κριτὴν ὁ Δάφνις εὖ μάλα ᾄσας προσηγάγετο μαθητεῦσαι ἑαυτῷ . Σωσίθεος δὲ Δάφνιν . . . γενόμενον , ὑφ '
, ἀδηφάγος δ ' ἰσχυρῶς . λέγει δὲ περὶ αὐτοῦ Σωσίθεος ὁ τραγῳδιοποιὸς ἐν δράματι Δάφνιδι ἢ Λιτυέρσᾳ οὕτως :
5440670 Κελαιναι
Ἴδης τόποις . ” πολὺ γὰρ τῆς Ἴδης ἄπωθεν αἱ Κελαιναί , πολὺ δὲ καὶ αἱ τοῦ Καΐκου πηγαί :
μέρος Σωσίθεος ἐν Δαφνίδι λέγων οὕτως : αἵδ ' αἱ Κελαιναί , πατρίς , ἀρχαία πόλις , Μίδου γέροντος ,
5162488 διεσπασαντο
τὸν Ἀκταίωνος ἄθλιον μόρον , ὃν ὠμόσιτοι σκύλακες ἃς ἐθρέψατο διεσπάσαντο , κρείσσον ' ἐν κυναγίαις Ἀρτέμιδος εἶναι κομπάσαντ '
τῶν ἀναιρουμένων , ἀλλ ' οἰωνοὶ καὶ κύνες ἄνδρας τοιούσδε διεσπάσαντο . πολὺς δὲ καὶ ἄλλος ἦν τῶν στασιωτῶν φόνος
5094936 θεραπαιναι
ἄπιθι ἤδη . ἐκ τούτου δὴ οἱ εὐνοῦχοι καὶ αἱ θεράπαιναι λαβοῦσαι ἀπῆγον αὐτὴν εἰς τὴν ἁρμάμαξαν καὶ κατακλίναντες κατεκάλυψαν
νῦν ὁρᾷς οἵα πρόεισι , χρυσὸς καὶ ἐσθῆτες εὐανθεῖς καὶ θεράπαιναι τέτταρες . Πῶς δὲ ταῦτα ἐκτήσατο ἡ Λύρα ;
5086411 σεληναι
ἥλιον . Ἴβυκος δὲ πάντα τὰ ἄστρα σείρια λέγει . σελῆναι : πέμματα πλατέα κυκλοτερῆ . σηκός : σημαίνει μὲν
τοῖς θεοῖς καὶ μετὰ τῶν σπλάγχνων ἔθυον . αἱ δὲ σελῆναι πέμματα ἦσαν πλατέα κυκλοτερῆ . πέλανοι δὲ πέμματα ἐκ
5029783 ἑταιραι
καὶ ταῖς ἑταίραις . ἄγουσι δὲ καὶ Ἀφροδίσια αὐτόθι αἱ ἑταῖραι . ἐν δὲ Λακεδαίμονι , ὥς φησι Πολέμων ὁ
θρέψεται αὐτός τε καὶ οἱ συμπόται τε καὶ ἑταῖροι καὶ ἑταῖραι . Μανθάνω , ἦν δ ' ἐγώ : ὅτι
4994344 διδουσαι
οἷον σκοτεινὸν νέφος ἡλίου βολαὶ φωτίσασαι λάμπειν ποιοῦσι χρυσοειδῆ ὄψιν διδοῦσαι , οὕτω τοι καὶ ψυχὴ ἐλθοῦσα εἰς σῶμα οὐρανοῦ
Δηλοῦσι δὲ αἱ ἀποτομαὶ ἐπὶ θάτερα ἢ ὅθεν ἐλήλυθεν οὐ διδοῦσαι εἶναι οὐδὲ μερίζουσαι . Καὶ δὴ τοίνυν εἰ δύναμις
4993644 μαντειαι
καὶ ταραχή . . θέσφατ ' ] αἱ τοῦ Ἀπόλλωνος μαντεῖαι δι ' ὧν εἶπεν αὐτῷ ὡς εἰ τεκνώσει παῖδα
, οὐ τὴν πολυάσχολον μαθηματικὴν κατωρθώκατε . εἰ δέ γε μαντεῖαι καὶ γοητεῖαι ὑμᾶς παρέπεισαν , διπλοῦν τὸ τῆς ἀμαθίας
4931293 ἐργασαμεναι
ἑταῖραι ἱδρύσαντο οἱ συνακολουθήσασαι Περικλεῖ ὅτε ἐπολιόρκει τὴν Σάμον , ἐργασάμεναι ἱκανῶς ἀπὸ τῆς ὥρας . καὶ ἐν Ἐφέσῳ δὲ
αὐτοῦ , οὐδὲν ἀτιμότερον δήπουθεν , ὦ Πλάτων , ἔργον ἐργασάμεναι οὐδ ' ἐλάττονος ἄξιον εὐφημίας τῶν ἐν τῇ σῇ
4919025 νυκτεριδες
ἢ μέλιτος . Ἀλλαχοῦ δὲ διπήχεις ὄφεις ὑμενοπτέρους ὥσπερ αἱ νυκτερίδες , καὶ τούτους δὲ νύκτωρ πέτεσθαι , σταλαγμοὺς ἀφιέντας
ἐστι . πλατάνου φύλλα ἐπιφέρουσι ταῖς καλιαῖς : αἱ δὲ νυκτερίδες ὅταν αὐτοῖς γειτνιάσωσι , ναρκῶσι καὶ γίνονται λυπεῖν ἀδύνατοι
4911697 Γοργονες
περὶ τὰ μέρη δὲ αὐτῆς κατοικοῦσιν αἱ Φορκίδες καὶ αἱ Γοργόνες οὕτω καλούμεναι , θυγατέρες Φόρκυνος , τοῦ υἱοῦ Πόντου
ἐξ ἀνθρώπου θηρίον . Τοῦτο οἱ Κένταυροι , τοῦτο αἱ Γοργόνες , τοῦτο αἱ Χίμαιραι , ὁ Γηρυόνης , ὁ
4896511 ἀδελφαι
γρ . εὐπρεπέστατα . πολὺ ] κατὰ . ἄμωμοι . ἀδελφαὶ . ταὐτοῦ ] τοῦ ἑνὸς γένους . ἀπὸ .
ποτε , ὦ ἄνδρες δικασταί , τοὺς ἑαυτῶν ἄνδρας αἱ ἀδελφαὶ μαρτυρεῖν εἴασαν καὶ ἐπέτρεψαν . Καὶ μὴν οὐδ '
4888564 θηκαι
οὕτω τεταγμένων ἐκπέμπεσθαι τὸν ἦχον . ὑπὲρ δὲ τοῦ Μεμνονίου θῆκαι βασιλέων ἐν σπηλαίοις λατομηταὶ περὶ τετταράκοντα , θαυμαστῶς κατεσκευασμέναι
ποιεῖ Καλλίμαχος ἐν τῷ περὶ ἀγώνων . Ἀλαβαστοθῆκαι : αἱ θῆκαι τῶν ἀλαβάστων , ἃς ἐν τῇ συνηθείᾳ μυροθήκας καλοῦσι
4878201 θηλειαι
οἱ δὲ νεώτεροι αἰεὶ τοῦτο ποιήσαντες ὀχεύουσιν . καὶ αἱ θήλειαι δ ' ἀλλήλας ἀναβαίνουσιν , ὅταν ἄρρην μὴ παρῇ
ληφθεὶς ] ἐπτοήθη . . . . . ὅτι αἱ θήλειαι κέρατα οὐ φύουσιν . ἐκαλεῖτο δὲ ἡ ἔλαφος Κερυνία
4824488 αἰγες
τούτου οὖν φησιν ὅτι “ ἀηδίσομέν σε , ἐπεὶ καὶ αἶγες ἐκ τῆς κόπρου ἀηδίζονται ” . ἄλλως “ μινθώσομεν
ἕκαστον ἐρωτῶντες , ἐρῶ καὶ τἄλλα ἅ ἐστιν ἡμῖν : αἶγες ὀκτὼ θήλειαι , βοῦς κολοβή , μοσχάριον ἐξ αὐτῆς
4816476 παρθενοι
τελεῖν τὰ Θεσμοφόρια . εἰσὶ δὲ τὰ Θεσμοφόρια τοιαῦτα : παρθένοι γενναῖαι καὶ τὸν βίον σεμναὶ κατὰ τὴν ἡμέραν τῆς
τοῦ Ἕκτορος οὕτω κομῶντος . ὁ δὲ νοῦς : ὅσαι παρθένοι θελήσουσιν ἐκφυγεῖν τὸν ζυγὸν τῶν ἀνδρῶν ἤτοι τὸν γάμον
4815304 Βακχαι
Ἀλκιβιάδου οὐδὲν διάφορον τῶν Βακχῶν ἐπεπόνθειν . καὶ γὰρ αἱ Βάκχαι ἐπειδὰν ἔνθεοι γένωνται , ὅθεν οἱ ἄλλοι ἐκ τῶν
: αἵτινες , καὶ αὗται . Βάκχοιο : Διονύσου . Βάκχαι : τιθήναι παρδάλεις Διονύσου , καὶ δεῖγμα ταύταις τὸ
4782490 μαλακωτεραι
κοινὸν ἐγένετο τὸ ἀτύχημα , καὶ μᾶλλον αὐτῆς , ὅσῳ μαλακώτεραί πως αἱ γυναῖκες πρὸς τὰ πάθη . ὁμοίως δὲ
διὰ τὴν ὑποκειμένην φύσιν , περὶ ἧς πραγματεύεται , ἐπεὶ μαλακώτεραί γε αἱ ἀποδείξεις ἀστρονομίας : τῷ γὰρ ἔγγιστα χρῆται
4764004 θυγατερες
ᾖ : Ποσειδῶνος καὶ Ἀμυμώνης ὕδασιν : Ἀμυμωνίοις : Δαναοῦ θυγατέρες Ἵππη Ἀμυμώνη Φυσάδεια * * * : περιβαλὼν αὐταῖς
' ἄγριον εἵλεο παίδων : τοῦ Προίτου μανεῖσαι αἱ τρεῖς θυγατέρες πάλιν διὰ τῆς Ἀρτέμιδος ἡμερώθησαν . ὁ δὲ κτίζει
4747578 κωμῳδιαι
μικτὰ μὲν γενικά , ὡς αἱ τραγῳδίαι καὶ αἱ παλαιαὶ κωμῳδίαι : μέρος μὲν γὰρ τούτων γέγραπται κατὰ στίχον ,
δὲ οὔ . Καὶ μικτὰ μέν , ὡς αἱ Μενάνδρου κωμῳδίαι : πῆ μὲν γὰρ τετράμετρα ἐν τῷ αὐτῷ ποιήματι
4722886 ὀρχουμενης
„ τοῦ δὲ λύκου αὐλοῦν - τος καὶ τῆς ἐρίφου ὀρχουμένης οἱ κύνες ἀκούσαντες τὸν λύκον ἐδίωκον . ὁ δὲ
τοιαδί : Ὦ χρυσοχόε , τὸν ὅρμον ὃν ἐπεσκεύασας , ὀρχουμένης μου τῆς γυναικὸς ἑσπέρας ἡ βάλανος ἐκπέπτωκεν ἐκ τοῦ
4693868 ὑμνουσι
παθῶν οὐσίας . Διὸ τὴν μὲν αἰδῶ , θεῖον φόβον ὑμνοῦσι : τὴν δὲ νέμεσιν , δίκης ἄγγελον . Καλῶς
ἐν δόμοις μένει , δύσπεμπτος ἔξω , συγγόνων Ἐρινύων . ὑμνοῦσι δ ' ὕμνον δώμασιν προσήμεναι πρώταρχον ἄτης : ἐν
4686715 γινεσθωσαν
τάσεως γενομένης , πρὸς τὴν ἀρθρεμβολίαν αἱ κατὰ παραγωγὴν μοχλεῖαι γινέσθωσαν ὑπ ' αὐτοῦ τοῦ καταρτίζοντος . δεῖ δ '
μοχλεῖαι αἱ παραδεδομέναι ἡμῖν ἐν τῇ τῶν ἄλλων ὀργάνων κινήσει γινέσθωσαν . μὴ ὄντων δ ' ἀγκώνων δηλονότι , οὐδὲ
4681937 μελιτται
τῶν ἐν Ὑμηττῷ πόνων οὓς ἐν τῷ ὄρει πονοῦσιν αἱ μέλιτται . τοιοῦτον δὲ ὂν ὅμως ἡττᾶτο τῆς ἡδονῆς ἧς
ὅμοιον μυρίκῃ , μικρότερον δὲ πολλῷ , οὗ τῷ ἄνθει μέλιτται χρώμεναι μέλι ἐργάζονται οὐ σπουδαῖον . ταύτης ἡ κόμη
4671339 αἰτουσαι
κατειληφότων , αἱ θεαὶ δὲ ἐς ἱκεσίαν τοῦ Ἔρωτος ἥκουσιν αἰτοῦσαι ξυλλαβεῖν σφισιν ἐπὶ σωτηρίᾳ τῶν πλωτήρων τὴν Αἰήτου Μήδειαν
Εὐθίας ἐπανείλετο , ὁ δὲ κίνδυνος ἁπασῶν . εἰ γὰρ αἰτοῦσαι παρὰ τῶν ἐραστῶν ἀργύριον οὐ τυγχάνομεν ἢ τοῖς διδοῦσιν
4633960 ὀνομασιαι
τοῦ οὐρανοῦ καὶ τὰ πύρινα πνεύματα . Αὗταί εἰσιν αἱ ὀνομασίαι τῶν ὡρῶν , ἃς ἐποίησεν ὁ θεὸς ἐν ταῖς
δρόμον , τὴν αὐτὴν πορείαν ἰσοχρόνως [ ] , τῆι ὀνομασίαι διαλλάσσων . Στίλβων [ ὁ Ἑρμοῦ ] τὴν ἕλικα
4626682 τραγῳδιαι
ἣν εἴπερ ἅπαντες ταύτην ἐφθέγγοντο , οὐκ ἂν ἦσαν αἱ τραγῳδίαι , οὐδὲ τὰ ἐπὶ τῇ σκηνῇ δράματα , οὐδὲ
τι τούτων δεινότερον ἢ ὠμότερον : τοιούτων γάρ εἰσιν αἱ τραγῳδίαι μεσταί . τὸ δὲ κωμῳδεῖν ἢ κωμῳδῶν ἀκούειν ἢ
4612319 γεραιρουσι
καὶ ἐπὶ τοῖς παροῦσιν ἀγαθοῖς τὸν θεὸν ᾠδαῖς καὶ λόγοις γεραίρουσι καὶ ὑπὲρ τοῦ μηκέτι πειραθῆναι κακῶν λιπαροῦσι καὶ ἱκεσίαις
καὶ θυσίαι καὶ ἑορταί . Ἀθηναῖοι δὲ καὶ μηνὸς ὀνόματι γεραίρουσι τὴν θεόν , ὁ γὰρ δὴ Ἐλαφηβολιὼν τοῦτό ἐστιν
4603137 ἱερωσυναι
ἀγορανόμους . ἱερῶν δὲ ἱερέας , οἷς μέν εἰσιν πάτριαι ἱερωσύναι καὶ αἷς , μὴ κινεῖν : εἰ δέ ,
τὰ γένη τεταγμένους , οἵτινες γενηταὶ ἐκαλοῦντο : ὧν αἱ ἱερωσύναι ἑκάστοις προσήκουσαι ἐκληροῦντο , οἷον Εὐμολπίδαι , καὶ Κήρυκες
4583927 ἀρκτευσαι
δ ' ἐρᾶν φησίν . . . . . . ἀρκτεῦσαι , δεκατεύειν . . . ἐπακτὸς ὅρκος . Ἐξαίφνης
ὅτι τὸ δεκατεῦσαι Λυσίας ἐν τῷ περὶ τῆς Φρυνίχου θυγατρὸς ἀρκτεῦσαι εἴρηκεν . δεκατεῦσαι μέντοι , φησὶν , κυρίως ἐλέγετο
4581134 ἐγχωριοι
μεταβῆναι . Ἀφίκετο οὖν καὶ πάντες ἀσμένως αὐτὸν ὑπεδέχοντο οἱ ἐγχώριοι : ἦν γὰρ ὁ ἀνὴρ χαριέστατος καὶ ἐλευ -
κιρνᾶσι . ὅτι παρὰ Ναυκρατίταις ἔν τινι πανηγύρει λευκὰς οἱ ἐγχώριοι ἐνδεδυμένοι στολάς , ἃς καλοῦσι πρυτανικάς , εὐτελῶς καὶ
4567192 ἐπωνυμιαι
τὰς δὲ λοιπὰς δι ' οἶκτον καταστερίσας Ζεὺς Ὑάδας ἐπωνόμασεν ἐπωνυμίαι τοῦ ἀδελφοῦ : αἱ δὲ πλείους ζ βραδέως μέν
ἐξ ἐρωτικῆς διαθέσεως . ἐπέπνευσε γὰρ αὐτῶι ὁ Ἔρως . ἐπωνυμίαι ] τῆι δὲ ἐπωνυμίαι ἐβεβαιοῦτο ὁ εὔμοιρος αὐτοῦ βίος
4556054 περιειχον
τὰ ἄκρα σιδηροῖς δεσμοῖς , οἳ καὶ τὰς λεπίδας ἅμα περιεῖχον κύκλῳ πρὸς τὸ μὴ πονέσαι τὸ πλινθίον . [
ἡμέραν ἐπιτάσεις ἀλγηδόνων , ἔπειτα σηπεδόνες ἀνίατοι πάντῃ τοὺς ὀδόντας περιεῖχον . ἐπὶ δὲ τῆς τελευτῆς γενόμενος ἐκκλησιάσας τὸν λαὸν
4551200 ὀνομαζοντων
? πάντωνὦ Θωμάσιεταγμάτων οἱ πρωτεύοντες τρεῖς ἀμέλει καθ ' ἕκαστον ὀνομαζόντων οὓς ἐκ τῶν ἀρίστων ἕκαστοι τῆς βασιλείας ἀξίους ἂν
, ἐπειδὰν ποιητῶν ἢ συγγραφέων ἀκούῃ τοὺς Πελασγοὺς καὶ Τυρρηνοὺς ὀνομαζόντων , πῶς ἀμφοτέρας ἔσχον τὰς ἐπωνυμίας οἱ αὐτοί .
4544776 Φορκιδες
ἢ Αἰθιοπίας , περὶ τὰ μέρη δὲ αὐτῆς κατοικοῦσιν αἱ Φορκίδες καὶ αἱ Γοργόνες οὕτω καλούμεναι , θυγατέρες Φόρκυνος ,
ἢ Αἰθιοπίας : περὶ τὰ μέρη δὲ αὐτῆς κατοικοῦσιν αἱ Φορκίδες καὶ αἱ Γοργόνες , γυναῖκες οὕτω καλούμεναι , αἱ
4544701 ἐψαλλον
δεῖπνον εἰσήιεσαν πεντήκοντα καὶ ἑκατὸν ψάλλουσαι καὶ ἄιδουσαι γυναῖκες : ἔψαλλον δὲ αὗται καὶ ἦιδον ἐκείνου δειπνοῦντος . . .
μου , ἀνελάμβανον τὸ ψαλτήριον καὶ τὸν μισθὸν τῆς ἀνταποδόσεως ἔψαλλον , καὶ κατέπαυον αὐτὰς τῆς ὀλιγωρίας τοῦ γογγυσμοῦ .
4544211 τιτθαι
ἃ ὑπόκειται τῇ τῶν διδόντων ἐξουσίᾳ . Γ ὥσπερ αἱ τίτθαι : τίτθας καλοῦμεν τὰς τοῖς τιτθίοις καὶ τῷ γάλακτι
τοῦ ψεύδεσθαι : τοιοῦτοι γὰρ οἱ Κρῆτες . Καθάπερ αἱ τίτθαι σιτίζεις κακῶς . Κατόπιν ἑορτῆς ἥκεις : ἐπὶ τῶν
4539014 Νυμφαι
ἕλκος . τῆνον μὲν περὶ παῖδα φίλοι κύνες ὠρύονται καὶ Νύμφαι κλαίουσιν Ὀρειάδες : ἁ δ ' Ἀφροδίτα λυσαμένα πλοκαμῖδας
. ὕδατι δ ' ἐν μέσσῳ Νύμφαι χορὸν ἀρτίζοντο , Νύμφαι ἀκοίμητοι , δειναὶ θεαὶ ἀγροιώταις , Εὐνίκα καὶ Μαλὶς
4534045 δυσοσμοι
ἠρεμοῦντα κινούμενα . γίνονται δὲ καὶ ἀπὸ τῶν ἰσχυρῶν ὀσμῶν δύσοσμοι τῶν ὁμοίων . φανερῶς δὲ ταῦτα συμβαίνει , ὡς
αἰνίττεται : διὰ τὸ δύσοσμον . καὶ γὰρ αἱ βύρσαι δύσοσμοι , βυρσοπώλης δὲ ὁ Κλέων . ἰστέον ὡς βυρσοδέψης
4527957 καλουμεναι
Ἀπόλλωνός φησιν εἶναι . κόραι δὲ ἱερῶνταί σφισι παρθένοι , καλούμεναι κατὰ ταὐτὰ ταῖς θεαῖς καὶ αὗται Λευκιππίδες . τὸ
μὴ ' πιορκῇς πολλάκις . λοβός τίς ἐστι καὶ ψύαι καλούμεναι : ταύτας ἐπιτεμὼν πρὶν θεωρῆσαι μαθών Φοινικίδης δ '
4523922 ἐπιστολαι
τοῦτο ἐτελεύτησεν ; ἡμέραις οὐ πολλαῖς ὕστερον ἐξ Ἰταλίας ἀφικνοῦνται ἐπιστολαί μοι παρὰ τῶν βασιλέων , τοῦ τε αὐτοκράτορος αὐτοῦ
καὶ γράμμα τὸ ζωγράφημα . καὶ [ δὲ ] γράμματα ἐπιστολαί . καὶ τὰ ψηφίσματα , ὡς Δημοσθένης . καὶ
4520928 πολυκεφαλον
τυραννικὴν ὕβριν εἰς ἓν σῶμα ἐλεύθερον γενομένην , ὑμεῖς δὲ πολυκέφαλον τυραννίδα πάσῃ παρανομίᾳ τε καὶ ἀσελγείᾳ χρωμένην καὶ ἔτι
κόσμῳ ζῆν ἀπῆν τῆς νήσουοἱ δὲ ἔφασαν τὸν Τυφῶ , πολυκέφαλον δὲ εἶναι , νεώτερα ἀπειλεῖν τῇ Σικελίᾳ , ὁ
4509627 ὑπομενουσαι
παρακειμένου τὰς ὄρνιθας ἐφόβει : αἱ δὲ τὸν δοῦπον οὐχ ὑπομένουσαι μετὰ δέους ἀνίπταντο , καὶ τοῦτον τὸν τρόπον Ἡρακλῆς
μέλιτται κακοσμίᾳ πάσῃ καὶ μύρῳ ὁμοίως , οὔτε τὸ δυσῶδες ὑπομένουσαι οὔτε ἀσπαζόμεναι τῆς εὐωδίας τὸ τεθρυμμένον , οἷα δήπου
4508065 φιλοξενου
βίαι δὲ θυμοῦ τάσδ ' ὑπερβαλὼν πύλας ἔπινον ἀνδρὸς ἐν φιλοξένου δόμοις , πράσσοντος οὕτω . κἆιτα κωμάζω κάρα στεφάνοις
, τὸν νόμον φυλάσσοις τοῦ ξενίου Διός ξενίοιο ] τοῦ φιλοξένου ξενίοιο ] τοῦ ἐφόρου τῶν ξένων Ἀείδω : τραγῳδῶ
4500260 μαθηται
ἐλέγετο Λακεδαιμόνιος Χίλων . οὗτοι πάντες ζηλωταὶ καὶ ἐρασταὶ καὶ μαθηταὶ ἦσαν τῆς Λακεδαιμονίων παιδείας , καὶ καταμάθοι ἄν τις
ὑμῶν . ἀνάσχεσθον οὖν ἀγελαστὶ ἀκούοντες αὐτοί τε καὶ οἱ μαθηταὶ ὑμῶν : σὺ δέ μοι , ὦ παῖ Ἀξιόχου
4492848 ἀμφικαλυψαι
' ἄμμε διακρινέει φιλότητος ἄλλο , πάρος θάνατόν γε μεμορμένον ἀμφικαλύψαι . ” Ὧς φάτο : τῇ δ ' ἔντοσθε
ἵνα θαυμάζωσιν ἅπαντες ἄνθρωποι , μέγα δέ σφιν ὄρος πόλει ἀμφικαλύψαι . ” αὐτὰρ ἐπεὶ τό γ ' ἄκουσε Ποσειδάων
4471769 ἱερειαι
Ἀττικὸν καὶ γνήσιον , ἐξ οὗ ἐγίνοντο τῆς Ἀθηνᾶς αἱ ἱέρειαι . Ἐξ ὅτου . Ἀντὶ τοῦ ἀφ ' οὗ
φύς , ἃς ἐφ ' ἑκάστοις τοῖς γάμοις εὔξονται καὶ ἱέρειαι καὶ ἱερεῖς καὶ σύμπασα ἡ πόλις ἐξ ἀγαθῶν ἀμείνους
4467224 μαχαιραι
Τηλέφου ἡ στολή . καὶ νεβρίδες δὲ καὶ διφθέραι καὶ μάχαιραι καὶ σκῆπτρα καὶ δόρατα καὶ τόξα καὶ φαρέτρα καὶ
, ὅ τι μὴ θυρεοί : ἀμυντήρια δὲ λόγχαι καὶ μάχαιραι κοπίδες ὑπερμήκεις . Τό τε χωρίον , ἐν ᾧ
4461540 ἐκφαινουσιν
ἢ αὐτοὺς κόκκυγας ἐρινάδος , οἵ τε πρὸ ἄλλης γογγύλοι ἐκφαίνουσιν ἀνοιδείοντες ὀπώρης . λάζεο καὶ πυράκανθαν ἰδὲ φλόμου ἀργέος
μυστικῶν καὶ ἀποκεκρυμμένων καὶ ἀφανῶν νοήσεων εἰκόνας τινὰς διὰ συμβόλων ἐκφαίνουσιν , ὥσπερ καὶ ἡ φύσις τοῖς ἐμφανέσιν εἴδεσι τοὺς
4454895 γραες
τε ταῦτ ' ἀναρίστητος ὤν περὶ δὲ τὸν πανάθλιον εὕδουσι γρᾶες , Νάννιον , Πλαγγών , Λύκα , Γνάθαινα ,
τε τὸ τοῦ ὀσπρίου χαῦνον : τοιαῦται γὰρ καὶ αἱ γρᾶες : καὶ διὰ τὸ ἐσθίειν φακῆν τὰς γραῦς οὐκ
4449706 Φορκυος
ἀλλ ' ἔτυχε τῆς ἀθανασίας Πρωτεύς : καί τινες ἔλεγον Φόρκυος εἶναι τοῦτον πατέρα , τινὲς Εἰδοθέας Φόρκυν καὶ τοῦ
ἄλλης εὐθείας ἐστίν , ὡς ἀπὸ τοῦ ὁ Φόρκυς τοῦ Φόρκυος , ὥσπερ βότρυς βότρυος βότρυν : κίνδυν κίνδυνος :
4434293 Μουσαι
ἀθάνατοι πρώτωι μέλος ἀνθρώποισιν ἀεῖσαι / ἐν ποδὶ δεξιτερῶι : Μοῦσαι δέ σε θρήνεον αὐταί / μυρόμεναι μολπῆισιν , ἐπεὶ
, καθάπερ καὶ τὸν Ὅμηρον τούτοις προσμαρτυρεῖν λέγοντα ἔνθα τε Μοῦσαι ἀντόμεναι Θάμυριν τὸν Θρήικα παῦσαν ἀοιδῆς , καὶ ἔτι
4419693 γυναικες
τοῦ μηνὸς τριάκοντά εἰσιν ἡμέραι , αἱ δὲ περιερχόμεναι δύο γυναῖκες ἡ ἡμέρα ἐστὶ καὶ ἡ νύξ , ἄλλη παρ
κοινὰν τὰν εὔκλειαν ἔχοντ ' Εὐρώπαν ἀφικέσθαι . ὦ φίλταται γυναῖκες , ὡς κακὸν κακῶι διάδοχον ἐν τῆιδ ' ἡμέραι
4417314 ἐτελειωθησαν
καὶ ποιῆσαι τὸ νομιζόμενον συμφέρον αὐτοῦ . Ξ διήρκεσαν ] ἐτελειώθησαν . διήρκεσαν ] διεπληρώθησαν . διήρκεσαν ] ἐπληρώθησαν διήρκεσαν
τοῦ αὐτῷ τῷ Ἡλίῳ δηλονότι . ἐτελεύτησαν δέ , ἤγουν ἐτελειώθησαν αἱ κορυφαί , τουτέστι τὰ τέλη , αἱ ἀποκαταστάσεις
4405638 ἐπληρουντο
ὑπὸ τῶν ὀρῶν χώρας παρεῖχε τὴν αἰτίαν , οὐκ ἂν ἐπληροῦντο αἱ πόρρω δήπου λίμναι τοῦ ποταμοῦ . καὶ τούτου
καὶ τῆς κατὰ τὸν βασιλέα δεισιδαιμονίας ἐνισχυούσης ἀγαθῶν ἐλπίδων ἅπαντες ἐπληροῦντο , καθάπερ θεοῦ τινος αὐτῶν ἡγουμένου . ὁμοίως δὲ
4398433 πεδαι
σχοίνῳ διαμετρησάμενοι τὸ πεδίον τὸ Τεγεητέων ἐργάζοντο . Αἱ δὲ πέδαι αὗται ἐν τῇσι ἐδεδέατο ἔτι καὶ ἐς ἐμὲ ἦσαν
. , ἐκ δίκας δὲ καταδίκα , ἐκ δὲ καταδίκας πέδαι τε καὶ σφαλὸς καὶ ζαμία . Πανύασις δ '
4372367 μαιαι
ἔτι αὐτὴ κυισκομένη τε καὶ τίκτουσα ἄλλας μαιεύεται . Αἱ μαῖαι , μέχρι δύνανται κυίσκεσθαι καὶ τίκτειν , οὐ μαιεύονται
| καὶ θάλπους ἐγγινομένας τοῖς σώμασι ζημίας , οὗ χάριν μαῖαι καὶ μητέρες , αἷς ἀναγκαία φροντὶς εἰσέρχεται τῶν γεννωμένων
4357138 χορδαι
ὄργανόν τι ψαλτήριον . μέρη δὲ τῶν ὀργάνων νευραί , χορδαί , λίνα , μίτοι , τόνοι , πήχεις ,
τὸν σαπέρδην ἀποτῖλαι χρὴ κᾆτ ' ἐκπλῦναι καὶ διαπλῦναι . χορδαί , φῦσκαι , πασταί , ζωμός , χόλικες ἐν
4353155 δακρυουσαι
, ἀνηλωκυῖαι παιδίοις ἄρτον αἰτοῦσιν οὐχ οἷαί τε οὖσαι δοῦναι δακρύουσαι πεινῶντα κατέθαπτον , εἶτα ἐκ τῶν αὐτῶν ἐπαπέθνησκον .
ἐχόντων χρήματα : παρόσον αἱ τοῦ Φαέθοντος ἀδελφαὶ ἀποδενδρωθεῖσαι καὶ δακρύουσαι ἀπέσταζον τὸ ἤλεκτρον . Ἠλιθιώτερος Λευκολόφου : οὗτος ἀποδόμενος
4352617 δεισιδαιμονων
εἴρηκε καὶ ἄλλοι πλείους , ἡ χώρα πολύχρυσος οὖσα καὶ δεισιδαιμόνων ἀνθρώπων καὶ οὐ πολυτελῶν τοῖς βίοις πολλαχοῦ ἔσχε θησαυρούς
, βουλόμενα ἰδεῖν Μένανδρον καὶ ἀκοῦσαι φιλαργύρων καὶ ἐρώντων καὶ δεισιδαιμόνων καὶ ἀπίστων [ καὶ πατέρων καὶ υἱῶν καὶ γραῶν
4341306 φορουσιν
ξίφη δ ' ἀμφίστομα καὶ σιδήρῳ δια - φόρῳ κεχαλκευμένα φοροῦσιν , ἔχοντες σπιθαμιαίας παραξιφίδας , αἷς χρῶνται κατὰ τὰς
κοσμοῦνται : χρυσοφοροῦσι γὰρ καὶ διαλίθῳ κόσμῳ χρῶνται σινδόνας τε φοροῦσιν εὐανθεῖς , καὶ σκιάδια αὐτοῖς ἕπεται : τὸ γὰρ
4339397 γυναικωνιτιδος
τὴν Θάμβην . ἡ γὰρ παρθένος [ ἐντὸς τῆς ] γυναικωνίτιδος [ ζῶσα οὐκ ] εὐπρεπεῖς ἐποίει [ τοὺς λόγους
οἱ πολλοί , ὡς διὰ τοῦτό σου καὶ ἄχρι τῆς γυναικωνίτιδος εὐδοκιμοῦντος . καὶ τὸ δεῖνα δέ , μὴ αἰδεσθῇς
4336865 μητερες
σφίσι δαῖτα κάμωνται , αἳ δὲ μέγα σκαίρουσι διηνεκέως μεμακυῖαι μητέρες ἐκ τεκέων σηκοὺς πέρι χηρωθέντας : ὣς οἵ γ
. Οἷόν τι καὶ κατ ' ἀνθρώπους ἐν καιρῷ πολέμου μητέρες ἄθλιαι πάσχουσι περιβάλλουσαι τὰ τέκνα χερσὶ βαρβάρων κτεινόμενα καὶ
4332933 Βαιαι
μετὰ τοῦτον ἐγκολπίζουσα ᾐὼν εἰς βάθος , ἐν ᾗ αἱ Βαῖαι καὶ τὰ θερμὰ ὕδατα τὰ καὶ πρὸς τρυφὴν καὶ
νήσους καὶ πόλεις παρὰ τὴν κατ ' Ἰταλίαν Ἄορνιν . Βαῖαι αἱ ἐν Ἰταλίᾳ , ἀπὸ Βαίου τοῦ Ὀδυσσέως κυβερνήτου
4332204 ἐμφανιζουσι
τῆς διπλόης ᾖ γεγενημένη , ταύτης κατὰ φύσιν ἐχούσης , ἐμφανίζουσι τὴν εὐθεραπευσίαν . ἐπὶ πάσης τερηδόνος ἀναστεῖλαι δεῖ τὰ
ὡς καὶ πολλὰ γῆς μέτρα αὐτοῖς χαρίζεσθαι τῆς δημοσίας . ἐμφανίζουσι δ ' αὐτοῦ τὸ περὶ ταῦτα ἱλαρὸν αἱ ὑπ
4328923 γραφουσιν
γράφεται γόους : λείπει τὸ δεῖ φέρειν . τινὲς δὲ γράφουσιν οἰκτρὰ μὲν , ἀλλ ' ὅμως φέρε : τὸ
αὐτοῦ ἀπατῶσαι καὶ ἐφελκόμεναι : λείπει ἡ πρός : τινὲς γράφουσιν δυσφόρων , ἵν ' ᾖ : ὑπερβολαῖς λόγων δυσ
4322497 μανεισαι
Ἀνθηδόνιος ] : ἀπὸ τῶν Ποτνιάδων ἵππων μετήνεγκεν , αἳ μανεῖσαι ἔφαγον τὸν Γλαῦκον : ἀβάκχευτον αἳ θίασον : ἤτοι
. θυμὸν ἀπ ' ἄγριον εἵλεο παίδων : τοῦ Προίτου μανεῖσαι αἱ τρεῖς θυγατέρες πάλιν διὰ τῆς Ἀρτέμιδος ἡμερώθησαν .
4322151 δοραι
εἶδος ὑπὸ τῆς νόσου φοβερὸν ἥ τε στολὴ ἀήθης : δοραὶ θηρίων καλύπτουσιν αὐτόν . ἀλλὰ σὺ ἄμυνον , ὦ
ἐδείκνυεν . ἦν δὲ ἄρα τῇ Ἀταλάντῃ στρωμνὴ μὲν αἱ δοραὶ τῶν τεθηραμένων , τροφὴ δὲ τὰ τούτων κρέα ,
4309611 Ψαμμιτιχος
. Ἡρόδοτος δέ φησι Φρύγας πρώτους γεγενῆσθαι . ὕστερον δὲ Ψαμμίτιχος τῶν Αἰγυπτίων βασιλεύς , βουλόμενος διαγνῶναι , τίνες οἱ
καὶ ἐς τὸν κόλπον ἐνέβαλε τὸ ὑπόδημα . ὁ δὲ Ψαμμίτιχος θαυμάσας τοῦ ὑποδήματος τὸν ῥυθμὸν καὶ τῆς ἐργασίας αὐτοῦ
4303867 τροφοι
, οἷα δή που [ καὶ ] φιλοῦσι καὶ αἱ τροφοὶ καὶ τῆθαι δρᾶν ποιῶν ὡς ἄνθρωπος ὁ ἐλέφας .
γενέσεως αἷμα . κατέχουσι δὲ τὸ ἄντρον ἱεραὶ μέλιτται , τροφοὶ τοῦ Διός . εἰς τοῦτο παρελθεῖν ἐθάρρησαν Λάιος καὶ
4303153 ἱπτανται
: κατὰ τάξιν δ ' ὡς ἀνδρῶν ἐπὶ πόλεμον ὡρμημένων ἵπτανται στῖφος , καὶ ἄλλοτε ἀθροισθεῖσαι καὶ ἀποτείνασαι πάλιν εἰς
. . . Καὶ δὴ εἰς οὐρανὸν ἀηδόνες ἀπὸ γῆς ἵπτανται : τολμᾷ γὰρ ἀνάγειν ὑπὲρ ᾠδῆς εἰς αὐτὸν οὐρανὸν
4301817 Νησαιον
Νηρίτιος . Νηρίς , πόλις Μεσσήνης . Νικόλαος τετάρτῳ . Νησαῖον πεδίον , ἀφ ' οὗ παρὰ Μήδοις οἱ Νησαῖοι
τόπον Νησαῖον . ὁ δὲ Πολέμων κακῶς φησι λευκὸν ἵππον Νησαῖον . ἐν δὲ Δικτύῳ Ὀρφεὺς λέγει [ ὅτι ἡ
4299362 ἐξανισταται
] ἐκβληθήσεται θρόνων ] ἤγουν τῆς βασιλείας Εἰκότως εἶπε τὸ ἐξανίσταται : ἐπειδὴ γὰρ θρόνων εἴρηκεν , ἐν δὲ τοῖς
ἔχουσι τὸ ζητούμενον θήραμα , ὁ δὲ τῆς ἑαυτοῦ ἄκων ἐξανίσταται βάσεως . Ποηφάγου δειλότερος : τουτὶ τὸ ζῷον ἐν
4262227 κανθηλιους
μέγεθος ] , καὶ ὅτι πολλάκις τοὺς ὄνους κάνθωνας καὶ κανθηλίους καλοῦσιν . ” Ἀστράβαι δέ , φησίν , οἱ
προθύμως , ἀμεταστρεπτὶ μετὰ προτροπῆς , ἢ εἰς τοὔμπροσθεν . κανθηλίους . τοὺς βραδεῖς νοῆσαι ἢ ἀφυεῖς , ἀπὸ κάνθωνος
4261762 ἠρασθησαν
ἀντιῤῥήσεις πρὸς Ζήνωνα . λέγεται δὲ ὅτι παιδὸς ὄντος αὐτοῦ ἠράσθησαν ἱκανοί , οὓς ἀποτρέψαι βουλόμενος ὁ Ζήνων ἠνάγκασε ξυρᾶσθαι
ἴσως οὐδέν , ἐπεὶ καὶ ἄνθρωποι πολλάκις τῶν ἧττον καλῶν ἠράσθησαν , ἐς τοὺς ὡραιοτάτους οὐ παθόντες οὐδὲ ἕν ,
4260359 θυγατερος
ἐγχανῇ . καὶ τοῦτο δὲ ἐν ἄλλοις . ὄνομα . θυγατέρος : ὅτι οὐκ ἀττικῶς ⌈ εἴρηται τὸ ” θυγατέρος
' ἐλθὼν Ἰθάκης ἐς πίονα δῆμον παῖδα νέον γεγαῶτα κιχήσατο θυγατέρος ἧς : τόν ῥά οἱ Εὐρύκλεια φίλοις ' ἐπὶ
4258220 Ἐριννυες
οὐδ ' εἰ μάλα πόλλ ' ἀγορεύσω , οὕνεκ ' Ἐριννύες ἄμμι γάμου κεχολωμέναι αἰνοῦ ἀμφ ' Ἑλένης καὶ Κῆρες
τούτους ἐκ τῶν ὑδάτων ἐπὶ τὴν γῆν . ἐριννύων : Ἐριννύες μυθικῶς τρεῖς * εἰσι δαίμονες τιμωρητικαί , ὧν τὰ
4252235 Κωκαλου
δώσειν , ἐξένισεν αὐτόν . Ὁ δὲ λουσάμενος ὑπὸ τῶν Κωκάλου θυγατέρων ἀνῃρέθη , ζέουσαν πίσσαν ἐπιχεαμένων αὐτῷ . Λιμοῦ
Σικελικῶν ἱστορίαν εἰς τοῦτον τὸν ἐνιαυτὸν κατέστρεψεν , ἀρξάμενος ἀπὸ Κωκάλου τοῦ Σικανῶν βασιλέως , ἐν βίβλοις ἐννέα . Ἐπ
4247003 Εἰδοθεας
ὅς ἐστιν ἐν Ταφοσίριδι . Καὶ λέγεται τάφος εἶναι τῆς Εἰδοθέας , τόπος ὢν ὑψηλότατος , ὅθεν καὶ σκοπιὰς εἶπεν
: καί τινες ἔλεγον Φόρκυος εἶναι τοῦτον πατέρα , τινὲς Εἰδοθέας Φόρκυν καὶ τοῦ Φόρκου Γραίας . οὕτως καὶ Ἀκουσίλαος
4245738 νεμομεναι
ἐν ἀγροῖς νέμουσαι , τῆς δὲ δευτέρας αἱ ἐν ἀγροῖς νεμόμεναι . ἀγρόται θηρευταί : “ οἷσί τε τέκνα ἀγρόται
Ἡρακλῆς ] ἐπί τινα πύργον ὑψηλὸν ἐκέλευσεν ἀφορᾶν μή που νεμόμεναι τυγχάνουσιν : οὐ δυναμένου δὲ κατανοῆσαι τοῦ Ἰφίτου ,
4242061 κοραι
ἰαχαῖς τε νύμφαν . ἴτ ' , ὦ καλλίπεπλοι Φρυγῶν κόραι , μέλπετ ' ἐμῶν γάμων τὸν πεπρωμένον εὐνᾶι πόσιν
νυκταλωπικοῦ πάθους , καί τι χαλεπὸν ἐγίνετο . αἱ γὰρ κόραι τῶν ὀφθαλμῶν ἐμειοῦντο πυκνούμεναι ὑπὸ τῆς ψύξεως , αὐτὸς
4241468 ἐρασθηναι
καὶ ἀριστεύσαντα αὐτόθι παραχωρῆσαι Ἀλκιβιάδῃ τοῦ ἀριστείου : οὗ καὶ ἐρασθῆναί φησιν αὐτὸν Ἀρίστιππος ἐν τετάρτῳ Περὶ παλαιᾶς τρυφῆς .
κατελθεῖν εἰς Ἅιδου . Ἐπιμενίδης δὲ αὐτὸν παρὰ θεοῖς διατρίβοντα ἐρασθῆναί φησιν τῆς Ἥρας : διόπερ Διὸς χαλεπήναντος αἰτήσασθαι διὰ
4240428 ἁμαρτιαι
δὲ δεύτερον οὐκέτι . καί φησιν , ὅτι αἱ δύο ἁμαρτίαι εἰσὶ φερέπονοι , οἱονεὶ πόνον καὶ τιμωρίαν τοῖς ἁμαρτάνουσιν
' αὐτὸν ἀναφέρωνται μόνον , ἐπ ' ἄλλους δὲ αἱ ἁμαρτίαι . θεῷ γὰρ τῷ πανηγεμόνι ἐμπρεπὲς οὐκ ἔδοξεν εἶναι
4229597 κατακοψασα
ξιφηφόρον αὐτὴν εἶπεν . * ἄσαρκα πολύσαρκα . * μιστύλλασα κατακόψασα εἰς μικρά , ἐκ τοῦ μεῖον , ὥς φασι
πίστιν τοῦ λόγου , ὥς φασι , παλαί ' ἄττα κατακόψασα πρόβατα , νέα ἐκ παλαιῶν ἐποίει . Αἱ δὲ
4227338 παλλακιδες
αὐτός τε μετὰ καὶ τῆς γυναικὸς αὐτοῦ , καὶ αἱ παλλακίδες ἐν ταῖς ἄλλαις κλίναις : τοὺς γὰρ τρεῖς υἱοὺς
βασιλείων . Εἰ δὲ ἐπὶ θήραν ἐξίοι , καὶ αἱ παλλακίδες αὐτῷ συνεξῄεσαν . Ὁ δὲ θρόνος , ἐφ '
4218529 μιμουμεναι
ὀρφανίας τρυγῶντες οἵ τε ὀρχούμενοι οἵ τε μιμούμενοι αἵ τε μιμούμεναι . Τούτων μὲν οὖν μὴ σφόδρα φαίνου προνοούμενος μηδὲ
ἐνταῦθά που τὴν σύστασιν λαβοῦσαι καὶ αἰσθητῷ προσχρώμεναι παραδείγματι καὶ μιμούμεναι εἴδη τε καὶ κινήσεις τάς τε συμμετρίας ἃς ὁρῶσι
4216563 Λημνιαι
πλησίον Θρᾴκης λαβόντες αἰχμαλωτίδας συνευνάζοντο αὐταῖς . ἀτιμαζόμεναι δὲ αἱ Λήμνιαι τούς τε πατέρας καὶ τοὺς ἄνδρας φονεύουσι : μόνη
ὑπὸ Ὑψιπύλης τῆς Θόαντος δι ' αἰτίαν τήνδε . αἱ Λήμνιαι τὴν Ἀφροδίτην οὐκ ἐτίμων : ἡ δὲ αὐταῖς ἐμβάλλει
4213082 ἡρμοσαντο
. διὰ τοῦτο καὶ τῶν φιλοσόφων ἔνιοι πρὸς λύραν αὑτοὺς ἡρμόσαντο ἕωθεν , ἀποπαύοντες τῆς διὰ τῶν ὀνειράτων ταραχῆς .
οὖν ἐκεῖνοι λέγειν ταῦτα τὰ ζῷα τὸν χρησμόν , καὶ ἡρμόσαντο τὰς Θερσάνδρου τοῦ Κλεωνύμου θυγατέρας δοκίμου ἀνδρός . εἰ
4209661 λιβανωτιδες
, καλαμίνθη , κοκκυμηλέας κόμμι , λευκακάνθου ἡ ῥίζα , λιβανωτίδες αἱ τρεῖς , μελάνθιον , ὀξυακάνθου ὁ καρπός ,
ἀγρίας μαλάχης τὰ φύλλα , καὶ ὠμὰ καὶ ἑφθά , λιβανωτίδες αἱ τρεῖς , μαστίχη Χία , τερμινθίνη μᾶλλον τῆς
4207652 ἀρρενες
καὶ τἆλλα σκεύη ποιοῦνται . ἔπειτα τῶν καρπίμων οἱ μὲν ἄρρενες αἱ δὲ θήλειαι : διαφέρουσι δὲ ἀλλήλων , καθ
θνητὰς ἐτράπου , ἅπαντες μεμίμηνταί σε , καὶ οὐχ οἱ ἄρρενες μόνον , ἀλλ ' , ὅπερ αἴσχιστον , καὶ
4207176 θυραι
ἐξ οὐδοῦ , περὶ δὲ θριγκὸς κυάνοιο : χρύσειαι δὲ θύραι πυκινὸν δόμον ἐντὸς ἔεργον : ἀργύρεοι δὲ σταθμοὶ ἐν
αὐτὸν ἔνδον , ὅτι ἀποκλεισθήσῃ , ὅτι ἐντιναχθήσονταί σοι αἱ θύραι , ὅτι οὐ φροντιεῖ σου . κἂν σὺν τούτοις
4203568 δεηθεισης
ὁ Καμβύσης τῇ παιδὶ ἐκμανθάνει παρ ' αὐτῆς πάντα καὶ δεηθείσης ἐκδικῆσαι τὸν Ἀπρίου φόνον πείθει πολεμῆσαι Αἰγυπτίοις : Νιτῖτις
. ἐντυχούσης δ ' αὐτῆς περὶ τῆς προγονικῆς δυναστείας καὶ δεηθείσης βοηθῆσαι ταύτην μὲν ἐκέλευσε παραλαβεῖν τὴν τῆς Καρίας ἀρχήν
4200787 παριστασι
περιφορᾶς αὐτοῦ αἰνιττόμενοι , ἢ προλαβόντες ὅτι ἄφθαρτός ἐστι τοῦτο παριστᾶσι διὰ τῆς ἐτυμολογίας : κεκμηκέναι γὰρ λέγομεν τοὺς τετελευτηκότας
τριῶν ἐπὶ τὰ τέσσαρα . δίχα δὲ τῶν εἰρημένων ἐναργέστατα παριστᾶσι τὴν τελεσφόρον δύναμιν ἑβδομάδος καὶ αἱ ἐκ βρέφους ἄχρι
4194904 θεραπευται
θαλάσσης μικροὶ μέν εἰσι τὸ μέγεθος , μεγίστων δὲ παθημάτων θεραπευταί . καυθέντες γὰρ καὶ ποθέντες δυσεντερικοὺς ὠφελοῦσι τοὺς μήπω
τὰ γυμναστικὰ ἐμοῦ ἐρωτῶντος οἵτινες ἀγαθοὶ γεγόνασιν ἢ εἰσὶν σωμάτων θεραπευταί , ἔλεγές μοι πάνυ σπουδάζων , Θεαρίων ὁ ἀρτοκόπος
4188655 Ἀμμωνιος
δὲ παρεκβαῖνον τὸ μέτρον τῆς δικαιοσύνης . ὅ τε γὰρ Ἀμμώνιος καὶ Ἐρύθριος ὁ Αἰγύπτιος διεμάχοντο πρὸς ἀλλήλους ἐν Βυζαντίῳ
δὲ βαστάσας αὐτὸ οἷον λικνοφορήσας τούτων γεύεται , ὡς ἱστορεῖ Ἀμμώνιος ἐν γʹ περὶ Βωμῶν καὶ Θυσιῶν . ΚΙΣΣΥΒΙΟΝ τὸ
4183299 Πηνελοπης
ἐπιστήμαις σχολάζοντες τῆς φιλοσοφίας ἀμελοῦσιν , ἐοίκασι τοῖς μνηστῆρσι τῆς Πηνελόπης , οἵτινες αὐτῇ συγγενέσθαι μὴ δυνάμενοι ἠγάπων κἂν ταῖς
παρασιτῶν ἐπ ' οἰκίας ἀδεσπότου : καὶ ἔφη μὲν τῆς Πηνελόπης ἐρᾶν , ἐμίγνυτο δὲ ταῖς δούλαις ταῖς τοῦ Ὀδυσσέως
4179494 ἱστοριογραφοι
. καὶ ἄλλοι δὲ πολλοὶ γεγόνασιν Ἄρατοι ἄνδρες ἐλλόγιμοι , ἱστοριογράφοι , ὥσπερ ὁ Κνίδιος , οὗ φέρονται Αἰγυπτιακὰ ἱστορικὰ
λόγον καὶ ὡς ἴδια ἐξήνεγκαν Εὔμηλός τε καὶ Ἀκουσίλαος οἱ ἱστοριογράφοι . . , , : Εὔμηλος δὲ ὁ Ἀμφιλύτου
4176081 ὀλλυμενης
ἤγουν τῆς πληθύος τοῦ λαοῦ , τουτέστι τῶν πολιτῶν , ὀλλυμένης καὶ φθειρομένης , τῆς μιξοθρόου , ἤτοι τῆς θροῦν
χεῖρα κάμῃ καὶ θυμόν , ὑποβρυχίης δ ' ἄρα νηὸς ὀλλυμένης ἀπάνευθε λιπὼν οἰήια μοῦνος τυτθὸν ἐπὶ σκάφος εἶσι ,
4175657 φορτιδες
κύματος ἐκεῖ μάλιστα διὰ τὰς πέτρας ταρασσομένου . ὅθεν αἱ φορτίδες αἱ Βιθύου καὶ εἴ τις ἄλλος ἔμπορος ὑπὸ κέρδους
ὁ κόλπος καὶ ἐκεῖνο τεκμηριῶσαι ἱκανόν . αἱ ναῦς αἱ φορτίδες αἱ τὴν θάλατταν περῶσαι καὶ ἐνταῦθα κατακολπίζουσι , πεφρίκασι
4173994 ἐπιδημιας
τελείας ἀπραγίας , αἱ δ ' ἀνατολαὶ ταχίστας ποιοῦσι τὰς ἐπιδημίας , δηλαδὴ τῶν τῆς Σελήνης σχηματισμῶν καὶ τῶν κέντρων
' αὖ τῆς μὲν παρὰ τῶν θεῶν τιμῆς πότερον τὰς ἐπιδημίας εἴποι τις , αἷς τὸ κοινὸν ἐτίμησαν , ἢ
4173662 βιβλοι
εὐθυπλοκία . χαλκοτυπική , κεραμική , φλοιστική , φελλοί , βίβλοι , πρωτογενές , ἀσύνθετον . γλυπτικὴ σφραγίδων , δρυοτομική
ἵνα δὲ μηδὲ τῶν βιβλίων ἀμελεῖν δοκῶμεν , εἴποις ἂν βίβλοι , βιβλίον : παρὰ δὲ Ἀριστοφάνει καὶ βιβλιδάριον .

Back