τὸν ὄφιν πρὸς εἰρήνην . Ὁ δὲ κάτωθεν λεπτὸν αὐτὸς συρίσας τῷ ἀνθρώπῳ ἔφησε τοιάδε λέγων : Ἀπὸ τοῦ νῦν
ὡς λύκον ἀποκτείνας , ἄλλος ὡς μόνου τοῦ Πανὸς δεύτερα συρίσας : τοῦτο τοῦ Φιλητᾶ τὸ σεμνολόγημα ἦν . Ὁ
5394287 ἐπενεγκωμεν
αἰτιατικῆς πτώσεως κατ ' ἐπιφοράν , ὅταν ἐν μεταβάσει λόγου ἐπενέγκωμεν ὀρθὴν πτῶσιν , οἷον παρεπλέομεν δύο πόλεις , αἳ
μὴ σφόδρα αὐστηρᾶ μηδὲ σκληρᾷ κατ ' ἀκολουθίαν ἐκείνης ἑτέραν ἐπενέγκωμεν τροπὴν σκληροτέραν μέν , οὐ μὴν δοκοῦσάν γε εἶναι
5371422 προσεδραμεν
! ] ! [ ! ! ] ! [ ] προσεδραμεν αὐτῷ : κα ! αρν ? ! ! !
! ] ! [ ! ! ] ! [ ] προσεδραμεν αὐτῷ : κα ! αρν ? ! ! !
5220603 τριστοιχους
τοὺς ὀδόντας , κατὰ δὲ τὴν Ἴωνος τοῦ Χίου δόξαν τριστοίχους Ἡρακλῆς . ὀνόματα δ ' ἐξ ὀδόντων σίδηρος ὠδοντωμένος
τοὺς ὀδόντας , κατὰ δὲ τὴν Ἴωνος τοῦ Χίου δόξαν τριστοίχους Ἡρακλῆς . , : βομβυλιὸς δὲ τὸ στενὸν ἔκπωμα
4995976 πρηξιοϲ
ὄρθιον ἀνίϲχει τὸ αἰδοῖον ξὺν ἐπιθυμίῃ καὶ λύπῃ ἀφροδιϲίων ἔργων πρήξιοϲ . ἐντάϲιεϲ δὲ γεννῶνται ϲπαϲμώδεεϲ , οὐδαμὰ πρηϋνόμεναι :
, ἀκρατέεϲ δὲ ἐϲ τὸ ἀμφαδὸν καὶ τῆϲ τοῦ ἔργου πρήξιοϲ : παράφοροι τὴν γνώμην ἐϲ τὸ ἄϲχημον : κατέχειν
4990356 κοχλιαριῳ
ποταμίων καέντων ἡ τέφρα κοχλιαρίων δυοῖν πλῆθος σὺν γεντιανῆς ῥίζης κοχλιαρίῳ ἑνὶ καὶ οἴνῳ ποθεῖσα ἐπὶ ἡμέρας τρεῖς , βοηθεῖ
εἶπεν “ δὸς οὖν ἴδω εἰ γέγονεν . ” Αἴσωπος κοχλιαρίῳ ἀνενέγκας τὸν ἕνα κόκκον τοῦ φακοῦ ἐπιδίδωσι τῷ Ξάνθῳ
4977192 συνθεντων
, καὶ ὅσα τοιαῦτα : καὶ τοῦτο καλεῖται δόξα , συνθέντων ἡμῶν τὴν προϋποκειμένην μνήμην τῇ νεωστὶ γενομένῃ αἰσθήσει :
τὸν Ζηνόδοτον καὶ Ἀρίσταρχον . καίτοι τεσσάρων ἀνδρῶν ἐπὶ Πεισιστράτου συνθέντων τὸν Ὅμηρον , οἵτινές εἰσιν οὗτοι : Ἐπικόγκυλος ,
4835101 κατεκρυπτε
καὶ τὴν ῥυπαρίαν καὶ τούτῳ δείκνυσι τῷ τρόπῳ , ὅτι κατέκρυπτε 〚 κλέπτων 〛 ἐν τῷ πρωκτῷ κρέα , καὶ
ἀγέλης ἡγεμὼν τράγος , ἀλλὰ αὐτὸν ἔσεισι ζηλοτυπία . καὶ κατέκρυπτε μὲν τέως τὸν θυμόν , καθήμενον δὲ αὐτόν ποτε
4795178 παραφερει
τοπρῶτον ] † κατ ' ἀρχάς . παράγει ] † παραφέρει . βροτὸν ] ἄνθρωπον . εἰς ἀρκύστατα ] εἰς
οἱ ἐλθόντων τῶν ἂν λόγον ποιῆται , τὰς κεφαλὰς ταύτας παραφέρει καὶ ἐπιλέγει ὥς οἱ ἐόντες οἰκήιοι πόλεμον προσεθήκαντο καί
4786104 ἀλκαια
, ἡμικύκλια . κήτεος ἀλκαίη : ἡ οὐρά . κυρίως ἀλκαία λέγεται ἡ τοῦ λέοντος οὐρά , ἀπὸ τοῦ δι
, χερόνησός ἐστιν ὑπὸ τοῦ Εὐξείνου τῆς Προποντίδος διεζωσμένη . ἀλκαία ἡ οὐρὰ τοῦ λέοντος : διὰ τὸ ἐς ἀλκὴν
4771581 ῥιπτασμον
ἀντιγράφοις εὕρομεν βλητρισμὸν χωρὶς τοῦ σ . ὄντως δὲ τὸν ῥιπτασμὸν σημαίνει , καθὼς καὶ Ξενοφάνης ὁ Κολοφώνιός φησιν :
συμπτώματα τὰ πρὸ τῆς κρίσεως οἷον ἀγρυπνίαν , δίψος , ῥιπτασμὸν , παραφροσύνην , ἄλυν καὶ ὅσα τοιαῦτα , τοὺς
4734700 ἐμπλησει
, σὲ δὲ ὁ Πρωτεσίλεως ἱστορίας τε δι ' ἐμοῦ ἐμπλήσει καὶ ἡδίω ἀποφανεῖ καὶ σοφώτερον . τὸ γὰρ πολλὰ
: ὁ δὲ τρίτος , ὃν ζοφόεντα κεκλήκασι , μεγάλων ἐμπλήσει τοὺς πληγέντας κακῶν : ὀδυνῶνταί τε καὶ πάνυ σφόδρα
4708052 ἀρρεπη
μέν , ὡς ἐπειράθην ἐγώ , τὸ ἀληθὲς ἔχει , ἀρρεπῆ ἂν ἐν τοῖς οἰκείοις τόποις εἴη τὰ στοιχεῖα μήτε
σφαῖραν διὰ τὴν κλίσιν τοῦ ἐπιπέδου , ἀλλ ' ἐφεστάναι ἀρρεπῆ , ὡς εἰ καὶ ἐπὶ τοῦ ὑποκειμένου ἑστῶσα ἐτύγχανεν
4688243 μεταβαινοι
σταίη , ἀλλ ' ὡς τὰ πολλὰ εἰς τὸ ἕτερον μεταβαίνοι τοῖν ὄπισθεν σκελοῖντὸ δὲ ἰσχίον μέγιστον καὶ πλατύ ,
ἔχει ὁμοίωμα ἐκείνου αὑτόν , καὶ εἰ ἀφ ' αὑτοῦ μεταβαίνοι ὡς εἰκὼν πρὸς ἀρχέτυπον , τέλος ἂν ἔχοι τῆς
4684204 διανηξαμενος
μέρος , καθάλλεται σὺν τοῖς ὅπλοις εἰς τὸν ποταμὸν καὶ διανηξάμενος τὸ ῥεῦμα χαλεπῶς πάνυ : περὶ γὰρ τοῖς ὑπερείσμασι
Ἰταλίαι ἐόντι ἤδη φεύγων διῆρε τὴν ἀκτὴν καὶ τὸν μεταξὺ διανηξάμενος πόρον τῆς θαλάττης εἰς Σικελίαν ἀφίκετο , ἐρόμενον ἀεὶ
4676900 χαλασθεις
διὰ τέσσαρα κύκλος : κείνου δ ' ἡμίτονον φαίνων ἀνίησι χαλασθείς , τοῦ δὲ τόσον φαέθων ὅσον ὄβριμος Ἄρεος ἀστήρ
διὰ τέσσαρα κύκλος : κείνου δ ' ἡμίτονον Φαίνων ἀνίησι χαλασθείς , τοῦ δὲ τόσον Φαέθων ὅσον ὄβριμος Ἄρεος ἀστήρ
4651869 ἐπενεμετο
, Θουρίους δὲ καὶ Κωνσεντίαν Πομπήιος ἐπολιόρκει καὶ τὴν χώραν ἐπενέμετο τοῖς ἱππεῦσιν . Ὁ δὲ Καῖσαρ , ὀξείας καὶ
αὐτίκα ἀπ ' οἰκίης ἐπ ' οἰκίην ἰὸν τὸ πῦρ ἐπενέμετο τὸ ἄστυ πᾶν . Καιομένου δὲ τοῦ ἄστεος οἱ
4598798 διογκοι
ὂν κατὰ τὴν σύνθεσιν τῶν στοιχείων καὶ αὐτῇ τῇ προφορᾷ διογκοῖ τὸ στόμα . [ , ] ὁ γὰρ Θεόκριτος
, καὶ μᾶλλον εἰς ἀραιοπόρους ἐμπίπτει τοὺς βουβῶνας , καὶ διογκοῖ τούτους . Ἔστι μὲν οὖν καὶ αὕτη πιθανὴ ἡ
4596904 σβεννυμενον
νοητῶν , ἧς ἀεὶ τὸ φέγγος ἐπιλάμπει μηδέποτε ἀμαυρούμενον ἢ σβεννύμενον . Μετὰ ταῦτά φησιν : ” ἐπὶ παντὸς δώρου
τῶν Ἰβήρων ἱστορούντων ἐμπίπτοντα τὸν ἥλιον τῷ ὠκεανῷ ψόφον ποιεῖν σβεννύμενον ὡς διάπυρον σίδηρον ἐν ὕδατι , ἐπὶ ταύτην ἦλθε
4578671 ἐντεινει
ἐὰν γὰρ αὐτῶν τοὺς διδύμους ὡς εἴρηται περιάψῃς , πάραυτα ἐντείνει . τινὲς δὲ αὐτοὺς βάλλουσιν εἰς τὰ ἰσχία τοῦ
: ἄκρατον γὰρ τυγχάνων πῦρ ὁ τοῦ Ἄρεως ταῖς ἐπαναφοραῖς ἐντείνει τὸν Ἥλιον θερμὸν ὄντα εἰς ἀναίρεσιν , ὁ δὲ
4561315 ἐρρευσε
τὰ δ ' ἄνθεα πάντ ' ἐμαράνθη : μάλων οὐκ ἔρρευσε καλὸν γλάγος , οὐ μέλι σίμβλων , κάτθανε δ
τὸ δωδέκατον τοῦ ῥυέντος , καὶ ἐσκέπτοντο ἐν πόσῳ τοῦτο ἔρρευσε χρόνῳ : ἐν τοσούτῳ γὰρ ἔλεγον καὶ τὸ δωδέκατον
4549510 μαστιεται
ἄλκιμον ἦτορ , οὐρῇ δὲ πλευράς τε καὶ ἰσχία ἀμφοτέρωθεν μαστίεται , ἑὲ δ ' αὐτὸν ἐποτρύνει μαχέσασθαι , γλαυκιόων
ὁ ποιητής : οὐρῇ δὲ πλευράς τε καὶ ἰσχία ἀμφοτέρωθεν μαστίεται . Καλλίμαχος δὲ κακῶς ἐπὶ τῶν μυῶν τέθεικεν :
4549249 ὀφθησεσθαι
ἐπιθυμίας μᾶλλον ἢ ἐπιβουλῆς ἕνεκα φραξάμενόν τε ὅπλοις ὡς ἐκπληκτικώτατος ὀφθήσεσθαι ἔμελλε καὶ τὸ τῆς ὄψεως γνώριμον εἰς ἀσαφὲς ὡς
κύκλῳ καὶ τάφρῳ ὀχυρώσας πυρσὸν αἴρει ἀπὸ τοῦ ὄρους ἔνθεν ὀφθήσεσθαι ὑπὸ Ἀλεξάνδρου ἔμελλεν . καὶ ὤφθη τε ἅμα ἡ
4538464 ἀνεσπασθαι
δασύτης σκελῶν , γαστρὸς καὶ ὀμμάτων λιπαρότης , καὶ τὸ ἀνεσπάσθαι τὸ γένειον πρὸς τὴν ῥῖνα καὶ περιφέρειαν κοίλην ἔχειν
, τὸ ὑπέρυθρον . οὕτω τὸ κατεσπάσθαι μαζοὺς ἰσχνοὺς ἢ ἀνεσπάσθαι καὶ περιτετάσθαι , καίτοι οὐκ ἄν τις οἴοιτο διὰ
4514862 ὠκυτατος
ῥ ' ὁ μὲν ἠϊθέοισι μετέπρεπεν , αὐτὰρ ὁ πόντῳ ὠκύτατος δελφὶς ἑτέρων προφερέστατος ἦεν , δή ῥα τότ '
ἐπ ' αὐτοῦ τάχιστα . Ἰδού σοι οὑτοσὶ δελφίνων ὁ ὠκύτατος . Εὖ γε : ἀπελαύνωμεν : σὺ δὲ παρανήχου
4513317 ποθησαι
τὴν ἀπὸ τοῦ οἴνου φανέρωσιν τῶν πινόντων τοῦ λογισμοῦ : ποθῆσαι δὲ Ἀφροδίτην καὶ Ἀριάδνην , ὅτι τοῖς οἰνωθεῖσι παρέπεται
οὕτως ἀνόητος καὶ ἐπιμανὴς καὶ κακοδαίμων τοῦ ἔρωτος , ὥστε ποθῆσαι νύκτα καὶ σκότος , καὶ ὀφθαλμῶν ἀργίαν , καὶ
4502167 ἀναματτεται
νοσήματος , ἡ πόλις παραπολαύουσα , πολλάκις εἰς ὅλην ἑαυτὴν ἀναμάττεται τὴν πονηρίαν ἐξομοιουμένη τῷ ἑνί . Δύναται δὲ κἀκεῖνο
ὄντος ὥσπερ νοσήματος ἡ πόλις παραπολαύουσα πολλάκις εἰς ὅλην ἑαυτὴν ἀναμάττεται τὴν πονηρίαν ἐξομοιουμένη τῷ ἑνί . δύναται δὲ κἀκεῖνο
4481126 Ἀπεννιον
ἀλλὰ καὶ Ἀπατουρίτης . δύναται καὶ Ἀπατούριος καὶ Ἀπατουρεύς . Ἀπέννιον , ὄρος διὰ μέσης Ἰταλίας τεταμένον ” τὴν μέν
ἴδρις μωμήσαιτο σοφῆς ὑποεργὸς Ἀθήνης : ὅν ῥά τε κικλήσκουσιν Ἀπέννιον : ἐκ δὲ βορείης Ἄλπιος ἀρχόμενον Σικελὴν ἐπὶ πορθμίδα
4477192 ἀνατεινομενος
νῦν χρὴ νοῆσαι , ἐπειδὴ ὁ Ἰσσικὸς κόλπος πρὸς βορέαν ἀνατεινόμενος κατὰ τοῦτο τὸ μέρος ἐπικάμπτεται . Δνοφερῇ δὲ τῇ
ἐπὶ τῶν ὑπομνηστικῶν σημείων θεωρεῖται οὕτω γιγνόμενον : ὁ γὰρ ἀνατεινόμενος πυρσὸς τισὶ μὲν πολεμίων ἔφοδον σημαίνει , τισὶ δὲ
4467214 ἐλεουσα
ταῖς θεαῖς , εἰς φρέαρ ἐξελιττόμεναι πίπτουσι . Γῆ δὲ ἐλεοῦσα τὸ πάθος φυτὰ εὐθαλῆ ὅμοια ταῖς κόραις ἀνῆκε ,
ὁ μὲν Πλάτων φησίν . πραεῖα γὰρ ἡ θεὸς τὰς ἐλεοῦσα . κατὰ δέ τινας , Ληθώ : τὸ γὰρ
4443662 κυανην
ὠχράν , μετρίως θερμόν . καί τινων ταύρων ἐθεασάμην χολὴν κυανῆν , ὑπεροπτηθείσης τῆς ξανθῆς , ἣν οὐκ ἠξίωσα βαλεῖν
μὲν γὰρ οἰδαίνεται , μετὰ δὲ οὐ πολὺ τὴν χροιὰν κυανῆν δείκνυσιν , ὀδυνᾶται περὶ τὴν καρδίαν , ὠγκωμένην ἔχει
4434431 προβεβλημενους
πάντων τοὺς λόγους , μὴ προ - χείρους δὲ μηδὲ προβεβλημένους , ὅμως , ὡς εἰδότες τὰς οὐσίας καὶ τοὺς
ὁμοίως ἐν τῷ βίῳ δεῖ τὴν φρόνησιν καὶ τὴν ἐπιστήμην προβεβλημένους καὶ καλυφθέντας αὐτῇ φεύγειν καὶ φυλάττεσθαι τὴν τῶν ἀνθρώπων
4421484 φυλασσοντος
καὶ γὰρ οἱ θεοὶ πλέον οὐδὲν ἀπαιτήσουσι παρὰ τοῦ ταῦτα φυλάσσοντος . Ὑβρίζεις , ὑβρίζεις ἑαυτήν , ὦ ψυχή :
νόμους Περσῶν ἕξει γυναῖκα αὐτὴν , κατὰ τὴν ἄκραν μηδενὸς φυλάσσοντος δι ' ὀχυρότητα τοῦ χωρίου εἰσδέχεσθαι τοὺς πολεμίους ,
4416847 εὐχροον
ἐϲ ἄκρουϲ πόδαϲ καὶ ἀνὰ ῥῖνα : τὸ δὲ πρόϲωπον εὔχροον : ϲφυγμοὶ ἐϲ μέγεθοϲ ἠρμένοι , ἄτρομοι , ϲφοδροί
ἔσω περὶ ἀρτηρίην καὶ φάρυγγα , ὑπεσύριζε κερχναλέον : πρόσωπον εὔχροον , ἐπὶ γνάθοισιν ἐρύθημα , οὐ κατακορὲς , ἀλλ
4415960 ἀντιταξαι
ἕκαστον τῶν ὑποκειμένων θατέρῳ τῶν ἐναντίων ἔχοι θάτερον τῶν ἐναντίων ἀντιτάξαι ἐναντίον . ἀναιρεῖται ἄρα ἡ τοῦ ἑκουσίου φύσις ἄμφω
ἄλλο κέρδος ἐπιγίνεται ἡμῖν : κέρδος μὲν γὰρ ἓν τὸ ἀντιτάξαι τῷ Τυδεῖ τὸν Μελάνιππον ὡς ἡττήσοντα τοῦτον διά τε
4393846 ἐγγεγραμμενην
τῷ συμπεράσματι , καὶ διὰ παραδείγματος δείκνυσι τὴν ἐν ἡμικυκλίῳ ἐγγεγραμμένην γωνίαν παραλαμβάνων . τίς μὲν οὖν ἡ ἐν ἡμικυκλίῳ
εἰσεκομίσθη γράμματα τρόπῳ τοιῷδε . Ἄνθρωπος ἐπέμφθη ἐπιστολὴν ἔχων φύλλοις ἐγγεγραμμένην , τὰ δὲ φύλλα ἐφ ' ἕλκει καταδεδεμένα ἦν
4387473 ηὐξημενην
ἀρξάμενοι μέχρι τῶν πεδίων καὶ τῆς θαλάττης , ἐπὶ μῆκος ηὐξημένην ἔχοντες μᾶλλον ἢ πλάτος τὴν χώραν , ἀγαθὴν πρὸς
κατ ' ἰνίον ἢ μέτωπον ἐξοχὴν ἢ περαιτέρω τοῦ προσήκοντος ηὐξημένην . ὡς τὸ πολὺ μὲν οὖν , ὥσπερ τὴν
4384353 ξυναψαι
Ἀντωνίῳ , καὶ αὐτὸς ξυνομολογῶ οὐκ ἀπὸ θυμοῦ εἶναι φιλίαν ξυνάψαι Ῥωμαίοις . . . . τριβήν : ὁ δὲ
καὶ αὐτοὶ μὲν ὡς δεῖμα φυγεῖν , τὸν δὲ Ἀπολλώνιον ξυνάψαι τε τῷ γυναίῳ τὴν χεῖρα καὶ ξυνεῖναι ὅ τι
4380871 ἐεργε
: τῶν δ ' ὅσον ἐκ νηῶν ἀπὸ πύργου τάφρος ἔεργε πλῆθεν ὁμῶς ἵππων τε καὶ ἀνδρῶν ἀσπιστάων εἰλομένων :
ἡ Καλυψὼ παρῄνει τὸ τοῦ μὲν καπνοῦ καὶ κύματος ἐκτὸς ἔεργε νῆα : καὶ γὰρ ἁμαρτάνομεν μέν , πρὸς ὅπερ
4352804 διαβαινοντων
γὰρ τοῦ γενείου τὸ ῥεῦμα προσπῖπτον ἐσάλευε τὰ σώματα τῶν διαβαινόντων , ἅτε καὶ τῶν ὅπλων ἐμποδιζόντων τοὺς ἄνδρας .
μορίων ὠνόμασται , τοῦτο δὲ καὶ ἀπὸ τῆς μορφῆς : διαβαινόντων δὲ τῶν συμπτωμάτων ἐπὶ πᾶσαν τὴν ἕξιν , ἐλέφαντα
4341732 ὑλακτουντος
τοῦ νόμου . καθάπερ οὖν γενναίου κυνὸς παροξυνομένου τε καὶ ὑλακτοῦντος πραΰνει καὶ χαλᾷ τὴν ὀργὴν ἐφαπτόμενος ὁ δεσπότης ,
: κνυζωμένου τε ἴσασιν , ὅτε μὴ θυμοῦται , καὶ ὑλακτοῦντος τὴν ὀργὴν συνιᾶσι . Τοῦτο εἴ τῳ ἱκανὸς Ἕρμιππος
4337912 Βοσποριον
, ὑποδέχεται τῷ καλουμένῳ κέρατι : κόλπος οὗτος ὑπὸ τὴν Βοσπόριον ἄκραν , βαθὺς μὲν πλέον ἢ καθ ' ὅρμονἑξήκοντα
. Βοσπ . : περὶ μὲν οὖν τῆς ἄκρας ἣν Βοσπόριον καλοῦμεν , διττὸς κατέχει λόγος : οἱ μὲν γάρ
4335799 ὑπεστησε
. πρῶτα γὰρ καὶ δεύτερα καὶ τρίτα ὁ δημιουργὸς θεὸς ὑπέστησε φύσει διαφέροντα ἀλλήλων καὶ μὴ συγχεόμενα πρὸς ἄλληλα μηδὲ
τὸ κήρυγμα φύσις γίγνεται . Οὕτω βουληθεὶς τὰς νοερὰς δυνάμεις ὑπέστησε καὶ οὐδεμία πόθεν ἐρωτᾶν ἐπήρθη : οὕτω τὸν οὐρανὸν
4304413 διασκεδασει
πάχνην , ὕφαψον τὴν κόπρον : ἐνεχθεὶς γὰρ ὁ καπνὸς διασκεδάσει τὴν πάχνην . τὰς δὲ ὑπὸ πάχνης εὐκόλως ἀποκαιομένας
τοῦ Ποσειδῶνος , δι ' ἣν σαλεύει τὴν γῆν , διασκεδάσει καὶ ἀφανίσει καὶ διαλύσει . λέγει δὲ ὃν ἔμελλε
4287682 καταφλεγει
πῦρ ὕλης δραξάμενον οὐ κορέννυται , ἀλλὰ μᾶλλον ἐπὶ πλεῖον καταφλέγει τὰ προστυχόντα καὶ οὐχ ἵσταται . . Ἰστέον δὲ
ποιεῖν καλιάς : τὰ γὰρ ᾠὰ πάντως εὐθὺς ὁ ἥλιος καταφλέγει : πρὸς τὸν βορρᾶν καὶ τὴν Θρᾴκην ὁρμῶσιν :
4283806 κερατοειδει
δ ' ἐν ὀφθαλμοῖς ἑλκῶν , τὸ μὲν ἐν τῷ κερατοειδεῖ κοῖλον καὶ στενὸν καὶ καθαρὸν ἕλκος , βόθριον ἐπονομάζεται
, ὅταν χρονίσαν τὸ σταφύλωμα ὑποσκληρυνθῇ καὶ περιουλώσῃ ἐν τῷ κερατοειδεῖ κατὰ πάντα ἐοικὼς ἥλου κεφαλῇ . Περὶ μυδριάσεως .
4276910 σχεθεμεν
, καθάπερ καὶ Πίνδαρος λέγει τὸν μονοκρήπιδα πάντως ἐν φυλακῇ σχεθέμεν μεγάλῃ . τοῦτον γοῦν μαθὼν τὸν χρησμὸν θύσας τῷ
μέσον ὀμφαλὸν εὐδένδροιο ῥηθὲν ματέρος τὸν μονοκˈρήπιδα πάντως ἐν φυλακᾷ σχεθέμεν μεγάλᾳ , εὖτ ' ἂν αἰπεινῶν ἀπὸ σταθˈμῶν ἐς
4273161 καταπεσοντος
φησιν ὁ Γαληνὸς ὡς πρὸς φλεγμονὴν ἐνιστάμενοι . Ἑτέρου δὲ καταπεσόντος , καὶ μεταστάντων ὀπίσω τῶν σπονδύλων , τὸ οὖρον
αἱ ὑπὸ τὴν γλῶτταν αὐτῶν εὑρίσκονται φλέβες . Ἐπιληπτικοῦ δὲ καταπεσόντος ἀπὸ τῶν μεγάλων δακτύλων τῶν ποδῶν αὐτοῦ αἷμα ἀποξύσας
4271956 ὑποψαμμος
τὴν τῶν ποταμῶν πρόχωσιν : οὐ γὰρ στέριφος οὐδ ' ὑπόψαμμος ὁ βυθός , ὅθεν οὐδὲ ναυσίν , ὅτι μὴ
πετρώδης , ψαμμώδης , λιθώδης , ὑπόλιθος , ὑπόπετρος , ὑπόψαμμος , ἄφορος , ἄσπορος , ἀβαθής , ξηρά ,
4258354 ἐναπολαμβανει
, λέγω δὴ τῷ ἀπευθυσμένῳ : ἐπὶ τῇ φλεγμονῇ ἐπικείμενα ἐναπολαμβάνει τὴν διέξοδον τῆς κόπρου καὶ οὐ συγχωρεῖ διεξελθεῖν τὴν
. εἰ δὲ ἐνεχθῇ παχυτέρα ὕλη ἐπὶ τοὺς ὀφθαλμούς , ἐναπολαμβάνει τοὺς πόρους τῶν ὀπτικῶν νεύρων , καὶ τότε οὐ
4257603 ἐπαναξει
μέχρις ἐπιλάβοι τὸ ἔαρ καὶ νεκροὺς ἡμᾶς ὄντας πρὸς ζωὴν ἐπανάξει πάλιν τὸ εἶναι ὥσπερ φυτοῖς χαριζόμενον . Πολλοὶ περιτυχόντες
, δεικνὺς τοῖς συνεῖναι δυναμένοις ὅτι σε μόλις ὁ χειμὼν ἐπανάξει . πρότερον μὲν οὖν σε δάκνειν εἶχον ὡς δειλὸν
4248704 Πομπηιανος
μὴ τοῦ σοῦ νεύματος ἡγησαμένου δέξαιτ ' ἂν αὑτῷ γενέσθαι Πομπηιανός . Εὑρών σε ἐν τοῖς γράμμασι τιμῶντα τοῖς εἰωθόσι
μὴ τοῦ σοῦ νεύματος ἡγησαμένου δέξαιτ ' ἂν αὑτῷ γενέσθαι Πομπηιανός . Εὑρών σε ἐν τοῖς γράμμασι τιμῶντα τοῖς εἰωθόσι
4244273 Νηρει
' οὕτως ὁ κωμικός : πρῶτον μὲν οὖν ὄστρεια παρὰ Νηρεῖ τινι ἰδὼν γέροντι φυκί ' ἠμφιεσμένα ἔλαβον ἐχίνους τ
διαναπαῦσαί τε τὴν ἀκοὴν καὶ ἐφηδῦναι τὸν λόγον . τῷ Νηρεῖ τῷ θαλαττίῳ , ὅνπερ οὖν ἀληθῆ τε καὶ ἀψευδῆ
4244083 προορωντα
ἡ πόλις . ὀρθῶς δ ' ἔχει τὰς τειχοποιίας ποιεῖσθαι προορῶντα τοὺς τόπους : ἄλλη γὰρ ἄλλῃ ἁρμόττει , οἷον
αἰσθήσομαι : πολλὰ γάρ φασι καὶ ἵππον ἀνθρώπῳ τοῖς ὀφθαλμοῖς προορῶντα δηλοῦν , πολλὰ δὲ τοῖς ὠσὶν προακούοντα σημαίνειν .
4237788 ἐλλοχωσα
Εὐκλείδου δέεται οὐδέν : κάθηται δὲ ἐν τῷ κέντρῳ μέσῳ ἐλλοχῶσα τὴν ἑαυτῆς ἄγραν : ἔστι δὲ ὡς ἰδόντι εἰπεῖν
δὴ ἦν ἡ ἀπόπειρα , σπουδή τις εἶναι προσποιουμένη καὶ ἐλλοχῶσα τὰς νεοπρεπῶς ᾀττούσας κινήσεις . ἐμὲ γοῦν διεκώλυεν ὡς
4225277 κεεσθαι
ψάμμου , ἐλαίου καὶ ὕδατος καὶ τῶν λοιπῶν ὅσα τοῦ κέεσθαί ἐστι ξηρὰ ὄντα καὶ εἴ τι ὑγρᾶς γνωρίζομεν φύσεως
ψάμμου , ἐλαίου καὶ ὕδατος καὶ τῶν λοιπῶν ὅσα τοῦ κέεσθαί ἐστι ξηρὰ ὄντα καὶ εἴ τι ὑγρᾶς γνωρίζομεν φύσεως
4214615 ἐπιλαβομενη
: ἐπεὶ εἶπεν τί δέ με καὶ τεκεῖν ἐχρῆν ὡς ἐπιλαβομένη ἑαυτῆς ἐπήγαγεν ἀτὰρ τί ταῦτ ' ὀδύρομαι μικρὰ ὄντα
τὴν διάνοιαν : αὕτη πόλεμον ἐν τύπῳ γραμμάτων περιέχουσα μονονοὺκ ἐπιλαβομένη μου τῆς χειρὸς ἐξήγειρεν : αὕτη πορευομένη διὰ τῶν
4198189 ἠλιβατοι
, ἀτραπιτοί τε διηνεκέες λιμένες τε πάνορμοι πέτραι τ ' ἠλίβατοι καὶ δένδρεα τηλεθάοντα . στῆ δ ' ἄρ '
: γλαυκὴ δέ ς ' ἔτικτε θάλασσα πέτραι τ ' ἠλίβατοι , ὅτι τοι νόος ἐστὶν ἀπηνής . οἱ δὲ
4192766 ὑποφερομενον
δὲ πικρὸν καὶ μέλαν καὶ πᾶν τὸ εἰς τὴν στέρησιν ὑποφερόμενον ὑπὸ τὰ πολλά : ὡς δὲ ὁ Ἀλέξανδρος ἐξηγεῖται
τῶν ὅπλων καὶ τὰ μὲν ἀντέχοντα , τὰ δ ' ὑποφερόμενον εἰσάγων ἀνακοπάς τε ποιήσει συλλαβῶν καὶ ἀναβολὰς χρόνων καὶ
4192475 ἐπισπασαμενος
οὐ φύεται , σὺ δὲ κἂν τὸ Λήθης ὕδωρ χανδὸν ἐπισπασάμενος πίε καὶ αὖθις πίε καὶ πολλάκις : οὕτω γὰρ
με χεὶρ γυναικός . ” καὶ εἰπὼν ταῦτα ἀπῆλθε μὴ ἐπισπασάμενος τοῦ γάλακτος . ἐπιστήσας οὖν ὁ Ἡρώδης τῷ περὶ
4192461 διαρκεσει
μενελάῳ τὴν δάμαρτα καὶ τὴν γυναῖκα αὐτοῦ : Τρία ἔπεα διαρκέσει . ἱκαναί εἰσιν αἱ τρεῖς αἰτίαι αὗται , ἃς
εἰς ἣν οὐδ ' ἂν πάνυ πολὺν οἶνον συσκευασώμεθα , διαρκέσει . ὡς οὖν μὴ ἐξαπίνης ἄοινοι γενόμενοι νοσήμασι περιπίπτωμεν
4169651 ἀορασια
, . * . . ? Ἀχλύς : σκοτία , ἀορασία , ἡ ἄγαν ἀλύουσα καὶ ἀποκρύπτουσα : παρὰ τὸ
. . . . Ἄϊδος κυνέην : νέφος τι καὶ ἀορασία : ἢ περιφραστικῶς τὴν περικεφαλαίαν : ἐν γὰρ αὐτῇ
4160959 καταπεσουσα
τινὰ τῆς Ἠπείρου διανηξαμένη , εἰς γῆν ἐξέρχεται , καὶ καταπεσοῦσα ἀπέθανεν . Ὁ δὲ Ἕλενος , συμβόλῳ θείῳ χρησάμενος
* βρόχῳ ἀπαγχθεῖσα ἢ * κατὰ τόνδε τὸν Λυκόφρονα * καταπεσοῦσα τοῦ πύργου . οὐκ ἰάσιμον δὲ ἢ ὅτι τεθνηκὼς
4158924 ἐσταλμενος
, καὶ τῶν τοῦ Πάνθου παίδων κάλλιστος ὢν καὶ κάλλιστα ἐσταλμένος ἀπέθανε μὲν οὕτω νέος , ὡς καὶ Ὁμήρῳ παρασχεῖν
ἂν δοκῇ τοῖς θεοῖς πάσχειν . Ἐκ τούτου Ξενοφῶν ἀνίσταται ἐσταλμένος ἐπὶ πόλεμον ὡς ἐδύνατο κάλλιστα , νομίζων , εἴτε
4148579 ἐπικατασφαξαι
δὲ αὐτοῦ ταῖς ἵπποις Παρθενίαν τε εἶναι καὶ ἘρίφανΟἰνόμαον δὲ ἐπικατασφάξαι μὲν τὰς ἵππους τῷ Μάρμακι , μεταδοῦναι μέντοι καὶ
καὶ παρεκάλει τὸν βασιλέα μὴ φείσασθαι , τὴν ταχίστην δὲ ἐπικατασφάξαι τῷ τοῦ τετελευτηκότος τάφῳ . ὁ δὲ Κροῖσος τὴν
4146566 κολληθεις
κινήσεις , ἀλύτῳ δ ' ὡς ἀδάμαντι μενεῖς , ἴχνια κολληθείς : τοῖον σέλας ὄμμασιν αἴθει κοῦρος , κἀς νεάτους
γυῖα κινήσεις , ἀλύτῳ δ ' ὡς ἀδάμαντι μένεις ἴχνια κολληθείς : τοῖον σέλας ὄμμασιν αἴθει κοῦρος καὶ νεάτους ἐκ
4143713 καθειμενον
δίδοτε ταῖς ὄψεσιν : διὰ βοστρύχων δὲ εἶπεν , ἐπειδὴ καθειμένον ἔχουσι τὸν πλόκαμον μέχρι τῶν παρειῶν ὡς ἂν παρθένοι
γῇ . ἐσκευασμένος δὲ ἦν ὁ Πέρσης , δέρμα ἔχων καθειμένον εἰς τύπον τοῦ τε πώγωνος καὶ τοῦ στόματος ὡς
4143528 σπασμωδως
ἄλλοις σπασμοῖς τοῖς βιαιοτέροις . Ἐνίοτε δὲ καί τισι τῶν σπασμωδῶς τελευτώντων σπέρμα ἐκκρίνεται . Γονόῤῥοια μὲν οὖν τῶν σπερματικῶν
, τούτοισιν ἄλγημα κεφαλῆς ξύντονον ἐλθὸν κτείνει ὀξέως τρόπῳ τινὶ σπασμωδῶς . φλεδονώδεα ἐκάλεσε τὰ μετὰ φλυαρίας καὶ πνευματώδους ταραχῆς
4140146 τετηκοτα
ἤθη δόλια , ἐπίβουλα ἐν ἀνθρώποις , ζήλῳ καὶ φθόνῳ τετηκότα , ξηροτέρων δὲ πρὸς τοῖς εἰρημένοις κακοῖς ἀπιστίαν ,
ἀγκύλας , ῥύγχη καὶ τῶν πτηνῶν τὰ ἀπίμελα καὶ ἄβρωμα τετηκότα ἐν τῇ ἑψήσει σὺν πτισάνῃ ἢ καθ ' αὑτά
4135474 ἐτραγῳδουν
, πρὸς δὲ τοὺς βλᾶκας καὶ πρὸς τὴν ἀκρόασιν κεχηνότας ἐτραγῴδουν τι παρ ' ἐμαυτοῦ , ὡς ἐπειδὴ ἀνήφθη μὲν
νῦν θρηνῶ ἐπὶ τῷ σῷ πάθει , καὶ ἐκεῖνο ὅπερ ἐτραγῴδουν περὶ τὸν καιρὸν τοῦ σοῦ γάμου , ὅτε τὴν
4131515 ὀπωπαμεν
ὁμοίου τὸ ὅμοιον καταλαμβάνεσθαι πέφυκεν : γαίῃ μὲν γὰρ γαῖαν ὀπώπαμεν , ὕδατι δ ' ὕδωρ , αἰθέρι δ '
ψυχὴν ἀπεφήνατο , οὕτω λέγων : γαίῃ μὲν γὰρ γαῖαν ὀπώπαμεν , ὕδατι δ ' ὕδωρ , αἰθέρι δ '
4127647 κρυπτομενους
φρονιμώτεροι , εἰσὶν , ὑπάρχουσιν . Ἀλευομένους : φεύγοντας , κρυπτομένους , ἐκφεύγοντας . ἕλον : ἔλαβον . Χειμερίη :
λόγοι , τουτονὶ τὸν γενναῖον τί ποτε δράσετε ; ὃς κρυπτομένους ὑμᾶς καὶ ἀφανεῖς ὄντας | Ἕλλησιν εἰς φῶς τε
4122239 οἰδουσιν
ἐκεῖνοι , διά τινα αὐτῶν ἀκρασίαν τοὺς πόδας καὶ γαστέρα οἰδοῦσιν , ἔλαβον σακίον , εἶτ ' εἰς τὴν ὁδὸν
, διά τινα αὑτῶν ἀκρασίαν τοὺς πόδας , τὴν γαστέρα οἰδοῦσιν : εἶτ ' ἔλαβον σακίον , εἰς τὴν ὁδὸν
4107392 εἱνεχ
ἔτι μηδ ' ἀντιβολούντων μηδὲν αἰσθανοίατο . Τοῦ δ ' εἵνεχ ' ἡμᾶς ταῦτ ' ἔδρασαν ; εἰπέ μοι .
οὐδ ' εἰ δεινὰ πάντα προσβάλοις . τοῦ σώματος γὰρ εἵνεχ ' οἱ πολλοὶ πόνοι , τοῦδ ' εἵνεκ '
4106686 τρεποντων
, ἔτι δὲ καταρωμένων καὶ καθαπερεὶ τὸ μύσος εἰς ἐκεῖνον τρεπόντων : ὑπολαμβάνουσι γὰρ μισητὸν εἶναι καὶ τιμωρίας ἄξιον πάντα
καὶ ἑτέρῳ τρόπῳ τὰ τῇδε ὑπὸ Σελήνην πάντα περικυκλούντων καὶ τρεπόντων τοῖς πρὸς ἄλληλά τε καὶ τὴν γῆν σχήμασί τε
4105028 οἰνοφλυξ
ταχύφωνον , ὀξύφωνον , τὴν χροιὰν ὑποφοινίσσοντα . Φιλόκωμος καὶ οἰνόφλυξ ἔσται δασὺς ἀνὴρ θριξὶν εὐθυ - γένειος μέλας ,
ἀπορίας καὶ μήτε διψῶντα πιεῖν αἰτεῖν τολμᾶν , μὴ δόξῃς οἰνόφλυξ τις εἶναι , μήτε τῶν ὄψων παρατεθέντων ποικίλων καὶ
4097622 βασανιζει
' ὄψιν τιθεὶς , ὅτι οὐκ ἔχθρας οὐδὲ δυσμενείας ἕνεκα βασανίζει τὰ λεγόμενα . Τὸ δὲ ὃ μέντοι ζητεῖς :
ἐπιθυμία . μὴ κτηθεῖσα μὲν γὰρ τρύχει , κτηθεῖσα δὲ βασανίζει ταῖς φροντίσιν , ἀποκτηθεῖσα δὲ ταῖς λύπαις . θεοῦ
4095189 συριγμους
ὑμέτερον θροῦν οὐδὲ τὸν γέλωτα οὐδὲ τὴν ὀργὴν οὐδὲ τοὺς συριγμοὺς οὐδὲ τὰ σκώμματα , οἷς πάντας ἐκπλήττετε καὶ πανταχοῦ
δεινὸν τῆς Χαρύβδεως στόμα ἀναρροφῆσαι μαίνεται Ῥώμης κράτος : ἰδοὺ συριγμοὺς ὁ δράκων χειᾶς μέσον κήρυκας ὀργῆς καὶ σφαγῆς ἀναπνέει
4090741 μονιμωτατον
' ἣν ἀλλήλων φίλοι εἰσὶ βεβαιότατόν τι χρῆμα καθέστηκε καὶ μονιμώτατον . καὶ ἕως ἂν ὦσιν ἡδεῖς ἀλλήλοις φίλοι εἰσίν
. ἐὰν τὸ πῶμα τοῦ πίθου ἀεὶ ξηρὸν εὑρίσκηται , μονιμώτατον ἀποφαίνει τὸν οἶνον : εἰ δὲ νοτιαζόμενον , τροπὴν
4082304 κυμαινειν
θάλατταν τὴν ὑπόρειον , τὸ δὲ ῥόθιον πρὸς ὑποδοχὴν ἐκολποῦτο κυμαίνειν εἰωθός , καὶ Ζεφύρου τι κατέχει τὸ σῶμα λιγυρῷ
, ἁλμυρὰ | δὲ Πειρήνης τὰ ῥεύματα , Κρισαῖος δὲ κυμαίνειν , κἂν ἡ γαλήνη πορφύροιτο : ἠλεγχόμην [ δὲ
4066215 σιαγονα
τὰ θραύσματα λωβήσασθαί σου τήν τε ῥῖνα καὶ τὴν δεξιὰν σιαγόνα , καὶ τοῦ αἵματος ἐνεχθῆναι κρουνούς , οἵους ὕδατος
ὀφθαλμόν , καὶ τότε τὰ σκέλη τοῦ τελαμῶνος ὑπὸ τὴν σιαγόνα ἐνηνεγμένα διὰ τοῦ αὐχένος ἐπ ' ἰνίον ἄγεται καὶ
4060183 ἠμεε
. Ἐνόσει δὲ ὡς δύο ἔτεα πρὸ τοῦ θανάτου : ἤμεε δὲ χολὴν πικρὴν ἐνίοτε , ἐπεὶ διεγείροιτο , ἤμεε
στὰς ὀρθὸς ἀπεσείσατο τὸν Φαρνούχεα : πεσὼν δὲ αἷμά τε ἤμεε καὶ ἐς φθίσιν περιῆλθε ἡ νοῦσος . Τὸν δὲ
4054472 ἐναυλος
τελευταίου τοῦ πρὸς γονεῖς , ἐπειδὴ καὶ περὶ αὐτοῦ λόγος ἔναυλος . ἐάν , φησί , τις τυπτήσῃ πατέρα ἢ
μεγάλῳ ποταμῷ ὡς παῖδα συφορβόν , ὅν ῥά τ ' ἔναυλος ἀποέρσῃ χειμῶνι περῶντα . Ὣς φάτο , τῷ δὲ
4047364 ῥαινομενος
' ἧς τὸν ἰοβόλον ἰχῶρα προίησιν , ὃς σιάλοις ἀνθρώπου ῥαινόμενος ἀσθενὴς καὶ ναρκώδης ὁρᾶται . γίνονται δὲ οἱ σκορπίοι
Καὶ ἐν ἄλλοις δέ φησιν ὁ Ἡγήσανδρος : Ἀρίστιππος , ῥαινόμενος μὲν ὑπὸ τῶν τοῦ Διονυσίου θεραπόντων , σκωπτόμενος δ
4046191 φοβουντος
, τί τοῦτον ἔδει θορυβεῖσθαι καὶ τρέμειν οὐκ ὄντος τοῦ φοβοῦντος ; οἱ τοίνυν καταμείναντες οὐκ ἔσθ ' ὃ πεπόνθασιν
] σημείωσαι ὡραῖον ὡς καινοπρεπὲς ἀντὶ τοῦ μέχρι θανάτου τοῦ φοβοῦντος τοὺς τοιούτους ἀποστόλους : οὕτω γὰρ σῴζεται ἡ τῆς
4044818 ἐξοικιζεσθαι
οἵδε οἱ νόμοι ἔσονται , ἀναγκαίως ἔχει εἰς ἄλλην χώραν ἐξοικίζεσθαι τὸν ἀπάτοραπρὸς γὰρ τοῖς τετταράκοντα καὶ πεντακισχιλίοις οἴκοις οὐκ
τοῦτο αὐτομάτως τε καὶ ἄνευ πόνου ὑπορρυέν , ἐντεῦθεν ἀναγκαῖον ἐξοικίζεσθαι τὴν ἀρετήν . Ἀλλὰ φιλοσοφώτερος ἄρα , ὡς ἔοικεν
4043597 εζη
Ὑδροχόον : ἅπερ οὐ φαίνεται . δῆλον οὖν ὅτι ὁ εζη κύκλος ἤτοι ἐπὶ τὰ αὐτὰ τῷ παντί , βραδύτερον
τὴν ξμ κίνησιν ἀποκαθεστακέτω τὸν χψ ἐπὶ τὸν ἐπίκυκλον τὸν εζη , καὶ αὐτὸς ὁ ἥλιος , ἐνεχθεὶς ὁμοίαν λοιπὴν
4033705 δραμοι
' ἀνθρώπων μόνον , ἀλλὰ καὶ ἵππος ἥδιον ἂν οἶμαι δράμοι κατὰ πρανοῦς πεδίου καὶ μαλακοῦ , προσηνῶς δεχομένου τὴν
ἀκούσειε , πάντως ἂν ὑπ ' ἐκπλήξεως ἐπὶ τὴν ἠϊόνα δράμοι καὶ θεωρήσειε τὸ γιγνόμενον . Ὁ μὲν γὰρ τριαίνῃ
4032019 προσειτο
τὴν ἐπίδοσιν κατῆγεν ὁ Νεῖλος , τάχ ' ἄν τις προσεῖτο τὴν ὑπόνοιαν ὡς ἄρα ἐκ τοῦ Λιβυκοῦ ὄρους καὶ
εἰ πλέον δέοιτο , ἔφατο δώσειν : ἣ δὲ οὐ προσεῖτο τὴν δόσιν , ἑταιρικὸν φάσκουσα εἶναι μίσθωμα τὸ ἑαυτὴν
4028991 ἐβρωθη
πολυφάγον φησί . λέγουσι δὲ αὐτὸν εἶναι καὶ ἀνδρεῖον . ἐβρώθη δὲ ὑπὸ κυνῶν : ἐλθὼν γὰρ εἰς ὄρος καὶ
γεγονέναι . καταδικασθεὶς τὴν ἐπὶ θανάτῳ ἐθηριομάχησε καὶ προσδεθεὶς ξύλῳ ἐβρώθη ὑπὸ ἄρκτου [ τοῦτο γὰρ καὶ τῇ χειρὶ συμβαίνει
4028669 αἰσθανομενην
μὲν γὰρ ἴσως ἣν Ἕλληνες οἰκοῦσιν , ἅτε καὶ μᾶλλον αἰσθανομένην τοῦ κακοῦ , διήκει δ ' οὖν καὶ διὰ
ἀμφότερα , καὶ ἡ μὲν αἴσθησις πρὸς τοῦ πάσχοντος οὖσα αἰσθανομένην τὴν γλῶτταν ἀπηργάσατο , ἡ δὲ γλυκύτης πρὸς τοῦ
4026700 ἀποζεσαι
νέον πολλή ' στ ' ἀνάγκη καὶ τὸν ἄνδρ ' ἀποζέσαι πρώτιστον ἀφυβρίσαι τ ' , ἀπανθήσαντα δὲ σκληρὸν γενέσθαι
νέον πολλή ' στ ' ἀνάγκη καὶ τὸν ἄνδρ ' ἀποζέσαι πρώτιστον ἀφυβρίσαι τ ' , ἀπανθήσαντα δέ σκληρὸν γενέσθαι
4020360 ἐκλιμπανει
φησὶ γὰρ ὅτι ἀρχόμενοι τῆς τοιαύτης ἐπιστήμης θαυμάζομεν , πῶς ἐκλιμπάνει ὁ ἥλιος , πῶς γίνεται θέρος , πῶς χειμών
μᾶλλον ἐπὶ τοῦ καῦσαι τὴν οἰκίαν παρεσκεύασεν : ἡ δύναμις ἐκλιμπάνει ἀπὸ τοῦ πλούτου : προηγουμένως οὖν αὐτὴν τάξεις :
4015480 κατεχωσεν
καὶ τὸ βλέπον τῆς διανοίας καὶ προσήλωσε τῷ σώματι καὶ κατέχωσεν ἂν αὐτῆς τὴν ἐπὶ τὰ ὄντως ὄντα μεταβατικὴν ὁρμήν
διὰ τὸ μὴ ἐπάγεσθαι ἀμυντήριον . Ὁ δὲ λίθους ὕσας κατέχωσεν αὐτούς . Ὅθεν τὸ Λίθινόν ἐστι πεδίον ἐκεῖσε οὕτω
4014289 ἐξηρτυται
, ἱκανωτέραν ἡγοῦμαι Σικελίαν Πελοποννήσου διαπολεμῆσαι ὅσῳ κατὰ πάντα ἄμεινον ἐξήρτυται , τὴν δὲ ἡμετέραν πόλιν αὐτὴν τῆς νῦν στρατιᾶς
ὡς περὶ οἰκείας πατρίδος οὔτε τὰ περὶ τὸ σῶμα ὅπλοις ἐξήρτυται οὔτε τὰ ἐν τῇ χώρᾳ νομίμοις κατασκευαῖς : ὅτι
4009939 ἐκεντησε
. Τῆς τρυγόνος τῆς θαλαττίας τὸ κέντρον ἐστὶν ἀπρόσμαχον . ἐκέντησε γὰρ καὶ ἀπέκτεινε παραχρῆμα , καὶ πεφρίκασιν αὐτῆς τόδε
κέντροις διείληπται : τὸ δὲ οὐραῖον τὸ ἄκρον ἐς θάνατον ἐκέντησε τὸν περιτυχόντα καὶ διέφθειρε παραχρῆμα . ἐὰν δέ τις
4003209 φριττει
δὲ ἄρα ῥίζας θανατηφόρους . ἐπειδὰν δὲ ὑποβλέψῃ ταυρηδόν , φρίττει μὲν παραχρῆμα καὶ ἐγείρει τὴν λοφιάν : ὑπανισταμένης δὲ
φύγοι τὸν μέτριον ; τίς δὲ οὐχὶ καὶ φιλεῖ καὶ φρίττει τὴν ῥώμην τοῦ πάντα μὲν ταύτης ἀκριβῶς ἀναπλήσαντος ,
4000155 κλυζων
ἦλθες ἐς συναλλαγάς : ἁγὼ ῥυτοῖς νασμοῖσιν ἐξομόρξομαι ἐς ὦτα κλύζων . πῶς ἂν οὖν εἴην κακός , ὃς οὐδ
' αὐτὸν δὲ ὁ Ἀσωπὸς ῥεῖ , τὴν ὑπώρειαν αὐτοῦ κλύζων καὶ ποιῶν τοὺς Παρασωπίους εἰς κατοικίας πλείους διῃρημένους ,
3986651 ἠλλοιωμενον
τῇ τροπῇ , καὶ τὸ σκοτεινὸν αὐτοῦ μὴ σκοτεινὸν γεγονέναι ἠλλοιωμένον . Νῦν δὲ ὁ ἀὴρ οἷός ἐστι μένει ,
αὐχμῶσαι καὶ ἀλαμπέες , ἢ τὸ χρῶμα τοῦ ξύμπαντος προσώπου ἠλλοιωμένον ᾖ , ταῦτα πάντα κακὰ νομίζειν καὶ ὀλέθρια εἶναι
3983185 ὡδευσεν
ψυχὴν ἀνεπετάσθη ἐναγκαλισάμενος αὐτὴν καὶ ἀνεβίβασεν ἐπὶ τὸ ἅρμα καὶ ὥδευσεν ἐπὶ ἀνατολάς : τὸ δὲ σῶμα αὐτοῦ περισταλὲν ἀπηνέχθη
Ἰορδάνης ποταμὸς ἀνεχώρησεν εἰς τὰ ὀπίσω καὶ ἐρυθρὰ θάλασσα ἣν ὥδευσεν Εἰσραὴλ καὶ ἔστη ἀνόδευτος , ὅτι ὁρκίζω σε τὸν
3982714 σπωμενου
: ὁπόταν φράσσωνται τῆς ἀνάγκης , τινὸς πράγματος γενομένου , σπωμένου τοῦ σκεπάσματος , τοῦ ἐνδύματος , τοῦ ὀστράκου .
ὁ Τελαμὼν καὶ μέρος τι τοῦ τείχους καταβαλὼν εἰσῆλθε . σπωμένου δὲ ἐπ ' αὐτὸν Ἡρακλέος τὸ ξίφος Τελαμὼν παρατηρήσας

Back