περὶ τὰ μέρη δὲ αὐτῆς κατοικοῦσιν αἱ Φορκίδες καὶ αἱ Γοργόνες οὕτω καλούμεναι , θυγατέρες Φόρκυνος , τοῦ υἱοῦ Πόντου
ἐξ ἀνθρώπου θηρίον . Τοῦτο οἱ Κένταυροι , τοῦτο αἱ Γοργόνες , τοῦτο αἱ Χίμαιραι , ὁ Γηρυόνης , ὁ
8160445 Φορκιδες
ἢ Αἰθιοπίας , περὶ τὰ μέρη δὲ αὐτῆς κατοικοῦσιν αἱ Φορκίδες καὶ αἱ Γοργόνες οὕτω καλούμεναι , θυγατέρες Φόρκυνος ,
ἢ Αἰθιοπίας : περὶ τὰ μέρη δὲ αὐτῆς κατοικοῦσιν αἱ Φορκίδες καὶ αἱ Γοργόνες , γυναῖκες οὕτω καλούμεναι , αἱ
7851561 Ἀμαζονες
κρατήσει . Ἄριστα χωλὸς ὑφεῖ : φασίν , ὅτι αἱ Ἀμάζονες τοὺς γεννωμένους ἄῤῥενας ἐπήρουν : ὅθεν πολεμοῦντες αὐταῖς οἱ
κρατήσει . Ἄριστα χωλὸς ὑφεῖ : φασίν , ὅτι αἱ Ἀμάζονες τοὺς γεννωμένους ἄῤῥενας ἐπήρουν : ὅθεν πολεμοῦντες αὐταῖς οἱ
7639126 Σειρηνες
Μελπομένης δὲ , ἢ κατά τινας Τερψιχόρης καὶ Ἀχελώου , Σειρῆνες : Τερψιχόρης δὲ , ἢ Μελπομένης καὶ Λίνου τοῦ
τετρακτύς : ὅπερ ἐστὶν ἡ ἁρμονία , ἐν ἧι αἱ Σειρῆνες . τὰ δὲ τί μάλιστα , οἷον τί τὸ
7590048 Νυμφαι
ἕλκος . τῆνον μὲν περὶ παῖδα φίλοι κύνες ὠρύονται καὶ Νύμφαι κλαίουσιν Ὀρειάδες : ἁ δ ' Ἀφροδίτα λυσαμένα πλοκαμῖδας
. ὕδατι δ ' ἐν μέσσῳ Νύμφαι χορὸν ἀρτίζοντο , Νύμφαι ἀκοίμητοι , δειναὶ θεαὶ ἀγροιώταις , Εὐνίκα καὶ Μαλὶς
7580641 Νηρηιδες
φασί , Μοῦσαι μὲν οὐδ ' ἀφίκοντό ποτε ἐνταῦθα , Νηρηίδες δὲ ἔτι φοιτῶσι . „ μετὰ ταῦτα δὲ ἠρόμην
Ἑλένη καὶ γάμον ἐδαίσαντο σφῶν Ποσειδῶν τε αὐτὸς καὶ Ἀμφιτρίτη Νηρηίδες τε ξύμπασαι καὶ ὁπόσοι ποταμοὶ καὶ δαίμονες ἔρχονται τὴν
7546102 Γραιας
. Καὶ πρῶτον μὲν ἡγεῖτο αὐτῷ πρὸς τὰς τοῦ Φόρκου Γραίας , Πεμφρηδὼ καὶ Ἐντὼ καὶ Ἰαινὼ , Ἀθηνᾶς φρασάσης
καὶ παραχάραττε μὴ τὴν ἀλήθειαν , ἀλλὰ τὸ νόμισμα . Γραίας ἐρείκης ἅψαντες πυρί : ἐπὶ τῶν ἀχρήστως καὶ ὀξέως
7515971 ἁρπυιαι
ἀδελφαὶ καὶ θυγατέρες Θαύμαντος καὶ Ἠλέκτρας τῆς Ὠκεανοῦ θυγατρός . ἅρπυιαι δὲ λέγονται καὶ ὄρνεά τινα ἁρπακτικὰ ὅθεν ἐμυθεύσαντο καὶ
Εὐρυβία Κητώ . Θαύμαντος μὲν οὖν καὶ Ἠλέκτρας Ἶρις καὶ ἅρπυιαι , Ἀελλὼ καὶ Ὠκυπέτη , Φόρκου δὲ καὶ Κητοῦς
7461223 νυμφαι
ἀλαὸς τοὺς ὦπας . καὶ νυκταλωπιῶν : ὁ νυστάζων . νύμφαι : σκώληκες οἱ ἐν τοῖς τῶν μελισσῶν κυττάροις ,
ἐν ταύταις λοῦσαι τεχθέντα Ἑρμῆν αἱ περὶ τὸ ὄρος λέγονται νύμφαι , καὶ ἐπὶ τούτῳ τὰς πηγὰς ἱερὰς Ἑρμοῦ νομίζουσιν
7457510 Βακχαι
Ἀλκιβιάδου οὐδὲν διάφορον τῶν Βακχῶν ἐπεπόνθειν . καὶ γὰρ αἱ Βάκχαι ἐπειδὰν ἔνθεοι γένωνται , ὅθεν οἱ ἄλλοι ἐκ τῶν
: αἵτινες , καὶ αὗται . Βάκχοιο : Διονύσου . Βάκχαι : τιθήναι παρδάλεις Διονύσου , καὶ δεῖγμα ταύταις τὸ
7432311 καλουμεναι
Ἀπόλλωνός φησιν εἶναι . κόραι δὲ ἱερῶνταί σφισι παρθένοι , καλούμεναι κατὰ ταὐτὰ ταῖς θεαῖς καὶ αὗται Λευκιππίδες . τὸ
μὴ ' πιορκῇς πολλάκις . λοβός τίς ἐστι καὶ ψύαι καλούμεναι : ταύτας ἐπιτεμὼν πρὶν θεωρῆσαι μαθών Φοινικίδης δ '
7413650 Ὠκυπετη
ὁπλαῖς εἶπεν . Ἅρπυιαι δὲ μυθικῶς δαίμονές τινες Ἀελλὼ καὶ Ὠκυπέτη καὶ Κελαινὼ Ἴριδος ἀδελφαὶ καὶ θυγατέρες Θαύμαντος καὶ Ἠλέκτρας
μὲν οὖν καὶ Ἠλέκτρας Ἶρις καὶ ἅρπυιαι , Ἀελλὼ καὶ Ὠκυπέτη , Φόρκου δὲ καὶ Κητοῦς Φορκίδες καὶ Γοργόνες ,
7373581 πυλαι
ἡμίσεα ἑκατέρωθεν . ἐπεὶ δ ' ἀνεπετάννυντο αἱ τοῦ βασιλείου πύλαι , πρῶτον μὲν ἤγοντο τῷ Διὶ ταῦροι πάγκαλοι εἰς
Ἀδραμύττιον : ἦν δέ ποτε ὑπὸ Λυδοῖς , καὶ νῦν πύλαι Λύδιαι καλοῦνται ἐν Ἀδραμυττίῳ , Λυδῶν τὴν πόλιν ἐκτικότων
7345330 ἀδελφαι
γρ . εὐπρεπέστατα . πολὺ ] κατὰ . ἄμωμοι . ἀδελφαὶ . ταὐτοῦ ] τοῦ ἑνὸς γένους . ἀπὸ .
ποτε , ὦ ἄνδρες δικασταί , τοὺς ἑαυτῶν ἄνδρας αἱ ἀδελφαὶ μαρτυρεῖν εἴασαν καὶ ἐπέτρεψαν . Καὶ μὴν οὐδ '
7315314 φυγουσαι
αὐτοῦ καταγνοῦσαι δεσμωτήριον μὲν καὶ τύμβον ἐκάλεσαν τὸ σῶμα , φυγοῦσαι δ ' ὥσπερ ἐξ εἱρκτῆς ἢ μνήματος ἄνω κούφοις
τὴν πέτραν . φυγοῦσαι : λιποῦσαι . λιποῦσαι : γράφεται φυγοῦσαι . γράφεται λυποῦσαι πρὸς τὸ σημαινόμενον πρῶτον . Πυγμαίων
7274317 κοραι
ἰαχαῖς τε νύμφαν . ἴτ ' , ὦ καλλίπεπλοι Φρυγῶν κόραι , μέλπετ ' ἐμῶν γάμων τὸν πεπρωμένον εὐνᾶι πόσιν
νυκταλωπικοῦ πάθους , καί τι χαλεπὸν ἐγίνετο . αἱ γὰρ κόραι τῶν ὀφθαλμῶν ἐμειοῦντο πυκνούμεναι ὑπὸ τῆς ψύξεως , αὐτὸς
7251314 ἐλθουσαι
ΓΔ . Ἀλλὰ δηλονότι μέχρι τῶν Κ , Λ περάτων ἐλθοῦσαι στήσονται καὶ ἐφ ' ἑαυτὰς ἀνακλασθήσονται . . .
ἀρχαὶ πλὴν βουλῆς καὶ πρυτάνεων εἰς τὸ τοῦ Ἀπόλλωνος ἱερὸν ἐλθοῦσαι φερόντων ψῆφον κρύβδην , τῶν νομοφυλάκων ὅντιν ' ἂν
7233705 Φορκυνος
ὅταν περάσῃς τὸν Τάναϊν , ἕστ ' ἂν εἰς τὰς Φόρκυνος θυγατέρας καὶ εἰς τὰς Γοργόνας ἀφίξῃ , ἐπιφέρει τοῦτο
εἰπὼν ὅταν περάσῃς τὸν Τάναϊν ἔστ ' ἂν εἰς τὰς Φόρκυνος θυγατέρας καὶ ἐς τὰς Γοργόνας ἀφίξῃ , ἐπιφέρει τοῦτο
7184086 θυγατερες
ᾖ : Ποσειδῶνος καὶ Ἀμυμώνης ὕδασιν : Ἀμυμωνίοις : Δαναοῦ θυγατέρες Ἵππη Ἀμυμώνη Φυσάδεια * * * : περιβαλὼν αὐταῖς
' ἄγριον εἵλεο παίδων : τοῦ Προίτου μανεῖσαι αἱ τρεῖς θυγατέρες πάλιν διὰ τῆς Ἀρτέμιδος ἡμερώθησαν . ὁ δὲ κτίζει
7174262 ἀσπιδες
δὲ τοῦτο διὰ τὸ περιφερεῖς εἶναι καὶ τούτους ὡς αἱ ἀσπίδες . γοργόνωτον ἀσπίδος κύκλον : περιφραστικῶς τὴν ἀσπίδα .
τροπικῶς , ἀπὸ τοῦ ὅλου τὸ μέρος . βοάγρια αἱ ἀσπίδες . ὁ δὲ Ἀπίων τὰ ἐκ βοῆς ἠγρευμένα ,
7141817 Φορκου
κεφαλήν . ὁ δὲ Ἑρμοῦ καὶ Ἀθηνᾶς προκαθηγουμένων ἐπὶ τὰς Φόρκου παραγίνεται θυγατέρας , Ἐνυὼ καὶ Πεφρηδὼ καὶ Δεινώ :
Περγαμηνός φησι Κυανέας μὲν ὑπὸ ἀνθρώπων , ὑπὸ δὲ θεῶν Φόρκου πύλας κεκλῆσθαι . : Τὸν δὲ νῦν λεγόμενον παράσιτον
7114165 ἐξοχαι
ἐν τοῖς τόποις τῆς Ἴδης . κορυφαὶ δέ , ἤγουν ἐξοχαί , τῆς Ἴδης τέσσαρες : Φαλάκρα , Λεκτόν ,
τῶν ἐργαστηρίων ταῖς θύραις , καὶ εἴ τινες ἦσαν ξύλων ἐξοχαί , πῦρ προσετίθεσαν . ῥᾷστα δὲ διὰ πυκνότητα τῶν
7112856 συριγγες
αἱ πλημμυρίδες τῶν ποταμῶν , πλῆμναι δὲ αἱ τῶν τροχῶν σύριγγες . πλῆθος καὶ ὄχλος διαφέρει . πλῆθος μὲν γάρ
. ‖ χνόαι : αἱ χοινικίδες , αἱ τοῦ ἄξονος σύριγγες . ‖ χνόην : τὸν τῶν ποδῶν ψόφον .
7112337 Ὑαδας
: ἐν δὲ τὰ τείρεα πάντα , Πληιάδας θ ' Ὑάδας τε τό τε σθένος Ὠρίωνος ἄρκτον τε . ἐπλανήθησαν
, σκιεράν κατάσκιον , ἄπυρον , ἀνήλιον . Πλειάδας , Ὑάδας , Ὠρίωνα , ἄρκτους , ἀρκτοῦρον , ὄφιν ,
7092771 ἱερειαι
Ἀττικὸν καὶ γνήσιον , ἐξ οὗ ἐγίνοντο τῆς Ἀθηνᾶς αἱ ἱέρειαι . Ἐξ ὅτου . Ἀντὶ τοῦ ἀφ ' οὗ
φύς , ἃς ἐφ ' ἑκάστοις τοῖς γάμοις εὔξονται καὶ ἱέρειαι καὶ ἱερεῖς καὶ σύμπασα ἡ πόλις ἐξ ἀγαθῶν ἀμείνους
7071733 παρθενοι
τελεῖν τὰ Θεσμοφόρια . εἰσὶ δὲ τὰ Θεσμοφόρια τοιαῦτα : παρθένοι γενναῖαι καὶ τὸν βίον σεμναὶ κατὰ τὴν ἡμέραν τῆς
τοῦ Ἕκτορος οὕτω κομῶντος . ὁ δὲ νοῦς : ὅσαι παρθένοι θελήσουσιν ἐκφυγεῖν τὸν ζυγὸν τῶν ἀνδρῶν ἤτοι τὸν γάμον
7042636 Εὐρυαλη
: ἀντὶ τοῦ οὐκ ἐχθρόν : Γοργόνες τρεῖς , Σθενὼ Εὐρυάλη Μέδουσα : γράφεται καὶ τρέπε : ἀντὶ τοῦ ἐξ
καὶ κατέλαβε τὰς Γοργόνας κοιμωμένας . ἦσαν δὲ αὗται Σθενὼ Εὐρυάλη Μέδουσα . μόνη δὲ ἦν θνητὴ Μέδουσα : διὰ
7035823 ἀγριαι
λελυμέναι . ἐδοκοῦ - σαν δέ μοι αἱ γυναῖκες αὗται ἄγριαι εἶναι . ἐκέλευσε δὲ αὐτὰς ὁ ποιμὴν ἆραι τοὺς
οὕτως Εὔπολις . στρουθίζων : τρίζων . Ἀριστοφάνης . στρουθοὶ ἄγριαι : αἱ στρουθοκάμηλοι . στρωματόδεσμα : οὐδετέρως Ἀττικοί ,
7003285 Σποραδες
Ἀνθρώπων ἀπάνευθε κύει λιγύφωνος ἀηδών . Νῆσοι δ ' ἑξείης Σποράδες περὶ παμφαίνουσιν , Οἷον ὅτ ' ἀνεφέλοιο δι '
καὶ ἄπωθεν τῶν ἀνθρώπων γεννᾷ ἢ νεοττεύει . Αἱ δὲ Σποράδες νῆσοι ἐφεξῆς μετὰ τὰς Κυκλάδας πανταχοῦ ἐν τῷ πόντῳ
6999748 Ἀγαυη
καλουμένη . Σεμέλη μὲν οὖν ἐκεραυνώθη , ὡς ἴσμεν , Ἀγαυὴ δὲ καὶ Ἰνὼ μανεῖσαι τὰ τέκνα διέφθειραν . Θυώνην
ὠκύτητ ' οὐχ ἥσσονες [ ποδῶν ἔχουσαι συντόνοις δρομήμασι μήτηρ Ἀγαυὴ σύγγονοί θ ' ὁμόσποροι ] πᾶσαί τε βάκχαι ,
6999516 γερανοι
πορείας ἔχονται . οὕτω μὲν δὴ θερίζουσί τε καὶ χειμάζουσι γέρανοι : σοφίαν δὲ ἥγηνται ἄνθρωποι θαυμαστὴν τοῦ Περσῶν βασιλέως
αὐτὸν λειμῶνα ἐνέμοντο . ἐπιφανέντων δὲ αὐτοῖς θηρευτῶν αἱ μὲν γέρανοι ἐλαφραὶ οὖσαι ἀπέπτησαν , οἱ δὲ χῆνες μείναντες διὰ
6998883 ἰδουσαι
τοῦ ἐρύματος ἐτράποντο καὶ ἀπὸ τῶν κεφαλῶν τῶν ἔνδον . ἰδοῦσαι δ ' αἱ γυναῖκες τῶν Ἀσσυρίων καὶ τῶν συμμάχων
] ταῦτα μετά τινος πάθους ἀναβοῶσιν ἐξ ἀπόπτου τοὺς Αἰγυπτιάδας ἰδοῦσαι . μάρπις ] ὁ ἐλθὼν ἐπὶ τὸ μάρψαι ἡμᾶς
6996869 ἀλκυονες
ἐπ ' ἀκροτάτοις ἱζάνοισι ποικίλαι πανέλοπες , αἰολόδειροι λαθιπορφυρίδες καὶ ἀλκυόνες τανυσίπτεροι . ἐν ἄλλοις δέ φησιν : αἰεί μ
ἁλιπορφύρου τι ἄνθος ἔχει . περιθέουσι δ ' αὐτὸν καὶ ἀλκυόνες ὁμοῦ μὲν ᾄδουσαι τὰ τῶν ἀνθρώπων , ἐξ ὧν
6986965 δρυες
ἤγαγεν ὕλην ἀνέρας ἐργοπόνοιο δαήμονας Ἀτρυτώνης . ἔνθα πολυπρέμνοιο δαϊζόμεναι δρύες Ἴδης ἤριπον ἀρχεκάκοιο περιφροσύνῃσι Φερέκλου , ὃς τότε μαργαίνοντι
εἰσὶ τὸ σημεῖον τὸ ἄπιστον , αἱ προσαγορεύουσαι καὶ μαντευόμεναι δρύες : ἄπιστον γὰρ τέρας τὸ δρῦς ἐκπέμπειν φωνάς :
6970501 διεσπασαντο
τὸν Ἀκταίωνος ἄθλιον μόρον , ὃν ὠμόσιτοι σκύλακες ἃς ἐθρέψατο διεσπάσαντο , κρείσσον ' ἐν κυναγίαις Ἀρτέμιδος εἶναι κομπάσαντ '
τῶν ἀναιρουμένων , ἀλλ ' οἰωνοὶ καὶ κύνες ἄνδρας τοιούσδε διεσπάσαντο . πολὺς δὲ καὶ ἄλλος ἦν τῶν στασιωτῶν φόνος
6958200 πετραι
καὶ πέτραις ἐμπέδοις καὶ στερεαῖς . εἰσὶ γὰρ ἐν ὄρεσι πέτραι εὔθραυστοι καὶ σομφώδεις . τὸ σὸν γὰρ ἄνθος :
καὶ τῶν πτωμάτων . πέτραι ἐξανέχουσαι τῆς θαλάσσης . θαλάσσιαι πέτραι . θαλάσσιοι . καὶ ἀτάκτως . ἐκωπηλατεῖτο . στρατεύματος
6957608 ποδηρεις
βοστρυχιζομένους καὶ κεκρυφάλοις τὰς πλοκαμίδας ἀναδοῦντας ἐνδύεσθαί τε ποικίλους καὶ ποδήρεις χιτωνίσκους , καὶ χλανιδίοις ἀμπέχεσθαι λεπτοῖς καὶ μαλακοῖς ,
ἐν Ἠδωνοῖς . ” ὅστις χιτῶνας βασσάρας τε Λυδίας ἔχει ποδήρεις ” . φερόμενοι λόγοι βίαιοι . καὶ δῆλον ὅτι
6951029 ὀχθαι
ὄχθαι τῶν ποταμῶν τὰ Κυδώνια ἐκόμισσαν ἄναυροι ] φύουσιν ποτάμιοι ὄχθαι ἐν Κρήτῃ ἢ καὶ ἑτέρωθεν . ἄναυροι οἱ χείμαρροι
καὶ λίμναι καὶ προλιμνάδες καὶ ποταμοὶ καὶ ἄνδηρα ποταμῶν καὶ ὄχθαι καὶ γέφυραι καὶ πυλίδες καὶ ψαλίδες . ἔστι δὲ
6945621 μαχαιραι
Τηλέφου ἡ στολή . καὶ νεβρίδες δὲ καὶ διφθέραι καὶ μάχαιραι καὶ σκῆπτρα καὶ δόρατα καὶ τόξα καὶ φαρέτρα καὶ
, ὅ τι μὴ θυρεοί : ἀμυντήρια δὲ λόγχαι καὶ μάχαιραι κοπίδες ὑπερμήκεις . Τό τε χωρίον , ἐν ᾧ
6938335 ἁλκυονες
ἐν ἁλὶ κύειν . Ἀντίγονός φησιν , ὅταν γηράσωσιν αἱ ἁλκυόνες , κηρύλους καλεῖσθαι . Ἀριστοτέλης δὲ διῄρησεν ἁλκυόνα καὶ
Νηρηΐδων . . . Λευκοθέαν , Παλαίμονα , Ἀφροδίτην . ἁλκυόνες οὖν ἐκλήθησαν παρὰ τὸ ἐν ἁλὶ κύειν . Ἀντίγονός
6935404 ἀκται
κατὰ τὸ θυρῶν ἀρασσομένων . νωλεμές : συχνῶς . ἁλιμυρέες ἀκταί : αἱ ὑπὸ θαλάσσης περιρρεόμεναι ἢ περιρραινόμεναι . θελήμονα
πετράων νωλεμὲς οὔατ ' ἔβαλλε , βόων δ ' ἁλιμυρέες ἀκταί : δὴ τότ ' ἔπειθ ' ὁ μὲν ὦρτο
6917915 αἰγειροι
. Καὶ ἐν Ἰταλίᾳ δὲ ὁ Ἠριδανὸς καὶ Φαέθων καὶ αἴγειροι ἀδελφαὶ θρηνοῦσαι καὶ ἤλεκτρον δακρύουσαι . εἴσεται δὲ ὁ
ἐπισκιάζῃ τὴν ἄμπελον : εἰσὶ δὲ αἱ τοιαῦται πτελέαι , αἴγειροι , μελίαι , σφένδαμος . Ἐχέτω δὲ ὕψος ὡς
6913589 χελιδονες
ὄρνιθες ἄπληστον κλύζονται ἐνιέμεναι ὑδάτεσσιν : Ἢ λίμνην πέρι δηθὰ χελιδόνες ἀΐσσονται γαστέρι τύπτουσαι αὔτως εἰλεύμενον ὕδωρ : ἢ μάλα
βοτάνη ἐστί , καὶ φυέται καθ ' ὃν καιρὸν αἱ χελιδόνες φαίνονται . δαύκειον : ὅπερ Ἀπολλόδωρός φησιν ἐν τῷ
6890663 στηλαι
γε ἐν Ταρτησσῷ πρὸς Ἰβήρων τιμώμενον Ἡρακλέα , ἵνα καὶ στῆλαί τινες Ἡρακλέους ὠνομασμέναι εἰσι , δοκῶ ἐγὼ τὸν Τύριον
Κυλλήνης ἐν ὄρεσσι θεῶν κήρυκ ' ἔτεχ ' Ἑρμῆν . στῆλαί τ ' Αἰγαίωνος ἁλὸς μεδέοντι Γίγαντος βρυαζούσης λεαίνης ὀλόμενε
6889130 ἱσταμεναι
τ ' αἰπὺ πτολίεθρον Θήβην Ἠετίωνος ἑλὼν ληίσσατο κούρας , ἱστάμεναι γοάασκον ἀμύσσουσαι χρόα καλόν , στήθεά τ ' ἀμφοτέρῃσι
τοῖσιν αὐλοὶ φόρμιγγές τε βοὴν ἔχον : αἳ δὲ γυναῖκες ἱστάμεναι θαύμαζον ἐπὶ προθύροισιν ἑκάστη . λαοὶ δ ' εἰν
6883562 κωπαι
σκεύη κάλοι , ἱστία , κρίκοι , ἡνία , κωπίς κῶπαι , οἴακες , πηδάλια , πλῆκτρα , ὡς Σοφοκλῆς
νηῦς ἐρέτῃσιν , δὶς τόσον ἂψ ἀπόρουσεν , ἐπεγνάμπτοντο δὲ κῶπαι ἠύτε καμπύλα τόξα , βιαζομένων ἡρώων . ἔνθεν δ
6873882 περιδρομοι
μελανοκάρδιος πέτρα Ἀχερόντιός τε σκόπελος αἱματοσταγὴς φρουροῦσι , Κωκυτοῦ τε περίδρομοι κύνες , ἔχιδνά θ ' ἑκατογκέφαλος , ἣ τὰ
. ἁψῖδες δὲ αἱ συναφαί , περιηγέες δὲ περιφερεῖς , περίδρομοι . ἑαῖς : ἔδει τεαῖς εἰπεῖν . ὁλκόν :
6858788 Ἀτλαντος
ἀφ ' ἧς αἰτίας δόξαι τὸν σύμπαντα κόσμον ἐπὶ τῶν Ἄτλαντος ὤμων ὀχεῖσθαι , τοῦ μύθου τὴν τῆς σφαίρας εὕρεσιν
ἔνι Λάδων εἰσέτι που χθιζὸν παγχρύσεα ῥύετο μῆλα χώρῳ ἐν Ἄτλαντος , χθόνιος ὄφις , ἀμφὶ δὲ νύμφαι Ἑσπερίδες ποίπνυον
6848153 μανεισαι
Ἀνθηδόνιος ] : ἀπὸ τῶν Ποτνιάδων ἵππων μετήνεγκεν , αἳ μανεῖσαι ἔφαγον τὸν Γλαῦκον : ἀβάκχευτον αἳ θίασον : ἤτοι
. θυμὸν ἀπ ' ἄγριον εἵλεο παίδων : τοῦ Προίτου μανεῖσαι αἱ τρεῖς θυγατέρες πάλιν διὰ τῆς Ἀρτέμιδος ἡμερώθησαν .
6846470 νησοι
πρὸς τὰς ἐπικειμένας νήσους οὐ πλέον διαλείποντας ἢ ὅσον αἱ νῆσοι πρὸς ἀλλήλας : ὥστε καὶ παραπλεῖν καὶ περιπλεῖν καὶ
Θήβας , κολακικῶς δὲ τοῦτό φησιν : αἱ γὰρ Μακάρων νῆσοι παρ ' Ὠκεανὸν βαθυδίνην κατά τε Ἡσίοδον , Ὅμηρον
6843751 Ἑσπεριδες
φησιν αὐτάς , ἔνιοι δὲ τὰς αὐτὰς ταῖς Ἀτλαντίσιν . Ἑσπερίδες δὲ ὀνομάζονται διὰ τὸ ἐν τῇ ἑσπέρᾳ , τουτέστιν
μζ ∠ ʹ λα δʹ Πενταπόλεως : Βερενίκη ἡ καὶ Ἑσπερίδες . . . . . μζ ∠ ʹδʹ λα
6843073 περοναι
δὲ δύο κάτω : καὶ πρὸς μὲν τὸν ἀγκῶνα δύο περόναι πεφυκυῖαι ἄνω ἐκ τοῦ ὀστέου πεφύκασιν , αὗται σὺν
ὀργάνοις τισὶ πρὸς ἄλλας μοχλείας κατεσκευασμέναι . ῥίζαι δὲ καὶ περόναι ἐν τοῖς ὀργάνοις πλείστας ἔχουσι χρείας . εὐθέως μέντοι
6839879 Λευκαι
: ὅθεν ἡ πόλις Ἄπτερα , αἱ δὲ πλησίον νῆσοι Λευκαί . οἱ δὲ ἀπὸ Γλαύκου τοῦ Κυρηναίου . ὁ
καλεῖται , εἰς ὃν κεῖνται νῆσοι τρεῖς , αἳ καλοῦνται Λευκαί . Ἀπὸ τῆς Μίνωος εἰς Ἀμφιμάτριον στάδιοι ρνʹ :
6817386 σεληναι
ἥλιον . Ἴβυκος δὲ πάντα τὰ ἄστρα σείρια λέγει . σελῆναι : πέμματα πλατέα κυκλοτερῆ . σηκός : σημαίνει μὲν
τοῖς θεοῖς καὶ μετὰ τῶν σπλάγχνων ἔθυον . αἱ δὲ σελῆναι πέμματα ἦσαν πλατέα κυκλοτερῆ . πέλανοι δὲ πέμματα ἐκ
6801455 Πενθεα
ἴναι , μήτ ' ἄλλῳ ἕπεσθαι . ” καὶ τὸν Πενθέα δὲ ἐνθένδε καταγόμενον διασπασθῆναί φασιν . ἦν δὲ καὶ
? Ἰοκάστης / [ Οἰδίποδος ] τὴν ? Σφίγγα : Πενθέα κόπτουσαν ? [ Ἀγαύην ] [ ] : εὑρομένην
6793095 Πεμφρηδω
πρῶτον μὲν ἡγεῖται αὐτῷ πρὸς τὰς τοῦ Φόρκου Γραίας , Πεμφρηδὼ καὶ Ἐντὼ καὶ Ἰαινώ , Ἀθηνᾶς φρασάσης : καὶ
πρῶτον μὲν ἡγεῖτο αὐτῷ πρὸς τὰς τοῦ Φόρκου Γραίας , Πεμφρηδὼ καὶ Ἐντὼ καὶ Ἰαινὼ , Ἀθηνᾶς φρασάσης . Καὶ
6784770 ἀρκτοι
ὁ Ἀττικός . Ἑλίκη δὲ καὶ Κυνόσουρα ἐν οὐρανῷ δύο ἄρκτοι , Διὸς ἡ ἑτέρα τροφός , οἱ δ '
Ἀλλ ' ὅτε δὴ κεφαλὰς μὲν ἐπ ' ἀντολίην ἔχον ἄρκτοι δέγμεναι ἠελίοιο θοὸν φάος , ἔγρετο δ ' Ἠώς
6769004 μετεβληθησαν
' ὄρνις : ἀηδόνα φησὶ καὶ χελιδόνα , εἰς ἃς μετεβλήθησαν Πρόκνη καὶ Φιλομήλα : ἡ μεμονωμένη καὶ ἐστερημένη τῆς
γὰρ εἰς σκολιῶν ὄφεων γένος ἠλλάχθησαν , ἤγουν εἰς ὄφεις μετεβλήθησαν , ὁπόταν ἀπὸ τοῦ Ἰσμηνοῦ ποταμοῦ τῆς Βοιωτίας ἢ
6768396 πνοαι
τοῦ ἀνέμου . ἀλλὰ θύελλαι : αἱ χειμεριναὶ καταιγίδες καὶ πνοαί . ὅθεν Ὅμηρος ἐν συνωνυμίᾳ τίθησι θυέλλας τε καὶ
Ἐραστείδης πρόγονος αὐτοῦ . * εὐτυχίᾳ . . Αὖραι ] πνοαί : ἤγουν ἐν βραχεῖ χρόνῳ ἄλλοτε ἄλλως διατίθεται τὰ
6764808 Πελειαδες
' οὗ τότε χοιράδες ἔσταν . Ἆμος δ ' ἀντέλλοντι Πελειάδες , ἐσχατιαὶ δέ ἄρνα νέον βόσκοντι , τετραμμένου εἴαρος
ἆθλον οὐρανοστεγῆ κλαίεσκον , ἔνθα νυκτέρων φαντασμάτων ἔχουσι μορφὰς ἄπτεροι Πελειάδες χλιδῶν τε πλόκαμος ὥστε παρθένοις ἁβραῖς : ὅθεν καλεῖν
6754542 Χθονιος
, πρῶτοι κατῴκησαν οἱ μετὰ Τρίοπος ἀφικόμενοι , ὧν ἡγεῖτο Χθόνιος ὁ Ποσειδῶνος καὶ Σύμης , ἀφ ' ἧς ἡ
οἱ περιλειφθέντες τῶν Σπαρτῶν , ὡς Αἰσχύλος φησίν , ἦσαν Χθόνιος , Οὐδαῖος , ! ! ] ! ! !
6746386 ἀνεχουσιν
τὰς πέτρας , αἳ κατὰ τὸ στενὸν τῆς ὁδοῦ μάλιστα ἀνέχουσιν , ἐς μὲν τὴν Μολουρίδα , ὡς ἀπὸ ταύτης
ἰχθυνόμων βασιλήων δελφίνων φώκης τε βοώπιδος αὐτίκα παῖδες ἐκ γενετῆς ἀνέχουσιν ἐοικότες οἷσι τοκεῦσιν . Οἱ δ ' ἦ τοι
6735904 ἐχομεναι
δ ' ἐστὶν ἡ Λυκία καὶ Βρυττία ἅτε δύο φύσεων ἐχόμεναι , πίσσης ἅμα καὶ ῥητίνης . Καλεῖταί τις καὶ
τελευτὴν καὶ μέσον ἔχει , ἀρχῆς καὶ ἀκμῆς καὶ παρακμῆς ἐχόμεναι . . : καὶ πρῶτον εἰς τοὺς Ἕλληνας μέτρα
6733630 πλατειαι
αἳ φυλάττουσι τὸν πνεύμονα . ἢ οἷον πέλυροι , ὡς πλατεῖαι . Πίσυνος . πιστὸς πιστόσυνος , καὶ συγκοπῇ πίσυνος
θύννους μὲν καλεῖ τοὺς Ἕλληνας , τήγανα δέ εἰσιν αἱ πλατεῖαι πέτραι ἠλοκισμένων δὲ ηὐλακισμένων , διεφθαρμένων ὥστε δοκεῖν αὐτοὺς
6731915 ἀκραι
. [ Λπ ] ? τῶν ἀλγηδόνων ? ? αἱ ἄκραι χρονίζειν ? ? ? ? [ ] οὐ δύνανται
οὐρῇ . Κείνη που κεφαλὴ τῇ νίσσεται , ἧχί περ ἄκραι μίσγονται δύσιές τε καὶ ἀντολαὶ ἀλλήλῃσιν . Τῇ δ
6729877 κεφαλαι
, ὡς καὶ τὸ ” τῆς δ ' ἦν τρεῖς κεφαλαί ” . τούτου δὲ τοῦ σχήματός ἐστι καὶ τὸ
, τί κακὸν τόδε πάσχετε ; νυκτὶ μὲν ὑμέων εἰλύαται κεφαλαί τε πρόσωπά τε νέρθε τε γοῦνα , οἰμωγὴ δὲ
6728360 νεβριδες
καὶ οὐ φέρουσι τὴν θερμασίαν αὐτοῦ . Ἠλλάσσοντο ] αἱ νεβρῖδες τῶν Βακχῶν , [ εἰς ] ὄφεις [ ἢ
Βάκχος θυμαίνων ἐπάτησεν , ὅτ ' ἠλλάσσοντο μὲν ἁβραὶ Ληνάων νεβρῖδες ἐς ἀσπίδας , ἐς δὲ σίδηρον θύρσοι μαιμώοντο καὶ
6721435 Νηρηϊδες
: θεαὶ δέ μιν ἀμφαγέροντο πᾶσαι ὅσαι κατὰ βένθος ἁλὸς Νηρηΐδες ἦσαν . ἔνθ ' ἄρ ' ἔην Γλαύκη τε
ποντίῳ τέκεν Ποσειδᾶνι , χρύσεόν τέ οἱ δόσαν ἰόπλοκοι κάλυμμα Νηρηΐδες . Τῶ σε , πολέμαρχε Κνωσίων , κέλομαι πολύστονον
6710878 Κελαινω
καὶ Ἠλέκτρη κυανῶπις , Ἀλκυόνη τε καὶ Ἀστερόπη δίη τε Κελαινώ , Μαῖά τε καὶ Μερόπη , τὰς γείνατο φαίδιμος
: ἑπτὰ δ ' ἐκεῖναι ἐπιρρήδην καλέονται Ἀλκυόνη Μερόπη τε Κελαινώ τ ' Ἠλέκτρη τε καὶ Στερόπη καὶ Τηϋγέτη καὶ
6699619 πτερυγες
τῷ τοῦ Ἀνδρέου ὀργάνῳ . καὶ αἱ ἐν τῷ ὀργάνῳ πτέρυγες δράκοντος καθηλωμέναι χελῶναι τύλων χρείας ἐπέχουσιν : ἰδίως δ
σίμβλων τοῦ κηρίου καὶ ἦσαν λευκαὶ ὡσεὶ χιὼν καὶ αἱ πτέρυγες αὐτῶν ὡς πορφύρα καὶ ὡς ὑάκινθος ⌈ καὶ ὡσεὶ
6693131 θεαι
τὸν Ἀπόλλω , τὸν Ἑρμῆν δὲ τοῦ Κάδμου . καὶ θεαὶ δ ' ἐλάττους οὐκ αἰσχύνονται φαινόμεναι τούτου , ἀλλ
ἐπιτάρροθος αἰεὶ ῥυομένη νούσων χαλεπῶν κακόποτμον ἀνίην . Κλῦτε , θεαὶ πάντιμοι , ἐρίβρομοι , εὐάστειραι , Τισιφόνη τε καὶ
6692467 Σατυροι
χρυσῶν μαζονόμων φέροντες , ἑκατὸν εἴκοσι . Μεθ ' οὓς Σάτυροι τεσσαράκοντα , ἐστεφανωμένοι κισσίνοις χρυσοῖς στεφάνοις : τὰ δὲ
ὄνου τὰ πολλὰ ὀχούμενος , Λυδὸς οὗτος , οἱ δὲ Σάτυροι ὀξεῖς τὰ ὦτα , καὶ αὐτοὶ φαλακροί , κεράσται
6676212 Ζηθος
χθών . τὰ δὲ τῶν Θηβῶν τείχη ἔκτισαν Ἀμφίων καὶ Ζῆθος , παῖδες Ἀντιόπης τῆς Ἀσώπου , ᾗ συμμιγεὶς ὁ
μακρᾷ παραλήγοντα μὴ κοινὰ κατὰ γένος βαρύνεται : μῦθος κῶθος Ζῆθος Ξοῦθος . τὸ δὲ στρουθός κοινὸν τῷ γένει .
6671126 Δαναου
τὴν πόλιν , τὸν δὲ Λυγκέως τε καὶ Ὑπερμήστρας τῆς Δαναοῦ παῖδα εἶναι . Ἀπόλλωνος δὲ ἱερὰς νενομίκασιν εἶναι τὰς
τῇ Λίνδῳ , αἱ δ ' ἄλλαι μετὰ τοῦ πατρὸς Δαναοῦ εἰς Ἄργος ἐξέπλευσαν . Μικρὸν δ ' ὕστερον τούτων
6664230 γοργονες
λιβύης , ἃ πρὸς δύσιν εἰσίν : ὅτι δὲ αἱ γοργόνες οὔκ εἰσι πρὸς ἄρκτους , δῆλον : οὐδεὶς γὰρ
ἧς πλησίον καὶ ἡ Χάρυβδις περὶ Μεσήνην ὥσπερ καὶ αἱ γοργόνες ἐν Ταρτησῷ τῆς Ἰβηρίας † κἄν τινες ἐν Ταρσῷ
6663609 ἀπτεροι
λύσαντας εἰς ἔχθραν ποτὲ ἐλθεῖν . ἐν δὲ τῇ τελευτῇ ἄπτεροι μέν , ὡρμηκότες δὲ πτεροῦσθαι ἐκβαίνουσι τοῦ σώματος ,
ἆθλον οὐρανοῦ στέγῃ κλαίεσκον , ἔνθα νυκτέρων φαντασμάτων ἔχουσι μορφὰς ἄπτεροι Πελειάδες . ἀπτέρους γὰρ αὐτὰς εἴρηκε διὰ τὴν πρὸς
6662379 ἑζεσθην
ἦμαρ Ἀχαιῶν . αἳ μὲν Ἀχαιῶν κῆρες ἐπὶ χθονὶ πουλυβοτείρῃ ἑζέσθην , Τρώων δὲ πρὸς οὐρανὸν εὐρὺν ἄερθεν : αὐτὸς
κὰδ δ ' ἄρ ' Ἀθηναίη τε καὶ ἀργυρότοξος Ἀπόλλων ἑζέσθην ὄρνισιν ἐοικότες αἰγυπιοῖσι φηγῷ ἐφ ' ὑψηλῇ πατρὸς Διὸς
6645709 Ἀελλω
ἴσην ἁρπυίαις ὁπλαῖς εἶπεν . Ἅρπυιαι δὲ μυθικῶς δαίμονές τινες Ἀελλὼ καὶ Ὠκυπέτη καὶ Κελαινὼ Ἴριδος ἀδελφαὶ καὶ θυγατέρες Θαύμαντος
. Θαύμαντος μὲν οὖν καὶ Ἠλέκτρας Ἶρις καὶ ἅρπυιαι , Ἀελλὼ καὶ Ὠκυπέτη , Φόρκου δὲ καὶ Κητοῦς Φορκίδες καὶ
6631923 Τριτωνος
εἷλκον ἀκάνθας . ἡ δὲ Φαληρικὴ ἦλθ ' ἀφύη , Τρίτωνος ἑταίρη , ἄντα παρειάων σχομένη ῥυπαρὰ κρήδεμνα τοὺς δ
: αὔξεται γὰρ ὑπὸ τῆς κατασυρομένης ἰλύος τῆς Νείλου . Τρίτωνος ἐκβολαῖσιν τοῦ Νείλου ταῖς ἐκχύσεσι καὶ ταῖς ἀναβάσεσι .
6627477 κορυφαι
ἀλίμενος , τῇ δὲ ἕλος ἄβατόν τε καὶ βαραθρῶδες . κορυφαί τέ εἰσιν ἐν αὐτῇ δύο ὀρῶν ἀπόκρημνοι , καὶ
† σφοῖς ἀδελφιδεοῖς κᾶρα καὶ φόνον εὕδουσι δ ' ὀρέων κορυφαί τε καὶ φάραγγες πρώονές τε καὶ χαράδραι φῦλά τ
6612275 παρειαι
, οἷς ἐρυθριῶμεν . ἀπὸ δὲ τῶν μήλων αἱ καλούμεναι παρειαὶ καὶ σιαγόνες καὶ γνάθοι , ὧν αἱ γένυες ἀπολήγουσιν
προσωνόμασεν ἐν τῷ Πολιτικῷ τῶν δ ' αὖ γενειώντων αἱ παρειαὶ λεαινόμεναι πάλιν ἐπὶ τὴν παρελθοῦσαν ὥραν ἕκασται καθίστανται .
6611369 βατε
τοὺς παρωχημένους τοῖς ἐνεστῶσι : βῆς βῆ βάτον βάτην βάμεν βάτε βάσαν καὶ συγκοπῇ βάν . . . . βάξις
τοὺς παρωχημένους τοῖς ἐνεστῶσι : βῆς βῆ βάτον βάτην βάμεν βάτε βάσαν καὶ συγκοπῇ βάν . . . . βάξις
6610792 Συρακουσαι
τὰ δὲ καὶ ἐξειργασμένα κατελέλειπτο . παρὰ τοσοῦτον μὲν αἱ Συράκουσαι ἦλθον κινδύνου . Οἱ δὲ Ἀθηναῖοι αἰφνιδίως τοῦ τε
εἴρηκε τὰς Συρακούσας . . . ἄλλως : ὦ μεγαλοπόλιες Συράκουσαι τοῦ μεγαλοπολέμου Ἄρεος τέμενος οὖσαι , ἀντὶ τοῦ ἀνδρεῖοι
6607205 αἰγες
τούτου οὖν φησιν ὅτι “ ἀηδίσομέν σε , ἐπεὶ καὶ αἶγες ἐκ τῆς κόπρου ἀηδίζονται ” . ἄλλως “ μινθώσομεν
ἕκαστον ἐρωτῶντες , ἐρῶ καὶ τἄλλα ἅ ἐστιν ἡμῖν : αἶγες ὀκτὼ θήλειαι , βοῦς κολοβή , μοσχάριον ἐξ αὐτῆς
6589160 Ἡλιαδες
ἐπλανήθη εἰς βοῦν μεταμορφωθεῖσα , ἐν δὲ τῷ Ἠριδανῷ αἱ Ἡλιάδες εἰς αἰγείρους μετεβλήθησαν : ἔνθα πορφύρεον : εἰς πορφύρεον
ὁμοτονεῖν αὐταῖς , οἷον : οἱ Ἡλιάδαι τῶν Ἡλιαδῶν αἱ Ἡλιάδες τῶν Ἡλιάδων , οἱ Δαναΐδαι τῶν Δαναϊδῶν αἱ Δαναΐδες
6575746 καθεδραι
ἀστέων ] τοῦτο πρὸς τὸ ἔχοντι . ἐκλήθησαν αὐτοῖς αἱ καθέδραι , ἤτοι αἱ πόλεις . . Ἔνθα , ἤγουν
καὶ πλεονασμῷ τοῦ β , βαῦνος . Κληΐδες . αἱ καθέδραι παρὰ τὴν κλάσιν τῶν γονάτων . Κύμβαχον . τὸ
6571710 ἐπωνυμιαι
τὰς δὲ λοιπὰς δι ' οἶκτον καταστερίσας Ζεὺς Ὑάδας ἐπωνόμασεν ἐπωνυμίαι τοῦ ἀδελφοῦ : αἱ δὲ πλείους ζ βραδέως μέν
ἐξ ἐρωτικῆς διαθέσεως . ἐπέπνευσε γὰρ αὐτῶι ὁ Ἔρως . ἐπωνυμίαι ] τῆι δὲ ἐπωνυμίαι ἐβεβαιοῦτο ὁ εὔμοιρος αὐτοῦ βίος
6564522 δᾳδες
βωμοὶ δὲ ἐπίχρυσοι ἐστεφανωμένοι χρυσοῖς στεφάνοις : ὧν ἑνὶ παρεπεπήγεσαν δᾷδες χρυσαῖ δεκαπήχεις τέσσαρες . ἐπόμπευσαν δὲ καὶ ἐσχάραι ἐπίχρυσοι
νῦν φανός , καὶ λαμπὰς καὶ λαμπτὴρ καὶ φανοὶ καὶ δᾷδες . λύχνου δὲ διμύξου τῶν κωμῳδῶν Φιλύλλιος μνημονεύει ,
6563260 Ἀβδηρου
μετὰ τὸν Νέστον ποταμὸν πρὸς ἀνατολὰς Ἄβδηρα πόλις , ἐπώνυμος Ἀβδήρου , ὃν οἱ τοῦ Διομήδους ἵπποι ἔφαγον : εἶτα
Ἄβδηρα , πόλεις δύο . ἡ μὲν Θρᾴκης , ἀπὸ Ἀβδήρου τοῦ υἱοῦ Ἑρμοῦ Ἡρακλέους ἐρωμένου , ὃν αἱ Διομήδους
6552452 Μεδουσα
δ ' ὁρᾶν μὴ μόνον οὐ λέγομεν . ἡμετέρη σὺ Μέδουσα : λιθούμεθα πάντες οὐ Γοργοῦς , γόγγρου δ '
τοῦ Διὸς καταπολεμηθῆναι , καθ ' ὃν καιρὸν ἐβασίλευεν αὐτῶν Μέδουσα : τὸ δὲ τελευταῖον ὑφ ' Ἡρακλέους ἄρδην ἀναιρεθῆναι
6550625 κιρκοι
ἀδελφιδοῦν . . ἐπτοημένοι ] περιεσπασμένοι καὶ πεφροντισμένοι . . κίρκοι πελειῶν ] πελείας τὰς νύμφας , ἤτοι τὰς τοῦ
ἁρπακτικὸν , λέγει . . καθὰ καὶ ἀετοί . . κίρκοι ] ὀξύπτεροι ἀετοί . πελειῶν ] περιστερῶν . οὐ
6545070 κισσῳ
τινὲς μὲν ὄφεσιν , αἳ δὲ μίλακι καὶ ἀμπέλῳ καὶ κισσῷ : κατεῖχον δὲ ταῖς χερσὶν αἳ μὲν ἐγχειρίδια ,
ἥτε θεῷ πληγεῖσα παρήορον ὄμμα τιταίνει γυμνὸν ἐπισσείουσα κάρη κυανάμπυκι κισσῷ , ὡς ἥγε πτερόεντος ἀναΐξασα νόοιο Κασσάνδρη θεόφοιτος ἐμαίνετο
6543025 τροχοι
χρῆν ἀναγινώσκειν ὡς ἀξιοῖ ὁ Ἀσκαλωνίτης . τροχοὶ ὀξυτόνως καὶ τρόχοι βαρυτόνως διαφέρουσι παρὰ τοῖς Ἀττικοῖς , φησὶ Τρύφων ἐν
τὸ παιδίον . τρόχοι βαρυτόνως καὶ τροχοὶ ὀξυτόνως διαφέρει . τρόχοι μὲν βαρυτόνως τοὺς δρόμους : Εὐριπίδης : ὁρῶ μὲν
6541619 κατεχουσαι
ποιοῦν τος τὸ ποιούμενον ὠνόμασεν : ἄλλως : κερκίδας θρᾳκικὰς κατέχουσαι : ἠδωνοὶ γὰρ οἱ θρᾷκες : ' θάκουν .
πλευραί ; παρὰ τὸ πολυευραί , πλάτος καὶ χώραν πολλὴν κατέχουσαι , ἢ πολυωραὶ οὖσαι , ὡς φυλάσσουσαι καὶ περιέχουσαι
6540823 ἀλετρευουσι
. πεντήκοντα δέ οἱ δμῳαὶ κατὰ δῶμα γυναῖκες αἱ μὲν ἀλετρεύουσι μύλῃς ' ἔπι μήλοπα καρπόν , αἱ δ '
. , ζ ? πεντήκοντα δέ οἱ δμῳαὶ αἱ μὲν ἀλετρεύουσι , αἱ δὲ ἵστους ὑφῶσι . . , .
6540046 ἑστασιν
δὲ τὰς πυκνὰς περιόδους λεγόντων οὐδ ' αἱ κεφαλαὶ ῥᾳδίως ἑστᾶσιν , ὡς ἐπὶ τῶν οἰνωμένων , οἵ τε ἀκούοντες
Ἄρης κατέσκηψ ' , ἔς τε μονομάχου πάλης ἀγῶνα νῦν ἑστᾶσιν . Στίλβη θ ' ἣ κατὰ νύκτα μοι φλόγ
6539974 θυσθλα
τοὺς χορούς . οὕτω καὶ Θυάδες αἱ Βάκχαι , καὶ θύσθλα οἱ θύρσοι . ἄλλως : Θυώνῃ τῇ Σεμέλῃ :
κατ ' ἠγάθεον Νυσήϊον : αἱ δ ' ἅμα πᾶσαι θύσθλα χαμαὶ κατέχευον , ὑπ ' ἀνδροφόνοιο Λυκούργου θεινόμεναι βουπλῆγι
6534645 λειπουσαι
στεφάνους , βόες εὐτρεφεῖς περὶ χιλίους , θεωρία δὲ βραχὺ λείπουσαι τριακόσιοι , ἐλεφάντων ὀδόντες ὀκτακοσίοι . τὸ δὲ τῶν
σημείου ἐπὶ τὸν ἰσημερινὸν ἐν Ἀλεξανδρείᾳ δεδειγμέναι μοῖραι λ νη λείπουσαι τὰς τῆς φαινομένης ἀποστάσεως μοίρας β καὶ ηʹ τῶν
6527061 ὠνομασθησαν
, τοιούτων δὲ πατράσι τέκνων ὀνομασθῆναι ὁποίων οἱ τεκόντες ὑμᾶς ὠνομάσθησαν , τὸ μέντοι πατρικὸν εὐτυχήσασιν ὄνομα , μὴ καὶ
ἀναδεδέχθαι : ἕνεκα δὲ τοῦ ἀπ ' αὐτῶν δηλουμένου διαζευκτικοὶ ὠνομάσθησαν . ὅλης γὰρ τῆς φράσεως ὄντες συνδετικοί , τὰ
6524839 χορευουσιν
τῇ κιθάρᾳ τῶν ᾠδῶν προκαθηγεῖται τῶν Μουσῶν , αὗται δὲ χορεύουσιν . τᾶς ἀκούει μὲν βάσις : βάσιν ἔνιοι τὸν
ἀνθρώπων , ἀλλὰ τοῖς ἀνδραπόδοις τοῖς πηδῶσι καὶ τρέχουσι καὶ χορεύουσιν . οὐδὲ γὰρ τὸν Ἡρακλέα ἑώρων ἀγωνιζόμενον καὶ πονοῦντα
6521976 χοιραδες
κοινῶς δὲ τῇ τῶν σκίρρων ἐπάγονται θεραπείᾳ : εἴρηται δὲ χοιράδες τῷ τοῖς χοίροις τοιοῦτον πάθος συμβαίνειν , ὥς φασι
αἰετὸς ὥς , μέγα λαῖτμα , ἀφ ' οὗ τότε χοιράδες ἔσταν . Ἆμος δ ' ἀντέλλοντι Πελειάδες , ἐσχατιαὶ

Back