' Ἀλεξάνδρου λαθομένα κρίσιος . ὑπὸ Δάφνιδος μαθεῖν Μαρσύαν τὴν αὐλητικήν Ἀγχοῦ δ ' Αἰγείδεω Θησέος ἐστὶ λύρη . Αὐτὰρ
Ἀλέξανδρος δέ φησιν ὁ Αἰτωλὸς ὑπὸ Δάφνιδος μαθεῖν Μαρσύαν τὴν αὐλητικήν . ἔνηβοι μὲν οἱ πεντεδεκαετεῖς καὶ πορρωτέρω : ἄνηβοι
7609061 Περσεφονην
“ ὁ ἐχῖνος . ” ναὶ τὰν Κόραν : τὴν Περσεφόνην Κόρην ὠνόμασεν : ὀνομάζουσι γὰρ αὐτὴν καὶ οὕτω .
* Λέπτυννιν οἱ μὲν τὸν ᾅδην , οἱ δὲ τὴν Περσεφόνην οἷον τὴν λεπτύνουσαν τὰ σώματα τῶν ἀποθνησκόντων * .
7420626 Ἰλιαδα
δὲ ἐπὶ μήκιστον . ἄνευ γὰρ τοῦ πᾶσαν αὐτῷ τὴν Ἰλιάδα εἰς τοῦτο αὐτὸ συγκεῖσθαι καὶ στάσεως εἶναι κατηγορίαν ἅπαν
πάντα τὰ Ὁμήρου ἔπη μαθεῖν : καὶ νῦν δυναίμην ἂν Ἰλιάδα ὅλην καὶ Ὀδύσσειαν ἀπὸ στόματος εἰπεῖν . Ἐκεῖνο δ
7351853 κωμῳδιαν
. τὸ δὲ δρᾶμα τῶν πάνυ δυνατῶς πεποιημένων . τὴν κωμῳδίαν καθῆκε κατὰ Σωκράτους ὡς τοιαῦτα νομίζοντος καὶ Νεφέλας καὶ
αὐτοὺς διὰ τῆς κωμῳδίας ἐβούλετο , οὔκουν ἀνεῖλε παντάπασι τὴν κωμῳδίαν : ὑπομνήματα δὲ τοῖς μετὰ ταῦτα γενησομένοις ἢ τοῖς
7310232 Αἰολιδα
Ἔφορος οὐκ ὀκνεῖ πᾶσαν τὴν ἀπὸ Ἀβύδου μέχρι Κύμης καλεῖν Αἰολίδα . . . . Ἀρίσβη : πόλις τῆς Τρωάδος
Τηλέφῳ πρότερον καὶ Τεύθραντι . οὕτω δὴ τοῦ ποιητοῦ τὴν Αἰολίδα καὶ τὴν Τροίαν εἰς ἓν συντιθέντος , καὶ τῶν
7201291 κιθαραν
. . . Καὶ ἡ μὲν ηὔλει , ἡ δὲ κιθάραν εἶχεν , ἡ δὲ ἐνέπνει τῇ σύριγγι . .
εἰς κιθαριστοῦ : οὕτως Ἀττικοί . ἐσπούδαζον γὰρ περὶ τὴν κιθάραν οἱ Ἀθηναῖοι τότε μανθάνειν μὴ φροντίζοντες τοῦ καλύπτεσθαι .
7176453 ὀρχησιν
τε ὠσχοφορικοὶ καὶ οἱ βακχικοί , ὥστε καὶ [ τὴν ὄρχησιν ] ταύτην εἰς τὸν Διόνυσον ἀναφέρεσθαι . Ἀριστόξενος δέ
φεύγουσαν ἡμῶν τὴν αἴσθησιν : ἥ τε μουσικὴ περί τε ὄρχησιν οὖσα καὶ ῥυθμὸν καὶ μέλος ἡδονῇ τε ἅμα καὶ
7128181 Ἀτθιδα
Ὑγιείᾳ , ἰὴ Παιάν [ ] : σῴζοις δ ' Ἀτθίδα Κεκροπίαν πόλιν αἰὲν ἐπερχόμενος [ ] , ἰὲ Παιάν
. . . : Ἀμελησαγόρας δὲ ὁ Ἀθηναῖος ὁ τὴν Ἀτθίδα συγγεγραφὼς οὔ φησι κορώνην προσίπτασθαι πρὸς τὴν ἀκρόπολιν ,
7119315 ᾠδην
μέλους καὶ πάντα τρόπον λωβησάμενοι τὴν ἀρχαίαν μουσικήντίς γὰρ αὐτῶν ᾠδὴν τέλειον ἢ γενναῖον ῥυθμὸν οἷός τε εἰπεῖν ; ἀλλὰ
ἐκ μὲν ἀνθρώπων εἰς ὄρνιθας , ἐκ δὲ ᾠδῆς εἰς ᾠδὴν ἄλλην μετέβαλον ; . . . [ [ Ἔπειτα
7100956 Μαντινικην
τὴν ὅπλισιν τὴν ἀρχαίαν ὡς εὑρόντων ἐκείνων ἔτι καὶ νῦν Μαντινικὴν ἀποκαλοῦσι . πρὸς δὲ τούτοις καὶ ὁπλομαχίας μαθήσεις ἐν
τὰς Πελωρίδας κόγχας , τὰς ἐκ Λιπάρας μαινίδας , τὴν Μαντινικὴν γογγυλίδα , τὰς ἐκ Θηβῶν βουνιάδας καὶ τὰ παρ
7021795 λυραν
τῆς μουσικῆς ὀργάνων ἑκάστην τι ἔχουσαν : ἡ μὲν γὰρ λύραν κρατεῖ , ἡ δ ' αὐλούς , ἡ δ
τὸν Πᾶνα μελῳδίαι τέρπουσιν ἀσελγεῖς , ἐπειδὴ σοφοῦ ποιητοῦ πρὸς λύραν ᾄδοντος ἀκούσας ηὐφραίνετο , ὥστε καὶ ἐχρῆτο τῇ σύριγγι
7010235 Ἠλεκτραν
νερτέροις μειλίγματα ; οὐδέν ποτ ' ἄλλο : καὶ γὰρ Ἠλέκτραν δοκῶ στείχειν ἀδελφὴν τὴν ἐμὴν πένθει λυγρῷ πρέπουσαν .
λίαν σαφῶς τὴν Φαίδραν αὐτὴν ὑποδείξῃ , ὑποκριτὴς δὲ τραγῳδίας Ἠλέκτραν Ὀρέστην αὐτῇ προστιθεὶς καὶ Πυλάδην , ὁ δέ γε
7008030 Λεσβιαν
πλησίον ἕστηκεν Ἀνακρέων ὁ Τήιος , πρῶτος μετὰ Σαπφὼ τὴν Λεσβίαν τὰ πολλὰ ὧν ἔγραψεν ἐρωτικὰ ποιήσας : καί οἱ
τὴν γαστέρα καὶ εὔξαιτο τῇ Λοχείᾳ ὡς ὑπὲρ ἐμοῦ , Λεσβίαν ἔφη ἐντυχοῦσαν αὐτῇμᾶλλον δὲ σὺ αὐτῷ , ὦ Δωρί
7005599 τραγῳδιαν
δὲ ὁ Ἀριστόξενος τὴν μὲν ἱλαρῳδίαν σεμνὴν οὖσαν παρὰ τὴν τραγῳδίαν εἶναι , τὴν δὲ μαγῳδίαν παρὰ τὴν κωμῳδίαν .
ἐν ἀγρῷ φυλάσσων σταφυλάς , καί οἱ Διόνυσον ἐπιστάντα κελεῦσαι τραγῳδίαν ποιεῖν : ὡς δὲ ἦν ἡμέρα πείθεσθαι γὰρ ἐθέλεινῥᾷστα
6988977 κλησιν
δὲ καὶ τὸ μὴ γενέσθαι βλάβην ἡμῖν τὴν νῦν γε κλῆσιν , φασὶ γὰρ κεκλῆσθαι πανταχόθεν ἐκεῖσε πάντας ὅσοι καθεστᾶσιν
. διερρυηκόσιν ] κεχαλασμένοις καὶ κεχηνόσιν , οὐ συνεστραμμένοις . κλῆσιν : τὴν μαρτυρίαν . χαύνωσιν : λύσιν τῶν δικῶν
6858814 ποιησιν
ὑπάρχων τοῦ παντὸς ἡ ὑπόστασις κατὰ μὲν τὴν μηδέπω γεγενημένην ποίησιν μόνος ἦν : καθὸ δὲ πᾶσα δύναμις ὁρατῶν τε
Ῥόδῳ Σμινθείων , πρεσβύτερος καὶ εὐδαίμων ἄνθρωπος εὐφυής τε περὶ ποίησιν ὢν πάντα τὸν βίον ἐδιονυσίαζεν , ἐσθῆτά τε .
6849890 Πηνελοπην
Διονύσιος δέ φησιν εἰρῆσθαι αὐτὴν ἀπὸ τῆς Ἀντινόου μνηστευσαμένου τὴν Πηνελόπην συμφορᾶς . Προσαγόμενος γὰρ τὸ ἔκπωμα ἐτελεύτησε τοξευθεὶς παρὰ
γεγόνασιν , ὥς φησιν Ὅμηρος : λέγει γοῦν Ὀδυσσεὺς πρὸς Πηνελόπην : ἄλλη δ ' ἄλλων γλῶσσα μεμιγμένη : ἐν
6839920 μαντειαν
] “ κλαίειν ” ἀττικόν τὸν ὄρνιν τοῦ θεοῦ ] μαντείαν , σύμβολον χαιρήσεις ] ἐκ τοῦ “ χαιρῶ ”
τοῦ οὖν . διὰ δὲ τοῦ οὖν ὥσπερ ὀφειλομένην τὴν μαντείαν αὐτοῖς ἀποδίδωσι , λέγων : ἐπακούσατε οὖν , ὥσπερ
6807906 Ἑκατην
καὶ κατετίλησεν αὐτῆς . ἢ ἐπειδὴ ἠρυθρίασε ποίημα γράψας εἰς Ἑκάτην . . Θ . . 〚 ἢ κατατιλᾷ :
ποταμοῖο : τῇ γάρ σφ ' ἐξαποβάντας ἀρέσσασθαι θυέεσσιν ἠνώγει Ἑκάτην , καὶ δὴ τὰ μὲν ὅσσα θυηλήν κούρη πορσανέουσα
6774064 μαντικην
Δαίδαλον , τὸν Ἴκαρον , τὸν Γλαῦκον , τὴν Πολυΐδου μαντικήν , τὸν Τάλω , τὸν χαλκοῦν τῆς Κρήτης περίπολον
μέρη τῆς μαντικῆς ἐγκρίνουσι . Ξενοφάνης καὶ Ἐπίκουρος ἀναιροῦσι τὴν μαντικήν . Πυθαγόρας δὲ μόνον τὸ θυτικὸν οὐκ ἐγκρίνει .
6755229 Ἀλεξανδραν
οὐκ ἔχω , τὸ δὲ μέγιστον τῶν ὑπὸ τὸν ἥλιον Ἀλεξάνδραν εἶδες Σελεύκου μὲν ἐπιτρέποντος , ἐμοῦ δὲ εἰσάγοντος .
ἦγον αὐτῇ τινας καὶ κύνας ἔθυον . καὶ ὁ τὴν Ἀλεξάνδραν πεποιηκὼς μέμνηται Ζήρινθον ἄντρον καὶ κυνοσφαγοῦς θεᾶς λιπὼν ἐρυμνὸν
6753878 ἑταιρικην
καλλωπισμὸν διὰ τῶν περιβλημάτων δηλοῖ τὸ ἐπίθετον , καὶ τὴν ἑταιρικὴν κολακείαν τὸ αἱμύλα κωτίλλειν . δεῖ οὖν ὑπὸ τούτων
τούς τε Μακεδόνας τοὺς πεζοὺς ἀναλαβὼν καὶ τὴν ἵππον τὴν ἑταιρικὴν καὶ τοὺς προδρόμους ἱππέας καὶ τοὺς Ἀγριᾶνας καὶ τοὺς
6728445 Στησιχορος
τῆς Αἰτωλίας , ὥς φησι Πολύβιος ἐν Ϛʹ ἱστοριῶν . Στησίχορός τέ φησιν ἐν Συοθήραις : κρύψαι δὲ ῥύγχος ἄκρον
ἀναστῆναι ὑπ ' αὐτοῦ , Καπανέα καὶ Λυκοῦργον , ὡς Στησίχορός φησιν ἐν Ἐριφύλῃ , Ἱππόλυτον , ὡς ὁ τὰ
6724691 Γοργονα
αὐτῷ , τὴν ἐξ αὐτοῦ προφέροντες καὶ προσείοντες ὡς εἰπεῖν Γοργόνα , καὶ τοῦτον κατεσίγασαν , τὴν ἄλλως πρόλαλον ὄντα
χάσματι , ὁ Περσεὺς δὲ τῇ λαιᾷ μὲν προδείκνυσι τὴν Γοργόνα , τῇ δεξιᾷ δὲ καθικνεῖται τῷ ξίφει : καὶ
6701754 τοξικην
δηλοῦν τρόπον τινὰ μουσικήν τε καὶ μαντικὴν καὶ ἰατρικὴν καὶ τοξικήν . Λέγε δή : ἄτοπον γάρ τί μοι λέγεις
. Ὅμηρος : ᾧ τόξον Ἀπόλλων , ἀντὶ τοῦ τὴν τοξικήν . δίδωσί τε μοῖσαν : ἐχαρίσατο δὲ τῷ τῶν
6686300 τετραπολιν
δὲ Ἡρακλεῖδαι καταφυγόντες πρὸς Δημοφῶντα τὸν Θησέως , ᾤκησαν τὴν τετράπολιν τῆς Ἀττικῆς . Εὐρυσθεὺς δὲ πέμψας ἄγγελον εἰς Ἀθήνας
τετταρεσκαίδεκα δήμους διῃρημένῃ , Ἡράκλειάν τε καὶ τὴν Δρυοπίδα , τετράπολιν γεγονυῖάν ποτε καθάπερ καὶ τὴν Δωρίδα , μητρόπολιν δὲ
6682774 κιθαρισιν
φασὶ δὲ τὸν Στρατόνικον τοῦτον , πολυχορδίαν εἰς τὴν ψιλὴν κιθάρισιν πρῶτον εἰσενεγκεῖν καὶ διάγραμμα συστήσασθαι , εἶναι δὲ καὶ
ἔχον ἀστείαν καὶ τὸν ἦχον προσβάλλον ἁδρότερον , ψιλὴν δὲ κιθάρισιν πρῶτος Ἀριστόνικος ὁ Ἀργεῖος εἰσήγαγεν , μετέστησεν δὲ ταύτην
6682220 ὑφαντικην
τοῦ κόσμου σύστασιν ἀγαγεῖν . Ἀθηνᾶ μὲν οὖν ἐκόμισε τὴν ὑφαντικήν , Ποσειδῶν δὲ τὸ σκάφος ἐπενοήσατο πρὸς ἐμπορίαν τὸν
λέγουσιν , ὥσπερ εἴ τις φαίη εἰς αὐλοὺς ἐνδύεσθαι τὴν ὑφαντικήν , ἢ τὴν χαλκευτικὴν εἰς κερκίδας : καίτοι καὶ
6681115 Ἰδην
ὑπομείναντες . λέγει δὲ ὁ Ἀντήνωρ καὶ ἔτι κατὰ τὴν Ἴδην τὴν Κρῆσσαν ἐκείνου τοῦ γένους τῶν μελιττῶν εἶναι ἰνδάλματα
σφεας φωνήσας ' ἔπεα πτερόεντα προσηύδα : Ζεὺς σφὼ εἰς Ἴδην κέλετ ' ἐλθέμεν ὅττι τάχιστα : αὐτὰρ ἐπὴν ἔλθητε
6663279 Ἀθηναν
μυῖαν , οὐκ ἄλλην ἢ ' κείνην ἧς καὶ τὴν Ἀθηνᾶν φησιν Ὅμηρος ἐνεῖναι τῷ Μενελάῳ τὸ θάρσος : οὕτως
καθίστασθαι . Νεανίσκου δὲ τῶν ἡκόντων Ἀθήνηθεν μάλα εὔνουν τὴν Ἀθηνᾶν εἶναι τῷ βασιλεῖ φήσαντος , ” πέπαυσο „ εἶπεν
6652707 Σαμοθρᾳκην
τῆς Ἄτλαντος αὐτὴν εἶναι λέγει , Κάδμου δὲ παραπλέοντος τὴν Σαμοθρᾴκην ἁρπάσαι αὐτήν , τὴν δὲ εἰς τιμὴν τῆς μητρὸς
τῇ Θρᾴκῃ νῆσον ᾤκησαν , καὶ ἀπὸ τούτων τῆς ἐνοικήσεως Σαμοθρᾴκην τὴν νῆσον καλοῦσιν ἀντὶ Δαρδανίας : οἱ δὲ ὁμοῦ
6646560 παλινῳδιαν
μεταστρέφεται . Στρηνιᾷ : ἐπὶ τῶν ἀναίδην σκωπτόντων . Στησίχορος παλινῳδίαν ᾄδει : ἐπὶ τῶν μεταβαλλομένων ἐπὶ τοῖς βελτίοσιν .
, ὃς ᾄδων ἐς τὴν Ἑλένην ἐναντίον τῷ προτέρῳ λόγῳ παλινῳδίαν αὐτὸν ἐκάλεσεν οὐκ ἔστιν ἔτυμος ὁ λόγος οὗτος ἤδη
6634707 Χλωρος
ποιμενικὴν ῥάβδον μεθ ' ἧς βόσκουσι . Δημήτριος δὲ ὁ Χλωρὸς βοτῆρα γράφει τὴν βακτηρίαν , ἐπεὶ τὰ βοτὰ ἐλαύνει
' αὐτῆς τοὺς ὑπὸ ἐχίδνης πληττομένους . Δημήτριός φησιν ὁ Χλωρὸς ὑπὸ ἔχεως πληγέντα τινὰ κατὰ βουβῶνα , τουτέστι τὸ
6571157 λεγομενην
σισύραν εἶπεν οὐ τὸ μαλλωτὸν στρῶμα , ἀλλὰ ⌈ τὴν λεγομένην νῦν βαίτην . ἔστι δὲ ἡ ἀπὸ ⌈ δερμάτων
διενεγκεῖν , ὥστε τὴν Πελοπόννησον ἐκ πολλῶν ἤδη χρόνων Ἄργος λεγομένην τότε Ἀχαικὸν Ἄργος λεχθῆναι , καὶ οὐ μόνον γε
6567972 βιβλον
περιεχόμενα ἐφιεῖσιν ἐντεῦθεν προσεξευρίσκειν καὶ ὅσα ἐπὶ τούτοις τῷ τὴν βίβλον μετιόντι ἐκμανθάνειν ἔξεστι , δίκαιόν τε καὶ ὅσιον ἔδοξεν
. Καὶ οὕτως μὲν ὁ ἀρχαιότατος χρησμός : κατένεγκαι προσέχων βίβλον ἐδαφιστικὴν μεγάλην . Καὶ ἡ βίβλος ὑπομνήματα παραδίδωσιν ἀζώσις
6550819 εὐαρεστησιν
ἀπὸ ταύτης ἐλευθερίαν λέγουσιν , Ἡράκλειτόν τε τὸν Ἐφέσιον τὴν εὐαρέστησιν . . . . καὶ Ἡ . ἐπιτιμᾶι τῶι
βούλεται νόμος , καλὸν ἐπιγεγραμμένος νομοθέτην τὴν τῶν χρωμένων ἁπάντων εὐαρέστησιν , ἴσως δέ που καὶ τοῖς φύσει δικαίοις ἐγγὺς
6544570 Ἠριγονην
τὸν δὲ Ὀρέστου νόθον Πενθίλον Κιναίθων ἔγραψεν ἐν τοῖς ἔπεσιν Ἠριγόνην τὴν Αἰγίσθου τεκεῖν . ἐπὶ δὲ τοῦ Τισαμενοῦ τούτου
δέησιν . . . . † ἀλήτης : τινὲς τὴν Ἠριγόνην τὴν Ἰκαρίου , οἱ δὲ τὴν Φερσεφόνην , διότι
6536251 Ὀδυσσειαν
ἐξ οὗ καὶ ἀλαβανδιακὸς σολοικισμός , ὡς Φιλόξενος ὁ τὴν Ὀδύσσειαν ἐξηγούμενος , ὅταν ἡ μὴ ἀπαγόρευσις ἀντὶ τῆς οὐ
, , ἐν ὑπομνήματι Ἀνδρονίκου εἰς τὸ δος Ἀριστονίκου εἰς Ὀδύσσειαν . . . . , . ὣς ἄρ '
6526513 Κορινθιαν
τε Σαρωνικὴ συρομένη ἐστὶ πρὸς ἀνατολάς . Καὶ ταύτην τὴν Κορινθίαν Σαρωνίδα καλοῦσιν , ὡς μὲν Εὐφορίων φησὶν , ἐπειδὴ
τῶν ζωγρηθέντων πάντων , καὶ ὅτι λαβόντες δύο τριήρεις , Κορινθίαν καὶ Ἀνδρίαν , τοὺς ἄνδρας ἐξ αὐτῶν πάντας κατακρημνίσειαν
6521935 Λαμιαν
† ἑστηκούσης . τινὲς δὲ ἐν τῇ ἀγορᾷ περδομένην γυναῖκα Λάμιαν εἶναι : καὶ τὰ φάσματα : καὶ θηρίον :
ὁ Ζεὺς οὐκ ἔλαθε τὴν Ἥραν : ἥτις ζηλοτυποῦσα τὴν Λάμιαν τὰ γινόμενα αὐτῆς τέκνα ἀνῄρει Γ ἀεί . ἡ
6519688 Δημητρα
οὐκ ἀλλότριον . εἰ γὰρ ὤφελεν . νὴ τὴν φίλην Δήμητρα . τίνα λόγον λέγεις ; τίνα ; τὸν ]
ἔστι δέ , φησὶ Δίδυμος , ἀλλ ' ὕμνος εἰς Δήμητρα ὡς ὁ οὔπιγγος παρὰ Τροιζηνίοις εἰς Ἄρτεμιν . ἔστι
6516749 Ἑλληνικην
με δεῖ τὴν Ἀσίαν τοῖς Ἕλλησι , καὶ μίαν ἀρχὴν Ἑλληνικὴν ἀποφῆναι τὰ σύμπαντα : ταῦτα , Μίκων , ἡμᾶς
εὐνοῦχος γάρ εἰμι . εὐδοκιμῶ δὲ παρ ' αὐταῖς θάλατταν Ἑλληνικὴν διηγούμενος καὶ τὰ τῶν Ἑλλήνων μυθολογῶν καλά , πῶς
6515691 Ἀκαδημειαν
. Τί ταῦτα ληρεῖς , φληναφῶν ἄνω κάτω Λύκειον , Ἀκαδήμειαν , Ὠιδείου πύλας , λήρους σοφιστῶν ; οὐδὲ ἓν
, διαγωγὴν ? [ ] τίν ' ἐπαίροι [ , Ἀκαδήμειαν ] ? δ ' ὑποθέμενον [ - ] ?
6491280 Πολιτειαν
Πλάτων ἠγνόησεν : δύο γὰρ διαλόγους γράψας , Εὐθύφρονα καὶ Πολιτείαν , τὸν μὲν Εὐθύφρονα ἐπέγραψεν “ Εὐθύφρων ἢ περὶ
' αὑτοῖς , ὡς καὶ Ἀριστοτέλης φησὶ γράφων τὴν Ὀρχομενίων Πολιτείαν . τὰ μὲν οὖν κατὰ τὴν Ἄσκρην ταῦτα .
6490253 τελετην
αὐτοῖς , ὅτι ἢν καὶ νῦν ὡς πρότερόν ποτε τὴν τελετὴν ἐθελήσωσιν ἐπιδεῖν πολλάκις καὶ ἀναμνησθῶσιν οἱ παλαιοὶ συμπόται κώμων
ἡρμοσμένοι πρὸς ἀλλήλους μεγάλοι . ἄγοντες δὲ παρὰ ἔτος ἥντινα τελετὴν μείζονα ὀνομάζουσι , τοὺς λίθους τούτους τηνικαῦτα ἀνοίγουσι :
6478119 ξυνουσιαν
[ [ ] κοινόθακα ? λάξοα [ Τηλέφου ] ? ξυνουσίαν ? ? [ δεῖπνα ] πλησιαίτατος ? ? [
αὐτοῦ φοιτῶσιν ἐς τὴν Ἔφεσον παρέχων ἑαυτὸν ἀνέθηκε κἀμοί τινα ξυνουσίαν πρώτην τε καὶ δευτέραν καὶ τρίτην , καὶ εἶδον
6475596 στοαν
πᾶσιν . Ἐγίνετο δὲ αὐτοῖς ἡ σύνοδος εἰς τὴν Πομπηίου στοὰν , ἔνθα ἑκάστοτε συνελέγοντο . Τῷ δ ' ἄρα
καὶ θέατρον οὐ πόρρω τῶν πυλῶν . Ἀδριανὸς δὲ βασιλεὺς στοὰν ᾠκοδομήσατο , καὶ ἐπώνυμος ἡ στοὰ τοῦ ἀναθέντος βασιλέως
6468400 δογματικην
τὴν βασιλικὴν καὶ ἐπιπληκτικήν , ὡς Ζήνωνι τὴν διδασκαλικὴν καὶ δογματικήν . σὺ δ ' ἰατρεῖον ἀνοίγεις ἄλλο οὐδὲν ἔχων
τὴν βασιλικὴν καὶ ἐπιπληκτικήν , ὡς Ζήνωνι τὴν διδασκαλικὴν καὶ δογματικήν . . . . . θεν ! ! !
6460555 Στοαν
ἕκαστον ἀκατάληπτον εἶναι . . . . ὁ Ἀντίοχος τὴν Στοὰν μετήγαγεν εἰς τὴν Ἀκαδημίαν , ὡς καὶ εἰρῆσθαι ἐπ
. νῦν δὲ ἐπεὶ τὰ Στωϊκῶν προετίμησας , πρὸς τὴν Στοὰν ἀποτετάσθαι ὁ λόγος ἔδοξεν οὐδὲν ἐξαίρετον πρὸς αὐτὴν ἔχων
6450444 Σφιγγα
δή τιν ' ἐφθέγγετο πρὸς αὐτούς : ὁρᾶτε τήνδε τὴν Σφίγγα καὶ τὸν ἄνδρα τὸν ὑπ ' αὐτῆς : τοιαῦτά
αὐτῷ φασιν ἀνῃρῆσθαι . ἀνελεῖν δὲ αὐτὸν οὐ μόνον τὴν Σφίγγα , ἀλλὰ καὶ τὴν Τευμησίαν ἀλώπεκα , ὡς Κόριννα
6448524 πυρριχην
ἐν πείρᾳ πραγμάτων γεγονέναι πολλῇ . . κεκτημένον . . πυρρίχην ] εἶδος ὀρχήσεως . . Σινωπεῖς ἄποικοι μηλἠῖων .
ὕστερον δὲ καὶ Πύρριχον συντάξαντα τὴν κληθεῖσαν ἀπ ' αὐτοῦ πυρρίχην , ὥστε μηδὲ τὴν παιδιὰν ἄμοιρον εἶναι τῶν πρὸς
6447586 Μητιν
] Τὸν φονίαν καὶ πολεμικόν . Προφρόνων ] Προθύμων . Μῆτιν ] Τέχνην . Φύσιν ] Τὴν μορφὴν καὶ τὸ
ἐκ δὲ τούτων φησὶ μιχθέντων Αἰθέρα γενέσθαι καὶ Ἔρωτα καὶ Μῆτιν , τὰς τρεῖς ταύτας νοητὰς ὑποστάσεις , τὴν μὲν
6444994 Ὀξειαν
ἐκ Λεβαδείας . κάλλιστος δὲ δοκεῖ πάντων γίνεσθαι περὶ τὴν Ὀξεῖαν καλουμένην Καμπήν : ὁ δὲ τόπος οὗτός ἐστιν ἐμβολὴ
Ὀξείας ] Τῆς τιτρωσκούσης τῷ ψύχει . Ὀξείας ] * Ὀξεῖαν δὲ τὴν χιόνα , ἢ τὴν ταχεῖαν αἴσθησιν τοῦ
6439235 Ἀρτεμιν
. . . διὰ τὸ τὴν Λητὼ τεκοῦσαν καὶ τὴν Ἄρτεμιν κομίζουσαν γενομένην κατὰ τὸν τόπον , οὗ νῦν βωμὸς
Λητὼ καὶ δάφνης καὶ φοίνικος πρῶτον ἐκεῖ φανέντων ἁψαμένη τὴν Ἄρτεμιν γεννᾷ , ἡ δὲ ταύτην μαιεύει , καὶ τίκτει
6421729 διαλεκτον
, τροπὴ δὲ ἐγένετο τοῦ ν εἰς ς κατὰ Δωρικὴν διάλεκτον , ὥσπερ ἦν ἦς , εἵρπομεν εἵρπομες , ὡς
Ἑλλήνων . φθόγγον ] φωνήν , λαλιάν . φθόγγον ] διάλεκτον . χέουσαν ] ἔχουσαν . χέουσαν ] σκορπίζουσαν .
6418403 Μυκαλησσον
δὲ Μυκαλησσίων μέρος τι ἀπανηλώθη . τὰ μὲν κατὰ τὴν Μυκαλησσὸν πάθει χρησαμένην οὐδενὸς ὡς ἐπὶ μεγέθει τῶν κατὰ τὸν
Βοιωτίας . Ὅμηρος ἐν τῷ εἰς Ἀπόλλωνα ὕμνῳ ” εἰς Μυκαλησσὸν ἰὼν καὶ Τευμησσὸν λεχεποίην ” . ἄστυ , ὡς
6414138 Κιρκην
. μετὰ δὲ ταῦτα συνοικήσασαν Αἰήτῃ γεννῆσαι δύο θυγατέρας , Κίρκην τε καὶ Μήδειαν , ἔτι δ ' υἱὸν Αἰγιαλέα
Εὐρύλοχον ὥστε ἀνελ - θεῖν τοὺς μετ ' αὐτοῦ ἐπὶ Κίρκην . ἀνελθὼν δὲ σὺν ἐκείνοις εἶδεν ἔξωθεν τῆς αὐλῆς
6405206 Θηβαϊδα
πάροδον ἐρήμην εὑρὼν ἄνευ μάχης διῆλθεν . Ἀγησίλαος ἐπόρθει τὴν Θηβαΐδα . οἱ [ Θηβαῖοι ] κατελάβοντο λόφον ὑπὲρ τῆς
τῆς Θηβαίων τὴν Πλαταιίδα ὁ Ἀσωπός . γῆν δὲ τὴν Θηβαΐδα οἰκῆσαι πρῶτον λέγουσιν Ἔκτηνας , βασιλέα δὲ εἶναι τῶν
6404848 Κυθνον
Ἀμοργίας : τήν τε Δόνουσαν καὶ τὴν Νάξον καὶ τὴν Κύθνον ἔχε δεξιάν . Ἐὰν δὲ θέλῃς διὰ νήσων πλέειν
δὲ Κέω τὴν ἐγγυτάτω τῇ Ἑλένῃ , καὶ μετὰ ταύτην Κύθνον καὶ Σέριφον καὶ Μῆ - λον καὶ Σίφνον καὶ
6399014 Δωριδα
ἑκατέρας τῶν ἱστοριῶν συνάγεσθαι τὸ πρεσβυτάτην εἶναι τῶν διαλέκτων τὴν Δωρίδα , μετὰ δὲ ταύτην γενέσθαι τὴν Αἰολίδα , λαχοῦσαν
Λοκρῶν . ὧν ψηφισαμένων τὴν ἐπιγαμίαν , ἐμνήστευεν ὁ Διονύσιος Δωρίδα τὴν Ξενέτου θυγατέρα , κατ ' ἐκεῖνον τὸν χρόνον
6397152 Ἀρνην
Ἄρνη τὸ ἀρχαῖον : θυγατέρα δὲ εἶναι λέγουσιν Αἰόλου τὴν Ἄρνην , ἀπὸ δὲ ταύτης κληθῆναι καὶ ἑτέραν ἐν Θεσσαλίᾳ
καὶ αὐτὸ κεῖται ἐν ὕψει . φασὶ δὲ τοῦτο καλεῖσθαι Ἄρνην ὑπὸ τοῦ ποιητοῦ , ὁμώνυμον τῇ Θετταλικῇ . Οἱ
6390875 νεκυιαν
: τίνες ἦσαν , . τὴν νέκυιαν , πρὸς τὴν νέκυιαν . Θέτιδος δ ' ἐξήνυσε βουλάς , ἥ οἱ
, , , , . † ) Ἀρίσταρχος ἀθετεῖ τὴν νέκυιαν κεφαλαίοις τοῖς συνεκτικωτάτοις τοῖσδε . ὅτι οὐκ ἔστι καθ
6377552 φοινικοπεζαν
: τὰν Ἱέρων καθαρῷ σκάπτῳ διέπων , ἄρτια μηδόμενος , φοινικόπεζαν ἀμφέπει Δάματρα λευκίππου τε θυγατˈρὸς ἑορτάν καὶ Ζηνὸς Αἰτναίου
τὴν ἀνθηρὸν [ καὶ ἐρυθρὸν ] ἔχουσαν πόδα . ἢ φοινικόπεζαν , τὴν ἐρυθρόπουν , ἀπὸ μέρους καλήν : πέζα
6366892 ἀπειπατο
ὀρχουμένου παιδὸς καὶ κιθαρίζοντος καὶ τῆς κυβιστώσης ἀπρεπῶς τὸ μύρον ἀπείπατο ; οὐδεὶς ἂν αὐτοῦ ἀγελαστὶ ἠνέσχετο . Κριτόβουλος δὲ
ἐγκρατὴς ἐγένετο . Ὅτι Θετταλὸς ὁ Πεισιστράτου υἱὸς σοφὸς ὑπάρχων ἀπείπατο τὴν τυραννίδα , καὶ τὴν ἰσότητα ζηλώσας μεγάλης ἀποδοχῆς
6365879 παιδιαν
κάνθαρον , ὃ τοῖς ἄνθεσιν ἐπικαθέζεται . ταύταις οὖν εἰς παιδιὰν ἐχρῶντο Ἀθήνησι παῖδες λίνον τοῦ ποδὸς ἐξαρτῶντες καὶ ξυλήφιον
δὲ μάλιστα ἐλέγχεται τὸ σῶμα : οὕτως καὶ κατὰ τὴν παιδιὰν τοῦ ἤθους οἱ μὲν εὔρυθμοί εἰσι καὶ ἐμμελεῖς :
6364015 μουσικην
τὴν ὕστερον . . , . τὸ γὰρ λελέχθαι Μουσῶν μουσικήν πᾶσαν ὅσας ἀναφέρουσιν καὶ ἀναγκαίαν εἶναι . . .
. λέγει δὲ τὰ μαθήματα , γεωμετρίαν , ἀριθμητικήν , μουσικήν , ἀστρονομίαν . ἐζήτησαν γὰρ διὰ τί ποτὲ μὲν
6360324 Τρωικην
καὶ οἰκισμὸν τῆς τῶν προγόνων χώρας πόλιν οἰκίσειε περὶ τὴν Τρωικὴν Ἴδην συμπαραλαβών τινας τῶν Μυσῶν , ἣ πάλαι μὲν
τὰ θεῖα , ὡς ἔχει ὁ κατὰ τὴν Ἴδην τὴν Τρωικὴν λόγος λεγόμενος . ἐπεὶ δὲ Λητοῦς ἐμνήσθημεν , εἰσῆλθέ
6358722 Πισιδικην
παρειληφώς , καταπεπολεμηκὼς δ ' Ἀλκέταν καὶ Ἄτταλον περὶ τὴν Πισιδικὴν καὶ τὰς δυνάμεις τὰς μετ ' αὐτῶν ἀνειληφώς ,
τὴν μεσόγειον οἵ τε πλησίον Καππάδοκες οἵ τε νεμόμενοι τὴν Πισιδικὴν Λυδοί τε καὶ πρὸς τοῖσδε Μυσοὶ καὶ Φρύγες .
6357648 προσηγοριαν
ἐν τοῖς τόποις ἀθεωρησίας καὶ τῆς ἰδίας ἀγνοίας οἰκείαν ἔταξαν προσηγορίαν : ἡμῖν δ ' ἀληθέστατος εἶναι δοκεῖ λόγος ὁ
Ξενοφῶντι τῷ Γρύλλου γεγενῆσθαί φασιν ἔνδοξον κύνα , Ἱπποκένταυρον τὴν προσηγορίαν . καὶ μὴν Μάγνητας μὲν τοὺς ἐπὶ Μαιάνδρῳ τρέφειν
6348305 ἐπωνυμιαν
Τίς ἂν πάντων τὰ ὀνόματα εἴποι , οὐδαμῶς γὰρ μίαν ἐπωνυμίαν ὁ Ταῦρος ἔλαχεν , ἀλλ ' ἐν ἑκάστῃ τοῦ
φέρεται πρὸς αὐτὸ τὸ κάλλος , θεώμενος αὐτοῦ τὴν τῇδε ἐπωνυμίαν , ὥστ ' οὐ σέβεται προσορῶν , ἀλλ '
6347369 Δαρδανιαν
' ἐνταῦθα ἱδρῦσθαι τὸ παλαιὸν τὴν λεγομένην ὑπὸ τοῦ ποιητοῦ Δαρδανίαν ” Δάρδανον „ αὖ πρῶτον τέκετο νεφεληγερέτα Ζεύς ,
ἢ τοῦ ἱππικοῦ Γανυμήδους ἢ ὦ ἱππικὴ Δαρδανία . τὴν Δαρδανίαν ἱπποστάσιον εἶναί φασι τοῦ Γανυμήδους . τὴν αὐτὴν δέ
6344945 Ἀντιοπην
βουκόλοις Δίρκης ἐβουκόλουν αὐτῇ , ὕστερον δὲ παρέδωκεν αὐτοῖς τὴν Ἀντιόπην ἐπὶ τῷ διὰ ταύρων σπάσαι : οἱ δὲ γνόντες
Οὗτος ἔχει θυγατέρα , ἱέρειαν τοῦ ναοῦ Ἡλίου , ὀνόματι Ἀντιόπην : ἥτις ἐδιδάχθη τὴν ἡλιακὴν εὐχὴν , ἤτοι μυσταγωγίαν
6340100 ἀριστοκρατικην
Ῥήγιον ἐκαλεῖτο ἀπό τινος ἐγχωρίου ἥρωος . πολιτείαν δὲ κατεστήσαντο ἀριστοκρατικήν . χίλιοι γὰρ πάντα διοικοῦσιν αἱρετοὶ ἀπὸ τιμημάτων .
λοιπούς . Πέντε δέ φησιν εἶναι πολιτείας , τήν τε ἀριστοκρατικήν , ὁπόταν οἱ ἄριστοι ἄρχωσι . καὶ δευτέραν τὴν
6324167 παλαιστραν
τὰς συνήθεις διατριβάς . καὶ δὴ καὶ εἰς τὴν Ταυρέου παλαίστραν τὴν καταντικρὺ τοῦ τῆς Βασίλης ἱεροῦ εἰσῆλθον , καὶ
, Σκορπίῳ κύνας καὶ ὄνους . Εἰς διδασκαλίαν καὶ εἰς παλαίστραν συνιστᾶν Διδύμοις καὶ Ζυγῷ καὶ Ὑδροχόῳ καὶ Παρθένῳ ,
6318867 Σκυρον
ἐγγὺς κειμένην τ ' αὐτῆς Ἴκον νῆσον συνοικίζουσι , τὴν Σκῦρον δὲ καί [ τὴν ] Σκίαθον ἐκ Θρᾴκης διαβάντες
ἐκ Σκύρου Θησέα , ἄλλως δὲ οὐκ εἶναί σφισιν ἑλεῖν Σκῦρον : ἀνεῦρε δὲ [ δὴ ] τὰ ὀστᾶ τοῦ
6314210 Ἁρμονιαν
Κάδμος ὁ Ἀγήνορος ἐφιλοποιήσατο : καὶ ἀποθανούσης Τηλεψάης γαμεῖ τὴν Ἁρμονίαν ὁ Κάδμος καὶ ἀποστέλλει τὸν Δάρδανον εἰς τὴν Ἀσίαν
φυτευθῆναι . ὅπου αἱ δυνάμεις τῶν ἐννέα Μουσῶν : ξανθὰν Ἁρμονίαν : ἔνιοι λέγουσι τὸν Εὐριπίδην τὰς Μούσας λέγειν Ἁρμονίας
6312981 ἀγροικιαν
πέφυκεν ἡ τῶν παθῶν θηρευτικὴ κακία τὴν ἀρετῆς πόλιν οἰκεῖν ἀγροικίαν καὶ ἀπαιδευσίαν μετὰ πολλῆς ἀγνωμοσύνης μεταδιώκουσα . ὁ δέ
διαλέγεσθαι καὶ συσχολάζειν , ὑπὸ τῶν ἀρχόντων ἐκωλύθη δι ' ἀγροικίαν αὐτῶν καὶ μισολογίαν , ἄλλο μὲν οὐδέν ἐστι τεκμήριον
6312004 ῥησιν
. Ὡς δ ' ἀπέθαν ' ὡνήρ , πᾶσι κατέλιπε ῥῆσιν ὅκου Νίνος νῦν ἐστι καὶ τὸ σῆμ ' ᾄδει
Πῶς γὰρ οὔ ; Ἀλλ ' ὅταν γέ τινα λέγῃ ῥῆσιν ὥς τις ἄλλος ὤν , ἆρ ' οὐ τότε
6310617 Ἀθηναιαν
Δίφιλος ἐν Ἀμάστριδι , καὶ Ἴων δὲ τὴν Θεμιστοκλέους θυγατέρα Ἀθηναίαν ξένην φησὶ καὶ Πίνδαρος ἐν † σχολίοις † .
; Τῷ ξανοῦμεν τὸν πέπλον ; Τί δ ' οὐκ Ἀθηναίαν ἐῶμεν πολιάδα ; Καὶ πῶς ἂν ἔτι γένοιτ '
6294978 Χιμαιραν
δὲ ἡ κλῆσις ὡς διὰ τῶν πηγαζόντων ὑδάτων νηχομένῳ τὴν Χίμαιραν ἀναιρεῖ τὴν τρικέφαλον καὶ πυρίπνουν , ὅπερ ἀλληγορεῖται ῥητορικῶς
γὰρ καὶ δυσχείμερος . μετέωρος γὰρ ὢν ἀνῄρει . καὶ Χίμαιραν πῦρ πνέοισαν : ἐνίκησε δὲ σὺν αὐτῷ καὶ τὴν
6292922 Ἰωνικην
τὸ ὑπῆρχον . ἔστι γὰρ ἀπὸ τοῦ ἦν κατὰ διάλυσιν Ἰωνικήν . Ὅμηρος ἢ τότε κοῦρος ἔα , νῦν αὖτέ
φύλακα πιστὴν ἔχειν . καταλέξω δέ σοι , Κύνουλκε , Ἰωνικήν τινα ῥῆσιν ἐκτείνας κατὰ τὸν Αἰσχύλου . . .
6288876 κατῳκησε
ἐθνῶν παντοδαπῶν συνερρυηκότας . καὶ τὸ μὲν πρῶτον τὴν Λέσβον κατῴκησε , μετὰ δὲ ταῦτα ἀεὶ μᾶλλον αὐξόμενος διά τε
ἔπειτα δὲ καὶ καύσομεν . Ἠλέκτρα θυγάτηρ τοῦ Ἄτλαντος ἥτις κατῴκησε πλησίον τῶν πυλῶν τούτων , καὶ οὕτως ἐκλήθησαν Ἠλέκτραι
6284921 Σμυρναν
τῆς ἑαυτοῦ μητρὸς κληθῆναι : τὴν γὰρ Θείαντος μητέρα οὐ Σμύρναν , ἀλλὰ Ἀῷαν καλεῖσθαι . Φιλέας δὲ πρῶτον βασιλεῦσαι
Ἀντωνῖνος ἠστείζετο μὲν πρὸς τὸν Πολέμωνα περὶ τῶν κατὰ τὴν Σμύρναν ἐνδεικνύμενός που τὸ μὴ ἐκλελῆσθαι , ταῖς δὲ ἑκάστοτε
6284916 εὐεργετιν
Σκύλλα καὶ πορφυροῦς πλόκαμος καὶ Μίνωος πόρος καὶ περὶ τὴν εὐεργέτιν ἀχαριστία . οἷς ἑξῆς ὁ Κιθαιρὼν καὶ τὰ Θηβαίων
παρὸν εὖ ποιεῖν . ” Τορύνη ὑπὸ τῶν Ἀττικῶν τὴν εὐεργέτιν σημαίνει . ὅμως καὶ Πλάτων κατὰ ἰδιωτικὴν συνήθειαν προσωνόμασεν
6282881 Σκυλλαν
, ἐπὶ τοσοῦτον ἦλθεν ἡδυπαθείας ὡς καὶ τοὺς περὶ τὴν Σκύλλαν ἰχθῦς κατὰ σπουδὴν γράψαι . περὶ δὲ Φιλοξένου τοῦ
τριῶν καὶ τεττάρων πλέθρων οὐκ ἐπινεῖ περαιτέρω , πλὴν εἰ Σκύλλαν εἴποις : οὐδὲ ὅταν ἐκβῇ τῆς θαλάττης ἢ τῆς
6280916 Κορην
περίβολός ἐστι λίθων , καὶ τὸν Πλούτωνα ἁρπάσαντα ὡς λέγεται Κόρην τὴν Δήμητρος καταβῆναι ταύτῃ φασὶν ἐς τὴν ὑπόγεων νομιζομένην
χερσὶν ἁτεχνησάμην , τὰ δ ' οἷα πάσχω συγκατοικτιουμένη . Κόρην γάρ , οἶμαι δ ' οὐκέτ ' , ἀλλ
6272005 Ἰφιγενειαν
γὰρ ταύτην πρῶτον ἁρπάσας Θησεὺς μετὰ τὸ τεκεῖν ἐξ αὐτῆς Ἰφιγένειαν ἀφῃρέθη αὐτὴν καὶ δευτέραν εἰς ἄρκυν εἰς δεύτερον δίκτυον
ἐν Μεγάροις . ἐγὼ δὲ ἤκουσα μὲν καὶ ἄλλον ἐς Ἰφιγένειαν λόγον ὑπὸ Ἀρκάδων λεγόμενον , οἶδα δὲ Ἡσίοδον ποιήσαντα
6269620 Λαοδικην
καὶ τὸν Πύρρον ἀπεκρούσαντο . Ἀντίοχος ὁ προσαγορευθεὶς Θεὸς ἔγημε Λαοδίκην ὁμοπάτριον ἀδελφὴν , ἐξ ἧς αὐτῷ παῖς ἐγένετο Σέλευκος
λύπῃ καὶ αὐτὴ τελευτᾷ . * ἄλλοι δέ φασι τὴν Λαοδίκην διωκομένην ὑπὸ τῶν Ἑλλήνων πεσεῖν ὑπό τινα φάραγγα καὶ
6268912 ἀγαπησιν
ἀρκοῦμαι . ἀγαπητόν : ἠγαπημένον . ἀγαπησμόν : λέγουσι καὶ ἀγάπησιν τὴν φρόνησιν . ἀγάσαιτο : θαυμάσειεν . ἀγασθῶ :
ὑπὸ μὲν τὴν βούλησιν εὔνοιαν , εὐμένειαν , ἀσπασμόν , ἀγάπησιν : ὑπὸ δὲ τὴν εὐλάβειαν αἰδῶ , ἁγνείαν :
6264076 Μουσαν
καὶ καρτερίᾳ περιεγένετο . καὶ ἐν ἑκατέρῳ τῶν προοιμίων τὴν Μοῦσαν παρακαλεῖ , ἵνα θειοτέραν καὶ μείζονα τὴν δόξαν τῶν
γὰρ ἀρχὰ δέξατο ναυτιλίας : ὁ λόγος ἐρωτηματικὸς πρὸς τὴν Μοῦσαν : τίς γὰρ ἀρχὴ τοῦ πλοῦ ; ποῖος δὲ
6261602 εὐχρηστιαν
προσόδους , αὑτοῦ δὲ μνημεῖον ἀθάνατον κατέλιπεν , εἰς κοινὴν εὐχρηστίαν φιλοτιμηθείς . κατέμιξε δὲ καὶ τὴν σύγκλητον , οὐ
οἰκείως τοῖς ὑποκειμένοις καιροῖς ἁρμοζομένην πρὸς τὴν ἐκ τῆς ἐλπίδος εὐχρηστίαν . ἐπειδὰν δ ' ἀθροί - σωσιν ἰχθύων παντοδαπῶν
6259604 Αἰτνην
καὶ τοὺς τὴν Κατάνην οἰκοῦντας Καμπανοὺς εἰς τὴν νῦν καλουμένην Αἴτνην μεταστῆναι διὰ τὸ λίαν εἶναι τὸ φρούριον ὀχυρόν .
, τοὺς μὲν ἡμίσεις τῶν ὑλοτόμων εἰς τὸ κατὰ τὴν Αἴτνην ὄρος ἀπέστειλε , γέμον κατ ' ἐκείνους τοὺς χρόνους
6250451 νομοθετικην
δ ' αὖ τὰς ἐπὶ τῆς ψυχῆς , τήν τε νομοθετικὴν καὶ τὴν δικαιοσύνην . αὐτὴ δ ' ἡ φρόνησις
, ὁ καθαρώτατος νοῦς , ὁ ἀστεῖος ὄντως , ὁ νομοθετικὴν ὁμοῦ καὶ προφητείαν ἐνθουσιώσῃ καὶ θεοφορήτῳ σοφίᾳ λαβών ,
6248106 Δρυοπη
ἦσαν : Ἐρινεόν , Κύτιον , Βοιόν , Κάρφαια , Δρυόπη , Λίλαιον , ὅθεν μετὰ τῶν Ἡρακλειδῶν εἰς Λακεδαίμονα
εἰς ἁμαδρυάδα νύμφην ὁμώνυμον . Μεσσάπιοι παῖδες εἰς δένδρα . Δρυόπη εἰς αἴγειρον . Ἀλκμήνη εἰς λίθον μετὰ θάνατον .
6244216 Σιβυλλαν
τοὺς ἀγκῶνας αὐτοῦ ἐξειργάσθαι . τῇ σαμβύκῃ πρώτην φησὶ χρήσασθαι Σίβυλλαν , ἧς Σκάμων ὁ προειρημένος : ὀνομασθῆναι δ '
κύτος εὐρὺ καὶ βαραθρῶδες : ἐνταῦθα δὴ πάλαι φασὶ τὴν Σίβυλλαν τὴν πάνυ τὴν Ἰταλὴν ἐνδιαιτωμένην φοιβόληπτόν τε εἶναι καὶ
6244077 Θηβαιδα
τῆς νίκης περιερχόμενος ἔλεγε τὰ ποιήματα , πρῶτον μὲν τὴν Θηβαίδα ἔπη ͵ζ ἧς ἡ ἀρχή : Ἄργος ἄειδε θεὰ
αὐτῷ Περσεὺς ὁ Στωικὸς καὶ Ἀνταγόρας ὁ Ῥόδιος ὁ τὴν Θηβαίδα ποιήσας καὶ Ἀλέξανδρος ὁ Αἰτωλός , ὡς αὐτός φησιν
6238665 ὑμνουμενην
ἀνθρωπίνην ἀρετὴν εὑρίσκομεν λεγομένην , τὴν δὲ θεωρητικὴν θείαν ἀρετὴν ὑμνουμένην , ἐν οἷς συμπεράνας ὁ λόγος τὰ τῆς πολιτικῆς
ὅτι νοῦς ὁ πρῶτος ἡ τρίτη ἀρχὴ κατὰ τὴν χαλδαϊκὴν ὑμνουμένην τριάδα . Πρῶτος γὰρ ὁ νοῦς ἀπέστη τοῦ αἰτίου
6236963 ἑναδα
εἶδός ἐστιν , ὑπὲρ πᾶν δὲ εἶδος ἔλεγον εἶναι τὴν ἑνάδα ὡς καὶ πάντων προακτικὴν καὶ αὐτῶν τῶν εἰδῶν ,
, οὐ παρὰ τὸ ἓν ἐλέχθησαν , ἀλλὰ παρὰ τὴν ἑνάδα , ἥτις ἐστὶ μονὰς μετοχῇ τοῦ ἑνός . κατὰ
6224002 Ἀνθηδονα
Οἴονται δέ τινες δεῖν γράφειν : Ἶσόν τε ζαθέην , Ἀνθηδόνα τ ' ἐσχατόωσαν : ἐκτείνοντες τὴν πρώτην συλλαβὴν ποιητικῶς
Ἀνθεμοεισίδα φησίν . Ἀνθηδών , πόλις Βοιωτίας . Ὅμηρος ” Ἀνθηδόνα τ ' ἐσχατόωσαν ” . ἀπὸ Ἀνθηδόνος τοῦ Δίου
6223488 κιθαριστικην
ταῦτα διὰ χρησμῶν θεραπεύει . πόρεν τε κίθαριν : τὴν κιθαριστικὴν ἐμπειρίαν . Ὅμηρος : ᾧ τόξον Ἀπόλλων , ἀντὶ
ἀγῶσιν . αὐλητικὴν μὲν πᾶσαν ἐκβάλλει τῶν ὀρθῶν πολιτειῶν , κιθαριστικὴν δ ' οὐ πᾶσαν , ἀλλὰ τὴν ἐν τοῖς
6222587 ἐπιπνοιαν
ἐκ φαύλων σπουδαίας ἀπεργάζεσθαι , πάντα δὴ ταῦτα ἔξωθεν τὴν ἐπίπνοιαν γίγνεσθαι διασημαίνει : χρὴ δὲ οὐ τοῦτο μόνον προλαμβάνειν
οὐδ ' εἶναι τέχνην , τὴν ποιητικὴν , ἀλλ ' ἐπίπνοιαν ἐκ Μουσῶν , ὃς δ ' ἂν ἄνευ μανίας

Back