, εἶτα εἰς πῦρ ἐμβάλαι ἑαυτόν , εἶτα ἐν ἐρήμῳ διαιτηθῆναι καὶ ἀσιτῆσαι , καὶ ἄλλα τινὰ ἄχρις οὗ ,
ἐπιρρευματισθῆναί τινα διὰ τὸ ἀφυλακτότερον αὐτὸν , οἷα εἰκὸς , διαιτηθῆναι , τοιαύτῃ ἀγωγῇ κεχρῆσθαι δεῖ καὶ μηδὲν τῶν θερμαινόντων
4429428 ἐκκλινοντα
ἐς θάλασσαν οὐκ ὀνομάσαι ἐγκέφαλον , ἀλλὰ λευκὸν μυελόν , ἐκκλίνοντα τὸ μὴ ὀνομαζόμενον : κόμης δὲ λευκὸν μυελὸν ἐκραίνει
βελόνην ἢ ἀνάπαλιν , ἑκατέρως δὲ πειρᾶσθαι τὴν φορὰν αὐτῆς ἐκκλίνοντα πρὸς τὸ ἄνω συρράπτειν οὕτως τὸ πέρας τῆς ὀθόνης
4306420 Ἱπποκρατειον
τὴν δὲ τραγάκανθαν βρέχε οἴνῳ παλαιῷ γλυκυτάτῳ . ἄλλο . Ἱπποκράτειον : λέκιθον ὠοῦ ὀπτὴν καὶ ϲηϲάμου διπλαϲίονα ὄγκον καὶ
τὸν ἄνθρωπον ἐξόπιϲθεν αὐτοῦ ἡμεῖϲ ἑϲτῶτεϲ ἐνεργοῦμεν κατὰ τὸν εἰρημένον Ἱπποκράτειον τρόπον . Ἡ δὲ κλεὶϲ κατὰ μὲν τὸ ἔνδον
4221627 ἠλλοιωμενον
τῇ τροπῇ , καὶ τὸ σκοτεινὸν αὐτοῦ μὴ σκοτεινὸν γεγονέναι ἠλλοιωμένον . Νῦν δὲ ὁ ἀὴρ οἷός ἐστι μένει ,
αὐχμῶσαι καὶ ἀλαμπέες , ἢ τὸ χρῶμα τοῦ ξύμπαντος προσώπου ἠλλοιωμένον ᾖ , ταῦτα πάντα κακὰ νομίζειν καὶ ὀλέθρια εἶναι
4201649 ἐπαναξει
μέχρις ἐπιλάβοι τὸ ἔαρ καὶ νεκροὺς ἡμᾶς ὄντας πρὸς ζωὴν ἐπανάξει πάλιν τὸ εἶναι ὥσπερ φυτοῖς χαριζόμενον . Πολλοὶ περιτυχόντες
, δεικνὺς τοῖς συνεῖναι δυναμένοις ὅτι σε μόλις ὁ χειμὼν ἐπανάξει . πρότερον μὲν οὖν σε δάκνειν εἶχον ὡς δειλὸν
4176032 εἰδοις
σῶμα γλυκύτατον . δύναται δὲ πείνης ἀπαλλάττειν μιγνυμένη μέλιτι ʃ εἶδοις βοτάνης τὸ λεγόμενον ? ? ? ? ? λίνου
σῶμα γλυκύτατον . δύναται δὲ πείνης ἀπαλλάττειν μιγνυμένη μέλιτι ʃ εἶδοις βοτάνης τὸ λεγόμενον ? ? ? ? ? λίνου
4171470 συνθεντων
, καὶ ὅσα τοιαῦτα : καὶ τοῦτο καλεῖται δόξα , συνθέντων ἡμῶν τὴν προϋποκειμένην μνήμην τῇ νεωστὶ γενομένῃ αἰσθήσει :
τὸν Ζηνόδοτον καὶ Ἀρίσταρχον . καίτοι τεσσάρων ἀνδρῶν ἐπὶ Πεισιστράτου συνθέντων τὸν Ὅμηρον , οἵτινές εἰσιν οὗτοι : Ἐπικόγκυλος ,
4164354 θεραπευετε
; ἐν τοῖς γάμοις τοῖς τοῦ πατρὸς τὸν μικρὸν οὐ θεραπεύετε ; ” εὐθὺς δ ' ἐκείνη “ δύσμορ '
οὗτοι , τίνος χάριν ἀσχημονεῖτε ; ἢ τί βουλόμενοι τούτους θεραπεύετε , καὶ ταῦτα ἐνὸν ὑμῖν ἄλλως ἐπιμελεῖσθαι ; καὶ
4164065 ἠρτυμενον
χυλῷ τῆς πτισάνης δίδου καὶ ἰχθύν τινα τῶν εὐπέπτων ἁπλῶς ἠρτυμένον . δίδου δ ' ὁμοίως εἰς ἑσπέραν τοῦ διὰ
χρηστὸν ἐπὶ τούτου . χρηστὸν γὰρ ἔδεσμα καλοῦμεν τὸ εὖ ἠρτυμένον . καὶ Ὅμηρος “ οὐ χρηστὸν μελίτωμα , τὸ
4094393 βαθμον
: καὶ γὰρ ἐν ταύτῃ , ἐφ ' ὃν λήγομεν βαθμόν , ἀπ ' ἐκείνου πάλιν ἀρχόμεθα . Προσδιασάφησίς ἐστιν
μάλιστα παρὰ Χαλδαίοις . οἱ δὲ τελούμενοι τῷ Μίθρᾳ κατὰ βαθμόν τινα κολάσεων ἐτελοῦντο . πρότερον γὰρ τὰς ἐλαφροτέρας κολάσεις
4049722 ἀριϲτεραν
καθ ' ἕνα τόπον ἡδραϲμένη , κατὰ λαγῶνα δεξιὰν ἢ ἀριϲτεράν , ὄπιϲθεν μᾶλλον . ἐπὶ δὲ τοῦ κώλου μεταβαίνει
καθ ' ἕνα τόπον ἡδραϲμένη , κατὰ λαγῶνα δεξιὰν ἢ ἀριϲτεράν , ὄπιϲθεν μᾶλλον . ἐπὶ δὲ τοῦ κώλου μεταβαίνει
4045672 χουσι
ἐπιλαμβάνει τὸν πάσχοντα : αἵ τε γὰρ ὀδύναι συνέ - χουσι , καὶ ἐπὶ ταύταις τὰ δυσχερῆ ἐν ὀφθαλμοῖς τυγχάνοντα
! ! ! [ ! ] ! ! ! ? χουσι θορύβους ἐνθυμηματικοὺς καὶ ἀποφθεγγματικοὺς παρασκευαζόντων : σολοικίζειν τ '
4040819 ἐζηλωκοτα
πάλαι τῶν στρατηγῶν τὰ αὐτὰ φρονοῦντα αὑτῷ καὶ τὰ αὐτὰ ἐζηλωκότα , προχειρίζεται τοῦτον ἐπὶ τὴν πεῖραν ταύτην ἀμελλητί ,
' ἑτέροις ἐκείνου βελτίοσιν οὐδέν , καὶ τὰ τοιαῦτ ' ἐζηλωκότα καὶ δεινὸν δοκεῖν εἶναι βουλόμενον : καὶ νὴ Δί
4037742 θηριοισι
! ] [ ἔγωγε ] θαυμάζω ? [ ] ἐν θηρίοισι μᾶλλον ? ? ? ? [ ! ! !
δ ' ἀντ ' αὐτοῦ τάμνουσα ἰχθῦς παρέχει βορὴν τοῖσι θηρίοισι . Τροφὴ μὲν δὴ αὐτοῖσι τοιαύτη ἀποδέδεκται . Τὸ
4026729 μαστιξον
, παράσχισον χρηστῶς , διαπτύξας θ ' ὅλον τῷ σιλφίῳ μάστιξον εὖ τε καὶ καλῶς , τυρῷ τε σάξον ἁλσί
, παράσχισον χρηστῶς , διαπτύξας θ ' ὅλον τῷ σιλφίῳ μάστιξον εὖ τε καὶ καλῶς , τυρῷ τε σάξον ἁλσί
3956720 ἀνθρωπουϲ
αὑτοῖϲ οὔτε ἐμπόριον οὔτε ἄλλην διατριβὴν οὐδεμίαν : πάνταϲ δὲ ἀνθρώπουϲ ἀφικνεῖϲθαι πρὸϲ τὴν Δῆλον ἔλεγον , καὶ αὐτοὶ τὰ
μαϲηθέντων ἐπιτιθέμενον , ὑπώπιά τε αἴρει : τοῖϲ δὲ τοὺϲ ἀνθρώπουϲ ἀναιροῦϲι θηρίοιϲ ἐναντιώτατόν ἐϲτιν . Ϲιδηρῖτιϲ εἴρηται : ἡ
3933741 στρυφνην
ὀσμὴν ἔχειν τόδε τί φαμεν , αὐστηρὰν δ ' ἢ στρυφνὴν ἢ ἁλυκὴν ἢ πικρὰν οὐκέτι λέγομεν , ἀλλ '
χρὴ τὸν ἀέρα τοῦ οἴκου τρέπειν εἰς ψύχουσάν τε καὶ στρυφνὴν ποιότητα μυρσίνης τε καὶ ἀμπέλων ἕλιξι καὶ ῥόδοις καταστρωννύειν
3920799 βουκερας
φακόν : τοῦτο δὲ ὅμοιον μὲν τῇ ὄψει καὶ τὸ βούκερας , θερίζεται δὲ περὶ Πλειάδος δύσιν . Διαφέρει δὲ
ῥίζαν δὲ ὑποστρόγγυλον : οὐθὲν δὲ ἕτερον ἀφαυαίνεται παρὰ τὸ βούκερας . γίνεται δὲ ταῦτα ἐν ταῖς λεπταῖς οὐκ ἐν
3910861 ἐκχει
καταμιγνυμένη δὲ ἀμφοτέροις ἡ πόλις διὰ τριῶν τῶν ἡδίστων θεαμάτων ἐκχεῖ τὴν ψυχὴν , οὐδὲ ἔστιν εὑρεῖν οὗ τις ἐρείσει
ἄλλο . μελάνθιον ἑψήσας ἐγχυμάτιζε τοὺς μυκτῆρας ἐν βαλανείῳ , ἐκχεῖ τὸν ἴκτερον . Κεφ . καʹ . [ Πρὸς
3895597 χρισαμενον
πρότερον ὧδε : ὅταν γένηται τάχιστα τῶν τεκμηρίων τινὰ , χρισάμενον καὶ ἀνατριψάμενον ὀλίγα , τὸ ἄριστον ποιήσασθαι πλέον τοῦ
πρότερον : καὶ οὐ δεῖται Πυθαγόρου συμβούλου : τὸν δὲ χρισάμενον μύρῳ διώκει ὡς πολέμιον . οἶδε δὲ καὶ τὸν
3884439 ἐπισημαινομενον
τό τε πρᾶγμα , ὁ φόνος λέγω , χρόνῳ οὐκ ἐπισημαινόμενον , ἀνεξέταστον : ὁμοίως καὶ τὸ ἀποκηρύσσει τις τὸν
ἀηδὲς διὰ τοῦ προσώπου καὶ σχήματος . . . . ἐπισημαινόμενον δέ φησιν ἀντὶ τοῦ ἐπαινοῦντα . . . ἐπαινοῦντα
3852338 ἀνακερασαμενος
τῶν ἱερομηνιῶν , μόσχον καὶ κριὸν καὶ ἑπτὰ ἄρνας , ἀνακερασάμενος μονάδα ἑβδομάδι καὶ πρὸς ἀρχὴν τὸ τέλος ἀπευθύναςτέλος μὲν
θερμῷ καὶ ξηρὸν ὑγρῷ , δυνάμεις ἐναντίας , ἀναμίξας καὶ ἀνακερασάμενος ὁ ζῳοπλάστης ἓν ἐκ πασῶν ἕκαστον ἡμῶν ἀπειργάζετο συμφόρημα
3851470 χαμαιμηλα
πέντε , ἐλαίου πικροῦ ὀμφακίζοντος οὐγκίας ἕξ . Φοίνικας , χαμαίμηλα , μελίλωτα πρόβρεχε ἐν ἑψήματι ἀφ ' ἑσπέρας ,
. καταντλεῖν δὲ χρὴ τὸ ἕλκοϲ ἑψῶντα ἐν ὕδατι τὰ χαμαίμηλα καὶ τὴν τοῦ ὀξυλαπάθου ῥίζαν : καλεῖται δὲ ὀξαλίϲ
3804389 εὐηλιον
παλίσκιον , ψυχεινόν , εὐχείμερον , ἀλεεινόν , ὑπόθερμον , εὐήλιον , δίκαιον ταῖς ὥραις , καλῶς οὐρανοῦ κείμενον ,
καὶ ὁ χυλὸς ἐρυθρός . φιλεῖ δὲ λιπαρὰν γῆν , εὐήλιον , δρυμοὺς καὶ γεώλοφα : πλεονάζει δ ' ἐν
3799574 δοκιμαζομενον
παρὰ τοῖς Ἀττικοῖς , ἀλλὰ τὸν ἀνακρινόμενον καὶ ἐλεγχόμενον καὶ δοκιμαζόμενον ἢ διὰ λόγων ἢ πραγμάτων , οἷος τίς ἐστιν
: τὸ δὲ πρακτικὸν δεύτερον , δευτέρως τιμώμενόν τε καὶ δοκιμαζόμενον : τήν τε ἐν ἀνδρὶ δημοκρατίαν οὐ χαλεπὸν ἰδεῖν
3797767 ἀποπλυναι
χρυσίζοντα τοῦτον λαβὼν , οἰκονόμει οὕτως . Λειώσας αὐτὸν πάνυ ἀπόπλυναι ὀξάλμῃ τρὶς , καὶ ξήραναι : καὶ λαβὼν αὐτοῦ
χρυσίζοντα τοῦτον λαβὼν , οἰκονόμει οὕτως . Λειώσας αὐτὸν πάνυ ἀπόπλυναι ὀξάλμῃ τρὶς , καὶ ξήραναι : καὶ λαβὼν αὐτοῦ
3773065 κοχλιαριῳ
ποταμίων καέντων ἡ τέφρα κοχλιαρίων δυοῖν πλῆθος σὺν γεντιανῆς ῥίζης κοχλιαρίῳ ἑνὶ καὶ οἴνῳ ποθεῖσα ἐπὶ ἡμέρας τρεῖς , βοηθεῖ
εἶπεν “ δὸς οὖν ἴδω εἰ γέγονεν . ” Αἴσωπος κοχλιαρίῳ ἀνενέγκας τὸν ἕνα κόκκον τοῦ φακοῦ ἐπιδίδωσι τῷ Ξάνθῳ
3767444 διαπραττηται
ἄξιον ἑαυτοῦ ὅ τι ἄν τις πρὸς ἕν ' εἷς διαπράττηται , ἀλλ ' εἰ μὴ φυλὴν ὅλην καὶ βουλὴν
οὐχ ἕτερα τοιαῦτα ἀνάγκη γίγνεσθαι , ὃς ἂν αὐτὸ τοῦτο διαπράττηται ἢ φθόνῳ διὰ φιλοτιμίαν ἢ βίᾳ διὰ φιλονικίαν ἢ
3766131 ϲυνεγγυϲ
Ἰνδίαϲ οἷον ἄνθη τινὰ δένδρου καρφοειδῆ μέλανα , ὅϲον δακτύλου ϲύνεγγυϲ τὸ μῆκοϲ , φέρεται ἀρωματίζοντα καὶ δριμέα , ὑπόπικρα
θερμαίνει μὲν κατὰ τὴν δευτέραν τάξιν ἐπιτεταμένην , ξηραίνει δὲ ϲύνεγγυϲ : ὅπερ ἑψόμενον ἐν ἐλαίῳ διαφορητικόν τε καὶ ἀνώδυνον
3764685 μηλινην
ψιμύθιον ὁμοίως καδμείᾳ . Ὦχραν δὲ ληπτέον τὴν κουφοτάτην καὶ μηλίνην δι ' ὅλου , κατακορῆ δὲ καὶ ἄλιθον ,
ἡμιέφθου οὔϲηϲ τῆϲ ϲκευαϲίαϲ ἐμβάλλεται : μετρίαϲ γὰρ τυχὼν ἑψήϲεωϲ μηλίνην ποιεῖ τὴν χροιάν : ἐπὶ δὲ τῶν διπροϲώπων μετὰ
3743285 Παντικαπην
Ἐπέκεινα [ δὲ ] πάλιν ἔρημον εἶναι ἐχομένην . Τὸν Παντικάπην διαβάντι Λιμναίων ἔθνος , ἕτερά τε πλείονα οὐ διωνομασμένα
ἔθνος : ἐπέκεινα δὲ πάλιν ἔρημον εἶναι ἐχομένην . τὸν Παντικάπην διαβάντι Λιμναίων ἔθνος ἕτερά τε πλείονα οὐ διωνομασμένα ,
3736774 ὑθλον
αἱ πλεῖσται τῶν νόσων , ὅσα δ ' εἰς λόγους ὕθλον ἄλλως καὶ σκιὰν ὑποληπτέον , ὦ χρηστοὶ καὶ τὴν
ἀσκεῖν καὶ τὸν ἐφεστηκότα μιμεῖσθαι ; εἰ δὲ ταῦτα μὲν ὕθλον ἡγοῦνται , δεινὸν δέ , εἰ μὴ τῆς τοῦ
3732830 ἀφρολιτρον
' αὐτῆς ἤδη , καὶ τῶν διαφορούντων μίγνυμεν , τὸ ἀφρόλιτρον καὶ τὸ λίτρον ἢ τὸ θεῖον ἄπυρον , ὅπερ
μὴ μεγάλης δ ' ἀνάγκης οὔσης , οὐδὲ καταπίνει τις ἀφρόλιτρον κακοστόμαχον ὄν , ἐπεί τοι μᾶλλόν ἐστι λίτρου τμητικόν
3703324 χυτρον
δὲ καπνῷ , χείμασιν ὄφρ ' ἂν δμῶες ἅλις περιχανδέα χύτρον πλήσαντες ῥοφέωσιν ἀεργέες , ἔνθα τε μέτρια ὄσπρια πανσπερμηδὸν
, καὶ τί ἐστιν ; ὥσπερ εἰ εἴποις ἀορτάς . χύτρον μέγαν παρὰ τοῦ μαγείρου ἐξιδιάσασθαι οὐ μὴ παραλάβω ς
3702896 ἑκαϲτοτε
μὲν ἡ ϲυμμετρία πλείοϲιν ἁρμόττει ϲώμαϲιν . ἡ παραλλαγὴ δὲ ἑκάϲτοτε τῇ γεύϲει τοῦ κάμνοντοϲ κρινέϲθω , ἵνα ἔχῃ τὸ
ἢ ϲτομαχικῶν καὶ μεταποιῶν αὐτοῦ τὴν δύναμιν πρὸϲ τὴν παροῦϲαν ἑκάϲτοτε διάθεϲιν . παρέχω δὲ αὐτὸ οὐ μόνον τοῖϲ ὕπνου
3699116 ῥοφηματοϲ
κοιλίαν ὁρμᾷ , καὶ ἐν τῇ ὑπόπτῳ ἡμέρᾳ ἀντὶ τοῦ ῥοφήματοϲ ϲύμμετρον διδόναι πρὸ πολλοῦ τῆϲ ὥραϲ καὶ ψωμοὺϲ ὀλίγουϲ
, ὅτε φηϲί : “ καιρὸν δὲ τῆϲ δόϲεωϲ τοῦ ῥοφήματοϲ τόνδε μάλιϲτα φυλάττεϲθαι κατ ' ἀρχὰϲ καὶ διὰ παντὸϲ
3688690 κυανην
ὠχράν , μετρίως θερμόν . καί τινων ταύρων ἐθεασάμην χολὴν κυανῆν , ὑπεροπτηθείσης τῆς ξανθῆς , ἣν οὐκ ἠξίωσα βαλεῖν
μὲν γὰρ οἰδαίνεται , μετὰ δὲ οὐ πολὺ τὴν χροιὰν κυανῆν δείκνυσιν , ὀδυνᾶται περὶ τὴν καρδίαν , ὠγκωμένην ἔχει
3673813 σπονδεια
τράπεζα εἰς τὴν ὑπὲρ τῶν θνητῶν ἀποτελεσμάτων εὐχαριστίανἄρτοι γὰρ καὶ σπονδεῖα ἐπιτίθενται αὐτῇ , οἷς ἀνάγκη χρῆσθαι τὰ τῆς τροφῆς
τὴν λυχνίαν , τὸ θυμιατήριον , τὴν τράπεζαν , τὰ σπονδεῖα , τὰς φιάλας , τὰ ἄλλα ὅσα πρὸς θυσίας
3672697 ἐκπυρον
αὖθις μαχαίρᾳ θερμῇ , τοῦ πυρὸς τὸ αἷμα ἔξαξον πᾶν ἔκπυρον λίαν ἐρυθρὸν ὡς φλὸξ φεγγίτης ἅπτων φλόγα , βάψαι
πρὸς μὲν τὸν ἥλιον ἀμαυρουμένην , θηρεύουσαν δὲ ἐν νυκτὶ ἔκπυρον φῶς : εἰ γάρ τις ἐς τὰς Πλάτωνος φωνὰς
3671890 καθειμενον
δίδοτε ταῖς ὄψεσιν : διὰ βοστρύχων δὲ εἶπεν , ἐπειδὴ καθειμένον ἔχουσι τὸν πλόκαμον μέχρι τῶν παρειῶν ὡς ἂν παρθένοι
γῇ . ἐσκευασμένος δὲ ἦν ὁ Πέρσης , δέρμα ἔχων καθειμένον εἰς τύπον τοῦ τε πώγωνος καὶ τοῦ στόματος ὡς
3664516 διακοσμειν
καλουμένοις κεφαλαίοις : ἀλλὰ δεῖ κατὰ τὴν χρείαν τοῦ ἀγῶνος διακοσμεῖν τὰς πίστεις , ἔνια καὶ μετατιθέντα , καὶ τάξαι
προσομιλῶν τοῦ λόγου γίνομαι , προβαλλόμενος δὲ τὴν ἐμαυτοῦ φωνὴν διακοσμεῖν τὴν ἐν ὑμῖν ἀκόσμητον ὕλην προῄρημαι καὶ καθάπερ ὁ
3663220 πινομενους
δοκιμώτατα δὲ τοιαῦτα : τοὺς τῶν ὀρνίθων ἐγκεφάλους ἐν οἴνῳ πινομένους ἀρήγειν , καὶ τοῦ πάνακος τὴν ῥίζαν συγκαθεψομένην ἀκράτῳ
τὸ τοῦ λευκοΐου σπέρμα , καὶ κισσοῦ κορύμβους μέλανας τρεῖς πινομένους : ἀλύπως δὲ ἐλαττοῖ τὴν γονὴν πινόμενον συνεχῶς τὸ
3659202 βαπτουσιν
Εὐφράτην ποταμὸν πρὸς τὰς αἰχμὰς αὑτῶν χραίνουσιν , ὅ ἐστι βάπτουσιν . ἄλλως : οἱ Γερραῖοι τῷ τοιούτῳ φαρμάκῳ βουλόμενοι
. φέρει καὶ τὴν ἑτέραν τὴν μέλαιναν ᾗ τὰ ἔρια βάπτουσιν . ὃ δὲ καλοῦσί τινες φάσκον ὅμοιον τοῖς ῥακίοις
3647245 καθηραντα
ἡμέραϲ λαμβάνοιεν , ὠφελεῖ τὰ μέγιϲτα καὶ ἡϲυχῆ ὑπάγει . καθήραντα οὖν , ὡϲ εἴρηται , διδόναι τοῦ ἀψινθίου ,
Ἡρακλέος λέγουσιν : ἐπελθόντα αὐτὸν πᾶσαν γῆν καὶ θάλασσαν καὶ καθήραντα ὅ τι περ κακὸν κίναδος , ἐξευρεῖν ἐν τῇ
3635228 προτεινουσης
' οὐ τῆς μεταίτου καὶ τὰς χεῖρας εἰς τὸ λαβεῖν προτεινούσης γενέσεως . δεύτερον δέ , κἂν λάβῃς , λάβε
ἀθλητὴς τέλειος καὶ βραβείων καὶ στεφάνων ἠξιώθης ἀγωνοθετούσης ἀρετῆς καὶ προτεινούσης ἆθλά σοι τὰ νικητήρια : κατάλυσον δὲ ἤδη τὸ
3628238 ἀστρ
, Εἰς γνῶσιν εὐσύνοπτον εὖ τεθειμένην , Τοῖς τ ' ἄστρ ' ἀνακρίνουσι ποιεῖ ῥᾳδίαν , Καὶ δῆτα λοιπὸν τῆς
δ ' ὑφανταὶ γράμμασιν τοιαίδ ' ὑφαί : Οὐρανὸς ἀθροίζων ἄστρ ' ἐν αἰθέρος κύκλωι : ἵππους μὲν ἤλαυν '
3623150 πρωϊαν
, εὐχόμενος διὰ τὰς ἀμέτρους καὶ ἀτελευτήτους ἀδημονίας ἑσπέραν μὲν πρωΐαν γενέσθαι , πεφρικὼς τὸ σκότος καὶ τὰς ἀλλοκότους φαντασίας
. πρώϊα : οὐ πρώϊμα : καὶ δισυλλάβως πρῷα . πρωΐαν : οὐ λέγουσι καθ ' αὑτό , ἀλλ '
3619886 ἑωαν
διαλλαγὰς προτρέπων ἰέναι . Μικρῷ δὲ ὕστερον καὶ ἐς τὴν ἑώαν ὡσαύτως ἐκπέμπει κατὰ τάχος Ἰουστινιανὸν τοῦ Γερμανοῦ παῖδα ,
ἐς σύμβασιν ὁμιληθέντος , Ἰουστῖνος ὁ Ῥωμαίων βασιλεὺς ἐς τὴν ἑώαν κατὰ τάχος ἐκπέμπει Μαρκιανὸν στρατηγὸν , ἐν τοῖς πατρικίοις
3616105 ἐνεζομενοι
μονόζυξ . ἀλλ ' ἄγε , Πέρσαι , τόδ ' ἐνεζόμενοι στέγος ἀρχαῖον , φροντίδα κεδνὴν καὶ βαθύβουλον θώμεθα ,
. ἡ χρεία γὰρ προσῆκον ποιεῖ τὸ βουλεύεσθαι . . ἐνεζόμενοι ] κατοικοῦντες . . βαθύβουλον ] συνετωτάτην . .
3615774 ναυπηγον
ὑπάρξεως ἔξωθεν , ὥσπερ οἰκία τὸν οἰκοδόμον καὶ πλοῖον τὸν ναυπηγόν . ἔστι δὲ ἡ τέχνη καὶ ἡ τύχη σχεδὸν
, τάχα καὶ Ὁμήρου διὰ τοῦτο μόνον καλέσαντος Ἁρμονίδην τὸν ναυπηγόν : εἰ δὲ τὰς ναῦς ὡς κούφας ἀραιὰς ἐκάλεσεδεῖ
3603133 βιβλογραφου
ὅσας δὲ πόλεις : τὸ σὸν σκοτεινὸν καὶ τὸ τοῦ βιβλογράφου Χάρυβδιν οἵαν ἐξεγείρουσι λόγοις . λοιπὸν τὰ πολλὰ σῶν
τὴν εἰρήνην : βουλομένων εἰρήνην ἄγειν ὥστε : Τζέτζου : βιβλογράφου στε παν παρῆκα μὴ ξέων πρὸς δέ : ἐν
3603017 ῥιπτασμον
ἀντιγράφοις εὕρομεν βλητρισμὸν χωρὶς τοῦ σ . ὄντως δὲ τὸν ῥιπτασμὸν σημαίνει , καθὼς καὶ Ξενοφάνης ὁ Κολοφώνιός φησιν :
συμπτώματα τὰ πρὸ τῆς κρίσεως οἷον ἀγρυπνίαν , δίψος , ῥιπτασμὸν , παραφροσύνην , ἄλυν καὶ ὅσα τοιαῦτα , τοὺς
3601489 ἐθεασασθε
ἐν ὅπλοις μάχεσθαι : καὶ ἐπῄνει τοῦτον ὃν νῦν ὑμεῖς ἐθεάσασθε ἐπιδεικνύμενον , κᾆτ ' ἐκέλευε θεάσασθαι . ἔδοξε δὴ
τῆς ὄψεως οὐχ ἡδίους ὑμᾶς ἐποίησε ; τί τῶν πάντων ἐθεάσασθε σιγῇ καὶ οὐ μετὰ τῆς πρεπούσης ὑμῖν εὐφημίας ;
3599766 ἀπομαξαμενος
τὴν χεῖρα , τῆς κηκίδος εἰς θερμὸν καὶ ἀραιὸν λοβὸν ἀπομαξάμενος τὴν ἐπιγραφήν . ὁ μάντις ἐπεξιὼν τοὺς λοβοὺς καὶ
ἀλλὰ τοῖς αὑτῶν πτεροῖς ἁλισκόμενα „ φησὶν ὁ τραγικός : ἀπομαξάμενος γάρ τις τὸν | τύπον τοῦ λόγου καὶ ἐφαρμόσας
3599760 κλειομεν
, ἐπειδὰν κάμνωμεν ἐν λαμπραῖς αὐγαῖς , αὐτίκα τὰ βλέφαρα κλείομεν , ἐπὶ τὸ σύμφυτον ἴαμα σπεύδοντες . ἐγὼ μὲν
τε ὑπὸ τὸν αὐχένα τοῦ ζῴου καὶ ᾗ τὰς θύρας κλείομεν : ἐνταῦθα γὰρ διὰ τὸ πολλὴν εἶναι τῶν πραγμάτων
3594595 ἐπικοσμησαι
, ἅτε τῆς ὄψεως προξενούσης τὴν ἡδονὴν , λόγῳ δὲ ἐπικοσμῆσαι τὴν τῶν Νυμφῶν δόσιν τάχα ἄν τινος εἴη τῶν
ὁ Δωδωναῖος προσέταξεν ἐν τῆι μαντείαι τὸ ἄγαλμα τῆς Διώνης ἐπικοσμῆσαι : καὶ ὑμεῖς πρόσωπόν τε ποιησάμενοι ὡς οἷόν τε
3592603 ἀνοιξιν
εἰπών μοι πολλῷ σοῦ ἀξιοπιστότερος ὑπάρχει . Σχολαστικὸς κατὰ πρώτην ἄνοιξιν τοῦ βαλανείου εἰσελθὼν καὶ μηδένα εὑρὼν ἔσω λέγει πρὸς
. ἀκάτιον ἀμφηρικὸν ὡς λῃσταί , ἐκ πολλοῦ τεθεραπευκότες τὴν ἄνοιξιν τῶν πυλῶν , εἰώθεσαν ἐπὶ ἁμάξῃ , πείθοντες τὸν
3581301 σινοδοντα
Ἁλιευτικῷ διὰ τοῦ υ : λευκὴν συνόδοντα βόηκάς τε . σινόδοντα δ ' αὐτὸν λέγει διὰ τοῦ ι Δωρίων ,
ι Δωρίων , ἔτι δὲ Ἀρχέστρατος ἐν τούτοις : ἀτὰρ σινόδοντα μὲν ὃν ζήτει παχὺν εἶναι : ἐκ πορθμοῦ δὲ
3576510 ποιουμενον
ἀπὸ φρονίμης διαθέσεως φαίνεσθαι γινόμενόν τι ὑπὸ τοῦ φρονίμου ἢ ποιούμενον ἐπιγνωσόμεθα , ὅτι τῆς φρονήσεως ἔργον ἐστίν . αὐτὴ
ἀκρόασιν τὰ τέλη τῶν πολιτῶν , νῦν δὲ τὰς ἐπιδείξεις ποιούμενον εἰς ἀγορὰν προϊόντα , νῦν δὲ καθήμενον οἴκοι προσπαίζοντα
3574490 συρισας
τὸν ὄφιν πρὸς εἰρήνην . Ὁ δὲ κάτωθεν λεπτὸν αὐτὸς συρίσας τῷ ἀνθρώπῳ ἔφησε τοιάδε λέγων : Ἀπὸ τοῦ νῦν
ὡς λύκον ἀποκτείνας , ἄλλος ὡς μόνου τοῦ Πανὸς δεύτερα συρίσας : τοῦτο τοῦ Φιλητᾶ τὸ σεμνολόγημα ἦν . Ὁ
3567144 ἐπισκοτειν
περιαυγάζει , ὡς καὶ τοῖς λαμπροτάτοις ἐξ ἑαυτῶν εἶναι δοκοῦσιν ἐπισκοτεῖν . θεοῖς οὖν τοῖς ψευδωνύμοις οὐκ ἄν τις τὸν
. Οὐ γὰρ θερμότητος ἔργον ψύχειν , οὐδὲ φωτὸς τὸ ἐπισκοτεῖν ἢ ἀποκρύπτειν τι τῶν ὄντων , οὐδ ' ἄλλου
3564701 διαπνοαϲ
. τοῦτο δὲ ϲυμβαίνει τῷ μᾶλλον ἢ ἧττον γίγνεϲθαι τὰϲ διαπνοὰϲ ἐκ τοῦ πυκνοτέραν ἢ ἀραιοτέραν εἶναι τὴν ἕξιν τοῦ
, εἶθ ' οὕτωϲ τὸ λοιπὸν αἰωρήϲαντεϲ ἐν ἀέρι ψυχρῷ διαπνοὰϲ εὐψυχεῖϲ μηχανώμεθα , κατὰ τὸν αὐτὸν τρόπον ἰαϲόμεθα τὴν
3563490 ἀῤῥητον
Λάσιος : πολύτριχος . Μένος : θυμός . Ἄφραστον : ἄῤῥητον . Ὁπλίζεο : ὅπλιζον . Αἰχμητῶν : πολεμητῶν .
κατασχών . ἣν πρὸς αὐτὴν ὀργὴν εἶχε . ποταπόν ; ἄῤῥητον . ταχείᾳ . * † φροντίδι . * *
3555601 σομφην
οἳ δὲ ὀνίσκον . Ἀρχέστρατος δέ φησιν ὅτι ὁ ὄνος σομφὴν τρέφει τινὰ σάρκα καλῶς οὐχ ἡδεῖαν ἐμοί γε ,
' ὄνον Ἀνθηδών , τὸν καλλαρίην καλέουσιν ἐκτρέφει εὐμεγέθη , σομφὴν δὲ φορεῖ τινα σάρκα , κἄλλως οὐχ ἡδεῖαν ἔμοιγ
3552669 ἐσημαινοντο
πρόεισιν : ἰστέον γὰρ ὡς τὸ παλαιὸν φυσικώτερον οἱ πρόσθεν ἐσημαίνοντο τὰς τοῦ ἀριθμοῦ ποσότητας ἀναλύοντες εἰς μονάδας , ἀλλ
' ἀράμενοι ἐκ περιόδου ταῦτα ἐποίουν : ἀπέκλειον μέν , ἐσημαίνοντο δέ , τὸν δακτύλιον πολλά τ ' αὐτοῦ καταγελάσαντες
3551595 λεπτωϲ
καὶ κατακλίναντεϲ ἐν οἰκίϲκῳ κατωγείῳ τὸν κάμνοντα κελεύϲομεν παντοίωϲ ἠρεμεῖν λεπτῶϲ διαιτῶντεϲ ἄχριϲ ἑβδόμηϲ ἐπιδεδεμένον , εἰ μή τι κωλύοι
ʹ , κρόκα ᾠῶν ε : χυλῷ λινοϲπέρμου λείου . λεπτῶϲ τε καὶ πυρεκτικῶϲ αὐτοὺϲ διαιτῶμεν ἄχρι λύϲεωϲ φλεγμονῆϲ .
3551198 ἀφελοντα
αὐτῷ τὸ ἱερὸν τοῦ Σαράπιδος τὸν Κέρβερον τὴν χεῖρα [ ἀφελόντα ] τὴν δεξιὰν ἐπισείειν αὐτῷ . τῇ ἐπιούσῃ ἀπέθανεν
γοῦν τῷ Γουνεῖ ἀπεικάζει τὸν Πρωτέα ὡς δικαίως τὴν Ἑλένην ἀφελόντα Ἀλέξανδρον . Ἰχναία ἡ Θέμις : διωκομένη γὰρ ὑπὸ
3543029 παρακμαζειν
εἴη ὁ ἄνθρωποϲ , πεπαῦϲθαι χρὴ νομίζειν τὴν ἀκμήν , παρακμάζειν δὲ ἤδη τὸ νόϲημα . πρὸ δὲ τῶν ἄλλων
ὡς ἐπὶ τὸ πολὺ ἐν γήρᾳ πολιοῦσθαι καὶ ἀκμάζειν καὶ παρακμάζειν : ἀλλὰ καὶ μειράκιον ὂν ἀπόλλυται , ἢ καὶ
3541705 κρινειε
γευόμενον , οὐκ ἄν ποτε τῷ ἑτέρῳ πάθει τὸ ἕτερον κρίνειε . καὶ περὶ μὲν τῆς κοινῆς αἰσθήσεως προϊόντες ἐντελέστερον
τοῦ νομοθέτου ἔργῳ ἐπιστατήσειέ τ ' ἂν κάλλιστα καὶ εἰργασμένον κρίνειε καὶ ἐνθάδε καὶ ἐν τοῖς βαρβάροις ; ἆρ '
3540578 μηχανωμεθα
μάζαν , ἵνα λευκὴ παρῇ , ζωμὸν δὲ ταύτῃ μέλανα μηχανώμεθα , τὸ καλὸν δὲ χρῶμα τῷ δευσοποιῷ χρῴζομεν .
μὲν μᾶζαν ἵνα λευκὴ παρῇ , ζωμὸν δὲ ταύτῃ μέλανα μηχανώμεθα , τὸ καλόν τε χρῶμα δευσοποιῷ χρῴζομεν . καὶ
3529353 ἀϲκιτην
δὲ ὕδωρ καθαίρουϲι χρηϲτέον ἐπί τε τῶν ὑδρωπικῶν τῶν τὸν ἀϲκίτην ὕδερον νοϲούντων ἐπί τε γυναικῶν ἐνοχλουμένων ὑπὸ λευκοῦ ῥοῦ
ξύντηξιϲ [ ἀναπνοὴ ] ἀνὰ ϲάρκα ὕδρωπα , ἤ τινα ἀϲκίτην ἤγαγε : καὶ τῶνδε ἄφυκτοϲ ἡ γέννα . φέρουϲι
3528144 ἐξοικιζεσθαι
οἵδε οἱ νόμοι ἔσονται , ἀναγκαίως ἔχει εἰς ἄλλην χώραν ἐξοικίζεσθαι τὸν ἀπάτοραπρὸς γὰρ τοῖς τετταράκοντα καὶ πεντακισχιλίοις οἴκοις οὐκ
τοῦτο αὐτομάτως τε καὶ ἄνευ πόνου ὑπορρυέν , ἐντεῦθεν ἀναγκαῖον ἐξοικίζεσθαι τὴν ἀρετήν . Ἀλλὰ φιλοσοφώτερος ἄρα , ὡς ἔοικεν
3521475 καταβαινοι
. Εἰ δὲ τὴν κατὰ κράτος ἀπεγνωκὼς ἐκπόρθησιν εἰς χρόνιον καταβαίνοι πολιορκίαν οἰόμενος λιμῷ πιέσας τὴν πόλιν αἱρήσειν , ἅ
στρατηγὸς ἀποστὰς τοῦ γνώμῃ τι βουλεύειν ἐπὶ τὰς τῶν στρατιωτῶν καταβαίνοι χρείας , ἡ τῶν ὅλων ἀκυβέρνητος ἀμέλεια τὴν ἀναγκαιοτέραν
3517945 κατεσπασε
καὶ τὸ ἐπὶ τῷ Θεοῦ προσώπῳ φρούριον ἐπιτεθέν , ἃ κατέσπασε Πομπήιος , ἀφ ' ὧν τήν τε Βύβλον κατέτρεχον
μὴ λογίζοιτο , ὡς νύκτωρ ἐς τὸ ἱερὸν παρῆλθε καὶ κατέσπασε τὰ ἀναθήματα καὶ τοῦ ξοάνου ἥψατο , κατηγοροίη δὲ
3517189 γλιχομεθα
κακῶς , τακτῆς τροφῆς δὲ τῆς καθ ' ἡμέραν πάλιν γλιχόμεθα μὲν τὴν μᾶζαν ἵνα λευκὴ παρῇ , ζωμὸν δὲ
κακῶς . τακτῆς τροφῆς δὲ τῆς καθ ' ἡμέραν πάλιν γλιχόμεθα : τὴν μὲν μᾶζαν ἵνα λευκὴ παρῇ , ζωμὸν
3504549 παραλαμβανουσαι
ἀρτηρίας : αὗται δὲ ἐμφύονται κατὰ τὸ μέσον τοῦ ἐμβρύου παραλαμβάνουσαι πάντοθεν τὴν ἔκκρισιν τὴν τοῦ ἐμβρύου ἐπὶ τὸν ἀλαντοειδῆ
ὡς πρὸς πλείονας μαθηματικὰς οὐσίας ἐφαρμόζειν δυνάμεναι καὶ ἀπὸ πλειόνων παραλαμβάνουσαι τὴν βεβαίωσιν τοῦ εἶναι . ταῦτα μὲν οὖν τοιοῦτόν
3502748 ἀλλαττων
βραχὺ καὶ μίξας ἅμα πάντα καὶ λειώσας ἐπίπλαττε συνεχῶς . ἀλλάττων τὸ βοήθημα καὶ πάνυ γε τὰς σφοδρὰς ὀδύνας παρηγορήσεις
τρόπου γενέσεως εἴς τινα τοιαύτην ἀεὶ μεταβαλοῖ θήρειον φύσιν , ἀλλάττων τε οὐ πρότερον πόνων λήξοι , πρὶν τῇ ταὐτοῦ
3496712 ἐβασιλευσα
γράμμασιν ὃ μετενεγκὼν Χοιρίλος ἔμμετρον ἐποίησεν : ἐγὼ δ ' ἐβασίλευσα καὶ ἄχρι ἑώρων τοῦ ἡλίου φῶς , ἔπιον ,
Χοιρίλον ἔμμετρον ποιήσαντα . εἶναι δὲ τοῦτο : ἐγὼ δὲ ἐβασίλευσα καὶ ἄχρι ἑώρων τοῦ ἡλίου τὸ φῶς , ἔπιον
3495244 ὑποκαιειν
αὐλοὺς τούσδε πρὸς τοὺς μυξωτῆρας τοῦ βοός , πῦρ δὲ ὑποκαίειν κελεύειν , καὶ ὁ μὲν οἰμώξεται καὶ βοήσεται ἀλήκτοις
, ὡϲ εἴρηται , διδόναι . καλὸν μέντοι ξύλοιϲ ἀμπελίνοιϲ ὑποκαίειν : δίδου δέ , εἰ ἀπ ' ἀρχῆϲ χρήϲαιο
3490788 ἐτραγῳδουν
, πρὸς δὲ τοὺς βλᾶκας καὶ πρὸς τὴν ἀκρόασιν κεχηνότας ἐτραγῴδουν τι παρ ' ἐμαυτοῦ , ὡς ἐπειδὴ ἀνήφθη μὲν
νῦν θρηνῶ ἐπὶ τῷ σῷ πάθει , καὶ ἐκεῖνο ὅπερ ἐτραγῴδουν περὶ τὸν καιρὸν τοῦ σοῦ γάμου , ὅτε τὴν
3487630 ἐμπεσουσαν
, τὰ μὲν τὴν ἐπιρροὴν ἐπέχοντες , τὰ δὲ τὴν ἐμπεσοῦσαν διακιδνάντες , ἐκεῖνον ἐλάνθανεν . ἀλλὰ καὶ δῆσαι τὸ
αὐτὸν σχήσειν . σκήψασαν ] ἐπελθοῦσαν . θ σκήψασαν ] ἐμπεσοῦσαν . ἐμποδὼν ] ὡς ὁδῷ ἔπι οἰκία ναίων .
3487250 ἀμφιεσματων
μῦς ὁ πεπονθὼς ᾖ , τὸ πύον ὑπό τι τῶν ἀμφιεσμάτων αὐτοῦ καταλαμβάνεσθαι μὴ φθάσαν εἰς τὴν ἐκτὸς χώραν ἀφικέσθαι
ἦν , ἀλλ ' ἡμικύκλιον . τὰ δὲ τοιαῦτα τῶν ἀμφιεσμάτων Ῥωμαῖοι μὲν τόγας , Ἕλληνες δὲ τήβεννον καλοῦσιν ,
3478601 νοτιζεσθαι
ἢ τούτων μὲν οὐδὲν ἕτερον , ὅταν δ ' ἄρξηται νοτίζεσθαι , καὶ ὅστις μέμνηται τῶν εἰρημένων περὶ δυνάμεως ἐλαίου
καὶ ὁ κηρὸς ἐδόκει διαπνέεσθαι καὶ πρὸς τὸ τῆς θαλάττης νοτίζεσθαι μίμημα πρὸς αὐτῆς τὴν ἐξουσίαν ἐξαλλαττόμενος . ἔν γε
3463618 διαιτην
ἦρος καὶ ἑλλεβόροισι καθαίρειν προπυριηθέντας , εἶτα ἐπάγειν πρὸς τὴν διαίτην ἡσυχῇ , καὶ μὴ ἄσιτον τὰς πρήξιας μηδὲ τοῦτον
Τὰς δὲ ὑστέρας χρὴ , ἢν μὴ πρὸς ταύτην τὴν διαίτην ἐνακούωσι , καθαίρειν φαρμάκοισιν ἀδήκτοισι προσθέτοισιν : προπυριῇν δὲ
3450341 ἐνιεντες
: τούτῳ δὲ χρυσοῦ πολλὴν ἐνύφαινον ποικιλίαν ὀπίσω καὶ ἔμπροσθεν ἐνιέντες οἱ τεχνῖται . Αἱ δὲ χλαμύδες αὐτοῦ ἦσαν ὄρφνινον
κομισάμενοι τοὺς τελαμῶνας , ἐγκλύσομεν πάντα τὸν κόλπον οἰνομέλιτι , ἐνιέντες διὰ πασῶν τῶν διαιρέσεων , εἶτα κολλύρια ἐκ μέλιτος
3446337 κατανοησαντα
θέᾳ τοῦ νοητοῦ κόσμου γεγενημένον καὶ τὸ τοῦ ἀληθινοῦ νοῦ κατανοήσαντα κάλλος τοῦτον δυνήσεσθαι καὶ τὸν τούτου πατέρα καὶ τὸν
καὶ τὰ στόμια ἐμφράττειν , τὰ δ ' ἀνοίγειν : κατανοήσαντα δὲ μίαν τὴν μάλιστα τείνουσαν ἐπὶ τὰ ἕλη καὶ
3445397 διαστελλοντα
ἓξ ἐγένετο , ὡς ἕβδομον τὸν τομέα εἶναι λόγον , διαστέλλοντα τὰς τριάδας , μέσον αὐτὸν ἱδρυμένον . τὸ παραπλήσιόν
ἀστεῖον οὐ μόνον κριτὴν εἶναι τῶν διαφερόντων , διακρίνοντα καὶ διαστέλλοντα ἐξ ὧν γίνεταί τινα καὶ τὰ γεννώμενα , ἀλλὰ
3438583 ἀποθνησκον
πράγμασιν , πῶς ἐὰν εἴπω ἄνθρωπός ἐστι ζῷον λογικὸν θνητὸν ἀποθνῆσκον καὶ τὰ ἑξῆς καὶ πλεονάσω ταῖς λέξεσιν ὁ ὅρος
ταὐτὸν γάρ ἐστιν κατὰ τὴν σημασίαν τὸ θνητόν καὶ τὸ ἀποθνῆσκον . ἐπειδὴ οὖν οὐδὲν πλέον σημαίνει ἡ προστεθεῖσα λέξις
3437882 δαπανησας
ἀλκιμωτάτων ζῴων ποιουμένοις μεγάλας ἀπονέμων δωρεάς , πολλὰ δὲ χρήματα δαπανήσας εἰς ταύτην τὴν ἐπιθυμίαν , ἐλέφαντάς τε συχνοὺς πολεμιστὰς
ἐπὶ τὸ τέρμα τῆς ἐλπίδος καὶ πεντακόσια μὲν χαλκοῦ τάλαντα δαπανήσας , τριακόσια δὲ σιδήρου τῷ θεῷ τὸν θεὸν ἴσον
3432419 Πελιαδας
οὓς σοὶ προδοῦσα καὶ πάτραν ἀφικόμην ; ἢ πρὸς ταλαίνας Πελιάδας ; καλῶς γ ' ἂν οὖν δέξαιντό μ '
ὑπομνήματος τοῦ εἰς Πίνδαρον [ . , ] ἔγραψα : Πελιάδας κόρας : τὰς Πελίου θυγατέρας ἔπεισεν ἡ Μήδεια τὸν
3428529 κεκτημενον
εὑρεῖν ἰχθὺν ἄκανθαν μὴ ἔχοντα , οὕτω καὶ ἄνθρωπον μὴ κεκτημένον τι δολερὸν καὶ ἀκανθῶδες . Αἰτιᾶται Κριτίας Ἀρχίλοχον ὅτι
μεγάλου βασιλέως Ἀλεξάνδρου πατέρα φησὶν Δοῦρις ὁ Σάμιος φιάλιον χρυσοῦν κεκτημένον ἀεὶ τοῦτ ' ἔχειν κείμενον ὑπὸ τὸ προσκεφάλαιον .
3428347 προσπολεμησαι
ἔν τε τῷ τὸν Φίλιππον καὶ ἐν τῷ ταύτῃ φοβερὸν προσπολεμῆσαι ταράττει τοὺς ἤχους μετρίως καὶ οὐκ ἐᾷ φαίνεσθαι μαλακούς
, τὸν Φίλιππον εὐτυ - χοῦνθ ' ὁρῶν ταύτῃ φοβερὸν προσπολεμῆσαι νομίζει , σώφρονος μὲν ἀνθρώπου λογισμῷ χρῆται : μεγάλη
3422938 θρεψοντα
οὐ τὰ γηροβοσκήσοντα τὸ σῶμα , τὰ δὲ τὴν ψυχὴν θρέψοντα τῇ ἀϊδίῳ τροφῇ . τὸ ἄρχειν ἑαυτοῦ κάλλιστον ἐφόδιον
κρίνειν προσήκει . πένητι μὲν ἀγαθόν : ἕξει γὰρ τὸν θρέψοντα αὐτὸν καὶ ἐπιμελησόμενον αὐτοῦ ὥσπερ καὶ τὰ βρέφη ,
3422861 ϲιραιου
νίτρου καὶ χολῆϲ γευόμενοϲ : εἰ δὲ τὴν γλυκύτητα , ϲιραίου καὶ μέλιτοϲ , ἔτι δὲ πρὸϲ τούτοιϲ εἴ τε
χρηϲιμώτερον καὶ ῥυπτικώτερον καὶ διαχωρητικώτερον γίγνεται : μίϲγειν δὲ καὶ ϲιραίου καὶ οἴνου γλυκέοϲ : εὐϲτομαχώτερον γὰρ τοῦτο : διαχωρητικώτερον
3421487 ἐπαξεσθαι
καὶ τέως ἐν θαύματι ἄγων οὐκ ἔφη μὲν οὐδὲ βουλόμενον ἐπάξεσθαι κατὰ ἀδελφοῦ , πιστεύσειν δὲ ὡς τοιῷδε ἀνδρὶ πᾶσαν
κατέχειν τε καὶ σώζειν τὰ ἔθνη ῥᾳδίως , ἢ ἕτερον ἐπάξεσθαι δῆμον ἀντὶ τοῦ πονηροτέρου κρείττονα , ὃς αὐτοῖς προπολεμήσει
3405013 τακερως
καὶ τῶν ἀκουόντων μὴ διαμαρτάνῃ , ποικίλα τε ἀναμέλπει καὶ τακερῶς ἑλίττει τὸ μέλος . Οὐ γενήσῃ ἰὼν ἐς Ἀρβέλας
πεποιημένον , τὸ δὲ ἥμισυ ὡς ἂν ἐξ ὕδατος ἡψημένον τακερῶς , καὶ πάντων θαυμαζόντων τοῦ μαγείρου τὴν σοφίαν ,
3404740 ἀχερδον
ἑτοιμάσατ ' ἢ παλιούρου ἢ βάτου ἢ ἀνέμῳ δεδονημένον αὖον ἄχερδον : καῖε δὲ τώδ ' ἀγρίαισιν ἐπὶ σχίζαισι δράκοντε
τις τύμβῳ τάδε : “ οὐ βότρυν , ἀλλ ' ἄχερδον ἐν τάφῳ φέρει , ” στύφοντα , πικραίνοντα πικρίᾳ
3402919 κατοικειτε
κατὰ τάχος εἰς τὸ Ἠλύσιον πεδίον καὶ τὰς μακάρων νήσους κατοικεῖτε , ἀνθ ' ὧν δίκαια ἐποιεῖτε παρὰ τὸν βίον
τὸ μὲν μέλαν οὗτος ὁ κόσμος ἐστίν , ἐν ᾧ κατοικεῖτε : τὸ δὲ πυροειδὲς καὶ αἱματῶδες , ὅτι δεῖ
3400194 φορησαι
γὰρ τὰ ἰσχνὰ τῶν δερμάτων εἰς πλάτος αὔξεται . ΓΘ φορῆσαι ] ὑποδήσασθαι τὸ τοιοῦτον δέρμα . δοχμαῖν ] ἤγουν
τὸν Διόδωρον ἱστορεῖ , καὶ τρίβωνα ἀναλαβεῖν , κόμην τε φορῆσαι , κατά τινα τῦφον τὴν ἐπιτήδευσιν ταύτην προσαγαγόντα ,
3394237 προπεπτωκοϲ
δὲ κατακορὴϲ τῇ μελανίᾳ . ἐπὶ δὲ τοῦ ῥαγοειδοῦϲ τὸ προπεπτωκὸϲ μέροϲ ἤτοι μέλαν ἐϲτὶν ἢ κυανοῦν . τὸ δὲ
κερατοειδοῦϲ χιτῶνοϲ , προπίπτει μέροϲ τοῦ ῥαγοειδοῦϲ . καὶ τὸ προπεπτωκὸϲ μέροϲ μέλαν ἢ κυανοῦν φαίνεται : κύκλῳ δὲ περὶ
3392886 ἀνακινεων
αἰεὶ ἐνστηρίζειν τὸν πρίονα , θαμινὰ σκοπούμενος , καὶ πειρᾶσθαι ἀνακινέων τὸ ὀστέον ἀναβάλλειν , ἀφελὼν δὲ , τὰ λοιπὰ
τὸ παχύτατον ἀεὶ τοῦ ὀστέου τὸν πρίονα ἐνστηρίζειν , καὶ ἀνακινέων βούλεσθαι ἀφελέειν τὸ ὀστέον . Ἢν δὲ τρυπάνῳ χρῇ

Back