὶ τὰ ἁλμυρὰ ὕδατα
4874850 πεφωρασθαι
τε ψεύσασθαι καλῶς : τὸ καλῶς πρόσκειται διὰ τὸ μὴ πεφωρᾶσθαι ψευδόμενον ʃ ἀντὶ τοῦ πιθανῶς χάριν μὴ ἀξίαν εἰδέναι
Πύθιος : καὶ ὃς πτωχὸν ὑποκριθείς , δεδιὼς μὴ Ἀχιλλεῖ πεφωρᾶσθαι ἂν ἀπῆλθε παρ ' Ἀχιλλεῖ ἰάσεως εἵνεκα , ὑπὸ
4873016 ἀποδειν
ἐμφράττειν τοὺς πόρους ἑκατέρων τῶν ὠτίων καὶ σκέλη καὶ χεῖρας ἀποδεῖν καὶ μέτωπον καὶ κροτάφους ἀνακολλᾶν τοῖς πρὸς τὸ ῥεῦμα
λέουσι καὶ ταῖς παρδάλεσι παραβάλλομεν καὶ οὐδὲν ἢ μὴ πολὺ ἀποδεῖν φαμεν . ἀλλὰ γὰρ ἴσως καὶ τῶν Ὁμήρου τὰ
4868135 μισουντας
οἰκείους καὶ τὸν ἄνδρα μετ ' αἰσχύνης ἐλθεῖν εἰς ἀνθρώπους μισοῦντας : [ πάντα ταῦτα δὲ γιγνόμενα μηδένα κωλῦσαι ,
μισοῦσαν ἀγαπᾷ σάρκα καὶ τὰ μέλη : καὶ Χριστιανοὶ τοὺς μισοῦντας ἀγαπῶσιν . Ἐγκέκλεισται μὲν ἡ ψυχὴ τῷ σώματι ,
4862537 ζοφωδους
, πρὸς τοὺς νεωτέρους ποιητάς : καὶ ὅτι καταιγίδων καὶ ζοφώδους καταστάσεως παρασκευαστική ἐστιν . . ἐπισσείῃσιν δὲ ἀντὶ τοῦ
εὐδίνητον : εὔστροφον . ἐκπεράνας : εἰς πέρας εἰσαγαγών . ζοφώδους : σκοτεινοῦ . ζέσει : θέρμῃ . ἠγκιστρωμένοι :
4842719 βλασφημουντας
Ἀρίστωνος Ὁμοιωμάτων . Τὸ κύμινον , φασί , δεῖ σπείρειν βλασφημοῦντας , οὕτω γὰρ καλὸν φύεσθαι : καὶ τοὺς νέους
ὁ δ ' οἰόμενος λόγῳ με τετιμωρῆσθαι τοὺς περὶ αὐτοῦ βλασφημοῦντας καὶ τοιαύτης ἀκοῆς ἐπιθυμῶν , ὅτι μὲν μισεῖ τοὺς
4831518 καθαιρομεναις
ὑστέραν , ὥστε καὶ πολλαῖς ἤδη καταμήνια κατέρρηξεν ἔμπροσθεν οὐ καθαιρομέναις . Εἰ δὲ μὴ ἐξαρκεῖ καθαίρειν κάτω , ἐμέτοις
θερμαίνει , ὥστε πολλαῖς ἤδη καὶ καταμήνια ἔρρηξε τέως οὐ καθαιρομέναις . εἰ δὲ μὴ ἐξαρκεῖ καθῆραι κάτω , ἐμέτοις
4826329 μεταιτων
ἀναγκαῖα αἰτήσοντες , οἱ δ ' ἀπὸ φρονήματος εὐγενοῦς τὴν μεταιτῶν τύχην ὡς δουλοπρεπῆ καὶ ἀνελεύθερον ἐκτρεπόμενοι προῆλθον εἰς ἀγορὰν
, ἀλλ ' ἀκόλουθά γε ἀλλήλοις : οἷον νύκτωρ τὶς μεταιτῶν λῃστείας φεύγει : ἐρεῖ γὰρ διὰ τοῦτο νύκτωρ ,
4800333 πιομενοι
. ὡσπερεὶ αὐτὰ τὰ ποτήρι ' , οὐ τὸν οἶνον πιόμενοι . Σωσικράτης Φιλαδέλφοις : λεπτὴ δὲ κυρτοῖς ἐγγελῶσα κύμασιν
ἴασιν : οὐκ ἔδει δέ , ἀλλ ' εἰς κρήνην πιόμενοι πορεύονται . . περιστένεται δέ τε γαστήρ : ἡ
4799547 Ἐλαττω
ὅπως καὶ τὰς ἐπὶ τούτοις αἰτίας προσαποδοίημεν τῷ λόγῳ . Ἐλάττω τοίνυν φέρεται διὰ ξηρότητα τροφῆς καὶ ὀλιγοποσίαν , γυμνάσιά
ἀρδείαν , τῶν ἰσχναινόντων ὥσπερ ἀφαιρουμένων αὐτοῦ τὴν ποσότητα . Ἐλάττω δ ' ἂν ὀφθείη καὶ διὰ φάρμακά τε καὶ
4785466 ἐξερχομενα
οὕτω λέγεται τὰ βοτρύδια τὰ μετὰ τὸ πατεῖσθαι τῶν στεμφύλων ἐξερχόμενα . ταῦτα δὲ οὐ χρήσιμα . Ἄλλως . .
τῶν παιδίων . νυκτὸς δὲ ἐρχόμενον λαλεῖ τὰ ὀνόματα καὶ ἐξερχόμενα τὰ παιδία καταβιβρώσκονται ὑπ ' αὐτοῦ . Πολίτης τὴν
4778280 διαβαλλεις
λέγει τὴν ὅλην κατασκευὴν τοῦ πράγματος . Τὸν οἴκοι θησαυρὸν διαβάλλεις : ἐπὶ τῶν τὰ ἴδια διαβαλλόντων . Τὸ εὔωνον
ἀργίας νόμος , ᾧ αὐτὸς ἔνοχος ὢν ἡμᾶς τοὺς ἐργαζομένους διαβάλλεις . ἀλλὰ γὰρ τοσαύτη τις ἀτυχία ἐστὶν περὶ ἡμᾶς
4777675 σβεννυμενους
γεγενῆσθαι τὰ ἄστρα . Ξενοφάνης ἐκ νεφῶν μὲν πεπυρωμένων : σβεννυμένους δὲ καθ ' ἑκάστην ἡμέραν ἀναζωπυρεῖν νύκτωρ καθάπερ τοὺς
. Ξενοφάνης δὲ ἐκ νεφῶν μὲν λέγει πεπυρωμένων ξυνίστασθαι : σβεννυμένους δὲ μεθ ' ἡμέραν νύκτωρ πάλιν ἀναζωπυρεῖσθαι καθάπερ τοὺς
4774290 ἀναψυχει
αὔξει τροπάς , ὅτε ὁ ἥλιος ἀνύων πορείαν τὴν βόρειον ἀναψύχει τὸ τῆς θερμότητος λάβρον Αἰθίοψι . καὶ θαυμάσειεν ἄν
ὃ δὲ μηρία λούει , ὃς δ ' ὄπιθεν πτερύγεσσιν ἀναψύχει τὸν Ἄδωνιν . αἰαῖ τὰν Κυθέρειαν , ἐπαιάζουσιν Ἔρωτες
4763827 ἐκτιθησι
πᾶς κἂν πένης τις ὢν τύχῃ , θυγατέρα δ ' ἐκτίθησι κἂν ᾖ πλούσιος . Φρύνη πρὸ ἡμῶν γέγονεν ἐπιφανεστάτη
ἂν εἰσπράττηται : αὖθις δὲ μετ ' οὐ πολὺ ἀναλεξαμένη ἐκτίθησι , τοὺς σοφοὺς ἀπομιμουμένη τῶν ταμειῶν , οἵ ποτε
4739624 φλογωδη
οἷά τε διϊκνεῖσθαι : εἰ δὲ διΐξεται , θερμὰ καὶ φλογώδη τῷ μήκει τῆς πορείας ὑπὸ τοῦ ἡλίου γενήσεται .
ἢ κατάψυξιν καὶ νέκρωσιν τοῦ ἐμφύτου θερμοῦ ἢ πυρώδη καὶ φλογώδη θερμότητα : δεῖ γὰρ εἰδέναι ὅτι τὰ μέλανα οὖρα
4725712 ἑστιᾳς
: μᾶλλον δὲ καὶ παραλειπτέον πολλά . οὐδὲ γὰρ ἢν ἑστιᾷς τοὺς φίλους καὶ πάντα ᾖ παρεσκευασμένα , διὰ τοῦτο
' οἴκαδ ' ἄλλον ἄλλοσε . Ἀνάπιπτε . πότερον ἀνδριάντας ἑστιᾷς ; Βδελυρὸν μὲν οὖν τὸ πρᾶγμα , κοὐκ ἂν
4721176 αἰλουρους
, πυκναῖς δ ' ἀράχναις δεδίασται : προσκυνέοντες ὄφεις κύνας αἰλούρους , ἀνόητοι , καὶ πετεηνὰ σέβεσθε καὶ ἑρπετὰ θηρία
λέοντα , ἀναιρεῖ δὲ βασιλίσκον : οὐ μὴν φέρει οὔτε αἰλούρους οὔτε ἰκτίνους . αἱ δὲ περιστε - ραὶ ἀετῶν
4718347 ὠδινειν
δὴ καὶ ἄρρενα λαγὼν ἔλεγε καὶ παιδοποιεῖσθαί τε ἅμα καὶ ὠδίνειν καὶ τῆς φύσεως μὴ ἀμοιρεῖν ἑκατέρας . καὶ ὡς
' Ἀθηναίων ἐξέκαυσε : ταῦτα τὸν πόλεμον καθ ' ἡμῶν ὠδίνειν παρώξυνεν : ἀλλ ' οἱ σεμνοὶ Σπαρτιᾶται καὶ χάριν
4717845 ὀχληρως
ἀλύπως διαγένοιτο λευκὸν καθιέναι ψῆφον εἰς αὐτήν , εἰ δὲ ὀχληρῶς , μέλαιναν . ἀποθανόντος οὖν τὰς ψήφους ἐκ τῆς
αἰσθήσεις κατὰ τὴν διάθεσιν οὐχ ὅτι μὲν τὸ ὑποκείμενον ὁμολογοῦσιν ὀχληρῶς ἢ ἐπιτερπῶς διαφωνοῦσιν , ἀλλὰ τὴν αὐτὴν ποιοῦνται κρίσιν
4717110 πεττειν
? ? [ θέρμαινέ θ ' ἡμῖν καὶ θύη ] πέττειν ? ? ? ? τινὰ [ κέλευ ' ,
στόμαχον , ὥστε καὶ θερμαινομένοις αὐτοῖς ἐκεῖνον συνθερμαίνεσθαι , καὶ πέττειν τὴν προσε - νεγκαμένην τροφὴν , καὶ ταχέως ἀποπέμπειν
4716096 κιρνωμενον
φύϲει . ἕψεται δὲ μέχρι ϲυϲτάϲεωϲ μέλιτοϲ καὶ δίδοται θερμῷ κιρνώμενον . πινόμενον δὲ ῥύπτει τὰ γλίϲχρα τῶν ὑγρῶν καὶ
ἐπιρροφούμενον καὶ μάλιστα τὸ σκιλλητικὸν καλούμενον καὶ τὸ ἐξ αὐτοῦ κιρνώμενον ὀξύμελι . παρεθέμην δὲ καὶ τούτου τὴν σύνθεσιν καλλίστην
4714623 ὑγιαζεται
. κατὰ μόριον δὲ ταῦτα κινεῖσθαι λέγεται καὶ μεταβάλλειν : ὑγιάζεται γὰρ τὸ σῶμα , ὅτι ὁ ὀφθαλμὸς ἢ θώραξ
καὶ ἐν τῇσιν ἑπτά : ἢν δὲ ταύτας ὑπερεκφύγῃ , ὑγιάζεται . Τοῦτον ὅταν οὕτως ἔχῃ , λούειν πολλῷ καὶ
4708455 ῥαφανιδα
. σιτεῖσθαι : Ἐσθίειν . . ἰσχνῶν ῥαφανίδων : Ἀττικοὶ ῥαφανίδα φασὶν ἣν ἡμεῖς ῥάφανον : πάλιν δὲ ῥάφανον ,
μὲν γὰρ Ἀττικοὶ λέγουσι τὴν παρ ' ἡμῖν κράμβην , ῥαφανίδα δὲ τὴν παρ ' ἡμῖν ῥάπανον . ῥέφανον καὶ
4708251 ἀνεπιτηδειοτητα
ἡλιακὸν φῶς πάντας ἐξ ἴσου φωτίζει , ἀλλὰ παρὰ τὴν ἀνεπιτηδειότητα τοῦ ὀργάνου δοκεῖ τοὺς μὲν μᾶλλον φωτίζειν τοὺς δὲ
οὐκ ἀρκοῦσαν δὲ ἐπὶ πολὺν χρόνον διὰ τὴν τοῦ ὀργάνου ἀνεπιτηδειότητα . ὅμως μέντοι γε δυνάμει ὑπάρχουσιν ἐν τῷ ὅλῳ
4703861 στιφραν
δὲ ὁμοίαν ἔχειν τοῖς ἰχθύσι : καὶ γὰρ τὴν σάρκα στιφράν , καὶ τὸ πνεῦμα οὐ διιέναι διὰ παντός ,
δὲ ὁμοίαν ἔχειν τοῖς ἰχθύσι : καὶ γὰρ τὴν σάρκα στιφράν , καὶ τὸ πνεῦμα οὐ διἱέναι διὰ παντός ,
4698765 Κυνειαν
οὐγγίας στ , ἀμμωνιακοῦ θυμιάματος οὐγγίας β καὶ χρῶ . Κυνείαν λευκὴν κόπρον λεάνας καὶ ἀναλαβὼν τερεβινθίνῃ ἀρκούσῃ ἐπιτίθει .
ξηρὰ λειότατα καὶ ἑνώσας , ψύξας , μαλάξας χρῶ . Κυνείαν λευκὴν λειοτάτην ἀναλαβὼν τερεβινθίνῃ χρῶ . Μαλακτικὸν κάλλιστον ,
4686820 εὐκαμπη
. Ἡ κρικηλασία δύναται μαλάξαι τὰ συντεταμένα τῶν σωμάτων καὶ εὐκαμπῆ παρασκευάσαι τὰ κατεσκληκότα διὰ τοὺς ἐξελιγμοὺς καὶ τὴν ποικιλίαν
δεῖ κρεμνᾶν χάριν τοῦ διάστασιν λαμβάνειν | τοὺς σπονδύλους καὶ εὐκαμπῆ τὴν ῥάχιν ἀποτελεῖσθαι καὶ τὰ νεῦρα καθάπερ ἐκ συστροφῆς
4681126 ἱλαρους
ὁρᾶν αὐτοὺς ὑφ ' αὑτῶν καὶ καταπίπτοντας νεκρούς , ἐξὸν ἱλαρούς , παίζοντας , ὑποπεπωκότας , αὐλουμένους . ωδει λέγ
. ἡ Ἀφροδίτη μετὰ τῆς Σελήνης ἀγαθούς , εὐμόρφους , ἱλαρούς , γάμος δὲ τοῖς τοιούτοις ἀβέβαιος , καὶ ἀσελγεῖς
4679484 χεομενοι
καὶ θύομεν αὐτοῖσι τοῖς ἐναγίσμασιν ὥσπερ θεοῖσι καὶ χοάς γε χεόμενοι αἰτούμεθ ' αὐτοὺς δεῦρ ' ἀνεῖναι τἀγαθά . ἀλλὰ
γ ' αὐτοῖσι τοῖς ἐναγίσμασιν ὥσπερ θεοῖσι καὶ χοάς γε χεόμενοι αἰτούμεθ ' αὐτοὺς τὰ καλὰ δεῦρ ' ἀνιέναι .
4672990 ταραττειν
φιλαπεχθημόνως . Ὑποκρούειν , ὑποσκελίζειν , ἐμποδίζειν , ἐπιστομίζειν , ταράττειν , καταθορυβεῖν , ἐκκρούειν , ἐνοχλεῖν , διακόπτειν ,
σύμπασαν τὴν ἀντίθεσιν ἑτέρως ἔχειν οὐδὲ ἀπὸ βασιλέως τοῦ προσώπου ταράττειν , ὡς ἂν ὑπολάβοι τις . τάχα γὰρ ἄν
4663057 καθυγραινειν
δὲ μέγεθοϲ ἢ τό γε πλεῖϲτον κυάμου , διατρωχθεὶϲ ϲφόδρα καθυγραίνειν δύναται . ἐπὶ πλευρὸν δὲ κατακείϲθωϲαν : ξηραίνει γὰρ
καὶ φρίκας , τοὺς δὲ διὰ τὴν ξηρότητα τῆς ὥρας καθυγραίνειν : διὸ καὶ τοῖς ποτοῖς τοῦ θέρους μᾶλλον .
4662537 Καλλιμεδοντι
αἱ κόραι . περὶ τούτου καὶ Ἄλεξίς φησι : τῷ Καλλιμέδοντι θεραπεύω τὰς κόρας τετάρτην ἡμέραν . ἦσαν κόραι θυγατέρες
' ἐν Παραδιδομένῃ : οὑμὸς διδάσκαλος δὲ μήτραν σκευάσας παρέθηκε Καλλιμέδοντι κἀσθίονθ ' ἅμα ἐποίησε πηδᾶν , ὅθεν ἐκλήθη Κάραβος
4659457 προσαγορευειν
ὕστερον δὲ κατανοοῦντες τοὺς ἄλλους πάντας ἤδη τούτῳ τῷ ὀνόματι προσαγορεύειν . ἔοικέ τι ὃ λέγω τῷ ἀληθεῖ ἢ οὐδέν
παρεπόμενον , ἐὰν γίγνηται , χάριν αὐτὸ δικαιότατον ἂν εἴη προσαγορεύειν ; Ναί . Τὴν δέ γε ὀρθότητά που τῶν
4654568 ξυναγαγειν
. καὶ ὅμως ἐτολμήσαμεν ἡμεῖς τὰ οὕτως ἔχοντα πρὸς ἄλληλα ξυναγαγεῖν καὶ ξυναρμόσαι οὐ πάνυ πειθόμενα οὐδὲ εὐμαρῶς ἀνεχόμενα τὴν
γίνεται : ξυμφλάσαι δὲ τὰ πλευρὰ , καὶ τὰς ὠμοπλάτας ξυναγαγεῖν , καὶ ῥηϊδίως μετὰ ταῦτα χωρήσει τὸ λοιπὸν ἔμβρυον
4637571 εὐλιμενον
σταδίων ἐνακοσίων παρὰ γῆν φερομένῳ , πόλιν δ ' ἔχει εὐλίμενον καὶ ναύσταθμον ναυσὶν ὀγδοήκοντα . ἐν δὲ τῷ περίπλῳ
λειπανδρίαν . χρῆσθαι δὲ Λαὶ μὲν ὡς ναυστάθμωι διὰ τὸ εὐλίμενον : Αἴγυι δὲ πρὸς τοὺς πολέμους φρουρίωιπᾶσιν γὰρ ὁμορεῖν
4634133 διελκειν
ἀπόσχῃ , μὴ ἀφῇς . μωλύειν : τὸ ἐκλύειν καὶ διέλκειν καὶ μαραίνειν . καὶ μωλύον κρέας λέγεται τὸ ἠρέμα
καὶ τὴν δύναμιν μεγάλην ἔχειν , τὸ μέντοι στόμα μὴ διέλκειν : ὃ ποιεῖν τοὺς πολλὰ μὲν λαλοῦντας , ἀδύνατα
4633188 ἀκαιρως
ἀναγκάζομαι ; ὦ κάλλος δικαίως ὑβρισμένον , τί γὰρ ἡμῖν ἀκαίρως παραμένεις ; Ἀλλὰ τί ταῦτα θρηνῶ καὶ οὐχ εὑρίσκω
ἀπαντήσῃ τόπος , μηδένα ἐλάσαι τὸν ἵππον αὐτοῦ ἢ τοξεῦσαι ἀκαίρως , ἀλλ ' , εἰ καὶ κινηθῇ κυνήγιν ,
4627533 προσβλεπειν
ἀταράχως οὐδὲ ἀμέμπτως τὸν βίον διάξουσιν . Παντὸς οὖν οἰκοδεσπότου προσβλέπειν δεήσει τὰς μαρτυρίας καὶ τῶν σχηματισμῶν τὰς διαθέσεις ,
ταπεινὰς καὶ δυστυχεῖς . χρὴ δὲ καὶ αὐτὸν τὸν Ἥλιον προσβλέπειν , ὅπως τέτευχε καὶ ὑπὸ τίνων μαρτυρεῖται . Ἐπὶ
4625487 εὐζωρον
καὶ μέλι ἐν κοτύλῃ καὶ ἔλαιον ἀναψήσασθαι καὶ κύλικ ' εὔζωρον , ὡς ἂν μεθύουσα καθεύδῃ . τὴν εἰρεσιώνην ]
μέλι τε ὡς κάλλιστον λειχέτω , καὶ οἶνον αὐτίτην πινέτω εὔζωρον . Ἢν δὲ τοῦ εἰλεοῦ ἀφέντος πυρετὸς αὐτὸν ἐπιλάβῃ
4623675 αὐχμους
, παραιτούμενοι τὰς θεὰς ἀπείργειν τὰ περισκελῆ καύματα καὶ τοὺς αὐχμούς , μετὰ δὲ τῆς συμμέτρου θερμασίας καὶ ὑδάτων ὡραίων
διὰ τὰς ἑλκώσεις τῶν περισκαπτομένων ἢ ὅταν ἐκδιψήσῃ διὰ τοὺς αὐχμούς : ἐκ μὲν γὰρ τῆς πληγῆς σήπεται , ἀλλοιούμενα
4620178 ἀφασσων
ἕωλον οὐκ ὄψει Κύπριν , ψυχρὸν παραγκάλισμα κἀξ ὀνειράτων κεναῖς ἀφάσσων ὠλέναισι δέμνια . ὁ γάρ σε συλλέκτροιο Φλεγραίας πόσις
παραγκάλισμα : * διὰ ψυχρὰν περιπλοκὴν καὶ ὀνειρώδη ματαίαις ὠλέναις ἀφάσσων καὶ ψηλαφῶν τὴν κοίτην * . λέγουσιν ὅτι διερχομένῳ
4618049 θερισαι
οἱ καρποὶ καθαροὶ καὶ εὐθαλεῖς ἔσονται . καὶ κύτισον δὲ θερίσαι χλωρόν . Τῷ Ἀπριλλίῳ μηνὶ δυνατὸν ἔτι ἐλαίας φυτεύειν
ὑπολοίπους ἐζώγρησαν , ὥστε καὶ τὸν μέγιστον αὐτῶν βασιλέα ἑαυτοῦ θερίσαι τὸν τράχηλον , τὸν δὲ δεύτερον αὐτοῦ ζῶντα ἁλῶναι
4616948 ἐποικιλλον
ἐξετραγώιδησαν , ταῖς τε τῶν μύθων ἡδοναῖς θέλγειν ἐπινοοῦντες παντοίως ἐποίκιλλον . ἔνθεν Ἡσίοδος οἵ τε κυκλικοὶ περιηχημένοι Θεογονίας καὶ
καὶ τάχος ἐνεγκαμένω παρὰ τοῦ πέμψαντος , οὕτω τὸ εἶδος ἐποίκιλλον τὸ τῆς φύσεως ἐν τούτῳ τῷ πολυτρόπῳ τῆς θέας
4604785 ὀπωρινον
ἐκ τῶν μυιῶν ἐστι τοῦτο . Ἀμητῆρας : θεριστάς . ὀπωρινόν : κατὰ , κατὰ θέρος , ἐν τῷ θέρει
τῶν ἀδμώνων : ἄδμωνες εἶδος ἰχθύος τῶν λεγομένων συακίων . ὀπωρινόν : θερινὸν , ποτέ . ὁπλίζονται : κατασκευάζουσιν .
4603058 ἐφημεριον
λεγομένην καὶ οὖσαν , τρέφειν τοὺς ἄνδρας ἀμβροσίαν ἀνιεῖσαν αὐτοῖς ἐφημέριον , ὡς Φερεκύδης ὁ παλαιὸς οἴεται σιτεῖσθαι τοὺς θεούς
ἀπανίστασο , μή σε βιάσθω γαστήρ , ὥστε κακὸν λάτριν ἐφημέριον . Ἀνάχαρσίς τε ὁ σοφὸς ἐπιδεικνύμενος τὴν τῆς ἀμπέλου
4602562 διανηχεσθαι
πᾶν διανύσαντες . ὅπερ ἐστὶ δύσπιστον , κριὸν θᾶττον νηὸς διανήχεσθαι , καὶ ταῦτα βαστάζοντα δύο ἀνθρώπους καί που σιτία
εἰκάσαι γαληνόν ἐστι καὶ ἠρεμαῖον , παρεχόμενον δὲ ὄψιν τοιαύτην διανήχεσθαι τολμήσαντα πάντα τινὰ καθέλκειν πέφυκε καὶ ἐς βυθὸν ὑπολαβὸν
4601335 προσφερεται
δεκάτην τε , πρὸς δὲ καὶ τὴν ἑβδόμην ἄστρον κρυπτὸν προσφέρεται , καὶ Ἥλιος Καρκίνου καὶ ταύτην ἕως εἰκοστῆς νόει
, ὅσα δι ' ὀξυμέλιτος ἢ ἅλμης ἢ γάρου καλῶς προσφέρεται . τοῖς δ ' ἐπὶ πλέον ἔχουσι καταψυχθέντα τὸν
4600287 ἐντραγων
, χρῶντας δ ' αὐτοῖς μόνοι Λακεδαιμόνιοι . Πάντ ' ἐντραγὼν τὸν βοῦν εἰς τὴν οὐρὰν ἀπέκαμεν : ἐπὶ τῶν
, χρῶντας δ ' αὐτοῖς μόνοι Λακεδαιμόνιοι . Πάντ ' ἐντραγὼν τὸν βοῦν εἰς τὴν οὐρὰν ἀπέκαμεν : ἐπὶ τῶν
4595897 περιαπτειν
αὑτῷ κατὰ τοῦ Περικλέους , πειρᾶται κἀκείνῳ τὴν αὐτὴν αἰτίαν περιάπτειν , οὐδὲν προκαλυπτόμενος , ἀλλ ' ὡς τὸ λεγόμενον
τοῦτο τοῖς ἄλλοις ἐγὼ παθὼν σαφηνείας δόξαν οἷς ἐθορύβουν ἐπειρώμην περιάπτειν τῷ λόγῳ χαριζόμενος τῇ φάλαγγι . δευτέρῳ δὴ τούτῳ
4595890 δῳς
εἰς τὰς χεῖράς σου , μέχρις ἂν γνῷς , τίνι δῷς . Δευτέρα δὲ ἐντολὴ τῆς διδαχῆς : ] οὐ
τὰ τῆς γλώσσης σημήϊα ἠπιώτερα γένηται , καὶ μήτε φάρμακον δῷς μήτε κλύσῃς ἐς κάθαρσιν , πρὶν αἱ κρίσιες παρέλθωσιν
4594366 ἐξαγειν
χρησμῶν , καὶ λέγει ὅτι τοσοῦτον ἄχθος βαστάζων ὅμως ἅπαντας ἐξάγειν οὐκ ἐδυνήθην τοὺς χρησμούς . καὶ ὁ ἕτερος ὁμοίως
τοῖς ἐντὸς τείχους κακοῖς , καὶ δόξειε ταῖς ἀρχαῖς δύναμιν ἐξάγειν τὴν προπολεμήσουσαν τῆς γῆς , οὔτε τοὺς πολίτας ἐπὶ
4576452 σβεννυναι
κηλοῦν καὶ πεῖθον . κατακοιμίζειν τὸν λύχνον : ἀντὶ τοῦ σβεννύναι . κυανεῖ ἡ θάλαττα : ἀντὶ τοῦ κυανίζει ,
. οἱ δὲ Ῥηγῖνοι τὸ μὲν πρῶτον ὀλίγοι προσβοηθήσαντες ἐπεχείρουν σβεννύναι τὴν φλόγα , μετὰ δὲ ταῦτα Ἑλώριδος τοῦ στρατηγοῦ
4573476 χειροτονειτε
ὅ τι πράξετε γενναίως καὶ ἑτοίμως ταῖς ψυχαῖς , τοῦτο χειροτονεῖτε , κἂν ἅπαξ ψηφίσησθε , τὸν Δία τὸν Δωδωναῖον
καὶ κεκράγατε καὶ οἴεσθε τὰ δοκοῦντα ὑμῖν αὐτοῖς ποιεῖν , χειροτονεῖτε δὲ ἅττα ἂν ἀρέσκῃ τοῖς παριοῦσιν , οὓς ὑμεῖς
4571638 ὑπελθειν
καὶ γνώμαις τὸ νουνεχὲς καὶ δραστήριον ἐπιδηλούσαις . τροπὰς δὲ ὑπελθεῖν , εἴ τις ἄλλος , ἄριστα παρεσκευασμένος τὸ μὲν
γράφειν σημαίνει πανούργως τι πρᾶξαι καὶ ἀπάτῃ καὶ μεθόδῳ χρησάμενον ὑπελθεῖν τινα καὶ ἀδικῆσαι , πολλάκις δὲ καὶ μοιχὸν γενόμενον
4570410 ἐρεθιζειν
δ ' ἀθανάτων μὴ θρασσέτω φθόνος : Ἀρίσταρχος ἐπὶ τοῦ ἐρεθίζειν ἀκούει , τάττεσθαι δέ φησι καὶ ἐπὶ τοῦ ταράττειν
: μὴ ἀνατρέφειν φρόνημα , ἐὰν δὲ ἀνατρέφῃ , μὴ ἐρεθίζειν , ἀλλὰ τιθασῶσαι . ὥστε ὁ μὲν Εὐριπίδης συμβεβούλευκε
4566865 σικυους
κάλλιστον καταλιπὼν ἥκει ; ἀποκρίνασθαι : ἥλιον καὶ σελήνην καὶ σικύους καὶ μῆλα . Ὅθεν εἰς παροιμίαν παρήχθη ὁ λόγος
τὸν τρόπον τοῦτον : λαβὼν τοὺς ἅμα τῷ ἅψασθαι ἀποπηδῶντας σικύους ἀποτίθεσο ἐῶν μίαν ἡμέραν , τῇ δ ' ὑστεραίᾳ
4564172 ξαινειν
μύθους εἰς οὖς : ἐπὶ τοῦ μὴ ἐπαΐοντος . Νεφέλας ξαίνειν : ἐπὶ ματαίου ἢ ἀδυνάτου . Νοῦς οὐ παρὰ
δακτύλων τεταμένα γίνονται διὰ τὸ ψύχος . τὰ ἐκ τοῦ ξαίνειν γενόμενα ταῖς γυναιξὶ πάθη ἐν χειμῶνι ξανάα λέγεται ,
4562922 Ἀνδρας
βίον αἱρέοντο . ξγʹ . Ἀπολλώνιος ἐφόροις καὶ Λακεδαιμονίοις . Ἄνδρας ὑμῶν ἐθεασάμην ὑπήνην μὴ ἔχοντας , τοὺς μηροὺς καὶ
δὲ ἡ ἱστορία , ἤτοι τῶν παρόντων , ὡς τὸ Ἄνδρας μὲν κτείνουσι , πολὺ δέ τε πῦρ ἀμαθύνει .
4561964 κωφους
σύνολον μὴ πνεῖν , τοὺς δὲ παντελῶς εἶναι βληχροὺς καὶ κωφούς : ὑπάρχειν δὲ καὶ περὶ τὸν ἀέρα πολλάκις ἠρεμίαν
τοιούτων ποριστικούς , μόνος δὲ ὁ τοῦ Ἑρμοῦ νωδοὺς καὶ κωφούς , εὐφυεῖς μέντοι καὶ πανούργους ἄλλως ἀπεργάζεται . Λοιποῦ
4559739 κακιστα
προσφέρεσθαι φόρον ταλάντων μυρίων δισχιλίων πεντακοσίων . ὅπου οὖν ὁ κάκιστα καὶ ῥᾳθυμότατα τὴν βασιλείαν διοικῶν τοσαῦτα προσωδεύετο , τί
πάνυ λίαν πονηρά , λίαν κακά . , ἀδικώτατα , κάκιστα ψεύσματα . βουλήσεται ] ὁ Στρεψιάδης . φέρειν ]
4558520 ἀγαυας
συνίδησι . ἄμεινον ἐπεί κε πέλοιεν ἀστέρες ὀρφναῖοι θέσιας λελαχόντες ἀγαυάς αἱρεσίεσσι γάνυνται . Καὶ πρὸς τὰ πρόσωπα τοὺς ἀστέρας
τοῦτο λέγειν αὐτὰς ” φαέων ἐπιμεμφέας „ καὶ „ μηδὲν ἀγαυάς ” , ἀλλ ' ὡς ἂν μὴ λαμπράς :
4556271 πεινωντας
ἁλέσι : καὶ διὰ τοῦτό φασι Πέρσαι τοὺς Ἕλληνας σιτεομένους πεινῶντας παύεσθαι , ὅτι σφι ἀπὸ δείπνου παραφορέεται οὐδὲν λόγου
παριππεῦσαι Κυπρίους ἄρτους : μαγνῆτις γὰρ λίθος ὣς ἕλκει τοὺς πεινῶντας . καρῖδα καθῆκα κάτω κἀνέσπας ' αὖθις . τοῦ
4552979 γονους
. Θεαίτητος δὲ τοὺς κηροὺς τοὺς ἔχοντας τῶν κηφήνων τοὺς γόνους , οἵτινες ἡδὺ ποιοῦσι βρῶμα . οἱ δὲ κοινότεροι
ἑρπετῶν , τὸν δ ' ἰχνεύμονα τῶν κροκοδείλων παρατηροῦντα τοὺς γόνους τὰ καταλειφθέντα τῶν ὠιῶν συντρίβειν , καὶ ταῦτ '
4552174 χρηστως
μὴ ὄντων [ τῶν ] νόμων κατὰ ἔθη καὶ ἐπιτηδεύματα χρηστῶς πολιτεύωνται , καὶ τοῦτο εὐνομίαν προσαγορεύομεν : τῆς εὐνομίας
κατὰ φύσιν ἐπιεικέως ἐστὶ , καὶ ἐμβάλλειν δύναται , ἢν χρηστῶς σκευάσωνται αὐτήν . Ἀτὰρ καὶ ἡ διὰ τοῦ κλιμακίου
4545804 θεριζοντας
καὶ ψιλὴν καὶ γεωργοὺς ἀρότρῳ χρωμένους , ἑτέρους τρυγῶντας , θερίζοντας ἄλλους . εἶχε μὲν ἡ ἀσπὶς ὅσην κατέλεξα τέρψιν
ἀρετῆς ἐστιν . ὁ γοῦν ἱερὸς λόγος τοὺς ὁρῶντας εἰσάγει θερίζοντας καί , τὸ παραδοξότατον , οὐ κριθὰς ἢ πυρούς
4542452 ἐννοεισθαι
λείπεται τὴν ἀληθινὴν καὶ πρώτην ὕλην ἐκτὸς τούτων καὶ δυνάμει ἐννοεῖσθαι . ἀλλ ' ὕλη μὲν τοῦτο : τὸ δὲ
Μενελάου Ἀχιλλεὺς ἐστράτευσε , τουτέστι Μενελάῳ χαριζόμενος . ἐννοεῖν καὶ ἐννοεῖσθαι διαφέρει . ἐννοεῖ μὲν γὰρ ἄφνω , μὴ †
4541961 διαλυοντα
ἐὰν δὲ τριακοσίων , εἴκοσιν μὲν ᾖ τάλαντα τὴν δαπάνην διαλύοντα , τέτταρα δὲ σώματα τριηραρχοῦντα . τὸν αὐτὸν δὲ
παραβαίνοντα , καὶ τὸν τῆς πολιτείας ἀναιροῦντα θεσμὸν , καὶ διαλύοντα τὰ παρ ' ἡμῖν νόμιμα , καὶ διαφθείροντα τὸ
4537938 τεκταινεσθαι
κατεσκευασμένα ὡς τρέφεσθαι καὶ κινεῖσθαι καὶ ἐννοεῖν καὶ βαδίζειν καὶ τεκταίνεσθαι καὶ σκυτοτομεῖν καὶ τἆλλα : ταῦτα προνοίας ἔργα εἶναί
λέγει ὁ Πορφύριος τὸ πλεῖν τὸ νήχεσθαι , ἀλλὰ τὸ τεκταίνεσθαι : τὸ τεκταίνεσθαι δὲ μόνῳ τῷ ἀνθρώπῳ ὑπάρχει .
4529035 παραδεδωκεναι
ἐπιφέρει : Ὁμολογεῖ καὶ αὐτὸς μηδένα τὰς ἀσυμβλήτους ταύτας μονάδας παραδεδωκέναι : καὶ γὰρ κατὰ μὲν τὰς ἐκείνων ἀρχὰς ὑπάρχειν
, μὴ οἶνον , ὡς ἔτυχεν , ἁπλῶς ὡς ἰατρῷ παραδεδωκέναι σεαυτὸν τῷ ἐπιστάτῃ , εἶτα ἐν τῷ ἀγῶνι παρορύσσεσθαι
4528011 καταβιβασαι
βοηθοῦντας ἐπὶ τὴν τοῦ ὕδατος ἐκτροπήν , ἐπειδὰν πύθωνται , καταβιβάσαι [ τοὺς Ἀργείους καὶ τοὺς ξυμμάχους ] καὶ ἐν
Δαρεῖος , καὶ ἄλλοι τινὲς φίλοι αὐτῶν τῆς ἀρχῆς αὐτοὺς καταβιβάσαι συνεβουλεύσαντο . καταγαγόντες δὲ αὐτοὺς ἤριζον περὶ τῆς βασιλείας
4525679 χολοεν
] καὶ τὰ οὖλα χολόεν ποτόν ] ἡ πικρὰ πόσις χολόεν ποτόν ] πικρὸν καὶ φαρμακῶδες εἰλύεται ] ἐμφέρεται στέρνοισι
ἀκόνιτον ἐπιγνώσεις αὐτίκα προσενεχθὲν τῷ στόματι χολόεν ] χολὴν ἐμποιοῦν χολόεν ] τὸ πικρόν , στυφόν ἰδέ ] καί στομίοισι
4524466 καταλαμβανειν
τοῦ θεοῦ κρίσις γίνεσθαι καὶ τὰ κακὰ τοὺς πονηροὺς αἰφνιδίως καταλαμβάνειν , καὶ τοῦτο Αἰσχύλος ἐσήμανεν λέγων : τό τοι
δὴ ταῦτα λέγοντες ἀποκρινάσθωσαν ἡμῖν , πῶς λέγουσι νῦν τὸ καταλαμβάνειν , πότερον τὸ νοεῖν ἁπλῶς ἄνευ τοῦ καὶ ὑπὲρ
4521174 σωφρονιστας
ἵσταται αὐλητής . . . . ἀρχὴ ] δηλοῖ τοὺς σωφρονιστάς . . παιδαγωγῶν ] οἱ καλούμενοι παιδονόμοι . .
θνητὰ δὲ ἀντ ' ἀθανάτων ᾕρηται καὶ νουθετητὰς μὲν καὶ σωφρονιστάς , ἔτι δὲ ἔλεγχον καὶ παιδείαν ἀποδιδράσκει , κόλακας
4520987 διαχρασθαι
τοὺς ὄνυχας θηριώδεες : τοῖς γὰρ δὴ ὄνυξιν ὅσα σιδήρῳ διαχρᾶσθαι ἐλέγοντο καὶ τοὺς ἰχθύας τούτοισι παρασχίζοντες κατεργάζεσθαι καὶ τῶν
, σφάττειν ἀποσφάττεινΘουκυδίδης δὲ καὶ ἔσφαζον λέγειδολοφονεῖν μιαιφονεῖν , ἀποχρᾶσθαι διαχρᾶσθαι . τὰ δὲ ὀνόματα ἀνδροφόνος φονεύς φονικός , σφαγεύς
4520037 πνειν
τερπνῷ , ψυχαγωγίας γέμοντι καὶ ῥᾳστώνης , ἔνθα μετρίας τε πνεῖν αὔρας εἰκὸς καὶ πηγὰς καθαρὰς καὶ διαφανῆ νάματα ῥεῖν
. . Αἰγυπτίοις καὶ Εὐδόξῳ ἔαρος ἀρχή : ζέφυρος ἄρχεται πνεῖν καὶ ἐνίοτε χειμών . . ιδ : Αἰγυπτίοις καὶ
4519547 ἐκφευξῃ
δὲ σχήματα καὶ τοῦ θέλοντος δανείσασθαι παρά σου τὴν ὄχλησιν ἐκφεύξῃ . Ὁ μέλλων ἀποδημεῖν ἐκ τοῦ ὡροσκόπου κριθήσεται ,
διανοηθῇς ὥστε ποιῆσαι , πεποίηκας αὐτὸ τῇ ψυχῇ . οὐκ ἐκφεύξῃ ἁμαρτίαν ἀναλώμασι . πολύθεος ἄνθρωπος ἄθεος . ὧν ἂν
4519222 διελογισατο
Ξάνθου κελεύσαντος οἶνον τῷ ξένῳ δοθῆναι πιεῖν , πάλιν ἐκεῖνος διελογίσατο καθ ' αὑτὸν ὡς „ αὐτοὺς μὲν πρότερον ἔδει
, ἐλοιδόρησεν . ἢ κακὰ συνῆξεν τῇ ἑαυτοῦ ψυχῇ ἢ διελογίσατο κακά : ληστεύσω , ἁρπάσω . ἡ δὲ ἐλπὶς
4518121 μηχανοποιος
τῷ σώματι οὐκ ἔστιν ἐν τούτῳ : ὥσπερ οὐδὲ ὁ μηχανοποιὸς ἐν τοῖς μηχανοποιήμασι : καίτοι πολλὰ τῶν μηχανημάτων οὐδενὸς
ἐστι χωρίον ἐξαίρετον . καταχώσει , φησὶν , ἡμᾶς ὁ μηχανοποιὸς τοῖς λόγοις . ποίοις , ὦ Γοργεία κεφαλή ;
4517993 ἐπισταμενους
: περίεργος δ ' ἂν εἴην ἐγὼ τοὺς ἐμοῦ μᾶλλον ἐπισταμένους διδάσκων ὅσα μὲν Ἑλλάνικος Ἀκουσιλάωι περὶ τῶν γενεαλογιῶν διαπεφώνηκεν
ποιοῦσα τοὺς μὲν ἐπισταμένους αὐτὴν πλουσίους , τοὺς δὲ μὴ ἐπισταμένους πολλὰ πονοῦντας ἀπόρως βιοτεύειν . Νῦν τοίνυν , ἔφη
4516281 ὑποβαλλων
ὑπείκῃ τὸ σῶμα , ἢ ἑτέρῳ τινὶ τοιούτῳ μοχλῷ , ὑποβάλλων καὶ ἐρείσας , ἐκ τῶν καπέτων τὴν ἁρμόζουσαν ἀντικατεχέτω
τῶν ἀναξαγορείων λαμβάνει : οὐχὶ τὴν αἰθερίαν δὲ δίνησιν ⌈ ὑποβάλλων [ προϋποβάλλων ] “ δῖνος ” εἶπεν , ἀλλὰ
4511427 σπινθηρας
φασὶν ἀναφαινόμενον αὐτὸν ὁρᾶσθαι μὲν ἄνθρακι παραπλήσιον τῷ πυρωδεστάτῳ , σπινθῆρας δ ' ἀφ ' ἑαυτοῦ μεγάλους ἀπορρίπτειν , καὶ
χαλκοῖς τισιν ὀργάνοις κατεσκευασμένοις ἐφειλκύσαντο τοὺς ἀπὸ τῶν μετεώρων φερομένους σπινθῆρας , κατὰ τὰς μεσημβρίας ἐναντία τῷ ἡλίῳ τὰ ὄργανα
4505858 ἐντεχνως
μικρά , παρόμοια ταῖς Κορινθιακαῖς ὑδρίαις . ὁ δὲ Ἀπελλῆς ἐντέχνως ἄγαν ὑπέδειξε τὴν τῶν τεσσάρων ὤτων σχέσιν ἔχουσαν ὧδε
τῇ ὀγδόῃ Παντοδαπῆς ἱστορίας παρατίθεται , τοῦτον εἶναι τὸν πρῶτον ἐντέχνως πυκτεύσαντα ἐπὶ τῆς ὀγδόης καὶ τετταρακοστῆς Ὀλυμπιάδος , κομήτην
4505801 ἐξεπληττον
. Σοφοκλῆς Ἀχαιῶν Συλλόγωι καὶ Αἰσχύλος Κρήσσαις . οὐδ ' ἐξέπληττον αὐτούς , ˈ Κύκνους ποιῶν καὶ Μέμνονας κωδωνοφαλαροπώλους .
ποιήματα . οὗτοι δὲ τὸ μὲν πρῶτον διὰ τὴν εὐφωνίαν ἐξέπληττον τοὺς ἀκούοντας , μετὰ δὲ ταῦτα ἀναθεωρήσεως γενομένης κατεφρονήθησαν
4503282 ἀπονους
πάσας . ἐπεύθυνον ] διῴκουν . νόστοι ] ὑποστροφαί . ἀπόνους ] † ἤγουν ἀβλαβεῖς καὶ μὴ τε - τρωμένους
ἰχθύων ὁ ζωμὸς μιγνύμενος κονίᾳ στάκτῃ ὀμμάτια λαμπρύνει παλαιὰ καὶ ἀπόνους ποιεῖ . οἱ δὲ ἐν τῇ κεφαλῇ αὐτοῦ λίθοι
4501644 διαλυμαινεται
ἡ ἐκ τῶν γειτόνων , ἣ ταῖς κοτύλαις ἀεί με διαλυμαίνεται . καὶ τὸ κοτυλίζειν εἴρηται μὲν καὶ ἐπὶ τῶν
οὐ γὰρ ἀλλ ' ἔχω κακῶς : τοιοῦτος ἵμερός με διαλυμαίνεται . Ποῖός τις , ὦδελφίδιον ; Οὐκ ἔχω φράσαι
4494574 φανταζεσθαι
' ἐκείνων , τῷ προσειληφέναι καὶ μέγεθος καὶ ἐν διαστάσει φαντάζεσθαι . ὅπερ γὰρ ἐν τοῖς τῶν αἰσθητῶν εἰδώλοις τὸ
μὴ ὄντων . οὕτω δὲ καὶ Διάρη χιλίων σταδίων ἔστι φαντάζεσθαι ἢ τῆς πόλεως μείζω καὶ τὸ ὑπερέχον αὐτοῦ ἐκτὸς
4494249 Βακχι
ἐμοὶ ζητοῦσιν αὐτόν . ἀλλ ' εἴ τινα εὕροιμεν ὦ Βακχί , γραῦν , ὡς ἔφην : ἀποσώσει γὰρ ἂν
γὰρ ταῦτά σου ἀκούσασα . Ἅπαντα ἐκεῖνα οἴχεται , ὦ Βακχί , καὶ πέμπτην ταύτην ἡμέραν οὐδ ' ἑώρακα ὅλως
4491257 προκαλουνται
ὑπομένητε καὶ μὴ ἀδοξῆτε , εἰ προσπαίξονταί τε ἡμῖν καὶ προκαλοῦνται , οὐκ ἀμείνονες ὄντες , ὡς διέδειξε τὸ ἐχθὲς
χειρὶ ἢ τῷ ποδὶ ἐν τῇ πυγῇ ῥόθον ποιῶν . προκαλοῦνται ] ἵνα δείξῃ τῆς εἰρήνης ἐπιθυμοῦντας τὸ “ προκαλοῦνται
4490880 προφαινεσθαι
, οὗ παράγωγον φάω , καὶ φαίνω . παρὰ τὸ προφαίνεσθαι αὐτὴν πρὸ τῆς Αἰγύπτου . Φιλόξενος ἐν τῷ περὶ
φέγγος ἐκλάμψας , πολὺ σκότος τῶν ὄντων καταχέας οὐδὲν ἐᾷ προφαίνεσθαι . τὸν βουνὸν τοῦτον ὁ ἀσκητὴς Ἰακὼβ ἐν τοῖς

Back