τίς γὰρ ἔμ ' οὐκ ἤεισε ; τίς οὐκ ἀνελέξατο Λύδην , τὸ ξυνὸν Μουσῶν γράμμα καὶ Ἀντιμάχου ; Αὐταὶ
τοῖς Ἐπιγράμμασι δηλοῖ : διασύρων γὰρ Ἀντιμάχου τὸ ποίημα τὴν Λύδην ἔφη : Λύδη καὶ παχὺ γράμμα καὶ οὐ τορόν
6104986 ἐγχελυν
γυναῖκα τὴν ὄψιν καλήν , Φοινικίδης δὲ Ταυρέᾳ δι ' ἔγχελυν . Τροφαλίδας τε λινοσάρκους , μανθάνεις ; τυρὸν λέγω
γυναῖκα τὴν ὄψιν καλήν , Φοινικίδης δὲ Ταυρέᾳ δι ' ἔγχελυν . τροφαλίδας τε λινοσάρκους , μανθάνεις ; τυρὸν λέγω
5853308 ἀηδονα
λύπην μεταβληθῆναι εἰς ὄρνιν : καὶ ἡ μὲν Πρόκνη εἰς ἀηδόνα μετεβλήθη ὡς καὶ ἡ Φιλομήλα εἰς χελιδόνα : πρὸς
εἶδον οὔτε κερκώπην , γύναι , οὐ κίτταν , οὐκ ἀηδόνα , οὐ τρυγόνα , οὐ τέττιγα . ἤσθιον δι
5798748 ἐξελον
ἐπεὶ πάθον ἄλγεα θυμῷ . κούρην ἣν ἄρα μοι γέρας ἔξελον υἷες Ἀχαιῶν , δουρὶ δ ' ἐμῷ κτεάτισσα πόλιν
οἱ δύναμαι χραισμῆσαι ἰοῦσα . κούρην ἣν ἄρα οἱ γέρας ἔξελον υἷες Ἀχαιῶν , τὴν ἂψ ἐκ χειρῶν ἕλετο κρείων
5669758 ἀπειπατο
ὀρχουμένου παιδὸς καὶ κιθαρίζοντος καὶ τῆς κυβιστώσης ἀπρεπῶς τὸ μύρον ἀπείπατο ; οὐδεὶς ἂν αὐτοῦ ἀγελαστὶ ἠνέσχετο . Κριτόβουλος δὲ
ἐγκρατὴς ἐγένετο . Ὅτι Θετταλὸς ὁ Πεισιστράτου υἱὸς σοφὸς ὑπάρχων ἀπείπατο τὴν τυραννίδα , καὶ τὴν ἰσότητα ζηλώσας μεγάλης ἀποδοχῆς
5643101 Ἰλιαδα
δὲ ἐπὶ μήκιστον . ἄνευ γὰρ τοῦ πᾶσαν αὐτῷ τὴν Ἰλιάδα εἰς τοῦτο αὐτὸ συγκεῖσθαι καὶ στάσεως εἶναι κατηγορίαν ἅπαν
πάντα τὰ Ὁμήρου ἔπη μαθεῖν : καὶ νῦν δυναίμην ἂν Ἰλιάδα ὅλην καὶ Ὀδύσσειαν ἀπὸ στόματος εἰπεῖν . Ἐκεῖνο δ
5581657 δεσποιναν
. ἢ γὰρ πένης ὢν τὴν γυναῖκα χρήματα λαβὼν ἔχει δέσποιναν , οὐ γυναῖκ ' ἔτι , ἧς ἐστι δοῦλος
, ἐγγυᾶσθαι , φησὶν ὅτι οὐκ ἐξελάθετο τῶν πρὸς τὴν δέσποιναν αὐτῆς ὁμολογιῶν , ἀλλ ' οἶδε μὲν ἐκείνην ἑαυτοῦ
5577982 παλινῳδιαν
μεταστρέφεται . Στρηνιᾷ : ἐπὶ τῶν ἀναίδην σκωπτόντων . Στησίχορος παλινῳδίαν ᾄδει : ἐπὶ τῶν μεταβαλλομένων ἐπὶ τοῖς βελτίοσιν .
, ὃς ᾄδων ἐς τὴν Ἑλένην ἐναντίον τῷ προτέρῳ λόγῳ παλινῳδίαν αὐτὸν ἐκάλεσεν οὐκ ἔστιν ἔτυμος ὁ λόγος οὗτος ἤδη
5562355 Ἀθηναιαν
Δίφιλος ἐν Ἀμάστριδι , καὶ Ἴων δὲ τὴν Θεμιστοκλέους θυγατέρα Ἀθηναίαν ξένην φησὶ καὶ Πίνδαρος ἐν † σχολίοις † .
; Τῷ ξανοῦμεν τὸν πέπλον ; Τί δ ' οὐκ Ἀθηναίαν ἐῶμεν πολιάδα ; Καὶ πῶς ἂν ἔτι γένοιτ '
5554233 Δαφνην
. καὶ τὸ προάστειον τοῦτο δὴ τὸ πολυύμνητον , τὴν Δάφνην , Σέλευκος εἰς ἱεροῦ μοῖραν κατέστησεν ἀνεὶς τῷ θεῷ
„ . Ἰώνη . οὕτως ἐκαλεῖτο ἡ Ἀντιόχεια ἡ παρὰ Δάφνην , ἣν ᾤκησαν Ἀργεῖοι . τὸ ἐθνικὸν Ἰωνίτης ἢ
5484225 ἐρωμενην
| [ . οὗτος οὖν ὁ Ἐπίκουρος οὐ Λεόντιον εἶχεν ἐρωμένην τὴν ἐπὶ ἑταιρείᾳ διαβόητον γενομένην ; ἡ δὲ οὐδ
οὔσης ἀεὶ τῷ ποθοῦντι σπουδῆς ἐκ παντὸς θεραπεύειν τρόπου τὴν ἐρωμένην οὐ θεῶν εἰσέρχεται δέος , οὐ λογισμὸς αὐτῷ γίνεται
5426553 Ἠριγονην
τὸν δὲ Ὀρέστου νόθον Πενθίλον Κιναίθων ἔγραψεν ἐν τοῖς ἔπεσιν Ἠριγόνην τὴν Αἰγίσθου τεκεῖν . ἐπὶ δὲ τοῦ Τισαμενοῦ τούτου
δέησιν . . . . † ἀλήτης : τινὲς τὴν Ἠριγόνην τὴν Ἰκαρίου , οἱ δὲ τὴν Φερσεφόνην , διότι
5425033 Ἠλεκτραν
νερτέροις μειλίγματα ; οὐδέν ποτ ' ἄλλο : καὶ γὰρ Ἠλέκτραν δοκῶ στείχειν ἀδελφὴν τὴν ἐμὴν πένθει λυγρῷ πρέπουσαν .
λίαν σαφῶς τὴν Φαίδραν αὐτὴν ὑποδείξῃ , ὑποκριτὴς δὲ τραγῳδίας Ἠλέκτραν Ὀρέστην αὐτῇ προστιθεὶς καὶ Πυλάδην , ὁ δέ γε
5404772 δεσποτιν
χρόνους ἢ πόνους ἔχει βραχεῖς , τὴν δὲ ὑπό τινων δεσπότιν εἰσαγομένην πάντων ἐγγελῶντος εἱμαρμένην καὶ μᾶλλον ἃ μὲν κατ
; φράζε μοι σαφέστερον . γυναῖκ ' ἐφ ' ἡμῖν δεσπότιν δόμων ἔχει . οὔ που τετόλμηκ ' ἔργον αἴσχιστον
5403208 παλαιστραν
τὰς συνήθεις διατριβάς . καὶ δὴ καὶ εἰς τὴν Ταυρέου παλαίστραν τὴν καταντικρὺ τοῦ τῆς Βασίλης ἱεροῦ εἰσῆλθον , καὶ
, Σκορπίῳ κύνας καὶ ὄνους . Εἰς διδασκαλίαν καὶ εἰς παλαίστραν συνιστᾶν Διδύμοις καὶ Ζυγῷ καὶ Ὑδροχόῳ καὶ Παρθένῳ ,
5373887 τιτθην
δ ' ἔγωγε πάντ ' ἂν ὑπομεῖναι δοκῶ ἢ τοῦτο τίτθην ἐν συνοικίαι τινὶ [ βούλομαι ] [ λάβοις ]
ἐὰν δὲ κινήσηι μόνον τὴν Μυρτίλην ταύτην τις , ἣν τίτθην καλεῖ , πέρας ποεῖ λαλιᾶς . τὸ Δωδωναῖον ἄν
5360644 Νικω
μειδιάτω , πάντα χαιρέτω , πάντα συνεπαγαλλέσθω τοῖς τελουμένοις . Νικῶ σου , μῦθε , τοὺς γάμους , κἂν δῶμεν
μειδιάτω , πάντα χαιρέτω , πάντα συνεπαγαλλέσθω τοῖς τελουμένοις . Νικῶ σου , μῦθε , τοὺς γάμους , κἂν δῶμεν
5332214 ἑταιραν
ἤμην ? ? ἔμπειρος , ἢ σὲ καὶ τὴν ] ἑταίραν τοῖς [ ἐμοῖς ] ἐπιβουλεῦσαι ] ; ἐγὼ μὲν
πολλὰ τοίνυν κἀγαθὰ γένοιτό σοι τῆς φιλανθρωπίας . καὶ γὰρ ἑταίραν χρηστὴν σεαυτῷ περιεσώσω , καὶ ἡμᾶς ἀμειψομένας σε ἀντ
5323369 Λυρνησσον
' Ἰδαίων ὀρέων ταχέεσσι πόδεσσι , κεῖθεν δ ' ἐς Λυρνησσὸν ὑπέκφυγες : αὐτὰρ ἐγὼ τὴν πέρσα μεθορμηθείς . .
. „ τοῦ δὲ Μύνητος τὴν Λυρνησσόν : ἐπειδὴ ” Λυρνησσὸν διαπορθήσας καὶ τείχεα „ Θήβης ” τόν τε Μύνητα
5305025 Ὀπωραν
παῖδας , ἀλλὰ Γ τοὺς “ βότρυς ” διὰ τὴν Ὀπώραν . Γ ἄρ ' ἂν βλαβῆναι διὰ χρόνου Γ
ὅτι δύο πόρνας εἶχε τῇ Εἰρήνῃ συναφθείσας , τήν τε Ὀπώραν καὶ τὴν Θεωρίαν , ὧν ἣν μὲν ἔδωκε τοῖς
5294854 κυλικα
ὀλίγον φροντίσας γε δεσποτῶν . ὡς ἐκπιών γ ' ἂν κύλικα μαινοίμην μίαν , πάντων Κυκλώπων ἀντιδοὺς βοσκήματα ῥίψας τ
δέ φησι τὸ ἐν τῷ ἰσχίῳ ὀστοῦν καλεῖσθαι ἄλεισον καὶ κύλικα . κοτυλίσκος δὲ καλεῖται ὁ ἱερὸς τοῦ Διονύσου κρατηρίσκος
5269388 αὐλητικην
' Ἀλεξάνδρου λαθομένα κρίσιος . ὑπὸ Δάφνιδος μαθεῖν Μαρσύαν τὴν αὐλητικήν Ἀγχοῦ δ ' Αἰγείδεω Θησέος ἐστὶ λύρη . Αὐτὰρ
Ἀλέξανδρος δέ φησιν ὁ Αἰτωλὸς ὑπὸ Δάφνιδος μαθεῖν Μαρσύαν τὴν αὐλητικήν . ἔνηβοι μὲν οἱ πεντεδεκαετεῖς καὶ πορρωτέρω : ἄνηβοι
5245528 Κρησσαν
Τεύκρου , ἣν ἔγημε Δάρδανος : Λυκόφρων : γήμας Ἀρίσβην Κρῆσσαν εὐγενῆ κόρην : καὶ Ὅμηρος : ὃς ἔναιεν ἐϋκτιμένῃ
λέγει δὲ ὁ Ἀντήνωρ καὶ ἔτι κατὰ τὴν Ἴδην τὴν Κρῆσσαν ἐκείνου τοῦ γένους τῶν μελιττῶν εἶναι ἰνδάλματα , οὐ
5235266 ἑταιρην
ᾄδειν εἰς αὐτὴν τάδε : Ἀρχεάνασσαν ἔχω τὴν ἐκ Κολοφῶνος ἑταίρην , ἧς καὶ ἐπὶ ῥυτίδων πικρὸς ἔπεστιν ἔρως .
τοῖς μνηστῆρσι φόρμιγξ ἠπύει , ἣν ἄρα δαιτὶ θεοὶ ποίησαν ἑταίρην , καὶ παρ ' Ἀλκινόῳ ὁ κιθαρῳδὸς ἀνεβάλλετο καλὸν
5229188 Οἰχαλιαν
κελάδησαν παρ ' ἀγακλέα ναόν , πρίν γε κλέομεν λιπεῖν Οἰχαλίαν πυρὶ δαπτομέναν Ἀμφιτρυωνιάδαν θρασυμηδέα φῶθ ' , ἵκετο δ
κληθεῖσαν , ἀπένειμεν ὁ Περιήρης ἐνοικῆσαι . γενέσθαι δὲ ὄνομα Οἰχαλίαν τῆι πόλει φασὶν ἀπὸ τοῦ Μελανέως τῆς γυναικός .
5225390 Περσεπολιν
πρεσβεύοντι ἔχαιρον . Ὡς δὲ ἐς Πασαργάδας τε καὶ ἐς Περσέπολιν ἀφίκετο Ἀλέξανδρος , πόθος λαμβάνει αὐτὸν καταπλεῦσαι κατὰ τὸν
πλάτος δὲ τὸ ἐν τῇ μεσογαίᾳ τὸ ἀπὸ Σούσων εἰς Περσέπολιν στάδιοι τετρακισχίλιοι διακόσιοι , κἀντεῦθεν ἐπὶ τοὺς τῆς Καρμανίας
5174827 Κυθνον
Ἀμοργίας : τήν τε Δόνουσαν καὶ τὴν Νάξον καὶ τὴν Κύθνον ἔχε δεξιάν . Ἐὰν δὲ θέλῃς διὰ νήσων πλέειν
δὲ Κέω τὴν ἐγγυτάτω τῇ Ἑλένῃ , καὶ μετὰ ταύτην Κύθνον καὶ Σέριφον καὶ Μῆ - λον καὶ Σίφνον καὶ
5166960 πηραν
τοιαύτην [ τοιόνδε τοιόσδε ] κατέστη ⌈ ἔνδειαν , ὥστε πήραν ἔχων περιῄει ζητῶν καὶ διαβάλλων ἑαυτὸν ⌈ ὡς [
προγόνοις . θρεττανελό ἀλλ ' εἶα τέκεα θαμίν ' ἐπαναβοῶντες πήραν ἔχοντα λάχανά τ ' ἄγρια δροσερὰ ὦ καλλιπρόσωπε χρυσεοβόστρυχε
5164852 ληκυθον
τῇ : Τί πρὸς τὸν Διόνυσον ; Τί δεῖ παρεῖναι λήκυθον , ἢν ἔτνος παρῇ . Τί τὸν τάραντα πρός
πρᾶγμα : πρὸς γὰρ τουτονὶ τὸν πρόλογον οὐχ ἕξει προσάψαι λήκυθον . Οὐκ ἔστιν ὅστις πάντ ' ἀνὴρ εὐδαιμονεῖ :
5160242 Κορινθιαν
τε Σαρωνικὴ συρομένη ἐστὶ πρὸς ἀνατολάς . Καὶ ταύτην τὴν Κορινθίαν Σαρωνίδα καλοῦσιν , ὡς μὲν Εὐφορίων φησὶν , ἐπειδὴ
τῶν ζωγρηθέντων πάντων , καὶ ὅτι λαβόντες δύο τριήρεις , Κορινθίαν καὶ Ἀνδρίαν , τοὺς ἄνδρας ἐξ αὐτῶν πάντας κατακρημνίσειαν
5157516 ἐλαιαν
ἔχεις τὸν σηκόν , ἵλεως γενοῦ . ἔτι δὲ καὶ ἐλαίαν , οὐ μονοστελέχη , ἀλλὰ πολύκλαδον ὥστε καὶ καλάμην
: ἐπὶ τῶν πάνυ πενομένων . Λάκωνες γὰρ τὴν ἀγρίαν ἐλαίαν ἄγριππον καλοῦσιν . Ἄκρῳ ἅψασθαι δακτύλῳ : ἐπὶ τῶν
5151791 λαταγων
κοτταβικήν ἐν τοῖς ἀχύροισι κυλινδομένην , Μανῆς δ ' οὐδὲν λατάγων ἀΐει , τὴν δὲ τάλαιναν πλάστιγγ ' ἂν ἴδοις
' ὁ Καλλίμαχος Σικελὴν τὴν λάταγα προσηγόρευσεν . μνημονεύει τῶν λατάγων καὶ τῶν κοττάβων καὶ ὁ Χαλκοῦς καλούμενος Διονύσιος ἐν
5146243 ψαλτριαν
ἐν τοῖς ἔργοις τῶν μουσῶν ἢ τυμπανίστριαν ἢ κιθαρίστριαν ἢ ψάλτριαν . Καὶ ἐγὼ ἀκούσας ἐκέλευσα πρὸς πυγὴν πηδῆσαι .
] ὡς ἄθλιός τις [ [ ὁ ] τρισκακοδαίμων [ ψάλτριαν ] [ ] σαν ? ? ? γυναῖκα οὕτως
5125700 Αἰολιδα
Ἔφορος οὐκ ὀκνεῖ πᾶσαν τὴν ἀπὸ Ἀβύδου μέχρι Κύμης καλεῖν Αἰολίδα . . . . Ἀρίσβη : πόλις τῆς Τρωάδος
Τηλέφῳ πρότερον καὶ Τεύθραντι . οὕτω δὴ τοῦ ποιητοῦ τὴν Αἰολίδα καὶ τὴν Τροίαν εἰς ἓν συντιθέντος , καὶ τῶν
5120531 Ἀνδρομεδαν
καταποθεὶς ἐλάκτισε τὸ ἧπαρ αὐτοῦ καὶ ἐξήλατο καὶ ἔσωσε τὴν Ἀνδρομέδαν . ἀρβυλόπτερον διὰ τὴν τῶν ποδῶν πτέρωσιν . ληρεῖ
καὶ καταλείπει παρὰ Κηφεῖ τὸν δὲ Κηφέως ἀδελφὸν Φινέα προμνηστευόμενον Ἀνδρομέδαν καὶ αὐτῷ ἐπιβουλεύοντα ἀπελίθωσε δείξας τὴν γοργόνην , αὐτὸς
5117510 δρακαινης
ὅτι τὴν μητέρα Ῥέαν ἀπαγορεύουσαν αὐτοῦ τὸν γάμον ἐδίωκε , δρακαίνης δ ' αὐτῆς γενομένης καὶ αὐτὸς εἰς δράκοντα μεταβαλὼν
Ἄρεως παῖδ ' Ἁρμονίαν , δάμαρτ ' ἐμήν , δράκων δρακαίνης σχῆμ ' ἔχουσαν ἀγρίας ἄξω ' πὶ βωμοὺς καὶ
5116460 περιφορητος
, φίλτατε . τὴν νύκτ ' ἐκείνην διεκαραδόκησεν . ὁ περιφόρητος Ἀρτέμων εἴ μοι συνήθης , Φαίδιμ ' , ὢν
περὶ Ἀνακρέοντος προθεὶς τὸ ξανθῇ δ ' Εὐρυπύλῃ μέλει ὁ περιφόρητος Ἀρτέμων , τὴν προσηγορίαν ταύτην λαβεῖν τὸν Ἀρτέμωνα διὰ
5116417 Στησιχορος
τῆς Αἰτωλίας , ὥς φησι Πολύβιος ἐν Ϛʹ ἱστοριῶν . Στησίχορός τέ φησιν ἐν Συοθήραις : κρύψαι δὲ ῥύγχος ἄκρον
ἀναστῆναι ὑπ ' αὐτοῦ , Καπανέα καὶ Λυκοῦργον , ὡς Στησίχορός φησιν ἐν Ἐριφύλῃ , Ἱππόλυτον , ὡς ὁ τὰ
5114877 γερουσιαν
ἐπὶ τὸ βουλευτήριον ἔλθω , σὲ δόξω βλέπειν δημαγωγοῦντα τὴν γερουσίαν ἐπὶ τοῦ βήματος : ἂν ἐπὶ τὸ θέατρον ,
ἐνδεῖν πλὴν ὧν ἐξαμαρτάνει δῆμος : ὅταν δὲ εἰς τὴν γερουσίαν ἴδῃ τὴν βουλευομένην τε καὶ τὰς ἀρχὰς ἔχουσαν ,
5112219 Ἡμεραν
. Ἵν ' οὐχ αὑτῷ παρετράφην , ἀλλὰ σοί . Ἡμέραν τρίτην ἐπεκώμας ' ἡμῖν . Ἤδη ἀλεαίνῃ πρὸς τὸ
. * * πέρας . * † οὐδαμῶς . . Ἡμέραν ἡσύχιμον τὴν τοῦ θανάτου , ἐπεὶ ἐν ταύτῃ θανόντες
5106804 νυμφην
καλλιπάρῃον , τὴν δὲ καλλίσφυρον ὀνομάζων : ἐγὼ δὲ τὴν νύμφην ὁρᾶτε , ὅπως κεκήληται τῷ ὀνόματι καὶ σύντονον βλέπει
τὴν ἀφαίρεσιν εἶπον γενέσθαι , διὰ τὸ δερματώδη εἶναι τὴν νύμφην καὶ παρεκτείνεσθαι μέχρι πλείστου . ὥστε μὴ ἐκ τῆς
5102560 ἑταιρικην
καλλωπισμὸν διὰ τῶν περιβλημάτων δηλοῖ τὸ ἐπίθετον , καὶ τὴν ἑταιρικὴν κολακείαν τὸ αἱμύλα κωτίλλειν . δεῖ οὖν ὑπὸ τούτων
τούς τε Μακεδόνας τοὺς πεζοὺς ἀναλαβὼν καὶ τὴν ἵππον τὴν ἑταιρικὴν καὶ τοὺς προδρόμους ἱππέας καὶ τοὺς Ἀγριᾶνας καὶ τοὺς
5085974 κλησιν
δὲ καὶ τὸ μὴ γενέσθαι βλάβην ἡμῖν τὴν νῦν γε κλῆσιν , φασὶ γὰρ κεκλῆσθαι πανταχόθεν ἐκεῖσε πάντας ὅσοι καθεστᾶσιν
. διερρυηκόσιν ] κεχαλασμένοις καὶ κεχηνόσιν , οὐ συνεστραμμένοις . κλῆσιν : τὴν μαρτυρίαν . χαύνωσιν : λύσιν τῶν δικῶν
5081524 ἀγαπωμενην
γεννήσαντα προεξιλεωσάμενος ἔδραμεν εἰς τὸν θάλαμον : εὑρὼν δὲ τὴν ἀγαπωμένην αἱμορραγοῦσαν τῶι αὐτῶι ξίφει τὸν βίον περιέγραψε . .
κατόπιν δ ' ἀκολουθήσας ὁ θεὸς , καὶ μηδαμοῦ τὴν ἀγαπωμένην εὑρὼν , διὰ λύπης ὑπερβολὴν ἐκεῖθεν ἀνέτειλεν : οἱ
5068803 λῃδιον
Ἡ Γλυκέριον λαβοῦσα παρ ' ἐραστοῦ τινος Κορίνθιον παράπηχυ καινὸν λῄδιον ἔδωκεν εἰς κναφεῖον , εἶτ ' ἐπεὶ τέλος ἔδοξ
ἡ Γλυκέριον λαβοῦσα παρ ' ἐραστοῦ τινος Κορίνθιον παράπηχυ καινὸν λῄδιον ἔδωκεν εἰς γναφεῖον : εἶτ ' ἐπεὶ τέλος ἔδοξ
5068137 ἀσπαζομαι
ὦ φίλη γῆ , διὰ χρόνου πολλοῦ ς ' ἰδὼν ἀσπάζομαι : τουτὶ γὰρ οὐ πᾶσαν ποιῶ τὴν γῆν ,
, ὦνδρες δημόται , ἀρχαῖον ἤδη προσαγορεύειν καὶ σαπρόν : ἀσπάζομαι δ ' ὁτιὴ προθύμως ἥκετε καὶ συντεταμένως κοὐ κατεβλακευμένως
5065201 Ἀντιμαχου
, Φαίδων Φαίδωνος , χλίδων χλίδωνος . Τὸ Λάδων ὑπὸ Ἀντιμάχου διὰ τοῦ ω κλίνεται , ἐγγύθι δὲ προχοαὶ ποταμοῦ
θυγάτηρ δὲ τοὔνομα Ὑρνηθὼ , ἥντινα ἔδωκε γυναῖκα Δηιφόντῃ τῷ Ἀντιμάχου τοῦ Θρασυάνορος τοῦ Κτησίππου τοῦ Ἡρακλέους . Στέργων οὖν
5055113 γυναικωνιτιν
πάλιν δειπνεῖ μελίπηκτα τὰς κίχλας . νῦν δ ' εἰς γυναικωνῖτιν εἰσιόνθ ' ὅταν ἴδω παράσιτον , τὸν δὲ Δία
δὲ ἐπιστύλιον ἐκ χρυσοῦ τὸ ὅλον . εἶχε δὲ καὶ γυναικωνῖτιν ἐν ᾗ συμπόσιον ἐννεάκλινον , καὶ ἑτέρους οἴκους πολυκλίνους
5043685 πεποιημενην
δ ' ὄπισθεν αὐτοῦ κοίλην καὶ ὁμοίως συμπεριαγῆ τῇ ἐκτὸς πεποιημένην , καθάπερ γὰρ καὶ τῶν ἀρχαίων ὀργάνων τὰ πλεῖστα
οὔτι που ταῖσδε ὁμοίαν , ἐκ σιδήρου τε καὶ χαλκοῦ πεποιημένην , πολὺ μέντοι κραταιοτέραν , τὸ δὲ σχῆμα καὶ
5042664 Τυρω
δὲ καὶ ἀπόγονος Κρηθέως οὕτως Ἰάσων Σαλμωνέως καὶ Ἀλκιδίκης θυγάτηρ Τυρώ , Τυροῦς καὶ Ποσειδῶνος Πελίας καὶ Νηλεὺς - Τυροῦς
' εἰς τὸν Ἀλφειόν . τούτου δ ' ἐρασθῆναι τὴν Τυρώ φασιν „ ἣ ποταμοῦ ” ἠράσσατ ' Ἐνιπῆος θείοιο
5019397 νεκυιαν
: τίνες ἦσαν , . τὴν νέκυιαν , πρὸς τὴν νέκυιαν . Θέτιδος δ ' ἐξήνυσε βουλάς , ἥ οἱ
, , , , . † ) Ἀρίσταρχος ἀθετεῖ τὴν νέκυιαν κεφαλαίοις τοῖς συνεκτικωτάτοις τοῖσδε . ὅτι οὐκ ἔστι καθ
5013664 ἐγγραμματον
τοῦτο οὐκ ἔστιν αὑτῆς θεωρητική . γραμματικὴ πάλιν περὶ τὴν ἐγγράμματον φωνήν : μή τι οὖν ἐστι καὶ αὐτὴ ἐγγράμματος
' ἑαυτὸ μὲν λεγόμενον μὴ ἀποτελεῖν διάνοιαν ? ? ? ἐγγράμματον , προστασσομένου δὲ ῥήματος 〚 ! ! 〛 ,
5007794 ὡραιαν
] οὗτος Ἀθηναίων στρατηγός . ὡρικὴν ὑληφόρον : ἀντὶ τοῦ ὡραίαν καὶ ἀκμαίαν . ὥρα γὰρ ἡ ἀκμή . καὶ
μὲν αἰσχρὰν γήμῃς , ἕξεις ποινήν : ἐὰν δ ' ὡραίαν , ἕξεις κοινήν . . Τὸ γῆρας ἔλεγεν ὅρμον
5005233 φθιμενῳ
ἐν ἕρκεσιν ὀκλάσσαιντο . Τῷ καὶ μέτρια μέν τις ἐπὶ φθιμένῳ ἀκάχοιτο , μέτρια καὶ κλαύσειεν : ἐπεὶ καὶ πάμπαν
Αἰολίδαν δὲ Σίσυφον κέλοντο ᾧ παιδὶ τηλέφαντον ὄρσαι γέρας , φθιμένῳ Μελικέρτᾳ : μεταλαβόντες γὰρ τὴν ᾧ ἀντωνυμίαν εἰς σύνθετον
5001489 Ἰον
σκηπτῶν καὶ κεραυνῶν καὶ ὧν ἥλιος καὶ σελήνη βλάπτουσι . Ἴον τὸ ἄνθος , ἐξ ἧς ὀνομάζεται γέγονεν : ἤρα
τῶν παίδων ἐν τῇ Σάμῳ . ἀπήρχετο δ ' εἰς Ἴον , καὶ κατὰ τὴν ὁδὸν ἤρξατο μαλακῶς ἔχειν .
4990313 εὑρημενην
Ἀντιφῶντα οἱ μὲν οὐκ οὖσαν εὑρεῖν , οἱ δ ' εὑρημένην αὐξῆσαι , γενέσθαι τε αὐτὸν οἱ μὲν αὐτομαθῶς σοφόν
Δίφιλος ἐν Πύρρᾳ : δῶρον δ ' ἐμαυτὴν πὰρ θεῶν εὑρημένην . ἐρᾶν τοῦ ποθεῖν διαφέρει . ἐρᾶν μέν ἐστι
4988916 Ἰθακην
δὲ θύοντι Τηλεμάχῳ , δεῖται αὐτοῦ σῶσαι αὐτὸν εἰς τὴν Ἰθάκην . Εἰπόντα δὲ αὐτὸν τὰ περὶ τοῦ πατρὸς ἀληθῆ
. πολλὰ δὲ γουνούμην νεκύων ἀμενηνὰ κάρηνα , ἐλθὼν εἰς Ἰθάκην στεῖραν βοῦν , ἥ τις ἀρίστη , ῥέξειν ἐν
4981088 προσειλος
προσήειλους ] Πρὸς ἥλιον ὁρῶντας . καὶ Εὔπολις : αὐλὴ πρόσειλος . * : προσείλους : Ἀντὶ τοῦ θέρμην ποιοῦντας
: ὁ θᾶττον καὶ πρὸ τοῦ δέοντος πολιὰς ἐσχηκώς . πρόσειλος : πρὸς τὴν τοῦ ἡλίου αὐγὴν τετραμμένος . προσέκειτο
4979321 ἀνθουν
ὄμβρος πέφυκεν . . Ἀλλὰ γάρ τοι καὶ τὸ σμύρνιον ἀνθοῦν διηνεκῶς οἰκείως ἔχον εὕροις ἂν εἰς τὴν τούτων χρείαν
παρακολουθεῖ δὲ μέχρι τοῦ θέρους τὸ μὲν κυοῦν τὸ δὲ ἀνθοῦν τὸ δὲ σπέρμα τίκτον , μικρὰν ἰκμάδα καὶ κέντρον
4976237 μεταμορφουμενην
ἔπη τὴν Νέμεσιν ποιεῖ διωκομένην ὑπὸ Διὸς καὶ εἰς ἰχθὺν μεταμορφουμένην , ἣ Διοσκούρους καὶ Ἑλένην ἔτεκε . φησί που
πρὸς αὐτήν , Ὦ φιλτάτη , δεῖξόν μοι μαγγανεύουσαν ἢ μεταμορφουμένην τὴν δέσποιναν : πάλαι γὰρ τῆς παραδόξου ταύτης θέας
4974185 Αἰγα
καὶ Αἰβουράτης , ὡς Αἴγειρα Αἰγειράτης , Κίβυρα Κιβυράτης . Αἰγά , τῆς Αἰολίδος ἄκρα , ὡς Στράβων ” .
ἡ πάλαι Δῶρος , νῦν δὲ Δῶρα καλεῖται . . Αἰγά : τῆς Αἰολίδος ἄκρα . . . ἔστι καὶ
4974138 καλλιπαρῃον
ἀμύμονα ἔργ ' εἰδυίας , Ἕξ , ἀτὰρ ἑβδομάτην Βρισηίδα καλλιπάρῃον . ἔστι δὲ ἐκτὸς ἡ Βρισηίς . . .
δ ' ἑκατόμβην θείομεν , ἂν δ ' αὐτὴν Χρυσηΐδα καλλιπάρῃον βήσομεν : εἷς δέ τις ἀρχὸς ἀνὴρ βουληφόρος ἔστω
4974007 Ἀπελλης
Διομήδης Διογένης Ἀριστοφάνης , περισπῶνται δέ , οἷον Ναρσῆς Ἑρμῆς Ἀπελλῆς Σωσῆς , ταῦτα γὰρ περισπῶνται καὶ οὐκ ὀξύνονται :
λύσασα τὰς κώμας ἐνέβαινε τῇ θαλάσσῃ καὶ ἀπ ' αὐτῆς Ἀπελλῆς τὴν Ἀναδυομένην Ἀφροδίτην ἀνεγράψατο . καὶ Πραξιτέλης δὲ ὁ
4971783 χλαμυδα
γόνυ καὶ κρηπὶς ὑπὲρ σφυρὸν ἔρεισμα ἀσφαλὲς τῇ βάσει , χλαμύδα τε κοκκοβαφῆ ὑπὲρ αὐχένος κολπώσας τὸ θηρίον ὑφίσταται .
τὸ ἱππικὸν χλαμύδα , ὡς Θετταλῶν . πρώτην δέ φασι χλαμύδα ὀνομάσαι Σαπφὼ ἐπὶ τοῦ ἔρωτος εἰποῦσαν ἐλθόντ ' ἐξ
4967572 κρηνην
ἐν τῷ ὀχετῷ εἰσιν . Ἐν Πέρσαις φασὶν Ἀλεξάνδρῳ φανῆναι κρήνην ἐλαίου πληρουμένην αὐτομάτως . Παρὰ Κιλικίᾳ φασὶν ὕδατος εἶναι
τὰς χαίτας . ἦλθεν δ ' ἐκείνην καὶ κολοιὸς εἰς κρήνην , γέρων , κορώνης υἱός , ἄλλο δ '
4954568 τοξικην
δηλοῦν τρόπον τινὰ μουσικήν τε καὶ μαντικὴν καὶ ἰατρικὴν καὶ τοξικήν . Λέγε δή : ἄτοπον γάρ τί μοι λέγεις
. Ὅμηρος : ᾧ τόξον Ἀπόλλων , ἀντὶ τοῦ τὴν τοξικήν . δίδωσί τε μοῖσαν : ἐχαρίσατο δὲ τῷ τῶν
4954004 Δωριχαν
ἑταίρας καὶ ἐπὶ κάλλει διαφερούσας ἤνεγκεν καὶ ἡ Ναύκρατις : Δωρίχαν τε , ἣν ἡ καλὴ Σαπφὼ ἐρωμένην γενομένην Χαράξου
δὲ αὐτὴν Χαράξας ὁ Σαπφοῦς ἀδελφός . ἡ δὲ Σαπφὼ Δωρίχαν αὐτὴν καλεῖ . σάκος : ὅπλον . σάκτας :
4940994 στοαν
πᾶσιν . Ἐγίνετο δὲ αὐτοῖς ἡ σύνοδος εἰς τὴν Πομπηίου στοὰν , ἔνθα ἑκάστοτε συνελέγοντο . Τῷ δ ' ἄρα
καὶ θέατρον οὐ πόρρω τῶν πυλῶν . Ἀδριανὸς δὲ βασιλεὺς στοὰν ᾠκοδομήσατο , καὶ ἐπώνυμος ἡ στοὰ τοῦ ἀναθέντος βασιλέως
4940262 Ἠχω
πληγέντες ἔφευγον . τοῦ δὲ Πανὸς τὸ στρατήγημα τιμῶντες τὴν Ἠχὼ τῷ Πανὶ φίλην ᾄδομεν καὶ τοὺς κενοὺς καὶ τοὺς
πᾶσαι καλαί , πᾶσαι μουσικαί . Καὶ μιᾶς τούτων θυγάτηρ Ἠχὼ γίνεται , θνητὴ μὲν ὡς ἐκ πατρὸς θνητοῦ ,
4933742 Σφιγγα
δή τιν ' ἐφθέγγετο πρὸς αὐτούς : ὁρᾶτε τήνδε τὴν Σφίγγα καὶ τὸν ἄνδρα τὸν ὑπ ' αὐτῆς : τοιαῦτά
αὐτῷ φασιν ἀνῃρῆσθαι . ἀνελεῖν δὲ αὐτὸν οὐ μόνον τὴν Σφίγγα , ἀλλὰ καὶ τὴν Τευμησίαν ἀλώπεκα , ὡς Κόριννα
4933387 λοπαδ
πρῶτος αὐτῶν καταμαθὼν τῆς λοπάδος , ἀνεπήδησε κἄφευγεν κύκλῳ τὴν λοπάδ ' ἔχων , ἄλλοι δ ' ἐδίωκον κατὰ πόδας
. κάκκαβον λέγω . σὺ δ ' ἴσως ἂν εἴποις λοπάδ ' . ἐμοὶ δὲ τοὔνομα οἴει διαφέρειν , εἴτε
4930898 γαμετην
πολεμίοις ἐγένετο τῆς ῥωμαϊκῆς ἐκπεπτωκέναι πολιτείας . Οὔτε οὖν τὴν γαμετὴν ἐδέξατο περιπλοκὰς ζητήσασαν , καὶ σύμβουλος γίνεται Ῥωμαίοις μὴ
ποιήσας πέμψαι δόμον Ἄϊδος εἴσω . ” σημαίνει καὶ τὴν γαμετὴν γυναῖκα , παρὰ τὴν εὐνήν . εὐπηγέες εὖ τεθραμμένοι
4929733 θεραπαινιδα
εἶτ ' ἐπεὶ τέλος ἔδοξ ' ἔχειν , πέμψασα τὴν θεραπαινίδα τὸ μισθάριον ἔχουσαν ἐκέλευ ' ἀποφέρειν θοἰμάτιον . ὁ
Πλαγγόνα διακονίας ἐρωτικῆς . ἄδικον δὲ ποιοῦμεν εἰ τὴν μὲν θεραπαινίδα τετιμήκαμεν , οὐκ ἀποδώσομεν δὲ τὴν χάριν τῇ Ἀφροδίτῃ
4927916 Δηιανειραν
γὰρ Ἔρωτες καὶ ὑπὲρ πελάγη τοξεύοντες πῦρ ἐγεῖραι γαμήλιον . Δηιάνειραν μὲν δὴ τὴν Οἰνέως Ἡρακλεῖ συνάπτων ὁ λόγος περιμάχητον
ἐμνηστεύσατο . Ὁ δὲ Ἀχελῷος πρὸ τοῦ γάμου ἔφθειρε τὴν Δηιάνειραν λάθρᾳ , καὶ μετὰ ταῦτα λέγει τῷ πατρὶ αὐτῆς
4927440 πολυδακρυς
καὶ εὐτελὲς ἡ δει - νοπάθεια . φιλόδακρυς δὲ καὶ πολύδακρυς καὶ θρηνητικὸς καὶ ὀδυρτικὸς καὶ θρηνώδης , καὶ θρήνων
, ὦ Χαιρεφῶν , ὄρνις ἀλκυὼν ὀνομαζομένη , πολύθρηνος καὶ πολύδακρυς , περὶ ἧς δὴ παλαιὸς ἀνθρώποις μεμύθευται λόγος :
4918531 Ὀδυσσειαν
ἐξ οὗ καὶ ἀλαβανδιακὸς σολοικισμός , ὡς Φιλόξενος ὁ τὴν Ὀδύσσειαν ἐξηγούμενος , ὅταν ἡ μὴ ἀπαγόρευσις ἀντὶ τῆς οὐ
, , ἐν ὑπομνήματι Ἀνδρονίκου εἰς τὸ δος Ἀριστονίκου εἰς Ὀδύσσειαν . . . . , . ὣς ἄρ '
4912382 στιλβουσαν
: κυανώσει γὰρ κέχρωσται , ὃ πορφύρας μέν ἐστι μελάντερον στίλβουσαν δ ' ἔχει τὴν ποιότητα : καὶ διὰ ταύτην
κωθωνόχειρον , ψηφοπεριβομβήτριαν , μέλαιναν , εὐκύκλωτον , ὀξυπίνδακα , στίλβουσαν , ἀνταυγοῦσαν , ἐκνενιμμένην , κισσῷ καταβρύουσαν , ἐπικαλούμενος
4905674 φημην
ᾖ καὶ δένδρα . Οἶδα ὃ καλεῖς τὴν περὶ ἐμοῦ φήμην : οὐκ ἀνθρώπους χιλίους ἢ μυρίους ἢ δὶς τοσούτους
κατὰ κλέος , ὃ πρὶν ἄκουον : κατὰ τὴν διαδεδομένην φήμην . ἀρθμόν : φιλίαν . ἀρθμόν : συμβίβασιν .
4904150 παρθενον
ὃς νυνὶ γάμους ἐπόει διδοὺς οὐκ οἶδ ' ὅτωι τὴν παρθένον , οὐκ ἐπανενεγκών , οὐκ ἐρωτήσας ἐμέ , ἐμοὶ
διὰ σέ , ὃς τοὐμοῦ γείτονος Ἐχεκράτους τὴν θυγατέρα συναρπάσας παρθένον οὖσαν διέφθειρεν καὶ ὀλίγου δίκην ἔφυγε βιαίων , εἰ
4903449 ἠχουσαν
[ ] . βαρύβρομον ] μεγαλόκτυπον . , τὴν μεγάλως ἠχοῦσαν , βαρέως καὶ μεγάλως βρόμον καὶ κτύπον τινὰ ἀποτελοῦντα
ταύτην ἐκ τεσσάρων ὁλκῶν καθελκύσαντες εὕρισκον πρὸς μὲν τὴν τρίτην ἠχοῦσαν τὸ διὰ τεσσάρων ἐν ἐπιτρίτῳ , πρὸς δὲ τὴν
4901220 κωμῳδιαν
. τὸ δὲ δρᾶμα τῶν πάνυ δυνατῶς πεποιημένων . τὴν κωμῳδίαν καθῆκε κατὰ Σωκράτους ὡς τοιαῦτα νομίζοντος καὶ Νεφέλας καὶ
αὐτοὺς διὰ τῆς κωμῳδίας ἐβούλετο , οὔκουν ἀνεῖλε παντάπασι τὴν κωμῳδίαν : ὑπομνήματα δὲ τοῖς μετὰ ταῦτα γενησομένοις ἢ τοῖς
4900425 λυραν
τῆς μουσικῆς ὀργάνων ἑκάστην τι ἔχουσαν : ἡ μὲν γὰρ λύραν κρατεῖ , ἡ δ ' αὐλούς , ἡ δ
τὸν Πᾶνα μελῳδίαι τέρπουσιν ἀσελγεῖς , ἐπειδὴ σοφοῦ ποιητοῦ πρὸς λύραν ᾄδοντος ἀκούσας ηὐφραίνετο , ὥστε καὶ ἐχρῆτο τῇ σύριγγι
4897179 Ἰδην
ὑπομείναντες . λέγει δὲ ὁ Ἀντήνωρ καὶ ἔτι κατὰ τὴν Ἴδην τὴν Κρῆσσαν ἐκείνου τοῦ γένους τῶν μελιττῶν εἶναι ἰνδάλματα
σφεας φωνήσας ' ἔπεα πτερόεντα προσηύδα : Ζεὺς σφὼ εἰς Ἴδην κέλετ ' ἐλθέμεν ὅττι τάχιστα : αὐτὰρ ἐπὴν ἔλθητε
4896474 ἀλαοσκοπιην
δ ' ἄρά σφιν ἄναξ ἀνδρῶν Ἀγαμέμνων . Οὐδ ' ἀλαοσκοπιὴν εἶχε κλυτὸς ἐννοσίγαιος , ἀλλὰ μετ ' αὐτοὺς ἦλθε
, , . , . . Ἀλαοσκοπιήν : οὐδ ' ἀλαοσκοπιὴν † εἶχε ἀργυρότοξος Ἀπόλλων , τουτέστιν οὐδὲ τυφλὴν τὴν
4895750 λοιδορουμενην
δ ' ἐπιδιώκειν εἴς τε τὴν ὁδὸν τρέχειν , ἔτι λοιδορουμένην , κυνός ἐστ ' ἔργον , Ῥόδη . πάντες
τὸ δ ' ἐπιδιώκειν εἴς τε τὴν ὁδὸν τρέχειν ἔτι λοιδορουμένην κυνός ἐστ ' ἔργον , Ῥόδη ἀπολεῖ με τὸ
4891512 Ἰολην
Τοξέα καὶ Μολίονα καὶ Κλυτίον . λαβὼν δὲ καὶ τὴν Ἰόλην αἰχμάλωτον ἀπῆλθε τῆς Εὐβοίας ἐπὶ τὸ ἀκρωτήριον τὸ καλούμενον
μὲν τοῦ πρεσβυτέρου τῶν παίδων λέγοντος διδόναι τῷ Ἡρακλεῖ τὴν Ἰόλην , Εὐρύτου δὲ καὶ τῶν λοιπῶν ἀπαγορευόντων καὶ δεδοικέναι
4886292 Κεφαλληνιαν
λέγοιτο , καὶ ἐφυλάττετο : ἐπεὶ μέντοι ἀφίκετο εἰς τὴν Κεφαλληνίαν , ἐνταῦθα δὴ σαφῶς ἐπύθετο , καὶ ἀνέπαυε τὸ
μὲν ταύτας τὰς φορτίδας ἔχων ἐξέπλευσεν ἐκ Ζακύνθου τῆς πρὸς Κεφαλληνίαν εἰς τὴν Σικελίαν , Ἡρακλείδην δὲ ἀπέλιπεν τριήρεις τινὰς
4885878 Λαϊδα
παρὰ τὸ κεχηνέναι . Κορινθία : Πόρνη , διὰ τὴν Λαΐδα . ἀγαθὴ μὲν , οὐ σώφρων δὲ , ἐπεὶ
. . . Ἀπίων δὲ ὅτι μόνος Πολέμων ἔφη τὴν Λαΐδα Κορινθίαν . ὥρα αʹ καλεῖται ἐν ᾗ ἀγαθόν ἐστιν
4884424 Γοργονα
αὐτῷ , τὴν ἐξ αὐτοῦ προφέροντες καὶ προσείοντες ὡς εἰπεῖν Γοργόνα , καὶ τοῦτον κατεσίγασαν , τὴν ἄλλως πρόλαλον ὄντα
χάσματι , ὁ Περσεὺς δὲ τῇ λαιᾷ μὲν προδείκνυσι τὴν Γοργόνα , τῇ δεξιᾷ δὲ καθικνεῖται τῷ ξίφει : καὶ
4883464 νιφα
Σκίραψ Σκίραφος , κατῆλιψ κατήλιφος , χέρνιψ χέρνιβος : τὸ νίφα λευκήν . . . Τέλος τῶν ἀρσενικῶν κανόνων .
τὸ ἀλῶ ῥῆμα , ἀφ ' οὗ τὸ † ἀλεύατο νίφα πολλήν , γίνεται ἀλίζω , ὡς φοιτῶ φοιτίζω :
4883034 κἀγαθην
τὸ νεανισκεύειν ἐν Δήμοις γυναῖκ ' ἔχοντα μάλα καλήν τε κἀγαθήν . αὕτη νεανισκοῦντος ἐπεθύμησέ μου . . , .
ἵνα σπλάγχνοισι συγγενώμεθα . γυναῖκ ' ἔχοντα μάλα καλήν τε κἀγαθήν : αὕτη νεανικοῦντος ἐπεθύμησέ μου . τοιαῦτα μέντοι νιγλαρεύων
4879974 τριχα
οἱ μὲν γλωσσογράφοι ταῖς θριξὶν ἀγαλλόμενε : κέρα γὰρ τὴν τρίχα λέγεσθαι . ὁ δὲ Ἀρίσταρχος κυρίως ἀκούει τὸ τοῦ
δεικνύμενος Αἰακόν τε ἄγων εἰς ἀκμὴν καὶ νεότητα δευτέραν καὶ τρίχα τὴν ταύτης , ἣν παρ ' Ὁμήρου λαβὼν ἡμῖν
4879207 Ἐρινυν
† Λήδας σκύμνον Δυσελέναν Δυσελέναν , ξεστῶν περγάμων τῶν Ἀπολλωνίων Ἐρινύν . ὀτοτοτοῖ ἰαλέμων ἰαλέμων : Δαρδανία τλάμων , Γανυμήδεος
ἐπαρὰς ἀργαλέας ἠρᾶτο : θοὴν δ ' οὐ λάνθαν ' Ἐρινύν : ὡς οὔ οἱ πατρώϊ ' ἐνηέι ἐν φιλότητι
4869338 παρθενιαν
, αἷς κολάζονται πρὸς τῶν ἱεροφαντῶν αἱ μὴ φυλάττουσαι τὴν παρθενίαν , ἐκεῖνος ἐξευρεῖν πρῶτος εἴτε κατὰ λογισμὸν εἴτε ὡς
λαβεῖν , ὅ τι βούλοιτο : τὴν δὲ πρῶτον μὲν παρθενίαν αἰτῆσαι , μετὰ δὲ τὴν παρθενίαν ἀπαρχὰς τῶν θυομένων
4860139 παλλακην
ἐπιφανῆ καὶ καταπληκτικὸν τὴν πρόσοψιν . Φαλακρὸς κτένα , Εὐνοῦχος παλλακήν , Κωφὸς αὐλητήν , Κάτοπρον ὁ τυφλός , Ὁ
ς ' , ἐπειδὰν οὑμὸς υἱὸς ἀποθάνῃ , λυσάμενος ἕξω παλλακήν , ὦ χοιρίον . νῦν δ ' οὐ κρατῶ
4852453 ξενιαν
ἄνθρωπος , καὶ συνθέμενος αὐτοῖς ἃ δεῖ ποιεῖν , ἐπὶ ξενίαν ἡμᾶς εἰς τὴν Φάρον καλεῖ , σκηψάμενος γενεθλίων ἄγειν
ἃ φέρειν οἶδε τοῖς ἐνοικοῦσιν ἀγρός . ἀμειβόμενος δὲ τὴν ξενίαν ὁ ἀστικὸς εἰς ἄστυ τὸν ἀρουραῖον ἐκόμιζε καὶ εἰς
4851510 ᾠδην
μέλους καὶ πάντα τρόπον λωβησάμενοι τὴν ἀρχαίαν μουσικήντίς γὰρ αὐτῶν ᾠδὴν τέλειον ἢ γενναῖον ῥυθμὸν οἷός τε εἰπεῖν ; ἀλλὰ
ἐκ μὲν ἀνθρώπων εἰς ὄρνιθας , ἐκ δὲ ᾠδῆς εἰς ᾠδὴν ἄλλην μετέβαλον ; . . . [ [ Ἔπειτα
4843619 περικαλλες
καὶ τὸ ξένον , ἔτι δὲ τὸ καινόν τε καὶ περικαλλὲς τῆς ἀφηγήσεως : δεῖ γὰρ δύο τούτους ποιήσασθαι σκοπούς
χρέος ὅττι κεν εἴπω , καί κέν τοι ὀπάσαιμι Διὸς περικαλλὲς ἄθυρμα κεῖνο τό οἱ ποίησε φίλη τροφὸς Ἀδρήστεια ἄντρῳ
4842336 λευκοτεραν
σου θείῳ κελεύεις ἔτι στήλην τινὰ ἀναστῆσαι τῆς Παρίου λίθου λευκοτέραν , προσληπτέον ἔξωθεν τὸ ποιήσω , τουτέστι λαμπρῶς ὑμνήσω
τε καὶ ἁπαλότητα , κεκαλλωπισμένην δὲ τὸ μὲν χρῶμα ὥστε λευκοτέραν τε καὶ ἐρυθροτέραν τοῦ ὄντος [ δοκεῖν ] φαίνεσθαι
4841047 Θετιν
, ἐν ᾧ ἐπικαλεῖται τὰς Νηρεΐδας ἐξελθούσας κρῖναι πρὸς τὴν Θέτιν τις λέγων “ δέσποινα πεντήκοντα Νηρῄδων κορῶν ” .
. Πηλεὺς δ ' ἐπιθυμίαν παρέσχε καὶ θεοῖς δοῦναι τε Θέτιν αὐτῷ καὶ τὸν γάμον παρὰ Χείρωνι ὑμνῆσαι . Τελαμὼν
4840010 Σκυθα
[ πρὸς Σκύθην παρόντα ] , Δεῖπνόν τοι , ὦ Σκύθα . Ὁ δὲ ἐβδελύξατο πρῶτον : αὖθις δὲ πολυπραγμονήσας
τοῦ η εἰς α ” ὦ Πέρσα „ „ ὦ Σκύθα ” . λέγεται δὲ καὶ Περσίς ἡ χώρα καὶ

Back