ὁμιλίαν . εἶπεν δὲ Ἁβραὰμ τοῖς παισὶν αὐτοῦ τοῖς υἱοῖς Μασέκ : Ἀπέλθατε εἰς τὴν ἀγέλην τῶν ἵππων καὶ ἐνέγκατε
ταύτης οὖν τῆς κατ ' αἴσθησιν ζωῆς , ἣν καλεῖ Μασέκ , υἱὸς ἕκαστος ἡμῶν ἐστι τιμῶν καὶ θαυμάζων τὴν
4823698 ἐμος
ἐστιν , ὡς ὁ σὸς λόγος . ὁ δὲ δὴ ἐμὸς ὅστις , πολλάκις μὲν ἤδη εἴρηται , οὐδὲν δὲ
οὐδὲν κρεῖσσον οἰκείου φίλου . νυμφευμάτων μὲν τῶν ἐμῶν πατὴρ ἐμὸς μέριμναν ἕξει , κοὐκ ἐμὸν κρίνειν τόδε . ἀλλ
4796110 θειος
ἄτμητοι δὲ οὖσαι μυρία ἄλλα τέμνουσιν . ὅ τε γὰρ θεῖος λόγος τὰ ἐν τῇ φύσει διεῖλε καὶ διένειμε πάντα
καὶ μὴν κατεπαλαίσθη ὑπὸ τοῦ Ὀδυσσέως ὁ μέγας οὗτος καὶ θεῖος ” „ εἰ Κύκλωπες „ ἔφη ” ἐγεγόνεισαν καὶ
4595410 ἀπετελεσα
ἀποτελεσματικὴν ἣν ἐγὼ ποιήσω οὐκ ἀφανίσει , διότι πᾶν ὅπερ ἀπετέλεσα μετὰ τῆς αὐτοῦ δυνάμεως ἀπετέλεσα καὶ ἐστερέωσα : ὁ
, διότι πᾶν ὅπερ τελέσει ἡ μετ ' αὐτοῦ δύναμις ἀπετέλεσα καὶ ἐστοιχείωσα . Ὁ δὲ ναὸς ὃν ἐγὼ ἐν
4595035 ὑβριζονται
Διόνυσος δὲ καὶ Δημήτηρ , ὅτι αὐτοῖς οἱ καρποὶ οὐχ ὑβρίζονται , Ποσειδῶν δὲ ναυμαχιῶν μὲν καθαρευούσης τῆς θαλάττης αὐτῷ
τὴν Ἑλλάδα , εἰ παρὰ τοῖς συμμάχοις ὑπὸ τῶν πρέσβεων ὑβρίζονται . ἀλλ ' ὑπὲρ αὑτοῦ κλαήσει τοῦ τὰ τοιαῦτα
4560805 πατηρ
τοῦ δεῖνος . ἀπόκριναι ἀπροαίρετον , οὐ κακόν . ὁ πατὴρ τὸν δεῖνα ἀποκληρονόμον ἀπέλειπεν [ ] . τί σοι
δίδου καὶ μὴ ἀπαίτει : πᾶσα γὰρ θέλει δίδοσθαι ὁ πατὴρ ἐκ τῶν ἰδίων χαρισμάτων . Μακάριος ὁ διδοὺς κατὰ
4509833 ἀλληλοφονιας
τοὺς υἱοὺς αὐτοῦ δηλαδὴ τὸν Πολυνείκη καὶ Ἐτερόκλη δι ' ἀλληλοφονίας : ὑπελείφθη δὲ ὁ Θέρσανδρος ζώπυρον τοῦ Πολυνείκους ,
, ἢ τοὺς ἀπὸ τοῦ Ἄρεος καταγομένους , δι ' ἀλληλοφονίας : πεσόντος δὲ τοῦ Πολυνείκους , ἤγουν φονευθέντος ,
4397311 μητρος
ἀρσενικὸν εἴη τὸ ὡροσκοποῦν ζῴδιον τὸν πατέρα εὐγενέστερον εἶναι τῆς μητρός , εἰ δὲ θηλυκὸν τὴν μητέρα τοῦ πατρός .
. . . . . . . μὴ χρυσία τῆς μητρός , μὴ δάνεια τοῦ πατρὸς κομιούμενος . μακαρία Φιλῶτις
4366512 Μαμβρη
τοῦ θεοῦ κατῆλθεν πρὸς τὸν Ἁβραὰμ ἐπὶ τὴν δρῦν τὴν Μαμβρῆ , καὶ εὗρεν τὸν δίκαιον Ἁβραὰμ ἐπὶ τὴν χώραν
ἐν τῇ γῇ τῆς ἐπαγγελίας , ἐν τῇ δρυῒ τῇ Μαμβρῆ , τήν τε τιμίαν αὐτοῦ ψυχὴν ὠψίκευον οἱ ἄγγελοι
4321894 παππος
παιδός σου παῖς τοιοῦτός ἐστιν , οἷον εὔξαιτο ἂν ὁ πάππος , λόγων ἐραστής , σωμάτων οὐκ ἐραστής , θράσους
τοῦ Ἀσκληπιοῦ οὗτος ὁ ἔτι νῦν ὢν καὶ ὁ τούτου πάππος , ἐφ ' οὗ τὰ πολλὰ καὶ μεγάλα ὡς
4271394 Μαριαμ
χορὸς ἡγεμόνι Μωυσεῖ , νῷ τελείῳ , ὁ δὲ τῶν Μαριάμ , αἰσθήσει κεκαθαρμένῃ : δίκαιον γὰρ καὶ νοητῶς καὶ
καὶ σεμνυνόμενος ἐπ ' αὐτοῖς . λέγεται καὶ ἐπὶ τῆς Μαριάμ , ὅτε κατελάλει Μωυσῆ : ” εἰ ὁ πατὴρ
4251068 συγγενειας
πρᾶγμα . ἐπειδὰν δὲ συνουσιάζωσι καθ ' ἑταιρίας ἢ κατὰ συγγενείας , ποιοῦσιν οὕτως : πρῶτον μὲν ὅταν παύσωνται πίνοντες
δεδημιουργημένην : ἵδρυτο δ ' ἐν αὐτῷ τῆς τῶν βασιλέων συγγενείας ἀγάλματα εἰκονικὰ λίθου λυχνέως . ἐπιτερπὲς δ ' ἱκανῶς
4241923 γονευς
σαφὲς ἐπηκόους εἶναι γονεῦσι πρὸς τέκνα θεούς : ἀραῖος γὰρ γονεὺς ἐκγόνοις ὡς οὐδεὶς ἕτερος ἄλλοις , δικαιότατα . μὴ
γένοιντο πατέρες . ἆρ ' οὖν οὗτος μεταπέπτωκεν ἢ ὁ γονεὺς ἐξηπάτηται ; εἰ μὲν βούλει κἀμὲ γενέσθαι συκοφάντην ,
4204724 σος
λαὸς ἅλις ὃς κεῖται νεκρός . τοσαῦτ ' ἔλεξε . σὸς δὲ Πολυνείκης γόνος ἐκ τάξεων ὤρουσε κἀπήινει λόγους .
δειροτομῆσαι . καί κεν Τηλέμαχος τάδε γ ' εἴποι , σὸς φίλος υἱός , ὡς ἐγὼ οὔ τι ἑκὼν ἐς
4113168 συναγωγευς
φανεῖται . Ἔχω τοῦ γάμου τὸν μισθὸν ὁ τοῦ γάμου συναγωγεὺς πολὺ μείζονα καὶ κρείττονα τοῦ γινομένου ταύταις δὴ ταῖς
πειρωμένων . συνωμότης : ὁ κατὰ τοῦ δήμου ἀνιστάμενος , συναγωγεὺς δὲ ὁ τοὺς τοιούτους ὑποδεχόμενος . συρβηνεύς : ὁ
4106898 ἐκυσε
τυχεῖν : ὄμβρος δ ' ἀπ ' εὐνάοντος οὐρανοῦ πεσὼν ἔκυσε γαῖαν : ἣ δὲ τίκτεται βροτοῖς μήλων τε βοσκὰς
⌊ ὄμβρος δ ' ἀπ ' εὐνάεντος Οὐρανοῦ πεσὼν ⌋ ἔκυσε Γαῖαν , ἡ δὲ τίκτεται βροτοῖς ⌋ ? ⌊
4045689 Κολωνου
. Ἄλλοι δέ φασιν , ὡς Ἄδραστον φεύγοντα καὶ ἐπὶ Κολωνοῦ στήσαντα τοὺς ἵππους Ποσειδῶνα καὶ Ἀθηνᾶν ἱππίους προσαγορευθῆναι .
. Καὶ μετ ' ὀλίγα : Ἀπὸ τούτου δὲ ἕως Κολωνοῦ παρὰ τὸν Χαλκοῦν προσαγορευόμενον , ὅθεν πρὸς τὸν Κηφισὸν
4034935 γαμους
, ἂν εὖ προσδράμῃς πρὸς τὸ στόμα . διακονοῦμεν νῦν γάμους . τὸ θῦμα βοῦς , ὁ διδοὺς ἐπιφανής ,
δὲ δάκρυα λουτρὰ δυστήνωι φέρειν . πατὴρ δὲ πατρὸς ἑστιᾶι γάμους ὅδε , Ἅιδην νομίζων πενθερόν , κῆδος πικρόν .
4030789 Ῥουβην
μερίδος : ὥστε ἐνθένδε δῆλον εἶναι , ὅτι ὁ μὲν Ῥουβὴν τοῦ Ἰακώβ , ὁ δὲ Λευὶ τοῦ Ἰσραὴλ πρωτότοκός
οὖν τρόπον οἱ δύο τοῖς δυσὶν ἐφαρμόζονται , θεασώμεθα . Ῥουβὴν μὲν σύμβολον εὐφυΐας ἐστίνἑρμηνεύεται γὰρ ὁρῶν υἱός , ἐπειδὴ
3996456 ἐξεφυ
τοῦ Δουκικοῦ βασιλείου ῥιζώματος , οὗ καὶ ἡ τούτου μήτηρ ἐξέφυ καρπὸς εὐγενής . Καὶ τίς γὰρ μετὰ τὸν πορφυρογέννητον
γονεῖς , οὐκ ὄντων δὲ τὴν πατρίδα σημαίνει , ἧς ἐξέφυ τις καὶ ἐξεγένετο , ὥσπερ καὶ τοῦ ὀμφαλοῦ .
3976700 εὐφυης
πλήρης ? ? ? ? ? ὡς [ ἂν ] εὐφυὴς [ ] ? τῶν κοινῶν [ ] ἐννοιῶν ?
καὶ προτελεῖν τῇ ἡλικίᾳ βουλόμενος , οὐχ ἥκιστα δὲ ὅστις εὐφυὴς τῶν νέων βασιλείου γένους πα [ . . .
3957974 γεγονως
τύχην Νικασύλος Ῥόδιος . ὄγδοον γὰρ ἐπὶ τοῖς δέκα ἔτεσι γεγονὼς μὴ παλαῖσαι μὲν ἐν παισὶν ὑπὸ Ἠλείων ἀπηλάθη ,
τε καὶ Ἀ . οἱ ἱστοριογράφοι . . Σαβῖνος σοφιστὴς γεγονὼς ἐπὶ Ἀδριανοῦ Καίσαρος : ἔγραψεν . . . Εἰς
3954731 υἱους
εἰς τὴν Αἴγυπτον ἀποδημοῦντας , καὶ φιλέλλην ὢν διαφερόντως τοὺς υἱοὺς τὴν Ἑλληνικὴν ἐδίδαξε παιδείαν : καθόλου δὲ πρῶτος τῶν
κατοικεῖ ἐν τῇ ἐπιθυμίᾳ αὐτῆς . Διὰ τοῦτο ζηλώσατε τοὺς υἱοὺς Λευί , καὶ ζητήσατε ὑψωθῆναι ὑπὲρ αὐτούς , ἀλλ
3913791 ἡμετερος
τι τοῖοι ἀμυνέμεναι καὶ ἐφ ' ἑνὸς τοῦ Πατρόκλου , ἡμέτερος θεράπων : τοιοῦτον οὖν καὶ τὸ ἁμόνπρὸς . οἷς
, ὅτε ἐπὶ δείξεως λαμβάνεται , ἐμὸς εἶ φίλος , ἡμέτερος ὑπάρχεις οἰκέτης , Χρὴ ἄρα καλεῖν , καθάπερ καὶ
3899518 Μουσηγετης
προσηχῆσαι τὸ μέλος τῷ Μουσηγέτῃ σπεύδουσαι . ὁ δὲ δὴ Μουσηγέτης αὐτός , ὃν ἐκάλει μὲν Ἀττικὸς λεώς , ἐπόθει
Ὁμήρου φύσιν Μέλητι πάντες χαρίζονται . ταῦτά τοι καὶ ὁ Μουσηγέτης τὴν ὑφ ' ἥλιον πᾶσαν πρὸς τὴν ἀδελφὴν νειμάμενος
3880441 Φιλινης
στάσιν τῆς στρατιᾶς καὶ τὴν ἀνάρρησιν Ἀρριδαίου , ὃς ἐκ Φιλίνης τῆς Θεσσαλῆς Φιλίππωι τῶι Ἀλεξάνδρου πατρὶ ἐγεγέννητο , ἐφ
ἀπὸ τῶν πολλῶν εἰμὶ Συρηκοσίων , υἱὸς Πραξαγόραο περικλειτῆς τε Φιλίνης , μοῦσαν δ ' ὀθνείην οὔτιν ' ἐφελκυσάμην .
3878969 μυθος
τὸ ξίφος ἑωρακὼς αὐτίκα τοῦτο σπασάμενος ἑαυτὸν διεχειρίσατο . ὁ μῦθος δηλοῖ , ὡς τοῖς σκαιοῖς ἀνδράσιν ἀκολούθως τὰ κακὰ
τούτων , οἷς πᾶσαν συνδιέτριβες τὴν ἡμέραν ; „ ὁ μῦθος δηλοῖ , ὅτι οὕτω πολλάκις ἐκ τῶν μικρῶν τὰ
3872815 παις
δεῖ ἡμέας ἀλλήλων πειρηθῆναι ; Εἶς μέν μεο τῆς ἀδελφεῆς παῖς , ἔχεις δέ μεο ἀδελφεόν . Σὺ δή μοι
ἡμᾶς ὁμολογίαν . Καὶ ἧς μὲν ἐγὼ ἐπεδικασάμην , ἡ παῖς τύχῃ χρησαμένη καμοῦσα ἀπέθανεν : ἡ δ ' ἑτέρα
3871350 Φερεκυδου
. Εὐριπίδης ταῖς δύο ἱστορίαις ἐχρήσατο , ἐνταῦθα μὲν τῇ Φερεκύδου , ὕστερον δὲ τῇ Ἑλλανίκου . . , ,
δαιμόνιον καθαρὰς φυλάξαι καὶ δικαίου φόνου τὰς χεῖρας μᾶλλον ἢ Φερεκύδου καὶ Πυθαγόρου , ὥστε καὶ τὸν ἕτερον τῶν τυράννων
3866720 εἰρξας
πανταχόθεν ὡς πολεμιωτάτην ἐδίωξαν , ὥσπερ ὁ μὲν Κρητικὸς νομοθέτης εἴρξας ἐπιβαίνειν τῆς νήσου τοὺς ἐν λόγοις ἀλαζονευσαμένους , ὁ
ἐκκλησίας ἱερᾶς ἀπελήλακε , τὴν μὲν ἄθεον θλαδίαν καὶ ἀποκεκομμένον εἴρξας ἐκκλησιάζειν , τὴν δὲ πολύθεον τὸν ἐκ πόρνης ὁμοίως
3863643 Οἰδιπους
; Ὦ θεῶν μαντεύματα , ἵν ' ἐστέ ; Τοῦτον Οἰδίπους πάλαι τρέμων τὸν ἄνδρ ' ἔφευγε μὴ κτάνοι ,
οὗ Πολύδωρος , οὗ Λάβδακος , οὗ Λάιος , οὗ Οἰδίπους , οὗ Ἐτεοκλῆς καὶ Πολυνείκης : λείπει τὸ ὑπαρχόντων
3854290 εὐπροσιτος
' ἂν τούτῳ κατ ' ἄλλην χρείαν ὁ εὐπρόσοδος , εὐπρόσιτος , εὐέντευκτος , εὐεπίμικτος , εὐξύμβολος , μειλίχιος ,
τε δεσπότης ἐκ τῆς πρὸς τοὺς οἰκέτας ἰταμότητος ἢ φιλανθρωπίας εὐπρόσιτος , ἢ φιλαπεχθήμων τοῖς ἐντυγχάνουσιν δόξειεν : τόν τε
3837657 Διονυσος
ταῖς ὄχθαις τοῦ Σαγγαρίου ἔρρηξε τοὺς δεσμοὺς τοῦ Διὸς ὁ Διόνυσος ἤδη τρόφιμος ὤν . : ἐνάπτεσθαι δὲ καὶ καθάπτεσθαι
Οὕτω γὰρ τοὺς λόγους ποιεῖς ὡς πάντα προσδέχεσθαι . . Διόνυσος , ὃς : Ὑψιπύλης ἡ ἀρχή . 〚 κάθαπτος
3834510 θηλυσπορος
Εὐριπίδου Ἑκάβῃ . . πάλιν ] ἐκ δευτέρου . . θηλύσπορος ] ὁ Δαναός . . ἀνεψιῶν ] ἐξαδέλφων .
ποιητής φησι , διὰ τοῦτο ἐλεύσεται εἰς τὸ Ἄργος ἡ θηλύσπορος γέννα , ἡ πέμπτη ἀπὸ Ἐπάφου , ἤγουν αἱ
3833983 Ἰσραηλ
πατρὸς αὐτοῦ , ἐν δὲ ταῖς ἡμέραις Ἀχαὰβ βασιλέως τοῦ Ἰσραὴλ ἦν διδά - σκαλος τῶν τετρακοσίων προφητῶν τοῦ Βαάλ
τεσσάρων , Ἰωσὴφ ἐτῶν ἓξ μηνῶν τεσσάρων . Παροικῆσαι δὲ Ἰσραὴλ παρὰ Ἐμμὼρ ἔτη δέκα , καὶ φθαρῆναι τὴν Ἰσραὴλ
3818352 διαψηφισεις
μάλιστα ἐκ τούτων ἃ νυνὶ μετὰ χεῖρας ἔχετε . Γεγόνασι διαψηφίσεις ἐν τοῖς δήμοις , καὶ ἕκαστος ὑμῶν ψῆφον δέδωκε
. αἱ δ ' ἐν τοῖς δήμοις αὗται κρίσεις ἐκαλοῦντο διαψηφίσεις . καὶ ἡ βουλὴ δὲ ἡ τῶν πεντακοσίων φύλλοις
3815037 ἀδελφους
ἀρετῇ τῶν πολεμίων ἀναιρεθέντων . φασὶ δὲ τὸν Γέλωνα τοὺς ἀδελφοὺς φιλοφρονούμενον ἀναθεῖναι τῷ θεῷ χρυσοῦς τρίποδας ἐπιγράψαντα ταῦτα :
ὧν κληθῆναι ἀγρευτὰς καὶ ἁλιεῖς : ἐξ ὧν γενέσθαι δύο ἀδελφοὺς , σιδήρου εὑρετὰς καὶ τῆς τούτου ἐργασίας : ὧν
3814843 Ἁγιος
: καὶ ἤκουον φωνὴν ἐκ τῶν κλάδων αὐτοῦ ᾀδομένην : Ἅγιος ὅτι τὴν πρόφασιν ἤνεγκας περὶ ὧν ἀπεστάλης : καὶ
τούτων . Τότε Ὕψιστος εἶπεν περὶ τούτων , ὁ μέγας Ἅγιος , καὶ ἐλάλησεν καὶ εἶπεν καὶ ἔπεμψεν Ἰστραὴλ πρὸς
3812583 ἐπιδεικνυων
ὅτι αἱ ἄρισται δοκοῦσαι εἶναι φύσεις μάλιστα παιδείας δέονται , ἐπιδεικνύων τῶν τε ἵππων τοὺς εὐφυεστάτους , θυμοειδεῖς τε καὶ
ζῶντα κατορύττειν διδάσκων , ἑαυτὸν δὲ κατατέμνειν , ἀλλ ' ἐπιδεικνύων ὅτι τὸ ἄφρον ἄτιμόν ἐστι παρεκάλει ἐπιμελεῖσθαι τοῦ ὡς
3802296 Τανταλου
διεμέρισαν πρὸς ἀλλήλους : * * σοῦ . . Υἱὲ Ταντάλου ] ὦ Πέλοψ , υἱὲ τοῦ Ταντάλου , τὰ
τῆς εὐδαιμονίας . Ὅμοιόν ἐστι τὸ κῶλον τῷ περὶ τοῦ Ταντάλου ἐν τῷ Αʹ Εἴδει τῶν Ὀλυμπίων : . .
3784887 πατρος
, συμβασιλεύσαντα μὲν αὐτῷ , διαδεξάμενον δὲ τὴν ἀρχὴν τοῦ πατρὸς σὺν Κωνσταντίνῳ καὶ Κώνσταντι τοῖς ἀδελφοῖς . ἐν δὲ
δὲ καὶ θεῶν ὅσα φῦλα ἀπορροὴν τῆς Διὸς τοῦ πάντων πατρὸς δυνάμεως ἕκαστα ἔχει καὶ ἀτεχνῶς κατὰ τὴν Ὁμήρου σειρὰν
3784856 ἐνομιζες
οὐκ οἶσθα πατὴρ γενόμενος : ἢ μέχρι τοῦ τεκεῖν ὑπάρχειν ἐνόμιζες : κρεῖττον ἦν περιόντος περιορᾷν , ἢ πεπτωκότος ἐπιλανθάνεσθαι
σοι βοηθήσω καὶ τὸν κατήγορον τὴν κατηγορίαν λῦσαι ; δεινὸν ἐνόμιζες , εἰ δίκαιος ὢν συνεῖναι τὸν δεύτερον δόξεις ᾑρῆσθαι
3783822 προφητης
διὰ τοῦ στόματος ἔχομεν ἐκβαλεῖν αὐτήν . καὶ εἶπεν ὁ προφήτης : στόμα πρὸς στόμα ἐλάλουν τοῦ θεοῦ , καὶ
ἐργασίας πλέκτοντας . ” ταῦτα δὲ αὐτοῦ λέγοντος , ὁ προφήτης , “ μάντις Ἀπόλλων , ” εἶπε , “
3765949 Καλλικρατιδην
, οἱ δ ' Ἐξαινέτου . καὶ ἀδελφὸν δὲ ἔσχε Καλλικρατίδην . ἠκροάσατο δὲ πρώτου Παρμενίδου , οὗτινος , ὥς
, τῷ Λυσάνδρῳ διεληλυθότος ἤδη τοῦ τῆς ναυαρχίας χρόνου , Καλλικρατίδην ἐπὶ τὴν διαδοχὴν ἀπέστειλαν . οὗτος δὲ νέος μὲν
3765471 ὠφελιμωτεραν
τοῦ Ποσειδῶνος ἐκ δυεῖν γυναικῶν τῶν ἐπισήμων θέλοντος γῆμαι τὴν ὠφελιμωτέραν καὶ ἐν ταῖς ἀκρωρείαις λόφου τινὸς ἀνωνύμου νυκτὸς περιμένοντος
τοῦ Ποσειδῶνος ἐκ δυοῖν γυναικῶν τῶν ἐπισήμων θέλοντος γῆμαι τὴν ὠφελιμωτέραν , καὶ ἐν ταῖς ἀκρωρείαις λόφου τινὸς ἀνωνύμου νυκτὸς
3765066 Ὀρεστης
δεινὰ πάσχειν δεινὰ τοὺς πεπραγμένους καὶ κατέκρινεν αὐτὸν [ φησὶν Ὀρέστης ] χωρὶς κρίσεως : γυμνὸν ἐνταῦθα δείκνυται τὸ ἦθος
τέλος τοῦ ἀγῶνος . πυθόχρηστος ] ὁ ὑπὸ Πυθοῦς χρησθεὶς Ὀρέστης . δόμων ἀναφυγὰς κακῶν ] ὡς τῶν οἴκων φυγόντων
3753304 τεθραπται
ὁμοίως γὰρ καὶ οὗτος ἐπονείδιστος ἐκ γένους καὶ ἐν ἀσελγείᾳ τέθραπται , καὶ ἑξῆς κατὰ αὔξησιν ὅτι μεῖζόν ἐστι .
, ἄλλως τε ἐπειδὴ ἐν τῇ σῇ οἰκίᾳ γέγονεν καὶ τέθραπται . Ἀλλ ' οἶδα ἔγωγε ὅτι οὐδεὶς πώποτε ἐδίδαξεν
3753123 ἐπεκαθιζεν
ἄν . καίτοι Περικλῆς ὁ Ξανθίππου , οὗ τοῖς χείλεσιν ἐπεκάθιζεν ἡ Πειθώ , πολλάκις ἀπὸ τοῦ βήματος τῶν Ἀθηναίων
, πρὸς δέ γ ' αὐτοῦ τῷ τάχει πειθώ τις ἐπεκάθιζεν ἐπὶ τοῖς χείλεσιν . οὕτως ἐκήλει , καὶ μόνος
3751889 ἐκυει
ἄρα ᾔδη ἰφθίμην ἄλοχον Σθενέλου Περσηϊάδαο . ἣ δ ' ἐκύει φίλον υἱόν , ὃ δ ' ἕβδομος ἑστήκει μείς
κόλπον καρπὸς μὲν ἐκεῖνος ἦν αὐτίκα ἀφανής , αὐτὴ δὲ ἐκύει : τεκούσης δὲ τράγος περιεῖπε τὸν παῖδα ἐκκείμενον .
3748490 παρωσαμενος
, ἀλλὰ δὴ καὶ τῆς ἰδίας ἀσφαλείας , ὁ δὲ παρωσάμενος τήν τε γυναῖκα καὶ τοὺς παῖδας ἀδίκως ἐγκρατὴς γίνεται
ἐμφαίνεται καὶ κηδεμονικὸν τοῦ θεοῦ . αὐτὸς δὲ ὁ Λάϊος παρωσάμενος τὰς τοῦ θεοῦ ἐντολὰς , ὑπὸ τῶν αὐτοῦ φίλων
3732671 Ἰακωβ
ταῖς λαγῶσί μου ἐπὶ μῆνας ἑπτά : καὶ εἰ μὴ Ἰακὼβ ὁ πατὴρ ἡμῶν προσηύξατο περὶ ἐμοῦ πρὸς Κύριον ,
Μακάριοί εἰσιν οἱ πατέρες ἡμῶν , Ἀβραὰμ , Ἰσαὰκ καὶ Ἰακὼβ , ὅτι ἐξῆλθον ἐκ τοῦ κόσμου τούτου , καὶ
3723546 Ἀφροδισιου
τῶν Θηβῶν , ἐν τοῖς Μεγάροις ἀναβαίνοντος αὐτοῦ ἐκ τοῦ Ἀφροδισίου εἰς τὸ ἀρχεῖον ῥήγνυται ὁποία δὴ φλέψ , καὶ
τε καὶ τῶν εἰρημένων ἄκρων , ἡ μὲν Νάρβων τοῦ Ἀφροδισίου τὸ δ ' Ἀρελᾶτε τῆς Μασσαλίας . ἑκατέρωθεν δὲ
3720306 μυθικη
γὰρ ἦσαν καὶ Ἀθῆναι καὶ Ἀφροδίται καὶ οὐ μία οὐδὲ μυθικὴ ὡς τὰ πολλὰ τῶν ὀνομάτων γηγενεῖς λέγει τοὺς Ἀθηναίους
, ἔθος δὲ ἡμῖν τὸ μὴ δημοσίᾳ γυναικὶ μίγνυσθαι . μυθικὴ δὲ πίστις ἐστὶ πραγμάτων ἀγενήτων τε καὶ πεπλασμένων παραδοχή
3716124 παιδων
τῶν δ ' ἑτέρων ἄρχει μουσικὴ πλάττουσά τε εὐθὺς ἐκ παίδων ἁρμονίαις τὰ ἤθη καὶ τὸ σῶμα ῥυθμοῖς ἐμμελέστερον κατασκευάζουσα
μὲν εὐδοξία καὶ στρατηλάταις δορὸς διπλάζεται τιμά : ἐμοὶ δὲ παίδων μὲν εἰσιδεῖν μέλη πικρόν , καλὸν θέαμα δ '
3710311 νεμοι
περὶ αὑτῆς , ὅτι παῖδα ἔχοι ποιμένα καὶ πολλάκις αὐτὴ νέμοι τὰ πρόβατα : ἔχειν δὲ μαντικὴν ἐκ μητρὸς θεῶν
χειρὶ παιωνίᾳ κατασχεθών , εὐμενῆ βίαν κτίσας , καὶ κράτος νέμοι γυναι - ξίν : τὸ βέλτερον κακοῦ καὶ τὸ
3707117 ὁμαιμου
τὴν ἐπιβουλὴν καὶ ἐνέδραν ὑπὸ φθόνου φαίνεται συντεθεικὼς κατὰ ἀνδρὸς ὁμαίμου καὶ φίλου καὶ ἐπὶ τὸν αὐτὸν κίνδυνον ἐκπεπλευκότος :
; Μητρὸς δέ , τλῆμον , οὐκ ἐπαισχύνῃ γάμους οὔσης ὁμαίμου σῆς μ ' ἀναγκάζων λέγειν οἵους ἐρῶ τάχ '
3705421 μετεμορφωθη
Λευκοθόῃ τῇ Ὀρχομένου μιγῆναι θελήσας εἰς τὴν μητέρα τῆς προειρημένης μετεμορφώθη . ταύτην ὁ πατὴρ ζῶσαν κατώρυξεν , Ἥλιος δὲ
πρὸς τοῦ μητροπάτορος [ ! ! ! ! ! ! μετεμορφώθη ] εἰς [ ] ἐλάφου ? δόκησιν διὰ βουλὴν
3703228 ἐποει
μ ' ἢ νόθον τιν ' , ὃς νυνὶ γάμους ἐπόει διδοὺς οὐκ οἶδ ' ὅτωι τὴν παρθένον , οὐκ
καὶ Σωκράτην Μητρόδωρος αὐτὸν πρὸς Εὐθύφρονα τὸν Πλάτωνος , εἴπερ ἐπόει τοῦτο , καταμέμφεται ? [ - ] τί ὅσιόν
3702283 ποιητικος
οἱ πολλοὶ τὰς Μούσας αἰτεῖν . καίτοι Σωκράτης ὁ Ἀθηναῖος ποιητικὸς μὲν οὐκ ἦν , ἐδεήθη δὲ τῶν Μουσῶν παρεῖναί
χρυσῷ τε καὶ ἀργύρῳ ἐσφήκωντο . Ὁ δὲ τρόπος ἐστὶ ποιητικὸς πράξεως ἢ παθήματος ἢ σχέσεώς τινος , καθ '
3689577 ἀδελφης
: ἤρας ἐκείνης , ὦ πλούσιε ; ἔασον ὑπὸ τῆς ἀδελφῆς τυχεῖν τῶν νομιζομένων κειμένην : ἀλλήλοις ἐπὶ τοῦ τάφου
δι ' ἃ οἱ πολλοὶ ᾠήθησαν , διὰ τὴν τῆς ἀδελφῆς ἀτιμίαν τῆς κανηφορίαςἐπεὶ τοῦτό γε εὔηθεςἀλλὰ τὸν μὲν Ἁρμόδιον
3679642 ποθητος
ἐστὶ πολύτιμος , καθαρός , λυχνίτης , πυραυγίζων , βασιλεῖ ποθητός , ἐν Ἰνδικῷ γινόμενος . οὗτος λεῖος ποθεὶς αἱμοπτοϊκοὺς
παρ ' αὐτὸ πάντα διὰ τοῦ ο : ποθεινός : ποθητός : πολυπόθητος . Βλέφαρον παρὰ τὸ βλέπω καὶ αἴρω
3678736 ἀῤῥην
τῶν προβάτων εἰρημένα . Λέγεται ὅτι ὁ αὐτός ποτε μὲν ἄῤῥην , ποτὲ δὲ θῆλυς γίνεται , καὶ μεταβάλλει τὰς
, καὶ μεταβάλλει τὰς φύσεις , καί ποτε μὲν ὡς ἄῤῥην γονοποιεῖ , ποτὲ δὲ ὡς θῆλυς τίκτει . Δεδοίκασιν
3677052 Μουσων
τεσσαράκοντα ὄρος ἀπέχει τὸ Λιβήθριον , ἀγάλματα δὲ ἐν αὐτῷ Μουσῶν τε καὶ νυμφῶν ἐπίκλησίν ἐστι Λιβηθρίων : καὶ πηγαὶτὴν
κρίσιν καὶ Ἀθηνᾶ λαμβάνει τὰ νικητήρια . . . Ἀλλὰ Μουσῶν χοροὶ καὶ Ἀπόλλωνος καθ ' ἁπαλῶν λειμόνων ἀθύρουσι .
3669213 Εὐθυκρατης
τῆς δὲ Ἀριστόδοτός εἰσιν οἱ δημιουργοί : Μνησαρχίδος τῆς Ἐφεσίας Εὐθυκράτης , Κορίννης Σιλανίων , Θαλιαρχίδος τῆς Ἀργείας Εὐθυκράτης .
τῆς Ἐφεσίας Εὐθυκράτης , Κορίννης Σιλανίων , Θαλιαρχίδος τῆς Ἀργείας Εὐθυκράτης . ταύτας δὲ εἰπεῖν προὐθυμήθην , ἵνα μηδὲ παρ
3666284 οὑμος
μὲν πατρὸς μομφαῖσιν ἠλαστρημένος Κυχρεῖος ἄντρων Βωκάρου τε ναμάτων , οὑμὸς ξύναιμος , ὡς ὀπατρίου φονεὺς πώλου , νόθον φίτυμα
τοῦτό μοι ἤδη πεπράξεται . ὁ μὲν οὖν ἀνόσιος οὗτος οὑμὸς μάγειρος ἐμοῦ πλησίον ἑστὼς τῇ γυναικὶ ταῦτα συνεβουλεύετο .
3665919 παιδας
εἰώθασι τύραννοι , τοῦτο μὲν παθεῖν ἂν μᾶλλον ἑλοίμην ἢ παῖδας ἀνδρὶ δυνάστῃ τεκεῖν , οὐδὲ τοῦτο γυναικὶ φορητόν .
δὲ οἱ γραμματικοὶ τῶν στοιχείων ἐπειδὰν τὰς δυνάμεις διδάξωσι τοὺς παῖδας , τότε καὶ ὅπως ὁμοῦ πᾶσι χρῆσθαι δεῖ ὑποτίθενται
3664347 ἐφεισω
τούτων μεμνῆσθαι , σιγᾶν ἠνέσχου , οὐδ ' ἂν παρόντων ἐφείσω , ὁ καὶ μὴ παρόντων ὡς ἂν παρόντων εἰς
κύριος : οὗ εἵνεκα ἐποίησας τὸ ῥῆμα τοῦτο καὶ οὐκ ἐφείσω τοῦ υἱοῦ σου τοῦ ἀγαπητοῦ δι ' ἐμέ ,
3653434 διατασσων
ὁ τοιοῦτος εἰς ἔννοιαν ἦλθε τοῦ ὅτι ἔστι τις ὁ διατάσσων τὴν τοιαύτην τάξιν καὶ ἐγκελευόμενος τοῖς ὑπ ' αὐτὸν
. ἔστι γάρ τις καὶ ἐνθάδ ' οἰκοδεσπότης ἕκαστα ὁ διατάσσων . σὺ ἥλιος εἶ : δύνασαι περιερχόμενος ἐνιαυτὸν ποιεῖν
3652997 διδασκαλος
πώποτε τῆς ἐν χρῷ πρὸς τὰ βιβλία συνουσίας ἢ ὡς διδάσκαλός σοι ὁ δεῖνα ἢ τῷ δεῖνι συνεφοίτας . ἀλλ
κρατοῦντος στενοχωρούμενον . φασὶ δὲ Διόδωρος καὶ Κοδρᾶτος καὶ ὁ διδάσκαλός μου Ἰσιδωριανὸς διαφέρειν σφαίρας τὸ σφαιροειδὲς ταύτηι , ἧι
3644307 Καλχαν
: καὶ δὴ καὶ ἡμεῖς ἐμνήσθημεν αὐτῶν ἐν τοῖς περὶ Κάλχαν - τος λόγοις καὶ τῆς ἔριδος ἣν ἤρισαν περὶ
οὐ μὰ γὰρ Ἀπόλλωνα Διῒ φίλον , ᾧ τε σὺ Κάλχαν εὐχόμενος Δαναοῖσι θεοπροπίας ἀναφαίνεις , οὔ τις ἐμεῦ ζῶντος
3623266 Λεαγρος
. Ἐψάθαλλε λεῖος ὤν . Οὐχ ὁρᾶς ὅτι ὁ μὲν Λέαγρος , Γλαύκωνος ὢν μεγάλου γένους , ἀβελτεροκόκκυξ ἠλίθιος περιέρχεται
πέσοιεν ἐς αὐτούς . στρατηγοὶ δὲ ἄλλοι τε ἦσαν καὶ Λέαγρος , ᾧ μάλιστα ἐπετέτραπτο ἡ δύναμις , καὶ Δεκελεὺς
3621833 ὑφειλετ
τοὺς καλοὺς δ ' ὅταν βλέπῃ , καινὸς θεατροποιός : ὑφείλετ ' ἄρνα ποιμένος παίζων , Ἀτρεὺς ἐκλήθη : ἐὰν
καλοὺς δ ' ἄν τις βλέπῃ , καπνὸς θεατροποιός : ὑφείλετ ' ἄρνα ποιμένος παίζων , Ἀτρεὺς ἐκλήθη : ἐὰν
3621806 Χαριαδης
κατὰ τὰ πρῶτα ἐπὶ τὰ Νικοστράτου ᾄξαντες οὗτοί εἰσί : Χαριάδης δὲ τότε μὲν οὐδαμοῦ ἠμφεσβήτησεν , ὕστερον δὲ οὐ
οἱ νόμοι ἔδοσαν αὐτοῖς , ἀποστερῆσαι . Οὐ μόνος δὲ Χαριάδης τοῦτο πεποίηκεν , ἀλλὰ καὶ ἄλλοι πολλοὶ ἤδη τῶν
3617070 ἐξοχωτατος
πάντα γινόμενος δι ' ἀκαθαρσίαν , ὁ παρ ' αὐτοῖς ἐξοχώτατος θεός , καὶ πάντας τοὺς ἄλλους θεοὺς ἀνέλκων εἰς
κυναγοῦ δ ' ἄλλος Ἀταλάντης γόνος παῖς Παρθενοπαῖος , εἶδος ἐξοχώτατος , Ἀρκὰς μὲν ἦν , ἐλθὼν δ ' ἐπ
3615276 ἀγχιστειας
τὸ ἡμικλήριον εἶναι τοῦ παιδός : δεῖ δή σε τῆς ἀγχιστείας , ὅ τι ὁ παῖς Ἁγνίᾳ προσήκει , τὸ
γένος ἐξ αἵματος γνησιότητος καὶ τῆς πρὸς τὸ Δουκικὸν ἐξ ἀγχιστείας ἐγγύτητος : ἐκ Δουκῶν γὰρ ἁρμοσάμενος τοῦ βίου τὴν
3603795 παισι
. δύναται δὲ καὶ οὕτω νοεῖσθαι : ὁ Βακχυλίδης παρὰ παισὶ δοκεῖ εἶναι σοφὸς , παρὰ τελείοις δὲ οὐκέτι .
ὑπ ' αὐτὸν προδόντα παῖδας αὐτῷ , ἀντιπαραδοὺς αὐτὸν τοῖς παισὶ προσέταξεν ὀπίσω τὼ χεῖρε δεδεμένον ἀποκομίσαι πρὸς τοὺς πατέρας
3599123 ἐγγονῳ
ὡροσκόπου καὶ τοῦ δύνοντος ἔσται πατὴρ τέκνῳ δικαζόμενος ἢ πάππος ἐγγόνῳ ἢ τοιαῦτα πρόσωπα , εἰ δὲ ἀφροδισιακὸν ἔσται ἡ
ὡροσκόπου καὶ τοῦ δύνοντος ἔσται πατὴρ τέκνῳ δικαζόμενος ἢ πάππος ἐγγόνῳ ἢ τοιαῦτα πρόσωπα , ἐὰν δὲ ἀφροδισιαστικὸν ἔσται ἡ
3598444 συγγενης
πατρωνύμιον ] τὸ πατρωνύμιον γένος , ἤτοι ὁ κατὰ πατέρα συγγενὴς ἡμῖν , τουτέστιν ὁ ἐκ προγόνων ἰθαγενής . .
κείμεθα . φιλήδονος δ ' ἦν καὶ Σπεύσιππος ὁ Πλάτωνος συγγενὴς καὶ διάδοχος τῆς σχολῆς . Διονύσιος γοῦν ἐπιστείλας αὐτῷ
3594370 κατελθοντας
τοὺς ἐωνημένους ἔχειν , τὰ δὲ ἄπρατα [ ] τοὺς κατελθόντας [ κομίζεσθαι ] , οὗτος , οὔτε γῆν [
τὴν Ἀσίαν διέβη κατάγομεν : καὶ τοὺς ὑφ ' ἡμῶν κατελθόντας πάντα τὰ αὑτῶν ἔχοντας καὶ ἀστασιάστους καὶ ἀμνησικακουμένους ἐν
3594050 Λυκε
βούλετ ' ἀτυχίαις τρυφᾶν . Πολλῶν μαθητῶν γενομένων ἐμοί , Λύκε , διὰ τὸ νοεῖν ἀεί τι καὶ ψυχὴν ἔχειν
δ ' οὖν οὕτως : πολλῶν μαθητῶν γενομένων ἐμοί , Λύκε , διὰ τὸ νοεῖν ἀεί τι καὶ ψυχὴν ἔχειν
3593687 Ἐρως
λύχνων ἁφάς . εἶτ ' οὐ μέγιστός ἐστι τῶν θεῶν Ἔρως καὶ τιμιώτατός γε τῶν πάντων πολύ ; οὐδεὶς γὰρ
οὐδ ' ἐπὶ σοὶ μούνῳ κατεθήξατο τόξα καὶ ἰοὺς πικρὸς Ἔρως . τί ζῶν ἐν σποδιῇ τίθεσαι ; πίνωμεν Βάκχου
3593190 Κεον
ὦ ποδάνεμον τέκος , γεραίρει προδόμοις ἀοιδαῖς ὅτι στάδιον κρατήσας Κέον εὐκλέϊξας . Ὦ λιπαρὰ θύγατερ Χρόνου τε καὶ [
' [ τινὲς ] τῶν Εὐξαντίου παίδων [ ] τὴν Κέον [ κατώικησαν ] [ ἀντὶ ] οἴχομαι υἱὸς Τηλ
3593022 Βουκεφαλας
καὶ ἀμαθέστατος , ἀκούων ὅτι ἦν Μακεδόνι βασιλεῖ κτῆμα ὁ Βουκεφάλας , ὄχημα ἐκείνῳ μὲν τιθασόν , τοῖς δὲ ἄλλοις
Ἀλέξανδρος ἐν Ἰνδίᾳ παρὰ τὸν Ὑδάσπην ποταμόν . ἔστι καὶ Βουκεφάλας λιμὴν τῆς Ἀττικῆς . τὸ ἐθνικὸν Βουκεφαλῖται : οὕτω
3592517 Ἀσκρης
καὶ τοῖς ὑπ ' Εὐδόξου πολὺ χείρω λέγοντος περὶ τῆς Ἄσκρης . πῶς γὰρ ἄν τις πολυστάφυλον τὴν τοιαύτην ὑπὸ
δὲ καὶ ἡμεῖς πεποιήμεθα παρ ' αὐτοῦ Καλλίππου διδαχθέντες . Ἄσκρης μὲν δὴ πύργος εἷς ἐπ ' ἐμοῦ καὶ ἄλλο
3586430 θεοσεβων
δὲ ἑξῆς δʹ Ἀφρο - δίτης εὐτυχῶν ἐπὶ γάμοις , θεοσεβῶν , φιλουμένων ὑπὸ πάντων , φιλοτέκνων , εὐπόρων ,
οὓς κατεδουλώσατο ἀρχῆθεν βασιλεὺς Αἰγύπτου , τυγχάνοντας σπέρμα δίκαιον ἀνδρῶν θεοσεβῶν καὶ ὁσίων , Ἀβραὰμ καὶ Ἰσαὰκ καὶ Ἰακώβ :
3573241 Κυριος
, κἄν τις περιπέσῃ φθόνῳ ἢ δουλείᾳ ἢ συκοφαντίᾳ , Κύριος ὁ ἐν αὐτῷ κατοικῶν διὰ τὴν σωφροσύνην οὐ μόνον
ἄν τις ποιήσῃ τῷ πλησίον αὐτοῦ , οὕτως καὶ ὁ Κύριος ποιήσει αὐτῷ . Καὶ γὰρ οἱ υἱοὶ τῶν ἀδελφῶν
3565695 ἀντιδους
ἤδη τῶν ἐν Πυθοῖ καὶ Ὀλυμπίᾳ καὶ Ἐπιδαύρῳ χρημάτων καὶ ἀντιδοὺς πρὸς λόγον τοῖς ἱεροῖς τὸ ἥμισυ τῆς Θηβαίων γῆς
τὸν ἀδελφὸν ὅδε Ἀντίοχον ἐξέλυσε τῆς ὑπὸ Ῥωμαίοις ὁμηρείας , ἀντιδοὺς τὸν ἑαυτοῦ παῖδα Δημήτριον . Ἀντιόχου δὲ ἐπανιόντος ἐκ
3564463 ὑποκριναμενου
πέντε καὶ εἴκοσιν ἐνιαυτῶν ὄντι . ὀξεῖα δὴ τοῦ χθὲς ὑποκριναμένου μετασχεῖν τῶν γεγονότων ἐγίγνετο μεταβολή , λοιδορουμένου τοῖς πολλοῖς
ἐπ ' ὀφρύσι νεῦσε Κρονίων , τοῦ προφήτου τὸν Δία ὑποκριναμένου : τοῦτο μέντοι ῥητῶς εἰπεῖν τὸν ἄνθρωπον πρὸς τὸν
3551844 ἀπαις
παιδίον ἐς Μυσίαν Τεύθραντι τῷ βασιλεῖ . ὁ δὲ Τεύθρας ἄπαις ὢν τὴν μὲν Αὔγην γυναῖκα ποιεῖται , τὸν δὲ
πατρός , ἀποδοχῆς ἐτύγχανε τῆς μεγίστης . ὁ δὲ Τεύθρας ἄπαις ὢν ἀρρένων παίδων τὴν θυγατέρα Ἀργιόπην συνῴκισε τῷ Τηλέφῳ
3550977 ἐγενου
παιδός , ὅτι σὺ ἀμφότερα καὶ πατὴρ αὐτῷ καὶ μήτηρ ἐγένου , οὔτ ' ἄνδρ ' ἕτερον ἀντὶ Φαλάριδος ,
τοῖς ἐμοῖς χρήμασιν εἰς παλαίστρας ἐφοίτας . ἐκ τῶν ἡμετέρων ἐγένου πολεμικός . ζήτει τοίνυν καιρὸν ἀμοιβῶν , ἵνα μοι
3550473 Ἑρμας
κοινὸν ἐρώμενον αὐτὸν λέγεσθαι τῆς Ἑλλάδος , ἐκ τοῦ τοὺς Ἑρμᾶς Ἀθήνησι κατ ' εἰκόνα καὶ ὁμοίωσιν αὐτοῦ γράφεσθαι ,
ἤδη δεδοκιμασμένον , ἐὰν ἐπιθυμήσῃ πονηρὸν ἔργον , καὶ μάλιστα Ἑρμᾶς ὁ ἐγκρατής , ὁ ἀπεχόμενος πάσης ἐπιθυμίας πονηρᾶς καὶ
3545905 ἀργυρωνητος
ἐλύσατο . καὶ αἰδοῖ Ἀντωνίου τῇ κηλῖδι τῇδε σιγὴ κατεχύθη ἀργυρώνητος . ἔκρινα δὴ καὶ ταύτην τῆς τύχης μὴ σιγῆσαι
περὶ μὲν γὰρ τὴν θεραπείαν αὐτῶν οὐδεὶς ἦν οὔτ ' ἀργυρώνητος οὔτ ' οἰκογενὴς δοῦλος ἀλλὰ τῶν ἐπιφανεστάτων , ἱερῶν
3543937 δευτερης
ἀνέμου δὲ συρίσαντος εὐθὺς ἐσβέσθη πνοιῇ ῥαπισθείς . ἐκ δὲ δευτέρης ἅπτων εἶπέν τις αὐτῷ “ φαῖνε , λύχνε ,
ἔμελλεν . ὡς δὲ οὐδαμὰ ἐπείθετο , ὁ δὲ ἱκεσίης δευτέρης ἅπτεται δοῦναί οἱ χρόνον ἑπτὰ ἡμερέων , μετὰ δὲ
3542848 συνεστιον
κῶλον αὑτοῦ καὶ μὴ κλειόμενον κατεσθίει . Ὅτι ἡ πίννη συνέστιον ἔχει καρκῖνον τὸν ὀνομαζόμενον πιννοφύλακα : ἡνίκα οὖν ἰχθὺς
, καὶ μή ποτ ' ἔτι κοινῇ παιδοποιήσασθαι , μηδὲ συνέστιον ὧν ἔκγονον ἢ ἀδελφὸν ἀπεστέρηκε γίγνεσθαί ποτε μηδὲ κοινωνὸν
3535830 φιλεοντι
ἅ θ ' ὑπερωμόκρεως χορδὰ γλυκίστα μιξεριφαρνογενής , ἃν δὴ φιλέοντι θεοί , τουτ ὦ φιλότας ἔσθοις κε , λαγῶιά
. ξεῖνος γάρ μοι ὅδ ' ἐστί : τίς ἂν φιλέοντι μάχοιτο ; ἄφρων δὴ κεῖνός γε καὶ οὐτιδανὸς πέλει
3535812 Φραστορος
τὸν Αἰγιλιέα τῶν γεννητῶν οἳ καλοῦνται Βρυτίδαι , καὶ ἀξιοῦντος Φράστορος εἰσάγειν τὸν υἱὸν τὸν αὑτοῦ εἰς τοὺς γεννήτας ,
καὶ ἀκριβῶς τὸν βίον συνειλεγμένον , οὐκ ἠπίστατο τοῖς τοῦ Φράστορος τρόποις ἀρέσκειν , ἀλλ ' ἐζήτει τὰ τῆς μητρὸς
3530776 ὀψωνων
καὶ εἰπεῖν ἀκουόντων πάντων : Εὐωχοῦ , Τίβειε . καὶ ὀψωνῶν δὲ ὑπομιμνήσκειν τὸν κρεωπώλην , εἴ τι χρήσιμος αὐτῷ
βαρύς , πλουτῶν , φιλάργυρος δὲ κἀλιτήριος , ὀψοφάγος , ὀψωνῶν δὲ μέχρι τριωβόλου . οὐκ ἂν δυναίμην ἐμφαγεῖν ἄρτον
3523495 Ἀλκηστις
ὡς ἀνοίκεια τῆς τραγικῆς ποιήσεως ὅ τε Ὀρέστης καὶ ἡ Ἄλκηστις , ὡς ἐκ συμφορᾶς μὲν ἀρχόμενα , εἰς εὐδαιμονίαν
συλλαμβάνει . ἔλεγον οὖν οἱ ἄνθρωποι „ ἀνδρεία γε ἡ Ἄλκηστις : ἑκοῦσα ὑπεραπέθανεν Ἀδμήτου . „ τοῦτο μέντοι οὐκ
3521299 σκηπτρων
ὑποσκάζων καὶ οἰόμενος ὡς ἐσεῖται τούτῳ καλῶς πάντα εἰ τῶν σκήπτρων ἐγκρατὴς ὁ Βοτανειάτης γένοιτο , καὶ ἠξίου τὸν πρὸ
? [ συμμυρομένας ] δεσπότις ἡ πρὶν [ ] ? σκήπτρων ? [ ἀρχὸς ] δούλη Δαναῶν ἐπὶ σημαίας [
3519319 Θεοζοτιδης
! ! ! ! σαν περὶ πολέμου [ ] [ Θεοζοτίδης ] οὑτοσὶ τὴν [ γνώμην ] ἀγορεύει , τοὺς
ἀτυχίαν ταύτην ἐμισθώσατό τις φιλονικῶν χορηγὸς τραγῳδῶν , οἶμαι , Θεοζοτίδης . τὸ μὲν οὖν πρῶτον ἠγανάκτουν οἱ ἀντιχορηγοὶ καὶ
3518912 ἀδελφιδους
ὑπῆν τὸ πολλὰ πολλάκις δεδῆχθαι . Ἀκακίου τοῦ σοφιστοῦ καὶ ἀδελφιδοῦς καὶ μαθητὴς Εὐτρόπιος οὑτοσί . ἔοικε δὲ αὐτῷ κατὰ
καὶ διδάσκειν τοὺς παῖδας γράμματα . Δημοχάρης δ ' ὁ ἀδελφιδοῦς Δημοσθένους , εἰ ἄρα πιστευτέον αὐτῷ λέγοντι περὶ Αἰσχίνου

Back